Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 51996PC0496(01)

    Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (ΕΚ) ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την ενίσχυση της εποπτείας και του συντονισμού των δημοσιονομικών θέσεων

    /* COM/96/0496 τελικό - SYN 96/0247 */

    ΕΕ C 368 της 6.12.1996, p. 9–11 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

    51996PC0496(01)

    Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (ΕΚ) ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την ενίσχυση της εποπτείας και του συντονισμού των δημοσιονομικών θέσεων /* COM/96/0496 ΤΕΛΙΚΟ - SYN 96/0247 */

    Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 368 της 06/12/1996 σ. 0009


    Πρόταση κανονισμού (ΕΚ) του Συμβουλίου για την ενίσχυση της εποπτείας και του συντονισμού των δημοσιονομικών θέσεων (96/C 368/06) COM(96) 496 τελικό - 96/0247(SYN)

    (Υποβλήθηκε από την Επιτροπή στις 18 Οκτωβρίου 1996) ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΙΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 103 παράγραφος 5,

    την πρόταση της Επιτροπής,

    Σε συνεργασία με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

    Εκτιμώντας:

    (1) ότι η διατήρηση υγιούς δημοσιονομικής κατάστασης στα κράτη μέλη δημιουργεί κατάλληλες συνθήκες για διαρκή αύξηση της παραγωγής και της απασχόλησης 7 ότι η δημιοσιονομική πειθαρχία θα είναι αναγκαία στο τρίτο στάδιο της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης (ONE) για την εξασφάλιση νομισματικής σταθερότητας 7 (2) ότι οι εθνικές δημιοσιονομικές πολιτικές πρέπει να σχεδιάζονται κατά τρόπο που να αφήνει περιθώρια για την αντιμετώπιση έκτακτων και κυκλικών διαταραχών και για την αποφυγή υπερβολικών ελλειμμάτων 7 (3) ότι ο ρόλος ενός στενότερου συντονισμού των δημοσιονομικών πολιτικών είναι πολύ πιο σημαντικός στο πλαίσιο του ενιαίου νομίσματος 7 (4) ότι η τιμή αναφοράς του 3 % του ΑΕΠ για το δημοσιονομικό έλλειμμα, η οποία καθορίζεται στο άρθρο 1 του πρωτοκόλλου αριθ. 5 για τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος, πρέπει να θεωρείται ανώτατο όριο υπό κανονικές συνθήκες 7 ότι οι προϋπολογισμοί του δημόσιου τομέα θα πρέπει κατά συνέπεια να τείνουν μεσοπρόθεσμα προς θέσεις πλησίον της ισορροπίας ή πλεονασματικές, λαμβανομένων υπόψη των ιδιαίτερων εθνικών χαρακτηριστικών 7 (5) ότι πρέπει να διευρυνθεί η διαδικασία πολυμερούς εποπτείας που προβλέπεται στο άρθρο 103 παράγραφοι 3 και 4 με τη δημιουργία συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης, μέσω του οποίου το Συμβούλιο θα εφιστά την προσοχή ενός κράτους μέλους στην ανάγκη να λάβει διορθωτικά μέτρα για την αποφυγή υπερβολικού ελλείμματος 7 ότι η διαδικασία πολυμερούς εποπτείας θα πρέπει να συνεχίσει να χρησιμοποιείτα για την παρακαλούθηση του συνόλου των οικονομικών εξελίξεων σε κάθε κράτος μέλος και στην Κοινότητα, καθώς και της συνέπειας των οικονομικών πολιτικών με τους γενικούς προσανατολισμούς που προβλέπονται στο άρθρο 103 παράγραφος 2 7 (6) ότι ο παρών κανονισμός αποτελεί μέρος του συμφώνου σταθερότητας για την εξασφάλιση δημοσιονομικής πειθαρχίας στο τρίτο στάδιο της ΟΝΕ 7 ότι το σύμφωνο αυτό περιλαμβάνει δύο βασικά στοιχεία, δηλαδή την ενίσχυση της εποπτείας και του συντονισμού των δημοσιονομικών θέσεων, αφενός και, αφετέρου, την επιτάχυνση και διασαφήνιση της εφαρμογής της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος 7 ότι το δεύτερο από τα στοιχεία αυτά συνεπάγεται τον καθορισμό προθεσμιών για την εφαρμογή της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος και τη διευκρίνιση των προϋποθέσεων για την επιβολή κυρώσεων 7 (7) ότι οι κανόνες για την επιτάχυνση και τη διασαφήνιση της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος ορίζονται στον κανονισμό του Συμβουλίου [. . .] 7 (8) ότι τα κράτη μέλη που θα υιοθετήσουν το ενιαίο νόμισμα είναι εκείνα για τα οποία θα έχει διαπιστωθεί, σύμφωνα με το άρθρο 109 Ι, ότι έχουν επιτύχει υψηλό βαθμό σταθερής σύγκλισης, και ιδίως σταθερή δημοσιονομικη θέση 7 ότι η διατήρηση υγιών δημοσιονομικών θέσεων σε αυτά τα κράτη μέλη θα είναι αναγκαία για την εξασφάλιση νομισματικής σταθερότητας και τη δημιουργία κατάλληλων συνθηκών για διαρκή αύξηση της παραγωγής και της απασχόλησης 7 ότι αυτά τα κράτη μέλη πρέπει εφεξής να εννοούνται ως «κράτη μέλη χωρίς παρέκκλιση» κατά την έννοια του άρθρου 109 Κ 7 (9) ότι πρέπει να αξιοποιηθεί η χρήσιμη εμπειρία του αποκομίστηκε στα δύο πρώτα στάδια της ΟΝΕ από τη χρησιμοποίηση των προγραμμάτων σύγκλισης ως μέσων για τον καθορισμό στόχων και ως βάσης για την παρακολούθηση της κατάστασης 7 ότι πρέπει να απαιτηθεί από τα κράτη μέλη χωρίς παρέκκλιση να υποβάλλουν μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικά προγράμματα (εφεξής καλούμενα προγράμματα σταθερότητας) και να οριστεί το περιεχόμενο αυτών των προγραμμάτων 7 ότι πρέπει να καθοριστούν προθεσμίες για την υποβολή των προγραμμάτων σταθερότητας και για την περιοδική ενημέρωσή τους 7 (10) ότι, για την εξασφάλιση διαφάνειας και προϋποθέσεων για τεκμηριωμένη δημόσια συζήτηση, τα κράτη μέλη χωρίς παρέκκλιση πρέπει να ανακοινώνουν δημόσια τα προγράμματα σταθερότητάς τους 7 (11) ότι πρέπει να οριστούν κανόνες για την εξέταση των προγραμμάτων σταθερότητας από το Συμβούλιο 7 (12) ότι η παρακολούθηση των προγραμμάτων σταθερότητας πρέπει να γίνεται στο πλαίσιο της πολυμερούς εποπτείας 7 ότι πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στις αποκλίσεις από τους στόχους που καθορίζονται στα προγράμματα αυτά για το δημοσιονομικό πλεόνασμα/έλλειμμα 7 ότι, για να αποφευχθεί κάθε σοβαρή επιδείνωση του ελλείμματος ενός κράτους μέλους χωρίς παρέκκλιση, το Συμβούλιο θα πρέπει να απευθύνει συστάσεις στο κράτος μέλος, για τη λήψη διορθωτικών μέτρων 7 ότι, σε περίπτωση συνεχιζόμενων αποκλίσεων από τους δημοσιονομικούς στόχους, το Συμβούλιο θα πρέπει να κρίνει εάν είναι σκόπιμο να ενισχύσει και να ανακοινώσει δημόσια τις συστάσεις του 7 (13) ότι θα είναι επίσης αναγκαίο να οριστούν παρόμοιοι κανόνες για τα προγράμματα και την εποπτεία των άλλων κρατών μελών,

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

    ΤΜΗΜΑ 1 Προγράμματα σταθερότητας

    Άρθρο 1

    1. Κάθε κράτος μέλος χωρίς παρέκκλιση υποβάλλει στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή «πρόγραμμα σταθερότητας».

    2. Το πρόγραμμα σταθερότητας περιλαμβάνει:

    α) το μεσοπρόθεσμο στόχο και την πορεία προσαρμογής για το δημοσιονομικό πλεόνασμα/έλλειμμα ως ποσοστό του ΑΕΠ 7 την αναμενόμενη εξέλιξη του δημόσιου χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ 7 β) τις κυριότερες υποθέσεις για τις αναμενόμενες οικονομικές εξελίξεις, όπως αύξηση του ΑΕΠ σε πραγματικούς όρους, απασχόληση/ανεργία, πληθωρισμός και άλλες σημαντικές οικονομικές μεταβλητές 7 γ) περιγραφή των δημοσιονομικών μέτρων που λαμβάνονται για την επίτευξη των στόχων του προγράμματος 7 δ) δέσμευση για τη λήψη, εφόσον είναι αναγκαίο, συμπληρωματικών μέτρων για την αποφυγή αποκλίσεων από τους στόχους.

    3. Τα στοιχεία για την εξέλιξη του δημόσιου πλεονάσματος/ελλείμματος και του δημόσιου χρέους ως ποσοστών του ΑΕΠ και οι κυριότερες οικονομικές υποθέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχεία α) και β), καταρτίζονται σε ετήσια βάση και καλύπτουν, εκτός από το τρέχον και το προηγούμενο έτος, τουλάχιστον τα τρία επόμενα έτη.

    Άρθρο 2

    1. Τα προγράμματα σταθερότητας υποβάλλονται πριν από την 1η Ιανουαρίου 1999. Μετά την ημερομηνία αυτή υποβάλλονται κάθε χρόνο ενημερωμένα προγράμματα, το αργότερο δύο μήνες μετά την παρουσίαση στο εθνικό κοινοβούλιο του ετήσιου προϋπολογισμού από την κυβέρνηση κράτους μέλους. Ένα κράτος μέλος που τυγχάνει αρχικά παρέκκλισης που καταργείται στη συνέχεια σύμφωνα με το άρθρο 109 Κ παράγραφος 2, υποβάλλει πρόγραμμα σταθερότητας εντός έξι μηνών από την απόφαση κατάργησης της παρέκκλισης.

    2. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν δημόσια τα προγράμματα σταθερότητας και τα ενημερωμένα προγράμματά τους.

    ΤΜΗΜΑ 2 Εποπτεία των δημοσιονομικών θέσεων και σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης

    Άρθρο 3

    1. Με βάση τις εκτιμήσεις της Επιτροπής και της επιτροπής του άρθρου 109 Γ, το Συμβούλιο εξακριβώνει, λαμβάνοντας υπόψη τα ιδιαίτερα εθνικά χαρακτηριστικά, εάν ο μεσοπρόθεσμος δημοσιονομικός στόχος του προγράμματος σταθερότητας αντιστοιχεί σε θέση πλησίον της ισορροπίας ή πλεονασματική, εάν το πρόγραμμα βασίζεται σε εύλογες οικονομικές υποθέσεις και εάν τα μέτρα που λαμβάνονται ή προτείνονται επαρκούν για να θέσουν τη δημοσιονομική κατάσταση στην προβλεπόμενη πορεία προσαρμογής για την επίτευξη του μεσοπρόθεσμου στόχου.

    2. Το Συμβούλιο εξετάζει το πρόγραμμα σταθερότητας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 εντός δύο μηνών το αργότερο από την υποβολή του. Το Συμβούλιο, μετά από σύσταση της Επιτροπής και διαβούλευση με την επιτροπή του άρθρου 109 Γ, μπορεί να εγκρίνει το πρόγραμμα σταθερότητας. Εάν κρίνει ότι οι στόχοι και το περιεχόμενο του προγράμματος πρέπει να ενισχυθούν, το Συμβούλιο απευθύνει κατά γενικό κανόνα, σύμφωνα με το άρθρο 103 παράγραφος 4, σύσταση στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος να προσαρμόσει το πρόγραμμά του.

    3. Τα ενημερωμένα προγράμματα σταθερότητας εξετάζονται από την επιτροπή του άρθρου 109 Γ με βάση τις εκτιμήσεις της Επιτροπής 7 εάν είναι αναγκαίο, τα ενημερωμένα προγράμματα μπορούν επίσης να εξετάζονται από το Συμβούλιο σύμφωνα με τη διαδικασία των παραγράφων 1 και 2.

    Άρθρο 4

    1. Στο πλαίσιο της πολυμερούς εποπτείας που προβλέπεται στο άρθρο 103 παράγραφος 3, το Συμβούλιο παρακολουθεί την εφαρμογή των προγραμμάτων σταθερότητας, με βάση τα στοιχεία που γνωστοποιούν τα κράτη μέλη και τις εκτιμήσεις της Επιτροπής και της επιτροπής του άρθρου 109 Γ, προκειμένου ιδίως να εντοπίσει τις πραγματικές ή αναμενόμενες αποκλίσεις από το μεσοπρόθεσμο στόχο για το δημοσιονομικό πλεόνασμα/έλλειμμα (ή από την πορεία προσαρμογής για την επίτευξή του), όπως ορίζεται στο πρόγραμμα σταθερότητας.

    2. Εάν διαπιστωθεί απόκλιση από το μεσοπρόθεσμο στόχο (ή από την πορεία προσαρμογής για την επίτευξή του), το Συμβούλιο απευθύνει κατά γενικό κανόνα, σύμφωνα με το άρθρο 103 παράγραφος 4, σύσταση στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος να λάβει μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής.

    3. Εάν κατά την παρακολούθηση της κατάστασης διαπιστωθεί ότι η απόκλιση από το μεσοπρόθεσμο στόχο (ή από την πορεία προσαρμογής για την επίτευξή του) συνεχίζεται ή επιδεινώνεται, το Συμβούλιο απευθύνει κατά γενικό κανόνα σύσταση στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος να λάβει ειδικά διορθωτικά μέτρα και μπορεί, σύμφωνα με το άρθρο 103 παράγραφος 4, να ανακοινώσει δημόσια τη σύστασή του.

    4. Στο πλαίσιο της πολυμερούς εποπτείας που προβλέπεται στο άρθρο 103 παράγραφος 3, το Συμβούλιο αξιολογεί επίσης συνολικά τις πραγματικές και τις προβλεπόμενες δημοσιονομικές θέσεις για τη ζώνη της ΟΝΕ στο σύνολό της, όπως αυτές διαμορφώνονται με βάση τα προγράμματα σταθερότητας και τα ενημερωμένα προγράμματα των κρατών μελών.

    Άρθρο 5

    Στις εκθέσεις τους προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 103 παράγραφος 4 δεύτερο εδάφιο, ο Πρόεδρος του Συμβουλίου και η Επιτροπή παρουσιάζουν τα αποτελέσματα της εποπτείας που ασκείται στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού.

    Άρθρο 6

    Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την 1η Ιουλίου 1998.

    Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε όλα τα κράτη μέλη.

    Top