Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52012IP0079

Κατάρτιση των δικαστών Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 14ης Μαρτίου 2012 σχετικά με την κατάρτιση των δικαστών (2012/2575(RSP)

ΕΕ C 251E της 31.8.2013, p. 42–44 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

31.8.2013   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 251/42


Τετάρτη 14 Μαρτίου 2012
Κατάρτιση των δικαστών

P7_TA(2012)0079

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 14ης Μαρτίου 2012 σχετικά με την κατάρτιση των δικαστών (2012/2575(RSP)

2013/C 251 E/07

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη ότι τα άρθρα 81 και 82 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης ορίζουν ότι τα μέτρα που αποσκοπούν στην «υποστήριξη της κατάρτισης των δικαστών και των άλλων λειτουργών και υπαλλήλων του τομέα απονομής της δικαιοσύνης» εγκρίνονται με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία,

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 10ης Σεπτεμβρίου 1991 σχετικά με την ίδρυση Ακαδημίας Ευρωπαϊκού Δικαίου (1), τη γνώμη του της 24ης Σεπτεμβρίου 2002 σχετικά με την έγκριση απόφασης του Συμβουλίου για τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού δικτύου κατάρτισης δικαστών (2), το ψήφισμά του της 9ης Ιουλίου 2008 σχετικά με το ρόλο του εθνικού δικαστή στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού δικαστικού συστήματος (3), και τη σύστασή του της 7ης Μαΐου 2009 προς το Συμβούλιο σχετικά με την ανάπτυξη ενός χώρου ποινικής δικαιοσύνης στην Ευρωπαϊκή Ένωση (4),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με ένα σχέδιο δράσης για την εφαρμογή του προγράμματος της Στοκχόλμης (COM(2010)0171),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 25ης Νοεμβρίου 2009 σχετικά με το πρόγραμμα της Στοκχόλμης (5),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 17ης Ιουνίου 2010 σχετικά με την κατάρτιση των δικαστών (6),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 13ης Σεπτεμβρίου 2011 με τίτλο «Εμπιστοσύνη στην πανευρωπαϊκή δικαιοσύνη – Μια νέα διάσταση στην ευρωπαϊκή δικαστική κατάρτιση» (COM(2011)0551),

έχοντας υπόψη το πιλοτικό σχέδιο σχετικά με την κατάρτιση των δικαστών που πρότεινε το Κοινοβούλιο το 2011,

έχοντας υπόψη τη συγκριτική μελέτη για την κατάρτιση των δικαστών στα κράτη μέλη, που διεξήγαγε κατ’ εντολήν του Κοινοβουλίου η Ακαδημία Ευρωπαϊκού Δικαίου (ΑΕΔ) σε συνεργασία με το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Κατάρτισης των Δικαστών (ΕΔΚΔ) (7),

έχοντας υπόψη το άρθρο 115 παράγραφος 5 και το άρθρο 110 παράγραφος 2 του Κανονισμού του,

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η προαναφερθείσα μελέτη προέβη σε απολογισμό των μέτρων που ελήφθησαν στον τομέα αυτό από τις εθνικές σχολές δικαστών, όπως το είδος της παρασχεθείσας κατάρτισης, οι σχετικές προϋποθέσεις και οι δημοσιονομικοί πόροι, με στόχο κυρίως να προσδιοριστούν απαιτήσεις, προτάσεις για βελτίωση και βέλτιστες πρακτικές και ότι η μελέτη περιλαμβάνει τα αποτελέσματα μιας εις βάθος έρευνας η οποία αφορούσε περισσότερους από 6 000 δικαστές και εισαγγελείς στα κράτη μέλη και είχε ως αντικείμενο την εμπειρία τους σε θέματα κατάρτισης στο ενωσιακό δίκαιο καθώς και τις προτάσεις τους για την πραγματοποίηση βελτιώσεων·

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η δικαστική κατάρτιση θα έπρεπε να αποκαλείται ακριβέστερα «δικαστικές σπουδές» προκειμένου να αντικατοπτρίζει τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της συνεχούς διανοητικής ανάπτυξης στην οποία θα πρέπει να υπόκεινται οι λειτουργοί της δικαιοσύνης καθώς και το γεγονός ότι τα πρόσωπα που είναι τα πλέον ενδεδειγμένα να προσφέρουν δικαστικές σπουδές είναι οι ίδιοι οι δικαστές·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι επί του παρόντος η παροχή κατάρτισης αδυνατεί σε μεγάλο βαθμό να ανταποκριθεί στο στόχο της Επιτροπής, σύμφωνα με τον οποίο πρόσβαση στην κατάρτιση αυτή θα πρέπει να έχει το ήμισυ των ασκούντων νομικά επαγγέλματα στην Ευρωπαϊκή Ένωση·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι σύμφωνα με τη μελέτη, οι γλωσσικοί φραγμοί, η έλλειψη (έγκαιρης) ενημέρωσης για τα υφιστάμενα προγράμματα, το γεγονός ότι τα προγράμματα δεν είναι πάντοτε προσαρμοσμένα στις ανάγκες των δικαστών σε συνδυασμό με το βαρύ φόρτο εργασίας των δικαστών και την έλλειψη επαρκούς χρηματοδότησης αποτελούν τους κυριότερους λόγους για το σχετικά μικρό αριθμό των προσώπων που απάντησαν ότι έχουν τύχει κατάρτισης στο ενωσιακό δίκαιο (53 % και μόνο το ένα τρίτο εξ αυτών εντός των 3 τελευταίων ετών)·

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι από δημοσιονομικής σκοπιάς και υπό τις παρούσες συνθήκες χρηματοδοτικής στενότητας θα ήταν φρόνιμο να αξιοποιηθούν οι υφιστάμενοι φορείς και κυρίως οι εθνικές σχολές κατάρτισης δικαστών αλλά και τα πανεπιστήμια και οι επαγγελματικές οργανώσεις όσον αφορά τις πτυχές του «εθνικού δικαίου» για τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού δικαστικού πνεύματος· λαμβάνοντας υπόψη ότι κατ’ αυτόν τον τρόπο μπορούν να αναγνωριστούν στα κράτη μέλη οι βέλτιστες πρακτικές, να ενισχυθούν και να διαδοθούν σε ολόκληρη την ΕΕ· λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ακαδημία Ευρωπαϊκού Δικαίου θα πρέπει να συνεχίσει να διαδραματίζει το ρόλο της όσον αφορά την κατάρτιση στον τομέα του ενωσιακού δικαίου·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, όπως έχει ήδη τονίσει το Κοινοβούλιο, ο ευρωπαϊκός δικαστικός χώρος πρέπει να βασίζεται σε ένα δικαστικό πολιτισμό που θα είναι κοινός στους ασκούντες νομικά επαγγέλματα, τους δικαστές και τους εισαγγελείς και ο οποίος δεν θα απορρέει μόνο από το ενωσιακό δίκαιο αλλά θα αναπτύσσεται στο πλαίσιο μιας αμοιβαίας αντίληψης και κατανόησης των εθνικών συστημάτων απονομής της δικαιοσύνης, μιας εκ βάθρων αναδιοργάνωσης των πανεπιστημιακών προγραμμάτων σπουδών, των ανταλλαγών, των επισκέψεων μελέτης και της κοινής κατάρτισης, με την ενεργό υποστήριξη της Ακαδημίας Ευρωπαϊκού Δικαίου, του Ευρωπαϊκού Δικτύου Κατάρτισης Δικαστών και του Ινστιτούτου Ευρωπαϊκού Δικαίου·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η δικαστική κατάρτιση πρέπει να συνδεθεί με μια συζήτηση για τον παραδοσιακό ρόλο της δικαιοσύνης και τον εκσυγχρονισμό της, τον τρόπο επέκτασής της και διεύρυνσης των οριζόντων της· λαμβάνοντας υπόψη ότι αυτό περιλαμβάνει επίσης γλωσσική κατάρτιση και προώθηση της μελέτης του συγκριτικού δικαίου και του διεθνούς δικαίου·

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι πρέπει επίσης να αναπτυχθεί ένας κοινός δικαστικός πολιτισμός μεταξύ των λειτουργών της δικαιοσύνης, με την εξέταση και γνωστοποίηση μιας κοινής επαγγελματικής δεοντολογίας, της αρχής του κράτους δικαίου και των αρχών βάσει των οποίων θα διορίζονται και θα επιλέγονται οι δικαστές και με βάση το Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων και τις εργασίες της επιτροπής της Βενετίας του Συμβουλίου της Ευρώπης, προκειμένου να προωθηθούν κατ’ αυτόν τον τρόπο οι θεμελιώδεις αξίες των δικαστικών επαγγελμάτων και να αποτρέπεται η πολιτικοποίηση της δικαιοσύνης, προωθώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο την αμοιβαία εμπιστοσύνη, πράγμα που είναι απαραίτητο για την υλοποίηση ενός κοινού δικαστικού χώρου·

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι απαραίτητη η δημιουργία δικτύων μεταξύ δικαστών από διαφορετικά νομικά συστήματα και η βελτίωση του συντονισμού των υφισταμένων δικτύων με στόχο την προώθηση της συνοχής· λαμβάνοντας υπόψη ότι για την επίτευξη του στόχου αυτού δεν επαρκεί η ηλεκτρονική επικοινωνία και απαιτείται συνεπώς να δημιουργηθούν φόρα συνάντησης δικαστών με τη συμμετοχή πρωτίστως δικαστών από τα δικαστήρια του Λουξεμβούργου και του Στρασβούργου·

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι δικαστικές σπουδές δεν πρέπει να περιορίζονται στο ουσιαστικό και δικονομικό δίκαιο και ότι οι δικαστές έχουν ανάγκη κατάρτισης σχετικά με τις δικαιοδοτικές τους δραστηριότητες και δεξιότητες·

1.

πιστεύει ότι οι άμεσες επαφές αποτελούν την καλύτερη επιλογή και ότι, ενόψει των δημοσιονομικών περιορισμών καθώς και των απαντήσεων που δόθηκαν από τους δικαστές στη μελέτη, η κατάρτιση αυτή και η παροχή συμβουλών μπορούν επίσης να παρέχονται μέσω του διαδικτύου (βίντεο-διασκέψεις, ηλεκτρονικά μαθήματα, αναμεταδώσεις μέσω διαδικτύου) καθώς και στο πλαίσιο ανταλλαγών· διαπιστώνει ότι οι δικαστές ζητούν μια περαιτέρω αξιολόγηση των προγραμμάτων κατάρτισης και την προσαρμογή τους στις ανάγκες τους, συγχρόνως δε φαίνεται να προτιμούν τη διαδραστική κατάρτιση, στο πλαίσιο της οποίας μπορούν να ανταλλάσσουν εμπειρίες και να συζητούν μεμονωμένες υποθέσεις και όχι «κλασικές» μεθόδους κατάρτισης (από πάνω προς τα κάτω)·

2.

εκτιμά ότι ο συντονισμός των προγραμμάτων κατάρτισης που παρέχουν οι υφιστάμενες σχολές κατάρτισης δικαστών και η διευκόλυνση και προαγωγή του διαλόγου και των επαγγελματικών επαφών θα πρέπει να αποτελούν περαιτέρω στόχους·

3.

επισημαίνει τη σημασία μιας πολύγλωσσης κατάρτισης, δεδομένου ότι από τη μελέτη προκύπτει ότι μόνο ένας σχετικά μικρός αριθμός δικαστών κατέχει μια ξένη γλώσσα επαρκώς ώστε να μπορεί να συμμετέχει ενεργά σε μια δικαστική κατάρτιση σε άλλα κράτη μέλη·

4.

φρονεί ότι ένας τρόπος επίλυσης των προβλημάτων (δαπάνες, γλωσσική κατάρτιση, οικονομική αποδοτικότητα) συνίσταται στη χρήση σύγχρονης τεχνολογίας και στη χρηματοδότηση της ανάπτυξης εφαρμογών κατά το πρότυπο Apple’s ITunes U· οι εφαρμογές αυτές που θα παρέχονται από τις εθνικές σχολές, την Ακαδημία Ευρωπαϊκού Δικαίου, τα πανεπιστήμια και άλλους φορείς παροχής κατάρτισης θα περιλαμβάνουν μαθήματα επιμόρφωσης, οπτικό υλικό, συμπεριλαμβανομένης της γλωσσικής κατάρτισης (με ιδιαίτερη έμφαση στη νομική ορολογία) και πληροφορίες σχετικά με τα εθνικά νομικά συστήματα, τις ιδιαίτερες νομικές διαδικασίες κ.λπ. και θα παρέχονται δωρεάν στους λειτουργούς της δικαιοσύνης·

5.

θεωρεί ότι η επιτυχής συμμετοχή στα μαθήματα αυτά, θα αποτελούσε προϋπόθεση συμμετοχής στο πρόγραμμα Erasmus για δικαστές καθώς και σε μαθήματα κατάρτισης στο εξωτερικό·

6.

προτείνει οι εφαρμογές αυτές να διατίθενται έναντι χαμηλού τιμήματος στους ασκούντες νομικά επαγγέλματα, στις επαγγελματικές οργανώσεις, στα πανεπιστήμια και τους σπουδαστές του δικαίου, η δε ανάπτυξη και παραγωγή τους θα έδιδε μια έστω περιορισμένη ώθηση στην οικονομία και την απασχόληση με χαμηλό σχετικά κόστος·

7.

εκτιμά ότι το πιλοτικό σχέδιο που παρουσίασαν ο Luigi Berlinguer και η Erminia Mazzoni και το οποίο πρόκειται να ξεκινήσει το 2012, θα πρέπει να αποσκοπεί πρωτίστως να εντοπίσει και να διαδώσει βέλτιστες πρακτικές όσον αφορά την οργάνωση της πρόσβασης στο ενωσιακό δίκαιο και τη σχετική κατάρτιση στο πλαίσιο των εθνικών δικαστικών συστημάτων και των σχολών κατάρτισης· θεωρεί, για παράδειγμα, ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει να παροτρύνει τα κράτη μέλη να μιμούνται επιτυχημένους θεσμούς όπως οι συντονιστές του ενωσιακού δικαίου που υπάρχουν στην Ιταλία και την Ολλανδία στο πλαίσιο των εθνικών δικαστικών δομών και να υποστηρίζουν την κατάρτιση των συντονιστών αυτών και να διευκολύνουν με άλλα μέτρα τις εργασίες τους σε επίπεδο ΕΕ·

8.

πιστεύει ότι το πιλοτικό σχέδιο θα πρέπει να περιλαμβάνει τη δημιουργία μιας ομάδας εργασίας που θα απαρτίζεται από εθνικούς και ευρωπαϊκούς φορείς παροχής δικαστικής κατάρτισης καθώς και από εξωδικαστικούς φορείς, στόχος των οποίων θα είναι να εντοπίσουν μια σειρά θεματικών ομάδων σε ζητήματα ενωσιακού δικαίου που φαίνεται να είναι τα περισσότερο σημαντικά στο καθημερινό δικαστικό έργο, τόσο από πρακτικής (τρόπος υποβολής αίτησης για έκδοση προδικαστικής απόφασης, τρόπος πρόσβασης σε βάσεις δεδομένων σχετικά με το ενωσιακό δίκαιο κ.λπ.) όσο και από ουσιαστικής σκοπιάς·

9.

υποστηρίζει ότι το πιλοτικό σχέδιο θα επέτρεπε το συντονισμό α) της ανταλλαγής συμβουλών και γνώσεων σχετικά με τα επιμέρους νομικά συστήματα μεταξύ των διαφόρων σχολών δικαστικής κατάρτισης, με βάση τα υφιστάμενα δίκτυα και τους υφιστάμενους πόρους και β) της επίσημης κατάρτισης και της εξοικείωσης με τα αλλοδαπά νομικά συστήματα·

10.

προτείνει τέλος, τη διοργάνωση από την Επιτροπή ενός ετήσιου φόρουμ στο οποίο οι δικαστές όλων των βαθμίδων σε τομείς του δικαίου στους οποίους ανακύπτουν συχνά εθνικά ή διασυνοριακά προβλήματα θα μπορούν να πραγματοποιούν συζητήσεις επί θεμάτων στα οποία έχουν ανακύψει νομικές διχογνωμίες ή προβλήματα, προκειμένου να ενθαρρυνθεί ο διάλογος, να αναπτυχθούν δεσμοί, να δημιουργηθούν δίαυλοι επικοινωνίας και να οικοδομηθεί αμοιβαία εμπιστοσύνη και κατανόηση· εκτιμά ότι ένα τέτοιο βήμα θα μπορούσε επίσης να παράσχει στις αρμόδιες αρχές, στους φορείς παροχής κατάρτισης και σε ειδικούς, συμπεριλαμβανομένων των πανεπιστημίων και των επαγγελματικών οργανώσεων, τη δυνατότητα να συζητούν την πολιτική για την δικαστική κατάρτιση και το μέλλον της νομικής εκπαίδευσης στην Ευρώπη·

11.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στην Επιτροπή.


(1)  ΕΕ C 267 της 14.10.1991, σ. 33.

(2)  ΕΕ C 273 E της 14.11.2003, σ. 99.

(3)  ΕΕ C 294 E της 3.12.2009, σ. 27.

(4)  ΕΕ C 212 E της 5.8.2010, σ. 116.

(5)  ΕΕ C 285 E της 21.10.2010, σ. 12.

(6)  ΕΕ C 236 E της 12.8.2011, σ. 130.

(7)  http://www.europarl.europa.eu/delegations/en/studiesdownload.html?languageDocument=EN&file=60091


Top