Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document C2006/192/06

Γνωμοδότηση της Επιτροπής των Περιφερειών της 16ης Φεβρουαρίου 2006 για την Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο — Το πρόγραμμα της Χάγης: Δέκα προτεραιότητες για την επόμενη πενταετία — Η εταιρική σχέση για την ανανέωση της Ευρώπης στον τομέα της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης Ανακοίνωση της Επιτροπής για τη θέσπιση του προγράμματος-πλαισίου Ασφάλεια και προστασία των ελευθεριών για την περίοδο 2007-2013 και τις Προτάσεις Απόφασης του Συμβουλίου για την καθιέρωση, των ειδικών προγραμμάτων: πρόληψη, ετοιμότητα και διαχείριση των συνεπειών της τρομοκρατίας, πρόληψη και καταπολέμηση της εγκληματικότητας για την περίοδο 2007-2013 στο πλαίσιο του γενικού προγράμματος Ασφάλεια και προστασία των ελευθεριών, Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για την καθιέρωση, για την περίοδο 2007-2013, προγράμματος-πλαισίου για τα θεμελιώδη δικαιώματα και τη δικαιοσύνη και τις Προτάσεις Απόφασης του Συμβουλίου για την καθιέρωση των ειδικών προγραμμάτων: Καταπολέμηση της βίας (Δάφνη) και πρόληψη των ναρκωτικών και σχετική ενημέρωση, Θεμελιώδη δικαιώματα και ιθαγένεια, Ποινική δικαιοσύνη, Πολιτική δικαιοσύνη στο πλαίσιο του γενικού προγράμματος Θεμελιώδη δικαιώματα και δικαιοσύνη

ΕΕ C 192 της 16.8.2006, p. 25–33 (ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV)

16.8.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 192/25


Γνωμοδότηση της Επιτροπής των Περιφερειών της 16ης Φεβρουαρίου 2006 για την

Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο — Το πρόγραμμα της Χάγης: Δέκα προτεραιότητες για την επόμενη πενταετία — Η εταιρική σχέση για την ανανέωση της Ευρώπης στον τομέα της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης

Ανακοίνωση της Επιτροπής για τη θέσπιση του προγράμματος-πλαισίου «Ασφάλεια και προστασία των ελευθεριών» για την περίοδο 2007-2013 και τις Προτάσεις Απόφασης του Συμβουλίου για την καθιέρωση, των ειδικών προγραμμάτων: πρόληψη, ετοιμότητα και διαχείριση των συνεπειών της τρομοκρατίας, πρόληψη και καταπολέμηση της εγκληματικότητας για την περίοδο 2007-2013 στο πλαίσιο του γενικού προγράμματος «Ασφάλεια και προστασία των ελευθεριών,

Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για την καθιέρωση, για την περίοδο 2007-2013, προγράμματος-πλαισίου για τα θεμελιώδη δικαιώματα και τη δικαιοσύνη» και τις Προτάσεις Απόφασης του Συμβουλίου για την καθιέρωση των ειδικών προγραμμάτων: Καταπολέμηση της βίας (Δάφνη) και πρόληψη των ναρκωτικών και σχετική ενημέρωση, Θεμελιώδη δικαιώματα και ιθαγένεια, Ποινική δικαιοσύνη, Πολιτική δικαιοσύνη στο πλαίσιο του γενικού προγράμματος «Θεμελιώδη δικαιώματα και δικαιοσύνη»

(2006/C 192/06)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ την Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο της 10ης Μαΐου 2005 με τίτλο «Το Πρόγραμμα της Χάγης: δέκα προτεραιότητες για την επόμενη πενταετία: η εταιρική σχέση για την ανανέωση της Ευρώπης στον τομέα της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης», (COM (2005) 184 τελικό)·

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ την Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο της 6ης Απριλίου 2005 για την «Καθιέρωση, για την περίοδο 2007-2013 προγράμματος-πλαισίου θεμελιώδη δικαιώματα και δικαιοσύνη», και τις Προτάσεις Απόφασης του Συμβουλίου για την καθιέρωση, για την περίοδο 2007-2013 των ειδικών προγραμμάτων: «Καταπολέμηση της βίας (Δάφνη) και πρόληψη των ναρκωτικών και σχετική ενημέρωση», «Θεμελιώδη δικαιώματα και ιθαγένεια», «Ποινική δικαιοσύνη», «Πολιτική δικαιοσύνη», στο πλαίσιο του γενικού προγράμματος «Θεμελιώδη δικαιώματα και δικαιοσύνη» COM(2005) 122 τελικό — 2005/0037 (COD) — 2005/0038 (CNS) — 2005/0039 (CNS) — 2005/0040 (COD)·

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ την Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο της 6ης Απριλίου 2005 για τη «Θέσπιση του προγράμματος πλαισίου “Ασφάλεια και προστασία των ελευθεριών” για την περίοδο 2007-2013» και τις Προτάσεις Απόφασης του Συμβουλίου για την καθιέρωση, για την περίοδο 2007-2013 των ειδικών προγραμμάτων: «πρόληψη, ετοιμότητα και διαχείριση των συνεπειών της τρομοκρατίας», «πρόληψη και καταπολέμηση της εγκληματικότητας» στο πλαίσιο του γενικού προγράμματος «Ασφάλεια και προστασία των ελευθεριών», COM(2005) 124 τελικό — 2005/0034 (CNS) — 2005/0035 (CNS)·

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ την απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της 10ης Μαΐου 2005 να ζητήσει τη γνωμοδότηση της ΕΤΠ για τα θέματα αυτά, με βάση το άρθρο 265, πρώτο εδάφιο της Συνθήκης για την Ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας·

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ την απόφαση του Προεδρείου της ΕΤΠ, της 12 Απριλίου 2005 να αναθέσει στην επιτροπή «συνταγματικά θέματα και ευρωπαϊκή διακυβέρνηση» την επεξεργασία σχετικής γνωμοδότησης·

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη γνωμοδότηση της ΕΤΠ με θέμα: «Ο χώρος ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης: ο ρόλος των τοπικών και περιφερειακών αρχών κατά την εφαρμογή του Προγράμματος της Χάγης» (CdR 223/2004) (1)·

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη γνωμοδότηση που υιοθέτησε η ΕΤΠ στις 12 Οκτωβρίου 2005 με θέμα: «Πρόληψη, ετοιμότητα και αντιμετώπιση των τρομοκρατικών επιθέσεων», «Πρόληψη και καταπολέμηση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας μέσω μέτρων για τη βελτίωση της ανταλλαγής πληροφοριών, την ενίσχυση της διαφάνειας και την αυξημένη ανιχνευσιμότητα των οικονομικών συναλλαγών»«Ετοιμότητα και διαχείριση συνεπειών στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας» και «Προστασία των υποδομών ζωτικής σημασίας στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας» (CDR 465/2005 τελικό)·

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ το σχέδιο γνωμοδότησης (CDR 122/2005 rév.) που υιοθέτησε η επιτροπή «Συνταγματικά θέματα και ευρωπαϊκή διακυβέρνηση» στις 12 Δεκεμβρίου 2005, με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. Opstelten, δήμαρχο του Ρότερνταμ

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ:

1)

ότι όσο πιο επιτυχημένη θα είναι η ευρωπαϊκή πολιτική στον τομέα της ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης κατά τα επόμενα χρόνια, τόσο περισσότερο θα πειστούν και οι ευρωπαίοι πολίτες για την προστιθέμενη αξία που προσφέρει η ΕΕ·

2)

ότι στα περισσότερα κράτη μέλη οι τοπικές και περιφερειακές αρχές διαθέτουν αρμοδιότητες στον τομέα της τάξης και της ασφάλειας και συνεπώς είναι (συν)αρμόδιες και για την αντιμετώπιση κοινωνικών προβλημάτων που μπορεί να γίνουν αιτία ανασφάλειας·

3)

ότι η δραστικότητα και αποτελεσματικότητα της πολιτικής της Ε.Ε. στον τομέα της ασφάλειας, της ελευθερίας και της δικαιοσύνης και κυρίως όσον αφορά πτυχές όπως τα δικαιώματα του πολίτη, η διαχείριση κρίσεων, η καταπολέμηση της τρομοκρατίας, η ενσωμάτωση, η ανταλλαγή πληροφοριών και η καταστολή του οργανωμένου εγκλήματος, καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από τον τρόπο με τον οποίο οι τοπικές και περιφερειακές αρχές ασκούν τις αρμοδιότητές τους στους επιμέρους αυτούς τομείς·

4)

ότι ο καθοριστικός ρόλος που διαδραματίζουν οι περιφερειακές και τοπικές αρχές στους επιμέρους τομείς της πολιτικής για την ασφάλεια δεν αναγνωρίζεται και δεν λαμβάνεται ακόμη δεόντως υπόψη σε ευρωπαϊκό επίπεδο·

5)

ότι η αναγνώριση του ρόλου που διαδραματίζουν οι περιφερειακές και τοπικές αρχές σε ευρωπαϊκό επίπεδο θα επιτρέψει τη δημιουργία, την προώθηση αλλά και την διευκόλυνση των προϋποθέσεων για την ανάπτυξη του ρόλου αυτού, εφόσον υπάρχει σαφής εικόνα σχετικά την αποτελεσματική και ισορροπημένη κατανομή των καθηκόντων μεταξύ αφενός του ευρωπαϊκού συμβουλίου και της επιτροπής και αφετέρου των εθνικών αρχών, στον τομέα της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης, σε συνδυασμό με την υιοθέτηση δραστήριας και προενεργού τοποθέτησης εκ μέρους των τοπικών και περιφερειακών αρχών, τόσο εντός όσο και εκτός της Επιτροπής των Περιφερειών·

υιοθέτησε, κατά την 63η σύνοδο ολομέλειάς της, που πραγματοποιήθηκε στις 15 και 16 Φεβρουαρίου 2006 (συνεδρίαση της 16ης Φεβρουαρίου), την ακόλουθη γνωμοδότηση.:

1.   Οι θέσεις της Επιτροπής των Περιφερειών

Η Επιτροπή των Περιφερειών

1.1

εκτιμά θετικά την προσέγγιση που επέλεξε η Επιτροπή για την υλοποίηση του προγράμματος της Χάγης. Ο εκτενής κατάλογος μέτρων και δράσεων που περιλαμβάνει το Σχέδιο Δράσης, COM(2005) 184 τελικό και τα Προγράμματα Πλαίσιο COM(2005) 124 τελικό και COM(2005) 122 τελικό καταδεικνύουν τη βούληση και αποφασιστικότητα της Επιτροπής να ενισχύσει την ελευθερία, την ασφάλεια και τη δικαιοσύνη στην Ευρώπη·

1.2

θεωρεί ότι η ελευθερία, η ασφάλεια και η δικαιοσύνη δικαίως έχουν υψηλή προτεραιότητα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Είναι θέματα στα οποία οι ευρωπαίοι πολίτες αποδίδουν ιδιαίτερη σημασία. Η συζήτηση γύρω από τη Συνταγματική Συνθήκη έδειξε ότι πολλοί πολίτες δεν είναι ικανοποιημένοι με τα αποτελέσματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η πολιτική για την γεφύρωση του χάσματος ανάμεσα στην Ευρώπη και τους πολίτες αποδείχθηκε αναποτελεσματική έως σήμερα. Λόγω της εγγύτητάς τους προς τους πολίτες, οι τοπικές και περιφερειακές αρχές αντιλαμβάνονται άμεσα ότι όλο και περισσότεροι πολίτες αδιαφορούν για την Ευρώπη·

1.3

κρίνει ότι η αναθεώρηση και ο εκσυγχρονισμός της ευρωπαϊκής πολιτικής ασφαλείας, με την ευρύτερη έννοια, αποτελεί μοναδική ευκαιρία για την ανάκτηση της εμπιστοσύνης των πολιτών. Οι πολίτες πρέπει να έχουν μια απτή απόδειξη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση συμβάλει ουσιαστικά και με συγκεκριμένο τρόπο στη βελτίωση της ασφάλειας στο άμεσο περιβάλλον τους αλλά και στην προστασία της ελευθερίας και των δικαιωμάτων τους·

1.4

εκφράζει την άποψη ότι βασική προϋπόθεση για την αναθεώρηση και τον εκσυγχρονισμό της πολιτικής στον τομέα της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης είναι η αναγνώριση του καθοριστικού ρόλου που διαδραματίζουν οι περιφερειακές και τοπικές αρχές. Επιθυμεί γι αυτό να επισημάνει μια σοβαρή παράληψη που χαρακτηρίζει τη σημερινή πολιτική, λόγω της ιδιαίτερης έμφασης που δίνεται στο ρόλο των εθνικών αρχών. Χωρίς τη συνδρομή των τοπικών και περιφερειακών αρχών, οι εθνικές αρχές δύσκολα μπορούν να επιλύσουν πολλά προβλήματα. Οι περιφερειακές και τοπικές αρχές βρίσκονται στην πρώτη γραμμή όταν πρόκειται για τη βασική διοικητική και πρακτική αντιμετώπιση σε περίπτωση, για παράδειγμα καταστροφικών τρομοκρατικών επιθέσεων, πανδημιών, εκρήξεων ή πυρκαγιών σε βιομηχανικά συγκροτήματα, διακοπές ρεύματος, αναταραχές σε μεγάλες εκδηλώσεις. οι τοπικές και περιφερειακές αρχές βρίσκονται επίσης στην πρώτη γραμμή όταν πρόκειται για την αντιμετώπιση αναταραχών, εγκληματικότητας και βίας στο δρόμο, για την προώθηση της ουσιαστικής ένταξης νέων ευρωπαίων πολιτών, τη λήψη μέτρων για την αντιμετώπιση της απειλής ριζοσπαστικών τάσεων σε οποιοδήποτε τομέα·

1.5

πιστεύει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση, τα κράτη μέλη και οι περιφερειακές και τοπικές αρχές πρέπει να συνεργάζονται στενά προκειμένου να επιτύχουν ουσιαστική βελτίωση της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης, η οποία να είναι ορατή και απτή για κάθε πολίτη. Στο πλαίσιο των σημερινών ευρωπαϊκών πολιτικών δεν επιτυγχάνεται επαρκώς ο στόχος αυτός. Κατά συνέπεια, μπορεί να διαπιστωθεί ήδη σε αυτό το στάδιο, ότι αν συνεχιστεί η πολιτική αυτή θα είναι μόνο μερικώς αποτελεσματική. Οι παράγοντες που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή δεν διαθέτουν κατάλληλη υποστήριξη και δεν αξιοποιούνται σε στρατηγικά σημεία. επίσης, δεν έχει συνειδητοποιηθεί επαρκώς ότι όταν αντιμετωπίζονται πολλά προβλήματα στον τομέα της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης, η αποτελεσματική αξιοποίηση των παραγόντων που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή πολλές φορές επαρκεί για την επίλυσή τους·

1.6

κρίνει ότι η αναθεώρηση και ο εκσυγχρονισμός θα πρέπει να λάβουν συγκεκριμένη μορφή μέσω μιας συστηματικής και διαρθρωμένης θεώρησης της ευρωπαϊκής πολιτικής στον τομέα της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης. Ο μακρύς κατάλογος πολύ αντιφατικών αλλά και ασύνδετων μεταξύ τους, από μία πρώτη άποψη, μέτρων και δράσεων, δεν συμβάλει στη διαφάνεια, την αναγνωρισιμότητα και την υλοποιησιμότητα της πολιτικής αυτής. Είναι πολύ ενδεικτικό το γεγονός ότι δεν συμπεριλήφθηκαν όλα τα σημεία του προγράμματος της Χάγης στο σχέδιο δράσης· ότι το σχέδιο δράσης περιλαμβάνει νέα σημεία σε σύγκριση με το πρόγραμμα της Χάγης· ότι προς το παρόν, το οικονομικό πρόγραμμα πλαίσιο δεν καλύπτει εξολοκλήρου το σχέδιο δράσης·

1.7

καλεί όλους τους ενδιαφερόμενους να ενώσουν τις δυνάμεις τους προκειμένου να εξαλειφθούν τα σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζονται στην Ευρώπη όσον αφορά την ελευθερία, την ασφάλεια και τη δικαιοσύνη. Τόσο στους πολίτες όσο και στον επιχειρηματικό κόσμο, στους διάφορους φορείς, στις αρχές, στη δημόσια διοίκηση αλλά και μεταξύ των (αιρετών) εκπροσώπων σε όλα τα επίπεδα διακυβέρνησης, διαπιστώνεται μια έντονη αίσθηση επείγουσας ανάγκης. Δεν επαρκεί πλέον η απλή ανταλλαγή ελάχιστα δεσμευτικών απόψεων. Επιβάλλεται μια δυναμική προσέγγιση, χωρίς γραφειοκρατικά εμπόδια, για την οποία η ΕΤΠ προτείνει στη συνέχεια ορισμένες συγκεκριμένες δράσεις, που θα μπορούσαν να αποτελέσουν τη βάση παρόμοιας δυναμικής προσέγγισης.

2.   Συστάσεις της Επιτροπής των Περιφερειών

Η Επιτροπή των Περιφερειών

Γενικές συστάσεις σχετικά με την ανάπτυξη και εφαρμογή της ευρωπαϊκής πολιτικής στον τομέα της ελευθερίας της ασφάλειας και της δικαιοσύνης

2.1

κρίνει ότι πρέπει να προσαρμοστεί κατάλληλα το Σχέδιο Δράσης για την ανάπτυξη του προγράμματος της Χάγης κατά τα επόμενα έτη, όπως προτείνει και στις σχετικές γνωμοδοτήσεις της. Στο σχέδιο δράσης και η ίδια η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι, λόγω του πολιτικού χαρακτήρα του τομέα της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης, θα πρέπει να υπάρχουν περιθώρια προσαρμογής του σχεδίου δράσης, όπου κριθεί αναγκαίο. Τέλη του 2006 προβλέπεται η ενδιάμεση αξιολόγηση του σχεδίου δράσης. Να ληφθεί μέριμνα ώστε η ενδιάμεση αξιολόγησή (και τα αποτελέσματά της) να καθιστά σαφές στα σχετικά κείμενα με ποιο τρόπο ενισχύεται η συμμετοχή των τοπικών και περιφερειακών αρχών στην πολιτική αυτή·

2.2

συμφωνεί με την πρόταση να προσαρμοστούν τα Προγράμματα Πλαίσιο κατά τρόπο ώστε:

να διασφαλισθεί καταρχήν η διάθεση πόρων στις τοπικές και περιφερειακές αρχές στο πλαίσιο της εφαρμογής του σχεδίου δράσης·

να μην υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία σχετικά με την αρχή ότι πράγματι επιτρέπεται η ενίσχυση πρωτοβουλιών των τοπικών και περιφερειακών αρχών με ευρωπαϊκό αντίκτυπο· το άρθρο 4 των σχετικών προγραμμάτων θα πρέπει να συμπληρωθεί αναλόγως· «ευρωπαϊκός αντίκτυπος» πρέπει να σημαίνει σε αυτή την περίπτωση: σημαντικές συνέπειες για την πολιτική στον τομέα της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης σε έναν ορισμένο αριθμό κρατών μελών· Τα προβλήματα, τα αίτιά τους και οι λύσεις τους παρουσιάζουν σε ορισμένες περιπτώσεις μεγάλες διαφορές στα επιμέρους κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

να συμπεριληφθούν στις επιλέξιμες για χρηματοδότηση δράσεις και δραστηριότητες των τοπικών και περιφερειακών αρχών που έχουν ευρύτερο στόχο απ' ό,τι ένα επιμέρους πρόγραμμα, και συνεπώς συνδυάζουν στόχους διαφορετικών επιμέρους προγραμμάτων· παρόμοιο παράδειγμα αποτελούν τα προγράμματα συνεργασίας των πόλεων για την αντιμετώπιση της βίας, την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος, τη βελτίωση της ανταλλαγής πληροφοριών, την ενοποίηση βάσεων δεδομένων, την αντιμετώπιση φαινόμενων ριζοσπαστισμού, κτλ· να ληφθεί μέριμνα ώστε παρόμοιες πρωτοβουλίες να υποβάλλονται σε μια ενιαία θυρίδα και να εξετάζονται σύμφωνα με μια σαφή διαδικασία λήψης αποφάσεων·

2.3

διαπιστώνει ότι στην αιτιολογική έκθεση τα προτεινόμενα προγράμματα πλαίσιο περιγράφονται ως μέτρα που συμβάλλουν στη σημαντική απλοποίηση του συστήματος εγγραφής στον προϋπολογισμό και χρηματοδότησης. Ίσως αυτό να ευσταθεί από την οπτική γωνία των πολιτικών παραγόντων στις Βρυξέλλες. Από την οπτική γωνία των τοπικών και περιφερειακών αρχών όμως το σύστημα αυτό, με τη σημερινή μορφή του, είναι υπερβολικά περίπλοκο και δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες που διαπιστώνονται κατά την πρακτική εφαρμογή·

2.4

προτείνει να εκπονήσει κάθε κράτος μέλος, ενόψει της ενδιάμεσης αξιολόγησης του σχεδίου δράσης, μελέτη που να περιγράφει σε γενικές γραμμές τη σημασία του προγράμματος της Χάγης και του σχεδίου δράσης για τις τοπικές και περιφερειακές αρχές του κράτους μέλους. Σε αυτό το πλαίσιο θα πρέπει να απαντηθούν και τα ακόλουθα ερωτήματα:

με ποιο τρόπο συμμετέχουν οι τοπικές και περιφερειακές αρχές ενεργά στη διαμόρφωση της ευρωπαϊκής πολιτικής στον τομέα της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης;

με ποιο τρόπο συμμετέχουν οι τοπικές και περιφερειακές αρχές ενεργά στη διασφάλιση της ουσιαστικής εφαρμογής της ευρωπαϊκής πολιτικής στον τομέα της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης;

Με ποιο τρόπο θα μπορούσε να βελτιωθεί η συμμετοχή των τοπικών και περιφερειακών αρχών στη διαμόρφωση και εφαρμογή της ευρωπαϊκής πολιτικής στον τομέα της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης;

σε ποιο βαθμό οι τοπικές και περιφερειακές αρχές μπορούν να συμβάλλουν στο συντονισμό, στην υποστήριξη, στην πληροφόρηση κτλ. στον τομέα της ελευθερίας της ασφάλειας και της δικαιοσύνης, είτε μέσω της αξιοποίησης υφιστάμενων βέλτιστων πρακτικών είτε μέσω της συνεργασίας για την ανάπτυξη βέλτιστων πρακτικών;

2.5

προτείνει να ληφθεί μέριμνα ώστε να συμμετάσχουν οι τοπικές και περιφερειακές αρχές στην κατάρτιση αυτών των εκθέσεων. Βάσει των εκθέσεων αυτών θα καθοριστεί ένα ευρωπαϊκό επίπεδο αναφοράς. Να διοργανωθεί κατά την περίοδο 2006/2007 συζήτηση στρογγυλής τραπέζης κατά την οποία η Επιτροπή, εκπρόσωποι των κρατών μελών, και τα μέλη της ΕΤΠ, στο μέτρο του δυνατού με τη συνδρομή εμπειρογνωμόνων και δικτύων σχετικών οργανώσεων, θα εξετάσουν αυτό το επίπεδο αναφοράς, θα καταλήξουν σε συμπεράσματα και θα διατυπώσουν συστάσεις·

2.6

υποστηρίζει και ενθαρρύνει την κατάρτιση, κατά την περίοδο 2006/2007, σε συνεργασία με την Επιτροπή, ενός Σχεδίου Δράσης για την ελευθερία, την ασφάλεια και τη δικαιοσύνη, ώστε να περιλαμβάνει συγκεκριμένους στόχους για όλες οι περιφερειακές και τοπικές αρχές που συμμετέχουν στο πρόγραμμα αυτό. Οι στόχοι αυτοί θα συμβάλλουν σε μια αποτελεσματικότερη ευρωπαϊκή πολιτική στον τομέα της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης, λόγω του αντίκτυπου που μπορεί να έχει παρόμοια δράση σε άλλες περιφερειακές και τοπικές αρχές. Οι στόχοι θα πρέπει να αφορούν κυρίως:

την ανάπτυξη βέλτιστων πρακτικών και τη διευκόλυνση της πρόσβασης σε αυτές, όσον αφορά π.χ. την διαχείριση κρίσεων, την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, την κοινωνική ένταξη, την αντιμετώπιση φαινομένων ριζοσπαστισμού, την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος με διοικητικά μέσα·

την ανταλλαγή πληροφοριών και τη δημιουργία δικτύων υποστήριξης·

την διοργάνωση της μεταφοράς τεχνογνωσίας, και την κατάρτιση προγραμμάτων μέριμνας για την ποιότητα και προγραμμάτων κατάρτισης·

2.7

υπογραμμίζει το γεγονός ότι οι περιφερειακές και τοπικές αρχές πρέπει να αναλαμβάνουν και οι ίδιες πρωτοβουλίες προκειμένου να εδραιώσουν τη θέση τους όσον αφορά την ευρωπαϊκή πολιτική στον τομέα της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης, ώστε να βελτιωθεί συνολικά η αποτελεσματικότητα αυτής της πολιτικής·

2.8

προτείνει να προωθηθεί η επίτευξη ενός καλού επιπέδου πληροφόρησης των περιφερειακών και τοπικών αρχών σχετικά με την ευρωπαϊκή πολιτική στον τομέα της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης Οι πληροφορίες είναι άφθονες αλλά είναι δύσκολο να συγκεντρωθούν και η πρόσβαση σε αυτές δεν είναι εύκολη. Ορισμένοι παράγοντες των περιφερειακών και τοπικών αρχών αγνοούν ή δεν γνωρίζουν επαρκώς τη σημασία των δράσεων της ΕΕ στον τομέα της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης, και αυτό αφορά προφανώς προς το παρόν σημαντική ομάδα ατόμων τα οποία δεν έχουν πρόσβαση στις διαθέσιμες πληροφορίες. Θα πρέπει να εξετασθεί από κοινού με την ΕΤΠ αν υπάρχουν δυνατότητες ώστε:

η στοχοθετημένη ομάδα των περιφερειακών και τοπικών αρχών να ενημερώνεται με πιο ενεργό, πιο εύστοχο και πιο συγκεκριμένο τρόπο («τι σημαίνει αυτό για εσάς;») σχετικά με την ευρωπαϊκή πολιτική στον τομέα της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης μέσω της διοργάνωσης αμφίδρομων αγορών πληροφόρησης·

στο πλαίσιο της πολιτικής για την πληροφόρηση να λαμβάνονται υπόψη και οι επιμέρους βαθμίδες που απαρτίζουν την προαναφερθείσα στοχοθετημένη ομάδα·

να ληφθεί ένα μέτρο οργανωτικού χαρακτήρα, π.χ. με την ίδρυση μιας βασικής υπηρεσίας με πολλά υποκαταστήματα, στην οποία οι τοπικές και περιφερειακές αρχές θα μπορούν να υποβάλλουν ερωτήσεις ή να ζητούν πληροφορίες σχετικά με την ευρωπαϊκή πολιτική στον τομέα της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης.

2.9

εκτιμά ότι θα πρέπει διοργανωθεί η διαδικασία ανάπτυξης, εφαρμογής διαχείρισης και αξιολόγησης της ευρωπαϊκής πολιτικής στον τομέα της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης, κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζεται σε όλα τα στάδια. η συμμετοχή των περιφερειακών και τοπικών αρχών, κυρίως στη διαμόρφωση εκείνων των πτυχών της πολιτικής αυτής που αφορούν άμεσα τις αρμοδιότητές τους. Πάντως, είναι γεγονός ότι η συμμετοχή, για την οποία γίνεται λόγος σήμερα, δεν αντικατοπτρίζεται επαρκώς στο αποτέλεσμα. Προτείνει να συνεκτιμηθεί το περιεχόμενο της παρούσας γνωμοδότησης κατά τη διάσκεψη στρογγυλής τραπέζης που αναφέρεται στο σημείο 2.3·

2.10

εκτιμά ότι δεν θα πρέπει να περιοριζόμαστε σε αόριστες διατυπώσεις του τύπου «είναι σημαντική η εντατική συμμετοχή των περιφερειακών και τοπικών αρχών» αλλά να επιδιωχθεί μια συγκεκριμένη ενέργεια όπως π.χ. η ανάλογη προσαρμογή του τρόπου εργασίας στο Συμβούλιο, την Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Θα ήταν σκόπιμο να καθιερωθεί για παράδειγμα η προσθήκη στην αιτιολογική έκθεση των ανακοινώσεων, προτάσεων και αποφάσεων στον τομέα της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης, ενός κεφαλαίου με τίτλο «Ο ρόλος των περιφερειακών και τοπικών αρχών». Το πλεονέκτημα παρόμοιου κεφαλαίου δεν έγκειται τόσο στο περιεχόμενό του αλλά περισσότερο στο γεγονός ότι αποτελεί έναυσμα για την προετοιμασία εγγράφων·

2.11

προτείνει να αξιοποιηθούν οι τοπικές και περιφερειακές αρχές ως «εκκολαπτήρια» συγκεκριμένων, πρακτικά εφαρμόσιμων ιδεών σχετικά με το χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης. Όλες οι περιφερειακές και τοπικές αρχές στην Ευρωπαϊκή Ένωση διαθέτουν, ως παράγοντες της «πρώτης γραμμής», πρακτικές εμπειρίες, απόψεις και εμπειρογνωμοσύνη που διατίθενται σε μικρότερο βαθμό σε επίπεδο εθνικών αρχών. Να κινητοποιηθεί το υφιστάμενο δυναμικό προβληματισμού και να του δοθεί σημαντικός ρόλος κατά τη διαμόρφωση της πολιτικής·

2.12

υπογραμμίζει ότι πρέπει να ληφθεί μέριμνα ώστε στην προτεινόμενη παρακολούθηση της εφαρμογής του προγράμματος της Χάγης και του σχεδίου δράσης (κατάρτιση ετήσιου πίνακα προόδου), να συμμετάσχουν ομάδες εμπειρογνωμόνων των περιφερειακών και τοπικών αρχών στη διαμόρφωση των πτυχών των πολιτικών που εμπίπτουν άμεσα την αρμοδιότητα των αρχών αυτών. Κατά αυτόν τον τρόπο θα υπάρχει μια άμεση εικόνα σχετικά με την εφαρμογή της πολιτικής στην πράξη·

2.13

προτείνει να υιοθετηθεί μια πιο συστηματική και διαρθρωμένη θεώρηση των πολιτικών αυτών, αν επιδιώκεται πράγματι η συνέχιση της ισχύουσας προγραμματιστικής προσέγγισης της ευρωπαϊκής πολιτικής στον τομέα της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης. Κριτήριο κατά την επιλογή αυτής της προσέγγισης πρέπει να είναι το γεγονός ότι τα μέτρα έχουν πιθανότητες να επιτύχουν μόνον όταν εφαρμόζονται στο πλαίσιο μιας λογικής αλυσίδας συναφών δράσεων·

2.14

παρατηρεί ότι είναι μάλλον άσκοπο να προσφέρονται περισσότερες δυνατότητες στις δημόσιες αρχές όσον αφορά τη συλλογή πληροφοριών σχετικά με την ηθική ακεραιότητα ατόμων, (π.χ. όταν πρόκειται για άτομα που ζητούν απαλλαγές ή επιδοτήσεις), αν οι αρμόδιες αρχές δεν έχουν χαράξει ανάλογη πολιτική, δεν διαθέτουν τα μέσα που τους επιτρέπουν τον έλεγχο της ακεραιότητας και δεν επιβάλλουν το σεβασμό των κανόνων στον τομέα αυτό. Επίσης, είναι εξίσου άσκοπο να επενδύουν οι αρχές σε μια κατασταλτική αντιμετώπιση της ανασφάλειας σε ορισμένες γειτονιές, αν δεν γίνονται συγχρόνως επενδύσεις στις υλικές και κοινωνικές υποδομές·

2.15

προτείνει να αναδειχθούν αυτές οι αλυσίδες συναφών δράσεων ώστε και να διευκρινισθεί, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, σε ποια σημεία θα πρέπει να επικεντρώσει την προσοχή της η Ε.Ε. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να επιλέγεται μια σειρά θεμάτων προτεραιότητας ενώ τα υπόλοιπα θέματα θα πρέπει να επαφίενται στις εθνικές αρχές. Να καθορίζονται κυρίως μετρήσιμοι στόχοι. Η απλοποίηση και η συγκέντρωση μπορούν να συμβάλουν στην απαραίτητη διαφάνεια και σταθερότητα·

2.16

εκτιμά ότι θα πρέπει να ληφθεί μέριμνα ώστε η συμμετοχή των τοπικών και περιφερειακών αρχών να μην περιορίζεται στον προβληματισμό σχετικά με συγκεκριμένες και ειδικές πτυχές της ευρωπαϊκής πολιτικής στο χώρο της ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης αλλά να επεκτείνεται και στη διαμόρφωση των σχετικών στρατηγικών σχεδίων. Κρίνεται, επίσης, αναγκαίο να προσδιοριστεί όσο το δυνατόν σαφέστερα η εμβέλεια του περιεχομένου της πολιτικής αυτής και να εξεταστεί η δυνατότητα αξιοποίησης του ρόλου της ασφάλειας στο πλαίσιο άλλων πολιτικών (εξωτερική ενσωμάτωση). Η απόδοση μεγαλύτερης έμφασης στην ασφάλεια μπορεί να συμβάλει π.χ. στον τομέα της περιβαλλοντικής πολιτικής ώστε οι ρυθμίσεις σχετικά με την πρόσβαση σε πληροφορίες περιβαλλοντικού χαρακτήρα που αφορούν επιχειρήσεις, να επιτρέπουν την επιβολή του απορρήτου για ορισμένα ευαίσθητα στοιχεία·

2.17

υπογραμμίζει ότι θα ήταν χρήσιμο να εξετασθεί κατά πόσον οι μέθοδοι συστηματοποίησης και κατάταξης που εφαρμόζουν οι περιφερειακές και τοπικές αρχές (π.χ. διαχωρισμός των πολιτικών ανάλογα με τις ομάδες ή τα άτομα, τα προβλήματα ή τους τομείς που έχουν ως στόχο), μπορούν να εφαρμοστούν και σε ευρωπαϊκό επίπεδο·

2.18

τονίζει ότι, εν όψει μιας ανανεωμένης, συστηματικής και διαρθρωμένης θεώρησης της ευρωπαϊκής πολιτικής στον τομέα της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης, επιβάλλεται η (επαν)εξέταση της νομικής βάσης. Το επίπεδο του προγράμματος της Χάγης προσανατολίστηκε προς τη Συνταγματική Συνθήκη. Θα πρέπει να εξεταστεί το ερώτημα ποιες επιπτώσεις έχει η υφιστάμενη κατάσταση σχετικά με τη Συνταγματική Συνθήκη για την πολιτική στον τομέα της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης, αλλά και πως θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν καλύτερα. Από την άλλη πλευρά, από μια ανανεωμένη θεώρηση μπορούν να εξαχθούν και οι βασικές προϋποθέσεις που πρέπει να πληροί η ευρωπαϊκή νομική βάση Η ύπαρξη στέρεης δημοκρατικής νομιμότητας αλλά και νομιμότητας του κράτους δικαίου αποτελεί απολύτως αναγκαία προϋπόθεση στον τομέα της ελευθερίας της ασφάλειας και της δικαιοσύνης. Σε αυτό το πλαίσιο θα πρέπει να αναφερθεί σαφώς η ουσιαστική συμβολή που προσφέρουν οι περιφερειακές και τοπικές αρχές·

2.19

συνιστά να χαραχθεί σαφής στρατηγική επικοινωνίας με τους πολίτες και τις επιχειρήσεις σχετικά με την ευρωπαϊκή πολιτική στον τομέα της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης. Κατά κανόνα, οι περιφερειακές και τοπικές αρχές αποτελούν το εγγύτερο επίπεδο επαφής μεταξύ των πολιτών, των επιχειρήσεων και των δημοσίων αρχών. Συνεπώς, ειδικά οι τοπικές και περιφερειακές αρχές βρίσκονται στην πλέον κατάλληλη θέση, ώστε να αποδείξουν στους πολίτες με ποιο τρόπο η Ευρώπη συμβάλλει στην ασφάλεια τους.

Συστάσεις σχετικά με τις πτυχές της ευρωπαϊκής πολιτικής στον τομέα της ελευθερίας, ασφαλείας και της δικαιοσύνης για τις οποίες είναι συναρμόδιες οι τοπικές και περιφερειακές αρχές.

Η διαχείριση κρίσεων

2.20

υπενθυμίζει ότι οι τρομοκρατικές επιθέσεις στο Λονδίνο και στη Μαδρίτη, οι πλημμύρες που έπληξαν μεγάλες εκτάσεις της Ευρώπης το 2005, η εξάπλωση μολυσματικών ασθενειών σε ανθρώπους και ζώα, οι συνέπειες των πολύωρων διακοπών ρεύματος, οι πρόσφατες αναταραχές σε γαλλικές πόλεις, αποτελούν λίγες από την πληθώρα περιπτώσεων στις οποίες οι τοπικές και περιφερειακές φέρουν την (κύρια) ευθύνη για την λήψη κατάλληλων μέτρων και τη διαχείριση κρίσεων·

2.21

επισημαίνει ότι είναι απαραίτητο η διαχείριση κρίσεων να επιτυγχάνεται με επαγγελματισμό, τόσο στο πλαίσιο της καταπολέμησης της τρομοκρατίας όσο και γενικότερα. το ευρωπαϊκό δίκτυο διαχείρισης κρίσεων, το λεγόμενο Ευρωπαϊκό Φόρουμ της διαχείρισης καταστροφών σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο, που δημιούργησε πρόσφατα το συμβούλιο της Ευρώπης, αποδεικνύει πόσο έντονη είναι η αίσθηση ότι η επίτευξη παρόμοιας εξέλιξης αποτελεί επείγουσα ανάγκη·

2.22

θεωρεί ότι η ευρωπαϊκή πολιτική στον τομέα της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης θα συμβάλει κατά δύο τρόπους στην κατάλληλη διαχείριση κρίσεων:

λειτουργεί με συντονιστικό και υποστηρικτικό τρόπο κάθε φορά που επιβάλλεται η διεθνής συνεργασία για την πρόληψη, την προετοιμασία, την αντιμετώπιση και την παρακολούθηση. Σε αυτή την περίπτωση πρόκειται για όλες τις μορφές κρίσεων που έχουν διεθνή αντίκτυπο. Η ΕΤΠ θεωρεί αναχρονιστικό να εστιάζεται η ευρωπαϊκή πολιτική για τη διαχείριση κρίσεων σε κρίσεις που εμφανίζονται σε παραμεθόριες περιοχές, οι οποίες ενδέχεται να έχουν διασυνοριακές συνέπειες. Στις σημερινές κοινωνίες οι κρίσεις που αντιμετωπίζονται σε ζωτικές υποδομές, όπως οι θαλάσσιοι λιμένες και τα αεροδρόμια, οι κόμβοι στους οποίους διασταυρώνονται οι ροές εμπορευμάτων και υπηρεσιών, τα δίκτυα του ενεργειακού εφοδιασμού, αλλά και οι κρίσεις σχετικά με μολυσματικές ασθένειες έχουν σχεδόν πάντα διασυνοριακό αντίκτυπο·

λειτουργεί ως έναυσμα για τη βελτίωση της ποιότητας της διαχείρισης κρίσεων μέσω της προώθησης δικτύων και της ανταλλαγής πληροφοριών (π.χ. σχετικά με βέλτιστες πρακτικές), μέσω της διάθεσης μέσων, μεθόδων και τεχνικών (π.χ. αξιολόγηση κινδύνων, συστήματα ανίχνευσης) ή συμβάλλοντας στη διοργάνωση πρακτικών ασκήσεων αντιμετώπισης κρίσεων·

2.23

συνιστά να δοθεί προτεραιότητα στη διαχείριση κρίσεων και υπογραμμίζει σχετικά ότι την ευθύνη του οργανωτικού πλαισίου της διαχείρισης κρίσεων φέρουν κατά κύριο λόγο οι εθνικές αρχές·

2.24

είναι πεπεισμένη ότι ο συντονιστικός, υποστηρικτικός και ωθητικός ρόλος της Ε.Ε. θα πρέπει, ωστόσο, να μεταφραστεί σε συγκεκριμένα μέτρα τα οποία θα μπορούσαν να προστεθούν στο πρόγραμμα της περιόδου 2007 — 2013 κατά την ενδιάμεση αξιολόγηση του σχεδίου δράσης. Η ΕΤΠ συνιστά να δοθεί υψηλή προτεραιότητα στην εφαρμογή των μέτρων που προβλέπονται στο σημείο 3.5 του παραρτήματος του σχεδίου δράσης. θα πρέπει, συνεπώς, να διατεθούν οικονομικοί πόροι προκειμένου η διαχείριση κρίσεων με την ευρύτερη έννοια ( όχι μόνο καταπολέμηση της τρομοκρατίας) να πραγματοποιείται με επαγγελματισμό, και οι οποίοι θα επιτρέψουν:

στις τοπικές και περιφερειακές αρχές να αναπτύσσουν νέες μεθόδους, τεχνικές και βέλτιστες πρακτικές (όπως ενημέρωση σχετικά με κρίσεις, ανάπτυξη στενών σχέσεων με τοπικές κοινωνικές οργανώσεις και δημόσιες υπηρεσίες, μεταξύ της διοίκησης και των παραγόντων που δραστηριοποιούνται επί τόπου σε περίπτωση κρίσεων, κτλ)

στις τοπικές και περιφερειακές αρχές να βελτιστοποιήσουν τα σχέδια διαχείρισης κρίσεων και να διοργανώνουν σε τακτικά διαστήματα ανάλογες πρακτικές ασκήσεις.

τη συμμετοχή των πολιτών σε ασκήσεις αντιμετώπισης κρίσεων προκειμένου αφενός να ευαισθητοποιηθούν για ενδεχόμενους κινδύνους και αφετέρου να συνεκτιμάται η ενδεχόμενη αντίδρασή τους κατά την επεξεργασία των σχεδίων·

2.25

ζητά να διευρυνθεί το πεδίο εφαρμογής της πρότασης για τη θέσπιση προγράμματος «Πρόληψη, ετοιμότητα και αντιμετώπιση των τρομοκρατικών επιθέσεων» για την περίοδο 2007 — 2013, ώστε να δημιουργηθούν προϋποθέσεις για τη χρηματοδότηση και βελτίωση της διαχείρισης κρίσεων που δεν οφείλονται σε τρομοκρατικές ενέργειες.

Η καταπολέμηση της τρομοκρατίας

2.26

παρατηρεί ότι οι πολίτες που ζουν με την απειλή μιας αυθαίρετης τρομοκρατικής επίθεσης, στερούνται βασικών ελευθεριών. Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μπορεί να υπομείνει παθητικά αυτή την κατάσταση. Σε συνέχεια της γνωμοδότησης με θέμα την καταπολέμηση της τρομοκρατίας (CdR 465/2004), επιμένει ότι είναι αναγκαία η λήψη μέτρων σχετικά με την πρόληψη, την ετοιμότητα και την αντιμετώπιση. Θα πρέπει να υπογραμμισθεί ότι, προκειμένου να είναι αποτελεσματική η πρόληψη, είναι απολύτως αναγκαίο να διερευνηθούν τα βαθύτερα αίτια της τρομοκρατίας, φαινόμενο που έχει τις ρίζες του σε ακραίες και ριζοσπαστικές τάσεις. Σε αυτό το πλαίσιο καλεί όλους τους ενδιαφερόμενους να αναγνωρίσουν τη σχέση που υφίσταται με την πολιτική για την κοινωνική ένταξη αλλά και την ανάγκη να συμμετάσχουν τα ενταγμένα άτομα πραγματικά και πλήρως στην ευρωπαϊκή κοινωνία·

2.27

υπογραμμίζει ότι είναι επίσης αναγκαίο να προωθηθεί ο εντοπισμός τάσεων ριζοσπαστισμού και τρομοκρατίας, φαινόμενα που αποτελούν απτό κίνδυνο σε ορισμένες περιοχές της Ευρώπης, αλλά και οργανώσεων που φαίνεται να τείνουν προς ριζοσπαστικές και εξτρεμιστικές τάσεις. Εκτός από τον κίνδυνο που αποτελεί ένας έστω περιορισμένος αριθμός ατόμων που επηρεάζονται από ριζοσπαστικές θεωρίες τις οποίες στη συνέχεια μεταφέρουν στην πράξη πραγματοποιώντας τρομοκρατικές ενέργειες, δεν πρέπει να λησμονείται και ο κίνδυνος που περικλείει η πόλωση. Η πόλωση μπορεί να έχει ανεπιθύμητες επιπτώσεις για την ασφάλεια, την ποιότητα ζωής και την ανεκτικότητα, οι οποίες μπορούσαν να απειλήσουν την κοινωνική συνοχή. Τα φαινόμενα αυτά αποτελούν μεγάλο κίνδυνο σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Προκειμένου να προβλέπονται έγκαιρα παρόμοιες εξελίξεις ριζοσπαστισμού και πόλωσης θα μπορούσαν να καθοριστούν δείκτες έγκαιρης προειδοποίησης. Χάρη στους δείκτες αυτούς οι δημόσιες αρχές αλλά οι οργανισμοί κοινωνικής κατοικίας, οι κοινωνικές οργανώσεις, οι οργανώσεις της νεολαίας, καθώς και οι οργανισμοί στον τομέα της εκπαίδευσης και της δημόσιας υγείας και άλλοι οργανισμοί παροχής βοήθειας, θα μπορούν να αποτρέψουν σε πρώιμο στάδιο άτομα που τείνουν προς τον ριζοσπαστισμό· συγχρόνως οι δείκτες έγκαιρης προειδοποίησης συμβάλλουν στην καταστολή της «εγχώριας τρομοκρατίας». Ταυτόχρονα θα πρέπει να διασφαλισθεί ότι τα μέτρα που λαμβάνονται δεν εμποδίζουν την ένταξη και απασχόληση μεταναστών. Συνεπώς, έχει ιδιαίτερη σημασία να ληφθούν προληπτικά μέτρα ώστε να μην υιοθετήσουν ριζοσπαστικές συμπεριφορές μεγάλες, «ενδιάμεσες» ομάδες της κοινωνίας, οι οποίες δεν αισθάνονται (ακόμη) ή αισθάνονται ελάχιστα ενταγμένες στην ευρωπαϊκή κοινωνία·

2.28

υπογραμμίζει, επίσης, ότι παρόμοια αντίδραση μπορεί να λάβει μορφή κυρίως σε επίπεδο τοπικών αρχών και ότι συνεπώς, οι τοπικές αρχές θα πρέπει να υποστηριχθούν ώστε να βελτιώσουν την πληροφόρησή τους μέσω της δημιουργίας τοπικών θυρίδων πληροφοριών για την έγκαιρη επισήμανση φαινομένων ριζοσπαστισμού, οι οποίες θα μπορούν να παράσχουν συμβουλές στις τοπικές αρχές σχετικά με την ερμηνεία φαινομένων και τις δυνατότητες επέμβασης·

2.29

κρίνει ότι θα πρέπει να ενισχυθεί η εκπόνηση και εφαρμογή προγραμμάτων κατάρτισης για τους υπάλληλους των τοπικών αρχών, ώστε να είναι σε θέση να αναγνωρίζουν και να αναφέρουν σημάδια ριζοσπαστισμού·

2.30

συνιστά να εξετασθούν οι δυνατότητες καταστολής της στρατολόγησης ατόμων από εξτρεμιστικές οργανώσεις και να αναζητηθεί ένας αποτελεσματικότερος τρόπος καταστολής της ενθάρρυνσης τρομοκρατικών ενεργειών ή της παροχής, μέσω του διαδικτύου, πρακτικών οδηγιών για την πραγματοποίηση τρομοκρατικής επίθεσης·

2.31

συνιστά να επιδιωχθεί η συντομότερη και αποτελεσματικότερη ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τις οικονομικές συναλλαγές, η οποία θα συμβάλει σε μεγαλύτερη διαφάνεια των ενδιαφερόμενων οργάνων και θα ωφελήσει ιδιαίτερα τις τοπικές αρχές. Όπως φαίνεται, οι οικονομικές ροές διέρχονται συνήθως μέσω οργάνων που υποστηρίζονται από αποκεντρωμένες βαθμίδες διοίκησης (π.χ. στο πλαίσιο δραστηριοτήτων σχετικά με την ολοκλήρωση). Μέσω κατάλληλης πληροφόρησης μπορούν να αναχαιτισθούν αυτές οι κινήσεις κεφαλαίων. Πρέπει να δοθεί επομένως να δοθεί προτεραιότητα στις προτάσεις που αφορούν το θέμα αυτό, και να ενταχθούν στον προγραμματισμό για το 2006·

2.32

επισημαίνει ότι η υιοθέτηση αποτελεσματικών μέτρων καταπολέμησης της τρομοκρατίας προϋποθέτει στενότερη συνεργασία και εντατικότερη ανταλλαγή πληροφοριών τόσο μεταξύ των κρατών μελών όσο και μεταξύ των αρχών κάθε κράτους μέλους. Στο σχέδιο δράσης προτείνεται η δημιουργία 'θυρίδων ανταλλαγής πληροφοριών' σε κάθε κράτος μέλος οι οποίες θα διαθέτουν όλες τις πληροφορίες σχετικά με (πιθανές) τρομοκρατικές δραστηριότητες. Ωστόσο, οι θυρίδες ανταλλαγής πληροφοριών δεν μπορούν να λειτουργήσουν αποτελεσματικά παρά μόνον αν διατίθεται ικανοποιητικό δίκτυο πληροφοριών με τοπικές και περιφερειακές αρχές, με κριτήριο την υποχρέωση διάδοσης των διαθέσιμων πληροφοριών. Τα κράτη μέλη οφείλουν να αποδείξουν με διαφάνεια τον τρόπο με τον οποίο διασφαλίζεται η αποτελεσματική λειτουργία αυτού του δικτύου πληροφόρησης και να περιγράψουν ενδεχομένως τα σχέδια που έχουν καταρτίσει για την καλύτερη λειτουργία του·

2.33

θεωρεί απαραίτητο να διασφαλισθεί με διαρθρωμένο τρόπο η ανταλλαγή εμπειρογνωμοσύνης σχετικά με τα διδάγματα που μπορούν να εξαχθούν από την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, π.χ. μέσω της ίδρυσης ενός κέντρου εμπειρογνωμοσύνης. Η ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τρέχουσες δράσεις είναι ασφαλώς σημαντική αλλά είναι επίσης σημαντικό να πραγματοποιηθεί το συντομότερο δυνατό μια ανταλλαγή σχετικά με τα διδάγματα που εξήχθηκαν από την εφαρμοσθείσα στρατηγική για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας. Στο μέτρο αυτό θα πρέπει να συμμετάσχουν και τα δίκτυα των τοπικών και περιφερειακών αρχών·

2.34

συνιστά να μην εστιάζεται η προσοχή μόνο σε ευαίσθητες υποδομές, όπως προτείνεται στο σχέδιο δράσης, αλλά και σε πολυσύχναστα σημεία όπως οι σταθμοί, τα στάδια, οι χώροι εκδηλώσεων, οι τουριστικοί πόλοι έλξης, κλπ. Οι τοπικές και περιφερειακές αρχές διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο κατά την προστασία και την ασφάλεια παρόμοιων χώρων·

2.35

θεωρεί απαραίτητη την παροχή υποστήριξης στις τοπικές και περιφερειακές αρχές κατά την ανάλυση των επαγγελματικών κινδύνων αλλά και την ενθάρρυνση της ανάπτυξης βέλτιστων πρακτικών στον τομέα της προστασίας και της ασφάλειας. Είναι απαραίτητο να διαθέτουν οι τοπικές και περιφερειακές αρχές κατάλληλη νομική βάση, προκειμένου να μπορούν να επιβάλλουν σε ιδιοκτήτες και διαχειριστές ευάλωτων στόχων την εφαρμογή κανόνων σχετικά με την προστασία και την ασφάλεια· επομένως, θα ήταν σκόπιμο να τεθεί στη διάθεση των δημοσίων αρχών ένα σύνολο μέσων που θα διευκολύνουν την επιβολή της εφαρμογής των διατάξεων από τους ιδιοκτήτες και διαχειριστές·

2.36

ζητά επειγόντως, σχετικά με το θέμα της πρόσβασης σε περιβαλλοντικές πληροφορίες, να αναθεωρηθούν οι αρχές που ρυθμίζουν τι πρέπει να γνωρίζουν οι πολίτες σχετικά με τους κινδύνους που υπάρχουν στο άμεσο περιβάλλον τους καθώς επίσης κατά πόσον πρέπει να δημοσιεύονται πληροφορίες σχετικά με τα χαρακτηριστικά και την ασφάλεια ευαίσθητων στόχων·

2.37

υπενθυμίζει ότι η ποιότητα των (ιδιωτικών) εταιριών φύλαξης και ασφάλειας αποτελεί βασική προϋπόθεση για τη διασφάλιση της προστασίας ευαίσθητων στόχων και ότι θα πρέπει συνεπώς να εξετασθεί αν χρειάζονται λεπτομερέστερα μέτρα για τη βελτίωση της ποιότητας και αν είναι εφικτή η εφαρμογή τους·

2.38

εκφράζει τη λύπη της για το γεγονός ότι το σχέδιο δράσης δεν προβλέπει μέτρα για την μεγαλύτερη ευαισθητοποίηση των πολιτών για τους ενδεχόμενους κινδύνους τη στιγμή που οι πολίτες θεωρούν δεδομένο ότι οι τοπικές αρχές θα τους προειδοποιήσουν κατάλληλα για τον κίνδυνο ενδεχόμενων επιθέσεων στο άμεσο περιβάλλον τους. Είναι, γι αυτό αναγκαίο να προωθηθεί η ανάπτυξη σαφούς στρατηγικής επικοινωνίας.

Θεμελιώδη δικαιώματα και δικαιώματα του πολίτη

2.39

υπενθυμίζει ότι βασικός στόχος της συζήτησης γύρω από τα θεμελιώδη δικαιώματα είναι κυρίως να αποφευχθεί η «διάβρωση» των θεμελιωδών δικαιωμάτων και λυπάται που οι προσπάθειες των δημοσίων αρχών να διασφαλίσουν την προστασία του πληθυσμού δεν προβάλλονται αρκετά·

2.40

διαπιστώνει ότι η συζήτηση γύρω από τα θεμελιώδη δικαιώματα μπορεί να επιφέρει αποτελέσματα, μόνον αν διεξαχθεί παράλληλα με τη συζήτηση σχετικά με τις υποχρεώσεις των πολιτών, όπως οι υποχρεώσεις σχετικά με την κοινωνική ένταξη. Θα πρέπει να επιδιωχθεί η καλύτερη προσέγγιση των πολιτών όσον αφορά αυτήν την ευρωπαϊκή πολιτική μέσω της προώθησης συζητήσεων σε τοπικό επίπεδο, π.χ. σε επίπεδο πόλεων. Η διεξαγωγή παρόμοιων συζητήσεων είναι σημαντική επειδή χάρη σε αυτές θα προσδιοριστούν τα αποτελεσματικότερα μέτρα που πρέπει να εφαρμοστούν προκειμένου να διασφαλισθεί η ισορροπία μεταξύ δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των πολιτών·

2.41

συμφωνεί με τη δημιουργία γραφείου θεμελιωδών δικαιωμάτων, όπως προβλέπεται άλλωστε και στο πρόγραμμα της Χάγης, το οποίο θα μπορούσε να καταρτίσει κατάλογο των βέλτιστων πρακτικών, να περιγράφει και να διαδίδει τις πρακτικές αυτές αλλά και να συμβάλλει στη συζήτηση σχετικά με τις διακρίσεις, το ρατσισμό, την κοινωνική ένταξη και την τρομοκρατία, λαμβανομένης υπόψη της αυξανόμενης ανησυχίας σχετικά με πιθανές επιθέσεις και κοινωνικές ταραχές·

2.42

εκφράζει τη λύπη της επειδή, λόγω της αβεβαιότητας που επικρατεί όσον αφορά τη συνταγματική συνθήκη, κινδυνεύουν να μην υιοθετηθούν τα μέτρα για τη βελτίωση της νομικής προστασίας στο ευρωπαϊκό δικαστήριο, όπως π.χ. το δικαίωμα των φυσικών και νομικών προσώπων να προβάλουν ένσταση σε οποιαδήποτε ρύθμιση της Ε.Ε. που θίγει άμεσα τα δικαιώματά τους. Θα πρέπει συνεπώς να καλυφθεί το συντομότερο δυνατό αυτό το κενό όσον αφορά τη νομική προστασία, δεδομένου ότι η κοινοτική πολιτική στον τομέα της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης θα ενισχυθεί κατά τα επόμενα έτη.

Κοινωνική ένταξη

2.43

υπενθυμίζει ότι οι επιπτώσεις της προσέλευσης νέων πολιτών, τόσο μεταναστών όσο και προσφύγων, όταν έχουν λάβει το καθεστώς του πρόσφυγα ή άλλη ανθρωπιστική παρεπόμενη προστασία, είναι ιδιαίτερα αισθητές (συχνά ακόμη και μετά από πολλές γενεές) στο τοπικό επίπεδο και συνεπώς θα πρέπει να ληφθεί μέριμνα για την καλή ένταξη των ατόμων αυτών, κυρίως στις πόλεις, τόσο από διαρθρωτική όσο και από κοινωνική και πολιτισμική άποψη. Στο πλαίσιο αυτό, η διασφάλιση της πλήρους συμμετοχής των ενταγμένων ατόμων στην ευρωπαϊκή κοινωνία αποτελεί απολύτως απαραίτητη προϋπόθεση. Οι πρόσφατες αναταραχές σε γαλλικές πόλεις αποδεικνύουν πόσο σημαντική είναι η προσέγγιση αυτή·

2.44

τονίζει ότι κατά την ένταξη πρέπει να λαμβάνεται μέριμνα ώστε να δημιουργείται ένας δεσμός με την ευρωπαϊκή κοινωνία πράγμα, δεν μπορεί να επιτευχθεί όσο η ένταξη δεν είναι «δεσμευτική». Συνεπώς, είναι αναγκαίο να λάβει η Ευρωπαϊκή Ένωση μέριμνα ώστε να προσδιοριστεί σαφώς το γενικό πλαίσιο και τις βασικές προϋποθέσεις, χωρίς να λησμονεί ότι πρόκειται ουσιαστικά για εθνική αρμοδιότητα. Είναι επίσης απαραίτητο να υποστηριχθούν οι τοπικές αρχές κατά τη διοργάνωση της διαδικασίας ενσωμάτωσης μέσω της παροχής πληροφοριών και οικονομικών μέσων αλλά με την ενίσχυση της ανάπτυξης βέλτιστων πρακτικών. Η διάσκεψη των ευρωπαίων υπουργών, αρμοδίων για την κοινωνική ένταξη, που πραγματοποιήθηκε το Νοέμβριο 2004 στην πόλη Groningen (Κάτω Χώρες), δημιούργησε τις προϋποθέσεις και για την υποστήριξη αυτή·

2.45

προτείνει να ενθαρρύνεται η διεξαγωγή συζητήσεων σε επίπεδο πόλεων, ο διάλογος, η διδασκαλία ξένων γλωσσών, τα σχέδια κοινωνικής ένταξης και επαγγελματικής αποκατάστασης, οι προσπάθειες αυτονόμησης των ατόμων, τα σχέδια για την εξάλειψη διακρίσεων, κλπ. και να διασφαλίζεται η ανταλλαγή αλλά και ο συστηματικός έλεγχος των εμπειριών, των καινοτομιών, των επιτυχιών αλλά και των αποτυχιών που σημειώνονται σε τοπικό επίπεδο·

2.46

κρίνει ότι θα πρέπει να αποφεύγεται η κοινωνική ένδεια ορισμένων ομάδων του πληθυσμού και να ενθαρρύνονται μέτρα που συμβάλλουν στην αποκατάσταση της ισορροπίας σε ορισμένες γειτονιές των μεγάλων πόλεων, και κυρίως μέτρα που αφορούν την κατοικία, τα εισοδήματα και την κατάρτιση·

2.47

θεωρεί πολύ θετικό το γεγονός ότι πρόκειται να δημοσιευθεί νέα έκδοση του ευρωπαϊκού εγχειριδίου ένταξης, το οποίο θα πρέπει να προσελκύσει το ενδιαφέρον των τοπικών και περιφερειακών αρχών, διότι υπάρχει η εντύπωση ότι η πρώτη έκδοση δεν συγκέντρωσε το απαραίτητο ενδιαφέρον·

2.48

υποστηρίζει την πρόταση για τη διοργάνωση ενός ετήσιου ευρωπαϊκού φόρουμ για την ενσωμάτωση και συνιστά να συνεκτιμηθούν σε αυτό το πλαίσιο οι εμπειρίες και η εμπειρογνωμοσύνη των τοπικών και περιφερειακών αρχών.

Προστασία της ιδιωτικής ζωής και ασφάλεια κατά την ανταλλαγή πληροφοριών

2.49

επισημαίνει ότι κατά το δεύτερο ήμισυ του προηγούμενου αιώνα, η προστασία της ιδιωτικής ζωής αφορούσε κυρίως την προστασία των πολιτών έναντι των κρατικών αρχών, προκειμένου να αποφευχθεί ο κίνδυνος σύστασης αστυνομικού κράτους και ζητά να επιτευχθεί μια νέα ισορροπία η οποία να συνεκτιμά περισσότερο την προστασία της ασφάλειας των πολιτών έναντι κακοπροαίρετων ατόμων που παραβιάζουν τους νόμους·

2.50

θεωρεί ότι σε αυτό το πλαίσιο στόχος να προωθηθεί ιδιαίτερα η προστασία προσωπικών δεδομένων κατά την κατάρτιση του σχεδίου δράσης θα πρέπει να υποστηριχθεί μολονότι ολοένα συχνότερα δημιουργείται δίλημμα όσον αφορά την επιλογή ανάμεσα στην προστασία των προσωπικών δεδομένων και της ιδιωτικής ζωής και στην προστασία των συμφερόντων του κοινωνικού συνόλου, όπως η ασφάλεια, δεδομένου ότι η πληροφόρηση διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας·

2.51

καλεί την Επιτροπή, να συνεκτιμήσει, κατά τη χάραξη της πολιτικής, το γεγονός ότι πολλές τοπικές και περιφερειακές αρχές έχουν δημιουργήσει δίκτυα ανταλλαγής πληροφοριών τα οποία, στο βαθμό που το επιτρέπει η εκάστοτε εθνική νομοθεσία, συνδυάζουν προσωπικά δεδομένα όπως η διεύθυνση, η διαμονή, οι φόροι, η κοινωνική κατάσταση και η υγεία, με στοιχεία της αστυνομίας και της δικαιοσύνης. Η προσέγγιση αυτή μπορεί να αποβεί ιδιαίτερα καρποφόρα κατά την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, σοβαρών εγκλημάτων και ταραχών σε αστικά κέντρα·

2.52

συνιστά συνεπώς να ληφθεί μέριμνα ώστε να θεσπισθεί μια γενική νομική βάση για την προστασία των προσωπικών δεδομένων, η οποία να είναι ανάλογη με το αντικείμενο και επαρκώς ελαστική προκειμένου να δίδεται προτεραιότητα στην προστασία του κοινωνικού συνόλου όταν κρίνεται αναγκαίο και θεωρεί χρήσιμο να ενθαρρυνθεί η συζήτηση με τους ευρωπαίους πολίτες σχετικά με το θέμα αυτό, με τη συμμετοχή των τοπικών και περιφερειακών αρχών·

2.53

θεωρεί ότι διατήρηση της δημόσιας τάξης και ασφάλειας και η καταπολέμηση της διασυνοριακής εγκληματικότητας προϋποθέτουν την εντατική ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών. Δεδομένου ότι οι τοπικές και περιφερειακές αρχές διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο κατά την εφαρμογή και τον χειρισμό της πολιτικής ασφαλείας, κρίνει ότι τα κράτη μέλη οφείλουν να προσδιορίζουν επακριβώς τον τρόπο με τον οποίο πραγματοποιείται η ανταλλαγή πληροφοριών με τις τοπικές και περιφερειακές αρχές.

Το οργανωμένο έγκλημα

2.54

διαπιστώνει ότι στο πλαίσιο της λήψης αποφάσεων σχετικά με επιδοτήσεις, συμβάσεις, την έκδοση αδειών κλπ., οι τοπικές και περιφερειακές αρχές μπορούν να προσφέρουν σημαντική προστιθέμενη αξία στην προσέγγιση σχετικά με την αντιμετώπιση του οργανωμένου εγκλήματος και θεωρεί ότι παλαιότερες παραβάσεις θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά τη λήψη αποφάσεων ώστε να μπορεί να απορριφθεί η αίτηση για την έκδοση άδειας, σε περίπτωση που υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι ο ενδιαφερόμενος ενδέχεται να υποτροπιάσει·

2.55

προτείνει να διαβιβάζονται στις τοπικές και περιφερειακές αρχές πληροφορίες από φακέλους που διαθέτουν η αστυνομία και η δικαιοσύνη, τις οποίες θα μπορούν να λαμβάνουν υπόψη κατά τη χορήγηση επιδοτήσεων. Όταν π.χ. ένας επιχειρηματίας ξενοδοχειακών επιχειρήσεων και εστιατορίων έχει καταδικαστεί για εμπορία ανθρώπων ή συμμετοχή σε παρόμοιες ενέργειες, δεν αποκλείεται το άτομο αυτό να απασχολεί παράνομους εργαζόμενους στην επιχείρησή του. Σε περίπτωση που ο έλεγχος και η έκδοση άδειας στον ξενοδοχειακό τομέα υπόκειται στις αρμοδιότητες των τοπικών αρχών, η ανταλλαγή των σχετικών πληροφοριών σε αυτή την περίπτωση είναι ιδιαίτερα χρήσιμη, ώστε να επαληθευτεί αν υπάρχουν στοιχεία που δικαιολογούν την αφαίρεση της άδειας από την ενδιαφερόμενη επιχείρηση·

2.56

συνιστά να καταγράφονται, να περιγράφονται και να δημοσιεύονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο οι εμπειρίες των τοπικών και περιφερειακών αρχών σε αυτόν τον τομέα, ώστε η ευρωπαϊκή νομοθεσία, όπως η νομοθεσία στον τομέα των δημοσίων προμηθειών, να στηρίζει όσο το δυνατό περισσότερο παρόμοιες προσεγγίσεις των τοπικών και περιφερειακών αρχών·

2.57

υποστηρίζει την ενθάρρυνση των βέλτιστων πρακτικών στον τομέα της ανταλλαγής πληροφοριών και της αμοιβαίας πρόσβασης σε δεδομένα αφενός μεταξύ των δημόσιων υπηρεσιών των τοπικών ή περιφερειακών αρχών, (κυρίως όσον αφορά τη φορολογία, την κατοικία, κοινωνικά θέματα και θέματα απασχόλησης, την έκδοση αδειών και τη διαχείριση των προσωπικών δεδομένων των πολιτών) και αφετέρου μεταξύ της αστυνομίας και των δικαστικών αρχών, π.χ. σε ό,τι αφορά αντιμετώπιση ενοίκων που δημιουργούν προβλήματα, στο βαθμό που το επιτρέπει η εκάστοτε εθνική νομοθεσία, ώστε να εντοπίζονται και να καταπολεμούνται αποτελεσματικότερα τα δίκτυα του οργανωμένου εγκλήματος·

2.58

Υπογραμμίζει την ανάγκη ελευθέρωσης των αστυνομικών δυνάμεων από τα γραφειοκρατικά καθήκοντα που αφορούν τη νόμιμη μετανάστευση, όπως για παράδειγμα την ανανέωση της άδειας παραμονής, και τη διάθεση περισσότερων δυνάμεων στην καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος που επωφελείται οικονομικά από το φαινόμενο της παράνομης μετανάστευσης. Η ΕΤΠ θεωρεί ότι αυτά τα διοικητικά καθήκοντα, που υποστηρίζονται καταλλήλως από τα κράτη με τη δέουσα χρηματοοικονομική παρέμβαση, μπορούν να εκτελεστούν από τις τοπικές αρχές μέσω ειδικών γραφείων, στο βαθμό που το επιτρέπει το καθεστώς που ισχύει στα επιμέρους κράτη μέλη.

2.59

υποστηρίζει την περαιτέρω ανάπτυξη ενεργού πολιτικής των περιφερειακών και τοπικών αρχών για τον έλεγχο της ηθικής ακεραιότητας των ατόμων, η οποία θα πρέπει να στηρίζεται στην αξιόπιστη καταγραφή των κινδύνων που περικλείουν οι εξουσίες και αρμοδιότητες των αρχών αυτών.

Η πρόληψη και ο περιορισμός της βίας και των κοινωνικών ταραχών

2.60

διαπιστώνει ότι το σχέδιο δράσης δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην προστασία των δικαιωμάτων των παιδιών και στην καταπολέμηση της βίας κατά των παιδιών και των γυναικών καθώς και ότι προτείνει τη διεύρυνση των δράσεων σχετικά με την υποστήριξη των θυμάτων·

2.61

επιδοκιμάζει το ευρύτατο χρηματοδοτικό πλαίσιο για την πολιτική για την πρόληψη και καταπολέμηση της βίας που προβλέπεται στο πρόγραμμα πλαίσιο «θεμελιώδη δικαιώματα και δικαιοσύνη», διότι κατά αυτόν τον τρόπο διασφαλίζεται αποτελεσματικά η συνέχεια του προγράμματος DAPHNE και διευρύνονται οι δυνατότητες της πολιτικής για την πρόληψη της χρήσης ναρκωτικών. Θετικό είναι επίσης και το γεγονός ότι ενθαρρύνεται η συμμετοχή των ΜΚΟ·

2.62

υποστηρίζει εξάλλου τις πρωτοβουλίες που λαμβάνονται με στόχο την από κοινού καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων, κυρίως γυναικών και παιδιών, μέσω της βελτίωσης της συνεργασίας και της ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των ενδιαφερομένων αρχών, δεδομένου ότι η εμπορία ανθρώπων συνδέεται συχνά με το οργανωμένο έγκλημα·

2.63

παρατηρεί ότι πολλές τοπικές αρχές έχουν αποκτήσει πείρα όσον αφορά την καταγγελία και αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας, δεδομένου ότι οι γυναίκες και τα παιδιά συχνά γίνονται θύματα βίας στο άμεσο οικογενειακό περιβάλλον. Έχει εξαιρετική σημασία το γεγονός ότι η καταπολέμηση αυτής της μορφής βίας σε τοπικό επίπεδο συμβάλει ουσιαστικά, ώστε η οι ενδιαφερόμενες ομάδες να συνειδητοποιήσουν ότι η ανοχή τόσο της κοινωνίας όσο και της δικαιοσύνης είναι μηδενική όσον αφορά τη βία κατά των γυναικών και των παιδιών·

2.64

προτείνει για το σκοπό αυτό να καταγραφούν, στο πλαίσιο της εφαρμογής του σχεδίου δράσης όλες οι σχετικές εμπειρίες των τοπικών και περιφερειακών αρχών, ώστε να καταστεί δυνατή η ανάπτυξη των βέλτιστων πρακτικών στον τομέα αυτό και υποστηρίζει τη δημιουργία τοπικών κέντρων καταγγελίας της βίας.

Συστάσεις σχετικά με τις πτυχές της ευρωπαϊκής πολιτικής που αφορούν την ελευθερία, την ασφάλεια και τη δικαιοσύνη και που δεν εμπίπτουν άμεσα στις αρμοδιότητες των περιφερειακών αρχών αλλά επιδρούν άμεσα στο περιφερειακό και τοπικό επίπεδο διακυβέρνησης

Κοινός χώρος ασύλου

2.65

επισημαίνει ότι τοπικές και περιφερειακές αρχές αντιμετωπίζουν άμεσα τα προβλήματα των ατόμων που ζητούν άσυλο καθώς και ότι τα άτομα των οποίων η αίτηση για την παροχή ασύλου απορρίφθηκε, και τα οποία δεν δύνανται (ή δεν επιθυμούν) να εγκαταλείψουν αμέσως τη χώρα, προσφεύγουν συχνά στην ανωνυμία που προσφέρουν οι πόλεις, γεγονός το οποίο συμβάλει ενδεχομένως σε κοινωνικά προβλήματα αλλά και σε ανασφάλεια·

2.66

κρίνει συνεπώς, ότι έχει καθοριστική σημασία να δημιουργηθεί κοινός χώρος ασύλου, μια ενιαία διαδικασία για τη χορήγηση ασύλου καθώς και ένα ενιαίο καθεστώς για τα άτομα που δικαιούνται άσυλο·

2.67

συνιστά στις ευρωπαϊκές αρχές να καταβάλουν προσπάθειες ώστε να διευκολύνεται αισθητά η επιστροφή των υποψηφίων για άσυλο στη χώρα από την οποία προέρχονται και να ενθαρρύνεται η εθελούσια επιστροφή των προσφύγων μέσω της παροχής βοήθειας με στόχο την ανάπτυξη της αυτονομίας των ενδιαφερομένων. Διαπιστώνει ότι ορισμένα κράτη μέλη πρωτοστατούν στην ανάπτυξη σχεδίων τοπικού και περιφερειακού επιπέδου που λειτουργούν για το σκοπό αυτό και συνιστά να προωθούνται παρόμοια σχέδια καθώς και η ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με την εφαρμογή και τα αποτελέσματά τους·

Η πολιτική μετανάστευσης

2.68

συνιστά ένθερμα να υιοθετηθεί, μέσω του συντονισμού των επιμέρους εθνικών πολιτικών, κοινή πολιτική μετανάστευσης η οποία να συνοδεύεται από μια αξιόπιστη πολιτική κοινωνικής ένταξης στο πλαίσιο της οποίας οι τοπικές αρχές αναλαμβάνουν την σημαντική ευθύνη να διατηρήσουν και να ενισχύσουν την κοινωνική συνοχή·

2.69

ζητά, επομένως, την υποστήριξη των τοπικών και περιφερειακών αρχών στην προσπάθεια αυτή, π.χ., μέσω της ενίσχυσης κάθε καινοτόμου πρωτοβουλίας που λαμβάνεται σε τοπικό επίπεδο και μπορεί να συμβάλει στην καταπολέμηση του ριζοσπαστισμού και του εξτρεμισμού·

2.70

εκτιμά ότι πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην ασάφεια που επικρατεί προς το παρόν όσον αφορά τα δικαιώματα και το νομικό καθεστώς των υπηκόων τρίτων χωρών· αυτό αφορά ιδιαίτερα τις τοπικές αρχές κυρίως στον τομέα της πολιτικής για την κοινωνική ένταξη. Οι υπήκοοι τρίτων χωρών δεν διαθέτουν, π.χ., κανένα δικαίωμα στην αγορά εργασίας της Ένωσης, ωστόσο βασική προϋπόθεση για την επιτυχία της κοινωνικής τους ένταξης· Η Επιτροπή των Περιφερειών ζητά συγχρόνως, στο πλαίσιο της πολιτικής για τη μετανάστευση να λαμβάνεται οπωσδήποτε μέριμνα ώστε να μην αποθαρρύνεται η προσέλευση υπηκόων τρίτων χωρών με υψηλό επίπεδο κατάρτισης στην Ευρώπη.

Βρυξέλλες, 16 Φεβρουαρίου 2006

Ο Πρόεδρος

της Επιτροπής των Περιφερειών

Michel DELEBARRE


(1)  ΕΕ Cτης 20ής Σεπτεμβρίου 2005, σ.83


Top