This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 32010R0178
Commission Regulation (EU) No 178/2010 of 2 March 2010 amending Regulation (EC) No 401/2006 as regards groundnuts (peanuts), other oilseeds, tree nuts, apricot kernels, liquorice and vegetable oil (Text with EEA relevance)
Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 178/2010 της Επιτροπής, της 2ας Μαρτίου 2010 , για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 401/2006 όσον αφορά τις αραχίδες (φιστίκια), άλλους ελαιούχους σπόρους, τους καρπούς με κέλυφος, τους πυρήνες βερίκοκων, τη γλυκόριζα και το φυτικό έλαιο (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 178/2010 της Επιτροπής, της 2ας Μαρτίου 2010 , για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 401/2006 όσον αφορά τις αραχίδες (φιστίκια), άλλους ελαιούχους σπόρους, τους καρπούς με κέλυφος, τους πυρήνες βερίκοκων, τη γλυκόριζα και το φυτικό έλαιο (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
ΕΕ L 52 της 3.3.2010, p. 32–43
(BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV) Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση
(HR)
No longer in force, Date of end of validity: 31/03/2024; καταργήθηκε εμμέσως από 32023R2782
Relation | Act | Comment | Subdivision concerned | From | To |
---|---|---|---|---|---|
Modifies | 32006R0401 | τροποποίηση | παράρτημα 1 παράγραφος E | 13/03/2010 | |
Modifies | 32006R0401 | προσθήκη | παράρτημα 1 παράγραφος K | 13/03/2010 | |
Modifies | 32006R0401 | αντικατάσταση | παράρτημα 1 παράγραφος G | 13/03/2010 | |
Modifies | 32006R0401 | αντικατάσταση | παράρτημα 1 παράγραφος D | 13/03/2010 |
Relation | Act | Comment | Subdivision concerned | From | To |
---|---|---|---|---|---|
Corrected by | 32010R0178R(01) | (FR) | |||
Implicitly repealed by | 32023R2782 | 01/04/2024 |
3.3.2010 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 52/32 |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 178/2010 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 2ας Μαρτίου 2010
για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 401/2006 όσον αφορά τις αραχίδες (φιστίκια), άλλους ελαιούχους σπόρους, τους καρπούς με κέλυφος, τους πυρήνες βερίκοκων, τη γλυκόριζα και το φυτικό έλαιο
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 882/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τη διενέργεια επίσημων ελέγχων της συμμόρφωσης προς τη νομοθεσία περί ζωοτροφών και τροφίμων και προς τους κανόνες για την υγεία και την καλή διαβίωση των ζώων (1), και ιδίως το άρθρο 11 παράγραφος 4,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1881/2006 της Επιτροπής, της 19ης Δεκεμβρίου 2006, για καθορισμό μέγιστων επιτρεπτών επιπέδων για ορισμένες ουσίες οι οποίες επιμολύνουν τα τρόφιμα (2), προβλέπει τα μέγιστα όρια για ορισμένες μυκοτοξίνες σε ορισμένα τρόφιμα. |
(2) |
Η δειγματοληψία διαδραματίζει πολύ σημαντικό ρόλο στην ακρίβεια του προσδιορισμού της περιεκτικότητας μυκοτοξινών, που εμφανίζονται με ιδιαίτερα ανομοιογενή τρόπο στις παρτίδες. Συνεπώς είναι αναγκαίο να καθοριστούν γενικά κριτήρια με τα οποία πρέπει να συμμορφώνονται οι μέθοδοι δειγματοληψίας. |
(3) |
Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 401/2006 της Επιτροπής, της 23ης Φεβρουαρίου 2006, για τον καθορισμό μεθόδων δειγματοληψίας και ανάλυσης για τον έλεγχο των επιπέδων μυκοτοξινών στα τρόφιμα (3) καθιερώνει τα κριτήρια για τη δειγματοληψία για τον έλεγχο των επιπέδων μυκοτοξινών. |
(4) |
Είναι απαραίτητο να τροποποιηθούν ορισμένες διατάξεις για τη δειγματοληψία για τον έλεγχο των επιπέδων αφλατοξινών σε ορισμένα τρόφιμα ούτως ώστε να ληφθούν υπόψη οι εξελίξεις του Codex Alimentarius, καθώς και τα προσφάτως καθιερωμένα ανώτατα επίπεδα μυκοτοξινών για νέες κατηγορίες τροφίμων. |
(5) |
Ο Codex Alimentarius καθιέρωσε ένα νέο σχέδιο δειγματοληψίας για τις αραχίδες (φιστίκια), τα αμύγδαλα, τα φουντούκια και τα φιστίκια Αιγίνης που προορίζονται για περαιτέρω μεταποίηση και ένα νέο σχέδιο δειγματοληψίας για τα αμύγδαλα, τα φουντούκια και τα φιστίκια Αιγίνης που διατίθενται «έτοιμα προς κατανάλωση» (4). |
(6) |
Για να διευκολυνθεί η επιβολή των μέγιστων επιπέδων αφλατοξινών, είναι σκόπιμο οι διατάξεις περί δειγματοληψίας που προβλέπονται από τον Codex Alimentarius για τις αραχίδες, τα αμύγδαλα, τα φουντούκια και τα φιστίκια Αιγίνης που προορίζονται για περαιτέρω μεταποίηση να εφαρμόζονται και για άλλους καρπούς με κέλυφος που προορίζονται για περαιτέρω μεταποίηση, οι δε διατάξεις περί δειγματοληψίας που προβλέπονται από τον Codex Alimentarius για τα αμύγδαλα, τα φουντούκια και τα φιστίκια Αιγίνης που διατίθενται «έτοιμα προς κατανάλωση» να εφαρμόζονται και για άλλους καρπούς με κέλυφος και για τις αραχίδες (φιστίκια) που διατίθενται «έτοιμα προς κατανάλωση». Η διαδικασία δειγματοληψίας για τους καρπούς με κέλυφος πρέπει επίσης να εφαρμοστεί και για τους πυρήνες βερίκοκων. Το μέρος Δ του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 401/2006 πρέπει επομένως να τροποποιηθεί αναλόγως, ούτως ώστε να προβλέπει μόνο τη διαδικασία δειγματοληψίας για τα ξηρά σύκα η οποία πρέπει να παραμείνει αμετάβλητη, ενώ η νέα διαδικασία δειγματοληψίας για τις αραχίδες (φιστίκια), τους άλλους ελαιούχους σπόρους, τους πυρήνες βερίκοκων και τους καρπούς με κέλυφος πρέπει να προβλέπεται σε χωριστό μέρος του παραρτήματος. |
(7) |
Έχουν καθιερωθεί μέγιστα επίπεδα για τις αφλατοξίνες στους ελαιούχους σπόρους εκτός από τις αραχίδες (φιστίκια) (5) και για την ωχρατοξίνη Α στα καρυκεύματα, τη γλυκόριζα και το εκχύλισμα γλυκόριζας (6). Είναι σκόπιμο να προβλέπονται ειδικές διατάξεις περί δειγματοληψίας γι’ αυτές τις νέες κατηγορίες τροφίμων και να γίνεται αναφορά στις υπάρχουσες διατάξεις, όταν συντρέχει περίπτωση. |
(8) |
Η δειγματοληψία των φυτικών ελαίων για τον έλεγχο των μυκοτοξινών έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και, επομένως, είναι σκόπιμο να διέπεται από ειδικούς κανόνες περί δειγματοληψίας. |
(9) |
Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Το παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 401/2006 τροποποιείται ως εξής:
1) |
Το μέρος Δ αντικαθίσταται από το κείμενο του παραρτήματος Ι του παρόντος κανονισμού. |
2) |
Στο μέρος Ε, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Αυτή η μέθοδος δειγματοληψίας εφαρμόζεται κατά τον επίσημο έλεγχο των μέγιστων επιπέδων που έχουν καθιερωθεί για την ωχρατοξίνη A, την αφλατοξίνη B1 και τις συνολικές αφλατοξίνες στα μπαχαρικά.». |
3) |
Το μέρος Ζ αντικαθίσταται από το κείμενο του παραρτήματος ΙΙ του παρόντος κανονισμού. |
4) |
Προστίθεται ένα μέρος ΙΑ, που παρατίθεται στο παράρτημα ΙΙΙ του παρόντος κανονισμού. |
Άρθρο 2
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει τη δέκατη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Εφαρμόζεται από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 2 Μαρτίου 2010.
Για την Επιτροπή
Ο Πρόεδρος
José Manuel BARROSO
(1) ΕΕ L 165 της 30.4.2004, σ. 1.
(2) ΕΕ L 364 της 20.12.2006, σ. 5.
(3) ΕΕ L 70 της 9.3.2006, σ. 12.
(4) Κώδικας γενικών προτύπων για τους επιμολυντές και τις τοξίνες στα τρόφιμα (ΚΩΔΙΚΑΣ STAN 193-1995). http://www.codexalimentarius.net/download/standards/17/CXS_193e.pdf
(5) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 165/2010 της Επιτροπής, της 26ης Φεβρουαρίου 2010, που τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1881/2006 για καθορισμό μέγιστων επιτρεπτών επιπέδων για ορισμένες ουσίες οι οποίες επιμολύνουν τα τρόφιμα όσον αφορά τις αφλατοξίνες (ΕΕ L 50 της 27.2.2010, σ. 8).
(6) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 105/2010 της Επιτροπής, της 5ης Φεβρουαρίου 2010, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1881/2006 για καθορισμό μέγιστων επιτρεπτών επιπέδων για ορισμένες ουσίες οι οποίες επιμολύνουν τα τρόφιμα όσον αφορά την ωχρατοξίνη Α (ΕΕ L 35 της 6.2.2010, σ. 7).
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι
«Δ.1. Μέθοδος δειγματοληψίας για τα ξηρά σύκα
Αυτή η μέθοδος δειγματοληψίας εφαρμόζεται κατά τον επίσημο έλεγχο των μέγιστων επιπέδων που έχουν καθιερωθεί για την αφλατοξίνη B1 και τις συνολικές αφλατοξίνες στα ξηρά σύκα.
Δ.1.1. Βάρος του στοιχειώδους δείγματος
Το βάρος του στοιχειώδους δείγματος είναι περίπου 300 γραμμάρια, εκτός εάν το βάρος του δείγματος ορίζεται διαφορετικά στο μέρος Δ.1 του παραρτήματος I.
Σε περίπτωση παρτίδων σε συσκευασίες λιανικής πώλησης, το βάρος του στοιχειώδους δείγματος εξαρτάται από το βάρος του προϊόντος σε συσκευασία λιανικής πώλησης.
Ως εκ τούτου, σε περίπτωση συσκευασμένου προϊόντος λιανικής πώλησης που ζυγίζει περισσότερο από 300 γραμμάρια, τα συνολικά δείγματα ζυγίζουν περισσότερο από 30 kg. Εάν το βάρος ενός μεμονωμένου συσκευασμένου προϊόντος λιανικής πώλησης είναι πολύ μεγαλύτερο από 300 γραμμάρια, τότε λαμβάνονται 300 γραμμάρια στοιχειώδους δείγματος από κάθε τέτοιο επιμέρους συσκευασμένο προϊόν. Αυτό μπορεί να γίνει είτε όταν λαμβάνεται το δείγμα είτε στο εργαστήριο. Ωστόσο, σε περιπτώσεις κατά τις οποίες αυτή η μέθοδος δειγματοληψίας θα οδηγούσε σε απαράδεκτες εμπορικές επιπτώσεις που θα προέκυπταν από ζημίες στην παρτίδα (λόγω της μορφής της συσκευασίας, του μέσου μεταφοράς κ.λπ.), μπορεί να εφαρμοστεί εναλλακτική μέθοδος δειγματοληψίας. Για παράδειγμα, σε περίπτωση που ένα προϊόν υψηλής αξίας διατίθεται στην αγορά σε λιανικές συσκευασίες των 500 γραμμαρίων ή του 1 kg, το συνολικό δείγμα μπορεί να ληφθεί με τη συνένωση ορισμένων στοιχειωδών δειγμάτων, ο αριθμός των οποίων είναι μικρότερος από τον αριθμό που αναφέρεται στους πίνακες 1, 2 και 3, υπό την προϋπόθεση ότι το βάρος του συνολικού δείγματος αντιστοιχεί στο απαιτούμενο βάρος του συνολικού δείγματος που αναφέρεται στους πίνακες 1, 2 και 3.
Όταν η συσκευασία λιανικής πώλησης ζυγίζει λιγότερο από 300 γραμμάρια και εάν η διαφορά δεν είναι πολύ μεγάλη, μία τέτοια λιανική συσκευασία εκλαμβάνεται ως ένα στοιχειώδες δείγμα, έτσι ώστε το συνολικό δείγμα να ζυγίζει λιγότερο από 30 kg. Εάν το βάρος της λιανικής συσκευασίας είναι πολύ μικρότερο των 300 γραμμαρίων, ένα στοιχειώδες δείγμα αποτελείται από δύο ή περισσότερες συσκευασίες λιανικής πώλησης, έτσι ώστε να επιτυγχάνεται όσο το δυνατόν μεγαλύτερη προσέγγιση των 300 γραμμαρίων.
Δ.1.2. Γενική επισκόπηση της μεθόδου δειγματοληψίας για τα ξηρά σύκα
Πίνακας 1
Υποδιαίρεση των παρτίδων σε υποπαρτίδες σε συνάρτηση με το προϊόν και το βάρος της παρτίδας
Προϊόν |
Βάρος παρτίδας (τόνοι) |
Βάρος ή αριθμός υποπαρτίδων |
Αριθμός στοιχειωδών δειγμάτων |
Βάρος συνολικού δείγματος (σε kg) |
Ξηρά σύκα |
≥ 15 |
15-30 τόνοι |
100 |
30 |
< 15 |
— |
10-100 (1) |
≤ 30 |
Δ.1.3. Μέθοδος δειγματοληψίας για τα ξηρά σύκα (παρτίδες 15 τόνων)
— |
Υπό την προϋπόθεση ότι μια υποπαρτίδα μπορεί να διαχωρίζεται με φυσικό τρόπο, κάθε παρτίδα πρέπει να υποδιαιρείται σε υποπαρτίδες σύμφωνα με τον πίνακα 1. Δεδομένου ότι το βάρος της παρτίδας δεν αποτελεί πάντα ακριβές πολλαπλάσιο του βάρους των υποπαρτίδων, το βάρος των υποπαρτίδων μπορεί να υπερβαίνει το αναφερόμενο βάρος κατά μέγιστο ποσοστό 20 %. |
— |
Κάθε υποπαρτίδα πρέπει να αποτελεί αντικείμενο ξεχωριστής δειγματοληψίας. |
— |
Αριθμός στοιχειωδών δειγμάτων: 100. |
— |
Βάρος του συνολικού δείγματος = 30 kg, τα οποία πρέπει να αναμειχθούν και να υποδιαιρεθούν σε τρία ίσα εργαστηριακά δείγματα των 10 kg πριν από τη σύνθλιψη (η διαίρεση αυτή σε τρία εργαστηριακά δείγματα δεν είναι αναγκαία στην περίπτωση των ξηρών σύκων που προορίζονται να υποστούν περαιτέρω διαλογή ή άλλη φυσική επεξεργασία, καθώς και στην περίπτωση που υπάρχει διαθέσιμος εξοπλισμός, ικανός να ομοιογενοποιήσει δείγμα των 30 kg). |
— |
Κάθε εργαστηριακό δείγμα 10 kg πρέπει να συνθλίβεται χωριστά σε όσο το δυνατόν μικρότερα σωματίδια και να αναμειγνύεται επιμελώς προκειμένου να εξασφαλίζεται η πλήρης ομοιογενοποίησή του, σύμφωνα με τις διατάξεις του παραρτήματος II. |
— |
Αν δεν είναι δυνατή η εφαρμογή της μεθόδου δειγματοληψίας που περιγράφεται ανωτέρω λόγω των απαράδεκτων εμπορικών επιπτώσεων που θα προέκυπταν από ζημία της παρτίδας (λόγω της μορφής συσκευασίας, του μέσου μεταφοράς κ.λπ.), μπορεί να εφαρμόζεται εναλλακτική μέθοδος δειγματοληψίας, υπό τον όρο ότι είναι όσο το δυνατόν περισσότερο αντιπροσωπευτική και ότι περιγράφεται και τεκμηριώνεται πλήρως. |
Δ.1.4. Μέθοδος δειγματοληψίας για τα ξηρά σύκα (παρτίδες < 15 τόνων)
Ο αριθμός των στοιχειωδών δειγμάτων που πρέπει να λαμβάνονται εξαρτάται από το βάρος της παρτίδας, με ελάχιστο το 10 και μέγιστο το 100.
Τα στοιχεία του πίνακα 2 που ακολουθεί μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τον προσδιορισμό του αριθμού των στοιχειωδών δειγμάτων που πρέπει να λαμβάνονται και την επακόλουθη διαίρεση του συνολικού δείγματος.
Πίνακας 2
Αριθμός στοιχειωδών δειγμάτων που πρέπει να λαμβάνονται σε συνάρτηση με το βάρος της παρτίδας και τον αριθμό των υποδιαιρέσεων του συνολικού δείγματος
Βάρος παρτίδας (σε τόνους) |
Αριθμός στοιχειωδών δειγμάτων |
Βάρος συνολικού δείγματος (σε kg) (στην περίπτωση συσκευασμένων προϊόντων λιανικής πώλησης, το βάρος του συνολικού δείγματος μπορεί να αποκλίνει – βλέπε σημείο Δ.1.1) |
Αριθμός εργαστηριακών δειγμάτων από το συνολικό δείγμα |
≤ 0,1 |
10 |
3 |
1 (καμία υποδιαίρεση) |
> 0,1 - ≤ 0,2 |
15 |
4,5 |
1 (καμία υποδιαίρεση) |
> 0,2 - ≤ 0,5 |
20 |
6 |
1 (καμία υποδιαίρεση) |
> 0,5 - ≤ 1,0 |
30 |
9 (- < 2 kg) |
1 (καμία υποδιαίρεση) |
> 1,0 - ≤ 2,0 |
40 |
12 |
2 |
> 2,0 - ≤ 5,0 |
60 |
18 (- < 24 kg) |
2 |
> 5,0 - ≤ 10,0 |
80 |
24 |
3 |
> 10,0 - ≤ 15,0 |
100 |
30 |
3 |
— |
Βάρος του συνολικού δείγματος ≤ 30 kg, τα οποία πρέπει να αναμειχθούν και να υποδιαιρεθούν σε τρία ίσα εργαστηριακά δείγματα των ≤ 10 kg πριν από τη σύνθλιψη (η διαίρεση αυτή σε τρία εργαστηριακά δείγματα δεν είναι αναγκαία στην περίπτωση των ξηρών σύκων που προορίζονται να υποστούν περαιτέρω διαλογή ή άλλη φυσική επεξεργασία, καθώς και στην περίπτωση που υπάρχει διαθέσιμος εξοπλισμός, ικανός να ομοιογενοποιήσει δείγματα έως και 30 kg). Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες το βάρος του συνολικού δείγματος είναι μικρότερο από 30 kg, το συνολικό δείγμα πρέπει να διαιρεθεί σε εργαστηριακά δείγματα σύμφωνα με την ακόλουθη κατάταξη:
|
— |
Κάθε εργαστηριακό δείγμα πρέπει να συνθλίβεται χωριστά σε όσο το δυνατόν μικρότερα σωματίδια και να αναμειγνύεται επιμελώς ούτως ώστε να εξασφαλίζεται η πλήρης ομοιογενοποίησή του, σύμφωνα με τις διατάξεις του παραρτήματος II. |
— |
Αν δεν είναι δυνατή η εφαρμογή της μεθόδου δειγματοληψίας που περιγράφεται ανωτέρω λόγω των απαράδεκτων εμπορικών επιπτώσεων που θα προέκυπταν από ζημία της παρτίδας (λόγω της μορφής συσκευασίας, του μέσου μεταφοράς κ.λπ.), μπορεί να εφαρμόζεται εναλλακτική μέθοδος δειγματοληψίας, υπό τον όρο ότι είναι όσο το δυνατόν περισσότερο αντιπροσωπευτική και ότι περιγράφεται και τεκμηριώνεται πλήρως. |
Δ.1.5. Μέθοδος δειγματοληψίας για τα παράγωγα προϊόντα και τα σύνθετα τρόφιμα
Δ.1.5.1.
— |
Αριθμός στοιχειωδών δειγμάτων: 100· για παρτίδες κάτω των 50 τόνων ο αριθμός των στοιχειωδών δειγμάτων πρέπει να είναι 10 έως 100, ανάλογα με το βάρος της παρτίδας (βλέπε πίνακα 3). Πίνακας 3 Αριθμός στοιχειωδών δειγμάτων που πρέπει να λαμβάνονται, ανάλογα με το βάρος της παρτίδας
|
— |
Το βάρος του στοιχειώδους δείγματος πρέπει να είναι περίπου 100 γραμμάρια. Σε περίπτωση παρτίδων σε συσκευασίες λιανικής πώλησης, το βάρος του στοιχειώδους δείγματος εξαρτάται από το βάρος του προϊόντος σε συσκευασία λιανικής πώλησης. |
— |
Βάρος συνολικού δείγματος = 1 - 10 kg επαρκώς αναμεμιγμένο. |
Δ.1.5.2.
Μέθοδος δειγματοληψίας και αποδοχής όπως για τα ξηρά σύκα (Δ.1.3 και Δ.1.4)
Δ.1.6. Δειγματοληψία στο στάδιο της λιανικής πώλησης
Η δειγματοληψία τροφίμων στο στάδιο της λιανικής πώλησης πρέπει να γίνεται, εφόσον είναι δυνατόν, σύμφωνα με τις διατάξεις που ορίζονται στο παρόν μέρος του παραρτήματος I.
Όταν αυτό δεν είναι δυνατόν, μπορούν να εφαρμοστούν άλλες αποτελεσματικές μέθοδοι δειγματοληψίας στο στάδιο της λιανικής πώλησης, υπό τον όρο ότι εξασφαλίζουν επαρκώς την αντιπροσωπευτικότητα του συνολικού δείγματος σε σχέση με την παρτίδα από την οποία ελήφθη και ότι περιγράφονται και τεκμηριώνονται πλήρως. Σε κάθε περίπτωση, το συνολικό δείγμα δεν είναι μικρότερο του 1 kg (2).
Δ.1.7. Ειδική μέθοδος δειγματοληψίας για τα ξηρά σύκα και τα παράγωγα προϊόντα σε συσκευασίες εν κενώ
Δ.1.7.1.
Για παρτίδες βάρους ίσου ή μεγαλύτερου των 15 τόνων πρέπει να λαμβάνονται τουλάχιστον 50 στοιχειώδη δείγματα ώστε να συγκεντρώνεται συνολικό δείγμα 30 kg, ενώ για παρτίδες βάρους μικρότερου των 15 τόνων πρέπει να λαμβάνεται το 50 % του αριθμού των στοιχειωδών δειγμάτων που αναφέρονται στον πίνακα 2, ώστε να συγκεντρώνεται συνολικό δείγμα το βάρος του οποίου να αντιστοιχεί στο βάρος της παρτίδας που υποβλήθηκε σε δειγματοληψία (βλέπε πίνακα 2).
Δ.1.7.2.
Για παρτίδες βάρους ίσου ή μεγαλύτερου των 50 τόνων πρέπει να λαμβάνονται τουλάχιστον 25 στοιχειώδη δείγματα ώστε να συγκεντρώνεται συνολικό δείγμα 10 kg, ενώ για παρτίδες βάρους μικρότερου των 50 τόνων πρέπει να λαμβάνεται το 25 % του αριθμού των στοιχειωδών δειγμάτων που αναφέρονται στον πίνακα 3 ώστε να συγκεντρώνεται συνολικό δείγμα το βάρος του οποίου να αντιστοιχεί στο βάρος της παρτίδας που υποβλήθηκε σε δειγματοληψία (βλέπε πίνακα 3).
Δ.1.8. Αποδοχή μιας παρτίδας ή υποπαρτίδας
Για τα ξηρά σύκα που υποβάλλονται σε διαλογή ή άλλη φυσική επεξεργασία:
— |
αποδοχή εφόσον το συνολικό δείγμα ή ο μέσος όρος των εργαστηριακών δειγμάτων δεν υπερβαίνει το ανώτατο όριο, λαμβανομένης υπόψη της διόρθωσης για ανάκτηση και της αβεβαιότητας της μέτρησης· |
— |
απόρριψη, εφόσον το συνολικό δείγμα ή ο μέσος όρος των εργαστηριακών δειγμάτων υπερβαίνει το ανώτατο όριο πέραν κάθε λογικής αμφιβολίας, λαμβανομένης υπόψη της διόρθωσης για ανάκτηση και της αβεβαιότητας της μέτρησης. |
Για τα ξηρά σύκα που προορίζονται για άμεση ανθρώπινη κατανάλωση:
— |
αποδοχή εφόσον κανένα από τα εργαστηριακά δείγματα δεν υπερβαίνει το ανώτατο όριο, λαμβανομένης υπόψη της διόρθωσης για ανάκτηση και της αβεβαιότητας της μέτρησης· |
— |
απόρριψη εφόσον ένα ή περισσότερα εργαστηριακά δείγματα υπερβαίνει (-ουν) το ανώτατο όριο πέραν κάθε λογικής αμφιβολίας, λαμβανομένης υπόψη της διόρθωσης για ανάκτηση και της αβεβαιότητας της μέτρησης. |
Σε περίπτωση συνολικού δείγματος 12 kg και κάτω:
— |
αποδοχή εφόσον το εργαστηριακό δείγμα δεν υπερβαίνει το ανώτατο όριο, λαμβανομένης υπόψη της διόρθωσης για ανάκτηση και της αβεβαιότητας της μέτρησης· |
— |
απόρριψη εφόσον το εργαστηριακό δείγμα υπερβαίνει το ανώτατο όριο πέραν κάθε λογικής αμφιβολίας, λαμβανομένης υπόψη της διόρθωσης για ανάκτηση και της αβεβαιότητας της μέτρησης. |
Δ.2. Μέθοδος δειγματοληψίας για τις αραχίδες (φιστίκια), τους άλλους ελαιούχους σπόρους, τους πυρήνες βερίκοκων και τους καρπούς με κέλυφος
Αυτή η μέθοδος δειγματοληψίας εφαρμόζεται κατά τον επίσημο έλεγχο των μέγιστων επιπέδων που έχουν καθιερωθεί για την αφλατοξίνη B1 και τις συνολικές αφλατοξίνες για τις αραχίδες (φιστίκια), τους άλλους ελαιούχους σπόρους, τους πυρήνες βερίκοκων και τους καρπούς με κέλυφος.
Δ.2.1. Βάρος του στοιχειώδους δείγματος
Το βάρος του στοιχειώδους δείγματος είναι περίπου 200 γραμμάρια, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στο μέρος Δ.2 του παραρτήματος I.
Σε περίπτωση παρτίδων σε συσκευασίες λιανικής πώλησης, το βάρος του στοιχειώδους δείγματος εξαρτάται από το βάρος του προϊόντος σε συσκευασία λιανικής πώλησης.
Ως εκ τούτου, σε περίπτωση συσκευασμένου προϊόντος λιανικής πώλησης που ζυγίζει περισσότερο από 200 γραμμάρια, τα συνολικά δείγματα ζυγίζουν περισσότερο από 20 kg. Εάν το βάρος ενός μεμονωμένου συσκευασμένου προϊόντος λιανικής πώλησης είναι πολύ μεγαλύτερο από 200 γραμμάρια, τότε λαμβάνονται 200 γραμμάρια στοιχειώδους δείγματος από κάθε τέτοιο επιμέρους συσκευασμένο προϊόν. Αυτό μπορεί να γίνει είτε όταν λαμβάνεται το δείγμα είτε στο εργαστήριο. Ωστόσο, σε περιπτώσεις κατά τις οποίες αυτή η μέθοδος δειγματοληψίας θα οδηγούσε σε απαράδεκτες εμπορικές επιπτώσεις που θα προέκυπταν από ζημίες στην παρτίδα (λόγω της μορφής της συσκευασίας, του μέσου μεταφοράς κ.λπ.), μπορεί να εφαρμοστεί εναλλακτική μέθοδος δειγματοληψίας. Για παράδειγμα, σε περίπτωση που ένα προϊόν υψηλής αξίας διατίθεται στην αγορά σε συσκευασίες λιανικής πώλησης των 500 γραμμαρίων ή του 1 kg, το συνολικό δείγμα μπορεί να ληφθεί με τη συνένωση ορισμένων στοιχειωδών δειγμάτων, ο αριθμός των οποίων είναι μικρότερος από τον αριθμό που αναφέρεται στους πίνακες 1, 2 και 3, υπό την προϋπόθεση ότι το βάρος του συνολικού δείγματος αντιστοιχεί στο απαιτούμενο βάρος του συνολικού δείγματος που αναφέρεται στους πίνακες 1, 2 και 3.
Όταν η συσκευασία λιανικής πώλησης ζυγίζει λιγότερο από 200 γραμμάρια και εάν η διαφορά δεν είναι πολύ μεγάλη, μία τέτοια λιανική συσκευασία εκλαμβάνεται ως ένα στοιχειώδες δείγμα, έτσι ώστε το συνολικό δείγμα να ζυγίζει λιγότερο από 20 kg. Εάν το βάρος της λιανικής συσκευασίας είναι πολύ μικρότερο των 200 γραμμαρίων, ένα στοιχειώδες δείγμα αποτελείται από δύο ή περισσότερες συσκευασίες λιανικής πώλησης, έτσι ώστε να επιτυγχάνεται όσο το δυνατόν μεγαλύτερη προσέγγιση των 200 γραμμαρίων.
Δ.2.2. Γενική επισκόπηση της μεθόδου δειγματοληψίας για τις αραχίδες (φιστίκια), τους άλλους ελαιούχους σπόρους, τους πυρήνες βερίκοκων και τους καρπούς με κέλυφος
Πίνακας 1
Υποδιαίρεση των παρτίδων σε υποπαρτίδες σε συνάρτηση με το προϊόν και το βάρος της παρτίδας
Προϊόν |
Βάρος παρτίδας (τόνοι) |
Βάρος ή αριθμός υποπαρτίδων |
Αριθμός στοιχειωδών δειγμάτων |
Βάρος συνολικού δείγματος (σε kg) |
Αραχίδες (φιστίκια), άλλοι ελαιούχοι σπόροι, πυρήνες βερίκοκων και καρποί με κέλυφος |
≥ 500 |
100 τόνοι |
100 |
20 |
> 125 και < 500 |
5 υποπαρτίδες |
100 |
20 |
|
≥ 15 και ≤ 125 |
25 τόνοι |
100 |
20 |
|
< 15 |
— |
10-100 (3) |
≤ 20 |
Δ.2.3. Μέθοδος δειγματοληψίας για τις αραχίδες (φιστίκια), τους άλλους ελαιούχους σπόρους, τους πυρήνες βερίκοκων και τους καρπούς με κέλυφος (μέρη 15 ≥ τόνων)
— |
Υπό την προϋπόθεση ότι μια υποπαρτίδα μπορεί να διαχωρίζεται φυσικά, κάθε παρτίδα πρέπει να υποδιαιρείται σε υποπαρτίδες σύμφωνα με τον πίνακα 1. Δεδομένου ότι το βάρος της παρτίδας δεν αποτελεί πάντα ακριβές πολλαπλάσιο του βάρους των υποπαρτίδων, το βάρος των υποπαρτίδων μπορεί να υπερβαίνει το αναφερόμενο βάρος κατά ποσοστό έως 20 %. |
— |
Κάθε υποπαρτίδα πρέπει να αποτελεί αντικείμενο ξεχωριστής δειγματοληψίας. |
— |
Αριθμός στοιχειωδών δειγμάτων: 100. |
— |
Βάρος του συνολικού δείγματος = 20 kg, τα οποία πρέπει να αναμειχθούν και να υποδιαιρεθούν σε δύο ίσα εργαστηριακά δείγματα των 10 kg πριν από τη σύνθλιψη [η διαίρεση αυτή σε δύο εργαστηριακά δείγματα δεν είναι αναγκαία στην περίπτωση των αραχίδων (φιστικιών), άλλων ελαιούχων σπόρων, των πυρήνων βερίκοκων και των καρπών με κέλυφος που προορίζονται να υποστούν περαιτέρω διαλογή ή άλλη φυσική επεξεργασία, καθώς και στην περίπτωση που υπάρχει διαθέσιμος εξοπλισμός, ικανός να ομοιογενοποιήσει δείγμα 20 kg]. |
— |
Κάθε εργαστηριακό δείγμα 10 kg πρέπει να συνθλίβεται χωριστά σε όσο το δυνατόν μικρότερα σωματίδια και να αναμειγνύεται επιμελώς ούτως ώστε να εξασφαλίζεται η πλήρης ομοιογενοποίησή του, σύμφωνα με τις διατάξεις του παραρτήματος II. |
— |
Αν δεν είναι δυνατή η εφαρμογή της μεθόδου δειγματοληψίας που περιγράφεται ανωτέρω λόγω των εμπορικών επιπτώσεων που θα προέκυπταν από ζημία της παρτίδας (λόγω της μορφής συσκευασίας, του μέσου μεταφοράς κ.λπ.), μπορεί να εφαρμόζεται εναλλακτική μέθοδος δειγματοληψίας, υπό τον όρο ότι επιτυγχάνει όσο το δυνατόν περισσότερο αντιπροσωπευτικό δείγμα και ότι η εφαρμοζόμενη μέθοδος περιγράφεται εκτενώς και είναι πλήρως τεκμηριωμένη. |
Δ.2.4. Μέθοδος δειγματοληψίας για τις αραχίδες (φιστίκια), τους άλλους ελαιούχους σπόρους, τους πυρήνες βερίκοκων και τους καρπούς με κέλυφος (μέρη < 15 τόνων)
Ο αριθμός των στοιχειωδών δειγμάτων που πρέπει να λαμβάνονται εξαρτάται από το βάρος της παρτίδας, με ελάχιστο το 10 και μέγιστο το 100.
Τα στοιχεία του πίνακα 2 που ακολουθεί μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τον προσδιορισμό του αριθμού των στοιχειωδών δειγμάτων που πρέπει να λαμβάνονται και την επακόλουθη διαίρεση του συνολικού δείγματος.
Πίνακας 2
Αριθμός στοιχειωδών δειγμάτων που πρέπει να λαμβάνονται σε συνάρτηση με το βάρος της παρτίδας και τον αριθμό των υποδιαιρέσεων του συνολικού δείγματος
Βάρος παρτίδας (σε τόνους) |
Αριθμός στοιχειωδών δειγμάτων |
Βάρος συνολικού δείγματος (σε kg) (στην περίπτωση προϊόντων με συσκευασία λιανικής πώλησης, το βάρος του συνολικού δείγματος μπορεί να αποκλίνει – βλέπε σημείο Δ.2.1) |
Αριθμός εργαστηριακών δειγμάτων από το συνολικό δείγμα |
≤ 0,1 |
10 |
2 |
1 (καμία υποδιαίρεση) |
> 0,1 - ≤ 0,2 |
15 |
3 |
1 (καμία υποδιαίρεση) |
> 0,2 - ≤ 0,5 |
20 |
4 |
1 (καμία υποδιαίρεση) |
> 0,5 - ≤ 1,0 |
30 |
6 |
1 (καμία υποδιαίρεση) |
> 1,0 - ≤ 2,0 |
40 |
8 (- < 12 kg) |
1 (καμία υποδιαίρεση) |
>2,0 - ≤ 5,0 |
60 |
12 |
2 |
> 5,0 - ≤ 10,0 |
80 |
16 |
2 |
> 10,0 - ≤ 15,0 |
100 |
20 |
2 |
— |
Βάρος του συνολικού δείγματος ≤ 20 kg, τα οποία πρέπει να αναμειχθούν και, εάν είναι αναγκαίο, να υποδιαιρεθούν σε δύο ίσα εργαστηριακά δείγματα ≤ 10 kg πριν από τη σύνθλιψη [η διαίρεση αυτή σε δύο εργαστηριακά δείγματα δεν είναι αναγκαία στην περίπτωση των αραχίδων (φιστικιών), άλλων ελαιούχων σπόρων, των πυρήνων βερίκοκων και των καρπών με κέλυφος που προορίζονται να υποστούν περαιτέρω διαλογή ή άλλη φυσική επεξεργασία, καθώς και στην περίπτωση που υπάρχει διαθέσιμος εξοπλισμός, ικανός να ομοιογενοποιήσει δείγμα έως 20 kg]. Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες το βάρος του συνολικού δείγματος είναι μικρότερο των 20 kg, το συνολικό δείγμα πρέπει να διαιρεθεί σε εργαστηριακά δείγματα σύμφωνα με την ακόλουθη κατάταξη:
|
— |
Κάθε εργαστηριακό δείγμα πρέπει να συνθλίβεται χωριστά σε όσο το δυνατόν μικρότερα σωματίδια και να αναμειγνύεται επιμελώς ούτως ώστε να εξασφαλίζεται η πλήρης ομοιογενοποίησή του, σύμφωνα με τις διατάξεις του παραρτήματος II. |
— |
Αν δεν είναι δυνατή η εφαρμογή της μεθόδου δειγματοληψίας που περιγράφεται ανωτέρω λόγω των απαράδεκτων εμπορικών επιπτώσεων που θα προέκυπταν από ζημία της παρτίδας (λόγω της μορφής συσκευασίας, του μέσου μεταφοράς κ.λπ.), μπορεί να εφαρμόζεται εναλλακτική μέθοδος δειγματοληψίας, υπό τον όρο ότι επιτυγχάνει όσο το δυνατόν περισσότερο αντιπροσωπευτικό δείγμα και ότι η εφαρμοζόμενη μέθοδος περιγράφεται εκτενώς και είναι πλήρως τεκμηριωμένη. |
Δ.2.5. Μέθοδος δειγματοληψίας για παράγωγα προϊόντα, με εξαίρεση το φυτικό έλαιο, και σύνθετα τρόφιμα
Δ.2.5.1.
— |
Αριθμός στοιχειωδών δειγμάτων: 100· για παρτίδες κάτω των 50 τόνων ο αριθμός των στοιχειωδών δειγμάτων πρέπει να είναι 10 έως 100, ανάλογα με το βάρος της παρτίδας (βλέπε πίνακα 3) Πίνακας 3 Αριθμός στοιχειωδών δειγμάτων που πρέπει να λαμβάνονται ανάλογα με το βάρος της παρτίδας
|
— |
Το βάρος του στοιχειώδους δείγματος πρέπει να είναι περίπου 100 γραμμάρια. Σε περίπτωση παρτίδων σε συσκευασίες λιανικής πώλησης, το βάρος του στοιχειώδους δείγματος εξαρτάται από το βάρος του προϊόντος σε συσκευασία λιανικής πώλησης. |
— |
Βάρος συνολικού δείγματος = 1 - 10 kg επαρκώς αναμεμιγμένο. |
Δ.2.5.2.
Μέθοδος δειγματοληψίας και αποδοχής όπως για τις αραχίδες (φιστίκια), τους άλλους ελαιούχους σπόρους, τους πυρήνες βερίκοκων και τους καρπούς με κέλυφος (Δ.2.3 και Δ.2.4).
Δ.2.6. Δειγματοληψία στο στάδιο της λιανικής πώλησης
Η δειγματοληψία τροφίμων στο στάδιο της λιανικής πώλησης πρέπει να γίνεται, εφόσον είναι δυνατόν, σύμφωνα με τις διατάξεις που ορίζονται στο παρόν μέρος του παραρτήματος I.
Όταν αυτό δεν είναι δυνατόν, μπορούν να εφαρμοστούν άλλες αποτελεσματικές μέθοδοι δειγματοληψίας στο στάδιο της λιανικής πώλησης, υπό τον όρο ότι εξασφαλίζουν επαρκώς την αντιπροσωπευτικότητα του συνολικού δείγματος σε σχέση με την παρτίδα από την οποία ελήφθη και ότι οι εφαρμοζόμενες μέθοδοι περιγράφονται και τεκμηριώνονται πλήρως. Σε κάθε περίπτωση, το συνολικό δείγμα πρέπει να έχει βάρος τουλάχιστον 1 kg (2).
Δ.2.7. Ειδική μέθοδος δειγματοληψίας για τις αραχίδες (φιστίκια), άλλους ελαιούχους σπόρους, πυρήνες βερίκοκων, καρπούς με κέλυφος και παράγωγα προϊόντα σε συσκευασίες εν κενώ
Δ.2.7.1.
Για παρτίδες βάρους ίσου ή μεγαλύτερου των 15 τόνων, πρέπει να λαμβάνονται τουλάχιστον 50 στοιχειώδη δείγματα ώστε να συγκεντρώνεται συνολικό δείγμα 20 kg, ενώ για παρτίδες μικρότερες των 15 τόνων, πρέπει να λαμβάνεται το 50 % του αριθμού των στοιχειωδών δειγμάτων που αναφέρονται στον πίνακα 2, ώστε να συγκεντρώνεται συνολικό δείγμα το βάρος του οποίου να αντιστοιχεί στο βάρος της παρτίδας που υποβλήθηκε σε δειγματοληψία (βλέπε πίνακα 2).
Δ.2.7.2.
Για παρτίδες βάρους ίσου ή μεγαλύτερου των 15 τόνων πρέπει να λαμβάνονται τουλάχιστον 25 στοιχειώδη δείγματα ώστε να συγκεντρώνεται συνολικό δείγμα 20 kg, ενώ για παρτίδες βάρους μικρότερου των 15 τόνων πρέπει να λαμβάνεται το 25 % του αριθμού των στοιχειωδών δειγμάτων που αναφέρονται στον πίνακα 2, ώστε να συγκεντρώνεται συνολικό δείγμα το βάρος του οποίου να αντιστοιχεί στο βάρος της παρτίδας που υποβλήθηκε σε δειγματοληψία (βλέπε πίνακα 2).
Δ.2.7.3.
Για παρτίδες βάρους ίσου ή μεγαλύτερου των 50 τόνων πρέπει να λαμβάνονται τουλάχιστον 25 στοιχειώδη δείγματα ώστε να συγκεντρώνεται συνολικό δείγμα 10 kg, ενώ για παρτίδες βάρους μικρότερου των 50 τόνων πρέπει να λαμβάνεται το 25 % του αριθμού των στοιχειωδών δειγμάτων που αναφέρονται στον πίνακα 3 ώστε να συγκεντρώνεται συνολικό δείγμα το βάρος του οποίου να αντιστοιχεί στο βάρος της παρτίδας που υποβλήθηκε σε δειγματοληψία (βλέπε πίνακα 3).
Δ.2.8. Αποδοχή μιας παρτίδας ή υποπαρτίδας
Για αραχίδες (φιστίκια), άλλους ελαιούχους σπόρους, πυρήνες βερίκοκων και καρπούς με κέλυφος που υποβάλλονται σε διαλογή ή άλλη φυσική επεξεργασία:
— |
αποδοχή εφόσον το συνολικό δείγμα ή ο μέσος όρος των εργαστηριακών δειγμάτων συμμορφώνεται προς το μέγιστο όριο, λαμβανομένης υπόψη της διόρθωσης για ανάκτηση και της αβεβαιότητας της μέτρησης· |
— |
απόρριψη, εφόσον το συνολικό δείγμα ή ο μέσος όρος των εργαστηριακών δειγμάτων υπερβαίνει το ανώτατο όριο πέραν κάθε λογικής αμφιβολίας, λαμβανομένης υπόψη της διόρθωσης για ανάκτηση και της αβεβαιότητας της μέτρησης. |
Για αραχίδες (φιστίκια), άλλους ελαιούχους σπόρους, πυρήνες βερίκοκων και καρπούς με κέλυφος προοριζόμενους για άμεση ανθρώπινη κατανάλωση:
— |
αποδοχή εφόσον κανένα από τα εργαστηριακά δείγματα δεν υπερβαίνει το μέγιστο όριο, λαμβανομένης υπόψη της διόρθωσης για ανάκτηση και της αβεβαιότητας της μέτρησης· |
— |
απόρριψη εφόσον ένα ή περισσότερα εργαστηριακά δείγματα υπερβαίνει (-ουν) το μέγιστο όριο πέραν κάθε λογικής αμφιβολίας, λαμβανομένης υπόψη της διόρθωσης για ανάκτηση και της αβεβαιότητας της μέτρησης. |
Σε περίπτωση συνολικού δείγματος 12 kg ή λιγότερο:
— |
αποδοχή εφόσον το εργαστηριακό δείγμα συμμορφώνεται προς το μέγιστο όριο, λαμβανομένης υπόψη της διόρθωσης για ανάκτηση και της αβεβαιότητας της μέτρησης· |
— |
απόρριψη εφόσον το εργαστηριακό δείγμα υπερβαίνει το μέγιστο όριο πέραν κάθε λογικής αμφιβολίας, λαμβανομένης υπόψη της διόρθωσης για ανάκτηση και της αβεβαιότητας της μέτρησης. |
(1) Ανάλογα με το βάρος της παρτίδας – βλέπε πίνακα 2 του παρόντος μέρους Δ.1 του παρόντος παραρτήματος.
(2) Στην περίπτωση που η παρτίδα που πρόκειται να υποβληθεί σε δειγματοληψία είναι τόσο μικρή ώστε είναι αδύνατον να ληφθεί συνολικό δείγμα βάρους 1 kg, το βάρος του συνολικού δείγματος μπορεί να είναι μικρότερο του 1 kg.».
(3) Ανάλογα με το βάρος της παρτίδας – βλέπε πίνακα 2 του παρόντος μέρους Δ.2 του παρόντος παραρτήματος.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II
«Ζ. ΜΕΘΟΔΟΣ ΔΕΙΓΜΑΤΟΛΗΨΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΦΕ, ΤΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΚΑΦΕ, ΤΗ ΓΛΥΚΟΡΙΖΑ ΚΑΙ ΤΟ ΕΚΧΥΛΙΣΜΑ ΓΛΥΚΟΡΙΖΑΣ
Αυτή η μέθοδος δειγματοληψίας εφαρμόζεται κατά τον επίσημο έλεγχο των μέγιστων επιπέδων που έχουν καθιερωθεί για την ωχρατοξίνη A για τους φρυγμένους κόκκους καφέ, το φρυγμένο και αλεσμένο καφέ και το διαλυτό καφέ, τη γλυκόριζα και το εκχύλισμα γλυκόριζας.
Ζ.1. Βάρος του στοιχειώδους δείγματος
Το βάρος του στοιχειώδους δείγματος πρέπει να είναι περίπου 100 γραμμάρια, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στο παρόν μέρος Ζ του παραρτήματος I.
Σε περίπτωση παρτίδων σε συσκευασίες λιανικής πώλησης, το βάρος του στοιχειώδους δείγματος εξαρτάται από το βάρος του προϊόντος σε συσκευασία λιανικής πώλησης.
Ως εκ τούτου, σε περίπτωση προϊόντος σε συσκευασία λιανικής πώλησης που ζυγίζει περισσότερο από 100 γραμμάρια, τα συνολικά δείγματα ζυγίζουν περισσότερο από 10 kg. Εάν το βάρος ενός μεμονωμένου προϊόντος σε συσκευασία λιανικής πώλησης είναι πολύ μεγαλύτερο από 100 γραμμάρια, τότε λαμβάνονται 100 γραμμάρια στοιχειώδους δείγματος από κάθε τέτοιο επιμέρους συσκευασμένο προϊόν. Αυτό μπορεί να γίνει είτε όταν λαμβάνεται το δείγμα είτε στο εργαστήριο. Ωστόσο, σε περιπτώσεις κατά τις οποίες αυτή η μέθοδος δειγματοληψίας θα οδηγούσε σε απαράδεκτες εμπορικές επιπτώσεις που θα προέκυπταν από ζημίες στην παρτίδα (λόγω της μορφής της συσκευασίας, του μέσου μεταφοράς κ.λπ.), μπορεί να εφαρμοστεί εναλλακτική μέθοδος δειγματοληψίας. Για παράδειγμα, σε περίπτωση που ένα προϊόν υψηλής αξίας διατίθεται στην αγορά σε συσκευασίες λιανικής πώλησης των 500 γραμμαρίων ή του 1 kg, το συνολικό δείγμα μπορεί να ληφθεί με τη συνένωση ορισμένων στοιχειωδών δειγμάτων, ο αριθμός των οποίων είναι μικρότερος από τον αριθμό που αναφέρεται στους πίνακες 1 και 2, υπό την προϋπόθεση ότι το βάρος του συνολικού δείγματος αντιστοιχεί στο απαιτούμενο βάρος του συνολικού δείγματος που αναφέρεται στους πίνακες 1 και 2.
Όταν η συσκευασία λιανικής πώλησης ζυγίζει λιγότερο από 100 γραμμάρια και εάν η διαφορά δεν είναι πολύ μεγάλη, μία τέτοια συσκευασία λιανικής πώλησης εκλαμβάνεται ως ένα στοιχειώδες δείγμα, έτσι ώστε το συνολικό δείγμα να ζυγίζει λιγότερο από 10 kg. Εάν το βάρος της συσκευασίας λιανικής πώλησης είναι πολύ μικρότερο των 100 γραμμαρίων, ένα στοιχειώδες δείγμα αποτελείται από δύο ή περισσότερες συσκευασίες λιανικής πώλησης, έτσι ώστε να επιτυγχάνεται όσο το δυνατόν μεγαλύτερη προσέγγιση των 100 γραμμαρίων.
Ζ.2. Γενική επισκόπηση της μεθόδου δειγματοληψίας για τους φρυγμένους κόκκους καφέ, τον φρυγμένο και αλεσμένο καφέ και τον διαλυτό καφέ, τη γλυκόριζα και το εκχύλισμα γλυκόριζας
Πίνακας 1
Υποδιαίρεση των παρτίδων σε υποπαρτίδες σε συνάρτηση με το προϊόν και το βάρος της παρτίδας
Προϊόν |
Βάρος της παρτίδας (σε τόνους) |
Βάρος ή αριθμός υποπαρτίδων |
Αριθμός στοιχειωδών δειγμάτων |
Βάρος συνολικού δείγματος (kg) |
Φρυγμένοι κόκκοι καφέ, φρυγμένος και αλεσμένος καφές και διαλυτός καφές, γλυκόριζα και εκχύλισμα γλυκόριζας |
≥ 15 |
15-30 τόνοι |
100 |
10 |
< 15 |
— |
10-100 (1) |
1-10 |
Ζ.3. Μέθοδος δειγματοληψίας για τους φρυγμένους κόκκους καφέ, τον φρυγμένο και αλεσμένο καφέ και τον διαλυτό καφέ, τη γλυκόριζα και το εκχύλισμα γλυκόριζας (παρτίδες ≥ 15 τόνους)
— |
Υπό την προϋπόθεση ότι μια υποπαρτίδα μπορεί να διαχωρίζεται φυσικά, κάθε παρτίδα πρέπει να υποδιαιρείται σε υποπαρτίδες σύμφωνα με τον πίνακα 1. Δεδομένου ότι το βάρος της παρτίδας δεν αποτελεί πάντα ακριβές πολλαπλάσιο του βάρους των υποπαρτίδων, το βάρος της υποπαρτίδας μπορεί να υπερβαίνει το αναφερόμενο βάρος μέχρι 20 %. |
— |
Κάθε υποπαρτίδα πρέπει να αποτελεί αντικείμενο ξεχωριστής δειγματοληψίας. |
— |
Αριθμός στοιχειωδών δειγμάτων: 100. |
— |
Βάρος του στοιχειώδους δείγματος = 10 kg. |
— |
Αν δεν είναι δυνατή η εφαρμογή της μεθόδου δειγματοληψίας που περιγράφεται ανωτέρω λόγω των απαράδεκτων εμπορικών επιπτώσεων που θα προέκυπταν από ζημία της παρτίδας (λόγω της μορφής συσκευασίας, του μέσου μεταφοράς κ.λπ.), μπορεί να εφαρμόζεται εναλλακτική μέθοδος δειγματοληψίας, υπό τον όρο ότι επιτυγχάνει όσο το δυνατόν περισσότερο αντιπροσωπευτικό δείγμα και ότι η εφαρμοζόμενη μέθοδος περιγράφεται εκτενώς και είναι πλήρως τεκμηριωμένη. |
Ζ.4. Μέθοδος δειγματοληψίας για τους φρυγμένους κόκκους καφέ, τον φρυγμένο και αλεσμένο καφέ και τον διαλυτό καφέ, τη γλυκόριζα και το εκχύλισμα γλυκόριζας (παρτίδες < 15 τόνους)
Για τους φρυγμένους κόκκους καφέ, τον φρυγμένο και αλεσμένο καφέ και τον διαλυτό καφέ, τη γλυκόριζα και το εκχύλισμα γλυκόριζας βάρους κάτω των 15 τόνων, το σχέδιο δειγματοληψίας πρέπει να εφαρμόζεται με 10 έως 100 στοιχειώδη δείγματα, ανάλογα με το βάρος της παρτίδας, έτσι ώστε να συγκεντρώνεται συνολικό δείγμα βάρους 1 έως 10 kg.
Τα στοιχεία του ακόλουθου πίνακα μπορούν να χρησιμοποιούνται για τον καθορισμό του αριθμού των στοιχειωδών δειγμάτων που πρέπει να λαμβάνονται.
Πίνακας 2
Αριθμός στοιχειωδών δειγμάτων που πρέπει να λαμβάνονται ανάλογα με το βάρος της παρτίδας φρυγμένων κόκκων καφέ, φρυγμένου και αλεσμένου καφέ και διαλυτού καφέ, γλυκόριζας και εκχυλίσματος γλυκόριζας
Βάρος παρτίδας (σε τόνους) |
Αριθμός στοιχειωδών δειγμάτων |
Βάρος συνολικού δείγματος (σε kg) |
≤ 0,1 |
10 |
1 |
> 0,1 - ≤ 0,2 |
15 |
1,5 |
> 0,2 - ≤ 0,5 |
20 |
2 |
> 0,5 - ≤ 1,0 |
30 |
3 |
> 1,0 - ≤ 2,0 |
40 |
4 |
> 2,0 - ≤ 5,0 |
60 |
6 |
> 5,0 - ≤ 10,0 |
80 |
8 |
> 10,0 - ≤ 15,0 |
100 |
10 |
Ζ.5. Μέθοδος δειγματοληψίας για τους φρυγμένους κόκκους καφέ, τον φρυγμένο και αλεσμένο καφέ και τον διαλυτό καφέ, τη γλυκόριζα και το εκχύλισμα γλυκόριζας που διατίθενται στο εμπόριο σε συσκευασίες εν κενώ
Για παρτίδες βάρους ίσου ή μεγαλύτερου των 15 τόνων πρέπει να λαμβάνονται τουλάχιστον 25 στοιχειώδη δείγματα ώστε να συγκεντρώνεται συνολικό δείγμα 10 kg, ενώ για παρτίδες βάρους μικρότερου των 15 τόνων πρέπει να λαμβάνεται το 25 % του αριθμού των στοιχειωδών δειγμάτων που αναφέρονται στον πίνακα 2 ώστε να συγκεντρώνεται συνολικό δείγμα το βάρος του οποίου να αντιστοιχεί στο βάρος της παρτίδας που υποβλήθηκε σε δειγματοληψία (βλέπε πίνακα 2).
Ζ.6. Δειγματοληψία στο στάδιο της λιανικής πώλησης
Η δειγματοληψία τροφίμων στο στάδιο της λιανικής πώλησης πρέπει να γίνεται, εφόσον είναι δυνατόν, σύμφωνα με τις διατάξεις δειγματοληψίας που ορίζονται στο παρόν μέρος του παραρτήματος I.
Όταν αυτό δεν είναι δυνατόν, μπορεί να εφαρμοστεί εναλλακτική μέθοδος δειγματοληψίας στο στάδιο της λιανικής πώλησης, υπό τον όρο ότι εξασφαλίζεται επαρκώς η αντιπροσωπευτικότητα του συνολικού δείγματος σε σχέση με την παρτίδα από την οποία ελήφθη και ότι η μέθοδος αυτή περιγράφεται και τεκμηριώνεται πλήρως. Σε κάθε περίπτωση, το συνολικό δείγμα πρέπει να έχει βάρος τουλάχιστον 1 kg (2).
Ζ.7. Αποδοχή μιας παρτίδας ή υποπαρτίδας
— |
αποδοχή εφόσον το εργαστηριακό δείγμα συμμορφώνεται προς το μέγιστο όριο, λαμβανομένης υπόψη της διόρθωσης για ανάκτηση και της αβεβαιότητας της μέτρησης· |
— |
απόρριψη εφόσον το εργαστηριακό δείγμα υπερβαίνει το μέγιστο όριο πέραν κάθε λογικής αμφιβολίας, λαμβανομένης υπόψη της διόρθωσης για ανάκτηση και της αβεβαιότητας της μέτρησης. |
(1) Ανάλογα με το βάρος της παρτίδας – βλέπε πίνακα 2 του παρόντος μέρους του παρόντος παραρτήματος
(2) Στην περίπτωση που η παρτίδα που πρόκειται να υποβληθεί σε δειγματοληψία είναι τόσο μικρή ώστε είναι αδύνατον να ληφθεί συνολικό δείγμα 1 kg, το βάρος του συνολικού δείγματος μπορεί να είναι μικρότερο του 1 kg.»
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III
«ΙΑ. ΜΕΘΟΔΟΣ ΔΕΙΓΜΑΤΟΛΗΨΙΑΣ ΓΙΑ ΤΑ ΦΥΤΙΚΑ ΕΛΑΙΑ
Αυτή η μέθοδος δειγματοληψίας εφαρμόζεται κατά τον επίσημο έλεγχο των μέγιστων επιπέδων που έχουν καθιερωθεί για τις μυκοτοξίνες, ιδιαίτερα την αφλατοξίνη B1, την ολική αφλατοξίνη και τη ζεαραλενόνη στα φυτικά έλαια.
ΙΑ.1. Μέθοδος δειγματοληψίας για τα φυτικά έλαια
— |
Το βάρος του στοιχειώδους δείγματος πρέπει τουλάχιστον να είναι περίπου 100 γραμμάρια (ml) (ανάλογα με τη φύση της αποστολής π.χ. φυτικά έλαια χύδην, πρέπει να ληφθούν τουλάχιστον 3 στοιχειώδη δείγματα των 350 ml περίπου), ώστε να συγκεντρώνεται συνολικό δείγμα τουλάχιστον 1 kg (λίτρου). |
— |
Ο ελάχιστος αριθμός στοιχειωδών δειγμάτων που πρέπει να λαμβάνονται από την παρτίδα πρέπει να είναι αυτός που αναφέρεται στον πίνακα 1. Η παρτίδα πρέπει να αναμιγνύεται όσο το δυνατόν επιμελέστερα είτε με χειροκίνητα είτε με μηχανικά μέσα αμέσως πριν από τη δειγματοληψία. Στην περίπτωση αυτή, μπορεί να θεωρηθεί ότι υπάρχει ομοιογενής κατανομή της αφλατοξίνης μέσα σε μία δεδομένη παρτίδα, συνεπώς είναι αρκετό να ληφθούν τρία στοιχειώδη δείγματα από μια παρτίδα ώστε να σχηματισθεί το συνολικό δείγμα. Πίνακας 1 Ελάχιστος αριθμός στοιχειωδών δειγμάτων που πρέπει να λαμβάνονται από κάθε παρτίδα
Πίνακας 2 Υποδιαίρεση των παρτίδων σε υποπαρτίδες ανάλογα με το βάρος της παρτίδας
|
ΙΑ.2. Μέθοδος δειγματοληψίας για τα φυτικά έλαια στο στάδιο της λιανικής πώλησης
Η δειγματοληψία τροφίμων στο στάδιο της λιανικής πώλησης πρέπει να γίνεται, εφόσον είναι δυνατόν, σύμφωνα με τις διατάξεις που ορίζονται στο παρόν μέρος του παραρτήματος I.
Εφόσον αυτό δεν είναι δυνατόν, μπορούν να εφαρμοστούν άλλες αποτελεσματικές μέθοδοι δειγματοληψίας στο στάδιο της λιανικής πώλησης, υπό τον όρο ότι εξασφαλίζεται επαρκώς η αντιπροσωπευτικότητα του συνολικού δείγματος σε σχέση με την παρτίδα από την οποία ελήφθη και ότι οι μέθοδοι περιγράφονται και τεκμηριώνονται πλήρως. Σε κάθε περίπτωση, το συνολικό δείγμα πρέπει να έχει βάρος τουλάχιστον 1 kg (2).
ΙΑ.3. Αποδοχή μιας παρτίδας ή υποπαρτίδας
— |
αποδοχή εφόσον το εργαστηριακό δείγμα συμμορφώνεται προς το μέγιστο όριο, λαμβανομένης υπόψη της διόρθωσης για ανάκτηση και της αβεβαιότητας της μέτρησης· |
— |
απόρριψη εφόσον το εργαστηριακό δείγμα υπερβαίνει το μέγιστο όριο πέραν κάθε λογικής αμφιβολίας, λαμβανομένης υπόψη της διόρθωσης για ανάκτηση και της αβεβαιότητας της μέτρησης. |
(1) Με την προϋπόθεση ότι η υποπαρτίδα μπορεί να χωριστεί φυσικά, οι μεγάλες αποστολές/παρτίδες φυτικών ελαίων χύδην θα υποδιαιρεθούν σε υποπαρτίδες όπως προβλέπεται στον πίνακα 2 του παρόντος μέρους.
(2) Στην περίπτωση που η παρτίδα που πρόκειται να υποβληθεί σε δειγματοληψία είναι τόσο μικρή ώστε είναι αδύνατον να ληφθεί συνολικό δείγμα 1 kg, το βάρος του συνολικού δείγματος μπορεί να είναι μικρότερο του 1 kg.»