Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 51996AC1087

Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για το «Λευκό Βιβλίο - προετοιμασία των Συνδεδεμένων Κρατών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης για την ενσωμάτωσή τους στην εσωτερική αγορά»
(97/C 30/20)

ΕΕ C 30 της 30.1.1997, p. 59–72 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

51996AC1087

Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για το «Λευκό Βιβλίο - προετοιμασία των Συνδεδεμένων Κρατών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης για την ενσωμάτωσή τους στην εσωτερική αγορά» - (97/C 30/20) -

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 030 της 30/01/1997 σ. 0059


Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για το «Λευκό Βιβλίο - προετοιμασία των Συνδεδεμένων Κρατών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης για την ενσωμάτωσή τους στην εσωτερική αγορά»

(97/C 30/20)

Στις 14 Ιουλίου 1995 και, σύμφωνα με το άρθρο 198 Γ της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για το: «Λευκό Βιβλίο - προετοιμασία των Συνδεδεμένων Κρατών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης για την ενσωμάτωσή τους στην εσωτερική αγορά της Ένωσης».

Το τμήμα εξωτερικών σχέσεων, εμπορικής και αναπτυξιακής πολιτικής, στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, κατήρτισε τη γνωμοδότησή του στις 10 Σεπτεμβρίου 1996 (εισηγητής: ο κ. Masucci).

Η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, στη διάρκεια της 338ης συνόδου ολομέλειας στις 25 και 26 Σεπτεμβρίου 1996 (συνεδρίαση της 25ης Σεπτεμβρίου 1996) υιοθέτησε με 101 ψήφους υπέρ, 2 κατά και 2 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1. Εισαγωγή

1.1. Εάν το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Κοπεγχάγης εξέφρασε τη συμφωνία του ως προς τη δυν ατότητα να καταστούν μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης οι Συνδεδεμένες Χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης που το επιθυμούν, το Συμβούλιο της Έσσης προσδιόρισε τη στρατηγική για την προετοιμασία της προσχώρησης αυτής που θα βασίζεται στη «διαρθρωμένη σχέση» που προωθεί αμέσως μια συγκεκριμένη διαδικασία ενσωμάτωσης.

1.2. Είναι προφανής η βούληση να υποδειχθεί από την αρχή η μετάβαση προς την οικονομία της αγοράς και η δημοκρατία, ως προσανατολισμός που απαιτείται από τη διαδικασία ενσωμάτωσης, χρησιμοποιώντας γι'αυτό την εμπειρία που συσσωρεύθηκε κατά την οικοδόμηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

1.3. Οι δυσκολίες, τα προβλήματα και οι ανισότητες, που θα δημιουργηθούν κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αυτής, όχι μόνο στο εσωτερικό των ΧΚΑΕ, αλλά και στις χώρες της ΕΕ δεν μπορούν να μειώσουν την ιστορική σημασία αυτών των αποφάσεων.

1.3.1. Ο εμπλουτισμός που θα προκύψει από τη νέα αναδιοργανωμένη Ευρώπη είναι τεράστιας εμβέλειας και αυτό θα προκύψει όχι μόνο από τη διεύρυνση μιας περιοχής προβλεπόμενης ισχυρής οικονομικής ανάπτυξης, αλλά, επίσης, και από τις μεγάλες πολιτιστικές παραδόσεις με τις οποίες συνδεόμαστε ιστορικά, καθώς και από τη διεύρυνση της ζώνης ασφάλειας της ΕΕ.

Η ΟΚΕ εκφράζει την ευχή να είναι αυτός ο εμπλουτισμός αμοιβαίος και να αποβεί επωφελής για τους λαούς των κρατών που θα ενταχθούν στην Ένωση.

1.4. Τα προβλήματα και οι ανισότητες, που έχουν ήδη εκδηλωθεί, είναι προβλεπτές και πρέπει να αντιμετωπισθούν εγκαίρως, ή τουλάχιστον να αποφευχθούν και να αμβλυνθούν.

1.4.1. Τα προβλήματα αυτά αφορούν, ειδικότερα, όσον αφορά την ΕΕ, τις επιπτώσεις στην ΚΓΠ, στην περιφερειακή πολιτική, καθώς και στους πόρους που είναι αναγκαίοι για τη χρηματοδότηση των πολιτικών αυτών.

Γενικότερα, πρέπει να ληφθεί υπόψη επίσης η αύξηση των δυσκολιών στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων και στη διαχείριση μιας Ένωσης με 25 και περισσότερα κράτη μέλη.

1.5. Η ενσωμάτωση των ΧΚΑΕ στην Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί έναν μεγαλειώδη και πολυσύνθετο στόχο που θα πρέπει να αντιμετωπισθεί με δύο κυριότερες δυσκολίες:

- την απορρόφηση των κοινωνικών κεκτημένων εκ μέρους των χωρών που ξεκινούν με διαφορές στους θεσμούς, στις διοικητικές διαρθρώσεις και στην αγορά, στις κοινωνικές σχέσεις και στα δικαιώματα των πολιτών 7

- την οικονομική και κοινωνική παρακμή που ακολούθησε τις μεγάλες πολιτιστικές μεταβολές που άρχισαν το 1989, και η οποία εκδηλώθηκε με οικονομική ύφεση, υψηλό πληθωρισμό, μείωση της αγοραστικής δύναμης των μισθών και των συντάξεων, μείωση του επιπέδου κοινωνικής προστασίας και υψηλή ανεργία ().

1.6. Στο οικονομικό επίπεδο η ολοκλήρωση μιας εν δυνάμει μεγάλης αγοράς καταναλωτών θα πρέπει να θεωρηθεί από κοινού με τις δυσκολίες αναδιοργάνωσης ενός παραγωγικού και εμπορικού συστήματος, περιορισμένης αποτελεσματικότητας και πολύ συγκεντρωτικού χαρακτήρα.

1.6.1. Η αναγκαιότητα εκτεταμένων επενδύσεων για τις υποδομές και τις υπηρεσίες θα πρέπει να συγκριθεί με την απόλυτη έλλειψη εσωτερικών κεφαλαίων και τον κίνδυνο ισχυρών πληθωριστικών διαδικασιών.

Η αναμόρφωση της δημόσιας διοίκησης θα πρέπει να αντιμετωπίσει το πρόβλημα που θέτουν οι παλαιότερες γραφειοκρατικές υπηρεσίες.

1.7. Η πολιτική αστάθεια μαζί με την οικονομική και νομική αβεβαιότητα επηρέασε την είσοδο εξωτερικών κεφαλαίων, τα οποία κατευθύνθηκαν κυρίως στην Τσεχική Δημοκρατία, την Ουγγαρία, την Πολωνία, ενώ στις άλλες χώρες συγκεντρώθηκαν πολύ συχνά στις μεγάλες πόλεις, κυρίως της πρωτεύουσας, επιτρέποντας μια πιο ταχεία ανάπτυξη και μια αξιοσημείωτη προσφορά εργασίας. Αυτό, όμως, οδήγησε και σε αύξηση των οικονομικών και κοινωνικών ανισοτήτων μεταξύ των διαφόρων περιοχών κάθε χώρας υπερτονίζοντας τις διαφορές.

1.8. Στο επίπεδο της αγοράς εργασίας, η αναδιάρθρωση της οικονομίας και η αυξανόμενη ανεργία οδήγησε πολλούς εργαζομένους στη μετανάστευση προς δυτικές χώρες, έστω και αν τα τελευταία δύο έτη η ροή αυτή επιβραδύνθηκε αρκετά, λόγω της μεγαλύτερης προσοχής κατά τους ελέγχους στις χώρες προορισμού. Καταγράφονται, επίσης, επιστροφές στις χώρες καταγωγής, που σε μερικές περιπτώσεις οφείλονται στη βελτίωση της κατάστασης, και σε άλλες στο γεγονός ότι ένα τμήμα των μεταναστών δεν βρήκε ευκαιρία εργασίας και γνώρισε την περιθωριοποίηση.

1.9. Όλα αυτά οδήγησαν στην απογοήτευση ευρύτατου τμήματος του πληθυσμού και σε αντιδράσεις στις αλλαγές, διευκολύνοντας σε ορισμένες περιπτώσεις την ανάπτυξη πολιτικών δυνάμεων που καθοδηγούνται από μετριοπαθή στελέχη του προηγούμενου καθεστώτος, και τα οποία προτείνουν μια πιο βαθμιαία μετάβαση στην οικονομία της αγοράς, ούτως ώστε να αποφευχθούν, τουλάχιστον εν μέρει, οι υψηλές κοινωνικές συνέπειες που αυτές συνεπάγονται. Τα ίδια γεγονότα θα δώσουν τη δυνατότητα να αξιολογηθεί η αξιοπιστία μιας τέτοιας στρατηγικής.

1.10. Από το 1993, υπήρξε βελτίωση σε όλες τις χώρες, έστω με διαφορετικές εντάσεις. Παραμένουν, ωστόσο, όλα τα διαρθρωτικά προβλήματα μιας ισχυρά συγκεντρωτικής οικονομίας που απαιτεί βαθιές μεταβολές, αλλά δεν διαθέτει παγιωμένη επιχειρηματική τάξη με σύγχρονη διοίκηση, κατάλληλη τεχνολογία και μεγάλα κεφάλαια.

1.10.1. Ουσιαστικό ρόλο διαδραμάτισε τα χρόνια αυτά το κοινοτικό πρόγραμμα Phare, του οποίου η εγκυρότητα και η αποκλειστικότητα (μαζί με τα προβλήματα) αποτέλεσαν αντικείμενο εμπεριστατωμένης αξιολόγησης εκ μέρους της ΟΚΕ ().

1.10.2. Παρά τις μεγάλες δυσκολίες, ωστόσο, η ιδιωτικοποίηση και η αναδιοργάνωση των οικονομιών των ΧΚΑΕ υπήρξαν εκπληκτικά ταχύτατες με σαφείς αλλαγές (και αρχικά λάθη) στα πρότυπα παραγωγής και εμπορίου.

Στο μεγάλο τμήμα των ΧΚΑΕ το ήμισυ και περισσότερο του ΑΕγχΠ παράγεται τώρα από ιδιωτικές επιχειρήσεις (Βλέπε Παράρτημα 2).

1.11. Στο φως αυτού του πολιτικού, οικονομικού και κοινωνικού πλαισίου, θα πρέπει να εξετασθεί το Λευκό Βιβλίο που προετοιμάστηκε από την Επιτροπή.

2. Στόχοι και περιεχόμενα του Λευκού Βιβλίου

2.1. Το Λευκό Βιβλίο αποτελεί ένα περαιτέρω βήμα στη στρατηγική της προένταξης, η οποία κατά σειρά χαρακτηρίσθηκε:

- από την σύναψη των συμφωνιών σύνδεσης 7

- από την εγκαθίδρυση ενός «διαρθρωμένου διαλόγου» μεταξύ ΕΕ και Συνδεδεμένων Χωρών, σε τομείς υπερευρωπαϊκής διάστασης (ενέργεια, μεταφορές, περιβάλλον, επιστήμη και τεχνική), καθώς και στους τομείς της εξωτερικής πολιτικής και της ασφάλειας όπως επίσης της δικαιοσύνης και των εσωτερικών υποθέσεων 7

- από την εφαρμογή πολιτικών και τεχνικής βοήθειας στα πλαίσια μιας έντονης συνεργασίας, της οποίας ειδικότερα το πρόγραμμα Phare αποτέλεσε το κυριότερο μέσο.

2.2. Η ΔΔ που άρχισε στις 29 Μαρτίου 1996 στο Τορίνο, περιλαμβάνει μεταξύ των στόχων της, επίσης, την προετοιμασία των οργάνων και των πολιτικών της ΕΕ στη διεύρυνση.

Μόνο μετά την ολοκλήρωση της ΔΔ θα αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις για την ένταξη, η οποία συνεπάγεται την αποδοχή του συνόλου των νομοθετικών κειμένων της Κοινότητας. Η Επιτροπή όμως πρότεινε δεόντως στη φάση της προένταξης «μια διαδικασία για την αποδοχή εκ μέρους των συνδεδεμένων χωρών της νομοθεσίας στους κυριότερους τομείς» ().

Στόχος της στρατηγικής για την προένταξη είναι να καθορίσει ένα πρόγραμμα εργασίας για τις Συνδεδεμένες Χώρες, με στόχο τη σταδιακή αποδοχή των κοινοτικών κεκτημένων. Κατά τη στιγμή της προσχώρησης, οι ενδιαφερόμενες χώρες θα καταστούν τμήμα της εσωτερικής αγοράς και, για το λόγο αυτό, το Συμβούλιο της Έσσης έκρινε ότι η σχετική προετοιμασία θα πρέπει να βρεθεί στο κέντρο της στρατηγικής για την προένταξη και ζήτησε από την Επιτροπή να παρουσιάσει το Λευκό Βιβλίο για την εσωτερική αγορά, που θα έχει ως στόχο τη θέσπιση ενός προγράμματος, σύμφωνα με το οποίο κάθε χώρα μπορεί «υπό τον έλεγχο της Ένωσης να καταφέρει να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις συμμετοχής στην εσωτερική αγορά».

2.3. Το έγγραφο απευθύνεται στις έξι χώρες που έχουν ήδη υπογράψει με την ΕΕ συμφωνίες σύνδεσης, δηλαδή: την Πολωνία, τη Βουλγαρία, την Τσεχική Δημοκρατία, τη Σλοβακία, την Ουγγαρία και τη Ρουμανία 7 η εγγυρότητά της επεκτείνεται, επίσης, και στις Βαλτικές Δημοκρατίες και τη Σλοβενία, που βρίσκονται σε διαδικασία σύνδεσης. Είναι λοιπόν σημαντικό να εφαρμοσθεί ήδη από τώρα και στις χώρες αυτές η στρατηγική προένταξης.

Έχει, επίσης, γενική εγκυρότητα, με την έννοια ότι δεν αναφέρει τον τρόπο που θα πρέπει να ακολουθήσει κάθε χώρα, αλλά αναφέρεται στο σύνολο των χωρών.

2.4. Το Λευκό Βιβλίο αποτελείται από δύο κείμενα: το πρώτο, που είναι πιο συνοπτικό και πιο πολιτικό, εμβαθύνει τους στόχους, το πλαίσιο και τη φύση της εσωτερικής αγοράς 7 το δεύτερο, που αποτελεί στην πραγματικότητα παράρτημα, είναι ευρύτερο και πιο τεχνικό, δεδομένου ότι αναφέρει και εκθέτει την κοινοτική νομοθεσία επί όλων των πτυχών της εσωτερικής αγοράς.

2.4.1. Λεπτομερέστερα, στο πρώτο μέρος:

- το κεφάλαιο 1 περιγράφει τη διάρθρωση του Λευκού Βιβλίου 7

- το κεφάλαιο 2 απεικονίζει την εσωτερική αγορά, αναφέρει τους φραγμούς στην ελεύθερη διακίνηση, καθώς και τον τρόπο με τον οποίο η κοινοτική νομοθεσία τους ξεπέρασε 7 στη συνέχεια, αναλύεται ο ρόλος του ανταγωνισμού 7

- το κεφάλαιο 3 εκθέτει τα κριτήρια επιλογής της κοινοτικής νομοθεσίας που αναφέρεται στο παράρτημα, καθώς και διαγράμματα σχετικά με τον κάθε ένα τομέα και τους στόχους 7

- το κεφάλαιο 4 περιγράφει την κατάσταση που έχει αποτυπωθεί στις ΧΚΑΕ σε σχέση με την εσωτερική αγορά, επισημαίνοντας ορισμένα κύρια προβλήματα ευθυγράμμισης με την κοινοτική νομοθεσία 7

- το κεφάλαιο 5 περιλαμβάνει τις στρατηγικές και τα ειδικά προγράμματα κοινοτικής ενίσχυσης των ΧΚΑΕ 7

- το κεφάλαιο 6 καταλήγει με την απεικόνιση των θετικών αποτελεσμάτων που μπορούν να επιτευχθούν με την εφαρμογή του Λευκού Βιβλίου, καθώς και με τις υποχρεώσεις που αναλαμβάνει σχετικά η Επιτροπή από τη μια μεριά, οι ΧΚΑΕ, καθώς και οι χώρες μέλη, από την άλλη.

2.4.2. Το παράρτημα, αντιθέτως, αναλύει τους επιμέρους τομείς, από την ελεύθερη διακίνηση έως την κοινωνική πολιτική, από τα κτηνιατρικά προβλήματα έως τα περιβαλλοντικά, από τις μεταφορές στα οπτικοακουστικά μέσα. Στη συνέχεια, εκτίθε νται οι θεμελιώδεις επιλογές της Κοινότητας, οι νομοθετικές πράξεις, οι δομές που είναι αναγκαίες για τη διασφάλιση της εφαρμογής τους.

2.5. Η πιο σημαντική πτυχή του Λευκού Βιβλίου έγκειται ακριβώς στο γεγονός ότι «προσδιορίζει τα μέτρα κλειδί σε κάθε τομέα της εσωτερικής αγοράς και υποδεικνύει μια διαδοχή σταδίων για να οδηγηθεί σε πέρας η διαδικασία νομοθετικής προσέγγισης» ().

Όπως υπογραμμίζουν τα συμπεράσματα του Συμβουλίου των Καννών, το Λευκό Βιβλίο δεν θεσπίζει ιεραρχίες μεταξύ των τομέων ούτε επιβάλλει προτεραιότητες και χρονοδιάγραμμα. Οι ενδιαφερόμενες χώρες είναι αυτές που θα πρέπει να προσδιορίσουν το πρόγραμμά τους, βάσει του εθνικού πλαισίου και των προτεραιοτήτων τους, λαμβάνοντας υπόψη το γενικό πλαίσιο που ορίζεται από τη συμφωνία σύνδεσης.

2.6. Με τη γνωμοδότηση αυτή, η ΟΚΕ εκφράζει την άποψή της για την καταλληλότητα και την ανταπόκριση αυτού του εγγράφου στους στόχους για τους οποίους έχει συνταχθεί από την Επιτροπή, καθώς και για τους ίδιους τους στόχους, ξεκινώντας από μια θεώρηση του συνόλου των συνθηκών πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης των ΧΚΑΕ και της ΕΕ, ξεκαθαρίζοντας ενδεχόμενες ανεπάρκειες και υποδεικνύοντας ολοκληρώσεις και τροποποιήσεις που θα πρέπει να θεωρηθούν σκόπιμες.

3. Ένα θεμελιώδες μέσο

3.1. Η γνωμοδότηση αυτή επιδιώκει να έχει γενική πολιτική αξία. Οι αξιολογήσεις που ακολουθούν αφορούν τη συνολική διατύπωση του Λευκού Βιβλίου γιατί κρίνεται σκόπιμο να παραπεμφθούν οι αναλύσεις των διαφόρων τομέων (ελεύθερη μετακίνηση, κοινωνική πολιτική, μεταφορές, ενέργεια, TLC, ανταγωνισμός, περιβάλλον, προστασία των καταναλωτών κ.λπ., σε μελλοντικές γνωμοδοτήσεις που πρόκειται να υιοθετήσουν τα αρμόδια τμήματα της ΟΚΕ.

Με τον τρόπο αυτό, μπορεί να επιτελεσθεί μια πιο εμπεριστατωμένη και συγκεκριμένη εξέταση, παρέχοντας στην Επιτροπή πιο λεπτομερείς προτάσεις ενσωμάτωσης και τροποποίησης.

Ωστόσο, κρίνεται σκόπιμο να διατυπωθούν ορισμένες μικρές παρατηρήσεις γενικού χαρακτήρα σε ορισμένα κύρια θέματα οριζόντιου χαρακτήρα (βλ. Παράρτημα 1).

3.1.1. Σ'αυτήν την κατεύθυνση φαίνεται να κινείται η ίδια η Επιτροπή που έχει ήδη καταρτίσει ορισμένα κείμενα για τα ειδικά θέματα που αφορούν την κοινοτική διεύρυνση προς τις ΧΚΑΕ, τόσο όσον αφορά τον αντίκτυπο στην πολιτική ζωή της ΕΕ, όσο και στις εσωτερικές επιπτώσεις των χωρών αυτών.

Το πρώτο έγγραφο λαμβάνει υπόψη του την εμπορική πολιτική και την ενίσχυση έναντι των ΧΚΑΕ (και των NΒΚ) (), αποδεικνύοντας βάσει στατιστικών δεδομένων ότι η ΕΕ έχει καταστεί ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος των χωρών αυτών 7 το δεύτερο έγγραφο αφορά τη γεωργία () και προσδιορίζει την ανάγκη εκσυγχρονισμού και τεχνικής υποστήριξης ως πρώτη επιτακτική απαίτηση που πρέπει να αντιμετωπιστεί, αναλύοντας επίσης τον αντίκτυπο που θα έχει στην ΚΓΠ η διεύρυνση.

3.2. Πρέπει επίσης να αναγνωριστεί ότι το Λευκό Βιβλίο που κατέθεσε η Επιτροπή αποκτά ιδιαίτερη σημασία ακριβώς γιατί αντιπροσωπεύει μια πραγματική «ευρωπαϊκή σύνοψη» στην οποία αντιπροσωπεύεται αναλυτικά η πολυσύνθετη πραγματικότητα της ενιαίας αγοράς, τόσο από την καθαρά νομική πλευρά όσο και από την άποψη της θεσμικής και διοικητικής «αρχιτεκτονικής» που οικοδομήθηκε τις τελευταίες δεκαετίες.

Οι εκπρόσωποι επίσης της κοινωνίας των πολιτών στις ΧΚΑΕ, τόσο στις απαντήσεις τους στα ερωτηματολόγια όσο και στην ακρόαση της Βαρσοβίας, έκριναν το ΛΒ ως θετική και σημαντική συμβολή.

3.2.1. Εξετάζοντας τα διάφορα κεφάλαια γενικής απεικόνισης και, στη συνέχεια, την πιο λεπτομερή ανάλυση στα διαγράμματα του παραρτήματος, κατανοεί κανείς αμέσως την πορεία που διανύθηκε, όχι χωρίς δυσκολίες και συχνά με μεγάλα εμπόδια που ξεπεράστηκαν με ευφυΐα και διαθεσιμότητα από τις χώρες μέλη και τις κυβερνήσεις για να καταλήξει σε μια πιο ευρεία και βαθειά ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.

3.2.2. Αναμφίβολα, συνεπώς, οι κυβερνητικές αρχές, αλλά και οι οικονομικές και κοινωνικές δυνάμεις των ΧΚΑΕ, θα βρουν στο Λευκό Βιβλίο ένα ουσιαστικό μέσο για την αντιμετώπιση όλων των προβλημάτων που συνδέονται με την είσοδο στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

3.2.3. Ειδικότερα, η έκθεση (κεφάλαια 2 και 3) που αφορά τις αρχές της εσωτερικής αγοράς και της πολιτικής του ανταγωνισμού, με τη νομοθεσία σχετικά με την κατάργηση των εμπορικών φραγμών, καθώς και τη διασφάλιση της ελεύθερης διακίνησης των εμπορευμάτων, των ατόμων, των υπηρεσιών και των κεφαλαίων υποδεικνύει στις κυβερνήσεις των ΧΚΑΕ ένα πρόγραμμα αναγκαίων νομοθετικών και διοικητικών μεταρρυθμίσεων μέσω των οποίων θα προετοιμασθούν οι χώρες αυτές στην κοινοτική εναρμόνιση και στην επίτευξη της εσωτερικής αγοράς.

3.2.4. Λαμβάνοντας υπόψη τις βαθιές διαφορές οι οποίες, παρά τις αλλαγές των τελευταίων ετών, παραμένουν στη σημερινή κατάσταση ως κατάλοιπα του οικονομικοδιοικητικού συστήματος των ΧΚΑΕ, το Λευκό Βιβλίο προτείνει, για την προενταξιακή φάση, μια διαδικασία αποδοχής της νομοθεσίας που επιφέρει πολύ πιο ριζοσπαστικές μεταβολές. Γίνεται, συνεπώς, διαχωρισμός μεταξύ των «βασικών μέτρων» και των υπόλοιπων μέτρων που θα εφαρμοστούν, με περαιτέρω διαχωρισμό προτεραιοτήτων ακόμη και στο εσωτερικό της πρώτης κατηγορίας.

3.2.5. Επίσης, σημαντική είναι η επιμονή στις συνθήκες που είναι αναγκαίες για την εφαρμογή και την ολοκλήρωση της νομοθεσίας, δηλαδή

- μεταρρύθμιση των διοικητικών μηχανισμών και ολόκληρης της κοινωνίας 7

- παρουσία οργάνων και διαρθρώσεως που είναι σε θέση να διασφαλίσουν το σεβασμό και τη λειτουργία των νόμων.

3.3. Όντως, η πραγματική δυσκολία δεν είναι τόσο το να εξομοιωθούν ή να προσαρμοστούν τα νομικά κείμενα, όσο το να προσαρμοσθούν οι διοικήσεις και να δημιουργηθούν οι κοινωνικές, πολιτικές, οικονομικές και τεχνικές συνθήκες για την εφαρμογή αυτής της νομοθεσίας.

3.4. Η ακρόαση της Βαρσοβίας απέδειξε ότι το Λευκό Βιβλίο μπορεί να αποτελέσει ισχυρό εσωτερικό καταλύτη για τις ΧΚΑΕ 7 αυτός είναι πρόσθετος λόγος υπέρ της δέουσας αναφοράς στην κοινωνική διάσταση και στην παρότρυνση να ληφθούν υπόψη οι απόψεις των ομάδων συμφέροντος όπως είναι οι καταναλωτές.

4. Γενικές παρατηρήσεις

4.1. Η ΟΚΕ υποστηρίζει τη θέση της Επιτροπής να αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις μετά το τέλος της ΔΔ. Η προσχώρηση προϋποθέτει την αποδοχή των κοινοτικών κεκτημένων, και οι προθεσμίες για την προσχώρηση των επιμέρους κρατών θα εξαρτηθούν, επίσης, από την πορεία που έχει γίνει ως προς την προσαρμογή σε όλα τα κεκτημένα. Η ΟΚΕ κρίνει ως ευκταία την εκπλήρωση των προϋποθέσεων προκειμένου να αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις, έτσι ώστε οι διαπραγματεύσεις για την ένταξη να μπορούν να αρχίσουν συγχρόνως για όλα τα κράτη που έχουν συνάψει συμφωνία σύνδεσης ή πρόκειται να γίνουν συνδεδεμένα μέλη. Η ευχή αυτή αποβλέπει στο να ενθαρρυνθούν οι χώρες που έχουν ακόμη πολύ δρόμο να διανύσουν για την εκπλήρωση των προϋποθέσεων που καθορίστηκαν από την ΕΕ να εντείνουν τις προσπάθειές τους.

4.1.1. Η αποδοχή και η εφαρμογή των κοινοτικών κεκτημένων αποτελούν σίγουρα σοβαρές δεσμεύσεις για τις ΧΚΑΕ, παράλληλα όμως είναι και το υποχρεωτικό πέρασμα για την πλήρη ενσωμάτωση στην ΕΕ.

Η ΕΕ της οποίας θα γίνουν μέλη είναι αυτή που προσδιορίζεται από τα κοινοτικά κεκτημένα. Και αυτό αποτελεί δεδομένο που δεν επιδέχεται συζήτηση.

4.1.2. Η διαδικασία ενσωμάτωσης που συντελείται στις ΧΚΑΕ είναι σφαιρική γιατί αφορά όλους τους τομείς της νομοθεσίας. Οι ενδεχόμενες διαφορές που μπορεί να συνεχίσουν να υπάρχουν για λόγους οικονομικής, κοινωνικής ή πολιτιστικής σημασίας μπορούν να ξεπεραστούν με το τεχνικό μέσο των οδηγιών-πλαίσιο, οι οποίες επιτρέπουν τον σεβασμό των ιδιαιτεροτήτων στα πλαίσια του ενιαίου χαρακτήρα του προσανατολισμού.

4.1.3. Εν τω μεταξύ, είναι επωφελές για τις ΧΚΑΕ να εντείνουν την εσωτερική συνεργασία τους στο ίδιο επίπεδο με τη συνεργασία που έχουν με την ΕΕ.

Η εσωτερική συνεργασία μεταξύ των ΧΚΑΕ συναντά δυσκολίες ιστορικού χαρακτήρα. Τα όργανα της ΕΕ πρέπει να αναλάβουν τη δέσμευση στα προγράμματα και στην πράξη τους να ενθαρρύνουν και να διευκολύνουν αυτή την εσωτερική συνεργασία.

4.2. Η ΟΚΕ θεωρεί το Λευκό Βιβλίο ως σημαντικό μέσο για την επιτάχυνση της ενσωμάτωσης των ΧΚΑΕ στην ΕΕ και για τη διευκόλυνση της συνεργασίας μεταξύ τους. Η ενσωμάτωση αυτή θα είναι στο τέλος επωφελής τόσο για τις χώρες της Ανατολής όσο και για τις χώρες της Δύσης, εάν παραμείνει ο τελικός στόχος των σχέσεων μεταξύ ΕΕ και ΧΚΑΕ.

Είναι αναγκαία μία ειδική δέσμευση κατά την συγκρότηση των ολοκληρωμένων δικτύων μεταφορών ενέργειας και τηλεπικοινωνιών μεταξύ των ΧΚΑΕ από τη μια μεριά και της ΕΕ από την άλλη. Η ανάπτυξη ανεξάρτητων ομάδων συμφερόντων που να αντιπροσωπεύουν μια ενεργό αστική κοινωνία είναι επίσης σημαντική τόσο για τη βελτίωση της οικονομίας όσο και της δημοκρατίας.

Με σκοπό να προωθηθεί η ανάπτυξη και η οικονομική σύγκλιση των ΧΚΑΕ, θα πρέπει να ενθαρρυνθούν οι αναδιαρθρώσεις και ο εκσυγχρονισμός της οικονομίας, ειδικότερα της βιομηχανίας και της δημόσιας διοίκησης, ενώ θα πρέπει να αυξηθούν οι επενδύσεις τόσο οι εσωτερικές όσο και οι ξένες.

Αυτές οι μεταβολές μπορούν να συμβάλουν, το γρηγορότερο δυνατό, στη βελτίωση των συνθηκών ζωής και εργασίας του πληθυσμού, που αποτελεί τον ουσιαστικό στόχο της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.

4.3. Μια προϋπόθεση για την ανάπτυξη των επενδύσεων και την ανάπτυξη γενικότερα αποτελεί ένα ορισμένο πλαίσιο νομιμότητας, με σταθερούς κανόνες και προκαθορισμένες εφαρμογές.

Το πιο σημαντικό πρόβλημα ωστόσο είναι το γεγονός ότι δεν επαρκεί η προσαρμογή των νόμων, αλλά χρειάζεται επίσης να υπάρχουν και οι κατάλληλες διαρθρώσεις και συνεπώς οι πόροι που είναι αναγκαίοι. Για το λόγο αυτό, είναι θεμελιώδης η σημασία της τεχνικής και χρηματοδοτικής ενίσχυσης που μπορεί να προσφέρει η ΕΕ μέσω του Phare και των άλλων προγραμμάτων ενίσχυσης, για να επιτραπεί η ομοιογενής εφαρμογή της νομοθεσίας της εσωτερικής αγοράς.

Για να επιτευχθεί η μέγιστη αποτελεσματικότητα, οι προσπάθειες εφαρμογής πρέπει να επικεντρωθούν στις νομοθετικές και διακανονιστικές «συμφορήσεις» που μπορούν να προσδιοριστούν με τη βοήθεια, επίσης, των εθνικών και ξένων παραγόντων σε καθεμιά από τις ΧΚΑΕ ().

Μια προσεκτική παρακολούθηση, με τη συμμετοχή της αστικής κοινωνίας, θα επιτρέψει μεγαλύτερο έλεγχο της αποτελεσματικότητας κατά τη χρήση των κοινοτικών πιστώσεων.

4.3.1. Πρόκειται, επίσης, για την αναγκαιότητα «νομικής ασφάλειας», δηλαδή «να εξασφαλιστεί στους επιμέρους πολίτες η πρόσβαση στη δικαιοσύνη, κυρίως σε ό,τι αφορά τις αποφάσεις των δημόσιων αρχών» () και αυτή η προσέγγιση θα πρέπει να είναι όσο γίνεται πιο γρήγορη.

4.4. Από την άλλη μεριά, υφίσταται, επίσης, ένα σημαντικό πρόβλημα στην Ένωση που έχει σημαντικές επιπτώσεις σε όλη τη διαδικασία διεύρυνσης προς τις ΧΚΑΕ: την πλήρη υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς, λαμβάνοντας υπόψη ότι η αμαξοστοιχία της ενιαίας αγοράς έχει ξεκινήσει και ότι οι χώρες αυτές δεν θα ενσωματωθούν σ'αυτό που είναι σήμερα αλλά σ'αυτό που θα είναι τη στιγμή της ένταξής τους.

Όπως άλλωστε η ΟΚΕ επεσήμανε σε γνωμοδότηση () για την κατάσταση υλοποίησης της εσωτερικής αγοράς, «ο αυξανόμενος ρυθμός των προκλήσεων και των προθεσμιών για την Ευρωπαϊκή Ένωση - είτε πρόκειται για την πίεση του διεθνούς ανταγωνισμού, τον προσεχή προγραμματισμό της νομισματικής ένωσης και τις προοπτικές που ανακοινώθηκαν για τις νέες διευρύνσεις - απαιτεί αναμφίβολα μια πολιτική ώθηση για να εξασφαλισθεί βραχυπρόθεσμα η ολοκλήρωση μιας πραγματικής εσωτερικής αγοράς».

4.4.1. Είναι, συνεπώς, αναγκαίο να υιοθετήσει η ΕΕ ταχύτατα τα αναγκαία μέτρα που λείπουν ακόμη για την ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς μεταξύ των 15 κρατών μελών πριν από τη διεύρυνση προς νέα μέλη. Επιπλέον των κανόνων για την εξάλειψη των εθνικών φραγμών που υφίστανται ακόμη, τα μέτρα αυτά αφορούν κυρίως την ελεύθερη διακίνηση των ατόμων, ένα ολοκληρωμένο φορολογικό σύστημα για τις διακοινοτικές συναλλαγές και μια πιο ισχυρή τελωνειακή συνεργασία έναντι των τρίτων χωρών. Η ευχή αυτή εκφράστηκε με μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα στη πιο πρόσφατη γνωμοδότηση της ΟΚΕ για την κατάσταση υλοποίησης της ΕΑ ().

4.5. Η πλήρης εφαρμογή των κοινοτικών κεκτημένων εκ μέρους των ΧΚΑΕ θα πρέπει να περιλάβει μέτρα που δεν ισχύουν ακόμη μεταξύ των σημερινών κρατών μελών. Επιπλέον, κατά τη στιγμή της ένταξης πιθανότατα θα έχει ήδη υλοποιηθεί η ΟΝΕ, δηλαδή θα υπάρχει μία τελείως διαφορετική οικονομική και πολιτική κατάσταση. Αυτό δικαιολογεί κατάλληλες περιόδους προσαρμογής και μετάβασης για καθορισμένα θέματα ως προς τα οποία κάθε χώρα παρουσιάζει σοβαρά προβλήματα προσαρμογής.

5. Oι επιπτώσεις της διεύρυνσης

5.1. Για μια καλύτερη αξιολόγηση του Λ.Β., είναι σκόπιμο, επίσης, να ληφθούν υπόψη οι επιπτώσεις της διεύρυνσης προς τις ΧΚΑΕ επί των κοινοτικών πολιτικών. Η Επιτροπή παρουσίασε το Δεκέμβριο 1995 προσωρινή έκθεση () για το θέμα αυτό, όπως ζητήθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Έσσης.

5.2. Επιβεβαιώνεται, κυρίως, ότι το χρονοδιάγραμμα της διεύρυνσης θα εξαρτηθεί κυρίως από την πρόοδο που έχει συντελεστεί εκ μέρους των υποψήφιων χωρών όσον αφορά τις πολιτικές και οικονομικές μεταρρυθμίσεις που είναι αναγκαίες για την προσχώρηση. Κρίνεται, συνεπώς, πρόωρο να καθορισθεί χρονοδιάγραμμα, λαμβάνοντας, επίσης, υπόψη ότι κάθε ένταξη θα πρέπει να εξετασθεί μεμονωμένα, για να αποφευχθεί η περίπτωση οι καθυστερήσεις μιας χώρας να επηρεάσουν τις άλλες.

5.3. Θεωρώντας ότι η διαδικασία ολοκλήρωσης των ΧΚΑΕ και, συνεπώς, διεύρυνσης της ΕΕ έχει ήδη αρχίσει, η Επιτροπή κρίνει ότι οι αποφάσεις της Ένωσης για τη μελλοντική ανάπτυξη των πολιτικών της θα πρέπει να λάβουν υπόψη αυτή την προοπτική διεύρυνσης.

5.4. Σχετικά με αυτό, η Επιτροπή προβλέπει ότι, αν κατά τη διάρκεια της Διακυβερνητικής Διάσκεψης, «δεν εισαχθούν μεταρρυθμίσεις στη λειτουργία και στη διαδικασία λήψεως αποφάσεων των οργάνων η διεύρυνση μπορεί να επιφέρει παράλυση και ακόμη και διάλυση» ().

Αυτό κρίνεται «απαραίτητη προϋπόθεση όχι μόνο για την έναρξη των διαπραγματεύσεων προσχώρησης, αλλά και για τη θετική κατάληξη της διεύρυνσης».

5.5. Όσον αφορά τις επιπτώσεις της διεύρυνσης, η Επιτροπή κρίνει πολύ θετικές κυρίως τις πολιτικές επιπτώσεις, στο βαθμό που η προσχώρηση των ΧΚΑΕ θα δώσει σημαντική ώθηση στην ειρήνη, την ασφάλεια και τη σταθερότητα της Ευρώπης και θα αυξήσει το βάρος της στην παγκόσμια σκηνή. Ειδικότερα, η Επιτροπή προβλέπει ότι θα αυξηθεί η δυνατότητα συνεργασίας στην καταπολέμηση της εγκληματικότητας και των ναρκωτικών.

5.5.1. Η Επιτροπή επισημαίνει ότι σε ορισμένες περιπτώσεις η προστασία των μειονοτήτων παραμένει ένα λεπτό ζήτημα και κρίνει αναγκαίο ένα πιο αποτελεσματικό σύστημα ελέγχων και επαληθεύσεων σε συνταγματικό επίπεδο. Η ΟΚΕ συμφωνεί με την άποψη αυτή.

5.6. Όσον αφορά τις οικονομικές επιπτώσεις, υπογραμμίζεται η σημασία της διεύρυνσης της ενιαίας αγοράς με 100 εκατ. περισσότερους καταναλωτές, αλλά παραμένει, επίσης, το σοβαρό πρόβλημα που θα αποτελέσει η ισχυρή σημερινή διαφορά μεταξύ των οικονομιών των ΧΚΑΕ και της ΕΕ.

Ειδικότερα, η Επιτροπή επισημαίνει ότι, ξεκινώντας από ένα ανά κεφαλήν μέσο ΑΕγχΠ που κυμαίνεται σήμερα στο 30 % του αντίστοιχου μέσου ευρωπαϊκού (εκτός από τη Σλοβενία, που ισοδυναμεί με το 50 % και την Τσεχική Δημοκρατία που ξεπερνά το 40 %), στο φως των πιο έγκυρων προβλέψεων ανάπτυξης της περιοχής και του κόσμου, πολλές από τις χώρες αυτές ακόμη και το 2005 δεν θα διαθέτουν ανά κεφάλη ΑΕγχΠ περισσότερο από το 40 % του αντίστοιχου ευρωπαϊκού μέσου όρου.

5.6.1. Η ίδια η Επιτροπή αναφέρει ότι «δεν θα πρέπει να υπάρξει υπερβολή στα οικονομικά προβλήματα που η Ένωση θα κληθεί να επιλύσει στα πλαίσια της προσαρμογής» ().

5.7. Σχετικά με τα ειδικά μέτρα που θα πρέπει να υιοθετηθούν στους διάφορους τομείς, η Επιτροπή αναγγέλλει ότι εξετάζει τα προβλήματα που μπορούν να εμφανισθούν στο πεδίο της ελεύθερης διακίνησης των εργαζομένων και των κεφαλαίων, των δημοσιονομικών υπηρεσιών, της ενέργειας, των μεταφορών, του περιβάλλοντος, της κοινωνικής πολιτικής και της προστασίας των καταναλωτών. Για τα αποτελέσματα των αναλύσεων αυτών θα ενημερωθεί το Συμβούλιο με έκθεση.

5.8. Όσον αφορά γενικότερα την πολιτική συνοχής, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι «είναι δύσκολο να προβλεφθεί ποια θα είναι στο μέλλον η πολιτική της Ένωσης στα θέματα της συνοχής ή οι δημοσιονομικές επιπτώσεις της, γιατί για τη σημερινή Ένωση, καθώς και για τη διευρυμένη Ένωση, οι θεωρητικοί υπολογισμοί που βασίζονται στη γενίκευση των σημερινών συνθηκών δεν είναι δυνατή» ().

Κρίνεται, ωστόσο, αναγκαία μια βαθμιαία μεταρρύθμιση για την οποία θα απαιτηθεί ένας ορισμένος χρόνος.

5.8.1. Στην υπόθεση της πλήρους εφαρμογής της πολιτικής συνοχής προς τα νέα κράτη μέλη, η Επιτροπή προβλέπει μεταβατικές συμφωνίες που θα επακολουθήσουν την προσχώρηση, υπενθυμίζοντας ότι «η εμπειρία υποδεικνύει ότι οι υψηλές συμβολές σε σχέση με το ΑΕγχΠ των χωρών υποδοχής δεν κατορθώνουν να χρησιμοποιηθούν με αποτελεσματικό τρόπο και μπορούν ακόμη και να στρεβλώσουν την οικονομική διάρθρωση» ().

5.9. Η έκθεση εξετάζει, επίσης, τη γεωργική πολιτική, υπενθυμίζοντας τις μεταρρυθμίσεις που έχουν ήδη εισαχθεί για να προσανατολισθεί περισσότερο προς την αγορά και παραπέμπει στην προαναφερθείσα μελέτη. Επιβεβαιώνεται, ωστόσο, η πεποίθηση της Επιτροπής ότι, ανεξάρτητα από τη διεύρυνση, δεν είναι επιθυμητό να διατηρηθεί η σημερινή κατάσταση.

5.9.1. Σύμφωνα με την Επιτροπή «είναι προτιμότερο να αναπτυχθεί περαιτέρω η προσέγγιση που έχει ήδη προωθηθεί με τις μεταρρυθμίσεις του 1992, που συνεπάγεται μικρότερη προσφυγή στην υποστήριξη των τιμών, μεγαλύτερη έμφαση σε θεωρήσεις περιβαλλοντικού και κοινωνικού χαρακτήρα, καθώς και ανάπτυξη μιας ολοκληρωμένης πολιτικής» ().

Η στρατηγική αυτή θα διευκολύνει την ενσωμάτωση της γεωργίας στις ΧΚΑΕ, ευνοώντας προγράμματα που αποβλέπουν στη διαρθρωτική βελτίωση και στην αγροτική ανάπτυξη, και τα οποία είναι ουσιαστικά για τις απαιτήσεις των χωρών αυτών, χωρίς, ωστόσο, να προκληθούν στρεβλωτικές επιπτώσεις στο επίπεδο των τιμών.

Για το θέμα αυτό καταρτίζεται ειδική γνωμοδότηση της ΟΚΕ.

6. Η σχέση μεταξύ του Λευκού Βιβλίου και της συνολικής στρατηγικής προένταξης

6.1. Αναγνωρίζοντας ότι η Επιτροπή έχει καταρτίσει ένα μέσο θεμελιώδους σημασίας όχι μόνο για την πορεία των ΧΚΑΕ προς την ΕΕ, αλλά επίσης για την μελλοντική κατάρτιση των κοινοτικών πολιτικών, θα πρέπει, ωστόσο, να επισημανθούν ορισμένες ανεπάρκειες που μπορούν να μειώσουν την αντικειμενική αξία του ΛΒ.

6.2. Στα πλαίσια αυτά, πρέπει κυρίως να επισημανθεί ότι ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζεται η σχέση μεταξύ ευθυγράμμισης με τις αρχές της εσωτερικής αγοράς και απόκτησης του συνόλου των κοινοτικών διαρθρώσεων, καθώς και μεταξύ των βασικών μέτρων και του συνόλου των νομοθετικών κανόνων που αφορά την εσωτερική αγορά, δεν συμβάλλει στη διευκρίνηση των όρων εκείνων που θα απαιτηθούν για την ένταξη. Αντιθέτως, δημιουργεί σύγχυση.

6.2.1. Το Λευκό Βιβλίο αναφέρει () ότι «... η πραγματική ένταξη στην Ένωση (...) συνεπάγεται την αποδοχή του συνόλου των κοινοτικών διατάξεων». Και πιο πέρα, στο σημείο 3.4 αναφέρεται ότι «κανένα τμήμα των κοινοτικών διατάξεων δεν μπορεί να διαχωρισθεί από το υπόλοιπο» και ότι «οι τελικές διαπραγματεύσεις ένταξης με τις ΧΚΑΕ θα αντιμετωπίσουν το σύνολο του κοινοτικού νομοθετικού σώματος».

6.2.2. Μόνο η ανάγνωση των συμπερασμάτων του Συμβουλίου των Καννών επιτρέπει να κατανοήσει κανείς ότι «οι συνδεδεμένες χώρες θα παραλάβουν το σύνολο των "κεκτημένων" που αποτελούνται από τη νομοθεσία και τις κοινωνικές πολιτικές, ενδεχομένως μετά από καθορισμένες μεταβατικές περιόδους, όταν θα καταστούν μέλη της Ένωσης».

6.3. Αυτή η διατύπωση καθιστά ακόμη πιο ανησυχητική την αντιμετώπιση της «κοινωνικής διάστασης». Γίνεται ρητή αναφορά στο κεφάλαιο 3, στις παραγράφους 3.8 και 3.9 Το θέμα, στη συνέχεια, επανεξετάζεται στο κεφάλαιο 4, παράγραφος 25.

6.4. Όπως, άλλωστε, θεσπίζεται ρητά από τη Συνθήκη - αναφέρομαι στην παράγραφο 3.8 - ότι «η κοινωνική διάσταση αποτελεί ουσιαστικό στοιχείο της πολιτικής σχετικά με την κοινωνική αγορά» ενώ στην παράγραφο 3.9 επιβεβαιώνεται ότι «η επίτευξη υψηλών επιπέδων κοινωνικής προστασίας αποτελεί θεμελιώδη στόχο της Ένωσης, στον οποίο μπορεί να συμβάλουν, μεταξύ των άλλων, τα οικονομικά οφέλη που προκύπτουν από την εσωτερική αγορά». Δηλαδή, δικαιολογημένα δηλώνεται ότι οι δύο πτυχές είναι συμπληρωματικές.

6.5. Φαίνονται, όμως, σαν λεκτικές φιλοφρονήσεις, δεδομένου ότι ως κυριότερη επιδίωξη προβάλλεται η εξασφάλιση της μεγαλύτερης «ευελιξίας» της εσωτερικής αγοράς, πέρα από τη διασφάλιση καλύτερων συνθηκών ζωής και εργασίας για τους κοινοτικούς πολίτες. Πράγματι, φαίνεται να έχουν ξεχαστεί οι θεμελιώδεις λόγοι που οδήγησαν τις χώρες μέλη να δώσουν σημαντικό χώρο στη Συνθήκη στην κοινωνική διάσταση και κρίνεται, αντιθέτως, σκόπιμο να υπογραμμιστεί ότι «οι ανισότητες σε επίπεδο εθνικής νομοθεσίας σε θέματα των δικαιωμάτων των εργαζομένων ή της υγείας και της ασφάλειας στο χώρο εργασίας μπορούν να μεταφραστούν σε μη ομοιογενείς δαπάνες για τους οικονομικούς φορείς με κίνδυνο να υπάρξει νόθευση του ανταγωνισμού» (παράγρ. 3.8).

6.5.1. Μπορεί, συνεπώς, θεμιτά να αναμένεται η παραπομπή σε άλλο Λευκό Βιβλίο για την κοινωνική πολιτική που θα αποβλέπει στη συνοχή του κοινωνικού προτύπου.

6.6. Αντιθέτως, σύμφωνα με όσα αναφέρονται την παράγραφο 3.9 «παρουσιάζοντας τη νομοθεσία που συνδέεται με την εσωτερική αγορά, το Λευκό Βιβλίο τονίζει εκείνες τις πτυχές της κοινωνικής νομοθεσίας που έχουν επιπτώσεις στην λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και οι οποίες συγκροτούν το αναγκαίο συμπλήρωμα άλλων μέτρων θεμελιώδους αξίας, κυρίως τον τομέα του δικαίου των επιχειρήσεων».

6.7. Το Λευκό Βιβλίο αποτελεί ένα είδος «φυλλαδίου ενημέρωσης» της ΕΕ προς τις χώρες που θέλουν να ενταχθούν. Αν και αυτό επικεντρώνεται στην εσωτερική αγορά, αυτό το θέμα αποτελεί τμήμα του συνολικότερου κοινωνικοοικονομικού προτύπου. Η ίδια η Επιτροπή εξάλλου αναγνωρίζει ότι το Λευκό Βιβλίο δεν θίγει όλες τις δραστηριότητες της ΕΕ και ότι θα πρέπει να συμπληρωθεί. Αναρωτιέται κανείς εάν η εικόνα που προκύπτει από το ΛΒ αντιπροσωπεύει αυτό που η ΕΕ θέλει να παρουσιάσει για τον εαυτό της και, κυρίως, αυτό που θα επιθυμούσε να γίνει.

6.8. Στην οπτική αυτή, η «ανάγνωση» που δίνεται στην κοινωνική διάσταση στο Λευκό Βιβλίο, ως στοιχείο της λειτουργίας του ανταγωνισμού και της ενιαίας αγοράς, δεν είναι δυνατόν να γίνει αποδεκτή. Κυρίως, γιατί υπάρχει ο κίνδυνος, με τον τρόπο αυτό, να περικοπεί η αυτονομία της κοινωνικής διάστασης.

6.8.1. Η εσωτερική αγορά είναι η προστιθέμενη αξία της ΕΕ, ο τελικός όμως στόχος της διεύρυνσης θα έπρεπε να είναι και η προώθηση της ασφάλειας του ευρωπαϊκού κοινωνικοοικονομικού προτύπου.

Η εσωτερική αγορά δεν πρέπει να γίνεται αντιληπτή ως αυτοσκοπός, αλλά ως μέσο για τη βελτίωση της ποιότητας της ζωής και της εργασίας των πολιτών και ως προϋπόθεση για την ελεύθερη ανάπτυξη των οικονομικών δραστηριοτήτων των επιχειρήσεων.

6.8.2. Οι τέσσερις ελευθερίες που διασφαλίζονται από την εσωτερική αγορά πρέπει να συνδεθούν στενά με την κοινωνική διάσταση. Συνεπώς ο κοινωνικός διάλογος πρέπει να αποτελέσει τμήμα αυτής της διαδικασίας επίτευξης της εσωτερικής αγοράς.

6.8.3. Η κοινωνική πολιτική δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται σαν τομεακός όρος, αλλά σαν «διάσταση» που θα πρέπει να διαπερνά όλες τις προβληματικές της ενσωμάτωσης. Μια στρατηγική για την ένταξη θα πρέπει να βαδίζει στις δύο θεμελιώδεις κατευθύνσεις: την οικονομική και την κοινωνική.

6.8.4. Πρέπει να υπογραμμιστεί ότι η εσωτερική αγορά δεν είναι δυνατόν να διαχωριστεί από την κοινωνική διάσταση, για να αποφευχθεί επίσης μία διεύρυνση προς τις ΧΚΑΕ που θα περιορίζεται στη δημιουργία μιας ζώνης «ελεύθερων συναλλαγών» και όχι στην οικοδόμηση μιας Ευρώπης που θα χαρακτηρίζεται από την κοινωνική οικονομία της αγοράς. Η κοινωνική πολιτική πρέπει συνεπώς να βρεθεί και αυτή στο κέντρο της ενσωμάτωσης.

6.9. Μπορεί να δηλωθεί ότι το Λευκό Βιβλίο περιορίζεται στα μέτρα σχετικά με την εσωτερική αγορά, αλλά πρόκειται για δήλωση που προφανώς είναι αδικαιολόγητη δεδομένου ότι είναι σαφές ότι εξαρτά τις κοινωνικές δαπάνες από τις συνθήκες ανταγωνιστικότητας και ανταγωνισμού.

6.10. Ένα τμήμα του προβλήματος, που είναι αναμφίβολα σημαντικό, είναι ο κίνδυνος «κοινωνικού ντάμπινγκ» που μπορεί να θέσει σε κρίση ολόκληρους τομείς της ΕΕ λόγω της μετεγκατάστασης της παραγωγής, δημιουργώντας έτσι στην κοινή γνώμη των ίδιων των κρατών μελών μία εχθρότητα έναντι της διαδικασίας ολοκλήρωσης που σίγουρα δεν ευνοεί την οικοδόμηση μιας διευρυμένης Ευρωπαϊκής Ένωσης.

6.11. Αναμφίβολα, τα όρια της χορήγησης, τα οποία στα πλαίσια της στρατηγικής για την προένταξη εκδηλώνει η Επιτροπή μέσω αυτού του Λευκού Βιβλίου, προκύπτουν από την πολιτική βούληση του εγγράφου από την οποία αντλεί τη νομιμότητά του, δηλαδή το παράρτημα IV των συμπερασμάτων του Συμβουλίου της Έσσης, στο οποίο δεν αναφέρεται ούτε μία λέξη για την κοινωνική πολιτική.

6.12. Και με την ευκαιρία αυτή, τονίζεται εκ νέου η φιλοσοφία που συμβάλλει στην αποστασιοποίηση των πολιτών της Ευρώπης από τα Ευρωπαϊκά Όργανα και η οποία οδήγησε στις αυξανόμενες δυσκολίες κατά τη διαδικασία επικύρωσης της Συνθήκης του Μάαστριχτ.

6.13. Στην παράγραφο 4.15 αναφέρεται «sic et simpliciter» η δήλωση των ΧΚΑΕ ότι «στον τομέα της κοινωνικής πολιτικής θεωρούν ότι ένα μεγάλο μέρος της νομοθεσίας τους είναι πλέον πολύ κοντά στα αντίστοιχα επίπεδα των χωρών ΕΕ». Η δήλωση αυτή ωστόσο αμφισβητήθηκε από τις συνδικαλιστικές συνομοσπονδίες που ήταν παρούσες στην ακρόαση της Βαρσοβίας. Αυτό πρέπει να οδηγήσει την Επιτροπή να επανεξετάσει τη σχετική οπτική της.

6.14. Η Επιτροπή, συνεπώς, με αυτό το Λευκό Βιβλίο, απομακρύνεται από τα πραγματικά προβλήματα που συναντά αναπόφευκτα κανείς όταν επιδιώκει να αντιμετωπίσει το θέμα της τυπικής και πραγματικής προσέγγισης των συνθηκών των ΧΚΑΕ.

Για παράδειγμα, δεν λαμβάνονται υπόψη οι τροποποιηθείσες συνθήκες διανομής εισοδήματος που προκλήθηκαν από την κατάργηση (που θα πρέπει να υλοποιηθεί πραγματικά σε ορισμένες περιπτώσεις) του συστήματος συγκεντρωτικής οικονομίας και του γραφειοκρατικού μηχανισμού παλαιών καθεστώτων, καθώς και από την υιοθέτηση της ελεύθερης ανταγωνιστικής αγοράς, με την εμφάνιση νέων κοινωνικών στρωμάτων και την ισχυρή δοκιμασία άλλων κατηγοριών που προστατεύονταν παλαιότερα, με ό,τι συνέπειες συνεπάγεται αυτό στο πολιτικό και στο κοινωνικό πεδίο.

7. Συμπεράσματα

7.1. Η ΟΚΕ επιμένει ότι θα πρέπει να καθορισθεί μια στρατηγική όχι μόνο για την ένταξη, αλλά επίσης και για την πραγματική ενσωμάτωση των ΧΚΑΕ. Αυτό συνεπάγεται, κατά πρώτον, ότι η ΕΕ θα δηλώσει σαφώς τις αλλαγές που απαιτούνται για την προσχώρηση των ΧΚΑΕ, δεύτερον, την αποδοχή εκ μέρους των ΧΚΑΕ του κοινωνικοοικονομικού προτύπου της ΕΕ, που θα πρέπει να έχει ως στόχο τη βελτίωση των συνθηκών ζωής και εργασίας των πολιτών όπως επίσης των συνθηκών ελευθερίας των επιχειρήσεων και τρίτον, την προσεκτική εξέταση, εκ μέρους των κοινοτικών οργάνων, ορισμένων κοινωνικών επιτευγμάτων που υφίστανται στις ΧΚΑΕ.

7.1.1. Η ΟΚΕ τονίζει τη σημασία που έχει για την ΕΕ, με σκοπό, επίσης, την καλύτερη ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης των χωρών μελών και των συνδεδεμένων κρατών, να προταθεί ως «κεντρικό μήνυμα» ένα συνολικό κοινωνονικοοικονομικό πρότυπο, στο οποίο η κοινωνική πολιτική καθίσταται θεμελιώδης.

7.2. Η ΟΚΕ καλεί την Επιτροπή να αναλύσει το κοινωνικό αντίκτυπο των μέτρων που προβλέπονται από το Λευκό Βιβλίο και να προτείνει συνοδευτικές πολιτικές που να προχωρούν πέρα από την τεχνική βοήθεια που υλοποιείται με το Phare.

H έκθεση την οποία, σύμφωνα με τα όσα αποφασίστηκαν στην πρόσφατη Συνάντηση Κορυφής της Μαδρίτης, θα πρέπει να συντάσσει η Επιτροπή για κάθε χώρα σχετικά με την κατάσταση προόδου των νομοθεσιών και την ύπαρξη των αναγκαίων διοικητικών μέσων για την ένταξη στην ΕΕ, θα πρέπει να επεκταθεί επίσης και στην κοινωνική νομοθεσία, στους μηχανισμούς προστασίας και προστασίας των εργαζομένων, των γυναικών, των ανήλικων, κ.λπ.

7.3. Αυτό είναι σημαντικό για να αποφευχθεί ότι θα δημιουργηθεί μεταξύ ΕΕ και ΧΚΑΕ μία «ζώνη ελεύθερων συναλλαγών» χωρίς πραγματική κοινοτική οικοδόμηση, έστω και για μεταβατική περίοδο που δεν θα ξέρουμε πόσο μακρόχρονη μπορεί να είναι.

Οι σημερινές ευρωπαϊκές συμφωνίες μπορούν να δημιουργήσουν αυτού του είδους την κατάσταση και ο διαρθρωμένος διάλογος δεν επαρκεί για να ξεπεραστεί αυτό το αρχικό στάδιο οικονομικής συμμαχίας. Πρόκειται, συνεπώς, για την επαναβεβαίωση της θέλησης μιας πραγματικής ολοκλήρωσης με τις ΧΚΑΕ.

7.3.1. Ο στόχος δεν μπορεί να είναι η διεύρυνση της αγοράς καταναλωτών, που κυριαρχείται ακόμη από δυτικούς παραγωγούς, όπως αποδεικνύει το πλεόνασμα του εμπορικού ισοζυγίου υπέρ της ΕΕ (το 1988 οι εισαγωγές και εξαγωγές ήταν ισοδύναμες), αλλά ο κυριότερος στόχος θα πρέπει να είναι η ενσωμάτωση των πολιτών σε ένα πρότυπο κοινωνίας με κοινωνική οικονομία της αγοράς, με τη θεμελιώδη συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων.

7.4. Πρέπει να αποφευχθεί το σφάλμα που έχει γίνει ήδη τις προηγούμενες δεκαετίες στο εσωτερικό της ΕΕ: το σφάλμα που περιορίζει την οικοδόμηση της Κοινότητας πριν και της Ένωσης στη συνέχεια, σε μια εκλεκτική κατάρτιση που αφήνεται αποκλειστικά στους τεχνοκράτες της πολιτικής, της οικονομίας και του δικαίου, χωρίς να συμμετέχουν οι πολίτες μέσω των κοινωνικοοικονομικών οργανώσεων αφού προηγουμένως ενημερωθούν και καταστούν ενεργά μέλη.

Αυτό είναι ακόμη πιο σημαντικό για τις χώρες που ζουν μια διαδικασία μεγάλου οικονομικού και πολιτικού μετασχηματισμού με υψηλό κοινωνικό κόστος που είναι δυνατόν να δημιουργήσει μια αντίληψη για την ενσωμάτωση στην ΕΕ που θα βασίζεται μόνο στο ενδεχόμενο πρόσθετο κοινωνικό κόστος, χωρίς να γίνεται αντιληπτή η συνολική διάσταση σε πολιτικό, οικονομικό, κοινωνικό και πολιτιστικό επίπεδο.

7.5. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι όλοι οι κοινωνικοί εταίροι των ΧΚΑΕ, όπως επίσης οι ακαδημαϊκοί εμπειρογνώμονες () παρατηρούν ότι η διαδικασία ενσωμάτωσης δεν ανήκει μόνο στις κυβερνήσεις, και ότι στη διάρκεια της ακρόασης εκφράστηκε δυσαρέσκεια για τη μη συμμετοχή τους στο διάλογο των κυβερνήσεων με τις αρχές της ΕΕ.

Τα αποτελέσματα μιας περιορισμένης προσέγγισης δεν μπορεί να είναι θετικά ούτε για την ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς ούτε για την ανάπτυξη των κοινωνικοοικονομικών οργανώσεων.

Η Επιτροπή οφείλει να επιμείνει επισήμως προκειμένου να μπορέσουν οι κοινωνικοοικονομικές οργανώσεις να συμμετάσχουν και να ενθαρρυνθεί ο κοινωνικός διάλογος ως ουσιαστική συνιστώσα του προτύπου κοινωνίας που οικοδομούμε μαζί. Ο ρόλος της αστικής κοινωνίας στην ενίσχυση της δημοκρατίας είναι ζωτικός.

7.5.1. Οι μηχανισμοί ενημέρωσης που τέθηκαν σε κίνηση από την Επιτροπή στις ΧΚΑΕ δεν επαρκούν σίγουρα για να εξασφαλιστεί η σχετική ενημέρωση και η διαφάνεια των υπό εξέλιξη διαδικασιών ενσωμάτωσης. Δεν μπορούν να υποκαταστήσουν οι μηχανισμοί αυτοί τις υποχρεώσεις που έχουν αναλάβει κυρίως τα όργανα των χωρών αυτών, και τις οποίες σήμερα προωθούν κατά τρόπο ανεπαρκή, έστω και αν αυτό δεν συμβαίνει στον ίδιο βαθμό παντού.

7.5.2. Η σημερινή κατάσταση γενικής ομοφωνίας που υφίσταται ως προς την προοπτική της ενσωμάτωσης, τόσο στο επίπεδο της κοινής γνώμης όσο και των οργανωμένων κοινωνικοοικονομικών συμφερόντων, άφηνε να εννοηθεί ότι η λεπτομερής ενημέρωση και η συμμετοχή δεν θα καθυστερήσει τη διαδικασία λόγω της αναπόφευκτης πίεσης εκ μέρους των συμφερόντων, αλλά αντιθέτως θα την ενισχύσει. Επιπλέον η συμμετοχή των διαφόρων συμφερόντων, έστω και αυτών που ενδέχεται να πληγούν σε πρώτη φάση, θα επιτρέψει να αποφευχθεί η χειραγώγηση της άγνοιας εκ μέρους εκείνων, που την κατάλληλη στιγμή, μπορεί να αντιταχθούν στην προσχώρηση.

7.6. Εκ μέρους της η ΟΚΕ θα πρέπει να επιμείνει στην οικοδόμηση των μεικτών οικονομικών και κοινωνικών επιτροπών μεταξύ ΕΕ και ΧΚΑΕ. Τρία έτη μετά τη σχετική απόφαση, μόνο η επιτροπή με την Ουγγαρία πρόκειται να λειτουργήσει μετά από απόφαση του Συμβουλίου Συνδέσεως που ελήφθη τον Ιούλιο του 1996. Οι επιτροπές αυτές αντιθέτως μπορεί να αποδειχτούν αρκετά χρήσιμες για να επιτραπεί στους κοινωνικούς εταίρους και τους άλλους ενδιαφερόμενους να εκφράσουν τη γνώμη τους στα θέματα που αποτελούν το αντικείμενο του διαρθρωμένου διαλόγου μεταξύ κυβερνήσεων των ΧΚΑΕ και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.

7.6.1. Σύμφωνα με τις ευχές που εκφράστηκαν από διάφορους εκπροσώπους των ΧΚΑΕ στη διάρκεια της ακρόασης της Βαρσοβίας, η ΟΚΕ αποφασίζει να ξεκινήσει και να συντηρήσει άμεσα μία διαδικασία διαλόγου με τους εκπροσώπους αυτούς. Αυτό σημαίνει την υλοποίηση παρατηρητηρίου, ικανού να παρακολουθεί εκ του πλησίον την πορεία της ολοκλήρωσης.

7.7. Εάν ληφθούν υπόψη οι προβληματικές που αναφέρθηκαν, ειδικές μεταβατικές περίοδοι για κάθε χώρα θα πρέπει να λάβουν υπόψη τους τα διάφορα σημεία αφετηρίας, καθώς και τις διαφορετικές πορείες προσαρμογής που έχουν συντελεστεί.

Προς την κατεύθυνση αυτή προσανατολίστηκε η πρόσφατη Συνάντηση Κορυφής της Μαδρίτης, που αποφάσισε το ταυτόχρονο άνοιγμα των διαπραγματεύσεων ένταξης, αλλά με πρόοδο που θα διαθέτει ειδικές προθεσμίες για κάθε χώρα.

7.8. Από την άλλη μεριά, ακριβώς αυτή η αστάθεια που παρουσιάστηκε την τελευταία περίοδο ως αντίδραση στις δυσχέρειες που προκλήθηκαν από την αλλαγή οδηγούν στο συμπέρασμα ότι είναι απαραίτητο να μην παρουσιάσει περαιτέρω καθυστερήσεις η διαδικασία ολοκλήρωσης.

Η ΕΕ και κάθε επιμέρους χώρα μέλος θα πρέπει να διαισθανθεί το πρόβλημα αυτής της ολοκλήρωσης ως δικό της στόχο, που την ενδιαφέρει άμεσα για την μελλοντική οικονομική και κοινωνική ανάπτυξή της, σε μια ουσιαστική στρατηγική θεώρηση. Από την επιτυχία αυτής της ενσωμάτωσης μπορεί να προκληθεί μια αποφασιστική ανάπτυξη του ρόλου και των ανταγωνιστικών ικανοτήτων της Ευρώπης έναντι των άλλων μεγάλων οικονομικοεμπορικών περιοχών.

Η ΕΕ δεν θα πρέπει να καθυστερήσει τις αναγκαίες εσωτερικές προπαρασκευαστικές μεταρρυθμίσεις.

7.9. Έχει σημασία να υπογραμμιστεί, επίσης, ότι κατά την προετοιμασία της εισόδου στην ΕΕ, οι ΧΚΑΕ είναι σκόπιμο να οικοδομήσουν το μέγιστο βαθμό ολοκλήρωσης στο εσωτερικό τους, εναρμονίζοντας επίσης τα προγράμματα προσχώρησης.

Αυτό μπορεί να πραγματοποιηθεί, επίσης, μέσω της εντατικοποίησης της περιφερειακής συνεργασίας ξεπερνώντας τις αντιστάσεις πολιτικού και οικονομικού τύπου. Άλλωστε, προς την κατεύθυνση αυτή θα πρέπει, επίσης, να προσανατολιστούν ορισμένα προγράμματα ενίσχυσης της ανάπτυξης που ενθαρρύνουν τις περιφερειακές πρωτοβουλίες.

7.10. Η ΟΚΕ ζητεί από την Επιτροπή να την τηρεί ενήμερη συνεχώς για την πορεία της προετοιμασίας της διαδικασίας ολοκλήρωσης και για τα διάφορα μέτρα που λαμβάνονται, με σκοπό να είναι σε θέση να εκφράσει εγκαίρως τις αξιολογήσεις της, τόσο με γνωμοδοτήσεις πρωτοβουλίας όσο και κατόπιν σχετικής αιτήσεως από την Επιτροπή.

7.11. Η ΟΚΕ παραπέμπει τις περαιτέρω πιο εμπεριστατωμένες αξιολογήσεις της έναντι των διαφόρων πτυχών της ένταξης σε συμπληρωματικές γνωμοδοτήσεις που τα αρμόδια τμήματα της ΟΚΕ ενδέχεται να αποφασίσουν.

Βρυξέλλες, 25 Σεπτεμβρίου 1996.

Ο Πρόεδρος της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Carlos FERRER

() Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ευρώπη 2000+, 1994, σ. 234.

() ΟΚΕ, Ενημερωτική έκθεση σχετικά με την «Αξιολόγηση του προγράμματος Phare», εισηγητής: ο κ. Gafo Fernandez.

() CCE, Λευκή Βίβλος - Προετοιμασία των συνδεδεμένων χωρών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης για την ενσωμάτωση στην εσωτερική αγορά της Ένωσης, COM(95) 163 τελικό, σημείο 3.16.

() Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Λευκό Βιβλίο, 1995, σ. 1α.

() Eυρωπαϊκή Επιτροπή. Για μια μεγαλύτερη οικονομική ενσωμάτωση, 1995.

() Eυρωπαϊκή Επιτροπή. Μελέτες για τις εναλλακτικές στρατηγικές ανάπτυξης των σχέσεων μεταξύ της γεωργίας της ΕΕ και των ΧΚΑΕ στην προοπτική της μελλοντικής προσχώρησης αυτών των χωρών (Έγγραφο για τη γεωργική στρατηγική), IP/95/1314.

() Επίσης το κονδύλιο Β3. εδάφιο 4 004 που δημιουργήθηκε από ΕΚ προβλέπει την κάλυψη των δαπανών συμμετοχής των πολιτών των ΧΚΑΕ στις χρηματοδοτούμενες πρωτοβουλίες.

() CCE Λευκό Βιβλίο, σημείο 2.30.

() CES, Γνωμοδότηση σχετικά με «Έκθεση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο: η εσωτερική αγορά το 1994» (Εισηγητής: ο κ. Vever), ΕΕ αριθ. C 39 της 12. 2. 1996.

() CES, Γνωμοδότηση σχετικά με «Έκθεση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο: η εσωτερική αγορά το 1995» (Εισηγητής: ο κ. Vever), ΕΕ αριθ. C 212 της 12. 7. 1996.

() CCE, Προσωρινή έκθεση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο για τις επιπτώσεις της διεύρυνσης προς τις ΧΚΑΕ στις πολιτικές της ΕΕ, CSE(95) 605.

() ίδιο, σημείο 5.

() ίδιο, σημείο 24.

() ίδιο, σημείο 38.

() ίδιο, σημείο 42.

() ίδιο, σημείο 45.

() Λευκό Βιβλίο, σ. 1.

() Βλ. ακρόαση στη Βαρσοβία του εκπροσώπου των ΧΚΑΕ, 20-21 Μαΐου 1996.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

Παρατηρήσεις για το Παράρτημα στο Λευκό Βιβλίο

1. Στον τομέα της ελεύθερης διακίνησης των κεφαλαίων είναι δύσκολο να πραγματοποιηθεί διαχωρισμός μεταξύ των σημαντικών μέτρων και των άλλων, αλλά η περιγραφή της πορείας που έχει ήδη χαραχθεί από την ΕΕ από το 1960 μπορεί να αποβεί πολύ χρήσιμη. Έστω και αν, δεδομένου ότι άλλαξε ουσιαστικά η κατάσταση των χρηματοδοτικών αγορών σε σχέση με τις δεκαετίες του '60 και του '70, και, συνεπώς, έχει χάσει κάθε έννοια ο αυστηρός διαχωρισμός μεταξύ βραχυπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων κινήσεων κεφαλαίων, η συνέπεια των διατάξεων μπορεί να είναι διαφορετική, αν ληφθεί κυρίως υπόψη ο ειδικός χαρακτήρας της οικονομίας της κάθε χώρας.

1.1. Ωστόσο, η πλήρης φιλελευθεροποίηση φαίνεται να αποτελεί απαραίτητη προτεραιότητα για να προσελκυστούν οι ξένοι επενδυτές και να δημιουργηθεί ένας ανταγωνιστικός χρηματοδοτικός τομέας.

Το Παράρτημα του Λευκού Βιβλίου αναφέρει, με αόριστο ίσως τρόπο, τα αναγκαία συνοδευτικά μέτρα.

2. Ο τομέας της ελεύθερης διακίνησης και της ασφάλειας των βιομηχανικών προϊόντων είναι θεμελιώδης για την ενσωμάτωση στην ενιαία αγορά και την ανάπτυξη των συναλλαγών. Η ΟΚΕ υποστηρίζει πλήρως την προσέγγιση του παραρτήματος και συμφωνεί με την άποψη ότι η εναρμόνιση στο πεδίο αυτό αντιπροσωπεύει μια διαδικασία που δεν είναι μόνο τεχνική, αλλά και πολύπλοκη για να μετασχηματισθεί ένα αυστηρό και συγκεντρωτικό σύστημα σε ένα νέο σύστημα συμμετοχής.

Υπογραμμίζονται, ειδικότερα, δύο πτυχές των οποίων οι επιπτώσεις προχωρούν πέραν από τον εν λόγω τομέα.

2.1. Σε πρώτο επίπεδο, όσον αφορά την πρόληψη των νέων εμποδίων στις συναλλαγές (οδηγία 83/139/ΕΟΚ) η σύσταση να συγκροτηθεί ένα συγκρίσιμο σύστημα ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των ΧΚΑΕ, με τρόπο ώστε, σε μια δεύτερη φάση, να υλοποιηθεί μια συμφωνία μεταξύ ΕΕ και των χωρών αυτών, δηλαδή μεταξύ δύο συγκρίσιμων συστημάτων. Αυτή η διαδικασία προσανατολίζεται προς τη στενή περιφερειακή συνεργασία.

2.2. Κατά δεύτερο λόγο - σε ό,τι αφορά τις οδηγίες «νέα προσέγγιση» σχετικά με τα γενικότερα ζητήματα όπως είναι η ασφάλεια, η υγεία και το περιβάλλον - η απαιτούμενη συμμετοχή και δέσμευση των ενδιαφερόμενων κατηγοριών, των καταναλωτών, των κοινωνικών εταίρων και η υποκατάσταση των κρατικών οργανισμών από οργανισμούς συμμετοχής που βασίζονται κατά κανόνα στην ομοφωνία.

Είναι σαφές ότι πρόκειται για εξέλιξη με βαθειά πολιτική και κοινωνική σημασία.

3. Η αποκατάσταση των συνθηκών ελεύθερης αγοράς στους τομείς του ανταγωνισμού αποτελεί ένα από τα πιο σοβαρά καθήκοντα των χωρών, στις οποίες κυριαρχεί η κρατική οικονομία. Παράλληλα με τη δύσκολη διαδικασία ιδιωτικοποίησης, ένα πρώτο βήμα αποτελεί σίγουρα η διάκριση μεταξύ κράτους και επιχειρήσεων που ελέγχονται από το κράτος μέσω της απόδοσης σε αυτές ξεχωριστής νομικής οντότητας.

Κατά τη διάρκεια της φάσης προένταξης, οι ΧΚΑΕ θα πρέπει, επιπλέον, να αποκτήσουν μια εθνική αρχή με εξουσίες ελέγχου ανάλογη με την κοινοτική.

4. Όσον αφορά τις κοινωνικές και πολιτικές δράσεις - μολονότι τονίζεται η έννοια ότι η κοινωνική διάσταση θα θεωρηθεί αυτόνομα και όχι σε σχέση με την εσωτερική αγορά και ότι, συνεπώς, ο Χάρτης των θεμελιωδών κοινωνικών δικαιωμάτων και η συμφωνία για την κοινωνική πολιτική που έχει ενσωματωθεί στη Συνθήκη του Μάαστριχτ μπορεί να αποτελέσει ήδη ένα σημείο αναφοράς στη φάση της προένταξης - η ΟΚΕ συμφωνεί με τη σημασία των προτεραιοτήτων που έχουν αναφερθεί και διατυπώνει ορισμένες γενικότερες παρατηρήσεις.

4.1. Ειδικότερα στον τομέα της ισότητας των ευκαιριών για τις γυναίκες και τους άνδρες, είναι σκόπιμο να υπενθυμισθεί ότι η κοινοτική νομοθεσία δεν έχει στόχο να υποκαταστήσει πιο προχωρημένους εθνικούς νόμους. Πράγματι, στις χώρες αυτές ύστερα από την πτώση του εγχώριου προϊόντος και την επιδείνωση των συνθηκών ζωής εμφανίζεται μείωση της παρουσίας και του ρόλου των γυναικών στην εργασία.

4.2. Ο τρόπος με τον οποίο αναφέρεται το άρθρο 118Α της Συνθήκης μπορεί να δημιουργήσει την ασάφεια ότι δεν υπάρχει κανένα διοικητικό όριο στις ΜΜΕ που προκύπτει από την νομοθεσία για την υγεία και την ασφάλεια στην εργασία. Αντιθέτως, όμως, το κείμενο της Συνθήκης αναφέρεται σε «δεσμεύσεις ... που είναι σε θέση να παρεμποδίσουν τη δημιουργία και την ανάπτυξη μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων».

Οπωσδήποτε στην πρώτη φάση θα πρέπει να συμπεριληφθούν όλες οι οδηγίες γενικού χαρακτήρα.

4.3. Όσον αφορά το δικαίωμα και τις συνθήκες εργασίας, είναι σκόπιμο η οδηγία 94/45 για τις ευρωπαϊκές επιτροπές επιχείρησης να περιληφθεί στην πρώτη φάση, έστω και για να ακυρώσει μια κατάσταση των πραγμάτων κατά την οποία οι επιτροπές επιχείρησης επεκτείνονται στις ΧΚΑΕ.

5. Το περιβάλλον θα πρέπει να αποτελέσει τμήμα των πολιτικών εκείνων που είναι αντικείμενο των «διαρθρωμένων σχέσεων» και - όπως αναφέρεται στις συμφωνίες σύνδεσης - τα σχετικά μέτρα θα πρέπει να ενσωματωθούν στις πολιτικές ανάπτυξης από την αρχή. Η ρύπανση αποτελεί ένα ειδικά σοβαρό πρόβλημα σε όλες τις χώρες ΧΚΑΕ και δεν μπορεί να γίνει δεκτή καμία εξαίρεση.

Και στην περίπτωση αυτή, οι περιβαλλοντικές πολιτικές δεν μπορούν να θεωρηθούν σε σχέση με την εσωτερική αγορά, αλλά να διαθέτουν την αυτονομία τους, που απαιτεί ένα ξεχωριστό πρόγραμμα σύγκλισης και εναρμόνισης, όπως έχει εκφρασθεί σχετική ευχή από το Συμβούλιο Περιβάλλοντος της 5ης Οκτωβρίου 1994.

5.1. Ειδική σημασία αποκτούν στο πεδίο αυτό τα συνοδευτικά μέτρα για να υπάρξει αποτελεσματικότητα των νομοθετικών κανόνων. Με την έννοια αυτή, ένα ρόλο μπορεί να διαδραματίσει το Ευρωπαϊκό Γραφείο Περιβάλλοντος.

6. Δίκαιο των επιχειρήσεων που να συνεπάγεται στοιχειώδεις κοινούς κανόνες είναι θεμελιώδες για τη λειτουργία της ενιαίας αγοράς. Γίνεται αποδεκτή η αντίληψη που εκφράζεται στο Λευκό Βιβλίο ότι είναι πρωταρχικοί οι κανόνες σχετικά με την ελευθερία δημιουργίας επιχειρήσεων, θυγατρικών και συμμετοχής σε κεφάλαιο, καθώς και όλοι οι κανόνες που σκοπό έχουν να εξασφαλίσουν τη διαφάνεια και την προστασία των πιστωτών, από κοινού με άλλα απαραίτητα διοικητικά και συνοδευτικά μέτρα.

7. Η προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας είναι απαραίτητη συνθήκη σε μια πιο ανταγωνιστική και προδικαστική αγορά για να ευνοηθεί η πνευματική δημιουργικότητα και η διακίνηση των ιδεών.

Η ΟΚΕ συμφωνεί με την άποψη ότι η ένταξη των ΧΚΑΕ (με εξαίρεση τη Βουλγαρία) στις συμφωνίες του Γύρου της Ουρουγουάης και, συνεπώς, στις πτυχές εκείνες του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας που σχετίζονται με το εμπόριο, δεν είναι επαρκής για να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις της εσωτερικής αγοράς, και ότι, συνεπώς, χρειάζεται ένα νομικά εναρμονισμένο περιβάλλον.

Εν αναμονή, θα είναι σκόπιμο να υιοθετηθούν μεταβατικές συμφωνίες για την προστασία των προϊόντων και των υπηρεσιών.

8. Η ΟΚΕ συμφωνεί, τέλος, με την προσέγγιση σχετικά με την προστασία των καταναλωτών, για την οποία είναι απαραίτητο να αναγνωρισθεί η φύση και ο ειδικός χαρακτήρας. Η προστασία αυτή δεν πρόκειται να θεωρηθεί ως υποπροϊόν των πολιτικών της εσωτερικής αγοράς και του ανταγωνισμού Αντιθέτως, αποτελεί σημαντική συμβολή στην ανάπτυξη μιας οικονομίας της αγοράς.

Εξαιρετικώς πολυσύνθετη είναι, στη συνέχεια, η καταγραφή των συνθηκών που είναι αναγκαίες για να επιτραπεί η εφαρμογή της νομοθεσίας και, ειδικότερα, η αναγνώριση των θεμελιωδών δικαιωμάτων των καταναλωτών, η ενημέρωση και η επιμόρφωση των καταναλωτών, η προσφυγή στη δικαιοσύνη και η προώθηση της δυνατότητας του συνεταιρίζεσθαι.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

Η πορεία της οικονομικής ανάπτυξης

1.1. Για να υπάρξει ένα έστω συνοπτικό πλαίσιο, αλλά αρκετά ενδεικτικό της διαδικασίας ανάπτυξης που έχει επιτευχθεί από τις ΧΚΑΕ, παρουσιάζονται ορισμένα στατιστικά στοιχεία με την προειδοποίηση ότι η περισυλλογή και κατάρτιση των στοιχείων στις χώρες αυτές θα πρέπει ακόμα να βελτιωθεί περισσότερο ().

Όσον αφορά το ΑΕγχΠ, που υπολογίζεται σε αμερικανικά δολλάρια, από το 1992 έως το 1995, παρουσιάστηκε η ακόλουθη εξέλιξη:

- στη Βουλγαρία από 8,6 δισεκατ. $ σε 12,9 7

- στην Τσεχική Δημοκρατία από 28 δισεκατ. $ σε 45,0 7

- στην Ουγγαρία από 36,5 σε 44,0 7

- στην Πολωνία από 84,3 δισεκατ. $ σε 121,0 7

- στη Ρουμανία από 22,1 σε 33,7 7

- στην Δημοκρατία της Σλοβακίας από 10,9 δισεκατ. $ σε 16,0.

1.2. Το εξωτερικό χρέος των διαφόρων χωρών ανέρχονταν σε 10,7 δισεκατ. $ στη Βουλγαρία (1995), 13 δισεκατ. $ στην Τσεχική Δημοκρατία (1995, πίνακας ΙΙ), 33 δισεκατ.$ στην Ουγγαρία (1995, πίνακας ΙΙ), 44,3 δισεκατ. $ στην Πολωνία (1995, πίνακας IV), 4,8 δισεκατ. $ στη Ρουμανία (1995, πίνακας ΙΙ), 5.0 δισεκατ. $ στη Σλοβακία (1995, πίνακας ΙΙ).

1.3. Η διαδικασία ιδιωτικοποίησης προωθήθηκε με διαφορετικούς ρυθμούς στις διάφορες χώρες. Εξετάζοντας το ποσοστό του ΑεγχΠ που αντιπροσωπεύουν οι ιδιωτικές επιχειρήσεις, το 1994 στη Βουλγαρία αυτό ήταν 27,2 %, στην Τσεχική Δημοκρατία 56,3 %, στη Ρουμανία 35 %, στη Σλοβακία 58 %, στην Ουγγαρία και την Πολωνία αντιστοίχως 50 % και 53,5 % (στοιχεία του 1993).

1.4. Πολύ διαφορετική είναι η τάση ιδιωτικής κατανάλωσης: ενώ σε ορισμένες χώρες, όπως η Βουλγαρία, στη διετία 1992-93 παρουσιάστηκε μείωση του -13,2 %, στην Τσεχική Δημοκρατία αυξήθηκε κατά 13 % μεταξύ 1992 και 1994Χ στην Ουγγαρία μετά από μία ελαφρά διακύμανση του 1992 (-1,3 %), αυξήθηκαν κατά 1,3 % το 1993-94 7 στην Πολωνία παρουσιάστηκε αύξηση 11,8 ποσοστιαίων μονάδων το 1992-94 7 για τη Ρουμανία έχουμε μόνο ένα στοιχείο αρνητικό για το 1992, 9,8 % 7 η Δημοκρατία της Σλοβακίας παρουσιάζεται σε αντίθετη κατάσταση με αύξηση των καταναλώσεων από 1,2 % το 1993 και μείωση 3,4 % το 1994.

1.5. Όλες οι χώρες, έστω και με διαφορετικές επιπτώσεις, παρουσίασαν υψηλούς συντελεστές πληθωρισμού: στη Βουλγαρία ο πληθωρισμός έφτασε στα 122 % το 1994, αλλά το 1995 η αύξηση περιορίστηκε σε 28,6 % 7 στην Πολωνία ο πληθωρισμός υπήρξε 44,4 % το 1992 και μειώθηκε σε 20,7 % το 1995. Η Ρουμανία πλησίασε το 295 % το 1993, για να πέσει δραματικά στο 27,4 % το 1995 7 στη Σλοβακία μετά από αύξηση από 9,1 % το 1992 σε 25,1 % το 1993, μειώθηκε εκ νέου σε 6,7 % το 1995. Επίσης, για την Τσεχική Δημοκρατία, στην οποία εμφανίστηκε αύξηση το 1993 18,2 % μετά το 127 % το 1992, ήδη το 1994 η κατάσταση επέστρεψε στο 10,25 %, και το 1995 ο πληθωρισμός σταμάτησε στο 8,7 %.

1.6. Όσον αφορά την ανεργία, στα τέλη του 1995 έφτασε το 11 % στη Βουλγαρία, το 10,4 % στην Ουγγαρία, το 14,9 % στην Πολωνία, το 13,1 % στη Σλοβακία 7 στη Ρουμανία ήταν 8,7 %, ενώ το πιο θετικό στοιχείο αφορά την Τσεχία με 3,1 %.

Οι μηνιαίοι μισθοί το 1995, ήταν περίπου 123 $ στη Βουλγαρία, 380 $ στην Τσεχία, 346 $ στην Ουγγαρία, 294 $ στην Πολωνία, 146 $ στη Ρουμανία, 279 $ στην Σλοβακία.

1.7. Για το 1996, οι προβλέψεις ΕΤΑΑ, ΟΟΣΑ, ΔΝΤ συμφωνούν στο γεγονός ότι οι ΧΚΑΕ θα αποτελέσουν την περιοχή της πιο δυναμικής ανάπτυξης.

1.8. Είναι σημαντικό να υπογραμμιστεί η ανεπάρκεια των στατιστικών στοιχείων να παρουσιάσουν την ανάπτυξη που παρουσιάστηκε από το 1991 έως σήμερα στις ΧΚΑΕ: αυτό οφείλεται, κυρίως, στο γεγονός της έκρηξης της παραοικονομίας, η οποία δεν επιτρέπει τις καταμετρήσεις, της οποίας όμως οι συνέπειες αποδεικνύονται, για παράδειγμα, στην απόκλιση μεταξύ της εξέλιξης της ικανότητας αγοράς των μισθών, από τη μια μεριά, και την αύξηση της κατανάλωσης, από την άλλη. Στην Πολωνία, για παράδειγμα, μεταξύ του 1990 και του 1992 πραγματοποιήθηκε μείωση κατά 30 % της αγοραστικής δύναμης των μισθών και, παράλληλα, εμφανίστηκε έκρηξη της κατανάλωσης που επέτρεψαν να ξεπεράσει την ύφεση η χώρα αυτή.

Οι επιπτώσεις της παραοικονομίας υπολόγιζονται σε 30 % του ΑΕγχΠ, όσον αναφορά την Ουγγαρία και περίπου 20 % για την Πολωνία ().

1.9. Στις ΧΚΑΕ τα τελευταία χρόνια παραχωρήθηκαν πολλές κοινοτικές χρηματοδοτήσεις: μεταξύ του 1990 και του 1993, μέσω του προγράμματος Phare, πάνω από 2,200 εκατ. Ecu, στα οποία θα πρέπει να προστεθούν 1,308 εκατ. Ecu μέσω της ΕΤΕ και 29,212 εκατ. Ecu μέσω της ΕΤΑΑ.

1.10. Στη δεκαετία του '90 οι εμπορικές ανταλλαγές μεταξύ ΕΕ και Ανατολικής Ευρώπης, στο σύνολό της, αυξήθηκαν σημαντικά. Οι στατιστικές που αφορούν τις CEEC () κατέγραψαν το 1994 αύξηση κατά 21,7 % στις εξαγωγές της ΕΕ προς τις CEEC και αύξηση κατά 26,7 % των εισαγωγών της ΕΕ που προέρχονται από τις χώρες CEEC με αξία περίπου 40 δισεκατ. και 33,6 δισεκατ. Ecu. Για να αποκτήσει κανείς μια ιδέα της ισχυρής αύξησης, θα πρέπει να σημειωθεί ότι το 1988 οι ανταλλαγές κυμαίνονταν περίπου στα 20 δισεκατ. Ecu, συνολικά για εισαγωγές - εξαγωγές.

Από τις εμπορικές αυτές ανταλλαγές, οι σχέσεις ΕΕ-ΧΚΑΕ αφορούν περισσότερο από τα δύο τρίτα του συνόλου, το 77 % περίπου (1994). Το υπόλοιπο του εμπορικού ισοζυγίου είναι θετικό για την ΕΕ κατά 6,4 δισεκατ. Ecu.

Από τα κράτη μέλη, τρεις χώρες (Γερμανία, Ιταλία και Γαλλία) συγκεντρώνουν πάνω από το 76 % των συναλλαγών (η Γερμανία μόνη της πάνω από το 50 %).

1.10.1. Όσον αφορά τις εισαγωγές στην ΕΕ, η Πολωνία είναι ο πιο σημαντικός προμηθευτής με 27 % και αξία 9,1 εκατ. Εcu, και ακολουθείται από την Τσεχική Δημοκρατία 19 % και την Ουγγαρία 15 %. Η Γερμανία αποτελεί την κυριότερη εμπορική διέξοδο των εξαγωγών σε CEEC, με 53 % του συνόλου του συνόλου, και ακολουθείται από την Ιταλία (16 %) και τη Γαλλία (8 %).

Για τις εξαγωγές ΕΕ, η Πολωνία είναι πάντοτε αυτή που απορροφά τη μεγαλύτερη ποσότητα προϊόντων, ισοδύναμη με το 27 % και τιμή 10,8 δισεκατ. Ecu, ακολουθούμενη από την Τσεχική Δημοκρατία με 20 % και την Ουγγαρία με 15 %. Μεταξύ των χωρών μελών, η Γερμανία βρίσκεται στην πρώτη θέση με εξαγωγές της ΕΕ σε CEEC (50 %), και ακολουθείται από την Ιταλία (18 %) και τη Γαλλία (8 %).

1.11. Το υπόλοιπο του εμπορικού ισοζυγίου για την ΕΕ (6,4 δισεκατ. Ecu για το 1994) οφείλεται κυρίως σε μηχανές, κινητήρες, μηχανικό εξοπλισμό, πλαστικό υλικό και παράγωγα προϊόντα. Το έλλειμμα οφείλεται κυρίως σε εμπορεύματα μη επεξεργασμένου ρουχισμού, ξυλεία και είδη ξυλείας, σίδηρο και χάλυβα.

Πάνω από το ήμισυ του πλεονάσματος αυτού οφείλεται στις συναλλαγές με την Πολωνία (1,7 δισεκατ. Ecu), με την Τσεχική Δημοκρατία (1,6 δισεκατ. Ecu) και με την Ουγγαρία (1,2 δισεκατ. Ecu).

Μεταξύ των χωρών ΕΕ, η Ιταλία παρουσίασε το πιο υψηλό θετικό υπόλοιπο, με 2,1 δισεκατ. Ecu, ενώ η Πορτογαλία και η Ιρλανδία παρουσίασαν τη μεγαλύτερη ποσοστιαία αύξηση εξαγωγών το 1993 σε σχέση με τον προηγούμενο χρόνο (+ 68 % και + 53 %), ενώ οι εισαγωγές από τις χώρες CEEC αυξήθηκαν περισσότερο στις χώρες Benelux (+ 60 %), την Ισπανία (+ 58,5 %), πάντοτε το 1994 σε σχέση με το 1993.

() Τα στοιχεία που περιέχονται στο παράρτημα αυτό προέρχονται από τις ακόλουθες πηγές:

- Key Economic Indicators. 1992, δεύτερο τέταρτο 1995, Stockholm Institute of East European Economics 7

- Eurostat, Statistics in focus-External Trade, 1995-97 7

- Βαρσοβία, ακρόαση του εκπροσώπου των ΧΚΑΕ, Μάϊος 1996.

() Για την Ουγγαρία, η αξιολόγηση προέρχεται από τον οικονομολόγο Lazlo Csaba, κύριο οικονομικό υπάλληλο του Ινστιτούτου Έρευνας της Αγοράς Kopint-Datorg 7 για την Πολωνία, τα στοιχεία περιέχονται σε έρευνα του Κεντρικού Ινστιτούτου Στατιστικής (GUS) από κοινού με την πολωνική Ακαδημία Επιστημών.

() Οι CEEC είναι οι: Εσθονία, Λιθουανία, Λετονία, Πολωνία, Τσεχική Δημοκρατία, Σλοβακική Δημοκρατία, Ουγγαρία, Ρουμανία, Βουλγαρία, Αλβανία, Σλοβενία, Κροατία, Βοσνία-Ερζεγοβίνη, ΠΓΔΜ (Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας).

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

Top