Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62020CJ0421

    Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 3ης Μαρτίου 2022.
    Acacia Srl κατά Bayerische Motoren Werke AG.
    Αίτηση του Oberlandesgericht Düsseldorf για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως.
    Προδικαστική παραπομπή – Διανοητική ιδιοκτησία – Κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα – Κανονισμός (ΕΚ) 6/2002 – Άρθρο 82, παράγραφος 5 – Αγωγή ενώπιον των δικαστηρίων του κράτους μέλους στο οποίο διαπράχθηκε ή επαπειλείται να διαπραχθεί η παραποίηση/απομίμηση – Παρεπόμενα αιτήματα αγωγής λόγω παραποίησης/απομίμησης – Εφαρμοστέο δίκαιο – Άρθρο 88, παράγραφος 2 – Άρθρο 89, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ – Κανονισμός (ΕΚ) 864/2007 – Εφαρμοστέο δίκαιο στις εξωσυμβατικές ενοχές (“Ρώμη II”) – Άρθρο 8, παράγραφος 2 – Χώρα στην οποία διαπράχθηκε η προσβολή του δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας.
    Υπόθεση C-421/20.

    Court reports – general

    ECLI identifier: ECLI:EU:C:2022:152

     ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα)

    της 3ης Μαρτίου 2022 ( *1 )

    «Προδικαστική παραπομπή – Διανοητική ιδιοκτησία – Κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα – Κανονισμός (ΕΚ) 6/2002 – Άρθρο 82, παράγραφος 5 – Αγωγή ενώπιον των δικαστηρίων του κράτους μέλους στο οποίο διαπράχθηκε ή επαπειλείται να διαπραχθεί η παραποίηση/απομίμηση – Παρεπόμενα αιτήματα αγωγής λόγω παραποίησης/απομίμησης – Εφαρμοστέο δίκαιο – Άρθρο 88, παράγραφος 2 – Άρθρο 89, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ – Κανονισμός (ΕΚ) 864/2007 – Εφαρμοστέο δίκαιο στις εξωσυμβατικές ενοχές (“Ρώμη II”) – Άρθρο 8, παράγραφος 2 – Χώρα στην οποία διαπράχθηκε η προσβολή του δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας»

    Στην υπόθεση C‑421/20,

    με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Oberlandesgericht Düsseldorf (εφετείο Ντίσελντορφ, Γερμανία) με απόφαση της 31ης Αυγούστου 2020, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 8 Σεπτεμβρίου 2020, στο πλαίσιο της δίκης

    Acacia Srl

    κατά

    Bayerische Motoren Werke AG,

    ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πέμπτο τμήμα),

    συγκείμενο από τους E. Regan, πρόεδρο τμήματος, K. Lenaerts, Πρόεδρο του Δικαστηρίου, ασκούντα καθήκοντα δικαστή του πέμπτου τμήματος, Κ. Λυκούργο (εισηγητή), πρόεδρο του τετάρτου τμήματος, I. Jarukaitis και M. Ilešič, δικαστές,

    γενικός εισαγγελέας: M. Szpunar

    γραμματέας: M. Krausenböck, διοικητική υπάλληλος,

    έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 8ης Ιουλίου 2021,

    λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

    η Bayerische Motoren Werke AG, εκπροσωπούμενη από τους R. Hackbarth και F. Schmidt-Sauerhöfer, Rechtsanwälte,

    η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη αρχικώς από τους T. Scharf, É. Gippini Fournier και M. Wilderspin, εν συνεχεία από τους T. Scharf, É. Gippini Fournier και Δ. Τριανταφύλλου,

    αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 28ης Οκτωβρίου 2021,

    εκδίδει την ακόλουθη

    Απόφαση

    1

    Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του κανονισμού (ΕΚ) 6/2002 του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2001, για τα κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα (ΕΕ 2002, L 3, σ. 1), καθώς και του άρθρου 8, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) 864/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Ιουλίου 2007, για το εφαρμοστέο δίκαιο στις εξωσυμβατικές ενοχές («Ρώμη II») (ΕΕ 2007, L 199, σ. 40).

    2

    Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ της Acacia Srl και Bayerische Motoren Werke AG (στο εξής: BMW) σε σχέση με φερόμενη παραποίηση/απομίμηση κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος του οποίου η BMW είναι δικαιούχος.

    Το νομικό πλαίσιο

    Ο κανονισμός 6/2002

    3

    Το άρθρο 19 του κανονισμού 6/2002, το οποίο επιγράφεται «Δικαιώματα που παρέχει το κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα», ορίζει στην παράγραφο 1 τα εξής:

    «Το καταχωρισμένο κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα παρέχει στο δικαιούχο του δικαίωμα αποκλειστικής χρήσεως και δικαίωμα να απαγορεύει σε οιονδήποτε τρίτο τη χρήση χωρίς τη συγκατάθεσή του. Κατά την έννοια της παρούσας διατάξεως, ως χρήση νοείται ιδίως η κατασκευή, προσφορά, η διάθεση στην αγορά, η εισαγωγή, η εξαγωγή ή η χρήση προϊόντος στο οποίο είναι ενσωματωμένο ή εφαρμόζεται το σχέδιο ή υπόδειγμα, καθώς και αποθεματοποίηση του προϊόντος για τους σκοπούς αυτούς.»

    4

    Το άρθρο 80 του κανονισμού αυτού, το οποίο φέρει τον τίτλο «Δικαστήρια κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων», ορίζει στην παράγραφο 1 τα εξής:

    «Tα κράτη μέλη ορίζουν στο έδαφός τους τον μικρότερο δυνατό αριθμό πρωτοβάθμιων και δευτεροβάθμιων εθνικών δικαστηρίων (εφεξής καλούνται “δικαστήρια κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων”), τα οποία ασκούν τα καθήκοντα που τους ανατίθενται με τον παρόντα κανονισμό.»

    5

    Το άρθρο 81 του εν λόγω κανονισμού, το οποίο τιτλοφορείται «Δικαιοδοσία σε υπόθεση παραποίησης/απομίμησης και ακυρότητας», προβλέπει τα εξής:

    «Τα δικαστήρια κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων έχουν αποκλειστική δικαιοδοσία:

    α)

    επί αγωγών περί παραποίησης/απομίμησης και –αν επιτρέπεται βάσει του εθνικού δικαίου– αγωγών για επαπειλούμενη παραποίηση/απομίμηση κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων,

    β)

    επί αγωγών για την διαπίστωση μη παραποίησης/απομίμησης κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων, αν επιτρέπεται βάσει του εθνικού δικαίου,

    γ)

    επί αγωγών περί ακυρότητας ενός μη καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος,

    δ)

    επί ανταγωγών περί ακυρότητας ενός κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος, οι οποίες ασκούνται στο πλαίσιο των αγωγών βάσει του στοιχείου α).»

    6

    Το άρθρο 82 του ίδιου κανονισμού, το οποίο επιγράφεται «Διεθνής δικαιοδοσία», έχει ως εξής:

    «1.   Με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος κανονισμού […], οι διαδικασίες που απορρέουν από αγωγές και αιτήσεις οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 81, διεξάγονται ενώπιον των δικαστηρίων του κράτους μέλους στο οποίο έχει την κατοικία του ο εναγόμενος ή, αν δεν έχει κατοικία σε ένα από τα κράτη μέλη, σε οποιοδήποτε κράτος μέλος στο οποίο έχει εγκατάσταση.

    2.   Αν ο εναγόμενος δεν έχει ούτε κατοικία ούτε εγκατάσταση στο έδαφος κράτους μέλους, οι διαδικασίες αυτές διεξάγονται ενώπιον των δικαστηρίων του κράτους μέλους στο οποίο έχει την κατοικία του ο ενάγων ή, αν δεν έχει κατοικία σε ένα από τα κράτη μέλη, σε οποιοδήποτε κράτος μέλος έχει εγκατάσταση.

    3.   Αν ούτε ο εναγόμενος ούτε ο ενάγων έχουν τέτοια κατοικία ή εγκατάσταση, τότε οι διαδικασίες αυτές διεξάγονται ενώπιον των δικαστηρίων του κράτους μέλους όπου εδρεύει το Γραφείο.

    […]

    5.   Οι διαδικασίες που απορρέουν από αγωγές και αιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 81, στοιχεία α) και δ), μπορούν επίσης να διεξάγονται ενώπιον των δικαστηρίων του κράτους μέλους στο οποίο διαπράχθηκε ή επαπειλείται να διαπραχθεί η παραποίηση/απομίμηση.»

    7

    Κατά το άρθρο 83 του κανονισμού 6/2002, το οποίο φέρει τον τίτλο «Έκταση δικαιοδοσίας σε περίπτωση παραποίησης/απομίμησης»:

    «1.   Ένα δικαστήριο κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων, η δικαιοδοσία του οποίου βασίζεται στο άρθρο 82, παράγραφοι 1, 2, 3 ή 4, είναι αρμόδιο να αποφαίνεται για πράξεις παραποίησης/απομίμησης που διεπράχθησαν ή επαπειλούνται να διαπραχθούν στο έδαφος οποιουδήποτε κράτους μέλους.

    2.   Ένα δικαστήριο κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων, η δικαιοδοσία του οποίου βασίζεται στο άρθρο 82, παράγραφος 5, είναι αρμόδιο να αποφαίνεται μόνο για τις πράξεις που διεπράχθησαν ή επαπειλούνται να διαπραχθούν στο έδαφος του κράτους μέλους στο οποίο εδρεύει το εν λόγω δικαστήριο.»

    8

    Το άρθρο 88 του κανονισμού αυτού, το οποίο φέρει τον τίτλο «Εφαρμοστέο δίκαιο», έχει ως εξής:

    «1.   Τα δικαστήρια κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων εφαρμόζουν τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού.

    2.   Το δικαστήριο κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων εφαρμόζει, σε όσα θέματα δεν καλύπτονται από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, το εθνικό του δίκαιο, συμπεριλαμβανομένου του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου.

    3.   Εφόσον ο παρών κανονισμός δεν ορίζει άλλως, το δικαστήριο κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων εφαρμόζει τους δικονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται για διαδικασίες του αυτού τύπου όσον αφορά την καταχώριση σχεδίου ή υποδείγματος στο κράτος μέλος στο οποίο εδρεύει το δικαστήριο.»

    9

    Το άρθρο 89 του εν λόγω κανονισμού, το οποίο τιτλοφορείται «Κυρώσεις σε περίπτωση αγωγής περί παραποίησης/απομίμησης», προβλέπει στην παράγραφο 1 τα εξής:

    «Όταν, σε περίπτωση αγωγής περί παραποίησης/απομίμησης ή επαπειλούμενης παραποίησης/απομίμησης, το δικαστήριο κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων διαπιστώσει ότι ο εναγόμενος παραποίησε/απομιμήθηκε ή επαπειλεί να παραποιήσει/απομιμηθεί κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα, αν δεν υπάρχουν ειδικοί λόγοι συνηγορούντες υπέρ του αντιθέτου, εκδίδει τις ακόλουθες διατάξεις:

    α)

    διάταξη που απαγορεύει στον εναγόμενο να συνεχίσει τις ενέργειες που παραποιούν/απομιμούνται ή επαπειλούν να παραποιήσουν/απομιμηθούν,

    β)

    διάταξη περί κατασχέσεως των προϊόντων παραποίησης/απομίμησης,

    γ)

    διάταξη περί κατασχέσεως υλικών και εφαρμογών που χρησιμοποιούνται πρωτίστως για την κατασκευή των αγαθών παραποίησης/απομίμησης, αν ο κάτοχός τους γνώριζε τον σκοπό της χρησιμοποίησης αυτών των υλικών και εφαρμογών ή αν αυτός ο σκοπός είναι προφανής από τις περιστάσεις,

    δ)

    οποιαδήποτε διάταξη επιβάλλει άλλες κυρώσεις που κρίνονται σκόπιμες εν προκειμένω και προβλέπονται από το δίκαιο, συμπεριλαμβανομένου του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου, του κράτους μέλους στο οποίο διαπράχθηκαν ή επαπειλούνται να διαπραχθούν οι πράξεις παραποίησης/απομίμησης.»

    10

    Το άρθρο 110 του ίδιου κανονισμού, το οποίο επιγράφεται «Μεταβατική διάταξη», ορίζει στην παράγραφο 1 τα εξής:

    «Μέχρις ότου αρχίσουν να ισχύουν οι σχετικές τροποποιήσεις του παρόντος κανονισμού, κατόπιν προτάσεως της [Ευρωπαϊκής] Επιτροπής, δεν προστατεύεται ως κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα ένα σχέδιο ή υπόδειγμα που αποτελεί συστατικό σύνθετου προϊόντος, το οποίο χρησιμοποιείται κατά την έννοια του άρθρου 19 παράγραφος 1 για την επισκευή του εν λόγω σύνθετου προϊόντος, προς αποκατάσταση της αρχικής του εμφάνισης.»

    Ο κανονισμός 864/2007

    11

    Οι αιτιολογικές σκέψεις 14, 16, 17, 19 και 26 του κανονισμού 864/2007 έχουν ως εξής:

    «(14)

    Η απαίτηση ασφάλειας δικαίου και η ανάγκη απονομής της δικαιοσύνης σε συγκεκριμένες περιπτώσεις αποτελούν ουσιώδη στοιχεία του χώρου δικαιοσύνης. Ο παρών κανονισμός καθορίζει τους καταλληλότερους συνδετικούς παράγοντες για την επίτευξη των στόχων αυτών. […]

    […]

    (16)

    Η ύπαρξη ενιαίων κανόνων αναμένεται να βελτιώσει την προβλεψιμότητα των δικαστικών αποφάσεων και να εξασφαλίσει εύλογη ισορροπία μεταξύ των συμφερόντων του φερομένου ως υπαιτίου και του ζημιωθέντος. Η σύνδεση με τη χώρα στην οποία επήλθε η άμεση ζημία (lex loci damni) εξισορροπεί κατά δίκαιο τρόπο τα συμφέροντα του φερομένου ως υπαιτίου και του ζημιωθέντος, και επίσης αντικατοπτρίζει τον σύγχρονο τρόπο προσέγγισης του ζητήματος της αστικής ευθύνης καθώς και την ανάπτυξη των συστημάτων αντικειμενικής ευθύνης.

    (17)

    Το εφαρμοστέο δίκαιο θα πρέπει να ορίζεται βάσει του τόπου επέλευσης της ζημίας, ασχέτως της χώρας ή των χωρών όπου θα μπορούσαν να επέλθουν οι έμμεσες συνέπειες. […]

    […]

    (19)

    Θα πρέπει να προβλεφθούν ειδικοί κανόνες για ειδικές αδικοπραξίες για τις οποίες ο γενικός κανόνας αδυνατεί να διασφαλίσει την εύλογη ισορροπία μεταξύ των σχετικών συμφερόντων.

    […]

    (26)

    Όσον αφορά τις προσβολές των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας, θα πρέπει να τηρείται η αρχή “lex loci protectionis”, η οποία αναγνωρίζεται παγκοσμίως. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ο όρος “δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας” θα πρέπει να ερμηνεύεται, παραδείγματος χάριν, ως το δικαίωμα του δημιουργού, τα συγγενικά δικαιώματα, το sui generis δικαίωμα για την προστασία των βάσεων δεδομένων καθώς και τα δικαιώματα βιομηχανικής ιδιοκτησίας.»

    12

    Το άρθρο 4 του κανονισμού αυτού, το οποίο φέρει τον τίτλο «Γενικός κανόνας», προβλέπει στην παράγραφο 1 τα εξής:

    «Το εφαρμοστέο δίκαιο επί εξωσυμβατικής ενοχής η οποία απορρέει από αδικοπραξία είναι το δίκαιο της χώρας στην οποία επέρχεται η ζημία, ανεξαρτήτως της χώρας στην οποία έλαβε χώρα το ζημιογόνο γεγονός καθώς και της χώρας ή των χωρών στις οποίες το εν λόγω γεγονός παράγει έμμεσα αποτελέσματα, εκτός αν ορίζεται άλλως στον παρόντα κανονισμό.»

    13

    Το άρθρο 8 του εν λόγω κανονισμού, το οποίο τιτλοφορείται «Προσβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας», ορίζει τα εξής:

    «1.   Το εφαρμοστέο δίκαιο στην εξωσυμβατική ενοχή που απορρέει από προσβολή δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας είναι το δίκαιο της χώρας για την οποία ζητείται η προστασία.

    2.   Σε περίπτωση εξωσυμβατικής ενοχής που απορρέει από προσβολή κοινοτικού δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας ενιαίου χαρακτήρα, εφαρμοστέο δίκαιο για κάθε ζήτημα που δεν διέπεται από σχετική κοινοτική πράξη είναι το δίκαιο της χώρας στην οποία διαπράχθηκε η προσβολή.

    […]»

    Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

    14

    Η Acacia Srl, εταιρία συσταθείσα κατά το ιταλικό δίκαιο, κατασκευάζει στην Ιταλία σώτρα [ζάντες] για μηχανοκίνητα οχήματα και τα εμπορεύεται σε διάφορα κράτη μέλη.

    15

    Η BMW, θεωρώντας ότι η εμπορία ορισμένων σώτρων από την Acacia στη Γερμανία συνιστά προσβολή καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος του οποίου είναι δικαιούχος, άσκησε αγωγή λόγω παραποίησης/απομίμησης ενώπιον δικαστηρίου κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων που έχει οριστεί από την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας. Το ως άνω δικαστήριο έκρινε ότι έχει διεθνή δικαιοδοσία δυνάμει του άρθρου 82, παράγραφος 5, του κανονισμού 6/2002. Η Acacia ισχυρίστηκε ως εναγομένη ότι τα επίμαχα σώτρα καλύπτονται από το άρθρο 110 του κανονισμού αυτού και ότι δεν συντρέχει, κατά συνέπεια, περίπτωση παραποίησης/απομίμησης.

    16

    Το εν λόγω δικαστήριο αποφάνθηκε ότι η Acacia είχε όντως τελέσει τις προβαλλόμενες από την BMW πράξεις παραποίησης/απομίμησης, διέταξε την άρση της προσβολής και την παράλειψή της στο μέλλον και, παραπέμποντας στο άρθρο 8, παράγραφος 2, του κανονισμού 864/2007, εφάρμοσε το γερμανικό δίκαιο στα λεγόμενα «παρεπόμενα» αιτήματα της BMW για καταβολή αποζημίωσης, παροχή πληροφοριακών στοιχείων, επίδειξη εγγράφων, απόδοση λογαριασμών και παράδοση των προϊόντων παραποίησης/απομίμησης με σκοπό την καταστροφή τους. Τα προαναφερθέντα αιτήματα έγιναν, ως επί το πλείστον, δεκτά βάσει των κανόνων του εθνικού αυτού δικαίου.

    17

    Η Acacia άσκησε έφεση ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου. Αμφισβητεί την ύπαρξη παραποίησης/απομίμησης και υποστηρίζει, επιπλέον, ότι το εφαρμοστέο δίκαιο επί των παρεπόμενων αιτημάτων της BMW είναι το ιταλικό.

    18

    Το αιτούν δικαστήριο διαπιστώνει ότι η διεθνής δικαιοδοσία των δικαστηρίων κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων που έχουν οριστεί από την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας απορρέει, εν προκειμένω, από το άρθρο 82, παράγραφος 5, του κανονισμού 6/2002 και ότι η Acacia τέλεσε τις προβαλλόμενες από την BMW πράξεις παραποίησης/απομίμησης.

    19

    Διατηρεί, αντιθέτως, αμφιβολίες όσον αφορά το ποιο εθνικό δίκαιο έχει εφαρμογή επί των παρεπόμενων αξιώσεων της BMW. Παρατηρεί ότι η έκβαση της διαφοράς θα εξαρτηθεί, σε κάποιο βαθμό, από το ζήτημα αυτό, δεδομένου ότι οι κανόνες του γερμανικού δικαίου αναφορικά με την επίδειξη εγγράφων και την απόδοση λογαριασμών διαφέρουν από εκείνους του ιταλικού δικαίου.

    20

    Το αιτούν δικαστήριο εκτιμά ότι, βάσει του άρθρου 8, παράγραφος 2, του κανονισμού 864/2007, όπως ερμηνεύθηκε από το Δικαστήριο με την απόφαση της 27ης Σεπτεμβρίου 2017, Nintendo (C‑24/16 και C‑25/16, EU:C:2017:724), θα μπορούσε να γίνει δεκτό ότι στην προκειμένη περίπτωση τυγχάνει εφαρμογής το ιταλικό δίκαιο. Διαπιστώνει συναφώς ότι το γενεσιουργό της ζημίας γεγονός επήλθε στην Ιταλία, δεδομένου ότι από εκεί προέρχονταν τα επίδικα προϊόντα που κυκλοφόρησαν στη Γερμανία.

    21

    Ωστόσο, τα επίμαχα στην κύρια δίκη προϊόντα παραποίησης/απομίμησης πωλούνταν στη Γερμανία και διαφημίζονταν, προς τον σκοπό αυτό, μέσω διαδικτύου στους καταναλωτές του συγκεκριμένου κράτους μέλους.

    22

    Υπό τις συνθήκες αυτές, το Oberlandesgericht Düsseldorf (εφετείο Ντίσελντορφ, Γερμανία) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

    «1)

    Μπορεί εθνικό δικαστήριο, το οποίο δυνάμει του άρθρου 82, παράγραφος 5, του κανονισμού 6/2002 έχει διεθνή δικαιοδοσία βάσει του τόπου όπου διαπράχθηκε η πράξη επί αγωγής για παραποιήσεις/απομιμήσεις κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων, να εφαρμόσει το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους στο οποίο έχει την έδρα του (lex fori) ως προς τις παρεπόμενες αξιώσεις που συνδέονται με το έδαφος του εν λόγω κράτους μέλους;

    2)

    Σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως στο πρώτο ερώτημα: μπορεί “τόπος τελέσεως […] της αρχικής πράξεως παραποίησης/απομίμησης”, κατά την έννοια της αποφάσεως της 27ης Σεπτεμβρίου 2017, Nintendo (C‑24/16 και C‑25/16, EU:C:2017:724), για τον καθορισμό του εφαρμοστέου δικαίου επί παρεπόμενων αξιώσεων κατά το άρθρο 8, παράγραφος 2, του κανονισμού [864/2007] να είναι και το κράτος μέλος όπου βρίσκονται οι καταναλωτές στους οποίους απευθύνεται διαφήμιση μέσω διαδικτύου και όπου διατίθενται στην αγορά προϊόντα που αποτελούν παραποίηση/απομίμηση κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος κατά την έννοια του άρθρου 19 του κανονισμού 6/2002, όταν αντικείμενο της αγωγής αποτελεί μόνον η προσφορά και διάθεση στην αγορά του εν λόγω κράτους μέλους, και μάλιστα ακόμη και όταν οι προσφορές μέσω διαδικτύου βάσει των οποίων επιχειρείται η προσφορά και διάθεση στην αγορά έχουν δρομολογηθεί σε άλλο κράτος μέλος;»

    Επί της αιτήσεως επανάληψης της προφορικής διαδικασίας

    23

    Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 19 Νοεμβρίου 2021, η BMW υπέβαλε παρατηρήσεις επί των προτάσεων του γενικού εισαγγελέα. Σε ερώτηση της Γραμματείας σχετική με το περιεχόμενο των παρατηρήσεων αυτών, η BMW εξήγησε ότι στόχος τους ήταν η επανάληψη της προφορικής διαδικασίας κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 83 του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου.

    24

    Δυνάμει της συγκεκριμένης διατάξεως του Κανονισμού Διαδικασίας του, το Δικαστήριο μπορεί οποτεδήποτε, αφού ακούσει τον γενικό εισαγγελέα, να διατάξει την επανάληψη της προφορικής διαδικασίας, ιδίως αν κρίνει ότι δεν έχει διαφωτιστεί επαρκώς ή όταν ένας διάδικος, μετά τη λήξη της διαδικασίας αυτής, επικαλείται νέο πραγματικό περιστατικό δυνάμενο να ασκήσει αποφασιστική επιρροή επί της αποφάσεως του Δικαστηρίου ή ακόμη όταν, προς επίλυση της διαφοράς, το Δικαστήριο χρειάζεται να στηριχθεί σε επιχείρημα επί του οποίου δεν διεξήχθη συζήτηση μεταξύ των διαδίκων ή των ενδιαφερομένων κατά την έννοια του άρθρου 23 του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    25

    Εν προκειμένω, η BMW ισχυρίζεται ότι ο γενικός εισαγγελέας, αφενός, δεν έλαβε επαρκώς υπόψη ορισμένα πραγματικά στοιχεία τα οποία είχαν εκτεθεί στις γραπτές και τις προφορικές παρατηρήσεις που διατυπώθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου και, αφετέρου, ανέλυσε εσφαλμένως, στις προτάσεις του, την ειδική περίπτωση κατά την οποία ο δικαιούχος κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος προτίθεται να προβάλει τα δικαιώματά του στο πλαίσιο διαδικασίας ασφαλιστικών μέτρων.

    26

    Ειδικότερα, κατά την BMW, ο γενικός εισαγγελέας απέδωσε υπερβολική σημασία στο άρθρο 90, παράγραφος 1, του κανονισμού 6/2002. Η BMW επιθυμεί να δώσει τη δική της απάντηση στη γνώμη του γενικού εισαγγελέα, την οποία θεωρεί εσφαλμένη.

    27

    Υπενθυμίζεται όμως ότι το περιεχόμενο των προτάσεων του γενικού εισαγγελέα δεν συνιστά, αυτό καθεαυτό, νέο πραγματικό περιστατικό που να δικαιολογεί την επανάληψη της προφορικής διαδικασίας, διότι σε διαφορετική περίπτωση οι διάδικοι θα είχαν τη δυνατότητα, μέσω της επίκλησης της ύπαρξης τέτοιου πραγματικού περιστατικού, να απαντήσουν στις προτάσεις του. Ωστόσο, επί των προτάσεων του γενικού εισαγγελέα δεν διεξάγεται συζήτηση μεταξύ των διαδίκων. Το Δικαστήριο έχει υπογραμμίσει ότι, βάσει του άρθρου 252 ΣΛΕΕ, ο ρόλος του γενικού εισαγγελέα είναι να διατυπώνει δημόσια, με πλήρη αμεροληψία και ανεξαρτησία, αιτιολογημένες προτάσεις επί των υποθέσεων που, σύμφωνα με τον Οργανισμό του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, χρήζουν παρέμβασης εκ μέρους του, προκειμένου να συνδράμει το Δικαστήριο στην εκπλήρωση του έργου του, το οποίο συνίσταται στη διασφάλιση της τήρησης του δικαίου κατά την ερμηνεία και την εφαρμογή των Συνθηκών. Από τον συνδυασμό του άρθρου 20, τέταρτο εδάφιο, του Οργανισμού και του άρθρου 82, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας συνάγεται ότι με την ανάπτυξη των προτάσεων του γενικού εισαγγελέα περατώνεται η προφορική διαδικασία. Συνεπώς, το στάδιο της διάσκεψης του Δικαστηρίου αρχίζει με τις προτάσεις του γενικού εισαγγελέα, οι οποίες δεν αποτελούν αντικείμενο συζήτησης μεταξύ των διαδίκων (απόφαση της 6ης Οκτωβρίου 2021, Sumal, C‑882/19, EU:C:2021:800, σκέψη 21 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

    28

    Εν προκειμένω, το Δικαστήριο διαπιστώνει, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, ότι από τα στοιχεία που προέβαλε η BMW δεν προκύπτει κανένα νέο πραγματικό περιστατικό ικανό να ασκήσει αποφασιστική επιρροή επί της αποφάσεως την οποία καλείται να εκδώσει στην υπό κρίση υπόθεση και ότι η απόφαση αυτή δεν χρειάζεται να στηριχθεί σε επιχείρημα επί του οποίου δεν διεξήχθη συζήτηση μεταξύ των διαδίκων ή των ενδιαφερομένων. Τέλος, το Δικαστήριο έχει διαφωτιστεί επαρκώς προκειμένου να αποφανθεί, δεδομένου ότι έχει στη διάθεσή του, κατά το πέρας της έγγραφης και της προφορικής διαδικασίας, όλα τα αναγκαία στοιχεία. Υπό τις συνθήκες αυτές, δεν συντρέχει λόγος να διαταχθεί η επανάληψη της προφορικής διαδικασίας.

    Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

    29

    Κατά πάγια νομολογία, στο πλαίσιο της διαδικασίας συνεργασίας μεταξύ των εθνικών δικαστηρίων και του Δικαστηρίου την οποία καθιερώνει το άρθρο 267 ΣΛΕΕ, απόκειται στο Δικαστήριο να δώσει στον εθνικό δικαστή χρήσιμη απάντηση που να του παρέχει τη δυνατότητα να επιλύσει τη διαφορά της οποίας έχει επιληφθεί. Υπό το πρίσμα αυτό, το Δικαστήριο μπορεί να αναδιατυπώσει, εφόσον το κρίνει απαραίτητο, τα ερωτήματα που του έχουν υποβληθεί (απόφαση της 15ης Ιουλίου 2021, The Department for Communities in Northern Ireland, C‑709/20, EU:C:2021:602, σκέψη 61 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

    30

    Με την παρούσα προδικαστική παραπομπή τίθεται το ζήτημα ποιο είναι σε περίπτωση άσκησης αγωγής λόγω παραποίησης/απομίμησης δυνάμει του άρθρου 82, παράγραφος 5, του κανονισμού 6/2002 το εφαρμοστέο δίκαιο επί των παρεπόμενων αιτημάτων της αγωγής αυτής, με τα οποία η ενάγουσα ζητεί, εκτός του πεδίου εφαρμογής των ουσιαστικών διατάξεων του συστήματος προστασίας που θεσπίζει ο ως άνω κανονισμός για τα κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα, να διαταχθεί η αυτουργός της παραποίησης/απομίμησης να καταβάλει αποζημίωση, να επιδείξει πληροφοριακά στοιχεία, έγγραφα και λογαριασμούς, καθώς και να παραδώσει τα προϊόντα παραποίησης/απομίμησης με σκοπό την καταστροφή τους.

    31

    Όπως έχει αποφανθεί το Δικαστήριο, οι αξιώσεις για αποκατάσταση της ζημίας που προκλήθηκε από τις δραστηριότητες του αυτουργού της παραποίησης/απομίμησης και για παροχή πληροφοριών σχετικών με τις δραστηριότητες αυτές, προκειμένου να προσδιορισθεί η ζημία, διέπονται από τον κανόνα του άρθρου 88, παράγραφος 2, του κανονισμού 6/2002. Βάσει της διατάξεως αυτής, το δικαστήριο κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων ενώπιον του οποίου προβάλλονται τέτοιες αξιώσεις, σχετικές με θέματα που δεν καλύπτονται από το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού, εφαρμόζει το εθνικό του δίκαιο, περιλαμβανομένων των διατάξεων του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου (πρβλ. απόφαση της 13ης Φεβρουαρίου 2014, H. Gautzsch Großhandel, C‑479/12, EU:C:2014:75, σκέψεις 53 και 54).

    32

    Η δε αξίωση καταστροφής των προϊόντων παραποίησης/απομίμησης διέπεται από τον κανόνα του άρθρου 89, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, του εν λόγω κανονισμού, το οποίο ορίζει, όσον αφορά τις κυρώσεις που δεν προβλέπονται από τον ίδιο τον κανονισμό, ότι εφαρμόζεται «το δίκαιο, συμπεριλαμβανομένου του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου, του κράτους μέλους στο οποίο διαπράχθηκαν ή επαπειλούνται να διαπραχθούν οι πράξεις παραποίησης/απομίμησης». Τούτο διότι η καταστροφή των προϊόντων αυτών καταλέγεται μεταξύ των «άλλων κυρώσεων» που ενδέχεται να «κρίνονται σκόπιμες εν προκειμένω», κατά την έννοια της προαναφερθείσας διατάξεως (πρβλ. απόφαση της 13ης Φεβρουαρίου 2014, H. Gautzsch Großhandel, C‑479/12, EU:C:2014:75, σκέψη 52).

    33

    Το αιτούν δικαστήριο καλεί επομένως το Δικαστήριο να ερμηνεύσει το άρθρο 88, παράγραφος 2, και το άρθρο 89, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, του κανονισμού 6/2002, ώστε να αποσαφηνιστεί τι ισχύει, δυνάμει των διατάξεων αυτών, σε περίπτωση που η αγωγή λόγω παραποίησης/απομίμησης αφορά πράξεις οι οποίες τελέστηκαν ή επαπειλούνται να τελεστούν εντός ενός και μόνον κράτους μέλους.

    34

    Ως εκ τούτου, με τα ερωτήματά του, τα οποία πρέπει να εξεταστούν από κοινού, το αιτούν δικαστήριο ζητεί κατ’ ουσίαν να διευκρινιστεί αν το άρθρο 88, παράγραφος 2, και το άρθρο 89, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, του κανονισμού 6/2002 έχουν την έννοια ότι το δικαστήριο κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων ενώπιον του οποίου έχει ασκηθεί, δυνάμει του άρθρου 82, παράγραφος 5, του ίδιου κανονισμού, αγωγή λόγω παραποίησης/απομίμησης σε σχέση με πράξεις παραποίησης/απομίμησης που τελέστηκαν ή επαπειλούνται να τελεστούν εντός ενός και μόνον κράτους μέλους οφείλει να βασιστεί στο εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους της έδρας του για να εξετάσει τα παρεπόμενα αιτήματα της αγωγής αυτής, με τα οποία ζητείται η καταβολή αποζημίωσης, η επίδειξη πληροφοριακών στοιχείων, εγγράφων και λογαριασμών, καθώς και η παράδοση των προϊόντων παραποίησης/απομίμησης με σκοπό την καταστροφή τους.

    35

    Επ’ αυτού πρέπει να υπενθυμιστεί ευθύς εξαρχής ότι, όπως ορίζει το άρθρο 83, παράγραφος 2, του κανονισμού 6/2002, το δικαστήριο κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων το οποίο επιλαμβάνεται κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 82, παράγραφος 5, του ως άνω κανονισμού είναι αρμόδιο να αποφανθεί μόνον επί των πράξεων παραποίησης/απομίμησης που τελέστηκαν ή επαπειλούνται να τελεστούν στο κράτος μέλος της έδρας του.

    36

    Συνεπώς, το άρθρο 82, παράγραφος 5, προβλέπει εναλλακτική βάση διεθνούς δικαιοδοσίας προκειμένου να μπορεί ο δικαιούχος κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος να ασκήσει μία ή περισσότερες στοχευμένες αγωγές που να αφορούν η καθεμία ειδικώς τις πράξεις παραποίησης/απομίμησης οι οποίες τελέστηκαν ή επαπειλούνται να τελεστούν εντός ενός και μόνον κράτους μέλους (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 5ης Σεπτεμβρίου 2019, AMS Neve κ.λπ., C‑172/18, EU:C:2019:674, σκέψεις 42 και 63).

    37

    Εν προκειμένω, η αγωγή λόγω παραποίησης/απομίμησης η οποία ασκήθηκε στη Γερμανία αφορά την εμπορία ορισμένων προϊόντων της Acacia στο συγκεκριμένο κράτος μέλος. Όπως προκύπτει από τα στοιχεία της δικογραφίας ενώπιον του Δικαστηρίου, οι πράξεις παραποίησης/απομίμησης για τις οποίες κατηγορείται η επιχείρηση αυτή συνίστανται, αφενός, στη διαδικτυακή διαφήμιση των επίδικων προϊόντων στους καταναλωτές εντός της Γερμανίας με σκοπό την πώλησή τους εκεί και, αφετέρου, στην εμπορία των επίδικων προϊόντων στη Γερμανία.

    38

    Οι προαναφερθείσες πράξεις μπορούν, πράγματι, να καλύπτονται από μια αγωγή λόγω παραποίησης/απομίμησης η οποία εστιάζει στοχευμένα, δυνάμει του άρθρου 82, παράγραφος 5, του κανονισμού 6/2002, εντός ενός και μόνον κράτους μέλους. Το γεγονός ότι η εναγομένη έλαβε σε άλλο κράτος μέλος τις αποφάσεις και τα μέτρα που απαιτούνταν ενόψει των πράξεων αυτών δεν εμποδίζει την άσκηση τέτοιας αγωγής (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 5ης Σεπτεμβρίου 2019, AMS Neve κ.λπ., C‑172/18, EU:C:2019:674, σκέψη 65).

    39

    Δεδομένου ότι, στην περίπτωση αυτή, το δικαστήριο κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων ενώπιον του οποίου ασκήθηκε η αγωγή αποφαίνεται μόνον επί των πράξεων που τελέστηκαν ή επαπειλούνται να τελεστούν από την εναγομένη εντός του κράτους μέλους της έδρας του δικαστηρίου αυτού, πρέπει, βάσει του άρθρου 89, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, του κανονισμού 6/2002, το οποίο, όπως υπενθυμίστηκε στη σκέψη 32 της παρούσας αποφάσεως, διέπει τις αξιώσεις καταστροφής των προϊόντων παραποίησης/απομίμησης, να γίνει δεκτό ότι το εθνικό δίκαιο του ως άνω κράτους μέλους είναι εκείνο που θα εφαρμοστεί στο πλαίσιο της εξέτασης της βασιμότητας της σχετικής αξίωσης.

    40

    Εξάλλου, δυνάμει του άρθρου 88, παράγραφος 2, του κανονισμού αυτού, το δίκαιο του κράτους μέλους του εν λόγω δικαστηρίου διέπει και τις αξιώσεις καταβολής αποζημίωσης και επίδειξης πληροφοριακών στοιχείων, εγγράφων και λογαριασμών. Τέτοιες αξιώσεις δεν αφορούν την επιβολή «κυρώσεων» κατά την έννοια του άρθρου 89 του εν λόγω κανονισμού, αλλά συνδέονται, όπως υπενθυμίστηκε στη σκέψη 31 της παρούσας αποφάσεως, με «θέματα» τα οποία δεν καλύπτονται από το πεδίο εφαρμογής του ίδιου κανονισμού, κατά τη διατύπωση του προαναφερθέντος άρθρου 88, παράγραφος 2.

    41

    Το άρθρο 88, παράγραφος 2, και το άρθρο 89, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, του κανονισμού 6/2002 ορίζουν συγκεκριμένα ότι, στον βαθμό που το εθνικό δίκαιο του οικείου κράτους μέλους περιλαμβάνει κανόνες ιδιωτικού διεθνούς δικαίου, αυτοί αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του εφαρμοστέου δικαίου, κατά την έννοια των ως άνω άρθρων.

    42

    Μεταξύ των κανόνων ιδιωτικού διεθνούς δικαίου καταλέγονται και εκείνοι του κανονισμού 864/2007, και δη το άρθρο 8, παράγραφος 2, του κανονισμού αυτού. Κατά συνέπεια, οι διατάξεις για τις οποίες έγινε λόγος στο άρθρο 33 της παρούσας αποφάσεως πρέπει να ερμηνευθούν σε συνδυασμό με το εν λόγω άρθρο 8, παράγραφος 2.

    43

    Η τελευταία διάταξη ορίζει ότι, σε περίπτωση εξωσυμβατικής ενοχής που απορρέει από προσβολή ενιαίου ενωσιακού δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας, εφαρμοστέο δίκαιο για κάθε ζήτημα που δεν διέπεται από τη σχετική ρύθμιση του δικαίου της Ένωσης είναι «το δίκαιο της χώρας στην οποία διαπράχθηκε η προσβολή».

    44

    Σε περίπτωση που η υπό εξέταση παραποίηση/απομίμηση ή απειλή παραποίησης/απομίμησης εντοπίζεται σε ένα και μόνον κράτος μέλος, ο κανόνας αυτός δεν είναι δυνατόν να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι αφορά τη δυνατότητα εφαρμογής του δικαίου άλλου κράτους μέλους ή του δικαίου τρίτης χώρας. Δεδομένου ότι, βάσει του άρθρου 8, παράγραφος 2, του κανονισμού 864/2007, το εφαρμοστέο δίκαιο είναι εκείνο το οποίο ισχύει στον τόπο της προσβολής, το δίκαιο αυτό συμπίπτει, σε περίπτωση αγωγής που έχει ασκηθεί δυνάμει του άρθρου 82, παράγραφος 5, του κανονισμού 6/2002 και αφορά, ως εκ τούτου, πράξεις παραποίησης/απομίμησης οι οποίες έχουν τελεστεί ή επαπειλούνται να τελεστούν εντός ενός και μόνον κράτος μέλος, με το δίκαιο του συγκεκριμένου κράτους μέλους.

    45

    Μολονότι δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο να έχει προσβληθεί το επίμαχο κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα και σε άλλα κράτη μέλη ή τρίτες χώρες, εντούτοις τυχόν τέτοιες προσβολές δεν αποτελούν αντικείμενο της διαφοράς της δίκης που έχει κινηθεί δυνάμει του άρθρου 82, παράγραφος 5, του κανονισμού 6/2002. Οι σκοποί της ασφάλειας δικαίου και της προβλεψιμότητας, που μνημονεύονται στις αιτιολογικές σκέψεις 14 και 16 του κανονισμού 864/2007, θα υπονομεύονταν αν η φράση «χώρα στην οποία διαπράχθηκε η προσβολή» του κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος ερμηνευόταν υπό την έννοια ότι αναφέρεται σε χώρα στην οποία τελέστηκαν πράξεις παραποίησης/απομίμησης που δεν αποτελούν αντικείμενο της οικείας ένδικης διαφοράς.

    46

    Εξάλλου, αν η φράση «δίκαιο της χώρας στην οποία διαπράχθηκε η προσβολή [του δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας]», όπως χρησιμοποιείται στο άρθρο 8, παράγραφος 2, του κανονισμού 864/2007, ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι αναφέρεται στο δίκαιο εκείνης μόνον της χώρας σε σχέση με την οποία ο ενάγων επικαλείται, προς στήριξη αγωγής λόγω παραποίησης/απομίμησης δυνάμει του άρθρου 82, παράγραφος 5, του κανονισμού 6/2002, την προστασία του επίμαχου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος, τότε τηρείται η αρχή «lex loci protectionis», η οποία, όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 26 του κανονισμού 864/2007, έχει ιδιαίτερη σημασία στον τομέα της διανοητικής ιδιοκτησίας.

    47

    Ως προς το σημείο αυτό, πρέπει να γίνει διάκριση μεταξύ της υποθέσεως της κύριας δίκης και της περιπτώσεως που είχε εξεταστεί με την απόφαση της 27ης Σεπτεμβρίου 2017, Nintendo (C‑24/16 και C‑25/16, EU:C:2017:724), η οποία χαρακτηριζόταν από το γεγονός ότι, όπως είχε διαπιστώσει κατ’ ουσίαν το Δικαστήριο στη σκέψη 103 της αποφάσεως εκείνης, προσάπτονταν στην ίδια εναγομένη, στο πλαίσιο της ίδιας αγωγής, πράξεις παραποίησης/απομίμησης που είχαν τελεστεί σε διάφορα κράτη μέλη.

    48

    Η ερμηνεία που έδωσε το Δικαστήριο με την προαναφερθείσα απόφαση, κρίνοντας ότι, υπό τέτοιες περιστάσεις, η φράση «δίκαιο της χώρας στην οποία διαπράχθηκε η προσβολή [του δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας]», όπως χρησιμοποιείται στο άρθρο 8, παράγραφος 2, του κανονισμού 864/2007, αναφέρεται στο δίκαιο της χώρας όπου τελέστηκε η αρχική πράξη παραποίησης/απομίμησης (απόφαση της 27ης Σεπτεμβρίου 2017, Nintendo, C‑24/16 και C‑25/16, EU:C:2017:724, σκέψη 111), διασφαλίζει την εφαρμογή ενός και μόνο δικαίου ως προς το σύνολο των παρεπόμενων αιτημάτων αγωγής ασκηθείσας δυνάμει μιας εκ των παραγράφων 1, 2, 3 ή 4 του άρθρου 82 του κανονισμού 6/2002, δεδομένου ότι στο πλαίσιο μιας τέτοιας αγωγής είναι δυνατόν, όπως ορίζει το άρθρο 83, παράγραφος 1, του κανονισμού αυτού, το επιληφθέν δικαστήριο να αποφανθεί επί πράξεων παραποίησης/απομίμησης που έχουν τελεστεί σε οποιοδήποτε κράτος μέλος.

    49

    Η ως άνω ερμηνεία όμως δεν είναι δυνατόν να εφαρμοστεί κατ’ αναλογίαν στην περίπτωση όπου ο δικαιούχος κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος, αντί να ασκήσει αγωγή δυνάμει μιας εκ των παραγράφων 1, 2, 3 ή 4 του άρθρου 82, επιλέγει να ασκήσει, δυνάμει της παραγράφου 5 του ίδιου άρθρου, μία ή περισσότερες στοχευμένες αγωγές, καθεμία από τις οποίες αφορά πράξεις παραποίησης/απομίμησης που τελέστηκαν ή επαπειλούνται να τελεστούν εντός ενός και μόνον κράτους μέλους. Στην τελευταία περίπτωση, δεν απαιτείται από το επιληφθέν δικαστήριο να ελέγξει αν, σε κράτος μέλος διαφορετικό από εκείνο με το οποίο συνδέεται η αγωγή, υφίσταται κάποια αρχική πράξη παραποίησης/απομίμησης και να στηριχθεί σε αυτήν προκειμένου να εφαρμόσει το δίκαιο του άλλου κράτους μέλους, μολονότι η διαφορά ενώπιόν του δεν αφορά ούτε την εν λόγω πράξη ούτε το άλλο κράτος μέλος.

    50

    Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι ο δικαιούχος κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος δεν μπορεί, σε σχέση με τις ίδιες πράξεις παραποίησης/απομίμησης, να σωρεύσει αγωγές στηριζόμενες στην παράγραφο 5 του άρθρου 82 του κανονισμού 6/2002 και στις λοιπές παραγράφους του ίδιου άρθρου (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 5ης Σεπτεμβρίου 2019, AMS Neve κ.λπ., C‑172/18, EU:C:2019:674, σκέψεις 40 και 41). Δεν συντρέχει, συνεπώς, κίνδυνος να ανακύψει μια κατάσταση όπου παρεπόμενα αιτήματα αγωγής λόγω παραποίησης/απομίμησης τα οποία έχουν το ίδιο αντικείμενο θα εξεταστούν στο πλαίσιο περισσότερων διαδικασιών βάσει διαφορετικών δικαίων.

    51

    Κατόπιν όλων των ανωτέρω, πρέπει να δοθεί στα υποβληθέντα ερωτήματα η απάντηση ότι το άρθρο 88, παράγραφος 2, και το άρθρο 89, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, του κανονισμού 6/2002, καθώς και το άρθρο 8, παράγραφος 2, του κανονισμού 864/2007 έχουν την έννοια ότι το δικαστήριο κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων ενώπιον του οποίου έχει ασκηθεί, δυνάμει του άρθρου 82, παράγραφος 5, του κανονισμού 6/2002, αγωγή λόγω παραποίησης/απομίμησης σε σχέση με πράξεις παραποίησης/απομίμησης που τελέστηκαν ή επαπειλούνται να τελεστούν εντός ενός και μόνον κράτους μέλους οφείλει να εξετάσει τα παρεπόμενα αιτήματα της αγωγής αυτής, με τα οποία ζητείται η καταβολή αποζημίωσης, η επίδειξη πληροφοριακών στοιχείων, εγγράφων και λογαριασμών, καθώς και η παράδοση των προϊόντων παραποίησης/απομίμησης με σκοπό την καταστροφή τους, βασιζόμενο στο εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους όπου τελέστηκαν ή επαπειλούνται να τελεστούν οι πράξεις που φέρονται να προσβάλουν το σχετικό κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα, όπερ συμπίπτει, σε περίπτωση αγωγής ασκηθείσας δυνάμει του εν λόγω άρθρου 82, παράγραφος 5, με το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους της έδρας του ως άνω δικαστηρίου.

    Επί των δικαστικών εξόδων

    52

    Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

     

    Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (πέμπτο τμήμα) αποφαίνεται:

     

    Το άρθρο 88, παράγραφος 2, και το άρθρο 89, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, του κανονισμού (ΕΚ) 6/2002 του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2001, για τα κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα, καθώς και το άρθρο 8, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) 864/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Ιουλίου 2007, για το εφαρμοστέο δίκαιο στις εξωσυμβατικές ενοχές («Ρώμη II»), έχουν την έννοια ότι το δικαστήριο κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων ενώπιον του οποίου έχει ασκηθεί, δυνάμει του άρθρου 82, παράγραφος 5, του κανονισμού 6/2002, αγωγή λόγω παραποίησης/απομίμησης σε σχέση με πράξεις παραποίησης/απομίμησης που τελέστηκαν ή επαπειλούνται να τελεστούν εντός ενός και μόνον κράτους μέλους οφείλει να εξετάσει τα παρεπόμενα αιτήματα της αγωγής αυτής, με τα οποία ζητείται η καταβολή αποζημίωσης, η επίδειξη πληροφοριακών στοιχείων, εγγράφων και λογαριασμών, καθώς και η παράδοση των προϊόντων παραποίησης/απομίμησης με σκοπό την καταστροφή τους, βασιζόμενο στο εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους όπου τελέστηκαν ή επαπειλούνται να τελεστούν οι πράξεις που φέρονται να προσβάλουν το σχετικό κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα, όπερ συμπίπτει, σε περίπτωση αγωγής ασκηθείσας δυνάμει του εν λόγω άρθρου 82, παράγραφος 5, με το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους της έδρας του ως άνω δικαστηρίου.

     

    (υπογραφές)


    ( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική.

    Top