Vyberte pokusně zaváděné prvky, které byste chtěli vyzkoušet

Tento dokument je výňatkem z internetových stránek EUR-Lex

Dokument 52000AR0134

Γνωμοδότηση της Επιτροπής των Περιφερειών για την Πρόταση απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με "Κοινοτικό πλαίσιο συνεργασίας για την προαγωγή της αειφόρου ανάπτυξης σε αστικό περιβάλλον"

ΕΕ C 317 της 6.11.2000, s. 33—34 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

52000AR0134

Γνωμοδότηση της Επιτροπής των Περιφερειών για την Πρόταση απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με "Κοινοτικό πλαίσιο συνεργασίας για την προαγωγή της αειφόρου ανάπτυξης σε αστικό περιβάλλον"

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 317 της 06/11/2000 σ. 0033 - 0034


Γνωμοδότηση της Επιτροπής των Περιφερειών για την Πρόταση απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με "Κοινοτικό πλαίσιο συνεργασίας για την προαγωγή της αειφόρου ανάπτυξης σε αστικό περιβάλλον"

(2000/C 317/12)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ,

έχοντας υπόψη την πρόταση απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με "Κοινοτικό πλαίσιο συνεργασίας για την προαγωγή της αειφόρου ανάπτυξης σε αστικό περιβάλλον" που υπεβλήθη από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή (COM(1999) 557 τελικό - 1999/0233 (COD))·

έχοντας υπόψη την απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 10ης Μαΐου 2000, σύμφωνα με τα άρθρα 175 παράγραφος 1 και 265 παράγραφος 1 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, να ζητήσει γνωμοδότηση της ΕΤΠ για αυτό το θέμα·

έχοντας υπόψη την απόφαση του Προέδρου της ΕΤΠ της 1ης Μαρτίου 2000 να αναθέσει στην επιτροπή 4 να καταρτίσει γνωμοδότηση για αυτό το θέμα·

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής "Προς ένα πρόγραμμα για το αστικό περιβάλλον στην Ευρωπαϊκή Ένωση" (COM(1997) 197 τελικό)·

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής "Αειφόρος αστική ανάπτυξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση: Πλαίσιο δράσης" (COM(1998) 605 τελικό)·

έχοντας υπόψη την απόφαση αριθ. 2179/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Σεπτεμβρίου 1998 περί αναθεωρήσεως του προγράμματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας σχετικά με την πολιτική και τη δράση για το περιβάλλον και τη βιώσιμη ανάπτυξη "Στόχος η αειφορία"·

έχοντας υπόψη το σχέδιο γνωμοδότησης (CdR 134/2000 rev.) που υιοθέτησε η επιτροπή 4 στις 11 Μαΐου 2000 με βάση εισηγητική έκθεση του κ. Alberto Ruiz-Gallardón (E/ΕΛΚ)·

εκτιμώντας ότι το άρθρο 174 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας προβλέπει την ανάπτυξη και εφαρμογή κοινοτικής πολιτικής για το περιβάλλον και εκθέτει τους στόχους και τις αρχές που πρέπει να κατευθύνουν την εν λόγω πολιτική·

εκτιμώντας ότι με το ψήφισμα του Συμβουλίου της 1ης Φεβρουαρίου 1993 σχετικά με ένα κοινοτικό πρόγραμμα πολιτικής και δράσης για το περιβάλλον και την αειφόρο ανάπτυξη και με την υιοθέτηση της απόφασης αριθ. 2179/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Σεπτεμβρίου 1998 περί αναθεωρήσεως του εν λόγω προγράμματος, η Κοινότητα επιβεβαίωσε τη βούληση να διατηρήσει τη γενική στρατηγική της προσέγγιση υπέρ της βιώσιμης ανάπτυξης·

υιοθέτησε, κατά την 34η σύνοδο ολομέλειάς της της 14ης και 15ης Ιουνίου 2000 (συνεδρίαση της 15ης Ιουνίου) την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1. Οι απόψεις και οι συστάσεις της Επιτροπής των Περιφερειών σχετικά με την πρόταση

1.1. Η ΕΤΠ επικροτεί την παρούσα πρόταση απόφασης, η οποία, συνεχίζοντας τη γενική στρατηγική προσέγγιση που υιοθέτησε η Επιτροπή στο πρόγραμμά της "Προς μια βιώσιμη ανάπτυξη", υποδηλώνει ότι οι πόλεις πρέπει να καταστούν ενεργοί εταίροι στην επίλυση των περιβαλλοντικών προβλημάτων που επηρεάζουν την ποιότητα ζωής των πολιτών τους.

1.2. Αναγνωρίζει την ανάγκη να αναπτυχθούν ολοκληρωμένες προσεγγίσεις εντός στρατηγικών πλαισίων, να αναληφθούν πολιτικές παρεμβάσεις για την επίλυση των προβλημάτων σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο και να εξευρεθούν με συνεκτικό και συντονισμένο τρόπο πολιτικές λύσεις, οι οποίες πρέπει να λαμβάνουν υπόψη και τα τοπικά οικονομικά, οικολογικά, κοινωνικά και πολιτιστικά προβλήματα, καθώς και τα προβλήματα κατοικίας και απασχόλησης, και να οδηγούν σε μεταβολή των καταναλωτικών συνηθειών των πολιτών και των επιχειρήσεων, όπως ακριβώς προτείνει η Επιτροπή στην πρότασή της.

1.3. Φρονεί, ακολουθώντας την κατεύθυνση που θέτει η Επιτροπή, ότι για την επίλυση των προβλημάτων σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο, πρέπει να ενθαρρυνθεί η ανταλλαγή πληροφοριών, ορθών πρακτικών και εμπειριών και η διακρατική συνεργασία μέσω της δημιουργίας ή της ενίσχυσης των υφιστάμενων δικτύων, πράγμα που προϋποθέτει την υπεύθυνη και ενεργό συμμετοχή των πόλεων.

1.4. Θεωρεί ότι πρέπει να εφαρμοσθούν κατά προτίμηση προληπτικοί μηχανισμοί στην πηγή των προβλημάτων και όχι διορθωτικά μέτρα, που είναι συχνά περίπλοκα και δαπανηρά. Προς τούτο, θα πρέπει να εφαρμοσθεί η Τοπική Ατζέντα 21 στις κοινωνικές πτυχές.

1.5. Κρίνει πολύ θετική την ειδική στήριξη προς τα δίκτυα πόλεων, τα οποία περιλαμβάνονται στις πολιτικές επιλογές που συνιστώνται στο Σχέδιο Ανάπτυξης του Κοινοτικού Χώρου (ΣΑΚΧ).

1.6. Κατανοεί ότι, σε πολλές περιπτώσεις, η διευθέτηση των περιβαλλοντικών προβλημάτων απαιτεί ένα πεδίο δράσης ευρύτερο από το πεδίο των πόλεων και ότι μια ολοκληρωμένη τοποθέτηση πρέπει να λαμβάνει επίσης υπόψη τις αστικές περιοχές ως σημείο αφετηρίας της συνοχής και ανάλυσης. Υπό αυτή την έννοια πρέπει να ερμηνευθεί και το σημείο 3.3 της ανακοίνωσης "Αειφόρος αστική ανάπτυξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση: Πλαίσιο δράσης".

1.7. Δεδομένου ότι οι μητροπολιτικές περιοχές περιλαμβάνουν πολλές συγκρούσεις μεταξύ των δήμων που τις απαρτίζουν και ότι στις πόλεις δημιουργούνται, επίσης, ισχυρές ροές που επιδρούν στο περιβάλλον όλης της περιφέρειας όπου ανήκουν, οι αρχές λήψης αποφάσεων οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη τις θεμιτές διεκδικήσεις για την άσκηση αυτής της εξουσίας τόσο σε περιφερειακό όσο και σε τοπικό επίπεδο, στα πλαίσια των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων σε κάθε κράτος μέλος, προς όφελος μιας βιώσιμης ανάπτυξης που να ανταποκρίνεται στην περίπλοκη πραγματικότητα των μητροπολιτικών περιοχών.

1.8. Για να επιτευχθεί η βιώσιμη ανάπτυξη στο αστικό περιβάλλον, η ΕΤΠ κρίνει απαραίτητη την ενίσχυση του ρόλου των περιφερειών, ανάλογα με το επίπεδο αρμοδιοτήτων τους σε κάθε κράτος μέλος. Θα πρέπει να αποφευχθούν οι ανεπάρκειες σε όλες τις λειτουργικές πτυχές: απαιτείται μια συνολική θεώρηση, η οποία να παρέχει στις δράσεις συγκεκριμένη δομή και να τις εντάσσει στη μητροπολιτική περιφέρεια. Σε πολλές περιπτώσεις, τα διοικητικά όρια υπερβαίνουν τα φυσικά όρια της πόλης. Η ανάλυση των αστικών περιοχών αποδεικνύει πάντα ισχυρές εισροές και εκροές υλικών και ενέργειας με περιφερειακή ή διαπεριφερειακή προέλευση ή προορισμό.

1.9. Για να τεθεί σε εφαρμογή η πρόταση, η ενημέρωση και η συνεργασία θα πρέπει να αποτελέσουν μόνιμο χαρακτηριστικό, όχι μόνο μεταξύ των πόλεων, αλλά και στο σύνολο των δικτύων των πόλεων και των περιφερειών.

1.10. Όσον αφορά το άρθρο 3, η ΕΤΠ σημειώνει ότι ο μεταγενέστερος προσδιορισμός των δράσεων προτεραιότητας και των κριτηρίων επιλογής, καθώς και οι δράσεις παρακολούθησης, θα πρέπει να ανατεθούν κατ' αποκλειστικότητα στις αρμόδιες εθνικές ή περιφερειακές αρχές.

1.11. Η ΕΤΠ υποστηρίζει τη μεγαλύτερη συμμετοχή των περιφερειών και των πόλεων σε μια επιτροπή που θα ορίζει τις δράσεις και τα κριτήρια, όχι μόνο για τους λόγους που αναφέρονται ανωτέρω, αλλά και λόγω του είδους των μεσοπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων στόχων, με στόχο την ενθάρρυνση των ολοκληρωμένων προσεγγίσεων και των στρατηγικών πολιτικών δράσεων που προβλέπει το πλαίσιο δράσης. Η συμμετοχή αυτή θα εξυπηρετούσε, επίσης, τη διασφάλιση μεγαλύτερου αντίκτυπου των δράσεων στις δημόσιες πολιτικές, τον συντονισμό τους με διάφορα περιφερειακά προγράμματα και άλλες μελλοντικές ολοκληρωμένες πρωτοβουλίες αστικής πολιτικής, οι οποίες θα απορρέουν από τα υπόλοιπα μέτρα του πλαισίου δράσης. Επίσης, θα προαγάγει την ενίσχυση των μελλοντικών περιφερειακών δικτύων, εκτός από τα ήδη υπάρχοντα, και όχι μόνο των δικτύων βιώσιμων ευρωπαϊκών πόλεων.

1.12. Η ΕΤΠ επισημαίνει ότι η μεγαλύτερη ένταξη των περιφερειών στο πλαίσιο δράσης θα δώσει τη δυνατότητα να επεκταθούν στις αστικές πολιτικές και στη δημιουργία του δικτύου πόλεων οι δράσεις και οι μηχανισμοί συνεργασίας που απορρέουν από άλλες πρωτοβουλίες που βρίσκονται σε εξέλιξη ή που έχουν προγραμματιστεί, όπως η πρωτοβουλία Ιnterreg.

1.13. Η ΕΤΠ ζητεί, εκτός από την ενεργό συνεργασία μεταξύ των ευρωπαϊκών περιφερειών και πόλεων, να ενθαρρυνθεί και η συμμετοχή των πανεπιστημίων, των ερευνητικών κέντρων, των δημόσιων οργανισμών, των ΜΚΟ και των επιχειρήσεων, προκειμένου να διερευνηθούν, να δοκιμαστούν και να εφαρμοσθούν οι καλύτερες λύσεις που είναι τεχνικά διαθέσιμες και που αποδεικνύεται ότι μολύνουν λιγότερο το περιβάλλον.

1.14. Η ΕΤΠ είναι πεπεισμένη ότι οι τυποποιημένοι, καθολικά αποδεκτοί και πρακτικά συγκρίσιμοι περιβαλλοντικοί δείκτες είναι το καλύτερο μέσο για τη διασφάλιση μιας ομοιογενούς αξιολόγησης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Οι δείκτες αυτοί θα πρέπει να χρησιμοποιούνται για την αξιολόγηση της περιβαλλοντικής κατάστασης των περιφερειών και των πόλεων, των δράσεων των δημοσίων αρχών και των σχεδίων και των προγραμμάτων που έχουν αντίκτυπο στις περιφέρειες και τις πόλεις.

1.15. Η ΕΤΠ υπογραμμίζει ότι, για να επιτευχθούν οι στόχοι της βιώσιμης ανάπτυξης, επιβάλλεται η προώθηση ολοκληρωμένων πολιτικών σχετικά με τις μεταφορές και την κινητικότητα και ότι, για τον σκοπό αυτό, έχουν καθοριστική σημασία οι ανταλλαγές και η συνεργασία επ' αυτών των θεμάτων.

1.16. Η ΕΤΠ προτείνει τη χρήση των νέων τεχνολογιών στις ολοκληρωμένες στρατηγικές διαχείρισης της αστικής ανάπτυξης.

1.17. Ο σεβασμός της αρχής της βιώσιμης ανάπτυξης στις αστικές περιοχές θα καταστήσει τις πόλεις κατοικήσιμες και κατοικημένες περιοχές, παρέχοντας στους κατοίκους τους έναν ολοκληρωμένο χώρο όπου θα μπορούν να ζουν, να εργάζονται και να απολαμβάνουν χώρους ανάπαυσης και αναψυχής.

Βρυξέλλες, 15 Ιουνίου 2000.

Ο Πρόεδρος

της Επιτροπής των Περιφερειών

Jos Chabert

Nahoru