EUR-Lex Access to European Union law
This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 52020XC0417(07)
Communication from the Commission COVID-19: Guidance on the implementation of relevant EU provisions in the area of asylum and return procedures and on resettlement 2020/C 126/02
Ανακοινωση τησ Επιτροπhσ COVID-19: Οδηγίες σχετικά με την εφαρμογή των σχετικών ενωσιακών διατάξεων στον τομέα του ασύλου και των διαδικασιών επιστροφής και σχετικά με την επανεγκατάσταση 2020/C 126/02
Ανακοινωση τησ Επιτροπhσ COVID-19: Οδηγίες σχετικά με την εφαρμογή των σχετικών ενωσιακών διατάξεων στον τομέα του ασύλου και των διαδικασιών επιστροφής και σχετικά με την επανεγκατάσταση 2020/C 126/02
C/2020/2516
ΕΕ C 126 της 17.4.2020, p. 12–27
(BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)
17.4.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 126/12 |
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠHΣ
COVID-19: Οδηγίες σχετικά με την εφαρμογή των σχετικών ενωσιακών διατάξεων στον τομέα του ασύλου και των διαδικασιών επιστροφής και σχετικά με την επανεγκατάσταση
(2020/C 126/02)
Ο ιός που προκαλεί τη νόσο COVID-19 έχει εξαπλωθεί σε ολόκληρη την υφήλιο και έχει οδηγήσει στη λήψη διαφόρων μέτρων για τη συγκράτηση του ρυθμού της μετάδοσης. Στις 10 Μαρτίου 2020, οι αρχηγοί κρατών ή κυβερνήσεων των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης τόνισαν την ανάγκη κοινής ευρωπαϊκής προσέγγισης και στενής συνεργασίας με την Επιτροπή (1). Ειδικότερα, οι υπουργοί Υγείας και οι υπουργοί Εσωτερικών κλήθηκαν να διασφαλίσουν τον σωστό συντονισμό και να επιδιώξουν μια κοινή ευρωπαϊκή καθοδήγηση.
Η κλίμακα της παγκόσμιας απειλής που αντιμετωπίζουμε σήμερα υπογραμμίζει την επιτακτική ανάγκη για συντονισμό της ΕΕ, προκειμένου να μεγιστοποιηθεί ο δυνητικός αντίκτυπος των μέτρων που λαμβάνονται σε εθνικό επίπεδο.
Σ’ αυτό το πλαίσιο, η Επιτροπή εξέδωσε, στις 16 Μαρτίου 2020, ανακοίνωση προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και το Συμβούλιο, ζητώντας τον προσωρινό περιορισμό των μη αναγκαίων ταξιδιών προς την ΕΕ λόγω της νόσου COVID-19 (2). Οι εξαιρέσεις στους προσωρινούς αυτούς περιορισμούς επεκτείνονται στα άτομα που χρήζουν διεθνούς προστασίας ή τα οποία πρέπει να γίνουν δεκτά στην επικράτεια των κρατών μελών για άλλους ανθρωπιστικούς λόγους. Τα μέτρα που λαμβάνουν τα κράτη μέλη για την ανάσχεση και τον περιορισμό της περαιτέρω εξάπλωσης της νόσου COVID-19 θα πρέπει να βασίζονται σε εκτιμήσεις κινδύνου και σε επιστημονικές γνωμοδοτήσεις και πρέπει να παραμένουν αναλογικά. Κάθε περιορισμός στον τομέα του ασύλου, της επιστροφής και της επανεγκατάστασης πρέπει να είναι αναλογικός, να εφαρμόζεται χωρίς διακρίσεις και να λαμβάνει υπόψη την αρχή της μη επαναπροώθησης, καθώς και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το διεθνές δίκαιο.
Η πανδημία έχει άμεσες συνέπειες στον τρόπο με τον οποίο τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τους ενωσιακούς κανόνες ασύλου και επιστροφής, ενώ επηρεάζει αρνητικά και την επανεγκατάσταση. Η Επιτροπή αναγνωρίζει πλήρως τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα κράτη μέλη στην εφαρμογή των σχετικών ενωσιακών κανόνων στο τρέχον πλαίσιο. Κάθε μέτρο που λαμβάνεται στον τομέα του ασύλου, της επανεγκατάστασης και της επιστροφής θα πρέπει επίσης να λαμβάνει πλήρως υπόψη τα μέτρα προστασίας της υγείας που θεσπίζονται από τα κράτη μέλη στα εδάφη τους για την πρόληψη και τον περιορισμό της εξάπλωσης της νόσου COVID-19.
Στο πλαίσιο αυτό, για να υποστηρίξει τα κράτη μέλη, η Επιτροπή εκπόνησε τις παρούσες οδηγίες (στο εξής: οδηγίες) με τη στήριξη της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (EASO) και του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής (Frontex), με την επιφύλαξη της αρχής ότι μόνο το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορεί να παρέχει αυθεντικές ερμηνείες του ενωσιακού δικαίου.
Οι οδηγίες δείχνουν πώς μπορεί να διασφαλιστεί όσο το δυνατόν περισσότερο η συνέχιση των διαδικασιών, διασφαλίζοντας παράλληλα πλήρως την προστασία της υγείας και των θεμελιωδών δικαιωμάτων των ατόμων σύμφωνα με τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ. Ταυτόχρονα, υπενθυμίζουν τις θεμελιώδεις αρχές που πρέπει να εξακολουθήσουν να εφαρμόζονται, ώστε η πρόσβαση στη διαδικασία ασύλου να συνεχιστεί στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό κατά τη διάρκεια της πανδημίας της COVID-19. Συγκεκριμένα, όλες οι αιτήσεις για διεθνή προστασία πρέπει να καταχωρίζονται και να υποβάλλονται σε επεξεργασία, ακόμη και με κάποιες καθυστερήσεις. Πρέπει να εξασφαλίζεται η επείγουσα και αναγκαία περίθαλψη, μεταξύ άλλων και για τη νόσο COVID-19.
Εν προκειμένω, οι οδηγίες παρέχουν επίσης πρακτικές συμβουλές και προσδιορίζουν εργαλεία, μεταξύ άλλων με την επισήμανση αναδυόμενων βέλτιστων πρακτικών στα κράτη μέλη σχετικά με τον τρόπο υλοποίησης των διαδικασιών ασύλου και επιστροφής και τη συνέχιση των δραστηριοτήτων που σχετίζονται με την επανεγκατάσταση υπό τις τρέχουσες συνθήκες, δεδομένου ότι η ισχύουσα νομοθεσία δεν προβλέπει τις συγκεκριμένες επιπτώσεις που προκύπτουν από κατάσταση πανδημίας.
Για την πρόληψη και τον περιορισμό της εξάπλωσης της νόσου COVID-19, τα μέτρα δημόσιας υγείας, όπως ο ιατρικός έλεγχος, η κοινωνική αποστασιοποίηση, η καραντίνα και η απομόνωση, θα πρέπει να εφαρμόζονται, όπως απαιτείται, για τους υπηκόους τρίτων χωρών, συμπεριλαμβανομένων των αιτούντων διεθνή προστασία, των επανεγκατεστημένων προσώπων ή των υπηκόων τρίτων χωρών που διαμένουν παράνομα στην Ένωση, με την προϋπόθεση ότι τα εν λόγω μέτρα είναι εύλογα, αναλογικά, και δεν εισάγουν διακρίσεις.
Σκοπός των πρακτικών οδηγιών που περιλαμβάνονται σε ολόκληρο το έγγραφο είναι να παράσχουν παραδείγματα σχετικά με το τι είναι εφικτό εντός των ορίων του κεκτημένου, τα οποία μπορεί να χρησιμοποιήσει κάθε κράτος μέλος, κατά περίπτωση, λαμβάνοντας υπόψη τις υφιστάμενες εθνικές πρακτικές και τους διαθέσιμους πόρους.
Οι οδηγίες αφορούν ειδικότερα τα εξής θέματα:
Άσυλο: την καταχώριση και την υποβολή των αιτήσεων, τις λεπτομέρειες για τη διεξαγωγή συνεντεύξεων, και ζητήματα σχετικά με τις συνθήκες υποδοχής, συμπεριλαμβανομένης της κράτησης, καθώς και τις διαδικασίες στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 604/2013 (στο εξής: κανονισμός του Δουβλίνου).
Επανεγκατάσταση: πρακτικές ρυθμίσεις με στόχο να συνεχιστούν, στον βαθμό που είναι εφικτό, οι προπαρασκευαστικές εργασίες, ώστε να καταστεί δυνατή η ομαλή επανέναρξη των επανεγκαταστάσεων μόλις αυτό καταστεί εκ νέου δυνατό.
Επιστροφή: πρακτικά μέτρα που θα μπορούσαν να διευκολύνουν τη διεξαγωγή των διαδικασιών επιστροφής στις τρέχουσες συνθήκες, με την υποστήριξη της οικειοθελούς επιστροφής και της επανένταξης, την προστασία των μεταναστών από ανεπιθύμητες συνέπειες των περιοριστικών μέτρων στις διεθνείς μετακινήσεις, τη διασφάλιση της πρόσβασης σε επαρκείς βασικές υπηρεσίες, καθώς και τη διευκρίνιση του υπό ποιες προϋποθέσεις η κράτηση των παράτυπων μεταναστών είναι λογική και αναλογική.
Η παροχή οδηγιών αποτελεί μια δυναμική άσκηση, η οποία ενδέχεται να χρειαστεί να εξελιχθεί. Θα συμπληρώνεται από δραστηριότητες των σχετικών οργανισμών της ΕΕ με τη μορφή ειδικών θεματικών συναντήσεων (3) για την παροχή συνδρομής στα κράτη μέλη με επιπλέον πρακτικές συμβουλές και τη διευκόλυνση της ανταλλαγής βέλτιστων πρακτικών. Επιπλέον, διατίθενται επίσης γενικές οδηγίες από την EASO σε διάφορα βασικά συγκεκριμένα ζητήματα, τα οποία καλύπτονται από τις παρούσες οδηγίες (4).
1. Άσυλο
Τα μέτρα που λαμβάνονται σε εθνικό επίπεδο για τον περιορισμό της κοινωνικής αλληλεπίδρασης μεταξύ του προσωπικού που ασχολείται με θέματα ασύλου και των αιτούντων άσυλο έχουν αντίκτυπο στις διαδικασίες ασύλου. Δεδομένου ότι οι εθνικές υγειονομικές αρχές μπορούν να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα, με βάση την εκτίμηση του κινδύνου και τις επιστημονικές γνωμοδοτήσεις, για την ανάσχεση και τον περιορισμό της περαιτέρω εξάπλωσης της COVID-19, τα μέτρα αυτά θα πρέπει να είναι αναλογικά και σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο, μεταξύ άλλων τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων. Ως εκ τούτου, ακόμη και αν υπάρχουν καθυστερήσεις, οι υπήκοοι τρίτων χωρών που υποβάλλουν αίτηση διεθνούς προστασίας πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να υποβάλουν την αίτησή τους, η οποία πρέπει να καταχωριστεί από τις αρχές. Ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δοθεί στην κατάσταση των ευάλωτων ατόμων, των οικογενειών και των ανηλίκων (συμπεριλαμβανομένων των ασυνόδευτων ανηλίκων), ενώ όλοι οι αιτούντες διεθνή προστασία πρέπει να αντιμετωπίζονται με αξιοπρέπεια, και να είναι τουλάχιστον σε θέση να έχουν πρόσβαση στα βασικά τους δικαιώματα και να τα ασκούν.
Όσον αφορά τις διαδικασίες ασύλου, λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι μια κατάσταση όπως αυτή που προκύπτει από την πανδημία της COVID-19 δεν προβλέπεται στην οδηγία 2013/32/ΕΕ (στο εξής: οδηγία για τις διαδικασίες ασύλου), μπορεί να εξεταστεί η εφαρμογή κανόνων παρέκκλισης, όπως αυτοί που ορίζονται στην οδηγία, σε περίπτωση μεγάλου όγκου ταυτόχρονων αιτήσεων (5). Επιπλέον, ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 603/2013 (στο εξής: κανονισμός Eurodac) προβλέπει ειδικά τη δυνατότητα αναβολής της συλλογής δακτυλικών αποτυπωμάτων λόγω μέτρων που λαμβάνονται για την προστασία της δημόσιας υγείας (6).
Όσον αφορά την ευθύνη για την εξέταση των αιτήσεων, υπάρχει περιθώριο ευελιξίας στον κανονισμό του Δουβλίνου, ιδίως όσον αφορά τις προσωπικές συνεντεύξεις, τις διαδικασίες επανένωσης των οικογενειών για τους ασυνόδευτους ανηλίκους και την εφαρμογή των ρητρών διακριτικής ευχέρειας.
Όσον αφορά τις συνθήκες υποδοχής, τα κράτη μέλη μπορούν να κάνουν χρήση της δυνατότητας, δυνάμει της οδηγίας 2013/33/ΕΕ (στο εξής: οδηγία για τις συνθήκες υποδοχής), να θεσπίζουν κατ’ εξαίρεση, σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις και για εύλογο χρονικό διάστημα που θα πρέπει να είναι όσο το δυνατόν συντομότερο, διαφορετικές λεπτομέρειες όσον αφορά τις υλικές συνθήκες υποδοχής από τις κανονικά απαιτούμενες (7). Οι λεπτομέρειες αυτές πρέπει σε κάθε περίπτωση να καλύπτουν τις βασικές ανάγκες, συμπεριλαμβανομένης της υγειονομικής περίθαλψης. Τα μέτρα καραντίνας ή απομόνωσης για την πρόληψη της διασποράς της COVID-19 δεν ρυθμίζονται από το κεκτημένο της ΕΕ στον τομέα του ασύλου. Τα εν λόγω μέτρα μπορούν επίσης να επιβληθούν σε αιτούντες άσυλο σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, υπό την προϋπόθεση ότι είναι αναγκαία, αναλογικά και δεν εισάγουν διακρίσεις.
1.1. Διαδικασίες ασύλου
Όσον αφορά την πρόσβαση στη διαδικασία διεθνούς προστασίας, δεδομένης της ανάγκης να εφαρμοστεί η κοινωνική αποστασιοποίηση και λόγω έλλειψης προσωπικού, αρκετά κράτη μέλη ανέφεραν κλείσιμο των υπηρεσιών ασύλου ή πρόσβαση μόνο μετά από προηγούμενη κοινοποίηση μέσω τηλεφώνου ή ηλεκτρονικών υπηρεσιών. Τα κράτη μέλη ανέφεραν επίσης περιορισμούς στην παροχή υπηρεσιών όσον αφορά την καταχώριση αιτήσεων διεθνούς προστασίας. Ορισμένα κράτη μέλη διευκρίνισαν ότι η καταχώριση των αιτήσεων αναστέλλεται εν γένει ή επιτρέπεται μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις και/ή για ευάλωτα πρόσωπα.
Το άρθρο 6 παράγραφος 5 της οδηγίας για τις διαδικασίες ασύλου επιτρέπει στα κράτη μέλη να παρατείνουν την προθεσμία για την καταχώριση των αιτήσεων σε δέκα εργάσιμες ημέρες, σε περίπτωση που οι ταυτόχρονες αιτήσεις από μεγάλο αριθμό υπηκόων τρίτων χωρών ή ανιθαγενών καθιστούν πολύ δύσκολη στην πράξη την τήρηση των εν λόγω προθεσμιών. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να εφαρμόζουν τον εν λόγω κανόνα παρέκκλισης για περιορισμένο χρονικό διάστημα όταν είναι πολύ δύσκολο στην πράξη να τηρούν οι εθνικές αρχές την προθεσμία των τριών ή έξι ημερών για την καταχώριση ως αποτέλεσμα της κατάστασης λόγω της COVID-19, γεγονός που, υπό το πρίσμα της γενικής σκοπιμότητας της νομοθεσίας και των διακυβευόμενων συμφερόντων, θα μπορούσε να έχει παρόμοιο αντίκτυπο με τη δυσκολία που προκύπτει από μεγάλο αριθμό ταυτόχρονων αιτήσεων, δεδομένου ότι η ισχύουσα νομοθεσία δεν προβλέπει τις ειδικές περιστάσεις που προκύπτουν ως αποτέλεσμα μιας κατάστασης πανδημίας. Σε κάθε περίπτωση, τυχόν περαιτέρω καθυστερήσεις στην καταχώριση των αιτήσεων δεν θα πρέπει να θίγουν τα δικαιώματα των αιτούντων που απορρέουν από την οδηγία για τις συνθήκες υποδοχής και εφαρμόζονται από το στάδιο της υποβολής της αίτησης.
Σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο της οδηγίας για τις διαδικασίες ασύλου, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μεριμνούν ώστε στο προσωπικό των αρχών που ενδέχεται να λαμβάνουν αιτήσεις διεθνούς προστασίας (όπως αστυνομία, συνοριοφυλακή, υπηρεσίες μετανάστευσης και προσωπικό κέντρων κράτησης) να παρέχονται πληροφορίες για τις αλλαγές που πραγματοποιούνται σε σχέση με την καταχώριση και την υποβολή των αιτήσεων. Σκοπός είναι το προσωπικό να μπορεί να παραπέμπει τις υποθέσεις προς καταχώριση και να ενημερώνει τους αιτούντες σχετικά με τον τόπο και τον τρόπο υποβολής αιτήσεων διεθνούς προστασίας.
Πρακτικές οδηγίες:
|
Υποβολή αιτήσεων:
Σε ορισμένα κράτη μέλη είναι δυνατή η υποβολή αιτήσεων διεθνούς προστασίας μέσω ταχυδρομείου. Η Επιτροπή συνιστά, όπου είναι αναγκαίο, να είναι δυνατή η υποβολή αιτήσεων με τη χρήση εντύπου είτε μέσω συμβατικού ταχυδρομείου ή, κατά προτίμηση, μέσω διαδικτύου. Σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 4 της οδηγίας για τις διαδικασίες ασύλου, η αίτηση θεωρείται ότι έχει υποβληθεί μόλις οι αρμόδιες αρχές λάβουν το έντυπο.
Πρακτικές οδηγίες:
|
|
Προσωπικές συνεντεύξεις:
Πολλά κράτη μέλη έχουν αναβάλει τις προσωπικές συνεντεύξεις. Άλλα κράτη μέλη πραγματοποιούν συνεντεύξεις με συγκεκριμένες ρυθμίσεις, όπως μέσω βιντεοδιάσκεψης ή με προστατευτικό τζάμι. Η Επιτροπή συνιστά στα κράτη μέλη να χρησιμοποιούν όσο είναι δυνατόν τις εν λόγω ειδικές προσωρινές ρυθμίσεις, υπό την προϋπόθεση ότι οι αρμόδιες αρχές εξασφαλίζουν τις αναγκαίες ρυθμίσεις σχετικά με τις εγκαταστάσεις, καθώς και διερμηνεία και πρόσβαση σε νομική συνδρομή και εκπροσώπηση.
Τα κράτη μέλη μπορούν να κάνουν χρήση του άρθρου 14 παράγραφος 2 στοιχείο β) της οδηγίας για τις διαδικασίες ασύλου και να παραλείπουν την προσωπική συνέντευξη, ανάλογα με τις περιστάσεις της υπόθεσης, ιδίως εάν υπάρχουν εύλογες ενδείξεις που υποδηλώνουν ότι ο αιτών ενδέχεται να έχει προσβληθεί από τη νόσο COVID-19. Στις περιπτώσεις αυτές, καταβάλλονται εύλογες προσπάθειες ώστε να μπορεί ο αιτών να υποβάλει περαιτέρω πληροφορίες. Η απουσία προσωπικής συνέντευξης δεν επηρεάζει αρνητικά την απόφαση της αποφαινόμενης αρχής.
Επιπλέον, εφόσον επιτρέπεται από την εθνική νομοθεσία, μπορεί να εξεταστεί το ενδεχόμενο προκαταρκτικής εξέτασης του παραδεκτού μεταγενέστερης αίτησης μόνο βάσει γραπτών παρατηρήσεων, χωρίς να πραγματοποιείται προσωπική συνέντευξη σύμφωνα με το άρθρο 42 παράγραφος 2 στοιχείο β) της οδηγίας για τις διαδικασίες ασύλου.
Πρακτικές οδηγίες:
|
Προθεσμία για την περάτωση της διαδικασίας εξέτασης
Το άρθρο 31 παράγραφος 3 στοιχείο β) της οδηγίας για τις διαδικασίες ασύλου επιτρέπει στα κράτη μέλη να παρατείνουν την εξάμηνη προθεσμία για την περάτωση της διαδικασίας εξέτασης των αιτήσεων κατά άλλους εννέα μήνες κατ’ ανώτατο όριο, αν μεγάλος αριθμός υπηκόων τρίτων χωρών ή ανιθαγενών αιτούνται ταυτόχρονα διεθνή προστασία, καθιστώντας στην πράξη πολύ δύσκολη την ολοκλήρωση της διαδικασίας εντός της εν λόγω προθεσμίας. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να εφαρμόζουν τον εν λόγω κανόνα προσωρινής παρέκκλισης όταν είναι πολύ δύσκολο στην πράξη να τηρήσουν την εξάμηνη προθεσμία εξέτασης των αιτήσεων λόγω της πανδημίας COVID-19, η οποία θα μπορούσε να προκαλέσει, υπό το πρίσμα του γενικού σκοπού της νομοθεσίας και των διακυβευόμενων συμφερόντων, δυσκολίες στην περίπτωση μεγάλου αριθμού ταυτόχρονων αιτήσεων, λαμβανομένου υπόψη ότι οι ειδικές περιστάσεις που οφείλονται στην πανδημία δεν έχουν προβλεφθεί από τον συννομοθέτη.
1.2 Δουβλίνο
Μεταφορές βάσει του κανονισμού του Δουβλίνου:
Η υπηρεσία EASO απέστειλε ερώτημα (8) στα κράτη μέλη σχετικά με το θέμα της εφαρμογής των μεταφορών βάσει του κανονισμού του Δουβλίνου και στη συνέχεια η Επιτροπή υπέβαλε αίτημα για συγκεκριμένα στοιχεία. Με βάση τις απαντήσεις των κρατών μελών, από τις 30 Μαρτίου 2020 ο ανώτατος αριθμός υποθέσεων στις οποίες η τρέχουσα αδυναμία μεταφοράς αιτούντων προς το υπεύθυνο κράτος μέλος λόγω της πανδημίας COVID-19 είχε ως αποτέλεσμα τη μετατόπιση της ευθύνης μόλις υπερβαίνει τις 1 000 (9) από τις 25 Φεβρουαρίου 2020 κι έπειτα και αφορά 6 κράτη μέλη.
Με βάση τις απαντήσεις των κρατών μελών, υπολογίζεται ότι 25 κράτη μέλη θα έχουν 6 000 υποθέσεις κατ’ ανώτατο όριο για τις οποίες η ευθύνη μπορεί να μετατεθεί πριν από την 1η Ιουνίου 2020, εάν οι μεταφορές δεν επανέλθουν σε κανονικό ρυθμό λόγω της πανδημίας COVID-19. Ωστόσο, ορισμένα κράτη μέλη, μεταξύ των οποίων και κράτη μέλη με υψηλούς αριθμούς υποθέσεων που εμπίπτουν στον κανονισμό του Δουβλίνου, δεν ήταν σε θέση να αφαιρέσουν τις υποθέσεις στις οποίες το άτομο έχει διαφύγει ή οι οποίες εκκρεμούν ακόμη σε διοικητικό επίπεδο ή ενώπιον δικαστηρίου ή να προσδιορίσουν τις μεμονωμένες προθεσμίες και, ως εκ τούτου, βασίζουν σε εκτιμήσεις τον αριθμό των υποθέσεων στις οποίες η ευθύνη μπορεί να μετατοπιστεί. Επομένως, ο αριθμός των υποθέσεων για τις οποίες αναμένεται να μετατοπιστεί η ευθύνη λόγω της πανδημίας COVID-19 κατά τους επόμενους δύο μήνες θα είναι σημαντικά χαμηλότερος.
Η στενή συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών έχει θεμελιώδη σημασία για την καλή λειτουργία του συστήματος του Δουβλίνου. Η Επιτροπή ενθαρρύνει όλα τα κράτη μέλη να ξαναρχίσουν τις μεταφορές αμέσως μόλις αυτό είναι πρακτικά δυνατόν ενόψει των εξελίξεων. Η Επιτροπή και η υπηρεσία EASO έχουν προετοιμαστεί για να διευκολύνουν τη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών, συμπεριλαμβανομένης της διμερούς συνεργασίας, κατά περίπτωση.
Πριν από την εκτέλεση οποιασδήποτε μεταφοράς, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξετάζουν την κατάσταση που σχετίζεται με τη νόσο COVID-19, συμπεριλαμβανομένης της κατάστασης που προκύπτει από την έντονη πίεση που ασκείται στο σύστημα υγείας στο υπεύθυνο κράτος μέλος. Επιπλέον, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μεριμνούν για τη μη καθυστέρηση της εξέτασης των αιτήσεων, λαμβανομένης υπόψη της τρέχουσας κατάστασης.
Όταν δεν πραγματοποιείται μεταφορά στο υπεύθυνο κράτος μέλος εντός της ισχύουσας προθεσμίας, η ευθύνη μετατοπίζεται στο κράτος μέλος που ζήτησε τη μεταφορά σύμφωνα με το άρθρο 29 παράγραφος 2 του κανονισμού του Δουβλίνου. Καμία διάταξη του κανονισμού δεν επιτρέπει παρεκκλίσεις από τον εν λόγω κανόνα σε καταστάσεις όπως αυτή που οφείλεται στην πανδημία COVID-19.
Όσον αφορά τους ασυνόδευτους ανηλίκους, η διαδικασία οικογενειακής επανένωσης με μέλος της οικογένειας, αδελφό/-ή ή συγγενή θα μπορούσε να συνεχιστεί και μετά τη λήξη των προθεσμιών μεταφοράς που προβλέπονται στο άρθρο 29, εφόσον είναι προς το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού και εφόσον η διάρκεια της διαδικασίας για την ανάθεση του ανηλίκου είχε ως αποτέλεσμα τη μη τήρηση της εν λόγω προθεσμίας, όπως προβλέπεται στο άρθρο 12 παράγραφος 2 του εκτελεστικού κανονισμού του Δουβλίνου (10).
Επιπλέον, σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 2 του κανονισμού του Δουβλίνου, ένα κράτος μέλος μπορεί, ανά πάσα στιγμή προτού ληφθεί απόφαση επί της ουσίας μιας αίτησης, να ζητήσει από άλλο κράτος μέλος να αναλάβει αιτούντες με σκοπό την επανένωση συγγενικών προσώπων για ανθρωπιστικούς λόγους, βάσει ιδίως οικογενειακών ή πολιτισμικών κριτηρίων, ακόμα και όταν το άλλο κράτος μέλος δεν είναι καταρχήν υπεύθυνο. Ο κανόνας αυτός θα μπορούσε επίσης να εφαρμοστεί σε υποθέσεις στις οποίες ίσχυαν τα δεσμευτικά κριτήρια σχετικά με την οικογενειακή επανένωση, αλλά η αδυναμία πραγματοποίησης μεταφοράς λόγω της πανδημίας COVID-19 είχε ως αποτέλεσμα τη μη τήρηση των προθεσμιών μεταφοράς.
Δεδομένου ότι οι συννομοθέτες δεν έχουν προβλέψει τις ειδικές περιστάσεις που οφείλονται στην πανδημία, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να εφαρμόζουν την εν λόγω ρήτρα διακριτικής ευχέρειας, ακόμη και όταν ο στόχος δεν είναι η οικογενειακή επανένωση.
Τα κράτη μέλη μπορούν να συμφωνήσουν σε διμερή βάση και κατά περίπτωση ότι, μετά την επανέναρξη των μεταφορών βάσει του κανονισμού του Δουβλίνου, τα κράτη μέλη που ήταν υπεύθυνα για τους αιτούντες πριν από την αναστολή θα δεχτούν να καταστούν εκ νέου υπεύθυνα για τους οικείους αιτούντες.
Η εφαρμογή του εν λόγω κανόνα θα πρέπει να απαιτεί τη συγκατάθεση του αιτούντος, όπως απαιτείται από το άρθρο 17 παράγραφος 2.
Οι διαδικασίες βάσει του κανονισμού του Δουβλίνου
Συνεντεύξεις: Σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 2 του κανονισμού του Δουβλίνου, τα κράτη μέλη δεν είναι υποχρεωμένα να διενεργούν προσωπική συνέντευξη αν ο αιτών έχει λάβει σχετικές πληροφορίες που αφορούν την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού (11) και έχει ήδη παράσχει τις σχετικές πληροφορίες για τον προσδιορισμό του υπεύθυνου κράτους μέλους με άλλα μέσα. Υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται οι εν λόγω προϋποθέσεις, η παράλειψη αυτή μπορεί να θεωρηθεί ως κατάλληλο μέτρο, ιδίως εάν υπάρχει υπόνοια ότι ο αιτών έχει προσβληθεί από τη νόσο COVID-19. Όταν παραλείπεται η συνέντευξη, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε ο αιτών να έχει τη δυνατότητα να υποβάλει περαιτέρω πληροφορίες σχετικά με τον ορθό προσδιορισμό του υπεύθυνου κράτους μέλους πριν από τη λήψη απόφασης σχετικά με τη μεταφορά.
Προτεραιότητα στις υποθέσεις ασυνόδευτων ανηλίκων και επανένωσης οικογενειών: Στις περιπτώσεις στις οποίες οι διοικητικές αρχές των κρατών μελών προσαρμόζουν τις εργασιακές πρακτικές οι οποίες ενδέχεται να επηρεάσουν την ικανότητα έγκαιρης εξέτασης όλων των υποθέσεων που εμπίπτουν στον κανονισμό του Δουβλίνου, τα κράτη μέλη θα πρέπει να δίνουν προτεραιότητα στην εξέταση υποθέσεων που αφορούν ασυνόδευτους ανηλίκους, άλλα ευάλωτα άτομα ή επανένωση οικογενειών.
Συνδεσιμότητα ΤΠ: Δεδομένης της υποχρέωσης των κρατών μελών να επικοινωνούν μεταξύ τους μέσω του DubliNet και την περίπτωση προσαρμοσμένων εργασιακών πρακτικών που εφαρμόζονται από πολλά κράτη μέλη, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξετάζουν, κατά προτεραιότητα, τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να διατηρηθεί ή να καταστεί διαθέσιμη η σύνδεση με το DubliNet στο πλαίσιο των ρυθμίσεων τηλεργασίας, ώστε να είναι δυνατή η συνέχιση της εξέτασης των υποθέσεων που εμπίπτουν στον κανονισμό του Δουβλίνου, διασφαλίζοντας παράλληλα την προστασία των δεδομένων σύμφωνα με το δίκαιο της ΕΕ.
Πρακτικές οδηγίες:
|
1.3 Πρόβλεψη για τις συνθήκες υποδοχής για τους αιτούντες άσυλο
Ιατρικές εξετάσεις: Πολλά κράτη μέλη έχουν θεσπίσει αυστηρότερες ιατρικές εξετάσεις για τους αιτούντες και υποχρεωτική δοκιμή για τη νόσο COVID-19 για τους νεοαφιχθέντες. Σύμφωνα με το άρθρο 13 της οδηγίας για τις συνθήκες υποδοχής, τα κράτη μέλη μπορούν να προβαίνουν σε ιατρικές εξετάσεις των αιτούντων διεθνή προστασία για λόγους δημόσιας υγείας, προκειμένου να προσδιορίζουν τα κατάλληλα προληπτικά μέτρα που πρέπει να εφαρμοστούν, με παράλληλο σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων και της αρχής της αναλογικότητας, της αναγκαιότητας και της μη εισαγωγής διακρίσεων.
Ιατροφαρμακευτική περίθαλψη: Σύμφωνα με το άρθρο 19 της οδηγίας για τις συνθήκες υποδοχής, οι αιτούντες λαμβάνουν την απαραίτητη ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, η οποία περιλαμβάνει, τουλάχιστον, τις πρώτες βοήθειες και την αναγκαία θεραπεία ασθενειών και σοβαρών πνευματικών διαταραχών. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να λάβουν τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσουν ότι η εν λόγω ιατροφαρμακευτική περίθαλψη θα περιλαμβάνει, όπου είναι απαραίτητο, θεραπευτική αγωγή για τη νόσο COVID-19.
Καραντίνα/απομόνωση: Πολλά κράτη μέλη χρησιμοποιούν μέτρα καραντίνας ή απομόνωσης για την πρόληψη της εξάπλωσης της νόσου COVID-19. Τα μέτρα αυτά δεν ρυθμίζονται από την οδηγία για τις συνθήκες υποδοχής. Τα μέτρα καραντίνας ή απομόνωσης μπορούν να εφαρμόζονται σε σχέση με αιτούντες διεθνή προστασία βάσει του εθνικού δικαίου, υπό την προϋπόθεση ότι τα εν λόγω μέτρα είναι εύλογα, αναλογικά και δεν εισάγουν διακρίσεις. Αυτό σημαίνει, ειδικότερα, ότι ένα κράτος μέλος θα μπορούσε να εφαρμόζει μέτρα καραντίνας/απομόνωσης μόνο όσον αφορά τους αιτούντες διεθνή προστασία που φθάνουν στα σύνορά του, υπό τον όρο ότι εφαρμόζει μέτρα αυτού του είδους, αν και όχι απαραιτήτως πανομοιότυπα, όσον αφορά όλα τα πρόσωπα που φθάνουν από περιοχές που πλήττονται από την πανδημία, καθώς και κατάλληλα μέτρα σε σχέση με πρόσωπα που βρίσκονται ήδη στο έδαφός του.
Πρακτικές οδηγίες:
|
Υλικές συνθήκες υποδοχής:
Ορισμένα κράτη μέλη έχουν κλείσει ορισμένες εγκαταστάσεις, όπως κέντρα άφιξης, αλλά άνοιξαν άλλες εγκαταστάσεις, όπως καταφύγια έκτακτης ανάγκης. Ορισμένα κράτη μέλη μειώνουν επίσης το ποσοστό πληρότητας των εγκαταστάσεων και περιορίζουν την πρόσβαση ή τις επισκέψεις σε αυτές, ώστε να αποφεύγονται οι μετακινήσεις ανθρώπων.
Δυνάμει του ενωσιακού δικαίου, από τη στιγμή που ένα πρόσωπο υποβάλλει αίτηση, τα κράτη μέλη πρέπει να μεριμνούν ώστε οι υλικές συνθήκες υποδοχής να παρέχουν επαρκές βιοτικό επίπεδο για τους αιτούντες, κάτι το οποίο εγγυάται την επιβίωσή τους και προστατεύει τη σωματική και ψυχική υγεία τους.
Όταν οι συνθήκες υποδοχής παρέχονται σε συλλογικές εγκαταστάσεις υποδοχής, η Επιτροπή συνιστά να χρησιμοποιείται η πλήρης ικανότητα υποδοχής των κρατών μελών, ώστε να εξασφαλίζεται, στο μέτρο του δυνατού, επαρκής κοινωνική αποστασιοποίηση μεταξύ των αιτούντων, με παράλληλη απομόνωση εκείνων που διατρέχουν κίνδυνο. Τα μέτρα αυτά θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν τόσο ως προληπτική δράση, όσο και ως δράση αντιμετώπισης σε σχέση με εκείνους που βρέθηκαν θετικοί, με ιδιαίτερη προσοχή στις ευπαθείς ομάδες, συμπεριλαμβανομένων των αιτούντων με αναπηρία, των ηλικιωμένων ή των διαμενόντων με υφιστάμενα προβλήματα υγείας.
Πρακτικές οδηγίες:
|
Προληπτικά μέτρα και μέτρα υγιεινής:
Όλα τα κράτη μέλη έχουν ήδη θεσπίσει ειδικά μέτρα υγιεινής και προβαίνουν σε τακτικές απολυμάνσεις εντός των εγκαταστάσεων υποδοχής. Η Επιτροπή συνιστά τη συνέχιση των εν λόγω προληπτικών μέτρων και μέτρων υγιεινής, καθώς και τη στόχευση των διαμενόντων, όπως επίσης και του προσωπικού που εργάζεται σε συλλογικές εγκαταστάσεις.
Πρακτικές οδηγίες:
|
|
Διαφορετικές λεπτομέρειες για τις υλικές συνθήκες υποδοχής:
Ορισμένα κράτη μέλη παρέχουν πιο περιορισμένες υπηρεσίες εντός των εγκαταστάσεων υποδοχής, για παράδειγμα, με την αναστολή ομαδικών δραστηριοτήτων και της εκ του σύνεγγυς παροχής συμβουλών.
Εάν, λόγω της νόσου COVID-19, η αρχή υποδοχής δεν διαθέτει επαρκές προσωπικό ή πόρους για να διασφαλίσει την επαρκή λειτουργία των διαθέσιμων εγκαταστάσεων υποδοχής, τα κράτη μέλη μπορούν να κάνουν χρήση της δυνατότητας που προβλέπεται στο άρθρο 18 παράγραφος 9 στοιχείο β) της οδηγίας για τις συνθήκες υποδοχής, προκειμένου να παρέχουν, σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις και για εύλογο χρονικό διάστημα το οποίο θα είναι όσο το δυνατόν μικρότερο, διαφορετικές λεπτομέρειες για τις υλικές συνθήκες υποδοχής από εκείνες που απαιτούνται κανονικά. Σε κάθε περίπτωση, οι εν λόγω διαφορετικές συνθήκες καλύπτουν βασικές ανάγκες των αιτούντων, ιδίως όσον αφορά την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, την επιβίωση, καθώς και τη σωματική ακεραιότητα και την αξιοπρέπεια.
Πρακτικές οδηγίες:
|
Εκπαίδευση των παιδιών:
Δυνάμει του άρθρου 14 της οδηγίας για τις συνθήκες υποδοχής, τα κράτη μέλη παρέχουν στα ανήλικα τέκνα των αιτούντων και στους ανηλίκους αιτούντες πρόσβαση σε εκπαίδευση, υπό προϋποθέσεις ανάλογες με αυτές που ισχύουν για τους δικούς τους υπηκόους.
Η παροχή συνεχούς πρόσβασης στην εκπαίδευση αποτελεί πρόκληση την οποία ενδέχεται να αντιμετωπίσουν οι εθνικές αρχές λόγω των μέτρων που αποσκοπούν στην πρόληψη και τον περιορισμό της εξάπλωσης της COVID-19. Σ’ αυτό το πλαίσιο, διάφορα κράτη μέλη έχουν θέσει σε εφαρμογή τη σχολική εκπαίδευση κατ’ οίκον ή άλλους τρόπους εκμάθησης εξ αποστάσεως. Στον βαθμό που οι εν λόγω ρυθμίσεις έχουν τεθεί στη διάθεση των υπηκόων, τα μέτρα που λαμβάνονται θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη το μείζον συμφέρον του παιδιού, σύμφωνα με το άρθρο 23 της οδηγίας για τις συνθήκες υποδοχής, και, όσο το δυνατό περισσότερο, την ηλικία και τις ανάγκες των ανηλίκων στους οποίους απευθύνεται η εκπαίδευση. Η εκπαίδευση μπορεί να παρέχεται διά ζώσης στα κέντρα φιλοξενίας, όταν αυτό είναι συμβατό με τους κανόνες της κοινωνικής αποστασιοποίησης.
Πρακτικές οδηγίες:
|
|
Αιτούντες που κρατούνται σύμφωνα με την οδηγία για τις συνθήκες υποδοχής:
Όσον αφορά τους αιτούντες που κρατούνται βάσει των λόγων που προβλέπονται στην οδηγία για τις συνθήκες υποδοχής, στο άρθρο 11 της εν λόγω οδηγίας προβλέπεται ότι «[η] υγεία, συμπεριλαμβανομένης της ψυχικής υγείας, των αιτούντων υπό κράτηση που είναι ευάλωτα άτομα αποτελεί πρωταρχικό μέλημα των εθνικών αρχών» (όπως η νόσος COVID-19).
Πρακτικές οδηγίες:
|
1.4 Κανονισμός Eurodac
Λήψη και διαβίβαση δακτυλικών αποτυπωμάτων:
Το άρθρο 9 παράγραφος 2 του κανονισμού Eurodac προβλέπει ότι, όταν δεν είναι δυνατό να ληφθούν τα δακτυλικά αποτυπώματα αιτούντος διεθνή προστασία λόγω μέτρων για τη διασφάλιση της υγείας του ή για την προστασία της δημόσιας υγείας, τα κράτη μέλη λαμβάνουν και διαβιβάζουν τα εν λόγω δακτυλικά αποτυπώματα το συντομότερο δυνατό και το αργότερο εντός 48 ωρών αφότου εκλείψουν αυτοί οι λόγοι υγείας.
Θα πρέπει να λαμβάνονται το συντομότερο δυνατόν τα δακτυλικά αποτυπώματα όλων των υπηκόων τρίτων χωρών που υπάγονται στην υποχρέωση λήψης δακτυλικών αποτυπωμάτων, ενώ παράλληλα εξασφαλίζεται η προστασία της δημόσιας υγείας.
2. Επανεγκατάσταση
Η κρίση λόγω COVID-19 έχει οδηγήσει στη σοβαρή διαταραχή των επιχειρήσεων επανεγκατάστασης: τα κράτη μέλη, η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR) και ο Διεθνής Οργανισμός Μετανάστευσης (IOM) έχουν αναστείλει προσωρινά τις επιχειρήσεις επανεγκατάστασης. Επιπλέον, η UNHCR έχει αναστείλει τις επείγουσες ανθρωπιστικές εκκενώσεις με στόχο τη μετέπειτα επανεγκατάσταση. Για τους ίδιους λόγους, επί του παρόντος παρεμποδίζεται η πρόσβαση σε τρίτες χώρες που φιλοξενούν πρόσφυγες.
Η Επιτροπή αναγνωρίζει το σημερινό δύσκολο πλαίσιο και τον αντίκτυπο που έχει στην πρακτική εφαρμογή των δεσμεύσεων που ανέλαβαν τα κράτη μέλη σχετικά με τις 29 500 θέσεις επανεγκατάστασης για το 2020. Παρόλα αυτά, η Επιτροπή παροτρύνει τα κράτη μέλη να συνεχίσουν να επιδεικνύουν αλληλεγγύη προς τα πρόσωπα που χρήζουν διεθνούς προστασίας και τις τρίτες χώρες που φιλοξενούν μεγάλο αριθμό προσφύγων. Ο αντίκτυπος της COVID-19 στην κατάσταση σ’ αυτές τις τρίτες χώρες μπορεί να καταστήσει ακόμα πιο πιεστική την ανάγκη επανεγκατάστασης.
Η Επιτροπή παροτρύνει τα κράτη μέλη, στον βαθμό που αυτό είναι εφικτό σύμφωνα με τα έκτακτα υγειονομικά μέτρα που έχουν ληφθεί, να συνεχίσουν τις δραστηριότητες που συνδέονται με την επανεγκατάσταση στη διάρκεια της περιόδου κρίσης, ώστε να είναι προετοιμασμένα να ξεκινήσουν εκ νέου τις επανεγκαταστάσεις υπό ασφαλείς συνθήκες για όλους τους ενδιαφερόμενους, όταν αυτό είναι και πάλι δυνατό.
Δεδομένης της τρέχουσας διακοπής των επιχειρήσεων επανεγκατάστασης, η Επιτροπή θα στηρίξει τα κράτη μέλη όσον αφορά την υλοποίηση των δεσμεύσεων που ανέλαβαν για το 2020· ιδίως, θα είναι ευέλικτη όσον αφορά την περίοδο εφαρμογής πέραν του 2020, ώστε να εξασφαλιστεί ότι τα κράτη μέλη έχουν αρκετό χρόνο για να εφαρμόσουν πλήρως τις δεσμεύσεις που ανέλαβαν στο πλαίσιο της διαδικασίας ανάληψης δεσμεύσεων για το 2020.
Πρακτικές οδηγίες:
|
3. Επιστροφή
Η ενότητα αυτή αποσκοπεί στην παροχή καθοδήγησης για τη στήριξη των εθνικών αρχών κατά τον προσδιορισμό των πιθανών μέτρων που θα μπορούσαν να ληφθούν για να διασφαλιστούν, στο πλαίσιο της τρέχουσας πανδημίας COVID-19, η συνέχεια και η ασφάλεια των διαδικασιών επιστροφής των υπηκόων τρίτων χωρών στις χώρες καταγωγής ή διέλευσής τους.
Κατά τη διεξαγωγή δράσεων και διαδικασιών επιστροφής, οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών πρέπει να λάβουν πλήρως υπόψη τα εθνικά μέτρα προστασίας της υγείας που αποσκοπούν στην πρόληψη και τον περιορισμό της εξάπλωσης της νόσου COVID-19, και να τα εφαρμόσουν με τρόπο αναλογικό και χωρίς διακρίσεις σε όλους τους παρανόμως διαμένοντες υπηκόους τρίτων χωρών. Πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην κατάσταση και τις ανάγκες των ευάλωτων ατόμων. Θα πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψη η ιδιαίτερη κατάσταση στην τρίτη χώρα όσον αφορά τα εθνικά μέτρα προστασίας της υγείας και τον αντίκτυπο της COVID-19.
Τα μέτρα που λαμβάνονται σε παγκόσμιο επίπεδο για την ανάσχεση της πανδημίας COVID-19 έχουν σημαντικές επιπτώσεις στην επιστροφή των παράτυπων μεταναστών. Τα κράτη μέλη αντιμετωπίζουν πρακτικές δυσκολίες κατά τη διεξαγωγή των δραστηριοτήτων και επιχειρήσεων επιστροφής σε τρίτες χώρες, μεταξύ άλλων λόγω της μειωμένης διαθεσιμότητας του προσωπικού των αρχών μετανάστευσης, το οποίο ενδέχεται να είναι επίσης επιφορτισμένο με την εφαρμογή μέτρων για τη δημόσια υγεία. Οι δυσκολίες αυτές συνδέονται κυρίως με προκλήσεις στην εφαρμογή μέτρων υγείας και ασφάλειας για την προστασία τόσο των παράτυπα διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών όσο και του προσωπικού που εργάζεται για την επιστροφή.
Οι δυσκολίες αφορούν επίσης τη σημαντική μείωση της διαθεσιμότητας των εμπορικών πτήσεων και άλλων μεταφορικών μέσων, καθώς και τα περιοριστικά μέτρα εισόδου που έχουν ληφθεί από τρίτες χώρες με σκοπό τον περιορισμό της εξάπλωσης της COVID-19. Ο Frontex παρέχει τακτικές επικαιροποιημένες πληροφορίες σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνονται από τους αερομεταφορείς και τις τρίτες χώρες μέσω της εφαρμογής ολοκληρωμένης διαχείρισης των επιστροφών (IRMA). Στο πλαίσιο αυτό, έχει βασική σημασία να ληφθούν όλα τα αναγκαία μέτρα για να ελαχιστοποιηθούν οι κίνδυνοι όσον αφορά την υγεία όσων συμμετέχουν σε επιχειρήσεις, διαδικασίες και δραστηριότητες επιστροφής.
Παρά την προσωρινή διακοπή που έχουν προκαλέσει αυτά τα αναγκαία μέτρα, θα πρέπει να συνεχιστούν οι εργασίες για την επιστροφή, ιδίως με την υλοποίηση των δραστηριοτήτων εκείνων που μπορούν να εκτελεστούν παρά τα περιοριστικά μέτρα (π.χ. ταυτοποίηση, εκ νέου έκδοση εγγράφων, εγγραφή σε προγράμματα υποστηριζόμενης οικειοθελούς επιστροφής και σε προγράμματα επανένταξης), ώστε να υπάρχει ετοιμότητα όταν θα μπορέσουν να ξεκινήσουν εκ νέου οι επιχειρήσεις επιστροφής. Οι διαδικασίες επιστροφής θα πρέπει να συνεχιστούν όσο το δυνατόν περισσότερο και τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι έτοιμα, και με την υποστήριξη του Frontex, να ξεκινήσουν εκ νέου τις διαδικασίες επιστροφής και να καλύψουν τις εκκρεμότητες όταν θα έχει τελειώσει η διακοπή που προκαλούν τα περιοριστικά μέτρα. Η Επιτροπή και ο Frontex θα στηρίξουν τις εθνικές αρχές στον συντονισμό των προσπαθειών τους.
Θα πρέπει να συνεχιστεί η ενεργός υποστήριξη και παρότρυνση της επιστροφής των παράτυπων μεταναστών που έχουν επιλέξει να εγκαταλείψουν την επικράτεια της ΕΕ οικειοθελώς, ενώ παράλληλα λαμβάνονται όλες οι απαραίτητες υγειονομικές προφυλάξεις. Τώρα περισσότερο από ποτέ, θα πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στις οικειοθελείς επιστροφές, καθώς μειώνουν τους κινδύνους των επιχειρήσεων επιστροφής όσον αφορά την υγεία και την ασφάλεια, μεταξύ άλλων ελαχιστοποιώντας τους κινδύνους για τους παράτυπους μετανάστες και το εμπλεκόμενο προσωπικό συνοδείας.
Οι εθνικές αρχές αντιμετωπίζουν πρακτικές προκλήσεις όσον αφορά το πώς να διαχειριστούν την κράτηση πριν από την απομάκρυνση, ενώ παράλληλα εφαρμόζουν μέτρα για την πρόληψη και την προστασία από τον κίνδυνο μετάδοσης και εξάπλωσης της COVID-19.
Θα πρέπει να διατηρηθούν η στενή συνεργασία και οι επαφές με τρίτες χώρες όσον αφορά την ταυτοποίηση, την εκ νέου έκδοση εγγράφων και την επιστροφή των υπηκόων τους, ενώ παράλληλα αναγνωρίζονται πλήρως οι ανησυχίες τους και τα περιοριστικά μέτρα που έχουν λάβει, και λαμβάνονται όλα τα αναγκαία υγειονομικά μέτρα προφύλαξης. Οι τρίτες χώρες εξακολουθούν να έχουν υποχρέωση δυνάμει του διεθνούς δικαίου να δέχονται την επανεισδοχή των υπηκόων τους. Πολλές τρίτες χώρες προσπαθούν να διευκολύνουν και να οργανώσουν τον επαναπατρισμό των υπηκόων τους που είναι αποκλεισμένοι στο εξωτερικό, ενώ παράλληλα λαμβάνουν μέτρα προστασίας της υγείας τα οποία εφαρμόζουν κατά την άφιξη. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να συνεργαστούν με τις αρχές των τρίτων χωρών ώστε να εξασφαλιστεί ότι τα εν λόγω μέτρα για τη δημόσια υγεία τηρούνται πλήρως όταν οι παράτυποι μετανάστες επιστρέφουν στη χώρα καταγωγής τους, έτσι ώστε οι επιχειρήσεις επιστροφής να μπορούν να διεξάγονται όσο το δυνατόν περισσότερο. Η Επιτροπή είναι έτοιμη να υποστηρίξει τα κράτη μέλη στις προσπάθειές τους να συνεργαστούν με τις τρίτες χώρες όσον αφορά την επανεισδοχή.
Ο Frontex είναι έτοιμος να συνδράμει τα κράτη μέλη στην οργάνωση όλων των αεροπορικών επιχειρήσεων επιστροφής σε τρίτες χώρες, διευκολύνοντας ιδίως τον επαναπατρισμό τόσο αυτών που επιστρέφουν οικειοθελώς όσο και αυτών που επιστρέφουν αναγκαστικά, με τακτικές ή ναυλωμένες πτήσεις, καθώς και να προσφέρει τη βοήθεια που ενδεχομένως ζητήσουν οι εθνικές αρχές.
Παρά όλες τις εύλογες προσπάθειες, θα υπάρξουν περιπτώσεις στις οποίες δεν θα μπορούν να πραγματοποιηθούν οι επιστροφές λόγω των μέτρων που έχουν ληφθεί για την ανάσχεση της πανδημίας COVID-19. Σε τέτοιες περιπτώσεις, τα κράτη μέλη έχουν ευρεία διακριτική ευχέρεια να χορηγούν άδεια διαμονής ή άλλη άδεια που παρέχει δικαίωμα παραμονής σε παράτυπους μετανάστες για λόγους φιλευσπλαχνίας, ανθρωπισμού ή άλλους λόγους, όπως προβλέπεται στο άρθρο 6 παράγραφος 4 της οδηγίας 2008/115/ΕΚ (στο εξής: οδηγία για την επιστροφή).
Διαδικασίες επιστροφής
Τα εθνικά μέτρα που έχουν ληφθεί για την πρόληψη και τον περιορισμό της εξάπλωσης της COVID-19 περιορίζουν τις δυνατότητες που διαθέτουν οι αρχές επιστροφής για άμεσες επαφές με τους επιστρέφοντες και με τις αρχές των τρίτων χωρών.
Υπάρχει ανάγκη να μετριαστούν οι επιπτώσεις αυτών των περιορισμών, να εξασφαλιστεί ότι τα μέτρα που έλαβαν οι αρμόδιες αρχές κατά τις διοικητικές διαδικασίες, αφενός, βασίζονται στις ατομικές περιστάσεις κάθε παράτυπου μετανάστη και τις λαμβάνουν δεόντως υπόψη, και, αφετέρου, εγγυώνται το δικαίωμά τους για ακρόαση, σύμφωνα με τις γενικές αρχές του ενωσιακού δικαίου. Επομένως, για να συμμορφωθούν με τις απαιτήσεις αυτές, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να καταφεύγουν σε εναλλακτικά μέσα τα οποία δεν απαιτούν ή μειώνουν τη φυσική παρουσία του υπηκόου τρίτης χώρας.
Μια παρόμοια προσέγγιση ενθαρρύνεται επίσης σθεναρά προκειμένου να παραμείνουν ανοικτοί οι δίαυλοι επικοινωνίας και συνεργασίας με τις αρχές τρίτων χωρών, σε μια περίοδο κατά την οποία το προξενικό προσωπικό γίνεται όλο και λιγότερο διαθέσιμο για διαδικασίες ταυτοποίησης και εκ νέου έκδοσης εγγράφων, λόγω των περιοριστικών μέτρων. Μ’ αυτόν τον τρόπο θα διευκολυνθεί η διασαφήνιση και η πρόοδος των διαδικασιών σε ατομικές περιπτώσεις, και, συνεπώς, η επιστροφή μόλις οι περιστάσεις το επιτρέψουν.
Παρά τους τρέχοντες περιορισμούς, οι οικειοθελείς επιστροφές παραμένουν η πλέον βιώσιμη επιλογή για τη στήριξη της αναχώρησης παράτυπων μεταναστών. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να προωθηθούν οι δυνατότητες οικειοθελούς επιστροφής, συμπεριλαμβανομένων των ευκαιριών για βοήθεια που στοχεύει στην επανένταξη, και να εξασφαλιστεί η συνέχεια των εθνικών προγραμμάτων επικουρούμενης οικειοθελούς επιστροφής και επανένταξης, ενώ παράλληλα λαμβάνεται υπόψη ο αντίκτυπος που έχει η COVID-19 στις τρίτες χώρες. Οι υπήκοοι τρίτων χωρών που επιθυμούν να εγγραφούν σε τέτοια προγράμματα θα πρέπει να συνεχίσουν να είναι σε θέση να το πράττουν και οι δραστηριότητες παροχής συμβουλών για την επιστροφή και την επανένταξη θα πρέπει να συνεχιστούν όσο το δυνατόν περισσότερο, με τη χρήση εργαλείων που προϋποθέτουν μηδενική ή μειωμένη φυσική εγγύτητα.
Πρακτικές οδηγίες:
|
Προθεσμία οικειοθελούς αναχώρησης
Λόγω των σημαντικών περιορισμών που ισχύουν για τις εμπορικές πτήσεις και των περιοριστικών μέτρων που έχουν επιβάλει τρίτες χώρες σε σχέση με τις αφίξεις από την Ευρώπη, οι υπήκοοι τρίτων χωρών για τους οποίους έχουν εκδοθεί αποφάσεις επιστροφής με χορήγηση προθεσμίας οικειοθελούς αναχώρησης ενδέχεται να μην είναι σε θέση να συμμορφωθούν με την απόφαση αυτή εντός του καθορισμένου χρονικού διαστήματος, παρά τις καλόπιστες προσπάθειες και προθέσεις τους. Κατά συνέπεια, οι υπήκοοι τρίτων χωρών ενδέχεται να υπόκεινται σε απαγόρευση εισόδου διότι δεν συμμορφώθηκαν με απόφαση επιστροφής, όπως απαιτείται από το άρθρο 11 παράγραφος 1 της οδηγίας για την επιστροφή. Ωστόσο, οι παράτυποι μετανάστες δεν μπορούν να θεωρηθούν υπεύθυνοι και να υποστούν αρνητικές συνέπειες για μια κατάσταση που εκφεύγει από τον έλεγχό τους.
Για να αποφευχθεί μια τέτοια κατάσταση, τα κράτη μέλη θα πρέπει να κάνουν χρήση της δυνατότητας που προβλέπεται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 της οδηγίας για την επιστροφή και να παρατείνουν την προθεσμία οικειοθελούς αναχώρησης για κατάλληλο χρονικό διάστημα, λαμβάνοντας υπόψη τις ειδικές περιστάσεις της συγκεκριμένης περίπτωσης, τη διάρκεια και τη φύση των περιοριστικών μέτρων και τη διαθεσιμότητα μεταφορικών μέσων προς την τρίτη χώρα επιστροφής.
Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να χορηγούν περίοδο οικειοθελούς αναχώρησης άνω των 30 ημερών κατά τη στιγμή της έκδοσης απόφασης επιστροφής, εάν, λαμβάνοντας υπόψη τις ειδικές περιστάσεις της περίπτωσης και ιδίως τη διαθεσιμότητα μεταφορικών μέσων προς την τρίτη χώρα επιστροφής, είναι σαφές εξαρχής ότι ο συγκεκριμένος υπήκοος τρίτης χώρας δεν θα είναι σε θέση να αναχωρήσει εντός 30 ημερών.
Όταν παρατείνεται η περίοδος οικειοθελούς αναχώρησης και αναστέλλεται προσωρινά η εκτέλεση της απόφασης, οι παράτυποι μετανάστες θα πρέπει να λαμβάνουν γραπτή βεβαίωση, όπως προβλέπεται στην οδηγία για την επιστροφή (άρθρο 14).
Όταν η περίοδος οικειοθελούς αναχώρησης δεν μπορεί να τηρηθεί λόγω της μη δυνατής μεταφοράς προς την τρίτη χώρα επιστροφής ή για οποιονδήποτε άλλο λόγο που είναι ανεξάρτητος από τη βούληση του προσώπου και σχετίζεται με τα περιοριστικά μέτρα, τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να εκδίδουν απαγόρευση εισόδου ή θα πρέπει να την ανακαλούν σε περίπτωση που αυτή έχει ήδη εκδοθεί.
Πρακτικές οδηγίες:
|
Εκπαίδευση των παιδιών
Σύμφωνα με την οδηγία για την επιστροφή, θα πρέπει να παρέχεται στους ανηλίκους πρόσβαση στο βασικό εκπαιδευτικό σύστημα, ανάλογα με τη διάρκεια της παραμονής τους, τόσο κατά το χρονικό διάστημα οικειοθελούς αναχώρησης όσο και κατά τα χρονικά διαστήματα για τα οποία αναβάλλεται η απομάκρυνση (άρθρο 14) και κατά τη διάρκεια της κράτησης (άρθρο 17).
Η παροχή πρόσβασης στο βασικό εκπαιδευτικό σύστημα για τους ανηλίκους που υπόκεινται σε διαδικασίες επιστροφής αποτελεί πρόκληση την οποία ενδέχεται να αντιμετωπίσουν οι εθνικές αρχές λόγω των μέτρων που αποσκοπούν στην πρόληψη και τον περιορισμό της εξάπλωσης της COVID-19. Σ’ αυτό το πλαίσιο, διάφορα κράτη μέλη έχουν θέσει σε εφαρμογή τη σχολική εκπαίδευση κατ’ οίκον ή άλλους τρόπους εκμάθησης εξ αποστάσεως. Αν αυτοί τρόποι εκμάθησης καθίστανται διαθέσιμοι για τους υπηκόους, τα μέτρα που λαμβάνονται θα πρέπει να λαμβάνουν πλήρως υπόψη το μείζον συμφέρον του παιδιού (άρθρο 5) και, στον βαθμό του δυνατού, την ηλικία και τις ανάγκες των ανηλίκων στους οποίους απευθύνεται η εκπαίδευση.
Πρακτικές οδηγίες:
|
Υγειονομική περίθαλψη
Σύμφωνα με την οδηγία για την επιστροφή, οι υπήκοοι τρίτων χωρών έχουν πρόσβαση, στο μέτρο του δυνατού, σε επείγουσα υγειονομική περίθαλψη και κάθε απαραίτητη θεραπευτική αγωγή. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να λάβουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι, στο πλαίσιο της εν λόγω επείγουσας υγειονομικής περίθαλψης και απαραίτητης θεραπευτικής αγωγής, οι επιστρέφοντες έχουν πρόσβαση στην απαραίτητη υγειονομική περίθαλψη για την αντιμετώπιση της COVID-19.
Πρακτικές οδηγίες:
|
Υγειονομικές εξετάσεις
Βάσει της εθνικής νομοθεσίας, τα κράτη μέλη μπορούν να διενεργούν ιατρικούς ελέγχους στους παράτυπα διαμένοντες υπηκόους τρίτων χωρών για λόγους δημόσιας υγείας, οι οποίοι θα πρέπει να συμμορφώνονται με την αρχή της μη διακριτικής μεταχείρισης και τα θεμελιώδη δικαιώματα, ώστε να προσδιορίζονται τα κατάλληλα μέτρα προφύλαξης που πρέπει να εφαρμοστούν. Με τον τρόπο αυτό διασφαλίζεται ότι η κατάσταση της υγείας των υπηκόων τρίτων χωρών λαμβάνεται δεόντως υπόψη στις διαδικασίες επιστροφής, σύμφωνα με το κεκτημένο της ΕΕ.
Οι ιατρικοί και προσυμπτωματικοί έλεγχοι των παράτυπων μεταναστών για τη νόσο COVID-19 μπορούν επίσης να διευκολύνουν την επανεισδοχή, καθώς παρέχονται διασφαλίσεις στις αρχές των τρίτων χωρών σχετικά με τον μειωμένο κίνδυνο μετάδοσης. Μπορούν να βοηθήσουν επίσης οι παραπομπές στις δυνατότητες καραντίνας σε τρίτες χώρες, τις οποίες διευκολύνουν διεθνείς εταίροι, όπως ο Διεθνής Οργανισμός Μετανάστευσης.
Πρακτικές οδηγίες:
|
Κράτηση
Το άρθρο 15 παράγραφος 4 της οδηγίας για την επιστροφή ορίζει ότι η κράτηση με σκοπό την απομάκρυνση παύει αμέσως όταν καθίσταται πρόδηλο ότι δεν υφίσταται πλέον λογικά προοπτική απομάκρυνσης στη συγκεκριμένη περίπτωση. Οι προσωρινοί περιορισμοί που επέβαλαν τα κράτη μέλη και τρίτες χώρες για την πρόληψη και τον περιορισμό της εξάπλωσης της νόσου COVID-19 δεν θα πρέπει να ερμηνεύονται με τρόπο ώστε να συνάγεται αυτομάτως το συμπέρασμα ότι δεν υφίσταται πλέον λογικά προοπτική απομάκρυνσης σε όλες τις περιπτώσεις. Διάφοροι παράγοντες μπορούν να ληφθούν υπόψη ώστε να καθοριστεί αν, σε κάθε περίπτωση, εξακολουθεί να υφίσταται λογικά προοπτική απομάκρυνσης.
Πρακτικές οδηγίες:
|
Χρήση ειδικών εγκαταστάσεων κράτησης, συνθήκες κράτησης και κοινωνική αποστασιοποίηση
Για την προστασία των πολιτών από την εξάπλωση της COVID-19, οι εθνικές αρχές εφαρμόζουν όλο και περισσότερο την κοινωνική αποστασιοποίηση και άλλα μέτρα προφύλαξης. Το ίδιο συμβαίνει και στις εγκαταστάσεις κράτησης, όπου η υγεία και η ασφάλεια τόσο των κρατούμενων μεταναστών όσο και του προσωπικού μπορεί επίσης να διατρέχουν κίνδυνο και πρέπει να διατηρηθούν. Κατά συνέπεια, η πραγματική μέγιστη χωρητικότητα των ειδικών εγκαταστάσεων κράτησης ενδέχεται να μειωθεί σημαντικά προκειμένου να αποφευχθούν μολύνσεις.
Εάν τα κράτη μέλη δεν είναι σε θέση, για τους λόγους αυτούς, να παράσχουν κατάλυμα σε ειδικές εγκαταστάσεις κράτησης, μπορούν να χρησιμοποιήσουν άλλες κατάλληλες εγκαταστάσεις, εφόσον υπάρχουν οι διασφαλίσεις που προβλέπονται στην οδηγία για την επιστροφή και υπό την προϋπόθεση ότι διασφαλίζονται η κοινωνική αποστασιοποίηση και άλλα προληπτικά μέτρα υγιεινής. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν δεόντως υπόψη το δικαίωμα στην οικογενειακή ζωή σε περίπτωση ζευγαριών και οικογενειών με παιδιά, καθώς και την κατάσταση των ευάλωτων ατόμων.
Πρακτικές οδηγίες:
|
(1) https://www.consilium.europa.eu/el/press/press-releases/2020/03/10/statement-by-the-president-of-the-european-council-following-the-video-conference-on-covid-19/
(2) COM (2020) 2050 final.
(3) Στις 2 Απριλίου 2020, το δίκτυο διαδικασιών ασύλου της EASO πραγματοποίησε διαδικτυακή θεματική συνεδρίαση σχετικά με την οργάνωση προσωπικών συνεντεύξεων εξ αποστάσεως και στις 8 Απριλίου 2020 σχετικά με την εξ αποστάσεως υποβολή αιτήσεων ασύλου. Το δίκτυο επανεγκατάστασης και εισδοχής για ανθρωπιστικούς λόγους της EASO πραγματοποίησε επίσης διαδικτυακή συνάντηση για να συζητηθεί ο αντίκτυπος της COVID 19 σε επιχειρήσεις επανεγκατάστασης στα κράτη μέλη.
(4) Πρακτικός οδηγός της EASO: Προσωπική συνέντευξη και Έγγραφο καθοδήγησης της EASO για τη διαδικασία ασύλου: Επιχειρησιακά πρότυπα και δείκτες και Έγγραφο καθοδήγησης της EASO για τον σχεδιασμό έκτακτης ανάγκης στο πλαίσιο της υποδοχής
(5) Άρθρο 6 και άρθρο 31 της οδηγίας 2013/32/ΕΕ.
(6) Άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 603/2013.
(7) Άρθρο 18 της οδηγίας 2013/33/ΕΕ.
(8) «Πρακτικό/τεχνικό επίπεδο για την παροχή επισκόπησης σχετικά με τον αντίκτυπο της νόσου COVID-19 στην πρακτική του Δουβλίνου».
(9) Ορισμένα κράτη μέλη μπόρεσαν να δώσουν μόνο εκτίμηση.
(10) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1560/2003 της Επιτροπής, της 2ας Σεπτεμβρίου 2003, για τα μέτρα εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 343/2003 του Συμβουλίου για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης ασύλου που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας, ΕΕ L 222 της 5.9.2003, σ. 3, όπως τροποποιήθηκε με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 118/2014 της Επιτροπής, της 30ής Ιανουαρίου 2014, ΕΕ L 39 της 8.2.2014, σ. 1.
(11) Αναφέρεται στο άρθρο 4 του κανονισμού του Δουβλίνου.
(12) EASO «Practical Guide on the implementation of the Dublin III Regulation: interview and evidence assessment».
(13) EASO «Guidance on Dublin procedure: operational standards and indicators»
(14) Διατίθεται στη διεύθυνση: http://www.euro.who.int/en/health-topics/health-determinants/prisons-and-health/news/news/2020/3/preventing-covid-19-outbreak-in-prisons-a-challenging-but-essential-task-for-authorities.