Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52023PC0228

    Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την τροποποίηση της οδηγίας 2014/49/ΕΕ όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής της προστασίας των καταθέσεων, τη χρήση των κεφαλαίων των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων, τη διασυνοριακή συνεργασία και τη διαφάνεια

    COM/2023/228 final

    Στρασβούργο, 18.4.2023

    COM(2023) 228 final

    2023/0115(COD)

    Πρόταση

    ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

    για την τροποποίηση της οδηγίας 2014/49/ΕΕ όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής της προστασίας των καταθέσεων, τη χρήση των κεφαλαίων των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων, τη διασυνοριακή συνεργασία και τη διαφάνεια

    (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

    {SEC(2023) 230 final} - {SWD(2023) 225 final} - {SWD(2023) 226 final}


    ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

    1.ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

    Αιτιολόγηση και στόχοι της πρότασης

    Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις της οδηγίας 2014/49/ΕΕ 1 (στο εξής: «οδηγία για τα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων» ή «ΟΣΕΚ») αποτελούν μέρος της δέσμης νομοθετικών μέτρων για τη διαχείριση κρίσεων και την ασφάλιση των καταθέσεων (στο εξής: ΔΚΑΚ), η οποία περιλαμβάνει επίσης τροποποιήσεις της οδηγίας 2014/59/ΕΕ 2 (στο εξής: «οδηγία για την ανάκαμψη και την εξυγίανση των τραπεζών» ή «οδηγία BRRD») και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 806/2014 3 (στο εξής: «κανονισμός για τον Ενιαίο Μηχανισμό Εξυγίανσης» ή «κανονισμός SRMR»).

    Μολονότι το πλαίσιο διαχείρισης κρίσεων της ΕΕ είναι εδραιωμένο, από τα παλαιότερα επεισόδια πτώχευσης τραπεζών έχει αναδειχθεί η ανάγκη βελτιώσεων. Σκοπός της μεταρρύθμισης της ΔΚΑΚ είναι να αξιοποιήσει τους στόχους του πλαισίου διαχείρισης κρίσεων και να εξασφαλίσει την εφαρμογή πιο συνεκτικής προσέγγισης όσον αφορά την εξυγίανση, ώστε οποιαδήποτε τράπεζα που βρίσκεται σε κρίση να μπορεί να εξέλθει από την αγορά με συντεταγμένο τρόπο, διαφυλάσσοντας παράλληλα τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και τα χρήματα των φορολογουμένων και διασφαλίζοντας την εμπιστοσύνη των καταθετών. Ειδικότερα, το υφιστάμενο πλαίσιο εξυγίανσης για τις τράπεζες μικρότερου και μεσαίου μεγέθους πρέπει να ενισχυθεί όσον αφορά τον σχεδιασμό, την υλοποίηση και, κυρίως, τα κίνητρα για την εφαρμογή του, ώστε να είναι δυνατή η εφαρμογή του στις εν λόγω τράπεζες με πιο αξιόπιστο τρόπο. Επιπλέον, το πλαίσιο προστασίας των καταθετών θα πρέπει να βελτιωθεί προκειμένου να διασφαλιστούν η συνεκτική εφαρμογή των κανόνων και ίσοι όροι ανταγωνισμού, με παράλληλη προστασία της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, ενίσχυση της εμπιστοσύνης των καταθετών και πρόληψη της μετάδοσης.

    Πλαίσιο της πρότασης

    Στον απόηχο της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης και της κρίσης δημόσιου χρέους, η ΕΕ έλαβε αποφασιστικά μέτρα, σύμφωνα με τις διεθνείς εκκλήσεις για μεταρρυθμίσεις, με στόχο τη δημιουργία ενός ασφαλέστερου χρηματοπιστωτικού τομέα για την ενιαία αγορά της ΕΕ. Αυτό περιλάμβανε τον εφοδιασμό με τα εργαλεία και τις εξουσίες για τον χειρισμό της πτώχευσης οποιασδήποτε τράπεζας με συντεταγμένο τρόπο, διαφυλάσσοντας παράλληλα τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, τα δημόσια οικονομικά και την προστασία των καταθετών. Η τραπεζική ένωση δημιουργήθηκε το 2014 και αποτελείται επί του παρόντος από δύο πυλώνες: έναν ενιαίο εποπτικό μηχανισμό (στο εξής: ΕΕΜ) και έναν Ενιαίο Μηχανισμό Εξυγίανσης (στο εξής: ΕΜΕ). Ωστόσο, η τραπεζική ένωση δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί και ελλείπει ο τρίτος πυλώνας της: ένα Ευρωπαϊκό Σύστημα Ασφάλισης Καταθέσεων (στο εξής: ΕΣΑΚ) 4 . Η πρόταση της Επιτροπής για τη θέσπιση ΕΣΑΚ 5 , η οποία εκδόθηκε στις 24 Νοεμβρίου 2015, εξακολουθεί να εκκρεμεί.

    Η τραπεζική ένωση υποστηρίζεται από ένα ενιαίο εγχειρίδιο κανόνων το οποίο, όσον αφορά τη ΔΚΑΚ, αποτελείται από τρεις νομικές πράξεις της ΕΕ που εκδόθηκαν το 2014: την οδηγία BRRD, τον κανονισμό SRMR και την ΟΣΕΚ. Η οδηγία BRRD ορίζει τις εξουσίες, τους κανόνες και τις διαδικασίες για την ανάκαμψη και την εξυγίανση των τραπεζών, συμπεριλαμβανομένων των ρυθμίσεων διασυνοριακής συνεργασίας για την αντιμετώπιση πτωχεύσεων τραπεζών με διασυνοριακή διάσταση. Ο κανονισμός SRMR θεσπίζει το Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης (στο εξής: SRB) και το Ενιαίο Ταμείο Εξυγίανσης (στο εξής: ΕΤΕ) και ορίζει τις εξουσίες, τους κανόνες και τις διαδικασίες για την εξυγίανση των οντοτήτων που είναι εγκατεστημένες στην τραπεζική ένωση, στο πλαίσιο του Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης. Η ΟΣΕΚ διασφαλίζει την προστασία των καταθετών και καθορίζει τους κανόνες για τη χρήση των κεφαλαίων του συστήματος εγγύησης των καταθέσεων (στο εξής: ΣΕΚ). Η οδηγία BRRD και η ΟΣΕΚ εφαρμόζονται σε όλα τα κράτη μέλη, ενώ ο κανονισμός SRMR εφαρμόζεται στα κράτη μέλη που συμμετέχουν στην τραπεζική ένωση.

    Με τη δέσμη τραπεζικών μέτρων του 2019, γνωστή και ως «δέσμη μέτρων για τη μείωση των κινδύνων», αναθεωρήθηκαν η οδηγία BRRD, ο κανονισμός SRMR, ο κανονισμός για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις (στο εξής: ΚΚΑ) 6 και η οδηγία για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις (στο εξής: ΟΚΑ) 7 . Στο πλαίσιο των εν λόγω αναθεωρήσεων συμπεριλαμβάνονταν μέτρα για την υλοποίηση των δεσμεύσεων που ανέλαβε η ΕΕ σε διεθνή φόρουμ 8 και ανελήφθη περαιτέρω δράση προς την κατεύθυνση της ολοκλήρωσης της τραπεζικής ένωσης, με την παροχή αξιόπιστων μέτρων μείωσης των κινδύνων για μετριασμό των απειλών κατά της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας.

    Τον Νοέμβριο του 2020 η Ευρωομάδα κατέληξε σε συμφωνία για τη δημιουργία και την έγκαιρη θέσπιση κοινού μηχανισμού ασφαλείας για το ΕΤΕ από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (στο εξής: ΕΜΣ) 9 .

    Η μεταρρύθμιση της διαχείρισης κρίσεων και της ασφάλισης των καταθέσεων (ΔΚΑΚ) και οι ευρύτερες επιπτώσεις στην τραπεζική ένωση

    Σε συνδυασμό με τη μεταρρύθμιση της ΔΚΑΚ, μια ολοκληρωμένη τραπεζική ένωση, συμπεριλαμβανομένου του τρίτου πυλώνα της, του ΕΣΑΚ, θα προσφέρει υψηλότερο επίπεδο χρηματοοικονομικής προστασίας και αξιοπιστίας στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις της ΕΕ, θα αυξήσει την εμπιστοσύνη και θα ενισχύσει τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα ως αναγκαίες προϋποθέσεις για την ανάπτυξη, την ευημερία και την ανθεκτικότητα στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση και στην ΕΕ γενικότερα. Η Ένωση Κεφαλαιαγορών συμπληρώνει την τραπεζική ένωση, δεδομένου ότι και οι δύο πρωτοβουλίες έχουν καίρια σημασία για τη χρηματοδότηση της διττής μετάβασης (ψηφιακή και πράσινη), την ενίσχυση του διεθνούς ρόλου του ευρώ και την ενδυνάμωση της ανοικτής στρατηγικής αυτονομίας της ΕΕ και της ανταγωνιστικότητάς της σ’ έναν μεταβαλλόμενο κόσμο, λαμβανομένου ιδιαιτέρως υπόψη του υφιστάμενου απαιτητικού οικονομικού και γεωπολιτικού περιβάλλοντος 10 11 .

    Τον Ιούνιο του 2022 η Ευρωομάδα δεν συμφώνησε για την κατάρτιση πιο εμπεριστατωμένου προγράμματος εργασίας για την ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης με τη συμπερίληψη του ΕΣΑΚ. Αντ’ αυτού, η Ευρωομάδα κάλεσε την Επιτροπή να υποβάλει πιο στοχευμένες νομοθετικές προτάσεις για τη μεταρρύθμιση του πλαισίου της ΕΕ για τη διαχείριση τραπεζικών κρίσεων και την ασφάλιση των καταθέσεων σε εθνικό επίπεδο 12 .

    Παράλληλα, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στην ετήσια έκθεσή του για το 2021 σχετικά με την τραπεζική ένωση 13 , τόνισε επίσης τη σημασία της ολοκλήρωσής της με τη θέσπιση του ΕΣΑΚ και συντάχθηκε με την Επιτροπή για την υποβολή νομοθετικής πρότασης σχετικά με την επανεξέταση της ΔΚΑΚ. Μολονότι το ΕΣΑΚ δεν εγκρίθηκε ρητά από την Ευρωομάδα, θα μπορούσε να καταστήσει ισχυρότερη τη μεταρρύθμιση της ΔΚΑΚ και να αποφέρει συνέργειες και βελτίωση της αποτελεσματικότητας για τον κλάδο. Μια τέτοια δέσμη νομοθετικών μέτρων θα μπορούσε να αποτελέσει μέρος του θεματολογίου για την ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης, όπως τονίζεται στις πολιτικές κατευθύνσεις της προέδρου von der Leyen, στις οποίες υπενθυμίζεται επίσης η σημασία του ΕΣΑΚ, και όπως υποστηρίζεται τακτικά από τους ηγέτες 14 .

    Οι στόχοι της οδηγίας για τα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων (ΟΣΕΚ)

    Η ΟΣΕΚ εναρμόνισε τους μηχανισμούς προστασίας των καταθέσεων σε ολόκληρη την ΕΕ. Η προστασία των καταθέσεων έχει καίρια σημασία για τη βελτίωση της εμπιστοσύνης των καταθετών, την ενίσχυση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας του τραπεζικού συστήματος και τη διασφάλιση της λειτουργίας της ενιαίας αγοράς. Για τον σκοπό αυτό, θεσπίστηκε ένα τουλάχιστον σύστημα εγγύησης των καταθέσεων (ΣΕΚ) σε κάθε κράτος μέλος για την εξασφάλιση της ταχείας αποζημίωσης των καταθετών σε περίπτωση πτωχεύσεων τραπεζών (καταβολή αποζημίωσης) και ορίστηκε εναρμονισμένο επίπεδο προστασίας ύψους 100 000 EUR. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι τα ΣΕΚ διαδραματίζουν επίσης ρόλο στη διαχείριση κρίσεων από τις τράπεζες. Μπορούν να συμβάλουν στην εξυγίανση ή να χρηματοδοτήσουν άλλα μέτρα, διαφυλάσσοντας με τον τρόπο αυτό την πρόσβαση των καταθετών σε καλυπτόμενες καταθέσεις.

    Αιτιολόγηση της πρότασης

    Σύμφωνα με την εντολή βάσει του άρθρου 19 παράγραφος 6 της ΟΣΕΚ, η Επιτροπή διενήργησε ολοκληρωμένη αξιολόγηση του τρόπου λειτουργίας της ΟΣΕΚ. Στο συμπέρασμά της επιβεβαιώθηκε ότι οι κύριες συνιστώσες της ΟΣΕΚ, ιδίως το πάγιο επίπεδο κάλυψης των 100 000 EUR ανά καταθέτη και ανά τράπεζα, το ελάχιστο επίπεδο-στόχος για τη χρηματοδότηση του ΣΕΚ και οι σύντομες προθεσμίες για την αποζημίωση των καταθετών, απέφεραν, συνολικά, θετικά οφέλη για τους καταθέτες.

    Ωστόσο, η πρακτική εμπειρία από την εφαρμογή του πλαισίου αυτού έχει δείξει ότι υπάρχουν τομείς που επιδέχονται βελτίωση. Οι τομείς αυτοί αφορούν το πεδίο εφαρμογής της προστασίας των καταθετών, την αποκλίνουσα ερμηνεία των προϋποθέσεων χρήσης των κεφαλαίων των ΣΕΚ για παρεμβάσεις εκτός της αποζημίωσης των καλυπτόμενων καταθέσεων, την επιχειρησιακή αποτελεσματικότητα και αποδοτικότητα του τρόπου λειτουργίας των ΣΕΚ, τις ευρείες εθνικές διακριτικές ευχέρειες και επιλογές, καθώς και την ανάγκη βελτίωσης του συντονισμού μεταξύ των διχτυών ασφαλείας της εξυγίανσης και της ασφάλισης των καταθέσεων.

    Ως αναπόσπαστο μέρος της νομοθετικής επανεξέτασης της ΔΚΑΚ από την Επιτροπή, η πρόταση ΟΣΕΚ βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στις προπαρασκευαστικές εργασίες και στις συστάσεις που διατύπωσε η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΕΑΤ) στις πέντε γνώμες 15 που εξέδωσε σχετικά με την εφαρμογή της ΟΣΕΚ, ενώ λαμβάνει επίσης υπόψη περιπτώσεις στις οποίες η πρακτική εφαρμογή της δεν κατόρθωσε να επιτύχει ορισμένους από τους σημαντικούς στόχους της ή κατόρθωσε να τους επιτύχει μόνο εν μέρει.

    Σύνοψη των τροποποιήσεων της οδηγίας για τα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων (ΟΣΕΚ) στο πλαίσιο της μεταρρύθμισης της διαχείρισης κρίσεων και της ασφάλισης των καταθέσεων (ΔΚΑΚ)

    Η πρόταση ΟΣΕΚ καλύπτει διάφορες πτυχές πολιτικής και συνιστά συνεκτική ανταπόκριση στα προβλήματα που εντοπίστηκαν. Αποσκοπεί συνεπώς:

    1)στην αποσαφήνιση του πεδίου εφαρμογής της προστασίας των καταθετών με την αντιμετώπιση των διαφορών που εντοπίζονται, ώστε να προσφέρει στους καταθέτες της ΕΕ εναρμονισμένο και ισχυρό επίπεδο προστασίας·

    2)στην εναρμόνιση της δοκιμής του ελάχιστου κόστους για όλα τα είδη παρεμβάσεων των ΣΕΚ πέραν της αποζημίωσης των καλυπτόμενων καταθέσεων σε περίπτωση αφερεγγυότητας, ώστε να βελτιωθούν οι ίσοι όροι ανταγωνισμού και να διασφαλιστεί η συνέπεια των αποτελεσμάτων κατά τη διαχείριση πτωχεύσεων τραπεζών·

    3)στη βελτίωση της λειτουργίας των ΣΕΚ με την απλούστευση των διοικητικών διαδικασιών, με παράλληλη βελτίωση της διαφάνειας της χρηματοοικονομικής ευρωστίας και της χρήσης των κεφαλαίων τους·

    4)στην αύξηση της σύγκλισης τόσο των πρακτικών των ΣΕΚ όσο και μεταξύ των αρχών· και

    5)στη βελτίωση της διασυνοριακής συνεργασίας μεταξύ των ΣΕΚ κατά την αποζημίωση των καταθετών που βρίσκονται σε άλλα κράτη μέλη της ΕΕ ή σε περίπτωση αλλαγής της συμμετοχής των τραπεζών σε ΣΕΚ.

    Συνέπεια με τις ισχύουσες διατάξεις στον τομέα πολιτικής

    Η πρόταση αξιοποιεί και ενισχύει το υφιστάμενο πλαίσιο ασφάλισης των καταθέσεων που καθορίζεται στην ΟΣΕΚ. Για τον σκοπό αυτό, πολλά στοιχεία της πρότασης ακολουθούν τις εργασίες που έχει πραγματοποιήσει η ΕΑΤ, σε συνεργασία με τα εθνικά ΣΕΚ και τις ορισθείσες αρχές. Προτείνει τροποποιήσεις ώστε να αποτυπωθεί η πρακτική εμπειρία που αποκτήθηκε από τη μεταφορά της ενωσιακής νομοθεσίας στο εθνικό δίκαιο, καθώς και από την εφαρμογή ορισμένων διατάξεων, μεταξύ άλλων στο πλαίσιο της τραπεζικής ένωσης. Η πρόταση δρομολογείται παράλληλα με την επανεξέταση της οδηγίας BRRD και του κανονισμού SRMR, ώστε να διασφαλιστεί η συνολική συνέπεια του πλαισίου διαχείρισης τραπεζικών κρίσεων της ΕΕ.

    Συνέπεια με άλλες πολιτικές της Ένωσης

    Η πρόταση βασίζεται στις μεταρρυθμίσεις που πραγματοποιήθηκαν στον απόηχο της χρηματοπιστωτικής κρίσης και οδήγησαν στη δημιουργία της τραπεζικής ένωσης και του ενιαίου εγχειριδίου κανόνων για όλες τις τράπεζες της ΕΕ.

    Με την ενίσχυση της εμπιστοσύνης των καταθετών και της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, η πρόταση συμβάλλει στην ανθεκτικότητα του τραπεζικού τομέα της ΕΕ και στην ικανότητα στήριξης, εκ μέρους του, της οικονομικής ανάκαμψης μετά την πανδημία COVID-19, σύμφωνα με τους πολιτικούς στόχους της ευρωπαϊκής ανοικτής στρατηγικής αυτονομίας. Πιο συγκεκριμένα, η πρόταση βελτιώνει επίσης την προστασία των καταναλωτών με την εναρμόνιση του επιπέδου και του χρονικού διαστήματος προστασίας συγκεκριμένων καταθέσεων λιανικής, οι οποίες είναι βραχυπρόθεσμες και εξαρτώνται από ιδιαίτερα γεγονότα της ζωής («πρόσκαιρα υψηλά υπόλοιπα»), ή με την ενίσχυση της γνωστοποίησης πληροφοριών στους καταναλωτές.

    Επιπλέον, για τον μετριασμό του κινδύνου αποζημίωσης, από τα ΣΕΚ, καταθετών που εμπλέκονται σε δραστηριότητες νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας (στο εξής: ΞΧ/ΧΤ), οι τροποποιήσεις βασίζονται στην οδηγία (ΕΕ) 2015/849 για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και λαμβάνουν υπόψη την κατεύθυνση που προτείνεται στη δέσμη νομοθετικών μέτρων της Επιτροπής σχετικά με το καθεστώς της ΕΕ για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες/της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας (στο εξής: ΚΞΧ/ΧΤ), η οποία εκδόθηκε στις 20 Ιουλίου 2021.

    Για την ενίσχυση της εκτελεστότητας των κανόνων της ΟΣΕΚ, οι τροποποιήσεις αφορούν τις εποπτικές εξουσίες που καθορίζονται στην οδηγία 2013/36/ΕΕ (οδηγία για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις ή ΟΚΑ). Με την προσέγγιση αυτή κατοχυρώνεται η έννοια ότι η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις των ΣΕΚ αποτελεί απαίτηση πρώτης τάξης για όλες τις τράπεζες και παρέχει λόγους για τη διαδοχή των γεγονότων με σκοπό την επιβολή κυρώσεων σε κάποια τράπεζα που δεν θα εκπλήρωνε τις εν λόγω υποχρεώσεις.

    Οι τροποποιήσεις εναρμονίζουν επίσης και αποσαφηνίζουν τους κανόνες που ισχύουν για τα προληπτικά και τα εναλλακτικά μέτρα που χρηματοδοτούνται από κεφάλαια των ΣΕΚ. Η εκτίμηση των κανόνων αυτών πρέπει να πραγματοποιείται σε σχέση με τις ήδη υφιστάμενες απαιτήσεις σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις για τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, οι οποίες καθορίζονται στην τραπεζική ανακοίνωση της Επιτροπής 16 .

    Οι τροποποιήσεις προσθέτουν επίσης σαφήνεια στην προστασία των κεφαλαίων πελατών που βρίσκονται στην κατοχή μη τραπεζικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων σε μια τράπεζα, σύμφωνα με τις απαιτήσεις για τον διαχωρισμό των κεφαλαίων πελατών, όπως ορίζεται στην οδηγία για τις υπηρεσίες πληρωμών 17 , στην οδηγία για το ηλεκτρονικό χρήμα και στην κατ’ εξουσιοδότηση οδηγία (ΕΕ) 2017/593 της Επιτροπής 18 . Ενόψει των ραγδαίων εξελίξεων στον τομέα των καινοτόμων χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, σκοπός της αποσαφήνισης είναι η ανάπτυξη της εμπιστοσύνης των πελατών στα μη τραπεζικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και στη συνέχεια των δραστηριοτήτων τους σε περίπτωση πτώχευσης μιας τράπεζας.

    2.ΝΟΜΙΚΗ ΒΑΣΗ, ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑ

    Νομική βάση

    Η πρόταση τροποποιεί υφιστάμενη οδηγία, την ΟΣΕΚ, ιδίως όσον αφορά τη βελτιωμένη εφαρμογή των εργαλείων που είναι ήδη διαθέσιμα στο πλαίσιο της προστασίας των καταθέσεων.

    Κατά συνέπεια, η νομική βάση της πρότασης είναι η ίδια με τη νομική βάση της αρχικής νομοθετικής πράξης, και συγκεκριμένα το άρθρο 53 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ σχετικά με το δικαίωμα εγκαταστάσεως, το οποίο αποτελεί την ίδια νομική βάση με την οδηγία που τροποποιείται. Σύμφωνα με τη νομολογία της ΕΕ 19 , όταν μια νομοθετική πράξη έχει σχεδιαστεί απλώς ως συμπλήρωμα ή διόρθωση άλλης νομοθετικής πράξης, ορθώς ο νομοθέτης της ΕΕ επιλέγει την πρώτη πράξη ως νομική βάση της δεύτερης πράξης.

    Επικουρικότητα (σε περίπτωση μη αποκλειστικής αρμοδιότητας)

    Οι τροποποιήσεις της ΟΣΕΚ συνάδουν με την αρχή της επικουρικότητας. Οι εθνικοί κανόνες δεν μπορούν να επιτύχουν εναρμονισμένο επίπεδο προστασίας των καταθετών ούτε ενιαίο σύνολο κανόνων για τη χρηματοδότηση και τη λειτουργία των ΣΕΚ. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαία η ανάληψη δράσης σε επίπεδο ΕΕ για τη διασφάλιση ίσων όρων ανταγωνισμού σε ολόκληρη την ΕΕ και την αποφυγή αδικαιολόγητων ανταγωνιστικών πλεονεκτημάτων μεταξύ των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων που συνδέονται με αποκλίνοντες κανόνες για την προστασία των καταθέσεων. Η ανάγκη αυτή υπογραμμίστηκε και από την ΕΑΤ στις γνώμες που εξέδωσε σχετικά με την επανεξέταση της ΟΣΕΚ.

    Επιπλέον, η εγκατάσταση τραπεζών και η παροχή τραπεζικών υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένης της αποδοχής καταθέσεων, μπορούν να πραγματοποιούνται σε διασυνοριακό επίπεδο. Ο διασυνοριακός χαρακτήρας των τραπεζικών συστημάτων μπορεί να δημιουργήσει πολλές προκλήσεις για τα ΣΕΚ (αλλαγές στη συμμετοχή μιας τράπεζας σε ΣΕΚ, τήρηση αρχείων πελατών ή διασυνοριακή συνεργασία), οι οποίες δημιουργούν ανάγκη παρέμβασης σε επίπεδο ΕΕ.

    Οι περισσότερες από τις τροποποιήσεις της πρότασης επικαιροποιούν την ισχύουσα νομοθεσία της ΕΕ και, ως εκ τούτου, αφορούν τομείς στους οποίους η ΕΕ έχει ασκήσει ήδη τις εξουσίες της. Αρκετές δράσεις της πρότασης εισάγουν πρόσθετο βαθμό εναρμόνισης για τη συνεπή επίτευξη των στόχων που ορίζονται στην ΟΣΕΚ.

    Αναλογικότητα

    Οι τροποποιήσεις είναι αναλογικές προς ό,τι είναι αναγκαίο για την επίτευξη των στόχων των ΟΣΕΚ.

    Με τις τροποποιήσεις θεσπίζονται κοινές απαιτήσεις για τη βελτίωση και την εναρμόνιση του επιπέδου προστασίας των καταθετών εντός της ΕΕ. Ωστόσο, η πρόταση δεν διέπει τα οργανωτικά μοντέλα, τη νομική δομή ή την εσωτερική διακυβέρνηση των ΣΕΚ της ΕΕ. Επομένως, το καθιερωμένο ενωσιακό πλαίσιο ασφάλισης των καταθέσεων βασίζεται, και θα εξακολουθήσει να βασίζεται, σε ένα δίκτυο εθνικών ΣΕΚ, οργανωμένο σύμφωνα με διαφορετικά μοντέλα [δημόσια ΣΕΚ, ιδιωτικά ΣΕΚ, θεσμικά συστήματα προστασίας (ΘΣΠ)] και διαφορετικές μορφές σχέσεων μεταξύ της ορισθείσας αρχής του εκάστοτε ΣΕΚ και της αρχής εξυγίανσης (στο πλαίσιο της ίδιας κεντρικής οντότητας ή σε διαφορετικά ιδρύματα).

    Επιπλέον, με την πρόταση ανατίθενται σημαντικές εξουσίες στις εθνικές αρχές, αρχής γενομένης από τη διενέργεια της δοκιμής του ελάχιστου κόστους που καθορίζει την οικονομική αποδοτικότητα κατά τη χρήση κεφαλαίων των ΣΕΚ. Τα περισσότερα θέματα που καλύπτονται από την πρόταση (σχετικά με το κοινό επίπεδο πρόσκαιρων υψηλών υπολοίπων, την προστασία των κεφαλαίων των πελατών, την προστασία των δημόσιων αρχών) αφορούν τομείς στους οποίους τα κράτη μέλη της ΕΕ έχουν ζητήσει ρητά ένα πρότυπο σε επίπεδο ΕΕ για την παροχή μεγαλύτερης ασφάλειας δικαίου ως προς την προστασία των καταθετών. Οι εντολές για την ΕΑΤ που προβλέπονται στην πρόταση (μέσω κατευθυντήριων γραμμών και προτύπων) περιορίζονται στα πλέον τεχνικά θέματα της ΟΣΕΚ για τα οποία απαιτείται λεπτομερέστερη επεξήγηση των απαιτήσεων.

    Η πρόταση διατηρεί επίσης τις υφιστάμενες διατάξεις που αναγνωρίζουν τις εθνικές ιδιαιτερότητες και διασφαλίζουν την αναλογική εφαρμογή των κανόνων της ΟΣΕΚ, π.χ. μέσω της επιλογής εθνικών εναλλακτικών δυνατοτήτων, της δυνατότητας ορισμένων κρατών μελών να εφαρμόζουν χαμηλότερο επίπεδο-στόχο ή της δυνατότητας των μελών του ΘΣΠ να επωφελούνται από μειωμένες εισφορές.

    Επιλογή της νομικής πράξης

    Προτείνεται η εφαρμογή των μέτρων με την τροποποίηση της οδηγίας ΟΣΕΚ μέσω οδηγίας. Τα προτεινόμενα μέτρα αφορούν ή αναπτύσσουν περαιτέρω ήδη υφιστάμενες διατάξεις που είναι ενσωματωμένες στις εν λόγω νομικές πράξεις. Δεδομένου ότι η ασφάλιση των καταθέσεων συνδέεται στενά με μη εναρμονισμένους τομείς του εθνικού δικαίου, όπως το δίκαιο περί αφερεγγυότητας, η μεταφορά στο εθνικό δίκαιο είναι αναγκαία για την καλύτερη ενσωμάτωση των προτεινόμενων διατάξεων στο εθνικό δίκαιο.

    3.ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΕΚ ΤΩΝ ΥΣΤΕΡΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΕΩΝ, ΤΩΝ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΩΝ ΜΕ ΤΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΚΤΙΜΗΣΕΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ

    Εκ των υστέρων αξιολογήσεις / έλεγχοι καταλληλότητας της ισχύουσας νομοθεσίας

    Το πλαίσιο για τη ΔΚΑΚ σχεδιάστηκε με σκοπό την αποτροπή και τη διαχείριση της πτώχευσης ιδρυμάτων οποιουδήποτε μεγέθους ή επιχειρηματικού μοντέλου. Αναπτύχθηκε με στόχους τη διατήρηση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, την προστασία των καταθετών, την ελαχιστοποίηση της χρήσης δημόσιας στήριξης, τον περιορισμό του ηθικού κινδύνου και τη βελτίωση της εσωτερικής αγοράς χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Η αξιολόγηση κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, συνολικά, ορισμένες πτυχές του πλαισίου για τη ΔΚΑΚ θα πρέπει να βελτιωθούν.

    Ειδικότερα, από την αξιολόγηση προκύπτει ότι η ασφάλεια δικαίου και η προβλεψιμότητα όσον αφορά τη διαχείριση των πτωχεύσεων τραπεζών παραμένουν ανεπαρκείς. Η απόφαση των δημόσιων αρχών σχετικά με το αν πρέπει να προσφύγουν σε διαδικασίες εξυγίανσης ή αφερεγγυότητας μπορεί να διαφέρει σημαντικά μεταξύ των κρατών μελών. Επιπλέον, τα δίχτυα ασφαλείας που χρηματοδοτούνται από τον κλάδο δεν είναι πάντοτε αποτελεσματικά και εξακολουθούν να υφίστανται αποκλίνουσες προϋποθέσεις πρόσβασης σε χρηματοδότηση τόσο κατά την εξυγίανση όσο και εκτός της εξυγίανσης. Οι αποκλίσεις αυτές επηρεάζουν τα κίνητρα και δημιουργούν ευκαιρίες για αρμπιτράζ όταν λαμβάνονται αποφάσεις σχετικά με την επιλογή του εργαλείου διαχείρισης κρίσεων που πρέπει να χρησιμοποιηθεί. Τέλος, η προστασία των καταθετών εξακολουθεί να είναι άνιση και ασυνεπής μεταξύ των κρατών μελών σε ορισμένους τομείς.

    Διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη

    Η Επιτροπή πραγματοποίησε εκτενείς ανταλλαγές απόψεων μέσω διαφόρων εργαλείων διαβούλευσης για την προσέγγιση όλων των ενδιαφερόμενων μερών, με σκοπό την καλύτερη κατανόηση του τρόπου λειτουργίας του πλαισίου, καθώς και των πιθανών περιθωρίων βελτίωσης.

    Το 2020 η Επιτροπή δρομολόγησε διαβούλευση σχετικά με μια συνδυασμένη αρχική εκτίμηση επιπτώσεων και έναν χάρτη πορείας, με σκοπό την παροχή λεπτομερούς ανάλυσης των δράσεων που πρέπει να αναληφθούν σε επίπεδο ΕΕ και των δυνητικών επιπτώσεων των διαφόρων επιλογών πολιτικής στην οικονομία, την κοινωνία και το περιβάλλον.

    Το 2021 η Επιτροπή δρομολόγησε δύο διαβουλεύσεις: μία στοχευμένη και μία δημόσια διαβούλευση για τη συγκέντρωση παρατηρήσεων από τα ενδιαφερόμενα μέρη σχετικά με τον τρόπο εφαρμογής του πλαισίου για τη ΔΚΑΚ και για τη διατύπωση των απόψεών τους σχετικά με πιθανές τροποποιήσεις. Η στοχευμένη διαβούλευση, η οποία περιλάμβανε 39 γενικές και ειδικές τεχνικές ερωτήσεις, ήταν διαθέσιμη μόνο στην αγγλική γλώσσα και ήταν ανοικτή από τις 26 Ιανουαρίου έως τις 20 Απριλίου 2021. Η δημόσια διαβούλευση περιλάμβανε 10 γενικές ερωτήσεις, ήταν διαθέσιμη σε όλες τις γλώσσες της ΕΕ και πραγματοποιήθηκε κατά την περίοδο υποβολής παρατηρήσεων από τις 25 Φεβρουαρίου έως τις 20 Μαΐου 2021. Στις 7 Ιουλίου 2021 δημοσιεύθηκε έκθεση στην οποία συνοψίζονταν οι παρατηρήσεις που διατυπώθηκαν στο πλαίσιο της εν λόγω διαβούλευσης 20 . Από τις διαβουλεύσεις προέκυψε ότι οι περισσότεροι από όσους απάντησαν θεωρούσαν ότι οι καταθέσεις του κοινού, συμπεριλαμβανομένων των τοπικών αρχών, θα πρέπει επίσης να προστατεύονται από το ΣΕΚ. Στην πλειονότητά τους, οι τράπεζες και τα ΣΕΚ έκριναν ότι η υφιστάμενη τακτική γνωστοποίηση πληροφοριών είναι επαρκής και δεν χρειάζονται αλλαγές. Η ψηφιακή επικοινωνία αναφέρθηκε συχνά ως το πλέον κατάλληλο μέσο για την εξοικονόμηση κόστους.

    Επιπλέον, στις 18 Μαρτίου 2021 η Επιτροπή φιλοξένησε μια διάσκεψη υψηλού επιπέδου με τη συμμετοχή εκπροσώπων όλων των σχετικών ενδιαφερόμενων μερών. Στη διάσκεψη επιβεβαιώθηκε η σημασία ενός αποτελεσματικού πλαισίου, αλλά επισημάνθηκαν και οι υφιστάμενες αδυναμίες. Οι συμμετέχοντες στη διάσκεψη επισήμαναν ότι το πλαίσιο της ΟΣΕΚ θα ευνοηθεί από την περαιτέρω εναρμόνιση και τη βελτίωση της αλληλεπίδρασης με τους κανόνες που καθορίζονται στην οδηγία για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες (στο εξής: οδηγία AMLD), την οδηγία για τις υπηρεσίες πληρωμών και τους κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις. Επίσης, στην επανεξέταση της ΟΣΕΚ θα πρέπει να αντικατοπτρίζεται η εμπιστοσύνη των καταναλωτών, καθώς και η κατάσταση στις μικρότερες αγορές.

    Το προσωπικό της Επιτροπής έχει ζητήσει επίσης επανειλημμένα τη γνώμη των κρατών μελών σχετικά, αφενός, με την ενωσιακή εφαρμογή του πλαισίου για τη ΔΚΑΚ και, αφετέρου, με πιθανές αναθεωρήσεις της οδηγίας BRRD / του κανονισμού SRMR και της ΟΣΕΚ στο πλαίσιο της ομάδας εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής για θέματα τραπεζών, πληρωμών και ασφαλίσεων. Παράλληλα με τις συζητήσεις στην ομάδα εμπειρογνωμόνων, τα ζητήματα που εξετάζονται στην παρούσα πρόταση καλύφθηκαν επίσης σε συνεδριάσεις των προπαρασκευαστικών οργάνων του Συμβουλίου, και συγκεκριμένα της ομάδας εργασίας του Συμβουλίου για τις χρηματοοικονομικές υπηρεσίες και την τραπεζική ένωση και της ομάδας εργασίας υψηλού επιπέδου για το ΕΣΑΚ.

    Επιπλέον, κατά τη διάρκεια του προπαρασκευαστικού σταδίου της νομοθεσίας, το προσωπικό της Επιτροπής πραγματοποίησε επίσης πολυάριθμες συνεδριάσεις (με φυσική παρουσία και εικονικά) με εκπροσώπους του τραπεζικού κλάδου και με άλλα ενδιαφερόμενα μέρη.

    Τα αποτελέσματα όλων των προαναφερόμενων πρωτοβουλιών τροφοδότησαν τις προπαρασκευαστικές εργασίες της παρούσας πρότασης και της συνοδευτικής εκτίμησης επιπτώσεων. Παρείχαν σαφή στοιχεία που αποδεικνύουν την ανάγκη επικαιροποίησης και συμπλήρωσης των ισχυόντων κανόνων, ώστε να επιτευχθούν οι στόχοι του πλαισίου με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Το παράρτημα 2 της εκτίμησης επιπτώσεων περιλαμβάνει τις περιλήψεις των εν λόγω διαβουλεύσεων και της δημόσιας διάσκεψης.

    Συλλογή και χρήση εμπειρογνωσίας

    Για την υποστήριξη των εργασιών της σχετικά με την επανεξέταση της ΟΣΕΚ, η Επιτροπή εξέδωσε ολοκληρωμένο αίτημα γνωμοδότησης προς την ΕΑΤ 21 . Η ΕΑΤ ανταποκρίθηκε με την υποβολή πέντε γνωμών. Η πρώτη γνώμη σχετικά με την επιλεξιμότητα των καταθέσεων, το επίπεδο κάλυψης και τη συνεργασία μεταξύ των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων υποβλήθηκε τον Αύγουστο του 2019 22 . Η δεύτερη γνώμη σχετικά με τις αποζημιώσεις των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων υποβλήθηκε τον Οκτώβριο του 2019 23 . Η τρίτη γνώμη σχετικά με τη χρηματοδότηση των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων και τις χρήσεις των κεφαλαίων τους υποβλήθηκε τον Ιανουάριο του 2020 24 . Η τέταρτη γνώμη σχετικά με την αντιμετώπιση των κεφαλαίων των πελατών υποβλήθηκε τον Οκτώβριο του 2021 25 . Επιπροσθέτως, η Επιτροπή έλαβε υπόψη τη γνώμη της ΕΑΤ του 2020 σχετικά με την αλληλεπίδραση μεταξύ της οδηγίας της ΕΕ για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της οδηγίας της ΕΕ για τα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων 26 , καθώς και τη διετή γνώμη της ΕΑΤ του 2021 σχετικά με τους κινδύνους νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας (ΞΧ/ΧΤ) που επηρεάζουν τον χρηματοπιστωτικό τομέα της ΕΕ 27 .

    Επιπλέον, η Επιτροπή ανέθεσε στο Κέντρο Μελετών Ευρωπαϊκής Πολιτικής (CEPS) την υποβολή δύο εκθέσεων σχετικά με την ασφάλιση των καταθέσεων, με τίτλους «Harmonising insolvency laws in the Euro area» 28 και «Options and national discretions under the DGSD» 29 , οι οποίες δημοσιεύθηκαν, αντίστοιχα, τον Δεκέμβριο του 2016 και τον Νοέμβριο του 2019.

    Επιπλέον της διαβούλευσης με τα ενδιαφερόμενα μέρη, η Επιτροπή συμμετείχε σε συζητήσεις και ανταλλαγή απόψεων για την ενημέρωση των εργασιών της ειδικής ομάδας της ΕΑΤ για τα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων και της ομάδας εμπειρογνωμόνων για θέματα τραπεζών, πληρωμών και ασφαλίσεων.

    Εκτίμηση επιπτώσεων 30

    Η εκτίμηση επιπτώσεων είναι κοινή για την παρούσα πρόταση και τις προτάσεις για την επανεξέταση της οδηγίας BRRD και του κανονισμού SRMR και λαμβάνει υπόψη τις παρατηρήσεις που ελήφθησαν από τα ενδιαφερόμενα μέρη, καθώς και την ανάγκη εξέτασης διαφόρων αλληλένδετων ζητημάτων που καλύπτουν τρία διαφορετικά νομικά κείμενα. Στο παράρτημα 6 της εκτίμησης επιπτώσεων περιγράφονται τα ζητήματα γύρω από την τρέχουσα λειτουργία του ΣΕΚ, καθορίζονται τα πιθανά σενάρια για τη βελτίωσή του και αιτιολογούνται οι επιλογές πολιτικής που διατηρούνται στις προτεινόμενες τροποποιήσεις. Το παράρτημα καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η ΟΣΕΚ υπήρξε σε μεγάλο βαθμό αποτελεσματική όσον αφορά τη βελτίωση του επιπέδου προστασίας των καταθετών σε ολόκληρη την ΕΕ. Ωστόσο, η εφαρμογή των διασφαλίσεων της ΟΣΕΚ εξακολουθεί να είναι άνιση μεταξύ των εθνικών ΣΕΚ, γεγονός που αναδεικνύει την ανάγκη εναρμονισμένων κανόνων για την αντιμετώπιση των αποκλίσεων που έχουν αρνητικές επιπτώσεις στους καταθέτες. Αναδεικνύει επίσης την ανάγκη αποσαφήνισης της κάλυψης για ορισμένους τύπους καταθετών.

    Όλες οι επιλογές πολιτικής λαμβάνουν υπόψη τις προτάσεις της ΕΑΤ και τις επακόλουθες παρατηρήσεις που ελήφθησαν από εμπειρογνώμονες των κρατών μελών στο πλαίσιο της ομάδας εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής για θέματα τραπεζών, πληρωμών και ασφαλίσεων, καθώς και άλλα αναλυτικά στοιχεία, όπου αυτά είναι διαθέσιμα.

    Στην εκτίμηση επιπτώσεων επισημάνθηκε ότι οι επιλογές πολιτικής που αξιολογήθηκαν θα βελτιώσουν την εφαρμογή της ασφάλισης των καταθέσεων σε όλα τα κράτη μέλη και θα ενισχύσουν την ασφάλεια δικαίου και την εμπιστοσύνη των καταθετών. Θα προσαρμόσουν σε επαρκή βαθμό την προστασία των καταθετών στις πρόσφατες εξελίξεις και στα τρωτά σημεία του χρηματοπιστωτικού οικοσυστήματος, μέσω ειδικών διατάξεων που στοχεύουν στις δραστηριότητες διασυνοριακού χαρακτήρα, στις υπηρεσίες χρηματοπιστωτικής τεχνολογίας και στην καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Θα διευκολύνουν επίσης τη χρήση των κεφαλαίων των ΣΕΚ εκτός της αποζημίωσης των καλυπτόμενων καταθέσεων, μέσω της αναθεώρησης της δοκιμής του ελάχιστου κόστους, όταν παρεμβάσεις αυτού του είδους διασφαλίζουν την πρόσβαση των καταθετών στις καταθέσεις τους με οικονομικά αποδοτικότερο τρόπο.

    Ωστόσο, με τη ρητή συμπερίληψη ορισμένων τύπων καταθετών και καταθέσεων στο πεδίο κάλυψης (δημόσιες αρχές, κεφάλαια πελατών) και την περαιτέρω εναρμόνιση ορισμένων κανόνων (ελάχιστο επίπεδο κάλυψης για πρόσκαιρα υψηλά υπόλοιπα, κατάργηση της δυνατότητας αφαίρεσης των υποχρεώσεων των καταθετών που έχουν καταστεί απαιτητές από το ποσό προς αποζημίωση), οι εν λόγω τροποποιήσεις θα μπορούσαν να έχουν επιπτώσεις —έστω και περιορισμένες— στο κόστος για τα ΣΕΚ. Ομοίως, οι αλλαγές στη δοκιμή του ελάχιστου κόστους για τη χρήση των ΣΕΚ, με σκοπό άλλες παρεμβάσεις που δεν αφορούν την καταβολή αποζημίωσης, θα μπορούσαν επίσης να έχουν δημοσιονομικές επιπτώσεις στα ΣΕΚ. Το κόστος αυτό θα βαρύνει τον τραπεζικό κλάδο μέσω εισφορών στο ΣΕΚ και δεν θα έχει αντίκτυπο στους φορολογουμένους σύμφωνα με την αρχή της προστασίας του δημόσιου χρήματος που προβλέπεται στην ΟΣΕΚ.

    Η εκτίμηση επιπτώσεων επιβεβαίωσε επίσης ότι το πλαίσιο ΣΕΚ της ΕΕ θα ήταν πιο ανθεκτικό εάν υποστηριζόταν από το ΕΣΑΚ. Η συγκέντρωση κεφαλαίων σε ένα κοινό σύστημα θα ενίσχυε την ικανότητα του συστήματος ασφάλισης των καταθέσεων στην τραπεζική ένωση να αντεπεξέρχεται στην καταβολή αποζημιώσεων υψηλής αξίας και θα βελτίωνε την εμπιστοσύνη των καταθετών. Παρότι η επιλογή πολιτικής για τη θέσπιση ΕΣΑΚ αποτελεί από τεχνική άποψη την πλέον αξιόπιστη επιλογή, δεν είναι πολιτικά εφικτή στο παρόν στάδιο.

    Η επιτροπή ρυθμιστικού ελέγχου ενέκρινε την εκτίμηση επιπτώσεων μετά τη διατύπωση αρχικής αρνητικής γνώμης. Για να ληφθούν υπόψη οι παρατηρήσεις που διατύπωσε η επιτροπή ρυθμιστικού ελέγχου σχετικά με τη λειτουργία των ΣΕΚ, η εκτίμηση επιπτώσεων τροποποιήθηκε ώστε να αποσαφηνιστεί καλύτερα η σχέση μεταξύ της γνωμοδότησης της ΕΑΤ και των επιλογών που προβλέπονται στην εκτίμηση επιπτώσεων.

    Καταλληλότητα και απλούστευση του κανονιστικού πλαισίου

    Η πρόταση αναμένεται να συμβάλει στη μείωση της κανονιστικής και διοικητικής επιβάρυνσης των ΣΕΚ, με την κατάργηση ορισμένων εθνικών επιλογών και διακριτικών ευχερειών, την εφαρμογή της ίσης μεταχείρισης των υποκαταστημάτων τρίτων χωρών και την ενίσχυση των ρυθμίσεων για τη διασυνοριακή συνεργασία μεταξύ των ΣΕΚ. Με τον εξορθολογισμό των απαιτούμενων γνωστοποιήσεων και την ευθυγράμμισή τους με ό,τι είναι αναγκαίο για τους αποδέκτες, οι τροποποιήσεις θα μετριάσουν τον διοικητικό φόρτο κατά την εφαρμογή των απαιτήσεων του ΣΕΚ.

    Όσον αφορά την ψηφιακή ετοιμότητα, η πρόταση βασίζεται στις τεχνολογικές και νομικές εξελίξεις προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι πληροφορίες για τους καταθέτες είναι ευπρόσιτες και ότι η διαδικασία αποζημίωσης είναι όσο το δυνατόν ταχύτερη.

    Επιπροσθέτως, οι εξουσιοδοτήσεις για την ΕΑΤ θα εξασφαλίσουν τη δυνατότητα περαιτέρω προσαρμογών με στόχο την ακόμη μεγαλύτερη βελτίωση και εναρμόνιση της πρακτικής εφαρμογής των διατάξεων της ΟΣΕΚ.

    Το κόστος για τις τράπεζες και τις εθνικές αρχές θα είναι πολύ περιορισμένο. Καθεμία από τις βελτιώσεις της προστασίας των καταθετών που προβλέπονται στην πρόταση ΟΣΕΚ (πρόσκαιρα υψηλά υπόλοιπα, κεφάλαια πελατών, δημόσιες αρχές) αναμένεται να έχει αμελητέες επιπτώσεις στα κεφάλαια των ΣΕΚ. Σε 13 κράτη μέλη, για παράδειγμα, το ποσό των κεφαλαίων πελατών αντιστοιχεί σε ποσοστό κάτω του 1 % του συνόλου των καλυπτόμενων καταθέσεων στο οικείο κράτος μέλος. Επομένως, η πρόταση θα διατηρήσει την ανταγωνιστικότητα του τραπεζικού τομέα της ΕΕ, ενισχύοντας παράλληλα την προστασία που προσφέρεται στους καταθέτες της ΕΕ. Επιπλέον, το δυνητικό πρόσθετο κόστος —έστω και περιορισμένο— που προκύπτει από τις βελτιώσεις αυτές θα αντισταθμιστεί σε μεγάλο βαθμό από το μειωμένο κόστος για τα ΣΕΚ κατά την εκτέλεση των καθημερινών δραστηριοτήτων τους βάσει της αναθεωρημένης οδηγίας. Πράγματι, με τη μείωση του αριθμού των επιλογών, την απλούστευση των υφιστάμενων μηχανισμών διασυνοριακής συνεργασίας και την καθιέρωση, σε επίπεδο ΕΕ, κοινής μεθοδολογίας για την ολοκλήρωση της δοκιμής του ελάχιστου κόστους, η πρόταση θα αποδεσμεύσει διοικητικούς πόρους των ΣΕΚ.

    Λόγω του αυξημένου ρόλου των ΣΕΚ στη διαχείριση κρίσεων, η χρήση των χρηματοδοτικών μέσων τους, τα οποία συγκεντρώνονται από τον τραπεζικό τομέα, ενδέχεται να απαιτεί συχνότερη αναπλήρωση των κεφαλαίων τους. Ωστόσο, σύμφωνα με τη δοκιμή του ελάχιστου κόστους, τα μέτρα αυτά επιτρέπονται μόνο εάν θεωρούνται λιγότερο δαπανηρά για το ΣΕΚ σε σύγκριση με την πιθανή καταβολή αποζημίωσης. Η προσέγγιση αυτή διασφαλίζει τους χρηματοδοτικούς πόρους του σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα.

    Θεμελιώδη δικαιώματα

    Η πρόταση σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ, συγκεκριμένα την επιχειρηματική ελευθερία (άρθρο 16), το δικαίωμα ιδιοκτησίας (άρθρο 17) και την προστασία του καταναλωτή (άρθρο 38).

    4.ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ

    Η πρόταση δεν έχει επιπτώσεις στον προϋπολογισμό της ΕΕ. Σύμφωνα με την πρόταση, η ΕΑΤ υποχρεούται να καταρτίσει επτά τεχνικά πρότυπα και έξι κατευθυντήριες γραμμές επιπλέον εκείνων που περιλαμβάνονται ήδη στην ΟΣΕΚ. Από τις εν λόγω έξι νέες οδηγίες για κατευθυντήριες γραμμές, οι τρεις αποσκοπούν αποκλειστικά στην κωδικοποίηση επιπέδου ενός κειμένου ήδη υφιστάμενων κατευθυντήριων γραμμών (έλεγχοι αντοχής, οριοθέτηση και υποβολή εκθέσεων σχετικά με τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά μέσα, συμφωνίες συνεργασίας), οι οποίες καταρτίστηκαν με πρωτοβουλία της ΕΑΤ. Συνεπώς, για τις εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές δεν θα απαιτηθεί σημαντικός πρόσθετος φόρτος εργασίας. Οι άλλες εξουσιοδοτήσεις που προβλέπονται στην πρόταση αφορούν διάφορα θέματα, τα οποία καλύπτουν τόσο πολύ στοχευμένες εντολές (αρχή της διαφοροποίησης των στοιχείων ενεργητικού χαμηλού κινδύνου) όσο και ευρύτερα θέματα (ορισμός της ελαχιστοποίησης του κόστους).

    Λαμβανομένων υπόψη των προηγούμενων και των τρεχουσών εργασιών της ΕΑΤ όσον αφορά τη διαχείριση κρίσεων, θεωρείται ότι τα προτεινόμενα καθήκοντα της ΕΑΤ δεν θα απαιτούν πρόσθετες θέσεις και μπορούν να εκτελεστούν με τους τρέχοντες πόρους.

    Τα τεχνικά πρότυπα είναι παραδοτέα 12 μήνες μετά την έναρξη ισχύος της οδηγίας. Η προθεσμία αυτή θα πρέπει να παρέχει επαρκή χρόνο στην ΕΑΤ για να τα καταρτίσει λαμβανομένων υπόψη των τρεχόντων πόρων της.

    5.ΛΟΙΠΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

    Σχέδια εφαρμογής και ρυθμίσεις παρακολούθησης, αξιολόγησης και υποβολής εκθέσεων

    Μέσω τακτικών επαφών με την ειδική ομάδα της ΕΑΤ για τα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων, η Επιτροπή αξιολογεί την εφαρμογή των νομικών διατάξεων 31 και συμβάλλει στην εναρμόνιση του επιπέδου προστασίας των καταθετών σε ολόκληρη την ΕΕ.

    Όπως ορίζεται ήδη στην υφιστάμενη ΟΣΕΚ, οι εθνικές αρχές θα συνεχίσουν να υποβάλλουν στην ΕΑΤ εκθέσεις σχετικά με το ποσό των διαθέσιμων χρηματοδοτικών μέσων, των εναλλακτικών ρυθμίσεων χρηματοδότησης και τη χρήση των κεφαλαίων των ΣΕΚ, τις οποίες η ΕΑΤ θα πρέπει με τη σειρά της να γνωστοποιεί. Η πρόταση διατηρεί επίσης τις περιοδικές επανεξετάσεις και τις επανεξετάσεις παρακολούθησης που προβλέπονται ήδη στην αρχική οδηγία, όσον αφορά τους ελέγχους αντοχής των ΣΕΚ, τα κριτήρια για τις εισφορές βάσει κινδύνου και την επανεξέταση του επιπέδου κάλυψης.

    Αναλυτική επεξήγηση των επιμέρους διατάξεων της πρότασης

    Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις αξιοποιούν και αποσαφηνίζουν την εντολή των ΣΕΚ για την καλύτερη προστασία των καταθέσεων στο πλαίσιο της αποζημίωσης των καταθετών. Ενισχύουν επίσης τον ρόλο του ΣΕΚ εκτός των καταστάσεων στις οποίες οι καταθέτες αποζημιώνονται από το ΣΕΚ μετά την πτώχευση μιας τράπεζας για τους σκοπούς της διαχείρισης τραπεζικών κρίσεων με στόχο τη διατήρηση της εμπιστοσύνης των καταθετών και της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας. Τέλος, θεσπίζουν ειδικές απαιτήσεις για την απλούστευση των καθημερινών δραστηριοτήτων των ΣΕΚ και την αντιμετώπιση πολύπλοκων από διοικητική άποψη καταστάσεων.

    Η πρόταση τροποποιεί τις ακόλουθες διατάξεις της ΟΣΕΚ:

    Λαμβανομένων υπόψη των βελτιωμένων δυνατοτήτων χρήσης των ΣΕΚ για τη χρηματοδότηση προληπτικών μέτρων, στρατηγικών μεταβίβασης στο πλαίσιο της εξυγίανσης και εναλλακτικών μέτρων σε περίπτωση αφερεγγυότητας, το άρθρο 1 («Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής») τροποποιείται προκειμένου να αποσαφηνιστεί ότι, παράλληλα με τη σύσταση και τη λειτουργία του ΣΕΚ, η κάλυψη και η αποζημίωση των καταθέσεων, καθώς και η χρήση των κεφαλαίων του ΣΕΚ για μέτρα διατήρησης της πρόσβασης των καταθετών στις καταθέσεις τους, εμπίπτουν επίσης στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας. Η παράγραφος 2 στοιχείο δ) του ίδιου άρθρου τροποποιείται προκειμένου να αποσαφηνιστεί ότι η οδηγία καλύπτει υποκαταστήματα πιστωτικών ιδρυμάτων που είναι εγκατεστημένα σε τρίτες χώρες.

    Το άρθρο 2 περιλαμβάνει τους όρους και τους ορισμούς που χρησιμοποιούνται για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας. Τροποποιείται προκειμένου να εισαχθούν ορισμοί, σύμφωνα με τις νέες διατάξεις που θεσπίζονται με την πρόταση κατόπιν των συστάσεων που διατύπωσε η ΕΑΤ στις γνώμες της, ιδίως όσον αφορά τις καταθέσεις κεφαλαίων των πελατών και την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.

    Η παράγραφος 8 του άρθρου 4 ενοποιείται στο νέο άρθρο 16α σχετικά με την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ πιστωτικών ιδρυμάτων και ΣΕΚ και την υποβολή εκθέσεων από τις αρχές (βλ. κατωτέρω).

    Η ΕΑΤ επισήμανε στη γνώμη της την αποκλίνουσα εφαρμογή του ορισμού των δημόσιων αρχών. Η απόκλιση αυτή οδήγησε σε διαφορετικό πεδίο εφαρμογής της προστασίας των καταθέσεων μεταξύ των κρατών μελών, το οποίο, σε ορισμένες περιπτώσεις, εξαιρούσε από την προστασία δημόσιες οντότητες, όπως σχολεία, νοσοκομεία ή δημοτικές υπηρεσίες, οι οποίες δεν είναι εξελιγμένοι καταθέτες. Η υφιστάμενη διαφοροποίηση μεταξύ των δημόσιων αρχών με βάση τον προϋπολογισμό τους και άλλα χαρακτηριστικά δημιουργεί επιχειρησιακές δυσκολίες για τα πιστωτικά ιδρύματα και τα ΣΕΚ. Ως εκ τούτου, στο άρθρο 5, οι δημόσιες αρχές δεν εξαιρούνται πλέον από το πεδίο εφαρμογής της προστασίας των καταθετών, με σκοπό την εναρμόνιση και την ενίσχυση της προστασίας τους. Στο άρθρο αποσαφηνίζεται επίσης ότι οι καταθέσεις που σχετίζονται με τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας εξαιρούνται από την προστασία του ΣΕΚ.

    Το άρθρο 6, το οποίο ρυθμίζει το επίπεδο κάλυψης της προστασίας των καταθετών, τροποποιείται προκειμένου να εναρμονιστεί το ελάχιστο επίπεδο προστασίας για πρόσκαιρα υψηλά υπόλοιπα και η σχετική περίοδος προστασίας και να αποσαφηνιστεί το πεδίο εφαρμογής των προστατευόμενων καταθέσεων που διατηρούνται ενόψει συναλλαγών επί ακινήτων.

    Λαμβανομένων υπόψη των αποκλινουσών ερμηνειών της υφιστάμενης επιλογής σχετικά με την αφαίρεση από το προς αποζημίωση ποσό των υποχρεώσεων των καταθετών που έχουν καταστεί απαιτητές, η παράγραφος 5 του άρθρου 7 απαλείφεται προκειμένου να εναρμονιστούν οι κανόνες για τον υπολογισμό του προς αποζημίωση ποσού. Η παράγραφος 7 τροποποιείται προκειμένου να ληφθούν υπόψη περιπτώσεις στις οποίες το επιτόκιο είναι αρνητικό.

    Εισάγεται νέο άρθρο 7α σχετικά με το βάρος της απόδειξης προκειμένου να αποσαφηνιστεί η διαδικαστική πτυχή της επιλεξιμότητας ή του δικαιώματος επί των καταθέσεων, αφήνοντας το βάρος της απόδειξης στους καταθέτες και επιβάλλοντας στους κατόχους λογαριασμών την υποχρέωση να αποδείξουν ότι έχουν απόλυτο δικαίωμα επί των καταθέσεων σε λογαριασμούς δικαιούχων ή σε λογαριασμούς με πρόσκαιρα υψηλά υπόλοιπα.

    Προκειμένου να δοθεί περισσότερος χρόνος για τον έλεγχο της επιλεξιμότητας για την καταβολή αποζημίωσης, και σύμφωνα με τη διάταξη σχετικά με το βάρος της απόδειξης που προβλέπεται στο άρθρο 7α, το άρθρο 8 τροποποιείται ώστε να παρέχεται η δυνατότητα στο ΣΕΚ να εφαρμόζει μεγαλύτερη περίοδο έως και 20 εργάσιμων ημερών σε περίπτωση αποζημίωσης λογαριασμών δικαιούχων, κεφαλαίων πελατών και πρόσκαιρων υψηλών υπολοίπων. Η καταληκτική ημερομηνία αρχίζει να υπολογίζεται από την ημερομηνία κατά την οποία το ΣΕΚ έλαβε την πλήρη τεκμηρίωση που επιτρέπει την εξέταση των απαιτήσεων και τον έλεγχο των προϋποθέσεων για την καταβολή αποζημίωσης. Το τροποποιημένο άρθρο επιτρέπει επίσης στο ΣΕΚ να καθορίζει κατώτατο όριο για την αποζημίωση αδρανών λογαριασμών.

    Προστίθεται νέο άρθρο 8α προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι καταθέτες, άνω του ορίου των 10 000 EUR, αποζημιώνονται μέσω μεταφορών πιστώσεων σύμφωνα με τους στόχους της ΚΞΧ/ΧΤ.

    Χρηματοπιστωτικά ιδρύματα όπως οι επιχειρήσεις επενδύσεων και τα ιδρύματα πληρωμών ή ηλεκτρονικού χρήματος συγκεντρώνουν κεφάλαια από τους πελάτες τους και υποχρεούνται βάσει των τομεακών κανόνων να διασφαλίζουν τα εν λόγω κεφάλαια, μεταξύ άλλων, μέσω της τοποθέτησής τους σε διαχωρισμένους λογαριασμούς σε πιστωτικά ιδρύματα. Το νέο άρθρο 8β θεσπίζει κανόνες για την εναρμόνιση του πεδίου εφαρμογής της προστασίας των καταθέσεων για τα εν λόγω κεφάλαια που κατατίθενται εξ ονόματος και για λογαριασμό των πελατών τους, με σκοπό τον διαχωρισμό. Το άρθρο περιγράφει επίσης αναλυτικά τις λεπτομέρειες για την καταβολή αποζημίωσης στον κάτοχο λογαριασμού ή στον πελάτη και αναθέτει στην ΕΑΤ την εντολή να καταρτίσει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων για τη διαπίστωση της ταυτότητας των πελατών σε τέτοιες περιπτώσεις.

    Σύμφωνα με την πρόταση κανονισμού της Επιτροπής σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας 32 , οι αρχές χρηματοπιστωτικής εποπτείας υποχρεούνται να συνεργάζονται με τις αρχές εξυγίανσης ή με τις ορισθείσες αρχές και να ενημερώνουν τις εν λόγω αρχές για το αποτέλεσμα των μέτρων δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη. Εισάγεται νέο άρθρο 8γ της ΟΣΕΚ προκειμένου, αφενός, να αποφεύγεται η αποζημίωση καταθέσεων σε περίπτωση που το αποτέλεσμα της δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη αποκαλύπτει ότι υπάρχει υπόνοια νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και, αφετέρου, να διασφαλίζεται η απρόσκοπτη ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ της ορισθείσας αρχής και του ΣΕΚ σε αυτές τις περιπτώσεις. Η νέα αυτή διάταξη θεσπίζει επίσης ρυθμίσεις παρακράτησης επί των εκταμιεύσεων των ΣΕΚ για αποζημιώσεις καλυπτόμενων καταθέσεων, οι οποίες συνεπάγονται προβληματισμούς σχετικά με τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες / τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας.

    Το άρθρο 9 της ΟΣΕΚ προβλέπει ότι όταν ένα ΣΕΚ προχωρά σε πληρωμές στο πλαίσιο διαδικασίας εξυγίανσης, το ΣΕΚ θα πρέπει να έχει απαίτηση έναντι του σχετικού πιστωτικού ιδρύματος για ποσό ίσο με τις πληρωμές του. Η εν λόγω απαίτηση θα πρέπει να κατατάσσεται στην ίδια σειρά όπως και οι καλυπτόμενες καταθέσεις. Η διάταξη αυτή δεν κάνει διάκριση μεταξύ της συνεισφοράς του ΣΕΚ σε εξυγίανση μέσω διάσωσης με ίδια μέσα ανοικτής τράπεζας (όπου η οντότητα της τράπεζας διατηρείται και συνεχίζει τις δραστηριότητές της) και των εισφορών του ΣΕΚ για τη χρηματοδότηση μιας στρατηγικής μεταβίβασης (εργαλείο πώλησης δραστηριοτήτων ή μεταβατικού ιδρύματος και εκκαθάριση της εναπομένουσας οντότητας). Η απουσία τέτοιας διάκρισης μπορεί να δημιουργήσει αβεβαιότητα ως προς την ύπαρξη και το ποσό απαίτησης του ΣΕΚ σε διαφορετικά σενάρια. Ως εκ τούτου, το άρθρο 9 τροποποιείται προκειμένου να διευκρινιστεί ότι, όταν χρησιμοποιούνται κεφάλαια ΣΕΚ στο πλαίσιο στρατηγικών μεταβίβασης κατά την εξυγίανση ή εναλλακτικών μέτρων σε περίπτωση διαδικασίας αφερεγγυότητας, το ΣΕΚ θα πρέπει να έχει απαίτηση έναντι του εναπομένοντος ιδρύματος ή της εναπομένουσας οντότητας στο πλαίσιο της επακόλουθης διαδικασίας εκκαθάρισης βάσει του εθνικού δικαίου. Αυτό δικαιολογείται από το γεγονός ότι τα κεφάλαια του ΣΕΚ χρησιμοποιούνται σε σχέση με ζημίες που διαφορετικά θα είχαν καλυφθεί από τους καταθέτες. Η απαίτηση αυτή θα πρέπει να κατατάσσεται στο ίδιο επίπεδο με τις καταθέσεις βάσει των εθνικών κανόνων περί αφερεγγυότητας, ώστε να διασφαλίζεται ότι οι μέτοχοι και οι πιστωτές που παραμένουν στο εναπομένον ίδρυμα ή στην εναπομένουσα οντότητα απορροφούν αποτελεσματικά τις ζημίες του ιδρύματος και ότι μπορεί να βελτιωθεί η δυνατότητα ανακτήσεων του ΣΕΚ σε περίπτωση αφερεγγυότητας. Αντιθέτως, η συνεισφορά του ΣΕΚ σε εξυγίανση μέσω διάσωσης με ίδια μέσα ανοικτής τράπεζας αντί των καλυπτόμενων καταθέσεων για το ποσό κατά το οποίο οι καλυπτόμενες καταθέσεις θα είχαν απομειωθεί ή μετατραπεί, εάν είχαν υπαχθεί σε καθεστώς διάσωσης με ίδια μέσα, δεν θα πρέπει να δημιουργεί απαίτηση έναντι του υπό εξυγίανση ιδρύματος, δεδομένου ότι η απαίτηση αυτή θα εξάλειφε τον σκοπό της συνεισφοράς του ΣΕΚ.

    Το άρθρο 9 παράγραφος 3 τροποποιείται προκειμένου να εναρμονιστεί σε πέντε έτη η περίοδος κατά την οποία οι καταθέτες μπορούν να προβάλουν απαίτηση έναντι του ΣΕΚ.

    Το άρθρο 10 τροποποιείται προκειμένου να διευκρινιστεί η περίοδος αναφοράς για τον υπολογισμό του επιπέδου-στόχου και το γεγονός ότι μόνο τα χρήματα που καταβάλλονται απευθείας στο ΣΕΚ ή ανακτώνται από το ΣΕΚ είναι επιλέξιμα για την επίτευξη του επιπέδου-στόχου. Η διευκρίνιση αυτή συνάδει με τους υφιστάμενους κανόνες που εφαρμόζονται δυνάμει των κατευθυντήριων γραμμών της ΕΑΤ. Στόχος είναι να αποσαφηνιστεί ότι τα χρήματα που συγκεντρώνονται μέσω δανείων δεν είναι επιλέξιμα για την επίτευξη του επιπέδου-στόχου.

    Η παράγραφος 4 του άρθρου 10 απαλείφεται, δεδομένου ότι δεν έχει χρησιμοποιηθεί στην πράξη η επιλογή της άντλησης των διαθέσιμων χρηματοδοτικών μέσων μέσω των υποχρεωτικών εισφορών που καταβάλλουν τα ιδρύματα-μέλη σε υφιστάμενα συστήματα υποχρεωτικών εισφορών τα οποία έχουν θεσπιστεί από κράτος μέλος.

    Σύμφωνα με τις γνώμες της ΕΑΤ, προκειμένου να βελτιωθεί η σύγκλιση των πρακτικών και να διασφαλιστεί η δυνατότητα διάθεσης κεφαλαίων για την τήρηση της προθεσμίας αποζημίωσης των καταθετών, προστίθεται στο άρθρο 10 νέα παράγραφος 11, η οποία προβλέπει για τα ΣΕΚ την ευελιξία να χρησιμοποιούν ρυθμίσεις εναλλακτικής χρηματοδότησης που χρηματοδοτούνται από ιδιωτικές πηγές πριν από τη χρήση των διαθέσιμων χρηματοδοτικών μέσων και των κεφαλαίων που συγκεντρώνονται μέσω έκτακτων εισφορών. Επιπλέον, η ευελιξία αυτή θα παρέχει στα ΣΕΚ τη δυνατότητα να αποφεύγουν την ανάγκη άμεσης είσπραξης έκτακτων εισφορών, όταν η είσπραξη εισφορών αυτού του είδους θα έθετε σε κίνδυνο τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα (π.χ. σε περίπτωση συστημικής κρίσης). Απαιτείται επίσης πλήρης ευελιξία ώστε τα ΣΕΚ να μπορούν να χρησιμοποιούν τα κεφάλαιά τους με τον πλέον αποδοτικό τρόπο και να αποφεύγουν την εκποίηση των στοιχείων ενεργητικού τους (διαθέσιμα χρηματοδοτικά μέσα) σε εξαιρετικά χαμηλές τιμές κατά τη χρονική στιγμή της κρίσης. Ταυτόχρονα, η διάταξη διασφαλίζει ότι η χρήση χρηματοδότησης από δημόσιες πηγές θα είναι δυνατή μόνο ως έσχατη λύση.

    Επιπροσθέτως, η νέα παράγραφος του άρθρου 10 αποσαφηνίζει τις απαιτήσεις για τη διασφάλιση της χρηστής διαχείρισης των κεφαλαίων των ΣΕΚ και αναθέτει στην ΕΑΤ εντολή να καταρτίσει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τη διαφοροποίηση της επενδυτικής στρατηγικής των ΣΕΚ. Προβλέπει επίσης τη δυνατότητα τοποθέτησης των κεφαλαίων των ΣΕΚ σε διαχωρισμένο λογαριασμό στην εθνική κεντρική τράπεζα ή στο Δημόσιο Ταμείο. Επιπλέον, αναθέτει στην ΕΑΤ την εντολή να καταρτίσει ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα σχετικά με την οριοθέτηση των διαθέσιμων χρηματοδοτικών μέσων για τα ΣΕΚ.

    Το άρθρο 11 τροποποιείται προκειμένου να αποσαφηνιστεί η διάκριση μεταξύ των προληπτικών και των εναλλακτικών μέτρων. Προληπτικά μέτρα είναι οι παρεμβάσεις των ΣΕΚ για τη χρηματοδοτική στήριξη μιας προβληματικής τράπεζας, για παράδειγμα με τη μορφή εγγυήσεων, εισφορών μετρητών, συμμετοχής σε αύξηση κεφαλαίου, προτού η τράπεζα φτάσει σε σημείο να πληροί τις προϋποθέσεις πτώχευσης ή πιθανής πτώχευσης, με στόχο τη διατήρηση της χρηματοπιστωτικής της ευρωστίας. Εναλλακτικά μέτρα είναι οι παρεμβάσεις των ΣΕΚ για τη στήριξη της μεταβίβασης των καταθέσεων και των στοιχείων ενεργητικού της υπό πτώχευσης τράπεζας σε άλλη τράπεζα (π.χ. με τη μορφή εισφοράς σε χρήμα για την κάλυψη του κενού μεταξύ των στοιχείων ενεργητικού και των καταθέσεων, εγγυήσεις) στο πλαίσιο της διαδικασίας αφερεγγυότητας, με στόχο τη διατήρηση της πρόσβασης των καταθετών στα χρήματά τους.

    Το άρθρο 11α θεσπίζει ένα σύνολο διασφαλίσεων για τα προληπτικά μέτρα και κατανέμει τις αρμοδιότητες μεταξύ των αρχών για την αξιολόγηση του τρόπου εφαρμογής των προληπτικών μέτρων. Σκοπός είναι να διασφαλιστεί ότι η χρήση των μέτρων αυτών είναι έγκαιρη, οικονομικά αποδοτική και εφαρμόζεται με συνέπεια σε όλα τα κράτη μέλη, ως βελτίωση της τρέχουσας κατάστασης.

    Το άρθρο 11β προβλέπει τις προϋποθέσεις στις οποίες βασίζεται το σημείωμα γνωστοποίησης μέτρων τα οποία δεσμεύεται να λάβει ένα πιστωτικό ίδρυμα για τη διασφάλιση ή την αποκατάσταση της συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας. Το εν λόγω σημείωμα γνωστοποίησης μέτρων θα πρέπει να αποτελεί αντικείμενο διαβούλευσης με την αρμόδια αρχή.

    Το άρθρο 11γ θεσπίζει απαιτήσεις για τα πιστωτικά ιδρύματα τα οποία δεν τήρησαν τις δεσμεύσεις τους ή δεν αποπληρώνουν τη χρηματοδοτική στήριξη που χορηγήθηκε με προληπτικά μέτρα. Ανατίθεται στην ΕΑΤ η εντολή να καταρτίσει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με το περιεχόμενο του σημειώματος γνωστοποίησης των μέτρων που είναι αναγκαία για την αποτελεσματική εφαρμογή ενός προληπτικού μέτρου και του σχεδίου αποκατάστασης.

    Κατά τη χρήση κεφαλαίων του ΣΕΚ για τους σκοπούς των εναλλακτικών μέτρων που αναφέρονται στο άρθρο 11 παράγραφος 5, το άρθρο 11δ προβλέπει τις προϋποθέσεις για την εμπορική προώθηση των στοιχείων ενεργητικού, των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων της τράπεζας. Η διαδικασία αυτή θα πρέπει να εναρμονιστεί ώστε να περιορίζονται οι αρνητικές επιπτώσεις στον ανταγωνισμό και να διευκολύνεται η προσέλκυση δυνητικών αγοραστών. Με τον τρόπο αυτό, θα πρέπει να διασφαλίζεται επίσης η συνέπεια με τα εργαλεία μεταβίβασης στο πλαίσιο της οδηγίας BRRD. Σύμφωνα με την οδηγία BRRD, οι διαδικασίες για την εκκαθάριση της εναπομένουσας οντότητας με συντεταγμένο τρόπο θα πρέπει να δρομολογούνται χωρίς καθυστέρηση.

    Στο πλαίσιο μιας δοκιμής του ελάχιστου κόστους συγκρίνεται το κόστος μιας παρέμβασης του ΣΕΚ για την πρόληψη της περαιτέρω επιδείνωσης της οικονομικής κατάστασης μιας τράπεζας ή το κόστος του ΣΕΚ για τη μεταβίβαση δραστηριοτήτων σε άλλη τράπεζα με το κόστος ενός υποθετικού σεναρίου αποζημίωσης των καλυπτόμενων καταθέσεων υπό εκκαθάριση. Η απαίτηση αυτή εφαρμόζεται με διαφορετικό τρόπο στα κράτη μέλη. Το νέο άρθρο 11ε αποσαφηνίζει και εναρμονίζει την προσέγγιση για τη διενέργεια της δοκιμής του ελάχιστου κόστους, με την οποία καθορίζεται το ανώτατο ποσό που μπορεί να συνεισφέρει ένα ΣΕΚ εκτός της καταβολής αποζημίωσης, για τη χρηματοδότηση προληπτικών μέτρων, μέτρων εξυγίανσης και εναλλακτικών μέτρων. Η αποζημίωση των καλυπτόμενων καταθέσεων σε περίπτωση αφερεγγυότητας μπορεί να δημιουργήσει άμεσες και έμμεσες δαπάνες για το ΣΕΚ και τα μέλη του. Οι άμεσες δαπάνες αντιστοιχούν στο ποσό που εκταμιεύθηκε από το ΣΕΚ για την αποζημίωσή του μείον τις ανακτήσεις από τη διαδικασία εκκαθάρισης. Οι έμμεσες δαπάνες θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την αναπλήρωση των κεφαλαίων που δαπανήθηκαν από το ΣΕΚ, καθώς και τις πρόσθετες δαπάνες χρηματοδότησης για το ΣΕΚ που συνδέονται με την καταβολή της αποζημίωσης. Όταν διενεργείται δοκιμή του ελάχιστου κόστους για τους σκοπούς των προληπτικών μέτρων, στον υπολογισμό του αντιπαραδείγματος αποζημίωσης θα πρέπει επίσης να συνεκτιμάται η σημασία των εν λόγω μέτρων για την εκ του νόμου ή συμβατική εντολή του ΣΕΚ. Στο κόστος των παρεμβάσεων εκτός της καταβολής αποζημίωσης θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα αναμενόμενα κέρδη, οι λειτουργικές δαπάνες και οι δυνητικές ζημίες που σχετίζονται με την παρέμβαση. Ανατίθεται στην ΕΑΤ η εντολή να καταρτίσει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων για τον προσδιορισμό της μεθοδολογίας υπολογισμού της δοκιμής του ελάχιστου κόστους.

    Το άρθρο 14 τροποποιείται προκειμένου να αποσαφηνιστεί ότι η προστασία που παρέχουν τα ΣΕΚ καλύπτει επίσης τους καταθέτες που βρίσκονται σε κράτη μέλη στα οποία τα πιστωτικά ιδρύματα-μέλη τους ασκούν την ελευθερία παροχής υπηρεσιών. Το άρθρο καθορίζει τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί, αφενός, να παρέχεται η δυνατότητα σ’ ένα ΣΕΚ σε κράτος μέλος προέλευσης να αποζημιώνει απευθείας τους καταθέτες υποκαταστημάτων που είναι εγκατεστημένα σε άλλο κράτος μέλος και, αφετέρου, να επιτρέπεται σ’ ένα ΣΕΚ σε κράτος μέλος υποδοχής να λειτουργεί ως σημείο επαφής για τους καταθέτες πιστωτικών ιδρυμάτων που ασκούν την ελευθερία παροχής υπηρεσιών. Ανατίθεται στην ΕΑΤ η εντολή να καταρτίσει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τους αντίστοιχους ρόλους των ΣΕΚ προέλευσης και υποδοχής, καθώς και σχετικά με τις περιστάσεις και τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες ένα ΣΕΚ σε κράτος μέλος προέλευσης θα πρέπει να αποφασίζει να αποζημιώνει τους καταθέτες υποκαταστημάτων που βρίσκονται σε κάποιο άλλο κράτος μέλος. Επιπλέον, καθορίζονται οι κανόνες που ισχύουν για τον υπολογισμό των κεφαλαίων που πρέπει να μεταβιβαστούν σε περίπτωση αλλαγής της συμμετοχής ενός ιδρύματος-μέλους σε ΣΕΚ από ένα κράτος μέλος σε κάποιο άλλο.

    Το άρθρο 15 τροποποιείται προκειμένου να απαιτείται από τα υποκαταστήματα πιστωτικών ιδρυμάτων που είναι εγκατεστημένα σε τρίτες χώρες να προσχωρούν σε ΣΕΚ σ’ ένα κράτος μέλος, εάν επιθυμούν να παρέχουν τραπεζικές υπηρεσίες και να δέχονται επιλέξιμες καταθέσεις στην ΕΕ. Σύμφωνα με τη γνώμη της ΕΑΤ, η συντριπτική πλειονότητα των υποκαταστημάτων τρίτων χωρών σε κράτη μέλη της ΕΕ είναι ήδη μέλη κάποιου ΣΕΚ της ΕΕ, είτε επειδή το καθεστώς προστασίας των καταθετών της τρίτης χώρας θεωρείται μη ισοδύναμο είτε επειδή δεν έχει διενεργηθεί επίσημη αξιολόγηση ισοδυναμίας. Ορισμένα από τα υπόλοιπα υποκαταστήματα δεν ήταν υποχρεωμένα να προσχωρήσουν σε αντίστοιχο ΣΕΚ της ΕΕ, παρά τα αποτελέσματα της αξιολόγησης ισοδυναμίας από τα οποία προκύπτει ότι η προστασία των καταθετών τους δεν ήταν ισοδύναμη. Σύμφωνα με τη σύσταση της ΕΑΤ, η παρούσα τροποποίηση περιλαμβάνει τη συγκεκριμένη απαίτηση συμμετοχής και διασφαλίζει ίση προστασία για τους καταθέτες τόσο στα υποκαταστήματα τραπεζών τρίτων χωρών στην ΕΕ όσο και στις τράπεζες της ΕΕ και στα υποκαταστήματά τους σε διαφορετικά κράτη μέλη. Η διάταξη αυτή ενισχύει την προστασία των καταθετών, δεδομένου ότι εξαλείφει τον κίνδυνο καταθέσεων στην ΕΕ των οποίων η προστασία από ΣΕΚ τρίτης χώρας δεν θα ανταποκρινόταν στα πρότυπα της ΕΕ (σύμφωνα με τη γνώμη της ΕΑΤ, από τα 74 υποκαταστήματα εκτός ΕΟΧ στην ΕΕ, τα 5 δεν ήταν μέλη ΣΕΚ της ΕΕ). Η απαίτηση προσχώρησης των υποκαταστημάτων τραπεζών τρίτων χωρών στην ΕΕ σε ΣΕΚ της ΕΕ συνάδει επίσης με έναν από τους κύριους στόχους της παρούσας επανεξέτασης για τη διευκόλυνση της χρήσης των κεφαλαίων των ΣΕΚ κατά την εξυγίανση.

    Για την αποφυγή της έκθεσης των κεφαλαίων των ΣΕΚ σε οικονομικούς και χρηματοπιστωτικούς κινδύνους σε τρίτες χώρες, το νέο άρθρο 15α επιτρέπει την κάλυψη από τα ΣΕΚ καταθετών οι οποίοι ανήκουν σε υποκαταστήματα ιδρυμάτων-μελών που είναι εγκατεστημένα σε τρίτες χώρες, μόνο εάν τα κεφάλαια που συγκεντρώνονται υπερβαίνουν το ελάχιστο επίπεδο-στόχο.

    Το άρθρο 16 τροποποιείται προκειμένου να εναρμονιστούν οι πληροφορίες που πρέπει να παρέχουν ετησίως οι τράπεζες στους πελάτες τους σχετικά με την προστασία των καταθέσεών τους. Ενισχύει επίσης τις απαιτήσεις παροχής πληροφοριών για τους καταθέτες σε περίπτωση συγχωνεύσεων ή άλλων σημαντικών αναδιοργανώσεων πιστωτικών ιδρυμάτων, αλλαγών όσον αφορά τη συμμετοχή σε ΣΕΚ και μη διαθεσιμότητας των καταθέσεων λόγω της κρίσιμης οικονομικής κατάστασης των τραπεζών. Τα κράτη μέλη εξουσιοδοτούνται να ελέγχουν την καταλληλότητα των πληροφοριών που παρέχονται στους καταθέτες και η ΕΑΤ εξουσιοδοτείται να καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών προτύπων για τον μορφότυπο και το περιεχόμενο του ενημερωτικού δελτίου, καθώς και για τις διαδικασίες και τις πληροφορίες προς τους καταθέτες, μεταξύ άλλων όσον αφορά τις καταθέσεις κεφαλαίων πελατών και τις περιπτώσεις χρηματοδότησης της τρομοκρατίας/νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.

    Εισάγεται νέο άρθρο 16α προκειμένου να αποσαφηνιστούν οι κανόνες σχετικά με την υποβολή εκθέσεων και να βελτιωθεί η ανταλλαγή πληροφοριών τόσο από το πιστωτικό ίδρυμα προς τα ΣΕΚ όσο και από τα ΣΕΚ και τις ορισθείσες αρχές προς την ΕΑΤ. Είναι σημαντικό το ΣΕΚ να λαμβάνει από τα συμμετέχοντα σε αυτό ιδρύματα, ανά πάσα στιγμή και κατ’ αίτησή του, πληροφορίες σχετικά με τις καταθέσεις που ασφαλίζει. Αυτό είναι αναγκαίο για την αποτελεσματική λειτουργία του ΣΕΚ όπως απαιτείται από την παρούσα οδηγία. Οι εν λόγω απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων απορρέουν από τις υφιστάμενες υποχρεώσεις των τραπεζών να διασφαλίζουν τον άμεσο εντοπισμό των καταθέσεων ή προκύπτουν από την επέκταση της προστασίας των καταθετών και, ως εκ τούτου, δεν έρχονται σε αντίθεση με τον γενικό στόχο της μείωσης της διοικητικής επιβάρυνσης για τα πιστωτικά ιδρύματα. Επιπλέον, είναι σημαντικό η ΕΑΤ να ενημερώνεται δεόντως για τις καταστάσεις που προκύπτουν και για τις οποίες το ΣΕΚ δύναται να παρέμβει σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, με σκοπό την παροχή στήριξης στην ΕΑΤ κατά την εκτέλεση των καθηκόντων της όσον αφορά την εποπτεία της χρηματοοικονομικής ακεραιότητας, της σταθερότητας και της ασφάλειας του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος. Θα ανατεθεί στην ΕΑΤ η εξουσία κατάρτισης σχεδίων εκτελεστικών τεχνικών προτύπων σχετικά με το υπόδειγμα, τις διαδικασίες και το περιεχόμενο των εν λόγω πληροφοριών.

    Τα κράτη μέλη πρέπει να μεταφέρουν τις τροποποιήσεις αυτές στο εθνικό τους δίκαιο εντός δύο ετών από την έναρξη ισχύος της τροποποιητικής οδηγίας. Οι νέοι κανόνες σχετικά με την εφαρμογή διασφαλίσεων για τη χρήση προληπτικών μέτρων από τα ΣΕΚ, βάσει του άρθρου 11α, απαιτούν οργανωτικές αλλαγές και τη σταδιακή ανάπτυξη επιχειρησιακών ικανοτήτων από τα ΣΕΚ και τις ορισθείσες αρχές, οι οποίες δικαιολογούν μεγαλύτερη περίοδο εφαρμογής. Λαμβανομένων υπόψη των ιδιαιτεροτήτων των ΘΣΠ που αναγνωρίζονται ως ΣΕΚ, η εν λόγω περίοδος εφαρμογής μπορεί να παραταθεί περαιτέρω.

    2023/0115 (COD)

    Πρόταση

    ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

    για την τροποποίηση της οδηγίας 2014/49/ΕΕ όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής της προστασίας των καταθέσεων, τη χρήση των κεφαλαίων των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων, τη διασυνοριακή συνεργασία και τη διαφάνεια

    (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

    ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 53 παράγραφος 1,

    Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

    Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

    Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής 33 ,

    Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών 34 ,

    Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας 35 ,

    Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία,

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    (1)Σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφοι 5 και 6 της οδηγίας 2014/49/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 36 , η Επιτροπή επανεξέτασε την εφαρμογή και το πεδίο εφαρμογής της εν λόγω οδηγίας και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο στόχος της προστασίας των καταθετών στην Ένωση μέσω της σύστασης συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων (στο εξής: ΣΕΚ) έχει επί το πλείστον επιτευχθεί. Ωστόσο, η Επιτροπή κατέληξε επίσης στο συμπέρασμα ότι είναι αναγκαία τόσο η αντιμετώπιση των εναπομενόντων κενών στην προστασία των καταθετών όσο και η βελτίωση της λειτουργίας των ΣΕΚ, με παράλληλη εναρμόνιση των κανόνων για άλλες παρεμβάσεις των ΣΕΚ πλην της διαδικασίας καταβολής αποζημιώσεων.

    (2)Η μη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις καταβολής εισφορών στα ΣΕΚ ή παροχής πληροφοριών στους καταθέτες και στα ΣΕΚ θα μπορούσε να υπονομεύσει τον στόχο της προστασίας των καταθετών. Τα ΣΕΚ ή, κατά περίπτωση, οι ορισθείσες αρχές μπορούν να επιβάλλουν χρηματικές κυρώσεις για την εκπρόθεσμη καταβολή των εισφορών. Είναι σημαντικό να βελτιωθεί ο συντονισμός μεταξύ των ΣΕΚ, των ορισθεισών και των αρμόδιων αρχών για τη λήψη μέτρων επιβολής κατά πιστωτικού ιδρύματος το οποίο δεν συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις που υπέχει. Παρότι η εφαρμογή μέτρων εποπτείας και επιβολής από τις αρμόδιες αρχές έναντι των πιστωτικών ιδρυμάτων ρυθμίζεται από το εθνικό δίκαιο και την οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 37 , είναι αναγκαίο να διασφαλιστεί ότι οι ορισθείσες αρχές ενημερώνουν εγκαίρως τις αρμόδιες αρχές σχετικά με τυχόν παραβάσεις των υποχρεώσεων των πιστωτικών ιδρυμάτων βάσει των κανόνων προστασίας των καταθέσεων.

    (3)Για την υποστήριξη της περαιτέρω σύγκλισης των πρακτικών των ΣΕΚ και την παροχή συνδρομής στα ΣΕΚ κατά τον έλεγχο της ανθεκτικότητάς τους, η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΕΑΤ) θα πρέπει να εκδώσει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την εκτέλεση των ελέγχων αντοχής των συστημάτων των ΣΕΚ.

    (4)Σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο δ) της οδηγίας 2014/49/ΕΕ, οι καταθέσεις ορισμένων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, συμπεριλαμβανομένων των επιχειρήσεων επενδύσεων, εξαιρούνται από την κάλυψη των ΣΕΚ. Ωστόσο, τα κεφάλαια που λαμβάνουν τα εν λόγω χρηματοπιστωτικά ιδρύματα από τους πελάτες τους και τα οποία καταθέτουν σε πιστωτικό ίδρυμα εξ ονόματος των πελατών τους, κατά την άσκηση των υπηρεσιών που προσφέρουν, θα πρέπει να προστατεύονται με την επιφύλαξη ορισμένων προϋποθέσεων.

    (5)Το φάσμα των καταθετών που προστατεύονται επί του παρόντος μέσω της καταβολής αποζημίωσης από ΣΕΚ υπαγορεύεται από την επιθυμία προστασίας των μη επαγγελματιών επενδυτών, ενώ οι επαγγελματίες επενδυτές θεωρείται ότι δεν χρειάζονται προστασία αυτού του είδους. Για τον λόγο αυτό, οι δημόσιες αρχές έχουν εξαιρεθεί από την κάλυψη. Ωστόσο, οι περισσότερες δημόσιες αρχές (οι οποίες σε ορισμένα κράτη μέλη περιλαμβάνουν σχολεία και νοσοκομεία) δεν μπορούν να θεωρηθούν επαγγελματίες επενδυτές. Επομένως, είναι αναγκαίο να διασφαλιστεί ότι οι καταθέσεις όλων των μη επαγγελματιών επενδυτών, συμπεριλαμβανομένων των δημόσιων αρχών, μπορούν να επωφελούνται από την προστασία που παρέχει ένα ΣΕΚ.

    (6)Οι καταθέσεις που προκύπτουν από ορισμένα γεγονότα, συμπεριλαμβανομένων των συναλλαγών επί ακινήτων που αφορούν ιδιωτικές κατοικίες ή της καταβολής ορισμένων ασφαλιστικών παροχών, μπορούν να οδηγήσουν πρόσκαιρα σε μεγάλες καταθέσεις. Για τον λόγο αυτό, το άρθρο 6 παράγραφος 2 της οδηγίας 2014/49/ΕΕ υποχρεώνει επί του παρόντος τα κράτη μέλη να διασφαλίζουν ότι οι καταθέσεις που προκύπτουν από τα εν λόγω γεγονότα προστατεύονται άνω των 100 000 EUR για 3 μήνες τουλάχιστον, αλλά όχι πέραν των 12 μηνών από το χρονικό σημείο κατά το οποίο το ποσό πιστώθηκε ή από τη στιγμή κατά την οποία οι καταθέσεις αυτές καθίσταται δυνατόν να μεταβιβασθούν νομίμως. Για την εναρμόνιση της προστασίας των καταθετών στην Ένωση και τη μείωση της διοικητικής πολυπλοκότητας και της νομικής αβεβαιότητας που σχετίζεται με το πεδίο προστασίας των εν λόγω καταθέσεων, είναι αναγκαίο να ευθυγραμμιστεί η προστασία τους σε 500 000 EUR τουλάχιστον για εναρμονισμένη διάρκεια 6 μηνών, επιπλέον του επιπέδου κάλυψης των 100 000 EUR.

    (7)Κατά τη διάρκεια μιας συναλλαγής επί ακινήτων, τα κεφάλαια μπορούν να διέρχονται μέσω διαφορετικών λογαριασμών πριν από τον πραγματικό διακανονισμό της συναλλαγής. Συνεπώς, για την προστασία των καταθετών που πραγματοποιούν συναλλαγές επί ακινήτων με ομοιογενή τρόπο, η προστασία των πρόσκαιρων υψηλών υπολοίπων θα πρέπει να εφαρμόζεται τόσο στα έσοδα μιας πώλησης όσο και στα κεφάλαια που κατατίθενται για την αγορά ιδιωτικής κατοικίας βραχυπρόθεσμα.

    (8)Για την εξασφάλιση της έγκαιρης εκταμίευσης του ποσού προς αποζημίωση από ένα ΣΕΚ, και για την απλούστευση των διοικητικών κανόνων και των κανόνων υπολογισμού, θα πρέπει να καταργηθεί η διακριτική ευχέρεια να λαμβάνονται υπόψη οι απαιτητές υποχρεώσεις κατά τον υπολογισμό του προς αποζημίωση ποσού.

    (9)Είναι αναγκαίο να βελτιστοποιηθούν οι επιχειρησιακές ικανότητες των ΣΕΚ και να μειωθεί η διοικητική τους επιβάρυνση. Για τον λόγο αυτό, θα πρέπει να οριστεί ότι, όσον αφορά τη διαπίστωση της ταυτότητας των καταθετών που έχουν δικαίωμα επί των καταθέσεων σε λογαριασμούς δικαιούχων ή την αξιολόγηση σχετικά με το αν οι καταθέτες είναι επιλέξιμοι για διασφαλίσεις πρόσκαιρων υψηλών υπολοίπων, οι καταθέτες και οι κάτοχοι των λογαριασμών εξακολουθούν να έχουν την ευθύνη της απόδειξης του δικαιώματός τους, με δικά τους μέσα.

    (10)Ορισμένες καταθέσεις ενδέχεται να υπόκεινται σε μεγαλύτερη περίοδο καταβολής αποζημιώσεων επειδή τα ΣΕΚ υποχρεούνται να ελέγξουν την απαίτηση καταβολής αποζημίωσης. Για την εναρμόνιση των κανόνων σε ολόκληρη την Ένωση, η προθεσμία καταβολής αποζημιώσεων θα πρέπει να περιορίζεται σε 20 εργάσιμες ημέρες από την ημερομηνία παραλαβής των σχετικών εγγράφων τεκμηρίωσης.

    (11)Το διοικητικό κόστος που συνδέεται με την αποζημίωση μικρών ποσών σε αδρανείς λογαριασμούς μπορεί να υπερβαίνει τα οφέλη για τον καταθέτη. Επομένως, είναι αναγκαίο να διευκρινιστεί ότι τα ΣΕΚ δεν θα πρέπει να υποχρεούνται να λαμβάνουν ενεργά μέτρα για την αποζημίωση καταθέσεων που τηρούνται σε τέτοιους λογαριασμούς κάτω από ορισμένα όρια, τα οποία θα πρέπει να καθορίζονται σε εθνικό επίπεδο. Ωστόσο, θα πρέπει να διατηρείται το δικαίωμα των καταθετών να απαιτούν το εν λόγω ποσό. Επιπλέον, σε περίπτωση που ο ίδιος καταθέτης διαθέτει και άλλους ενεργούς λογαριασμούς, τα ΣΕΚ θα πρέπει να συμπεριλαμβάνουν το εν λόγω ποσό στον υπολογισμό του προς αποζημίωση ποσού.

    (12)Τα ΣΕΚ διαθέτουν διάφορες μεθόδους αποζημίωσης των καταθετών, οι οποίες εκτείνονται από την καταβολή αποζημιώσεων σε μετρητά μέχρι τις ηλεκτρονικές μεταφορές. Ωστόσο, για τη διασφάλιση της ιχνηλασιμότητας της διαδικασίας αποζημιώσεων από τα ΣΕΚ και τη διατήρηση της συμμόρφωσης με τους στόχους του πλαισίου της Ένωσης για την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, οι αποζημιώσεις των καταθετών μέσω μεταφορών πιστώσεων θα πρέπει να αποτελούν την προκαθορισμένη μέθοδο καταβολής αποζημίωσης όταν το ύψος της αποζημίωσης υπερβαίνει το ποσό των 10 000 EUR.

    (13)Τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα εξαιρούνται από την προστασία των καταθέσεων. Ωστόσο, ορισμένα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, μεταξύ των οποίων τα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος, τα ιδρύματα πληρωμών και οι επιχειρήσεις επενδύσεων, καταθέτουν επίσης τα κεφάλαια που λαμβάνουν από τους πελάτες τους σε τραπεζικούς λογαριασμούς, συχνά δε σε μεταβατική βάση, προκειμένου να συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις διασφάλισης σύμφωνα με την τομεακή νομοθεσία, συμπεριλαμβανομένης της οδηγίας 2009/110/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 38 , της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 39 και της οδηγίας 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 40 . Λαμβανομένου υπόψη του ολοένα και μεγαλύτερου ρόλου που διαδραματίζουν τα εν λόγω χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, τα ΣΕΚ θα πρέπει να προστατεύουν τις καταθέσεις αυτές υπό την προϋπόθεση ότι έχει διαπιστωθεί ή μπορεί να διαπιστωθεί η ταυτότητα των εν λόγω καταθετών.

    (14)Οι πελάτες των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων δεν γνωρίζουν πάντοτε ποιο πιστωτικό ίδρυμα έχει επιλέξει το χρηματοπιστωτικό ίδρυμα για να καταθέσει τα κεφάλαιά τους. Ως εκ τούτου, τα ΣΕΚ δεν θα πρέπει να συγκεντρώνουν τέτοιες καταθέσεις σε κατάθεση που ενδέχεται να διατηρούν οι ίδιοι πελάτες στο ίδιο πιστωτικό ίδρυμα στο οποίο το χρηματοπιστωτικό ίδρυμα έχει τοποθετήσει τις καταθέσεις τους. Τα πιστωτικά ιδρύματα ενδέχεται να μην γνωρίζουν τους πελάτες που δικαιούνται το ποσό, το οποίο τηρείται στους λογαριασμούς των πελατών ή να μην έχουν τη δυνατότητα να ελέγχουν και να καταγράφουν τα ατομικά στοιχεία των εν λόγω πελατών. Ανάλογα με τον τύπο και το επιχειρηματικό μοντέλο του χρηματοπιστωτικού ιδρύματος, ενδέχεται να υπάρχουν περιστάσεις υπό τις οποίες η καταβολή αποζημίωσης απευθείας στον πελάτη θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο τον κάτοχο του λογαριασμού. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να εξασφαλίζεται στα ΣΕΚ η δυνατότητα καταβολής αποζημίωσης ποσών σε λογαριασμό πελάτη, τον οποίο άνοιξε ο κάτοχος του λογαριασμού σε άλλο πιστωτικό ίδρυμα προς όφελος κάθε πελάτη, όταν πληρούνται ορισμένα κριτήρια. Για την αποφυγή του κινδύνου διπλής πληρωμής στις περιπτώσεις αυτές, τυχόν απαιτήσεις που προβάλλουν οι πελάτες σε σχέση με ποσά τα οποία τηρούνται για λογαριασμό τους από τον κάτοχο του λογαριασμού θα πρέπει να μειώνονται κατά το ποσό της αποζημίωσης που καταβάλλεται από το ΣΕΚ απευθείας στους εν λόγω πελάτες. Συνεπώς, η ΕΑΤ θα πρέπει να καταρτίσει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων για τον καθορισμό των τεχνικών λεπτομερειών που αφορούν τη διαπίστωση της ταυτότητας των πελατών για τους σκοπούς της καταβολής αποζημιώσεων, των κριτηρίων για την καταβολή αποζημίωσης στον κάτοχο του λογαριασμού προς όφελος κάθε πελάτη ή απευθείας στον πελάτη, καθώς και των κανόνων για την αποφυγή πολλαπλών απαιτήσεων καταβολής αποζημίωσης στον ίδιο δικαιούχο.

    (15)Κατά την καταβολή αποζημιώσεων στους καταθέτες, τα ΣΕΚ ενδέχεται να αντιμετωπίζουν καταστάσεις οι οποίες προκαλούν ανησυχίες σχετικά με τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Για τον λόγο αυτό, τα ΣΕΚ θα πρέπει να παρακρατούν την καταβολή αποζημίωσης σε καταθέτη όταν ενημερώνονται ότι μια μονάδα χρηματοοικονομικών πληροφοριών έχει αναστείλει τραπεζικό λογαριασμό ή λογαριασμό πληρωμών σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.

    (16)Το άρθρο 9 της οδηγίας 2014/49/ΕΕ προβλέπει ότι όταν ένα ΣΕΚ προχωρά σε πληρωμές στο πλαίσιο διαδικασίας εξυγίανσης, το ΣΕΚ θα πρέπει να έχει απαίτηση έναντι του σχετικού πιστωτικού ιδρύματος για ποσό ίσο με τις πληρωμές του και ότι η εν λόγω απαίτηση θα πρέπει να κατατάσσεται στην ίδια σειρά όπως και οι καλυπτόμενες καταθέσεις. Η εν λόγω διάταξη δεν κάνει διάκριση μεταξύ, αφενός, της εισφοράς ενός ΣΕΚ όταν χρησιμοποιείται εργαλείο διάσωσης με ίδια μέσα ανοικτής τράπεζας και, αφετέρου, της εισφοράς του ΣΕΚ στη χρηματοδότηση στρατηγικής μεταβίβασης (εργαλείο πώλησης δραστηριοτήτων ή μεταβατικού ιδρύματος), η οποία ακολουθείται από εκκαθάριση της εναπομένουσας οντότητας. Για την εξασφάλιση της σαφήνειας και της ασφάλειας δικαίου όσον αφορά την ύπαρξη και το ποσό της απαίτησης ενός ΣΕΚ σε διάφορα σενάρια, είναι αναγκαίο να διευκρινιστεί ότι όταν το ΣΕΚ συμβάλλει στην υποστήριξη της εφαρμογής του εργαλείου πώλησης δραστηριοτήτων ή του εργαλείου μεταβατικού ιδρύματος, ή εναλλακτικών μέτρων, στο πλαίσιο των οποίων ένα σύνολο στοιχείων ενεργητικού, δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, συμπεριλαμβανομένων των καταθέσεων, του πιστωτικού ιδρύματος μεταβιβάζονται σε αποδέκτη, το εν λόγω ΣΕΚ θα πρέπει να έχει απαίτηση έναντι της εναπομένουσας οντότητας στο πλαίσιο της επακόλουθης διαδικασίας εκκαθάρισης βάσει του εθνικού δικαίου. Για να διασφαλίζεται ότι οι μέτοχοι και οι πιστωτές του πιστωτικού ιδρύματος που παραμένουν στην εναπομένουσα οντότητα απορροφούν αποτελεσματικά τις ζημίες του εν λόγω πιστωτικού ιδρύματος και ότι βελτιώνεται η δυνατότητα καταβολής αποζημιώσεων σε περίπτωση αφερεγγυότητας στο ΣΕΚ, η απαίτηση του ΣΕΚ θα πρέπει να έχει την ίδια κατάταξη με την απαίτηση των καταθετών. Σε περίπτωση που εφαρμόζεται το εργαλείο ανοικτής διάσωσης τράπεζας με ίδια μέσα (δηλαδή το πιστωτικό ίδρυμα συνεχίζει τις δραστηριότητές του), το ΣΕΚ συνεισφέρει στο ποσό κατά το οποίο οι καλυπτόμενες καταθέσεις θα είχαν απομειωθεί ή μετατραπεί για να απορροφήσουν τις ζημίες στο εν λόγω πιστωτικό ίδρυμα, εάν οι καλυπτόμενες καταθέσεις συμπεριλαμβάνονταν στο πεδίο εφαρμογής της διάσωσης με ίδια μέσα. Επομένως, η συνεισφορά του ΣΕΚ δεν θα πρέπει να συνεπάγεται απαίτηση έναντι του υπό εξυγίανση ιδρύματος, δεδομένου ότι η απαίτηση αυτή θα εξάλειφε τον σκοπό της συνεισφοράς του ΣΕΚ.

    (17)Για τη διασφάλιση της σύγκλισης των πρακτικών των ΣΕΚ και της ασφάλειας δικαίου, ώστε οι καταθέτες να μπορούν να απαιτούν την αποζημίωση των καταθέσεών τους, καθώς και για την αποφυγή λειτουργικών εμποδίων για τα ΣΕΚ, είναι σημαντικό να καθοριστεί επαρκώς μακρά προθεσμία εντός της οποίας οι καταθέτες μπορούν να απαιτούν την αποζημίωση των καταθέσεών τους, στις περιπτώσεις στις οποίες το ΣΕΚ δεν έχει αποζημιώσει τους καταθέτες εντός των προθεσμιών που προβλέπονται στο άρθρο 8 της οδηγίας 2014/49/ΕΕ σε περίπτωση καταβολής αποζημίωσης.

    (18)Σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 2 της οδηγίας 2014/49/ΕΕ, τα κράτη μέλη πρέπει να διασφαλίσουν ότι, έως τις 3 Ιουλίου 2024, τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά μέσα ενός ΣΕΚ ανέρχονται στο επίπεδο-στόχο του 0,8 % επί του ύψους των καλυπτόμενων καταθέσεων των μελών του. Για την αντικειμενική αξιολόγηση της εκπλήρωσης ή μη της εν λόγω απαίτησης από τα ΣΕΚ, θα πρέπει να καθοριστεί σαφής περίοδος αναφοράς για τον προσδιορισμό του ποσού των καλυπτόμενων καταθέσεων και των διαθέσιμων χρηματοδοτικών μέσων των ΣΕΚ.

    (19)Για τη διασφάλιση της ανθεκτικότητας των ΣΕΚ, τα κεφάλαιά τους θα πρέπει να προέρχονται από σταθερές και αμετάκλητες εισφορές. Ορισμένες πηγές χρηματοδότησης των ΣΕΚ, συμπεριλαμβανομένων των δανείων και των αναμενόμενων ανακτήσεων, έχουν υπερβολικά απρόοπτο χαρακτήρα ώστε να λαμβάνονται υπόψη ως συνεισφορές για την επίτευξη του επιπέδου-στόχου του ΣΕΚ. Για την εναρμόνιση των προϋποθέσεων των ΣΕΚ όσον αφορά την εκπλήρωση του επιπέδου-στόχου τους και για την εξασφάλιση της χρηματοδότησης των διαθέσιμων χρηματοδοτικών μέσων των ΣΕΚ από τον κλάδο, θα πρέπει να γίνεται διάκριση των κεφαλαίων που πληρούν τις προϋποθέσεις για την επίτευξη του επιπέδου-στόχου από τα κεφάλαια που θεωρούνται συμπληρωματικές πηγές χρηματοδότησης. Οι εκροές κεφαλαίων του ΣΕΚ, συμπεριλαμβανομένων των προβλέψιμων αποπληρωμών δανείων, μπορούν να προγραμματίζονται και να συνυπολογίζονται στις τακτικές εισφορές των μελών του ΣΕΚ και, κατά συνέπεια, δεν θα πρέπει να συνεπάγονται μείωση των διαθέσιμων χρηματοδοτικών μέσων κάτω από το επίπεδο-στόχο. Επομένως, είναι αναγκαίο να διευκρινιστεί ότι, μετά την επίτευξη του επιπέδου-στόχου για πρώτη φορά, μόνο το πιθανό έλλειμμα διαθέσιμων χρηματοδοτικών μέσων του ΣΕΚ λόγω παρέμβασης του ΣΕΚ (καταβολή αποζημιώσεων ή προληπτικά μέτρα, μέτρα εξυγίανσης ή εναλλακτικά μέτρα) θα πρέπει να ενεργοποιεί εξαετή περίοδο αναπλήρωσης. Για τη διασφάλιση της συνεπούς εφαρμογής, η ΕΑΤ θα πρέπει να καταρτίσει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων για τον προσδιορισμό της μεθοδολογίας υπολογισμού του επιπέδου-στόχου από τα ΣΕΚ.

    (20)Τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά μέσα ενός ΣΕΚ θα πρέπει να μπορούν να χρησιμοποιηθούν άμεσα για την αντιμετώπιση αιφνίδιων γεγονότων καταβολής αποζημιώσεων ή άλλων παρεμβάσεων. Λαμβανομένων υπόψη των διαφόρων πρακτικών σε ολόκληρη την Ένωση, είναι σκόπιμο να καθοριστούν απαιτήσεις για την επενδυτική στρατηγική κεφαλαίων των ΣΕΚ, με σκοπό τον μετριασμό τυχόν αρνητικών επιπτώσεων στην ικανότητα ενός ΣΕΚ να εκπληρώσει την εντολή του. Σε περίπτωση που ένα ΣΕΚ δεν είναι αρμόδιο να καθορίζει την επενδυτική στρατηγική, η αρχή ή ο φορέας ή η οντότητα του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνη/υπεύθυνος για τον καθορισμό της επενδυτικής στρατηγικής θα πρέπει, κατά τον καθορισμό της εν λόγω επενδυτικής στρατηγικής, να τηρεί επίσης τις αρχές που αφορούν τη διαφοροποίηση και τις επενδύσεις σε στοιχεία ενεργητικού χαμηλού κινδύνου. Για τη διατήρηση της πλήρους επιχειρησιακής ανεξαρτησίας και ευελιξίας του ΣΕΚ όσον αφορά την πρόσβαση στα κεφάλαιά του, όταν τα κεφάλαια του ΣΕΚ κατατίθενται στο Δημόσιο Ταμείο, τα εν λόγω κεφάλαια θα πρέπει να δεσμεύονται και να τοποθετούνται σε διαχωρισμένο λογαριασμό.

    (21)Η επιλογή της άντλησης των διαθέσιμων χρηματοδοτικών μέσων ενός ΣΕΚ μέσω υποχρεωτικών εισφορών που καταβάλλονται από τα ιδρύματα-μέλη σε υφιστάμενα συστήματα υποχρεωτικών εισφορών, τα οποία έχουν συσταθεί από κράτος μέλος για την κάλυψη του κόστους που συνδέεται με τον συστημικό κίνδυνο, δεν έχει χρησιμοποιηθεί ποτέ και, ως εκ τούτου, θα πρέπει να καταργηθεί.

    (22)Είναι αναγκαίο να ενισχυθεί η προστασία των καταθετών, με την αποφυγή ταυτόχρονα της ανάγκης εκποίησης των στοιχείων ενεργητικού ενός ΣΕΚ σε εξαιρετικά χαμηλές τιμές και τον περιορισμό των πιθανών αρνητικών φιλοκυκλικών επιπτώσεων στον τραπεζικό κλάδο που προκαλούνται από την είσπραξη έκτακτων εισφορών. Ως εκ τούτου, τα ΣΕΚ θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν ρυθμίσεις εναλλακτικής χρηματοδότησης, οι οποίες τους επιτρέπουν να λαμβάνουν ανά πάσα στιγμή βραχυπρόθεσμη χρηματοδότηση από άλλες πηγές πλην των εισφορών, μεταξύ άλλων πριν από τη χρήση των διαθέσιμων χρηματοδοτικών μέσων τους και των κεφαλαίων που συγκεντρώνονται μέσω έκτακτων εισφορών. Δεδομένου ότι τα πιστωτικά ιδρύματα θα πρέπει πρωτίστως να αναλαμβάνουν το κόστος και την ευθύνη για τη χρηματοδότηση των ΣΕΚ, οι ρυθμίσεις εναλλακτικής χρηματοδότησης από κρατικούς πόρους θα πρέπει να χρησιμοποιούνται μόνο ως έσχατη λύση.

    (23)Για την εξασφάλιση επαρκώς διαφοροποιημένων επενδύσεων των κεφαλαίων των ΣΕΚ, καθώς και συγκλινουσών πρακτικών, η ΕΑΤ θα πρέπει να εκδώσει κατευθυντήριες γραμμές για την παροχή καθοδήγησης στα ΣΕΚ σχετικά με το θέμα αυτό.

    (24)Μολονότι ο πρωταρχικός ρόλος των ΣΕΚ είναι η αποζημίωση των καλυπτόμενων καταθετών, οι παρεμβάσεις εκτός της καταβολής αποζημίωσης μπορούν να αποδειχθούν οικονομικά αποδοτικότερες για τα ΣΕΚ και να εξασφαλίσουν την αδιάλειπτη πρόσβαση στις καταθέσεις διευκολύνοντας τις στρατηγικές μεταβίβασης. Είναι πιθανό να ζητηθεί από τα ΣΕΚ να συνεισφέρουν στην εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων. Επιπλέον, σε ορισμένα κράτη μέλη, τα ΣΕΚ δύνανται να χρηματοδοτούν προληπτικά μέτρα για την αποκατάσταση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας των πιστωτικών ιδρυμάτων ή εναλλακτικά μέτρα σε περίπτωση αφερεγγυότητας. Παρότι τα εν λόγω προληπτικά και εναλλακτικά μέτρα μπορούν να βελτιώσουν σημαντικά την προστασία των καταθέσεων, είναι αναγκαίο τα εν λόγω μέτρα να υπόκεινται σε επαρκείς διασφαλίσεις, μεταξύ άλλων με τη μορφή εναρμονισμένης δοκιμής του ελάχιστου κόστους, ώστε να εξασφαλίζονται ίσοι όροι ανταγωνισμού, καθώς και η αποτελεσματικότητα και η οικονομική αποδοτικότητα των εν λόγω μέτρων. Οι εν λόγω διασφαλίσεις θα πρέπει να εφαρμόζονται μόνο σε παρεμβάσεις οι οποίες χρηματοδοτούνται με τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά μέσα του ΣΕΚ και ρυθμίζονται βάσει της παρούσας οδηγίας.

    (25)Τα μέτρα για την πρόληψη της πτώχευσης ενός πιστωτικού ιδρύματος μέσω έγκαιρων παρεμβάσεων μπορούν να διαδραματίσουν αποτελεσματικό ρόλο στη συνέχεια των εργαλείων διαχείρισης κρίσεων για τη διατήρηση της εμπιστοσύνης των καταθετών και της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας. Τα εν λόγω μέτρα μπορούν να λαμβάνουν διάφορες μορφές — μέτρα κεφαλαιακής στήριξης με τη χρήση μέσων ιδίων κεφαλαίων (συμπεριλαμβανομένων των μέσων κοινών μετοχών της κατηγορίας 1) ή άλλων κεφαλαιακών μέσων, εγγυήσεων ή δανείων. Η προσφυγή των ΣΕΚ στα μέτρα αυτά ήταν ετερογενής. Για τη διασφάλιση της συνέχειας των εργαλείων διαχείρισης κρίσεων και της προσφυγής σε προληπτικά μέτρα κατά τρόπο συνεπή με το πλαίσιο εξυγίανσης και τους κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις, είναι αναγκαίο να προσδιοριστούν το χρονοδιάγραμμα και οι προϋποθέσεις εφαρμογής τους. Τα προληπτικά μέτρα δεν είναι κατάλληλα για την απορρόφηση των ζημιών που προκύπτουν όταν το πιστωτικό ίδρυμα βρίσκεται ήδη υπό πτώχευση ή είναι πιθανό να πτωχεύσει και θα πρέπει να χρησιμοποιούνται εγκαίρως για την πρόληψη της επιδείνωσης της οικονομικής κατάστασης της τράπεζας. Συνεπώς, οι ορισθείσες αρχές θα πρέπει να ελέγχουν αν πληρούνται οι προϋποθέσεις για μια τέτοια παρέμβαση του ΣΕΚ. Τέλος, οι εν λόγω προϋποθέσεις όσον αφορά τη χρήση των διαθέσιμων χρηματοδοτικών μέσων του ΣΕΚ δεν θα πρέπει να θίγουν την αξιολόγηση που διενεργεί η αρμόδια αρχή σχετικά με το αν ένα ΘΣΠ πληροί τα κριτήρια που καθορίζονται στο άρθρο 113 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 41 .

    (26)Για να διασφαλίζεται ότι τα προληπτικά μέτρα επιτυγχάνουν τον στόχο τους, τα πιστωτικά ιδρύματα θα πρέπει να υποχρεούνται να συντάσσουν σημείωμα γνωστοποίησης, στο οποίο θα περιγράφονται συνοπτικά τα μέτρα που δεσμεύονται να λάβουν. Η σύνταξη του εν λόγω σημειώματος γνωστοποίησης δεν θα πρέπει να είναι υπερβολικά επαχθής και χρονοβόρα, ώστε το πιστωτικό ίδρυμα να εξασφαλίζει τη δυνατότητα έγκαιρης παρέμβασης του ΣΕΚ. Επομένως, το σημείωμα γνωστοποίησης που συνοδεύει τα προληπτικά μέτρα θα πρέπει να έχει τη μορφή αρκετά συνοπτικού επεξηγηματικού εγγράφου. Το εν λόγω σημείωμα γνωστοποίησης θα πρέπει να περιέχει όλα τα στοιχεία που αποσκοπούν στην πρόληψη της εκροής κεφαλαίων και στην ενίσχυση της κεφαλαιακής θέσης και της θέσης ρευστότητας του πιστωτικού ιδρύματος, ώστε να παρέχεται στο πιστωτικό ίδρυμα η δυνατότητα συμμόρφωσης με όλες τις σχετικές απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας και άλλες κανονιστικές απαιτήσεις σε μελλοντοστρεφή βάση. Συνεπώς, ένα τέτοιο σημείωμα γνωστοποίησης θα πρέπει να περιλαμβάνει μέτρα άντλησης κεφαλαίων, συμπεριλαμβανομένων κανόνων για την έκδοση δικαιωμάτων, την εκούσια μετατροπή χρεωστικών μέσων μειωμένης εξασφάλισης, τις πράξεις διαχείρισης παθητικού, τις πωλήσεις στοιχείων ενεργητικού οι οποίες συμβάλλουν στη δημιουργία κεφαλαίων, την τιτλοποίηση χαρτοφυλακίων και τη μη διανομή κερδών, συμπεριλαμβανομένων περιορισμών στη διανομή μερισμάτων και περιορισμών στην απόκτηση εταιρικών μεριδίων. Για τον ίδιο λόγο, κατά την εφαρμογή των μέτρων που προβλέπονται στο σημείωμα γνωστοποίησης, τα πιστωτικά ιδρύματα θα πρέπει επίσης να ενισχύουν τις θέσεις ρευστότητάς τους και να απέχουν από επιθετικές εμπορικές πρακτικές, καθώς και από την επαναγορά ιδίων μετοχών ή από την άσκηση δικαιώματος προαίρεσης επί υβριδικών κεφαλαιακών μέσων. Το εν λόγω σημείωμα γνωστοποίησης θα πρέπει επίσης να περιλαμβάνει στρατηγική εξόδου για τυχόν μέτρα στήριξης που λαμβάνονται. Οι αρμόδιες αρχές είναι οι πλέον κατάλληλες για να ζητείται η γνώμη τους σχετικά με τη συνάφεια και την αξιοπιστία των μέτρων που προβλέπονται στο σημείωμα γνωστοποίησης. Οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να συνεργάζονται με τις ορισθείσες αρχές, για να διασφαλίζεται ότι οι ορισθείσες αρχές του ΣΕΚ από το οποίο ζητείται να χρηματοδοτήσει τη λήψη προληπτικού μέτρου από το πιστωτικό ίδρυμα μπορούν να διαπιστώσουν ότι πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις για τη λήψη προληπτικών μέτρων. Για την εξασφάλιση συνεκτικής προσέγγισης όσον αφορά την εφαρμογή προληπτικών μέτρων σε ολόκληρη την Ένωση, η ΕΑΤ θα πρέπει να εκδώσει κατευθυντήριες γραμμές προκειμένου να συνδράμει τα πιστωτικά ιδρύματα κατά τη σύνταξη του εν λόγω σημειώματος γνωστοποίησης.

    (27)Για να διασφαλίζεται ότι τα πιστωτικά ιδρύματα τα οποία λαμβάνουν στήριξη από τα ΣΕΚ με τη μορφή προληπτικών μέτρων τηρούν τις δεσμεύσεις τους, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να ζητούν σχέδιο αποκατάστασης από τα πιστωτικά ιδρύματα που δεν τήρησαν τις δεσμεύσεις τους. Σε περίπτωση που μια αρμόδια αρχή είναι της γνώμης ότι τα μέτρα του σχεδίου αποκατάστασης δεν είναι ικανά να επιτύχουν τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του πιστωτικού ιδρύματος, το ΣΕΚ δεν θα πρέπει να παρέχει περαιτέρω προληπτική στήριξη στο πιστωτικό ίδρυμα. Για την εξασφάλιση συνεκτικής προσέγγισης όσον αφορά την εφαρμογή προληπτικών μέτρων σε ολόκληρη την Ένωση, η ΕΑΤ θα πρέπει να εκδώσει κατευθυντήριες γραμμές προκειμένου να συνδράμει τα πιστωτικά ιδρύματα κατά τη σύνταξη του εν λόγω σχεδίου αποκατάστασης.

    (28)Για την αποφυγή επιζήμιων επιπτώσεων στον ανταγωνισμό και στην εσωτερική αγορά, είναι αναγκαίο να προβλεφθεί ότι, όταν πρόκειται για εναλλακτικά μέτρα σε περίπτωση αφερεγγυότητας, τα αρμόδια όργανα που εκπροσωπούν ένα πιστωτικό ίδρυμα στο πλαίσιο εθνικής διαδικασίας αφερεγγυότητας (εκκαθαριστής, διαχειριστής πτωχεύσεων, διαχειριστής ή άλλο) θα πρέπει να προβαίνουν σε ρυθμίσεις για την εμπορική προώθηση της δραστηριότητας του πιστωτικού ιδρύματος, ή μέρους αυτής, στο πλαίσιο ανοικτής, διαφανούς και αμερόληπτης διαδικασίας, στοχεύοντας παράλληλα στη μεγιστοποίηση, στο μέτρο του δυνατού, της τιμής πώλησης. Το πιστωτικό ίδρυμα ή οποιοσδήποτε μεσάζων που ενεργεί εξ ονόματος του πιστωτικού ιδρύματος θα πρέπει να εφαρμόζει κανόνες οι οποίοι είναι επαρκείς για την εμπορική προώθηση των στοιχείων ενεργητικού, των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων που πρέπει να μεταβιβαστούν σε δυνητικούς αγοραστές. Σε κάθε περίπτωση, η χρήση κρατικών πόρων θα πρέπει να εξακολουθήσει να υπόκειται στους σχετικούς κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις βάσει της Συνθήκης, κατά περίπτωση.

    (29)Δεδομένου ότι ο κύριος στόχος των ΣΕΚ είναι η προστασία των καλυπτόμενων καταθέσεων, θα πρέπει να επιτρέπεται στα ΣΕΚ να χρηματοδοτούν άλλες παρεμβάσεις πλην της καταβολής αποζημιώσεων μόνο όταν οι εν λόγω παρεμβάσεις είναι λιγότερο δαπανηρές από την καταβολή αποζημιώσεων. Η πείρα από την εφαρμογή του εν λόγω κανόνα («δοκιμή του ελάχιστου κόστους») έχει αποκαλύψει αρκετές ελλείψεις, διότι το ισχύον πλαίσιο δεν περιγράφει λεπτομερώς τον τρόπο προσδιορισμού του κόστους αυτών των παρεμβάσεων ούτε του κόστους της καταβολής αποζημίωσης. Για τη διασφάλιση της συνεπούς εφαρμογής της δοκιμής του ελάχιστου κόστους σε ολόκληρη την Ένωση, είναι αναγκαίο να προσδιοριστεί ο υπολογισμός του εν λόγω κόστους. Από την άλλη πλευρά, είναι αναγκαίο να αποφευχθούν υπερβολικά αυστηρές προϋποθέσεις, οι οποίες θα καθιστούσαν ουσιαστικά αδύνατη τη χρήση κεφαλαίων των ΣΕΚ για άλλες παρεμβάσεις πλην της καταβολής αποζημιώσεων. Κατά τη διενέργεια της εκτίμησης του ελάχιστου κόστους, τα ΣΕΚ θα πρέπει πρώτα να επαληθεύουν ότι το κόστος χρηματοδότησης του επιλεγμένου μέτρου είναι μικρότερο από το κόστος αποζημίωσης των καλυπτόμενων καταθέσεων. Η μεθοδολογία της εκτίμησης του ελάχιστου κόστους θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τη διαχρονική αξία του χρήματος.

    (30)Η εκκαθάριση μπορεί να αποτελεί χρονοβόρα διαδικασία, η αποδοτικότητα της οποίας εξαρτάται από την αποτελεσματικότητα του εθνικού δικαστικού συστήματος, τα καθεστώτα αφερεγγυότητας, τα επιμέρους τραπεζικά χαρακτηριστικά και τις περιστάσεις της πτώχευσης. Όσον αφορά τις παρεμβάσεις ΣΕΚ στο πλαίσιο εναλλακτικών μέτρων, η δοκιμή του ελάχιστου κόστους θα πρέπει να βασίζεται στην αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων και των υποχρεώσεων του πιστωτικού ιδρύματος, η οποία προβλέπεται στο άρθρο 36 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ, και στην εκτίμηση που προβλέπεται στο άρθρο 36 παράγραφος 8 της εν λόγω οδηγίας. Ωστόσο, η ακριβής αξιολόγηση των ανακτήσεων εκκαθάρισης μπορεί να συνιστά πρόκληση στο πλαίσιο της δοκιμής του ελάχιστου κόστους για τα προληπτικά μέτρα, η οποία πραγματοποιείται θεωρητικά πολύ πριν από οποιαδήποτε προβλέψιμη εκκαθάριση. Ως εκ τούτου, το αντιπαράδειγμα για τη δοκιμή του ελάχιστου κόστους όσον αφορά τα προληπτικά μέτρα θα πρέπει να προσαρμοστεί αναλόγως και, σε κάθε περίπτωση, οι αναμενόμενες ανακτήσεις θα πρέπει να περιορίζονται σε ένα εύλογο ποσό βάσει των ανακτήσεων σε παλαιότερα γεγονότα καταβολής αποζημίωσης.

    (31)Οι ορισθείσες αρχές θα πρέπει να εκτιμούν το κόστος του μέτρου για το ΣΕΚ, μεταξύ άλλων μετά την αποπληρωμή δανείου, την εισφορά κεφαλαίου ή τη χρήση εγγύησης, αφαιρουμένων των αναμενόμενων κερδών, των λειτουργικών δαπανών και των δυνητικών ζημιών, στο πλαίσιο αντιπαραδείγματος το οποίο βασίζεται σε υποθετική τελική ζημία στο τέλος της διαδικασίας αφερεγγυότητας, και το οποίο θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις ανακτήσεις από το ΣΕΚ στο πλαίσιο της διαδικασίας εκκαθάρισης μιας τράπεζας. Για τη διαμόρφωση δίκαιης και πληρέστερης εικόνας του πραγματικού κόστους της αποζημίωσης των καταθετών, η εκτίμηση της ζημίας που προκύπτει λόγω της αποζημίωσης των καλυπτόμενων καταθέσεων θα πρέπει να περιλαμβάνει δαπάνες που συνδέονται έμμεσα με την αποζημίωση των καταθετών. Οι εν λόγω δαπάνες θα πρέπει να περιλαμβάνουν το κόστος αναπλήρωσης του ΣΕΚ και το κόστος με το οποίο ενδέχεται να επιβαρυνθεί το ΣΕΚ λόγω της προσφυγής σε εναλλακτική χρηματοδότηση. Για τη διασφάλιση της συνεπούς εφαρμογής της δοκιμής του ελάχιστου κόστους, η ΕΑΤ θα πρέπει να καταρτίσει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων σχετικά με τη μεθοδολογία υπολογισμού του κόστους των διαφόρων παρεμβάσεων του ΣΕΚ. Για τη διασφάλιση της συνέπειας της μεθοδολογίας της εκτίμησης του ελάχιστου κόστους με την εκ του νόμου ή συμβατική εντολή του ΣΕΚ όσον αφορά τα προληπτικά μέτρα, η ΕΑΤ θα πρέπει, κατά την κατάρτιση των εν λόγω σχεδίων ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων, να λαμβάνει υπόψη τη συνάφεια των προληπτικών μέτρων στη μεθοδολογία υπολογισμού του αντιπαραδείγματος καταβολής αποζημιώσεων.

    (32)Για την ενίσχυση της εναρμονισμένης προστασίας των καταθετών και τον προσδιορισμό των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων σε ολόκληρη την Ένωση, το ΣΕΚ του κράτους μέλους προέλευσης θα πρέπει να εξασφαλίζει την καταβολή αποζημίωσης στους καταθέτες που βρίσκονται σε κράτη μέλη στα οποία τα πιστωτικά ιδρύματα που είναι μέλη του ΣΕΚ δέχονται καταθέσεις και άλλα επιστρεπτέα κεφάλαια, προσφέροντας υπηρεσίες καταθέσεων σε διασυνοριακή βάση, χωρίς να απαιτείται εγκατάσταση στο κράτος μέλος υποδοχής. Για τη διευκόλυνση των πράξεων καταβολής αποζημιώσεων και την παροχή πληροφοριών στους καταθέτες, το ΣΕΚ του κράτους μέλους υποδοχής θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να λειτουργεί ως σημείο επαφής για τους καταθέτες πιστωτικών ιδρυμάτων τα οποία ασκούν την ελευθερία παροχής υπηρεσιών.

    (33)Η συνεργασία μεταξύ των ΣΕΚ σε ολόκληρη την Ένωση έχει ζωτική σημασία για την εξασφάλιση της ταχείας και οικονομικά αποδοτικής αποζημίωσης των καταθετών, σε περίπτωση που τα πιστωτικά ιδρύματα παρέχουν τραπεζικές υπηρεσίες μέσω υποκαταστημάτων σε άλλα κράτη μέλη. Ενόψει των τεχνολογικών εξελίξεων που προάγουν τη χρήση των μεταβιβάσεων σε διασυνοριακό επίπεδο και την εξ αποστάσεως διαπίστωση της ταυτότητας, το ΣΕΚ του κράτους μέλους προέλευσης θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να καταβάλλει τις αποζημιώσεις απευθείας στους καταθέτες υποκαταστημάτων που βρίσκονται σε κάποιο άλλο κράτος μέλος, υπό την προϋπόθεση ότι η διοικητική επιβάρυνση και το κόστος είναι μικρότερα απ’ ό,τι εάν η αποζημίωση καταβαλλόταν από το ΣΕΚ του κράτους μέλους υποδοχής. Η ευελιξία αυτή θα πρέπει να συμπληρώνει τον υφιστάμενο μηχανισμό συνεργασίας, με την επιβολή της υποχρέωσης στο ΣΕΚ του κράτους μέλους υποδοχής να αποζημιώνει τους καταθέτες σε υποκαταστήματα εξ ονόματος του ΣΕΚ του κράτους μέλους προέλευσης. Για τη διατήρηση της εμπιστοσύνης των καταθετών τόσο στα κράτη μέλη υποδοχής όσο και στα κράτη μέλη προέλευσης, η ΕΑΤ θα πρέπει να εκδώσει κατευθυντήριες γραμμές προκειμένου να συνδράμει τα ΣΕΚ στο πλαίσιο της εν λόγω συνεργασίας, μεταξύ άλλων προτείνοντας έναν κατάλογο προϋποθέσεων, υπό τις οποίες το ΣΕΚ του κράτους μέλους προέλευσης θα μπορούσε να αποφασίσει να αποζημιώσει τους καταθέτες υποκαταστημάτων που βρίσκονται στο κράτος μέλος υποδοχής.

    (34)Τα πιστωτικά ιδρύματα δύνανται να αλλάξουν συμμετοχή σε ένα ΣΕΚ επειδή μεταφέρουν την έδρα τους σε άλλο κράτος μέλος ή μετατρέπουν τη θυγατρική τους σε υποκατάστημα ή αντιστρόφως. Σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 3 της οδηγίας 2014/49/ΕΕ, οι εισφορές που κατέβαλε το πιστωτικό ίδρυμα κατά το δωδεκάμηνο που προηγείται της μεταφοράς απαιτείται να μεταφέρονται στο άλλο ΣΕΚ κατ’ αναλογία του ύψους των καλυπτόμενων καταθέσεων που μεταφέρθηκαν. Για να διασφαλίζεται ότι η μεταφορά των εισφορών στο παραλαμβάνον ΣΕΚ δεν εξαρτάται από αποκλίνοντες εθνικούς κανόνες όσον αφορά την τιμολόγηση ή την πραγματική ημερομηνία καταβολής των εισφορών, το ΣΕΚ προέλευσης θα πρέπει να υπολογίζει το προς μεταφορά ποσό με βάση τις οφειλόμενες εισφορές και όχι με βάση τις εισφορές που καταβλήθηκαν.

    (35)Είναι αναγκαίο να εξασφαλίζεται ίση προστασία των καταθετών σε ολόκληρη την Ένωση, την οποία δεν μπορεί να εγγυηθεί πλήρως ένα καθεστώς αξιολόγησης της ισοδυναμίας της προστασίας των καταθετών σε τρίτες χώρες. Για τον λόγο αυτό, τα υποκαταστήματα που διατηρεί στην Ένωση ένα πιστωτικό ίδρυμα με έδρα σε τρίτη χώρα θα πρέπει να προσχωρήσουν σε ΣΕΚ στο κράτος μέλος στο οποίο ασκούν τη δραστηριότητά τους όσον αφορά την αποδοχή καταθέσεων. Με την εν λόγω απαίτηση θα διασφαλίζεται επίσης η συνέπεια με τις οδηγίες 2013/36/ΕΕ και 2014/59/ΕΕ, σκοπός των οποίων είναι η θέσπιση ισχυρότερων πλαισίων προληπτικής εποπτείας και εξυγίανσης για ομίλους τρίτων χωρών που παρέχουν τραπεζικές υπηρεσίες στην Ένωση. Αντιθέτως, θα πρέπει να αποφεύγεται η έκθεση των ΣΕΚ στους οικονομικούς και χρηματοπιστωτικούς κινδύνους τρίτων χωρών. Ως εκ τούτου, οι καταθέσεις σε υποκαταστήματα που έχουν συσταθεί σε τρίτες χώρες από πιστωτικά ιδρύματα της Ένωσης δεν θα πρέπει να προστατεύονται.

    (36)Η τυποποιημένη και τακτική γνωστοποίηση πληροφοριών ενισχύει την ευαισθητοποίηση των καταθετών σχετικά με την προστασία των καταθέσεων. Για την ευθυγράμμιση των απαιτήσεων γνωστοποίησης με τις τεχνολογικές εξελίξεις, οι εν λόγω απαιτήσεις θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους νέους ψηφιακούς διαύλους επικοινωνίας, μέσω των οποίων τα πιστωτικά ιδρύματα έρχονται σε επαφή με τους καταθέτες. Οι καταθέτες θα πρέπει να λαμβάνουν σαφείς και ομοιογενείς πληροφορίες, οι οποίες εξηγούν την προστασία των καταθέσεών τους, ενώ παράλληλα θα περιορίζεται η σχετική διοικητική επιβάρυνση για τα πιστωτικά ιδρύματα ή τα ΣΕΚ. Θα πρέπει να ανατεθεί στην ΕΑΤ η εντολή να καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων για τον προσδιορισμό, αφενός, του περιεχομένου και του μορφότυπου του ενημερωτικού δελτίου για τους καταθέτες που πρέπει να κοινοποιείται στους καταθέτες σε ετήσια βάση και, αφετέρου, του υποδείγματος των πληροφοριών που τα ΣΕΚ ή τα πιστωτικά ιδρύματα υποχρεούνται να κοινοποιούν στους καταθέτες σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, συμπεριλαμβανομένων των συγχωνεύσεων πιστωτικών ιδρυμάτων, της διαπίστωσης ότι οι καταθέσεις δεν είναι διαθέσιμες ή της αποζημίωσης των καταθέσεων κεφαλαίων πελατών.

    (37)Η συγχώνευση πιστωτικού ιδρύματος ή η μετατροπή θυγατρικής σε υποκατάστημα, ή αντιστρόφως, μπορεί να επηρεάσει τα βασικά χαρακτηριστικά της προστασίας των καταθετών. Για την αποφυγή των αρνητικών επιπτώσεων που θα είχαν στους καταθέτες οι καταθέσεις σε αμφότερες τις συγχωνευόμενες τράπεζες, και των οποίων η απαίτηση κάλυψης των καταθέσεων θα μειωνόταν λόγω αλλαγών στη συμμετοχή σε ΣΕΚ, όλοι οι καταθέτες θα πρέπει να ενημερώνονται σχετικά με αλλαγές αυτού του είδους και θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα να αποσύρουν τα κεφάλαιά τους χωρίς την επιβολή κύρωσης μέχρι ποσού ίσου προς την απώλεια κάλυψης των καταθέσεων.

    (38)Για τη διατήρηση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, την αποφυγή της μετάδοσης και την εξασφάλιση της δυνατότητας των καταθετών να ασκούν τα δικαιώματά τους να απαιτούν τις καταθέσεις τους, κατά περίπτωση, οι ορισθείσες αρχές, τα ΣΕΚ και τα πιστωτικά ιδρύματα θα πρέπει να ενημερώνουν τους καταθέτες ότι οι καταθέσεις καθίστανται μη διαθέσιμες.

    (39)Για την αύξηση της διαφάνειας για τους καταθέτες και την προώθηση της χρηματοοικονομικής ευρωστίας και της εμπιστοσύνης μεταξύ των ΣΕΚ κατά την εκπλήρωση της αποστολής τους, θα πρέπει να βελτιωθούν οι ισχύουσες απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων. Αξιοποιώντας τις ισχύουσες απαιτήσεις που παρέχουν στα ΣΕΚ τη δυνατότητα να ζητούν όλες τις αναγκαίες πληροφορίες από τα ιδρύματα-μέλη τους για την προετοιμασία της καταβολής αποζημιώσεων, τα ΣΕΚ θα πρέπει επίσης να έχουν τη δυνατότητα να ζητούν τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για την προετοιμασία της καταβολής αποζημιώσεων στο πλαίσιο της διασυνοριακής συνεργασίας. Κατ’ αίτηση ενός ΣΕΚ, τα ιδρύματα-μέλη θα πρέπει να υποχρεούνται να παρέχουν γενικές πληροφορίες σχετικά με οποιαδήποτε σημαντική δραστηριότητα διασυνοριακού χαρακτήρα σε άλλα κράτη μέλη. Ομοίως, για να παρέχεται στην ΕΑΤ το κατάλληλο φάσμα πληροφοριών σχετικά τόσο με την εξέλιξη των διαθέσιμων χρηματοδοτικών μέσων των ΣΕΚ όσο και με τη χρήση των εν λόγω μέσων, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι τα ΣΕΚ τηρούν ενήμερη την ΕΑΤ σε ετήσια βάση για το ποσό των καλυπτόμενων καταθέσεων και των διαθέσιμων χρηματοδοτικών μέσων και ότι γνωστοποιούν στην ΕΑΤ τις περιστάσεις που οδήγησαν στη χρήση των κεφαλαίων των ΣΕΚ είτε για την καταβολή αποζημιώσεων είτε για άλλα μέτρα. Τέλος, προκειμένου να αντικατοπτρίζεται ο ενισχυμένος ρόλος των ΣΕΚ στη διαχείριση τραπεζικών κρίσεων που αποσκοπεί στη διευκόλυνση της χρήσης των κεφαλαίων των ΣΕΚ κατά την εξυγίανση, τα ΣΕΚ θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα να λαμβάνουν τη σύνοψη των σχεδίων εξυγίανσης των πιστωτικών ιδρυμάτων, ώστε να αυξάνουν τη γενική ετοιμότητά τους για τη διάθεση των κεφαλαίων.

    (40)Τα τεχνικά πρότυπα στις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες θα πρέπει να διευκολύνουν τη συνεπή εναρμόνιση και την επαρκή προστασία των καταθετών σε ολόκληρη την Ένωση. Δεδομένου ότι η ΕΑΤ αποτελεί όργανο με υψηλό βαθμό εξειδικευμένης εμπειρογνωσίας, θα ήταν αποτελεσματικό και σκόπιμο να της ανατίθεται η κατάρτιση σχεδίων ρυθμιστικών και εκτελεστικών τεχνικών προτύπων που δεν συνεπάγονται επιλογές πολιτικής, τα οποία να υποβάλλονται για έγκριση στην Επιτροπή.

    (41)Όπου αυτό προβλέπεται στην παρούσα οδηγία, η Επιτροπή θα πρέπει να θεσπίσει τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων τα οποία καταρτίζει η ΕΑΤ, μέσω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων δυνάμει του άρθρου 290 της ΣΛΕΕ και σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 42 , προκειμένου να προσδιορίσει τα ακόλουθα: α) τις τεχνικές λεπτομέρειες που αφορούν τη διαπίστωση της ταυτότητας των πελατών των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων για την αποζημίωση των καταθέσεων κεφαλαίων πελατών, τα κριτήρια για την καταβολή αποζημίωσης στον κάτοχο του λογαριασμού προς όφελος κάθε πελάτη ή απευθείας στον πελάτη, καθώς και τους κανόνες για την αποφυγή πολλαπλών απαιτήσεων καταβολής αποζημίωσης στον ίδιο δικαιούχο, β) τη μεθοδολογία της δοκιμής του ελάχιστου κόστους και γ) τη μεθοδολογία υπολογισμού των διαθέσιμων χρηματοδοτικών μέσων που πληρούν τις προϋποθέσεις για την επίτευξη του επιπέδου-στόχου.

    (42)Η Επιτροπή θα πρέπει επίσης, όπου αυτό προβλέπεται στην παρούσα οδηγία, να θεσπίσει τα σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων τα οποία καταρτίζει η ΕΑΤ, μέσω εκτελεστικών πράξεων δυνάμει του άρθρου 291 της ΣΛΕΕ και σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, προκειμένου να προσδιορίσει: α) το περιεχόμενο και τον μορφότυπο του ενημερωτικού δελτίου για τους καταθέτες, το υπόδειγμα για τις πληροφορίες που θα πρέπει να κοινοποιούνται στους καταθέτες είτε από τα ΣΕΚ είτε από τα πιστωτικά ιδρύματα· β) τις διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούνται κατά την παροχή πληροφοριών τόσο από τα πιστωτικά ιδρύματα προς το οικείο ΣΕΚ όσο και από τα ΣΕΚ και τις ορισθείσες αρχές προς την ΕΑΤ, καθώς και τα υποδείγματα για την παροχή των εν λόγω πληροφοριών.

    (43)Επομένως, η οδηγία 2014/49/ΕΕ θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

    (44)Για να εξασφαλίζεται η δυνατότητα προσχώρησης, σε ΣΕΚ της Ένωσης, υποκαταστημάτων πιστωτικών ιδρυμάτων με έδρα εκτός της Ένωσης, τα οποία δεν είναι μέλη ΣΕΚ εγκατεστημένου στην Ένωση, θα πρέπει να παρέχεται στα εν λόγω υποκαταστήματα επαρκής χρόνος ώστε να προβαίνουν στις αναγκαίες ενέργειες για τη συμμόρφωσή τους με την εν λόγω απαίτηση.

    (45)Η οδηγία 2014/49/ΕΕ επιτρέπει στα κράτη μέλη να αναγνωρίζουν ένα ΘΣΠ ως ΣΕΚ εφόσον πληροί τα κριτήρια που καθορίζονται στο άρθρο 113 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και είναι σύμφωνο με την οδηγία 2014/49/ΕΕ. Προκειμένου να λαμβάνεται υπόψη το συγκεκριμένο επιχειρηματικό μοντέλο των εν λόγω ΘΣΠ, ιδίως η συνάφεια των προληπτικών μέτρων στο επίκεντρο της εντολής τους, είναι σκόπιμο να προβλεφθεί η δυνατότητα των κρατών μελών να επιτρέπουν στα ΘΣΠ να προσαρμόζονται στις νέες διασφαλίσεις για την εφαρμογή προληπτικών μέτρων εντός περιόδου 6 ετών. Αυτή η ενδεχομένως μεγαλύτερη προθεσμία συμμόρφωσης λαμβάνει υπόψη το χρονοδιάγραμμα για τη δημιουργία ενός αυτοτελούς ταμείου για τους σκοπούς του ΘΣΠ πλην της ασφάλισης των καταθέσεων, όπως συμφωνήθηκε μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της αρμόδιας εθνικής αρχής και των σχετικών ΘΣΠ.

    (46)Για να έχουν τα ΣΕΚ και οι ορισθείσες αρχές τη δυνατότητα να αναπτύξουν την αναγκαία επιχειρησιακή ικανότητα για την εφαρμογή των νέων κανόνων σχετικά με τη χρήση προληπτικών μέτρων, είναι σκόπιμο να προβλεφθεί αναβολή της εφαρμογής των εν λόγω νέων κανόνων.

    (47)Δεδομένου ότι οι στόχοι της παρούσας οδηγίας, και συγκεκριμένα η διασφάλιση της ενιαίας προστασίας των καταθετών στην Ένωση, δεν μπορούν να επιτευχθούν ικανοποιητικά από τα κράτη μέλη λόγω των κινδύνων που ενδέχεται να συνεπάγεται για την ακεραιότητα της ενιαίας αγοράς η εφαρμογή αποκλινουσών εθνικών προσεγγίσεων, μπορούν όμως να επιτευχθούν καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, με τροποποίηση των κανόνων που έχουν ήδη θεσπιστεί σε ενωσιακό επίπεδο, η Ένωση δύναται να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, που διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία για την επίτευξη αυτών των στόχων,

    ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

    Άρθρο 1

    Τροποποιήσεις της οδηγίας 2014/49/ΕΕ

    Η οδηγία 2014/49/ΕΕ τροποποιείται ως εξής:

    1)το άρθρο 1 τροποποιείται ως εξής:

    α)η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «1. Η παρούσα οδηγία θεσπίζει κανόνες και διαδικασίες που αφορούν τη σύσταση και τη λειτουργία των συστημάτων εγγύησης καταθέσεων (στο εξής: ΣΕΚ), την κάλυψη και την αποζημίωση των καταθέσεων, καθώς και τη χρήση των κεφαλαίων των ΣΕΚ για μέτρα που αποσκοπούν στη διασφάλιση της πρόσβασης των καταθετών στις καταθέσεις τους.»·

    β)στην παράγραφο 2, το στοιχείο δ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «δ) πιστωτικά ιδρύματα, καθώς και υποκαταστήματα πιστωτικών ιδρυμάτων με έδρα εκτός της Ένωσης, που συμμετέχουν στα συστήματα τα οποία αναφέρονται στα στοιχεία α), β) ή γ) της παρούσας παραγράφου.»·

    2)στο άρθρο 2, η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

    α)στο σημείο 3), η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «3) “κατάθεση”: το πιστωτικό υπόλοιπο που προκύπτει από κεφάλαια κατατεθειμένα σε λογαριασμό ή από μεταβατικές καταστάσεις απορρέουσες από συνήθεις τραπεζικές συναλλαγές που πραγματοποιούνται συνήθως από τα πιστωτικά ιδρύματα κατά τη διάρκεια της δραστηριότητάς τους, και το οποίο το πιστωτικό ίδρυμα οφείλει να επιστρέψει βάσει των ισχυόντων νόμιμων και συμβατικών όρων, συμπεριλαμβανομένων των καταθέσεων προθεσμίας και των καταθέσεων ταμιευτηρίου, αλλά εξαιρουμένου του πιστωτικού υπολοίπου όταν:»·

    β)στο σημείο 13), η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «13) “δέσμευση πληρωμής”: αμετάκλητη, πλήρως εξασφαλισμένη υποχρέωση πιστωτικού ιδρύματος να καταβάλει σε ΣΕΚ ένα χρηματικό ποσό όταν το εν λόγω ΣΕΚ το ζητήσει, και σε περίπτωση που η εξασφάλιση:»·

    γ)προστίθενται τα ακόλουθα σημεία 19) έως 23):

    «19) “αρχή εξυγίανσης”: αρχή εξυγίανσης όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 18) της οδηγίας 2014/59/ΕΕ·

    20) “καταθέσεις κεφαλαίων πελατών”: κεφάλαια τα οποία οι κάτοχοι λογαριασμών που είναι χρηματοδοτικά ιδρύματα, όπως ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 26) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, καταθέτουν κατά τη διάρκεια της δραστηριότητάς τους σε πιστωτικό ίδρυμα για λογαριασμό των πελατών τους·

    21) “πλαίσιο της Ένωσης σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις”: το πλαίσιο που έχει καθοριστεί σύμφωνα με τα άρθρα 107, 108 και 109 της ΣΛΕΕ και με τους κανονισμούς και όλες τις πράξεις της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων κατευθυντήριων γραμμών, κοινοποιήσεων και ανακοινώσεων, που έχουν διατυπωθεί ή εκδοθεί δυνάμει του άρθρου 108 παράγραφος 4 ή του άρθρου 109 της ΣΛΕΕ·

    22) “νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες”: νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 1) του [να προστεθεί η σχετική παραπομπή — πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final]· *

    23) “χρηματοδότηση της τρομοκρατίας”: χρηματοδότηση της τρομοκρατίας όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 2) του [να προστεθεί η σχετική παραπομπή — πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final]. **»·

    δ)η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «3. Τα μερίδια οικοδομικών συνεταιρισμών της Ιρλανδίας, εκτός από εκείνα που έχουν χαρακτήρα κεφαλαίου και καλύπτονται από το άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο β), θεωρούνται ως καταθέσεις.»·

    ____________________________________________

    *    [Να προστεθεί πλήρης παραπομπή — πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021)420 final].

    **    [Να προστεθεί πλήρης παραπομπή — πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021)420 final].

    3)το άρθρο 4 τροποποιείται ως εξής:

    α)η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «4. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, σε περίπτωση που ένα πιστωτικό ίδρυμα δεν τηρεί τις υποχρεώσεις που υπέχει ως μέλος ΣΕΚ, το εν λόγω ΣΕΚ ενημερώνει αμέσως σχετικά την αρμόδια αρχή για το εν λόγω πιστωτικό ίδρυμα. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η αρμόδια αρχή, σε συνεργασία με το εν λόγω ΣΕΚ, να χρησιμοποιεί τις εποπτικές εξουσίες που καθορίζονται στην οδηγία 2013/36/ΕΕ και να λαμβάνει άμεσα όλα τα μέτρα προκειμένου να διασφαλιστεί ότι το οικείο πιστωτικό ίδρυμα συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις του, μεταξύ άλλων, όπου απαιτείται, με την επιβολή διοικητικών κυρώσεων και άλλων διοικητικών μέτρων σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία που θεσπίζεται επιπλέον της εφαρμογής των διατάξεων του τίτλου VII κεφάλαιο 1 τμήμα IV της οδηγίας 2013/36/ΕΕ.»·

    β)προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 4α:

    «4α. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε, σε περίπτωση που ένα πιστωτικό ίδρυμα δεν καταβάλει τις εισφορές που αναφέρονται στο άρθρο 10 και στο άρθρο 11 παράγραφος 4 εντός του χρονοδιαγράμματος που ορίζει το ΣΕΚ, το εν λόγω ΣΕΚ επιβάλλει, για την περίοδο της υπερημερίας, νόμιμο επιτόκιο επί του οφειλόμενου ποσού.»·

    γ)οι παράγραφοι 5 και 6 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    «5. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι το ΣΕΚ ενημερώνει την ορισθείσα αρχή όταν τα μέτρα που αναφέρονται στις παραγράφους 4 και 4α δεν αποκαθιστούν τη συμμόρφωση του πιστωτικού ιδρύματος. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η ορισθείσα αρχή αξιολογεί αν το ίδρυμα εξακολουθεί να πληροί τις προϋποθέσεις για τη συνέχιση της συμμετοχής του στο ΣΕΚ και ενημερώνει την αρμόδια αρχή για το αποτέλεσμα της εν λόγω αξιολόγησης.

    6. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι όταν η αρμόδια αρχή αποφασίζει να ανακαλέσει την άδεια σύμφωνα με το άρθρο 18 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, το πιστωτικό ίδρυμα παύει να είναι μέλος του ΣΕΚ. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι καταθέσεις που τηρούνται την ημερομηνία κατά την οποία ένα πιστωτικό ίδρυμα έπαυσε να είναι μέλος του ΣΕΚ να εξακολουθούν να καλύπτονται από το εν λόγω ΣΕΚ.»·

    δ)η παράγραφος 8 απαλείφεται·

    ε)προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 13:

    «13. Έως τη(ν) ... [Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί ημερομηνία που αντιστοιχεί σε 36 μήνες από την έναρξη ισχύος], η ΕΑΤ καταρτίζει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με το πεδίο εφαρμογής, το περιεχόμενο και τις διαδικασίες των ελέγχων αντοχής που αναφέρονται στην παράγραφο 10.»·

    4)το άρθρο 5 τροποποιείται ως εξής:

    α)η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

    i)η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «1. Εξαιρούνται από οποιαδήποτε καταβολή αποζημιώσεων από τα ΣΕΚ τα ακόλουθα:»

    ii)το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «γ) οι καταθέσεις που απορρέουν από συναλλαγές σε σχέση με τις οποίες υπήρξε ποινική καταδίκη για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και για χρηματοδότηση της τρομοκρατίας·»·

    iii)το στοιχείο ε) απαλείφεται·

    iv)το στοιχείο στ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «στ) οι καταθέσεις των οποίων η ταυτότητα κατόχου δεν έχει διαπιστωθεί ποτέ, σύμφωνα με το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) ... [να προστεθεί σύντομη παραπομπή — πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final], όταν οι εν λόγω καταθέσεις καθίστανται μη διαθέσιμες, εκτός εάν ο κάτοχος ζητήσει την καταβολή αποζημίωσης και αποδείξει ότι η μη διαπίστωση της ταυτότητας δεν οφείλεται σε δική του υπαιτιότητα·»·

    v)το στοιχείο ι) απαλείφεται·

    β)η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «2. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 στοιχείο θ), τα κράτη μέλη δύνανται να αποφασίσουν να περιλαμβάνονται στο επίπεδο κάλυψης που ορίζεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 καταθέσεις από ατομικά συνταξιοδοτικά προγράμματα και επαγγελματικά συνταξιοδοτικά συστήματα μικρομεσαίων επιχειρήσεων.»·

    5)το άρθρο 6 τροποποιείται ως εξής:

    α)η παράγραφος 2 τροποποιείται ως εξής:

    i)η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    Επιπλέον από την παράγραφο 1, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ακόλουθες καταθέσεις προστατεύονται, κατ’ ελάχιστον, έως το ποσό των 500 000 EUR για 6 μήνες από το χρονικό σημείο κατά το οποίο το εν λόγω ποσό πιστώθηκε ή από τη στιγμή κατά την οποία οι καταθέσεις αυτές καθίσταται δυνατόν να μεταβιβασθούν νομίμως:»·

    ii)το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «α) καταθέσεις από συναλλαγές επί ακινήτων που αφορούν ιδιωτικές κατοικίες και καταθέσεις που προορίζονται για συναλλαγές αυτού του είδους, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω συναλλαγές εκτελούνται βραχυπρόθεσμα από φυσικό πρόσωπο και υπό τον όρο ότι το εν λόγω φυσικό πρόσωπο μπορεί να προσκομίσει έγγραφα που αποδεικνύουν την εν λόγω συναλλαγή·»·

    β)προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 2α:

    «2α. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε το επίπεδο κάλυψης που ορίζεται στην παράγραφο 2 να συμπληρώνει το επίπεδο κάλυψης που ορίζεται στην παράγραφο 1.»·

    6)το άρθρο 7 τροποποιείται ως εξής:

    α)η παράγραφος 5 απαλείφεται·

    β)η παράγραφος 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «7. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι το ΣΕΚ επιστρέφει τους τόκους επί των καταθέσεων οι οποίοι έχουν υπολογιστεί, αλλά δεν έχουν πιστωθεί ούτε έχουν χρεωθεί, έως την ημερομηνία κατά την οποία αρμόδια διοικητική αρχή προβαίνει στη διαπίστωση που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 8) στοιχείο α) ή κατά την οποία δικαστική αρχή εκδίδει την απόφαση που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 8) στοιχείο β). Δεν σημειώνεται υπέρβαση του επιπέδου κάλυψης που ορίζεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 ή, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 2, του επιπέδου κάλυψης που ορίζεται στην εν λόγω παράγραφο.»·

    7)προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 7α:

    «Άρθρο 7α

    Βάρος της απόδειξης όσον αφορά την επιλεξιμότητα και το δικαίωμα επί των καταθέσεων

    Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 2 και στο άρθρο 7 παράγραφος 3, ο καταθέτης ή, κατά περίπτωση, ο κάτοχος λογαριασμού αποδεικνύει είτε ότι οι οικείες καταθέσεις πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 6 παράγραφος 2 είτε το δικαίωμα επί των καταθέσεων στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 3.»·

    8)το άρθρο 8 τροποποιείται ως εξής:

    α)η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «3. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, τα κράτη μέλη επιτρέπουν στα ΣΕΚ να εφαρμόζουν μεγαλύτερη περίοδο καταβολής αποζημιώσεων για τις καταθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 2, στο άρθρο 7 παράγραφος 3 και στο άρθρο 8β, η οποία δεν υπερβαίνει τις 20 εργάσιμες ημέρες από την ημερομηνία κατά την οποία τα εν λόγω ΣΕΚ έλαβαν τα έγγραφα πλήρους τεκμηρίωσης που ζήτησαν από τον καταθέτη προκειμένου να εξετάσουν τις απαιτήσεις και να επαληθεύσουν ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις για την καταβολή αποζημίωσης.»·

    β)η παράγραφος 5 τροποποιείται ως εξής:

    i)το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «γ) κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 9, τους τελευταίους 24 μήνες δεν έχει πραγματοποιηθεί συναλλαγή σχετική με την κατάθεση (ο λογαριασμός είναι αδρανής), εκτός από την περίπτωση στην οποία ο καταθέτης διαθέτει επίσης καταθέσεις σε άλλον λογαριασμό, ο οποίος δεν είναι αδρανής·»·

    ii)το στοιχείο δ) απαλείφεται·

    γ)η παράγραφος 8 απαλείφεται·

    δ)η παράγραφος 9 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «9. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, όταν τους τελευταίους 24 μήνες δεν έλαβε χώρα συναλλαγή σχετική με την κατάθεση, τα ΣΕΚ δύνανται να ορίσουν κατώτατο όριο σχετικά με το διοικητικό κόστος που θα προκαλούσε στα εν λόγω ΣΕΚ η καταβολή της αποζημίωσης αυτής. Τα ΣΕΚ δεν υποχρεούνται να λαμβάνουν ενεργά μέτρα για την αποζημίωση των καταθετών κάτω από το εν λόγω όριο. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα ΣΕΚ αποζημιώνουν τους καταθέτες κάτω από το εν λόγω όριο σε περίπτωση που το ζητήσουν οι εν λόγω καταθέτες.»·

    9)προστίθενται τα ακόλουθα άρθρα 8α, 8β και 8γ:



    «Άρθρο 8a

    Αποζημίωση καταθέσεων άνω των 10 000 EUR

    Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, όταν τα προς επιστροφή ποσά υπερβαίνουν τα 10 000 EUR, τα ΣΕΚ αποζημιώνουν τους καταθέτες μέσω μεταφορών πιστώσεων, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 20) της οδηγίας 2014/92/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου*.

    Άρθρο 8β

    Κάλυψη των καταθέσεων κεφαλαίων πελατών

    1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι καταθέσεις κεφαλαίων πελατών να καλύπτονται από τα ΣΕΚ όταν ισχύουν όλα τα ακόλουθα:

    α)οι καταθέσεις αυτές πραγματοποιούνται εξ ονόματος και για λογαριασμό πελατών που είναι επιλέξιμοι για προστασία σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 1·

    β)οι καταθέσεις αυτές πραγματοποιούνται με σκοπό τον διαχωρισμό των κεφαλαίων των πελατών σύμφωνα με τις απαιτήσεις διασφάλισης που ορίζονται στο δίκαιο της Ένωσης για τη ρύθμιση των δραστηριοτήτων των οντοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο δ)·

    γ)έχει διαπιστωθεί ή μπορεί να διαπιστωθεί η ταυτότητα των πελατών που αναφέρονται στο στοιχείο α) πριν από την ημερομηνία κατά την οποία σχετική διοικητική αρχή προβαίνει στη διαπίστωση που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 8) στοιχείο α) ή κατά την οποία δικαστική αρχή εκδίδει την απόφαση που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 8) στοιχείο β).

    2. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι το επίπεδο κάλυψης που αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 ισχύει για καθέναν από τους πελάτες που πληρούν τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1 στοιχείο γ) του παρόντος άρθρου. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 7 παράγραφος 1, κατά τον προσδιορισμό του προς αποζημίωση ποσού για μεμονωμένο πελάτη, το ΣΕΚ δεν λαμβάνει υπόψη το σύνολο των καταθέσεων κεφαλαίων που έχει πραγματοποιήσει ο εν λόγω πελάτης στο ίδιο πιστωτικό ίδρυμα.

    3. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα ΣΕΚ να αποζημιώνουν τις καλυπτόμενες καταθέσεις είτε στον κάτοχο του λογαριασμού προς όφελος κάθε πελάτη είτε απευθείας στον πελάτη.

    4. Η ΕΑΤ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων για να προσδιορίσει:

    α)τις τεχνικές λεπτομέρειες που αφορούν τη διαπίστωση της ταυτότητας των πελατών για την καταβολή αποζημίωσης σύμφωνα με το άρθρο 8·

    β)τα κριτήρια βάσει των οποίων, και τις περιστάσεις υπό τις οποίες, πρέπει να καταβληθεί η αποζημίωση στον κάτοχο του λογαριασμού προς όφελος κάθε πελάτη ή απευθείας στον πελάτη·

    γ)τους κανόνες για την αποφυγή πολλαπλών απαιτήσεων καταβολής αποζημίωσης στον ίδιο δικαιούχο.

    Κατά την κατάρτιση των εν λόγω σχεδίων ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων, η ΕΑΤ λαμβάνει υπόψη όλα τα ακόλουθα:

    α)τις ιδιαιτερότητες του επιχειρηματικού μοντέλου των διαφόρων τύπων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο δ)·

    β)τις ειδικές απαιτήσεις του εφαρμοστέου δικαίου της Ένωσης το οποίο ρυθμίζει τις δραστηριότητες των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο δ), με σκοπό την αντιμετώπιση των κεφαλαίων των πελατών.

    Η ΕΑΤ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή έως τη(ν) ... [Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί ημερομηνία που αντιστοιχεί σε 12 μήνες από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας].

    Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να συμπληρώσει την παρούσα οδηγία εγκρίνοντας τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.

    Άρθρο 8γ

    Αναστολή της καταβολής αποζημιώσεων σε περίπτωση ανησυχιών σχετικά με νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας

    1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η ορισθείσα αρχή ενημερώνει το ΣΕΚ, εντός 24 ωρών από τη στιγμή που η ορισθείσα αρχή έλαβε τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 48 παράγραφος 4 της [να προστεθεί σχετική παραπομπή — πρόταση οδηγίας για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και για την κατάργηση της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 — COM(2021) 423 final], σχετικά με το αποτέλεσμα των μέτρων δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη που αναφέρονται στο άρθρο 15 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) ... [να προστεθεί σύντομη παραπομπή — πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021)420 final]. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες που ανταλλάσσονται μεταξύ της ορισθείσας αρχής και του ΣΕΚ περιορίζονται στις πληροφορίες που είναι απολύτως αναγκαίες για την άσκηση των καθηκόντων και των αρμοδιοτήτων του ΣΕΚ βάσει της παρούσας οδηγίας και ότι η εν λόγω ανταλλαγή πληροφοριών τηρεί τις απαιτήσεις που καθορίζονται στην οδηγία 96/9/ΕΟΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου**.

    2. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα ΣΕΚ αναστέλλουν την καταβολή αποζημίωσης που αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 1, σε περίπτωση που καταθέτης ή άλλο άτομο που δικαιούται ποσά τα οποία τηρούνται σε λογαριασμό βαρύνεται με κατηγορία σχετική με νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή με χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, εν αναμονή της απόφασης του δικαστηρίου.

    3. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα ΣΕΚ αναστέλλουν την καταβολή αποζημίωσης που αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 για την ίδια διάρκεια με εκείνη που ορίζεται στο άρθρο 20 της [να προστεθεί σύντομη παραπομπή — πρόταση οδηγίας για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και για την κατάργηση της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 — COM(2021) 423 final], όταν ενημερώνονται από τη μονάδα χρηματοοικονομικών πληροφοριών που αναφέρεται στο άρθρο 32 της οδηγίας (ΕΕ) [να προστεθεί σχετική παραπομπή — πρόταση οδηγίας για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και για την κατάργηση της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 — COM(2021) 423 final] ότι η εν λόγω μονάδα αποφάσισε να αναστείλει την εκτέλεση μιας συναλλαγής ή να μη συγκατατεθεί στην εκτέλεσή της ή να αναστείλει τη χρήση τραπεζικού λογαριασμού ή λογαριασμού πληρωμών σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 1 ή 2 της οδηγίας (ΕΕ) [να προστεθεί σχετική παραπομπή — πρόταση οδηγίας για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και για την κατάργηση της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 — COM(2021) 423 final].

    4. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα ΣΕΚ δεν υπέχουν ευθύνη για τυχόν μέτρα που λαμβάνονται σύμφωνα με τις οδηγίες της μονάδας χρηματοοικονομικών πληροφοριών. Τα ΣΕΚ χρησιμοποιούν τυχόν πληροφορίες που λαμβάνουν από τη μονάδα χρηματοοικονομικών πληροφοριών μόνο για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας.

    *    Οδηγία 2014/92/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 2014, για τη συγκρισιμότητα των τελών που συνδέονται με λογαριασμούς πληρωμών, την αλλαγή λογαριασμού πληρωμών και την πρόσβαση σε λογαριασμούς πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά (ΕΕ L 257 της 28.8.2014, σ. 214).

    **    Οδηγία 96/9/ΕΟΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 1996, σχετική με τη νομική προστασία των βάσεων δεδομένων (ΕΕ L 77 της 27.3.1996, σ. 20).»·

    10)στο άρθρο 9, οι παράγραφοι 2 και 3 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    «2. Με την επιφύλαξη δικαιωμάτων που ενδεχομένως έχουν δυνάμει του εθνικού δικαίου, τα ΣΕΚ που προβαίνουν σε πληρωμές καλυπτόμενες από την εγγύηση σε εθνικό πλαίσιο έχουν το δικαίωμα υποκατάστασης στα δικαιώματα των καταθετών σε διαδικασίες εκκαθάρισης ή αναδιοργάνωσης και για ποσό ίσο προς τις πληρωμές που καταβάλλουν τα ΣΕΚ στους καταθέτες. Τα ΣΕΚ που προβαίνουν σε συνεισφορά στο πλαίσιο των εργαλείων εξυγίανσης που αναφέρονται στο άρθρο 37 παράγραφος 3 στοιχείο α) ή β) της οδηγίας 2014/59/ΕΕ, ή στο πλαίσιο των μέτρων που λαμβάνονται σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 5 της παρούσας οδηγίας, έχουν απαίτηση έναντι του εναπομένοντος πιστωτικού ιδρύματος για οποιαδήποτε ζημία που υφίστανται λόγω τυχόν συνεισφορών στις οποίες προέβησαν κατά την εξυγίανση, σύμφωνα με το άρθρο 109 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ, ή για τη μεταφορά που πραγματοποίησαν, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 5 της παρούσας οδηγίας, σε σχέση με τις ζημίες με τις οποίες θα επιβαρύνονταν διαφορετικά οι καταθέτες. Η εν λόγω απαίτηση κατατάσσεται στην ίδια σειρά όπως και οι καταθέσεις βάσει του εθνικού δικαίου που διέπει τις κοινές διαδικασίες αφερεγγυότητας.

    3. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι καταθέτες, των οποίων οι καταθέσεις δεν αποζημιώθηκαν ούτε αναγνωρίστηκαν από το ΣΕΚ εντός των προθεσμιών του άρθρου 8 παράγραφοι 1 και 3, μπορούν να απαιτήσουν την αποζημίωση των καταθέσεών τους εντός προθεσμίας 5 ετών.»·

    11)το άρθρο 10 τροποποιείται ως εξής:

    α)η παράγραφος 2 τροποποιείται ως εξής:

    i)μετά το πρώτο εδάφιο, προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια:

    «Για τον υπολογισμό του επιπέδου-στόχου που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, η περίοδος αναφοράς είναι μεταξύ της 31ης Δεκεμβρίου που προηγείται της ημερομηνίας κατά την οποία πρέπει να επιτευχθεί το επίπεδο-στόχος και της εν λόγω ημερομηνίας.

    Κατά τον προσδιορισμό του κατά πόσον το ΣΕΚ έχει επιτύχει το εν λόγω επίπεδο-στόχο, τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη μόνο τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά μέσα που συνεισφέρουν άμεσα τα μέλη στο ΣΕΚ ή ανακτώνται από αυτά, αφαιρουμένων των διοικητικών τελών και επιβαρύνσεων. Τα εν λόγω διαθέσιμα χρηματοδοτικά μέσα περιλαμβάνουν τα έσοδα από επενδύσεις που προέρχονται από κεφάλαια τα οποία συνεισφέρουν τα μέλη στο ΣΕΚ, αλλά δεν περιλαμβάνουν τις αποζημιώσεις τις οποίες δεν απαίτησαν επιλέξιμοι καταθέτες κατά τη διάρκεια των διαδικασιών καταβολής αποζημιώσεων, ούτε και τα δάνεια μεταξύ των ΣΕΚ.»·

    ii)το τρίτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Εάν, αφού έχει επιτευχθεί για πρώτη φορά το επίπεδο-στόχος που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, και τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά μέσα, κατόπιν εκταμίευσης των κεφαλαίων του ΣΕΚ σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 1 και το άρθρο 11 παράγραφοι 2, 3 και 5, μειωθούν σε λιγότερο από τα δύο τρίτα του επιπέδου-στόχου, τα ΣΕΚ ορίζουν την τακτική εισφορά σε επίπεδο που επιτρέπει να επιτευχθεί το επίπεδο-στόχος μέσα σε έξι έτη.»·

    β)η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «3. Τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά μέσα τα οποία λαμβάνει υπόψη το ΣΕΚ για την επίτευξη του επιπέδου-στόχου που αναφέρεται στην παράγραφο 2 μπορούν να περιλαμβάνουν δεσμεύσεις πληρωμής. Το συνολικό μερίδιο των εν λόγω δεσμεύσεων πληρωμής ανέρχεται, κατ’ ανώτερο, σε 30 % επί του συνολικού ύψους των διαθέσιμων χρηματοδοτικών μέσων που συγκεντρώνονται δυνάμει της παραγράφου 2.

    Η ΕΑΤ εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις δεσμεύσεις πληρωμής, στις οποίες καθορίζονται κριτήρια για το παραδεκτό των εν λόγω δεσμεύσεων.»·

    γ)η παράγραφος 4 απαλείφεται·

    δ)η παράγραφος 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «7. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα ΣΕΚ, οι ορισθείσες αρχές ή οι αρμόδιες αρχές καθορίζουν την επενδυτική στρατηγική για τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά μέσα των ΣΕΚ και ότι η εν λόγω επενδυτική στρατηγική συμμορφώνεται με την αρχή της διαφοροποίησης και των επενδύσεων σε στοιχεία ενεργητικού χαμηλού κινδύνου.»·

    ε)προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 7α:

    «7α. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα ΣΕΚ να δύνανται να τοποθετούν το σύνολο ή μέρος των διαθέσιμων χρηματοδοτικών μέσων τους στην εθνική τους κεντρική τράπεζα ή στο Δημόσιο Ταμείο τους, υπό την προϋπόθεση ότι τα εν λόγω διαθέσιμα χρηματοδοτικά μέσα τηρούνται σε διαχωρισμένο λογαριασμό και ότι είναι άμεσα διαθέσιμα προς χρήση από το ΣΕΚ σύμφωνα με τα άρθρα 11 και 12.»·

    στ)η παράγραφος 10 απαλείφεται·

    ζ)προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι 11, 12 και 13:

    «11. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, στο πλαίσιο των μέτρων που αναφέρονται στο άρθρο 11 παράγραφοι 1, 2, 3 και 5, τα ΣΕΚ δύνανται να χρησιμοποιούν τα κεφάλαια τα οποία προέρχονται από τις ρυθμίσεις εναλλακτικής χρηματοδότησης που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 9, και τα οποία δεν χρηματοδοτούνται από κρατικούς πόρους, πριν από τη χρήση των διαθέσιμων χρηματοδοτικών μέσων και πριν από την είσπραξη των έκτακτων εισφορών που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 8. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα ΣΕΚ να χρησιμοποιούν ρυθμίσεις εναλλακτικής χρηματοδότησης που χρηματοδοτούνται από κρατικούς πόρους μόνο ως έσχατη λύση.

    12. Η ΕΑΤ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων για να προσδιορίσει:

    α)τη μεθοδολογία υπολογισμού των διαθέσιμων χρηματοπιστωτικών μέσων τα οποία πληρούν τις προϋποθέσεις για την επίτευξη του επιπέδου-στόχου που αναφέρεται στην παράγραφο 2, συμπεριλαμβανομένης της οριοθέτησης των διαθέσιμων χρηματοδοτικών μέσων των ΣΕΚ και των κατηγοριών των διαθέσιμων χρηματοδοτικών μέσων που προέρχονται από εισφερόμενα κεφάλαια·

    β)τις λεπτομέρειες της διαδικασίας για την επίτευξη του επιπέδου-στόχου που αναφέρεται στην παράγραφο 2 μετά τη χρήση των διαθέσιμων χρηματοδοτικών μέσων από το ΣΕΚ σύμφωνα με το άρθρο 11.

    Η ΕΑΤ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή έως τη(ν) ... [Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί ημερομηνία που αντιστοιχεί σε 24 μήνες από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας].

    Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να συμπληρώσει την παρούσα οδηγία εγκρίνοντας τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.

    13. Έως τη(ν) ... [Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί ημερομηνία που αντιστοιχεί σε 24 μήνες από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας], η ΕΑΤ καταρτίζει κατευθυντήριες γραμμές προκειμένου να συνδράμει τα ΣΕΚ όσον αφορά τη διαφοροποίηση των διαθέσιμων χρηματοδοτικών τους μέσων και τον τρόπο με τον οποίο τα ΣΕΚ θα μπορούσαν να επενδύσουν σε στοιχεία ενεργητικού χαμηλού κινδύνου με δυνατότητα εφαρμογής στα διαθέσιμα χρηματοδοτικά μέσα των ΣΕΚ.»·

    12)το άρθρο 11 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 11

    Χρήση των κεφαλαίων

    1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα ΣΕΚ χρησιμοποιούν τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά μέσα που αναφέρονται στο άρθρο 10 πρωτίστως για την αποζημίωση των καταθετών σύμφωνα με το άρθρο 8, με την επιφύλαξη της χρήσης πρόσθετων χρηματοδοτικών μέσων που συγκεντρώνονται από τα ΣΕΚ για την εκπλήρωση άλλων εντολών εκτός της προστασίας των καταθετών βάσει της οδηγίας.

    2. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα ΣΕΚ χρησιμοποιούν τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά μέσα για τη χρηματοδότηση της εξυγίανσης των πιστωτικών ιδρυμάτων σύμφωνα με το άρθρο 109 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρχές εξυγίανσης προσδιορίζουν το ποσό που πρέπει να συνεισφέρει ένα ΣΕΚ στη χρηματοδότηση της εξυγίανσης πιστωτικών ιδρυμάτων, αφού οι εν λόγω αρχές εξυγίανσης ζητήσουν τη γνώμη του ΣΕΚ σχετικά με τα αποτελέσματα της δοκιμής του ελάχιστου κόστους που αναφέρεται στο άρθρο 11ε της παρούσας οδηγίας.

    3. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν στα ΣΕΚ να χρησιμοποιούν τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά μέσα για προληπτικά μέτρα, όπως αναφέρεται στο άρθρο 11α, προς όφελος ενός πιστωτικού ιδρύματος, εάν ισχύουν όλα τα ακόλουθα:

    α)δεν συντρέχει καμία από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 32 παράγραφος 4 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ·

    β)το ΣΕΚ έχει επιβεβαιώσει ότι το κόστος του μέτρου δεν υπερβαίνει το κόστος αποζημίωσης των καταθετών, όπως υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 11ε·

    γ)πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις των άρθρων 11α και 11β.

    4. Σε περίπτωση που τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά μέσα χρησιμοποιούνται για προληπτικά μέτρα, όπως αναφέρεται στο άρθρο 11α, τα συμμετέχοντα στο σύστημα πιστωτικά ιδρύματα παρέχουν αμέσως στο ΣΕΚ τα μέσα που χρησιμοποιούνται για τη λήψη των εν λόγω μέτρων, όπου κρίνεται σκόπιμο με τη μορφή έκτακτων εισφορών, εάν ισχύει οποιοδήποτε από τα ακόλουθα:

    α)προκύψει ανάγκη να αποζημιωθούν οι καταθέτες και τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά μέσα του ΣΕΚ ανέρχονται σε λιγότερο από τα δύο τρίτα του επιπέδου-στόχου·

    β)στον βαθμό που τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά μέσα του ΣΕΚ κατέλθουν του 25 % του επιπέδου-στόχου.

    5. Σε περίπτωση εκκαθάρισης πιστωτικού ιδρύματος σύμφωνα με το άρθρο 32β της οδηγίας 2014/59/ΕΕ, με σκοπό την έξοδό του από την αγορά ή την παύση της τραπεζικής του δραστηριότητας, τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν στα ΣΕΚ να χρησιμοποιούν τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά μέσα για εναλλακτικά μέτρα με σκοπό τη διατήρηση της πρόσβασης των καταθετών στις καταθέσεις τους, συμπεριλαμβανομένης της μεταφοράς στοιχείων του ενεργητικού και του παθητικού και της λογιστικής μεταφοράς καταθέσεων, υπό τον όρο ότι το ΣΕΚ επιβεβαιώνει ότι το κόστος του μέτρου δεν υπερβαίνει το κόστος αποζημίωσης των καταθετών, όπως υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 11ε της παρούσας οδηγίας, και ότι πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 11δ της παρούσας οδηγίας.»·

    13)προστίθενται τα ακόλουθα άρθρα 11α έως 11ε:

    «Άρθρο 11a

    Προληπτικά μέτρα

    1. Όταν τα κράτη μέλη επιτρέπουν τη χρήση κεφαλαίων των ΣΕΚ για προληπτικά μέτρα, όπως αναφέρεται στο άρθρο 11 παράγραφος 3, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα ΣΕΚ να χρησιμοποιούν τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά μέσα για τα προληπτικά μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 11 παράγραφος 3, υπό τον όρο ότι πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

    α)το αίτημα πιστωτικού ιδρύματος για τη χρηματοδότηση των εν λόγω μέτρων συνοδεύεται από σημείωμα γνωστοποίησης, το οποίο περιέχει μέτρα κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 11β·

    β)το πιστωτικό ίδρυμα έχει ζητήσει τη γνώμη της αρμόδιας αρχής σχετικά με τα μέτρα τα οποία προβλέπονται στο σημείωμα γνωστοποίησης που αναφέρεται στο άρθρο 11β·

    γ)η χρήση προληπτικών μέτρων από το ΣΕΚ συνδέεται με την επιβολή όρων στο υποστηριζόμενο πιστωτικό ίδρυμα, οι οποίοι αφορούν τουλάχιστον αυστηρότερη παρακολούθηση του κινδύνου του πιστωτικού ιδρύματος και ενισχυμένα δικαιώματα ελέγχου για το ΣΕΚ·

    δ)η χρήση προληπτικών μέτρων από το ΣΕΚ εξαρτάται από τις δεσμεύσεις εκ μέρους του πιστωτικού ιδρύματος προκειμένου να διασφαλιστεί η πρόσβαση στις καλυπτόμενες καταθέσεις·

    ε)τα συμμετέχοντα στο σύστημα πιστωτικά ιδρύματα έχουν τη δυνατότητα να καταβάλλουν τις έκτακτες συνεισφορές σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 4·

    στ)το πιστωτικό ίδρυμα συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις που υπέχει βάσει της παρούσας οδηγίας και έχει αποζημιώσει πλήρως τυχόν προηγούμενο προληπτικό μέτρο.

    2. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα ΣΕΚ διαθέτουν κατάλληλα συστήματα παρακολούθησης και κατάλληλες διαδικασίες λήψης αποφάσεων για την επιλογή και την εφαρμογή προληπτικών μέτρων και για την παρακολούθηση των συναφών κινδύνων.

    3. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα ΣΕΚ μπορούν να εφαρμόζουν προληπτικά μέτρα μόνο εφόσον η ορισθείσα αρχή έχει επιβεβαιώσει ότι πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 1. Η ορισθείσα αρχή ενημερώνει σχετικά την αρμόδια αρχή και την αρχή εξυγίανσης.

    4. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι το ΣΕΚ το οποίο χρησιμοποιεί τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά του μέσα για μέτρα κεφαλαιακής στήριξης μεταβιβάζει στον ιδιωτικό τομέα τις συμμετοχές του σε μετοχές ή άλλα κεφαλαιακά μέσα στο υποστηριζόμενο πιστωτικό ίδρυμα μόλις το επιτρέψουν οι εμπορικές και χρηματοπιστωτικές συνθήκες.

    Άρθρο 11β

    Σημείωμα γνωστοποίησης που συνοδεύει τα προληπτικά μέτρα

    1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα πιστωτικά ιδρύματα που ζητούν από ΣΕΚ να χρηματοδοτήσει προληπτικά μέτρα, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 3, υποβάλλουν στην αρμόδια αρχή προς διαβούλευση σημείωμα γνωστοποίησης των μέτρων τα οποία δεσμεύονται να λάβουν τα εν λόγω πιστωτικά ιδρύματα προκειμένου να διασφαλιστεί ή να αποκατασταθεί η συμμόρφωση με τις εποπτικές απαιτήσεις που ισχύουν για το οικείο πιστωτικό ίδρυμα και προβλέπονται στην οδηγία 2013/36/ΕΕ και στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

    2. Στο σημείωμα γνωστοποίησης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 καθορίζονται μέτρα για τον μετριασμό του κινδύνου επιδείνωσης της χρηματοπιστωτικής ευρωστίας και την ενίσχυση της κεφαλαιακής θέσης και της θέσης ρευστότητας του πιστωτικού ιδρύματος.

    3. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, σε περίπτωση μέτρου κεφαλαιακής στήριξης, στο σημείωμα γνωστοποίησης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 προσδιορίζονται όλα τα μέτρα άντλησης κεφαλαίων που μπορούν να εφαρμοστούν, μεταξύ των οποίων διασφαλίσεις για την πρόληψη της εκροών κεφαλαίων, μελλοντοστρεφής αξιολόγηση της κεφαλαιακής επάρκειας και επακόλουθος προσδιορισμός του κεφαλαιακού ελλείμματος που πρέπει να καλύψει το ΣΕΚ.

    4. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, σε περίπτωση μέτρου στήριξης της ρευστότητας, το σημείωμα γνωστοποίησης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 προβλέπει σαφώς καθορισμένο χρονοδιάγραμμα καταβολής αποζημιώσεων από το πιστωτικό ίδρυμα όσον αφορά τυχόν κεφάλαια που έχει λάβει στο πλαίσιο των προληπτικών μέτρων.

    5. Κατά περίπτωση, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα μέτρα τα οποία προβλέπονται στο σημείωμα γνωστοποίησης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 ευθυγραμμίζονται με το σχέδιο διατήρησης κεφαλαίου που αναφέρεται στο άρθρο 142 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ.

    6. Σε περίπτωση που έχει εφαρμογή το πλαίσιο της Ένωσης για τις κρατικές ενισχύσεις, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα μέτρα τα οποία προβλέπονται στο σημείωμα γνωστοποίησης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 ευθυγραμμίζονται με το σχέδιο αναδιάρθρωσης το οποίο το πιστωτικό ίδρυμα υποχρεούται να υποβάλει στην Επιτροπή βάσει του εν λόγω πλαισίου.



     Άρθρο 11γ

    Σχέδιο αποκατάστασης

    1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, σε περίπτωση που το πιστωτικό ίδρυμα δεν εκπληρώσει τις δεσμεύσεις που περιγράφονται συνοπτικά στο σημείωμα γνωστοποίησης του άρθρου 11β παράγραφος 1 ή δεν επιστρέψει το ποσό που καταβλήθηκε στο πλαίσιο των προληπτικών μέτρων κατά τη λήξη, το ΣΕΚ ενημερώνει σχετικά την αρμόδια αρχή χωρίς καθυστέρηση.

    2. Στην περίπτωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η αρμόδια αρχή ζητεί από το πιστωτικό ίδρυμα να υποβάλει σχέδιο αποκατάστασης, στο οποίο περιγράφονται οι ενέργειες στις οποίες θα προβεί το πιστωτικό ίδρυμα για τη διασφάλιση ή την αποκατάσταση της συμμόρφωσης με τις εποπτικές απαιτήσεις, την εξασφάλιση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητάς του και την επιστροφή του οφειλόμενου ποσού που συνεισέφερε το ΣΕΚ στο προληπτικό μέτρο, καθώς και το σχετικό χρονοδιάγραμμα.

    3. Εάν η αρμόδια αρχή δεν πειστεί ότι το σχέδιο αποκατάστασης είναι αξιόπιστο ή εφικτό, το ΣΕΚ δεν χορηγεί περαιτέρω προληπτικά μέτρα στο εν λόγω πιστωτικό ίδρυμα.

    4. Έως τη(ν) ... [Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί ημερομηνία που αντιστοιχεί σε 42 μήνες από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας], η ΕΑΤ εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές, στις οποίες καθορίζονται στοιχεία του σημειώματος γνωστοποίησης που συνοδεύει τα προληπτικά μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 11β παράγραφος 1, καθώς και του σχεδίου αποκατάστασης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

    Άρθρο 11δ

    Διαφάνεια της διαδικασίας θέσης προς πώληση στο πλαίσιο εναλλακτικών μέτρων

    1. Εάν τα κράτη μέλη επιτρέπουν τη χρήση κεφαλαίων των ΣΕΚ για τα εναλλακτικά μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 11 παράγραφος 5, διασφαλίζουν ότι, όταν τα ΣΕΚ χρηματοδοτούν μέτρα αυτού του είδους, τα πιστωτικά ιδρύματα θέτουν προς πώληση ή προβαίνουν σε ρυθμίσεις για τη θέση προς πώληση των στοιχείων ενεργητικού, των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων που σκοπεύουν να μεταβιβάσουν τα εν λόγω πιστωτικά ιδρύματα. Με την επιφύλαξη του πλαισίου της Ένωσης για τις κρατικές ενισχύσεις, η εν λόγω θέση προς πώληση συμμορφώνεται με όλα τα ακόλουθα:

    α)η θέση προς πώληση είναι ανοικτή και διαφανής και δεν παρουσιάζει ανακριβή εικόνα των στοιχείων ενεργητικού, των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων που πρέπει να μεταβιβαστούν·

    β)η θέση προς πώληση δεν ευνοεί ούτε εισάγει διακρίσεις μεταξύ των δυνητικών αγοραστών και δεν παρέχει πλεονεκτήματα σε δυνητικό αγοραστή·

    γ)η θέση προς πώληση δεν επηρεάζεται από συγκρούσεις συμφερόντων·

    δ)στη θέση προς πώληση συνεκτιμάται η ανάγκη εφαρμογής ταχείας λύσης, λαμβανομένης υπόψη της προθεσμίας που ορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο, για τον προσδιορισμό που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 8) στοιχείο α)·

    ε)η θέση προς πώληση αποσκοπεί στη μεγιστοποίηση, στο μέτρο του δυνατού, της τιμής πώλησης των οικείων στοιχείων ενεργητικού, δικαιωμάτων και υποχρεώσεων.

    Άρθρο 11ε

    Δοκιμή του ελάχιστου κόστους

    1. Κατά την εξέταση του ενδεχόμενου χρήσης κεφαλαίων των ΣΕΚ για τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 11 παράγραφοι 2, 3 ή 5, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα ΣΕΚ συγκρίνουν τα ακόλουθα:

    α)το εκτιμώμενο κόστος της χρηματοδότησης για το ΣΕΚ όσον αφορά τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 11 παράγραφοι 2, 3 ή 5·

    β)το εκτιμώμενο κόστος της αποζημίωσης των καταθετών σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 1.

    2. Για τη σύγκριση που αναφέρεται στην παράγραφο 1, ισχύουν τα ακόλουθα:

    α)για την εκτίμηση του κόστους που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο α), το ΣΕΚ λαμβάνει υπόψη τα αναμενόμενα κέρδη, τις λειτουργικές δαπάνες και τις δυνητικές ζημίες που σχετίζονται με το μέτρο·

    β)για τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 11 παράγραφοι 2 και 5, το ΣΕΚ βασίζει την εκτίμησή του, όσον αφορά το κόστος της αποζημίωσης των καταθετών, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β), στην αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων και των υποχρεώσεων του πιστωτικού ιδρύματος που αναφέρονται στο άρθρο 36 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ, καθώς και στην εκτίμηση που αναφέρεται στο άρθρο 36 παράγραφος 8 της εν λόγω οδηγίας·

    γ)για τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 11 παράγραφοι 2, 3 και 5, κατά την εκτίμηση του κόστους αποζημίωσης των καταθετών, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β), το ΣΕΚ λαμβάνει υπόψη τον αναμενόμενο δείκτη ανακτήσεων, το κόστος αναπλήρωσης του ΣΕΚ που θα βαρύνει τα πιστωτικά ιδρύματα τα οποία είναι μέλη του ΣΕΚ, καθώς και το δυνητικό πρόσθετο κόστος χρηματοδότησης για το ΣΕΚ·

    δ)για τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 11 παράγραφος 3, κατά την εκτίμηση του κόστους αποζημίωσης των καταθετών, το ΣΕΚ πολλαπλασιάζει επί το 85 % τον εκτιμώμενο δείκτη ανακτήσεων που υπολογίζεται σύμφωνα με τη μεθοδολογία που αναφέρεται στην παράγραφο 5 στοιχείο β).

    3. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι το ποσό που χρησιμοποιείται για τη χρηματοδότηση της εξυγίανσης των πιστωτικών ιδρυμάτων, όπως αναφέρεται στο άρθρο 11 παράγραφος 2, για τα προληπτικά μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 11 παράγραφος 3 ή για τα εναλλακτικά μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 11 παράγραφος 5, δεν υπερβαίνει το ποσό των καλυπτόμενων καταθέσεων στο πιστωτικό ίδρυμα.

    4. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές και οι αρχές εξυγίανσης παρέχουν στο ΣΕΚ όλες τις αναγκαίες πληροφορίες για τη σύγκριση που αναφέρεται στην παράγραφο 1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η αρχή εξυγίανσης παρέχει στο ΣΕΚ το εκτιμώμενο κόστος της συνεισφοράς του ΣΕΚ στην εξυγίανση ενός πιστωτικού ιδρύματος, όπως αναφέρεται στο άρθρο 11 παράγραφος 2.

    5. Η ΕΑΤ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων για να προσδιορίσει:

    α)τη μεθοδολογία υπολογισμού του εκτιμώμενου κόστους που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο α), κατά την οποία λαμβάνονται υπόψη τα ειδικά χαρακτηριστικά του οικείου μέτρου·

    β)τη μεθοδολογία υπολογισμού του εκτιμώμενου κόστους αποζημίωσης των καταθετών που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β), συμπεριλαμβανομένου του εκτιμώμενου δείκτη ανακτήσεων που αναφέρεται στην παράγραφο 2 στοιχείο γ)·

    γ)τον τρόπο συνεκτίμησης, στις μεθοδολογίες που αναφέρονται στα στοιχεία α), β) και γ), κατά περίπτωση, της μεταβολής της αξίας του χρήματος λόγω δυνητικών δεδουλευμένων κερδών.

    Για τον υπολογισμό του εκτιμώμενου κόστους αποζημίωσης των καταθετών, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β), στην περίπτωση προληπτικών μέτρων, η μεθοδολογία που αναφέρεται στο στοιχείο β) λαμβάνει υπόψη τη σημασία των προληπτικών μέτρων για την εκ του νόμου ή συμβατική εντολή του ΣΕΚ, συμπεριλαμβανομένων των ΘΣΠ που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο γ).

    Η ΕΑΤ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή έως τη(ν) ... [Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί ημερομηνία που αντιστοιχεί σε 12 μήνες από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας].

    Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να συμπληρώσει την παρούσα οδηγία εγκρίνοντας τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.»·

    14)το άρθρο 14 τροποποιείται ως εξής:

    α)η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα ΣΕΚ καλύπτουν τους καταθέτες υποκαταστημάτων τα οποία έχουν ιδρυθεί από τα πιστωτικά ιδρύματα-μέλη τους σε άλλα κράτη μέλη, καθώς και τους καταθέτες που βρίσκονται σε άλλα κράτη μέλη, στα οποία τα πιστωτικά ιδρύματα-μέλη τους ασκούν την ελευθερία παροχής υπηρεσιών, όπως αναφέρεται στον τίτλο V κεφάλαιο 3 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ.»·

    β)στην παράγραφο 2, προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

    «Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι ένα ΣΕΚ του κράτους μέλους προέλευσης δύναται να αποφασίσει να αποζημιώσει απευθείας τους καταθέτες των υποκαταστημάτων εάν ισχύουν όλα τα ακόλουθα:

    i)η διοικητική επιβάρυνση και το κόστος της εν λόγω αποζημίωσης είναι μικρότερα από την αποζημίωση που καταβάλλεται από ΣΕΚ του κράτους μέλους υποδοχής·

    ii)το ΣΕΚ του κράτους μέλους προέλευσης διασφαλίζει ότι οι καταθέτες δεν βρίσκονται σε χειρότερη θέση από εκείνη στην οποία θα βρίσκονταν σε περίπτωση καταβολής της αποζημίωσης σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο.»·

    γ)προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι 2α και 2β:

    «2α. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι ένα ΣΕΚ κράτους μέλους υποδοχής μπορεί, με την επιφύλαξη συμφωνίας με ΣΕΚ κράτους μέλους προέλευσης, να ενεργεί ως σημείο επαφής για τους καταθέτες πιστωτικών ιδρυμάτων τα οποία ασκούν την ελευθερία παροχής υπηρεσιών, όπως αναφέρεται στον τίτλο V κεφάλαιο 3 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, και να αποζημιώνεται για το κόστος με το οποίο επιβαρύνθηκε.

    2β. Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 2α, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι το ΣΕΚ του κράτους μέλους προέλευσης και το ΣΕΚ του οικείου κράτους μέλους υποδοχής έχουν συνάψει συμφωνία σχετικά με τους όρους και τις προϋποθέσεις αποζημίωσης, μεταξύ άλλων όσον αφορά την αποζημίωση τυχόν δαπανών που πραγματοποιήθηκαν, το σημείο επαφής για τους καταθέτες, το χρονοδιάγραμμα και τον τρόπο καταβολής της αποζημίωσης.»·

    δ)η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «3. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, σε περίπτωση που ένα πιστωτικό ίδρυμα παύει να είναι μέλος ενός ΣΕΚ και προσχωρεί σε ΣΕΚ άλλου κράτους μέλους, ή εάν ορισμένες από τις δραστηριότητες του πιστωτικού ιδρύματος μεταφέρονται σε ΣΕΚ άλλου κράτους μέλους, το ΣΕΚ προέλευσης μεταφέρει στο παραλαμβάνον ΣΕΚ τις οφειλόμενες εισφορές για τους τελευταίους 12 μήνες πριν από την αλλαγή της συμμετοχής σε ΣΕΚ, εξαιρουμένων των έκτακτων εισφορών που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 8.»·

    ε)προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 3α:

    «3α. Για τους σκοπούς της παραγράφου 3, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε το ΣΕΚ προέλευσης να μεταφέρει το ποσό που αναφέρεται στην εν λόγω παράγραφο εντός ενός μηνός από την αλλαγή της συμμετοχής σε ΣΕΚ.»·

    στ)προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 9:

    «9. Η ΕΑΤ εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο η ΕΑΤ αντιλαμβάνεται τους αντίστοιχους ρόλους των ΣΕΚ προέλευσης και υποδοχής, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 2 πρώτο εδάφιο, και οι οποίες περιέχουν κατάλογο των περιστάσεων και των προϋποθέσεων υπό τις οποίες ένα ΣΕΚ του κράτους μέλους προέλευσης θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να αποφασίσει να αποζημιώσει τους καταθέτες υποκαταστημάτων που βρίσκονται σε άλλο κράτος μέλος, όπως ορίζεται στην παράγραφο 2 τρίτο εδάφιο.»·

    15)το άρθρο 15 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 15

    Υποκαταστήματα πιστωτικών ιδρυμάτων με έδρα σε τρίτες χώρες

    Τα κράτη μέλη απαιτούν από τα υποκαταστήματα πιστωτικών ιδρυμάτων με έδρα εκτός της Ένωσης να προσχωρήσουν σε ΣΕΚ εντός της επικράτειάς τους, προτού επιτρέψουν στα εν λόγω υποκαταστήματα να δέχονται επιλέξιμες καταθέσεις στα εν λόγω κράτη μέλη.»·

    16)προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 15α:

    «Άρθρο 15α

    Πιστωτικά ιδρύματα-μέλη με υποκαταστήματα σε τρίτες χώρες

    Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα ΣΕΚ δεν καλύπτουν καταθέτες υποκαταστημάτων τα οποία έχουν ιδρυθεί σε τρίτες χώρες από πιστωτικά ιδρύματα-μέλη τους, εκτός εάν, με την επιφύλαξη της έγκρισης της ορισθείσας αρχής, τα εν λόγω ΣΕΚ εισπράττουν αντίστοιχες εισφορές από τα οικεία πιστωτικά ιδρύματα.»·

    17)το άρθρο 16 τροποποιείται ως εξής:

    α)η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα πιστωτικά ιδρύματα παρέχουν στους υφιστάμενους και τους μελλοντικούς καταθέτες τις πληροφορίες που χρειάζονται οι εν λόγω καταθέτες για την αναγνώριση του ΣΕΚ στο οποίο το πιστωτικό ίδρυμα και τα υποκαταστήματά του είναι μέλη εντός της Ένωσης. Τα πιστωτικά ιδρύματα παρέχουν τις πληροφορίες αυτές με τη μορφή ενημερωτικού δελτίου το οποίο καταρτίζεται σε μορφότυπο με δυνατότητα εξαγωγής δεδομένων, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 3) του κανονισμού (ΕΕ) XX/XXXX του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου [κανονισμός ESAP]***.

    _______________________________________________

    ***    Κανονισμός (ΕΕ) XX/XXX του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της ηη μμ εε, για τη θέσπιση ευρωπαϊκού ενιαίου σημείου πρόσβασης το οποίο παρέχει κεντρική πρόσβαση σε πληροφορίες διαθέσιμες στο κοινό σε σχέση με τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, τις κεφαλαιαγορές και τη βιωσιμότητα.»·

    β)προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 1α:

    «1α. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε το ενημερωτικό δελτίο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 να περιέχει όλα τα ακόλουθα:

    i)βασικές πληροφορίες σχετικά με την προστασία των καταθέσεων·

    ii)τα στοιχεία επικοινωνίας του πιστωτικού ιδρύματος ως πρώτου σημείου επαφής για την παροχή πληροφοριών σχετικά με το περιεχόμενο του ενημερωτικού δελτίου·

    iii)το επίπεδο κάλυψης για καταθέσεις, όπως αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφοι 1 και 2 σε ευρώ ή, κατά περίπτωση, σε άλλο νόμισμα·

    iv)τις ισχύουσες εξαιρέσεις από την προστασία των ΣΕΚ·

    v)το όριο προστασίας σε σχέση με κοινούς λογαριασμούς·

    vi)την περίοδο αποζημίωσης σε περίπτωση πτώχευσης του πιστωτικού ιδρύματος·

    vii)το νόμισμα της αποζημίωσης·

    viii)την αναγνώριση του ΣΕΚ το οποίο είναι υπεύθυνο για την προστασία μιας κατάθεσης, συμπεριλαμβανομένης αναφοράς στον δικτυακό του τόπο.»·

    γ)η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «2. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα πιστωτικά ιδρύματα παρέχουν το ενημερωτικό δελτίο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 πριν συνάψουν σύμβαση αποδοχής καταθέσεων και, στη συνέχεια, σε ετήσια βάση. Οι καταθέτες επιβεβαιώνουν ότι παρέλαβαν το εν λόγω ενημερωτικό δελτίο.»·

    δ)στην παράγραφο 3, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα πιστωτικά ιδρύματα επιβεβαιώνουν στα αντίγραφα κίνησης λογαριασμού των καταθετών τους ότι οι καταθέσεις είναι επιλέξιμες καταθέσεις, συμπεριλαμβανομένης αναφοράς στο ενημερωτικό δελτίο που αναφέρεται στην παράγραφο 1.»·

    ε)η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «4. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα πιστωτικά ιδρύματα καθιστούν διαθέσιμες τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στη γλώσσα που συμφωνήθηκε μεταξύ του καταθέτη και του πιστωτικού ιδρύματος, όταν ανοίχτηκε ο λογαριασμός ή στην ή στις επίσημες γλώσσες του κράτους μέλους στο οποίο ιδρύεται το υποκατάστημα.»·

    στ)οι παράγραφοι 6 και 7 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    «6. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, σε περίπτωση συγχώνευσης πιστωτικών ιδρυμάτων, μετατροπής θυγατρικών πιστωτικού ιδρύματος σε υποκαταστήματα ή παρεμφερών πράξεων, τα πιστωτικά ιδρύματα ενημερώνουν σχετικά τους καταθέτες τους τουλάχιστον έναν μήνα πριν η εν λόγω πράξη αρχίσει να παράγει έννομα αποτελέσματα, εκτός εάν η αρμόδια αρχή επιτρέψει συντομότερη προθεσμία για λόγους επιχειρηματικού απορρήτου ή χρηματοπιστωτικής σταθερότητας. Στο πλαίσιο της ενημέρωσης αυτής διευκρινίζονται οι επιπτώσεις της πράξης στην προστασία των καταθετών.

    Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι σε περίπτωση που, λόγω πράξεων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, οι καταθέτες που τηρούν καταθέσεις στα εν λόγω πιστωτικά ιδρύματα θα επηρεαστούν από τη μειωμένη προστασία των καταθέσεων, τα οικεία πιστωτικά ιδρύματα ενημερώνουν τους καταθέτες αυτούς ότι μπορούν να αποσύρουν ή να μεταφέρουν σε άλλο πιστωτικό ίδρυμα τις επιλέξιμες καταθέσεις τους, συμπεριλαμβανομένων όλων των δεδουλευμένων τόκων και οφελών, χωρίς να υφίστανται κυρώσεις μέχρι ποσού ίσου με την απολεσθείσα κάλυψη των καταθέσεών τους εντός 3 μηνών από τη γνωστοποίηση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο.

    7. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα πιστωτικά ιδρύματα τα οποία παύουν να είναι μέλη ενός ΣΕΚ ενημερώνουν σχετικά τους καταθέτες τους τουλάχιστον έναν μήνα πριν από την εν λόγω παύση.»·

    ζ)προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 7α:

    «7α. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ορισθείσες αρχές, τα ΣΕΚ και τα οικεία πιστωτικά ιδρύματα ενημερώνουν τους καταθέτες, μεταξύ άλλων με δημοσίευση στους δικτυακούς τους τόπους, για το γεγονός ότι αρμόδια διοικητική αρχή έχει προβεί στη διαπίστωση που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 8) στοιχείο α) ή ότι δικαστική αρχή έχει εκδώσει την απόφαση που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 8) στοιχείο β).»·

    η)η παράγραφος 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «8. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, σε περίπτωση που ένας καταθέτης χρησιμοποιεί διαδικτυακή τραπεζική, τα πιστωτικά ιδρύματα γνωστοποιούν με ηλεκτρονικά μέσα τις πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται στους καταθέτες τους βάσει της παρούσας οδηγίας, εκτός εάν ο καταθέτης ζητήσει να λάβει τις πληροφορίες αυτές εγγράφως.»·

    θ)προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 9:

    «9. Η ΕΑΤ καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων για να προσδιορίσει:

    α)το περιεχόμενο και τον μορφότυπο του ενημερωτικού δελτίου που αναφέρεται στην παράγραφο 1α·

    β)τη διαδικασία που πρέπει να ακολουθείται για την παροχή και το περιεχόμενο των πληροφοριών που πρέπει να παρέχονται στις γνωστοποιήσεις των ορισθεισών αρχών, των ΣΕΚ ή των πιστωτικών ιδρυμάτων προς τους καταθέτες, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στα άρθρα 8β και 8γ και στις παραγράφους 6, 7 και 7α του παρόντος άρθρου.

    Η ΕΑΤ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή έως τη(ν) ... [Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί ημερομηνία που αντιστοιχεί σε 12 μήνες από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας].

    Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εγκρίνει τα εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.»·

    18)προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 16α:

    «Άρθρο 16α

    Ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ πιστωτικών ιδρυμάτων και ΣΕΚ και υποβολή εκθέσεων από τις αρχές

    1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα ΣΕΚ, ανά πάσα στιγμή και κατ’ αίτησή τους, λαμβάνουν από τα συμμετέχοντα σε αυτά πιστωτικά ιδρύματα κάθε αναγκαία πληροφορία προκειμένου να προετοιμάσουν την καταβολή αποζημιώσεων στους καταθέτες, σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 4, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών για τους σκοπούς του άρθρου 8 παράγραφος 5 και των άρθρων 8β και 8γ.

    2. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα πιστωτικά ιδρύματα, κατ’ αίτηση ενός ΣΕΚ, να παρέχουν στο ΣΕΚ του οποίου είναι μέλη πληροφορίες σχετικά με τα εξής:

    α)τους καταθέτες υποκαταστημάτων των εν λόγω πιστωτικών ιδρυμάτων·

    β)τους καταθέτες οι οποίοι είναι αποδέκτες υπηρεσιών που παρέχονται από ιδρύματα-μέλη βάσει της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών.

    Στις πληροφορίες που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β) επισημαίνονται τα κράτη μέλη στα οποία βρίσκονται τα εν λόγω υποκαταστήματα ή οι εν λόγω καταθέτες.

    3. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, πριν από τις 31 Μαρτίου κάθε έτους, τα ΣΕΚ ενημερώνουν την ΕΑΤ σχετικά με το ύψος των καλυπτόμενων καταθέσεων στην επικράτειά τους από τις 31 Δεκεμβρίου του προηγούμενου έτους. Έως την ίδια ημερομηνία, τα ΣΕΚ αναφέρουν επίσης στην ΕΑΤ το ποσό των διαθέσιμων χρηματοδοτικών μέσων τους, συμπεριλαμβανομένου του μεριδίου των δανειακών πόρων, των δεσμεύσεων πληρωμής και του χρονοδιαγράμματος για την επίτευξη του επιπέδου-στόχου σε περίπτωση χρήσης των κεφαλαίων των ΣΕΚ.

    4. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι ορισθείσες αρχές να ενημερώνουν την ΕΑΤ, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, για όλα τα ακόλουθα:

    α)τον προσδιορισμό των μη διαθέσιμων καταθέσεων δυνάμει των περιστάσεων που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 8)·

    β)αν έχει εφαρμοστεί οποιοδήποτε από τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 11 παράγραφοι 2, 3 και 5, καθώς και το ποσό των κεφαλαίων που χρησιμοποιήθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 1 και το άρθρο 11 παράγραφοι 2, 3 και 5, και, κατά περίπτωση και μόλις καταστεί διαθέσιμο, το ποσό των κεφαλαίων που ανακτήθηκαν, το κόστος που προέκυψε για το ΣΕΚ και τη διάρκεια της διαδικασίας ανάκτησης·

    γ)τη διαθεσιμότητα και τη χρήση ρυθμίσεων εναλλακτικής χρηματοδότησης, όπως αναφέρεται στο άρθρο 10 παράγραφος 3·

    δ)οποιαδήποτε ΣΕΚ τα οποία έχουν παύσει τη δραστηριότητά τους ή τη σύσταση οποιουδήποτε νέου ΣΕΚ, μεταξύ άλλων ως αποτέλεσμα συγχώνευσης ή του γεγονότος ότι ένα ΣΕΚ ξεκίνησε να δραστηριοποιείται σε διασυνοριακή βάση.

    Η ενημέρωση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο περιλαμβάνει σύνοψη στην οποία περιγράφονται όλα τα ακόλουθα:

    α)η αρχική κατάσταση του πιστωτικού ιδρύματος·

    β)τα μέτρα για τα οποία χρησιμοποιήθηκαν τα κεφάλαια του ΣΕΚ·

    γ)το αναμενόμενο ποσό των διαθέσιμων χρηματοδοτικών μέσων που χρησιμοποιήθηκαν.

    5. Η ΕΑΤ δημοσιεύει τις πληροφορίες που λαμβάνει σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3, καθώς και τη σύνοψη που αναφέρεται στην παράγραφο 4, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

    6. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρχές εξυγίανσης των πιστωτικών ιδρυμάτων που είναι μέλη ενός ΣΕΚ παρέχουν στο ΣΕΚ, κατ’ αίτησή του, τη σύνοψη των βασικών στοιχείων των σχεδίων εξυγίανσης, όπως αναφέρεται στο άρθρο 10 παράγραφος 7 στοιχείο α) της οδηγίας 2014/59/ΕΕ, υπό την προϋπόθεση ότι οι πληροφορίες αυτές είναι αναγκαίες για το ΣΕΚ και τις ορισθείσες αρχές προκειμένου να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 11 παράγραφοι 2, 3 και 5 και στο άρθρο 11ε.

    7. Η ΕΑΤ καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων, προκειμένου να προσδιορίσει τις διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούνται κατά την παροχή των πληροφοριών που αναφέρονται στις παραγράφους 1 έως 4, καθώς και τα υποδείγματα για την παροχή των εν λόγω πληροφοριών, και να διευκρινίσει περαιτέρω το περιεχόμενο των εν λόγω πληροφοριών, λαμβάνοντας υπόψη τους τύπους των καταθετών.

    Η ΕΑΤ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή έως τη(ν) ... [Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί ημερομηνία που αντιστοιχεί σε 12 μήνες από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας].

    Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εγκρίνει τα εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.»·



    19)το παράρτημα I απαλείφεται.

    Άρθρο 2

    Μεταβατικές διατάξεις

    1.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα υποκαταστήματα πιστωτικών ιδρυμάτων με έδρα εκτός της Ένωσης, τα οποία δέχονται επιλέξιμες καταθέσεις σε κράτος μέλος τη(ν) ... [Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί ημερομηνία που αντιστοιχεί στην ημερομηνία έναρξης ισχύος], και τα οποία δεν είναι μέλη ενός ΣΕΚ κατά την εν λόγω ημερομηνία, προσχωρούν σε ΣΕΚ που λειτουργεί στην επικράτειά τους έως τη(ν) ... [Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί ημερομηνία που αντιστοιχεί σε 3 μήνες από την έναρξη ισχύος]. Το άρθρο 1 παράγραφος 15 δεν ισχύει για τα εν λόγω υποκαταστήματα έως τη(ν) ... [Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί ημερομηνία που αντιστοιχεί σε 3 μήνες από την έναρξη ισχύος].

    2.Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 11 παράγραφος 3 της οδηγίας 2014/49/ΕΕ, όπως τροποποιείται με την παρούσα οδηγία, και από τα άρθρα 11α, 11β, 11γ και 11ε όσον αφορά τα προληπτικά μέτρα, έως τη(ν) ... [Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί ημερομηνία που αντιστοιχεί σε 72 μήνες από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας], τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν στα ΘΣΠ που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο γ) να συμμορφώνονται προς τις εθνικές διατάξεις εφαρμογής του άρθρου 11 παράγραφος 3 της οδηγίας 2014/49/ΕΕ, όπως ισχύουν τη(ν) ... [Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί η ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας].

    Άρθρο 3

    Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

    1.Το αργότερο έως τη(ν) ... [Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί ημερομηνία που αντιστοιχεί σε 24 μήνες από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας], τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων.

    Εφαρμόζουν τις διατάξεις αυτές από τη(ν) ... [Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί ημερομηνία που αντιστοιχεί σε 24 μήνες από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας]. Ωστόσο, εφαρμόζουν τις αναγκαίες διατάξεις για τη συμμόρφωση με το άρθρο 11 παράγραφος 3, όπως τροποποιείται με την παρούσα οδηγία, και τα άρθρα 11α, 11β, 11γ και 11ε όσον αφορά τα προληπτικά μέτρα από τη(ν) ... [Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί η ημερομηνία που αντιστοιχεί σε 48 μήνες μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας].

    Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την παραπομπή αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος αναφοράς της παραπομπής αυτής αποφασίζεται από τα κράτη μέλη.

    2.Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εθνικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

    Άρθρο 4

    Έναρξη ισχύος

    Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.



    Άρθρο 5

    Αποδέκτες

    Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

    Στρασβούργο,

    Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο    Για το Συμβούλιο

    Η Πρόεδρος    Ο Πρόεδρος

    (1)    Οδηγία 2014/49/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Απριλίου 2014, περί των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων (ΕΕ 173 της 12.6.2014, σ. 149).
    (2)    Οδηγία 2014/59/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τη θέσπιση πλαισίου για την ανάκαμψη και την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων και για την τροποποίηση της οδηγίας 82/891/ΕΟΚ του Συμβουλίου, και των οδηγιών 2001/24/ΕΚ, 2002/47/ΕΚ, 2004/25/ΕΚ, 2005/56/ΕΚ, 2007/36/ΕΚ, 2011/35/ΕΕ, 2012/30/ΕΕ και 2013/36/ΕΕ, καθώς και των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 και (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ 173 της 12.6.2014, σ. 190).
    (3)    Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 806/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 2014, περί θεσπίσεως ενιαίων κανόνων και διαδικασίας για την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων και ορισμένων επιχειρήσεων επενδύσεων στο πλαίσιο ενός Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης και ενός Ενιαίου Ταμείου Εξυγίανσης και τροποποιήσεως του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 (ΕΕ 225 της 30.7.2014, σ. 1).
    (4)    Επιπλέον, εξακολουθεί να μην υπάρχει συμφωνία σχετικά με έναν αξιόπιστο και ισχυρό μηχανισμό για την παροχή ρευστότητας κατά την εξυγίανση στην τραπεζική ένωση, σύμφωνα με το πρότυπο που έχουν καθορίσει ομότιμοι σε διεθνές επίπεδο.
    (5)    COM(2015) 586 final.
    (6)    Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ 176 της 27.6.2013, σ. 1).
    (7)    Οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα των πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων, για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ (ΕΕ 176 της 27.6.2013, σ. 338).
    (8)    Επιτροπή της Βασιλείας για την Τραπεζική Εποπτεία και Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (στο εξής: ΣΧΣ). Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (επικαιροποιημένη έκδοση του 2014), Key Attributes of effective resolution regimes for financial institutions , και (2015), Principles on Loss-absorbing and Recapitalisation Capacity of Globally Systemically Important Banks (G-SIBs) in Resolution, Total Loss-absorbing Capacity (TLAC) Term Sheet .
    (9)    Ευρωομάδα (30 Νοεμβρίου 2020), Statement of the Eurogroup in inclusive format on the ESM reform and the early introduction of the backstop to the Single Resolution Fund  (Δήλωση της Ευρωομάδας σε διευρυμένη σύνθεση σχετικά με τη μεταρρύθμιση του ΕΜΣ και την έγκαιρη θέσπιση του μηχανισμού ασφαλείας για το Ενιαίο Ταμείο Εξυγίανσης). Η εφαρμογή θα πραγματοποιηθεί κατά την περίοδο 2022-2024. Ωστόσο, εξακολουθεί να εκκρεμεί η επικύρωση της συμφωνίας για την τροποποίηση της Συνθήκης για τη θέσπιση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας .
    (10)    Ευρωπαϊκή Επιτροπή (2020), Πρόγραμμα εργασίας της Επιτροπής για το 2021 , σημείο 2.3, σ. 6.
    (11)    Ευρωπαϊκή Επιτροπή (2023), Μακροπρόθεσμη ανταγωνιστικότητα της ΕΕ: προοπτικές μετά το 2030 .
    (12)    Ευρωομάδα (16 Ιουνίου 2022), Eurogroup statement on the future of the Banking Union (Δήλωση της Ευρωομάδας σχετικά με το μέλλον της τραπεζικής ένωσης).
    (13)    Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (2022), Τραπεζική Ένωση — ετήσια έκθεση για το 2021 · το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εκδίδει έκθεση σχετικά με την τραπεζική ένωση σε ετήσια βάση, αρχής γενομένης από το 2015.
    (14)    Σύνοδος κορυφής της ευρωζώνης (24 Μαρτίου 2023), Δήλωση της συνόδου κορυφής της ευρωζώνης, συνεδρίαση σε διευρυμένη σύνθεση .
    (15)    Βλ. ενότητα 3 σχετικά με τη συλλογή και τη χρήση εμπειρογνωσίας.
    (16)    Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή, μετά την 1η Αυγούστου 2013, των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων στα μέτρα στήριξης των τραπεζών στο πλαίσιο της χρηματοπιστωτικής κρίσης («Τραπεζική ανακοίνωση») (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) (ΕΕ C 216 της 30.7.2013, σ. 1).
    (17)    Οδηγία (ΕΕ) 2015/2366 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2015, σχετικά με υπηρεσίες πληρωμών στην εσωτερική αγορά, την τροποποίηση των οδηγιών 2002/65/ΕΚ, 2009/110/ΕΚ και 2013/36/ΕΕ και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 και την κατάργηση της οδηγίας 2007/64/ΕΚ (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) (ΕΕ L 337 της 23.12.2015, σ. 35).
    (18)    Κατ’ εξουσιοδότηση οδηγία (ΕΕ) 2017/593 της Επιτροπής, της 7ης Απριλίου 2016, για τη συμπλήρωση της οδηγίας 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τη διατήρηση των χρηματοπιστωτικών μέσων και κεφαλαίων που ανήκουν στους πελάτες, τις υποχρεώσεις παρακολούθησης των προϊόντων και τους κανόνες που ισχύουν για την παροχή ή λήψη αμοιβών, προμηθειών ή άλλων χρηματικών ή μη χρηματικών οφελών (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) (ΕΕ L 87 της 31.3.2017, σ. 500).
    (19)    Βλ. απόφαση της 21ης Ιουνίου 2018, Πολωνία κατά Κοινοβουλίου και Συμβουλίου, C-5/16, EU:C:2018:483, σκέψεις 49 και 69, και εκεί παρατιθέμενη νομολογία.
    (20)    Ευρωπαϊκή Επιτροπή (2021), Διαβούλευση: Τραπεζική Ένωση — Επανεξέταση του πλαισίου για τη διαχείριση κρίσεων και την ασφάλιση των καταθέσεων .
    (21)    ΕΑΤ (Οκτώβριος 2021), Call for advice regarding funding in resolution and insolvency (Αίτημα γνωμοδότησης σχετικά με τη χρηματοδότηση κατά την εξυγίανση και την αφερεγγυότητα).
    (22)    ΕΑΤ (Αύγουστος 2019), Opinion of the EBA on the eligibility of deposits, coverage level and cooperation between deposit guarantee schemes (Γνώμη της ΕΑΤ σχετικά με την επιλεξιμότητα των καταθέσεων, το επίπεδο κάλυψης και τη συνεργασία μεταξύ των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων).
    (23)    ΕΑΤ (Οκτώβριος 2019), Opinion of the EBA on deposit guarantee scheme payouts (Γνώμη της ΕΑΤ σχετικά με τις αποζημιώσεις των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων).
    (24)    ΕΑΤ (Ιανουάριος 2020), Opinion of the EBA on deposit guarantee scheme funding and uses of deposit guarantee funds (Γνώμη της ΕΑΤ σχετικά με τη χρηματοδότηση των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων και τις χρήσεις των κεφαλαίων τους).
    (25)    ΕΑΤ (Οκτώβριος 2021), Opinion of the EBA on the treatment of client funds under the DGSD (Γνώμη της ΕΑΤ σχετικά με την αντιμετώπιση των κεφαλαίων των πελατών στο πλαίσιο της ΟΣΕΚ).
    (26)    ΕΑΤ (Δεκέμβριος 2021), Opinion of the EBA on the interplay between the EU Anti-Money Laundering Directive and the EU Deposit Guarantee Scheme Directive (Γνώμη της ΕΑΤ σχετικά με την αλληλεπίδραση μεταξύ της οδηγίας της ΕΕ για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της οδηγίας της ΕΕ για το σύστημα εγγύησης των καταθέσεων).
    (27)    ΕΑΤ (Μάρτιος 2021), Opinion of the EBA on the risks of money laundering and terrorist financing affecting the EU’s financial sector (Γνώμη της ΕΑΤ σχετικά με τους κινδύνους νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας που επηρεάζουν τον χρηματοπιστωτικό τομέα της ΕΕ).
    (28)    CEPS (Δεκέμβριος 2016), Harmonising insolvency laws in the Euro area (Εναρμόνιση των νομοθεσιών περί αφερεγγυότητας στη ζώνη του ευρώ). https://www.ceps.eu/ceps-publications/harmonising-insolvency-laws-euro-area-rationale-stocktaking-and-challenges/
    (29)    CEPS (Νοέμβριος 2019), Options and national discretions under the DGSD and their treatment in the context of a European Deposit Insurance Scheme (Επιλογές και εθνικές διακριτικές ευχέρειες στο πλαίσιο της ΟΣΕΚ και η αντιμετώπισή τους στο πλαίσιο ενός ευρωπαϊκού συστήματος ασφάλισης των καταθέσεων).
    (30)    Βλ. παραπομπές στα έγγραφα SWD(2023) 226 (συνοπτικό δελτίο της εκτίμησης επιπτώσεων) και SEC(2023) 230 (θετική γνώμη της επιτροπής ρυθμιστικού ελέγχου).
    (31)    Με την πρόταση απαιτείται από τα κράτη μέλη να μεταφέρουν τη συγκεκριμένη οδηγία στο εθνικό τους δίκαιο εντός 18 μηνών από την έναρξη ισχύος της παρούσας πρότασης.
    (32)    Ευρωπαϊκή Επιτροπή (Ιούλιος 2021), Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας [COM(2021) 420] .
    (33)    ΕΕ C [...] της [...], σ. [...].
    (34)    ΕΕ C [...] της [...], σ. [...].
    (35)    ΕΕ C [...] της [...], σ. [...].
    (36)    Οδηγία 2014/49/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Απριλίου 2014, περί των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων (αναδιατύπωση) (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 149).
    (37)    Οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων, για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και για την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 338).
    (38)    Οδηγία 2009/110/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, για την ανάληψη, άσκηση και προληπτική εποπτεία της δραστηριότητας ιδρύματος ηλεκτρονικού χρήματος, την τροποποίηση των οδηγιών 2005/60/ΕΚ και 2006/48/ΕΚ και την κατάργηση της οδηγίας 2000/46/ΕΚ (ΕΕ 267 της 10.10.2009, σ. 7).
    (39)    Οδηγία (ΕΕ) 2015/2366 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2015, σχετικά με υπηρεσίες πληρωμών στην εσωτερική αγορά, την τροποποίηση των οδηγιών 2002/65/ΕΚ, 2009/110/ΕΚ και 2013/36/ΕΕ και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 και την κατάργηση της οδηγίας 2007/64/ΕΚ (ΕΕ L 337 της 23.12.2015, σ. 35).
    (40)    Οδηγία 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και την τροποποίηση της οδηγίας 2002/92/ΕΚ και της οδηγίας 2011/61/ΕΕ (αναδιατύπωση) (ΕΕ 173 της 12.6.2014, σ. 349).
    (41)    Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ 176 της 27.6.2013, σ. 1).
    (42)    Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/78/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ 331 της 15.12.2010, σ. 12).
    Top