Το έγγραφο αυτό έχει ληφθεί από τον ιστότοπο EUR-Lex
Έγγραφο 62016CC0423
Opinion of Advocate General Kokott delivered on 22 June 2017.#HX v Council of the European Union.#Appeal — Common foreign and security policy — Restrictive measures against the Syrian Arab Republic — Restrictive measures against a person listed in an annex to a decision — Extension of the validity of that decision during proceedings before the General Court of the European Union — Request to modify the application in the course of the hearing and not by a separate document — Article 86 of the Rules of Procedure of the General Court — Bulgarian language version — Annulment by the General Court of the original decision placing the person concerned on the list of persons subject to restrictive measures — Expiry of the extension decision — Continuation of the interest in bringing legal proceedings in relation to the modification of the application.#Case C-423/16 P.
Προτάσεις της γενικής εισαγγελέα J. Kokott της 22ας Ιουνίου 2017.
HX κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αίτηση αναιρέσεως – Κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας – Περιοριστικά μέτρα κατά της Αραβικής Δημοκρατίας της Συρίας – Περιοριστικά μέτρα κατά προσώπου του οποίου το όνομα περιλαμβάνεται σε παράρτημα αποφάσεως – Παράταση της ισχύος της αποφάσεως αυτής κατά τη διάρκεια της διαδικασίας ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Υποβολή αιτήματος προσαρμογής της προσφυγής κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση και όχι με χωριστό δικόγραφο – Άρθρο 86 του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου – Κείμενο στη βουλγαρική γλώσσα – Ακύρωση από το Γενικό Δικαστήριο της αρχικής αποφάσεως με την οποία ο ενδιαφερόμενος περιλήφθηκε στον κατάλογο των προσώπων επί των οποίων επιβάλλονται περιοριστικά μέτρα – Λήξη ισχύος της αποφάσεως παρατάσεως της ισχύος – Διατήρηση του αντικειμένου του αιτήματος προσαρμογής της προσφυγής.
Υπόθεση C-423/16 P.
Προτάσεις της γενικής εισαγγελέα J. Kokott της 22ας Ιουνίου 2017.
HX κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αίτηση αναιρέσεως – Κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας – Περιοριστικά μέτρα κατά της Αραβικής Δημοκρατίας της Συρίας – Περιοριστικά μέτρα κατά προσώπου του οποίου το όνομα περιλαμβάνεται σε παράρτημα αποφάσεως – Παράταση της ισχύος της αποφάσεως αυτής κατά τη διάρκεια της διαδικασίας ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Υποβολή αιτήματος προσαρμογής της προσφυγής κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση και όχι με χωριστό δικόγραφο – Άρθρο 86 του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου – Κείμενο στη βουλγαρική γλώσσα – Ακύρωση από το Γενικό Δικαστήριο της αρχικής αποφάσεως με την οποία ο ενδιαφερόμενος περιλήφθηκε στον κατάλογο των προσώπων επί των οποίων επιβάλλονται περιοριστικά μέτρα – Λήξη ισχύος της αποφάσεως παρατάσεως της ισχύος – Διατήρηση του αντικειμένου του αιτήματος προσαρμογής της προσφυγής.
Υπόθεση C-423/16 P.
Συλλογή της Νομολογίας — Γενική Συλλογή
Αναγνωριστικό ECLI: ECLI:EU:C:2017:493
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ
JULIANE KOKOTT
της 22ας Ιουνίου 2017 ( 1 )
Υπόθεση C‑423/16 P
HX
κατά
Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης
«Αίτηση αναιρέσεως – Κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας – Περιοριστικά μέτρα κατά της Συρίας – Περιοριστικά μέτρα κατά προσώπου του οποίου το όνομα περιλαμβάνεται σε παράρτημα αποφάσεως – Παράταση της ισχύος της αποφάσεως αυτής κατά τη διάρκεια της διαδικασίας ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Επίδοση της αποφάσεως παρατάσεως της ισχύος – Βεβαίωση παραλαβής – Διαδικασία ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου – Υποβολή αιτήματος προσαρμογής της προσφυγής κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση – Άρθρο 86 του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου – Βουλγαρικό κείμενο – Χωριστό δικόγραφο – Ακύρωση από το Γενικό Δικαστήριο της αρχικής αποφάσεως με την οποία ο θιγόμενος περιλήφθηκε στον κατάλογο – Λήξη ισχύος της αποφάσεως παρατάσεως της ισχύος – Έννομο συμφέρον για την προσαρμογή της προσφυγής»
I. Εισαγωγή
|
1. |
Τα περιοριστικά μέτρα που λαμβάνει η Ευρωπαϊκή Ένωση στον τομέα της κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας απαιτούν ορισμένη ευελιξία, καθότι συχνά παρίσταται η ανάγκη ταχείας αντιδράσεως στις μεταβαλλόμενες πολιτικές συνθήκες και καταστάσεις. Για τον λόγο αυτόν, συνήθως όχι μόνο προβλέπεται στις σχετικές πράξεις ότι απαιτείται η τακτική επανεξέταση της σκοπιμότητάς τους, ενδεχομένως κατόπιν αιτήματος των θιγομένων, αλλά συχνά επίσης η διάρκεια ισχύος των πράξεων αυτών είναι εξ αρχής ιδιαιτέρως περιορισμένη, επί παραδείγματι ένα έτος, και παρατείνεται ενδεχομένως εν συνεχεία, συχνά ιδιαιτέρως βραχυπρόθεσμα, με την έκδοση περαιτέρω πράξεων. |
|
2. |
Προκειμένου να διασφαλιστεί, υπό τις συνθήκες αυτές, η αποτελεσματική δικαστική προστασία των θιγομένων, συμφώνως προς το άρθρο 275, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ, στο πλαίσιο των δικαστικών διαδικασιών, πρέπει να λαμβάνονται δεόντως υπόψη οι ιδιαιτερότητες των πράξεων του είδους αυτού. Για τον λόγο αυτόν, το Γενικό Δικαστήριο έχει δεχθεί ειδικότερα τη δυνατότητα προσαρμογής των προσφυγών σε περίπτωση εκδόσεως νέων πράξεων κατά τη διάρκεια της δικαστικής διαδικασίας, ούτως ώστε να μπορεί να ζητηθεί ενδεχομένως ακόμη και η ακύρωση των νέων αυτών πράξεων. Η δυνατότητα αυτή και οι πρακτικές λεπτομέρειές της ρυθμίζονται πλέον ρητώς με το άρθρο 86 του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου της 4ης Μαρτίου 2015 ( 2 ). Περαιτέρω, το Δικαστήριο έχει διευκρινίσει ότι το έννομο συμφέρον του προσφεύγοντος για δικαστική προστασία δεν εκλείπει αυτομάτως με τη λήξη της ισχύος της πράξεως με την οποία αποφασίστηκε η λήψη περιοριστικού μέτρου στον τομέα της κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας ( 3 ). |
|
3. |
Η υπό εξέταση αίτηση αναιρέσεως έχει ως αντικείμενο διάφορες συνέπειες των εν λόγω διαδικαστικών ιδιαιτεροτήτων. Συγκεκριμένα, αφορά, αφενός, το ζήτημα αν το Γενικό Δικαστήριο ορθώς απέρριψε υποβληθέν κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση αίτημα προσαρμογής της προσφυγής, με το σκεπτικό ότι το αίτημα αυτό δεν υποβλήθηκε με χωριστό δικόγραφο, μολονότι το Γενικό Δικαστήριο κατέγραψε το αίτημα στα πρακτικά και δεν επισήμανε στον αιτούντα την ανάγκη πληρώσεως περαιτέρω διαδικαστικών απαιτήσεων, και μολονότι το κρίσιμο κείμενο του Κανονισμού Διαδικασίας στη γλώσσα διαδικασίας δεν είναι σαφές όσον αφορά την απαίτηση υποβολής με χωριστό δικόγραφο. Αφετέρου, στην υπό εξέταση υπόθεση τίθεται το ζήτημα της διατηρήσεως του εννόμου συμφέροντος για δικαστική προστασία σε περίπτωση που η πράξη η οποία εκδόθηκε κατά τη διάρκεια της ένδικης διαδικασίας και η ακύρωση της οποίας ζητείται με το αίτημα προσαρμογής της προσφυγής αντικαταστάθηκε και αυτή κατά τη διάρκεια της ίδιας διαδικασίας με άλλη πράξη. |
|
4. |
Πέραν της τεχνικής τους φύσεως και της κρισιμότητάς τους για την εκτίμηση της συγκεκριμένης υποθέσεως, τα ζητήματα αυτά πρέπει να διευκρινιστούν γιατί παρουσιάζουν ενδιαφέρον τόσο αναφορικά με την παροχή αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας όσο και αναφορικά με την οικονομία της διαδικασίας ενώπιον των δικαιοδοτικών οργάνων της Ένωσης στον ιδιαιτέρως ευαίσθητο τομέα των περιοριστικών μέτρων. |
II. Το νομικό πλαίσιο
|
5. |
Το άρθρο 45 του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, το οποίο περιλαμβάνεται στον τίτλο 2 αυτού («Γλωσσικό Καθεστώς»), επιγράφεται ως «Καθορισμός της γλώσσας διαδικασίας» και προβλέπει τα εξής: «1. Επί ευθείας προσφυγής κατά την έννοια του άρθρου 1, η γλώσσα διαδικασίας επιλέγεται από τον προσφεύγοντα […]». |
|
6. |
Το άρθρο 86 του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου της 4ης Μαρτίου 2015 φέρει τον τίτλο «Προσαρμογή της προσφυγής» και όριζε, όπως ίσχυε στην ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου διαδικασία ( 4 ), τα εξής: «1. Οσάκις μια πράξη της οποίας ζητείται η ακύρωση αντικαθίσταται ή τροποποιείται από άλλη πράξη έχουσα το ίδιο αντικείμενο, ο προσφεύγων μπορεί, πριν από την περάτωση της προφορικής διαδικασίας ή πριν από την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου να αποφανθεί επί της διαφοράς χωρίς διεξαγωγή προφορικής διαδικασίας, να προσαρμόσει την προσφυγή του προκειμένου να ληφθεί υπόψη το νέο αυτό στοιχείο. 2. Η προσαρμογή της προσφυγής γίνεται με χωριστό δικόγραφο εντός της προβλεπομένης στο άρθρο 263, έκτο εδάφιο, ΣΛΕΕ προθεσμίας εντός της οποίας μπορεί να ζητηθεί η ακύρωση της πράξεως που δικαιολογεί την προσαρμογή της προσφυγής. 3. Το υπόμνημα προσαρμογής περιέχει:
4. Το υπόμνημα προσαρμογής συνοδεύεται από την πράξη που δικαιολογεί την προσαρμογή της προσφυγής. Σε περίπτωση μη προσκομίσεως αυτής της πράξεως, ο γραμματέας τάσσει στον προσφεύγοντα εύλογη προθεσμία για την προσκόμισή της. Αν, εντός της ταχθείσας προθεσμίας, δεν γίνει η τακτοποίηση αυτή, το Γενικό Δικαστήριο κρίνει κατά πόσον η μη συμμόρφωση προς αυτή την επιταγή συνεπάγεται το απαράδεκτο του υπομνήματος προσαρμογής της προσφυγής. 5. Χωρίς να προδικάζει την απόφαση που θα λάβει το Γενικό Δικαστήριο επί του παραδεκτού του υπομνήματος προσαρμογής της προσφυγής, ο πρόεδρος τάσσει στον καθού προθεσμία για να απαντήσει στο υπόμνημα προσαρμογής. […]» |
III. Ιστορικό της κατ’ αναίρεση διαδικασίας
|
7. |
Ο αναιρεσείων είναι Σύρος επιχειρηματίας, στον οποίον επιβλήθηκαν περιορισμοί μετακινήσεως στο πλαίσιο των περιοριστικών μέτρων που έλαβε η Ευρωπαϊκή Ένωση κατά της Συρίας. Περαιτέρω, δεσμεύθηκαν τα κεφάλαιά του και οι οικονομικοί του πόροι. |
1. Αποφάσεις και κανονισμοί του Συμβουλίου
|
8. |
Στις 9 Μαΐου 2011 το Συμβούλιο εξέδωσε, με ισχύ για την περίοδο μέχρι τις 9 Μαΐου 2012, την απόφαση 2011/273/ΚΕΠΠΑ, σχετικά με περιοριστικά μέτρα κατά της Συρίας ( 5 ), καθώς και τον κανονισμό (ΕΕ) 442/2011 σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Συρία ( 6 ). Ο κανονισμός (ΕΕ) 442/2011 αντικαταστάθηκε εν συνεχεία με τον κανονισμό (ΕΕ) 36/2012 της 18ης Ιανουαρίου 2012 ( 7 ). |
|
9. |
Οι ρυθμίσεις που περιλαμβάνονταν στην απόφαση 2011/273 αντικαταστάθηκαν με εκείνες της αποφάσεως 2011/782/ΚΕΠΠΑ, της 1ης Δεκεμβρίου 2011 ( 8 ), με διάρκεια ισχύος μέχρι την 1η Δεκεμβρίου 2012, εν συνεχεία με εκείνες της αποφάσεως 2012/739/ΚΕΠΠΑ, της 29ης Νοεμβρίου 2012 ( 9 ), με διάρκεια ισχύος μέχρι την 1η Μαρτίου 2013 και εν τέλει με εκείνες της αποφάσεως 2013/255/ΚΕΠΠΑ, της 31ης Μαΐου 2013 (στο εξής: απόφαση του 2013) ( 10 ), με διάρκεια ισχύος μέχρι την 1η Ιουνίου 2014. Η ισχύς της αποφάσεως του 2013 παρατάθηκε εν συνεχεία με την απόφαση 2014/309/ΚΕΠΠΑ, της 28ης Μαΐου 2014 ( 11 ), μέχρι την 1η Ιουνίου 2015. |
|
10. |
Με την εκτελεστική απόφαση 2014/488/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου, της 22ας Ιουλίου 2014, για την εφαρμογή της [αποφάσεως του 2013] σχετικά με περιοριστικά μέτρα κατά της Συρίας (στο εξής: εκτελεστική απόφαση του 2014) ( 12 ), ενεγράφη το όνομα του HX στον κατάλογο του παραρτήματος I της αποφάσεως του 2013. |
|
11. |
Με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 793/2014 του Συμβουλίου, της 22ας Ιουλίου 2014, για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) 36/2012 σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Συρία ( 13 ), ενεγράφη το όνομα του HX στον κατάλογο του παραρτήματος II του κανονισμού 36/2012. |
|
12. |
Με την απόφαση (ΚΕΠΠΑ) 2015/837 του Συμβουλίου, της 28ης Μαΐου 2015, για την τροποποίηση της [αποφάσεως του 2013] σχετικά με περιοριστικά μέτρα κατά της Συρίας (στο εξής: απόφαση του 2015) ( 14 ), παρατάθηκε η ισχύς της αποφάσεως του 2013 μέχρι την 1η Ιουνίου 2016. |
|
13. |
Στη συνέχεια, η ισχύς της αποφάσεως του 2013 παρατάθηκε εκ νέου μέχρι την 1η Ιουνίου 2017 με την απόφαση (ΚΕΠΠΑ) 2016/850 του Συμβουλίου, της 27ης Μαΐου 2016, για την τροποποίηση της [αποφάσεως του 2013] σχετικά με περιοριστικά μέτρα κατά της Συρίας (στο εξής: απόφαση του 2016) ( 15 ). Η απόφαση του 2016 δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα στις 28 Μαΐου 2016, τέθηκε σε ισχύ στις 29 Μαΐου 2016 και επιδόθηκε στον HX στις 30 Μαΐου 2016 ( 16 ). Σε σύγκριση προς την εκτελεστική απόφαση του 2014, η απόφαση του 2016 περιείχε πληρέστερη αιτιολόγηση της εγγραφής του ονόματος του HX στον κατάλογο του παραρτήματος I της αποφάσεως του 2013, η οποία συμπληρώθηκε με περαιτέρω στοιχεία σε σχέση με εκείνα της εκτελεστικής αποφάσεως του 2014. |
|
14. |
Τέλος, διαρκούσας της υπό κρίση αναιρετικής διαδικασίας, η ισχύς της αποφάσεως του 2013 παρατάθηκε άλλη μια φορά μέχρι την 1η Ιουνίου 2018 με την απόφαση (ΚΕΠΠΑ) 2017/917 του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 2017, για την τροποποίηση της [αποφάσεως του 2013] σχετικά με περιοριστικά μέτρα κατά της Συρίας ( 17 ), χωρίς τούτο να επιφέρει κάποια αλλαγή έναντι του HX. |
2. Η απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου
|
15. |
Με προσφυγή της 13ης Οκτωβρίου 2014 ο HX ζήτησε από το Γενικό Δικαστήριο να ακυρώσει την εκτελεστική απόφαση του 2014 καθώς και τον εκτελεστικό κανονισμό 793/2014, καθόσον οι πράξεις αυτές τον αφορούν. |
|
16. |
Κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση της 8ης Δεκεμβρίου 2015 ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου, ο ΗΧ υπέβαλε αίτημα προσαρμογής της προσφυγής του, προκειμένου να ζητήσει περαιτέρω την ακύρωση της αποφάσεως του 2015, καθόσον αυτή τον αφορά. Το αίτημα αυτό καταγράφηκε στα πρακτικά της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως, με την επισήμανση ότι ο ΗΧ δήλωσε ότι η απόφαση του 2015 δεν του είχε γνωστοποιηθεί μέχρι τότε. Περαιτέρω, σημειώθηκε ότι το Συμβούλιο δεν αντιτάχθηκε στο αίτημα προσαρμογής της προσφυγής. |
|
17. |
Ωστόσο, με την απόφασή του της 2ας Ιουνίου 2016 (στο εξής: αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση) ( 18 ) το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε ως απαράδεκτο το αίτημα προσαρμογής της προσφυγής προκειμένου να συμπεριληφθεί σε αυτήν η απόφαση του 2015. Το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε το αίτημα αυτό στηριζόμενο στο άρθρο 86, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας του, κατά το οποίο η προσαρμογή της προσφυγής πρέπει να γίνεται με χωριστό δικόγραφο. Κατά την άποψη του Γενικού Δικαστηρίου, η απαίτηση αυτή δεν πληρώθηκε, επειδή ο HX ζήτησε την προσαρμογή της προσφυγής μόνο προφορικώς, κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση. |
|
18. |
Περαιτέρω, το Γενικό Δικαστήριο ακύρωσε την εκτελεστική απόφαση του 2014 καθώς και τον εκτελεστικό κανονισμό 793/2014, καθόσον οι πράξεις αυτές αφορούσαν τον HX, με το σκεπτικό ότι τα στοιχεία που επικαλέστηκε το Συμβούλιο προκειμένου να αιτιολογήσει την εγγραφή του ονόματος του HX στους καταλόγους των παραρτημάτων των πράξεων αυτών δεν αποδεικνύουν τον ισχυρισμό ότι ο ΗΧ υποστηρίζει το συριακό καθεστώς ή αντλεί όφελος από αυτό. Τέλος, το Γενικό Δικαστήριο καταδίκασε το Συμβούλιο στα δικαστικά έξοδά του, καθώς και στα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε ο HX. |
IV. Η κατ’ αναίρεση διαδικασία και τα αιτήματα των διαδίκων
|
19. |
Με δικόγραφο της 1ης Αυγούστου 2016 ο HX άσκησε αναίρεση κατά της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως. Ο HX ζητεί από το Δικαστήριο να αναιρέσει την εν λόγω απόφαση καθόσον αυτή απέρριψε ως απαράδεκτο το αίτημα προσαρμογής της προσφυγής προκειμένου να συμπεριληφθεί σε αυτήν η απόφαση του 2015. Περαιτέρω, ο ΗΧ ζητεί από το Δικαστήριο να ακυρώσει την απόφαση του 2015 καθόσον τον αφορά ή να αναπέμψει την υπόθεση, καθόσον αφορά το συγκεκριμένο ζήτημα, στο Γενικό Δικαστήριο. Τέλος, ο ΗΧ ζητεί από το Δικαστήριο να καταδικάσει το Συμβούλιο στα δικαστικά έξοδα. |
|
20. |
Το Συμβούλιο ζητεί από το Δικαστήριο να απορρίψει την αίτηση αναιρέσεως και να καταδικάσει τον ΗΧ στα δικαστικά έξοδα. |
|
21. |
Η ενώπιον του Δικαστηρίου διαδικασία επί της αιτήσεως αναιρέσεως διεξήχθη εγγράφως. |
|
22. |
Με το παράρτημα του υπομνήματός του επί της αιτήσεως αναιρέσεως το Συμβούλιο προσκόμισε ένα νέο αποδεικτικό μέσο, ήτοι μια –φέρουσα την υπογραφή τρίτου– βεβαίωση παραλαβής της επιδοθείσας στον δικηγόρο του ΗΧ αποφάσεως του 2015. Το Δικαστήριο παρέσχε στους διαδίκους τη δυνατότητα να υποβάλουν γραπτές παρατηρήσεις επί του νέου αυτού αποδεικτικού μέσου. Περαιτέρω, το Δικαστήριο εξέτασε τους ισχυρισμούς των διαδίκων ως προς τη συνδρομή έννομου συμφέροντος του ΗΧ για δικαστική προστασία σε σχέση, ειδικότερα, με την απόφαση του 2015. |
V. Εκτίμηση
1. Επί της αιτήσεως αναιρέσεως
1. Επί της επιδόσεως της αποφάσεως του 2015 στον HX
|
23. |
Με τον πρώτο λόγο αναιρέσεως ο ΗΧ υποστηρίζει ότι το υποβληθέν κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση της 8ης Δεκεμβρίου 2015 αίτημά του περί προσαρμογής των αιτημάτων της προσφυγής του προκειμένου να συμπεριλάβει την από 28 Μαΐου 2015 απόφαση του 2015 δεν ήταν εκπρόθεσμο. Τούτο διότι, δεδομένου ότι η απόφαση του 2015 δεν του επιδόθηκε, μολονότι το Συμβούλιο γνώριζε τη διεύθυνσή του, δεν άρχισε η προθεσμία για την προσαρμογή των αιτημάτων της προσφυγής σε σχέση με την απόφαση αυτή. |
|
24. |
Το Συμβούλιο υποστηρίζει σχετικώς ότι η απόφαση του 2015 επιδόθηκε στον δικηγόρο του ΗΧ με συστημένη επιστολή. Περαιτέρω, όπως προεκτέθηκε, το Συμβούλιο επισύναψε στο παράρτημα του υπομνήματός του επί της αιτήσεως αναιρέσεως μια βεβαίωση παραλαβής που έφερε την υπογραφή τρίτου, με ημερομηνία 8 Ιουνίου 2015. Ωστόσο, ο ΗΧ αμφισβητεί ότι η υπογράφουσα την εν λόγω βεβαίωση παραλαβής, η οποία δεν είναι συνεργάτης του δικηγόρου του, παρέδωσε σε εκείνον την επιστολή. Ο ΗΧ προσθέτει ότι το Συμβούλιο μπορούσε να διαπιστώσει ότι η βεβαίωση παραλαβής δεν έφερε την υπογραφή του ίδιου του δικηγόρου του. Εξάλλου, το Συμβούλιο γνώριζε τη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του. Ως εκ τούτου, το Συμβούλιο όφειλε, για λόγους ασφαλείας, να αποστείλει μια περαιτέρω συστημένη επιστολή ή ένα ηλεκτρονικό μήνυμα, προκειμένου ο δικηγόρος να λάβει γνώση της αποφάσεως του 2015. |
|
25. |
Υπό τις περιστάσεις αυτές, το Δικαστήριο δεν έχει τη δυνατότητα να διαπιστώσει κατά πόσον η απόφαση του 2015 επιδόθηκε εγκύρως στον ΗΧ. Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο δεν μπορεί να αποφανθεί ως προς το βάσιμο της υπό εξέταση αιτήσεως αναιρέσεως στηριζόμενο στο τυχόν εκπρόθεσμο του υποβληθέντος στο Γενικό Δικαστήριο αιτήματος προσαρμογής των αιτημάτων της προσφυγής. |
|
26. |
Εξάλλου, αρκεί η διαπίστωση ότι ο υπό εξέταση λόγος αναιρέσεως είναι ούτως ή άλλως αλυσιτελής. Τούτο διότι το Γενικό Δικαστήριο δεν στήριξε την απόρριψη του αιτήματος προσαρμογής των αιτημάτων της προσφυγής προκειμένου να συμπεριληφθεί σε αυτήν η απόφαση του 2015 στην τυχόν μη τήρηση της προθεσμίας για την επέλευση τέτοιας προσαρμογής, αλλά η κρίση του αυτή στηρίχθηκε στο σκεπτικό ότι το αίτημα δεν υποβλήθηκε με χωριστό δικόγραφο. |
|
27. |
Ως εκ τούτου, παρέλκει η εξέταση του ζητήματος αν ο ΗΧ παρέλαβε, μέσω του δικηγόρου του, αντίγραφο της αποφάσεως του 2015 ή όχι. |
|
28. |
Περαιτέρω, παρέλκει η εξέταση του ζητήματος κατά πόσον το αίτημα προσαρμογής της προσφυγής έπρεπε εν προκειμένω να υποβληθεί υποχρεωτικώς εντός της προβλεπόμενης στο άρθρο 263, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ προθεσμίας, εντός της οποίας μπορεί να ζητηθεί η ακύρωση της πράξεως που δικαιολογεί την προσαρμογή της προσφυγής. Συγκεκριμένα, το Γενικό Δικαστήριο έχει αποφανθεί σχετικώς –εντούτοις, πριν από τη θέση σε ισχύ του νέου Κανονισμού Διαδικασίας του της 4ης Μαρτίου 2015– ότι η προθεσμία αυτή, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, δεν ισχύει στο πλαίσιο εκκρεμούς διαδικασίας. Τούτο συμβαίνει όταν, αφενός, η αρχική πράξη και η πράξη της οποίας η ακύρωση ζητείται με την προσαρμογή της προσφυγής έχουν έναντι του ενδιαφερομένου το ίδιο αντικείμενο, στηρίζονται κατ’ ουσίαν στην ίδια αιτιολογία και έχουν ουσιαστικώς πανομοιότυπο περιεχόμενο, διαφοροποιούμενα μεταξύ τους μόνον από το αντίστοιχο πεδίο εφαρμογής ratione temporis, και, αφετέρου, το αίτημα προσαρμογής των αιτημάτων δεν στηρίζεται σε άλλο νέο ισχυρισμό, πραγματικό γεγονός ή αποδεικτικό στοιχείο εκτός από την ίδια την έκδοση της σχετικής πράξεως που καταργεί και αντικαθιστά την προγενέστερη πράξη ( 19 ). |
2. Επί της απορρίψεως από το Γενικό Δικαστήριο του αιτήματος προσαρμογής της προσφυγής προκειμένου να συμπεριληφθεί σε αυτήν η απόφαση του 2015
|
29. |
Με τον δεύτερο λόγο αναιρέσεως ο ΗΧ υποστηρίζει ότι το Γενικό Δικαστήριο εσφαλμένα απέρριψε το αίτημά του περί προσαρμογής της προσφυγής προκειμένου να συμπεριληφθεί σε αυτήν η απόφαση του 2015, με το σκεπτικό ότι το αίτημα αυτό δεν υποβλήθηκε με χωριστό δικόγραφο. Τούτο διότι με την υποβολή του αιτήματος κατά την επ’ ακροατηρίου διαδικασία, γεγονός που καταγράφηκε στα πρακτικά της συνεδριάσεως, πληρώθηκαν εν προκειμένω οι προϋποθέσεις παραδεκτού της προσαρμογής της προσφυγής κατά την έννοια του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου. Συγκεκριμένα, η μη υποβολή χωριστού δικογράφου δεν έβλαψε εν προκειμένω ούτε τα συμφέροντα του αντιδίκου ούτε το έργο του Γενικού Δικαστηρίου, ενώ εξάλλου τόσο ο αντίδικος όσο και το Γενικό Δικαστήριο τελούσαν σε γνώση της αποφάσεως του 2015 ήδη πριν από τη διεξαγωγή της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως. Πέραν τούτου, το Συμβούλιο είχε τη δυνατότητα να προβάλει αντιρρήσεις στο αίτημα προσαρμογής της προσφυγής, αλλά, όπως σημειώθηκε στα πρακτικά της συνεδριάσεως, δεν το έπραξε. |
|
30. |
Περαιτέρω, το Γενικό Δικαστήριο δεν έλαβε δεόντως υπόψη ούτε το γεγονός ότι το βουλγαρικό κείμενο του άρθρου 86, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας του, το οποίο είναι κρίσιμο εν προκειμένω καθότι η γλώσσα διαδικασίας είναι η βουλγαρική, είναι παρερμηνεύσιμο όσον αφορά την απαίτηση υποβολής του αιτήματος προσαρμογής της προσφυγής με χωριστό δικόγραφο. Τούτο διότι, σε αντίθεση προς το αγγλικό («separate document») και το γαλλικό («acte séparé») κείμενο του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, στο κείμενο στη βουλγαρική γλώσσα δεν χρησιμοποιείται ο όρος «έγγραφο», αλλά ο όρος «молба» («molba» – «αίτημα»). Ο όρος αυτός δεν εμπεριέχει αυτομάτως την απαίτηση τηρήσεως του έγγραφου τύπου, καθότι μπορεί να σημαίνει τόσο τη γραπτή όσο και την προφορική δήλωση βουλήσεως. |
|
31. |
Τέλος δε, το Γενικό Δικαστήριο παραβίασε την αρχή της κατ’ αντιμωλίαν διαδικασίας επειδή δεν παρέσχε στον ΗΧ, στο πλαίσιο της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως και, ως εκ τούτου, εγκαίρως πριν από τη λήξη της επ’ ακροατηρίου διαδικασίας, τη δυνατότητα να λάβει γνώση των κειμένων στις διάφορες γλώσσες του Κανονισμού Διαδικασίας του και της αποφάσεως του 2015. Επίσης, το Γενικό Δικαστήριο, παρά τα οριζόμενα στον Κανονισμό Διαδικασίας, δεν του έταξε εύλογη προθεσμία για την άρση των παραλείψεων του αιτήματός του περί προσαρμογής της προσφυγής και για την προσκόμιση των απαιτούμενων προς τούτο εγγράφων όταν πληροφορήθηκε, στο πλαίσιο της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως, ότι εκείνος ήθελε να προσαρμόσει την προσφυγή του. |
|
32. |
Η επιχειρηματολογία αυτή είναι πειστική. |
|
33. |
Συγκεκριμένα, μολονότι είναι απολύτως δικαιολογημένο να εξαρτάται η προσαρμογή της προσφυγής από την πλήρωση ορισμένων τυπικών απαιτήσεων, ωστόσο, η πλήρωση των εν λόγω τυπικών απαιτήσεων, όπως αυτές καθορίζονται στο άρθρο 86 του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, δεν αποτελεί αυτοσκοπό. Αντιθέτως, οι απαιτήσεις αυτές αποσκοπούν στη διασφάλιση της κατ’ αντιμωλίαν διαδικασίας και στην παροχή της δυνατότητας στο Γενικό Δικαστήριο να έχει στη διάθεσή του όλες τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για την εύλογη εκτίμηση των αιτημάτων προσαρμογής. |
|
34. |
Ο εν λόγω λειτουργικός σκοπός τον οποίον εκπληρώνουν οι τυπικές απαιτήσεις που πρέπει να πληρούνται στην περίπτωση των αιτημάτων προσαρμογής της προσφυγής προκύπτει εμφατικά από τους κανόνες του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, καθότι, επί παραδείγματι, κατά το άρθρο 86, παράγραφος 3, στοιχείο βʹ, η προσαρμογή των ισχυρισμών και των επιχειρημάτων ζητείται μόνον εφόσον παρίσταται σχετική ανάγκη, υπό το πρίσμα των συγκεκριμένων περιστάσεων. Ομοίως, σε περίπτωση που το υπόμνημα προσαρμογής δεν συνοδεύεται από την πράξη που δικαιολογεί την προσαρμογή της προσφυγής, το Γενικό Δικαστήριο μπορεί, συμφώνως προς το άρθρο 86, παράγραφος 4, να τάξει στον προσφεύγοντα προθεσμία για την άρση της παραλείψεως αυτής, αλλά ακόμη και σε περίπτωση μη άρσεως της παραλείψεως το αίτημα δεν απορρίπτεται υποχρεωτικώς ως απαράδεκτο, καθότι ως προς τούτο καταλείπεται στο Γενικό Δικαστήριο περιθώριο διακριτικής ευχέρειας. |
|
35. |
Εν προκειμένω όμως το Γενικό Δικαστήριο εφάρμοσε το άρθρο 86 του Κανονισμού Διαδικασίας του με άκρως τυπολατρικό τρόπο που αντιβαίνει όχι μόνο στην οικονομία και τον σκοπό της διατάξεως αυτής, αλλά και στην αρχή της δίκαιης δίκης που κατοχυρώνεται από το άρθρο 47, παράγραφος 2, του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Συγκεκριμένα, θα μπορούσε κάλλιστα να κρίνει παραδεκτό το υποβληθέν κατά την επ’ ακροατηρίου διαδικασία και καταγραφέν στα πρακτικά της συνεδριάσεως αίτημα προσαρμογής της προσφυγής, καθότι τα πρακτικά έχουν αποδεικτική δύναμη δικαστικού εγγράφου και, ως εκ τούτου, μπορεί να θεωρηθεί ότι υποκαθιστούν τον έγγραφο τύπο. Περαιτέρω, υπό τις δεδομένες περιστάσεις, δεν ήταν αναγκαίες ούτε η περαιτέρω προσαρμογή των ισχυρισμών και των επιχειρημάτων σε συνάρτηση με το περιεχόμενο της αποφάσεως του 2015, με την οποία απλώς παρατάθηκε η διάρκεια της ισχύος της αποφάσεως του 2013, ούτε η προσκόμιση της αποφάσεως του 2015, την οποία προδήλως γνώριζαν το Γενικό Δικαστήριο και το Συμβούλιο. |
|
36. |
Εξάλλου, ο ΗΧ ισχυρίστηκε επίσης, κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, ότι δεν γνώριζε μέχρι τότε την ύπαρξη της αποφάσεως του 2015 και, όπως διαπιστώθηκε ανωτέρω, ο ισχυρισμός αυτός δεν αντικρούστηκε λυσιτελώς, καθότι όσα εξέθεσαν οι διάδικοι επί του ζητήματος αυτού είναι αντιφατικά ( 20 ). Επομένως, συμφώνως προς τα προεκτεθέντα, πρέπει να θεωρηθεί ότι ο ΗΧ ενδεχομένως πληροφορήθηκε την ύπαρξη της αποφάσεως του 2015 το πρώτον κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση. Υπό τις περιστάσεις αυτές, η προσαρμογή της προσφυγής κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση προβάλλει εύλογη και σκόπιμη. Η υπέρμετρα τυπολατρική προσκόλληση στην απαίτηση υποβολής χωριστού δικογράφου καθιστά, σε τέτοιες περιπτώσεις, την προσαρμογή της προσφυγής κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση πρακτικώς ανέφικτη, πράγμα που όμως θίγει την αποτελεσματική δικαστική προστασία και αντιβαίνει στην οικονομία της διαδικασίας. |
|
37. |
Περαιτέρω, εάν το Γενικό Δικαστήριο ήθελε, εντούτοις, οπωσδήποτε να εμμείνει στην πλήρωση της απαιτήσεως υποβολής του αιτήματος προσαρμογής της προσφυγής με χωριστό δικόγραφο, θα μπορούσε άνευ ετέρου να επισημάνει την απαίτηση αυτή στον ΗΧ κατά τη διάρκεια της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως. Αντιθέτως, ο χειρισμός του ζητήματος από το Γενικό Δικαστήριο ήσαν παραπλανητικός. Τούτο διότι, καταγράφοντας το αίτημα του ΗΧ στα πρακτικά χωρίς να του επισημάνει την ανάγκη πληρώσεως περαιτέρω απαιτήσεων, δημιούργησε στον ΗΧ την εντύπωση ότι το αίτημά του καταχωρίστηκε νομοτύπως και ότι δεν απαιτούνται από μέρους του περαιτέρω ενέργειες. |
|
38. |
Ακόμη περισσότερο προβληματική προβάλλει η στάση του Γενικού Δικαστηρίου λόγω του γεγονότος ότι το βουλγαρικό κείμενο του άρθρου 86, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας του καθώς φαίνεται πράγματι δεν είναι σαφές (τουλάχιστον όχι απολύτως) όσον αφορά την απαίτηση τηρήσεως του έγγραφου τύπου κατά την υποβολή αιτήματος προσαρμογής της προσφυγής. |
|
39. |
Στο πλαίσιο αυτό, το Συμβούλιο αντιτείνει ότι, ακόμη και αν θεωρηθεί ότι το βουλγαρικό κείμενο είναι διφορούμενο, δεν μπορεί το κείμενο σε μία γλώσσα του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου να υποσκελίσει τα υπόλοιπα, ακόμη και αν πρόκειται για το κείμενο στη γλώσσα διαδικασίας. |
|
40. |
Το Συμβούλιο υποστηρίζει σχετικώς ότι, κατά πάγια νομολογία, η ανάγκη ομοιόμορφης εφαρμογής και ερμηνείας των διατάξεων του δικαίου της Ένωσης αποκλείει να λαμβάνεται μεμονωμένα υπόψη το κείμενο σε μία μόνο γλώσσα ορισμένης διατάξεως και επιτάσσει την ερμηνεία της διατάξεως αυτής με γνώμονα τη βούληση του συντάκτη της και τον επιδιωκόμενο από εκείνον σκοπό, υπό το πρίσμα του κειμένου της εν λόγω διατάξεως σε όλες τις γλώσσες της Ένωσης ( 21 ). Συνεπώς, μια αποκλίνουσα γλωσσική απόδοση δεν μπορεί –τουλάχιστον όχι μόνη αυτή– να υπερισχύσει έναντι των λοιπών. Στην προκειμένη περίπτωση, εξαιρουμένου του βουλγαρικού κειμένου, στα κείμενα σε όλες τις άλλες γλώσσες του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου έχουν χρησιμοποιηθεί όροι από τους οποίους προκύπτει σαφώς ότι το αίτημα προσαρμογής της προσφυγής πρέπει να υποβάλλεται με χωριστό έγγραφο. |
|
41. |
Πράγματι, η ανάγκη ομοιόμορφης ερμηνείας των διατάξεων του δικαίου της Ένωσης επιτάσσει, σε περίπτωση αποκλίσεως μεταξύ των κειμένων τους στις διάφορες γλώσσες, να ερμηνεύονται οι διατάξεις αυτές σε συνάρτηση με το πλαίσιο και τον σκοπό των ρυθμίσεων στις οποίες αυτές ανήκουν ( 22 ). Ωστόσο, τούτο δεν μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα να στερείται ο πολίτης του δικαιώματός του να απευθύνεται στον δικαστή της Ένωσης στη γλώσσα του, το οποίο κατοχυρώνεται τόσο στο άρθρο 20, παράγραφος 2, στοιχείο δʹ, και το άρθρο 24, παράγραφος 4, ΣΛΕΕ όσο και στο άρθρο 45 του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου. |
|
42. |
Όπως προεκτέθηκε, η καταγραφή του αιτήματος προσαρμογής της προσφυγής στα πρακτικά εκπληρώνει τους σκοπούς που επιδιώκονται με την απαίτηση υποβολής χωριστού δικογράφου. Ακόμη όμως και στην περίπτωση εμμονής στην ανάγκη υποβολής χωριστού δικογράφου, δεν μπορεί πάντως να αναμένεται από το υποκείμενο δικαίου να γνωρίζει περισσότερες της μίας γλώσσες διαδικασίας της Ένωσης και να πρέπει –χωρίς σχετική υπόδειξη– να ερμηνεύσει διατάξεις σχετικές με τις διαδικαστικές απαιτήσεις που πρέπει να πληρούνται ενώπιον των δικαιοδοτικών οργάνων της Ένωσης υπό το πρίσμα της αποδόσεως των διατάξεων αυτών σε όλες ή ακόμη και μόνο σε ορισμένες γλώσσες της Ένωσης. Αντιθέτως, το γλωσσικό καθεστώς των δικαστηρίων της Ένωσης αποβλέπει συνολικά ακριβώς στη διασφάλιση της δυνατότητας αποτελεσματικής ασκήσεως από κάθε υποκείμενο δικαίου του δικαιώματός του να απευθύνεται στη γλώσσα του στον δικαστή της Ένωσης. Ως εκ τούτου, προκειμένου να διασφαλιστεί η τήρηση των αρχών της δίκαιης δίκης και της αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας, τα δικαστήρια της Ένωσης, ειδικότερα στις περιπτώσεις αποκλίσεως του κειμένου στη γλώσσα διαδικασίας από τα κείμενα στις υπόλοιπες γλώσσες των κανονισμών διαδικασίας τους, πρέπει να καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να ενημερώνουν τον ενδιαφερόμενο σχετικά με τον κίνδυνο παραπλανήσεώς του και να του παρέχουν τη δυνατότητα να ασκήσει αποτελεσματικώς τα δικαιώματά του. |
|
43. |
Τούτο ισχύει και για τον επιπλέον λόγο ότι το Γενικό Δικαστήριο, το οποίο εξέδωσε τον Κανονισμό Διαδικασίας του σε όλες τις γλώσσες διαδικασίας, ευθύνεται για τις ασάφειες που παρουσιάζουν τα κείμενα στις διάφορες γλώσσες του Κανονισμού Διαδικασίας του κατά την εφαρμογή του στις διάφορες διαδικασίες και γλωσσικές περιστάσεις. Επομένως, το Γενικό Δικαστήριο, ερμηνεύοντας και εφαρμόζοντας καταλλήλως τους διαδικαστικούς του κανόνες υπό το πρίσμα της αρχής της δίκαιης δίκης, οφείλει να μεριμνά ώστε τέτοιες ασάφειες να μην έχουν ως αποτέλεσμα να στερούνται οι ενδιαφερόμενοι του δικαιώματός τους για αποτελεσματική δικαστική προστασία. |
|
44. |
Από το σύνολο των ανωτέρω προκύπτει ότι ο δεύτερος λόγος αναιρέσεως προβάλλεται λυσιτελώς. Το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε νομική πλάνη απορρίπτοντας ως απαράδεκτο το αίτημα του ΗΧ περί προσαρμογής της προσφυγής μόνον επειδή αυτό δεν υποβλήθηκε με χωριστό δικόγραφο και μην παρέχοντας σε αυτόν τη δυνατότητα να συμπληρώσει το προφορικώς υποβληθέν αίτημά του με τον δέοντα κατά το Γενικό Δικαστήριο τρόπο. Ως εκ τούτου, η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση πρέπει να αναιρεθεί, καθόσον απέρριψε ως απαράδεκτο το αίτημα προσαρμογής της προσφυγής προκειμένου να συμπεριληφθεί σε αυτήν η απόφαση του 2015. |
2. Επί του προβληθέντος στην πρωτόδικη δίκη αιτήματος προσαρμογής της προσφυγής
|
45. |
Βάσει του άρθρου 61, παράγραφος 1, του Οργανισμού του, το Δικαστήριο μπορεί να αποφανθεί το ίδιο οριστικώς επί της διαφοράς, εφόσον είναι ώριμη προς εκδίκαση. |
|
46. |
Η προϋπόθεση αυτή πληρούται εν προκειμένω. |
|
47. |
Συγκεκριμένα, διαπιστώνεται ότι το αίτημα προσαρμογής των αιτημάτων της προσφυγής προκειμένου να συμπεριληφθεί σε αυτήν η απόφαση του 2015 δεν απαιτούσε επί της ουσίας εξέταση, καθότι το έννομο συμφέρον του ΗΧ για δικαστική προστασία σε συνάρτηση με την απόφαση αυτή εξέλιπε ήδη κατά τη διάρκεια της διαδικασίας ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου. |
|
48. |
Το παραδεκτό της ασκήσεως προσφυγής ακυρώσεως ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου αποτελεί ζήτημα δημόσιας τάξεως το οποίο εξετάζεται αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο, όταν αυτό επιλαμβάνεται αιτήσεως αναιρέσεως ( 23 ). Το ίδιο πρέπει να γίνει δεκτό ότι ισχύει και αναφορικά με την περίπτωση που, κατά τη διάρκεια της διαδικασίας ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου, διαπιστώνεται ότι η δίκη πρέπει να καταργηθεί. Εξάλλου, το Δικαστήριο μπορεί εν προκειμένω να αποφανθεί στηριζόμενο στην απουσία εννόμου συμφέροντος του ΗΧ σε δικαστική προστασία σε σχέση με την απόφαση του 2015, καθότι το Δικαστήριο εξέτασε, στο πλαίσιο της κατ’ αναίρεση διαδικασίας, τους ισχυρισμούς των διαδίκων ως προς το εν λόγω ζήτημα, το οποίο δεν εξετάστηκε σε πρώτο βαθμό ( 24 ). |
|
49. |
Κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, τόσο το έννομο συμφέρον του προσφεύγοντος όσο και το αντικείμενο της διαφοράς πρέπει όχι μόνο να υφίστανται κατά τον χρόνο ασκήσεως της προσφυγής, αλλά και να διατηρούνται μέχρι την έκδοση της δικαστικής αποφάσεως, άλλως καταργείται η δίκη. Τούτο προϋποθέτει ότι η προσφυγή μπορεί εν τέλει να αποφέρει κάποιο όφελος στον διάδικο που την άσκησε ( 25 ). |
|
50. |
Εν προκειμένω, διαπιστώνεται ότι η ισχύς της αποφάσεως του 2015, την ακύρωση της οποίας ζητεί ο ΗΧ με το αίτημά του περί προσαρμογής της προσφυγής, έληξε προτού ακόμα εκδοθεί η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση της 2ας Ιουνίου 2016. Συγκεκριμένα, αφενός, η ισχύς της αποφάσεως αυτής, η οποία είχε ως αντικείμενο την παράταση της ισχύος της αποφάσεως του 2013 κατά ένα περαιτέρω έτος, ήταν ούτως ή άλλως περιορισμένη, λήγουσα κανονικά την 1η Ιουνίου 2016 ( 26 ). Αφετέρου, η ισχύς της αποφάσεως του 2013 παρατάθηκε εκ νέου κατά ένα περαιτέρω έτος, ήτοι μέχρι την 1η Ιουνίου 2017, με την απόφαση του 2016, η οποία άρχισε να ισχύει ήδη από τις 29 Μαΐου 2016, πράγμα που είχε ως αποτέλεσμα η απόφαση του 2015 να παύσει να παράγει έννομα αποτελέσματα ήδη πριν από τη λήξη της κανονικής διάρκειας ισχύος της ( 27 ). |
|
51. |
Αποτελεί βεβαίως γεγονός ότι το Δικαστήριο έχει δεχθεί, σε πολλές διαφορετικές περιπτώσεις, ότι το έννομο συμφέρον του προσφεύγοντος σε δικαστική προστασία δεν παύει απαραιτήτως να υφίσταται λόγω του ότι η προσβαλλόμενη από αυτόν πράξη έπαυσε να παράγει αποτελέσματα διαρκούσας της διαδικασίας ( 28 ). |
|
52. |
Τούτο οφείλεται ιδίως στο ότι η κατάργηση πράξεως που εκδόθηκε από όργανο της Ένωσης με μεταγενέστερη πράξη ή επίσης η λήξη της διάρκειας ισχύος πράξεως δεν ενέχουν αναγνώριση του παράνομου χαρακτήρα της πράξεως αυτής και παράγουν αποτελέσματα μόνον ex nunc. Αντιθέτως, με την απόφαση ακυρώσεως η ακυρωθείσα πράξη εξαφανίζεται αναδρομικώς από την έννομη τάξη και λογίζεται ως μη γενόμενη. |
|
53. |
Τούτο ισχύει ιδίως όσον αφορά τις πράξεις που έχουν ως αντικείμενο την επιβολή περιοριστικών μέτρων σε πρόσωπα, στο πλαίσιο της κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας της Ένωσης. Ως προς το ζήτημα αυτό, το Δικαστήριο έχει διευκρινίσει ότι εκείνος στον οποίον έχουν επιβληθεί τέτοια μέτρα επειδή το όνομά του περιλήφθηκε σε κατάλογο μπορεί ενδεχομένως να εξακολουθεί να έχει έννομο συμφέρον στη διαπίστωση του παράνομου χαρακτήρα της πράξεως βάσει της οποίας το όνομά του περιλήφθηκε στον κατάλογο, ακόμη και μετά τη λήξη της ισχύος της πράξεως αυτής. Τούτο διότι με τη διαπίστωση αυτή θα μπορεί να αναγνωριστεί ότι το όνομά του δεν έπρεπε ποτέ να περιληφθεί στον επίδικο κατάλογο ή δεν έπρεπε να περιληφθεί σύμφωνα με τη διαδικασία που ακολούθησαν τα θεσμικά όργανα της Ένωσης. Καίτοι η αναγνώριση αυτή δεν μπορεί να αποκαταστήσει την υλική ζημία ή την προσβολή της επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής, είναι εντούτοις ικανή να αποκαταστήσει την τρωθείσα υπόληψη του ατόμου ή να αποτελέσει ένα είδος ικανοποιήσεως της ηθικής βλάβης που υπέστη ( 29 ). |
|
54. |
Εν προκειμένω, ο ΗΧ υποστηρίζει συναφώς ότι μόνη η λήξη της ισχύος της αποφάσεως του 2015 δεν μπορεί να άρει τα αποτελέσματα που παρήγαγε η πράξη αυτή ενόσω βρισκόταν σε ισχύ. Τούτο διότι όχι μόνον η –μέσω της εκτελεστικής αποφάσεως του 2014– εγγραφή του ονόματός του στον κατάλογο των ατόμων στα οποία επιβλήθηκαν περιοριστικά μέτρα με την απόφαση του 2013, αλλά και η διατήρηση της αναγραφής του ονόματός του στον κατάλογο αυτόν με την απόφαση του 2015 πρόσβαλαν το δικαίωμά του στην ιδιωτική και οικογενειακή ζωή και έβλαψαν την υπόληψή του, διασπείροντας στον περίγυρό του δυσπιστία εις βάρος του. Συγκεκριμένα, στιγματίστηκε ως άτομο το οποίο ενεργεί σε βάρος των φιλειρηνικών πολιτών της Συρίας. Συνεπώς, η ακύρωση της αποφάσεως του 2015 μπορεί να αποκαταστήσει την τρωθείσα υπόληψή του και εκείνη της οικογενείας του και, ως εκ τούτου, να αποτελέσει ένα είδος ικανοποιήσεως της ηθικής βλάβης που υπέστη. |
|
55. |
Η επιχειρηματολογία αυτή ευσταθεί μεν καθόσον αφορά την εκτελεστική απόφαση του 2014, βάσει της οποίας ο ΗΧ περιλήφθηκε στον κατάλογο του παραρτήματος Ι της αποφάσεως του 2013 και η οποία περιλάμβανε αντίστοιχη αιτιολογία. Για τον λόγο ακριβώς αυτόν, το Γενικό Δικαστήριο ορθώς αποφάνθηκε, με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση της 2ας Ιουνίου 2016, ως προς τη νομιμότητα της εκτελεστικής αποφάσεως του 2014, μολονότι η απόφαση αυτή, καθόσον αφορά τον ΗΧ, αντικαταστάθηκε εν τω μεταξύ με την απόφαση του 2016, η οποία περιλάμβανε νέα αιτιολογία ( 30 ). |
|
56. |
Ωστόσο, η επιχειρηματολογία αυτή του ΗΧ δεν προβάλλεται λυσιτελώς καθόσον αφορά τη διατήρηση του εννόμου συμφέροντός του στην ακύρωση της αποφάσεως του 2015 μετά τη λήξη της ισχύος της. Τούτο διότι η απόφαση του 2015 περιοριζόταν, καθόσον αφορά τον ΗΧ, στην παράταση της ισχύος της αποφάσεως του 2013, όπως αυτή είχε τροποποιηθεί με την εκτελεστική απόφαση του 2014, μέχρι την 1η Ιουνίου 2016. Ως εκ τούτου, η ακύρωση της αποφάσεως του 2015 μετά τη λήξη της ισχύος της δεν μπορεί να αποφέρει στον ΗΧ κάποιο όφελος το οποίο να υπερβαίνει το όφελος που μπορούσε να αντλήσει από την ακύρωση της εκτελεστικής αποφάσεως του 2014. |
|
57. |
Ειδικότερα, με την ακύρωση της εν λόγω εκτελεστικής αποφάσεως το Γενικό Δικαστήριο αναγνώρισε ότι τα στοιχεία που προέβαλε το Συμβούλιο κατά του ΗΧ δεν μπορούσαν να δικαιολογήσουν τον ισχυρισμό ότι ο ΗΧ υποστηρίζει το συριακό καθεστώς και αντλεί όφελος από αυτό. Η αναγνώριση αυτή ισχύει και για την περίοδο ισχύος της αποφάσεως του 2015, καθότι η απόφαση αυτή δεν προσέθεσε κάποιο στοιχείο στην αιτιολόγηση της εγγραφής του ονόματος του ΗΧ στον κατάλογο. Ως εκ τούτου, η ακύρωση της εκτελεστικής αποφάσεως του 2014 αποκαθιστά την τρωθείσα υπόληψη του ΗΧ τόσο για την περίοδο της αρχικής διάρκειας ισχύος της αποφάσεως του 2013, όπως αυτή είχε τροποποιηθεί με την εκτελεστική απόφαση του 2014, όσο και για την παραταθείσα με την απόφαση του 2015 διάρκεια ισχύος της αποφάσεως του 2013. Τούτο αποτελεί ικανοποίηση της ηθικής βλάβης την οποία ο ΗΧ υπέστη εξαιτίας της σχετικής αποφάσεως. |
|
58. |
Δεν προκύπτει ότι ο ΗΧ θα μπορούσε να αντλήσει κάποιο περαιτέρω όφελος από την ακύρωση της αποφάσεως του 2015 μετά τη λήξη της ισχύος της ούτε ο ΗΧ προβάλλει κάποιον σχετικό ισχυρισμό. |
|
59. |
Επομένως, το έννομο συμφέρον του ΗΧ για την ακύρωση της αποφάσεως του 2015 εξέλιπε και, ως εκ τούτου, πρέπει να καταργηθεί η δίκη επί του αιτήματός του περί προσαρμογής της προσφυγής διαρκούσας της διαδικασίας ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου. |
VI. Δικαστικά έξοδα
|
60. |
Το άρθρο 138, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, που εφαρμόζεται στην κατ’ αναίρεση διαδικασία δυνάμει του άρθρου 184, παράγραφος 1, του ως άνω Κανονισμού, προβλέπει ότι σε περίπτωση μερικής ήττας των διαδίκων, κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά έξοδά του. Εντούτοις, εάν τούτο δικαιολογείται από τις περιστάσεις της συγκεκριμένης υποθέσεως, το Δικαστήριο μπορεί επίσης να αποφασίσει ότι ένας διάδικος φέρει, πέραν των δικαστικών εξόδων του, και μέρος των εξόδων του αντιδίκου. |
|
61. |
Κατ’ αρχάς, πρέπει να ληφθεί υπόψη, όσον αφορά τα δικαστικά έξοδα της πρωτοβάθμιας διαδικασίας, ότι η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση πρέπει να αναιρεθεί μόνον καθόσον απέρριψε ως απαράδεκτο το αίτημα προσαρμογής της προσφυγής προκειμένου να συμπεριληφθεί σε αυτήν η απόφαση του 2015. Επομένως, η πρωτόδικη απόφαση διατηρείται σε ισχύ καθόσον ακύρωσε την εκτελεστική απόφαση του 2014. |
|
62. |
Περαιτέρω, μολονότι ο ΗΧ προβάλλει εν προκειμένω αλυσιτελώς το αίτημά του περί ακυρώσεως της αποφάσεως του 2015, ωστόσο η σχετικώς προβαλλόμενη επιχειρηματολογία του ευσταθεί, καθόσον ορθώς προσάπτει στο Γενικό Δικαστήριο ότι οι λόγοι στους οποίους αυτό στήριξε την απόρριψη του αιτήματός του περί προσαρμογής της προσφυγής ήταν νομικώς εσφαλμένοι. Αντιθέτως, το Συμβούλιο ηττήθηκε σχετικώς, καθόσον αφορά την επιχειρηματολογία που προέβαλε. |
|
63. |
Συνεπώς, δεν συντρέχει λόγος εξαφανίσεως της αποφάσεως του Γενικού Δικαστηρίου για τα δικαστικά έξοδα, με την οποία το Συμβούλιο καταδικάστηκε στο σύνολο των δικαστικών εξόδων του πρώτου βαθμού. |
|
64. |
Όσον αφορά τα δικαστικά έξοδα της κατ’ αναίρεση διαδικασίας, πρέπει κατ’ αρχάς να ληφθεί υπόψη ότι, αφενός, ο δεύτερος λόγος αναιρέσεως που προβάλλει ο ΗΧ είναι βάσιμος, αφετέρου, όμως, ο ΗΧ εμμένει, με την υπό εξέταση αίτηση αναιρέσεως, στο αίτημά του περί ακυρώσεως της αποφάσεως του 2015, μολονότι το έννομο συμφέρον του για την ακύρωση αυτή εξέλιπε ήδη διαρκούσας της διαδικασίας ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου. Εξάλλου, ήδη πριν από την άσκηση της υπό εξέταση αναιρέσεως την 1η Αυγούστου 2016, ο HX άσκησε, με δικόγραφο της 27ης Ιουλίου 2016, προσφυγή κατά της αποφάσεως του 2016 ( 31 ) η οποία αντικατέστησε την απόφαση του 2015 και με την οποία προστέθηκαν νέα στοιχεία στην αιτιολογία της εκτελεστικής αποφάσεως του 2014 ( 32 ). |
|
65. |
Εντούτοις, πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψη ότι το Συμβούλιο ηττήθηκε στην κατ’ αναίρεση διαδικασία καθόσον αφορά την επιχειρηματολογία του. Επιπλέον, με το να μην ελέγξει περαιτέρω κατά πόσον η απόφαση του 2015 επιδόθηκε πράγματι στον ΗΧ, μολονότι η βεβαίωση παραλαβής της συστημένης επιστολής δεν έφερε την υπογραφή του δικηγόρου του, αλλά κάποιου τρίτου ( 33 ), το Συμβούλιο πιθανότατα, ήδη πολύ χρόνο πριν από την ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου προφορική διαδικασία, εμπόδισε τον ΗΧ να υποβάλει αίτημα προσαρμογής της προσφυγής του. |
|
66. |
Επομένως, στην υπό εξέταση υπόθεση δικαιολογείται να αποφανθεί το Δικαστήριο, όσον αφορά τα δικαστικά έξοδα της κατ’ αναίρεση διαδικασίας, ότι ο ΗΧ θα φέρει το ένα τρίτο των εξόδων του και το Συμβούλιο θα φέρει τα δικά του έξοδα καθώς και τα δύο τρίτα των εξόδων του ΗΧ. |
VII. Πρόταση
|
67. |
Κατόπιν των ανωτέρω σκέψεων, προτείνω στο Δικαστήριο να αποφανθεί ως εξής:
|
( 1 ) Γλώσσα του πρωτοτύπου: η γερμανική.
( 2 ) ΕΕ 2015, L 105, σ. 1.
( 3 ) Βλ. απόφαση της 28ης Μαΐου 2013, Abdulrahim κατά Συμβουλίου και Επιτροπής (C‑239/12 P, EU:C:2013:331, σκέψεις 67 έως 85, ιδίως σκέψη 72).
( 4 ) Με το άρθρο 1, σημείο 7, των από 13 Ιουλίου 2016 τροποποιήσεων του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου (ΕΕ 2016, L 217, σ. 73), οι οποίες άρχισαν να ισχύουν την 1η Σεπτεμβρίου 2016, οι παράγραφοι 3 έως 6 του άρθρου 86 αναριθμήθηκαν ως παράγραφοι 4 έως 7 και παρεμβλήθηκε νέα παράγραφος 3, η οποία ρυθμίζει τις εισαγόμενες δυνάμει του άρθρου 270 ΣΛΕΕ διαφορές μεταξύ της Ένωσης και των υπαλλήλων της. Η τροποποίηση αυτή δεν ασκεί επιρροή στην υπό εξέταση διαδικασία.
( 5 ) ΕΕ 2011, L 121, σ. 11.
( 6 ) ΕΕ 2011, L 121, σ. 1.
( 7 ) ΕΕ 2012, L 16, σ. 1.
( 8 ) ΕΕ 2011, L 319, σ. 56.
( 9 ) ΕΕ 2012, L 330, σ. 21.
( 10 ) ΕΕ 2013, L 147, σ. 14.
( 11 ) ΕΕ 2014, L 160, σ. 37.
( 12 ) ΕΕ 2014, L 217, σ. 49.
( 13 ) ΕΕ 2014, L 217, σ. 10.
( 14 ) ΕΕ 2015, L 132, σ. 82.
( 15 ) ΕΕ 2016, L 141, σ. 125.
( 16 ) Βλ. το δικόγραφο της προσφυγής που άσκησε ο HX στις 27 Ιουλίου 2016 στην εκκρεμή ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου υπόθεση T‑408/16, HX κατά Συμβουλίου, με την οποία ο HX ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο ιδίως να ακυρώσει την απόφαση του 2016.
( 17 ) ΕΕ 2017, L 139, σ. 62.
( 18 ) Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 2ας Ιουνίου 2016, HX κατά Συμβουλίου (T‑723/14, EU:T:2016:332).
( 19 ) Βλ. απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 9ης Σεπτεμβρίου 2010, Al-Aqsa κατά Συμβουλίου (T‑348/07, EU:T:2010:373, σκέψη 34)· η απόφαση αυτή αναιρέθηκε, χωρίς, ωστόσο, να αμφισβητηθεί η εν προκειμένω παρατιθέμενη κρίση.
( 20 ) Βλ. σημεία 24 και 25 των παρουσών προτάσεων.
( 21 ) Βλ., συναφώς, αποφάσεις της 12ης Νοεμβρίου 1969, Stauder (29/69, EU:C:1969:57, σκέψη 3), της 17ης Ιουλίου 1997, Ferriere Nord κατά Επιτροπής (C‑219/95 P, EU:C:1997:375, σκέψη 15), και της 15ης Οκτωβρίου 2015, Grupo Itevelesa κ.λπ. (C‑168/14, EU:C:2015:685, σκέψη 42).
( 22 ) Βλ., επί παραδείγματι, απόφαση της 23ης Νοεμβρίου 2016, Bayer CropScience και Stichting De Bijenstichting (C‑442/14, EU:C:2016:890, σκέψη 84).
( 23 ) Βλ. διάταξη της 15ης Φεβρουαρίου 2012, Internationaler Hilfsfonds κατά Επιτροπής (C‑208/11 P, EU:C:2012:76, σκέψη 34 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).
( 24 ) Βλ. σημείο 22 των παρουσών προτάσεων.
( 25 ) Βλ. αποφάσεις της 19ης Οκτωβρίου 1995, Rendo κ.λπ. κατά Επιτροπής (C‑19/93 P, EU:C:1995:339, σκέψη 13), της 7ης Ιουνίου 2007, Wunenburger κατά Επιτροπής (C‑362/05 P, EU:C:2007:322, σκέψη 42), και της 28ης Μαΐου 2013, Abdulrahim κατά Συμβουλίου και Επιτροπής (C‑239/12 P, EU:C:2013:331, σκέψη 61).
( 26 ) Βλ. σημείο 12 των παρουσών προτάσεων.
( 27 ) Βλ. σημείο 13 των παρουσών προτάσεων.
( 28 ) Βλ. απόφαση της 28ης Μαΐου 2013, Abdulrahim κατά Συμβουλίου και Επιτροπής (C‑239/12 P, EU:C:2013:331, σκέψεις 62 επ. και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).
( 29 ) Όπ.π. (σκέψεις 68 επ.).
( 30 ) Βλ. σημείο 13 των παρουσών προτάσεων.
( 31 ) Βλ. υποσημείωση 16 των παρουσών προτάσεων.
( 32 ) Βλ. σημεία 12, 13 και 50 των παρουσών προτάσεων.
( 33 ) Βλ. σημείο 24 των παρουσών προτάσεων.