Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52004IE0959

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Βιομηχανικές μεταλλαγές και οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή»

ΕΕ C 302 της 7.12.2004, p. 41–48 (ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV)

7.12.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 302/41


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Βιομηχανικές μεταλλαγές και οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή»

(2004/C 302/11)

Στις 29 Ιανουαρίου 2004 και σύμφωνα με το άρθρο 29, παράγραφος 2 του Εσωτερικού Κανονισμού της, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε να καταρτίσει γνωμοδότηση πρωτοβουλίας με θέμα «Βιομηχανικές μεταλλαγές και οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή».

Η Συμβουλευτική Επιτροπή Βιομηχανικών Μεταλλαγών, στην οποία ανατέθηκε η προετοιμασία των εργασιών της ΕΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή της στις 7 Ιουνίου 2004, με βάση την έκθεση των κκ. Leirião (εισηγητή) και Cué (συνεισηγητή).

Κατά την 410η σύνοδο ολομελείας της 30ής Ιουνίου και 1ης Ιουλίου 2004 (συνεδρίαση της 30ής Ιουνίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την ακόλουθη γνωμοδότηση με 155 ψήφους υπέρ και 13 αποχές.

Περίληψη

Με την παρούσα γνωμοδότηση αποπειράται να διαπιστωθεί κατά πόσον τα όργανα στην υπηρεσία της οικονομικής, κοινωνικής και εδαφικής συνοχής είναι κατάλληλα και κατά πόσον υφίστανται ή όχι οι συνθήκες για την ευνοϊκή πλαισίωση των επιχειρήσεων, οι οποίες να επιτρέπουν στις βιομηχανικές μεταλλαγές να επέλθουν κατά τρόπο συμβατό με την ανάγκη ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων.

Το γεγονός ότι το κεφάλαιο των συμπερασμάτων και των συστάσεων περιλαμβάνει 17 σημεία καταδεικνύει ότι στην ανάλυσή μας επισημαίνεται η ανάγκη εισαγωγής βελτιώσεων στο επίπεδο των πολιτικών, των οργάνων, των κριτηρίων επιλεξιμότητας των περιφερειών για επιδότηση από τα κοινοτικά ταμεία, της εφαρμογής ορθών πρακτικών και της εξασφάλισης συνεργιών μεταξύ των πολιτικών και των οργάνων, καθώς και του γενικού συντονισμού των διαρθρωτικών στρατηγικών της ΕΕ, όπως είναι η στρατηγική της Λισσαβώνας, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και η βιώσιμη ανάπτυξη.

Η επιχειρηματολογία βασίζεται στις παρακάτω πτυχές που παρουσιάζονται στη συνέχεια και αποτελούν τον άξονα των κεφαλαίων της γνωμοδότησης:

περιφερειακή ανάπτυξη ως ρυθμιστικός παράγοντας της παγκοσμιοποίησης μέσω της δημιουργίας «συμπλεγμάτων» (cluster) σε περιφερειακό επίπεδο, δεδομένου ότι αυτό είναι αποτελεσματικότερο για την προσέλκυση και την εγκατάσταση των επιχειρήσεων,

κοινωνική ευθύνη των επιχειρήσεων και εφαρμογή «ορθών πρακτικών» στο πλαίσιο μίας προσέγγισης πρόληψης και πρόνοιας για τις μεταβολές,

διαπραγματεύσεις και κοινωνικός διάλογος στις επιχειρήσεις ώστε η αναδιάρθρωση να αντιμετωπισθεί κατά τρόπο κοινωνικώς υπεύθυνο, μέσω μίας θετικής προσέγγισης της διοίκησης των επιχειρήσεων και των εργαζομένων, υπό την έννοια της εξεύρεσης λύσεων που θα είναι επιτυχείς για τις επιχειρήσεις, τους εργαζομένους και τις κοινότητες και, κατ' αυτόν τον τρόπο, επίτευξης της ισορροπίας μεταξύ του κοινωνικού και του οικονομικού παράγοντα,

δραστηριοποίηση βάσει εταιρικής σχέσης μεταξύ των επιχειρηματιών, των κοινωνικών εταίρων, της κοινωνίας των πολιτών (πανεπιστημίων, κέντρων έρευνας και καινοτομίας, ενώσεων, κ.λπ.) και των τοπικών αρχών, κατά τρόπο ώστε να δημιουργηθούν οι συνθήκες για την αύξηση της παραγωγικότητας και τη βελτίωση του αναπτυξιακού δυναμικού των περιφερειών,

πρόταση για τη δημιουργία της έννοιας «περισσότερο εννοούμενη περιφέρεια» για τις συνθήκες των περιφερειών που, ενώ παρουσιάζουν υψηλά επίπεδα κοινωνικής συνοχής και απασχόλησης, χάνουν αιφνιδίως δυνατότητες, εξαιτίας της επανεγκατάστασης επιχειρήσεων και της έλλειψης εναλλακτικών οικονομικών δραστηριοτήτων που θα μπορούσαν να υποστηρίξουν αυτές τις περιφέρειες όσον αφορά την απασχόληση. Αυτές οι περιφέρειες θα δικαιούνται χρηματοδοτικής ενίσχυσης, με ειδικό στόχο την αναζωογόνηση του οικονομικού ιστού.

Εισαγωγή

Στη γνωμοδότηση πρωτοβουλίας που υιοθέτησε με θέμα «Βιομηχανικές μεταλλαγές στην Ευρώπη: σημερινή κατάσταση και προοπτικές — σφαιρική προσέγγιση» (1), η ΕΟΚΕ υπογράμμιζε ότι, κατά τη γνώμη της, «οι μελλοντικές εργασίες της Συμβουλευτικής Επιτροπής Βιομηχανικών Μεταλλαγών (ΣΕΒΜ) πρέπει να αποβλέπουν (…) στη διαμόρφωση όρων πλαισίωσης που θα επιτρέπουν την εξέλιξη των βιομηχανικών μεταλλαγών κατά τρόπο ώστε να συμβιβάζονται τόσο με την ανάγκη ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων όσο και με την επίτευξη οικονομικής, κοινωνικής και εδαφικής συνοχής», θέτοντας έτσι τις βάσεις και σκιαγραφώντας τις μορφές παρέμβασης και το είδος των θεμάτων που οφείλει να αναπτύξει η ΕΟΚΕ μέσω της έκδοσης γνωμοδοτήσεων. Η απόφαση εκπόνησης της παρούσας γνωμοδότησης πρωτοβουλίας με θέμα «Βιομηχανικές μεταλλαγές και οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή» εντάσσεται στην προοπτική αυτή.

1.   Ορισμοί

1.1

Για τους σκοπούς της ορθής και ερμηνευτικής πλαισίωσης της παρούσας γνωμοδότησης πρωτοβουλίας, ως «βιομηχανική μεταλλαγή» ορίζεται «η μόνιμη και ομαλή αντίδραση ενός βιομηχανικού τομέα στη συνεχή εξέλιξη του οικονομικού περιβάλλοντος στο οποίο εντάσσεται, προκειμένου να διαφυλαχθεί η ανταγωνιστικότητα και να δημιουργηθούν ευκαιρίες ανάπτυξης του συγκεκριμένου τομέα» (2), ενώ ως «αναδιάρθρωση» ορίζεται «η ειδική μορφή βιομηχανικής μεταλλαγής που συνίσταται συνήθως σε μια έκτακτη, πολλές φορές αναγκαστική, διαδικασία προσαρμογής στις συνθήκες του εμπορικού περίγυρου με σκοπό την ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας, η οποία προκαλεί ασυνέχεια της εμπορικής δραστηριότητας» (3). Η έννοια της «πρόνοιας» αποτελεί το κλειδί για την ορθή διαχείριση των μεταλλαγών, επειδή είναι δυνατόν να αποφευχθεί μία προβληματική αναδιάρθρωση. Συγκεκριμένα, η πρόνοια και η διαδικασία μελέτης και πρόβλεψης των μελλοντικών συνθηκών του ανταγωνισμού και των απαιτήσεων των αγορών, οι οποίες επιτρέπουν τον προσεκτικό προγραμματισμό των προσαρμογών, περιορίζουν τα κοινωνικά προβλήματα, καθώς και τα προβλήματα που σχετίζονται με την παραγωγικότητα των επιχειρήσεων.

1.2

Θα μπορούσαμε να ορίσουμε ως παγκοσμιοποίηση την προσπάθεια καθιέρωσης μιας κατάστασης όπου οι εμπορικές σχέσεις μεταξύ χωρών θα είναι συχνότερες και ευκολότερες, ενδεχόμενο στο οποίο συμβάλλουν η άρση των εμπορικών φραγμών μεταξύ των χωρών, η μείωση (κατάργηση) των τελών επί των εισαγωγών και η ενίσχυση διεθνών ομάδων χωρών (όπως η ΕΕ και η Mercosur): Στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας, η κυβέρνηση κάθε χώρας παρέχει κίνητρα για την εγκατάσταση αλλοδαπών επιχειρήσεων στο έδαφός της και διευκολύνει τη διεθνοποίηση όλων των εμπορικών δραστηριοτήτων της. Ωστόσο, η παγκοσμιοποίηση απαιτεί την εγκαθίδρυση και την τήρηση βασικών και παγκοσμίως ισχυόντων κοινών κανόνων.

1.3

Στόχος της πολιτικής για την οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή είναι η άμβλυνση των υφιστάμενων οικονομικών και κοινωνικών ανισοτήτων μεταξύ των κρατών μελών και των περιφερειών, καθώς και η επιτάχυνση των ρυθμών οικονομικής μεγέθυνσης και η προώθηση περισσότερο αειφόρου ανάπτυξης, παρέχοντας βοήθεια στις περισσότερο μειονεκτούσες περιφέρειες, ώστε αυτές να προσαρμοσθούν στις απαιτήσεις της οικονομίας της γνώσης, και βοηθώντας, με τον τρόπο αυτό, όλες τις περιφέρειες να επιτύχουν τους στόχους της στρατηγικής της Λισσαβόνας.

Πιο συγκεκριμένα, η πολιτική αυτή πρέπει να εφαρμόζεται στους τομείς των υποδομών, του περιβάλλοντος, της επιχειρηματικότητας, του κατά κεφαλήν εισοδήματος, της πρόσβασης στην απασχόληση και την κοινωνική ασφάλιση, αλλά και για την καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού, την πρόσβαση στις νέες τεχνολογίες των πληροφοριών, την εκπαίδευση και τη δια βίου κατάρτιση, καθώς και για τη βελτίωση της διακυβέρνησης και την ενίσχυση των ικανοτήτων των οικονομικών και κοινωνικών παραγόντων.

1.4

Ένας ικανοποιητικός ορισμός του «cluster» (σύμπλεγμα) δόθηκε από τον Michael PORTER (καθηγητή του Harvard Business School) στο βιβλίο του «Η ανταγωνιστικότητα των εθνών» και έχει ως εξής: «μία ομάδα επιχειρήσεων και συναφών οργανισμών (πανεπιστημίων, δημοσίων αρχών ή εμπορικών οργανώσεων) που γειτονεύουν γεωγραφικά και που αλληλοσυνδέονται σε συγκεκριμένο τομέα με δεσμούς ανταγωνισμού και συνεργασίας» (4).

2.   Οι συνέπειες της παγκοσμιοποίησης και οι αναπόφευκτες βιομηχανικές μεταλλαγές

2.1

Είναι βέβαιο πως το σύνολο της ευρωπαϊκής κοινωνίας παραδέχεται ότι οι βιομηχανικές είναι αναπόφευκτες, οφείλονται στις συνέπειες της παγκοσμιοποίησης και είναι αποτέλεσμα των διαρκών μεταβολών που συντελούνται στην παγκόσμια οικονομία και σηματοδοτούνται από την ταχεία και ριζική εξέλιξη των αγορών και των συμπεριφορών, την αυξανόμενη τεχνική πολυπλοκότητα και τον υψηλό βαθμό συμμετοχής των καταναλωτών στη διαδικασία σχεδιασμού και παραγωγής αγαθών και προϊόντων και παροχής υπηρεσιών.

2.2

Η παγκοσμιοποίηση αποτελεί την κινητήρια δύναμη του ανταγωνισμού, σε παγκόσμια κλίμακα, στους τομείς των αγορών εργασίας και της παραγωγικότητας. Οι πολυεθνικές εταιρείες κατευθύνουν πλέον τις επενδύσεις τους προς χώρες με χαμηλό εργατικό κόστος, όπου υπάρχει άμεση πρόσβαση στις αγορές και στις τεχνολογικές ικανότητες.

2.3

Η αύξηση του ανταγωνισμού, η γήρανση του πληθυσμού, οι απαιτήσεις και το επίπεδο των καταναλωτών συνδιαμορφώνουν τελικώς ένα υφιστάμενο και προβλεπόμενο πλαίσιο αναφοράς που προκαλεί σημαντικές εντάσεις και μεγάλα προβλήματα.

2.4

Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να αντιμετωπίσει αποφασιστικά αυτές τις εντάσεις και αυτά τα προβλήματα με τη θέσπιση μέτρων που θα αποτρέπουν την αποβιομηχάνιση της Ευρώπης. Πρέπει δηλαδή να αποφευχθεί η ταυτόχρονη εμφάνιση των ακόλουθων τριών εξελίξεων:

τα φαινόμενα μετεγκατάστασης (5),

η μείωση της απασχόλησης και της παραγωγής,

η υποχώρηση του εμπορικού ισοζυγίου.

Μολονότι είναι βέβαιο ότι, επί του παρόντος, οι τρεις αυτές εξελίξεις δεν συντελούνται ταυτόχρονα, είναι ωστόσο προφανές ότι η μείωση της απασχόλησης και η υποχώρηση του εμπορικού ισοζυγίου αποτελούν υπαρκτά φαινόμενα.

2.5

Η ανταπόκριση της ΕΕ στις προκλήσεις αυτές θα μπορούσε να στεφθεί από επιτυχία μόνον εάν η βιομηχανική πολιτική αναθεωρηθεί ώστε να γίνει περισσότερο προ-ενεργή και να προσφέρει απόλυτη και συστηματική διαφάνεια όσον αφορά τις ειδικές και σωρευτικές συνέπειες οιασδήποτε απόφασης που επηρεάζει τις δομές του κόστους και της απόδοσης της ευρωπαϊκής βιομηχανίας, τόσο από οριζόντια άποψη όσο και σε ειδικούς βιομηχανικούς τομείς, όπως είναι οι κλάδοι της χαλυβουργίας και της κλωστοϋφαντουργίας, με τη συνεκτίμηση σε κάθε περίπτωση των συνεπειών της διεύρυνσης σε 25 χώρες.

3.   Η περιφερειακή ανάπτυξη ως ρυθμιστικός παράγοντας της παγκοσμιοποίησης, τα συμπλέγματα (cluster)

3.1

Το παράδοξο των καιρών μας είναι η συνεχιζόμενη ύπαρξη ανισοτήτων, σε μια εποχή κατά την οποία η πρόοδος της επιστήμης και της τεχνολογίας έπρεπε να παρέχει τη δυνατότητα να χορτάσουν όλοι, και συγχρόνως η διαπίστωση ότι η «νέα παγκοσμιοποιημένη οικονομία», επειδή ακριβώς στηρίζεται στον άκρατο ανταγωνισμό, ενέχει σοβαρούς κινδύνους επιδείνωσης των ανισοτήτων αυτών.

Στο πλαίσιο αυτό, είναι απολύτως αναγκαία η επίτευξη της περιφερειακής ανάπτυξης, ως ρυθμιστικού μέσου της ίδιας της παγκοσμιοποίησης. Καθίσταται επομένως αναγκαία η προσέγγιση των ανθρώπων όπου και αν βρίσκονται, παρέχοντας σε όλους πρόσβαση στα αγαθά, τις υπηρεσίες και τις ευκαιρίες.

3.2

Η ανάπτυξη πρέπει να φθάσει στους ανθρώπους στον τόπο όπου διαμένουν και δεν μπορούμε να δεχθούμε «ελαφρά τη καρδία» ως κανόνα την κινητικότητα που διαθέτουν ορισμένοι προκειμένου να αναζητήσουν την ανάπτυξη, για τον πρόσθετο λόγο ότι εκείνοι που περισσότερο στερούνται μέσων είναι επίσης εκείνοι που δεν έχουν δυνατότητες μετακίνησης.

Οι περιφέρειες πρέπει να ορίσουν τις προσδοκίες τους όσον αφορά τις βιομηχανικές μεταλλαγές και αναδιαρθρώσεις, να προσδιορίσουν τις επενδύσεις που πρέπει να γίνουν και τις μορφές συνεργασίας μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, και ειδικότερα τις υποδομές που σχετίζονται με την εκπαίδευση και την επαγγελματική κατάρτιση.

3.3

Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι η δημιουργία περιφερειακών συμπλεγμάτων (cluster) θα είναι το αποτελεσματικότερο μέσο για την προσέλκυση και εγκατάσταση των επιχειρήσεων, καθώς αποτελεί σημαντικό παράγοντα ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας σε περιφερειακό επίπεδο και, ταυτόχρονα, συνιστά διαδικασία που προάγει την οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή και μέθοδο πρόληψης των αρνητικών οικονομικών, κοινωνικών και εδαφικών συνεπειών που ενδέχεται να έχουν οι βιομηχανικές μεταλλαγές και αναδιαρθρώσεις.

Ανάμεσα στους παράγοντες που θα μπορούσαν να αναγάγουν τα συμπλέγματα (cluster) σε συστήματα που διευκολύνουν την εγκατάσταση των επιχειρήσεων και τη διατήρηση των τοπικών ικανοτήτων, μπορούμε να αναφέρουμε τους εξής:

την ενίσχυση και βελτίωση της διαδικασίας συνεργασίας μεταξύ επιχειρήσεων,

τις προσφερόμενες ευκαιρίες για αναβάθμιση των τεχνολογικών ικανοτήτων που συνδέονται με την παρουσία ιδρυμάτων έρευνας και ανάπτυξης στο πλαίσιο των συμπλεγμάτων (π.χ. η περίπτωση του συμπλέγματος της αυτοκινητοβιομηχανίας),

τη δικτύωση των συναλλαγών μεταξύ πελατών, υπεργολάβων και προμηθευτών, που ευνοούν τη δημιουργία και την περαιτέρω ανάπτυξη στενότερων δεσμών συνεργασίας μεταξύ διαφορετικών οικονομικών και κοινωνικών παραγόντων, αλλά κυρίως μεταξύ διαφορετικών περιοχών,

την ένταξη επιχειρήσεων σε διακρατικά δίκτυα, που επιτρέπει την πρόσβαση σε νέες αγορές,

την προώθηση της εμπειρίας της κινητικότητας των εργαζομένων εντός του συμπλέγματος.

3.4.

Το γεγονός ότι, στο σημερινό οικονομικό περιβάλλον, οι επιχειρήσεις συνδέονται στο πλαίσιο του παγκόσμιου ανταγωνισμού, τις κάνει να εγκαθίστανται ή να μετεγκαθίστανται σε συμπλέγματα που έχουν σχέση με τον κλάδο δραστηριότητάς τους, από τα οποία μπορούν να αντλήσουν ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα που βασίζονται σε παράγοντες γενικού χαρακτήρα, όπως το επίπεδο και τα επαγγελματικά προσόντα του εργαζόμενου πληθυσμού, η ποιότητα της διακυβέρνησης, οι υποδομές της περιοχές και το τοπικό ή περιφερειακό επίπεδο καινοτομίας και ανάπτυξης (Ε&Α) και, γενικά, η ποιότητα ζωής στην περιοχή (η οποία πιθανόν να απαιτεί, για παράδειγμα, δημόσια παρέμβαση για την εξυγίανση εγκαταλελειμμένων βιομηχανικών θέσεων). Τα περιφερειακά συμπλέγματα μπορούν να αναδειχθούν σε σημαντικούς παράγοντες ενίσχυσης της οικονομικής, κοινωνικής και εδαφικής συνοχής και να αποτελέσουν έναυσμα για την εγκατάσταση επιχειρήσεων σε αναπτυσσόμενες περιφέρειες, υπό την προϋπόθεση ότι η ΕΕ και οι εθνικές κυβερνήσεις θα υλοποιήσουν και θα χρηματοδοτήσουν προγράμματα στήριξης επιχειρήσεων τεχνολογικής βάσης, προγράμματα έρευνας και ανάπτυξης (Ε&Α), επαγγελματικής κατάρτισης και ενθάρρυνσης της σύναψης εταιρικών σχέσεων μεταξύ επιχειρήσεων, πανεπιστημίων, τοπικών αρχών, κοινωνικών εταίρων και κοινωνίας των πολιτών.

3.5

Οι μητροπολιτικές περιοχές, ως κέντρα πολιτισμού και διαφόρων δραστηριοτήτων στο πλαίσιο των οποίων οι δημόσιοι και οι ιδιωτικοί φορείς εργάζονται από κοινού για την εξεύρεση λύσεων αλλαγής και νεωτερισμού, διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο για την υλοποίηση και την επιτυχή εγκαθίδρυση των συμπλεγμάτων, δεδομένου ότι οι περιοχές αυτές «βρίσκονται στην πρώτη γραμμή των τεχνολογικών αλλαγών που αφορούν τις μεταφορές, την οικοδόμηση και τα δημόσια έργα, τις τεχνολογίες των πληροφοριών και των επικοινωνιών, τη διαχείριση των υποδομών κ.λπ. Αυτές οι τεχνολογικές αλλαγές αποτελούν επίσης τη βάση της βιομηχανικής αναδιάρθρωσης και της μετεγκατάστασης δραστηριοτήτων εργατικού δυναμικού και υπηρεσιών με υψηλή προστιθέμενη αξία. Η οικονομική εξειδίκευση έχει και μία χωρική διάσταση: “cluster” ή ομάδες επιχειρήσεων συνεργάζονται στο πλαίσιο ενός δικτύου με κέντρα ερευνών και καινοτομίας και με πανεπιστήμια» (6).

Η μεγάλη πρόκληση των ευρωπαϊκών μητροπολιτικών περιοχών έχει επίσης να κάνει με τα προβλήματα κοινωνικής συνοχής, όπως είναι ο αποκλεισμός και η φτώχεια, των οποίων η λύση εξαρτάται, προφανώς, από την αρμονική, ισορροπημένη και βιώσιμη ανάπτυξη των μεγάλων ευρωπαϊκών μητροπολιτικών περιοχών, αλλά και από τη διασύνδεσή τους με τις γειτονικές περιοχές. Εντούτοις, η εξεύρεση κατάλληλων λύσεων αποδεικνύεται δύσκολη, εξαιτίας της έλλειψης συνεπών στατιστικών στοιχείων.

4.   Τα αποτελέσματα των βιομηχανικών μεταλλαγών και αναδιαρθρώσεων

Η διαδικασία των βιομηχανικών μεταλλαγών και αναδιαρθρώσεων έχει συνέπειες με αντίκτυπο σε ποικίλες διαστάσεις και διαφορετικές πτυχές και προκλήσεις στο επίπεδο των τομέων και των περιφερειών.

4.1   Κοινωνικές πτυχές

Το σύνολο των παραγόντων της οικονομικής ζωής παραδέχονται ότι η αναδιάρθρωση και η παγιοποίησή της αποτελούν προϋπόθεση για την επιβίωση και την αύξηση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων.

Η αναδιάρθρωση αποτελεί κοινωνικό πρόβλημα, όταν δεν υπάρχουν κατάλληλες εναλλακτικές διέξοδοι για απασχόληση διαθέσιμες στην ενδιαφερόμενη περιφέρεια ή όταν οι δυνατότητες κινητικότητας είναι ανύπαρκτες.

Εξάλλου, οι επιχειρήσεις οφείλουν να τηρούν πραγματικά τις αρχές και την εταιρική ευθύνη τους, εντάσσοντας, εκ των προτέρων, τις αντιπροσωπευτικές οργανώσεις των εργαζομένων και τους τοπικούς και περιφερειακούς φορείς στις προσεγγίσεις τους.

Η βιομηχανική ανταγωνιστικότητα πρέπει να επιτυγχάνεται μέσω του κοινωνικού διαλόγου.

4.2   Οι προκλήσεις που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι επιχειρήσεις

Η μεγάλη πρόκληση που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι επιχειρήσεις είναι η εξεύρεση της κατάλληλης απάντησης στις μεταλλαγές, λαμβάνοντας υπόψη την ανταγωνιστικότητα σε ένα περιβάλλον σύνθετο, καθώς και μία δεδομένη κοινωνική και θεσμική κατάσταση.

Οι βιομηχανικές μεταλλαγές που αναλαμβάνονται από τις μεγάλες επιχειρήσεις έχουν συνέπειες επί των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων των συνδεόμενων με αυτές με υπεργολαβία, οι οποίες δεν είναι δυνατόν να αγνοηθούν. Απαιτείται η καθιέρωση ενός μηχανισμού συνεργασίας σε δίκτυο, προκειμένου να διαθέτουν τη δυνατότητα κατάλληλης προσαρμογής.

4.3   Συνέπειες στη διεύρυνση και, ειδικότερα, αντίκτυπος στην απασχόληση

Είναι αναγκαίο να χαραχθούν ειδικές πολιτικές στήριξης της ανάπτυξης και της απασχόλησης, προκειμένου η διαχείριση των βιομηχανικών μεταλλαγών και αναδιαρθρώσεων στις χώρες της διεύρυνσης να θεωρηθεί ως σημαντική ευκαιρία για τη διαχείριση της οικονομικής ανάπτυξης, τη βελτίωση της ποιότητας ζωής και την προστασία του περιβάλλοντος.

Οι άμεσες ξένες επενδύσεις προέρχονται κυρίως από την ΕΕ (ποσοστό υψηλότερο του 60 % το 1998) και κατευθύνονται κυρίως προς τη Δημοκρατία της Τσεχίας, την Ουγγαρία και την Πολωνία. Στα τέλη του 2001, οι τρεις αυτές χώρες ήταν αποδέκτες των τριών τετάρτων περίπου του συνόλου των επενδύσεων στις χώρες της διεύρυνσης. Ως παράδειγμα επιτυχίας ή αποτυχίας έχουμε, στον τομέα της χαλυβουργίας, την περίπτωση της Kosice (Δημοκρατία της Σλοβακίας), όπου οι άμεσες ξένες επενδύσεις επέτρεψαν τον εκσυγχρονισμό των εγκαταστάσεων δίχως αναγκαστική μείωση των εργατικού δυναμικού, μέσω συμφωνιών με τοπικές επιχειρήσεις και χάρη στην κινητικότητα του εργατικού δυναμικού, ως αποτέλεσμα της παροχής κινήτρων, της εισαγωγής καινοτομιών και του ανταγωνισμού. Ο αντίκτυπος των στρατηγικών των πολυεθνικών επί της απασχόλησης διαφέρει ανάλογα με το είδος της προγραμματισμένης επένδυσης.

ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΣΤΗΝ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ: 3 ΠΙΘΑΝΑ ΣΕΝΑΡΙΑ

Στρατηγική πολυεθνικών

Συνέπειες στην απασχόληση

Χώρες προέλευσης των ΑΞΕ

Χώρες αποδέκτες των ΑΞΕ

(1)

Επέκταση δικτύων: προϊόντα ή υπηρεσίες ιδιαίτερα τοπικού χαρακτήρα ή ελάχιστα επανεξαγώγιμες – ενέργεια – μεταφορές – τράπεζες – εμπόριο – γεωργοδιατροφική βιομηχανία – τουρισμός

Ελάχιστες ή ανύπαρκτες βραχυπρόθεσμα.. Μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα: αναδιοργάνωση των υπηρεσιών διεκπεραίωσης των ανειλημμένων συναλλαγών.

Μεταβλητός βαθμός σημασίας, ανάλογα από το εάν αποκτώνται υπάρχουσες δραστηριότητες (με ή χωρίς αύξηση παραγωγικότητας) ή εάν δημιουργούνται εκ του μηδενός.

(2)

Επέκταση οριζόντιων ικανοτήτων: επανεξαγώγιμα προϊόντα ή υπηρεσίες – αυτοκινητοβιομηχανία – χημική βιομηχανία –σιδηρουργία.

Άμεση εμφάνιση έμμεσων συνεπειών (μη δημιουργία ικανοτήτων) και ενδεχόμενες συνέπειες υποκατάστασης μεσοπρόθεσμα (πρβλ. Seat/Skoda).

Σημαντική αναδιάρθρωση σε περίπτωση ανάληψης προγενέστερων δραστηριοτήτων.

Δημιουργία θέσεων εργασίας εάν τα εργοστάσια είναι τύπου «greenfield» (δλδ. όχι ακόμη βιομηχανοποιημένα).

(3)

Μετεγκαταστάσεις με στόχο τη μείωση δαπανών: προϊόντα ή υπηρεσίες ιδιαίτερα επανεξαγώγιμες – κλωστοϋφαντουργία – χυτήρια – εξοπλισμός αυτοκινήτων – ηλεκτρονική μεγάλου όγκου – υπηρεσίες πληροφορικής με μικρή ή μέση προστιθέμενη αξία

Σημαντικός βραχυπρόθεσμες ή μεσοπρόθεσμες συνέπειες (ποικίλος ρυθμός κύκλου υποκατάστασης ανάλογα με τις δραστηριότητες.

Σημαντικές αναδιαρθρώσεις σε περίπτωση ανάληψης προγενέστερων δραστηριοτήτων.

Δημιουργία θέσεων εργασίας εάν τα εργοστάσια είναι τύπου «greenfield».

Μεσοπρόθεσμος ή μακροπρόθεσμος κίνδυνος: μετεγκατάσταση.

(1) & (2)

Στα δύο αυτά σενάρια έχουμε να κάνουμε με οριζόντιες στρατηγικές επενδύσεων. Στο πρώτο σενάριο, οι πολυεθνικές επιδιώκουν κυρίως την κατάκτηση νέων αγορών και την επέκταση του δικτύου των παρεχόμενων υπηρεσιών τους, όπως λόγου χάρη των τραπεζικών υπηρεσιών ή των δικτύων μεταφορών και ενέργειας. Στο δεύτερο σενάριο, οι πολυεθνικές επιζητούν την επέκταση των παραγωγικών τους ικανοτήτων στους τομείς των υπηρεσιών ή των προϊόντων που μπορούν εύκολα να επανεξαχθούν.

(3)

Στο σενάριο αυτό έχουμε να κάνουμε με μία κάθετη στρατηγική μετεγκατάστασης, που έχει μεγαλύτερο αντίκτυπο στην απασχόληση.

Οι επιχειρήσεις των οποίων οι δραστηριότητες χαρακτηρίζονται από υψηλή ένταση εργασίας (π.χ. κλωστοϋφαντουργία και ηλεκτρονικά εξαρτήματα αυτοκινήτων) είναι περισσότερο επιρρεπείς στο σενάριο αυτό.

4.4   Συνέπειες στην εδαφική διάσταση

4.4.1

Στη διαδικασία βιομηχανικής αναδιάρθρωσης, είναι αναγκαία η εκτίμηση του ενεργητικού σε υποδομές, εξοπλισμό και ανθρώπινους, ενώ πρέπει να δοθούν κίνητρα για την εγκατάσταση νέων επιχειρήσεων. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η εξυγίανση του εδάφους και του υπεδάφους τη στιγμή εγκατάλειψης μίας περιοχής είναι αναγκαία για την επαναχρησιμοποίησή της.

Πρέπει να ενισχύεται και να εποπτεύεται η εδαφική ευθύνη των επενδυτών που έλαβαν δημόσια χρηματοδότηση.

Η σύναψη συμφωνιών συνεργασίας ανάμεσα σε όλους τους εμπλεκόμενους παράγοντες είναι αναγκαία για την ενδυνάμωση των περιφερειών που πλήττονται από τις βιομηχανικές μεταλλαγές.

4.5   Συνέπειες στο ανθρώπινο δυναμικό

Όλοι οι ενδιαφερόμενοι παράγοντες πρέπει να δεσμευθούν για τη διασφάλιση της πρόσβασης στην κατάρτιση όσων διαθέτουν περιορισμένα προσόντα. Αυτό αποτελεί προϋπόθεση για την οικονομική βιωσιμότητα.

Σε επίπεδο επιχειρήσεων, η διαχείριση των ικανοτήτων πρέπει να προϋποθέτει τη συμφωνία και την από κοινού προσέγγιση, από την επιχείρηση και τους εργαζομένους, των αναγκών τους για κατάρτιση και απόκτηση ικανοτήτων και προσόντων.

4.6   Συνέπειες στο ευρωπαϊκό κοινωνικό πρότυπο

Η επίτευξη υψηλού βαθμού οικονομικής, κοινωνικής, περιβαλλοντικής και εδαφικής συνοχής αποτελεί θεμελιώδη προϋπόθεση για τη βιωσιμότητα του ευρωπαϊκού κοινωνικού προτύπου.

Η βιομηχανική αναδιάρθρωση στο πλαίσιο των κανόνων του ευρωπαϊκού κοινωνικού προτύπου θα στεφθεί από επιτυχία μόνον εφόσον όλοι οι παράγοντες αποκομίσουν από αυτήν οφέλη.

4.7   Πτυχές που αφορούν την αλληλεπίδραση μεταξύ των τομέων της βιομηχανίας και των υπηρεσιών

4.7.1

Από τη δεκαετία του 1970, χαρακτηριστικό γνώρισμα της οικονομικής μεγέθυνσης υπήρξε η υπεροχή του τομέα των υπηρεσιών επί του τομέα της βιομηχανικής παραγωγής. Ωστόσο, η αλληλεξάρτηση και αλληλεπίδραση μεταξύ των δύο τομέων έχει θεμελιώδη σημασία για την αύξηση της παραγωγικότητας και της καινοτομίας, καθώς και τη βελτίωση της ποιότητας των προσφερόμενων προϊόντων και υπηρεσιών.

Η συγκεκριμένη αλληλεπίδραση είναι ζωτικής σημασίας στο πλαίσιο των βιομηχανικών αναδιαρθρώσεων και μεταλλαγών, καθώς οι εταιρείες που παρέχουν υπηρεσίες (π.χ. Ε & Α) στις βιομηχανικές επιχειρήσεις συνήθως τις ακολουθούν όταν αυτές μετεγκαθίστανται.

5.   Κοινωνική ευθύνη των επιχειρήσεων και οικονομική και κοινωνική συνοχή

5.1

Στη γνωμοδότησή της με θέμα «Βιομηχανικές μεταλλαγές στην Ευρώπη: σημερινή κατάσταση και προοπτικές — σφαιρική προσέγγιση» (7), η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι η Ευρώπη έχει ανάγκη να βιώσει «ένα νέο παράδειγμα επικεντρωμένο στις βιομηχανικές μεταλλαγές με ανθρώπινο πρόσωπο», το οποίο πρέπει να στηρίζεται στην ανταγωνιστικότητα, στη βιώσιμη ανάπτυξη και στην οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή. Θεμέλιο της προοπτικής αυτής είναι οι στόχοι που καθορίζονται στη στρατηγική της Λισσαβόνας και, προς την κατεύθυνση αυτή, η ΕΕ επικαλέσθηκε ιδιαίτερα το νόημα της κοινωνικής ευθύνης των επιχειρήσεων, λαμβάνοντας υπόψη τις ανάγκες και τις βέλτιστες πρακτικές της δια βίου επαγγελματικής κατάρτισης, την οργάνωση της εργασίας, την ισότητα των ευκαιριών, την κοινωνική ένταξη και τη βιώσιμη ανάπτυξη.

5.2.

Αναγνωρίζεται γενικώς, και αυτό έχει και ηθική βάση, ότι η κοινωνική ευθύνη των επιχειρήσεων αφορά συγκεκριμένα δύο θεμελιώδη ζητήματα:

τις συνθήκες εργασίας και απασχόλησης,

τις συνθήκες διαβίωσης στην περιοχή όπου εγκαθίστανται οι επιχειρήσεις, δηλαδή τη συμμετοχή των επιχειρήσεων στην οικονομική αναζωογόνηση και στην προαγωγή αποδεκτών περιβαλλοντικών πρακτικών στην τοπική κοινότητα.

Συνήθως ζητείται από τις επιχειρήσεις να δεχθούν τη συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων, των τοπικών αρχών, των καταναλωτών και των προμηθευτών, στο αντίστοιχο επίπεδο αρμοδιοτήτων τους.

5.3.

Η ανάληψη κοινωνικής ευθύνης από τις επιχειρήσεις (στα ζητήματα που προαναφέρονται) μπορεί να αποτελέσει μέσο που θα προαγάγει την οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή, υπό την προϋπόθεση ότι, κατά τρόπο προ-ενεργό, υιοθετείται μία προληπτική προσέγγιση για τη διαχείριση της μεταλλαγής ή της αναδιάρθρωσης, η οποία θα είναι επωφελής για όλα τα εμπλεκόμενα μέρη.

6.   «Ορθές πρακτικές» αναδιάρθρωσης με την τήρηση της κοινωνικής και εδαφικής ευθύνης

6.1

Το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο ενθαρρύνει και στηρίζει τις εμπειρίες «ορθών πρακτικών» που αφορούν τον χειρισμό των βιομηχανικών μεταλλαγών. Το Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο της Αλλαγής (European Monitoring Centre on Change, EMCC), το οποίο δραστηριοποιείται στους κόλπους του Ευρωπαϊκού Ιδρύματος για τη Βελτίωση των Συνθηκών Διαβίωσης και Εργασίας με έδρα το Δουβλίνο, κοινοποιεί σε τακτά διαστήματα παρόμοιες εμπειρίες αξιοποίησης της κοινωνικής και εδαφικής ευθύνης των επιχειρήσεων. Εξάλλου, και η πρώτη φάση της διαβούλευσης που ανέλαβε η Επιτροπή υπό τον τίτλο «Anticipating and Managing Change — a dynamic approach to the social aspects of corporate restructuring» έδωσε τη δυνατότητα εντοπισμού μίας σειράς ορθών πρακτικών στο εξεταζόμενο επίπεδο.

Σε γενικές γραμμές, αυτές οι εμπειρίες ορθώς πρακτικών εκδηλώνονται μέσω:

της ανάγκης πρόγνωσης και εκ των προτέρων αντιμετώπισης των προβλημάτων απασχόλησης που θα προκύψουν ως αποτέλεσμα των προβλεπόμενων αναδιαρθρώσεων,

της ανάγκης διεξαγωγής μελέτης των άμεσων και έμμεσων συνεπειών στην περιφέρεια,

της παρέμβασης και κινητοποίησης των παραγόντων που βρίσκονται επί τόπου (επιχειρήσεις, συνδικάτα, τοπικές και περιφερειακές δημόσιες αρχές, οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών κ.λπ.),

της αξιοποίησης των συλλογικών διαπραγματεύσεων και της επιτακτικής ανάγκης διεξαγωγής «κοινωνικού διαλόγου» ανάμεσα στις επιχειρήσεις, τους εκπροσώπους των εργαζομένων και τις τοπικές και περιφερειακές αρχές, οι οποίες αποτελούν βασικές πτυχές της αναζήτησης λύσεων και εναλλακτικών διεξόδων στις στρατηγικές αποφάσεις που αφορούν τη μετεγκατάσταση επιχειρήσεων,

της κοινωνικής παρακολούθησης της μεταλλαγής (επιμόρφωση, κατάρτιση, αξιοποίηση των ικανοτήτων των εργαζομένων προκειμένου να ακολουθήσουν δική τους επαγγελματική σταδιοδρομία, αναζωογόνηση των βάσεων της απασχόλησης, ανάπτυξη του βιομηχανικού ιστού, μετατροπή των εργαζομένων σε επιχειρηματίες κ.λπ.),

της δέσμευσης των επιχειρήσεων να προωθήσουν επιχειρηματική συνεργασία με τους εργαζόμενους που αποχώρησαν από την επιχείρηση υπό καθεστώς υπεργολαβίας παροχής υπηρεσιών μέσω της εξωτερικής ανάθεσης δραστηριοτήτων της,

της εμφάνισης καινοτόμων λύσεων χάρη στην ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας,

της έγκαιρης ενημέρωσης όλου του δικτύου μικρομεσαίων επιχειρήσεων που αναλαμβάνουν υπεργολαβίες, των δημοσίων υπηρεσιών και αρχών, των πανεπιστημίων και των επιχειρηματικών ενώσεων σχετικά με την πρόθεση αναδιάρθρωσης των επιχειρήσεων που είναι εγκατεστημένες στην περιοχή. Αυτό είναι δυσκολότερο να εφαρμοσθεί όταν πρόκειται για πολυεθνικές επιχειρήσεις, των οποίων το κέντρο λήψης αποφάσεων βρίσκεται μακριά από την περιφέρεια, τη χώρα και ακόμη την Ευρώπη.

6.2

Οι κοινωνικές διαπραγματεύσεις και ο κοινωνικός διάλογος έχουν ουσιαστική σημασία προκειμένου να προωθηθεί η αναδιάρθρωση κατά τρόπο που να συμβιβάζεται με την κοινωνική ευθύνη, οπότε είναι ιδιαίτερα σημαντικό να υπάρχει θετική στάση από πλευράς τόσο των επιχειρήσεων όσο και των συνδικάτων, ώστε να εξευρεθούν μέθοδοι αναδιάρθρωσης που θα είναι επιτυχημένες για τις επιχειρήσεις, τους εργαζόμενους και τις τοπικές κοινωνίες. Η Επιτροπή έχει ενθαρρύνει την προσφυγή σε αυτές τις ορθές πρακτικές με την έκδοση οδηγιών (98/59/ΕΚ, 2001/23/ΕΚ, 94/45/ΕΚ και 2001/12/ΕΚ), που θεσπίζουν συγκεκριμένους προσανατολισμούς και υποχρεώσεις. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο υπογραμμίζουμε την πρωτοβουλία που αναλήφθηκε το 2002, η οποία προβλέπει την «κοινωνικά έξυπνη αναδιάρθρωση» και είχε ως αποτέλεσμα την έκδοση ορισμένων κατευθυντήριων γραμμών τον Ιούνιο του 2003. Πρέπει να δοκιμάζονται όλες οι εναλλακτικές διέξοδοι προκειμένου να αποφεύγονται οι απολύσεις.

6.3

Υπάρχουν πολυάριθμα θετικά παραδείγματα ορθών πρακτικών, σε αυτόν τον τομέα, από ευρωπαϊκές επιχειρήσεις οι οποίες προσέφυγαν στην εφαρμογή πρακτικών που διέπονται από κοινωνική ευθύνη προκειμένου να προωθήσουν τη στρατηγική τους για βιομηχανική μεταλλαγή ή αναδιάρθρωση, όπως — για να παραθέσουμε μία μόνο από αυτές — ο σιδηρουργικός όμιλος ACELOR, ο οποίος προέκυψε από τη συγχώνευση των επιχειρήσεων Arbed, Acelaria και Usinor και ο οποίος αποφάσισε — εντός ενός πλαισίου υπερβάλλοντος διαρθρωτικού δυναμικού παραγωγής μεταλλικών ελασμάτων και για τη βελτίωση των συνεργιών — το σταδιακή θέση εκτός λειτουργίας των παλαιών φούρνων στη Λιέγη και τη μείωση της παραγωγής στη Βρέμη και στην Eisenhuttenstadt. Ενόψει της απώλειας των θέσεων εργασίας που θα προκαλούσαν αυτά τα μέτρα, η Arcelor δεσμεύθηκε να μην αφήσει απολύτως κανέναν εργαζόμενο με πρόβλημα απασχόλησης, να επαναχρησιμοποιήσει τις εν λόγω βιομηχανικές εγκαταστάσεις και, με τη βοήθεια όλων των ενδιαφερόμενων μερών, να συμβάλει στην επανεκβιομηχάνιση του τοπικού οικονομικού ιστού.

Από την άλλη μεριά, ένα αρνητικό παράδειγμα μη υιοθέτησης ορθών πρακτικών και αναδιάρθρωσης της αυτοκινητοβιομηχανίας καταγράφεται στο Mezzogiorno (Ιταλία), όπου επιδιώχθηκε η μεταφορά δραστηριοτήτων υπεργολαβίας σε ξένη χώρα, χωρίς να υπάρξει πρόβλεψη για τη λήψη επαρκών μέτρων συνοδείας και επίλυσης των προκαλούμενων κοινωνικών προβλημάτων.

6.4

Οι βιομηχανικές μεταλλαγές που είναι αναγκαίες ώστε να εξακολουθήσουν οι επιχειρήσεις να είναι ανταγωνιστικές πρέπει να στηρίζονται από τις αρχές και να χρηματοδοτούνται στο επίπεδο της εκπαίδευσης και κατάρτισης του εργατικού δυναμικού, ενώ το πλαίσιο αυτό προσφέρεται και για την προώθηση της χρήσης των νέων τεχνολογιών. Επιπλέον, επιβάλλεται να λαμβάνεται υπόψη η ενίσχυση της κοινωνικής ευθύνης των επιχειρήσεων και η προάσπιση των κοινωνικών συμφερόντων για τη δημιουργία περισσότερων και καλύτερων θέσεων εργασίας, καθώς και η διαφύλαξη της βιωσιμότητας του περιβάλλοντος στις περιφέρειες όπου είναι εγκατεστημένες οι επιχειρήσεις.

7.   Οι βιομηχανικές μεταλλαγές και η οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή ως μέσα επίτευξης της βιώσιμης ανάπτυξης

7.1

Ο στόχος της βιώσιμης ανάπτυξης έχει πρωταρχική σημασία για την ΕΕ. Τα μεγάλα διευρωπαϊκά σχέδια, όπως τα οδικά δίκτυα και άλλα έργα υποδομής που προβλέπεται να δημιουργηθούν σε ευρωπαϊκή κλίμακα, δεν επαρκούν για την επίτευξη της βιώσιμης ανάπτυξης και για την προαγωγή της ανάπτυξης γενικότερα σε όλες τις μειονεκτούσες περιφέρειες. Οι ανισότητες όσον αφορά την παραγωγή, την παραγωγικότητα και τη δυνατότητα πρόσβασης στην απασχόληση που συνεχίζουν να υφίστανται μεταξύ κρατών και περιφερειών οφείλονται στην έλλειψη υποδομών που συμβάλλουν καθοριστικά στην ανταγωνιστικότητα, δηλαδή σε ακατάλληλες διαρθρώσεις όσον αφορά το ανθρώπινο και υλικό δυναμικό, σε υφιστάμενα περιβαλλοντικά προβλήματα και σε ελλείψεις ικανοτήτων καινοτομίας και αδυναμίες της περιφερειακής διακυβέρνησης.

7.2

Οι ευκαιρίες που προκύπτουν από τις βιομηχανικές μεταλλαγές, με δεδομένα τα αποτελέσματά τους επί του οικονομικού, του κοινωνικού και του επιστημονικού ιστού και όσον αφορά τη συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών και των τοπικών αρχών μέσω της συνδυασμένης προσφυγής στα μέσα και στις πολιτικές κοινωνικής συνοχής και στις κοινοτικές διαρθρωτικές πολιτικές, είναι σε θέση να βοηθήσουν ουσιαστικά και να συμβάλουν στη διαδικασία της βιώσιμης και ισόρροπης ανάπτυξης. Ως εκ τούτου, οι μεταλλαγές απαιτούν την καταβολή προσπαθειών για προσαρμογή, έρευνα και καινοτομία, καθώς και την υιοθέτηση νέων στάσεων, από πλευράς τόσο των επιχειρηματιών όσο και των κοινωνικών εταίρων και της κοινωνίας των πολιτών που θα συνεργάζονται στο πλαίσιο εταιρικών σχέσεων, με σκοπό να βοηθήσουν τις ενδιαφερόμενες περιφέρειες να διατηρήσουν και να βελτιώσουν με αρμονικό τρόπο τις οικονομικές και κοινωνικές δομές τους.

8.   Οι προτάσεις μεταρρυθμίσεων που περιλαμβάνονται στην τρίτη έκθεση για την οικονομική και κοινωνική συνοχή

8.1

Η Επιτροπή προτείνει μια νέα αρχιτεκτονική για την πολιτική οικονομικής, κοινωνικής και εδαφικής συνοχής της ΕΕ, η οποία θα περιστρέφεται γύρω από τρεις προτεραιότητες:

Σύγκλιση

Στόχο αποτελεί η στήριξη της οικονομικής μεγέθυνσης και της δημιουργίας απασχόλησης στα κράτη μέλη και στις λιγότερο ανεπτυγμένες περιφέρειες.

Περιφερειακή ανταγωνιστικότητα και απασχόληση — πρόβλεψη και προώθηση των αλλαγών

Η εν λόγω προτεραιότητα επιδοκιμάζεται από την παρούσα γνωμοδότηση, επειδή συσχετίζει τις βιομηχανικές μεταλλαγές με μία πολιτική συνοχής, μέσω εθνικών και περιφερειακών προγραμμάτων, τα οποία προορίζονται συγκεκριμένα για τις συνέπειες, την πρόληψη, την πρόνοια και την προσαρμογή στις οικονομικές εξελίξεις. Και όλα αυτά σε σύνδεση με τις πολιτικές προτεραιότητας της ευρωπαϊκής στρατηγικής για την απασχόληση και την προώθηση της ποιότητας και της παραγωγικότητας της εργασίας, καθώς και της κοινωνικής ένταξης.

Ευρωπαϊκή εδαφική συνεργασία

Στόχο αποτελεί η προώθηση της αρμονικής και ισόρροπης ανάπτυξης στην επικράτεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μέσω μέτρων που προωθούν τη διασυνοριακή και διακρατική συνεργασία.

9.   Σχόλια σχετικά με τις προτάσεις της τρίτης έκθεσης όσον αφορά τις βιομηχανικές αναδιαρθρώσεις και μεταλλαγές

9.1

Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για το γεγονός ότι η τρίτη έκθεση για την οικονομική και κοινωνική συνοχή, που παρουσιάσθηκε στις 18 Φεβρουαρίου, αναφέρεται με σαφή και αντικειμενικό τρόπο στο θέμα των «βιομηχανικών και οικονομικών αλλαγών εν γένει».

9.2

Ειδικότερα, εκφράζει τη συμφωνία της όσον αφορά τις αρχές στις οποίες βασίζονται οι στρατηγικές της τρίτης Έκθεσης για τη Συνοχή, καθώς και τη σύνδεση μεταξύ της στρατηγικής της Λισσαβόνας και της μελλοντικής περιφερειακής πολιτικής σε σχέση με τα προγράμματα τα προσανατολισμένα στη γνώση και τα εθνικά και περιφερειακά προγράμματα με στόχο την προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης των λιγότερο ευνοημένων περιφερειών. Εντούτοις, εκτιμά ότι τα συγκεκριμένα μέτρα είναι ανεπαρκή και ασκεί κριτική όσον αφορά τα ακόλουθα σημεία:

την απουσία ποσοτικώς προσδιορισμένων στόχων για την υλοποίηση των μέτρων προώθησης της συνοχής σε επίπεδο τόσο των κρατών μελών όσο και των περιφερειών, γεγονός που καταδεικνύει ευθύς εξ αρχής μία χαλάρωση των απαιτήσεων επίτευξης των στόχων,

την απουσία εγγυήσεων ότι με το επόμενο πρόγραμμα για την περίοδο 2007-2013 θα επιτευχθεί μεγαλύτερη συνοχή ανάμεσα στις περιφέρειες και όχι μόνον μεταξύ των κρατών μελών, όπως συνέβη με τα προηγούμενα προγράμματα για τις περιόδους 1994-1999 και 2000-2006, κάτι που, εφόσον δεν συμβαίνει, φανερώνει την αδυναμία υλοποίησης των πολιτικών και την αποτυχία της πολιτικής της ΕΕ για την προώθηση της οικονομικής, κοινωνικής και εδαφικής συνοχής στις λιγότερο ευνοημένες περιφέρειες,

την απουσία ειδικής διαδικασίας ελέγχου προκειμένου να διασφαλίζεται ότι οι λιγότερο ευνοημένες περιφέρειες θα λάβουν τα χρηματοδοτικά μέσα που είναι αναγκαία για την ανάπτυξή τους, κάτι που μας κάνει να πιστεύουμε ότι — όπως συνέβη και κατά το παρελθόν — οι περισσότερο ευνοημένες περιφέρειες θα ωφεληθούν πιο πολύ από τις λιγότερο ευνοημένες, λόγω του πλεονεκτήματος που διαθέτουν όσον αφορά τις παραγωγικές υποδομές και τη δυνατότητα παροχής υπηρεσιών,

την απουσία προτάσεων αναφορικά με την παροχή κινήτρων στις επιχειρήσεις που εφαρμόζουν πολιτική κοινωνικής ευθύνης με θετικές συνέπειες για την πολιτική οικονομικής, κοινωνικής και εδαφικής συνοχής,

την απουσία αποτελεσματικής μεθόδου συντονισμού των αποτελεσμάτων της εφαρμογής των πολιτικών συνοχής, με πρόβλεψη κυρώσεων για τα κράτη μέλη που δεν επιτυγχάνουν τους στόχους που καθορίζονται από την πολιτική συνοχής,

τη μη αναγνώριση των εξελισσόμενων βιομηχανικών μεταλλαγών ως παράγοντα που μπορεί να δημιουργήσει και να εντείνει τις ανισότητες μεταξύ των περιφερειών, λόγω του ενδεχόμενου της μετεγκατάστασης επιχειρήσεων, που προκαλεί τεράστιες διαταραχές σε διάφορα επίπεδα, με αποτέλεσμα το επίπεδο συνοχής των περιφερειών που πλήττονται, το οποίο ενδέχεται κάποτε να ήταν υψηλό, να σημειώσει σημαντική πτώση, θέτοντας σε κίνδυνο τη δυνατότητα μεσοπρόθεσμης και μακροπρόθεσμης βελτίωσης της κατάστασης των συγκεκριμένων περιφερειών, ενώ δεν συναντάμε στην έκθεση καμία ειδική πρόταση για πρόληψη αυτής της εξέλιξης.

10.   Συμπεράσματα και συστάσεις

10.1

Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι οι υποβληθείσες από την Επιτροπή προτάσεις για τη μεταρρύθμιση της πολιτικής συνοχής είναι ανεπαρκείς και ότι δεν αξιοποιείται εξ ολοκλήρου η προσφερόμενη ευκαιρία για διαχείριση των αλλαγών, οι οποίες, εκτός από αναπόφευκτες, είναι και ουσιαστικής σημασίας ως έκφραση του οικονομικού δυναμισμού και ως μοχλός για την προώθηση της βιώσιμης ανάπτυξης. Και αυτό εξαιτίας της απουσίας βελτιστοποίησης και συγκερασμού των ευκαιριών που παρέχει η στρατηγική της Λισσαβώνας και θετικής προσέγγισης των ζητημάτων των μεταλλαγών, της ανταγωνιστικότητας και της συνοχής, της ατζέντας για την κοινωνική πολιτική, που προσδιορίζει την πρόβλεψη και διαχείριση των αλλαγών ως βασική πρόκληση, και της ευρωπαϊκής στρατηγικής για την απασχόληση, που αναφέρεται στον πυλώνα της προσαρμοστικότητας.

10.2

Η ΕΟΚΕ θεωρεί αναγκαία την επίτευξη ισορροπίας ανάμεσα στις οικονομικές και τις κοινωνικές πτυχές, με την υιοθέτηση μίας διαχείρισης των βιομηχανικών μεταλλαγών που θα επιδιώκει έναν διττό στόχο: την εξασφάλιση και την προώθηση συνολικών κοινωνικών στόχων (κατάρτιση, απασχόληση, ευκαιρίες και κοινωνική προστασία) και τη διασφάλιση της επιβίωσης των επιχειρήσεων, με την εφαρμογή ειδικών πολιτικών για τη στήριξή τους που θα εξασφαλίζουν την αναδιάρθρωση και τη σταθεροποίηση ως προϋπόθεση για την επιβίωση και την αύξηση της ανταγωνιστικότητας, μέσω ολοκληρωμένων και συμπληρωματικών δράσεων που θα προωθούνται από κοινού από τους κυριότερους εμπλεκόμενους παράγοντες, δηλαδή το κράτος (στα ποικίλα επίπεδά του: κεντρικό, περιφερειακό και τοπικό) και τις επιχειρήσεις.

10.3

Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι, για την επιτυχή έκβαση της πολιτικής οικονομικής, κοινωνικής και εδαφικής συνοχής είναι απαραίτητο να υπάρξει περισσότερος και καλύτερος συντονισμός των ακόλουθων παραγόντων κατά την εφαρμογή των υφιστάμενων αναπτυξιακών πολιτικών της ΕΕ: των ισχυουσών οδηγιών που ρυθμίζουν το ζήτημα της συμμετοχής των εργαζομένων στις επιχειρήσεις, του εγκάρσιου κοινωνικού διαλόγου μεταξύ των βιομηχανικών τομέων, της τακτικής διαβούλευσης στους κόλπους της Συμβουλευτικής Επιτροπής Βιομηχανικών Μεταλλαγών (ΣΕΒΜ) της ίδιας της ΕΟΚΕ, του Ευρωπαϊκού Παρατηρητηρίου Βιομηχανικών Μεταλλαγών (ΕΠΒΜ), της διάθεσης των πόρων των διαρθρωτικών ταμείων, της πολιτικής ανταγωνισμού και της προώθησης της εφαρμογής της κοινωνικής ευθύνης των επιχειρήσεων. Για το σκοπό αυτό, είναι ζωτικής σημασίας η συναίνεση και η δέσμευση όλων των ενδιαφερόμενων μερών.

10.4

Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι, στο πλαίσιο της αναδιάρθρωσης, πρέπει να εφαρμόζεται ένα σύνολο αρχών που θα αποτελούν τη βάση και το υπόβαθρο των ορθών πρακτικών, συνυπολογίζοντας την ανάγκη τόνωσης της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων και τις απαιτήσεις της οικονομικής, κοινωνικής και εδαφικής συνοχής.

10.5

Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι η συνεχιζόμενη υποβάθμιση της ανταγωνιστικότητας της Ευρώπης σε σχέση με τις ΗΠΑ οφείλεται στην απουσία απαιτήσεων όσον αφορά την τήρηση των προθεσμιών εφαρμογής από τα κράτη μέλη των θεμελιωδών στρατηγικών και μέσων παρέμβασης της ΕΕ, όπως είναι η στρατηγική της Λισσαβόνας, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και η βιώσιμη ανάπτυξη.

Εάν συνεχισθεί η τάση αυτή, η ΕΕ κινδυνεύει να υποβαθμισθεί από δεύτερη σε τρίτη παγκόσμια δύναμη (ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να αποδίδεται στην Ιαπωνία, την Κίνα και την Ινδία), και πρέπει να αποτρέψουμε το ενδεχόμενο αυτό. Για τον λόγο αυτό, η ΕΟΚΕ καταλήγει στο συμπέρασμα ότι χρειάζεται να προβληθούν αυξημένες απαιτήσεις και ότι είναι αναγκαίο να διαδραματίσει η Επιτροπή πιο ενεργό ρόλο στον συντονισμό και στην παρακολούθηση της ουσιαστικής υλοποίησης των προαναφερόμενων στρατηγικών. Ένα από τα κύρια μέτρα συντονισμού θα ήταν ο ορισμός ενός επιτρόπου αρμόδιου για την παρακολούθηση των βιομηχανικών μεταλλαγών και μετεγκαταστάσεων, γεγονός που θα επέτρεπε την καλύτερη διασύνδεση της βιομηχανικής πολιτικής με την προστασία του περιβάλλοντος.

Στο πλαίσιο της παρούσας γνωμοδότησης πρωτοβουλίας, η ΕΟΚΕ απευθύνει τις ακόλουθες συστάσεις:

α)

Επιβάλλεται η επανεξέταση της στρατηγικής θεώρησης της συνοχής λαμβάνοντας υπόψη τις σημερινές προκλήσεις που έχει να αντιμετωπίσει η ΕΕ, μέσω ενός νέου και ενισχυμένου ορισμού της έννοιας της συνοχής, το περίγραμμα της οποίας δεν θα περιορίζεται από τα στενά οικονομικά κριτήρια των διαρθρωτικών ταμείων και του Ταμείου Συνοχής αλλά θα επαναπροσδιορισθεί υπό το πρίσμα του τριπλού σκοπού της:

της ενίσχυσης της συνεκτικότητας της ευρωπαϊκής οικονομίας,

της προαγωγής του «πνεύματος ευρωπαϊκής οικογένειας»,

της προώθησης της αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών και των περιφερειών της Κοινότητας.

β)

Θα ήταν σκόπιμο να αλλάξει το απόλυτο κριτήριο του κατά κεφαλήν ΑΕγχΠ που χρησιμοποιείται για τον καθορισμό των επιλέξιμων περιφερειών, δεδομένου ότι το κριτήριο αυτό δημιουργεί σχετικές αδικίες κατά την υλοποίηση των διαρθρωτικών πολιτικών. Ως γνωστόν, ο σχετικός πλούτος δεν εκφράζεται απλώς και μόνον από έναν ψυχρό αριθμό όπως είναι το κατά κεφαλήν ΑΕγχΠ. Τα επίπεδα εξειδίκευσης του ανθρώπινου δυναμικού, οι ελλείψεις σε υποδομές, η απόσταση από το κέντρο της κινητήριας δύναμης της ευρωπαϊκής οικονομίας και η δημογραφική διάρθρωση πρέπει να αποτελούν καθοριστικά κριτήρια επιλεξιμότητας των κοινοτικών περιφερειών.

γ)

Επιβάλλεται η καθιέρωση μίας νέας κλίμακας κριτηρίων αξιολόγησης των περιφερειών, προκειμένου να διαμορφωθεί ένας νέος χάρτης ευρωπαϊκής συνοχής.

δ)

Όσον αφορά την εδαφική συνοχή, η διαχείριση της κοινοτικής επικράτειας πρέπει να επανασχεδιασθεί, ώστε να παρέχεται η δυνατότητα μίας πολυκεντρικής, αρμονικής, ισόρροπης και διαρκούς ανάπτυξης. Η συγκεκριμένη χωροταξική διευθέτηση πρέπει να λαμβάνει υπόψη τη διαπεριφερειακή συνοχή από φυσική και οικονομική άποψη και να στηρίζεται στη συμμετοχή των τοπικών, περιφερειακών, εθνικών και ευρωπαϊκών αρχών με στόχο την οικοδόμηση ενός ευρωπαϊκού προτύπου χωροταξικής ανάπτυξης, το οποίο θα καθοδηγεί τις νέες οικονομικές (επενδύσεις, Ε&Α) και κοινωνικές (απασχόληση) στρατηγικές.

ε)

Είναι αναγκαία η καθιέρωση μιας λογικής που θα ευνοεί την επιτάχυνση της χάραξης των διαρθρωτικών πολιτικών για την οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή, ως μεθόδου πρόβλεψης των οικονομικών αλλαγών γενικότερα, και ειδικότερα των βιομηχανικών αναδιαρθρώσεων. Το ισχύον ανώτατο όριο χρηματοδοτικών πόρων της ΕΕ [ποσοστό 1,24 % επί του Ακαθαρίστου Εγχωρίου Προϊόντος (ΑΕγχΠ)] — και είναι πιθανή η μείωση αυτού στις δημοσιονομικές προοπτικές της περιόδου 2007-2013 — δεν αρκεί για την κάλυψη των αναγκών και επιβάλλει μια λογική περιορισμού των δράσεων, γεγονός που παρακωλύει την ταχύτερη επίτευξη των στόχων της συνοχής.

στ)

Έχει σημασία η έμφαση στο ανθρώπινο δυναμικό, με την επικέντρωση των πόρων στους τομείς της επαγγελματικής εκπαίδευσης και της καθεαυτό επαγγελματικής κατάρτισης, βάσει μίας ευέλικτης προσέγγισης που θα επιδέχεται προσαρμογές στα διαφορετικά είδη προβλημάτων που θα έχουν να αντιμετωπίσουν στον τομέα αυτό τα κράτη μέλη και οι περιφέρειες.

ζ)

Πρέπει να στηριχθούν ειδικότερα οι περιφέρειες που αντιμετωπίζουν δραματικά προβλήματα αναδιάρθρωσης της βιομηχανικής παραγωγικής δομής τους, μέσω του προσδιορισμού των τομέων και περιφερειών που κινδυνεύουν σε μεγάλο βαθμό με απώλεια ανταγωνιστικότητας, και να υποβληθούν συγκεκριμένες προτάσεις στήριξης λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες κάθε τομέα. Πρέπει να επιδειχθεί ιδιαίτερη προσοχή στον αντίκτυπο της βιομηχανικής αναδιάρθρωσης στα νέα κράτη μέλη.

η)

Στο πλαίσιο των συστάσεων της προηγούμενης παραγράφου, είναι αναγκαία η καθιέρωση της «αρχής της περισσότερο ευνοούμενης περιφέρειας», όπου θα υπάρχει δυνατότητα χορήγησης ειδικών χρηματικών ενισχύσεων με σκοπό την προώθηση της μετατροπής της συγκεκριμένης περιφέρειας. Στο πλαίσιο αυτό, ο κοινωνικός διάλογος ενέχει θεμελιώδη ρόλο, όπως και ο διάλογος με τους πολίτες με τη συμμετοχή όλων των ζωντανών δυνάμεων που είναι παρούσες (επιχειρήσεις, πανεπιστήμια, ερευνητικά κέντρα, τοπικές αρχές, ενώσεις, συνδικάτα κ.λπ.). Κατ' αυτόν τον τρόπο, θα επιτευχθεί η αναζωογόνηση του οικονομικού ιστού της περιφέρειας μέσω της δημιουργίας νέων εναλλακτικών διεξόδων οικονομικής δραστηριότητας.

θ)

Έχει σημασία να στηριχθεί η ανάπτυξη περιφερειακών συμπλεγμάτων (cluster) μέσω της ενθάρρυνσης της επέκτασης των τομέων της τεχνολογίας των πληροφοριών και των επικοινωνιών και των δημιουργικών βιομηχανικών μονάδων με έντονη τεχνολογική βάση, που θα συμβάλλουν στην ανάπτυξη των δυνατοτήτων και ικανοτήτων των περιφερειών, αυξάνοντας την ικανότητά τους για την προσέλκυση και την εγκατάσταση επιχειρήσεων. Κατ' αυτόν τον τρόπο, υποστηρίζεται η ολοκλήρωση των βιομηχανικών μεταλλαγών και αναδιαρθρώσεων με την παράλληλη ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των περιφερειών, τη βελτίωση της οικονομικής, κοινωνικής και εδαφικής συνοχής και την αύξηση της απασχόλησης.

Ιδιαίτερα σημαντική είναι η εκπόνηση περιφερειακών μελετών και ο από κοινού προγραμματισμός με τις εθνικές και τις περιφερειακές κυβερνήσεις όσον αφορά τον τρόπο αξιοποίησης όλου του δυναμικού μίας περιφέρειας για τη δημιουργία του συμπλέγματος.

ι)

Πρέπει να ληφθεί υπόψη η θετική πείρα του παρελθόντος, στο πλαίσιο τομεακών προγραμμάτων όπως τα RECHAR, RESIDER και RETEXT, όσον αφορά τη χάραξη πολιτικών για το βιομηχανικό εκσυγχρονισμό των περιφερειών, με σκοπό τη δυνατότητα αξιοποίησης όλου του αναπτυξιακού δυναμικού τους.

ια)

Η Επιτροπή οφείλει να συνεχίσει τον εκσυγχρονισμό και την ενεργοποίηση της βιομηχανικής πολιτικής με στόχο την προσαρμογή των κανόνων της στο νέο πλαίσιο που επικρατεί σήμερα σε παγκόσμιο επίπεδο. Υπό την έννοια αυτή, η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει την πρόσφατη πρόταση αναθεώρησης της βιομηχανικής πολιτικής, η οποία δημοσιοποιήθηκε στις 20 Απριλίου 2004 (8). Πρέπει να υπάρξει ιδιαίτερη μέριμνα για το συντονισμό μεταξύ της βιομηχανικής πολιτικής και άλλων κοινοτικών πολιτικών, και ειδικότερα της περιβαλλοντικής.

ιβ)

Η Ευρώπη υποχρεούται να επιβάλλει την αυστηρή εφαρμογή των κανόνων της ΔΟΕ, ενώ είναι δυνατόν να εισέλθουμε σε οικονομική κρίση, λόγω της απώλειας ανταγωνιστικότητας των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, εάν δεν καταβληθούν προσπάθειες για την εξάλειψη του «κοινωνικού και φορολογικού ντάμπινγκ» σε άλλες περιοχές του κόσμου, όπου δεν ακολουθείται το ίδιο σχέδιο επιβολής ισότιμων κανόνων στην αγορά.

ιγ)

Η Ευρώπη πρέπει να συμμετάσχει στο παγκόσμιο παιχνίδι ποντάροντας στις μεγάλες τεχνικές και τεχνολογικές ικανότητές της και στον υψηλό βαθμό εξειδίκευσης του ανθρώπινου δυναμικού της. Για να το επιτύχει αυτό, ωστόσο, πρέπει να αναθεωρήσει την πολιτική που ακολουθεί σχετικά με τη στήριξη της έρευνας, και κυρίως του ανθρώπινου δυναμικού. Είναι γνωστό ότι από τους περίπου 14 000 ευρωπαίους ερευνητές που σπουδάζουν στις ΗΠΑ, μόνον 3 000 περίπου προτίθενται να επιστρέψουν στην Ευρώπη. Πρόκειται για μια ανησυχητική κατάσταση, για την αντιμετώπιση της οποίας απαιτείται η λήψη χωρίς καθυστέρηση των κατάλληλων μέτρων. Ένα ορθό βήμα προς αυτήν την κατεύθυνση αποτελεί η πρωτοβουλία «Regions for Knowledge» (KnowREG), στο πλαίσιο της οποίας αποφασίσθηκε, στις 27 Απριλίου 2004, η εκπόνηση 14 πρότυπων σχεδίων για την προώθηση της οικονομίας της γνώσης σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο.

ιδ)

Η ΕΟΚΕ επισημαίνει την ανάγκη το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να συνδέσει σαφώς τους στόχους για την ανταγωνιστικότητα και τη γνώση με τη μελλοντική περιφερειακή πολιτική.

Βρυξέλλες, 30 Ιουνίου 2004.

Ο Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Roger BRIESCH


(1)  ΕΕ C 10 της 14.1.2004, σ. 105 και εξής.

(2)  Γνωμοδότηση πρωτοβουλίας της ΕΟΚΕ με θέμα «Οι επιπτώσεις της εμπορικής πολιτικής στις βιομηχανικές μεταλλαγές, με ιδιαίτερη αναφορά στον τομέα του χάλυβα» (ΕΟΚΕ 668/2004).

(3)  Βλέπε προηγούμενη υποσημείωση.

(4)  ΣτΜ: ελεύθερη απόδοση.

(5)  Η ΕΟΚΕ θα υιοθετήσει, τον Σεπτέμβριο του 2004, μια γνωμοδότηση πρωτοβουλίας με θέμα «Εύρος και συνέπειες της μετεγκατάστασης των επιχειρήσεων» (ΣΕΒΜ/014).

(6)  Γνωμοδότηση πρωτοβουλίας της ΕΟΚΕ με θέμα «Οι μητροπολιτικές περιφέρειες: κοινωνικοοικονομικές συνέπειες για το μέλλον της Ευρώπης» (CESE 968/2004).

(7)  ΕΕ C 10 της 14.1.2004, σ. 105 και εξής.

(8)  Ανακοίνωση της Επιτροπής «Υποστήριξη των διαρθρωτικών αλλαγών: μια βιομηχανική πολιτική για τη διευρυμένη Ευρωπαϊκή Ένωση» [COM(2004) 274].


Top