Επιλέξτε τις πειραματικές λειτουργίες που θέλετε να δοκιμάσετε

Το έγγραφο αυτό έχει ληφθεί από τον ιστότοπο EUR-Lex

Έγγραφο 61997CJ0179

Απόφαση του Δικαστηρίου της 2ας Μαρτίου 1999.
Βασίλειο της Ισπανίας κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
Αλιεία - Διατήρηση των αλιευτικών αποθεμάτων - Επιθεώρηση αλιευτικών σκαφών - Πρόγραμμα αμοιßαίας διεθνούς επιθεωρήσεως που θεσπίστηκε από την Οργάνωση Αλιείας του Βορειοδυτικού Ατλαντικού.
Υπόθεση C-179/97.

Συλλογή της Νομολογίας 1999 I-01251

Αναγνωριστικό ECLI: ECLI:EU:C:1999:109

61997J0179

Απόφαση του Δικαστηρίου της 2ας Μαρτίου 1999. - Βασίλειο της Ισπανίας κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. - Αλιεία - Διατήρηση των αλιευτικών αποθεμάτων - Επιθεώρηση αλιευτικών σκαφών - Πρόγραμμα αμοιßαίας διεθνούς επιθεωρήσεως που θεσπίστηκε από την Οργάνωση Αλιείας του Βορειοδυτικού Ατλαντικού. - Υπόθεση C-179/97.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1999 σελίδα I-01251


Περίληψη
Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό

Λέξεις κλειδιά


1 Πράξεις των οργάνων - Κανονισμοί - Εκτελεστικός κανονισμός - Παρέκκλιση από τον βασικό κανονισμό - Δεν επιτρέπεται

2 Αλιεία - Διατήρηση των αλιευτικών αποθεμάτων - Επιθεώρηση αλιευτικών σκαφών - Πρόγραμμα αμοιβαίας διεθνούς επιθεωρήσεως που θεσπίστηκε από την Οργάνωση Αλιείας του Βορειοδυτικού Ατλαντικού - Κανονισμός 494/97, για τροποποίηση του κανονισμού 2868/88 - Παράβαση διεθνούς συμφωνίας που δεσμεύει την Κοινότητα και βασικού κανονισμού - Δεν υπάρχει

(Κανονισμοί 1956/88 και 3067/95 του Συμβουλίου· κανονισμοί 2868/88 και 494/97 της Επιτροπής· απόφαση 95/586 του Συμβουλίου)

Περίληψη


1 Ένας εκτελεστικός κανονισμός, ο οποίος εκδίδεται δυνάμει εξουσιοδοτήσεως που περιέχεται στον βασικό κανονισμό, δεν μπορεί να παρεκκλίνει από τις διατάξεις του βασικού αυτού κανονισμού.

2 Ο κανονισμός 494/97, που πρόσθεσε στον κανονισμό 2868/88, για τη θέσπιση ορισμένων λεπτομερειών εφαρμογής του προγράμματος της αμοιβαίας διεθνούς επιθεώρησης που θεσπίστηκε από την Οργάνωση Αλιείας του Βορειοδυτικού Ατλαντικού (NAFO), το άρθρο 4α, παράγραφος 6, το οποίο αφορά την περίπτωση της σχολαστικής επιθεωρήσεως του πλοίου που πραγματοποιείται, κατά την παράγραφο 10, σημείο ii, του παραρτήματος του βασικού κανονισμού 1956/88, στο λιμάνι στο οποίο έχει καταπλεύσει το πλοίο μετά την εκτροπή του από την πορεία του και το οποίο προβλέπει στην περίπτωση αυτή τη δυνατότητα παρουσίας επιθεωρητή της NAFO από οποιοδήποτε άλλο συμβαλλόμενο μέρος επιθυμεί να μετάσχει, χωρίς να χρειάζεται να συναινέσουν για την παρουσία αυτή οι αρχές του κράτους μέλους της σημαίας, δεν είναι αντίθετος ούτε στην αλιευτική συμφωνία που συνήφθη μεταξύ Ευρωπαϋκής Κοινότητας και Καναδά στο πλαίσιο της NAFO και εγκρίθηκε με την απόφαση 95/586 ούτε στον εν λόγω κανονισμό 1956/88, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 3067/95, με τον οποίο τέθηκε σε εφαρμογή η συμφωνία αυτή.

Μολονότι δηλαδή η παράγραφος 10, σημείο ii, του παραρτήματος του κανονισμού 1956/88, που αφορά ακριβώς την περίπτωση της σχολαστικής επιθεωρήσεως πλοίου για το οποίο υπάρχει η υπόνοια ότι έχει παραβεί τους κανόνες της NAFO, η οποία πραγματοποιείται στο λιμάνι στο οποίο έχει καταπλεύσει το πλοίο μετά την εκτροπή του από την πορεία του, προβλέπει επίσης στην περίπτωση αυτή την παρουσία επιθεωρητή από οποιοδήποτε άλλο συμβαλλόμενο μέρος επιθυμεί να μετάσχει, χωρίς να χρειάζεται να συναινέσει για την παρουσία αυτή το κράτος της σημαίας, η παράγραφος 10, σημείο iv, του παραρτήματος αυτού και το σημείο ΙΙ.9, στοιχείο εε, σημείο iv, του παραρτήματος Ι των συμφωνηθέντων πρακτικών της εν λόγω συμφωνίας, κατά τα οποία απαιτείται αντίθετα η συναίνεση του κράτους αυτού, καλύπτουν μόνο την ειδική περίπτωση κατά την οποία ένα άλλο συμβαλλόμενο μέρος επιζητεί την επιβίβαση επιθεωρητή σε πλοίο που έχει διαταχθεί να πλεύσει σε λιμάνι για σχολαστική επιθεώρηση. Οι τελευταίες αυτές διατάξεις αναφέρουν την επιθεώρηση του πλοίου στο λιμάνι με μόνο σκοπό να τονιστεί ότι ο επιθεωρητής οποιουδήποτε άλλου συμβαλλόμενου μέρους εκτός του κράτους της σημαίας έχει το δικαίωμα, εφόσον έχει επιβιβαστεί επί του πλοίου, να παραμείνει επ' αυτού μέχρι το τέλος της επιθεωρήσεως στο λιμάνι.

Διάδικοι


Στην υπόθεση C-179/97,

Bασίλειο της Ισπανίας, εκπροσωπούμενο από τη Rosario Silva de Lapuerta, abogado del Estado, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο την Πρεσβεία της Ισπανίας, 4-6, boulevard E. Servais,

προσφεύγον,

κατά

Επιτροπής των Ευρωπαϋκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενης από τον Thomas van Rijn, νομικό σύμβουλο, και την Blanca Vilα Costa, υπάλληλο κράτους μέλους που έχει αποσπασθεί στη Νομική Υπηρεσία της Επιτροπής στο πλαίσιο των ανταλλαγών μεταξύ υπαλλήλων της Κοινότητας και δημοσίων υπαλλήλων των κρατών μελών, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο τον Carlos Gσmez de la Cruz, μέλος της Νομικής Υπηρεσίας, Centre Wagner, Kirchberg,

καθής,

που έχει ως αντικείμενο την ακύρωση του κανονισμού (ΕΚ) 494/97 της Επιτροπής, της 18ης Μαρτίου 1997, για τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) 2868/88 για τη θέσπιση ορισμένων λεπτομερειών εφαρμογής του προγράμματος της αμοιβαίας διεθνούς επιθεώρησης που θεσπίστηκε από την Οργάνωση Αλιείας του Βορειοδυτικού Ατλαντικού (ΕΕ L 77, σ. 5), καθόσον πρόσθεσε στον κανονισμό (ΕΟΚ) 2868/88 της Επιτροπής, της 16ης Σεπτεμβρίου 1988 (ΕΕ L 257, σ. 20), το άρθρο 4α, παράγραφος 6,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ,

συγκείμενο από τους G. C. Rodrνguez Iglesias, Πρόεδρο, P. J. G. Kapteyn, J.-P. Puissochet και P. Jann (εισηγητή), προέδρους τμήματος, C. Gulmann, J. L. Murray, D. A. O. Edward, H. Ragnemalm, L. Sevσn, M. Wathelet και R. Schintgen, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: S. Alber

γραμματέας: D. Louterman-Hubeau, κύριος υπάλληλος διοικήσεως,

έχοντας υπόψη την έκθεση ακροατηρίου,

αφού άκουσε τις αγορεύσεις των διαδίκων κατά τη συνεδρίαση της 10ης Ιουνίου 1998,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 16ης Ιουλίου 1998,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

Σκεπτικό της απόφασης


1 Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 12 Μαου 1997, το Βασίλειο της Ισπανίας ζητεί την ακύρωση του κανονισμού (ΕΚ) 494/97 της Επιτροπής, της 18ης Μαρτίου 1997, για τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) 2868/88 για τη θέσπιση ορισμένων λεπτομερειών εφαρμογής του προγράμματος της αμοιβαίας διεθνούς επιθεώρησης που θεσπίστηκε από την Οργάνωση Αλιείας του Βορειοδυτικού Ατλαντικού (ΕΕ L 77, σ. 5, στο εξής: τροποποιημένος κανονισμός 2868/88), καθόσον πρόσθεσε στον κανονισμό (ΕΟΚ) 2868/88 της Επιτροπής, της 16ης Σεπτεμβρίου 1988 (ΕΕ L 257, σ. 20), το άρθρο 4α, παράγραφος 6.

2 Ο κανονισμός αυτός εκδόθηκε στο πλαίσιο της ρυθμίσεως των σχέσεων της Ευρωπαϋκής Κοινότητας με την Οργάνωση Αλιείας του Βορειοδυτικού Ατλαντικού (στο εξής η οργάνωση αυτή θα αναφέρεται με τα αγγλικά αρχικά της ως NAFO), οι οποίες αποτελούν το αντικείμενο της συμβάσεως περί της μελλοντικής πολυμερούς συνεργασίας στον τομέα της αλιείας τού Βορειοδυτικού Ατλαντικού (στο εξής: σύμβαση NAFO), η οποία εγκρίθηκε με τον κανονισμό (ΕΟΚ) 3179/78 του Συμβουλίου, της 28ης Δεκεμβρίου 1978 (ΕΕ ειδ. έκδ 04/001, σ. 122). Ένας από τους σκοπούς της συμβάσεως NAFO συνίσταται στη διατήρηση και την κατά το δυνατόν άριστη χρησιμοποίηση των αλιευτικών πόρων εντός της ζώνης στην οποία ισχύει η σύμβαση. Προς τούτο θεσπίστηκε ένα σύστημα αμοιβαίας επιθεωρήσεως σε περίπτωση παραβάσεως, το οποίο προβλέπει αμοιβαία δικαιώματα επιβιβάσεως και επιθεωρήσεως των πλοίων εκ μέρους των συμβαλλομένων μερών, καθώς και δικαιώματα διώξεως και επιβολής κυρώσεων, εφόσον τούτο είναι αναγκαίο.

3 Στο πλαίσιο αυτό, η επιτροπή αλιείας της NAFO ενέκρινε στις 10 Φεβρουαρίου 1988 ένα πρόγραμμα αμοιβαίας διεθνούς επιθεωρήσεως. Με το άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΟΚ) 1956/88 του Συμβουλίου, της 9ης Ιουνίου 1988, σχετικά με την έγκριση των διατάξεων για την εφαρμογή του προγράμματος της αμοιβαίας διεθνούς επιθεώρησης που εγκρίθηκε από την Οργάνωση Αλιείας του Βορειοδυτικού Ατλαντικού (NAFO) (ΕΕ L 175, σ. 1), το πρόγραμμα αυτό κρίθηκε εφαρμοστέο εντός της Κοινότητας και το κείμενό του επισυνήφθη ως παράρτημα στον εν λόγω κανονισμό.

4 Σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού 1956/88, κατά το οποίο οι λεπτομέρειες εφαρμογής του εν λόγω κανονισμού θα εγκρίνονταν, εφόσον τούτο ήταν αναγκαίο, σύμφωνα με ειδική διαδικασία, η Επιτροπή εξέδωσε τον κανονισμό 2868/88.

5 Στις 20 Απριλίου 1995 συνήφθη μεταξύ Ευρωπαϋκής Κοινότητας και Καναδά αλιευτική συμφωνία στο πλαίσιο της συμβάσεως NAFO, υπό μορφή συμφωνηθέντων πρακτικών και των παραρτημάτων τους, ανταλλαγής επιστολών και ανταλλαγής διακοινώσεων (στο εξής: συμφωνία). Η συμφωνία αυτή εγκρίθηκε με την απόφαση 95/586/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995 (ΕΕ L 327, σ. 35). Το σημείο ΙΙ.9, στοιχείο εε, του παραρτήματος Ι των συμφωνηθέντων πρακτικών της συμφωνίας, το οποίο επιγράφεται: «Πρόταση βελτίωσης των μέτρων ελέγχου της αλιείας και της εφαρμογής τους», προβλέπει τα εξής:

«(...)

i) Eάν ένας επιθεωρητής της NAFO αναφέρει ότι ένα σκάφος έχει διαπράξει σοβαρή εμφανή παράβαση, το συμβαλλόμενο μέρος του σκάφους διασφαλίζει την επιθεώρησή του από δεόντως εξουσιοδοτημένο επιθεωρητή του εν λόγω συμβαλλομένου μέρους εντός 48 ωρών. Προκειμένου να διατηρηθούν τα αποδεικτικά στοιχεία, ο επιθεωρητής της NAFO λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσει την ασφάλεια και τη συνέχεια των αποδεικτικών στοιχείων, συμπεριλαμβανομένης, εφόσον είναι αναγκαίο, της σφράγισης του αμπαριού του σκάφους, και μπορεί να παραμείνει επί του σκάφους, μέχρις ότου φθάσει ο δεόντως εξουσιοδοτημένος επιθεωρητής.

ii) Aν δικαιολογείται, ο επιθεωρητής του συμβαλλόμενου μέρους του σχετικού σκάφους απαιτεί, εφόσον είναι δεόντως εξουσιοδοτημένος, από το σκάφος να κατευθυνθεί αμέσως σε ένα κοντινό λιμάνι, επιλεγόμενο από τον πλοίαρχο, το οποίο θα πρέπει να είναι το St. Pierre, το St. John's, οι Αζόρες ή το λιμάνι της σημαίας του σκάφους, για εμπεριστατωμένη επιθεώρηση από την αρμόδια αρχή του κράτους σημαίας και με την παρουσία επιθεωρητή της NAFO από οποιοδήποτε άλλο συμβαλλόμενο μέρος που επιθυμεί να συμμετάσχει.

(...)

iv) Στην περίπτωση που ζητείται σε ένα σκάφος να κατευθυνθεί σε λιμάνι για εμπεριστατωμένη επιθεώρηση σύμφωνα με το σημείο ii, ένας επιθεωρητής της NAFO από άλλο συμβαλλόμενο μέρος μπορεί, αν συμφωνεί το συμβαλλόμενο μέρος του σκάφους, να επιβιβασθεί και να παραμείνει στο σκάφος καθώς κατευθύνεται στο λιμάνι και να παρευρίσκεται κατά τη διάρκεια της επιθεώρησης του σκάφους στο λιμάνι.

(...)»

6 Στις 21 Δεκεμβρίου 1995 το Συμβούλιο εξέδωσε τον κανονισμό (ΕΚ) 3067/95, για την τροποποίηση του κανονισμού 1956/88 (ΕΕ L 329, σ. 1, στο εξής: κανονισμός του Συμβουλίου). Ο κανονισμός αυτός, σκοπός του οποίου ήταν η θέση σε εφαρμογή ορισμένων διατάξεων της συμφωνίας ΕΚ-Καναδά, προσθέτει μια νέα παράγραφο 10 στο παράρτημα του κανονισμού 1956/88, της οποίας η διατύπωση είναι σχεδόν πανομοιότυπη με τη διατύπωση του σημείου ΙΙ.9, στοιχείο εε, του παραρτήματος Ι των συμφωνηθέντων πρακτικών της συμφωνίας και η οποία έχει ως εξής:

«i) Εάν επιθεωρητής της NAFO καταγγείλει ότι ένα σκάφος διέπραξε, σε μεγάλο βαθμό, μια από τις προφανείς παραβάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 9, το συμβαλλόμενο μέρος του σκάφους μεριμνά ώστε το συγκεκριμένο σκάφος να επιθεωρηθεί εντός 72 ωρών από επιθεωρητή δεόντως εξουσιοδοτημένο από αυτό το συμβαλλόμενο μέρος. Για την εξασφάλιση των αποδεικτικών στοιχείων, ο επιθεωρητής της NAFO λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για την ασφάλεια και τη συνέχεια των αποδεικτικών στοιχείων και μπορεί να παραμένει επί του σκάφους για το χρονικό διάστημα που απαιτείται για να παράσχει στον δεόντως εξουσιοδοτημένο επιθεωρητή πληροφορίες σχετικά με την προφανή παράβαση.

ii) Εφόσον συντρέχουν λόγοι, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους της σημαίας ή ο επιθεωρητής του συγκεκριμένου σκάφους ο οποίος έχει εξουσιοδοτηθεί από την εν λόγω αρχή, εάν έχει τη σχετική αρμοδιότητα, ζητούν από το σκάφος να πλεύσει αμέσως σε γειτονικό λιμάνι, της επιλογής του πλοιάρχου, το οποίο είναι ένα από τα ακόλουθα: St. John's, Halifax, το λιμάνι στο οποίο είναι νηολογημένο το σκάφος ή ένα λιμάνι το οποίο ορίζεται από το κράτος μέλος της σημαίας, προκειμένου να επιθεωρηθεί σχολαστικά, με ευθύνη του κράτους μέλους της σημαίας και παρουσία ενός επιθεωρητή της NAFO από οποιοδήποτε άλλο συμβαλλόμενο μέρος επιθυμεί να συμμετάσχει.

(...)

iv) Όταν ένα σκάφος κληθεί να πλεύσει σε ένα λιμάνι για σχολαστική επιθεώρηση σύμφωνα με το σημείο ii, ένας επιθεωρητής της NAFO [από άλλο συμβαλλόμενο μέρος] μπορεί, εφόσον συναινεί το συμβαλλόμενο μέρος του σκάφους, να επιβιβαστεί στο σκάφος καθ' οδόν προς το λιμάνι, να παραμείνει επί του σκάφους καθ' οδόν προς το λιμάνι [και] να παρίσταται κατά την επιθεώρηση του σκάφους στο λιμάνι.

(...)»

7 Ο κανονισμός 494/97 πρόσθεσε στον κανονισμό 2868/88, μεταξύ άλλων, τα άρθρα 4α και 4β. Το άρθρο 4α ορίζει τα εξής:

«1. Όταν οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους σημαίας δέχονται, δυνάμει του σημείου 10.iii του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΟΚ) 1956/88, από έναν επιθεωρητή της NAFO την πληροφορία της διάπραξης μιας καταφανούς παράβασης, όπως αναφέρεται στο σημείο 9 του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΟΚ) 1956/88, από αλιευτικό σκάφος που φέρει τη σημαία του ή όταν η Επιτροπή δέχεται τέτοιου είδους πληροφορίες, οι εν λόγω αρμόδιες αρχές και η Επιτροπή αλληλοενημερώνονται σχετικά χωρίς αναβολή.

(...)

5. Σε συνέχεια της κοινοποίησης των αποτελεσμάτων που προέκυψαν και αν η διαπραχθείσα παράβαση είναι σοβαρή, σύμφωνα με τον ορισμό των παραβάσεων που απαριθμούνται στο σημείο 9 του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΟΚ) 1956/88, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους σημαίας δίδει εντολή η ίδια εντός προθεσμίας 24 ωρών, όταν κάτι τέτοιο δικαιολογείται, ή εξουσιοδοτεί τον επιθεωρητή να δώσει εντολή στο σκάφος να κατευθυνθεί προς ένα λιμένα που ορίζεται σύμφωνα με το σημείο 10.ii του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΟΚ) 1956/88.

(...)

Σε περίπτωση παρέκκλισης από την πορεία, ο δεόντως εξουσιοδοτημένος επιθεωρητής λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσει την ασφάλεια και τη διάρκεια των αποδεικτικών στοιχείων, συμπεριλαμβανομένης, ενδεχομένως, της σφράγισης του κύτους του σκάφους για μία μεταγενέστερη επιθεώρηση στην αποβάθρα.

6. Κατά την άφιξη στον λιμένα, προς τον οποίο κατευθύνεται το υπό παράβασιν σκάφος μετά την παρέκκλισή του από την πορεία του, υπόκειται σε αυστηρό έλεγχο που πραγματοποιείται υπό την αιγίδα του κράτους μέλους σημαίας, και ενδεχομένως παρουσία ενός επιθεωρητή της NAFO ή κάθε άλλου συμβαλλομένου μέρους το οποίο επιθυμεί να συμμετάσχει στη διαδικασία αυτή. Το κράτος μέλος σημαίας ενημερώνει χωρίς καθυστέρηση την Επιτροπή για τα αποτελέσματα της αυστηρής επιθεώρησης χρησιμοποιώντας το έντυπο που περιλαμβάνεται στο παράρτημα Ι του παρόντος κανονισμού καθώς και για τα μέτρα που έλαβε για να δώσει συνέχεια στην παράβαση.

(...)»

Το άρθρο 4β του τροποποιημένου κανονισμού 2868/88 ορίζει τα εξής:

«1. Όταν οι κοινοτικοί επιθεωρητές υποθέτουν ότι ένα αλιευτικό σκάφος που φέρει σημαία ενός συμβαλλομένου μέρους διέπραξε μία από τις σοβαρές παραβάσεις που απαριθμούνται στο σημείο 9 του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΟΚ) 1956/88, ενημερώνουν σχετικά εντός προθεσμίας 24 ωρών τις αρμόδιες αρχές του ενδιαφερομένου κράτους σημαίας καθώς και την εκτελεστική γραμματεία της NAFO, ανακοινώνοντάς τους όλα τα στοιχεία με βάση τα οποία οι κοινοτικοί επιθεωρητές ενοχοποιούν το σκάφος αυτό για διάπραξη σοβαρής παράβασης (...).

2. Η Επιτροπή αποφασίζει, με τη συναίνεση του συμβαλλόμενου μέρους στο οποίο ανήκει το σκάφος, εάν ο κοινοτικός επιθεωρητής θα παραμείνει επί του σκάφους κατά την παρέκκλισή του από την πορεία του. Η Επιτροπή αποφασίζει επίσης εάν είναι παρών στον αντίστοιχο έλεγχο του υπό παράβασιν σκάφους που πραγματοποιείται στο λιμένα και ένας κοινοτικός επιθεωρητής.

(...)»

8 Το Βασίλειο της Ισπανίας υποστηρίζει ότι το άρθρο 4α, παράγραφος 6, πρώτο εδάφιο, του τροποποιημένου κανονισμού 2868/88, κατά το οποίο «κατά την άφιξη στον λιμένα, προς τον οποίο κατευθύνεται το υπό παράβασιν σκάφος μετά την παρέκκλισή του από την πορεία του, υπόκειται σε αυστηρό έλεγχο που πραγματοποιείται υπό την αιγίδα του κράτους μέλους σημαίας, και ενδεχομένως παρουσία ενός επιθεωρητή της NAFO ή κάθε άλλου συμβαλλομένου μέρους το οποίο επιθυμεί να συμμετάσχει στη διαδικασία αυτή», πάσχει έλλειψη νομιμότητας. Συγκεκριμένα, από το ίδιο το γράμμα της διατάξεως αυτής προκύπτει ότι ο επιθεωρητής της NAFO μπορεί, ανεξάρτητα από το ποιο συμβαλλόμενο μέρος τον έχει ορίσει, να είναι παρών στη σχολαστική επιθεώρηση που πραγματοποιείται στον λιμένα του κατάπλου του πλοίου μετά την παρέκκλιση από την πορεία του, χωρίς να χρειάζεται προς τούτο να συναινέσουν οι αρχές του κράτους μέλους της σημαίας του πλοίου, ενώ η παράγραφος 10, σημείο iv, του παραρτήματος του κανονισμού του Συμβουλίου καθώς και το σημείο ΙΙ.9, στοιχείο εε, σημείο iv, του παραρτήματος Ι των συμφωνηθέντων πρακτικών της συμφωνίας προβλέπουν στην περίπτωση αυτή «τη συναίνεση του συμβαλλόμενου μέρους του σκάφους».

9 Κατά το Βασίλειο της Ισπανίας, η αντίφαση αυτή μεταξύ του κανονισμού του Συμβουλίου και του τροποποιημένου κανονισμού 2868/88, δηλαδή μεταξύ του βασικού κανονισμού και του εκτελεστικού κανονισμού, επισύρει την ακυρότητα του τελευταίου αυτού κανονισμού. Για τον λόγο αυτό το Βασίλειο της Ισπανίας ζητεί την ακύρωση του κανονισμού 494/97, καθόσον προσθέτει στον κανονισμό 2868/88 το άρθρο 4α, παράγραφος 6.

10 Κατά την Ισπανική Κυβέρνηση, η αντίφαση του γράμματος της επίμαχης διατάξεως προς το γράμμα της παραγράφου 10, σημείο iv, του παραρτήματος του κανονισμού του Συμβουλίου είναι προφανής. Οι εκτελεστικοί κανονισμοί όμως, οι οποίοι εκδίδονται βάσει εξουσιοδοτήσεως που περιέχεται στον βασικό κανονισμό, δεν επιτρέπεται να παρεκκλίνουν από τις διατάξεις του βασικού κανονισμού.

11 Κατά την Ισπανική Κυβέρνηση, η ίδια αντίφαση υφίσταται επίσης σε σχέση με το σημείο ΙΙ.9, στοιχείο εε, σημείο iv, του παραρτήματος Ι των συμφωνηθέντων πρακτικών της συμφωνίας. Δεδομένου όμως ότι το άρθρο 228, παράγραφος 7, της Συνθήκης ΕΚ προβλέπει ότι οι συμφωνίες που συνάπτει η Κοινότητα δεσμεύουν τα κοινοτικά όργανα, η Επιτροπή δεν μπορεί να θεσπίζει μονομερώς παρεκκλίσεις από τις διατάξεις τέτοιων συμφωνιών. Εξάλλου, το Δικαστήριο έχει ήδη αποφανθεί ότι η υπεροχή των συναπτομένων από την Κοινότητα διεθνών συμφωνιών έναντι των διατάξεων του παραγώγου κοινοτικού δικαίου απαιτεί τη σύμφωνη προς τις συμφωνίες αυτές ερμηνεία των εν λόγω διατάξεων (απόφαση της 10ης Σεπτεμβρίου 1996, C-61/94, Επιτροπή κατά Γερμανίας, Συλλογή 1996, σ. Ι-3989). Ομοίως, σύμφωνα με την αρχή pacta sunt servanda, η οποία έχει αποτυπωθεί νομοθετικά στο άρθρο 26 της Συμβάσεως της Βιέννης «περί του δικαίου των συνθηκών», κάθε ισχύουσα διεθνής συνθήκη δεσμεύει τα συμβαλλόμενα μέρη, τα οποία οφείλουν να την εκτελούν καλόπιστα.

12 Η Επιτροπή αντικρούει τους ισχυρισμούς αυτούς και ζητεί την απόρριψη της προσφυγής και την καταδίκη του Βασιλείου της Ισπανίας στα δικαστικά έξοδα.

13 Με το υπόμνημα αντικρούσεως, η Επιτροπή ισχυρίζεται κυρίως ότι η προσφυγή της Ισπανικής Κυβερνήσεως στηρίζεται σε εσφαλμένη ερμηνεία των νομοθετικών κειμένων. Κατά την Επιτροπή, η προσβαλλόμενη διάταξη του τροποποιημένου κανονισμού 2868/88 αποτελεί επανάληψη της παραγράφου 10, σημείο ii, του παραρτήματος του κανονισμού του Συμβουλίου, καθώς και του σημείου ΙΙ.9, στοιχείο εε, σημείο ii, του παραρτήματος Ι των συμφωνηθέντων πρακτικών της συμφωνίας.

14 Όσον αφορά την παράγραφο 10, σημείο iv, του παραρτήματος του κανονισμού του Συμβουλίου και το σημείο ΙΙ.9, στοιχείο εε, σημείο iv, του παραρτήματος Ι των συμφωνηθέντων πρακτικών της συμφωνίας, η Επιτροπή ισχυρίζεται ότι οι διατάξεις αυτές προβλέπουν τον όρο περί συναινέσεως του συμβαλλόμενου μέρους στη δικαιοδοσία του οποίου εμπίπτει το εκτραπέν της πορείας του πλοίο για τον λόγο και μόνον ότι οι διατάξεις αυτές αφορούν το ενδεχόμενο διαπιστώσεως παραβάσεως στα διεθνή ύδατα. Η συναίνεση του κράτους της σημαίας του πλοίου είναι αναγκαία στην περίπτωση αυτή, επειδή τίθεται ζήτημα διασφαλίσεως των προνομιών του κράτους αυτού. Αντίθετα, η προσβαλλόμενη διάταξη του τροποποιημένου κανονισμού 2868/88 αφορά αποκλειστικά την επιθεώρηση που πραγματοποιείται στον λιμένα, οπότε δεν μπορεί να ανακύψει κανένα πρόβλημα σχετικά με τα όρια της δικαιοδοσίας του κράτους της σημαίας, αφού οι αρχές του κράτους της σημαίας επιβλέπουν οι ίδιες τη διεξαγωγή της επιθεωρήσεως και επομένως είναι σε θέση να διασφαλίσουν τον σεβασμό των προνομιών τους εφαρμόζοντας άλλες διαδικασίες. Κατά συνέπεια, στην περίπτωση αυτή δεν είναι αναγκαία η συναίνεση του κράτους της σημαίας.

15 Η Επιτροπή ισχυρίζεται ότι ο όρος περί συναινέσεως του κράτους της σημαίας, τον οποίο επικαλείται το Βασίλειο της Ισπανίας στην προσφυγή του, προβλέπεται εξάλλου από το άρθρο 4β, παράγραφος 2, του τροποποιημένου κανονισμού 2868/88.

16 Η Επιτροπή ισχυρίζεται επιπλέον ότι, εν πάση περιπτώσει, δεν υφίσταται παράβαση της συμφωνίας, αφού η συμφωνία αυτή έπαυσε να ισχύει τον Σεπτέμβριο 1995. Η Επιτροπή υπενθυμίζει ότι, σύμφωνα με την τελευταία ρήτρα των συμφωνηθέντων πρακτικών της συμφωνίας, η συμφωνία «παύει να ισχύει στις 31 Δεκεμβρίου 1995 ή όταν τα μέτρα που περιγράφονται στα παρόντα συμφωνηθέντα πρακτικά εγκριθούν από τη NAFO, εάν αυτό γίνει νωρίτερα». Η έγκριση των εν λόγω μέτρων πραγματοποιήθηκε τον Σεπτέμβριο του 1995 και προς τούτο εκδόθηκε σύσταση της NAFO. Κατά συνέπεια, τον Σεπτέμβριο 1995 η συμφωνία κατέστη άνευ αντικειμένου και επομένως δεν μπορεί να χρησιμεύσει ως νομική βάση της προσφυγής του Βασιλείου της Ισπανίας.

17 Η Ισπανική Κυβέρνηση απαντά ότι η αναφορά στο άρθρο 4β του προσβαλλόμενου κανονισμού είναι εσφαλμένη, διότι η διάταξη αυτή, όπως προκύπτει από την παράγραφο 1, αφορά τα πλοία που φέρουν σημαία συμβαλλόμενου μέρους που δεν είναι μέλος της Κοινότητας και όχι τα κοινοτικά πλοία.

18 Όσον αφορά τη δυνατότητα εφαρμογής της συμφωνίας, η Ισπανική Κυβέρνηση ομολογεί ότι οι πολυμερείς διατάξεις εγκρίθηκαν πράγματι κατά τη 17η ετήσια σύνοδο της NAFO τον Σεπτέμβριο 1995, αλλά τονίζει ότι οι διατάξεις αυτές είναι πανομοιότυπες προς τις διατάξεις της εν λόγω συμφωνίας. Εν πάση περιπτώσει, η προσβαλλόμενη διάταξη του τροποποιημένου κανονισμού 2868/88 αντιβαίνει προς τις διεθνείς υποχρεώσεις που απορρέουν από τη συμφωνία αλιείας εντός της ζώνης της NAFO.

Επί του λόγου ακυρώσεως που στηρίζεται σε αντίφαση του τροποποιημένου κανονισμού 2868/88 προς τον κανονισμό του Συμβουλίου

19 Διαπιστώνεται εκ προοιμίου ότι το άρθρο 4 του κανονισμού 1956/88 εξουσιοδοτούσε την Επιτροπή να θεσπίσει τις λεπτομέρειες εφαρμογής του εν λόγω κανονισμού.

20 Από τη νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει όμως ότι ένας εκτελεστικός κανονισμός, ο οποίος εκδίδεται δυνάμει εξουσιοδοτήσεως που περιέχεται στον βασικό κανονισμό, δεν μπορεί να παρεκκλίνει από τις διατάξεις του βασικού αυτού κανονισμού (απόφαση της 10ης Μαρτίου 1971, 38/70, Tradax, Συλλογή τόμος 1971, σ. 707, σκέψη 10).

21 Υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει να εξακριβωθεί κατά πόσον η προσβαλλόμενη διάταξη του τροποποιημένου κανονισμού 2868/88, ο οποίος αποτελεί τον εκτελεστικό κανονισμό, συμβιβάζεται με τον κανονισμό του Συμβουλίου, δηλαδή τον βασικό κανονισμό.

22 Κατ' αρχάς πρέπει να απορριφθεί το επιχείρημα της Επιτροπής ότι το άρθρο 4β, παράγραφος 2, του τροποποιημένου κανονισμού 2868/88 προβλέπει ούτως ή άλλως τον όρο περί συναινέσεως του συμβαλλόμενου μέρους στη δικαιοδοσία του οποίου υπάγεται το πλοίο και ότι επομένως η διάταξη αυτή έπρεπε να ικανοποιεί την Ισπανική Κυβέρνηση.

23 Συναφώς, αρκεί η διαπίστωση ότι η διάταξη αυτή, όπως προκύπτει από το γράμμα της παραγράφου 1 του εν λόγω άρθρου, αφορά τα πλοία που φέρουν σημαία άλλου κράτους και όχι κράτους μέλους της Κοινότητας. Κατά συνέπεια, η εν λόγω διάταξη δεν ασκεί επιρροή επί της επιλύσεως της παρούσας διαφοράς, άρα η Επιτροπή δεν μπορεί να στηρίξει την επιχειρηματολογία της επ' αυτής.

24 Στη συνέχεια πρέπει να εξεταστεί το επιχείρημα της Επιτροπής ότι το άρθρο 4α, παράγραφος 6, του τροποποιημένου κανονισμού 2868/88 είναι σύμφωνο προς την παράγραφο 10, σημείο ii, του παραρτήματος του κανονισμού του Συμβουλίου και ότι επομένως δεν υπερέβη τις εξουσίες της, έστω και αν το άρθρο αυτό δεν περιέχει καμία ειδική διάταξη σε σχέση με την περίπτωση που προβλέπεται στην παράγραφο 10, σημείο iv, του παραρτήματος του τελευταίου αυτού κανονισμού.

25 Συναφώς, επισημαίνεται ότι η Επιτροπή ορθώς ισχυρίζεται ότι το περιεχόμενο του άρθρου 4α, παράγραφος 6, του τροποποιημένου κανονισμού 2868/88 είναι πανομοιότυπο με το περιεχόμενο της παραγράφου 10, σημείο ii, του παραρτήματος του κανονισμού του Συμβουλίου. Η τελευταία αυτή διάταξη αφορά την περίπτωση της σχολαστικής επιθεωρήσεως πλοίου για το οποίο υπάρχει η υπόνοια ότι έχει παραβεί τους κανόνες της NAFO, επιθεωρήσεως που πραγματοποιείται στο λιμάνι στο οποίο έχει καταπλεύσει το πλοίο μετά την εκτροπή του από την πορεία του, και προβλέπει στην περίπτωση αυτή την παρουσία επιθεωρητή «από οποιοδήποτε άλλο συμβαλλόμενο μέρος επιθυμεί να μετάσχει», χωρίς να χρειάζεται να συναινέσει για την παρουσία αυτή το κράτος της σημαίας. Η περίπτωση που ρυθμίζεται από το εν λόγω άρθρο 4α, παράγραφος 6, είναι ακριβώς η περίπτωση της σχολαστικής επιθεωρήσεως σε ορισμένο λιμένα και για τη ρύθμιση της περιπτώσεως αυτής χρησιμοποιείται διατύπωση παρόμοια με τη διατύπωση της παραγράφου 10, σημείο ii, του παραρτήματος του κανονισμού του Συμβουλίου.

26 Όσον αφορά την παράγραφο 10, σημείο iv, του παραρτήματος του κανονισμού του Συμβουλίου, πρόκειται για διάταξη που καλύπτει την ειδική περίπτωση κατά την οποία ένα άλλο συμβαλλόμενο μέρος επιζητεί την επιβίβαση επιθεωρητή σε πλοίο που έχει διαταχθεί, σύμφωνα με την παράγραφο 10, σημείο ii, να πλεύσει σε λιμάνι για σχολαστική επιθεώρηση.

27 Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η διατύπωση της παραγράφου 10, σημείο iv, δεν είναι απόλυτα σαφής, καθόσον από τη διάταξη αυτή δεν προκύπτει με σαφήνεια κατά πόσον η αναγκαία συναίνεση του κράτους της σημαίας του πλοίου αφορά και τις τρεις περιπτώσεις που προβλέπονται στη διάταξη αυτή, δηλαδή την επιβίβαση, την παρουσία κατά τη διάρκεια του πλου και τη σχολαστική επιθεώρηση στο λιμάνι. Παρ' όλ' αυτά, η μόνη ερμηνεία της εν λόγω διατάξεως η οποία συνάδει προς την παράγραφο 10, σημείο ii, του παραρτήματος του κανονισμού του Συμβουλίου είναι η ερμηνεία ότι η παράγραφος 10, σημείο iv, αναφέρει την επιθεώρηση του πλοίου στο λιμάνι με μόνο σκοπό να τονιστεί ότι ο επιθεωρητής οποιουδήποτε άλλου συμβαλλόμενου μέρους εκτός του κράτους της σημαίας έχει το δικαίωμα, εφόσον έχει επιβιβαστεί επί του πλοίου, να παραμείνει επ' αυτού μέχρι το τέλος της επιθεωρήσεως στο λιμάνι.

28 Δεδομένου ότι το νομότυπο του τροποποιημένου κανονισμού 2868/88 πρέπει να εκτιμηθεί από την άποψη μόνο των διατάξεων του παραρτήματος του κανονισμού του Συμβουλίου που ρυθμίζουν την ίδια περίπτωση, δηλαδή από την άποψη της παραγράφου 10, σημείο ii, από τις ανωτέρω σκέψεις συνάγεται ότι δεν διαπιστώθηκε καμία παράβαση του κανονισμού αυτού.

Επί του λόγου ακυρώσεως που στηρίζεται σε αντίφαση του τροποποιημένου κανονισμού 2868/88 προς το σημείο ΙΙ.9, στοιχείο εε, σημείο iv, του παραρτήματος Ι των συμφωνηθέντων πρακτικών της συμφωνίας

29 Το Βασίλειο της Ισπανίας υποστηρίζει ότι ο τροποποιημένος κανονισμός 2868/88 αντιβαίνει προς τη συμφωνία, και συγκεκριμένα προς το σημείο ΙΙ.9, στοιχείο εε, σημείο iv, του παραρτήματος Ι των συμφωνηθέντων πρακτικών της συμφωνίας αυτής. Κατά την Ισπανική Κυβέρνηση, για να επιτραπεί σε επιθεωρητή της NAFO άλλου συμβαλλόμενου μέρους και όχι του κράτους της σημαίας του πλοίου να μετάσχει στην επιθεώρηση που πραγματοποιείται στο λιμάνι, είναι αναγκαία η συναίνεση του κράτους της σημαίας. Ξωρίς τη συναίνεση αυτή, ο εν λόγω επιθεωρητής δεν μπορεί να μετάσχει στις εργασίες της σχολαστικής επιθεωρήσεως που διεξάγονται στο λιμάνι στο οποίο έχει καταπλεύσει το πλοίο μετά την εκτροπή του από την πορεία του.

30 Συναφώς, αρκεί η απάντηση ότι η διατύπωση του σημείου ΙΙ.9, στοιχείο εε, σημείο iv, του παραρτήματος Ι των συμφωνηθέντων πρακτικών της εν λόγω συμφωνίας είναι σχεδόν πανομοιότυπη με τη διατύπωση που χρησιμοποιείται στην παράγραφο 10, σημείο iv, του παραρτήματος του κανονισμού του Συμβουλίου. Κατά συνέπεια, ο δεύτερος λόγος ακυρώσεως πρέπει επίσης να απορριφθεί για τους ίδιους λόγους για τους οποίους απορρίφθηκε ο πρώτος λόγος ακυρώσεως που προέβαλε η Ισπανική Κυβέρνηση, ενώ δεν είναι αναγκαίο να εξεταστεί το ζήτημα της δυνατότητας εφαρμογής της εν λόγω συμφωνίας.

31 Από το σύνολο των ανωτέρω σκέψεων προκύπτει ότι η προσφυγή πρέπει να απορριφθεί.

Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


Επί των δικαστικών εξόδων

32 Κατά το άρθρο 69, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα, αν υπήρχε σχετικό αίτημα του αντιδίκου. Επειδή το Βασίλειο της Ισπανίας ηττήθηκε και η Επιτροπή ζήτησε την καταδίκη του στα δικαστικά έξοδα, το Βασίλειο της Ισπανίας πρέπει να καταδικαστεί στα έξοδα αυτά.

Διατακτικό


Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

αποφασίζει:

1) Απορρίπτει την προσφυγή.

2) Καταδικάζει το Βασίλειο της Ισπανίας στα δικαστικά έξοδα.

Επάνω