This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 52008XC1021(01)
Notice pursuant to Article 4 of Council Regulation (EEC) No 479/92 on the application of Article 81(3) of the EC Treaty to certain categories of agreements, decisions and concerted practices between liner shipping companies ( consortia ) (Text with EEA relevance)
Ανακοίνωση σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 479/92 του Συμβουλίου σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 81 παράγραφος 3 της συνθήκης επί ορισμένων κατηγοριών συμφωνιών, αποφάσεων και εναρμονισμένων πρακτικών μεταξύ ναυτιλιακών εταιρειών τακτικών γραμμών ( consortia ) (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
Ανακοίνωση σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 479/92 του Συμβουλίου σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 81 παράγραφος 3 της συνθήκης επί ορισμένων κατηγοριών συμφωνιών, αποφάσεων και εναρμονισμένων πρακτικών μεταξύ ναυτιλιακών εταιρειών τακτικών γραμμών ( consortia ) (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
ΕΕ C 266 της 21.10.2008, p. 1–6
(BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)
21.10.2008 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 266/1 |
Ανακοίνωση σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 479/92 του Συμβουλίου σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 81 παράγραφος 3 της συνθήκης επί ορισμένων κατηγοριών συμφωνιών, αποφάσεων και εναρμονισμένων πρακτικών μεταξύ ναυτιλιακών εταιρειών τακτικών γραμμών («consortia»)
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
(2008/C 266/01)
Σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 479/92 του Συμβουλίου (1), η Επιτροπή καλεί τα ενδιαφερόμενα μέρη να στείλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με το συνημμένο σχέδιο κανονισμού (ΕΚ) της Επιτροπής για την εφαρμογή του άρθρου 81 παράγραφος 3 της συνθήκης ΕΚ σε ορισμένες κατηγορίες συμφωνιών στον τομέα των θαλάσσιων μεταφορών. Οι παρατηρήσεις (με την ένδειξη HT.1065) πρέπει να σταλούν, εντός μηνός από την ημερομηνία δημοσίευσης της παρούσας ανακοίνωσης, στην εξής διεύθυνση:
European Commission |
Directorate-General for Competition |
Reference HT.1065 |
Unit COMP/F1, Office J70 2/55 |
B-1049 Brussels |
Φαξ (32-2) 295 01 28 |
Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο: COMP-GREFFE-ANTITRUST@ec.europa.eu |
«ΠΡΟΣΧΕΔΙΟ
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. [XXX] ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ
της [ΧΧΧ]
σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 81 παράγραφος 3 της συνθήκης επί ορισμένων κατηγοριών συμφωνιών, αποφάσεων και εναρμονισμένων πρακτικών μεταξύ ναυτιλιακών εταιρειών τακτικών γραμμών (“consortia”)
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,
Έχοντας υπόψη:
τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 479/92 του Συμβουλίου, της 25ης Φεβρουαρίου 1992, σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 85 παράγραφος 3 της συνθήκης επί ορισμένων κατηγοριών συμφωνιών, αποφάσεων και εναρμονισμένων πρακτικών μεταξύ ναυτιλιακών εταιρειών τακτικών γραμμών (consortia) (2), και ιδίως το άρθρο 1,
Έχοντας δημοσιεύσει σχέδιο του παρόντος κανονισμού (3),
Μετά από διαβούλευση με τη συμβουλευτική επιτροπή για τις περιοριστικές πρακτικές και τις δεσπόζουσες θέσεις,
Εκτιμώντας τα εξής:
(1) |
Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 479/92 εξουσιοδοτεί την Επιτροπή να εφαρμόζει μέσω κανονισμού το άρθρο 81 παράγραφος 3 της συνθήκης σε ορισμένες κατηγορίες συμφωνιών, αποφάσεων ή εναρμονισμένων πρακτικών μεταξύ ναυτιλιακών εταιρειών (κοινοπραξίες) με αντικείμενο τη συνεκμετάλλευση υπηρεσιών στις τακτικές γραμμές θαλασσίων μεταφορών, οι οποίες, χάρη στη συνεργασία που συνεπάγονται μεταξύ των συμβαλλομένων ναυτιλιακών εταιρειών, είναι ικανές να περιορίζουν τον ανταγωνισμό εντός της κοινής αγοράς και να επηρεάζουν τις συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών, με αποτέλεσμα να υπάγονται, ενδεχομένως, στην απαγόρευση του άρθρου 81 παράγραφος 1 της συνθήκης. |
(2) |
Η Επιτροπή έκανε χρήση της εξουσίας αυτής με την έκδοση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 823/2000 της Επιτροπής, της 19ης Απριλίου 2000, σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 81 παράγραφος 3 της συνθήκης σε ορισμένες κατηγορίες συμφωνιών, αποφάσεων και εναρμονισμένων πρακτικών μεταξύ ναυτιλιακών εταιρειών τακτικών γραμμών (κοινοπραξίες) (4), του οποίου η ισχύς λήγει στις 25 Απριλίου 2010. Με βάση τη μέχρι τώρα πείρα της Επιτροπής, είναι δυνατό να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι οι λόγοι που υπαγορεύουν μία απαλλαγή κατά κατηγορία για τις κοινοπραξίες τακτικών γραμμών εξακολουθούν να ισχύουν, δεδομένου ότι έχει διαπιστωθεί πως η απαλλαγή λειτουργεί ικανοποιητικά και προς όφελος τόσο των μεταφορέων όσο και των χρηστών μεταφορικών υπηρεσιών. Παρόλα αυτά, είναι απαραίτητο να επέλθουν προσαρμογές προκειμένου να απαλειφθούν οι παραπομπές στον καταργηθέντα κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 4056/86, ο οποίος περιελάμβανε την απαλλαγή κατά κατηγορία για τις διασκέψεις τακτικών γραμμών, που παρείχε τη δυνατότητα στις ναυτιλιακές εταιρείες τακτικών γραμμών να καθορίζουν τους ναύλους και τη μεταφορική ικανότητα. Τροποποιήσεις απαιτούνται επίσης για να επέλθει μεγαλύτερη σύγκλιση μεταξύ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 823/2000 και άλλων κανονισμών περί απαλλαγής κατά κατηγορία που ισχύουν σήμερα και αφορούν οριζόντια συνεργασία, καθώς επίσης για να ληφθούν υπόψη οι τρέχουσες συναλλακτικές πρακτικές στον κλάδο των τακτικών γραμμών θαλάσσιων μεταφορών. |
(3) |
Στην αγορά έχουν συναφθεί και εφαρμόζονται πολλές και διαφορετικές μεταξύ τους συμφωνίες σχετικά με κοινοπραξίες. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, μια συμφωνία κοινοπραξίας πρέπει να απαρτίζεται είτε από μία συμφωνία είτε από ένα σύνολο αλληλένδετων συμφωνιών βάσει των οποίων τα συμβαλλόμενα μέρη εκτελούν από κοινού ένα δρομολόγιο. Το νομικό περίβλημα των σχετικών ρυθμίσεων θεωρείται λιγότερο σημαντικό από το υποκείμενο οικονομικό δεδομένο της παροχής κοινού δρομολογίου από τα μέρη. |
(4) |
Αντιθέτως, ο παρών κανονισμός δεν πρέπει να καλύπτει τις περιοριστικές συμφωνίες που συνάπτονται μεταξύ, αφενός, κοινοπραξιών ή ενός ή περισσότερων από τα μέλη τους και, αφετέρου, άλλων ναυτιλιακών εταιρειών. Δεν πρέπει να καλύπτει ούτε τις περιοριστικές συμφωνίες μεταξύ διαφόρων κοινοπραξιών που δραστηριοποιούνται στις ίδιες διαδρομές ή μεταξύ των μελών τέτοιων κοινοπραξιών. |
(5) |
Το ευεργέτημα της απαλλαγής κατά κατηγορία θα πρέπει να περιοριστεί στις συμφωνίες εκείνες για τις οποίες μπορεί να θεωρηθεί με επαρκή βαθμό βεβαιότητας ότι πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 81 παράγραφος 3. |
(6) |
Οι κοινοπραξίες, όπως ορίζονται στον παρόντα κανονισμό, συμβάλλουν εν γένει στη βελτίωση της παραγωγικότητας και της ποιότητας των διαθέσιμων υπηρεσιών τακτικών γραμμών χάρη στον εξορθολογισμό των δραστηριοτήτων των εταιρειών μελών τους και χάρη στις οικονομίες κλίμακας που επιτρέπουν στο επίπεδο της εκμετάλλευσης των σκαφών και των λιμενικών εγκαταστάσεων. Συμβάλλουν επίσης στην προαγωγή της τεχνικής και οικονομικής προόδου, διευκολύνοντας και προτρέποντας την αύξηση της χρησιμοποίησης εμπορευματοκιβωτίων, καθώς και την αποτελεσματικότερη χρησιμοποίηση της χωρητικότητας των πλοίων. Προς τον σκοπό της καθιέρωσης και εκμετάλλευσης κοινού δρομολογίου, ένα από τα συμφυή κύρια χαρακτηριστικά των κοινοπραξιών είναι η ικανότητα προσαρμογής με γνώμονα τις διακυμάνσεις της προσφοράς και της ζήτησης. Απεναντίας, ο μη δικαιολογημένος περιορισμός της παραγωγής, ο από κοινού καθορισμός του ναύλων μεταφοράς φορτίου και ο επιμερισμός της πελατείας και των αγορών δεν είναι πιθανό να αποφέρουν οφέλη από άποψη αποτελεσματικότητας. Κατά συνέπεια, οι συμφωνίες κοινοπραξίας που αφορούν τέτοιου είδους δραστηριότητες είναι σκόπιμο να αποκλείονται από το ευεργέτημα του παρόντος κανονισμού, ανεξαρτήτως της ισχύος που οι συμβαλλόμενοι διαθέτουν στην αγορά. |
(7) |
Εύλογο μερίδιο της ωφέλειας που προκύπτει από τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας πρέπει να μετακυλίεται στους χρήστες των μεταφορών. Οι χρήστες των υπηρεσιών θαλάσσιας μεταφοράς που παρέχουν οι κοινοπραξίες είναι δυνατό να ωφελούνται από τις βελτιώσεις της παραγωγικότητας που οι κοινοπραξίες είναι ικανές να επιτυγχάνουν. Τα προαναφερόμενα οφέλη μπορεί να λάβουν μεταξύ άλλων τη μορφή βελτίωσης της συχνότητας απόπλου και προσέγγισης σε λιμένες ή της καλύτερης διευθέτησης των εν λόγω δρομολογίων, καθώς και της βελτιωμένης ποιότητας και της εξατομίκευσης των προσφερόμενων υπηρεσιών, χάρη στη χρησιμοποίηση περισσότερο σύγχρονων σκαφών και λοιπού εξοπλισμού, συμπεριλαμβανομένων των λιμενικών διευκολύνσεων. |
(8) |
Οι χρήστες είναι σε θέση να αποκομίσουν ουσιαστικά οφέλη από τις κοινοπραξίες μόνο στο βαθμό που υπάρχει επαρκής ανταγωνισμός στα δρομολόγια στα οποία ασκούν δραστηριότητες οι κοινοπραξίες. Η προαναφερθείσα απαίτηση του άρθρου 81 παράγραφος 3 πρέπει να θεωρείται ότι εκπληρώνεται όταν το μερίδιο αγοράς της εκάστοτε κοινοπραξίας παραμένει κάτω από ένα συγκεκριμένο όριο και, συνεπώς, εξ αυτού τεκμαίρεται ότι η κοινοπραξία υπόκειται σε ουσιαστικό ανταγωνισμό, πραγματικό ή δυνητικό, από ναυτιλιακές εταιρείες που δεν είναι μέλη της. Για την εκτίμηση των μεριδίων αγοράς, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όχι μόνον τα απευθείας δρομολόγια μεταξύ των λιμένων που εξυπηρετεί η κοινοπραξία, αλλά και ο ενδεχόμενος ανταγωνισμός από άλλες ναυτιλιακές εταιρείες που παρέχουν υπηρεσίες τακτικών γραμμών από λιμένες δυνάμενους να υποκαταστήσουν εκείνους που εξυπηρετεί η κοινοπραξία και, ενδεχομένως, από άλλα μέσα μεταφοράς. |
(9) |
Ο παρών κανονισμός δεν πρέπει να απαλλάσσει συμφωνίες που περιλαμβάνουν περιορισμούς του ανταγωνισμού όχι απολύτως απαραίτητους για την επίτευξη των στόχων που δικαιολογούν τη χορήγηση της απαλλαγής. Προς τον σκοπό αυτό, είναι σκόπιμο να αποκλεισθούν από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού οι δραστηριότητες που απαριθμούνται στο άρθρο 4. |
(10) |
Επιπροσθέτως, το ευεργέτημα της παρούσας απαλλαγής πρέπει να εξαρτάται από την εκπλήρωση ορισμένων προϋποθέσεων. Ειδικότερα, οι συμφωνίες σύστασης κοινοπραξιών πρέπει να περιλαμβάνουν διάταξη με την οποία παρέχεται σε κάθε ναυτιλιακή εταιρεία που συμμετέχει στις προαναφερθείσες συμφωνίες η δυνατότητα να αποχωρήσει από την κοινοπραξία, με την προϋπόθεση ότι τηρείται εύλογη προειδοποιητική προθεσμία καταγγελίας. Ωστόσο, για τις κοινοπραξίες με μεγάλο βαθμό ολοκλήρωσης ή/και υψηλών επενδύσεων πρέπει να προβλεφθούν μεγαλύτερες προθεσμίες καταγγελίας ώστε να ληφθούν με τον τρόπο αυτό υπόψη οι σημαντικές επενδύσεις που έχουν γίνει για τη σύστασή τους και οι μεγαλύτερες ανάγκες αναδιοργάνωσής τους σε περίπτωση αποχώρησης ενός εκ των μελών τους. Είναι δικαιολογημένο να επιζητούν οι κοινοπραξίες ασφάλεια για νέες επενδύσεις που πρόκειται να εξυπηρετήσουν ειδικά ένα υφιστάμενο δρομολόγιο. Ως εκ τούτου, η δυνατότητα των μερών μιας συμφωνίας σύστασης κοινοπραξίας να συνάπτουν ρήτρα “μη αποχώρησης” θα πρέπει να ισχύει επίσης οσάκις τα μέρη υφιστάμενης συμφωνίας σύστασης κοινοπραξίας έχουν συμφωνήσει να πραγματοποιήσουν νέες επενδύσεις σημαντικού ύψους και το κόστος των νέων αυτών επενδύσεων δικαιολογεί μία νέα ρήτρα “μη αποχώρησης”. |
(11) |
Πρέπει επίσης να ισχύει όρος σύμφωνα με τον οποίο οι κοινοπραξίες και τα μέλη τους δεν μπορούν, για μία συγκεκριμένη γραμμή, να διαφοροποιούν τους ναύλους και τους όρους μεταφοράς με αποκλειστικό κριτήριο τη χώρα προέλευσης ή προορισμού των μεταφερόμενων προϊόντων και να προκαλούν με τον τρόπο αυτό εντός της Κοινότητας εκτροπές του εμπορίου εις βάρος ορισμένων λιμένων, ναυλωτών, μεταφορέων ή παρόχων υπηρεσιών βοηθητικών σε σχέση με τις μεταφορές, εκτός εάν οι υπόψη ναύλοι ή οι όροι είναι δικαιολογημένοι από οικονομική άποψη με βάση τις διαφορές κόστους. |
(12) |
Πρέπει επίσης η απαλλαγή να συνοδεύεται από ορισμένες υποχρεώσεις. Από την άποψη αυτή, οι χρήστες των μέσων μεταφοράς θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα, οποτεδήποτε, να λαμβάνουν γνώση των όρων της από κοινού παροχής υπηρεσιών θαλασσίων μεταφορών από τα μέλη της κοινοπραξίας. Πρέπει να προβλεφθεί μια διαδικασία ουσιαστικών και πραγματικών διαβουλεύσεων μεταξύ της εκάστοτε κοινοπραξίας και των χρηστών των μέσων μεταφοράς αναφορικά με τις δραστηριότητες που καλύπτουν οι συμφωνίες. Στον παρόντα κανονισμό ορίζεται επίσης το περιεχόμενο της έννοιας των “πραγματικών και αποτελεσματικών διαβουλεύσεων” και το ποια είναι τα κυριότερα διαδικαστικά στάδια που πρέπει να ακολουθούνται στο πλαίσιο των διαβουλεύσεων αυτών. |
(13) |
Οι διαβουλεύσεις αυτές είναι ικανές να εξασφαλίζουν την αποτελεσματικότερη λειτουργία των υπηρεσιών θαλασσίων μεταφορών λαμβανομένων υπόψη και των αναγκών των χρηστών. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να χορηγηθεί απαλλαγή σε ορισμένες περιοριστικές πρακτικές που θα μπορούσαν να προέλθουν από τις διαβουλεύσεις αυτές. Εντούτοις, οι εν λόγω διαβουλεύσεις πρέπει να αφορούν αποκλειστικά και μόνο τους όρους και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του τακτικού δρομολογίου θαλάσσιας μεταφοράς που παρέχεται από την κοινοπραξία ή τα μέλη της και τυγχάνει απαλλαγής βάσει του παρόντος κανονισμού. |
(14) |
Το όριο που τίθεται για το μερίδιο αγοράς, ο αποκλεισμός ορισμένων πρακτικών από το ευεργέτημα της παρούσας απαλλαγής και οι λοιποί όροι και προϋποθέσεις που τη συνοδεύουν πρέπει κανονικά να χρησιμεύουν για να διασφαλίζεται ότι οι συμφωνίες στις οποίες εφαρμόζεται η απαλλαγή κατά κατηγορία δεν προσπορίζουν στις οικείες επιχειρήσεις τη δυνατότητα να εξαλείφουν τον ανταγωνισμό σε σημαντικό τμήμα των εκάστοτε δρομολογίων. |
(15) |
Σε ειδικές περιπτώσεις όπου οι συμφωνίες εμπίπτουν μεν στις διατάξεις του παρόντος κανονισμού αλλά έχουν αποτελέσματα ασυμβίβαστα με το άρθρο 81 παράγραφος 3, η Επιτροπή δύναται να άρει το ευεργέτημα της απαλλαγής κατά κατηγορία. |
(16) |
Ο παρών κανονισμός δεν θίγει την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 82 της συνθήκης. |
(17) |
Ενόψει της λήξης του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 823/2000, είναι σκόπιμο να εκδοθεί νέος κανονισμός για την ανανέωση της ισχύος της απαλλαγής κατά κατηγορία, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι
ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ
Άρθρο 1
Πεδίο εφαρμογής
Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στις κοινοπραξίες μόνον καθόσον παρέχουν διεθνείς υπηρεσίες θαλασσίων μεταφορών τακτικών γραμμών από ή προς έναν ή περισσότερους λιμένες της Κοινότητας.
Άρθρο 2
Ορισμοί
Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, νοούνται ως:
1. |
“κοινοπραξία”: η συμφωνία ή δέσμη αλληλένδετων συμφωνιών μεταξύ δύο ή περισσότερων μεταφορέων που εκμεταλλεύονται πλοία τα οποία εκτελούν τακτικά δρομολόγια διεθνών θαλάσσιων μεταφορών αποκλειστικά για τη μεταφορά εμπορευμάτων, κυρίως μέσω εμπορευματοκιβωτίων, σε μια ή περισσότερες γραμμές, η οποία έχει ως αντικείμενο την καθιέρωση συνεργασίας για τη συνεκμετάλλευση μιας υπηρεσίας θαλάσσιας μεταφοράς, βελτιώνοντας το επίπεδο των υπηρεσιών που θα παρέχονταν, ελλείψει κοινοπραξίας, μεμονωμένα από κάθε μέλος της, προκειμένου να οργανώσουν ορθολογικά τις δραστηριότητές τους, μέσω τεχνικών, επιχειρησιακών ή/και εμπορικών διευθετήσεων· |
2. |
“τακτική γραμμή θαλάσσιας μεταφοράς”: μεταφορά εμπορευμάτων που πραγματοποιείται τακτικά σε μια ή περισσότερες συγκεκριμένες διαδρομές μεταξύ λιμένων και σύμφωνα με ωράρια και ημερομηνίες που έχουν αναγγελθεί εκ των προτέρων, και μπορεί να χρησιμοποιηθεί, ακόμη και περιστασιακά, από οποιονδήποτε χρήστη μεταφορών επ' αμοιβή· |
3. |
“διευθέτηση παροχής υπηρεσιών”: συμβατική διευθέτηση μεταξύ ενός ή περισσοτέρων χρηστών μεταφορικών υπηρεσιών και ενός μεμονωμένου μέλους κοινοπραξίας ή της ίδιας της κοινοπραξίας, βάσει της οποίας το μέλος της κοινοπραξίας ή η κοινοπραξία αναλαμβάνει ατομική δέσμευση έναντι ενός χρήστη να του παρέχει εξατομικευμένες υπηρεσίες ορισμένης ποιότητας ειδικά προσαρμοσμένες στις ανάγκες του, σε αντάλλαγμα της δικής του δέσμευσης να αναθέτει τη μεταφορά κάποιας ποσότητας εμπορευμάτων επί δεδομένο χρονικό διάστημα· |
4. |
“χρήστης μεταφορών”: κάθε επιχείρηση (για παράδειγμα ναυλωτής, τελικός παραλήπτης, επιχείρηση διαμετακόμισης, κ.λπ.) ή συλλογικός φορέας που την εκπροσωπεί που έχει συνάψει ή έχει εκδηλώσει την πρόθεση να συνάψει σύμβαση με κοινοπραξία (ή με κάποιο από τα μέλη της), με σκοπό τη μεταφορά εμπορευμάτων· |
5. |
“έναρξη του δρομολογίου”: η ημερομηνία κατά την οποία αποπλέει το πρώτο πλοίο προς εκτέλεση του δρομολογίου ή, εάν έχουν πραγματοποιηθεί νέες επενδύσεις σημαντικού ύψους, η ημερομηνία κατά την οποία αποπλέει το πρώτο πλοίο υπό τις συνθήκες οι οποίες είναι άμεση συνέπεια της πραγματοποίησης των εν λόγω νέων επενδύσεων σημαντικού ύψους· |
6. |
“νέες επενδύσεις σημαντικού ύψους”: επενδύσεις οι οποίες συνεπάγονται τη ναυπήγηση, την αγορά ή τη μακροχρόνια ναύλωση πλοίων τα οποία είναι ειδικά σχεδιασμένα και αναγκαία για την εκτέλεση του εκάστοτε δρομολογίου και τα οποία αποτελούν το ήμισυ τουλάχιστον της συνολικής επένδυσης που πραγματοποιούν τα μέλη της κοινοπραξίας σε σχέση με την υπηρεσία θαλάσσιας μεταφοράς που προσφέρει η κοινοπραξία. |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ
ΑΠΑΛΛΑΓΕΣ
Άρθρο 3
Απαλλασσόμενες συμφωνίες
1. Δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 81 παράγραφος 3 της συνθήκης και υπό την επιφύλαξη των όρων και υποχρεώσεων που θεσπίζονται στον παρόντα κανονισμό, το άρθρο 81 παράγραφος 1 της συνθήκης κηρύσσεται ανεφάρμοστο επί των δραστηριοτήτων που περιγράφονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, εφόσον περιλαμβάνονται σε συμφωνίες σύστασης κοινοπραξίας, όπως ορίζονται στα άρθρα 1 και 2 του παρόντος κανονισμού.
2. Η κήρυξη του ανεφάρμοστου καλύπτει μόνον τις ακόλουθες δραστηριότητες:
α) |
τη συνεκμετάλλευση υπηρεσιών θαλασσίων μεταφορών τακτικών γραμμών, που περιλαμβάνουν οποιαδήποτε από τις ακόλουθες δραστηριότητες:
|
β) |
προσαρμογές της μεταφορικής ικανότητας με γνώμονα διακυμάνσεις της προσφοράς και της ζήτησης· |
γ) |
τη συνεκμετάλλευση ή τη χρησιμοποίηση από κοινού λιμενικών τερματικών σταθμών και των συναφών υπηρεσιών (π.χ. υπηρεσίες φόρτωσης σε φορτηγίδες ή στοιβασίας)· |
δ) |
οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα παρεπόμενη σε σχέση με αυτές που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως γ) του παρόντος άρθρου, η οποία είναι απαραίτητη για την εφαρμογή τους. |
3. Ως παρεπόμενες δραστηριότητες κατά την έννοια της παραγράφου 2 στοιχείο δ) θεωρούνται, ιδίως, οι ακόλουθες ρήτρες:
α) |
η υποχρέωση των μελών της κοινοπραξίας να χρησιμοποιούν, στη σχετική γραμμή ή γραμμές, σκάφη που ανήκουν στην κοινοπραξία και να μην μισθώνουν χώρο σε σκάφη που ανήκουν σε τρίτους· |
β) |
η υποχρέωση των μελών της κοινοπραξίας να μην παραχωρούν ούτε να μισθώνουν χώρο σε άλλους μεταφορείς που εκμεταλλεύονται σκάφη στην εν λόγω γραμμή ή γραμμές, χωρίς προηγούμενη συγκατάθεση των άλλων μελών της κοινοπραξίας. |
Άρθρο 4
Συμφωνίες μη καλυπτόμενες από την απαλλαγή
Η απαλλαγή που προβλέπεται στο άρθρο 3 δεν εφαρμόζεται για τις συμφωνίες οι οποίες, άμεσα ή έμμεσα, μεμονωμένα ή σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες που υπόκεινται στον έλεγχο των μερών έχουν ως αντικείμενο:
α) |
τον καθορισμό των τιμών πώλησης υπηρεσιών τακτικών γραμμών σε τρίτους· |
β) |
τον περιορισμό της μεταφορικής ικανότητας ή των πωλήσεων, με εξαίρεση τις προσαρμογές της μεταφορικής ικανότητας για τις οποίες γίνεται λόγος στο άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού· |
γ) |
τον καταμερισμό των αγορών ή της πελατείας. |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ
ΟΡΟΙ ΤΗΣ ΑΠΑΛΛΑΓΗΣ
Άρθρο 5
Όροι σχετικά με το μερίδιο αγοράς
1. Για να τύχει της προβλεπόμενης στο άρθρο 3 απαλλαγής, μια κοινοπραξία πρέπει να κατέχει, σε κάθε αγορά στην οποία ασκεί δραστηριότητες, μερίδιο κατώτερο του 30 %, υπολογιζόμενο με βάση τον όγκο των μεταφερόμενων εμπορευμάτων (τόνοι φορτίου ή ισοδύναμο 20 ποδών).
2. Για τον έλεγχο της τήρησης του εν λόγω ανώτατου ορίου:
α) |
αθροίζονται τα μερίδια αγοράς των μεταφορέων που παρέχουν υπηρεσίες τόσο ατομικά όσο και στο πλαίσιο κοινοπραξίας στην ίδια σχετική αγορά· |
β) |
αθροίζονται τα μερίδια αγοράς των κοινοπραξιών που δραστηριοποιούνται στην ίδια σχετική αγορά και συνδέονται μεταξύ τους μέσω κοινών μελών. |
3. Η απαλλαγή του άρθρου 3 εξακολουθεί να ισχύει όταν, για δύο διαδοχικά ημερολογιακά έτη, δεν σημειώνεται υπέρβαση άνω του ενός δεκάτου του μεριδίου αγοράς που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.
4. Αν σημειωθεί υπέρβαση ενός εκ των ορίων που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 3, η προβλεπόμενη στο άρθρο 3 απαλλαγή εξακολουθεί να ισχύει για περίοδο έξι μηνών από τη λήξη του ημερολογιακού έτους κατά τη διάρκεια του οποίου σημειώθηκε η υπέρβαση. Η περίοδος αυτή παρατείνεται σε 12 μήνες, αν η υπέρβαση οφείλεται σε αποχώρηση από την αγορά μεταφορέα που δεν είναι μέλος της κοινοπραξίας.
Άρθρο 6
Λοιποί όροι
Για να ισχύει η απαλλαγή που προβλέπεται στο άρθρο 3, πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) |
η κοινοπραξία οφείλει να παρέχει σε καθένα από τα μέλη της τη δυνατότητα να προσφέρει, δυνάμει μεμονωμένων συμβάσεων, τις δικές του διευθετήσεις παροχής υπηρεσιών· |
β) |
η συμφωνία σύστασης της κοινοπραξίας πρέπει να παρέχει στις ναυτιλιακές εταιρείες που είναι μέλη της το δικαίωμα να αποχωρούν από την κοινοπραξία, χωρίς να διατρέχουν τον κίνδυνο να τους επιβληθεί οποιαδήποτε οικονομική ή άλλη κύρωση, όπως, ιδίως, υποχρέωση παύσης όλων των μεταφορικών δραστηριοτήτων τους στο σχετικό δρομολόγιο ή δρομολόγια, σε συνδυασμό ή μη με τον όρο να επαναλάβουν τις δραστηριότητές τους μετά την πάροδο ορισμένου χρονικού διαστήματος. Το υπόψη δικαίωμα υπόκειται σε μέγιστη προθεσμία καταγγελίας έξι μηνών. Η συμφωνία κοινοπραξίας δύναται ωστόσο να ορίζει ότι τέτοια καταγγελία επιτρέπεται μόνο μετά από αρχική περίοδο 18 μηνών κατ' ανώτατο όριο, η οποία αρχίζει να υπολογίζεται από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας κοινοπραξίας ή της συμφωνίας για την πραγματοποίηση νέας επένδυσης σημαντικού ύψους για την κοινή υπηρεσία θαλάσσιας μεταφοράς. Εάν η ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας είναι προγενέστερη της ημερομηνίας έναρξης του δρομολογίου, η αρχική περίοδος δεν μπορεί να υπερβεί τους 24 μήνες από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας σύστασης της κοινοπραξίας ή από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για την πραγματοποίηση νέας επένδυσης σημαντικού ύψους για την κοινή υπηρεσία θαλάσσιας μεταφοράς. Αν πρόκειται για κοινοπραξία με μεγάλο βαθμό ολοκλήρωσης που συνεπάγεται υψηλό επίπεδο επενδύσεων λόγω της αγοράς ή της ναύλωσης πλοίων από τα μέλη της ειδικά για τη σύσταση της κοινοπραξίας, η μέγιστη προθεσμία καταγγελίας είναι ομοίως έξι μήνες, αλλά η συμφωνία δύναται να ορίζει ότι τέτοια καταγγελία επιτρέπεται μόνο μετά από αρχική περίοδο 30 μηνών κατ' ανώτατο όριο, η οποία αρχίζει να υπολογίζεται από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας κοινοπραξίας ή της συμφωνίας για την πραγματοποίηση νέας επένδυσης σημαντικού ύψους για την κοινή υπηρεσία θαλάσσιας μεταφοράς. Εάν η ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας είναι προγενέστερη της ημερομηνίας έναρξης του δρομολογίου, η αρχική περίοδος δεν μπορεί να υπερβεί τους 36 μήνες από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας σύστασης της κοινοπραξίας ή από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας για την πραγματοποίηση νέας επένδυσης σημαντικού ύψους για την κοινή υπηρεσία θαλάσσιας μεταφοράς· |
γ) |
ούτε η κοινοπραξία ούτε τα μέλη της επιτρέπεται να προκαλούν, εντός της κοινής αγοράς, ζημία σε ορισμένους λιμένες, χρήστες ή μεταφορείς επιβάλλοντας για τη μεταφορά των ιδίων εμπορευμάτων στη γεωγραφική περιοχή που καλύπτεται από τη συμφωνία ναύλους και όρους μεταφοράς που διαφέρουν ανάλογα με τη χώρα προέλευσης ή προορισμού ή ανάλογα με τον λιμένα φόρτωσης ή εκφόρτωσης, εκτός εάν οι διαφορές των ναύλων ή όρων είναι δικαιολογημένες από οικονομική άποψη με βάση τις διαφορές του κόστους μεταφοράς. |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV
ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ
Άρθρο 7
Υποχρέωση πραγματοποίησης διαβουλεύσεων με τους χρήστες μεταφορών
1. Οι απαλλαγές που προβλέπονται στο άρθρο 3 συνοδεύονται από τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος άρθρου.
2. Διεξάγονται πραγματικές και ουσιαστικές διαβουλεύσεις μεταξύ των χρηστών μεταφορών ή των αντιπροσωπευτικών τους οργανώσεων, αφενός, και της κοινοπραξίας αφετέρου, με σκοπό την εξεύρεση λύσεων για όλα τα σημαντικά ζητήματα, εκτός των καθαρά διεκπεραιωτικού χαρακτήρα ήσσονος σημασίας, τα οποία σχετίζονται με τους όρους και την ποιότητα των υπηρεσιών θαλασσίων μεταφορών τακτικών γραμμών που προσφέρει η κοινοπραξία ή τα μέλη της.
3. Οι διαβουλεύσεις αυτές διεξάγονται οποτεδήποτε μετά από αίτηση οποιουδήποτε από τα προαναφερθέντα μέρη.
4. Οι διαβουλεύσεις πραγματοποιούνται πριν από την έναρξη εφαρμογής των μέτρων που αποτελούν το αντικείμενό τους, με εξαίρεση τις περιπτώσεις ανωτέρας βίας. Σε περίπτωση που, για λόγους ανωτέρας βίας, τα μέλη της κοινοπραξίας είναι υποχρεωμένα να εφαρμόσουν απόφαση πριν από τη διεξαγωγή διαβουλεύσεων, οι διαβουλεύσεις, εάν ζητήθηκε να γίνουν, πραγματοποιούνται οπωσδήποτε εντός προθεσμίας 10 εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία υποβολής της σχετικής αίτησης. Με εξαίρεση τις εν λόγω περιπτώσεις ανωτέρας βίας, της οποίας θα πρέπει να γίνει μνεία στην ανακοίνωση του μέτρου, δεν γίνεται καμία δημόσια αναγγελία του μέτρου πριν από τη διεξαγωγή των σχετικών διαβουλεύσεων.
5. Η διαδικασία των διαβουλεύσεων περιλαμβάνει τα ακόλουθα στάδια:
α) |
πριν από τις διαβουλεύσεις, η κοινοπραξία κοινοποιεί εγγράφως στους χρήστες μεταφορών ή στις αντιπροσωπευτικές τους οργανώσεις αναλυτικά στοιχεία σχετικά με το αντικείμενο των διαβουλεύσεων· |
β) |
πραγματοποιείται ανταλλαγή απόψεων μεταξύ των μερών, είτε εγγράφως είτε σε συνεδρίαση, είτε και με τους δύο τρόπους, κατά την οποία οι εκπρόσωποι των μελών της κοινοπραξίας και των χρηστών μεταφορών ή των αντιπροσωπευτικών τους οργανώσεων που συμμετέχουν εξουσιοδοτούνται να καταλήξουν σε κοινές θέσεις, τα δε μέρη καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για το σκοπό αυτό· |
γ) |
αν δεν είναι δυνατό να επιτευχθεί σύμπτωση απόψεων παρά τις προσπάθειες που κατέβαλαν οι δύο πλευρές, η διαφωνία αναγνωρίζεται και γνωστοποιείται δημόσια. Έκαστο μέρος δύναται να γνωστοποιήσει στην Επιτροπή την ύπαρξη της εν λόγω διαφωνίας· |
δ) |
μπορεί να ορισθεί εύλογη προθεσμία για την ολοκλήρωση των διαβουλεύσεων, αν αυτό είναι δυνατόν, έπειτα από κοινή συμφωνία των δύο μερών. Η εν λόγω προθεσμία δεν μπορεί να είναι μικρότερη από ένα μήνα, εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις ή κατόπιν συμφωνίας μεταξύ των μερών. |
6. Οι όροι όσον αφορά τις υπηρεσίες θαλασσίων μεταφορών που προσφέρουν η κοινοπραξία και τα μέλη της, συμπεριλαμβανομένων των όρων που σχετίζονται με την ποιότητα των εν λόγω υπηρεσιών και κάθε σχετική τροποποίηση που τις αφορά, τίθενται, εφόσον ζητηθούν, στη διάθεση των χρηστών μεταφορών σε λογική τιμή και είναι διαθέσιμοι για να τους συμβουλεύονται οποτεδήποτε χωρίς επιβάρυνση στα γραφεία των μελών της κοινοπραξίας ή της ίδιας της κοινοπραξίας, καθώς και στα γραφεία των πρακτόρων τους.
Άρθρο 8
Άλλες υποχρεώσεις που συνοδεύουν την απαλλαγή
Κάθε κοινοπραξία η οποία επικαλείται το ευεργέτημα του παρόντος κανονισμού πρέπει να αποδεικνύει, κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής ή της αρχής ανταγωνισμού κράτους μέλους, ότι συντρέχουν οι όροι και οι υποχρεώσεις που προβλέπονται στα άρθρα 5 έως 7. Προς τούτο, η αιτούσα αρχή τάσσει προθεσμία με γνώμονα τα δεδομένα εκάστης περιπτώσεως· η προθεσμία δεν επιτρέπεται να είναι μικρότερη από τρεις μήνες.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ V
ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 9
Επαγγελματικό απόρρητο
1. Οι πληροφορίες οι οποίες αποκτώνται κατ' εφαρμογή του άρθρου 8 δύνανται να χρησιμοποιηθούν μόνον προς τον σκοπό εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.
2. Η Επιτροπή και οι αρχές των κρατών μελών καθώς και οι μόνιμοι υπάλληλοι και το λοιπό προσωπικό τους υποχρεούνται να μην κοινοποιούν πληροφορίες που απέκτησαν κατ' εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και οι οποίες, από τη φύση τους, καλύπτονται από το επαγγελματικό απόρρητο.
3. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 δεν απαγορεύουν τη δημοσίευση γενικού χαρακτήρα πληροφοριών ή μελετών που δεν περιέχουν πληροφοριακά στοιχεία για συγκεκριμένες επιχειρήσεις ή ενώσεις επιχειρήσεων.
Άρθρο 10
Ανάκληση σε επιμέρους περιπτώσεις
1. Η Επιτροπή δύναται να ανακαλέσει το ευεργέτημα του παρόντος κανονισμού, σύμφωνα με το άρθρο 29 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003 (5), αν διαπιστώσει σε συγκεκριμένη περίπτωση ότι μια συμφωνία, απόφαση ένωσης επιχειρήσεων ή εναρμονισμένη πρακτική που εμπίπτει στο άρθρο 3 του παρόντος κανονισμού παράγει παρόλα αυτά ορισμένα αποτελέσματα που δεν συμβιβάζονται με το άρθρο 81 παράγραφος 3 της συνθήκης, και ιδίως όταν:
α) |
στην αγορά αναφοράς στην οποία δραστηριοποιείται η κοινοπραξία, τα μέλη της δεν υπόκεινται σε ουσιαστικό ανταγωνισμό, πραγματικό ή δυνητικό, από ναυτιλιακές εταιρείες που δεν είναι μέλη της κοινοπραξίας· |
β) |
οι καταναλωτές δεν αποκομίζουν εύλογο μερίδιο από τα οφέλη που προκύπτουν από τη λειτουργία της κοινοπραξίας, ιδίως αν αυτή παραβεί επανειλημμένως τις υποχρεώσεις περί διεξαγωγής διαβουλεύσεων οι οποίες καθορίζονται στο άρθρο 7 του παρόντος κανονισμού. |
2. Όταν σε συγκεκριμένη περίπτωση μία συμφωνία, απόφαση ένωσης επιχειρήσεων ή εναρμονισμένη πρακτική που εμπίπτει στην παράγραφο 1 παράγει αποτελέσματα τα οποία δεν συμβιβάζονται με το άρθρο 81 παράγραφος 3 της συνθήκης στο έδαφος ενός κράτους μέλους ή σε τμήμα του εδάφους αυτού το οποίο συγκεντρώνει όλα τα χαρακτηριστικά μιας αυτοτελούς γεωγραφικής αγοράς, η αρχή ανταγωνισμού του εν λόγω κράτους μέλους δύναται να ανακαλέσει το ευεργέτημα του παρόντος κανονισμού ως προς το συγκεκριμένο έδαφος.
Άρθρο 11
Έναρξη ισχύος
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 26 Απριλίου 2010.
Εφαρμόζεται έως τις 25 Απριλίου 2015.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.»
(1) ΕΕ L 55 της 29.2.1992, σ. 3.
(2) ΕΕ L 55 της 29.2.1992, σ. 3.
(3) […]
(4) ΕΕ L 100 της 20.4.2000, σ. 24.
(5) ΕΕ L 1 της 4.1.2003, σ. 1.