Επιλέξτε τις πειραματικές λειτουργίες που θέλετε να δοκιμάσετε

Το έγγραφο αυτό έχει ληφθεί από τον ιστότοπο EUR-Lex

Έγγραφο 62019CJ0361

Απόφαση του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα) της 27ης Ιανουαρίου 2021.
De Ruiter vof κατά Minister van Landbouw, Natuur en Voedselkwaliteit.
Αίτηση του College van Beroep voor het bedrijfsleven για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως.
Προδικαστική παραπομπή – Κοινή γεωργική πολιτική – Καθεστώς στηρίξεως των γεωργών – Κανονισμός (ΕΕ) 1306/2013 – Άρθρο 97, παράγραφος 1, και άρθρο 99, παράγραφος 1 – Άμεσες ενισχύσεις – Μειώσεις και αποκλεισμοί σε περίπτωση μη τηρήσεως των κανόνων πολλαπλής συμμορφώσεως – Προσδιορισμός του έτους που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό του ποσοστού μειώσεως – Αναλογικές, αποτελεσματικές και αποτρεπτικές κυρώσεις – Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 809/2014 – Άρθρο 73, παράγραφος 4, πρώτο εδάφιο, στοιχείο αʹ.
Υπόθεση C-361/19.

Συλλογή της Νομολογίας — Γενική Συλλογή — Τμήμα «Πληροφορίες για τις μη δημοσιευόμενες αποφάσεις»

Αναγνωριστικό ECLI: ECLI:EU:C:2021:71

 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα)

της 27ης Ιανουαρίου 2021 ( *1 )

«Προδικαστική παραπομπή – Κοινή γεωργική πολιτική – Καθεστώς στηρίξεως των γεωργών – Κανονισμός (ΕΕ) 1306/2013 – Άρθρο 97, παράγραφος 1, και άρθρο 99, παράγραφος 1 – Άμεσες ενισχύσεις – Μειώσεις και αποκλεισμοί σε περίπτωση μη τηρήσεως των κανόνων πολλαπλής συμμορφώσεως – Προσδιορισμός του έτους που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό του ποσοστού μειώσεως – Αναλογικές, αποτελεσματικές και αποτρεπτικές κυρώσεις – Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 809/2014 – Άρθρο 73, παράγραφος 4, πρώτο εδάφιο, στοιχείο αʹ»

Στην υπόθεση C‑361/19,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το College van Beroep voor het bedrijfsleven (διοικητικό εφετείο αρμόδιο επί οικονομικών υποθέσεων, Κάτω Χώρες) με απόφαση της 23ης Απριλίου 2019, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 3 Μαΐου 2019, στο πλαίσιο της δίκης

De Ruiter vof

κατά

Minister van Landbouw, Natuur en Voedselkwaliteit,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τέταρτο τμήμα),

συγκείμενο από τους M. Βηλαρά (εισηγητή), πρόεδρο τμήματος, K. Lenaerts, Πρόεδρο του Δικαστηρίου, ασκούντα καθήκοντα δικαστή του τέταρτου τμήματος, N. Piçarra, D. Šváby και S. Rodin, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: H. Saugmandsgaard Øe

γραμματέας: Α. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

η Ολλανδική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τις M. K. Bulterman και C. Schillemans και τον J. Langer,

η Δανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον J. Nymann-Lindegren, επικουρούμενο από τον P. Biering, advokat,

η Γερμανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους D. Klebs και J. Möller,

η Σουηδική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τις A. Falk, H. Eklinder, C. Meyer-Seitz και H. Shev,

το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, εκπροσωπούμενο από τους G. Mendola και R. van de Westelaken,

το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκπροσωπούμενo από τις Δ. Κορνηλάκη και S. Boelaert, καθώς και από τον F. Naert,

η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από την L. Haasbeek και τον A. Sauka,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 25ης Νοεμβρίου 2020,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1

Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά το κύρος, αφενός, του άρθρου 99, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΕ) 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013 σχετικά με τη χρηματοδότηση, τη διαχείριση και την παρακολούθηση της κοινής γεωργικής πολιτικής και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 352/78, (ΕΚ) αριθ. 165/94, (ΕΚ) αριθ. 2799/98, (ΕΚ) αριθ. 814/2000, (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 και (ΕΚ) αριθ. 485/2008 του Συμβουλίου (ΕΕ 2013, L 347, σ. 549, και διορθωτικό, ΕΕ 2016, L 130, σ. 7), και, αφετέρου, του άρθρου 73, παράγραφος 4, πρώτο εδάφιο, στοιχείο αʹ, του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 809/2014 της Επιτροπής, της 17ης Ιουλίου 2014, για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής του κανονισμού 1306/2013 όσον αφορά το ολοκληρωμένο σύστημα διαχείρισης και ελέγχου, τα μέτρα αγροτικής ανάπτυξης και την πολλαπλή συμμόρφωση (ΕΕ 2014, L 227, σ. 69).

2

Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ της De Ruiter vof και του minister van Landbouw, Natuur en Voedselkwaliteit (Υπουργού Γεωργίας, Φυσικού Περιβάλλοντος και Ποιότητας Τροφίμων, Κάτω Χώρες) (στο εξής: υπουργός), σχετικά με τη μείωση των άμεσων ενισχύσεων για το έτος 2016, λόγω μη τηρήσεως των κανόνων πολλαπλής συμμορφώσεως των ενισχύσεων που χορηγήθηκαν στο πλαίσιο της κοινής γεωργικής πολιτικής (ΚΓΠ), η οποία διαπιστώθηκε κατά το ίδιο έτος, αλλά αφορά μεταξύ άλλων περιπτώσεις μη συμμορφώσεως οι οποίες έλαβαν χώρα το έτος 2015.

Το νομικό πλαίσιο

Ο κανονισμός 1306/2013

3

Η αιτιολογική σκέψη 53 του κανονισμού 1306/2013 διαλαμβάνει τα εξής:

«Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 [του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2003, για τη θέσπιση κοινών κανόνων για τα καθεστώτα άμεσης στήριξης στα πλαίσια της κοινής γεωργικής πολιτικής και για τη θέσπιση ορισμένων καθεστώτων στήριξης για τους γεωργούς και για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 2019/93, (ΕΚ) αριθ. 1452/2001, (ΕΚ) αριθ. 1453/2001, (ΕΚ) αριθ. 1454/2001, (ΕΚ) αριθ. 1868/94, (ΕΚ) αριθ. 1251/1999, (ΕΚ) αριθ. 1254/1999, (ΕΚ) αριθ. 1673/2000, (ΕΟΚ) αριθ. 2358/71 και (ΕΚ) αριθ. 2529/2001 (ΕΕ 2003, L 270, σ. 1)], ο οποίος αντικαταστάθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 73/2009 [του Συμβουλίου, της 19ης Ιανουαρίου 2009, σχετικά με τη θέσπιση κοινών κανόνων για τα καθεστώτα άμεσης στήριξης για τους γεωργούς στο πλαίσιο της κοινής γεωργικής πολιτικής και τη θέσπιση ορισμένων καθεστώτων στήριξης για τους γεωργούς, για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1290/2005, (ΕΚ) αριθ. 247/2006, (ΕΚ) αριθ. 378/2007 και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 (ΕΕ 2009, L 30, σ. 16)], καθιέρωσε την αρχή σύμφωνα με την οποία η καταβολή ορισμένων ενισχύσεων στο ακέραιο στους δικαιούχους στο πλαίσιο της ΚΓΠ θα πρέπει να συνδέεται με τη συμμόρφωση με κανόνες που αφορούν τη διαχείριση των εκτάσεων, τη γεωργική παραγωγή και τη γεωργική δραστηριότητα. Η αρχή αυτή αποτυπώθηκε εν συνεχεία στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1698/2005 του Συμβουλίου[, της 20ής Σεπτεμβρίου 2005, για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) (ΕΕ 2005, L 277, σ. 1)], και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου[, της 22ας Οκτωβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών και ειδικών διατάξεων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα (“Ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ”) (ΕΕ 2007, L 299, σ. 1)].

Στο πλαίσιο του συστήματος “πολλαπλής συμμόρφωσης”, τα κράτη μέλη επιβάλλουν κυρώσεις με τη μορφή ολικής ή μερικής μείωσης της στήριξης ή αποκλεισμού από τη στήριξη που λαμβάνεται στο πλαίσιο της ΚΓΠ.»

4

Η αιτιολογική σκέψη 57 του εν λόγω κανονισμού έχει ως εξής:

«Από το σύστημα πολλαπλής συμμόρφωσης προκύπτουν ορισμένοι διοικητικοί περιορισμοί για τους δικαιούχους και τις εθνικές διοικήσεις, δεδομένου ότι πρέπει να εξασφαλίζονται η τήρηση βιβλίων, η διενέργεια ελέγχων και η επιβολή κυρώσεων, εφόσον είναι αναγκαίο. Οι εν λόγω κυρώσεις θα πρέπει να είναι αναλογικές, αποτελεσματικές και αποτρεπτικές. Οι κυρώσεις αυτές θα πρέπει να εφαρμόζονται με την επιφύλαξη άλλων κυρώσεων που προβλέπονται στην ενωσιακή ή εθνική νομοθεσία. Για λόγους συνοχής, κρίνεται σκόπιμο να συγκεντρωθούν οι σχετικές ενωσιακές διατάξεις σε μια και μόνη νομοθετική πράξη. […]»

5

Το άρθρο 91 του εν λόγω κανονισμού, με τίτλο «Γενική αρχή», ορίζει στην παράγραφο 1 τα εξής:

«Εφόσον ο δικαιούχος που αναφέρεται στο άρθρο 92 δεν τηρεί τους κανόνες πολλαπλής συμμόρφωσης του άρθρου 93, του επιβάλλεται διοικητική κύρωση.»

6

Το άρθρο 92 του ίδιου κανονισμού, το οποίο φέρει τον τίτλο «Σχετικοί δικαιούχοι», προβλέπει στην παράγραφο 1 τα εξής:

«Το άρθρο 91 εφαρμόζεται στους δικαιούχους που λαμβάνουν άμεσες ενισχύσεις […].»

7

Το άρθρο 97 του κανονισμού 1306/2013, το οποίο φέρει τον τίτλο «Επιβολή διοικητικών κυρώσεων», ορίζει τα εξής:

«1.   Η διοικητική κύρωση που προβλέπεται στο άρθρο 91 επιβάλλεται όταν δεν τηρούνται οι κανόνες της πολλαπλής συμμόρφωσης κατά τη διάρκεια ενός συγκεκριμένου ημερολογιακού έτους (“το σχετικό ημερολογιακό έτος”) και εφόσον η εν λόγω μη συμμόρφωση αποδίδεται άμεσα στον δικαιούχο που υπέβαλε την αίτηση ενίσχυσης ή πληρωμής κατά τη διάρκεια του σχετικού ημερολογιακού έτους.

[…]

2.   Στις περιπτώσεις μεταβίβασης έκτασης κατά τη διάρκεια του σχετικού ημερολογιακού έτους ή των σχετικών ετών, η παράγραφος 1 εφαρμόζεται επίσης όταν η εν λόγω μη συμμόρφωση είναι το αποτέλεσμα πράξης ή παράλειψης αποδιδόμενης ευθέως στο πρόσωπο στο οποίο ή από το οποίο μεταβιβάστηκε η γεωργική έκταση. Κατά παρέκκλιση από την πρώτη πρόταση, όταν το πρόσωπο στο οποίο αποδίδεται ευθέως η πράξη ή παράλειψη έχει υποβάλει αίτηση ενίσχυσης ή πληρωμής για το σχετικό ημερολογιακό έτος ή τα σχετικά έτη, η διοικητική κύρωση επιβάλλεται με βάση τα συνολικά ποσά των ενισχύσεων του άρθρου 92 που έχουν καταβληθεί ή πρόκειται να καταβληθούν στο εν λόγω πρόσωπο.

Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, ως “μεταβίβαση” νοείται οιαδήποτε συναλλαγή κατά την οποία γεωργική έκταση παύει να βρίσκεται στη διάθεση του μεταβιβάζοντος.

3.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, με την επιφύλαξη των κανόνων που θα θεσπιστούν σύμφωνα με το άρθρο 101, τα κράτη μέλη δύνανται να αποφασίζουν τη μη επιβολή διοικητικής κύρωσης ανά δικαιούχο και ανά ημερολογιακό έτος όταν το ύψος της κύρωσης είναι ίσο ή μικρότερο των 100 [ευρώ].

Όταν ένα κράτος μέλος αποφασίζει να κάνει χρήση της επιλογής που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο, η αρμόδια αρχή προβαίνει κατά το επόμενο έτος, βάσει δείγματος δικαιούχων, στις ενέργειες που απαιτούνται για την επαλήθευση της λήψης διορθωτικών μέτρων από τον δικαιούχο όσον αφορά τις περιπτώσεις μη συμμόρφωσης που έχουν διαπιστωθεί. Η διαπίστωση και η υποχρέωση λήψης διορθωτικών μέτρων κοινοποιούνται στον δικαιούχο.

[…]»

8

Το άρθρο 99 του ως άνω κανονισμού, το οποίο φέρει τον τίτλο «Υπολογισμός της διοικητικής κύρωσης», έχει ως εξής:

«1.   Η διοικητική κύρωση που προβλέπεται στο άρθρο 91 επιβάλλεται με μείωση ή αποκλεισμό του συνολικού ποσού των πληρωμών του άρθρου 92 που έχει καταβληθεί ή πρόκειται να καταβληθεί στον εν λόγω δικαιούχο όσον αφορά τις αιτήσεις ενίσχυσης τις οποίες έχει υποβάλει ή θα υποβάλει κατά τη διάρκεια του ημερολογιακού έτους της διαπίστωσης του προβλήματος.

[…]»

Ο εκτελεστικός κανονισμός 809/2014

9

Το άρθρο 73 του εκτελεστικού κανονισμού 809/2014, με τίτλο «Γενικές αρχές», ορίζει στην παράγραφο 4, πρώτο εδάφιο, στοιχείο αʹ, τα εξής:

«Η διοικητική κύρωση επιβάλλεται στο συνολικό ποσό των ενισχύσεων που αναφέρονται στο άρθρο 92 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 και χορηγούνται ή πρόκειται να χορηγηθούν στον εν λόγω δικαιούχο:

α)

σε συνέχεια αιτήσεων ενίσχυσης ή αιτήσεων πληρωμής που υπέβαλε ή θα υποβάλει κατά τη διάρκεια του έτους της διαπίστωσης […]».

Η διαφορά της κύριας δίκης και το προδικαστικό ερώτημα

10

Κατόπιν ελέγχου που διενεργήθηκε στις 3 Μαρτίου 2016 από τη Nederlandse Voedsel- en Warenautoriteit (ολλανδική αρχή ελέγχου τροφίμων και καταναλωτικών προϊόντων), ο υπουργός ενημέρωσε, στις 12 Ιανουαρίου 2017, την προσφεύγουσα της κύριας δίκης σχετικά με την πρόθεσή του να της επιβάλει μείωση κατά 5 % των άμεσων ενισχύσεων για το έτος 2016, λόγω μη τηρήσεως των κανόνων πολλαπλής συμμορφώσεως, λόγω δύο περιπτώσεων μη συμμορφώσεως στον τομέα της υγείας που έλαβαν χώρα κατά το έτος 2015 και λόγω μίας περιπτώσεως μη συμμορφώσεως στον τομέα της καλής διαβιώσεως των ζώων που έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια του 2016.

11

Το College van Beroep voor het Bedrijfsleven (διοικητικό εφετείο αρμόδιο επί οικονομικών υποθέσεων, Κάτω Χώρες), ενώπιον του οποίου προσέφυγε η προσφεύγουσα της κύριας δίκης, επισημαίνει ότι το έτος κατά το οποίο έλαβαν χώρα οι δύο πρώτες περιπτώσεις μη συμμορφώσεως προς τους κανόνες πολλαπλής συμμορφώσεως, ήτοι το έτος 2015, δεν είναι το ίδιο με εκείνο κατά το οποίο έλαβε χώρα η τρίτη περίπτωση μη συμμορφώσεως και κατά τη διάρκεια του οποίου διαπιστώθηκαν οι δύο πρώτες περιπτώσεις, ήτοι το έτος 2016.

12

Το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι, σύμφωνα με το άρθρο 99, παράγραφος 1, του κανονισμού 1306/2013 και το άρθρο 73, παράγραφος 4, πρώτο εδάφιο, στοιχείο αʹ, του εκτελεστικού κανονισμού 809/2014, το κείμενο του οποίου θεωρεί ότι είναι σαφές, τόσο στην ολλανδική όσο και στην αγγλική και στη γαλλική γλώσσα, ο υπουργός εφάρμοσε τη μείωση λόγω μη τηρήσεως των κανόνων πολλαπλής συμμορφώσεως για το έτος κατά τη διάρκεια του οποίου διαπιστώθηκαν οι περιπτώσεις μη συμμορφώσεως.

13

Το εν λόγω δικαστήριο εκφράζει αμφιβολίες ως προς το κύρος των δύο αυτών διατάξεων, λαμβανομένης υπόψη της αποφάσεως της 25ης Ιουλίου 2018, Teglgaard και Fløjstrupgård (C‑239/17, EU:C:2018:597, σκέψεις 34 έως 59), η οποία αφορά τα νομοθετήματα που προηγήθηκαν των εφαρμοστέων εν προκειμένω κανονισμών, επισημαίνοντας ταυτόχρονα ότι οι γλωσσικές αποδόσεις των τελευταίων διαφέρουν από εκείνες των εν λόγω νομοθετημάτων.

14

Υπό το πρίσμα της αποφάσεως αυτής, το εν λόγω δικαστήριο διερωτάται μήπως ο νομοθέτης της Ένωσης, επιλέγοντας, με τον κανονισμό 1306/2013 και με τον εκτελεστικό κανονισμό 809/2014, το έτος διαπιστώσεως της μη συμμορφώσεως για τον υπολογισμό της μειώσεως των άμεσων ενισχύσεων, προέβη σε επιλογή αντίθετη προς τις αρχές της ίσης μεταχειρίσεως, της αναλογικότητας και της ασφάλειας δικαίου.

15

Συγκεκριμένα, το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι το Δικαστήριο έκρινε, με την εν λόγω απόφαση, πρώτον, ότι η συνεκτίμηση του έτους διαπιστώσεως της μη τηρήσεως των κανόνων πολλαπλής συμμορφώσεως για τον υπολογισμό της μειώσεως των άμεσων ενισχύσεων ενείχε τον κίνδυνο να είναι το ποσό των ενισχύσεων στο οποίο εφαρμόζεται η μείωση σημαντικά υψηλότερο από εκείνο των ενισχύσεων του έτους κατά το οποίο έλαβε χώρα η μη τήρηση των κανόνων πολλαπλής συμμορφώσεως ή, αντιθέτως, η εφαρμοζόμενη μείωση να είναι σημαντικά χαμηλότερη σε περίπτωση μειώσεως του ποσού των άμεσων ενισχύσεων μεταξύ του έτους κατά το οποίο έλαβε χώρα η μη συμμόρφωση και του έτους διαπιστώσεώς της, δεύτερον, ότι η συνεκτίμηση αυτή δεν μπορεί να διασφαλίσει τον σύνδεσμο μεταξύ της συμπεριφοράς του γεωργού λόγω της οποίας επιβάλλεται η μείωση ή η ανάκληση και της μειώσεως ή της ανακλήσεως αυτής καθεαυτήν, και, τρίτον, ότι η συνεκτίμηση αυτή είναι ικανή να καταστήσει δυσχερώς προβλέψιμες για τον γεωργό τις οικονομικές συνέπειες που θα κληθεί να αντιμετωπίσει.

16

Επομένως, το αιτούν δικαστήριο κρίνει αναγκαίο να υποβάλει στο Δικαστήριο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως, προκειμένου να κριθεί το κύρος του άρθρου 99, παράγραφος 1, του κανονισμού 1306/2013 και του άρθρου 73, παράγραφος 4, πρώτο εδάφιο, στοιχείο αʹ, του εκτελεστικού κανονισμού 809/2014.

17

Ως εκ τούτου, διερωτάται αν υφίσταται, στο δίκαιο της Ένωσης, βάση για την επιβολή, για το έτος 2016, μειώσεως των άμεσων ενισχύσεων λόγω μη τηρήσεως των κανόνων πολλαπλής συμμορφώσεως που σημειώθηκε το 2015. Επισημαίνει ότι η έλλειψη μιας τέτοιας βάσεως θα έθιγε τον σκοπό του κανονισμού 1306/2013, ο οποίος εκτίθεται στις αιτιολογικές σκέψεις 53 και 54, όσον αφορά την τήρηση των κανόνων πολλαπλής συμμορφώσεως.

18

Υπ’ αυτές τις συνθήκες, το College van Beroep voor het bedrijfsleven (διοικητικό εφετείο αρμόδιο επί οικονομικών υποθέσεων) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

«Είναι έγκυρες οι διατάξεις του άρθρου 99, παράγραφος 1, του κανονισμού [1306/2013] και του άρθρου 73, παράγραφος 4, [πρώτο εδάφιο,] στοιχείο αʹ, του εκτελεστικού κανονισμού [809/2014], όσον αφορά το ότι, σύμφωνα με τις διατάξεις αυτές, κρίσιμο για τον καθορισμό του έτους για το οποίο υπολογίζεται η μείωση λόγω μη τηρήσεως των κανόνων πολλαπλής συμμορφώσεως είναι το έτος διαπιστώσεως της μη τηρήσεως, σε περίπτωση που το έτος κατά το οποίο έλαβε χώρα η εν λόγω μη συμμόρφωση δεν συμπίπτει με το έτος διαπιστώσεως αυτής;»

Η διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου

19

Λόγω των κινδύνων που συνδέονται με την πανδημία του κορωνοϊού, ματαιώθηκε η προγραμματισθείσα για τις 11 Μαρτίου 2020 επ’ ακροατηρίου συζήτηση.

20

Κατά συνέπεια, με απόφαση της 24ης Απριλίου 2020, οι ερωτήσεις στις οποίες είχαν κληθεί οι κατά το άρθρο 23 του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ενδιαφερόμενοι να απαντήσουν κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση μετατράπηκαν σε γραπτές ερωτήσεις.

21

Η Δανική, η Γερμανική, η Ολλανδική και η Σουηδική Κυβέρνηση, καθώς και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή απάντησαν στις γραπτές ερωτήσεις του Δικαστηρίου.

Επί του προδικαστικού ερωτήματος

22

Προκαταρκτικώς, υπενθυμίζεται ότι, στο πλαίσιο της διαδικασίας συνεργασίας μεταξύ των εθνικών δικαστηρίων και του Δικαστηρίου, την οποία προβλέπει το άρθρο 267 ΣΛΕΕ, στο Δικαστήριο απόκειται να δώσει στο αιτούν δικαστήριο χρήσιμη απάντηση που να του παρέχει τη δυνατότητα επιλύσεως της διαφοράς της οποίας έχει επιληφθεί και, υπό το πρίσμα αυτό, το Δικαστήριο μπορεί να αναδιατυπώσει τα ερωτήματα που του υποβλήθηκαν ή να εξετάσει αν ένα ερώτημα σχετικά με το κύρος διατάξεως του δικαίου της Ένωσης στηρίζεται σε ορθή ερμηνεία αυτής της διατάξεως (απόφαση της 17ης Ιουλίου 1997, Krüger, C‑334/95, EU:C:1997:378, σκέψεις 22 και 23).

23

Επιπλέον, προκειμένου να δώσει μια τέτοια χρήσιμη απάντηση, το Δικαστήριο ενδέχεται να χρειαστεί να λάβει υπόψη κανόνες του δικαίου της Ένωσης στους οποίους δεν αναφέρθηκε το εθνικό δικαστήριο με το ερώτημά του (απόφαση της 14ης Μαΐου 2020, T-Systems Magyarország, C‑263/19, EU:C:2020:373, σκέψη 45 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

24

Συναφώς, το άρθρο 99, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 1306/2013, περί του κύρους του οποίου ερωτάται το Δικαστήριο, δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη εκτός του πλαισίου στο οποίο εντάσσεται και, ειδικότερα, του άρθρου 97, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού αυτού, το οποίο ορίζει ότι η διοικητική κύρωση που προβλέπεται στο άρθρο 91 του εν λόγω κανονισμού επιβάλλεται όταν δεν τηρούνται οι κανόνες της πολλαπλής συμμορφώσεως κατά τη διάρκεια ενός συγκεκριμένου ημερολογιακού έτους, του λεγόμενου «σχετικού ημερολογιακού έτους», και εφόσον η μη συμμόρφωση αποδίδεται άμεσα στον δικαιούχο που υπέβαλε την αίτηση ενισχύσεως ή πληρωμής κατά τη διάρκεια του σχετικού ημερολογιακού έτους.

25

Tο δε άρθρο 99, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 1306/2013 ορίζει ότι η διοικητική κύρωση που προβλέπεται στο άρθρο 91 του κανονισμού επιβάλλεται με μείωση ή αποκλεισμό του συνολικού ποσού των πληρωμών του άρθρου 92 του κανονισμού που έχει καταβληθεί ή πρόκειται να καταβληθεί στον εν λόγω δικαιούχο όσον αφορά τις αιτήσεις ενισχύσεως τις οποίες έχει υποβάλει ή θα υποβάλει κατά τη διάρκεια του ημερολογιακού έτους της διαπιστώσεως του προβλήματος.

26

Επομένως, αντιθέτως προς την παραδοχή στην οποία στηρίζεται το αιτούν δικαστήριο για να υποβάλει στο Δικαστήριο προδικαστικό ερώτημα σχετικά με το κύρος του άρθρου 99, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 1306/2013 καθώς και σχετικά με το κύρος του άρθρου 73, παράγραφος 4, πρώτο εδάφιο, στοιχείο αʹ, του εκτελεστικού κανονισμού 809/2014, από την ερμηνεία του άρθρου 97, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, σε συνδυασμό με το άρθρο 99, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 1306/2013 δεν προκύπτει σαφώς ότι η μείωση των άμεσων ενισχύσεων λόγω μη τηρήσεως των κανόνων πολλαπλής συμμορφώσεως πρέπει να υπολογίζεται επί των ενισχύσεων που χορηγήθηκαν ή πρόκειται να χορηγηθούν για το έτος διαπιστώσεως της μη συμμορφώσεως.

27

Κατά συνέπεια, προκειμένου να δοθεί στο αιτούν δικαστήριο χρήσιμη απάντηση στηριζόμενη σε ορθή ερμηνεία των διατάξεων που μνημονεύει, το προδικαστικό ερώτημα πρέπει να αναδιατυπωθεί.

28

Επομένως, με το ερώτημά του, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 97, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, και το άρθρο 99, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 1306/2013, καθώς και το άρθρο 73, παράγραφος 4, πρώτο εδάφιο, στοιχείο αʹ, του εκτελεστικού κανονισμού 809/2014 έχουν την έννοια ότι οι μειώσεις των άμεσων ενισχύσεων λόγω μη τηρήσεως των κανόνων πολλαπλής συμμορφώσεως πρέπει να υπολογίζονται βάσει των ενισχύσεων που χορηγήθηκαν ή πρόκειται να χορηγηθούν για το έτος κατά το οποίο διαπιστώθηκε η μη συμμόρφωση ή βάσει των ενισχύσεων που χορηγήθηκαν ή πρόκειται να χορηγηθούν για το έτος κατά το οποίο έλαβε χώρα η εν λόγω μη συμμόρφωση και εάν, στην περίπτωση κατά την οποία το Δικαστήριο ήθελε προκρίνει την πρώτη από τις ερμηνείες αυτές, οι δύο τελευταίες αυτές διατάξεις είναι ισχυρές.

29

Πρώτον, επισημαίνεται ότι, με την απόφαση της 25ης Ιουλίου 2018, Teglgaard και Fløjstrupgård (C‑239/17, EU:C:2018:597), το Δικαστήριο ερμήνευσε, μεταξύ άλλων, τις διατάξεις του κανονισμού 73/2009 καθώς και εκείνες του κανονισμού (ΕΚ) 1122/2009 της Επιτροπής, της 30ής Νοεμβρίου 2009, σχετικά με τη θέσπιση λεπτομερών διατάξεων εφαρμογής του κανονισμού 73/2009 όσον αφορά την πολλαπλή συμμόρφωση, τη διαφοροποίηση και το ολοκληρωμένο σύστημα διαχείρισης και ελέγχου, στο πλαίσιο των καθεστώτων άμεσης στήριξης για τους γεωργούς που προβλέπονται στον εν λόγω κανονισμό, καθώς και λεπτομερών διατάξεων εφαρμογής του κανονισμού 1234/2007 (ΕΕ 2009, L 316, σ. 65), οι οποίες προηγήθηκαν του άρθρου 97, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, και του άρθρου 99, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 1306/2013, καθώς και του άρθρου 73, παράγραφος 4, πρώτο εδάφιο, στοιχείο αʹ, του εκτελεστικού κανονισμού 809/2014.

30

Η ερμηνεία αυτή ήταν αναγκαία προκειμένου να καθορισθεί αν η μείωση των άμεσων ενισχύσεων λόγω μη τηρήσεως των κανόνων πολλαπλής συμμορφώσεως έπρεπε να πραγματοποιηθεί επί των ενισχύσεων που χορηγήθηκαν ή επρόκειτο να χορηγηθούν για το έτος κατά το οποίο έλαβε χώρα η εν λόγω μη συμμόρφωση ή επί των ενισχύσεων που χορηγήθηκαν ή επρόκειτο να χορηγηθούν για το έτος διαπιστώσεώς της.

31

Συναφώς, το Δικαστήριο έκρινε, κατά πρώτον, ότι ο κανονισμός 73/2009 επέβαλλε στους γεωργούς την υποχρέωση να συμμορφώνονται, κατά τη διάρκεια κάθε έτους εκμεταλλεύσεως, προς τις κανονιστικές απαιτήσεις διαχειρίσεως και να τηρούν τις ορθές γεωργικές και περιβαλλοντικές συνθήκες που αποτελούν τους κανόνες πολλαπλής συμμορφώσεως (απόφαση της 25ης Ιουλίου 2018, Teglgaard και Fløjstrupgård, C‑239/17, EU:C:2018:597, σκέψη 42).

32

Κατά το Δικαστήριο, η συμμόρφωση προς αυτούς τους κανόνες αποκτά το πλήρες νόημά της μόνον εάν η κύρωση λόγω παραβάσεώς τους, είτε εξ αμελείας είτε εκ προθέσεως, συνεπάγεται τη μείωση ή την ανάκληση των άμεσων ενισχύσεων που χορηγήθηκαν ή πρόκειται να χορηγηθούν κατά το ημερολογιακό έτος που έλαβε χώρα η επίμαχη παράβαση, δεδομένου ότι μόνον μια τέτοια αντιστοιχία είναι ικανή να διατηρήσει άρρηκτο τον σύνδεσμο μεταξύ της συμπεριφοράς του γεωργού λόγω της οποίας επιβάλλεται η κύρωση και της κυρώσεως αυτής καθεαυτήν (απόφαση της 25ης Ιουλίου 2018, Teglgaard και Fløjstrupgård, C‑239/17, EU:C:2018:597, σκέψη 43).

33

Κατά δεύτερον, για την ερμηνεία του άρθρου 23, παράγραφος 1, του κανονισμού 73/2009, το οποίο διευκρίνιζε ότι, όταν οι κανόνες πολλαπλής συμμορφώσεως δεν τηρούνταν πάντοτε κατά τη διάρκεια συγκεκριμένου ημερολογιακού έτους, επονομαζόμενου «σχετικού ημερολογιακού έτους», και όταν η μη συμμόρφωση αυτή ήταν το αποτέλεσμα πράξεως ή παραλείψεως άμεσα αποδιδόμενης στον γεωργό που είχε υποβάλει την αίτηση ενισχύσεως κατά τη διάρκεια του σχετικού ημερολογιακού έτους, στον γεωργό αυτόν επιβαλλόταν μείωση του συνολικού ποσού των άμεσων ενισχύσεων, το Δικαστήριο αρνήθηκε να στηριχθεί στο γράμμα του άρθρου 70, παράγραφος 8, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 1122/2009, δεδομένου ότι ένας εκτελεστικός κανονισμός, όπως ο τελευταίος ως άνω κανονισμός, ο οποίος εκδίδεται δυνάμει εξουσιοδοτήσεως που περιέχεται στον βασικό κανονισμό, δεν μπορεί να παρεκκλίνει από τις διατάξεις του βασικού κανονισμού, δυνάμει του οποίου εκδίδεται (πρβλ. απόφαση της 25ης Ιουλίου 2018, Teglgaard και Fløjstrupgård, C‑239/17, EU:C:2018:597, σκέψεις 45, 56 και 57).

34

Το Δικαστήριο διευκρίνισε ότι η τελευταία αυτή διάταξη αφορούσε στην πραγματικότητα τον τρόπο καταλογισμού της μειώσεως των άμεσων ενισχύσεων λόγω μη τηρήσεως των κανόνων πολλαπλής συμμορφώσεως και όχι τους κανόνες υπολογισμού τέτοιας μειώσεως (απόφαση της 25ης Ιουλίου 2018, Teglgaard και Fløjstrupgård, C‑239/17, EU:C:2018:597, σκέψεις 46 και 58).

35

Κατά τρίτον, το Δικαστήριο έκρινε ότι η ερμηνεία αυτή του νομικού πλαισίου του οποίου είχε επιληφθεί ενισχυόταν από τις αρχές της ίσης μεταχειρίσεως, της αναλογικότητας και της ασφάλειας δικαίου (απόφαση της 25ης Ιουλίου 2018, Teglgaard και Fløjstrupgård, C‑239/17, EU:C:2018:597, σκέψη 47).

36

Όσον αφορά την πρώτη από τις αρχές αυτές, το Δικαστήριο έκρινε ότι η επιλογή, ως βάσεως υπολογισμού της μειώσεως των άμεσων ενισχύσεων, των ενισχύσεων που χορηγήθηκαν ή πρόκειται να χορηγηθούν για το έτος κατά το οποίο έλαβε χώρα η μη τήρηση των κανόνων πολλαπλής συμμορφώσεως απέτρεπε τον κίνδυνο να είναι το ποσό των ενισχύσεων στο οποίο εφαρμόζεται η μείωση σημαντικά υψηλότερο από το ποσό του έτους αυτού ή, αντιθέτως, η εφαρμοζόμενη μείωση να είναι σημαντικά χαμηλότερη σε περίπτωση μειώσεως του ποσού των άμεσων ενισχύσεων μεταξύ του έτους κατά το οποίο έλαβε χώρα η μη συμμόρφωση και του έτους διαπιστώσεώς της, και, επομένως, η επιλογή αυτή ήταν σε θέση να διασφαλίσει την ίση μεταχείριση των γεωργών (πρβλ. απόφαση της 25ης Ιουλίου 2018, Teglgaard και Fløjstrupgård, C‑239/17, EU:C:2018:597, σκέψη 48).

37

Όσον αφορά την αρχή της αναλογικότητας, το Δικαστήριο έκρινε ότι η τήρηση της αρχής αυτής διασφαλίζεται πάντοτε όταν η μείωση ή η ανάκληση των άμεσων ενισχύσεων υπολογίζεται επί του ποσού των άμεσων ενισχύσεων που χορηγήθηκαν ή πρόκειται να χορηγηθούν για το ημερολογιακό έτος κατά το οποίο έλαβε χώρα η μη τήρηση των κανόνων πολλαπλής συμμορφώσεως, δεδομένου ότι διασφαλίζεται ο σύνδεσμος μεταξύ της συμπεριφοράς του γεωργού λόγω της οποίας επιβάλλεται η μείωση ή η ανάκληση και της μειώσεως ή της ανακλήσεως αυτής καθεαυτήν, καθώς η τοιουτοτρόπως υπολογιζόμενη μείωση ή ανάκληση είναι πρόσφορη για την επίτευξη του σκοπού της σχετικής νομοθεσίας της Ένωσης, ο οποίος συνίσταται στην επιβολή κυρώσεως σε περίπτωση μη τηρήσεως των κανόνων πολλαπλής συμμορφώσεως, και δεν βαίνει πέραν του αναγκαίου μέτρου για την επίτευξη του σκοπού αυτού (πρβλ. απόφαση της 25ης Ιουλίου 2018, Teglgaard και Fløjstrupgård, C‑239/17, EU:C:2018:597, σκέψη 51).

38

Τέλος, όσον αφορά την αρχή της ασφάλειας δικαίου, το Δικαστήριο υπογράμμισε ότι, όταν η μείωση ή η ανάκληση των άμεσων ενισχύσεων υπολογίζεται βάσει του ποσού των ενισχύσεων αυτών που χορηγήθηκαν ή πρόκειται να χορηγηθούν για το ημερολογιακό έτος κατά το οποίο έλαβε χώρα η μη τήρηση των κανόνων πολλαπλής συμμορφώσεως, ο κίνδυνος να είναι δυσχερώς προβλέψιμες οι οικονομικές συνέπειες για τον οικείο γεωργό δεν υφίσταται, δεδομένου ότι τυχόν διαφοροποίηση των υλικών παραμέτρων, βάσει των οποίων χορηγούνται οι ως άνω ενισχύσεις, μεταγενέστερη της εν λόγω μη τηρήσεως δεν επηρεάζει τις οικονομικές συνέπειες που θα κληθεί να αντιμετωπίσει ο γεωργός (βλ. απόφαση της 25ης Ιουλίου 2018, Teglgaard και Fløjstrupgård, C‑239/17, EU:C:2018:597, σκέψη 53).

39

Δεύτερον, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, για την ερμηνεία διατάξεως του δικαίου της Ένωσης πρέπει να λαμβάνεται υπόψη όχι μόνον το γράμμα της, αλλά και το πλαίσιο στο οποίο αυτή εντάσσεται και οι σκοποί που επιδιώκονται με τη ρύθμιση της οποίας αποτελεί μέρος (απόφαση της 25ης Ιουλίου 2018, Teglgaard και Fløjstrupgård, C‑239/17, EU:C:2018:597, σκέψη 35 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

40

Κατά πρώτον, όσον αφορά το γράμμα τους, τόσο το άρθρο 97, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, όσο και το άρθρο 99, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 1306/2013 χρησιμοποιούν τον όρο «εφαρμόζεται» ή σε ορισμένες γλωσσικές αποδόσεις τον όρο «επιβάλλεται», όσον αφορά τη διοικητική κύρωση που προβλέπεται στο άρθρο 91 του κανονισμού αυτού. Όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 61 των προτάσεών του, πρόκειται για όρους των οποίων η έννοια είναι ευρεία, που μπορούν εξίσου να σημαίνουν ότι η κύρωση «υπολογίζεται», αλλά επίσης και ότι «καταλογίζεται», σύμφωνα με τη διάκριση στην οποία προέβη το Δικαστήριο με την απόφαση της 25ης Ιουλίου 2018, Teglgaard και Fløjstrupgård (C‑239/17, EU:C:2018:597, σκέψη 46).

41

Επισημαίνεται ότι το άρθρο 97, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 1306/2013 αναφέρει το γεγονός ότι οι κανόνες πολλαπλής συμμορφώσεως δεν τηρούνται κατά τη διάρκεια ενός συγκεκριμένου ημερολογιακού έτους, επονομαζόμενου «σχετικό ημερολογιακό έτος», ως γενεσιουργό γεγονός της μειώσεως ή του αποκλεισμού των άμεσων ενισχύσεων και ότι, ως εκ τούτου, έχει διατυπωθεί κατά τρόπο παρόμοιο με εκείνο του άρθρου 23, παράγραφος 1, του κανονισμού 73/2009, το οποίο έχει ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι προβλέπει ότι οι μειώσεις των άμεσων ενισχύσεων λόγω μη τηρήσεως των κανόνων πολλαπλής συμμορφώσεως πρέπει να υπολογίζονται βάσει των ενισχύσεων που χορηγήθηκαν ή πρόκειται να χορηγηθούν για το ημερολογιακό έτος κατά το οποίο έλαβε χώρα η επίμαχη μη συμμόρφωση (απόφαση της 25ης Ιουλίου 2018, Teglgaard και Fløjstrupgård, C‑239/17, EU:C:2018:597, σκέψεις 54 έως 56).

42

Επιπλέον, όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στα σημεία 62 και 63 των προτάσεών του, από τον πίνακα αντιστοιχίας που περιλαμβάνεται στο παράρτημα XI του κανονισμού (ΕΕ) 1307/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, περί θεσπίσεως κανόνων για άμεσες ενισχύσεις στους γεωργούς βάσει καθεστώτων στήριξης στο πλαίσιο της κοινής γεωργικής πολιτικής και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 637/2008 και του κανονισμού 73/2009 του Συμβουλίου (ΕΕ 2013, L 347, σ. 608), προκύπτει ότι το άρθρο 97 του κανονισμού 1306/2013 αντικατέστησε το άρθρο 23 του κανονισμού 73/2009.

43

Εξάλλου, επισημαίνεται ότι από τον ως άνω πίνακα αντιστοιχίας προκύπτει επίσης ότι το άρθρο 99 του κανονισμού 1306/2013 αντικατέστησε το άρθρο 24 του κανονισμού 73/2009, με τίτλο «Λεπτομερείς κανόνες για τις μειώσεις και τους αποκλεισμούς σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τους κανόνες πολλαπλής συμμόρφωσης», το οποίο προέβλεπε, μεταξύ άλλων, τις περιστάσεις που μπορούσαν να επηρεάσουν το ποσοστό των μειώσεων που έπρεπε να επιβληθούν.

44

Εντούτοις, καμία από τις διατάξεις του άρθρου 24 του κανονισμού 73/2009 δεν αντιστοιχεί στο γράμμα του άρθρου 99, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 1306/2013, το οποίο έχει διατύπωση παρόμοια με εκείνη του άρθρου 70, παράγραφος 8, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 1122/2009, που εκδόθηκε για την εφαρμογή του κανονισμού 73/2009, το οποίο ανέφερε ότι «το ποσοστό της μείωσης επιβάλλεται […] στο συνολικό ποσό των άμεσων ενισχύσεων που έχουν χορηγηθεί ή πρέπει να χορηγηθούν στον συγκεκριμένο γεωργό κατόπιν των αιτήσεων ενίσχυσης που υπέβαλε ή θα υποβάλει κατά τη διάρκεια του ημερολογιακού έτους της διαπίστωσης».

45

Το Δικαστήριο διευκρίνισε ότι η τελευταία αυτή διάταξη αφορά στην πραγματικότητα τον τρόπο καταλογισμού μειώσεως των άμεσων ενισχύσεων λόγω μη τηρήσεως των κανόνων πολλαπλής συμμορφώσεως και όχι τους κανόνες υπολογισμού τέτοιας μειώσεως (πρβλ. απόφαση της 25ης Ιουλίου 2018, Teglgaard και Fløjstrupgård, C‑239/17, EU:C:2018:597, σκέψεις 46 και 58).

46

Το γεγονός ότι το άρθρο 99 του κανονισμού 1306/2013 φέρει τον τίτλο «Υπολογισμός της διοικητικής κύρωσης» δεν ασκεί επιρροή στο μέτρο που, αφενός, η παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του άρθρου αυτού αφορά στην πραγματικότητα τον τρόπο καταλογισμού της μειώσεως των άμεσων ενισχύσεων λόγω μη τηρήσεως των κανόνων πολλαπλής συμμορφώσεως και στο μέτρο που, αφετέρου, άλλες διατάξεις του εν λόγω άρθρου 99 αφορούν ορισμένες μεθόδους υπολογισμού μιας τέτοιας κυρώσεως, όπως, μεταξύ άλλων, τον καθορισμό ανώτατων συντελεστών μειώσεως όταν η μη συμμόρφωση οφείλεται σε αμέλεια ή στην περίπτωση επανειλημμένης μη συμμορφώσεως, περί των οποίων γίνεται λόγος στο άρθρο 99, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, του εν λόγω κανονισμού.

47

Επομένως, από το γράμμα του άρθρου 97, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 1306/2013 και το γράμμα του άρθρου 99, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του εν λόγω κανονισμού προκύπτει ότι η πρώτη από τις διατάξεις αυτές αφορά τον υπολογισμό της διοικητικής κυρώσεως που προβλέπεται στο άρθρο 91 του ίδιου κανονισμού και ότι η δεύτερη αφορά τον καταλογισμό της κυρώσεως αυτής.

48

Κατά δεύτερον, το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται το άρθρο 97, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 1306/2013 επιβεβαιώνει ότι η διάταξη αυτή αφορά τον υπολογισμό των μειώσεων που πρέπει να επιβάλλονται στις άμεσες ενισχύσεις.

49

Συγκεκριμένα, πλείονες διατάξεις του άρθρου 97 του κανονισμού 1306/2013 αφορούν το έτος κατά το οποίο έλαβε χώρα η μη τήρηση των κανόνων πολλαπλής συμμορφώσεως. Αφενός, το άρθρο 97, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, δεύτερη περίοδος, του κανονισμού αναφέρει ότι, όταν το πρόσωπο στο οποίο αποδίδεται ευθέως η πράξη ή παράλειψη έχει υποβάλει αίτηση ενισχύσεως ή πληρωμής για το σχετικό ημερολογιακό έτος, η διοικητική κύρωση επιβάλλεται με βάση τα συνολικά ποσά των ενισχύσεων του άρθρου 92 του εν λόγω κανονισμού, υπενθυμίζοντας, με τον τρόπο αυτόν, τον σύνδεσμο μεταξύ του έτους κατά το οποίο έλαβε χώρα η μη συμμόρφωση και των ενισχύσεων βάσει των οποίων υπολογίζεται η διοικητική κύρωση, ήτοι αυτών που αντιστοιχούν στις αιτήσεις ενισχύσεως που υποβλήθηκαν για το ίδιο έτος. Αφετέρου, το άρθρο 97, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, του ίδιου κανονισμού προβλέπει ότι τα κράτη μέλη δύνανται να αποφασίζουν τη μη επιβολή διοικητικής κυρώσεως ανά δικαιούχο και ανά ημερολογιακό έτος όταν το ύψος της κυρώσεως είναι ίσο ή μικρότερο των 100 ευρώ, υπογραμμίζοντας τον κανόνα κατά τον οποίο η διοικητική κύρωση υπολογίζεται επί των άμεσων ενισχύσεων του έτους κατά το οποίο έλαβε χώρα η μη συμμόρφωση.

50

Κατά τρίτον, σκοπός του κανονισμού 1306/2013 είναι να διασφαλίσει τον σύνδεσμο μεταξύ των άμεσων ενισχύσεων και της τηρήσεως των κανόνων πολλαπλής συμμορφώσεως, επιβάλλοντας, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 53 του κανονισμού αυτού, μείωση ή αποκλεισμό του συνόλου ή μέρους των ενισχύσεων αυτών σε περίπτωση μη συμμορφώσεως. Η ύπαρξη δε ενός τέτοιου συνδέσμου στην προγενέστερη νομοθεσία οδήγησε το Δικαστήριο να κρίνει ότι η συμμόρφωση προς αυτούς τους κανόνες αποκτά το πλήρες νόημά της μόνον εάν η κύρωση λόγω παραβάσεώς τους συνεπάγεται τη μείωση ή την ανάκληση των άμεσων ενισχύσεων που χορηγήθηκαν ή πρόκειται να χορηγηθούν κατά το ημερολογιακό έτος που έλαβε χώρα η επίμαχη παράβαση (απόφαση της 25ης Ιουλίου 2018, Teglgaard και Fløjstrupgård, C‑239/17, EU:C:2018:597, σκέψη 43).

51

Η εκτίμηση αυτή πρέπει επίσης να πρυτανεύσει κατά την ερμηνεία του άρθρου 97, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, και του άρθρου 99, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 1306/2013, καθώς και του άρθρου 73, παράγραφος 4, πρώτο εδάφιο, στοιχείο αʹ, του εκτελεστικού κανονισμού 809/2014, προκειμένου να διασφαλισθεί κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο ο σύνδεσμος μεταξύ άμεσων ενισχύσεων και κανόνων πολλαπλής συμμορφώσεως, αλλά και η τήρηση των αρχών της ίσης μεταχειρίσεως, της αναλογικότητας και της ασφάλειας δικαίου (πρβλ. απόφαση της 25ης Ιουλίου 2018, Teglgaard και Fløjstrupgård, C‑239/17, EU:C:2018:597, σκέψεις 47 έως 52).

52

Βεβαίως, κατά την αιτιολογική σκέψη 57 του κανονισμού 1306/2013, οι κυρώσεις που επιβάλλονται λόγω μη τηρήσεως των κανόνων πολλαπλής συμμορφώσεως πρέπει να είναι αποτελεσματικές και αποτρεπτικές. Εντούτοις, η απαίτηση αυτή εντάσσεται πλήρως σε ένα σύστημα κυρώσεων, όπως αυτό που προβλέπει ο κανονισμός. Πράγματι, αφενός, η κύρωση υπολογίζεται, σύμφωνα με το άρθρο 97, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του εν λόγω κανονισμού, βάσει των άμεσων ενισχύσεων που χορηγήθηκαν ή πρόκειται να χορηγηθούν για το ημερολογιακό έτος κατά τη διάρκεια του οποίου έλαβε χώρα η μη συμμόρφωση, όπερ διασφαλίζει τον σύνδεσμο μεταξύ της συμπεριφοράς του γεωργού και της κυρώσεως και, ως εκ τούτου, τη συμφωνία της κυρώσεως προς την αρχή της αναλογικότητας, αρχή η οποία επίσης μνημονεύεται στην εν λόγω αιτιολογική σκέψη 57. Αφετέρου, η κύρωση καταλογίζεται, σύμφωνα με το άρθρο 99, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του ίδιου κανονισμού, επί των άμεσων ενισχύσεων που χορηγήθηκαν ή πρόκειται να χορηγηθούν για το έτος διαπιστώσεως της μη συμμορφώσεως, όπερ διασφαλίζει την αποτελεσματικότητα και τον αποτρεπτικό χαρακτήρα της κυρώσεως, δεδομένου ότι αυτή επιβάλλεται επί των ενισχύσεων οι οποίες οφείλονται στον γεωργό για το έτος αυτό, χωρίς να απαιτείται μια διαδικασία ανεξάρτητη από τη διαδικασία εκκαθαρίσεως των ενισχύσεων αυτών.

53

Κατά τέταρτον, όπως υπογράμμισε ο γενικός εισαγγελέας στα σημεία 79 έως 84 των προτάσεών του, επισημαίνεται ότι από κανένα στοιχείο των προπαρασκευαστικών εργασιών που οδήγησαν στην έκδοση του κανονισμού 1306/2013 δεν μπορεί να συναχθεί ότι ο νομοθέτης της Ένωσης θέλησε να θεσπίσει τον κανόνα ότι οι μειώσεις που πρέπει να επιβληθούν στις άμεσες ενισχύσεις σε περίπτωση μη τηρήσεως των κανόνων πολλαπλής συμμορφώσεως έπρεπε να υπολογίζονται επί των ενισχύσεων που χορηγήθηκαν ή πρόκειται να χορηγηθούν για το έτος διαπιστώσεως των εν λόγω περιπτώσεων μη συμμορφώσεως.

54

Κατ’ αρχάς, σε καμία από τις αιτιολογικές σκέψεις του κανονισμού 1306/2013 δεν γίνεται λόγος για τέτοια βούληση. Αντιθέτως, η αιτιολογική σκέψη 57 του κανονισμού αυτού αναφέρει ότι ο κανονισμός επιδιώκει, «για λόγους συνοχής, […] να συγκεντρωθούν οι σχετικές ενωσιακές διατάξεις σε μια και μόνη νομοθετική πράξη», περιοριζόμενος, εξ αυτού του λόγου και ελλείψει οποιασδήποτε ενδείξεως περί του αντιθέτου, στην επανάληψη του συστήματος κυρώσεων για τη μη τήρηση των κανόνων πολλαπλής συμμορφώσεως που προέκυπτε από την προϊσχύσασα ρύθμιση, χωρίς να το τροποποιεί.

55

Περαιτέρω, αντιθέτως προς όσα υποστηρίζει η Επιτροπή, από τις προπαρασκευαστικές εργασίες του κανονισμού 1306/2013 δεν προκύπτει ότι ο νομοθέτης της Ένωσης είχε την πρόθεση να θεσπίσει κανόνα κατά τον οποίο οι μειώσεις που πρέπει να επιβληθούν στις άμεσες ενισχύσεις σε περίπτωση μη τηρήσεως των κανόνων πολλαπλής συμμορφώσεως έπρεπε να υπολογίζονται επί των ενισχύσεων που χορηγήθηκαν ή πρόκειται να χορηγηθούν για το έτος διαπιστώσεως των εν λόγω περιπτώσεων μη συμμορφώσεως. Πράγματι, από κανένα στοιχείο δεν μπορεί να συναχθεί ότι η τροποποίηση του κειμένου του άρθρου 99, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του σχεδίου κανονισμού που κατέστη ο κανονισμός 1306/2013, η οποία έλαβε χώρα κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής, είχε ως αντικείμενο την τροποποίηση του κανόνα περί υπολογισμού των μειώσεων αυτών, όπως αυτός προέκυπτε από τον κανονισμό 73/2009 και τον κανονισμό 1122/2009.

56

Τέλος, μολονότι τα εσωτερικά έγγραφα της Επιτροπής, που προσκομίσθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, αναφέρουν ως αιτιολογία της τροποποιήσεως αυτής την επιλογή να χρησιμοποιηθεί το έτος διαπιστώσεως των περιπτώσεων μη συμμορφώσεως για τον υπολογισμό των εν λόγω μειώσεων λόγω της δυσχέρειας προσδιορισμού του έτους επελεύσεως των περιπτώσεων αυτών, εντούτοις πρέπει να τονισθεί ότι, όπως υπογραμμίζουν το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, κανένα χωρίο των προπαρασκευαστικών εργασιών που δημοσιεύτηκαν δεν αναφέρει μια τέτοια αιτιολογία.

57

Τρίτον, η επιχειρηματολογία που προέβαλαν, μεταξύ άλλων, η Ολλανδική και η Γερμανική Κυβέρνηση, κατά την οποία δυσχέρειες πρακτικής φύσεως καθιστούν αναγκαία τη θέσπιση ενός απλού κανόνα για τον υπολογισμό των μειώσεων των άμεσων ενισχύσεων, ήτοι του κανόνα που βασίζεται στο έτος διαπιστώσεως των περιπτώσεων μη τηρήσεως των κανόνων πολλαπλής συμμορφώσεως, δεν μπορεί να γίνει δεκτή.

58

Αφενός, ένα κράτος μέλος δεν μπορεί να επικαλεστεί πρακτικές δυσχέρειες για να δικαιολογήσει ερμηνεία διατάξεων οι οποίες προβλέπουν σύστημα κυρώσεων σε περίπτωση μη τηρήσεως των κανόνων πολλαπλής συμμορφώσεως αντίθετη προς το ίδιο το γράμμα των διατάξεων αυτών (βλ., κατ’ αναλογίαν, αποφάσεις της 21ης Φεβρουαρίου 1991, Γερμανία κατά Επιτροπής, C‑28/89, EU:C:1991:67, σκέψη 18, και της 14ης Απριλίου 2005, Ισπανία κατά Επιτροπής, C‑468/02, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2005:221, σκέψη 44).

59

Αφετέρου, από την εξέταση τόσο των αιτιολογικών σκέψεων του κανονισμού 1306/2013 όσο και των προπαρασκευαστικών εργασιών του προκύπτει ότι, όπως επισημάνθηκε στη σκέψη 56 της παρούσας αποφάσεως, ο νομοθέτης της Ένωσης δεν έλαβε υπόψη τέτοιες δυσχέρειες πριν θεσπίσει το εν λόγω σύστημα κυρώσεων και, ιδίως, το άρθρο 97, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, καθώς και το άρθρο 99, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 1306/2013.

60

Όσον αφορά την ερμηνεία του άρθρου 73, παράγραφος 4, πρώτο εδάφιο, στοιχείο αʹ, του εκτελεστικού κανονισμού 809/2014, διαπιστώνεται ότι το γράμμα της διατάξεως αυτής είναι, κατ’ ουσίαν, πανομοιότυπο με αυτό του άρθρου 99, παράγραφος 1, του κανονισμού 1306/2013, καθόσον ο εκτελεστικός κανονισμός 809/2014 καθορίζει τις λεπτομέρειες εφαρμογής του. Υπό τις συνθήκες αυτές, οι εκτιμήσεις που διατυπώθηκαν στις σκέψεις 24 έως 59 της παρούσας αποφάσεως σχετικά με το άρθρο 99, παράγραφος 1, του κανονισμού 1306/2013 είναι επίσης κρίσιμες για την ερμηνεία του άρθρου 73, παράγραφος 4, πρώτο εδάφιο, στοιχείο αʹ, του εκτελεστικού κανονισμού 809/2014.

61

Κατόπιν των ανωτέρω σκέψεων, στο υποβληθέν προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 97, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, και το άρθρο 99, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 1306/2013 καθώς και το άρθρο 73, παράγραφος 4, πρώτο εδάφιο, στοιχείο αʹ, του εκτελεστικού κανονισμού 809/2014 έχουν την έννοια ότι οι μειώσεις των άμεσων ενισχύσεων λόγω μη τηρήσεως των κανόνων πολλαπλής συμμορφώσεως πρέπει να υπολογίζονται βάσει των ενισχύσεων που χορηγήθηκαν ή πρόκειται να χορηγηθούν για το έτος κατά το οποίο έλαβε χώρα η μη συμμόρφωση.

Επί των δικαστικών εξόδων

62

Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

 

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τέταρτο τμήμα) αποφαίνεται:

 

Το άρθρο 97, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, και το άρθρο 99, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού (ΕΕ) 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, σχετικά με τη χρηματοδότηση, τη διαχείριση και την παρακολούθηση της κοινής γεωργικής πολιτικής και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 352/78, (ΕΚ) αριθ. 165/94, (ΕΚ) αριθ. 2799/98, (ΕΚ) αριθ. 814/2000, (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 και (ΕΚ) αριθ. 485/2008 του Συμβουλίου, καθώς και το άρθρο 73, παράγραφος 4, πρώτο εδάφιο, στοιχείο αʹ, του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 809/2014 της Επιτροπής, της 17ης Ιουλίου 2014, για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής του κανονισμού 1306/2013 όσον αφορά το ολοκληρωμένο σύστημα διαχείρισης και ελέγχου, τα μέτρα αγροτικής ανάπτυξης και την πολλαπλή συμμόρφωση, έχουν την έννοια ότι οι μειώσεις των άμεσων ενισχύσεων λόγω μη τηρήσεως των κανόνων πολλαπλής συμμορφώσεως πρέπει να υπολογίζονται βάσει των ενισχύσεων που χορηγήθηκαν ή πρόκειται να χορηγηθούν για το έτος κατά το οποίο έλαβε χώρα η μη συμμόρφωση.

 

(υπογραφές)


( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική.

Επάνω