EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 51998AC0109

Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Πρόταση κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 58/97 για τις στατιστικές διάρθρωσης των επιχειρήσεων»

ΕΕ C 95 της 30.3.1998, p. 43 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

51998AC0109

Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Πρόταση κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 58/97 για τις στατιστικές διάρθρωσης των επιχειρήσεων»

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 095 της 30/03/1998 σ. 0043


Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Πρόταση κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 58/97 για τις στατιστικές διάρθρωσης των επιχειρήσεων» () (98/C 95/11)

Στις 6 Οκτωβρίου 1997, και σύμφωνα με το άρθρο 198 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την ανωτέρω πρόταση.

Το τμήμα οικονομικών, δημοσιονομικών και νομισματικών υποθέσεων, στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 8 Ιανουαρίου 1998 με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. Kenneth Walker.

Κατά την 351η σύνοδο ολομέλειάς της της 28ης και 29ης Ιανουαρίου 1998 (συνεδρίαση της 28ης Ιανουαρίου 1998), η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 83 ψήφους υπέρ, 3 κατά και 2 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1. Εισαγωγή

1.1. Ο γενικός σκοπός του κανονισμού είναι να επιβάλει στα κράτη μέλη να παρέχουν στην Eurostat συγκρίσιμα και εναρμονισμένα στατιστικά στοιχεία σχετικά με τη διάρθρωση, τη δραστηριότητα, την ανταγωνιστικότητα και τις επιδόσεις των επιχειρήσεων του ασφαλιστικού τομέα σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

1.2. Τα κράτη μέλη είναι υπεύθυνα για τη συλλογή των στοιχείων στην πράξη και για τις μεθόδους που θα εφαρμοσθούν τελικά. Ο κανονισμός ορίζει τους κανόνες, τα πρότυπα και τους ορισμούς που απαιτούνται για τη συλλογή, την επεξεργασία, τη διαβίβαση και την αξιολόγηση των στατιστικών στοιχείων του ασφαλιστικού τομέα ανά την Ευρωπαϊκή Ένωση. Βασίζεται κυρίως σε υφιστάμενη νομοθεσία της ΕΕ (όπως η οδηγία 91/674/ΕΟΚ της 20ής Δεκεμβρίου 1991, η οδηγία 92/49/ΕΟΚ της 18ης Ιουνίου 1992 και η οδηγία 92/96/ΕΟΚ της 10ης Νοεμβρίου 1992) που θεσπίζει μέτρα για την εναρμόνιση των ετήσιων και των παγιωμένων λογαριασμών των ασφαλιστικών επιχειρήσεων ή για το άνοιγμα της εσωτερικής αγοράς στις άμεσες ασφαλίσεις ζωής και στις ασφαλίσεις εκτός κλάδου ζωής. Πολλά χαρακτηριστικά περιλαμβάνονται επίσης στα δελτία που επιστρέφουν οι επιχειρήσεις για λόγους εποπτείας. Ως εκ τούτου, και επίσης σε σχέση με το άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 58/97, το σχέδιο κανονισμού δεν προσδιορίζει τις μεθόδους συλλογής που θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν στην πράξη.

1.3. Όλα τα κράτη μέλη συλλέγουν σήμερα στατιστικά στοιχεία επί του αναγνωρισμένου πληθυσμού των ασφαλιστικών επιχειρήσεων (με βάση τους δημοσιευμένους λογαριασμούς ή τα δελτία που χρησιμοποιούνται για σκοπούς εποπτείας). Η Eurostat άρχισε το 1994, με την υποστήριξη των κρατών μελών, να συλλέγει, σε εθελοντική βάση, ως επί το πλείστον μη εναρμονισμένα στατιστικά στοιχεία για τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις. Το σχέδιο κανονισμού βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στα υφιστάμενα κυκλώματα συλλογής στοιχείων. Στην πράξη θα σημάνει τη συλλογή ελάχιστων πρόσθετων στοιχείων, για έναν περιορισμένο μόνο αριθμό κρατών μελών.

1.4. Η Επιτροπή πιστεύει ότι μια νομική βάση είναι σήμερα απαραίτητη για να διασφαλισθεί η βελτίωση τόσο της ποιότητας όσο και της αξιοπιστίας των ασφαλιστικών στοιχείων που πρέπει να συλλεχθούν, να υποστούν επεξεργασία και να διαβιβασθούν.

1.5. Η Επιτροπή αισθάνεται, επίσης, ότι η προοδευτική ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς των ασφαλιστικών υπηρεσιών και η κατάρτιση του Σχεδίου Δράσης για την Ενιαία Αγορά έχουν αυξήσει σημαντικά την ανάγκη για αξιόπιστες κοινοτικές στατιστικές για αυτόν τον κλάδο.

2. Οι προτάσεις της Επιτροπής

2.1. Η Επιτροπή έχει τρεις στόχους

2.2. Πρώτον, την εγκαθίδρυση ενός κοινού πλαισίου για τη συλλογή, τη διαβίβαση και την αξιολόγηση των κοινοτικών στατιστικών για τη διάρθρωση, τη δραστηριότητα και τις επιδόσεις της βιομηχανίας ασφαλιστικών υπηρεσιών. Οι στατιστικές που θα καταρτισθούν αποσκοπούν στη βελτίωση της γνώσης της εθνικής, κοινοτικής και διεθνούς ανάπτυξης του ασφαλιστικού τομέα. Το στατιστικό σύστημα που θα διαμορφωθεί θα ανταποκρίνεται στις ανάγκες πληροφόρησης της Επιτροπής, των κυβερνήσεων των κρατών μελών, της ίδιας της ασφαλιστικής βιομηχανίας (με τις επιχειρήσεις και τους πελάτες της) και ενός ευρέος φάσματος άλλων χρηστών.

2.2.1. Δεύτερον, τη συνέχιση της ενίσχυσης του κοινοτικού στατιστικού συστήματος, χρησιμοποιώντας στην παραγωγή των ασφαλιστικών στατιστικών κοινοτικά στατιστικά εργαλεία όπως η ταξινόμηση των δραστηριοτήτων (NACE Αναθ. 1 - Κανονισμός του Συμβουλίου (ΕΟΚ) αριθ. 761/93 της 24ης Μαρτίου 1993) και η ταξινόμηση των προϊόντων κατά δραστηριότητα (CPA - Κανονισμός του Συμβουλίου (ΕΟΚ) αριθ. 3696/93 της 29ης Οκτωβρίου 1993).

2.2.2. Τρίτον, την παροχή ευελιξίας ώστε να καταστούν δυνατές ελάσσονες αλλαγές, ιδίως στον κατάλογο των δεικτών που θα πρέπει να συλλέγονται στο μέλλον (χρήση της απόφασης του Συμβουλίου αριθ. 87/373/ΕΟΚ της 13ης Ιουλίου 1987 περί «Επιτροπολογίας»). Στο πλαίσιο της διαδικασίας επιτροπολογίας, όπως ορίζεται στο άρθρο 13 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 58/97, το άρθρο 12 του ίδιου κανονισμού-πλαίσιο προβλέπει (στο εδάφιό του i) την ευελιξία - υπό ορισμένες προϋποθέσεις - ενημέρωσης του καταλόγου των χαρακτηριστικών.

2.3. Το σχέδιο κανονισμού υποβλήθηκε στην Επιτροπή Ασφαλειών τον Απρίλιο του 1996 και στην Επιτροπή Στατιστικού Προγράμματος στις 17 Μαρτίου 1997. Και οι δύο επιτροπές τάσσονται υπέρ της νομοθετικής πράξης.

2.3.1. Ωστόσο, ορισμένα κράτη μέλη εξέφρασαν επιφυλάξεις όσον αφορά την επέκταση των αιτήσεων υποβολής στοιχείων που επιβάλλονται στις ασφαλιστικές εταιρείες. Πρόσθετες επιβαρύνσεις συμπλήρωσης εντύπων από τις επιχειρήσεις και επεξεργασίας στοιχείων από τις ενδιαφερόμενες εθνικές αρχές δεν θα ήταν καθόλου ευπρόσδεκτες.

2.4. Για τα στοιχεία που πρέπει να συλλέγονται (στοιχεία που δημοσιεύονται ή που παρέχονται στο πλαίσιο της οικονομικής εποπτείας των ασφαλιστικών επιχειρήσεων), ο πληθυσμός των εμπλεκόμενων επιχειρήσεων είναι ο συνολικός πληθυσμός. Για τα στοιχεία που δεν αποτελούν ακόμη μέρος των υφιστάμενων διαδικασιών συλλογής στοιχείων και δεν διατίθενται από άλλες πηγές, τα κράτη μέλη είναι ελεύθερα να χρησιμοποιούν τεχνικές δειγματοληψίας και μεθόδους στατιστικής εκτίμησης, όπως ορίζεται στο άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 58/97.

2.4.1. Όταν στις μεθόδους δειγματοληψίας συμπεριλαμβάνονται οι Μικρές και Μεσαίες Επιχειρήσεις, η δυνατότητα να μην ερωτηθούν οι εν λόγω επιχειρήσεις είναι ανοικτή στα κράτη μέλη, τα οποία σ' αυτή την περίπτωση θα πρέπει να χρησιμοποιήσουν μεθόδους στατιστικής εκτίμησης, προκειμένου να καταρτίσουν τον πλήρη κατάλογο των μεταβλητών για τον εξεταζόμενο πληθυσμό.

2.5. Στο πλαίσιο της τρέχουσας συνεργασίας με το Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ίδρυμα, η Επιτροπή θεωρεί τις Στατιστικές Ασφαλιστικών Υπηρεσιών απαραίτητες στο ευρύτερο πλαίσιο των στατιστικών που απαιτούνται για την Οικονομική και Νομισματική Ένωση.

3. Γενικές παρατηρήσεις

3.1. Η ΟΚΕ επαναλαμβάνει σταθερά την υποστήριξή της προς όλα τα μέτρα που αποσκοπούν στη βελτίωση της λειτουργίας της Ενιαίας Αγοράς και την άρση των εναπομεινάντων εμποδίων για την ολοκλήρωσή της. Αναγνωρίζει την πρόοδο που έχει συντελεσθεί προς την οικοδόμηση μιας Ευρωπαϊκής Ενιαίας Αγοράς ασφαλιστικών υπηρεσιών με τη δεύτερη γενιά οδηγιών για τις ασφάλειες ζωής και λοιπών κλάδων () στις αρχές της δεκαετίας του 1990 και με την τρίτη γενιά αντίστοιχων οδηγιών, που τέθηκε σε ισχύ την 1η Ιουλίου 1994 ().

3.2. Η αποτελεσματική παρακολούθηση αυτής της αγοράς απαιτεί την ύπαρξη ακριβών, αξιόπιστων, τακτικών, έγκαιρων, εναρμονισμένων και συγκρίσιμων στατιστικών στοιχείων. Η ΟΚΕ υποστηρίζει, επομένως, κατ' αρχήν τις παρούσες προτάσεις της Επιτροπής.

3.3. Ωστόσο, η συλλογή, η επεξεργασία και η διαβίβαση αυτών των στοιχείων επιβάλλουν μια διπλή επιβάρυνση: πρώτον, στις επιχειρήσεις, οι οποίες πρέπει να παρέχουν τα μη επεξεργασμένα δεδομένα σχετικά με τις δραστηριότητές τους και, δεύτερον, στις εθνικές διοικητικές αρχές κάθε κράτους μέλους, που είναι υπεύθυνες για τη συνάθροιση των παρεχόμενων δεδομένων και τη διαβίβασή τους στη Eurostat.

3.3.1. Η ΟΚΕ συμμερίζεται, συνεπώς, τις επιφυλάξεις που έχουν εκφρασθεί να μην αυξηθούν αδικαιολόγητα αυτές οι επιβαρύνσεις.

3.3.2. Όπως σε όλες τις συναφείς περιπτώσεις, είναι απαραίτητο να εξευρεθεί μια ισορροπία μεταξύ των αναγκών των χρηστών των πληροφοριών και των επιβαρύνσεων που επιβάλλονται στους παρόχους τους. Οι πληροφορίες, όπως και κάθε άλλο προϊόν, πρέπει να είναι αποτελεσματικές από άποψη κόστους 7 με άλλα λόγια, η αξία των παραγόμενων πληροφοριών δεν πρέπει να υπερβαίνει το κόστος της απόκτησής τους.

3.3.3. Για αυτούς τους λόγους, η ΟΚΕ φρονεί ότι θα ήταν σκόπιμο αυτό το στοιχείο του στατιστικού συστήματος να αποτελέσει αντικείμενο σχεδίου της πρωτοβουλίας SLIM.

3.4. Η ΟΚΕ θεωρεί απίθανο να είναι οι παραγόμενες στατιστικές ιδιαίτερα χρήσιμες για τις ασφαλιστικές εταιρείες, τους πελάτες τους ή άλλους χρήστες του ιδιωτικού τομέα, λόγω της καθυστέρησης στη δημοσίευσή τους. Τυπικά, οι πληροφορίες που συγκεντρώνονται για τον ασφαλιστικό τομέα από ιδιωτικούς οργανισμούς έρευνας της αγοράς παράγονται επί τριμηνιαίας βάσεως και διατίθενται ένα μήνα μετά τη λήξη κάθε τριμήνου. Οι εθνικές στατιστικές παράγονται σε ετήσια βάση και, αναπόφευκτα, υπάρχει μεγαλύτερη καθυστέρηση στην κατάρτιση των δελτίων της Eurostat. Η καθυστέρηση αυτή μειώνει τη βιωσιμότητά τους για εμπορική χρήση. Αυτό δεν σημαίνει, φυσικά, ότι δεν είναι σημαντικές για τη μακροοικονομική διαχείριση.

3.5. Δεν μπορεί να επιτευχθεί πραγματική συγκρισιμότητα των στατιστικών στοιχείων, αν δεν είναι συγκρίσιμες και οι αγορές ασφαλειών. Οι παραμένουσες διαφορές στη φύση και τη λειτουργία των αγορών ασφαλειών των κρατών μελών πιθανότατα θα δυσχεράνουν την επίτευξή της.

3.6. Η ΟΚΕ σημειώνει ότι τα κράτη μέλη είναι ελεύθερα να διοργανώνουν τις στατιστικές έρευνες κατά την κρίση τους και ότι δύνανται να επιλέξουν την απαλλαγή των ΜΜΕ από τη συμμετοχή στις έρευνες αυτές, συμπληρώνοντας τα σχετικά δεδομένα με τη χρήση μεθόδων στατιστικής επαγωγής. Αν και εγκρίνει το στόχο της ελάφρυνσης κατ' αυτόν τον τρόπο των επιβαρύνσεων για τις ΜΜΕ, η ΟΚΕ επισημαίνει ότι οι διαφορές μεταξύ των κρατών μελών όσον αφορά τον τρόπο άσκησης αυτής της επιλογής ενδέχεται να υπονομεύσουν περαιτέρω τη συγκρισιμότητα των παραγόμενων στατιστικών πληροφοριών.

4. Συμπεράσματα

Σε τελική ανάλυση, η ΟΚΕ εγκρίνει την πρόταση κανονισμού της Επιτροπής με τις ανωτέρω επιφυλάξεις, αλλά πιστεύει ότι θα πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο ενός σχεδίου της πρωτοβουλίας SLIM, για να προσδιορισθεί αν τα οφέλη αντισταθμίζουν το πρόσθετο κόστος που επιβάλλεται στις επιχειρήσεις και τις διοικητικές αρχές.

Βρυξέλλες, 28 Ιανουαρίου 1998.

Ο Πρόεδρος της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Tom JENKINS

() ΕΕ C 310 της 10.10.1997, σ. 5.

() Οδηγία του Συμβουλίου 90/619/ΕΟΚ της 8ης Νοεμβρίου 1990 για τις ασφάλειες ζωής. Οδηγία του Συμβουλίου 88/357/ΕΟΚ της 22ας Ιουνίου 1988 για τις ασφάλειες των άλλων κλάδων.

() Οδηγία του Συμβουλίου 92/96/ΕΟΚ της 10ης Νοεμβρίου 1992 για τις ασφάλειες ζωής. Οδηγία του Συμβουλίου 92/49/ΕΟΚ της 18ης Ιουνίου 1992 για τις ασφάλειες των άλλων κλάδων.

Top