EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52002PC0494

Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί των πρόδρομων ουσιών των ναρκωτικών

/* COM/2002/0494 τελικό - COD 2002/0217 */

ΕΕ C 20E της 28.1.2003, p. 160–170 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

52002PC0494

Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί των πρόδρομων ουσιών των ναρκωτικών /* COM/2002/0494 τελικό - COD 2002/0217 */

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. 020 E της 28/01/2003 σ. 0160 - 0170


Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ περί των πρόδρομων ουσιών των ναρκωτικών

(υποβληθείσα από την Επιτροπή)

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

1. Εισαγωγη

Ένα από τα αποτελεσματικότερα μέσα για την καταπολέμηση της εμπορίας ναρκωτικών έχει αποδειχθεί ότι είναι ο αποτελεσματικός έλεγχος των χημικών ουσιών που χρησιμοποιούνται για την παράνομη παρασκευή ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών. Όπως λέγεται συχνά: δεν υπάρχουν ναρκωτικά χωρίς πρόδρομες ουσίες. Ωστόσο, στις περισσότερες περιπτώσεις, οι πρόδρομες ουσίες είναι χημικές ουσίες που έχουν και νόμιμες χρήσεις. Για το λόγο αυτό, πρέπει να αναγνωρίζεται και να προστατεύεται το νόμιμο εμπόριο αυτών των ουσιών.

Στο πλαίσιο αυτό, η Ευρωπαϊκή Κοινότητα έχει εκδώσει δύο νομικά μέσα που θεσπίζουν τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται για την πρόληψη της διοχέτευσης ορισμένων ουσιών στην παράνομη παρασκευή ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών. Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3677/90 [1] του Συμβουλίου στοχεύει στην παρακολούθηση του εμπορίου πρόδρομων ουσιών μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών, ενώ η οδηγία 92/109/EΟΚ [2] έχει τον ίδιο στόχο στην εσωτερική αγορά.

[1] EE L 357, 20.12.1990, σ.. 1, όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (EΚ) αριθ. 1116/2001 του Συμβουλίου (ΕΕ L 153, 8.6.2001, σ. 4).

[2] ΕΕ L 370, 19.12.1992, σ. 76.

Τον Ιανουάριο 1998, η Επιτροπή ενέκρινε πρόταση για την τροποποίηση [3] της οδηγίας 92/109/EΟΚ, στο εξής αποκαλούμενη "η οδηγία". Το Κοινοβούλιο, στην πρώτη ανάγνωσή του, υποστήριξε την πρωτοβουλία της Επιτροπής και πρότεινε πέντε τροπολογίες [4]. Η Επιτροπή, ανταποκρινόμενη στη γνωμοδότηση του Κοινοβουλίου (πρώτη ανάγνωση), ενέκρινε τροποποιημένη πρόταση [5]. Το Συμβούλιο μέχρι τώρα δεν έχει λάβει απόφαση σχετικά με την εν λόγω πρόταση.

[3] Έγγραφο COM(1998)22 τελικό (ΕΕ C 108, 7.4.1998, σ. 41).

[4] Έγγραφο ΕΚ 273.796/1.

[5] Έγγραφο COM(1999)202 τελικό (ΕΕ C 162, 9.6.1999, σ. 9).

2. Στοχοι τησ προτασησ τησ επιτροπησ

Το άρθρο 12 της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών κατά της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών του 1988 (Σύμβαση της Βιέννης) προβλέπει μέτρα για τον έλεγχο του εμπορίου είκοσι τριών ουσιών που, ενώ έχουν μία σειρά νόμιμων χρήσεων, διοχετεύονται συχνά στην παράνομη παρασκευή ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών. Σύμφωνα με τη σύμβαση, η παρασκευή και διάθεση στην κοινοτική αγορά παρόμοιων ουσιών υπόκειται σε αυστηρή παρακολούθηση, κυρίως με βάση την οδηγία 92/109/ΕΟΚ.

Mε τη μετατροπή της τρέχουσας οδηγίας σε κανονισμό, η Επιτροπή αποσκοπεί κυρίως στην απλούστευση της νομοθεσίας και κατ'επέκταση στο να καταστεί πιο φιλική για τον χρήστη. Η μετατροπή αυτή αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα στο πλαίσιο της συνεχιζόμενης διαδικασίας διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης εφόσον οιαδήποτε τροποποίηση της οδηγίας και των παραρτημάτων της θα συνεπαγόταν εθνικά μέτρα εφαρμογής σε περίπου είκοσι πέντε κράτη μέλη.

Επιπλέον, πρέπει να τονιστεί ότι ο προαναφερόμενος κανονισμός (EΟΚ) αριθ. 3677/90 έχει τους ίδιους βασικούς στόχους με την οδηγία. Ενώ ο κανονισμός αφορά το εμπόριο ουσιών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και τρίτων χωρών, η οδηγία ασχολείται με τις πρόδρομες ουσίες των ναρκωτικών στην εσωτερική αγορά. Τούτο έχει ως αποτέλεσμα την άνιση εφαρμογή των δύο μέσων επειδή οιαδήποτε τροποποίηση του κανονισμού είναι εφαρμοστέα ταυτόχρονα σε όλα τα κράτη μέλη σε διάστημα λίγων ημερών από τη δημοσίευσή του [6], ενώ η τροποποίηση των παραρτημάτων της οδηγίας υπόκειται σε περίοδο μεταφοράς την οποία τα περισσότερα κράτη μέλη δεν είναι σε θέση να τηρήσουν [7]. Πράγματι, στο παρελθόν σημειώθηκαν καθυστερήσεις μέχρι και σαράντα δύο μηνών πριν από την πλήρη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο των τροποποιητικών οδηγιών. Η κατάσταση αυτή είχε ως αποτέλεσμα να μην είναι αρκούντως αποτελεσματικοί οι έλεγχοι των πρόδρομων ουσιών που εντοπίζονται για πρώτη φορά στην παραγωγή ναρκωτικών στην εσωτερική αγορά. Η συνέχιση της κατάστασης αυτής θεωρείται πλέον αδικαιολόγητη και επιβάλλεται η ομοιόμορφη εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου στον εν λόγω τομέα ώστε να αποφευχθεί κάθε περίπτωση διοχέτευσης πρόδρομων ουσιών στην παράνομη παρασκευή ναρκωτικών.

[6] Βλέπε κανονισμό της Επιτροπής (EΚ) αριθ. 260/2001 (ΕΕ L 39, 9.2.2001, σ. 11) που άρχισε να ισχύει δεκαεννέα ημέρες μετά τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα, την 1η Μαρτίου 2001.

[7] Βλέπε οδηγία της Επιτροπής 2001/8/EΚ (ΕΕ L 39, 9.2.2001, σ. 31) η οποία δεν έχει μεταφερθεί ακόμη πλήρως σε όλα τα κράτη μέλη.

Για το λόγο αυτό η Επιτροπή αποφάσισε να αποσύρει την πρόταση τροποποίησης της οδηγίας 92/109/EΟΚ. Ο προτεινόμενος κανονισμός διασφαλίζει καλύτερα την άμεση εφαρμογή των διατάξεων από τις επιχειρήσεις και την ταυτόχρονη εφαρμογή εναρμονισμένων μέτρων σε όλα τα κράτη μέλη. Θα επιτρέψει την παρακολούθηση της νόμιμης χρήσης των ενεχόμενων χημικών ουσιών και θα εμποδίσει την διοχέτευσή τους στην παράνομη παρασκευή ναρκωτικών. Θα διασφαλίσει, επίσης, την εξίσου ταχεία εφαρμογή του νέου μέσου με εκείνη του κανονισμού 3677/90.

3. Περιεχομενο της προτασης της επιτροπησ

Στόχος του νέου κανονισμού είναι η καθιέρωση εναρμονισμένων μέτρων ελέγχου και η παρακολούθηση ορισμένων χημικών ουσιών που χρησιμοποιούνται συχνά στην παράνομη παρασκευή ναρκωτικών. Ο νέος κανονισμός θα εμποδίσει την ύπαρξη φραγμών στο ελεύθερο εμπόριο των εν λόγω ουσιών μεταξύ κρατών μελών. Για την επίτευξη του στόχου αυτού, ο προτεινόμενος κανονισμός περιέχει κανόνες για τη χορήγηση άδειας, τις δηλώσεις του πελάτη και τη διαδικασία επισήμανσης και παρακολούθησης.

Επιπλέον, η Επιτροπή προτείνει ο νέος κανονισμός, αφενός, να συνεκτιμά το μεταβαλλόμενο χαρακτήρα της παράνομης παρασκευής ναρκωτικών ουσιών και αφετέρου, να ευθυγραμμίζεται με τις ήδη δημοσιευθείσες τροποποιήσεις του κανονισμού (EΟΚ) αριθ. 3677/90.

Μία περαιτέρω βελτίωση της τρέχουσας κατάστασης αφορά την υποχρέωση των κρατών μελών να διανέμουν στις επιχειρήσεις πληροφοριακά στοιχεία για τον τρόπο αναγνώρισης και κοινοποίησης ύποπτων συναλλαγών ώστε οι επιχειρήσεις να ενημερώνουν τις αρμόδιες αρχές για τυχόν ύποπτες συναλλαγές που εμπεριέχουν ουσίες που δεν αναφέρονται προς το παρόν στην οδηγία αλλά οι οποίες χρησιμοποιούνται συχνά για την παρασκευή συνθετικών ναρκωτικών. Η εν λόγω διαδικασία συνεργασίας έχει ήδη δοκιμαστεί σε διάφορα κράτη μέλη (Γαλλία, Γερμανία, Αυστρία, Ηνωμένο Βασίλειο, Κάτω Χώρες). Η Επιτροπή, επικουρούμενη από την επιτροπή που αναφέρεται στο άρθρο 15 του νέου κανονισμού, θα είναι υπεύθυνη για την κατάρτιση και συνεχή ενημέρωση των καταλόγων προϊόντων που πρέπει να υπόκεινται σε παρόμοια παρακολούθηση. Οι κατάλογοι αυτοί θα διανέμονται στις επιχειρήσεις μέσω των κρατών μελών.

Με την ευκαιρία αυτή η Επιτροπή επιθυμεί να καθορίσει σαφέστερα την έννοια του όρου "διαβαθμισμένη ουσία", επειδή τα μέτρα που ισχύουν για το έλαιο σασσάφρου ερμηνεύονται σήμερα διαφορετικά στην Κοινότητα. Σε ορισμένα κράτη μέλη θεωρείται μείγμα που περιέχει σαφρόλη και κατά συνέπεια ελέγχεται ενώ σε άλλα κράτη μέλη θεωρείται φυσικό προϊόν μη ελεγχόμενο. Η προσθήκη στον ορισμό της "διαβαθμισμένης ουσίας" μίας παραπομπής για τα φυσικά προϊόντα επιλύει το πρόβλημα και επιτρέπει την εφαρμογή ελέγχων στο έλαιο σασσάφρου. o ορισμός καλύπτει μόνο τα φυσικά προϊόντα από τα οποία μπορούν εύκολα να εξαχθούν διαβαθμισμένες ουσίες.

Η Επιτροπή προτείνει, επίσης, τον καθορισμό "μη διαβαθμισμένων ουσιών" σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 12 σημείο β της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών.

Καταλήγοντας, η Επιτροπή θεωρεί ότι τώρα προσφέρεται η κατάλληλη ευκαιρία για να συνεκτιμηθεί η αναθεώρηση της ταξινόμησης του υπερμαγγανικού καλίου. Η επιτροπή που μνημονεύεται στο άρθρο 15 του νέου κανονισμού, εκτιμά ότι η εν λόγω χημική ουσία δημιουργεί σοβαρούς λόγους ανησυχίας. Η επιτροπή συνιστά την ταξινόμηση του υπερμαγγανικού καλίου στην κατηγορία 2 του παραρτήματος Ι. Έχουν καθοριστεί κατώφλια για το υπερμαγγανικό κάλιο καθώς και για τον οξικό ανυδρείτη ώστε να διασφαλίζεται ότι δεν υπάρχουν αρνητικές επιπτώσεις στο εσωτερικό εμπόριο των εν λόγω προϊόντων.

2002/0217 (COD)

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ περί των πρόδρομων ουσιών των ναρκωτικών

(κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

TΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ιδίως το άρθρο 95,

την πρόταση της Επιτροπής [8],

[8] ΕΕ C [...], [...], σ.[...].

τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής [9],

[9] ΕΕ C [...], [...], σ.[...].

δυνάμει της διαδικασίας του άρθρου 251 της συνθήκης [10],

[10] ΕΕ C [...], [...], σ.[...].

Εκτιμώντας τα εξής:

(1) Η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών κατά της παράνομης εμπορίας ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών, που συνομολογήθηκε στη Βιέννη στις 19 Δεκεμβρίου 1988, στο εξής αποκαλούμενη "Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών", εγκρίθηκε από την Κοινότητα, όσον αφορά τα ζητήματα που εμπίπτουν στην αρμοδιότητά της, με την απόφαση 90/611/EΟΚ του Συμβουλίου της 22ας Οκτωβρίου 1990 [11].

[11] ΕΕ L 326, 24.11.1990, σ. 56, απόφαση αριθ. 90/611/EEC του Συμβουλίου της 22ας Οκτωβρίου 1990 σχετικά με τη σύναψη, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών κατά της παράνομης εμπορίας ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών

(2) Οι απαιτήσεις του άρθρου 12 της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών, όσον αφορά το εμπόριο πρόδρομων ουσιών (δηλαδή ουσιών που χρησιμοποιούνται συχνά στην παράνομη παρασκευή ναρκωτικών ή ψυχοτρόπων ουσιών) εφαρμόζονται, όσον αφορά το εμπόριο μεταξύ της Κοινότητας και τρίτων χωρών, με βάση τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3677/90 της 13ης Δεκεμβρίου 1990 για τη θέσπιση μέτρων για την πρόληψη της διοχέτευσης ορισμένων ουσιών στην παράνομη παρασκευή ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών [12].

[12] ΕΕ L 357, 20.12.1990, σ. 1, όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1116/2001 (ΕΕ L 153, 8.6.2001, σ. 4).

(3) Το άρθρο 12 της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών προβλέπει τη θέσπιση κατάλληλων μέτρων για την παρακολούθηση της παρασκευής και διοχέτευσης πρόδρομων ουσιών. Τούτο προϋποθέτει την έγκριση μέτρων για το εμπόριο πρόδρομων ουσιών μεταξύ κρατών μελών. Παρόμοια μέτρα εγκρίθηκαν με την οδηγία 92/109/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 14ης Δεκεμβρίου 1992 σχετικά με την παρασκευή και τη διάθεση στην αγορά ορισμένων ουσιών που χρησιμοποιούνται για την παράνομη παρασκευή ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών. Για την καλύτερη διασφάλιση της ταυτόχρονης εφαρμογής εναρμονισμένων μέτρων σε όλα τα κράτη μέλη κρίνεται ότι ο κανονισμός αποτελεί πιο ενδεδειγμένο μέσο από την ισχύουσα οδηγία.

(4) Η Επιτροπή Ναρκωτικών των Ηνωμένων Εθνών, με αποφάσεις που έλαβε κατά την 35η σύνοδό της, συμπεριέλαβε επιπλέον ουσίες στους πίνακες του παραρτήματος της Σύμβασης. Στον παρόντα κανονισμό θα πρέπει να προβλεφθούν αντίστοιχες διατάξεις με σκοπό τον εντοπισμό τυχόν περιστατικών αθέμιτης διοχέτευσης ναρκωτικών στην Κοινότητα και την εξασφάλιση της εφαρμογής κοινών κανόνων παρακολούθησης στην κοινοτική αγορά.

(5) Οι διατάξεις του άρθρου 12 της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών βασίζονται σε σύστημα παρακολούθησης του εμπορίου των εν λόγω ουσιών. Το μεγαλύτερο μέρος του εμπορίου των ουσιών αυτών είναι απολύτως νόμιμο. Τα συνοδευτικά έγγραφα των αποστολών και η επισήμανση των ουσιών αυτών πρέπει να είναι αρκούντως σαφή. Επιπλέον, ταυτόχρονα με την παροχή των αναγκαίων μέσων δράσης στις αρμόδιες αρχές, θα πρέπει να δημιουργηθούν, σύμφωνα με το πνεύμα της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών, μηχανισμοί βασιζόμενοι στη στενή συνεργασία με τις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις και στην ανάπτυξη συστημάτων συλλογής πληροφοριών.

(6) Tα μέτρα που ισχύουν για το έλαιο σασσάφρου ερμηνεύονται σήμερα διαφορετικά στην Κοινότητα. Σε ορισμένα κράτη μέλη θεωρείται μείγμα που περιέχει σαφρόλη και κατά συνέπεια ελέγχεται ενώ σε άλλα κράτη μέλη θεωρείται φυσικό προϊόν μη ελεγχόμενο. Η προσθήκη στον ορισμό της "διαβαθμισμένης ουσίας" μίας παραπομπής για τα φυσικά προϊόντα επιλύει το πρόβλημα και επιτρέπει την εφαρμογή ελέγχων στο έλαιο σασσάφρου. ο ορισμός καλύπτει μόνο τα φυσικά προϊόντα από τα οποία μπορούν εύκολα να εξαχθούν διαβαθμισμένες ουσίες.

(7) Οι ουσίες που χρησιμοποιούνται συνήθως στην παράνομη παρασκευή ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών πρέπει να απαριθμούνται σε παράρτημα.

(8) Πρέπει να διασφαλιστεί ότι η παρασκευή ή χρήση ορισμένων διαβαθμισμένων ουσιών που απαριθμούνται στο παράρτημα υπόκειται στη χορήγηση άδειας. Η προμήθεια παρόμοιων ουσιών πρέπει, επιπλέον, να επιτρέπεται μόνο εφόσον τα άτομα στα οποία προβλέπεται να παραδοθούν οι εν λόγω ουσίες είναι κάτοχοι άδειας ή έχουν υπογράψει δήλωση του πελάτη. Στο παράρτημα ΙΙΙ καθορίζονται αναλυτικοί κανόνες για τη δήλωση του πελάτη.

(9) Θα πρέπει να ληφθούν μέτρα προκειμένου να καθιερωθεί στενή συνεργασία με τις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις ώστε να κοινοποιούν στις αρμόδιες αρχές τις ύποπτες δραστηριότητες που αφορούν τις ουσίες που απαριθμούνται στο Παράρτημα Ι.

(10) Θα πρέπει να ληφθούν μέτρα προκειμένου να διασφαλίζεται καλύτερος έλεγχος του ενδοκοινοτικού εμπορίου διαβαθμισμένων ουσιών που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι.

(11) Όλες οι συναλλαγές που αφορούν τη διάθεση στην αγορά διαβαθμισμένων ουσιών των κατηγοριών 1 και 2 του παραρτήματος Ι θα πρέπει να τεκμηριώνονται δεόντως. Οι επιχειρήσεις πρέπει να κοινοποιούν στις αρμόδιες αρχές τυχόν ύποπτες συναλλαγές που αφορούν τις ουσίες που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι. Ωστόσο, πρέπει να ισχύουν εξαιρέσεις για τις συναλλαγές που αφορούν τις ουσίες της κατηγορίας 2 του Παραρτήματος Ι εφόσον οι ενεχόμενες ποσότητες δεν υπερβαίνουν εκείνες που απαριθμούνται στο Παράρτημα ΙΙ.

(12) Σημαντικός αριθμός άλλων ουσιών, πολλές από τις οποίες αποτελούν αντικείμενο νόμιμου εμπορίου σε μεγάλες ποσότητες, έχουν αναγνωριστεί ως πρόδρομες ουσίες που χρησιμοποιούνται στην παράνομη παρασκευή συνθετικών ναρκωτικών. Η υπαγωγή των εν λόγω ουσιών στους ίδιους αυστηρούς ελέγχους με εκείνους που απαριθμούνται στο παράρτημα θα αποτελούσε περιττό εμπόδιο στις συναλλαγές και θα συνεπαγόταν την έκδοση ειδικών αδειών και την υποβολή εγγράφων για τις συναλλαγές. Επομένως, κρίνεται σκόπιμη η καθιέρωση ενός ελαστικότερου μηχανισμού σε κοινοτικό επίπεδο μέσω του οποίου θα κοινοποιούνται στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών παρόμοιες συναλλαγές.

(13) Στο πρόγραμμα δράσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά των ναρκωτικών που εξέδωσε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Φέιρα στις 19 και 20 Ιουνίου 2000, προβλέπεται η εισαγωγή διαδικασίας συνεργασίας. Για τη στήριξη αυτής της συνεργασίας μεταξύ των διοικήσεων των κρατών μελών και της χημικής βιομηχανίας, ιδίως όσον αφορά τις ουσίες οι οποίες, παρόλο που δεν αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό, μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την παράνομη παρασκευή συνθετικών ναρκωτικών, επιβάλλεται η εκπόνηση κατευθυντήριων γραμμών ώστε να βοηθηθεί η εν λόγω βιομηχανία.

(14) Tα μέτρα που είναι απαραίτητα για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού πρέπει να εγκριθούν σύμφωνα με την απόφαση αριθ.1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου της 28ης Ιουνίου 1999 για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή [13].

[13] ΕΕ L 184, 17.7.1999, σ. 23.

(15) Εφόσον οι στόχοι της προτεινόμενης δράσης, δηλαδή η εναρμονισμένη παρακολούθηση της εμπορίας πρόδρομων ουσιών για την παραγωγή ναρκωτικών και η αποφυγή της διοχέτευσής τους στην παράνομη παρασκευή ναρκωτικών ουσιών, δεν μπορούν να επιτευχθούν ικανοποιητικά από τα κράτη μέλη και μπορούν συνεπώς, λόγω του διεθνούς και μεταβαλλόμενου χαρακτήρα τους, να επιτευχθούν καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να εγκρίνει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 της συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως ορίζεται στο εν λόγω άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη αυτών των στόχων.

(16) Η οδηγία 92/109/EΟΚ του Συμβουλίου της 14ης Δεκεμβρίου 1992 [14], οι οδηγίες 93/46/EΟΚ της 22ας Ιουνίου 1993 [15] και 2001/8/EΚ της 8ης Φεβρουαρίου 2001 [16], και οι κανονισμοί (EΚ) αριθ. 1485/96 της 26ης Ιουλίου 1996 [17] και (EΚ) αριθ. 1533/2000 της 13ης Ιουλίου 2000 [18] πρέπει να καταργηθούν,

[14] ΕΕ L 370, 19.12.1992, σ. 76, οδηγία 92/109/EΟΚ του Συμβουλίου της 14ης Δεκεμβρίου 1992 σχετικά με την παρασκευή και την εμπορία ορισμένων ουσιών που χρησιμοποιούνται για την παράνομη παρασκευή ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών.

[15] ΕΕ L 159, 1.7.1993, σ. 134, οδηγία 93/46/EΟΚ της 22ας Ιουνίου 1993 για την αντικατάσταση και τροποποίηση των παραρτημάτων της οδηγίας 92/109/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με την παρασκευή και την εμπορία ορισμένων ουσιών που χρησιμοποιούνται για την παράνομη παρασκευή ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών.

[16] ΕΕ L 39, 9.2.2001, σ. 31, οδηγία 2001/8/ΕΚ της Επιτροπής, της 8ης Φεβρουαρίου 2001, για αντικατάσταση του παραρτήματος Ι της οδηγίας 92/109/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με την παρασκευή και την εμπορία ορισμένων ουσιών που χρησιμοποιούνται για την παράνομη παρασκευή ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών.

[17] ΕΕ L 188, 27.7.1996, σ. 28, κανονισμός (EΚ) αριθ. 1485/96 της 26ης Ιουλίου 1996, περί καθορισμού λεπτομερών κανόνων εφαρμογής της οδηγίας 92/109/ΕΟΚ του Συμβουλίου για τις δηλώσεις του πελάτη σχετικά με τη συγκεκριμένη χρήση ορισμενων ουσιών που χρησιμοποιούνται για την παράνομη παρασκευή ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών .

[18] ΕΕ L 175, 14.7.2000, σ. 75, κανονισμός (EΚ) αριθ. 1533/2000 της Επιτροπής της 13ης Ιουλίου 2000 που τροποποιεί τον κανονισμό (EΚ) αριθ. 1485/96 περί καθορισμού λεπτομερών κανόνων εφαρμογής της οδηγίας 92/109/ΕΟΚ του Συμβουλίου για τις δηλώσεις του πελάτη σχετικά με τη συγκεκριμένη χρήση ορισμένων ουσιών που χρησιμοποιούνται για την παράνομη παρασκευή ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών .

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1 Πεδίο εφαρμογής και στόχοι

Ο παρών κανονισμός καθορίζει εναρμονισμένα μέτρα για τον έλεγχο και την παρακολούθηση ορισμένων ουσιών που χρησιμοποιούνται συχνά για την παράνομη παρασκευή ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών με σκοπό την πρόληψη της διοχέτευσης παρόμοιων ουσιών.

Άρθρο 2 Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

α. διαβαθμισμένες ουσίες: οι ουσίες που περιλαμβάνονται στο παράρτημα Ι, καθώς και τα μείγματα που περιέχουν τέτοιες ουσίες. Από την κατηγορία αυτή εξαιρούνται τα φάρμακα (σύμφωνα όσα ορίζει η οδηγία 2001/83/EΚ [19]), φαρμακευτικά παρασκευάσματα, μείγματα, φυσικά προϊόντα και άλλα παρασκευάσματα που περιέχουν διαβαθμισμένες ουσίες συνδυασμένες με τέτοιο τρόπο ώστε οι ουσίες αυτές να μην μπορούν να χρησιμοποιηθούν εύκολα ή να ανακτηθούν με εύχρηστα ή οικονομικά πρόσφορα μέσα.

[19] Επίσημη Εφημερίδα L 311 , 28.11.2001, σ. 67.

β. μη διαβαθμισμένες ουσίες: κάθε ουσία που δεν περιλαμβάνεται στο παράρτημα Ι αλλά αναγνωρίζεται ότι έχει χρησιμοποιηθεί στην παράνομη παρασκευή ναρκωτικών ή ψυχοτρόπων ουσιών.

γ. διάθεση στην αγορά: κάθε είδους προμήθεια, έναντι αμοιβής ή δωρεάν, διαβαθμισμένων ουσιών. ή η αποθήκευση, παρασκευή, παραγωγή, εμπορία, διανομή ή μεσιτεία των εν λόγω ουσιών με σκοπό την προμήθεια.

δ. επιχείρηση: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που δραστηριοποιείται στη διάθεση διαβαθμισμένων ουσιών στην κοινοτική αγορά.

ε. Διεθνής Επιτροπή Ελέγχου Ναρκωτικών: το όργανο που έχει συσταθεί με την ενιαία σύμβαση για τα ναρκωτικά του 1961, όπως τροποποιήθηκε από το πρωτόκολλο του 1972.

Άρθρο 3 Απαιτήσεις για την παρασκευή και διάθεση στην αγορά διαβαθμισμένων ουσιών

1. Οι επιχειρήσεις πρέπει να διαθέτουν άδεια που χορηγείται από τις αρμόδιες αρχές πριν προβούν στη διάθεση στην κοινοτική αγορά διαβαθμισμένων ουσιών που υπάγονται στην κατηγορία 1 του παραρτήματος Ι.

2. Οι αρμόδιες αρχές κατά την εξέταση της δυνατότητας χορήγησης άδειας λαμβάνουν υπόψη τους την ικανότητα και αξιοπιστία του αιτούντος. Η άδεια δύναται να ανασταλε ή ανακληθεί από τις αρμόδιες αρχές στην περίπτωση που υπάρχουν βάσιμοι λόγοι που να πιστοποιούν ότι ο κάτοχος της άδειας δεν είναι πλέον αξιόπιστος και ικανός να κατέχει σχετική άδεια και ότι δεν πληρούνται πλέον οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες εκδόθηκε η εν λόγω άδεια.

3. Oι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα της διάθεσης στην αγορά διαβαθμισμένων ουσιών που υπάγονται στην κατηγορία 2 του παραρτήματος Ι πρέπει να καταχωρούν στις αρμόδιες αρχές τις διευθύνσεις των εγκαταστάσεων στις οποίες παρασκευάζουν ή εμπορεύονται τις εν λόγω ουσίες και να κοινοποιούν σε αυτές κάθε τυχόν αλλαγή.

Άρθρο 4 Δήλωση του πελάτη και έγκριση

1. Κάθε επιχείρηση εγκατεστημένη στην Κοινότητα που προμηθεύει πελάτη με διαβαθμισμένη ουσία των κατηγοριών 1 και 2 του παραρτήματος Ι του παρόντος κανονισμού, οφείλει να λάβει από τον πελάτη δήλωση στην οποία να αναγράφεται(-ονται) η (οι) συγκεκριμένη(-ες) χρήση(-εις) των διαβαθμισμένων ουσιών. Για κάθε διαβαθμισμένη ουσία απαιτείται ξεχωριστή δήλωση. Η δήλωση ανταποκρίνεται στο υπόδειγμα που εμφαίνεται στο σημείο 1 του παραρτήματος ΙΙΙ του παρόντος κανονισμού. Προκειμένου για νομικά πρόσωπα, η δήλωση γίνεται σε χαρτί που φέρει την επωνυμία τους.

2. Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο εγκατεστημένο στην Κοινότητα που προμηθεύει τακτικά ένα πελάτη με διαβαθμισμένη ουσία που περιλαμβάνεται στην κατηγορία 2 του παραρτήματος Ι του παρόντος κανονισμού μπορεί να δεχθεί την υποκατάσταση της δήλωσης μεμονωμένων συναλλαγών με μία ενιαία δήλωση για περισσότερες συναλλαγές πραγματοποιούμενες εντός ενός έτους κατ' ανώτατο όριο, εφόσον ο προμηθευτής βεβαιώνεται για την τήρηση των ακολούθων προϋποθέσεων:

α. ο πελάτης έχει προμηθευτεί από τον προμηθευτή την εν λόγω ουσία τουλάχιστον τρεις φορές κατά το προηγούμενο δωδεκάμηνο,

β. δεν υπάρχει λόγος να υποθέσει ο προμηθευτής ότι η ουσία προορίζεται για παράνομη χρήση,

γ. οι παραγγελθείσες ποσότητες δεν υπερβαίνουν τις συνήθεις παραγγελίες του συγκεκριμένου πελάτη.

Η δήλωση ανταποκρίνεται στο υπόδειγμα που εμφαίνεται στο σημείο 2 του παραρτήματος ΙΙΙ του παρόντος κανονισμού. Προκειμένου για νομικά πρόσωπα, η δήλωση γίνεται σε χαρτί που φέρει την επωνυμία τους..

3. Κάθε επιχείρηση κάτοχος της άδειας που αναφέρεται στο άρθρο 3 προμηθεύει διαβαθμισμένες ουσίες της κατηγορίας 1 του παραρτήματος Ι μόνο σε πρόσωπα που έχουν άδεια κατά την έννοια του άρθρου 3 ή έχουν υπογράψει δήλωση πελάτη σύμφωνα με τις προαναφερόμενες παραγράφους 1 και 2.

4. Κάθε επιχείρηση που προμηθεύει ουσίες που καθορίζονται στην κατηγορία 1 του παραρτήματος Ι τηρεί επικυρωμένο και χρονολογημένο αντίγραφο της δήλωσης του πελάτη, ώστε να πιστοποιείται ότι αποτελεί ακριβές αντίγραφο του πρωτότυπου. Το εν λόγω έγγραφο πρέπει απαρεγκλίτως να συνοδεύει τις ουσίες της κατηγορίας 1 κατά τη διακίνησή τους εντός της Κοινότητας και πρέπει να παρουσιάζεται στις αρχές που είναι αρμόδιες για τον έλεγχο του περιεχομένου των οχημάτων που τις μεταφέρουν όποτε το ζητήσουν.

Άρθρο 5 Τεκμηρίωση

1. Οι επιχειρήσεις οφείλουν να διασφαλίζουν ότι όλες οι συναλλαγές που οδηγούν στη διάθεση στην αγορά διαβαθμισμένων ουσιών των κατηγοριών 1 και 2 του παραρτήματος τεκμηριώνονται δεόντως σύμφωνα με τις παραγράφους 2 έως 5.

2. Τα εμπορικά έγγραφα, όπως τιμολόγια, παραστατικά, διοικητικά έγγραφα, έγγραφα μεταφοράς και άλλα έγγραφα αποστολής, πρέπει να περιλαμβάνουν επαρκείς πληροφορίες ώστε να προσδιορίζονται με βεβαιότητα τα ακόλουθα:

α. η ονομασία της διαβαθμισμένης ουσίας, των κατηγοριών 1 και 2 του παραρτήματος Ι.

β. η ποσότητα και το βάρος της διαβαθμισμένης ουσίας και, εφόσον αυτή συνίσταται σε μείγμα, η ποσότητα και το βάρος του μείγματος καθώς και η ποσότητα και το βάρος ή το ποσοστό κατά βάρος της ουσίας ή των ουσιών των κατηγοριών 1 και 2 του παραρτήματος Ι οι οποίες περιέχονται στο μείγμα,

γ. το όνομα και η διεύθυνση του προμηθευτή, του διανομέα και του παραλήπτη.

3. Η τεκμηρίωση πρέπει επιπλέον να περιέχει μία δήλωση του πελάτη όπως αναφέρεται στο άρθρο 4.

4. Oι επιχειρήσεις πρέπει να τηρούν τα αναγκαία έγγραφα για τις δραστηριότητές τους στο μέτρο που αυτό είναι αναγκαίο για την τήρηση των υποχρεώσεών τους κατά την έννοια της παραγράφου 1.

5. Tα έγγραφα που αναφέρονται στα παραπάνω σημεία 1 έως 4 πρέπει να φυλάσσονται, για περίοδο τριών τουλάχιστον ετών από το τέλος του ημερολογιακού έτους κατά το οποίο πραγματοποιήθηκε η πράξη που αναφέρεται στο σημείο 1, και να είναι αμέσως διαθέσιμα για κάθε έλεγχο τον οποίο ενδέχεται να ζητήσουν οι αρμόδιες αρχές.

Άρθρο 6 Eξαιρέσεις

Οι υποχρεώσεις που προβλέπονται στα άρθρα 3, 4 και 5 δεν ισχύουν για τις συναλλαγές που αφορούν διαβαθμισμένες ουσίες της κατηγορίας 2 του παραρτήματος Ι εφόσον οι ενεχόμενες ποσότητες δεν υπερβαίνουν εκείνες που αναφέρονται στο Παράρτημα ΙΙ

Άρθρο 7 Επισήμανση

Οι επιχειρήσεις διασφαλίζουν ότι τοποθετούνται ετικέτες στις διαβαθμισμένες ουσίες των κατηγοριών 1 και 2 του παραρτήματος Ι πριν από τη διάθεσή τους στην αγορά. Στις εν λόγω ετικέτες πρέπει να αναγράφονται οι ονομασίες των ουσιών όπως αυτές μνημονεύονται στο παράρτημα Ι. Οι επιχειρήσεις μπορούν επιπλέον να τοποθετούν τις συνήθεις ετικέτες τους.

Άρθρο 8 Κοινοποίηση διαβαθμισμένων ουσιών στις αρμόδιες αρχές

1. Οι επιχειρήσεις κοινοποιούν αμέσως στις αρμόδιες αρχές οποιαδήποτε περιστατικά, όπως ασυνήθεις παραγγελίες ή συναλλαγές διαβαθμισμένων ουσιών, από τα οποία διαφαίνεται ότι οι ουσίες αυτές, που προορίζονται να διατεθούν στην αγορά ή να παρασκευαστούν, ενδέχεται να διοχετευθούν στην παράνομη παρασκευή ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών.

2. Οι επιχειρήσεις παρέχουν στις αρμόδιες αρχές τις γενικής φύσεως πληροφορίες που ενδέχεται οι εν λόγω αρχές να τους ζητήσουν όσον αφορά τις συναλλαγές τους σχετικά με τις διαβαθμισμένες ουσίες.

Άρθρο 9 Κατευθυντήριες γραμμές

1. Για να διευκολυνθεί η συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών, των επιχειρήσεων και της χημικής βιομηχανίας ιδίως όσον αφορά μη διαβαθμισμένες ουσίες που χρησιμοποιούνται συνήθως για την παράνομη παρασκευή ναρκωτικών ή ψυχοτρόπων ουσιών, η Επιτροπή, σύμφωνα με τη διαδικασία που μνημονεύεται στο άρθρο 15 παράγραφος 2, καταρτίζει και ενημερώνει κατευθυντήριες γραμμές με στόχο να βοηθηθεί η χημική βιομηχανία.

2. Οι κατευθυντήριες γραμμές παρέχουν κυρίως:

α. στοιχεία για τον τρόπο αναγνώρισης και κοινοποίησης ύποπτων συναλλαγών.

β. κατάλογο, που ενημερώνεται ανά τακτά διαστήματα, των μη διαβαθμισμένων ουσιών που χρησιμοποιούνται συνήθως για την παράνομη παρασκευή ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών ώστε να είναι σε θέση η βιομηχανία να παρακολουθεί σε εθελοντική βάση το εμπόριο των ουσιών αυτών.

γ. άλλα στοιχεία που τυχόν κρίνονται χρήσιμα.

3. Οι αρμόδιες αρχές διασφαλίζουν ότι οι κατευθυντήριες γραμμές και ο κατάλογος που μνημονεύεται στην παράγραφο 2 εδάφιο β διανέμονται τακτικά κατά τον τρόπο που θεωρούν ενδεδειγμένο οι αρμόδιες αρχές με βάση τους στόχους των κατευθυντήριων γραμμών.

Άρθρο 10 Εξουσίες και υποχρεώσεις των αρμόδιων αρχών

Για τη διασφάλιση της ορθής εφαρμογής των άρθρων 3 έως 7, κάθε κράτος μέλος εγκρίνει τα απαραίτητα μέτρα προκειμένου οι αρμόδιες αρχές να είναι σε θέση: :

α. να συλλέγουν πληροφορίες για οποιαδήποτε παραγγελία διαβαθμισμένων ουσιών ή πράξη που αφορά διαβαθμισμένες ουσίες .

β. να έχουν πρόσβαση στους επαγγελματικούς χώρους των επιχειρήσεων για τη συλλογή αποδεικτικών στοιχείων για παρατυπίες.

γ. να τηρούν το απόρρητο των επαγγελματικών πληροφοριών.

Άρθρο 11 Συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής

1. Κάθε κράτος μέλος ορίζει την αρμόδια αρχή ή αρχές που είναι υπεύθυνες για τη διασφάλιση της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή.

2. Για τους σκοπούς της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας και με την επιφύλαξη του άρθρου 15, εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 515/97 [20], και ιδίως οι διατάξεις περί του εμπιστευτικού χαρακτήρα των πληροφοριών. Οι αρμόδιες αρχές που ορίζονται σύμφωνα με το σημείο 1, ενεργούν ως αρμόδιες αρχές κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 2 του κανονισμού (EΟΚ) αριθ. 515/97.

[20] ΕΕ L 82, 22.3.1997, σ. 1.

Άρθρο 12 Κυρώσεις

Κάθε κράτος μέλος θεσπίζει τους κανόνες για τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση παραβίασης των διατάξεων του παρόντος κανονισμού και λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα για τη διασφάλιση της εφαρμογής τους. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις πρέπει να είναι επαρκείς, αναλογικές και αποτρεπτικές. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τις εν λόγω διατάξεις στην Επιτροπή εντός [δεκαοκτώ μηνών] το αργότερο και της κοινοποιούν αμελλητί οιαδήποτε τροποποίησή τους.

Άρθρο 13 Ανακοινώσεις των κρατών μελών

1. Προκειμένου να αναπροσαρμόζονται, στο μέτρο του δυνατού, οι διατάξεις για την παρακολούθηση των διαβαθμισμένων ουσιών, οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών ανακοινώνουν κάθε χρόνο στην Επιτροπή κάθε πληροφορία σχετική με την εφαρμογή των μέτρων παρακολούθησης που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία, ιδίως όσον αφορά τις ουσίες που χρησιμοποιούνται για την παράνομη παρασκευή ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών καθώς και τις μεθόδους παράνομης διοχέτευσης και παρασκευής.

2. Με βάση τις ανακοινώσεις που διενεργούνται δυνάμει της παραγράφου 1, η Επιτροπή καταρτίζει, σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 12 της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών και ύστερα από διαβούλευση με τα κράτη μέλη, ετήσια έκθεση που υποβάλλεται στη Διεθνή Επιτροπή Ελέγχου Ναρκωτικών.

Άρθρο 14 Διαδικασία εφαρμογής

Σύμφωνα με τη διαδικασία που μνημονεύεται στο άρθρο 15 παράγραφος 2, εγκρίνονται τα ακόλουθα απαραίτητα μέτρα για την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού.

1. Καθορισμός, εφόσον κρίνεται απαραίτητο, των όρων που εφαρμόζονται για την τεκμηρίωση και επισήμανση μειγμάτων και παρασκευασμάτων που περιέχουν τις ουσίες που απαριθμούνται στην κατηγορία 2 του παραρτήματος Ι, όπως προβλέπεται στα άρθρα 5 και 6.

2. Τροποποίηση των παραρτημάτων του παρόντος κανονισμού, σε περίπτωση τροποποίησης των πινάκων του παραρτήματος της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών.

3. Τροποποιήσεις των κατωφλίων που ορίζονται στο παράρτημα ΙΙ.

4. Το έντυπο της δήλωσης του πελάτη που μνημονεύεται στα σημεία 1 και 2 του άρθρου 4, καθώς και αναλυτικοί κανόνες που αφορούν της χρήση τους.

Άρθρο 15 Σύσταση επιτροπής

1. Η Επιτροπή επικυρείται από την επιτροπή που συνεστήθη με το άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3677/90.

2. Σε περίπτωση παραπομπής στην εν λόγω παράγραφο, ισχύουν τα άρθρα 4 και 7 της απόφασης 1999/468/EΚ, με βάση τις διατάξεις του άρθρου 8. Η περίοδος που μνημονεύεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 της απόφασης 1999/468/ΕΚ ορίζεται σε τρεις μήνες

3. Η επιτροπή εγκρίνει τον εσωτερικό κανονισμό της.

Άρθρο 16 Ενημέρωση για τα μέτρα που λαμβάνουν τα κράτη μέλη

Κάθε κράτος μέλος ενημερώνει την Επιτροπή για τα μέτρα που λαμβάνει κατ'εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

Η Επιτροπή ανακοινώνει τα εν λόγω στοιχεία στα υπόλοιπα κράτη μέλη.

Άρθρο 17 Κατάργηση

1. Η οδηγία 92/109/EΟΚ του Συμβουλίου, οι οδηγίες 93/46/ΕΟΚ και 2001/8/EΚ, και οι κανονισμοί (ΕΟΚ) αριθ. 1485/96 και (EΚ) αριθ. 1533/2000 καταργούνται.

2. Οι παραπομπές στις καταργηθείσες οδηγίες ή κανονισμούς θεωρούνται παραπομπές στον παρόντα κανονισμό.

3. Η εγκυρότητα των αδειών και των δηλώσεων του πελάτη που έχουν χορηγηθεί σύμφωνα με τις προαναφερόμενες οδηγίες ή κανονισμούς δεν επηρεάζεται από το γεγονός της αντικατάστασής τους από τον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 18 Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα μετά τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα του τα μέρη και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος Ο Πρόεδρος

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Κατηγορια 1

>TABLE POSITION>

Κατηγορια 2

>TABLE POSITION>

Κατηγορια 3

>TABLE POSITION>

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Ουσια // Κατωφλιο

Οξεικός ανυδρίτης // 100 l

Υπερμαγγανικό κάλιο // 100 kg

Ανθρανιλικό οξύ και τα άλατά του // 1 kg

Φαινυλοξεικό οξύ και τα άλατά του // 1 kg

Πιπεριδίνη και τα άλατά της // 0,5 kg

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

1. Υπόδειγμα δήλωσης μεμονωμένων συναλλαγών (κατηγορία 1 ή 2)

ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ ΠΕΛΑΤΗ ΟΠΟΥ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΖΟΝΤΑΙ ΟΙ ΧΡΗΣΕΙΣ ΟΥΣΙΑΣ ΥΠΑΓΟΜΕΝΗΣ ΣΤΙΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ 1 ή 2 (μεμονωμένες συναλλαγές)

Οι κάτωθι υπογεγραμμένοι,

Όνομα:

Διεύθυνση:

Κωδικός άδειας/έγκρισης/καταχώρισης:

(διαγράφεται η περιττή ένδειξη)

που εκδόθηκε στις από

(όνομα και διεύθυνση της αρμόδιας αρχής)

και ισχύει έως/επ'αόριστον

(διαγράφεται η περιττή ένδειξη)

έχουμε παραγγείλει στ..

Όνομα:

Διεύθυνση :

την ακόλουθη ουσία

Περιγραφή:

Κωδικός συνδυασμένης ονοματολογίας: Ποσότητα:

Η ουσία θα χρησιμοποιηθεί αποκλειστικά για

Βεβαιώνουμε ότι η υπόψη ουσία τότε μόνο θα μεταπωληθεί ή θα μεταβιβαστεί σε πελάτη εάν ο τελευταίος υπογράψει παρεμφερή δήλωση χρήσεως ή, σε ό,τι αφορά τις ουσίες της κατηγορίας 2, δήλωση αναφερόμενη σε πολλαπλές συναλλαγές.

Υπογραφή: Όνομα:

(με κεφαλαία)

Ιδιότητα: Ημερομηνία:

2. Υπόδειγμα δήλωσης πολλαπλών συναλλαγών (κατηγορία 1 ή 2)

ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ ΠΕΛΑΤΗ ΟΠΟΥ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΖΟΝΤΑΙ ΟΙ ΧΡΗΣΕΙΣ ΟΥΣΙΑΣ ΤΑΞΙΝΟΜΗΜΕΝΗΣ ΣΤΗΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ 2 (πολλαπλές συναλλαγές)

Οι κάτωθι υπογεγραμμένοι,

Όνομα:

Διεύθυνση:

Κωδικός καταχώρισης:

που έγινε στις από

(όνομα και διεύθυνση της αρμόδιας αρχής)

και ισχύει έως/επ'αόριστον (διαγράφεται η περιττή ένδειξη)

σκοπεύουμε να παραγγείλουμε στ... :

Όνομα:

Διεύθυνση :

την ακόλουθη ουσία

Περιγραφή:

Κωδικός συνδυασμένης ονοματολογίας: Ποσότητα:

Η ουσία θα χρησιμοποιηθεί αποκλειστικά για

και αντιστοιχεί σε ποσότητα η οποία κανονικά κρίνεται επαρκής για .......... μήνες (12 μήνες κατ' ανώτατο όριο)

Βεβαιώνουμε ότι η υπόψη ουσία τότε μόνο θα μεταπωληθεί ή θα μεταβιβαστεί σε πελάτη εάν ο τελευταίος υπογράψει παρεμφερή δήλωση χρήσεως ή δήλωση αναφερόμενη σε μεμονωμένες συναλλαγές.

Υπογραφή: Όνομα:

(με κεφαλαία)

Ιδιότητα Ημερομηνία

Top