Το έγγραφο αυτό έχει ληφθεί από τον ιστότοπο EUR-Lex
Έγγραφο 62014CO0092
Order of the Court (Sixth Chamber), 3 July 2014.#Liliana Tudoran and Others v SC Suport Colect SRL.#Request for a preliminary ruling from the Judecătoria Câmpulung.#Reference for a preliminary ruling — Directives 93/13/EEC and 2008/48/EC — Application ratione temporis and ratione materiae — Events occurring prior to the accession of Romania to the European Union — Charter of Fundamental Rights of the European Union — Lack of implementation of EU Law — Manifest lack of jurisdiction — Articles 49 TFEU and 56 TFEU — Manifest inadmissibility.#Case C‑92/14.
Διάταξη του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 3ης Ιουλίου 2014.
Liliana Tudoran κ.λπ. κατά SC Suport Colect SRL.
Αίτηση του Judecătoria Câmpulung για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως.
Προδικαστική παραπομπή — Οδηγίες 93/13/ΕΟΚ και 2008/48/ΕΚ — Εφαρμογή κατά χρόνο και καθ’ ύλη — Περιστατικά προγενέστερα της προσχώρησης της Ρουμανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση — Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης — Δεν χωρεί — Πρόδηλη αναρμοδιότητα — Άρθρα 49 ΣΛΕΕ και 56 ΣΛΕΕ — Προδήλως απαράδεκτο.
Υπόθεση C‑92/14.
Διάταξη του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 3ης Ιουλίου 2014.
Liliana Tudoran κ.λπ. κατά SC Suport Colect SRL.
Αίτηση του Judecătoria Câmpulung για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως.
Προδικαστική παραπομπή — Οδηγίες 93/13/ΕΟΚ και 2008/48/ΕΚ — Εφαρμογή κατά χρόνο και καθ’ ύλη — Περιστατικά προγενέστερα της προσχώρησης της Ρουμανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση — Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης — Δεν χωρεί — Πρόδηλη αναρμοδιότητα — Άρθρα 49 ΣΛΕΕ και 56 ΣΛΕΕ — Προδήλως απαράδεκτο.
Υπόθεση C‑92/14.
Συλλογή της Νομολογίας — Γενική Συλλογή
Αναγνωριστικό ECLI: ECLI:EU:C:2014:2051
ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα)
της 3ης Ιουλίου 2014 ( *1 )
«Προδικαστική παραπομπή — Οδηγίες 93/13/ΕΟΚ και 2008/48/ΕΚ — Εφαρμογή κατά χρόνο και καθ’ ύλη — Περιστατικά προγενέστερα της προσχώρησης της Ρουμανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση — Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης — Δεν χωρεί — Πρόδηλη αναρμοδιότητα — Άρθρα 49 ΣΛΕΕ και 56 ΣΛΕΕ — Προδήλως απαράδεκτο»
Στην υπόθεση C‑92/14,
που έχει ως αντικείμενο αίτηση προδικαστικής απόφασης δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, την οποία υπέβαλε το Judecătoria Câmpulung (Ρουμανία) με απόφαση της 25ης Φεβρουαρίου 2014, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 5 Μαρτίου 2014, στο πλαίσιο της δίκης
Liliana Tudoran,
Florin Iulian Tudoran,
Ilie Tudoran
κατά
SC Suport Colect SRL,
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έκτο τμήμα),
συγκείμενο από τους A. Borg Barthet, πρόεδρο τμήματος, E. Levits (εισηγητή) και M. Berger, δικαστές,
γενική εισαγγελέας: J. Kokott
γραμματέας: A. Calot Escobar
κατόπιν της απόφασης που έλαβε, αφού άκουσε τη γενική εισαγγελέα, να αποφανθεί με αιτιολογημένη διάταξη κατ’ εφαρμογή του άρθρου 53, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου,
εκδίδει την ακόλουθη
Διάταξη
1 |
Η αίτηση προδικαστικής απόφασης αφορά την ερμηνεία των άρθρων 49 ΣΛΕΕ και 56 ΣΛΕΕ, του άρθρου 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: Χάρτης), των άρθρων 3 και 10 της οδηγίας 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 1993, σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές (ΕΕ L 95, σ. 29), καθώς και ορισμένων διατάξεων της οδηγίας 2008/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2008, για τις συμβάσεις καταναλωτικής πίστης και την κατάργηση της οδηγίας 87/102/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 133, σ. 66). |
2 |
Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο της εκδίκασης διαφοράς μεταξύ της L. Tudoran, καθώς και των Florin Iulian Tudoran και Ilie Tudoran αφενός και της εταιρίας SC Suport Colect SRL (στο εξής: Suport Colect) αφετέρου, με αντικείμενο τη διαδικασία είσπραξης οφειλής που απορρέει από σύμβαση ενυπόθηκου δανείου που συνήφθη στο πλαίσιο της αγοράς ακινήτου. |
Το νομικό πλαίσιο
Το δίκαιο της Ένωσης
3 |
Το άρθρο 10 της οδηγίας 93/13 ορίζει στην παράγραφο 1, δεύτερο εδάφιο, τα εξής: «Οι διατάξεις [της οδηγίας 93/13] εφαρμόζονται σε όλες τις συμβάσεις που συνάπτονται με καταναλωτές μετά τις 31 Δεκεμβρίου 1994.» |
4 |
Το άρθρο 2, παράγραφος 2, της οδηγίας 2008/48 έχει ως εξής: «Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στις:
[…]». |
Το ρουμανικό δίκαιο
5 |
Το άρθρο 372 του ρουμανικού Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (ΚΠολΔ) προβλέπει τα εξής: «Αναγκαστική εκτέλεση χωρεί μόνο βάσει δικαστικής αποφάσεως ή άλλου εγγράφου το οποίο αποτελεί κατά νόμο εκτελεστό τίτλο» |
6 |
Κατά το άρθρο 379, παράγραφος 1, του κώδικα αυτού: «Αναγκαστική εκτέλεση επί κινητών ή ακινήτων χωρεί μόνον αν η απαίτηση είναι βέβαιη, εκκαθαρισμένη και απαιτητή.» |
7 |
Το άρθρο 399 του ΚΠολΔ ορίζει τα εξής: «Οι ενδιαφερόμενοι ή οι θιγόμενοι από την εκτέλεση μπορούν να ασκήσουν ανακοπή κατά της αναγκαστικής εκτέλεσης, καθώς και κατά οποιασδήποτε πράξης εκτέλεσης» |
8 |
Το άρθρο 120 της πράξης νομοθετικού περιεχομένου αριθ. 99, της 6ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με τα πιστωτικά ιδρύματα και την κεφαλαιακή επάρκεια (Monitorul Oficial al României, αριθ. 1027, στο εξής: πράξη νομοθετικού περιεχομένου αριθ. 99), διευκρινίζει τα εξής: «Οι συμβάσεις δανείου, περιλαμβανομένων των συμβάσεων εμπράγματης ή προσωπικής ασφάλειας, που συνάπτονται από πιστωτικό ίδρυμα αποτελούν εκτελεστούς τίτλους». |
Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα
9 |
Στις 5 Οκτωβρίου 2006 οι ανακόπτοντες της κύριας δίκης συνήψαν με την Τράπεζα Banca Comercială Română σύμβαση δανείου για ποσό 17200 ευρώ, με σκοπό την αγορά ακινήτου που βρισκόταν στο Câmpulung (Ρουμανία). |
10 |
Η σύμβαση αυτή προβλέπει σταθερό επιτόκιο κατά το πρώτο έτος εκταμίευσης του δανείου. Μετά το πέρας του έτους αυτού, το επιτόκιο συνίσταται στο μεταβλητό επιτόκιο αναφοράς, το οποίο υπολογίζεται με βάση το επιτόκιο που αναρτάται στην έδρα της τράπεζας, προσαυξημένο σε συνάρτηση με μια μεταβλητή, τον λεγόμενο «δείκτη εξυπηρέτησης του χρέους», ο οποίος αποτυπώνει την ικανότητα του δανειστή να εξοφλεί τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του, ικανότητα που εκφράζεται σε ημέρες υπερημερίας σε σχέση με κάθε ληξιπρόθεσμη οφειλή. |
11 |
Επιπλέον, η σύμβαση αυτή προβλέπει την προσαύξηση του επιτοκίου κατά τη διάρκεια της ισχύος της, σε συνάρτηση με την ικανότητα του δανειστή να εξοφλεί τις οφειλές του από το δάνειο. Το επιτόκιο δηλαδή μεταβάλλεται σε συνάρτηση με τον βαθμό καθυστέρησης της πληρωμής. |
12 |
Στις 11 Οκτωβρίου 2006 ο Florin Iulian Tudoran και η L. Tudoran συνήψαν με την ίδια αυτή τράπεζα σύμβαση για τη σύσταση υποθήκης επί του αγορασθέντος ακινήτου, με τάξη προτεραιότητας 1, η οποία θα αποτελούσε ασφάλεια για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων πληρωμής που απέρρεαν από τη σύμβαση δανείου της 5ης Οκτωβρίου 2006. |
13 |
Στις 12 Μαΐου 2009 η τράπεζα επέδωσε στους ανακόπτοντες της κύριας δίκης ένα έγγραφο όχλησης, λόγω της αθέτησης των συμβατικών υποχρεώσεών τους, καθότι δεν είχαν καταβάλει ορισμένες δόσεις για την αποπληρωμή του δανείου. Η τράπεζα απαίτησε την καταβολή ποσού 233,91 ευρώ εντός επτά ημερών από την επίδοση του εν λόγω εγγράφου. Σε περίπτωση μη καταβολής, η τράπεζα προειδοποιούσε ότι θα καθίστατο απαιτητό ολόκληρο το ποσό που εξακολουθούσαν να οφείλουν οι ανακόπτοντες και ότι η ίδια θα κινούσε τις διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης. |
14 |
Η απαίτηση έναντι των ανακοπτόντων της κύριας δίκης αποτέλεσε αντικείμενο δύο διαδοχικών εκχωρήσεων. Η τελευταία εκχώρηση πραγματοποιήθηκε προς την Suport Colect με σύμβαση της 5ης Αυγούστου 2009. |
15 |
Στις 18 Μαΐου 2012 η Suport Colect κίνησε τη διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης κατά των ανακοπτόντων της κύριας δίκης. |
16 |
Στις 15 Μαρτίου 2013 ένας δικαστικός επιμελητής επέδωσε, κατ’ εντολή της Support Colect, διαταγή πληρωμής ποσού 16980,75 ευρώ, η οποία είχε εκδοθεί με βάση τη σύμβαση ενυπόθηκου δανείου που είχαν συνάψει οι ανακόπτοντες της κύριας δίκης. |
17 |
Στη διαταγή πληρωμής αυτή βασίστηκαν οι πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης που έλαβαν τη μορφή κατάσχεσης μισθού και κατάσχεσης του σχετικού ακινήτου. |
18 |
Στις 13 Ιουνίου 2013 ασκήθηκε ενώπιον του Judecătoria Câmpulung ανακοπή από τους ενδιαφερόμενους κατά όλων των πράξεων εκτέλεσης. Οι ανακόπτοντες ζητούν την ακύρωση όλων αυτών των πράξεων, καθώς και της διαταγής πληρωμής. |
19 |
Επί της ουσίας οι ανακόπτοντες υποστηρίζουν ότι η αναγκαστική εκτέλεση βασίζεται σε απαίτηση που δεν πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 379, παράγραφος 1, του ΚΠολΔ, διότι δεν είναι βέβαιη, εκκαθαρισμένη και απαιτητή. Για παράδειγμα, δεν δίδεται καμία διευκρίνιση για το ακριβές ύψος των ποσών από τα οποία απαρτίζεται η εν λόγω απαίτηση. |
20 |
Το αιτούν δικαστήριο, αφού διέταξε τη διενέργεια λογιστικής πραγματογνωμοσύνης ενόψει του επακριβούς προσδιορισμού του ύψους της απαίτησης, αντιμετώπισε το ζήτημα αφενός αν οι ρήτρες καθορισμού των επιτοκίων που περιλαμβάνονται στην επίμαχη στην κύρια δίκη σύμβαση δανείου συμβιβάζονται με τις οδηγίες 93/13 και 2003/48 και αφετέρου αν το άρθρο 120 της πράξης νομοθετικού περιεχομένου αριθ. 99 συμβιβάζεται με τα άρθρα 49 ΣΛΕΕ, 56 ΣΛΕΕ καθώς και 47 του Χάρτη. |
21 |
Υπό τις συνθήκες αυτές, το Judecătoria Câmpulung αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα εξής προδικαστικά ερωτήματα:
|
Επί της διαδικασίας ενώπιον του Δικαστηρίου
22 |
Το αιτούν δικαστήριο ζήτησε, με την αίτηση προδικαστικής απόφασης, να εφαρμοστεί η ταχεία διαδικασία του άρθρου 105 του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου. |
23 |
Κατά το άρθρο 53, παράγραφος 2, του κανονισμού αυτού πάντως, όταν το Δικαστήριο είναι προδήλως αναρμόδιο να επιληφθεί της υποθέσεως ή όταν μια αίτηση ή μια προσφυγή είναι προδήλως απαράδεκτη, το Δικαστήριο, αφού ακούσει τον γενικό εισαγγελέα, μπορεί οποτεδήποτε να αποφανθεί με αιτιολογημένη διάταξη, χωρίς να συνεχίσει τη διαδικασία. |
24 |
Δεδομένου ότι εν προκειμένω ενδείκνυται να εφαρμοστεί η διάταξη αυτή, παρέλκει η απόφαση επί της αιτήσεως εφαρμογής της ταχείας διαδικασίας. |
Επί των προδικαστικών ερωτημάτων
Επί του πρώτου προδικαστικού ερωτήματος
25 |
Το αιτούν δικαστήριο θέτει, με το πρώτο ερώτημά του, το ζήτημα αν οι οδηγίες 93/13 και 2008/48 έχουν την έννοια ότι οι διατάξεις τους έχουν εφαρμογή σε σύμβαση στεγαστικού δανείου που συνήφθη πριν από την προσχώρηση της Ρουμανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά η οποία παράγει ακόμα αποτελέσματα μέχρι σήμερα και, κατ’ ουσία, αν το Δικαστήριο είναι αρμόδιο να απαντήσει στο δεύτερο και στο τέταρτο ερώτημα. |
26 |
Όσον αφορά, πρώτον, την οδηγία 93/13, από την απόφαση περί παραπομπής προκύπτει ότι η επίμαχη στην κύρια δίκη σύμβαση δανείου συνήφθη στις 5 Οκτωβρίου 2006 και ότι η σχετική υποθήκη συστάθηκε στις 11 Οκτωβρίου του ιδίου έτους, δηλαδή πριν από την 1η Ιανουαρίου 2007, ημερομηνία προσχώρησης της Ρουμανίας στην Ένωση. |
27 |
Το Δικαστήριο είναι αρμόδιο να ερμηνεύει το δίκαιο της Ένωσης, όσον αφορά την εφαρμογή του σε ορισμένο κράτος μέλος, μόνο από την ημερομηνία της προσχώρησής του στην Ένωση και εντεύθεν (διάταξη Pohotovosť, C‑153/13, EU:C:2014:264, σκέψη 24 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). |
28 |
Καθόσον από το άρθρο 10, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 93/13 προκύπτει ότι η οδηγία αυτή έχει εφαρμογή μόνο στις συμβάσεις που συνήφθησαν μετά από τις 31 Δεκεμβρίου 1994, ημερομηνία λήξης της προθεσμίας μεταφοράς της οδηγίας στα εθνικά δίκαια, πρέπει να ληφθεί υπόψη η ημερομηνία σύναψης της επίμαχης στην κύρια δίκη σύμβασης για να εξακριβωθεί κατά πόσον η εν λόγω οδηγία έχει εφαρμογή στη σύμβαση αυτή, ενώ δεν έχει καμία σημασία το χρονικό διάστημα κατά το οποίο η σύμβαση αυτή παράγει αποτελέσματα. |
29 |
Επομένως, αφού η επίμαχη στην κύρια δίκη σύμβαση συνήφθη στις 5 Οκτωβρίου 2006 συνοδευόμενη από υποθήκη συσταθείσα στις 11 Οκτωβρίου 2006, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η οδηγία 93/13 δεν έχει εφαρμογή στη διαφορά της υπόθεσης της κύριας δίκης. |
30 |
Όσον αφορά, δεύτερον, την οδηγία 2008/48, αρκεί η διαπίστωση ότι, δυνάμει του άρθρου 2, παράγραφος 2, στοιχεία αʹ και βʹ, εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας αυτής οι συμβάσεις πίστωσης που εξασφαλίζονται με υποθήκη και οι συμβάσεις πίστωσης σκοπός των οποίων είναι η απόκτηση ή διατήρηση δικαιωμάτων ιδιοκτησίας επί υπάρχοντος ή υπό κατασκευή κτιρίου. |
31 |
Δεδομένου ότι από την απόφαση περί παραπομπής προκύπτει ότι η επίμαχη στην κύρια δίκη σύμβαση είναι σύμβαση πίστωσης που αποσκοπεί στην αγορά ακινήτου και εξασφαλίζεται με υποθήκη, η οδηγία 2008/48 δεν έχει εφαρμογή στα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης της κύριας δίκης. |
32 |
Κατά συνέπεια, ούτε οι διατάξεις της οδηγίας 93/13 ούτε οι διατάξεις της οδηγίας 2008/48 έχουν εφαρμογή στη διαφορά της υπόθεσης της κύριας δίκης. |
Επί του δεύτερου και του τέταρτου προδικαστικού ερωτήματος
33 |
Με βάση την απάντηση που δόθηκε στο πρώτο ερώτημα, παρέλκει η απάντηση στο δεύτερο και στο τέταρτο ερώτημα. |
Επί του πέμπτου προδικαστικού ερωτήματος
34 |
Το αιτούν δικαστήριο, με το πέμπτο ερώτημά του, θέτει κατ’ ουσία το ζήτημα αν τα άρθρα 49 ΣΛΕΕ και 56 ΣΛΕΕ έχουν την έννοια ότι η εθνική ρύθμιση που, όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, προσδίδει σε σύμβαση τραπεζικού δανείου τον χαρακτήρα εκτελεστού τίτλου αντιβαίνει στα άρθρα αυτά. |
35 |
Επισημαίνεται ότι το Δικαστήριο πρέπει να ερευνά τις συνθήκες υπό τις οποίες του έχουν υποβληθεί τα ερωτήματα από τον εθνικό δικαστή, προκειμένου να ελέγχει κατά πόσον είναι αρμόδιο να απαντήσει (βλ. συναφώς τις αποφάσεις Volker und Markus Schecke και Eifert, C‑92/09 και C‑93/09, EU:C:2010:662, σκέψη 39, και Susisalo κ.λπ., C‑84/11, EU:C:2012:374, σκέψη 16). |
36 |
Συναφώς υπενθυμίζεται ότι το Δικαστήριο δεν είναι αρμόδιο να απαντήσει σε προδικαστικό ερώτημα, όταν είναι πρόδηλο ότι η διάταξη του δικαίου της Ένωσης που του έχει υποβληθεί προς ερμηνεία δεν έχει εφαρμογή (απόφαση Caixa d’Estalvis i Pensions de Barcelona, C‑139/12, EU:C:2014:174, σκέψη 41 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). |
37 |
Όσον αφορά τους κανόνες του δικαίου της Ένωσης των οποίων ζητείται η ερμηνεία, επισημαίνεται ότι οι διατάξεις της Συνθήκης ΛΕΕ σχετικά με την ελευθερία εγκατάστασης και την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών δεν έχουν εφαρμογή στις καταστάσεις των οποίων όλα τα στοιχεία περιορίζονται στο εσωτερικό ενός και μόνου κράτους μέλους (βλ., όσον αφορά την ελευθερία εγκατάστασης, την απόφαση Επιτροπή κατά Γαλλίας, C‑389/05, EU:C:2008:411, σκέψη 49 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία, και, όσον αφορά την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών, την απόφαση Omalet, C‑245/09, EU:C:2010:808, σκέψη 12 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). |
38 |
Υπενθυμίζεται πάντως ότι, υπό ορισμένες συνθήκες, ο αμιγώς εσωτερικός χαρακτήρας της οικείας κατάστασης δεν αποτελεί εμπόδιο προκειμένου το Δικαστήριο να απαντήσει σε ερώτημα που του έχει υποβληθεί κατ’ εφαρμογή του άρθρου 267 ΣΛΕΕ. |
39 |
Αυτό μπορεί ιδίως να συμβαίνει όταν το εθνικό δίκαιο επιβάλλει στο αιτούν δικαστήριο την υποχρέωση να διασφαλίζει στους υπηκόους του κράτους μέλους στη δικαιοδοσία του οποίου υπάγεται το εν λόγω δικαστήριο τα ίδια δικαιώματα με αυτά που θα αντλούσε από το δίκαιο της Ένωσης ο υπήκοος άλλου κράτους μέλους που θα βρισκόταν στην ίδια κατάσταση (βλ. συναφώς αποφάσεις Guimont, C‑448/98, EU:C:2000:663, σκέψη 23· Servizi Ausiliari Dottori Commercialisti, C‑451/03, EU:C:2006:208, σκέψη 29, καθώς και Cipolla κ.λπ., C‑94/04 και C‑202/04, EU:C:2006:758, σκέψη 30) ή όταν η αίτηση προδικαστικής απόφασης αφορά διατάξεις του δικαίου της Ένωσης στις οποίες παραπέμπει το εθνικό δίκαιο κράτους μέλους προς καθορισμό των κανόνων που έχουν εφαρμογή σε μια κατάσταση που είναι αμιγώς εσωτερικής φύσης στο κράτος αυτό (βλ. συναφώς, μεταξύ άλλων, αποφάσεις Dzodzi, C‑297/88 και C‑197/89, EU:C:1990:360, σκέψη 36, Poseidon Chartering, C‑3/04, EU:C:2006:176, σκέψη 15, και Romeo, C‑313/12, EU:C:2013:718, σκέψη 21). |
40 |
Εν προκειμένω επιβάλλεται η διαπίστωση ότι όλα τα στοιχεία της διαφοράς της υπόθεσης της κύριας δίκης αφορούν ένα μόνο κράτος μέλος, αφού αντικείμενο της διαφοράς αυτής είναι η διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης προς ικανοποίηση απαίτησης που απορρέει από σύμβαση δανείου και για την εξασφάλιση της οποίας έχει συσταθεί υποθήκη με σύμβαση που έχει συναφθεί μεταξύ Ρουμάνων υπηκόων και ρουμανικής τράπεζας, ενώ η διαδικασία αυτή επισπεύδεται από ρουμανική εταιρία, η οποία είναι ο δικαιούχος της απαίτησης αυτής. |
41 |
Από την αίτηση προδικαστικής απόφασης δεν προκύπτει όμως ότι το αιτούν δικαστήριο είναι υποχρεωμένο, βάσει του εθνικού δικαίου, να εξασφαλίσει στους διαδίκους της κύριας δίκης μεταχείριση που θα καθοριζόταν σε συνάρτηση με τη μεταχείριση που θα είχε βάσει του δικαίου της Ένωσης ο επιχειρηματίας από άλλο κράτος μέλος που θα βρισκόταν στην ίδια κατάσταση. Δεν προκύπτει εξάλλου ούτε ότι το αιτούν δικαστήριο είναι υποχρεωμένο να στηριχτεί στην ερμηνεία διατάξεων του δικαίου της Ένωσης για να προσδιορίσει το περιεχόμενο του εφαρμοστέου εν προκειμένω εθνικού δικαίου. |
42 |
Κατά συνέπεια, αφού είναι πρόδηλο ότι η απόφαση περί παραπομπής δεν παρέχει συγκεκριμένα στοιχεία από τα οποία να αποδεικνύεται ότι υπάρχει σχέση μεταξύ των άρθρων 49 ΣΛΕΕ και 56 ΣΛΕΕ και της εθνικής νομοθεσίας που έχει εφαρμογή υπό τις περιστάσεις της διαφοράς της υπόθεσης της κύριας δίκης, όλα τα στοιχεία της οποίας περιορίζονται στο εσωτερικό του οικείου κράτους μέλους και μόνο, το πέμπτο ερώτημα είναι απαράδεκτο. |
Επί του τρίτου προδικαστικού ερωτήματος
43 |
Το αιτούν δικαστήριο, με το τρίτο ερώτημά του, θέτει το ζήτημα αν η αρχή της ένδικης προστασίας των δικαιωμάτων που απονέμονται στους πολίτες από το δίκαιο της Ένωσης, η οποία κατοχυρώνεται με το άρθρο 47 του Χάρτη, έχει την έννοια ότι αντιβαίνει στην αρχή αυτή η εθνική διάταξη, όπως το άρθρο 120 της πράξης νομοθετικού περιεχομένου αριθ. 99, που προβλέπει ότι οι συμβάσεις δανείου που συνάπτονται από πιστωτικό ίδρυμα αποτελούν εκτελεστούς τίτλους. |
44 |
Επειδή πρόκειται για την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων, οι σχετικές επιτακτικές αρχές δεσμεύουν, κατά πάγια νομολογία, τα κράτη μέλη σε όλες τις περιπτώσεις στις οποίες τα κράτη αυτά καλούνται να εφαρμόσουν το δίκαιο της Ένωσης (βλ. διατάξεις Asparuhov Estov κ.λπ., C‑339/10, EU:C:2010:680, σκέψη 13, και Chartry, C‑457/09, EU:C:2011:101, σκέψη 22). |
45 |
Ομοίως, το άρθρο 51, παράγραφος 1, του Χάρτη προβλέπει ότι οι διατάξεις του Χάρτη απευθύνονται στα κράτη μέλη μόνο όταν τα κράτη αυτά εφαρμόζουν το δίκαιο της Ένωσης. Το άρθρο 6, παράγραφος 1, ΣΕΕ και το άρθρο 51, παράγραφος 2, του Χάρτη διευκρινίζουν ότι οι διατάξεις του Χάρτη αυτού δεν συνεπάγονται καμία επέκταση των αρμοδιοτήτων της Ένωσης, όπως αυτές ορίζονται στις Συνθήκες. |
46 |
Όπως όμως προκύπτει από τις ανωτέρω παρατεθείσες σκέψεις 32 και 42, ούτε οι διατάξεις των οδηγιών 93/13 και 2008/48 ούτε τα άρθρα 49 ΣΛΕΕ και 56 ΣΛΕΕ έχουν εφαρμογή στη διαφορά της υπόθεσης της κύριας δίκης. |
47 |
Επιπλέον, η απόφαση περί παραπομπής δεν περιέχει κανένα συγκεκριμένο στοιχείο από το οποίο να μπορεί να συναχθεί ότι η υπόθεση της κύριας δίκης έχει σχέση, λόγω του αντικειμένου της, με άλλες διατάξεις του δικαίου της Ένωσης ή αφορά κάποια εθνική ρύθμιση που να εφαρμόζει το δίκαιο της Ένωσης, κατά την έννοια του άρθρου 51, παράγραφος 1, του Χάρτη. |
48 |
Κατά συνέπεια, το Δικαστήριο είναι προδήλως αναρμόδιο να απαντήσει στο τρίτο ερώτημα του αιτούντος δικαστηρίου. |
49 |
Από το σύνολο των παραπάνω σκέψεων προκύπτει, χωρίς να χρειάζεται να εξεταστεί το έκτο ερώτημα, ότι, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 53, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας, αφενός το Δικαστήριο είναι προδήλως αναρμόδιο να απαντήσει στο τρίτο προδικαστικό ερώτημα και αφετέρου ότι το πέμπτο ερώτημα είναι προδήλως απαράδεκτο. |
Επί των δικαστικών εξόδων
50 |
Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. |
Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (έκτο τμήμα) αποφαίνεται: |
Η οδηγία 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 1993, σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές καθώς και η οδηγία 2008/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2008, για τις συμβάσεις καταναλωτικής πίστης και την κατάργηση της οδηγίας 87/102/ΕΟΚ του Συμβουλίου δεν έχουν εφαρμογή στη διαφορά της κύριας δίκης. |
Εξάλλου, αφενός, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι προδήλως αναρμόδιο να απαντήσει στο τρίτο προδικαστικό ερώτημα που υπέβαλε με απόφαση της 25ης Φεβρουαρίου 2014 το Judecătoria Câmpulung (Ρουμανία)· αφετέρου, το πέμπτο προδικαστικό ερώτημα του ίδιου δικαστηρίου είναι προδήλως απαράδεκτο. |
(υπογραφές) |
( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η ρουμανική.