Επιλέξτε τις πειραματικές λειτουργίες που θέλετε να δοκιμάσετε

Το έγγραφο αυτό έχει ληφθεί από τον ιστότοπο EUR-Lex

Έγγραφο 61999CJ0175

Απόφαση του Δικαστηρίου της 26ης Σεπτεμßρίου 2000.
Didier Mayeur κατά Association Promotion de l'information messine (APIM).
Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Conseil de prud'hommes de Metz - Γαλλία.
Διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταßιßάσεως επιχειρήσεως - Μεταßίßαση στον δήμο μιας δραστηριότητας την οποία ασκούσε προηγουμένως, προς το συμφέρον του δήμου, νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου.
Υπόθεση C-175/99.

Συλλογή της Νομολογίας 2000 I-07755

Αναγνωριστικό ECLI: ECLI:EU:C:2000:505

61999J0175

Απόφαση του Δικαστηρίου της 26ης Σεπτεμßρίου 2000. - Didier Mayeur κατά Association Promotion de l'information messine (APIM). - Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Conseil de prud'hommes de Metz - Γαλλία. - Διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταßιßάσεως επιχειρήσεως - Μεταßίßαση στον δήμο μιας δραστηριότητας την οποία ασκούσε προηγουμένως, προς το συμφέρον του δήμου, νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου. - Υπόθεση C-175/99.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 2000 σελίδα I-07755


Περίληψη
Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό

Λέξεις κλειδιά


Κοινωνική πολιτική - ροσέγγιση των νομοθεσιών - Μεταβιβάσεις επιχειρήσεων - Διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων - Οδηγία 77/187 - εδίο εφαρμογής - Μεταβίβαση - Έννοια - Μεταβίβαση στον δήμο μιας δραστηριότητας την οποία ασκούσε προηγουμένως, προς το συμφέρον του δήμου, νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου - Εμπίπτει στην έννοια - ροϋποθέσεις

(Οδηγία 77/187 του Συμβουλίου, άρθρο 1 § 1)

Περίληψη


$$Το άρθρο 1, παράγραφος 1, της οδηγίας 77/187, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τη διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβιβάσεων επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων, έχει την έννοια ότι η οδηγία αυτή έχει εφαρμογή σε περίπτωση αναλήψεως από ένα δήμο, νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου που ενεργεί στο πλαίσιο των ειδικών κανόνων του διοικητικού δικαίου, διαφημιστικών και ενημερωτικών δραστηριοτήτων σχετικά με τις υπηρεσίες που προσφέρει ο δήμος στο κοινό, δραστηριοτήτων τις οποίες μέχρι τότε ασκούσε, προς το συμφέρον του δήμου αυτού, μη κερδοσκοπική ένωση, αποτελούσα νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, εφόσον η μεταβιβασθείσα μονάδα διατηρεί την ταυτότητά της. Συναφώς, το γεγονός και μόνον ότι η ασκούμενη από τον πρώην και τον νέο εργοδότη δραστηριότητα είναι ομοειδής δεν επιτρέπει να συναχθεί το συμπέρασμα ότι υπάρχει μεταβίβαση οικονομικής μονάδας. ράγματι, μια μονάδα δεν μπορεί να ταυτίζεται αποκλειστικά με τη δραστηριότητα με την οποία είναι επιφορτισμένη. Η ταυτότητά της προκύπτει και από άλλα στοιχεία όπως το προσωπικό της, η στελέχωσή της, η οργάνωση των εργασιών της, οι μέθοδοί της εκμεταλλεύσεως ή και, ενδεχομένως, τα μέσα εκμεταλλεύσεως που διαθέτει.

( βλ. σκέψεις 49, 57 και διατακτ. )

Διάδικοι


Στην υπόθεση C-175/99,

που έχει ως αντικείμενο αίτηση του conseil de prud'hommes de Metz (Γαλλία) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 234 ΕΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ

Didier Mayeur

και

Association Promotion de l'information messine (APIM),

η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως προς την ερμηνεία του άρθρου 1, παράγραφος 1, της οδηγίας 77/187/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 14ης Φεβρουαρίου 1977, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τη διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβιβάσεων επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων (ΕΕ ειδ. έκδ. 05/002, σ. 171),

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ,

συγκείμενο από τους G. C. Rodríguez Iglesias, ρόεδρο, J. C. Moitinho de Almeida (εισηγητή), D. A. O. Edward, L. Sevón και R. Schintgen, προέδρους τμήματος, P. J. G. Kapteyn, C. Gulmann, A. La Pergola, J.-P. Puissochet, P. Jann, H. Ragnemalm, Μ. Wathelet και Β. Σκουρή, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: P. Léger

γραμματέας: L. Hewlett, υπάλληλος διοικήσεως,

λαμβάνοντας υπόψη τις γραπτές παρατηρήσεις που κατέθεσαν:

- ο D. Mayeur, εκπροσωπούμενος από τον L. Pate, δικηγόρο Metz,

- η Association Promotion de l'information messine (APIM), εκπροσωπούμενη από τον Μ. Hellenbrand, δικηγόρο Metz,

- η Γαλλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την Κ. Rispal-Bellanger, υποδιευθύντρια στη διεύθυνση νομικών υποθέσεων του Υπουργείου Εξωτερικών, και την C. Bergeot, chargé de mission στην ίδια διεύθυνση,

- η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον Δ. Γκουλούση, νομικό σύμβουλο,

έχοντας υπόψη την έκθεση ακροατηρίου,

αφού άκουσε τις προφορικές παρατηρήσεις του D. Mayeur, εκπροσωπηθέντος από τον L. Pate, της Association Promotion de l'information messine (APIM), εκπροσωπηθείσας από τον Μ. Hellenbrand, της Γαλλικής Κυβερνήσεως, εκπροσωπηθείσας από την C. Bergeot, και της Επιτροπής, εκπροσωπηθείσας από τον J. Sack, νομικό σύμβουλο, κατά τη συνεδρίαση της 8ης Φεβρουαρίου 2000,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 13ης Ιουνίου 2000,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

Σκεπτικό της απόφασης


1 Με απόφαση της 14ης Απριλίου 1999, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 11 Μα_ου 1999, το conseil de prud'hommes de Metz υπέβαλε, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 234 ΕΚ, δύο προδικαστικά ερωτήματα ως προς την ερμηνεία του άρθρου 1, παράγραφος 1, της οδηγίας 77/187/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 14ης Φεβρουαρίου 1977, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τη διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβιβάσεων επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων (ΕΕ ειδ. έκδ. 05/002, σ. 171).

2 Τα ερωτήματα αυτά ανέκυψαν στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ του D. Mayeur και της Association Promotion de l'information messine (στο εξής: APIM), σχετικά με την απόλυση του D. Mayeur.

Το κοινοτικό δίκαιο

3 Το άρθρο 1, παράγραφος 1, της οδηγίας 77/187 προβλέπει τα εξής:

«Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται επί μεταβιβάσεων επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων σε άλλο επιχειρηματία, οι οποίες προκύπτουν από συμβατική εκχώρηση ή συγχώνευση.»

4 Το άρθρο 2 της εν λόγω οδηγίας ορίζει τα ακόλουθα:

«Κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας, νοείται ως:

(...)

β) εκδοχέας, κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που, λόγω μεταβιβάσεως κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 1, αποκτά την ιδιότητα του επιχειρηματία στην επιχείρηση, την εγκατάσταση ή το τμήμα εγκαταστάσεως·

(...)».

5 Το άρθρο 3, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, της οδηγίας 77/187 ορίζει ότι μεταβιβάζονται στον εκδοχέα τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις που απορρέουν, για τον εκχωρητή, από σύμβαση εργασίας ή από εργασιακή σχέση που υφίσταται κατά την ημερομηνία της μεταβιβάσεως.

6 Το άρθρο 4 της ίδιας οδηγίας ορίζει τα εξής:

«1. Η μεταβίβαση μιας επιχειρήσεως, εγκαταστάσεως ή τμήματος εγκαταστάσεως δεν συνιστά αυτή καθ' εαυτή λόγο απολύσεως για τον εκχωρητή ή τον εκδοχέα. (...)

(...)

2. Αν η σύμβαση εργασίας ή η εργασιακή σχέση καταγγελθεί λόγω του ότι η μεταβίβαση, κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 1, συνεπάγεται ουσιαστική μεταβολή των όρων εργασίας σε βάρος του εργαζομένου, η καταγγελία της συμβάσεως εργασίας ή της εργασιακής σχέσεως θεωρείται ότι επήλθε εξ αιτίας του εργοδότου.»

7 Η οδηγία 98/50/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Ιουνίου 1998, για την τροποποίηση της οδηγίας 77/187 (ΕΕ L 201, σ. 88), η προθεσμία μεταφοράς της οποίας στο εσωτερικό δίκαιο λήγει στις 17 Ιουλίου 2001, αντικατέστησε το άρθρο 1, παράγραφος 1, της τελευταίας με το ακόλουθο κείμενο:

«α) Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται σε οποιαδήποτε μεταβίβαση επιχείρησης, εγκατάστασης ή τμήματος επιχείρησης ή εγκατάστασης σε άλλον εργοδότη, ως αποτέλεσμα νομικής μεταβίβασης ή συγχώνευσης.

β) Υπό την επιφύλαξη του στοιχείου α_ και των ακολούθων διατάξεων του παρόντος άρθρου, θεωρείται ως μεταβίβαση, κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας, η μεταβίβαση μιας οικονομικής οντότητας που διατηρεί την ταυτότητά της, η οποία νοείται ως σύνολο οργανωμένων πόρων με σκοπό την άσκηση οικονομικής δραστηριότητας, είτε κυρίας είτε δευτερεύουσας.

γ) Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται σε δημόσιες ή ιδιωτικές επιχειρήσεις, οι οποίες ασκούν κερδοσκοπικές ή μή οικονομικές δραστηριότητες. Η διοικητική αναδιοργάνωση δημοσίων διοικητικών αρχών ή η μεταβίβαση διοικητικών καθηκόντων μεταξύ δημοσίων διοικητικών αρχών δεν θεωρείται ως μεταβίβαση κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας.»

Η εθνική νομοθεσία

8 Το άρθρο L. 122-12 του code du travail ορίζει τα εξής:

«Η παύση της λειτουργίας της επιχειρήσεως, πλην των περιπτώσεων ανωτέρας βίας, δεν απαλλάσσει τον εργοδότη από την υποχρέωση τηρήσεως της προθεσμίας απολύσεως και καταβολής, ενδεχομένως, της αποζημιώσεως του άρθρου L. 122-9.

Σε περίπτωση μεταβολής της νομικής καταστάσεως του εργοδότη, ιδίως συνεπεία κληρονομικής διαδοχής, πωλήσεως, συγχωνεύσεως, μετατροπής της επιχειρήσεως ή συστάσεως εταιρίας, όλες οι ισχύουσες κατά την ημερομηνία της μεταβολής συμβάσεις εργασίας εξακολουθούν να ισχύουν μεταξύ του νέου εργοδότη και του προσωπικού της επιχειρήσεως.»

9 Η αποζημίωση του άρθρου L. 122-9 του code du travail είναι η αποζημίωση λόγω απολύσεως.

Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

10 Ο D. Mayeur προσλήφθηκε από την ΑΡΙΜ ως μισθωτός, από 1ης Σεπτεμβρίου 1989, με σύμβαση αορίστου χρόνου.

11 Η APIM, ένωση μη κερδοσκοπικού σκοπού, έχει ως αντικείμενο δραστηριότητας, σύμφωνα με το άρθρο 3 του καταστατικού της, την προώθηση, διάδοση και γνωστοποίηση, με οποιοδήποτε μέσο και σε όλους τους τομείς, των δυνατοτήτων που προσφέρει ο Δήμος του Metz και η εμπορική και βιομηχανική ζώνη του, με σκοπό την ενθάρρυνση της αναπτύξεως, της εγκαταστάσεως και της δημιουργίας διαφόρων δραστηριοτήτων. ρος τον σκοπό αυτόν, η ΑΡΙΜ εκδίδει η ίδια ή μεριμνά για την έκδοση και διανομή φυλλαδίων, περιοδικών εντύπων ή προσπέκτους. Στο πλαίσιο αυτό, η ΑΡΙΜ εκδίδει το περιοδικό Vivre à Metz.

12 O D. Mayeur ήταν επιφορτισμένος με τις διαφημιστικές δραστηριότητες της ΑΡΙΜ και, στο πλαίσιο αυτό, ο ρόλος του συνίστατο στην προσέγγιση των εμπόρων της πόλεως και την αναζήτηση διαφημιζομένων, στη συλλογή χρημάτων για την πραγματοποίηση διαφημιστικών ενθέτων στο περιοδικό Vivre à Metz, στην κατάρτιση των συμβάσεων και των τιμολογίων, καθώς και στη σύνταξη μηνιαίας καταστάσεως των αναληφθεισών υποχρεώσεων.

13 Κατόπιν της διαλύσεως της ΑΡΙΜ και της αναλήψεως των δραστηριοτήτων της από τον Δήμο του Metz, ο D. Mayeur πληροφορήθηκε, στις 16 Σεπτεμβρίου 1997, ότι απολύεται για τον εξής οικονομικό λόγο: παύση της δραστηριότητας της ΑΡΙΜ.

14 Στις 10 Φεβρουαρίου 1998, ο D. Mayeur ενήγαγε την ΑΡΙΜ ενώπιον του conseil de prud'hommes de Metz ζητώντας να υποχρεωθεί να του καταβάλει αποζημίωση ύψους 177 262 γαλλικών φράγκων (FRF) λόγω καταχρηστικής απολύσεως, πλέον των νομίμων τόκων από της ημερομηνίας ασκήσεως της αγωγής του.

15 ρος στήριξη του αιτήματός του, ο D. Mayeur αναφέρει ότι είναι ο μόνος μισθωτός που απώλεσε τη θέση του κατόπιν της διαλύσεως της ΑΡΙΜ και της αναλήψεως των δραστηριοτήτων της από τον Δήμο του Metz.

16 O D. Mayeur επικαλείται τη νομολογία του γαλλικού Cour de cassation, σύμφωνα με την οποία οι διατάξεις του άρθρου L. 122-12 του code du travail δεν έχουν μεν εφαρμογή στην περίπτωση που η δραστηριότητα που ασκείται από νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου μεταβιβάζεται σε «διοικητικό δημόσιο φορέα», νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου διεπόμενο από τους κανόνες του δημοσίου δικαίου, αντιθέτως όμως οι εν λόγω διατάξεις εφαρμόζονται όταν η ίδια δραστηριότητα που ασκείτο από νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου μεταβιβάζεται σε νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου το οποίο διέπεται από τους κανόνες του ιδιωτικού δικαίου και θεωρείται, κατά το γαλλικό δίκαιο, ως «δημόσιος φορέας βιομηχανικού ή εμπορικού χαρακτήρα».

17 Ο D. Mayeur υποστηρίζει ότι η νομολογία αυτή αντιβαίνει τόσο στο γράμμα όσο και στον σκοπό της οδηγίας 77/187 και ζητεί να εφαρμοστούν στην περίπτωσή του οι διατάξεις της οδηγίας αυτής.

18 Το αιτούν δικαστήριο παρατηρεί ότι το άρθρο L. 122-12 του code du travail καλύπτει τις διάφορες περιπτώσεις μεταβιβάσεως μιας συμβάσεως εργασίας από έναν ιδιωτικό φορέα προς άλλον, αλλά ότι η διάταξη αυτή δεν μνημονεύει την περίπτωση μεταβιβάσεως από έναν τέτοιο φορέα προς ένα δημόσιο οργανισμό.

19 Το conseil de prud'hommes διαπιστώνει ότι, δυνάμει της νομολογίας του Cour de cassation, μόνον οι μισθωτοί των επιχειρήσεων οι οποίες μεταβιβάζονται σε δημόσιους φορείς βιομηχανικού ή εμπορικού χαρακτήρα εμπίπτουν στις διατάξεις της οδηγίας 77/187. Διερωτάται μήπως η ερμηνεία αυτή έχει ως συνέπεια τον περιορισμό του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 1 της εν λόγω οδηγίας, ενώ η οδηγία αυτή έχει γενική ισχύ και δεν προβλέπει καμία σχετική εξαίρεση. Το αιτούν δικαστήριο υπενθυμίζει συναφώς ότι το Δικαστήριο δίνει ευρεία ερμηνεία στην οδηγία 77/187, επιβάλλοντας τη διατήρηση των συμβάσεων εργασίας σε περιπτώσεις όπου η μεταβίβαση δεν οφείλεται ούτε σε συγχώνευση ούτε σε συμβατική μεταβίβαση. Συγκεκριμένα, κατά το αιτούν δικαστήριο, η προστασία του κοινοτικού δικαίου παρέχεται στους μισθωτούς ακόμα και όταν δεν υφίσταται κανένας νομικός δεσμός μεταξύ των διαδοχικών φορέων εκμεταλλεύσεως της επιχειρήσεως.

20 Κατά το αιτούν δικαστήριο, η δραστηριότητα την οποία ασκούσε ο D. Mayeur είναι εμπορική και κερδοσκοπική δραστηριότητα, η οποία χρησίμευσε άμεσα στη χρηματοδότηση του περιοδικού Vivre à Metz. Εξάλλου, δεν αμφισβητείται ότι η δραστηριότητα της ΑΡΙΜ έχει εξ ολοκλήρου αναληφθεί και συνεχίζεται από τον Δήμο του Metz, ο οποίος εξακολουθεί να εκδίδει υπό την ίδια μορφή και να διανέμει το εν λόγω περιοδικό.

21 Το conseil de prud'hommes de Metz, θεωρώντας αναγκαίο, προκειμένου να κρίνει επί της διαφοράς της οποίας έχει επιληφθεί, να διαφωτιστεί επί της σημασίας του όρου «μεταβίβαση επιχειρήσεως» κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 1, της οδηγίας 77/187, αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα δύο προδικαστικά ερωτήματα:

«1) Έχει η οδηγία 77/187/ΕΟΚ, της 14ης Φεβρουαρίου 1977, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, σχετικών με τη διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβιβάσεων επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων, εφαρμογή στην περίπτωση της μεταβιβάσεως μιας δραστηριότητας από νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου σε νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου;

2) ρέπει να αποκλεισθεί η εφαρμογή της οδηγίας 77/187/ΕΟΚ, της 14ης Φεβρουαρίου 1977, σε περίπτωση μεταβιβάσεως της δραστηριότητας σε διοικητική δημόσια υπηρεσία;»

22 ρέπει να παρατηρηθεί ότι η έννοια της «διοικητικής δημόσιας υπηρεσίας» αποτελεί έννοια του γαλλικού διοικητικού δικαίου, την οποία το Δικαστήριο, αποφαινόμενο στο πλαίσιο του άρθρου 234 ΕΚ, δεν είναι αρμόδιο να ερμηνεύσει. Το Δικαστήριο μπορεί μόνο να παράσχει στο εθνικό δικαστήριο στοιχεία ερμηνείας του κοινοτικού δικαίου χρήσιμα για την επίλυση της διαφοράς της κύριας δίκης.

23 Υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει να θεωρηθεί ότι, με τα ερωτήματα αυτά, τα οποία πρέπει να εξεταστούν μαζί, το αιτούν δικαστήριο ερωτά κατ' ουσίαν αν, και υπό ποιες προϋποθέσεις, η οδηγία 77/187 εφαρμόζεται στην περίπτωση αναλήψεως από ένα δήμο, νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου το οποίο ενεργεί στο πλαίσιο των ειδικών κανόνων του διοικητικού δικαίου, δραστηριοτήτων διαφημίσεως και ενημερώσεως σχετικά με τις υπηρεσίες που προσφέρει στο κοινό, δραστηριοτήτων τις οποίες ασκούσε μέχρι τότε, προς το συμφέρον του δήμου αυτού, μια ένωση μη κερδοσκοπικού σκοπού, αποτελούσα νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου.

24 Η Γαλλική Κυβέρνηση παρατηρεί, προκαταρκτικώς, ότι η ΑΡΙΜ, καίτοι ένωση διεπόμενη από τους κανόνες του ιδιωτικού δικαίου, αποτελούσε στην πραγματικότητα δημόσια υπηρεσία επιφορτισμένη με αποστολή γενικού συμφέροντος, οπότε η ανάληψη της δραστηριότητάς της από τον Δήμο του Metz θα πρέπει να θεωρηθεί ως διαρθρωτική αναδιοργάνωση της δημοσίας διοικήσεως μη εμπίπτουσα στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 77/187, όπως έκρινε το Δικαστήριο στη σκέψη 14 της αποφάσεως της 15ης Οκτωβρίου 1996, C-298/94, Henke (Συλλογή 1996, σ. Ι-4989).

25 ρος στήριξη της επιχειρηματολογίας αυτής, η εν λόγω κυβέρνηση επικαλείται διάφορα στοιχεία.

26 Αφενός, αναφέρει ότι η ΑΡΙΜ εμφανίζει ισχυρό και αναμφισβήτητο δεσμό με τον Δήμο του Metz, καθόσον η ένωση αυτή συστάθηκε με πρωτοβουλία του δημάρχου της πόλεως αυτής, διευθύνεται από δημοτικούς συμβούλους ή υπαλλήλους του Δήμου και ότι το κύριο μέρος των πόρων της προέρχεται από δημοτικές επιχορηγήσεις και όχι από τέλη εισπραττόμενα λόγω παροχής υπηρεσιών.

27 Αφετέρου, η Γαλλική Κυβέρνηση αναφέρει ότι η ΑΡΙΜ ασκούσε την κύρια δραστηριότητά της, ήτοι την προβολή της πόλεως του Metz και την προσέλκυση οικονομικών δραστηριοτήτων στο έδαφος του εν λόγω δήμου, για λογαριασμό του δήμου αυτού και προς το δημόσιο συμφέρον.

28 Υπενθυμίζεται ότι, στη σκέψη 14 της προμνησθείσας αποφάσεως Henke, το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν συνιστά «μεταβίβαση επιχειρήσεως», υπό την έννοια της οδηγίας 77/187, η διαρθρωτική αναδιοργάνωση της δημοσίας διοικήσεως ή η μεταβίβαση διοικητικών αρμοδιοτήτων από μία δημόσια διοικητική αρχή σε άλλη. Εξ αυτού, το Δικαστήριο κατέληξε, με τις σκέψεις 17 και 18 της εν λόγω αποφάσεως, ότι δεν εμπίπτει στην έννοια «μεταβιβάσεις επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων» του άρθρου 1, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας η μεταβίβαση, από ένα δήμο σε ένωση δήμων και κοινοτήτων, διοικητικών αρμοδιοτήτων του δήμου αναγομένων στην άσκηση δημοσίας εξουσίας.

29 Αντιθέτως, η μεταβίβαση μιας οικονομικής δραστηριότητας ενός νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου προς ένα νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου εμπίπτει καταρχήν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 77/187.

30 ράγματι, δυνάμει του άρθρου της 1, παράγραφος 1, η οδηγία εφαρμόζεται επί των μεταβιβάσεων επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων σε άλλον επιχειρηματία, οι οποίες προκύπτουν από συμβατική εκχώρηση ή συγχώνευση.

31 Αφετέρου, το άρθρο 2 της οδηγίας 77/187 ορίζει τον εκδοχέα ως «κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που, λόγω μεταβιβάσεως κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 1, αποκτά την ιδιότητα του επιχειρηματία στην επιχείρηση, την εγκατάσταση ή το τμήμα εγκαταστάσεως».

32 Όμως, κατά πάγια νομολογία, υπό την έννοια «επιχείρηση» κατά το άρθρο 1, παράγραφος 1, της οδηγίας 77/187 νοείται κάθε οικονομική μονάδα επί μονίμου βάσεως οργανωμένη, ήτοι ένα οργανωμένο σύνολο προσώπων και στοιχείων που καθιστά δυνατή την άσκηση οικονομικής δραστηριότητας και επιδιώκει ίδιο σκοπό (βλ., ως πλέον πρόσφατη, την απόφαση της 2ας Δεκεμβρίου 1999, C-234/98, Allen κ.λπ., Συλλογή 1999, σ. Ι-8643, σκέψη 24). H έννοια αυτή είναι ανεξάρτητη από το νομικό καθεστώς της μονάδας αυτής και από τον τρόπο χρηματοδοτήσεώς της.

33 Συνεπώς, τα άρθρα 1, παράγραφος 1, και 2, στοιχείο β_, της οδηγίας 77/187 δεν επιτρέπουν να εξαιρεθεί από το πεδίο εφαρμογής της η μεταβίβαση της οικονομικής δραστηριότητας ενός νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου προς ένα νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με μόνη αιτιολογία ότι ο εκδοχέας της δραστηριότητας είναι οργανισμός δημοσίου δικαίου. Εξαιρούνται, σύμφωνα με την προμνησθείσα απόφαση Henke, μόνον η διαρθρωτική αναδιοργάνωση της δημοσίας διοικήσεως ή η μεταβίβαση διοικητικών αρμοδιοτήτων από μία δημόσια διοικητική αρχή σε άλλη.

34 Μια τέτοια ερμηνεία, σύμφωνη με τον σκοπό της εν λόγω οδηγίας, ο οποίος συνίσταται στην εξασφάλιση της συνέχειας των σχέσεων εργασίας που υφίστανται στο πλαίσιο μιας οικονομικής μονάδας ανεξαρτήτως της μεταβολής του ιδιοκτήτη της, ενισχύεται, εξάλλου, και από το άρθρο 1, παράγραφος 1, στοιχείο γ_, της οδηγίας 77/187, όπως η διάταξη αυτή διατυπώθηκε με την οδηγία 98/50, η οποία δεν έχει εφαρμογή στη διαφορά της κύριας δίκης. ράγματι, η διάταξη αυτή προβλέπει ότι η οδηγία 77/187 εφαρμόζεται στις δημόσιες επιχειρήσεις που ασκούν οικονομική δραστηριότητα, αλλά ότι η διοικητική αναδιοργάνωση δημοσίων διοικητικών αρχών ή η μεταβίβαση διοικητικών καθηκόντων μεταξύ δημοσίων διοικητικών αρχών δεν συνιστά μεταβίβαση υπό την έννοια της εν λόγω οδηγίας.

35 Στην υπόθεση της κύριας δίκης, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι, αντίθετα προς τα υποστηριζόμενα από τη Γαλλική Κυβέρνηση, η επίδικη μεταβίβαση δραστηριοτήτων δεν συνιστά διαρθρωτική αναδιοργάνωση της δημοσίας διοικήσεως ή μεταβίβαση διοικητικών αρμοδιοτήτων από μία δημόσια διοικητική αρχή σε άλλη, υπό την έννοια της προμνησθείσας αποφάσεως Henke.

36 ράγματι, από την απόφαση περί παραπομπής προκύπτει ότι η κατάσταση την οποία αφορά η κύρια δίκη συνίσταται σε μεταβίβαση μιας οικονομικής δραστηριότητας μεταξύ δύο χωριστών φορέων.

37 ρώτον, από την απόφαση περί παραπομπής προκύπτει ότι η ΑΡΙΜ ήταν ιδιωτική μη κερδοσκοπική ένωση με νομική προσωπικότητα διακρινόμενη εκείνης του Δήμου του Metz. Το γεγονός ότι η ΑΡΙΜ συστάθηκε με πρωτοβουλία του δημάρχου, ότι οι διευθυντές της ήταν δημοτικοί σύμβουλοι και ότι το κύριο μέρος των πόρων της προερχόταν από δημοτικές επιχορηγήσεις δεν είναι ικανό να αναιρέσει το γεγονός ότι η ΑΡΙΜ αποτελούσε χωριστή οντότητα από εκείνη που ανέλαβε στη συνέχεια τις δραστηριότητές της (βλ., υπό το πνεύμα αυτό, προμνησθείσα απόφαση Allen κ.λπ., σκέψη 17).

38 Δεύτερον, από την απόφαση περί παραπομπής προκύπτει επίσης ότι η ΑΡΙΜ ασκούσε διαφημιστικές και ενημερωτικές δραστηριότητες για λογαριασμό του Δήμου του Metz σχετικά με τις υπηρεσίες τις οποίες ο δήμος αυτός προσφέρει στο κοινό.

39 Μια τέτοια δραστηριότητα παροχής υπηρεσιών ενέχει οικονομικό χαρακτήρα και δεν μπορεί να θεωρηθεί ως απτόμενη της ασκήσεως δημοσίας εξουσίας.

40 ρέπει να παρατηρηθεί ότι η μεταβίβαση οικονομικής δραστηριότητας όπως αυτή που ασκούσε η ΑΡΙΜ δεν μπορεί να εξαιρεθεί από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 77/187 με μόνη αιτιολογία ότι η δραστηριότητα ασκείται με μη κερδοσκοπικό σκοπό ή προς το δημόσιο συμφέρον. ράγματι, το Δικαστήριο έχει ήδη κρίνει ότι η εν λόγω οδηγία είχε εφαρμογή στη μεταβίβαση δραστηριότητας παροχής αρωγής στους τοξικομανείς ασκούμενη από ίδρυμα, μη κερδοσκοπικό νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου (απόφαση της 19ης Μα_ου 1992, C-29/91, Redmond Stichting, Συλλογή 1992, σ. Ι-3189), και στη μεταβίβαση δραστηριότητας παροχής κατ' οίκον αρωγής σε μειονεκτούντα άτομα, την οποία είχε αναθέσει οργανισμός δημοσίου δικαίου σε νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου (απόφαση της 10ης Δεκεμβρίου 1998, C-173/96 και C-247/96, Hidalgo κ.λπ., Συλλογή 1998, σ. Ι-8237).

41 Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι το άρθρο 1, παράγραφος 1, στοιχείο γ_, πρώτη φράση, της οδηγίας 77/187, όπως διατυπώθηκε με την οδηγία 98/50, επιβεβαιώνει ρητώς ότι η οδηγία αυτή έχει εφαρμογή στις επιχειρήσεις που ασκούν οικονομική δραστηριότητα, ανεξαρτήτως του αν επιδιώκουν ή όχι κερδοσκοπικό σκοπό.

42 Τρίτον, από την απόφαση περί παραπομπής προκύπτει ότι η δραστηριότητα της ΑΡΙΜ αναλήφθηκε εξ ολοκλήρου και συνεχίζεται από τον Δήμο του Metz.

43 Το αιτούν δικαστήριο δεν παρέχει, ωστόσο, καμία διευκρίνιση όσον αφορά την πράξη διά της οποίας ο Δήμος του Metz ανέλαβε τη δραστηριότητα της ΑΡΙΜ.

44 Υπενθυμίζεται συναφώς ότι η οδηγία 77/187 αποσκοπεί στην εξασφάλιση της συνέχειας των υφισταμένων στο πλαίσιο μιας οικονομικής μονάδας εργασιακών σχέσεων, ανεξαρτήτως της μεταβολής του ιδιοκτήτη. Το αποφασιστικό κριτήριο για την ύπαρξη μεταβιβάσεως κατά την έννοια της οδηγίας 77/187 είναι το αν η εν λόγω μονάδα διατηρεί την ταυτότητά της, πράγμα που προκύπτει ιδίως από την πραγματική συνέχιση της εκμεταλλεύσεως ή την εκ νέου ανάληψή της (απόφαση της 18ης Μαρτίου 1986, 24/85, Spijkers, Συλλογή 1986, σ. 1119, σκέψη 11, και, ως πλέον πρόσφατη, προμνησθείσα απόφαση Allen κ.λπ., σκέψη 23).

45 Η έλλειψη συμβατικού δεσμού μεταξύ του εκχωρούντος και του εκδοχέα, μολονότι μπορεί να συνιστά ένδειξη ότι δεν πραγματοποιήθηκε καμία μεταβίβαση κατά την έννοια της οδηγίας 77/187, δεν μπορεί να έχει συναφώς καθοριστική σημασία (βλ., υπό το πνεύμα αυτό, απόφαση της 11ης Μαρτίου 1997, C-13/95, Süzen, Συλλογή 1997, σ. Ι-1259, σκέψη 11, και προμνησθείσα απόφαση Hidalgo κ.λπ., σκέψη 22).

46 ράγματι, η οδηγία 77/187 έχει εφαρμογή σε όλες τις περιπτώσεις μεταβολής, στο πλαίσιο συμβατικών σχέσεων, του υπευθύνου για την εκμετάλλευση της επιχειρήσεως φυσικού ή νομικού προσώπου, το οποίο αναλαμβάνει συμβατικώς τις υποχρεώσεις του εργοδότη έναντι των εργαζομένων της επιχειρήσεως (απόφαση της 10ης Φεβρουαρίου 1988, 324/86, Tellerup, λεγόμενη «απόφαση Daddy's Dance Hall», Συλλογή 1988, σ. 739, σκέψη 9, και προμνησθείσα απόφαση Süzen, σκέψη 12).

47 Στην υπόθεση της κύριας δίκης, ο Δήμος του Metz ανέλαβε εξ ολοκλήρου τη δραστηριότητα της ΑΡΙΜ και συνέχισε την εκμετάλλευσή της. Ο εν λόγω φορέας τοπικής αυτοδιοικήσεως εμφανίζεται, ως εκ τούτου, ως το νέο νομικό πρόσωπο που είναι υπεύθυνο για την εκμετάλλευση της επιχειρήσεως.

48 Υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει να εξεταστεί αν, όπως υπενθυμίζεται στη σκέψη 44 της παρούσας αποφάσεως, πληρούται το αποφασιστικό κριτήριο της υπάρξεως μεταβιβάσεως κατά την έννοια της οδηγίας 77/187, ήτοι αν η εν λόγω μονάδα διατήρησε την ταυτότητά της μετά την πράξη μεταβιβάσεως.

49 ρέπει να υπομνησθεί συναφώς ότι το γεγονός και μόνον - το οποίο δεν αμφισβητείται στην κύρια δίκη - ότι η παρεχόμενη από τον πρώην και τον νέο εργοδότη υπηρεσία είναι ομοειδής δεν επιτρέπει να συναχθεί το συμπέρασμα ότι υπάρχει μεταβίβαση οικονομικής μονάδας. ράγματι, μια μονάδα δεν μπορεί να ταυτίζεται αποκλειστικά με τη δραστηριότητα με την οποία είναι επιφορτισμένη. Η ταυτότητά της προκύπτει και από άλλα στοιχεία όπως το προσωπικό της, η στελέχωσή της, η οργάνωση των εργασιών της, οι μέθοδοί της εκμεταλλεύσεως ή και, ενδεχομένως, τα μέσα εκμεταλλεύσεως που διαθέτει (βλ. προμνησθείσες αποφάσεις Süzen, σκέψη 15, και Hidalgo κ.λπ., σκέψη 30).

50 Η Γαλλική Κυβέρνηση και η ΑΡΙΜ υποστηρίζουν ότι η ανάληψη της δραστηριότητας της τελευταίας από τον Δήμο του Metz, υπό μορφή διοικητικής δημόσιας υπηρεσίας, επέφερε ουσιώδεις μεταβολές στον τρόπο διαχειρίσεως και εκμεταλλεύσεως καθώς και στις συνθήκες λειτουργίας της εκχωρηθείσας μονάδας. Συγκεκριμένα, το γαλλικό δημόσιο δίκαιο επιβάλλει στα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου τα οποία αναλαμβάνουν, υπό τη μορφή διοικητικής δημόσιας υπηρεσίας, μια δραστηριότητα την οποία μέχρι τότε διαχειριζόταν νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου την υποχρέωση της τηρήσεως ειδικών κανόνων διαχειρίσεως, εκμεταλλεύσεως και λειτουργίας. Επιπλέον, ένας δημόσιος φορέας, ο οποίος αναλαμβάνει μια δραστηριότητα την οποία προηγουμένως ασκούσε νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, δεν έχει τη δυνατότητα να διατηρήσει σε ισχύ τις συμβάσεις εργασίας τις οποίες είχε συνάψει το τελευταίο, καθόσον το προσωπικό των διοικητικών δημοσίων υπηρεσιών είναι δημόσιοι υπάλληλοι, οι οποίοι προσλαμβάνονται με ιδιαίτερη διαδικασία και των οποίων το καθεστώς διέπεται από το διοικητικό δίκαιο.

51 Η Γαλλική Κυβέρνηση και η ΑΡΙΜ παραπέμπουν συναφώς στη νομολογία του Cour de cassation, σύμφωνα με την οποία οι διατάξεις του εθνικού δικαίου με τις οποίες η οδηγία 77/187 μεταφέρθηκε στην εσωτερική έννομη τάξη δεν εφαρμόζονται όταν, όπως στην υπόθεση της κύριας δίκης, το νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου εκμεταλλεύεται την αναληφθείσα δραστηριότητα υπό μορφή διοικητικής δημόσιας υπηρεσίας και, ως εκ τούτου, σύμφωνα με τους κανόνες του δημοσίου δικαίου. Δυνάμει της νομολογίας αυτής, η ανάληψη της δραστηριότητας υπό τέτοια μορφή συνεπάγεται την παύση της λειτουργίας της επιχειρήσεως.

52 ρέπει να υπομνησθεί ότι εναπόκειται στο εθνικό δικαστήριο, προκειμένου να κρίνει αν πληρούνται οι προϋποθέσεις μεταβιβάσεως μονάδας και, ειδικότερα, αν η μονάδα την οποία αφορά η υπόθεση της κύριας δίκης διατήρησε την ταυτότητά της μετά την ανάληψή της από τον Δήμο του Metz, να λάβει υπόψη του το σύνολο των πραγματικών περιστατικών που χαρακτηρίζουν την επίμαχη πράξη, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται ιδίως το είδος της επιχειρήσεως ή της εγκαταστάσεως περί της οποίας πρόκειται, η μεταβίβαση ή όχι ενσωμάτων στοιχείων, όπως τα κτίρια και τα κινητά, η αξία των άυλων στοιχείων κατά τον χρόνο της μεταβιβάσεως, η αναπρόσληψη ή όχι του μεγαλύτερου μέρους του προσωπικού από τον νέο επικεφαλής της επιχειρήσεως, η μεταβίβαση ή όχι της πελατείας καθώς και ο βαθμός ομοιότητας των ασκουμένων δραστηριοτήτων πριν και μετά τη μεταβίβαση και η διάρκεια πιθανής αναστολής των δραστηριοτήτων αυτών. Εντούτοις, τα στοιχεία αυτά δεν αποτελούν παρά επιμέρους πτυχές της συνολικής αξιολογήσεως που επιβάλλεται και, επομένως, δεν μπορούν να εκτιμηθούν μεμονωμένα (βλ. ιδίως τις προμνησθείσες αποφάσεις Spijkers, σκέψη 13, Süzen, σκέψη 14, Hidalgo κ.λπ., σκέψη 29, και Allen κ.λπ., σκέψη 26).

53 Όπως παρατηρεί ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 102 των προτάσεών του, δεν μπορεί να αποκλεισθεί το ενδεχόμενο, υπό ορισμένες περιστάσεις, στοιχεία όπως η οργάνωση, η λειτουργία, η χρηματοδότηση, η διαχείριση και οι εφαρμοστέοι κανόνες δικαίου να χαρακτηρίζουν μια οικονομική μονάδα κατά τρόπον ώστε η μεταβολή των στοιχείων αυτών, λόγω της μεταβιβάσεως της μονάδας αυτής, να συνεπάγεται αλλαγή της ταυτότητάς της.

54 άντως, δεν φαίνεται να συντρέχει τέτοια περίπτωση στην υπόθεση της κύριας δίκης. ράγματι, αφενός, από την απόφαση περί παραπομπής προκύπτει ότι ο Δήμος του Metz ανέλαβε εξ ολοκλήρου και συνέχισε τη δραστηριότητα της ΑΡΙΜ εξακολουθώντας συγχρόνως να εκδίδει, υπό την ίδια μορφή, και να διανέμει το περιοδικό Vivre à Metz και, αφετέρου, η ΑΡΙΜ λειτουργούσε ήδη στην πραγματικότητα, κατά τη Γαλλική Κυβέρνηση, ως δημόσια υπηρεσία επιφορτισμένη με αποστολή γενικού συμφέροντος.

55 Στο αιτούν δικαστήριο εναπόκειται να εξακριβώσει, υπό το φως του συνόλου των ανωτέρω στοιχείων, κατά πόσον έλαβε χώρα μεταβίβαση στην υπόθεση της κύριας δίκης.

56 Όσον αφορά τυχόν υποχρέωση - επιβαλλόμενη από το εθνικό δίκαιο - καταγγελίας των συμβάσεων εργασίας ιδιωτικού δικαίου σε περίπτωση μεταβιβάσεως μιας δραστηριότητας σε νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, πρέπει να παρατηρηθεί ότι η υποχρέωση αυτή συνιστά, σύμφωνα με το άρθρο 4, παράγραφος 2, της οδηγίας 77/187, ουσιαστική μεταβολή των όρων εργασίας σε βάρος του εργαζομένου, οφειλόμενη άμεσα στη μεταβίβαση, οπότε η καταγγελία των εν λόγω συμβάσεων εργασίας πρέπει, στην περίπτωση αυτή, να θεωρηθεί ότι επήλθε εξ αιτίας του εργοδότη.

57 Στα υποβληθέντα ερωτήματα προσήκει η απάντηση ότι το άρθρο 1, παράγραφος 1, της οδηγίας 77/187 έχει την έννοια ότι η οδηγία αυτή έχει εφαρμογή σε περίπτωση αναλήψεως από ένα δήμο, νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου που ενεργεί στο πλαίσιο των ειδικών κανόνων του διοικητικού δικαίου, διαφημιστικών και ενημερωτικών δραστηριοτήτων σχετικά με τις υπηρεσίες που προσφέρει ο δήμος στο κοινό, δραστηριοτήτων τις οποίες μέχρι τότε ασκούσε, προς το συμφέρον του δήμου αυτού, μη κερδοσκοπική ένωση, αποτελούσα νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, εφόσον η μεταβιβασθείσα μονάδα διατηρεί την ταυτότητά της.

Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


Επί των δικαστικών εξόδων

58 Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν η Γαλλική Κυβέρνηση και η Επιτροπή, που κατέθεσαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, δεν αποδίδονται. Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ' αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων.

Διατακτικό


Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ,

κρίνοντας επί των ερωτημάτων που του υπέβαλε με απόφαση της 14ης Απριλίου 1999 το conseil de prud'hommes de Metz, αποφαίνεται:

Το άρθρο 1, παράγραφος 1, της οδηγίας 77/187/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 14ης Φεβρουαρίου 1977, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τη διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβιβάσεων επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων, έχει την έννοια ότι η οδηγία αυτή έχει εφαρμογή σε περίπτωση αναλήψεως από ένα δήμο, νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου που ενεργεί στο πλαίσιο των ειδικών κανόνων του διοικητικού δικαίου, διαφημιστικών και ενημερωτικών δραστηριοτήτων σχετικά με τις υπηρεσίες που προσφέρει ο δήμος στο κοινό, δραστηριοτήτων τις οποίες μέχρι τότε ασκούσε, προς το συμφέρον του δήμου αυτού, μη κερδοσκοπική ένωση, αποτελούσα νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, εφόσον η μεταβιβασθείσα μονάδα διατηρεί την ταυτότητά της.

Επάνω