Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62009CN0398

    Υπόθεση C-398/09: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Østre Landsret (Δανία) στις 14 Οκτωβρίου 2009 — Lady & Kid A/S, Direct Nyt ApS, A/S Harald Nyborg Isenkram- og Sportsforretning, KID-Holding A/S κατά Skatteministeriet

    ΕΕ C 312 της 19.12.2009, p. 22–23 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    19.12.2009   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 312/22


    Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Østre Landsret (Δανία) στις 14 Οκτωβρίου 2009 — Lady & Kid A/S, Direct Nyt ApS, A/S Harald Nyborg Isenkram- og Sportsforretning, KID-Holding A/S κατά Skatteministeriet

    (Υπόθεση C-398/09)

    2009/C 312/37

    Γλώσσα διαδικασίας: η δανική

    Αιτούν δικαστήριο

    Østre Landsret

    Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

    Εκκαλούσες: Lady & Kid A/S, Direct Nyt ApS, A/S Harald Nyborg Isenkram- og Sportsforretning, KID-Holding A/S

    Εφεσίβλητο: Skatteministeriet

    Προδικαστικά ερωτήματα

    1)

    Έχει η απόφαση του Δικαστηρίου της 14ης Ιανουαρίου 1997, C-192/95 έως C-218/95, Comateb κ.λπ. (1), την έννοια ότι η μετακύλιση παρανόμου φόρου επί προϊόντος προϋποθέτει ότι ο φόρος μετακυλίστηκε στον αγοραστή του προϊόντος στο πλαίσιο εκάστης εμπορικής συναλλαγής ή μπορεί η μετακύλιση επί των τιμών να γίνει και στις τιμές άλλων εμπορευμάτων στο πλαίσιο εμπορικών συναλλαγών τελείως διαφορετικών πριν και μετά την πώληση του συγκεκριμένου προϊόντος, λόγου χάρη αν αξιολογηθεί το σύνολο της μετακύλισης σε περίοδο τεσσάρων ετών όσον αφορά ένα μεγάλο αριθμό προϊόντων εισαγομένων και μη εισαγομένων;

    2)

    Έχει ο όρος «μετακύλιση» κατά το κοινοτικό δίκαιο την έννοια ότι ο παράνομος φόρος που εισπράττεται επί της πωλήσεως ενός προϊόντος δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι μετακυλίστηκε παρά μόνον αν η τιμή του προϊόντος αυξάνεται σε σχέση με την ισχύουσα αμέσως πριν τη θέσπιση του φόρου ή μπορεί ο φόρος να θεωρηθεί ότι μετακυλίστηκε αν η υπόχρεη επιχείρηση πραγματοποίησε κατά τον χρόνο της θεσπίσεως του παρανόμου φόρου οικονομία λόγω άλλων εισφορών εισπραττομένων επί άλλης βάσεως και αν συνεπώς δεν μετέβαλε τις τιμές της;

    3)

    Έχει ο όρος «αδικαιολόγητος πλουτισμός» κατά το κοινοτικό δίκαιο την έννοια ότι η επιστροφή φόρου που εισπράχθηκε παράνομα επί της πωλήσεως προϊόντος μπορεί να θεωρηθεί ότι οδήγησε σε αδικαιολόγητο πλουτισμό αν η επιχείρηση πραγματοποίησε οικονομίες πριν και μετά την πώληση του φορολογηθέντος προϊόντος λόγω της καταργήσεως άλλων εισφορών εισπραττομένων επί άλλης βάσεως, στην περίπτωση που η κατάργηση των άλλων εισφορών ωφέλησε και άλλες επιχειρήσεις και μάλιστα επιχειρήσεις που δεν κατέβαλαν τον παράνομο φόρο ή τον κατέβαλαν σε μικρότερο βαθμό;

    4)

    Στην περίπτωση που ένας παράνομος φόρος είχε ως συνέπεια, λόγω της διαρθρώσεώς του, ότι η φορολογική επιβάρυνση των επιχειρήσεων εισαγωγής προϊόντων υπήρξε κατ’ αναλογία υψηλότερη από την επιβάρυνση των επιχειρήσεων που εφοδιάζονται σε μεγαλύτερο μέτρο από την εγχώρια αγορά και που η θέσπιση του παρανόμου φόρου συνδέθηκε με κατάργηση άλλης νόμιμης εισφοράς, εισπραττομένης επί άλλης βάσεως που επιβάρυνε ανάλογα τις δύο κατηγορίες επιχειρήσεων στο ίδιο βαθμό και ανεξάρτητα από την προέλευση των αγορών των επιχειρήσεων, ερωτάται

    i)

    επιτρέπει το κοινοτικό δίκαιο να απορρίπτεται, εν όλω ή εν μέρει, το αίτημα επιστροφής του παρανόμου φόρου σε επιχείρηση που εισάγει εμπορεύματα με αιτιολογία τη μετακύλιση και τον αδικαιολόγητο πλουτισμό στο μέτρο που η άρνηση έχει ως συνέπεια ότι η επιχείρηση, η οποία κατέβαλε συγκριτικά μεγαλύτερο ποσό του παρανόμου φόρου από παρόμοια επιχείρηση που αγόρασε παρόμοια προϊόντα στην εγχώρια αγορά περιάγεται ceteris paribus σε μειονεκτική θέση ως αποτέλεσμα της φορολογικής μεταρρύθμισης και της αρνήσεως επιστροφής σε σχέση με παρόμοιες επιχειρήσεις που εφοδιάστηκαν σε μεγαλύτερο βαθμό από την εγχώρια αγορά;

    ii)

    μπορεί η επιστροφή του παρανόμου φόρου σε συγκεκριμένη περίπτωση να οδηγήσει θεωρητικά σε «αδικαιολόγητο πλουτισμό» και κατά συνέπεια μπορεί να απορριφθεί το αίτημα επιστροφής αν η επιστροφή –ακόμα και αν θεωρηθεί ότι ο φόρος μετακυλίστηκε– είναι αναγκαία προκειμένου να εξισωθεί το αποτέλεσμα της φορολογικής μεταρρύθμισης, ceteris paribus κατά τα λοιπά, μετά την ενδεχομένη επιστροφή για τις επιχειρήσεις που εισάγουν εμπορεύματα και για τις επιχειρήσεις που αγοράζουν εγχώρια εμπορεύματα;

    iii)

    αντιβαίνει για άλλους λόγους στο κοινοτικό δίκαιο και ειδικότερα αντιβαίνει στην αρχή της ίσης μεταχείρισης η άρνηση επιστροφής σε μια τέτοια περίπτωση που συνεπάγεται ότι οι επιχειρήσεις οι οποίες εφοδιάστηκαν σε μεγάλο βαθμό από την εγχώρια αγορά ωφελήθηκαν σε σχέση με τις επιχειρήσεις που πραγματοποίησαν σε μεγαλύτερο βαθμό εισαγωγές;

    iv)

    προκύπτει από την απάντηση στο τρίτο ερώτημα ότι δεν επιτρέπεται η άρνηση επιστροφής του αχρεωστήτως καταβληθέντος φόρου με αιτιολογία τον αδικαιολόγητο πλουτισμό, στο μέτρο που η επιστροφή απλώς εξουδετερώνει το πλεονέκτημα που είχαν οι επιχειρήσεις οι οποίες εφοδιάστηκαν από την εγχώρια αγορά σε σχέση με τις επιχειρήσεις που πραγματοποίησαν εισαγωγές σε μεγαλύτερο βαθμό.


    (1)  Συλλογή 1997, σ. I-165.


    Top