Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52007IE0997

    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Απασχόληση των κατηγοριών προτεραιότητας (Στρατηγική της Λισσαβώνας)

    ΕΕ C 256 της 27.10.2007, p. 93–101 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    27.10.2007   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 256/93


    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Απασχόληση των κατηγοριών προτεραιότητας (Στρατηγική της Λισσαβώνας)»

    (2007/C 256/18)

    Στις 14 Σεπτεμβρίου 2006 (επιβεβαιώθηκε στις 26 Οκτωβρίου 2006), και σύμφωνα με το άρθρο 31 του Εσωτερικού της Κανονισμού (στο πλαίσιο των εργασιών της ΕΟΚΕ κατόπιν αίτησης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 23ης και 24ης Μαρτίου 2006), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε να καταρτίσει ενημερωτική έκθεση σχετικά με το εξής θέμα: «Απασχόληση των κατηγοριών προτεραιότητας (Στρατηγική της Λισσαβώνας)».

    Στις 15 Μαρτίου 2007, και σύμφωνα με το άρθρο 29, παράγραφος 2 του Εσωτερικού της Κανονισμού, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε τη μετατροπή αυτής της ενημερωτικής έκθεσης σε γνωμοδότηση πρωτοβουλίας.

    Το ειδικευμένο τμήμα «Απασχόληση, κοινωνικές υποθέσεις, δικαιώματα του πολίτη», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΕΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 18 Ιουνίου 2007, με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. GREIF.

    Κατά την 437η σύνοδο ολομέλειας της 11ης και 12ης Ιουλίου 2007 (συνεδρίαση της 12ης Ιουλίου 2007), η ΕΟΚΕ υιοθέτησε, με 122 ψήφους υπέρ και 2 αποχές, την ακόλουθη γνωμοδότηση:

    1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

    1.1

    Στην παρούσα γνωμοδότηση καταδεικνύεται ότι οι φιλόδοξοι στόχοι της Λισσαβώνας δεν επιτεύχθηκαν ούτε όσον αφορά την ποσοτική παράμετρο, αλλά ούτε, προπάντων, την παράμετρο της ποιότητας — μολονότι διαπιστώνονται σαφείς διαφορές μεταξύ των επιμέρους χωρών. Επίσης όσον αφορά την ποιότητα της απασχόλησης προκύπτει μια αντιφατική εικόνα: από τη μια πλευρά υπάρχουν θετικά παραδείγματα καλής πρακτικής όσον αφορά την πολιτική απασχόλησης των επιμέρους κρατών μελών, τα οποία θα πρέπει, κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, να συλλέγονται και να αξιολογούνται πιο συστηματικά στο μέλλον, από την άλλη πλευρά όμως εξακολουθούν να εντοπίζονται σε ολόκληρη την ΕΕ απογοητευτικά δεδομένα:

    Μολονότι οι μόνιμες συμβάσεις εξακολουθούν να αποτελούν σε ολόκληρη την ΕΕ την επικρατούσα μορφή απασχόλησης πρέπει να υπογραμμιστεί ότι τα τελευταία χρόνια η αύξηση που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα στις γυναίκες, προέρχεται σε μεγάλο βαθμό από την αύξηση των θέσεων μερικής απασχόλησης. Στους ηλικιωμένους εργαζομένους εξακολουθεί να παρατηρείται τεράστια έλλειψη κατάλληλων θέσεων εργασίας, ενώ στην περίπτωση των νέων διαπιστώνεται έντονη αύξηση των άτυπων (μη τυποποιημένων) μορφών απασχόλησης, ορισμένες από τις οποίες είναι επισφαλείς από νομική και κοινωνική άποψη.

    Οι ευκαιρίες ένταξης στην αγορά εργασίας δεν βελτιώθηκαν σημαντικά για τις μειονεκτούσες ομάδες (αυτό διαπιστώνεται βάσει της σταθερά υψηλής μακροχρόνιας ανεργίας καθώς και εξαιτίας των συγκριτικά υψηλών ποσοστών ανεργίας, ειδικά των νέων και των εργαζομένων με χαμηλό επίπεδο ειδίκευσης, καθώς και των χαμηλών ποσοστών απασχόλησης κυρίως των ηλικιωμένων εργαζομένων)· επίσης για τις κοινωνικά αποκλεισμένες ομάδες η κατάσταση στην αγορά εργασίας εξακολουθεί να είναι εξαιρετικά προβληματική.

    1.2

    Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, η ΕΟΚΕ κρίνει σημαντικό, στο πλαίσιο της τρέχουσας συζήτησης για την προσέγγιση ευελιξία με ασφάλεια, οποιοσδήποτε γενικός ορισμός καθώς και όλα τα μέτρα για την ενίσχυση της προσαρμοστικότητας των επιχειρήσεων και των εργαζομένων να συνδέονται πάντοτε με ένα υψηλό επίπεδο κοινωνικής ασφάλειας, με μια ενεργό πολιτική για την αγορά εργασίας, με την εκπαίδευση και κατάρτιση, καθώς και με την πρόσβαση σε κοινωνικές υπηρεσίες.

    1.3

    Στο πλαίσιο της κοινωνικής πολιτικής και της πολιτικής απασχόλησης των κρατών μελών που εστιάζονται στις ομάδες προτεραιότητας στην αγορά εργασίας και οι οποίες εξετάζονται στην παρούσα γνωμοδότηση, η ΕΟΚΕ ζητεί να δοθεί στο μέλλον μεγαλύτερη βαρύτητα στα ακόλουθα σημεία:

    λήψη μέτρων για την προώθηση της ένταξης των νέων στην αγορά εργασίας με τη διασφάλιση, για παράδειγμα, μιας πρώτης θέσης απασχόλησης, η οποία εξασφαλίζει επίσης πραγματικές προοπτικές·

    μεγαλύτερες προσπάθειες για την καταπολέμηση των συνεχιζόμενων διακρίσεων και των μειονεκτημάτων που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι λόγω ηλικίας, φύλου, αναπηρίας ή εθνοτικής καταγωγής, ειδικά όσον αφορά την πρόσβαση στην εκπαίδευση, καθώς και την πρόσβαση και παραμονή στην αγορά εργασίας·

    ενίσχυση της ασφάλειας της απασχόλησης και πρόληψη των «παγίδων επισφαλούς απασχόλησης», μεταξύ άλλων, μέσω της αποφυγής του ενδεχομένου αναγκαστικής αποδοχής θέσεων εργασίας που δεν παρέχουν καμία ασφάλεια, της καταπολέμησης της αδήλωτης εργασίας και με την πρόληψη της εκμετάλλευσης των συμβασιούχων·

    μέτρα για τη βελτίωση της ποιότητας των θέσεων εργασίας και προστασία των εργαζομένων από διακρίσεις·

    εκτεταμένες επενδύσεις στην ποιότητα των θέσεων εργασίας και στη διαμόρφωση ευνοϊκών συνθηκών εργασίας για τους ηλικιωμένους εργαζομένους·

    επενδύσεις στον τομέα της εκπαίδευσης, της κατάρτισης και της διά βίου μάθησης, καθώς και εξάλειψη των υφιστάμενων ανισοτήτων μεταξύ των ζητούμενων και προσφερόμενων στην αγορά εργασίας επαγγελματικών προσόντων·

    εκσυγχρονισμός και βελτίωση, οπουδήποτε κρίνεται αυτό απαραίτητο, της κοινωνικής ασφάλισης για τις άτυπες μορφές απασχόλησης·

    εξάλειψη του διαχωρισμού στην αγορά εργασίας λόγω φύλου, κυρίως μέσω αποτελεσματικών μέτρων για τη συμφιλίωση επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής (ειδικά με τη δημιουργία εγκαταστάσεων ολοκληρωμένης παιδικής μέριμνας, και την παροχή διαφόρων μορφών στήριξης για τα εξαρτώμενα πρόσωπα και τις οικογένειές τους, συμπεριλαμβανομένων διευκολύνσεων 24 ώρες το εικοσιτετράωρο)·

    εξάλειψη των εμποδίων που αντιμετωπίζουν άτομα με υποχρεώσεις φροντίδας τρίτων ατόμων κατά την επάνοδο και παραμονή τους στην αγορά εργασίας και παροχή κινήτρων για μεγαλύτερη συμμετοχή των πατέρων στις ευθύνες φροντίδας της οικογένειας·

    ανάπτυξη κατάλληλων κινήτρων και συνδρομής σε επιχειρήσεις προκειμένου να προσλαμβάνουν περισσότερους νέους καθώς και ηλικιωμένους εργαζομένους που αντιμετωπίζουν ξεχωριστές δυσκολίες στην εύρεση εργασίας.

    1.4

    Πέραν αυτού, για τις κοινωνικά αποκλεισμένες ομάδες πρέπει να ληφθούν ειδικά μέτρα:

    ανάπτυξη μεταβατικών αγορών εργασίας με την παροχή κατάλληλων κινήτρων σε επιχειρήσεις για περισσότερες προσλήψεις και ταυτόχρονη υποστήριξη των εργαζομένων προκειμένου να ξεπεράσουν τα προβλήματα που αποτελούν την αιτία του κοινωνικού τους αποκλεισμού (πρέπει να προληφθεί η ανεπιθύμητη εκμετάλλευση αυτών των ρυθμίσεων καθώς και οι στρεβλώσεις του ανταγωνισμού)·

    Αναφορικά με αυτές τις ομάδες σημαντικό ρόλο μπορούν να διαδραματίσουν οι μη κερδοσκοπικές πρωτοβουλίες απασχόλησης, ειδικά στο πλαίσιο της κοινωνικής οικονομίας. Ταυτόχρονα, πρέπει να διασφαλιστεί δέουσα στήριξη στο πλαίσιο των προϋπολογισμών της πολιτικής για την αγορά εργασίας.

    1.5

    Η ΕΟΚΕ τονίζει με έμφαση ότι σε πολλά κράτη μέλη της ΕΕ η εφαρμογή των προτεραιοτήτων που περιγράφονται στην παρούσα γνωμοδότηση καθιστούν απαραίτητη την καταβολή σημαντικών προσπαθειών στο τομέα της πολιτικής απασχόλησης, για τις οποίες πρέπει να εξασφαλιστεί κατάλληλη δημοσιονομική κάλυψη.

    Ως εκ τούτου, όλα τα μέτρα της ενεργούς πολιτικής για την αγορά εργασίας σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο θα έχουν μικρή επιτυχία, εάν δεν συνυπολογιστούν δεόντως στο δημοσιονομικό προγραμματισμό των κρατών μελών.

    Η ΕΟΚΕ εντοπίζει σε πολλές χώρες μεγάλες αποκλίσεις όσον αφορά τις προτάσεις για ανάληψη πρωτοβουλιών στον τομέα της πολιτικής για την αγορά εργασίας — στο πλαίσιο των εθνικών προγραμμάτων μεταρρυθμίσεων — καθώς και τη δημοσιονομική κάλυψη (1).

    Στα εθνικά προγράμματα δράσης πρέπει να συνυπολογιστούν περισσότερο οι θετικές εμπειρίες διαφόρων χωρών και, αντιστοίχως, πρέπει να αξιοποιηθεί κατάλληλα το ΕΚΤ 2007-2013.

    1.6

    Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΟΚΕ έχει υπογραμμίσει επανειλημμένα ότι για την προαναφερόμενη δημοσιονομική κάλυψη πρέπει να διασφαλιστεί ένα ευνοϊκό μακροοικονομικό περιβάλλον, το οποίο να εστιάζεται σε μια προσανατολισμένη προς την ανάπτυξη οικονομική πολιτική, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η μακροχρόνια συγκυριακή οικονομική ύφεση (2).

    1.7

    Σε πολλά κράτη μέλη, οι κοινωνικές εισφορές που συνδέονται με το εργατικό κόστος έχουν αυξηθεί πάρα πολύ, γεγονός που μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Σε ορισμένες περιπτώσεις η ανάληψη απασχόλησης μπορεί να μην είναι ελκυστική, λόγω μηδαμινών διαφορών μεταξύ του καθαρού εισοδήματος και του επιπέδου των κοινωνικών παροχών. Συνεπώς, πρέπει να αποφευχθούν αυτού του είδους οι «παγίδες ανεργίας», χωρίς να τεθεί σε κίνδυνο η χρηματοδοτική κάλυψη των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης. Σχετικά με την ανωτέρω διαπίστωση, η ΕΟΚΕ συμφωνεί με τις συστάσεις της ομάδας υψηλού επιπέδου για το μέλλον της κοινωνικής πολιτικής στη διευρυμένη Ευρωπαϊκή Ένωση που προτείνει την επέκταση της χρηματοδοτικής βάσης για τα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης και, συνεπώς, τη δικαιότερη κατανομή της φορολογικής επιβάρυνσης σε όλους τους παραγωγικούς παράγοντες, με στόχο την απαλλαγή του παράγοντα εργασία από τις εκάστοτε επιβαρύνσεις (3).

    1.8

    Όσον αφορά την επικείμενη αναθεώρηση των κατευθυντηρίων γραμμών για την πολιτική απασχόλησης το 2008, η ΕΟΚΕ κρίνει ότι σε πολλούς από τους τομείς που εξετάστηκαν στην παρούσα γνωμοδότηση πρέπει να καθοριστούν περισσότερες προτεραιότητες και να ενισχυθεί η σαφήνεια των εφαρμοζόμενων πολιτικών.

    Κατ' αυτήν την έννοια η ΕΟΚΕ προτείνει τον καθορισμό πιο δεσμευτικών στόχων σε ευρωπαϊκό επίπεδο, προκειμένου να δημιουργηθεί για τα κράτη μέλη ένα διαφανές πλαίσιο με σαφείς υποχρεώσεις Η ΕΟΚΕ κρίνει ότι πρέπει να ενισχυθεί ο ρόλος της Επιτροπής σε ό,τι αφορά την παρακολούθηση της εφαρμογής της στρατηγικής για την απασχόληση στα κράτη μέλη.

    Η ΕΟΚΕ ζητεί περαιτέρω βελτιώσεις των στοχοθετήσεων, κυρίως όσον αφορά την απασχόληση των νέων και την καταπολέμηση της ανεργίας των νέων ατόμων (λόγου χάρη μείωση της προθεσμίας των έξι μηνών για την είσοδο στον ενεργό βίο νέων που αναζητούν εργασία ή θέση μαθητείας), την προώθηση της ισότητας, την υποστήριξη ατόμων με αναπηρίες και την ένταξη των μεταναστών·

    Με αυτόν τον τρόπο, η ΕΟΚΕ επιθυμεί στα εθνικά προγράμματα μεταρρυθμίσεων να τεθούν μελλοντικά πιο φιλόδοξοι στόχοι όσον αφορά την πολιτική απασχόλησης και να βελτιωθεί το επίπεδο ποιότητας σε ό,τι αφορά τα χρονοδιαγράμματα, την υπευθυνότητα, το δεσμευτικό χαρακτήρα των μέτρων και τη χρηματοδοτική βάση. Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΟΚΕ προτείνει να διερευνηθούν τρόποι για τη δέσμευση των απαραίτητων δημοσιονομικών πιστώσεων προκειμένου να χρηματοδοτηθούν μέτρα της ενεργούς πολιτικής για την αγορά εργασίας στα επιμέρους κράτη μέλη.

    Η ΕΟΚΕ θα εξετάσει λεπτομερώς σε ξεχωριστή γνωμοδότηση τις αναγκαίες προσαρμογές των κατευθυντηρίων γραμμών για την απασχόληση μετά το 2009.

    2.   Ιστορικό πλαίσιο

    2.1

    Στα συμπεράσματά της 23ης και 24ης Μαρτίου του 2006, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ζήτησε από την ΕΟΚΕ να εκπονήσει εν όψει της εαρινής συνόδου κορυφής του 2008 μια «συνοπτική έκθεση προς στήριξη της εταιρικής σχέσης για την ανάπτυξη και την απασχόληση» και, στο πλαίσιο αυτό, να εστιασθεί ειδικά στην προτεραιότητα για «αύξηση των ευκαιριών απασχόλησης για τις κατηγορίες προτεραιότητας». Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΟΚΕ υποβάλει την ακόλουθη γνωμοδότηση πρωτοβουλίας, στην οποία αξιοποιήθηκε η εμπειρογνωσία των Εθνικών Οικονομικών και Κοινωνικών Επιτροπών.

    2.2

    Η ΕΟΚΕ έχει υπογραμμίσει επανειλημμένα, ότι η ενδυνάμωση της ανταγωνιστικότητας και η βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη στο πλαίσιο της στρατηγικής της Λισσαβώνας δεν συνιστούν αυτοσκοπό, αλλά θα πρέπει επίσης να συμβάλουν στη μείωση των υψηλών ποσοστών ανεργίας στην ΕΕ, στην επιδίωξη της πλήρους απασχόλησης, στη διαμόρφωση μιας πιο σταθερής βάσης για τα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης και στην εξασφάλιση της προστασίας των πολιτών από τον κοινωνικό αποκλεισμό (4).

    2.3

    Στον τομέα της πολιτικής απασχόλησης, η στρατηγική της Λισσαβώνας οφείλει να δώσει κατά την έννοια αυτή νέα ώθηση στην ευρωπαϊκή στρατηγική για την απασχόληση και να συνεισφέρει, κατ' αυτόν τον τρόπο, στην αύξηση της απασχόλησης και στη βελτίωση της ποιότητας της εργασίας. Η στρατηγική της Λισσαβώνας δεν στοχεύει απλώς στην αύξηση αλλά και στην βελτίωση της ποιότητας της απασχόλησης. Οι επενδύσεις στο ανθρώπινο κεφάλαιο, την έρευνα, την τεχνολογία και την καινοτομία αποτέλεσαν ζητήματα προτεραιότητας, όπως και τα μέτρα στον τομέα της αγοράς εργασίας και των διαρθρωτικών πολιτικών (5).

    2.4

    Στην παρούσα γνωμοδότηση, η ΕΟΚΕ θα εστιάσει την ανάλυσή της στις τάσεις που διαγράφονται στην αγορά εργασίας και τις συστάσεις της στις ομάδες στόχους, για τις οποίες το Συμβούλιο κάλεσε επανειλημμένα τα κράτη μέλη να λάβουν ειδικά μέτρα για

    τη βελτίωση της κατάστασης των νέων στην αγορά εργασίας και τη σημαντική μείωση της ανεργίας των νέων·

    την εφαρμογή στρατηγικών ενεργούς γήρανσης, ώστε τα άτομα μεγαλύτερης ηλικίας να έχουν τη δυνατότητα μεγαλύτερης παραμονής στον επαγγελματικό βίο·

    την αποφασιστική προώθηση της γυναικείας απασχόλησης και μέριμνα για την καλύτερη συμφιλίωση επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής, τόσο για τις γυναίκες όσο και για τους άντρες·

    την καλύτερη ενσωμάτωση των ατόμων με αναπηρίες και την προώθηση της μακροπρόθεσμης παραμονής τους στην αγορά εργασίας·

    την αύξηση της απασχόλησης των μεταναστών και των εθνοτικών μειονοτήτων και την ενίσχυση των ευκαιριών τους στην αγορά εργασίας.

    2.5

    Η ΕΟΚΕ θα προτείνει μια δέσμη προληπτικών και ενεργών μέτρων (επαν-)ένταξης για καθεμιά από τις ανωτέρω ομάδες στόχους, οι οποίες θα πρέπει να συνυπολογιστούν σε μεγαλύτερο βαθμό στο πλαίσιο της πολιτικής για την αγορά εργασίας και την πολιτική απασχόλησης των κρατών μελών. Επίσης οι κοινωνικά αποκλεισμένες ομάδες, οι οποίες συχνά αποκλείονται από την αγορά εργασίας, πρέπει να αποτελέσουν ξεχωριστό ζήτημα. Με βάση τα παραπάνω, στο παρόν έγγραφο θα διατυπωθούν πολιτικές συστάσεις, μεταξύ άλλων, εν όψει της επικείμενης αναθεώρησης των κατευθυντηρίων γραμμών για την πολιτική απασχόλησης, η οποία αναμένεται να πραγματοποιηθεί πριν από την εαρινή σύνοδο κορυφής του 2008.

    3.   Ποσοστά απασχόλησης, ανεργία και απασχόληση — η τρέχουσα κατάσταση (6)

    3.1

    Για πρώτη φορά από το 2001, το 2005 και το 2006, η απασχόληση αυξήθηκε στην ΕΕ ενώ το ποσοστό των ανέργων σημείωσε αξιόλογη μείωση (από 9,0 % το 2004 σε 7,9 % το 2006). Με μια αύξηση της τάξης του 0,6 %, η δυναμική του ποσοστού απασχόλησης των γυναικών αντιτίθεται σε μεγαλύτερο βαθμό απ' ότι το αντίστοιχο ποσοστό των αντρών στη στασιμότητα των προηγούμενων ετών. Αυτή η θετική τάση συνεχίστηκε και το 2007 (7).

    3.2

    Παρόλα αυτά πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη τα εξής:

    Η πρόοδος που σημειώνεται όσον αφορά τους ενδιάμεσους στόχους της Λισσαβώνας και της Στοκχόλμης είναι αργή και οι εν λόγω στόχοι δεν υλοποιήθηκαν το 2005, ούτε σε ό,τι αφορά το συνολικό ποσοστό απασχόλησης, 67 % (2005: 63,8 %), ούτε όσον αφορά το ποσοστό της γυναικείας απασχόλησης 57 % (2005: 56,3 %). Καθίσταται όλο και πιο σαφές ότι οι στόχοι που τέθηκαν για το 2010 δεν θα μπορέσουν να υλοποιηθούν σε πλήθος κρατών μελών, αλλά ούτε και στην Κοινότητα ως σύνολο·

    Μολονότι οι θέσεις πλήρους απασχόλησης εξακολουθούν να επικρατούν σε ολόκληρη την ΕΕ, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι η αύξηση που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια — ιδιαίτερα στις γυναίκες — προέρχεται σε μεγάλο βαθμό από την αύξηση της μερικής απασχόλησης (οι βελτιώσεις σε ισοδύναμα πλήρους απασχόλησης είναι σαφώς χαμηλότερες και μάλιστα σε ορισμένα κράτη μέλη παρουσιάζουν καθοδική πορεία).

    Ωστόσο, η πιο αξιόλογη αύξηση των ποσοστών απασχόλησης κατά τα τελευταία έτη καταγράφεται στον τομέα των ηλικιωμένων εργαζομένων. Παρόλα αυτά, το ποσοστό απασχόλησης των ηλικιωμένων εργαζομένων βρίσκεται πολύ χαμηλότερα από το επίπεδο-στόχο (το ποσοστό απασχόλησης για την ηλικιακή ομάδα 55-64 ήταν κατά μέσο όρο μόλις 42,5 % για το 2005). 9 μόνον κράτη μέλη της ΕΕ πέτυχαν το στόχο του 50 % (σημαντική διαφορά μεταξύ γυναικών και αντρών: για τους άντρες ο στόχος επετεύχθη σε 17 χώρες, ενώ για τις γυναίκες σε 4 μόνον χώρες: στις Σκανδιναβικές χώρες και στην Εσθονία).

    Το ποσοστό ανεργίας των νέων το 2005 ανήλθε σε 18,5 % κατά μέσο όρο στην Ευρώπη των 27, δηλαδή περίπου στο διπλάσιο του μέσου όρου της συνολικής ανεργίας.

    Παρά τις γενικές βελτιώσεις στα περισσότερα κράτη μέλη, ειδικά σε εκείνα που παρουσίαζαν υψηλά ποσοστά ανεργίας, η ανεργία παρέμεινε στο σύνολο της ΕΕ σε υψηλά επίπεδα, φθάνοντας σχεδόν το 8 %, ενώ σε ορισμένες χώρες μάλιστα αυξήθηκε.

    Εξακολουθούν να υφίστανται σημαντικές περιφερειακές διαφορές στα ποσοστά απασχόλησης σε ορισμένα κράτη μέλη (ειδικά εάν ληφθούν υπόψη τα ισοδύναμα πλήρους απασχόλησης). Στην ΕΕ-27 ο αριθμός των ατόμων που ζουν σήμερα σε περιφέρειες με ποσοστό ανεργίας υψηλότερο του 15 % αυξήθηκε σημαντικά μετά τη διεύρυνση.

    Για τις κοινωνικά αποκλεισμένες ομάδες η κατάσταση στην αγορά εργασίας εξακολουθεί να είναι εξαιρετικά προβληματική.

    Παρά τις προαναφερόμενες εξελίξεις στην αγορά εργασίας, οι οποίες συνιστούν κάποια πρόοδο, υπολείπεται ακόμη πολύ δρόμος για την επίτευξη των φιλόδοξων στόχων της Λισσαβώνας για την απασχόληση.

    3.3

    Πολύ περισσότερο διότι οι εξελίξεις στο χώρο της απασχόλησης παρουσιάζουν τα ακόλουθα χαρακτηριστικά γνωρίσματα και τις εξής τάσεις -παράμετροι που εν μέρει διαφοροποιούνται σε μεγάλο βαθμό μεταξύ των επιμέρους χωρών και τομέων:

    Οι ευκαιρίες ένταξης στην αγορά εργασίας δεν βελτιώθηκαν σημαντικά για τις μειονεκτούσες ομάδες (αυτό διαπιστώνεται βάσει της σταθερά υψηλής μακροχρόνιας ανεργίας καθώς και εξαιτίας των συγκριτικά υψηλών ποσοστών ανεργίας, ειδικά των νέων και των εργαζομένων με χαμηλό επίπεδο ειδίκευσης, καθώς και των χαμηλών ποσοστών απασχόλησης κυρίως των ηλικιωμένων εργαζομένων)·

    Μολονότι οι μόνιμες συμβάσεις εργασίας εξακολουθούν να αποτελούν στην ΕΕ την επικρατούσα μορφή απασχόλησης, τα σχετικά στοιχεία καταδεικνύουν σημαντική αύξηση των άτυπων (μη τυποποιημένων) μορφών απασχόλησης, ορισμένες από τις οποίες είναι επισφαλείς από νομική και κοινωνική άποψη. Συνολικά αυξάνεται το ποσοστό των συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου, κατάσταση που αντιμετωπίζουν κατά δυσανάλογο τρόπο οι γυναίκες και οι νέοι. Σημαντικές ανοδικές τάσεις παρουσιάζονται και όσον αφορά τις συμβάσεις έργου, την προσωρινή εργασία, την ψευδώς δηλωμένη αυτοαπασχόληση (8), καθώς και τις θέσεις απασχόλησης χαμηλών αποδοχών που εξασφαλίζουν περιορισμένες κοινωνικές παροχές, μολονότι η κατάσταση διαφέρει σημαντικά από το ένα κράτος μέλος στο άλλο. Συνολικά η αβεβαιότητα αυξάνεται, ειδικά στις μειονεκτούσες ομάδες. Αυτές οι μορφές απασχόλησης μπορούν να λειτουργήσουν ως «γέφυρα» για τη μετάβαση στην κανονική απασχόληση μόνον όταν συνιστούν ελεύθερη επιλογή και παρέχουν επαρκή ασφάλεια·

    Σε πολλά κράτη μέλη αυξήθηκαν οι αβεβαιότητες όσον αφορά την εργασία, κυρίως, για τα άτομα με χαμηλή ειδίκευση και προπάντων για τους μαθητές που εγκαταλείπουν πρόωρα το σχολείο και τα άτομα που δεν διαθέτουν επαγγελματική κατάρτιση. Εξαιτίας της έλλειψης ισορροπίας μεταξύ ζητούμενων και προσφερόμενων επαγγελματικών προσόντων, καθίσταται ιδιαίτερα δύσκολη η είσοδος στην αγορά εργασίας και η επιστροφή στον ενεργό βίο μετά από μια περίοδο ανεργίας·

    Οι άνθρωποι με υποχρεώσεις φροντίδας τρίτων ατόμων εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν σημαντικές δυσκολίες στην εύρεση μιας σταθερής, ικανοποιητικής θέσης εργασίας·

    Τα άτομα με αναπηρίες εξακολουθούν να ανήκουν σε μεγάλο βαθμό στην ομάδα των αποκλεισμένων από την αγορά εργασίας. Σύμφωνα με πρόσφατα δεδομένα για την Ευρώπη, το 40 % μόνον των ατόμων με αναπηρίες εργάζεται. Ακόμη πιο ανησυχητικά είναι τα αριθμητικά στοιχεία όσον αφορά τα άτομα με βαριές αναπηρίες·

    Εκτός αυτού, υπάρχει ένας υψηλός αριθμός ατόμων η περιθωριοποίηση των οποίων οφείλεται σε εθισμούς, υπερχρέωση ή έλλειψη στέγης και για την ένταξή τους στην αγορά εργασίας πρέπει να ληφθούν ειδικά κοινωνικά μέτρα·

    Για τους μετανάστες και τα άτομα με μεταναστευτικό υπόβαθρο οι συνθήκες εργασίας και οι ευκαιρίες στην αγορά εργασίας είναι, στην πλειοψηφία των κρατών μελών, πιο επισφαλείς απ' ότι για τον υπόλοιπο πληθυσμό. Στο πλαίσιο αυτό, ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στην πληθυσμό των Ρομ, οι οποίοι αποτελούν πλέον, μετά την τελευταία διεύρυνση (προσχώρηση της Ρουμανίας και της Βουλγαρίας) την μεγαλύτερη μειονότητα της Ευρώπης, διότι η κατάστασή τους όσον αφορά την αγορά εργασίας (τα ποσοστά ανεργίας φθάνουν σε ορισμένες περιοχές το 70-90 %) συνιστά για ποικίλους λόγους ένα ανησυχητικό φαινόμενο. Η ΕΟΚΕ θα διατυπώσει τη θέση της σχετικά με το εν λόγω θέμα σε μια ξεχωριστή γνωμοδότηση πρωτοβουλίας).

    3.4

    Η αύξηση της παραοικονομίας, χαρακτηριστικά της οποίας είναι οι επισφαλείς συνθήκες απασχόλησης και, συχνά, οι χαμηλές αποδοχές, εγκυμονεί τον κίνδυνο της μακροπρόθεσμης απαξίωσης των επαγγελματικών δεξιοτήτων για τις ομάδες που δεν κατορθώνουν να ενταχθούν στην κανονική αγορά εργασίας. Αυτή η τάση (η οποία είναι δύσκολο να ποσοτικοποιηθεί) δεν συνεπάγεται σημαντική αβεβαιότητα μόνον για όσους πλήττονται από αυτήν, αλλά οδηγεί και σε απώλεια φορολογικών εσόδων, ενώ θέτει σε κίνδυνο και την βιωσιμότητα του παραγωγικού δυναμικού στην ΕΕ.

    4.   Πλαίσιο για την ανάπτυξη και για περισσότερες και καλύτερες θέσεις απασχόλησης

    4.1

    Εδώ και χρόνια η άποψη που κυριαρχεί στις ευρωπαϊκές πολιτικές συστάσεις είναι ότι τα διαρθρωτικά προβλήματα της αγοράς εργασίας ευθύνονται για τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η αγορά εργασίας. Σε πολλές χώρες της ΕΕ η πολιτική απασχόλησης εστιάζεται μονομερώς στην κατάργηση των γενικών προτύπων όσον αφορά την εργατική νομοθεσία, στις αυστηρότερες προϋποθέσεις επιλεξιμότητας, στην όξυνση των περικοπών των κοινωνικών παροχών, καθώς και στην αύξηση της ευελιξίας όσον αφορά τις συνθήκες απασχόλησης.

    4.2

    Αντιθέτως, μέτρα της ενεργούς πολιτικής για την αγορά εργασίας, όπως, παραδείγματος χάρη, η προώθηση της απασχολησιμότητας, η κατάργηση των ελλείψεων όσον αφορά τις δεξιότητες και η εφαρμογή προγραμμάτων που επικεντρώνονται στην ένταξη μειονεκτουσών ομάδων στην αγορά εργασίας δεν εφαρμόστηκαν επαρκώς σε πολλές χώρες, παρόλο που ορισμένες χώρες αύξησαν τις δαπάνες στο συγκεκριμένο τομέα από το 1995. Στις περισσότερες χώρες (για τις οποίες διαθέτουμε στοιχεία) το μερίδιο των ενεργών δαπανών στις συνολικές δαπάνες για την πολιτική στον τομέα της αγοράς εργασίας («παθητική» και «ενεργός» συνδρομή) σημείωσε μάλιστα μείωση τα τελευταία χρόνια. Συνεπώς, είναι εξαιρετικά σημαντικό να διασφαλιστεί ότι οι χρηματοδοτικοί πόροι που διατίθενται για δραστήρια μέτρα πολιτικής για την αγορά εργασίας ανταποκρίνονται στις αντίστοιχες προκλήσεις ενώ, ταυτόχρονα, πρέπει να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα των μέτρων για την αγορά εργασίας και να διασφαλιστεί η εστίασή τους στις εκάστοτε ομάδες στόχους.

    4.3

    Αναφορικά με αυτό, η ΕΟΚΕ έχει ήδη υπογραμμίσει επανειλημμένα ότι τα μέτρα για την πολιτική απασχόλησης και οι διαθρωτικές μεταρρυθμίσεις μπορούν να υλοποιηθούν με επιτυχία μόνον μέσα σε ένα ευνοϊκό μακροοικονομικό περιβάλλον, το οποίο να είναι προσανατολισμένο στην αντιμετώπιση της μακροχρόνιας συγκυριακής οικονομικής ύφεσης και στην ενδυνάμωση της ανάπτυξης (9). Για το σκοπό αυτό απαιτείται τόσο σε εθνικό όσο και σε επίπεδο Ένωσης η χάραξη μιας προσανατολισμένης προς την ανάπτυξη οικονομικής πολιτικής, με τήρηση των νομισματικών, φορολογικών και οικονομικοπολιτικών προϋποθέσεων:

    Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα πρέπει, κυρίως στο πλαίσιο της πολιτικής επιτοκίων που εφαρμόζει σύμφωνα με τα όσα ορίζονται στη Συνθήκη, να συμβάλλει στην οικονομική μεγέθυνση και στην αύξηση της απασχόλησης, καθώς και στην επίτευξη σταθερότητας των τιμών. Βασική προϋπόθεση για την υψηλή αύξηση της απασχόλησης είναι η διαρκής οικονομική ανάπτυξη πέρα από την μεσοπρόθεσμη αύξηση της παραγωγικότητας.

    Ως εκ τούτου, πρέπει να αξιοποιηθούν τα διευρυμένα περιθώρια ελιγμών στο πλαίσιο του αναθεωρημένου συμφώνου σταθερότητας και ανάπτυξης, προκειμένου τα κράτη μέλη της ΕΕ να έχουν τη δυνατότητα χάραξης αντικυκλικών πολιτικών και επαρκή φορολογικά περιθώρια ελευθερίας για την εφαρμογή κοινωνικά αποδεκτών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, καθώς και την εξασφάλιση ενός ικανοποιητικού επιπέδου δημόσιων επενδύσεων.

    Οι στόχοι της Λισσαβώνας καθορίζουν την κατεύθυνση προς την οποία πρέπει να προσανατολιστούν οι επενδύσεις: ανάπτυξη της υποδομής επικοινωνιών και μεταφορών, προστασία του κλίματος, πρωτοβουλίες στον τομέα της έρευνας και ανάπτυξης, συνολική παιδική μέριμνα, προώθηση της κατάρτισης και της επιμόρφωσης, ενεργός πολιτική για την αγορά εργασίας και ποιότητα των θέσεων εργασίας. Στο πλαίσιο αυτό, τα εθνικά προγράμματα μεταρρυθμίσεων θα πρέπει να σχεδιαστούν κατά τρόπο ώστε να δημιουργηθεί ένα πανευρωπαϊκό πρόγραμμα ενίσχυσης του δυναμισμού της οικονομίας στο οποίο θα συμμετέχουν όλοι οι ενδιαφερόμενοι φορείς σε εθνικό επίπεδο και σε επίπεδο ΕΕ.

    5.   Αποτελεσματική καταπολέμηση της ανεργίας των νέων

    5.1

    Η ανεργία των νέων εξακολουθεί να αποτελεί ένα από τα φλέγοντα θέματα της πολιτικής απασχόλησης στην ΕΕ. Σε όλες τις χώρες της ΕΕ τα επίπεδά της βρίσκονται πάνω από το συνολικό ποσοστό ανεργίας και, στην πλειοψηφία των χωρών της ΕΕ, είναι διπλάσια από το αντίστοιχο ποσοστό του συνολικού πληθυσμού. Σε ορισμένες χώρες της ΕΕ-15, καθώς και σε πολλά νέα κράτη μέλη η κατάσταση είναι ακόμη πιο προβληματική. Σε πολλά κράτη μέλη η ανασφάλεια της απασχόλησης αυξήθηκε ακόμη και στα επαγγέλματα υψηλής ειδίκευσης.

    5.2

    Η είσοδος στην αγορά εργασίας πραγματοποιείται όλο και συχνότερα μέσω εναλλακτικών μορφών απασχόλησης, οι οποίες χαρακτηρίζονται από πολύ πιο επισφαλείς συνθήκες εργασίας και αβέβαιες κοινωνικές παροχές. Τα όρια μεταξύ της επίσημης απασχόλησης και της αδήλωτης εργασίας καθίστανται όλο και πιο δυσδιάκριτα. Για ορισμένες ομάδες νέων, όπως παραδείγματος χάρη τα άτομα με χαμηλή ειδίκευση, οι νέοι με μεταναστευτικό υπόβαθρο ή όσοι προέρχονται από μειονεκτούντα στρώματα του πληθυσμού, η μετάβαση στη νόμιμη απασχόληση καθίσταται όλο και πιο δύσκολη. Ο κίνδυνος εγκλωβισμού στο περιθώριο του ενεργού πληθυσμού αυξάνεται σημαντικά, ειδικά στις περιπτώσεις όπου υπάρχει συνδυασμός των προαναφερόμενων παραμέτρων.

    5.3

    Στην προκειμένη περίπτωση στόχο δεν αποτελεί να διασφαλιστούν για όλους τους νέους μελλοντικές προοπτικές ασφαλούς απασχόλησης. Αυτό το ζήτημα συμπεριλαμβάνει επίσης δημογραφικές πτυχές: Η οικονομική κατάσταση των νέων επηρεάζει καθοριστικά την προθυμία τους για δημιουργία οικογένειας. Κατά αυτήν την έννοια επικροτείται το αίτημα που διατυπώνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην εαρινή έκθεσή της σχετικά με την ενίσχυση των ενεργών μέτρων πολιτικής για την απασχόληση, παράλληλα με την περαιτέρω βελτίωση των δεξιοτήτων καθώς και την άμεση παροχή στήριξης σε νέους που αναζητούν εργασία και την επίλυση των διαρθρωτικών προβλημάτων που ανακύπτουν κατά τη μετάβαση από την κατάρτιση στην απασχόληση.

    5.4

    Αναφορικά με αυτό ως θετικά παραδείγματα κρίνονται τα πρότυπα βέλτιστης πρακτικής που εφαρμόζονται σε ορισμένα κράτη μέλη (Γερμανία, Αυστρία, εν μέρει στις Κάτω Χώρες) και τα οποία αφορούν το συνδυασμό συστημάτων κατάρτισης, που είναι προσανατολισμένα στις πρακτικές πτυχές του επαγγελματικού βίου και στις ανάγκες των επιχειρήσεων, και σχολικής επαγγελματικής εκπαίδευσης. Πλήθος μελετών αναδεικνύουν την ποιότητα της λεγόμενης «εναλλασσόμενης επαγγελματικής κατάρτισης», η οποία διευκολύνει σημαντικά τη μετάβαση από το σχολείο στον επαγγελματικό βίο και συμβάλλει στη μείωση της διαφοράς μεταξύ του ποσοστού ανεργίας των νέων και του συνολικού ποσοστού ανεργίας.

    5.5

    Κρίνεται σκόπιμο να ληφθούν ενεργά και προορατικά μέτρα στον τομέα της κατάρτισης και της επιμόρφωσης με στόχο να ενισχυθούν οι ευκαιρίες απασχόλησης των νέων (10):

    Διασφάλιση υψηλής ποιότητας επαγγελματικών δεξιοτήτων από την αρχική κατάρτιση έως την επαγγελματική κατάρτιση και την επιμόρφωση με στόχο την όσο το δυνατόν ομαλότερη ένταξη και παραμονή στην αγορά εργασίας· στο πλαίσιο αυτό, πέρα από τους δημόσιους φορείς, σημαντικό ρόλο οφείλει να διαδραματίσει και ο ιδιωτικός τομέας·

    Έγκαιρη παροχή ενεργούς στήριξης σε νέους που αναζητούν θέσεις μαθητείας ή εργασίας (όπου κρίνεται σκόπιμο ήδη μετά από 4 μήνες), εφαρμογή ειδικών θεματικών προγραμμάτων καθώς και παροχή εξατομικευμένης υποστήριξης και επαγγελματικής καθοδήγησης με στόχο την ένταξη ευπαθών ομάδων, όπως, λόγου χάρη, οι μακροχρόνια άνεργοι νέοι, οι νέοι που εγκαταλείπουν πρόωρα το σχολείο, ή την επαγγελματική εκπαίδευση, μεταξύ άλλων, μέσω προγραμμάτων απασχόλησης γενικού συμφέροντος και μέσω της προαγωγής της κατάρτισης·

    Ανάπτυξη συνολικών, προσβάσιμων δυνατοτήτων επαγγελματικού προσανατολισμού και πληροφόρησης για νέους, γυναίκες και άντρες, σε όλα τα επίπεδα κατάρτισης· Αντίστοιχη βελτίωση της ποιότητας και του ανθρώπινων πόρων των κέντρων προώθησης απασχόλησης·

    Εξάλειψη των υφιστάμενων ανισοτήτων μεταξύ των προσφερόμενων και των ζητούμενων στην αγορά εργασίας επαγγελματικών προσόντων· Αύξηση της αποδοτικότητας των συστημάτων πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης (μεταξύ άλλων μείωση του ποσοστού των μαθητών που εγκαταλείπουν πρόωρα το σχολείο, καταπολέμηση του αναλφαβητισμού), καθώς και ενίσχυση των δυνατοτήτων μετάβασης από την αρχική εκπαίδευση στην περαιτέρω επαγγελματική κατάρτιση· Κατάργηση του διαχωρισμού βάσει φύλου στον επαγγελματικό προσανατολισμό·

    Εφαρμογή μέτρων που διασφαλίζουν ότι η απασχόληση ορισμένου χρόνου και οι θέσεις εργασίας που παρέχουν μειωμένη κοινωνική προστασία συνιστούν προσωρινό φαινόμενο για τους νέους.

    6.   Βελτίωση των προοπτικών ένταξης για τους μετανάστες

    6.1

    Στις περισσότερες χώρες της ΕΕ δεν έχει μεταβληθεί σημαντικά η κατάσταση όσον αφορά τις διακρίσεις εις βάρος των μεταναστών και των μελών των οικογενειών τους στην αγορά εργασίας. Οι μετανάστες εξακολουθούν να υπερεκπροσωπούνται σε χαμηλά αμειβόμενους κλάδους όπου επικρατούν οι χειρότερες συνθήκες εργασίας, αντιμετωπίζουν πολύ υψηλότερο κίνδυνο να μείνουν άνεργοι και, σε πολλές περιπτώσεις, εγκλωβίζονται σε θέσεις εργασίας που συνεπάγονται σημαντικούς κινδύνους για την υγεία και χαρακτηρίζονται από αβεβαιότητα, έλλειψη ασφάλειας στην εργασία και, σε ορισμένες χώρες, από λιγότερη προστασία μέσω των συλλογικών συμβάσεων.

    6.2

    Ιδιαίτερα ανησυχητική είναι η «μεταβίβαση» αυτής της επισφαλούς θέσης στην αγορά εργασίας από την πρώτη γενιά μεταναστών στην επόμενη λόγω μαζικών μειονεκτημάτων όσον αφορά τη σχολική εκπαίδευση. Στα περισσότερα κράτη μέλη οι νέοι με μεταναστευτικό υπόβαθρο συγκαταλέγονται μεταξύ των ομάδων με τα υψηλότερα επίπεδα εργασιακής αβεβαιότητας και τους υψηλότερους κινδύνους να βρεθούν στο περιθώριο της νόμιμης αγοράς εργασίας.

    6.3

    Η ΕΟΚΕ έχει υπογραμμίσει επανειλημμένα ότι κρίνει αναγκαία την εργατική μετανάστευση, ειδικά λαμβανομένης υπόψη της δημογραφικής εξέλιξης στην ΕΕ, και έχει καταδείξει θετικά παραδείγματα σε διάφορα κράτη μέλη, όπως στην Ισπανία και στην Ιρλανδία. Αυτό πρέπει ωστόσο πάντοτε να συνδυάζεται με τις προοπτικές μιας πολιτικής για την ένταξη στα κράτη μέλη, κυρίως όσον αφορά την απασχόληση (11). Η κατάσταση σε ό,τι αφορά τη μετανάστευση διαφέρει σημαντικά από το ένα κράτος μέλος στο άλλο, εξίσου όπως τα εφαρμοζόμενα μέτρα πολιτικής για την ένταξη, μεταξύ άλλων, όσον αφορά την πολιτική για την αγορά εργασίας και την εκπαιδευτική πολιτική. Τα κράτη μέλη πρέπει να δώσουν ξεχωριστή προσοχή στην κατάσταση των αιτούντων άσυλο, οι οποίοι συχνά αντιμετωπίζουν ιδιαίτερα μειονεκτήματα.

    6.4

    Προτεραιότητες για την καλύτερη ένταξη των μεταναστών:

    Ιδιαίτερη βαρύτητα πρέπει να δοθεί στην εξατομικευμένη (προ)σχολική υποστήριξη και την έγκαιρη επένδυση στην γλωσσική και επαγγελματική κατάρτιση, στην πρόληψη μειονεκτημάτων που ενδέχεται να προκύψουν κατά την είσοδο στην αγορά εργασίας (κυρίως μέσω της όσο το δυνατόν πιο έγκαιρης εξάλειψης των γλωσσικών φραγμών), καθώς και στη διευκόλυνση της αναγνώρισης των αλλοδαπών τίτλων σπουδών των μεταναστών·

    Ενσωμάτωση των θεμάτων ένταξης των μεταναστών στο σύνολο της κοινωνικής πολιτικής και της πολιτικής για την αγορά εργασίας (μεταξύ άλλων ενίσχυση των διαπολιτισμικών δεξιοτήτων στις διοικητικές υπηρεσίες και στα κέντρα προώθησης απασχόλησης, καθώς και παροχή στήριξης σε επιχειρήσεις, ιδίως σε ΜΜΕ)· Δέουσα ευρωπαϊκή και εθνική χρηματοδότηση δράσεων που προάγουν την ένταξη·

    Εξάλειψη θεσμικών εμποδίων και κατάργηση των διακρίσεων όσον αφορά την πρόσβαση στην αγορά εργασίας στα κράτη μέλη (π.χ. μείωση του χρόνου αναμονής για την έκδοση άδειας εργασίας — ειδικά για τους αιτούντες άσυλο (12)) καθώς και πρόληψη του μισθολογικού ντάμπινγκ και ταυτόχρονη ενδυνάμωση των προοπτικών ένταξης ως στοιχείου της ευρωπαϊκής μεταναστευτικής πολιτικής (πρέπει να διασφαλιστεί ότι η μεταναστευτική πολιτική δεν εγείρει εμπόδια για την ένταξη, μέσω της ενθάρρυνσης της προσωρινής μετανάστευσης, η οποία είναι συνυφασμένη με επισφαλείς μορφές απασχόλησης και περιθωριοποίηση)·

    Βελτίωση των διαθέσιμων στοιχείων όσον αφορά τη σχέση μεταξύ μεταναστευτικού υπόβαθρου και διαχωρισμών, καθώς και εισαγωγής διακρίσεων στην αγορά εργασίας (13)·

    Λήψη προληπτικών μέτρων και επιβολή κυρώσεων καθώς και δημιουργία εταιρικών σχέσεων μεταξύ των κοινωνικών εταίρων και των δημόσιων αρχών σε εθνικό επίπεδο προκειμένου να καταπολεμηθεί η αδήλωτη εργασία και να αποφευχθεί το κοινωνικό ντάμπινγκ και οι στρεβλώσεις του ανταγωνισμού, ιδίως σε ό,τι αφορά τις διασυνοριακές μετακινήσεις εργαζομένων.

    7.   Αξιοποίηση ευκαιριών για την απασχόληση των ηλικιωμένων εργαζομένων

    7.1

    Η ουσιαστική απάντηση στη δημογραφική πρόκληση δεν μπορεί να είναι άλλη από μια στοχευμένη αναπτυξιακή πολιτική και την ενίσχυση της απασχόλησης. Το απαραίτητο εργατικό δυναμικό υπάρχει. Παρόλα αυτά το δυναμικό απασχόλησης των ηλικιωμένων εργαζομένων (άνω των 55 ετών) παραμένει σε μεγάλο βαθμό αναξιοποίητο σε ολόκληρη την ΕΕ.

    7.2

    Ο κίνδυνος της μακροχρόνιας ανεργίας αυξάνεται ραγδαία με την ηλικία. Στην ΕΕ-25 ο μέσος όρος των μακροχρόνια άνεργων ηλικιωμένων ατόμων (50-64 ετών) ξεπερνά το 60 %. Με δεδομένη αυτήν την κατάσταση, πρέπει να διασφαλιστεί ότι οι ηλικιωμένοι εργαζόμενοι αφενός έχουν πραγματικά την πιθανότητα να βρουν μια θέση εργασίας και, αφετέρου, την προοπτική να την διατηρήσουν μακροπρόθεσμα.

    7.3

    Κύριες αιτίες της πρόωρης αποχώρησης από τον ενεργό βίο είναι τα προβλήματα υγείας που προκύπτουν λόγω επιβαρυντικών συνθηκών εργασίας, η υψηλή ένταση εργασίας, οι πρόωρες απολύσεις ηλικιωμένων εργαζομένων, η έλλειψη επιμόρφωσης, καθώς και η έλλειψη δυνατοτήτων (επαν)απασχόλησης. Οι προσπάθειες για αύξηση των ποσοστών απασχόλησης των ατόμων μεγαλύτερης ηλικίας κατ' αρχάς μέσω επεμβάσεων στα συστήματα συνταξιοδότησης, οι οποίες τελικά οδηγούν σε λιγότερο ευνοϊκές προϋποθέσεις πρόσβασης και αξιώσεις όσον αφορά τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα, δεν συνιστούν την κατάλληλη λύση στο πρόβλημα.

    7.4

    Μόνον μια συνειδητή πολιτική «ενεργούς γήρανσης», η οποία να συμπεριλαμβάνει ολοκληρωμένες δυνατότητες συμμετοχής σε δράσεις επιμόρφωσης και διά βίου μάθησης, μπορεί να συμβάλλει καθοριστικά στη σταθερή αύξηση του ποσοστού απασχόλησης των ηλικιωμένων ατόμων. Επιτυχημένα πρότυπα που εφαρμόστηκαν στις βόρειες χώρες (ειδικά η ολοκληρωμένη δέσμη μέτρων στο πλαίσιο του εθνικού προγράμματος δράσης για τους ηλικιωμένους στη Φινλανδία) καταδεικνύουν έναν κοινωνικά αποδεκτό τρόπο με τον οποίον μπορεί να δημιουργηθεί, με τη συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων, μια εύρυθμη αγορά εργασίας για τα άτομα μεγαλύτερης ηλικίας, η οποία να διέπεται από υψηλή σταθερότητα απασχόλησης, καθώς και σημαντικό βαθμό απασχολησιμότητας και οικονομικής δραστηριότητας των ηλικιωμένων.

    7.5

    Βασικές πτυχές ενός συστηματικού αναπροσανατολισμού προς μια ευνοϊκή για τους ηλικιωμένους εργαζομένους αγορά εργασίας είναι οι εξής (14):

    ολοκληρωμένη συμβουλευτική υποστήριξη των αναζητούντων εργασία καθώς και ενεργή μεσολάβηση για την εύρεση εργασίας (μεταξύ άλλων χρηματοδοτούμενη απασχόληση, παροχή επιδομάτων για την ένταξη στην αγορά εργασίας, κοινωνικά προγράμματα γενικού συμφέροντος) και, όπου κρίνεται απαραίτητο, μέτρα επαναπροσαρμογής με στόχο τη μακροπρόθεσμη επανένταξη στον ενεργό βίο· δέουσα χρηματοδότηση μιας ενεργούς πολιτικής για την αγορά εργασίας, προκειμένου να καταστεί δυνατός ο μακροπρόθεσμος προγραμματισμός για τα κέντρα προώθησης απασχόλησης·

    παροχή κοινωνικά αποδεκτών κινήτρων για την παράταση του ενεργού βίου καθώς και ανάπτυξη ελκυστικών προτύπων, όπου αυτό είναι δυνατό ή επιθυμητό, για την ομαλή μετάβαση από την επαγγελματική ζωή στη συνταξιοδότηση στο πλαίσιο των δημόσιων συνταξιοδοτικών συστημάτων (μεταξύ άλλων περαιτέρω ανάπτυξη της μερικής απασχόλησης για τους ηλικιωμένους εργαζομένους)·

    μέτρα τα οποία εξασφαλίζουν στους εργαζομένους τη σωματική και ψυχική ικανότητα να παρατείνουν την παραμονή τους στον ενεργό βίο, πρωτίστως, μείωση των πιέσεων για επιδόσεις στις επιχειρήσεις και προσαρμογή των εργασιακών συνθηκών στο προφίλ των ηλικιωμένων ατόμων (μεταξύ άλλων παροχή κινήτρων για την ενίσχυση της προστασίας της υγείας στο χώρο εργασίας, συνολικά προγράμματα για την προώθηση της υγείας και την προληπτική ιατρική, καθώς και την προστασία των εργαζομένων στις επιχειρήσεις)·

    ενθάρρυνση των ατόμων μεγαλύτερης ηλικίας να συμμετέχουν σε δράσεις επιμόρφωσης (πρωτοβουλία ανάπτυξης δεξιοτήτων 40+, κίνητρα για την ενίσχυση της συμμετοχής σε προγράμματα ενδοεπιχειρησιακής κατάρτισης κυρίως των ατόμων με χαμηλή ειδίκευση)·

    δράσεις ευαισθητοποίησης προς όφελος των ηλικιωμένων εργαζομένων (αναγνώριση της αξίας της πείρας των εργαζομένων μεγαλύτερης ηλικίας και μεταφορά δεξιοτήτων που αποκτήθηκαν στον ενεργό βίο σε νεότερους εργαζομένους) καθώς και παροχή συμβουλών και στήριξης σε επιχειρήσεις, κυρίως σε ΜΜΕ, όσον αφορά τον προγραμματισμό των προσλήψεων προσωπικού και την ανάπτυξη ευνοϊκών για τους ηλικιωμένους εργαζομένους μορφών οργάνωσης της εργασίας.

    8.   Βελτιώσεις στην απασχόληση των γυναικών

    8.1

    Μολονότι τα τελευταία 30 χρόνια έχει σαφώς ενισχυθεί το επίπεδο των τυπικών προσόντων των γυναικών, εξακολουθούν να υπάρχουν εκτεταμένες ανισότητες μεταξύ αντρών και γυναικών όσον αφορά τις ευκαιρίες στην αγορά εργασίας. Οι γυναίκες εξακολουθούν σε μεγάλο βαθμό να απασχολούνται στους παραδοσιακούς κλάδους παροχής υπηρεσιών, καθώς και στους τομείς της βιομηχανίας όπου το ποσοστό της γυναικείας απασχόλησης είναι παραδοσιακά υψηλό. Σε ό,τι αφορά την επαγγελματική σταδιοδρομία, οι γυναίκες έχουν πολύ λιγότερες ευκαιρίες να αξιοποιήσουν τους τίτλους σπουδών τους. Η συμφιλίωση επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής εξακολουθεί να είναι ασύγκριτα δυσκολότερη για τις γυναίκες απ' ότι για τους άντρες.

    8.2

    Το ποσοστό μερικής απασχόλησης είναι πολύ υψηλότερο σε όλες τις ηλικιακές ομάδες των γυναικών έναντι των αντρών. Η αύξηση της μερικής απασχόλησης, η οποία κατά βάση επικροτείται όταν αποτελεί ελεύθερη επιλογή και δεν οδηγεί σε αδιέξοδο σε ό,τι αφορά τους όρους αμοιβής και τις προοπτικές στην αγορά εργασίας, εξακολουθεί να αποτελεί στα περισσότερα κράτη μέλη βασικό παράγοντα διαχωρισμού των εργαζομένων βάσει του φύλου.

    8.3

    Σε όλους σχεδόν τους επαγγελματικούς κλάδους, εξακολουθούν να υφίστανται μείζονες εισοδηματικές διαφορές μεταξύ γυναικών και αντρών, ανεξάρτητα από το εργασιακό καθεστώς τους. Οι εκτενείς παύσεις της επαγγελματικής σταδιοδρομίας λόγω υποχρεώσεων μέριμνας και φροντίδας τρίτων ατόμων έχουν σημαντικό αρνητικό αντίκτυπο στις προοπτικές επαγγελματικής εξέλιξης, στο εισόδημα και στα δικαιώματα για κοινωνικές παροχές. Ενώ οι άντρες μπορούν να αναμένουν μισθολογικές αυξήσεις με την αύξηση της ηλικίας, το εισόδημα των γυναικών τείνει να παραμένει στάσιμο ακριβώς στα εισοδηματικά επίπεδα της ηλικιακής ομάδας κατά την οποία διέκοψαν την επαγγελματική τους δραστηριότητα, λόγω ανατροφής παιδιών ή επέλεξαν τη μερική απασχόληση.

    8.4

    Παραδείγματα από τη Δανία και τη Σουηδία καταδεικνύουν ότι η κατάσταση μπορεί και να είναι διαφορετική και ότι η ενσωμάτωση της διάστασης του φύλου στην πολιτική για την αγορά εργασίας μπορεί να αποτελέσει κάτι παραπάνω από ένα απλό σύνθημα. Στις χώρες αυτές οι εισοδηματικές διαφορές είναι μικρότερες, ενώ τα ποσοστά της γυναικείας απασχόλησης και η διαθεσιμότητα θέσεων σε βρεφονηπιακούς σταθμούς — ειδικά για παιδιά κάτω των 2 ετών — είναι πολύ υψηλότερα απ' ότι σε άλλα κράτη μέλη της ΕΕ. Οι Κάτω Χώρες συνιστούν ένα ακόμη θετικό παράδειγμα. Εδώ, τα ποσοστά της γυναικείας απασχόλησης είναι υψηλά, όπως επίσης πολύ υψηλά είναι και τα επίπεδα της μερικής απασχόλησης, η οποία, στις περισσότερες περιπτώσεις, αποτελεί ελεύθερη επιλογή.

    8.5

    Βασικές δράσεις για την επίλυση των διαρθρωτικών προβλημάτων της απασχόλησης των γυναικών (15):

    Μέτρα για την εξάλειψη των υφιστάμενων διακρίσεων στην αγορά εργασίας και των διαρθρωτικών παραμέτρων που έχουν ως αποτέλεσμα εισοδηματικές διαφορές με βάση το φύλο και, κυρίως, προώθηση της αυτόνομης κοινωνικής ασφάλισης των γυναικών, πρωτίστως μέσω δράσεων για τον περιορισμό των χαμηλά αμειβόμενων μορφών μερικής απασχόλησης που συνοδεύονται από επισφαλείς συνθήκες κοινωνικής προστασίας καθώς και για την βελτίωση της ρύθμισης της μερικής απασχόλησης (π.χ. επέκταση του δικαιώματος σε μερική απασχόληση για τους γονείς που δικαιούνται να επιστρέψουν μετά από ορισμένη χρονική περίοδο σε πλήρη απασχόληση· ενίσχυση της ενσωμάτωσης των γυναικών σε ενδοεπιχειρησιακά προγράμματα επιμόρφωσης)·

    Ευρεία ανάπτυξη συνολικής και οικονομικά προσιτής μέριμνας με τη δημιουργία υψηλής ποιότητας εξωοικιακών εγκαταστάσεων μέριμνας για μικρά παιδιά και παιδιά σχολικής ηλικίας, χάρη στις οποίες καθίσταται δυνατή η συμφιλίωση επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής· Αποτελεσματική προώθηση της ίσης κατανομής των γονεϊκών ευθυνών (ειδικά η παροχή κινήτρων για ενίσχυση της συμμετοχής των πατέρων στη φροντίδα των παιδιών)·

    Κατάργηση των μέτρων της οικογενειακής πολιτικής που παρέχουν ισχυρά κίνητρα για παύση της επαγγελματικής δραστηριότητας ή μακροχρόνια διακοπή του ενεργού βίου και τα οποία δυσχεραίνουν στη συνέχεια την επάνοδο στον επαγγελματικό βίο υπό ικανοποιητικές συνθήκες· Τα επιδόματα γονικής άδειας δεν θα πρέπει να έχουν επιπτώσεις στην εξέλιξη των εισοδημάτων, ούτε να δημιουργούν κίνητρα για την έξοδο των γυναικών από τον ενεργό βίο ή νέα εμπόδια όσον αφορά την ίση κατανομή των ευθυνών ανατροφής των παιδιών μεταξύ των δύο γονέων·

    Μέτρα πολιτικής για την αγορά εργασίας με στόχο να προωθηθεί η επάνοδος στην επαγγελματική δραστηριότητα μετά τη γονική άδεια (μεταξύ άλλων υποστήριξη πρωτοβουλιών για αυτοαπασχόληση), καθώς και μέτρα κατά της υποβάθμισης των επαγγελματικών προσόντων και της απώλειας εισοδήματος (μεταξύ άλλων με την προώθηση ευέλικτων προτύπων επιμόρφωσης κατά τη διάρκεια της γονικής άδειας ή συνέχισης της απασχόλησης με μειωμένο ωράριο)·

    Οργάνωση του χρόνου εργασίας που να ανταποκρίνεται στις οικογενειακές δομές (π.χ. δυνατότητες για τους γονείς μικρών παιδιών και παιδιών σχολικής ηλικίας να προσαρμόζουν το χρόνο εργασίας τους ανάλογα με τις υποχρεώσεις τους, συμφωνίες για τηλεργασία καθώς και έννομες αξιώσεις όσον αφορά την ευέλικτη οργάνωση του χρόνου εργασίας για τα άτομα με υποχρεώσεις μέριμνας.

    9.   Προώθηση των ευκαιριών απασχόλησης για τα άτομα με αναπηρίες

    9.1

    Τα άτομα με αναπηρίες εξακολουθούν να ανήκουν σε μεγάλο βαθμό στην ομάδα των αποκλεισμένων από την αγορά εργασίας. Οι εργαζόμενοι με αναπηρίες έχουν πολύ μεγαλύτερη πιθανότητα να καταλαμβάνουν χαμηλόμισθες θέσεις εργασίας και συχνά υφίστανται διακριτική μεταχείριση σε ό,τι αφορά την πρόσβαση σε δυνατότητες κατάρτισης και την επαγγελματική ανέλιξη. Λαμβανομένων υπόψη του γεγονότος ότι το 15 % του ενεργού πληθυσμού της ΕΕ πάσχει από κάποιου είδους αναπηρία και του χαμηλού ποσοστού απασχόλησης αυτής της ομάδας, η σημαντική αύξηση του ποσοστού απασχόλησης των ατόμων με αναπηρίες θα μπορούσε να συμβάλλει καθοριστικά στην επίτευξη των στόχων της στρατηγικής της Λισσαβώνας.

    9.2

    Σε αυτό το πλαίσιο, η ΕΟΚΕ επικροτεί το έγγραφο της Επιτροπής με θέμα «Ενσωμάτωση των θεμάτων που αφορούν την αναπηρία στην ευρωπαϊκή στρατηγική για την απασχόληση» (16), το οποίο συνιστά ένα θετικό σημείο εκκίνησης προκειμένου να προαχθεί η ένταξη των ατόμων με αναπηρίες στην αγορά εργασίας και, επιπλέον, υπενθυμίζει ότι η ενσωμάτωση στην αγορά εργασίας αποτελεί το καλύτερο μέσο για την καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού. Η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει ότι η πλειοψηφία αυτών των ανθρώπων αποκτούν την αναπηρία κατά τη διάρκεια του επαγγελματικού τους βίου, ωστόσο, σε λίγους μόνον παρέχεται η δυνατότητα επιστροφής σε θέση εργασίας κατάλληλα προσαρμοσμένης στην αποκτηθείσα αναπηρία. Ένα θετικό παράδειγμα στο συγκεκριμένο τομέα αποτελεί η αυστηρή νομοθεσία κατά των διακρίσεων που ισχύει στη Μεγάλη Βρετανία, η οποία συνδέεται με μηχανισμούς καταγγελιών και το παράδειγμα της Δανίας, η οποία συνδυάζει την ευελιξία της αγοράς εργασίας με ταυτόχρονη επαρκή κοινωνική ασφάλεια, καθώς και ένα υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης και κατάρτισης.

    9.3

    Δράσεις προτεραιότητας για την προώθηση της απασχόλησης των ατόμων με αναπηρία (17):

    Προσαρμογή των φορολογικών συστημάτων και των συστημάτων κοινωνικών παροχών, προκειμένου να καταστεί ελκυστική η απασχόληση και η είσοδος στον ενεργό βίο, π.χ. εξασφάλιση κοινωνικών παροχών που συνδέονται με την ανάληψη εργασίας (In-Work-Benefits)· Ωστόσο, θα πρέπει επιπλέον να προβλεφθεί η δυνατότητα επιστροφής στη λήψη σύνταξης αναπηρίας μετά από μια δοκιμαστική περίοδο επαγγελματικής δραστηριότητας·

    Ανάπτυξη, εφαρμογή και υποστήριξη ενεργών προγραμμάτων για την αγορά εργασίας (ιδίως μέτρα αποκατάστασης) ειδικά σχεδιασμένων για άτομα με αναπηρίες, καθώς και μέτρα προκειμένου να διευκολυνθεί η μετάβαση από την προστατευόμενη απασχόληση στην κανονική απασχόληση (π.χ. προσαρμογή δράσεων ενημέρωσης και επικοινωνίας στους αναζητούντες εργασίας με αναπηρίες)·

    Κατάλληλη διαμόρφωση του χώρου εργασίας για τα άτομα με αναπηρίες και προώθηση θετικών μέτρων ειδικά για εργαζομένους που απέκτησαν την αναπηρία κατά τη διάρκεια του ενεργού τους βίου· Θα πρέπει επίσης να εξεταστούν η δυνατότητα συνδυασμού περιόδων άδειας με επαγγελματική κατάρτιση, καθώς και η προσαρμογή των καθηκόντων που περιγράφονται στις προκηρύξεις θέσεων εργασίας ή η ανάθεση εναλλακτικών καθηκόντων·

    Παροχή πρόσθετης υποστήριξης σε εργαζομένους με αναπηρίες, καθώς και υπηρεσιών κοινωνικής πρόνοιας για άτομα με αναπηρίες, ούτως ώστε οι εργαζόμενοι που έχουν στην οικογένεια ένα μέλος που αντιμετωπίζει κάποια αναπηρία, να μπορούν να παραμένουν ενεργοί.

    Βρυξέλλες, 12 Ιουλίου 2007

    Ο Πρόεδρος

    της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

    Δημήτρης ΔΗΜΗΤΡΙΆΔΗΣ


    (1)  Βλέπε σχετικά τη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ της 17.5.2006 με θέμα «Πρόταση απόφασης του Συμβουλίου για τις κατευθυντήριες γραμμές των πολιτικών απασχόλησης των κρατών μελών», εισηγητής ο κ. GREIF (ΕΕ C 195 της 18.8.2006).

    (2)  Βλέπε σχετικά την έκθεση της ομάδας υψηλού επιπέδου για το μέλλον της κοινωνικής πολιτικής στη διευρυμένη Ευρωπαϊκή Ένωση, Μάιος 2004.

    (3)  Ομοίως.

    (4)  Βλέπε σχετικά, μεταξύ άλλων, τη διερευνητική γνωμοδότηση της 13.9.2006 με θέμα «Ποιότητα της επαγγελματικής ζωής, παραγωγικότητα και απασχόληση ενόψει της παγκοσμιοποίησης και των δημογραφικών μεταβολών», εισηγήτρια: η κ. ENGELEN-KEFER, (ΕΕ C 318, 23.12.2006).

    (5)  Βλέπε σχετικά, μεταξύ άλλων, τη γνωμοδότηση πρωτοβουλίας της ΕΟΚΕ της 9.2.2005 με θέμα «Πολιτική απασχόλησης: ο ρόλος της ΕΟΚΕ μετά τη διεύρυνση στο πλαίσιο της διαδικασίας της Λισσαβόνας» (Εισηγητής: ο κ. GREIF) (ΕΕ C 221 της 8.9.2005).

    (6)  Βλέπε σχετικά τις διάφορες γραφικές παραστάσεις στο παράρτημα.

    (7)  Employment in Europe 2006.

    (8)  Βλέπε την Πράσινη Βίβλο «Εκσυγχρονισμός της εργατικής νομοθεσίας για την αντιμετώπιση των προκλήσεων του 21ου αιώνα», COM(2006) 708 τελικό.

    (9)  Βλέπε μεταξύ άλλων τη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ της 11ης Δεκεμβρίου 2003«Γενικοί προσανατολισμοί της οικονομικής πολιτικής για την περίοδο 2003-2005» (Εισηγητής: ο κ. DELAPINA) (EE C 80 της 30.3.2004) καθώς και τη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα «Πρόταση απόφασης του Συμβουλίου σχετικά με τις ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές για τις πολιτικές απασχόλησης των κρατών μελών» (εισηγητής ο κ. GREIF (ΕΕ C 195 της 18.8.2006).

    (10)  Βλέπε σχετικά τις γνωμοδοτήσεις της ΕΟΚΕ με θέματα: «Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο σχετικά με τις ευρωπαϊκές πολιτικές για τη νεολαία — Αντιμετώπιση των θεμάτων που απασχολούν τους νέους στην Ευρώπη — Εφαρμογή του Ευρωπαϊκού Συμφώνου για τη Νεολαία και προώθηση της ενεργού συμμετοχής στα κοινά», (της 26.10.2005), εισηγήτρια: η κ. VAN TURNHOUT (ΕΕ C 28 της 3.2.2006)· «Ανακοίνωση της Επιτροπής — Η Ατζέντα κοινωνικής πολιτικής» (της 13.7.2005), εισηγήτρια: η κ. ENGELEN-KEFER (ΕΕ C 294 της 25.11.2005)· «Πρόταση απόφασης του Συμβουλίου σχετικά με τις ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές για τις πολιτικές απασχόλησης των κρατών μελών (βάσει του άρθρου 128 της Συνθήκης ΕΚ)», (της 31.5.2005), εισηγητής: ο κ. MALOSSE (EE C 286 της 17.11.2005).

    (11)  Βλέπε σχετικά τη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ της 10.12.2003 για την «Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών — Μετανάστευση, ένταξη και απασχόληση» (Εισηγητής: ο κ. PARIZA CASTAÑOS) (ΕΕ C 80 της 30.3.2004).

    (12)  Βλέπε σχετικά τη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ της 28.11.2001 με θέμα «Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των προσώπων που ζητούν άσυλο στα κράτη μέλη», εισηγητής ο κ. MENGOZZI (ΕΕ C 48 της 21.2.2002).

    (13)  Η Eurostat καταρτίζει επί του παρόντος μια ενότητα ad hoc σχετικά με την κατάσταση όσον αφορά την απασχόληση των μεταναστών και των απογόνων τους, τα οποία θα συμπεριληφθούν στη συλλογή δεδομένων για το 2008. Στόχος είναι να βελτιωθεί η συνεκτίμηση των ατόμων αλλοδαπής καταγωγής στην έρευνα εργατικού δυναμικού της ΕΕ.

    (14)  Βλέπε σχετικά τη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ της 15.12.2004 σχετικά με την «Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών -με θέμα Αύξηση της απασχόλησης των εργαζομένων μεγαλύτερης ηλικίας και καθυστέρηση της εξόδου από την αγορά εργασίας» εισηγητής: ο κ. DANTIN CASTAÑOS) (ΕΕ C 157 της 28.6.2005).

    (15)  Βλέπε σχετικά τη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ της 13.9.2006 με θέμα την «Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών: Χάρτης πορείας για την ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών 2006-2010», εισηγήτρια: η κ. ATTARD (ΕΕ C 318 της 23.12.2006) καθώς και τη γνωμοδότηση της 29.9.2005 με θέμα: «Οι γυναίκες και η φτώχεια στην Ευρώπη», εισηγήτρια: η κ. KING (ΕΕ C 24 της 31.1.2006).

    (16)  EMCO/II/290605.

    (17)  Βλέπε σχετικά τη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ της 20.4.2006 με θέμα την «Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών: Η κατάσταση των ατόμων με αναπηρία στη διευρυμένη Ευρωπαϊκή Ένωση: το ευρωπαϊκό σχέδιο δράσης 2006-2007», εισηγήτρια: η κ. GREIF, (ΕΕ C 185 της 8.8.2006) καθώς και τη διερευνητική γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ της 17.1.2007 με θέμα «Ίσες ευκαιρίες για τα άτομα με αναπηρίες», εισηγητής: ο κ. JOOST (ΕΕ C 93 της 27.4.2007).


    Top