This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 62021CJ0699
Judgment of the Court (Grand Chamber) of 18 April 2023.#E.D.L.#Request for a preliminary ruling from the Corte costituzionale.#Reference for a preliminary ruling – Judicial cooperation in criminal matters – European arrest warrant – Framework Decision 2002/584/JHA – Article 1(3) – Article 23(4) – Surrender procedures between Member States – Grounds for non-execution – Article 4(3) TEU – Duty of sincere cooperation – Postponement of the execution of the European arrest warrant – Article 4 of the Charter of Fundamental Rights of the European Union – Prohibition of inhuman or degrading treatment – Serious, chronic and potentially irreversible illness – Risk of serious harm to health affecting the person concerned by the European arrest warrant.#Case C-699/21.
Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 18ης Απριλίου 2023.
E. D. L.
Αίτηση του Corte costituzionale για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως.
Προδικαστική παραπομπή – Δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις – Ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης – Απόφαση-πλαίσιο 2002/584/ΔΕΥ – Άρθρο 1, παράγραφος 3 – Άρθρο 23, παράγραφος 4 – Διαδικασίες παράδοσης μεταξύ των κρατών μελών – Λόγοι μη εκτέλεσης – Άρθρο 4, παράγραφος 3, ΣΕΕ – Υποχρέωση καλόπιστης συνεργασίας – Αναστολή εκτέλεσης του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης – Άρθρο 4 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Απαγόρευση απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης – Σοβαρή, χρόνια και δυνητικά μη αναστρέψιμη ασθένεια – Κίνδυνος σοβαρής βλάβης της υγείας του προσώπου εις βάρος του οποίου έχει εκδοθεί το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης.
Υπόθεση C-699/21.
Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 18ης Απριλίου 2023.
E. D. L.
Αίτηση του Corte costituzionale για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως.
Προδικαστική παραπομπή – Δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις – Ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης – Απόφαση-πλαίσιο 2002/584/ΔΕΥ – Άρθρο 1, παράγραφος 3 – Άρθρο 23, παράγραφος 4 – Διαδικασίες παράδοσης μεταξύ των κρατών μελών – Λόγοι μη εκτέλεσης – Άρθρο 4, παράγραφος 3, ΣΕΕ – Υποχρέωση καλόπιστης συνεργασίας – Αναστολή εκτέλεσης του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης – Άρθρο 4 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Απαγόρευση απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης – Σοβαρή, χρόνια και δυνητικά μη αναστρέψιμη ασθένεια – Κίνδυνος σοβαρής βλάβης της υγείας του προσώπου εις βάρος του οποίου έχει εκδοθεί το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης.
Υπόθεση C-699/21.
ECLI identifier: ECLI:EU:C:2023:295
*A9* Corte costituzionale, ordinanza del 18/11/2021 (216)
*P1* Corte costituzionale, Sentenza del 17/07/2023 28/07/2023 (ECLI:IT:COST:2023:177)
Publication Flash News "Décisions de suivi" N° 1/24
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως)
της 18ης Απριλίου 2023 ( *1 )
«Προδικαστική παραπομπή – Δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις – Ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης – Απόφαση-πλαίσιο 2002/584/ΔΕΥ– Άρθρο 1, παράγραφος 3 – Άρθρο 23, παράγραφος 4 – Διαδικασίες παράδοσης μεταξύ των κρατών μελών – Λόγοι μη εκτέλεσης – Άρθρο 4, παράγραφος 3, ΣΕΕ – Υποχρέωση καλόπιστης συνεργασίας – Αναστολή εκτέλεσης του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης – Άρθρο 4 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Απαγόρευση απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης – Σοβαρή, χρόνια και δυνητικά μη αναστρέψιμη ασθένεια – Κίνδυνος σοβαρής βλάβης της υγείας του προσώπου εις βάρος του οποίου έχει εκδοθεί το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης»
Στην υπόθεση C‑699/21,
με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Corte costituzionale (Συνταγματικό Δικαστήριο, Ιταλία) με απόφαση της 18ης Νοεμβρίου 2021, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 22 Νοεμβρίου 2021, στο πλαίσιο της διαδικασίας που αφορά την εκτέλεση ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης το οποίο εκδόθηκε κατά του
E. D. L.
παρισταμένου του:
Presidente del Consiglio dei Ministri,
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τμήμα μείζονος συνθέσεως),
συγκείμενο από τους K. Lenaerts, Πρόεδρο, L. Bay Larsen, Αντιπρόεδρο, A. Prechal, K. Jürimäe (εισηγήτρια), Κ. Λυκούργο, M. Safjan, L. S. Rossi και Δ. Γρατσία, προέδρους τμήματος, J.‑C. Bonichot, I. Jarukaitis, A. Kumin, N. Jääskinen, M. Gavalec, Z. Csehi και O. Spineanu‑Matei, δικαστές,
γενικός εισαγγελέας: M. Campos Sánchez-Bordona
γραμματέας: C. Di Bella, διοικητικός υπάλληλος,
έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 27ης Σεπτεμβρίου 2022,
λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:
|
– |
ο E. D. L., εκπροσωπούμενος από τους N. Canestrini και V. Manes, avvocati, |
|
– |
η Ιταλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την G. Palmieri, επικουρούμενη από τον S. Faraci, avvocato dello Stato, |
|
– |
η Κροατική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την G. Vidović Mesarek, |
|
– |
η Ολλανδική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την M. K. Bulterman και τον J. M. Hoogveld, |
|
– |
η Πολωνική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον B. Majczyna και την J. Sawicka, |
|
– |
η Ρουμανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τις E. Gane, O.-C. Ichim και A. Wellman, |
|
– |
η Φινλανδική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την M. Pere, |
|
– |
η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από την S. Grünheid και τον A. Spina, |
αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 1ης Δεκεμβρίου 2022,
εκδίδει την ακόλουθη
Απόφαση
|
1 |
Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 1, παράγραφος 3, της απόφασης-πλαισίου 2002/584/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2002, για το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης και τις διαδικασίες παράδοσης μεταξύ των κρατών μελών (ΕΕ 2002, L 190, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση-πλαίσιο 2009/299/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009 (ΕΕ 2009, L 81, σ. 24) (στο εξής: απόφαση-πλαίσιο 2002/584), υπό το πρίσμα των άρθρων 3, 4 και 35 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: Χάρτης). |
|
2 |
Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο της εκτέλεσης, στην Ιταλία, ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης εκδοθέντος από το Općinski sud u Zadru (πλημμελειοδικείο Ζαντάρ, Κροατία) με σκοπό την άσκηση ποινικής δίωξης κατά του E. D. L. |
Το νομικό πλαίσιο
Το δίκαιο της Ένωσης
|
3 |
Οι αιτιολογικές σκέψεις 6 και 12 της απόφασης-πλαισίου 2002/584 έχουν ως εξής:
[…]
|
|
4 |
Το άρθρο 1 της απόφασης-πλαισίου, το οποίο επιγράφεται «Ορισμός και υποχρέωση εκτέλεσης του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης», προβλέπει τα εξής: «1. Το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης είναι [απόφαση δικαστικής αρχής] η οποία εκδίδεται από κράτος μέλος προς το σκοπό της σύλληψης και της παράδοσης από άλλο κράτος μέλος προσώπου που καταζητείται για την άσκηση ποινικής δίωξης ή για την εκτέλεση ποινής ή μέτρου στερητικών της ελευθερίας. 2. Τα κράτη μέλη εκτελούν κάθε ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης βάσει της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης και σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας απόφασης-πλαίσιο. 3. H παρούσα απόφαση-πλαίσιο δεν μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την τροποποίηση της υποχρέωσης σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των θεμελιωδών νομικών αρχών, όπως διατυπώνονται στο άρθρο 6 [ΣΕΕ]». |
|
5 |
Το άρθρο 3 της εν λόγω απόφασης-πλαισίου ορίζει τους λόγους υποχρεωτικής μη εκτέλεσης ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης. Οι λόγοι προαιρετικής μη εκτέλεσης απαριθμούνται στα άρθρα 4 και 4α της απόφασης-πλαισίου. |
|
6 |
Κατά το άρθρο 23 της απόφασης-πλαισίου 2002/584, το οποίο επιγράφεται «Προθεσμία παράδοσης του προσώπου»: «1. Ο καταζητούμενος παραδίδεται το ταχύτερο δυνατόν σε ημερομηνία που συμφωνείται μεταξύ των ενδιαφερόμενων αρχών. 2. Παραδίδεται το αργότερο δέκα ημέρες αφότου εκδόθηκε η [τελεσίδικη] απόφαση για την εκτέλεση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης. 3. Εάν η παράδοση του καταζητουμένου, εντός της προθεσμίας που προβλέπεται στην παράγραφο 2, αποδεικνύεται αδύνατη λόγω ανωτέρας βίας σε ένα από τα κράτη μέλη, η δικαστική αρχή εκτέλεσης και η δικαστική αρχή έκδοσης του εντάλματος επικοινωνούν αμέσως μεταξύ τους και συμφωνούν νέα ημερομηνία παράδοσης. Στην περίπτωση αυτή, η παράδοση διενεργείται εντός δέκα ημερών μετά τη συμφωνηθείσα νέα ημερομηνία. 4. Η παράδοση μπορεί κατ’ εξαίρεση να αναστέλλεται προσωρινά για σοβαρούς ανθρωπιστικούς λόγους, εφόσον λ.χ. ευλόγως πιστεύεται ότι θα έθετε σε κίνδυνο τη ζωή ή την υγεία του καταζητουμένου. Η εκτέλεση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης γίνεται μόλις παύσουν να υφίστανται οι λόγοι αυτοί. Η δικαστική αρχή εκτέλεσης ενημερώνει αμέσως σχετικά τη δικαστική αρχή έκδοσης του εντάλματος και συμφωνεί νέα ημερομηνία παράδοσης. Στην περίπτωση αυτή, η παράδοση διενεργείται εντός δέκα ημερών μετά τη συμφωνηθείσα νέα ημερομηνία. 5. Κατά την παρέλευση των προθεσμιών που αναφέρονται στις παραγράφους 2 έως 4, εάν το πρόσωπο εξακολουθεί να κρατείται, απολύεται.» |
Το ιταλικό δίκαιο
|
7 |
Το άρθρο 1, παράγραφος 1, του legge n. 69 – Disposizioni per conformare il diritto interno alla decisione quadro 2002/584/GAI del Consiglio, del 13 giugno 2002, relativa al mandato d’arresto europeo e alle procedure di consegna tra Stati membri (νόμου 69 περί διατάξεων για την ευθυγράμμιση του εσωτερικού δικαίου προς την απόφαση-πλαίσιο 2002/584/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2002, για το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης και τις διαδικασίες παράδοσης μεταξύ των κρατών μελών), της 22ας Απριλίου 2005 (GURI αριθ. 98, της 29ης Απριλίου 2005, σ. 6), όπως ίσχυε κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της διαφοράς της κύριας δίκης (στο εξής: νόμος 69/2005), ορίζει τα εξής: «Ο παρών νόμος μεταφέρει στην εσωτερική έννομη τάξη τις διατάξεις της [αποφάσεως-πλαισίου 2002/584] για το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης και τις διαδικασίες παράδοσης μεταξύ των κρατών μελών, στο μέτρο που οι διατάξεις αυτές δεν αντιβαίνουν στις υπέρτατες αρχές της συνταγματικής τάξεως οι οποίες αφορούν τα θεμελιώδη δικαιώματα καθώς και τις θεμελιώδεις ελευθερίες και το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη.» |
Η διαφορά της κύριας δίκης και το προδικαστικό ερώτημα
|
8 |
Στις 9 Σεπτεμβρίου 2019, το Općinski sud u Zadru (πλημμελειοδικείο Ζαντάρ) εξέδωσε ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης κατά του E. D. L., κατοίκου Ιταλίας, με σκοπό την άσκηση ποινικής δίωξης στην Κροατία. Ο τελευταίος είναι ύποπτος για την τέλεση, εντός του 2014 και στο έδαφος της Κροατίας, του αδικήματος της κατοχής ναρκωτικών ουσιών με σκοπό τη διανομή και την πώληση. |
|
9 |
Το Corte d’appello di Milano (εφετείο Μιλάνου, Ιταλία) είναι η αρμόδια δικαστική αρχή για την εκτέλεση του εν λόγω ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης. Ο E. D. L. προσκόμισε ενώπιον του δικαστηρίου αυτού διάφορα ιατρικά έγγραφα που πιστοποιούσαν σημαντικές ψυχιατρικές διαταραχές. Βάσει των εγγράφων αυτών, το Corte d’appello di Milano (εφετείο Μιλάνου) υπέβαλε τον E. D. L. σε ψυχιατρική πραγματογνωμοσύνη. |
|
10 |
Από την πραγματογνωμοσύνη προέκυψε, μεταξύ άλλων, η ύπαρξη ψυχωσικής διαταραχής που καθιστούσε αναγκαία τη συνέχιση της φαρμακευτικής και ψυχοθεραπευτικής αγωγής προκειμένου να αποφευχθούν πιθανά επεισόδια κατάρρευσης της ψυχικής ισορροπίας (decompensation). Η εν λόγω πραγματογνωμοσύνη κατέδειξε επίσης την ύπαρξη σοβαρού κινδύνου αυτοκτονίας σε περίπτωση φυλάκισης. Κατέληξε δε στο συμπέρασμα ότι ο E. D. L. δεν ήταν ικανός να διαβιώσει σε κέντρο κράτησης, λαμβανομένης υπόψη της ανάγκης συνεχίσεως της θεραπευτικής αγωγής του. |
|
11 |
Βάσει της ίδιας πραγματογνωμοσύνης, το Corte d’appello di Milano (εφετείο Μιλάνου) έκρινε, αφενός, ότι η εκτέλεση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης θα διέκοπτε τη θεραπευτική αγωγή του E. D. L. και θα είχε ως αποτέλεσμα την επιδείνωση της γενικής κατάστασης της υγείας του, με ενδεχομένως εξαιρετικά σοβαρές συνέπειες ή ακόμη και αποδεδειγμένο κίνδυνο αυτοκτονίας. Αφετέρου, το δικαστήριο αυτό διαπίστωσε ότι οι κρίσιμες διατάξεις του νόμου 69/2005 δεν προβλέπουν ότι τέτοιου είδους λόγοι υγείας μπορούν να αποτελέσουν λόγο άρνησης της παράδοσης στο πλαίσιο των διαδικασιών εκτέλεσης ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης. |
|
12 |
Στο πλαίσιο αυτό, με διάταξη της 17ης Σεπτεμβρίου 2020, το Corte d’appello di Milano (εφετείο Μιλάνου) υπέβαλε στο Corte costituzionale (Συνταγματικό Δικαστήριο, Ιταλία), το οποίο είναι το αιτούν δικαστήριο στην υπό κρίση υπόθεση, ερώτημα σχετικά με τη συνταγματικότητα των διατάξεων αυτών. |
|
13 |
Το αιτούν δικαστήριο υπογραμμίζει, συναφώς, ότι τα ερωτήματα επί των οποίων καλείται να αποφανθεί αφορούν όχι μόνον τη συμβατότητα των εν λόγω διατάξεων με το ιταλικό Σύνταγμα, αλλά και την ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης που μεταφέρθηκε με τις διατάξεις αυτές στην εσωτερική έννομη τάξη. Όπως όμως και ο νόμος 69/2005, τα άρθρα 3, 4 και 4α της απόφασης-πλαισίου 2002/584 δεν περιλαμβάνουν, μεταξύ των λόγων υποχρεωτικής ή προαιρετικής μη εκτέλεσης ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης, την περίπτωση σοβαρού κινδύνου για την υγεία του ενδιαφερομένου λόγω χρόνιων παθήσεων δυνητικά αόριστης διάρκειας. |
|
14 |
Τούτου λεχθέντος, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται αν μπορεί να αποτραπεί προσηκόντως ο κίνδυνος βλάβης της υγείας του εκζητουμένου, διά της αναστολής της παράδοσης βάσει του άρθρου 23, παράγραφος 4, της απόφασης-πλαισίου 2002/584. Διευκρινίζει, ωστόσο, ότι η λύση αυτή δεν του φαίνεται πρόσφορη στην περίπτωση χρόνιων παθήσεων αόριστης διάρκειας, όπως οι παθήσεις από τις οποίες πάσχει ο E. D. L. |
|
15 |
Εξάλλου, το αιτούν δικαστήριο υπενθυμίζει ότι η αρχή κατά την οποία η απόφαση-πλαίσιο 2002/584, όπως έχει μεταφερθεί στην εσωτερική έννομη τάξη των κρατών μελών, δεν μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την τροποποίηση της υποχρέωσης σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων που κατοχυρώνονται στο άρθρο 6 ΣΕΕ επιβεβαιώνεται τόσο στην αιτιολογική σκέψη 12 όσο και στο άρθρο 1, παράγραφος 3, της αποφάσεως-πλαισίου. |
|
16 |
Ακριβώς για να αποτραπεί το ενδεχόμενο προσβολής των θεμελιωδών δικαιωμάτων του εκζητουμένου από την εφαρμογή της απόφασης-πλαισίου 2002/584, το Δικαστήριο έχει καθορίσει, πέραν των λόγων μη εκτέλεσης που προβλέπει η εν λόγω απόφαση-πλαίσιο, ένα πλαίσιο εξέτασης το οποίο αποσκοπεί στον συμβιβασμό των απαιτήσεων της αμοιβαίας αναγνώρισης και εκτέλεσης των δικαστικών αποφάσεων σε ποινικές υποθέσεις με τον σεβασμό των εν λόγω θεμελιωδών δικαιωμάτων. |
|
17 |
Τέτοια περίπτωση συντρέχει, κατά τη νομολογία του Δικαστηρίου, όταν η εκτέλεση ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης θα εξέθετε τον εκζητούμενο στον κίνδυνο να υποστεί απάνθρωπες και εξευτελιστικές συνθήκες κράτησης στο κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος λόγω συστημικών και γενικευμένων πλημμελειών, ή πλημμελειών που επηρεάζουν ορισμένες ομάδες προσώπων ή κέντρα κράτησης, ή στον κίνδυνο να υποβληθεί σε δίκη η οποία δεν πληροί τα εχέγγυα του άρθρου 47 του Χάρτη, λόγω συστημικών και γενικευμένων πλημμελειών που αφορούν την ανεξαρτησία της δικαστικής εξουσίας του κράτους μέλους έκδοσης του εντάλματος. |
|
18 |
Το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει, εντούτοις, ότι η νομολογία αυτή αφορά μόνον περιπτώσεις κινδύνου προσβολής των θεμελιωδών δικαιωμάτων του εκζητουμένου οι οποίες συνδέονται με συστημικές και γενικευμένες πλημμέλειες του κράτους μέλους έκδοσης του εντάλματος ή με καταστάσεις που αφορούν ορισμένες ομάδες προσώπων ή ολόκληρα κέντρα κράτησης. Τα ζητήματα όμως που τέθηκαν ενώπιόν του αφορούν διαφορετική περίπτωση, ήτοι την περίπτωση κατά την οποία το πρόσωπο του οποίου ζητείται η παράδοση πάσχει από σοβαρές χρόνιες παθήσεις αόριστης διάρκειας, οι οποίες ενδέχεται να επιδεινωθούν σημαντικά σε περίπτωση παράδοσής του, ιδίως αν το κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος αποφασίσει να θέσει το πρόσωπο αυτό υπό κράτηση. |
|
19 |
Το αιτούν δικαστήριο διερωτάται, κατά συνέπεια, αν οι αρχές που απορρέουν από την εν λόγω νομολογία πρέπει να επεκταθούν, κατ’ αναλογίαν, στην περίπτωση αυτή. Ζητεί, μεταξύ άλλων, να διευκρινιστεί αν η δικαστική αρχή εκτέλεσης έχει υποχρέωση διαλόγου με τη δικαστική αρχή έκδοσης, καθώς και αν η δικαστική αρχή εκτέλεσης δύναται να περατώσει τη διαδικασία παράδοσης όταν δεν μπορεί να αποκλειστεί εντός εύλογου χρόνου ο κίνδυνος προσβολής των θεμελιωδών δικαιωμάτων του εκζητουμένου. |
|
20 |
Υπό τις συνθήκες αυτές, το Curtea Constituțională (Συνταγματικό Δικαστήριο) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα: «Έχει το άρθρο 1, παράγραφος 3, της [απόφασης-πλαισίου 2002/584], ερμηνευόμενο υπό το πρίσμα των άρθρων 3, 4 και 35 του [Χάρτη], την έννοια ότι η δικαστική αρχή εκτέλεσης, όταν κρίνει ότι η παράδοση προσώπου που πάσχει από σοβαρές, χρόνιες και δυνητικά μη αναστρέψιμες παθήσεις θα μπορούσε να το εκθέσει σε κίνδυνο σοβαρής βλάβης της υγείας του, οφείλει να ζητήσει από τη δικαστική αρχή έκδοσης τις πληροφορίες βάσει των οποίων μπορεί να αποκλειστεί ένας τέτοιος κίνδυνος και υποχρεούται να αρνηθεί την παράδοση εάν δεν λάβει σχετικές διαβεβαιώσεις εντός εύλογου χρόνου;» |
Η διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου
|
21 |
Το αιτούν δικαστήριο ζήτησε να εκδικαστεί η υπό κρίση αίτηση προδικαστικής αποφάσεως με την ταχεία διαδικασία του άρθρου 105 του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου. |
|
22 |
Το αιτούν δικαστήριο αναγνωρίζει μεν ότι δεν έχει ληφθεί κανένα μέτρο στερητικό της ελευθερίας εις βάρος του E. D. L., πλην όμως υποστηρίζει ότι το υποβληθέν προδικαστικό ερώτημα αφορά ουσιώδεις πτυχές της λειτουργίας του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης. Επιπλέον, το ερώτημα αυτό ενδέχεται να έχει γενικές συνέπειες, τόσο για τις αρχές που καλούνται να συνεργαστούν στο πλαίσιο διαδικασιών σχετικών με ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης όσο και για τα δικαιώματα των ενδιαφερομένων. |
|
23 |
Το άρθρο 105, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας προβλέπει ότι, κατόπιν αιτήματος του αιτούντος δικαστηρίου ή, σε εξαιρετική περίπτωση, αυτεπαγγέλτως, ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου μπορεί, όταν η φύση της υποθέσεως απαιτεί να αποφανθεί το Δικαστήριο το συντομότερο δυνατόν, αφού ακούσει τον εισηγητή δικαστή και τον γενικό εισαγγελέα, να αποφασίσει την υπαγωγή της προδικαστικής παραπομπής σε ταχεία διαδικασία κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις του Κανονισμού Διαδικασίας. |
|
24 |
Υπενθυμίζεται, συναφώς, ότι η ταχεία διαδικασία αποτελεί δικονομικό μέσο για την αντιμετώπιση εξαιρετικά επείγουσας περίπτωσης (απόφαση της 21ης Δεκεμβρίου 2021, Randstad Italia, C-497/20, EU:C:2021:1037, σκέψη 37 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία). |
|
25 |
Εν προκειμένω, ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου αποφάσισε, στις 20 Δεκεμβρίου 2021, αφού άκουσε τον εισηγητή δικαστή και τον γενικό εισαγγελέα, να απορρίψει το αίτημα που μνημονεύθηκε στη σκέψη 21 της παρούσας αποφάσεως. |
|
26 |
Πράγματι, το γεγονός ότι η υπόθεση αφορά μία ή περισσότερες ουσιώδεις πτυχές της λειτουργίας του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης δεν αποτελεί, αυτό καθεαυτό, λόγο που να αποδεικνύει εξαιρετικά επείγουσα κατάσταση, η οποία είναι αναγκαία προκειμένου να δικαιολογηθεί η εκδίκαση με την ταχεία διαδικασία. Το ίδιο ισχύει και για το γεγονός ότι τα υποβληθέντα προδικαστικά ερωτήματα αφορούν εν δυνάμει σημαντικό αριθμό προσώπων ή έννομων καταστάσεων (πρβλ. απόφαση της 21ης Δεκεμβρίου 2021, Randstad Italia, C‑497/20, EU:C:2021:1037, σκέψη 39). |
|
27 |
Πάντως, λαμβανομένης υπόψη της φύσεως και της σημασίας του υποβληθέντος προδικαστικού ερωτήματος, ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου αποφάσισε την εκδίκαση της υπό κρίση υποθέσεως κατά προτεραιότητα, σύμφωνα με το άρθρο 53, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας. |
Επί του προδικαστικού ερωτήματος
|
28 |
Με το προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 1, παράγραφος 3, της απόφασης-πλαισίου 2002/584, ερμηνευόμενο υπό το πρίσμα των άρθρων 3, 4 και 35 του Χάρτη, έχει την έννοια ότι, όταν η δικαστική αρχή εκτέλεσης που καλείται να αποφασίσει για την παράδοση, προς εκτέλεση ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης, προσώπου το οποίο πάσχει από σοβαρές, χρόνιες και δυνητικά μη αναστρέψιμες παθήσεις εκτιμά ότι η παράδοση αυτή θα μπορούσε να εκθέσει το εν λόγω πρόσωπο σε κίνδυνο σοβαρής βλάβης της υγείας του, οφείλει να ζητήσει από τη δικαστική αρχή έκδοσης του εντάλματος τις πληροφορίες βάσει των οποίων μπορεί να αποκλειστεί ένας τέτοιος κίνδυνος και υποχρεούται να αρνηθεί να εκτελέσει την παράδοση αν δεν λάβει, εντός εύλογου χρόνου, τις απαιτούμενες διαβεβαιώσεις για τον αποκλεισμό του κινδύνου αυτού. |
|
29 |
Καταρχάς, υπογραμμίζεται ότι, μολονότι τυπικά το αιτούν δικαστήριο περιόρισε το ερώτημά του μόνο στην ερμηνεία του άρθρου 1, παράγραφος 3, της αποφάσεως-πλαισίου 2002/584, το γεγονός αυτό δεν εμποδίζει εντούτοις το Δικαστήριο να του παράσχει όλα τα στοιχεία ερμηνείας του δικαίου της Ένωσης που μπορεί να είναι χρήσιμα για την εκδίκαση της υπόθεσης της οποίας έχει επιληφθεί, ανεξαρτήτως του αν το αιτούν δικαστήριο έχει κάνει σχετική μνεία κατά τη διατύπωση του ερωτήματός του (βλ., συναφώς, αποφάσεις της 12ης Δεκεμβρίου 1990, SARPP, C-241/89, EU:C:1990:459, σκέψη 8, και της 5ης Ιουνίου 2018, Coman κ.λπ., C-673/16, EU:C:2018:385, σκέψη 22). |
|
30 |
Κατόπιν της προκαταρκτικής αυτής διευκρινίσεως, υπενθυμίζεται ότι τόσο η αρχή της αμοιβαίας εμπιστοσύνης μεταξύ των κρατών μελών όσο και η αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης, η οποία εδράζεται με τη σειρά της στην αμοιβαία εμπιστοσύνη μεταξύ των κρατών αυτών, έχουν θεμελιώδη σημασία στο δίκαιο της Ένωσης, δεδομένου ότι καθιστούν δυνατή τη δημιουργία και διατήρηση ενός χώρου χωρίς εσωτερικά σύνορα. Ειδικότερα, η αρχή της αμοιβαίας εμπιστοσύνης, όσον αφορά μεταξύ άλλων τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, επιβάλλει σε κάθε κράτος μέλος να δέχεται, πλην εξαιρετικών περιστάσεων, ότι όλα τα λοιπά κράτη μέλη τηρούν το δίκαιο της Ένωσης, ιδίως δε ότι σέβονται τα αναγνωρισμένα από το δίκαιο της Ένωσης θεμελιώδη δικαιώματα [αποφάσεις της 22ας Φεβρουαρίου 2022, Openbaar Ministerie (Δικαστήριο που έχει συσταθεί νομίμως στο κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος), C-562/21 PPU και C‑563/21 PPU, EU:C:2022:100, σκέψη 40, και της 31ης Ιανουαρίου 2023, Puig Gordi κ.λπ., C-158/21, EU:C:2023:57, σκέψη 93]. |
|
31 |
Επομένως, τα κράτη μέλη, όταν θέτουν σε εφαρμογή το δίκαιο της Ένωσης, οφείλουν, δυνάμει του δικαίου αυτού, να θεωρήσουν δεδομένο τον σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων από τα λοιπά κράτη μέλη, με αποτέλεσμα να μην έχουν τη δυνατότητα όχι μόνο να απαιτήσουν από κάποιο άλλο κράτος μέλος να εφαρμόσει εθνικό επίπεδο προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων υψηλότερο από το επίπεδο προστασίας που εγγυάται το δίκαιο της Ένωσης, αλλά επίσης, πλην εξαιρετικών περιπτώσεων, να ελέγξουν αν το άλλο κράτος μέλος έχει πράγματι σεβαστεί, σε μια συγκεκριμένη περίπτωση, τα θεμελιώδη δικαιώματα που κατοχυρώνει η Ευρωπαϊκή Ένωση [γνωμοδότηση 2/13 (Προσχώρηση της Ένωσης στην ΕΣΔΑ), της 18ης Δεκεμβρίου 2014, EU:C:2014:2454, σκέψη 192 και απόφαση της 31ης Ιανουαρίου 2023, Puig Gordi κ.λπ., C-158/21, EU:C:2023:57, σκέψη 94]. |
|
32 |
Στο πλαίσιο αυτό, η απόφαση-πλαίσιο 2002/584 κατατείνει, μέσω της καθιέρωσης ενός απλουστευμένου και αποτελεσματικού συστήματος παράδοσης των καταδικασθέντων ή υπόπτων για παραβάσεις της ποινικής νομοθεσίας, στη διευκόλυνση και στην επιτάχυνση της δικαστικής συνεργασίας, συμβάλλοντας στην επίτευξη του σκοπού τον οποίο έχει θέσει η Ένωση, να αποτελέσει δηλαδή χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης επί τη βάσει του υψηλού βαθμού εμπιστοσύνης που πρέπει να υφίσταται μεταξύ των κρατών μελών [απόφαση της 22ας Φεβρουαρίου 2022, Openbaar Ministerie (Δικαστήριο που έχει συσταθεί νομίμως στο κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος), C-562/21 PPU και C‑563/21 PPU, EU:C:2022:100, σκέψη 42 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία]. |
|
33 |
Η αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης, η οποία αποτελεί, κατά την αιτιολογική σκέψη 6 της ως άνω απόφασης-πλαισίου, τον «ακρογωνιαίο λίθο» της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις, αποτυπώνεται στο άρθρο 1, παράγραφος 2, της απόφασης-πλαισίου, το οποίο θεσπίζει τον κανόνα κατά τον οποίο τα κράτη μέλη υποχρεούνται να εκτελούν κάθε ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης βάσει της εν λόγω αρχής και σύμφωνα με τις διατάξεις της απόφασης-πλαισίου [απόφαση της 22ας Φεβρουαρίου 2022, Openbaar Ministerie (Δικαστήριο που έχει συσταθεί νομίμως στο κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος), C-562/21 PPU και C‑563/21 PPU, EU:C:2022:100, σκέψη 43 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία]. |
|
34 |
Ως εκ τούτου, αφενός, οι δικαστικές αρχές εκτέλεσης μπορούν να αρνηθούν την εκτέλεση ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης μόνο για λόγους που απορρέουν από την απόφαση-πλαίσιο 2002/584, όπως αυτή έχει ερμηνευθεί από το Δικαστήριο (πρβλ. απόφαση της 31ης Ιανουαρίου 2023, Puig Gordi κ.λπ., C-158/21, EU:C:2023:57, σκέψεις 69 έως 73). Αφετέρου, ενώ η εκτέλεση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης συνιστά τον κανόνα, η άρνηση εκτέλεσης έχει προβλεφθεί ως εξαίρεση, η οποία πρέπει να ερμηνεύεται στενά [απόφαση της 22ας Φεβρουαρίου 2022, Openbaar Ministerie (Δικαστήριο που έχει συσταθεί νομίμως στο κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος), C-562/21 PPU και C-563/21 PPU, EU:C:2022:100, σκέψη 44 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία]. |
|
35 |
Η εν λόγω απόφαση-πλαίσιο δεν προβλέπει όμως ότι οι δικαστικές αρχές εκτέλεσης μπορούν να αρνηθούν την εκτέλεση ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης για τον λόγο και μόνον ότι το πρόσωπο εις βάρος του οποίου έχει εκδοθεί το ένταλμα αυτό πάσχει από σοβαρές, χρόνιες και δυνητικά μη αναστρέψιμες παθήσεις. Πράγματι, λαμβανομένης υπόψη της αρχής της αμοιβαίας εμπιστοσύνης, η οποία αποτελεί το θεμέλιο του χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, τεκμαίρεται ότι είναι επαρκείς η περίθαλψη και η θεραπεία που παρέχονται εντός των κρατών μελών για τέτοιες παθήσεις, μεταξύ άλλων (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 16ης Φεβρουαρίου 2017, C. K. κ.λπ., C-578/16 PPU, EU:C:2017:127, σκέψη 70), είτε σε περιβάλλον φυλακών είτε στο πλαίσιο εναλλακτικής ρυθμίσεως για την παραμονή του προσώπου αυτού στη διάθεση των δικαστικών αρχών του κράτους μέλους έκδοσης. |
|
36 |
Εντούτοις, από το άρθρο 23, παράγραφος 4, της απόφασης-πλαισίου 2002/584 προκύπτει ότι, σε εξαιρετικές περιστάσεις, οι οποίες αφορούν, μεταξύ άλλων, την πρόδηλη θέση σε κίνδυνο της ζωής ή της υγείας του εκζητουμένου, είναι δυνατή η προσωρινή αναστολή της παράδοσης. |
|
37 |
Κατά συνέπεια, η δικαστική αρχή εκτέλεσης δύναται να αναστείλει προσωρινά την παράδοση του εκζητουμένου, εφόσον υπάρχουν σοβαροί λόγοι να θεωρηθεί, βάσει αντικειμενικών στοιχείων, όπως ιατρικές βεβαιώσεις ή γνωματεύσεις, ότι η εκτέλεση του εντάλματος σύλληψης είναι δυνατόν να θέσει προδήλως σε κίνδυνο την υγεία του προσώπου αυτού, για παράδειγμα λόγω προσωρινής ασθένειας ή προσωρινού νοσήματός του πριν από την προβλεπόμενη για την παράδοσή του ημερομηνία. |
|
38 |
Πάντως, αυτή η εξουσία εκτιμήσεως πρέπει να ασκείται τηρουμένου του άρθρου 4 του Χάρτη, το οποίο απαγορεύει, μεταξύ άλλων, την απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση, η δε απαγόρευση αυτή είναι απόλυτη καθόσον συνδέεται στενά με τον σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, ο οποίος κατοχυρώνεται στο άρθρο 1 του Χάρτη [πρβλ. αποφάσεις της 5ης Απριλίου 2016, Aranyosi και Căldăraru, C-404/15 και C-659/15 PPU, EU:C:2016:198, σκέψη 85, και της 22ας Νοεμβρίου 2022, Staatssecretaris van Justitie en Veiligheid (Απομάκρυνση – Θεραπευτική κάνναβη), C-69/21, EU:C:2022:913, σκέψη 57]. |
|
39 |
Συναφώς, δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο η παράδοση προσώπου του οποίου η ασθένεια είναι σοβαρή να συνεπάγεται πραγματικό κίνδυνο να υποστεί το πρόσωπο αυτό απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση κατά την έννοια του άρθρου 4 του Χάρτη, και τούτο λόγω ή, υπό ορισμένες περιστάσεις, ανεξαρτήτως της ποιότητας της παρεχόμενης περίθαλψης στο κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 16ης Φεβρουαρίου 2017, C. K. κ.λπ., C-578/16 PPU, EU:C:2017:127, σκέψη 73). |
|
40 |
Ωστόσο, για να εμπίπτει η μεταχείριση στη διάταξη αυτή, πρέπει να έχει ένα ελάχιστο επίπεδο σοβαρότητας το οποίο βαίνει πέραν του αναπόφευκτου βαθμού ταλαιπωρίας που είναι εγγενής στην κράτηση [πρβλ. απόφαση της 25ης Ιουλίου 2018, Generalstaatsanwaltschaft (Συνθήκες κράτησης στην Ουγγαρία), C-220/18 PPU, EU:C:2018:589, σκέψη 90]. |
|
41 |
Τέτοια περίπτωση αποτελεί η παράδοση σοβαρά ασθενούς ατόμου για το οποίο υπάρχει άμεσος κίνδυνος θανάτου ή υπάρχουν σημαντικοί λόγοι να θεωρηθεί ότι, μολονότι δεν διατρέχει άμεσο κίνδυνο θανάτου, θα αντιμετώπιζε, υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις, πραγματικό κίνδυνο έκθεσης σε σοβαρή, ταχεία και μη αναστρέψιμη επιδείνωση της κατάστασης της υγείας του ή σημαντική μείωση του προσδόκιμου ζωής του [πρβλ. απόφαση της 22ας Νοεμβρίου 2022, Staatssecretaris van Justitie en Veiligheid (Απομάκρυνση – Θεραπευτική κάνναβη), C‑69/21, EU:C:2022:913, σκέψεις 63 και 66]. |
|
42 |
Επομένως, σε περίπτωση κατά την οποία η δικαστική αρχή εκτέλεσης, υπό το πρίσμα των αντικειμενικών στοιχείων που διαθέτει, έχει σοβαρούς και αποδεδειγμένους λόγους να πιστεύει ότι η παράδοση του εκζητουμένου, ο οποίος πάσχει από σοβαρή ασθένεια, θα τον εξέθετε σε πραγματικό κίνδυνο σημαντικής μείωσης του προσδόκιμου ζωής του ή ταχείας, σημαντικής και μη αναστρέψιμης επιδείνωσης της κατάστασης της υγείας του, η αρχή αυτή υποχρεούται, σύμφωνα με το άρθρο 4 του Χάρτη, να ασκήσει την ευχέρεια που προβλέπεται στο άρθρο 23, παράγραφος 4, της απόφασης-πλαισίου 2002/584, αποφασίζοντας να αναστείλει την παράδοση. |
|
43 |
Πρέπει να προστεθεί συναφώς ότι η εν λόγω απόφαση-πλαίσιο, ιδίως δε το άρθρο 23, παράγραφος 4, πρέπει να ερμηνεύεται κατά τρόπον ώστε να μη θίγεται η αποτελεσματικότητα του συστήματος δικαστικής συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών, ένα από τα ουσιώδη στοιχεία του οποίου αποτελεί το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης, όπως αυτό προβλέπεται από τον νομοθέτη της Ένωσης [απόφαση της 22ας Φεβρουαρίου 2022, Openbaar Ministerie (Δικαστήριο που έχει συσταθεί νομίμως στο κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος), C‑562/21 PPU και C-563/21 PPU, EU:C:2022:100, σκέψη 47 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία]. |
|
44 |
Τούτο ισχύει κατά μείζονα λόγο καθόσον ο μηχανισμός του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης έχει, επίσης, ως σκοπό την καταπολέμηση της ατιμωρησίας εκζητουμένου ο οποίος ευρίσκεται εντός επικράτειας διαφορετικής από εκείνην στην οποία φέρεται να τέλεσε αξιόποινη πράξη [πρβλ. απόφαση της 17ης Δεκεμβρίου 2020, Openbaar Ministerie (Ανεξαρτησία της δικαστικής αρχής έκδοσης του εντάλματος), C-354/20 PPU και C-412/20 PPU, EU:C:2020:1033, σκέψη 62]. |
|
45 |
Για τον λόγο αυτόν το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι, προκειμένου ιδίως να διασφαλιστεί ότι δεν θα παρακωλυθεί πλήρως η λειτουργία του μηχανισμού του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης, η υποχρέωση καλόπιστης συνεργασίας, την οποία καθιερώνει το άρθρο 4, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, ΣΕΕ, πρέπει να αποτελεί τη βάση του διαλόγου μεταξύ των δικαστικών αρχών εκτέλεσης και των δικαστικών αρχών έκδοσης. Η αρχή της καλόπιστης συνεργασίας συνεπάγεται, μεταξύ άλλων, ότι τα κράτη μέλη εκπληρώνουν τα εκ των Συνθηκών καθήκοντα βάσει αμοιβαίου σεβασμού και αμοιβαίας συνεργασίας [απόφαση της 22ας Φεβρουαρίου 2022, Openbaar Ministerie (Δικαστήριο που έχει συσταθεί νομίμως στο κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος), C-562/21 PPU και C-563/21 PPU, EU:C:2022:100, σκέψη 48 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία]. |
|
46 |
Επομένως, οι δικαστικές αρχές έκδοσης και εκτέλεσης οφείλουν, προκειμένου να διασφαλίζουν την αποτελεσματική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις, να κάνουν πλήρη χρήση των μέσων που προβλέπονται στην απόφαση‑πλαίσιο 2002/584 κατά τρόπον ώστε να προάγεται η αμοιβαία εμπιστοσύνη στην οποία βασίζεται η συνεργασία αυτή [πρβλ. απόφαση της 22ας Φεβρουαρίου 2022, Openbaar Ministerie (Δικαστήριο που έχει συσταθεί νομίμως στο κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος), C-562/21 PPU και C-563/21 PPU, EU:C:2022:100, σκέψη 49 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία]. |
|
47 |
Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι, στην περίπτωση η οποία περιγράφεται στη σκέψη 42 της παρούσας αποφάσεως, κατά την οποία η δικαστική αρχή εκτέλεσης αποφασίζει, κατ’ εξαίρεση, να αναστείλει προσωρινώς την παράδοση του εκζητουμένου βάσει του άρθρου 23, παράγραφος 4, της απόφασης-πλαισίου 2002/584, σε συνδυασμό με το άρθρο 4 του Χάρτη, οφείλει να ζητήσει από τη δικαστική αρχή έκδοσης του εντάλματος κάθε αναγκαία πληροφορία προκειμένου να βεβαιωθεί ότι, λόγω της διαδικασίας που θα ακολουθηθεί για την άσκηση της ποινικής δίωξης για την οποία εκδόθηκε το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης ή λόγω των συνθηκών της τυχόν κράτησης του εκζητουμένου, μπορεί να αποκλειστεί ο κίνδυνος για τον οποίο γίνεται λόγος στη σκέψη αυτή (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 5ης Απριλίου 2016, Aranyosi και Căldăraru, C-404/15 και C-659/15 PPU, EU:C:2016:198, σκέψη 95). |
|
48 |
Εφόσον παρασχεθούν τέτοιου είδους εγγυήσεις από τη δικαστική αρχή έκδοσης του εντάλματος, προκύπτει από το εν λόγω άρθρο 23, παράγραφος 4, ότι το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης πρέπει να εκτελεστεί. Σύμφωνα με τη διάταξη αυτή, η δικαστική αρχή εκτέλεσης ενημερώνει αμέσως σχετικώς τη δικαστική αρχή έκδοσης του εντάλματος και συμφωνούν νέα ημερομηνία παράδοσης. |
|
49 |
Συναφώς, υπογραμμίζεται ότι ο χρόνιος και δυνητικά μόνιμος χαρακτήρας της εξαιρετικά σοβαρής πάθησης από την οποία πάσχει ο εκζητούμενος δεν αποκλείει, πάντως, το ενδεχόμενο η δικαστική αρχή εκτέλεσης που αποφάσισε να αναστείλει την παράδοσή του να λάβει από το κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος διαβεβαιώσεις για την παροχή, εντός του εν λόγω κράτους μέλους, κατάλληλης θεραπευτικής αγωγής ή περίθαλψης στον εκζητούμενο, είτε σε περιβάλλον φυλακών είτε στο πλαίσιο εναλλακτικής ρυθμίσεως για την παραμονή του προσώπου αυτού στη διάθεση των δικαστικών αρχών του κράτους μέλους έκδοσης. |
|
50 |
Εντούτοις, δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο, υπό εξαιρετικές περιστάσεις, λαμβανομένων υπόψη των πληροφοριών που παρέσχε η δικαστική αρχή έκδοσης του εντάλματος, καθώς και κάθε άλλης πληροφορίας που διαθέτει η δικαστική αρχή εκτέλεσης, η τελευταία αυτή αρχή να καταλήξει στο συμπέρασμα, αφενός, ότι υπάρχουν σοβαροί και αποδεδειγμένοι λόγοι να θεωρηθεί ότι, σε περίπτωση παράδοσης στο κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος, ο εκζητούμενος θα εκτεθεί σε κίνδυνο όπως ο περιγραφόμενος στη σκέψη 42 της παρούσας αποφάσεως και, αφετέρου, ότι ο κίνδυνος αυτός δεν μπορεί να αποκλειστεί εντός εύλογου χρόνου. |
|
51 |
Ωστόσο, πρώτον, το άρθρο 23, παράγραφος 4, της απόφασης-πλαισίου 2002/584 συνιστά εξαίρεση από την υποχρέωση της δικαστικής αρχής εκτέλεσης να διασφαλίσει την παράδοση του εκζητουμένου το συντομότερο δυνατόν, η οποία προβλέπεται στο άρθρο 23, παράγραφος 1, της εν λόγω απόφασης-πλαισίου. Επομένως, θα αντέβαινε τόσο προς το γράμμα του άρθρου 23, παράγραφος 4, της εν λόγω απόφασης-πλαισίου, όπου γίνεται λόγος για τον «προσωρινό» χαρακτήρα της αναστολής παράδοσης, όσο και προς τη γενική οικονομία του άρθρου αυτού η δυνατότητα της δικαστικής αρχής εκτέλεσης να αναβάλει, προκειμένου να αποφευχθεί η επέλευση ενός τέτοιου κινδύνου, την παράδοση εκζητουμένου για σημαντικό χρονικό διάστημα ή ακόμη και επ’ αόριστον. Εξάλλου, σε μια τέτοια περίπτωση, θα εκκρεμούσαν επ’ αόριστον εις βάρος του εκζητουμένου το εκδοθέν ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης και τα τυχόν ληφθέντα από το κράτος μέλος εκτέλεσης μέτρα καταναγκασμού, χωρίς να υπάρχει καμία ρεαλιστική προοπτική παράδοσής του στο κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος. |
|
52 |
Δεύτερον, σε περίπτωση όπως η περιγραφόμενη στη σκέψη 50 της παρούσας αποφάσεως, πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψη το άρθρο 1, παράγραφος 3, της απόφασης-πλαισίου 2002/584, κατά το οποίο η ύπαρξη κινδύνου προσβολής των θεμελιωδών δικαιωμάτων επιτρέπει στη δικαστική αρχή εκτέλεσης να μην εκτελέσει, κατ’ εξαίρεση και κατόπιν προσήκουσας εξέτασης, το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης (πρβλ. απόφαση της 31ης Ιανουαρίου 2023, Puig Gordi κ.λπ., C-158/21, EU:C:2023:57, σκέψη 72 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία). |
|
53 |
Σε μια τέτοια περίπτωση, η δικαστική αρχή εκτέλεσης δεν μπορεί, σύμφωνα με το άρθρο 1, παράγραφος 3, της απόφασης-πλαισίου 2002/584, ερμηνευόμενο υπό το πρίσμα του άρθρου 4 του Χάρτη, να εκτελέσει το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης (πρβλ. αποφάσεις της 5ης Απριλίου 2016, Aranyosi και Căldăraru, C-404/15 και C-659/15 PPU, EU:C:2016:198, σκέψη 104, και, κατ’ αναλογίαν, της 1ης Ιουνίου 2016, Bob-Dogi, C-241/15, EU:C:2016:385, σκέψη 66). |
|
54 |
Υπό τις περιστάσεις αυτές, παρέλκει η ερμηνεία του άρθρου 1, παράγραφος 3, της απόφασης-πλαισίου 2002/584 υπό το πρίσμα των άρθρων 3 και 35 του Χάρτη. |
|
55 |
Κατόπιν του συνόλου των προεκτεθέντων, στο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 1, παράγραφος 3, και το άρθρο 23, παράγραφος 4, της απόφασης-πλαισίου 2002/584, ερμηνευόμενα υπό το πρίσμα του άρθρου 4 του Χάρτη, έχουν την έννοια ότι:
|
Επί των δικαστικών εξόδων
|
56 |
Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται. |
|
Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τμήμα μείζονος συνθέσεως) αποφαίνεται: |
|
Το άρθρο 1, παράγραφος 3, και το άρθρο 23, παράγραφος 4, της απόφασης‑πλαισίου 2002/584/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2002, για το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης και τις διαδικασίες παράδοσης μεταξύ των κρατών μελών, όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση-πλαίσιο 2009/299/ΔΕΥ, του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, ερμηνευόμενα υπό το πρίσμα του άρθρου 4 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, |
|
έχουν την έννοια ότι: |
|
|
|
|
(υπογραφές) |
( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική.