This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 92002E000229
WRITTEN QUESTION E-0229/02 by Bruno Gollnisch (NI) to the Council. Persistence of foreign-exchange fees within the euro zone.
ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΩΤΗΣΗ E-0229/02 υποβολή: Bruno Gollnisch (NI) προς το Συμβούλιο. Διατήρηση των τραπεζικών προμηθειών που επιβάλλονται στις πράξεις μετατροπής συναλλάγματος στην ευρωζώνη.
ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΩΤΗΣΗ E-0229/02 υποβολή: Bruno Gollnisch (NI) προς το Συμβούλιο. Διατήρηση των τραπεζικών προμηθειών που επιβάλλονται στις πράξεις μετατροπής συναλλάγματος στην ευρωζώνη.
ΕΕ C 229E της 26.9.2002, pp. 64–65
(ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)
ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΩΤΗΣΗ E-0229/02 υποβολή: Bruno Gollnisch (NI) προς το Συμβούλιο. Διατήρηση των τραπεζικών προμηθειών που επιβάλλονται στις πράξεις μετατροπής συναλλάγματος στην ευρωζώνη.
Επίσημη Εφημερίδα αριθ. 229 E της 26/09/2002 σ. 0064 - 0065
ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΩΤΗΣΗ E-0229/02 υποβολή: Bruno Gollnisch (NI) προς το Συμβούλιο (7 Φεβρουαρίου 2002) Θέμα: Διατήρηση των τραπεζικών προμηθειών που επιβάλλονται στις πράξεις μετατροπής συναλλάγματος στην ευρωζώνη Δύο χρόνια μετά την επίσημη εμφάνιση του ευρώ σε λογιστική μορφή (επιταγές, εμβάσματα) και έναν μήνα μετά την έναρξη κυκλοφορίας του στις χώρες της ΕΕ σε φυσική μορφή (τραπεζογραμμάτια και κέρματα) και ενώ οι προμήθειες που επιβάλλονται στις πράξεις μετατροπής συναλλάγματος μεταξύ των τραπεζικών ιδρυμάτων της ευρωζώνης θα έπρεπε να είχαν καταργηθεί, εντούτοις διαπιστώνεται ότι σε αυτόν τον τομέα δεν άλλαξε τίποτε. Πράγματι, οι επιταγές που εκδίδονται σε μία χώρα της ευρωζώνης και εξαργυρώνονται σε μία άλληπόκεινται στις ίδιες τραπεζικές επιβαρύνσεις οι αναλήψεις και οι πληρωμές με πιστωτική κάρτα σε άλλη χώρα από τη χώρα έκδοσής της επιβαρύνονται με τέλη· και τέλος τα διεθνή εμβάσματα μεταξύ λογαριασμώνπόκεινται ακόμα σεψηλές τραπεζικές επιβαρύνσεις, οι οποίες δικαιολογούνταν παλαιότερα από τις συναλλαγματικές πράξεις που πλέον δενφίστανται. Αυτές οι καταχρήσεις προσκρούουν στην αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας των κεφαλαίων και τωνπηρεσιών, όπως προβλέπεται από τη Συνθήκη της Ρώμης, και στον ενιαίο χαρακτήρα της χρηματοοικονομικής αγοράς που αναγγέλθηκε με πομπώδες τρόπο από τη Συνθήκη του Μάαστριχ. Εκμηδενίζεται λοιπόν το κυριότερο πλεονέκτημα που προέβαλαν οι πρωτεργάτες του ενιαίου νομίσματος: η κατάργηση των προμηθειών που επιβάλλονται στις πράξεις μετατροπής συναλλάγματος. Προτίθεται το Συμβούλιο να τερματίσει αυτές τις προφανείς προσβλητικές συμπεριφορές κατά της ελεύθερης κυκλοφορίας των κεφαλαίων και τωνπηρεσιών και του ενιαίου χαρακτήρα της χρηματοοικονομικής αγοράς· Δεν συνιστά καταχρηστική πρακτική το γεγονός ότι οι τραπεζικές επιβαρύνσεις είναι πάντα τόσοψηλές τη στιγμή που δεν συναρτώνται πια με την αβεβαιότητα των συναλλαγματικών πράξεων· Η γενίκευση του παραπάνω φαινομένου δεν προδικάζει την ύπαρξη παράνομων συμφωνιών μεταξύ ορισμένων εκ των κυρίων παραγόντων του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος· Απάντηση (25 Ιουνίου 2002) Το Συμβούλιο συμμερίζεται το ενδιαφέρον του αξιότιμου βουλευτή για την προάσπιση των συμφερόντων του ευρωπαίου καταναλωτή. Εκδήλωση του ενδιαφέροντος αυτού, αποτελεί το γεγονός ότι το Συμβούλιο κατέληξε στις 26 Νοεμβρίου 2001 σε πολιτική συμφωνία σχετικά με την έκδοση κανονισμού για τις διασυνοριακές πληρωμές σε ευρώ. Τη σχετική πρότασηπέβαλε η Επιτροπή, τον Αύγουστο του 2001, μετά από την πραγματοποίηση μελέτης σύμφωνα με την οποία το μέσο κόστος των διασυνοριακών μεταφορών πιστώσεων δεν έχει μεταβληθεί παρά ελάχιστα εδώ και πολλά χρόνια. Το κείμενο αυτόποστηρίχθηκε ανεπιφύλακτα από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, με το οποίο εξάλλου το Συμβούλιο συνεργάστηκε πλήρως και τελικά εξεδόθη ο κανονισμός 2560/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 19ης Δεκεμβρίου 2001 σχετικά με τις διασυνοριακές πληρωμές σε ευρώ(1). Ο κανονισμός προβλέπει ότι, από την 1η Ιουλίου 2002, όσον αφορά τις ηλεκτρονικές πληρωμές (ανάληψη μετρητών ή πληρωμές μέσω κάρτας), τα έξοδα που εισπράττει ένα χρηματοπιστωτικό ίδρυμα για μια συνοριακή πράξη θα ευθυγραμμιστούν με τα έξοδα που εισπράττει το ίδιο ίδρυμα για αντίστοιχη πράξη που εκτελείται στο κράτος μέλος έκδοσης της κάρτας. Για την επιλογή της ημερομηνίας αυτής ελήφθησανπόψη οι προθεσμίες προσαρμογής και ο φόρτος εργασίας των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, λόγω της μετάβασης στο ευρώ την 1η Ιανουαρίου 2002. Η ίδια αρχή της ισότητας των εξόδων μεταξύ διασυνοριακών μεταφορών πιστώσεων και μεταφορών πιστώσεων που πραγματοποιούνται στο εσωτερικό ενός κράτους μέλους θα ισχύσει από την 1η Ιουλίου 2003. Η ημερομηνία αυτή επελέγη προκειμένου να δημιουργηθεί εν τω μεταξύ η απαραίτητηποδομή. Τόσο οι ηλεκτρονικές πράξεις όσο και οι μεταφορές πιστώσεωνπόκεινται στην αρχή της διαφάνειας των καταλογιζόμενων εξόδων, ακόμα και όταν σε μια διασυνοριακή μεταφορά πιστώσεων σε ευρώ ενέχεται και άλλο νόμισμα. Στο παρόν στάδιο, το Συμβούλιο δεν θεώρησε ενδεδειγμένη την εφαρμογή της αρχής της ισότητας, όσον αφορά τις επιταγές σε χαρτί δεδομένου ότι, λόγω του χαρακτήρα τους, η επεξεργασία τους δεν είναι τόσο αποτελεσματική όσον η επεξεργασία των άλλων μέσων πληρωμής και ειδικότερα των ηλεκτρονικών πληρωμών. Αντίθετα, η αρχή της διαφάνειας των εξόδων ισχύει επίσης και για τις επιταγές. Θα πρέπει επίσης ναπενθυμίσουμε ότι λόγω της κατάργησης των ευρωεπιταγών από την 1η Ιανουαρίου 2002, η επιταγή αποτελεί ήδη ένα μέσο πληρωμής που χρησιμοποιείται κυρίως για τις πληρωμές που πραγματοποιούνται στο εσωτερικό ενός κράτους μέλους και σε ορισμένα κράτη μέλη δενφίσταται πλέον. Ο κανονισμός προβλέπει επίσης ότι το αργότερο την 1η Ιουλίου 2004, θαποβληθεί έκθεση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού η οποία θα αφορά ειδικότερα τη σκοπιμότητα βελτίωσης τωνπηρεσιών προς τους καταναλωτές, με την ενίσχυση των όρων του ανταγωνισμού κατά την παροχήπηρεσιών διασυνοριακών πληρωμών. Η έκθεση αυτή θα συνοδεύεται, ενδεχομένως, από προτάσεις για την τροποποίηση του εν λόγω κανονισμού. Υπενθυμίζεται επίσης στον αξιότιμο βουλευτή, ότι για την εφαρμογή των κανόνων του ανταγωνισμού είναιπεύθυνη η Επιτροπή, συμπεριλαμβανομένων και των περιπτώσεων των παράνομων συμπράξεων. (1) ΕΕ L 344 της 28.12.2001, σελ. 13.