EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32006D0125

2006/125/ΕΚ: Απόφαση του Συμβουλίου, της 24ης Ιανουαρίου 2006 , για την ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος στο Ηνωμένο Βασίλειο

ΕΕ L 51 της 22.2.2006, p. 14–16 (ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV)

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 16/11/2007; καταργήθηκε από 32007D0738 Η ημερομηνία λήξης ισχύος βασίζεται στην ημερομηνία δημοσίευσης της πράξης κατάργησης που αρχίζει να ισχύει την ημερομηνία της κοινοποίησής της. Η πράξη κατάργησης κοινοποιήθηκε, αλλά η ημερομηνία κοινοποίησης δεν είναι διαθέσιμη στο EUR-Lex - αντί αυτής χρησιμοποιείται η ημερομηνία δημοσίευσης.

ELI: http://data.europa.eu/eli/dec/2006/125(1)/oj

22.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 51/14


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 24ης Ιανουαρίου 2006

για την ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος στο Ηνωμένο Βασίλειο

(2006/125/ΕΚ)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 104 παράγραφος 6,

τη σύσταση της Επιτροπής,

τις παρατηρήσεις που υπέβαλε το Ηνωμένο Βασίλειο,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το άρθρο 104 της συνθήκης θεσπίζει διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος (ΔΥΕ) προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι τα κράτη μέλη αποφεύγουν τα υπερβολικά ελλείμματα ή ότι τα διορθώνουν εφόσον προκύπτουν.

(2)

Δυνάμει του σημείου 5 του πρωτοκόλλου για ορισμένες διατάξεις που αφορούν το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας, η υποχρέωση που υφίσταται βάσει του άρθρου 104 παράγραφος 1 της συνθήκης, περί αποφυγής των υπερβολικών ελλειμμάτων γενικής κυβέρνησης δεν ισχύει για το Ηνωμένο Βασίλειο παρά μόνον εφόσον εισέλθει στο τρίτο στάδιο της οικονομικής και νομισματικής ένωσης. Ενόσω βρίσκεται στο δεύτερο στάδιο, το Ηνωμένο Βασίλειο οφείλει, δυνάμει του άρθρου 116 παράγραφος 4 της συνθήκης να προσπαθήσει να αποφεύγει τα υπερβολικά δημοσιονομικά ελλείμματα.

(3)

Στόχος του συμφώνου σταθερότητας και ανάπτυξης είναι η υγιής δημοσιονομική κατάσταση, ως μέσο ενίσχυσης των συνθηκών για σταθερότητα τιμών και ισχυρή διατηρήσιμη ανάπτυξη με σκοπό τη δημιουργία απασχόλησης.

(4)

Η διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος η οποία διέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 104 της συνθήκης, όπως διευκρινίζεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1467/97 του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 1997, για την επιτάχυνση και τη διασαφήνιση της εφαρμογής της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος (1), που αποτελεί μέρος του συμφώνου σταθερότητας και ανάπτυξης προβλέπει τη λήψη απόφασης για την ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος. Το πρωτόκολλο για τη διαδικασία του υπερβολικού ελλείμματος που προσαρτάται στη συνθήκη περιλαμβάνει περαιτέρω διατάξεις για την εφαρμογή της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος. Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3605/93 του Συμβουλίου (2) καθορίζει λεπτομερείς κανόνες και ορισμούς για την εφαρμογή των διατάξεων του εν λόγω πρωτοκόλλου.

(5)

Το άρθρο 104 παράγραφος 5 της συνθήκης ορίζει ότι αν η Επιτροπή κρίνει ότι υπάρχει ή ότι μπορεί να εμφανισθεί υπερβολικό έλλειμμα σε ένα κράτος μέλος, τότε απευθύνει γνώμη προς το Συμβούλιο. Αφού έλαβε υπόψη την έκθεσή της, δυνάμει του άρθρου 104 παράγραφος 3 της συνθήκης, τη γνώμη της οικονομικής και δημοσιονομικής επιτροπής, δυνάμει του άρθρου 104 παράγραφος 4, τις φθινοπωρινές προβλέψεις των υπηρεσιών της Επιτροπής του 2005, καθώς και την προκαταρκτική έκθεση για τον προϋπολογισμό (Pre-Budget Report) του Ηνωμένου Βασιλείου, του Δεκεμβρίου 2005, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το Ηνωμένο Βασίλειο παρουσιάζει υπερβολικό έλλειμμα. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή απηύθυνε σχετική γνώμη στο Συμβούλιο όσον αφορά το Ηνωμένο Βασίλειο στις 11 Ιανουαρίου 2006.

(6)

Το άρθρο 104 παράγραφος 6 της συνθήκης ορίζει ότι το Συμβούλιο πρέπει να λάβει υπόψη τις παρατηρήσεις που ενδέχεται να υποβάλει το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος προτού αποφασίσει μετά από συνολική εκτίμηση, αν υφίσταται υπερβολικό έλλειμμα. Στην περίπτωση του Ηνωμένου Βασιλείου, η συνολική αυτή εκτίμηση οδηγεί στα ακόλουθα συμπεράσματα.

(7)

Κατά το χρονικό διάστημα που ακολούθησε την ακύρωση της προηγούμενης διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος που είχε κινηθεί κατά του Ηνωμένου Βασιλείου, το Μάιο του 1998, το αποτέλεσμα γενικής κυβέρνησης μετατράπηκε από ικανοποιητικό πλεόνασμα στα τέλη της δεκαετίας του 1990 σε έλλειμμα ύψους 3,2 % του ΑΕΠ το 2003/04 (3). Η εξέλιξη αυτή ισοδυναμούσε με μεταβολή του διαρθρωτικού δημοσιονομικού αποτελέσματος κατά 4 περίπου εκατοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ κατά την περίοδο 1999/00-2003/04. Κατά τα έτη εκείνα ο δείκτης δαπανών γενικής κυβέρνησης αυξήθηκε από λιγότερο από 40 % σε 43 % του ΑΕΠ. Την ίδια περίοδο, ο ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου από το δημόσιο αυξήθηκε από 1,2 % σε 1,6 % του ΑΕΠ. Ο δείκτης του ακαθάριστου δημόσιου χρέους μειώθηκε σε 37,6 % του ΑΕΠ το 2002/03 αλλά έκτοτε σημειώνει αύξηση. Η εξέλιξη αυτή, σε συνδυασμό με την εξέλιξη των επιτοκίων, οδήγησε σε μείωση των πληρωμών τόκων από 2,9 % σε 2,0 % του ΑΕΠ κατά το ίδιο χρονικό διάστημα.

(8)

Το οικονομικό έτος 2004/05, σύμφωνα με τα στοιχεία που διαβίβασε το Ηνωμένο Βασίλειο στο πλαίσιο της ΔΥΕ τον Αύγουστο του 2005, το έλλειμμα γενικής κυβέρνησης παρέμεινε στο 3,2 % του ΑΕΠ, υπερβαίνοντας και πάλι την τιμή αναφοράς της συνθήκης, 3 % του ΑΕΠ, χωρίς ωστόσο να απομακρύνεται από αυτήν. Η υπέρβαση αυτή δεν είχε έκτακτο χαρακτήρα. Συγκεκριμένα, δεν ήταν απόρροια ασυνήθους γεγονότος έξω από τον έλεγχο των αρχών του Ηνωμένου Βασιλείου, ούτε αποτέλεσμα σοβαρής οικονομικής ύφεσης. Ο ρυθμός ανάπτυξης 3,2 % το 2004, θεωρείται ότι υπερβαίνει τον δυνητικό όπως και κατά το οικονομικό έτος 2004/05. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, το κενό παραγωγής το 2004 υπήρξε θετικό, πράγμα που καταδεικνύει ότι το έλλειμμα του προϋπολογισμού ήταν σε μεγάλο βαθμό διαρθρωτικό. Συνεπώς, η υπέρβαση της τιμής αναφοράς από το έλλειμμα δεν δύναται να θεωρηθεί αποτέλεσμα σοβαρής οικονομικής ύφεσης. Επίσης, με βάση τις φθινοπωρινές προβλέψεις των υπηρεσιών της Επιτροπής του 2005, η υπέρβαση δεν θεωρείται πρόσκαιρη. Το 2004/05, ο ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου της «γενικής κυβέρνησης» εξακολούθησε να αυξάνεται, ανερχόμενος σε 1,8 % του ΑΕΠ, και στην προκαταρκτική έκθεση για τον προϋπολογισμό του Ηνωμένου Βασιλείου προβλέπεται να ανέλθει σε 2,2 % το 2006/07 και σε 2,3 % το 2007/08. Στις εν λόγω προβλέψεις, με βάση την παραδοχή ότι η φορολογική πολιτική του Ηνωμένου Βασιλείου θα παραμείνει όπως εξαγγέλθηκε, αναμένεται ότι το έλλειμμα θα διευρυνθεί σε ποσοστό ελαφρώς κατώτερο του 3,5 % του ΑΕΠ το 2005/06 και ότι θα διατηρηθεί πάνω από το 3 % του ΑΕΠ το 2006/07. Με βάση τις εν λόγω προβλέψεις, η υπέρβαση της τιμής αναφοράς δεν μπορεί να θεωρηθεί έκτακτη ούτε προσωρινή κατά την έννοια της συνθήκης και του συμφώνου σταθερότητας και ανάπτυξης, μολονότι το έλλειμμα πλησιάζει την τιμή αναφοράς. Μετά τη δημοσίευση των φθινοπωρινών προβλέψεων των υπηρεσιών της Επιτροπής, το Ηνωμένο Βασίλειο εξήγγειλε αποφάσεις πολιτικής στην προκαταρκτική έκθεση για τον προϋπολογισμό (Pre-Budget Report) που υποβλήθηκε στο Κοινοβούλιο της χώρας στις 5 Δεκεμβρίου. Σε καθαρούς όρους, το κόστος των εν λόγω μέτρων όπως το υπολόγισαν οι αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου σε σύγκριση με το σενάριο της εξαγγελθείσας πολιτικής (όπως λαμβάνεται υπόψη στις φθινοπωρινές προβλέψεις των υπηρεσιών της Επιτροπής), αντιπροσωπεύει χαλάρωση της δημοσιονομικής πολιτικής κατά 0,1 εκατοστιαίας μονάδας του ΑΕΠ για το τρέχον οικονομικό έτος και σύσφιξή της κατά 0,1 εκατοστιαίας μονάδας του ΑΕΠ για το έτος 2006/07. Σε σύγκριση με ένα αμετάβλητο σενάριο πολιτικής, η προκαταρκτική έκθεση για τον προϋπολογισμό προβλέπει σύσφιξη 0,2 εκατοστιαίας μονάδας του ΑΕΠ το 2007/08 η οποία αναμένεται ότι θα είναι μόνιμη. Στην προκαταρκτική έκθεση του προϋπολογισμού, οι αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου αναμένουν ότι το έλλειμμα θα είναι κατώτερο του 3 % το 2006/07 και θα μειωθεί στο 2,4 % το 2007/08. Λαμβάνοντας υπόψη τα εν λόγω μέτρα, το σύνολο των οποίων έχει διαρθρωτικό χαρακτήρα, η Επιτροπή εξακολουθεί να θεωρεί ότι το έλλειμμα το έτος 2006/07 θα υπερβεί το 3 % του ΑΕΠ και θα διαμορφωθεί σε 3,1 % του ΑΕΠ, και ότι επομένως δεν έχει προσωρινό χαρακτήρα. Τούτο σημαίνει ότι η απαίτηση της συνθήκης ως προς το κριτήριο του ελλείμματος δεν ικανοποιείται.

(9)

Εν αντιθέσει, ο δείκτης χρέους γενικής κυβέρνησης παραμένει σε επίπεδο πολύ χαμηλότερο του 60 % που αποτελεί την τιμή αναφοράς (τα στοιχεία ΔΥΕ του Αυγούστου αναφέρουν δείκτη χρέους ίσο προς 40,8 % του ΑΕΠ κατά το οικονομικό έτος 2004/05) αλλά με κάποια ανοδική τάση εξαιτίας του μεγέθους των πραγματικών και των προβλεπόμενων πρωτογενών ελλειμμάτων. Στις φθινοπωρινές προβλέψεις της Επιτροπής ο δείκτης χρέους προβλέπεται ότι θα φθάσει το 44,5 % του ΑΕΠ το 2007/08. Αυτό σημαίνει ότι η απαίτηση της συνθήκης σχετικά με το κριτήριο του χρέους τηρείται σε μεγάλο βαθμό.

(10)

Όπως ορίζει το άρθρο 2 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1467/97, «σχετικοί παράγοντες» μπορούν να ληφθούν υπόψη στην απόφαση του Συμβουλίου όσον αφορά την ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος, που προβλέπεται στο άρθρο 104 παράγραφος 6 μόνον εφόσον πληρούται καθ’ ολοκληρίαν η διπλή προϋπόθεση ότι το έλλειμμα του ευρύτερου δημόσιου τομέα πρέπει να παραμένει πλησίον της τιμής αναφοράς και η υπέρβαση της τιμής αυτής να είναι προσωρινή. Στην περίπτωση του Ηνωμένου Βασιλείου αυτό δεν συμβαίνει. Συνεπώς δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη άλλοι σχετικοί παράγοντες στην παρούσα απόφαση,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Από τη συνολική αξιολόγηση απορρέει ότι στο Ηνωμένο Βασίλειο υφίσταται υπερβολικό έλλειμμα.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στο Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας.

Βρυξέλλες, 24 Ιανουαρίου 2006.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

K.-H. GRASSER


(1)  ΕΕ L 209 της 2.8.1997, σ. 6· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1056/2005 (ΕΕ L 174 της 7.7.2005, σ. 5).

(2)  ΕΕ L 332 της 31.12.1993, σ. 7· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2103/2005 (ΕΕ L 337 της 22.12.2005, σ. 1).

(3)  Κοινοποίηση ΔΥΕ-Αύγουστος 2005, αναθεώρηση προς τα κάτω από 3,3 % του ΑΕΠ. Τα δεδομένα που διαβίβασε τον Αύγουστο το Ηνωμένο Βασίλειο επικυρώθηκαν από την Eurostat στις 26 Σεπτεμβρίου 2005.


Top