Το έγγραφο αυτό έχει ληφθεί από τον ιστότοπο EUR-Lex
Έγγραφο 62007CJ0342
Judgment of the Court (Sixth Chamber) of 17 January 2008.#Commission of the European Communities v Hellenic Republic.#Failure of a Member State to fulfil obligations - Directive 2002/91/EC - Energy policy - Energy saving - Failure to transpose within the prescribed period.#Case C-342/07.
Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 17ης Ιανουαρίου 2008.
Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ελληνικής Δημοκρατίας.
Παράβαση κράτους μέλους - Οδηγία 2002/91/ΕΚ - Ενεργειακή πολιτική - Εξοικονόμηση ενέργειας - Παράλειψη εμπρόθεσμης μεταφοράς στην εσωτερική έννομη τάξη.
Υπόθεση C-342/07.
Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 17ης Ιανουαρίου 2008.
Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ελληνικής Δημοκρατίας.
Παράβαση κράτους μέλους - Οδηγία 2002/91/ΕΚ - Ενεργειακή πολιτική - Εξοικονόμηση ενέργειας - Παράλειψη εμπρόθεσμης μεταφοράς στην εσωτερική έννομη τάξη.
Υπόθεση C-342/07.
Συλλογή της Νομολογίας 2008 I-00007*
Αναγνωριστικό ECLI: ECLI:EU:C:2008:25
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα)
της 17ης Ιανουαρίου 2008(*)
«Παράβαση κράτους μέλους – Οδηγία 2002/91/ΕΚ – Ενεργειακή πολιτική – Εξοικονόμηση ενέργειας – Παράλειψη εμπρόθεσμης μεταφοράς στην εσωτερική έννομη τάξη»
Στην υπόθεση C‑342/07,
με αντικείμενο προσφυγή του άρθρου 226 ΕΚ λόγω παραβάσεως, η οποία ασκήθηκε στις 24 Ιουλίου 2007,
Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τη M. Πατακιά και τον B. Schima, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,
προσφεύγουσα,
κατά
Ελληνικής Δημοκρατίας, εκπροσωπούμενης από τη N. Δαφνίου, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,
καθής,
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έκτο τμήμα),
συγκείμενο από τους L. Bay Larsen, πρόεδρο τμήματος, J. Makarczyk (εισηγητή) και C. Toader, δικαστές,
γενική εισαγγελέας: V. Trstenjak
γραμματέας: R. Grass
έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,
κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων,
εκδίδει την ακόλουθη
Απόφαση
1 Με το δικόγραφο της προσφυγής της, η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ζητεί από το Δικαστήριο να διαπιστώσει ότι η Ελληνική Δημοκρατία, παραλείποντας να θεσπίσει τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για τη συμμόρφωσή της προς την οδηγία 2002/91/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων (ΕΕ 2003, L 1, σ. 65), ή, εν πάση περιπτώσει, παραλείποντας να τις κοινοποιήσει στην Επιτροπή, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία αυτή.
2 Σύμφωνα με το άρθρο 15 της οδηγίας 2002/91, τα κράτη μέλη όφειλαν να θέσουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την εν λόγω οδηγία το αργότερο μέχρι τις 4 Ιανουαρίου 2006. Επιπλέον, όφειλαν να πληροφορήσουν αμέσως σχετικώς την Επιτροπή.
3 Η Επιτροπή δεν έλαβε κανένα στοιχείο εκ μέρους της Ελληνικής Δημοκρατίας το οποίο να οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ελήφθησαν τα αναγκαία μέτρα για τη μεταφορά της οδηγίας 2002/91 στην εθνική έννομη τάξη και, ως εκ τούτου, κίνησε τη διαδικασία διαπιστώσεως παραβάσεως που προβλέπει το άρθρο 226, πρώτο εδάφιο, ΕΚ.
4 Αφού απέστειλε στην Ελληνική Δημοκρατία έγγραφο οχλήσεως, ζητώντας της να υποβάλει τις παρατηρήσεις της, η Επιτροπή απηύθυνε στις 4 Ιουλίου 2006 αιτιολογημένη γνώμη στο εν λόγω κράτος, καλώντας το να λάβει τα αναγκαία μέτρα για τη συμμόρφωσή του προς τη γνώμη αυτή εντός προθεσμίας δύο μηνών από την παραλαβή της. Στη συνέχεια, κρίνοντας ότι η κατάσταση παρέμενε μη ικανοποιητική, η Επιτροπή αποφάσισε να ασκήσει την κρινομένη προσφυγή.
5 Η Ελληνική Δημοκρατία περιορίζεται να αναφέρει ότι έχει καταρτιστεί σχέδιο νόμου, το οποίο κατατέθηκε προς ψήφιση από το Κοινοβούλιο τον Σεπτέμβριο του 2007.
6 Αρκεί συναφώς η υπενθύμιση ότι, κατά πάγια νομολογία, η ύπαρξη παραβάσεως πρέπει να εκτιμάται σε σχέση με την κατάσταση του κράτους μέλους όπως αυτή παρουσιαζόταν κατά τη λήξη της προθεσμίας που τάχθηκε με την αιτιολογημένη γνώμη (βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 13ης Απριλίου 2000, C‑348/99, Επιτροπή κατά Λουξεμβούργου, Συλλογή 2000, σ. I‑2917, σκέψη 8, και της 15ης Ιουλίου 2004, C‑272/01, Επιτροπή κατά Πορτογαλίας, Συλλογή 2004, σ. I‑6767, σκέψη 29).
7 Δεδομένου ότι η Ελληνική Δημοκρατία δεν έλαβε εντός της προθεσμίας που της είχε ταχθεί με την αιτιολογημένη γνώμη τα αναγκαία μέτρα για να καταστήσει το εσωτερικό της δίκαιο σύμφωνο προς το κοινοτικό δίκαιο, η προσφυγή της Επιτροπής πρέπει να κριθεί ως βάσιμη.
8 Κατά συνέπεια, πρέπει να διαπιστωθεί ότι, παραλείποντας να θεσπίσει τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για τη συμμόρφωσή της προς την οδηγία 2002/91/ΕΚ, η Ελληνική Δημοκρατία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία αυτή.
Επί των δικαστικών εξόδων
9 Κατά το άρθρο 69, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα, εφόσον έχει υποβληθεί σχετικό αίτημα από τον νικήσαντα διάδικο. Δεδομένου ότι η Επιτροπή υπέβαλε σχετικό αίτημα και η Ελληνική Δημοκρατία ηττήθηκε, πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα.
Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (έκτο τμήμα) αποφασίζει:
1) Η Ελληνική Δημοκρατία, παραλείποντας να θεσπίσει εμπροθέσμως τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για τη συμμόρφωσή της προς την οδηγία 2002/91/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία αυτή.
2) Καταδικάζει την Ελληνική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.
(υπογραφές)
* Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική.