Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 61980CJ0185

Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 2ας Ιουλίου 1981.
Cosimo Garganese κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
Υπάλληλοι: αποζημίωση αποδημίας.
Υπόθεση 185/80.

Συλλογή της Νομολογίας 1981 -01785

ECLI identifier: ECLI:EU:C:1981:161

61980J0185

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΠΡΩΤΟ ΤΜΗΜΑ) ΤΗΣ 2ΑΣ ΙΟΥΛΙΟΥ 1981. - COSIMO GARGANESE ΚΑΤΑ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. - ΥΠΑΛΛΗΛΟΙ - ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ ΑΠΟΔΗΜΙΑΣ. - ΥΠΟΘΕΣΗ 185/80.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1981 σελίδα 01785


Περίληψη
Διάδικοι
Αντικείμενο της υπόθεσης
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό

Λέξεις κλειδιά


1 . Υπάλληλοι — Προσφυγή — Πράξη βλαπτική — Έννοια — Δελτίο αποδοχών τό οποίο δέν αναφέρει τήν αποζημίωση αποδημίας — Αποκλεισμός

( Κανονισμός υπηρεσιακής καταστάσεως τών υπαλλήλων άρθρα 90 καί 91 )

2 . Υπάλληλοι — Άδεια γιά στρατιωτική υπηρεσία — Εκπλήρωση υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας — Διατήρηση δικαιωμάτων εκ τού κανονισμού

( Κανονισμός υπηρεσιακής καταστάσεως τών υπαλλήλων άρθρο 42 )

3 . Υπάλληλοι — Αμοιβή — Αποζημίωση αποδημίας — Όροι χορηγήσεως — Συνήθης διαμονή εκτός τού Κράτους μέλους τής απασχολήσεως — Εκπλήρωση υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας — Διακοπή τής περιόδου διαμονής — Απαράδεκτο

( Κανονισμός υπηρεσιακής καταστάσεως τών υπαλλήλων άρθρο 69· παράρτημα VII άρθρο 4 παράγραφος 1 β )

Περίληψη


1 . Συνιστά αυτοτελή νομική πράξη , η απόφαση τής διοικήσεως , πού περιλαμβάνει η αιτιολογημένη λήψη θέσεως επί τής αιτήσεως υπαλλήλου περί χορηγήσεως αποζημιώσεως αποδημίας καί η οποία δέν αναφέρεται καθόλου σέ υποτιθεμένη προγενεστέρα απόφαση , ρητή ή σιωπηρά , πού απέρριψε τό αιτηθέν από τόν ενδιαφερόμενο ευεργέτημα τής αποζημιώσεως . Εν όψει παρομοίας πράξεως , η σιωπή στό μηνιαίο δελτίο αποδοχών γιά τήν επίδικη αποζημίωση δέν δύναται νά εξομοιωθεί μέ απόφαση κατά τήν έννοια τού κανονισμού υπηρεσιακής καταστά σεως ( απορρίπτουσα τό ευεργέτημα αυτής τής αποζημιώσεως ), ικανή πρός έναρξη τής προθεσμίας προσφυγής πού προβλέπεται στά άρθρα 90 καί 91 αυτού τού κειμένου .

2 . Από τό άρθρο 42 τού κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως προκύπτει οτι δέν ειναι παραδεκτό η εκπλήρωση τής υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας νά δύναται νά επιφέρει απώλεια τών δικαιωμάτων τού υπαλλήλου , τά οποία θά ηδύνατο νά επικαλεσθεί εν απουσία αυτής τής θητείας , αποκλείεται δέ ως εκ τούτου η υποχρέωση στρατιωτικής θητείας νά καθιερώσει άνιση αμοιβή τών υπαλλήλων , αναλόγως τού εάν ειναι ή όχι υπόχρεοι εκπληρώσεως παρομοίας υπηρεσίας ή εάν δύνανται ή όχι νά επωφεληθούν ενός καθεστώτος απαλλαγής .

3 . Η εκπλήρωση τής υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας δέν δύναται νά θεωρηθεί ως ισχυρός λόγος διακοπής τής μονίμου διαμονής , πού προβλέπεται στό άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο β τού παραρτήματος VIII τού κανονισμού υπη ρεσιακής καταστάσεως τών υπαλλήλων . Ο καλυπτόμενος από αυτή τήν διάταξη ο οποίος , πρίν εισέλθει στήν υπηρεσία ενός κοινοτικού οργάνου , έπρεπε νά εγκαταλείψει τήν μόνιμη διαμονή του γιά νά εκπληρώσει τίς εθνικές στρατιωτικές του υποχρεώσεις , έχει δικαίωμα συνυπολογισμού τής ουτως διανυθείσης εις τόν στρατό περιόδου γιά τήν κτήση τού δικαιώματος αποζημιώσεως εκπατρισμού , πού προβλέπεται στό άρθρο 69 τού κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως .

Διάδικοι


Στήν υπόθεση 185/80

COSIMO GARGANESE , έκτακτος υπάλληλος τής Επιτροπής τών Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων , υπηρετών στό Κοινό Κέντρο Ερευνών τής Ispra , εκπροσωπούμενος από τόν Ernest Arendt , επικουρούμενο από τήν Dominique Maidani , δικηγόρους Λουξεμβούργου , μέ αντίκλητο στό Λουξεμβούργο τόν δικηγόρο Arendt , 34 , rue Philippe-II ,

προσφεύγων ,

κατά

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ , εκπροσωπουμένης από τόν J . Delmoly , μέλος τής νομικής της υπηρεσίας , επικουρούμενο από τόν R . Andersen , δικηγόρο Βρυξελλών , μέ αντίκλητο στό Λουξεμβούργο τόν νομικό της σύμβουλο Mario Cervino , κτίριο Jean-Monnet , Kirchberg ,

καθ’ ης ,

Αντικείμενο της υπόθεσης


πού έχει ως αντικείμενο προσφυγή μέ τήν οποία ζητείται νά ακυρωθεί η από 23ης Ιουνίου 1980 απόφαση , μέ τήν οποία η Επιτροπή ηρνήθη τήν καταβολή τής αποζημιώσεως αποδημίας στόν Garganese , καί νά υποχρεωθεί η Επιτροπή νά τού καταβάλει τήν εν λόγω αποζημίωση από 3ης Σεπτεμβρίου 1979 , ημερομηνίας αναλήψεως τής υπηρεσίας του ,

Σκεπτικό της απόφασης


1 Μέ δικόγραφο πού κατέθεσε στήν γραμματεία τού Δικαστηρίου στίς 1 Σεπτεμβρίου 1980 , ο Cosimo Garganese , έκτακτος υπάλληλος τής Επιτροπής τών Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων , τοποθετημένος στό Κοινό Κέντρο Ερευνών τής Ispra ( Ιταλία ), ήσκησε προσφυγή μέ τήν οποία ζητεί νά ακυρωθεί η απόφαση τής Επιτροπής τής 23ης Ιουνίου 1980 , μέ τήν οποία αυτή τού ηρνήθη τήν αποζημίωση αποδημίας , καί νά υποχρεωθεί η Επιτροπή νά τού καταβάλει τήν εν λόγω αποζημίωση από 3ης Σεπτεμβρίου 1979 , ημερομηνία αναλήψεως τής υπηρεσίας του . Ζητεί , εξ άλλου , νά υποχρεωθεί η Επιτροπή νά τού καταβάλει τόκους υπερημερίας πρός 6 % ετησίως , υπολογιζομένους επί τών καθυστερουμένων οφειλών τής αποζημιώσεως αποδημίας «αφ’ οτου οι εν λόγω αποζημιώσεις κατέστησαν αντιστοίχως απαιτητές μέχρι τής ημερομηνίας καταβολής» .

2 Ο Garganese , ιταλικής ιθαγενείας , γεννηθείς στήν Ιταλία , κατοικούσε στό Μεγάλο Δουκάτο τού Λουξεμβούργου από τίς 18 Μαϊ´ου 1962 . Στίς 5 Μαϊ´ου 1970 επέστρεψε στήν Ιταλία γιά νά εκπληρώσει τήν στρατιωτική του θητεία , πού διήρκεσε μέχρι τίς 15 Απριλίου 1972 . Αμέσως μετά επέστρεψε στό Λουξεμβούργο , οπου παρέμεινε συνεχώς επί επτά περίπου έτη . Τήν 1η Ιουνίου 1979 υπέγραψε μέ τήν Επιτροπή σύμβαση , δυνάμει τής οποίας προσελήφθη ως έκτακτος υπάλληλος μέ τόν βαθμό C 3 καί ετοποθετήθη στό Κοινό Κέντρο Ερευνών τής Ispra ( Ιταλία ), οπου καί ανέλαβε υπηρεσία στίς 3 Σεπτεμβρίου 1979 .

3 Ο Garganese , διαπιστώσας οτι στό πρώτο του εκκαθαριστικό σημείωμα αποδοχών τών μηνών Σεπτεμβρίου καί Οκτωβρίου 1979 δέν περιελαμβάνετο η αποζημίωση αποδημίας , τήν οποία εθεώρει οτι εδικαιούτο δυνάμει τού άρθρου 4 παράγραφος 1 στοιχείο β τού παραρτήματος VII τού κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως τών υπαλλήλων , εν συνδυασμώ πρός τά άρθρα 19 καί 20 τού εφαρμοστέου επί τού λοιπού προσωπικού τών Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων καθεστώτος , εζήτησε , μέ υπόμνημα τής 11ης Οκτωβρίου 1979 , τήν καταβολή τής εν λόγω αποζημιώσεως .

4 Δεδομένου οτι αυτή η ενέργεια δέν απέδωσε , ο Garganese υπέβαλε τήν 30ή Ιανουαρίου 1980 αίτηση κατά τήν έννοια τού άρθρου 90 παράγραφος 1 τού κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως . Επειδή δέ δέν εδόθη απάντηση εκ μέρους τής διοικήσεως εντός τής προθεσμίας τών 4 μηνών , τήν 1η Ιουλίου 1980 , υπέβαλε ένσταση κατά τής σιωπηράς απορρίψεως τής αιτήσεώς του από τήν Επιτροπή . Στίς 10 Ιουλίου 1980 εκοινοποιήθη στόν Garganese η από 23 Ιουνίου 1980 απόφαση , μέ τήν οποία η Επιτροπή απέρριπτε τίς αξιώσεις του περί αποζημιώσεως αποδημίας . Ο προσφεύγων ζητεί τήν ακύρωση τής εν λόγω αποφάσεως .

Επί τού παραδεκτού

5 Η Επιτροπή προβάλλει , κατ’ αρχάς , ένσταση απαραδέκτου κατά τής προσφυ- γής , λόγω τού οτι ο προσφεύγων δέν ετήρησε τήν προθεσμία τής ενστάσεως πού προβλέπεται στό άρθρο 90 παράγραφος 2 τού κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως . Ισχυρίζεται οτι η από 23 Ιουνίου 1980 απόφασή της ειναι απλώς βεβαιωτική προγενεστέρας σιωπηράς αποφάσεως , αρνουμένης τήν αποζημίωση αποδημίας , η οποία προκύπτει από τό εκκαθαριστικό σημείωμα αποδοχών τών μηνών Σεπτεμβρίου καί Οκτωβρίου 1979 , ως πρός τό οποίο δέν αμφισβητείται οτι ο Garganese ειχε λάβει γνώση , τό αργότερο μέχρι τήν 11η Οκτωβρίου 1979 . Κατά τήν Επιτροπή , ο προσφεύγων έπρεπε νά υποβάλει ένσταση κατά τής σιωπηράς απορριπτικής αποφάσεως εντός προθεσμίας τριών μηνών από τής προαναφερθείσης ημερομηνίας . Δεδομένου οτι δέν τό έπραξε , απώλεσε τό δικαίωμα προσφυγής .

6 Ο προβαλλόμενος από τήν Επιτροπή λόγος δέν δύναται νά γίνει δεκτός .

7 Η από 23ης Ιουνίου 1980 απόφαση τής Επιτροπής αποτελεί καθ’ εαυτήν αυτάρκη νομική πράξη , δεδομένου οτι περιέχει αιτιολογημένη θέση τής Επιτροπής επί τής αιτήσεως τού Garganese περί παροχής τής αποζημιώσεως αποδημίας , ουδαμώς δέ αναφέρεται σέ δήθεν προγενέστερη απόφαση , ρητή ή σιωπηρά , απορριπτική τής αποζημιώσεως αποδημίας πού εζήτησε ο ενδιαφερόμενος . Ενώπιον μιάς τέτοιας πράξεως , η σιωπή τού μηνιαίου εκκαθαριστικού σημειώματος ως πρός τό θέμα τής επιδίκου αποζημιώσεως δέν δύναται νά εξομοιωθεί μέ απόφαση κατά τήν έννοια τού κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως , δυναμένη νά κινήσει τήν προθεσμία προσφυγής πού προβλέπεται στά άρθρα 90 καί 91 τού ρηθέντος κανονισμού .

8 Τό εν λόγω συμπέρασμα επιρρωνύεται καί από τό οτι , οπως προκύπτει από τήν δικογραφία καί ειδικότερα από τό υπόμνημα τής 28ης Ιανουαρίου 1980 , πού διεβιβάσθη από τόν ιεραρχικά προϊστάμενο τού ενδιαφερομένου στόν διευθυντή τών εγκαταστάσεων τής Ispra , οι ίδιες οι υπηρεσίες τής Επιτροπής δέν θεωρούσαν , σέ χρόνο μεταγενέστερο τής διαβιβάσεως τού προαναφερθέντος εκκαθαριστικού σημειώματος αποδοχών , οτι ειχε ληφθεί κατά τόν χρόνο αυτό απόφαση επί τού θέματος άν ο Garganese εδικαιούτο ή όχι τής εν λόγω αποζημιώσεως . Ομοίως , μία επιστολή πού εστάλη στόν Garganese τήν 28η Φεβρουαρίου 1980 από τόν ανωτέρω διευθυντή αφήνει νά διαφανεί οτι η περίπτωση ενδεχο μένης χορηγήσεως τής εν λόγω αποζημιώσεως ειχε , ακόμη τότε , υποβληθεί πρός γνωμοδότηση στίς αρμόδιες υπηρεσίες τής εδρας τού Κέντρου καί οτι , συνεπώς , δέν ειχε ληφθεί ακόμη απόφαση τής Επιτροπής .

9 Λαμβανομένων υπ’ όψη τών ανωτέρω στοιχείων , η απόφαση τής 23ης Ιουνίου 1980 , πού εκοινοποιήθη στόν ενδιαφερόμενο στίς 10 Ιουλίου 1980 , πρέπει νά θεωρηθεί οτι αποτελεί απάντηση , κατά τήν έννοια τού άρθρου 91 παράγραφος 2 τού κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως , στήν ένσταση πού υπεβλήθη από τόν ενδιαφερόμενο τήν 1η Ιουλίου 1980 .

10 Δεδομένου οτι μιά τέτοια απάντηση δύναται , δυνάμει τού άρθρου 91 παράγραφος 3 πρώτη περίπτωση τού κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως , νά αποτελέσει αντικείμενο προσφυγής εντός προθεσμίας τριών μηνών από τής κοινοποιήσεώς της στόν ενδιαφερόμενο , η παρούσα προσφυγή , η οποία κατετέθη στίς 4 Σεπτεμβρίου 1980 , πρέπει νά κριθεί παραδεκτή .

Επί τής ουσίας

11 Όπως έχει ήδη αποφανθεί τό Δικαστήριο μέ παγία νομολογία , από τήν γενική οικονομία τού άρθρου 4 τού παραρτήματος VII τού κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως προκύπτει οτι η διάταξη αυτή θέτει ως βασικό κριτήριο γιά τήν αξίωση πρός αποζημίωση αποδημίας τήν κατοικία πού ειχε ο υπάλληλος πρό τής αναλήψεως τών καθηκόντων του , δεδομένου οτι η εν λόγω αποζημίωση αποσκοπεί στήν αντιστάθμιση τών ειδικών δαπανών καί μειονεκτημάτων πού απορρέουν από τήν ανάληψη υπηρεσίας στίς Κοινότητες γιά τούς υπαλλήλους , πού υποχρεούνται εξ αυτού τού λόγου νά αλλάξουν κατοικία .

12 Δυνάμει τού προαναφερθέντος άρθρου 4 παράγραφος 1 στοιχείο β , ο υπάλληλος , πού έχει ή ειχε τήν ιθαγένεια τού κράτους στό έδαφος τού οποίου ευρίσκεται ο τόπος τής τοποθετήσεώς του , δικαιούται αποζημιώσεως αποδημίας , εάν «ειχε τήν μόνιμη διαμονή [κατοικία] του , κατά συνήθη τρόπο , επί δέκα έτη λήγοντα κατά τήν ανάληψη τών καθηκόντων του , εκτός τού ευρωπαϊκού εδάφους τού κράτους αυτού γιά άλλους λόγους εκτός από τήν άσκηση καθηκόντων στήν υπηρεσία κράτους ή σέ διεθνή οργανισμό» .

13 Λαμβανομένων υπ’ όψη αυτών τών διατάξεων καί εκτιμωμένων τών ιδιαιτέρων χαρακτηριστικών τής υπό κρίση υποθέσεως , πρέπει εν προκειμένω νά εξετασθεί άν ο Garganese , ο οποίος έχει τήν ιθαγένεια τού κράτους οπου ευρίσκεται ο τόπος τής τοποθετήσεώς του , πληροί τόν ορο τού νά έχει κατοικία εκτός αυτού τού κράτους , κατά τήν διάρκεια τών δέκα ετών πού προηγήθησαν τής αναλήψεως τής υπηρεσίας του στίς Κοινότητες .

14 Κατά τήν Επιτροπή , ο ορος αυτός δέν πληρούται εν προκειμένω , επειδή ο Garganese διέκοψε , κατά τήν διάρκεια τής στρατιωτικής του θητείας πού εξεπλήρωσε στήν Ιταλία , από 5ης Μα ΐου 1970 μέχρι 15ης Απριλίου 1972 , τήν περίοδο τής κατοικίας του στό μεγάλο Δουκάτο τού Λουξεμβούργου . Συνάγει δέ οτι , λόγω τής διακοπής αυτής , η απαιτουμένη περίοδος κατοικίας τών 10 ετών άρχισε εκ νέου νά τρέχει από τήν 15η Απριλίου 1972 , οπότε , κατά τήν ημερομηνία κατά τήν οποία ο Garganese ανέλαβε καθήκοντα δηλαδή τήν 3η Σεπτεμβρίου 1979 δέν πληρούσε τόν ορο πού τίθεται από τό άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο β τού παραρτήματος VII τού κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως .

15 Ένα τέτοιο επιχείρημα παραγνωρίζει , εν πρώτοις , οτι , στό Κράτος μέλος τού οποίου τήν ιθαγένεια έχει ο Garganese , η στρατιωτική θητεία αποτελεί υποχρέωση συνυφασμένη μέ τήν ίδια τήν ιδιότητα τού υπηκόου . Η δυνατότης επιτεύξεως απαλλαγής από τήν στρατιωτική θητεία , πού υφίσταται σέ ορισμένες περιπτώσεις καί υπό ορισμένους ορους , δέν δύναται νά θίξει τόν υποχρεωτικό χαρακτήρα τής εν λόγω υπηρεσίας .

16 Πρέπει , εξ άλλου , νά τονισθεί οτι , κατά τό εσωτερικό δίκαιο τών Κρατών μελών , στά οποία η στρατιωτική θητεία ειναι υποχρεωτική , ο τόπος εκτελέσεως τής εν λόγω υπηρεσίας δέν μεταβάλλει τήν κατοικία τού κληρωτού .

17 Τέλος , από τό άρθρο 42 τού κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως , πού αφορά τήν «άδεια γιά εκπλήρωση τών στρατιωτικών υποχρεώσεων» , προκύπτει οτι ο υπάλληλος πού καλείται πρός εκπλήρωση τών κατά νόμο στρατιωτικών του υποχρεώσεων ή σέ άσκηση εφέδρων ή πού ανακαλείται υπό τά οπλα , εξακολουθεί , καθ’ ολη τήν διάρκεια τής υπηρεσίας του , νά απολαύει τών διατάξεων πού αφορούν τήν κατάστασή του καί τήν σταδιοδρομία του δυνάμει τού κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως περί τής υπηρεσιακής του καταστάσεως καί εξελίξεως , σέ ορισμένες δέ περιπτώσεις διατηρεί ακόμη καί τό δικαίωμά του επί τών αποδοχών , οι οποίες μειώνονται κατά τό ποσό τού στρατιωτικού μισθού του , τόν οποίο εισέπραξε . Από τήν διάταξη αυτή προκύπτει οτι ο ίδιος ο κανονισμός υπηρεσιακής καταστάσεως δέν επιτρέπει νά συνεπάγεται η εκπλήρωση τής υποχρεωτικής στρατιωτικής υπηρεσίας απώλεια τών δικαιωμάτων τού υπαλλήλου , τά οποία θά ηδύνατο νά αξιώσει ελλείψει τής εν λόγω υπηρεσίας , εκ τού γεγονότος δέ αυτού αποκλείεται νά οδηγήσει η υποχρέωση στρατιωτικής υπηρεσίας σέ άνιση μεταχείριση τών υπαλλήλων , ανάλογα μέ τό άν υποχρεούνται ή όχι νά εκτελέσουν τήν εν λόγω υπηρεσία ή ανάλογα μέ τό άν δύνανται ή όχι νά απολαύουν τών διατάξεων περί απαλλαγής εξ αυτής .

18 Λαμβανομένων υπ’ όψη τών στοιχείων αυτών , αποκλείεται συνεπώς νά λογισθεί η εκπλήρωση τής υποχρεωτικής στρατιωτικής υπηρεσίας ως λόγος δυνάμενος νά επιφέρει διακοπή τής περιόδου κατοικίας , πού προβλέπεται από τό άρθρο 4 β τού παραρτήματος VII τού κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως . Ο υπαγόμενος στήν διάταξη αυτή , ο οποίος , πρίν αναλάβει υπηρεσία σ’ ενα κοινοτικό όργανο , υπεχρεώθη νά εγκαταλείψει τήν κατοικία του γιά νά εκπληρώσει τίς εθνικές στρατιωτικές του υποχρεώσεις , έχει δικαίωμα συνυπολογισμού τής περιόδου πού διηνύθη στίς ένοπλες δυνάμεις γιά τήν γένεση δικαιώματος αποζημιώσεως αποδημίας , πού προβλέπεται από τό άρθρο 69 τού κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως . Γιά τούς λόγους αυτούς η προσφυγή πρέπει νά κριθεί βάσιμη .

Επί τών τόκων υπερημερίας

19 Ο προσεύγων εζήτησε μέ τήν προσφυγή του νά υποχρεωθεί η Επιτροπή νά τού καταβάλει τόκους υπερημερίας γιά τίς καθυστερούμενες αποζημιώσεις αποδημίας . Επειδή η προσφυγή ειναι βάσιμη , πρέπει νά γίνει δεκτό τό εν λόγω αίτημα .

20 Λαμβανομένων υπ’ όψη τών περιστάσεων τής υποθέσεως , δίκαιον ειναι νά τεθεί ο προσφεύγων στήν θέση πού θά ευρίσκετο άν η αποζημίωση , πού πρέπει νά τού καταβληθεί τώρα , τού ειχε καταβληθεί κανονικώς , άν τού ειχε δηλαδή καταβληθεί εμπροθέσμως .

21 Επομένως , πρέπει νά χορηγηθούν στόν προσφεύγοντα οι τόκοι υπερημερίας , πού ζητεί , πρός 6 % ετησίως , επί τών ποσών τά οποία δικαιούται , αφ’ οτου κατέστησαν αντιστοίχως απαιτητά .

Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


Επί τών δικαστικών εξόδων

22 Σύμφωνα μέ τό άρθρο 69 παράγραφος 2 τού κανονισμού διαδικασίας , ο ηττη- θείς διάδικος καταδικάζεται στά δικαστικά έξοδα , εφ’ οσον υπήρχε σχετικό αίτημα .

23 Επειδή η καθ’ ης ηττήθη , πρέπει νά καταδικασεί στά δικαστικά έξοδα .

Διατακτικό


Διά ταύτα

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ( πρώτο τμήμα )

κρίνει καί αποφασίζει :

1 ) Ακυρώνει τήν από 23ης Ιουνίου 1980 απορριπτική απόφαση τής Επιτροπής καί υποχρεώνει τήν καθ’ ης νά καταβάλει στόν προσφεύγοντα , σύμφωνα μέ τό άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο β τού παραρτήματος VII τού κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως , τήν αποζημίωση αποδημίας από 3ης Σεπτεμβρίου 1979 .

2)Υποχρεώνει τήν καθ’ ης νά καταβάλει τόκους υπερημερίας , πρός 6 % ετησίως , επί τών καθυστερουμένων αποζημιώσεων αποδημίας , υπολογιζομένους αφ’ οτου οι εν λόγω αποζημιώσεις κατέστησαν αντιστοίχως απαιτητές μέχρι τής ημερομηνίας καταβολής .

3)Καταδικάζει τήν καθ’ ης στά δικαστικά έξοδα .

Top