This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 52007IE0997
Opinion of the European Economic and Social Committee on the Employment of priority categories (Lisbon Strategy)
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Απασχόληση των κατηγοριών προτεραιότητας (Στρατηγική της Λισσαβώνας)
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Απασχόληση των κατηγοριών προτεραιότητας (Στρατηγική της Λισσαβώνας)
ΕΕ C 256 της 27.10.2007, p. 93–101
(BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)
27.10.2007 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 256/93 |
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Απασχόληση των κατηγοριών προτεραιότητας (Στρατηγική της Λισσαβώνας)»
(2007/C 256/18)
Στις 14 Σεπτεμβρίου 2006 (επιβεβαιώθηκε στις 26 Οκτωβρίου 2006), και σύμφωνα με το άρθρο 31 του Εσωτερικού της Κανονισμού (στο πλαίσιο των εργασιών της ΕΟΚΕ κατόπιν αίτησης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 23ης και 24ης Μαρτίου 2006), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε να καταρτίσει ενημερωτική έκθεση σχετικά με το εξής θέμα: «Απασχόληση των κατηγοριών προτεραιότητας (Στρατηγική της Λισσαβώνας)».
Στις 15 Μαρτίου 2007, και σύμφωνα με το άρθρο 29, παράγραφος 2 του Εσωτερικού της Κανονισμού, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε τη μετατροπή αυτής της ενημερωτικής έκθεσης σε γνωμοδότηση πρωτοβουλίας.
Το ειδικευμένο τμήμα «Απασχόληση, κοινωνικές υποθέσεις, δικαιώματα του πολίτη», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΕΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 18 Ιουνίου 2007, με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. GREIF.
Κατά την 437η σύνοδο ολομέλειας της 11ης και 12ης Ιουλίου 2007 (συνεδρίαση της 12ης Ιουλίου 2007), η ΕΟΚΕ υιοθέτησε, με 122 ψήφους υπέρ και 2 αποχές, την ακόλουθη γνωμοδότηση:
1. Συμπεράσματα και συστάσεις
1.1 |
Στην παρούσα γνωμοδότηση καταδεικνύεται ότι οι φιλόδοξοι στόχοι της Λισσαβώνας δεν επιτεύχθηκαν ούτε όσον αφορά την ποσοτική παράμετρο, αλλά ούτε, προπάντων, την παράμετρο της ποιότητας — μολονότι διαπιστώνονται σαφείς διαφορές μεταξύ των επιμέρους χωρών. Επίσης όσον αφορά την ποιότητα της απασχόλησης προκύπτει μια αντιφατική εικόνα: από τη μια πλευρά υπάρχουν θετικά παραδείγματα καλής πρακτικής όσον αφορά την πολιτική απασχόλησης των επιμέρους κρατών μελών, τα οποία θα πρέπει, κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, να συλλέγονται και να αξιολογούνται πιο συστηματικά στο μέλλον, από την άλλη πλευρά όμως εξακολουθούν να εντοπίζονται σε ολόκληρη την ΕΕ απογοητευτικά δεδομένα:
|
1.2 |
Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, η ΕΟΚΕ κρίνει σημαντικό, στο πλαίσιο της τρέχουσας συζήτησης για την προσέγγιση ευελιξία με ασφάλεια, οποιοσδήποτε γενικός ορισμός καθώς και όλα τα μέτρα για την ενίσχυση της προσαρμοστικότητας των επιχειρήσεων και των εργαζομένων να συνδέονται πάντοτε με ένα υψηλό επίπεδο κοινωνικής ασφάλειας, με μια ενεργό πολιτική για την αγορά εργασίας, με την εκπαίδευση και κατάρτιση, καθώς και με την πρόσβαση σε κοινωνικές υπηρεσίες. |
1.3 |
Στο πλαίσιο της κοινωνικής πολιτικής και της πολιτικής απασχόλησης των κρατών μελών που εστιάζονται στις ομάδες προτεραιότητας στην αγορά εργασίας και οι οποίες εξετάζονται στην παρούσα γνωμοδότηση, η ΕΟΚΕ ζητεί να δοθεί στο μέλλον μεγαλύτερη βαρύτητα στα ακόλουθα σημεία:
|
1.4 |
Πέραν αυτού, για τις κοινωνικά αποκλεισμένες ομάδες πρέπει να ληφθούν ειδικά μέτρα:
|
1.5 |
Η ΕΟΚΕ τονίζει με έμφαση ότι σε πολλά κράτη μέλη της ΕΕ η εφαρμογή των προτεραιοτήτων που περιγράφονται στην παρούσα γνωμοδότηση καθιστούν απαραίτητη την καταβολή σημαντικών προσπαθειών στο τομέα της πολιτικής απασχόλησης, για τις οποίες πρέπει να εξασφαλιστεί κατάλληλη δημοσιονομική κάλυψη.
|
1.6 |
Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΟΚΕ έχει υπογραμμίσει επανειλημμένα ότι για την προαναφερόμενη δημοσιονομική κάλυψη πρέπει να διασφαλιστεί ένα ευνοϊκό μακροοικονομικό περιβάλλον, το οποίο να εστιάζεται σε μια προσανατολισμένη προς την ανάπτυξη οικονομική πολιτική, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η μακροχρόνια συγκυριακή οικονομική ύφεση (2). |
1.7 |
Σε πολλά κράτη μέλη, οι κοινωνικές εισφορές που συνδέονται με το εργατικό κόστος έχουν αυξηθεί πάρα πολύ, γεγονός που μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Σε ορισμένες περιπτώσεις η ανάληψη απασχόλησης μπορεί να μην είναι ελκυστική, λόγω μηδαμινών διαφορών μεταξύ του καθαρού εισοδήματος και του επιπέδου των κοινωνικών παροχών. Συνεπώς, πρέπει να αποφευχθούν αυτού του είδους οι «παγίδες ανεργίας», χωρίς να τεθεί σε κίνδυνο η χρηματοδοτική κάλυψη των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης. Σχετικά με την ανωτέρω διαπίστωση, η ΕΟΚΕ συμφωνεί με τις συστάσεις της ομάδας υψηλού επιπέδου για το μέλλον της κοινωνικής πολιτικής στη διευρυμένη Ευρωπαϊκή Ένωση που προτείνει την επέκταση της χρηματοδοτικής βάσης για τα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης και, συνεπώς, τη δικαιότερη κατανομή της φορολογικής επιβάρυνσης σε όλους τους παραγωγικούς παράγοντες, με στόχο την απαλλαγή του παράγοντα εργασία από τις εκάστοτε επιβαρύνσεις (3). |
1.8 |
Όσον αφορά την επικείμενη αναθεώρηση των κατευθυντηρίων γραμμών για την πολιτική απασχόλησης το 2008, η ΕΟΚΕ κρίνει ότι σε πολλούς από τους τομείς που εξετάστηκαν στην παρούσα γνωμοδότηση πρέπει να καθοριστούν περισσότερες προτεραιότητες και να ενισχυθεί η σαφήνεια των εφαρμοζόμενων πολιτικών.
Η ΕΟΚΕ θα εξετάσει λεπτομερώς σε ξεχωριστή γνωμοδότηση τις αναγκαίες προσαρμογές των κατευθυντηρίων γραμμών για την απασχόληση μετά το 2009. |
2. Ιστορικό πλαίσιο
2.1 |
Στα συμπεράσματά της 23ης και 24ης Μαρτίου του 2006, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ζήτησε από την ΕΟΚΕ να εκπονήσει εν όψει της εαρινής συνόδου κορυφής του 2008 μια «συνοπτική έκθεση προς στήριξη της εταιρικής σχέσης για την ανάπτυξη και την απασχόληση» και, στο πλαίσιο αυτό, να εστιασθεί ειδικά στην προτεραιότητα για «αύξηση των ευκαιριών απασχόλησης για τις κατηγορίες προτεραιότητας». Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΟΚΕ υποβάλει την ακόλουθη γνωμοδότηση πρωτοβουλίας, στην οποία αξιοποιήθηκε η εμπειρογνωσία των Εθνικών Οικονομικών και Κοινωνικών Επιτροπών. |
2.2 |
Η ΕΟΚΕ έχει υπογραμμίσει επανειλημμένα, ότι η ενδυνάμωση της ανταγωνιστικότητας και η βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη στο πλαίσιο της στρατηγικής της Λισσαβώνας δεν συνιστούν αυτοσκοπό, αλλά θα πρέπει επίσης να συμβάλουν στη μείωση των υψηλών ποσοστών ανεργίας στην ΕΕ, στην επιδίωξη της πλήρους απασχόλησης, στη διαμόρφωση μιας πιο σταθερής βάσης για τα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης και στην εξασφάλιση της προστασίας των πολιτών από τον κοινωνικό αποκλεισμό (4). |
2.3 |
Στον τομέα της πολιτικής απασχόλησης, η στρατηγική της Λισσαβώνας οφείλει να δώσει κατά την έννοια αυτή νέα ώθηση στην ευρωπαϊκή στρατηγική για την απασχόληση και να συνεισφέρει, κατ' αυτόν τον τρόπο, στην αύξηση της απασχόλησης και στη βελτίωση της ποιότητας της εργασίας. Η στρατηγική της Λισσαβώνας δεν στοχεύει απλώς στην αύξηση αλλά και στην βελτίωση της ποιότητας της απασχόλησης. Οι επενδύσεις στο ανθρώπινο κεφάλαιο, την έρευνα, την τεχνολογία και την καινοτομία αποτέλεσαν ζητήματα προτεραιότητας, όπως και τα μέτρα στον τομέα της αγοράς εργασίας και των διαρθρωτικών πολιτικών (5). |
2.4 |
Στην παρούσα γνωμοδότηση, η ΕΟΚΕ θα εστιάσει την ανάλυσή της στις τάσεις που διαγράφονται στην αγορά εργασίας και τις συστάσεις της στις ομάδες στόχους, για τις οποίες το Συμβούλιο κάλεσε επανειλημμένα τα κράτη μέλη να λάβουν ειδικά μέτρα για
|
2.5 |
Η ΕΟΚΕ θα προτείνει μια δέσμη προληπτικών και ενεργών μέτρων (επαν-)ένταξης για καθεμιά από τις ανωτέρω ομάδες στόχους, οι οποίες θα πρέπει να συνυπολογιστούν σε μεγαλύτερο βαθμό στο πλαίσιο της πολιτικής για την αγορά εργασίας και την πολιτική απασχόλησης των κρατών μελών. Επίσης οι κοινωνικά αποκλεισμένες ομάδες, οι οποίες συχνά αποκλείονται από την αγορά εργασίας, πρέπει να αποτελέσουν ξεχωριστό ζήτημα. Με βάση τα παραπάνω, στο παρόν έγγραφο θα διατυπωθούν πολιτικές συστάσεις, μεταξύ άλλων, εν όψει της επικείμενης αναθεώρησης των κατευθυντηρίων γραμμών για την πολιτική απασχόλησης, η οποία αναμένεται να πραγματοποιηθεί πριν από την εαρινή σύνοδο κορυφής του 2008. |
3. Ποσοστά απασχόλησης, ανεργία και απασχόληση — η τρέχουσα κατάσταση (6)
3.1 |
Για πρώτη φορά από το 2001, το 2005 και το 2006, η απασχόληση αυξήθηκε στην ΕΕ ενώ το ποσοστό των ανέργων σημείωσε αξιόλογη μείωση (από 9,0 % το 2004 σε 7,9 % το 2006). Με μια αύξηση της τάξης του 0,6 %, η δυναμική του ποσοστού απασχόλησης των γυναικών αντιτίθεται σε μεγαλύτερο βαθμό απ' ότι το αντίστοιχο ποσοστό των αντρών στη στασιμότητα των προηγούμενων ετών. Αυτή η θετική τάση συνεχίστηκε και το 2007 (7). |
3.2 |
Παρόλα αυτά πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη τα εξής:
Παρά τις προαναφερόμενες εξελίξεις στην αγορά εργασίας, οι οποίες συνιστούν κάποια πρόοδο, υπολείπεται ακόμη πολύ δρόμος για την επίτευξη των φιλόδοξων στόχων της Λισσαβώνας για την απασχόληση. |
3.3 |
Πολύ περισσότερο διότι οι εξελίξεις στο χώρο της απασχόλησης παρουσιάζουν τα ακόλουθα χαρακτηριστικά γνωρίσματα και τις εξής τάσεις -παράμετροι που εν μέρει διαφοροποιούνται σε μεγάλο βαθμό μεταξύ των επιμέρους χωρών και τομέων:
|
3.4 |
Η αύξηση της παραοικονομίας, χαρακτηριστικά της οποίας είναι οι επισφαλείς συνθήκες απασχόλησης και, συχνά, οι χαμηλές αποδοχές, εγκυμονεί τον κίνδυνο της μακροπρόθεσμης απαξίωσης των επαγγελματικών δεξιοτήτων για τις ομάδες που δεν κατορθώνουν να ενταχθούν στην κανονική αγορά εργασίας. Αυτή η τάση (η οποία είναι δύσκολο να ποσοτικοποιηθεί) δεν συνεπάγεται σημαντική αβεβαιότητα μόνον για όσους πλήττονται από αυτήν, αλλά οδηγεί και σε απώλεια φορολογικών εσόδων, ενώ θέτει σε κίνδυνο και την βιωσιμότητα του παραγωγικού δυναμικού στην ΕΕ. |
4. Πλαίσιο για την ανάπτυξη και για περισσότερες και καλύτερες θέσεις απασχόλησης
4.1 |
Εδώ και χρόνια η άποψη που κυριαρχεί στις ευρωπαϊκές πολιτικές συστάσεις είναι ότι τα διαρθρωτικά προβλήματα της αγοράς εργασίας ευθύνονται για τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η αγορά εργασίας. Σε πολλές χώρες της ΕΕ η πολιτική απασχόλησης εστιάζεται μονομερώς στην κατάργηση των γενικών προτύπων όσον αφορά την εργατική νομοθεσία, στις αυστηρότερες προϋποθέσεις επιλεξιμότητας, στην όξυνση των περικοπών των κοινωνικών παροχών, καθώς και στην αύξηση της ευελιξίας όσον αφορά τις συνθήκες απασχόλησης. |
4.2 |
Αντιθέτως, μέτρα της ενεργούς πολιτικής για την αγορά εργασίας, όπως, παραδείγματος χάρη, η προώθηση της απασχολησιμότητας, η κατάργηση των ελλείψεων όσον αφορά τις δεξιότητες και η εφαρμογή προγραμμάτων που επικεντρώνονται στην ένταξη μειονεκτουσών ομάδων στην αγορά εργασίας δεν εφαρμόστηκαν επαρκώς σε πολλές χώρες, παρόλο που ορισμένες χώρες αύξησαν τις δαπάνες στο συγκεκριμένο τομέα από το 1995. Στις περισσότερες χώρες (για τις οποίες διαθέτουμε στοιχεία) το μερίδιο των ενεργών δαπανών στις συνολικές δαπάνες για την πολιτική στον τομέα της αγοράς εργασίας («παθητική» και «ενεργός» συνδρομή) σημείωσε μάλιστα μείωση τα τελευταία χρόνια. Συνεπώς, είναι εξαιρετικά σημαντικό να διασφαλιστεί ότι οι χρηματοδοτικοί πόροι που διατίθενται για δραστήρια μέτρα πολιτικής για την αγορά εργασίας ανταποκρίνονται στις αντίστοιχες προκλήσεις ενώ, ταυτόχρονα, πρέπει να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα των μέτρων για την αγορά εργασίας και να διασφαλιστεί η εστίασή τους στις εκάστοτε ομάδες στόχους. |
4.3 |
Αναφορικά με αυτό, η ΕΟΚΕ έχει ήδη υπογραμμίσει επανειλημμένα ότι τα μέτρα για την πολιτική απασχόλησης και οι διαθρωτικές μεταρρυθμίσεις μπορούν να υλοποιηθούν με επιτυχία μόνον μέσα σε ένα ευνοϊκό μακροοικονομικό περιβάλλον, το οποίο να είναι προσανατολισμένο στην αντιμετώπιση της μακροχρόνιας συγκυριακής οικονομικής ύφεσης και στην ενδυνάμωση της ανάπτυξης (9). Για το σκοπό αυτό απαιτείται τόσο σε εθνικό όσο και σε επίπεδο Ένωσης η χάραξη μιας προσανατολισμένης προς την ανάπτυξη οικονομικής πολιτικής, με τήρηση των νομισματικών, φορολογικών και οικονομικοπολιτικών προϋποθέσεων:
Οι στόχοι της Λισσαβώνας καθορίζουν την κατεύθυνση προς την οποία πρέπει να προσανατολιστούν οι επενδύσεις: ανάπτυξη της υποδομής επικοινωνιών και μεταφορών, προστασία του κλίματος, πρωτοβουλίες στον τομέα της έρευνας και ανάπτυξης, συνολική παιδική μέριμνα, προώθηση της κατάρτισης και της επιμόρφωσης, ενεργός πολιτική για την αγορά εργασίας και ποιότητα των θέσεων εργασίας. Στο πλαίσιο αυτό, τα εθνικά προγράμματα μεταρρυθμίσεων θα πρέπει να σχεδιαστούν κατά τρόπο ώστε να δημιουργηθεί ένα πανευρωπαϊκό πρόγραμμα ενίσχυσης του δυναμισμού της οικονομίας στο οποίο θα συμμετέχουν όλοι οι ενδιαφερόμενοι φορείς σε εθνικό επίπεδο και σε επίπεδο ΕΕ. |
5. Αποτελεσματική καταπολέμηση της ανεργίας των νέων
5.1 |
Η ανεργία των νέων εξακολουθεί να αποτελεί ένα από τα φλέγοντα θέματα της πολιτικής απασχόλησης στην ΕΕ. Σε όλες τις χώρες της ΕΕ τα επίπεδά της βρίσκονται πάνω από το συνολικό ποσοστό ανεργίας και, στην πλειοψηφία των χωρών της ΕΕ, είναι διπλάσια από το αντίστοιχο ποσοστό του συνολικού πληθυσμού. Σε ορισμένες χώρες της ΕΕ-15, καθώς και σε πολλά νέα κράτη μέλη η κατάσταση είναι ακόμη πιο προβληματική. Σε πολλά κράτη μέλη η ανασφάλεια της απασχόλησης αυξήθηκε ακόμη και στα επαγγέλματα υψηλής ειδίκευσης. |
5.2 |
Η είσοδος στην αγορά εργασίας πραγματοποιείται όλο και συχνότερα μέσω εναλλακτικών μορφών απασχόλησης, οι οποίες χαρακτηρίζονται από πολύ πιο επισφαλείς συνθήκες εργασίας και αβέβαιες κοινωνικές παροχές. Τα όρια μεταξύ της επίσημης απασχόλησης και της αδήλωτης εργασίας καθίστανται όλο και πιο δυσδιάκριτα. Για ορισμένες ομάδες νέων, όπως παραδείγματος χάρη τα άτομα με χαμηλή ειδίκευση, οι νέοι με μεταναστευτικό υπόβαθρο ή όσοι προέρχονται από μειονεκτούντα στρώματα του πληθυσμού, η μετάβαση στη νόμιμη απασχόληση καθίσταται όλο και πιο δύσκολη. Ο κίνδυνος εγκλωβισμού στο περιθώριο του ενεργού πληθυσμού αυξάνεται σημαντικά, ειδικά στις περιπτώσεις όπου υπάρχει συνδυασμός των προαναφερόμενων παραμέτρων. |
5.3 |
Στην προκειμένη περίπτωση στόχο δεν αποτελεί να διασφαλιστούν για όλους τους νέους μελλοντικές προοπτικές ασφαλούς απασχόλησης. Αυτό το ζήτημα συμπεριλαμβάνει επίσης δημογραφικές πτυχές: Η οικονομική κατάσταση των νέων επηρεάζει καθοριστικά την προθυμία τους για δημιουργία οικογένειας. Κατά αυτήν την έννοια επικροτείται το αίτημα που διατυπώνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην εαρινή έκθεσή της σχετικά με την ενίσχυση των ενεργών μέτρων πολιτικής για την απασχόληση, παράλληλα με την περαιτέρω βελτίωση των δεξιοτήτων καθώς και την άμεση παροχή στήριξης σε νέους που αναζητούν εργασία και την επίλυση των διαρθρωτικών προβλημάτων που ανακύπτουν κατά τη μετάβαση από την κατάρτιση στην απασχόληση. |
5.4 |
Αναφορικά με αυτό ως θετικά παραδείγματα κρίνονται τα πρότυπα βέλτιστης πρακτικής που εφαρμόζονται σε ορισμένα κράτη μέλη (Γερμανία, Αυστρία, εν μέρει στις Κάτω Χώρες) και τα οποία αφορούν το συνδυασμό συστημάτων κατάρτισης, που είναι προσανατολισμένα στις πρακτικές πτυχές του επαγγελματικού βίου και στις ανάγκες των επιχειρήσεων, και σχολικής επαγγελματικής εκπαίδευσης. Πλήθος μελετών αναδεικνύουν την ποιότητα της λεγόμενης «εναλλασσόμενης επαγγελματικής κατάρτισης», η οποία διευκολύνει σημαντικά τη μετάβαση από το σχολείο στον επαγγελματικό βίο και συμβάλλει στη μείωση της διαφοράς μεταξύ του ποσοστού ανεργίας των νέων και του συνολικού ποσοστού ανεργίας. |
5.5 |
Κρίνεται σκόπιμο να ληφθούν ενεργά και προορατικά μέτρα στον τομέα της κατάρτισης και της επιμόρφωσης με στόχο να ενισχυθούν οι ευκαιρίες απασχόλησης των νέων (10):
|
6. Βελτίωση των προοπτικών ένταξης για τους μετανάστες
6.1 |
Στις περισσότερες χώρες της ΕΕ δεν έχει μεταβληθεί σημαντικά η κατάσταση όσον αφορά τις διακρίσεις εις βάρος των μεταναστών και των μελών των οικογενειών τους στην αγορά εργασίας. Οι μετανάστες εξακολουθούν να υπερεκπροσωπούνται σε χαμηλά αμειβόμενους κλάδους όπου επικρατούν οι χειρότερες συνθήκες εργασίας, αντιμετωπίζουν πολύ υψηλότερο κίνδυνο να μείνουν άνεργοι και, σε πολλές περιπτώσεις, εγκλωβίζονται σε θέσεις εργασίας που συνεπάγονται σημαντικούς κινδύνους για την υγεία και χαρακτηρίζονται από αβεβαιότητα, έλλειψη ασφάλειας στην εργασία και, σε ορισμένες χώρες, από λιγότερη προστασία μέσω των συλλογικών συμβάσεων. |
6.2 |
Ιδιαίτερα ανησυχητική είναι η «μεταβίβαση» αυτής της επισφαλούς θέσης στην αγορά εργασίας από την πρώτη γενιά μεταναστών στην επόμενη λόγω μαζικών μειονεκτημάτων όσον αφορά τη σχολική εκπαίδευση. Στα περισσότερα κράτη μέλη οι νέοι με μεταναστευτικό υπόβαθρο συγκαταλέγονται μεταξύ των ομάδων με τα υψηλότερα επίπεδα εργασιακής αβεβαιότητας και τους υψηλότερους κινδύνους να βρεθούν στο περιθώριο της νόμιμης αγοράς εργασίας. |
6.3 |
Η ΕΟΚΕ έχει υπογραμμίσει επανειλημμένα ότι κρίνει αναγκαία την εργατική μετανάστευση, ειδικά λαμβανομένης υπόψη της δημογραφικής εξέλιξης στην ΕΕ, και έχει καταδείξει θετικά παραδείγματα σε διάφορα κράτη μέλη, όπως στην Ισπανία και στην Ιρλανδία. Αυτό πρέπει ωστόσο πάντοτε να συνδυάζεται με τις προοπτικές μιας πολιτικής για την ένταξη στα κράτη μέλη, κυρίως όσον αφορά την απασχόληση (11). Η κατάσταση σε ό,τι αφορά τη μετανάστευση διαφέρει σημαντικά από το ένα κράτος μέλος στο άλλο, εξίσου όπως τα εφαρμοζόμενα μέτρα πολιτικής για την ένταξη, μεταξύ άλλων, όσον αφορά την πολιτική για την αγορά εργασίας και την εκπαιδευτική πολιτική. Τα κράτη μέλη πρέπει να δώσουν ξεχωριστή προσοχή στην κατάσταση των αιτούντων άσυλο, οι οποίοι συχνά αντιμετωπίζουν ιδιαίτερα μειονεκτήματα. |
6.4 |
Προτεραιότητες για την καλύτερη ένταξη των μεταναστών:
|
7. Αξιοποίηση ευκαιριών για την απασχόληση των ηλικιωμένων εργαζομένων
7.1 |
Η ουσιαστική απάντηση στη δημογραφική πρόκληση δεν μπορεί να είναι άλλη από μια στοχευμένη αναπτυξιακή πολιτική και την ενίσχυση της απασχόλησης. Το απαραίτητο εργατικό δυναμικό υπάρχει. Παρόλα αυτά το δυναμικό απασχόλησης των ηλικιωμένων εργαζομένων (άνω των 55 ετών) παραμένει σε μεγάλο βαθμό αναξιοποίητο σε ολόκληρη την ΕΕ. |
7.2 |
Ο κίνδυνος της μακροχρόνιας ανεργίας αυξάνεται ραγδαία με την ηλικία. Στην ΕΕ-25 ο μέσος όρος των μακροχρόνια άνεργων ηλικιωμένων ατόμων (50-64 ετών) ξεπερνά το 60 %. Με δεδομένη αυτήν την κατάσταση, πρέπει να διασφαλιστεί ότι οι ηλικιωμένοι εργαζόμενοι αφενός έχουν πραγματικά την πιθανότητα να βρουν μια θέση εργασίας και, αφετέρου, την προοπτική να την διατηρήσουν μακροπρόθεσμα. |
7.3 |
Κύριες αιτίες της πρόωρης αποχώρησης από τον ενεργό βίο είναι τα προβλήματα υγείας που προκύπτουν λόγω επιβαρυντικών συνθηκών εργασίας, η υψηλή ένταση εργασίας, οι πρόωρες απολύσεις ηλικιωμένων εργαζομένων, η έλλειψη επιμόρφωσης, καθώς και η έλλειψη δυνατοτήτων (επαν)απασχόλησης. Οι προσπάθειες για αύξηση των ποσοστών απασχόλησης των ατόμων μεγαλύτερης ηλικίας κατ' αρχάς μέσω επεμβάσεων στα συστήματα συνταξιοδότησης, οι οποίες τελικά οδηγούν σε λιγότερο ευνοϊκές προϋποθέσεις πρόσβασης και αξιώσεις όσον αφορά τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα, δεν συνιστούν την κατάλληλη λύση στο πρόβλημα. |
7.4 |
Μόνον μια συνειδητή πολιτική «ενεργούς γήρανσης», η οποία να συμπεριλαμβάνει ολοκληρωμένες δυνατότητες συμμετοχής σε δράσεις επιμόρφωσης και διά βίου μάθησης, μπορεί να συμβάλλει καθοριστικά στη σταθερή αύξηση του ποσοστού απασχόλησης των ηλικιωμένων ατόμων. Επιτυχημένα πρότυπα που εφαρμόστηκαν στις βόρειες χώρες (ειδικά η ολοκληρωμένη δέσμη μέτρων στο πλαίσιο του εθνικού προγράμματος δράσης για τους ηλικιωμένους στη Φινλανδία) καταδεικνύουν έναν κοινωνικά αποδεκτό τρόπο με τον οποίον μπορεί να δημιουργηθεί, με τη συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων, μια εύρυθμη αγορά εργασίας για τα άτομα μεγαλύτερης ηλικίας, η οποία να διέπεται από υψηλή σταθερότητα απασχόλησης, καθώς και σημαντικό βαθμό απασχολησιμότητας και οικονομικής δραστηριότητας των ηλικιωμένων. |
7.5 |
Βασικές πτυχές ενός συστηματικού αναπροσανατολισμού προς μια ευνοϊκή για τους ηλικιωμένους εργαζομένους αγορά εργασίας είναι οι εξής (14):
|
8. Βελτιώσεις στην απασχόληση των γυναικών
8.1 |
Μολονότι τα τελευταία 30 χρόνια έχει σαφώς ενισχυθεί το επίπεδο των τυπικών προσόντων των γυναικών, εξακολουθούν να υπάρχουν εκτεταμένες ανισότητες μεταξύ αντρών και γυναικών όσον αφορά τις ευκαιρίες στην αγορά εργασίας. Οι γυναίκες εξακολουθούν σε μεγάλο βαθμό να απασχολούνται στους παραδοσιακούς κλάδους παροχής υπηρεσιών, καθώς και στους τομείς της βιομηχανίας όπου το ποσοστό της γυναικείας απασχόλησης είναι παραδοσιακά υψηλό. Σε ό,τι αφορά την επαγγελματική σταδιοδρομία, οι γυναίκες έχουν πολύ λιγότερες ευκαιρίες να αξιοποιήσουν τους τίτλους σπουδών τους. Η συμφιλίωση επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής εξακολουθεί να είναι ασύγκριτα δυσκολότερη για τις γυναίκες απ' ότι για τους άντρες. |
8.2 |
Το ποσοστό μερικής απασχόλησης είναι πολύ υψηλότερο σε όλες τις ηλικιακές ομάδες των γυναικών έναντι των αντρών. Η αύξηση της μερικής απασχόλησης, η οποία κατά βάση επικροτείται όταν αποτελεί ελεύθερη επιλογή και δεν οδηγεί σε αδιέξοδο σε ό,τι αφορά τους όρους αμοιβής και τις προοπτικές στην αγορά εργασίας, εξακολουθεί να αποτελεί στα περισσότερα κράτη μέλη βασικό παράγοντα διαχωρισμού των εργαζομένων βάσει του φύλου. |
8.3 |
Σε όλους σχεδόν τους επαγγελματικούς κλάδους, εξακολουθούν να υφίστανται μείζονες εισοδηματικές διαφορές μεταξύ γυναικών και αντρών, ανεξάρτητα από το εργασιακό καθεστώς τους. Οι εκτενείς παύσεις της επαγγελματικής σταδιοδρομίας λόγω υποχρεώσεων μέριμνας και φροντίδας τρίτων ατόμων έχουν σημαντικό αρνητικό αντίκτυπο στις προοπτικές επαγγελματικής εξέλιξης, στο εισόδημα και στα δικαιώματα για κοινωνικές παροχές. Ενώ οι άντρες μπορούν να αναμένουν μισθολογικές αυξήσεις με την αύξηση της ηλικίας, το εισόδημα των γυναικών τείνει να παραμένει στάσιμο ακριβώς στα εισοδηματικά επίπεδα της ηλικιακής ομάδας κατά την οποία διέκοψαν την επαγγελματική τους δραστηριότητα, λόγω ανατροφής παιδιών ή επέλεξαν τη μερική απασχόληση. |
8.4 |
Παραδείγματα από τη Δανία και τη Σουηδία καταδεικνύουν ότι η κατάσταση μπορεί και να είναι διαφορετική και ότι η ενσωμάτωση της διάστασης του φύλου στην πολιτική για την αγορά εργασίας μπορεί να αποτελέσει κάτι παραπάνω από ένα απλό σύνθημα. Στις χώρες αυτές οι εισοδηματικές διαφορές είναι μικρότερες, ενώ τα ποσοστά της γυναικείας απασχόλησης και η διαθεσιμότητα θέσεων σε βρεφονηπιακούς σταθμούς — ειδικά για παιδιά κάτω των 2 ετών — είναι πολύ υψηλότερα απ' ότι σε άλλα κράτη μέλη της ΕΕ. Οι Κάτω Χώρες συνιστούν ένα ακόμη θετικό παράδειγμα. Εδώ, τα ποσοστά της γυναικείας απασχόλησης είναι υψηλά, όπως επίσης πολύ υψηλά είναι και τα επίπεδα της μερικής απασχόλησης, η οποία, στις περισσότερες περιπτώσεις, αποτελεί ελεύθερη επιλογή. |
8.5 |
Βασικές δράσεις για την επίλυση των διαρθρωτικών προβλημάτων της απασχόλησης των γυναικών (15):
|
9. Προώθηση των ευκαιριών απασχόλησης για τα άτομα με αναπηρίες
9.1 |
Τα άτομα με αναπηρίες εξακολουθούν να ανήκουν σε μεγάλο βαθμό στην ομάδα των αποκλεισμένων από την αγορά εργασίας. Οι εργαζόμενοι με αναπηρίες έχουν πολύ μεγαλύτερη πιθανότητα να καταλαμβάνουν χαμηλόμισθες θέσεις εργασίας και συχνά υφίστανται διακριτική μεταχείριση σε ό,τι αφορά την πρόσβαση σε δυνατότητες κατάρτισης και την επαγγελματική ανέλιξη. Λαμβανομένων υπόψη του γεγονότος ότι το 15 % του ενεργού πληθυσμού της ΕΕ πάσχει από κάποιου είδους αναπηρία και του χαμηλού ποσοστού απασχόλησης αυτής της ομάδας, η σημαντική αύξηση του ποσοστού απασχόλησης των ατόμων με αναπηρίες θα μπορούσε να συμβάλλει καθοριστικά στην επίτευξη των στόχων της στρατηγικής της Λισσαβώνας. |
9.2 |
Σε αυτό το πλαίσιο, η ΕΟΚΕ επικροτεί το έγγραφο της Επιτροπής με θέμα «Ενσωμάτωση των θεμάτων που αφορούν την αναπηρία στην ευρωπαϊκή στρατηγική για την απασχόληση» (16), το οποίο συνιστά ένα θετικό σημείο εκκίνησης προκειμένου να προαχθεί η ένταξη των ατόμων με αναπηρίες στην αγορά εργασίας και, επιπλέον, υπενθυμίζει ότι η ενσωμάτωση στην αγορά εργασίας αποτελεί το καλύτερο μέσο για την καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού. Η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει ότι η πλειοψηφία αυτών των ανθρώπων αποκτούν την αναπηρία κατά τη διάρκεια του επαγγελματικού τους βίου, ωστόσο, σε λίγους μόνον παρέχεται η δυνατότητα επιστροφής σε θέση εργασίας κατάλληλα προσαρμοσμένης στην αποκτηθείσα αναπηρία. Ένα θετικό παράδειγμα στο συγκεκριμένο τομέα αποτελεί η αυστηρή νομοθεσία κατά των διακρίσεων που ισχύει στη Μεγάλη Βρετανία, η οποία συνδέεται με μηχανισμούς καταγγελιών και το παράδειγμα της Δανίας, η οποία συνδυάζει την ευελιξία της αγοράς εργασίας με ταυτόχρονη επαρκή κοινωνική ασφάλεια, καθώς και ένα υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης και κατάρτισης. |
9.3 |
Δράσεις προτεραιότητας για την προώθηση της απασχόλησης των ατόμων με αναπηρία (17):
|
Βρυξέλλες, 12 Ιουλίου 2007
Ο Πρόεδρος
της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Δημήτρης ΔΗΜΗΤΡΙΆΔΗΣ
(1) Βλέπε σχετικά τη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ της 17.5.2006 με θέμα «Πρόταση απόφασης του Συμβουλίου για τις κατευθυντήριες γραμμές των πολιτικών απασχόλησης των κρατών μελών», εισηγητής ο κ. GREIF (ΕΕ C 195 της 18.8.2006).
(2) Βλέπε σχετικά την έκθεση της ομάδας υψηλού επιπέδου για το μέλλον της κοινωνικής πολιτικής στη διευρυμένη Ευρωπαϊκή Ένωση, Μάιος 2004.
(3) Ομοίως.
(4) Βλέπε σχετικά, μεταξύ άλλων, τη διερευνητική γνωμοδότηση της 13.9.2006 με θέμα «Ποιότητα της επαγγελματικής ζωής, παραγωγικότητα και απασχόληση ενόψει της παγκοσμιοποίησης και των δημογραφικών μεταβολών», εισηγήτρια: η κ. ENGELEN-KEFER, (ΕΕ C 318, 23.12.2006).
(5) Βλέπε σχετικά, μεταξύ άλλων, τη γνωμοδότηση πρωτοβουλίας της ΕΟΚΕ της 9.2.2005 με θέμα «Πολιτική απασχόλησης: ο ρόλος της ΕΟΚΕ μετά τη διεύρυνση στο πλαίσιο της διαδικασίας της Λισσαβόνας» (Εισηγητής: ο κ. GREIF) (ΕΕ C 221 της 8.9.2005).
(6) Βλέπε σχετικά τις διάφορες γραφικές παραστάσεις στο παράρτημα.
(7) Employment in Europe 2006.
(8) Βλέπε την Πράσινη Βίβλο «Εκσυγχρονισμός της εργατικής νομοθεσίας για την αντιμετώπιση των προκλήσεων του 21ου αιώνα», COM(2006) 708 τελικό.
(9) Βλέπε μεταξύ άλλων τη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ της 11ης Δεκεμβρίου 2003«Γενικοί προσανατολισμοί της οικονομικής πολιτικής για την περίοδο 2003-2005» (Εισηγητής: ο κ. DELAPINA) (EE C 80 της 30.3.2004) καθώς και τη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα «Πρόταση απόφασης του Συμβουλίου σχετικά με τις ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές για τις πολιτικές απασχόλησης των κρατών μελών» (εισηγητής ο κ. GREIF (ΕΕ C 195 της 18.8.2006).
(10) Βλέπε σχετικά τις γνωμοδοτήσεις της ΕΟΚΕ με θέματα: «Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο σχετικά με τις ευρωπαϊκές πολιτικές για τη νεολαία — Αντιμετώπιση των θεμάτων που απασχολούν τους νέους στην Ευρώπη — Εφαρμογή του Ευρωπαϊκού Συμφώνου για τη Νεολαία και προώθηση της ενεργού συμμετοχής στα κοινά», (της 26.10.2005), εισηγήτρια: η κ. VAN TURNHOUT (ΕΕ C 28 της 3.2.2006)· «Ανακοίνωση της Επιτροπής — Η Ατζέντα κοινωνικής πολιτικής» (της 13.7.2005), εισηγήτρια: η κ. ENGELEN-KEFER (ΕΕ C 294 της 25.11.2005)· «Πρόταση απόφασης του Συμβουλίου σχετικά με τις ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές για τις πολιτικές απασχόλησης των κρατών μελών (βάσει του άρθρου 128 της Συνθήκης ΕΚ)», (της 31.5.2005), εισηγητής: ο κ. MALOSSE (EE C 286 της 17.11.2005).
(11) Βλέπε σχετικά τη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ της 10.12.2003 για την «Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών — Μετανάστευση, ένταξη και απασχόληση» (Εισηγητής: ο κ. PARIZA CASTAÑOS) (ΕΕ C 80 της 30.3.2004).
(12) Βλέπε σχετικά τη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ της 28.11.2001 με θέμα «Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των προσώπων που ζητούν άσυλο στα κράτη μέλη», εισηγητής ο κ. MENGOZZI (ΕΕ C 48 της 21.2.2002).
(13) Η Eurostat καταρτίζει επί του παρόντος μια ενότητα ad hoc σχετικά με την κατάσταση όσον αφορά την απασχόληση των μεταναστών και των απογόνων τους, τα οποία θα συμπεριληφθούν στη συλλογή δεδομένων για το 2008. Στόχος είναι να βελτιωθεί η συνεκτίμηση των ατόμων αλλοδαπής καταγωγής στην έρευνα εργατικού δυναμικού της ΕΕ.
(14) Βλέπε σχετικά τη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ της 15.12.2004 σχετικά με την «Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών -με θέμα Αύξηση της απασχόλησης των εργαζομένων μεγαλύτερης ηλικίας και καθυστέρηση της εξόδου από την αγορά εργασίας» εισηγητής: ο κ. DANTIN CASTAÑOS) (ΕΕ C 157 της 28.6.2005).
(15) Βλέπε σχετικά τη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ της 13.9.2006 με θέμα την «Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών: Χάρτης πορείας για την ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών 2006-2010», εισηγήτρια: η κ. ATTARD (ΕΕ C 318 της 23.12.2006) καθώς και τη γνωμοδότηση της 29.9.2005 με θέμα: «Οι γυναίκες και η φτώχεια στην Ευρώπη», εισηγήτρια: η κ. KING (ΕΕ C 24 της 31.1.2006).
(16) EMCO/II/290605.
(17) Βλέπε σχετικά τη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ της 20.4.2006 με θέμα την «Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών: Η κατάσταση των ατόμων με αναπηρία στη διευρυμένη Ευρωπαϊκή Ένωση: το ευρωπαϊκό σχέδιο δράσης 2006-2007», εισηγήτρια: η κ. GREIF, (ΕΕ C 185 της 8.8.2006) καθώς και τη διερευνητική γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ της 17.1.2007 με θέμα «Ίσες ευκαιρίες για τα άτομα με αναπηρίες», εισηγητής: ο κ. JOOST (ΕΕ C 93 της 27.4.2007).