Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32000D0265

    2000/265/ΕΚ: Απόφαση του Συμβουλίου, της 27ης Μαρτίου 2000, περί θεσπίσεως δημοσιονομικού κανονισμού για τα δημοσιονομικά θέματα της διαχείρισης, από τον αναπληρωτή γενικό γραμματέα του Συμβουλίου, των συμβάσεων τις οποίες συνάπτει ως αντιπρόσωπος ορισμένων κρατών μελών όσον αφορά την εγκατάσταση και τη λειτουργία του δικτύου επικοινωνιών «Sisnet» για το περιβάλλον Σένγκεν

    ΕΕ L 85 της 6.4.2000, p. 12–20 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

    Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (CS, ET, LV, LT, HU, MT, PL, SK, SL, BG, RO, HR)

    Legal status of the document In force: This act has been changed. Current consolidated version: 30/11/2009

    ELI: http://data.europa.eu/eli/dec/2000/265/oj

    32000D0265

    2000/265/ΕΚ: Απόφαση του Συμβουλίου, της 27ης Μαρτίου 2000, περί θεσπίσεως δημοσιονομικού κανονισμού για τα δημοσιονομικά θέματα της διαχείρισης, από τον αναπληρωτή γενικό γραμματέα του Συμβουλίου, των συμβάσεων τις οποίες συνάπτει ως αντιπρόσωπος ορισμένων κρατών μελών όσον αφορά την εγκατάσταση και τη λειτουργία του δικτύου επικοινωνιών «Sisnet» για το περιβάλλον Σένγκεν

    Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 085 της 06/04/2000 σ. 0012 - 0020


    Απόφαση του Συμβουλίου

    της 27ης Μαρτίου 2000

    περί θεσπίσεως δημοσιονομικού κανονισμού για τα δημοσιονομικά θέματα της διαχείρισης, από τον αναπληρωτή γενικό γραμματέα του Συμβουλίου, των συμβάσεων τις οποίες συνάπτει ως αντιπρόσωπος ορισμένων κρατών μελών όσον αφορά την εγκατάσταση και τη λειτουργία του δικτύου επικοινωνιών "Sisnet" για το περιβάλλον Σένγκεν

    (2000/265/ΕΚ)

    ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη:

    το άρθρο 2 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο πρώτη περίοδος του πρωτοκόλλου, που προσαρτάται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, για την ενσωμάτωση του κεκτημένου του Σένγκεν στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (το οποίο εφεξής καλείται "πρωτόκολλο Σένγκεν"),

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    (1) Ο αναπληρωτής γενικός γραμματέας του Συμβουλίου έχει εξουσιοδοτηθεί, με την απόφαση 1999/870/ΕΚ(1), όσον αφορά την ενσωμάτωση του κεκτημένου Σένγκεν στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να ενεργεί ως εκπρόσωπος ορισμένων κρατών μελών προς το σκοπό σύναψης συμβάσεων που αφορούν την εγκατάσταση και λειτουργία του δικτύου επικοινωνιών για το περιβάλλον Σένγκεν στο εξής "Sisnet" και για τη διαχείριση των συμβάσεων αυτών.

    (2) Οι δημοσιονομικές υποχρεώσεις που απορρέουν από τις συμβάσεις αυτές δεν επιβαρύνουν το γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, συνεπώς, δεν ισχύουν οι διατάξεις του δημοσιονομικού κανονισμού της 21ης Δεκεμβρίου 1977 που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων(2).

    (3) Είναι αναγκαίο, κατά συνέπεια, να θεσπισθούν ειδικοί κανόνες που καθορίζουν τις λεπτομέρειες για την κατάρτιση και την εκτέλεση του προϋπολογισμού που απαιτείται για την αντιμετώπιση των δαπανών που προκύπτουν κατά τη σύναψη των συμβάσεων, την εκπλήρωση των υποχρεώσεων από τις εν λόγω συμβάσεις μετά τη σύναψή τους, την είσπραξη των συνεισφορών που βαρύνουν τα στιγκεκριμένα κράτη, καθώς και την απόδοση και τον έλεγχο των λογαριασμών.

    (4) Είναι επίσης αναγκαίο να θεσπισθούν κανόνες εφαρμοστέοι στην σύναψη των προαναφερθεισών συμβάσεων.

    (5) Η παρούσα απόφαση συνιστά ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν κατά την έννοια του πρωτοκόλλου Σένγκεν,

    ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

    Γενικές αρχές

    Άρθρο 1

    Κατά την έννοια του παρόντος δημοσιονομικού κανονισμού, ο "προϋπολογισμός" είναι η πράξη που προβλέπει και προεγκρίνει, για κάθε οικονομικό έτος, τα έσοδα και τις δαπάνες που απαιτούνται για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που απορρέουν από τις συμβάσεις που αναφέρονται στην απόφαση 1999/870/ΕΚ.

    Άρθρο 2

    Ο παρών δημοσιονομικός κανονισμός θεσπίζει λεπτομερείς κανόνες όσον αφορά την σύναψη συμβάσεων σχετικών με το Sisnet και την κατάρτιση και την εκτέλεση του προϋπολογισμού που απαιτείται για αυτές τις συμβάσεις.

    Άρθρο 3

    1. Ο προϋπολογισμός υποδιαιρείται σε τίτλους, οι οποίοι καλύπτουν τον προϋπολογισμό για τις προκαταρκτικές φάσεις που οδηγούν στη σύναψη των συμβάσεων αυτών και περιλαμβάνουν τις δαπάνες που προκύπτουν κατά την προετοιμασία της πρόσκλησης για την υποβολή προσφορών σχετικά με το Sisnet· καλύπτουν επίσης τον προϋπολογισμό εγκατάστασης και τον προϋπολογισμό λειτουργίας του Sisnet. Εφόσον απαιτείται, κάθε τίτλος υποδιαιρείται σε κεφάλαια και σε άρθρα.

    2. Οι πιστώσεις ενός τίτλου δεν μπορούν να διατεθούν σε δαπάνες άλλων τίτλων.

    Άρθρο 4

    Οι πιστώσεις του προϋπολογισμού χρησιμοποιούνται σύμφωνα με τις αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, και ιδίως αυτές της οικονομίας και της σχέσης κόστους/αποτελεσματικότητας.

    Άρθρο 5

    Κανένα έσοδο δεν εισπράττεται και καμία δαπάνη δεν πραγματοποιείται, αν δεν έχει καταλογισθεί σε άρθρο του προϋπολογισμού.

    Με την επιφύλαξη του άρθρου 17, καμία δαπάνη δεν αναλαμβάνεται ούτε εντέλλεται πέραν των εγκεκριμένων πιστώσεων.

    Άρθρο 6

    1. Με την επιφύλαξη του άρθρου 17, όλα τα έσοδα και όλες οι δαπάνες εγγράφονται στον προϋπολογισμό και στους λογαριασμούς για το ολικό ποσό τους χωρίς προσαρμογή μεταξύ τους. Το σύνολο των εξόδων καλύπτει το σύνολο των δαπανών.

    2. Το οικονομικό έτος αρχίζει την 1η Ιανουαρίου και λήγει στις 31 Δεκεμβρίου.

    3. Οι συνεισφορές των κρατών στον προϋπολογισμό που αναφέρονται στο άρθρo 25, οποίες εισπράχθηκαν πριν από την έναρξη του οικονομικού έτους που αφορούν, καταλογίζονται στον προϋπολογισμό αυτού του οικονομικού έτους.

    4. Οι δαπάνες ενός οικονομικού έτους εγγράφονται στους λογαριασμούς του έτους αυτού βάσει των δαπανών των οποίων το ένταλμα πληρωμής διαβιβάσθηκε στον δημοσιονομικό ελεγκτή το αργότερο στις 31 Δεκεμβρίου και η πληρωμή εκτελέσθηκε από τον υπόλογο πριν από την επομένη 15η Ιανουαρίου.

    5. Οι διατιθέμενες πιστώσεις μπορούν να χρησιμοποιούνται μόνον προς κάλυψη δαπανών που αναλαμβάνονται νομοτύπως και καταβάλλονται το οικονομικό έτος για το οποίο χορηγήθηκαν, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στο άρθρο 7, και προς κάλυψη των χρεών που ανάγονται σε προηγούμενα οικονομικά έτη για τα οποία δεν είχε γίνει καμία μεταφορά πίστωσης.

    Άρθρο 7

    1. Η χρησιμοποίηση των πιστώσεων διέπεται από τους ακόλουθους κανόνες:

    α) οι πιστώσεις που δεν έχουν αναληφθεί μέχρι το τέλος του οικονομικού έτους για το οποίο έχουν εγγραφεί, κατά κανόνα, ακυρώνονται·

    β) μεταφέρονται αυτοδικαίως, μόνον όμως στο επόμενο οικονομικό έτος, οι πιστώσεις που αντιστοιχούν σε πληρωμές οφειλόμενες ακόμη στις 31 Δεκεμβρίου δυνάμει υποχρεώσεων που έχουν αναληφθεί έγκυρα μεταξύ 1ης Ιανουαρίου και 31ης Δεκεμβρίου.

    2. Παρά την παράγραφο 1, ο αναπληρωτής γενικός γραμματέας του Συμβουλίου μπορεί να διαβιβάζει στην ομάδα "σύστημα πληροφοριών Σένγκεν", καλούμενη στο εξής "ομάδα SIS", πριν από την 31η Ιανουαρίου, δεόντως αιτιολογημένες αιτήσεις μεταφοράς στο επόμενο οικονομικό έτος πιστώσεων που δεν αναλήφθηκαν μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου, εάν οι πιστώσεις που προβλέπονται στους οικείους τίτλους του προϋπολογισμού για το επόμενο οικονομικό έτος δεν καλύπτουν τις απαιτήσεις.

    Η μεταφορά τέτοιων πιστώσεων μπορεί να προτείνεται μόνο για έκτακτους λόγους.

    Κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων του όσον αφορά την εφαρμογή του προϋπολογισμού, ο αναπληρωτής γενικός γραμματέας επιδιώκει, αναλόγως των διαχειριστικών απαιτήσεων, να χρησιμοποιεί πρώτα τις πιστώσεις που χορηγούνται για το τρέχον οικονομικό έτος και όχι τις μεταφερόμενες πιστώσεις, μέχρι εξαντλήσεως των πρώτων.

    Η ομάδα SIS αποφαίνεται σχετικά με τις προαναφερθείσες αιτήσεις μεταφοράς το αργότερο μέχρι την 1η Μαρτίου.

    3. Οι πιστώσεις που μεταφέρονται από ένα οικονομικό έτος στο επόμενο, ακυρώνονται εάν δεν αναληφθούν μέχρι το τέλος του οικονομικού έτους στο οποίο μεταφέρθηκαν.

    4. Σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο β), ο κατάλογος των αυτοδικαίως μεταφερομένων πιστώσεων διαβιβάζεται στην ομάδα SIS προς ενημέρωση πριν από την 1η Μαρτίου.

    5. Για την εκτέλεση του προϋπολογισμού, η χρησιμοποίηση των μεταφερομένων πιστώσεων παρουσιάζεται χωριστά, ανά θέση του προϋπολογισμού, στο λογαριασμό του τρέχοντος οικονομικού έτους.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ

    Κατάρτιση του προϋπολογισμού

    Άρθρο 8

    1. Ο προϋπολογισμός καταρτίζεται σε ευρώ.

    2. Ο αναπληρωτής γενικός γραμματέας υποβάλλει στην ομάδα SIS το προσχέδιο προϋπολογισμού, πριν από τις 30 Σεπτεμβρίου, συνοδευόμενο από αιτιολογική έκθεση.

    3. Η ομάδα SIS δίνει τη γνώμη της σχετικά με το εν λόγω προσχέδιο.

    4. Ο αναπληρωτής γενικός γραμματέας καταρτίζει το σχέδιο προϋπολογισμού και το υποβάλλει το αργότερο στις 31 Οκτωβρίου στα κράτη που αναφέρονται στο άρθρο 25.

    5. Τα κράτη μέλη που αναφέρονται στο άρθρο 25, συνερχόμενα στο πλαίσιο του Συμβουλίου, εγκρίνουν τον προϋπολογισμό πριν από το τέλος του έτους.

    6. Η απόφαση περί εγκρίσεως του προϋπολογισμού, αφού κοινοποιηθεί δεόντως από τον αναπληρωτή γενικό γραμματέα στα κράτη που αναφέρονται στο άρθρο 25, καθιστά απαιτητές τις συνεισφορές των κρατών αυτών.

    Άρθρο 9

    1. Εάν ο προϋπολογισμός δεν έχει εγκριθεί οριστικά κατά την έναρξη του οικονομικού έτους:

    α) μπορούν να πραγματοποιηθούν πληρωμές εντός του ορίου, κάθε μήνα, του ενός δωδεκατημορίου του συνόλου των πιστώσεων που είχαν εγκριθεί για κάθε τίτλο του προϋπολογισμού κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος·

    β) επιτρέπεται να κληθούν τα κράτη που αναφέρονται στο άρθρο 25 να καταβάλουν συνεισφορές εντός του ορίου, κάθε μήνα, του ενός δωδεκατημορίου των συνεισφορών τις οποίες είχαν κληθεί να καταβάλουν σύμφωνα με τον τελευταίο κανονικώς εγκριθέντα προϋπολογισμό.

    2. Η απόφαση περί προσφυγής σε κάθε δωδεκατημόριο σε δαπάνες και σε έσοδα, εντός του ορίου των τριών δωδεκατημορίων των ποσών που είχαν εγγραφεί στον τελευταίο κανονικώς εγκριθέντα προϋπολογισμό, λαμβάνεται από τον αναπληρωτή γενικό γραμματέα ο οποίος την κοινοποιεί με επιστολή του στα κράτη που αναφέρονται στο άρθρο 25.

    3. Πέραν του ορίου των τριών δωδεκατημορίων των ποσών που είχαν εγγραφεί στον τελευταίο κανονικώς εγκριθέντα προϋπολογισμό, η απόφαση να επιτραπούν πληρωμές και να γίνει πρόσκληση προς καταβολή συνεισφορών λαμβάνεται από τα κράτη μέλη που αναφέρονται στο άρθρο 25, συνερχόμενα στο πλαίσιο του Συμβουλίου.

    4. Με την οριστική έγκριση του προϋπολογισμού παύει αμέσως η εφαρμογή των διατάξεων που έχουν θεσπισθεί ενδεχομένως δυνάμει των παραγράφων 1, 2 και 3.

    Άρθρο 10

    1. Τα ενδεχόμενα σχέδια συμπληρωματικών ή διορθωτικών προϋπολογισμών υποβάλλονται, εξετάζονται και εγκρίνονται με τον ίδιο τρόπο και διαδικασία όπως ο προϋπολογισμός τις διατάξεις του οποίου τροποποιούν.

    2. Κάθε χρόνο, το μήνα μετά το κλείσιμο των λογαριασμών που προβλέπεται στο άρθρο 46 παράγραφος 1, υποβάλλεται διορθωτικός προϋπολογισμός με τον οποίο εγγράφεται το υπόλοιπο της εκτέλεσης του προηγούμενου οικονομικού έτους, σε έσοδα εάν είναι θετικό, σε δαπάνες εάν είναι αρνητικό.

    Άρθρο 11

    Ο προϋπολογισμός είναι προσιτός στο κοινό.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ

    Εκτέλεση του προϋπολογισμού και λογιστική

    Άρθρο 12

    Ο προϋπολογισμός εκτελείται σύμφωνα με την αρχή της διάκρισης του διατάκτη και του υπολόγου. Τα καθήκοντα του διατάκτη, του υπολόγου και του δημοσιονομικού ελεγκτή είναι ασυμβίβαστα μεταξύ τους.

    Άρθρο 13

    1. Τα καθήκοντα του διατάκτη των εσόδων και των δαπανών ασκούνται από γενικό διευθυντή της Γενικής Γραμματείας του Συμβουλίου. Ο διατάκτης εκτελεί τον προϋπολογισμό εν ονόματι του αναπληρωτή γενικού γραμματέα και εντός των ορίων των πιστώσεων που έχουν εγκριθεί. Δύναται να μεταβιβάσει τις εξουσίες του σε διευθυντή.

    2. Ο διατάκτης μπορεί να αποφασίσει μεταφορές πιστώσεων από άρθρο σε άρθρο στο εσωτερικό κάθε κεφαλαίου. Μπορεί, εφόσον συμφωνεί η ομάδα SIS, να αποφασίσει μεταφορές πιστώσεων από κεφάλαιο σε κεφάλαιο στο εσωτερικό του ίδιου τίτλου. Η συμφωνία της ομάδας SIS παρέχεται υπό τους ίδιους όρους υπό τους οποίους διατυπώνεται η γνώμη της σχετικά με τον προϋπολογισμό.

    Άρθρο 14

    Τα καθήκοντα του δημοσιονομικού ελεγκτή ασκούνται από τον δημοσιονομικό ελεγκτή του Συμβουλίου σύμφωνα με τους κανόνες που ισχύουν για τα καθήκοντα του τελευταίου.

    Άρθρο 15

    Η είσπραξη των εσόδων και η πληρωμή των δαπανών πραγματοποιούνται από έναν υπόλογο ο οποίος ανήκει στη γενική διεύθυνση Α της Γενικής Γραμματείας του Συμβουλίου.

    Άρθρο 16

    1. Για την είσπραξη οιουδήποτε ποσού οφειλομένου δυνάμει του άρθρου 25, ή οιασδήποτε οφειλής προς τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη από τρίτο μέρος σχετικά με την σύναψη, την εγκατάσταση και τη λειτουργία του Sisnet, απαιτείται η έκδοση εντολής εισπράξεως εκ μέρους του διατάκτη. Οι εντολές εισπράξεως διαβιβάζονται στον υπόλογο, ο οποίος τις υποβάλλει στο δημοσιονομικό ελεγκτή προς θεώρηση.

    2. Η θεώρηση έχει ως σκοπό τη διαπίστωση:

    α) της ακρίβειας του καταλογισμού στον προϋπολογισμό·

    β) της κανονικότητας και του συμφώνου της εντολής προς τις ισχύουσες διατάξεις,

    γ) της κανονικότητας των δικαιολογητικών εγγράφων·

    δ) της ακρίβειας του προσδιορισμού του οφειλέτη, ή της αρμόδιας αρχής του κράτους-οφειλέτη,

    ε) της ημερομηνίας λήξεως·

    στ) της εφαρμογής των αρχών της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης που αναφέρονται στο άρθρο 4·

    ζ) της ακρίβειας του ποσού και του νομίσματος της εισπράξεως.

    3. Ο υπόλογος ευθύνεται για την ενδεδειγμένη σύνταξη των εντολών εισπράξεως.

    Άρθρο 17

    Με την επιφύλαξη των άρθρων 5 και 6:

    1. Από το ποσό όλων των αποδείξεων, τιμολογίων ή εκκαθαριστικών καταστάσεων, για τις οποίες στη συνέχεια εκδίδονται εντάλματα πληρωμής για το καθαρό ποσό, δύνανται να εκπίπτουν:

    α) τα πρόστιμα που επιβάλλονται σε πρόσωπα στα οποία έχει κατακυρωθεί σύμβαση κατόπιν πρόσκλησης για την υποβολή προσφορών·

    β) οι διακανονισμοί ποσών, αχρεωστήτως καταβληθέντων, που δύνανται να πραγματοποιηθούν με προκαταβολική παρακράτηση, επ' ευκαιρία μιας νέας εκκαθαρίσεως της ιδίας φύσεως, πραγματοποιούμενη στον τίτλο, κεφάλαιο, άρθρο και οικονομικό έτος που επιβαρύνθηκαν με το επιπλέον καταβληθέν.

    Οι εκπτώσεις, οι επιστροφές και οι μειώσεις που διενεργούνται επί τιμολογίων και αποδείξεων, δεν καταχωρούνται ως χωριστά έξοδα.

    2. Τα ακόλουθα ποσά δύνανται να επαναχρησιμοποιούνται υπό τη γραμμή η οποία είχε επιβαρυνθεί με την αρχική δαπάνη:

    - έσοδα που προέρχονται από την επιστροφή ποσών, αχρεωστήτως καταβληθέντων, από πιστώσεις του προϋπολογισμού.

    Η επαναχρησιμοποίηση αυτών των ποσών πρέπει να διενεργείται πριν το τέλος του οικονομικού έτους που ακολουθεί εκείνο κατά τη διάρκεια του οποίου εισπράχθηκαν τα έσοδα.

    Άρθρο 18

    1. Για κάθε μέτρο δυνάμενο να προκαλέσει δαπάνη εις βάρος του προϋπολογισμού, ο διατάκτης πρέπει να υποβάλει προηγουμένως στον υπόλογο πρόταση ανάληψης δαπανών, αναφέροντας το σκοπό της δαπάνης, το ποσό, τη θέση του προϋπολογισμού στην οποία θα καταλογισθεί και τον πιστωτή. Ο υπόλογος υποβάλλει την πρόταση αυτή στο δημοσιονομικό ελεγκτή προς θεώρηση.

    2. Σκοπός της θεώρησης είναι να διαπιστωθεί ότι:

    α) η πρόταση ανάληψης δαπάνης έχει υποβληθεί σύμφωνα με την παράγραφο 1·

    β) η δαπάνη έχει καταλογισθεί στην σωστή θέση του προϋπολογισμού·

    γ) οι πιστώσεις διατίθενται από τον προϋπολογισμό·

    δ) εφαρμόζονται οι αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης που αναφέρονται στο άρθρο 4·

    ε) η δαπάνη είναι εν τάξει και σύμφωνη προς τις οικείες διατάξεις.

    Άρθρο 19

    1. Σκοπός της εκκαθάρισης της δαπάνης από τον διατάκτη είναι:

    α) να ελέγχεται η απαίτηση του πιστωτή·

    β) να προσδιορίζεται ή να εξακριβώνεται η ύπαρξη και το ποσό της απαίτησης·

    γ) να εξακριβώνονται οι όροι του απαιτητού της οφειλής·

    δ) να ελέγχεται ότι η παράδοση των αγαθών ή των υπηρεσιών έγινε σύμφωνα με τις σχετικές εντολές.

    2. Ο διατάκτης μπορεί να αναθέτει σε άλλους τη διενέργεια των ελέγχων, υπ' ευθύνη του.

    Άρθρο 20

    1. Ο διατάκτης εντέλλεται στον υπόλογο, με την έκδοση εντάλματος πληρωμής, να πληρώσει μια δαπάνη της οποίας πραγματοποίησε την εκκαθάριση.

    2. Το ένταλμα πληρωμής πρέπει να αναφέρει:

    α) το οικονομικό έτος καταλογισμού·

    β) τον τίτλο, το κεφάλαιο και το άρθρο του προϋπολογισμού·

    γ) το πληρωτέο ποσό, αριθμητικώς και ολογράφως, και το νόμισμα στο οποίο θα καταβληθεί·

    δ) το όνομα και τη διεύθυνση του δικαιούχου·

    ε) το αντικείμενο της δαπάνης·

    στ) τον τρόπο πληρωμής·

    ζ) τους αριθμούς και τις ημερομηνίες των αντίστοιχων θεωρήσεων της ανάληψης της δαπάνης.

    3. Ο διατάκτης υπογράφει το ένταλμα πληρωμής και θέτει την ημερομηνία.

    4. Ο υπόλογος υποβάλλει το ένταλμα πληρωμής μαζί με τα πρωτότυπα δικαιολογητικά έγγραφα, στο δημοσιονομικό ελεγκτή για να θεωρηθούν.

    5. Σκοπός της θεώρησης είναι να διαπιστωθεί:

    α) η κανονικότητα της έκδοσης του εντάλματος πληρωμής·

    β) το σύμφωνο του εντάλματος πληρωμής προς την ανάληψη της δαπάνης και η ακρίβεια του σχετικού ποσού, λαμβάνοντας υπόψη τις αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης του άρθρου 4·

    γ) η ακρίβεια του καταλογισμού της δαπάνης στον προϋπολογισμό·

    δ) η διαθεσιμότητα των πιστώσεων στο σχετικό τίτλο ή άρθρο του προϋπολογισμού·

    ε) η κανονικότητα των δικαιολογητικών και

    στ) η ακρίβεια του προσδιορισμού της ταυτότητας του δικαιούχου.

    6. Κάθε δαπάνη πρέπει να καλύπτεται εκ των προτέρων από τις συνεισφορές των κρατών που αναφέρονται στο άρθρο 25 ή, εν ανάγκη, από τραπεζική πίστωση. Το κόστος της τραπεζικής προχρηματοδότησης σε περίπτωση μη πληρωμής κατανέμεται μεταξύ των κρατών που δεν εκπλήρωσαν τις υποχρεώσεις τους, κατ' αναλογία των μη καταβληθεισών συνεισφορών και λαμβανομένης υπόψη της διάρκειας της υπερημερίας.

    Άρθρο 21

    Οι πληρωμές πραγματοποιούνται μέσω του τραπεζικού λογαριασμού ο οποίος ανοίγεται σύμφωνα με το άρθρο 17 της απόφασης 1999/323/ΕΚ του Συμβουλίου(3) στο όνομα του γενικού γραμματέα του Συμβουλίου. Για τις τραπεζικές εντολές μεταφοράς οι οποίες εκτελούνται σύμφωνα με αυτόν τον δημοσιονομικό κανονισμό, απαιτούνται οι υπογραφές δύο εξουσιοδοτημένων από τον αναπληρωτή γενικό γραμματέα υπαλλήλων, εκ των οποίων η μία πρέπει να είναι του υπολόγου.

    Άρθρο 22

    Σε περίπτωση που ο δημοσιονομικός ελεγκτής αρνηθεί τη θεώρηση που προβλέπεται στα άρθρα 16, 18 ή 20 και εφόσον ο διατάκτης διατηρεί την πρότασή του, το θέμα παραπέμπεται στον αναπληρωτή γενικό γραμματέα. Με εξαίρεση τις περιπτώσεις κατά τις οποίες αμφισβητείται διαθεσιμότητα των πιστώσεων, ο αναπληρωτής γενικός γραμματέας μπορεί, με δεόντως αιτιολογημένη απόφασή του, να αγνοήσει την άρνηση θεώρησης και να επιβεβαιώσει την εντολή εισπράξεως, την ανάληψη της δαπάνης ή το ένταλμα πληρωμής. Ο αναπληρωτής γενικός γραμματέας ενημερώνει, εντός προθεσμίας ενός μηνός, το Ελεγκτικό Συνέδριο για την απόφαση αυτή. Η εν λόγω απόφαση είναι εκτελεστή από την ημερομηνία άρνησης της θεώρησης.

    Άρθρο 23

    Η πειθαρχική ευθύνη του διατάκτη, του δημοσιονομικού ελεγκτή και του υπολόγου σε περίπτωση μη τήρησης των διατάξεων του παρόντος δημοσιονομικού κανονισμού είναι η προβλεπόμενη στον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

    Άρθρο 24

    Η λογιστική τηρείται κατά ημερολογιακό έτος σύμφωνα με τη διπλογραφική μέθοδο. Εμφαίνει το σύνολο των εσόδων και των δαπανών κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙV

    Συνεισφορές των κρατών

    Άρθρο 25

    1. Τα έσοδα του προϋπολογισμού αποτελούνται από τις χρηματικές συνεισφορές των εξής κρατών μελών: Αυστρίας, Βελγίου, Γερμανίας, Δανίας, Ισπανίας, Φινλανδίας, Γαλλίας, Ελλάδας, Ιταλίας, Λουξεμβούργου, Κάτω Χωρών, Πορτογαλίας και Σουηδίας, καθώς και της Ισλανδίας και της Νορβηγίας.

    2. Οι χρηματικές συνεισφορές των εν λόγω κρατών, καθορίζονται στον προϋπολογισμό και εκφράζονται σε ευρώ.

    Άρθρο 26

    Τα κράτη που αναφέρονται στο άρθρο 25 θέτουν στη διάθεση του αναπληρωτή γενικού γραμματέα τις χρηματικές συνεισφορές τους, σύμφωνα με την ακόλουθη κλείδα κατανομής:

    Η κατανομή των συνεισφορών μεταξύ των κρατών μελών που αναφέρονται στο άρθρο 25, αφενός, και της Ισλανδίας και της Νορβηγίας, αφετέρου, προσδιορίζεται κατ' έτος βάσει του μεριδίου κάθε σχετικού κράτους μέλους και της Ισλανδίας και της Νορβηγίας στο σύνολο των ακαθάριστων εγχώριων προϊόντων (ΑΕΠ) όλων των κρατών που αναφέρονται στο άρθρο 25 κατά το προηγούμενο έτος. Η κατανομή των συνεισφορών μεταξύ των συγκεκριμένων κρατών μελών προσδιορίζεται κατ' έτος, μετά από αφαίρεση των συνεισφορών της Ισλανδίας και της Νορβηγίας, ανάλογα με το μερίδιο του πόρου ΦΠΑ καθενός από τα εν λόγω κράτη μέλη στο σύνολο του πόρου ΦΠΑ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, όπως ορίσθηκε με την τελευταία διόρθωση του προϋπολογισμού της Ένωσης που πραγματοποιήθηκε κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος.

    Άρθρο 27

    1. Ο αναπληρωτής γενικός γραμματέας απευθύνει με επιστολή του τις αιτήσεις συνεισφορών σε κάθε κράτος που αναφέρεται στο άρθρο 25, μέσω των εθνικών διοικήσεων των οποίων του κοινοποιήθηκαν τα στοιχεία.

    2. Στην επιστολή αυτή υπενθυμίζονται:

    α) η απόφαση περί εγκρίσεως του προϋπολογισμού ή, σε περίπτωση προσφυγής στο άρθρο 9, η απόφαση να γίνει πρόσκληση προς καταβολή συνεισφορών ανά προσωρινά δωδεκατημόρια·

    β) το ποσό που υποχρεούται να καταβάλει κάθε κράτος, υπολογιζόμενο σε ευρώ σύμφωνα με την κλείδα κατανομής του άρθρου 26·

    γ) τα απαραίτητα στοιχεία για την καταβολή της συνεισφοράς.

    3. Οι συνεισφορές κατατίθενται στον τραπεζικό λογαριασμό που αναφέρεται στο άρθρο 21.

    4. Οι συνεισφορές καταβάλλονται σε ευρώ.

    Άρθρο 28

    1. Τα κράτη που αναφέρονται στο άρθρο 25 υποχρεούνται να καταβάλλουν το 25 % της συνεισφοράς τους το αργότερο στις 15 Φεβρουαρίου, την 1η Απριλίου, την 1η Ιουλίου και την 1η Οκτωβρίου.

    2. Εάν ένα κράτος δεν έχει εκπληρώσει τις χρηματικές υποχρεώσεις του, εφαρμόζονται κατ' αναλογία οι κοινοτικοί κανόνες που διέπουν τους τόκους υπερημερίας στην καταβολή των συνεισφορών στον προϋπολογισμό της Ένωσης, με την επιφύλαξη οιασδήποτε δαπάνης που πρέπει να αναλάβει το εν λόγω κράτος σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 20 παράγραφος 6.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

    Σύναψη συμβάσεων

    Άρθρο 29

    1. Οι συμβάσεις για την αγορά ή ενοικίαση αγαθών ή για την παροχή υπηρεσιών συνάπτονται γραπτώς.

    2. Όλες οι προαναφερθείσες συμβάσεις, των οποίων η εκτιμώμενη αξία είναι ίση ή μεγαλύτερη από τα κατώτατα όρια που ορίζονται στην οδηγία 93/36/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1993, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων προμηθειών(4) ή στην οδηγία 92/50/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 1992, για το συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων υπηρεσιών(5), συνάπτονται μετά την έκδοση πρόσκλησης για την υποβολή προσφορών σύμφωνα, αφενός, με τις διατάξεις των ανωτέρω οδηγιών και, αφετέρου, με περαιτέρω τροποποιήσεις οι οποίες είναι δυνατό να συμφωνούνται σε αυτές (εφεξής καλούμενες οι "οδηγίες του Συμβουλίου για τις διαδικασίες σύναψης συμβάσεων δημοσίων προμηθειών").

    3. Οι συμβάσεις των οποίων η εκτιμώμενη αξία δεν υπερβαίνει τα κατώτατα όρια που ορίζονται στις οδηγίες του Συμβουλίου για τις διαδικασίες δημοσίων προμηθειών είναι δυνατό να συνάπτονται με απευθείας συμφωνία. Σε αυτές τις περιπτώσεις, ωστόσο, τα κράτη μέλη που αναφέρονται στο άρθρο 25 δεσμεύονται, στο μέτρο του δυνατού και διά παντός καταλλήλου μέτρου, να δίνουν στους προμηθευτές που είναι σε θέση να προμηθεύσουν τα εν λόγω αγαθά ή υπηρεσίες, τη δυνατότητα να διαγωνισθούν.

    4. Κατά γενικό κανόνα, οι προσκλήσεις για την υποβολή προσφορών δημοσιεύονται από τη Γενική Γραμματεία εξ ονόματος των κρατών μελών που αναφέρονται στο άρθρο 25, σε όλα τα κράτη μέλη.

    5. Οι διαδικασίες υποβολής προσφορών και τα κριτήρια επιλογής και ανάθεσης καθορίζονται και διέπονται από τις διατάξεις των οδηγιών του Συμβουλίου σχετικά με τις διαδικασίες δημοσίων προμηθειών, όπως συμπληρώνονται από τις διατάξεις του παρόντος δημοσιονομικού κανονισμού.

    6. Όλες οι προσκλήσεις υποβολής προσφορών καταρτίζονται από τη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου εξ ονόματος των κρατών μελών που αναφέρονται στο άρθρο 25 και περιλαμβάνουν, ειδικότερα:

    α) καθορισμό της διαδικασίας για την υποβολή προσφορών και του τρόπου με τον οποίο υποβάλλονται, στον οποίο περιλαμβάνονται, ειδικότερα, τυχόν απαιτήσεις όσον αφορά τη χρήση τυποποιημένου απαντητικού εντύπου·

    β) μνεία των γενικών όρων που εφαρμόζονται στην συγκεκριμένη σύμβαση (προμηθειών ή υπηρεσιών), όπου συντρέχει λόγος, καθώς και οιουδήποτε εγγράφου περιέχει όρους που εφαρμόζονται ειδικά στη συγκεκριμένη σύμβαση·

    γ) ρήτρα στην οποία αναφέρεται ότι η υποβολή προσφοράς συνεπάγεται αποδοχή των σχετικών όρων·

    δ) λεπτομερή προσδιορισμό των όρων υπό τους οποίους είναι δυνατό να γίνει επιθεώρηση, όπου συντρέχει λόγος, στην περίπτωση επί τόσου επιθεωρήσεων·

    ε) προσδιορισμό της περιόδου κατά την οποία μια υποβολή παραμένει έγκυρη και δεν δύναται να τροποποιηθεί από καμία άποψη·

    στ) προσδιορισμό των κυρώσεων σε περίπτωση μη τήρησης των όρων της συμβάσεως·

    ζ) προσδιορισμό των λεπτομερειών που πρέπει να περιλαμβάνονται στα τιμολόγια (ή στα σχετικά δικαιολογητικά έγγραφα)·

    η) απαγόρευση οιασδήποτε επαφής μεταξύ του αναπληρωτή γενικού γραμματέα και του προσωπικού του, των αντιπροσώπων των κυβερνήσεων των κρατών μελών που αναφέρονται στο άρθρο 25, των αντιπροσώπων των κυβερνήσεων της Ισλανδίας και της Νορβηγία αφενός, και των προμηθευτών που υποβάλλουν προσφορές (των υποβαλλόντων), αφετέρου, για θέματα που αφορούν τη συγκεκριμένη πρόσκληση υποβολής προσφορών, με ειδική εξαίρεση τις ακόλουθες συνθήκες:

    πριν από την ημερομηνία λήξεως της προθεσμίας υποβολής προσφορών:

    i) κατόπιν αιτήματος των υποβαλλόντων:

    είναι δυνατό να διαβιβασθούν σε όλους τους υποβάλλοντες συμπληρωματικές πληροφορίες με μόνο σκοπό να δοθούν διευκρινίσεις όσον αφορά τη φύση της πρόσκλησης υποβολής προσφορών·

    ii) κατόπιν αιτήματος του αναπληρωτή γενικού γραμματέα:

    εάν τα κράτη μέλη που αναφέρονται στο άρθρο 25, ή η Ισλανδία και η Νορβηγία, ή η Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου διαπιστώσουν λάθος, ανακρίβεια, παράλειψη ή οιοδήποτε άλλο λάθος εκ παραδρομής στο κείμενο της πρόσκλησης για την υποβολή προσφορών, η Γενική Γραμματεία δύναται, κατά τρόπο ίδιο με εκείνον που ισχύει για την αρχική πρόσκληση υποβολής προσφορών, να ενημερώσει σχετικά τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα·

    iii) μετά την αποσφράγιση των προσφορών και κατόπιν αιτήματος των κρατών μελών που αναφέρονται στο άρθρο 25, της Ισλανδίας ή της Νορβηγίας, ή της Γενικής Γραμματείας του Συμβουλίου, η Γενική Γραμματεία είναι δυνατό να έλθει σε επαφή με τον υποβάλλοντα εάν απαιτούνται ορισμένες διευκρινίσεις σχετικά με την υποβολή προσφορών, ή εάν υπάρχουν προφανή λάθη εκ παραδρομής τα οποία πρέπει να διορθωθούν.

    Άρθρο 30

    Σε όλες τις περιπτώσεις που έχει πραγματοποιηθεί επαφή υπό τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 29 παράγραφος 6 στοιχείο η), συντάσσεται "σημείωση για τον φάκελο" και η επαφή αυτή αναφέρεται στην έκθεση που υποβάλλεται στη συνέχεια στη συμβουλευτική επιτροπή για την οποία γίνεται λόγος στο άρθρο 36 στη συνέχεια.

    Άρθρο 31

    Για τις συμβάσεις που συνάπτει ο αναπληρωτής γενικός γραμματέας εξ ονόματος των κρατών μελών που αναφέρονται στο άρθρο 25, δεν γίνεται καμία διάκριση μεταξύ υπηκόων των κρατών μελών και της Ισλανδίας και της Νορβηγίας λόγω της ιθαγένειάς τους.

    Άρθρο 32

    Στις περιπτώσεις που υπάρχουν γενικοί όροι εφαρμοστέοι στην προτεινόμενη σύμβαση, επισυνάπτονται στην πρόσκληση υποβολής προσφορών. Επισυνάπτεται επίσης οιοδήποτε έγγραφο περιέχει όρους οι οποίοι εφαρμόζονται ειδικά σε συγκεκριμένη σύμβαση.

    Άρθρο 33

    Οι υποβάλλοντες μπορούν να υποβάλουν τις προσφορές τους:

    α) είτε ταχυδρομικώς:

    στην περίπτωση αυτή, στην πρόσκληση για την υποβολή προσφορών πρέπει να διευκρινίζεται ότι η ημερομηνία υποβολής της προσφοράς είναι η ημερομηνία αποστολής της, η οποία αποδεικνύεται από την ταχυδρομική σφραγίδα. Οι προσφορές που αποστέλλονται ταχυδομικώς πρέπει να είναι συστημένες·

    β) είτε ιδιοχείρως στη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου ή μέσω εξουσιοδοτημένου εντολοδόχου του υποψηφίου συμπεριλαμβανομένων των ιδιωτικών υπηρεσιών μεταφοράς αλληλογραφίας:

    στην περίπτωση αυτή, στην πρόσκληση για την υποβολή προσφορών πρέπει να αναφέρεται η ημερομηνία υποβολής των προσφορών και να διευκρινίζεται το τμήμα της Γενικής Γραμματείας του Συμβουλίου, της στο οποίο θα πρέπει να επιδοθούν, έναντι αποδείξεως υπογεγραμμένης και χρονολογημένης.

    Σε αμφότερες τις περιπτώσεις, η προθεσμία είναι η ίδια.

    Με σκοπό να διασφαλίζεται ο εμπιστευτικός χαρακτήρας και να αποφεύγονται τυχόν δυσχέρειες, στην πρόσκληση για την υποβολή προσφορών περιλαμβάνεται διάταξη η οποία έχει ως εξής:"Οι προσφορές υποβάλλονται σε σφραγισμένο φάκελο ο οποίος εσωκλείεται σε δεύτερο σφραγισμένο φάκελο. Στον εσωτερικό φάκελο αναγράφεται, εκτός από την ονομασία του τμήματος στο οποίο απευθύνεται, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην πρόσκληση για την υποβολή προσφορών, 'Υποβολή προσφοράς - να μην ανοιχθεί από το πρωτόκολλο'. Στην περίπτωση χρησιμοποίησης αυτοκόλλητων φακέλων, αυτοί σφραγίζονται με κολλητική ταινία και ο αποστολέας υπογράφει κατά μήκος της ταινίας αυτής."

    Άρθρο 34

    Όλες οι προσφορές αποσφραγίζονται.

    Οι προσφορές αποσφραγίζονται ταυτόχρονα από επιτροπή η οποία έχει ορισθεί για το σκοπό αυτό από τον αναπληρωτή γενικό γραμματέα. Αποτελείται από τρεις ανωτάτους υπαλλήλους διαφορετικών διευθύνσεων της Γραμματείας του Συμβουλίου. Ο δημοσιονομικός ελεγκτής ενημερώνεται για την αποσφράγιση των προσφορών. Ο δημοσιονομικός ελεγκτής ή ο αντιπρόσωπός του παρίσταται ως παρατηρητής.

    Η επιτροπή συντάσσει έκθεση σχετικά με την αποσφράγιση των προσφορών, η οποία υπογράφεται από όλα τα μέλη της.

    Κάθε σελίδα κάθε προσφοράς πρέπει να έχει μονογραφηθεί από τουλάχιστον ένα μέλος της επιτροπής. Η επιτροπή τηρεί πρακτικά με τις προσφορές που έχουν παραληφθεί αναφέροντας, ειδικότερα, όλα τα έγγραφα που παρελήφθησαν από κάθε υποβάλλοντα σε συνάρτηση με την προσφορά του.

    Άρθρο 35

    Κάθε προσφορά αξιολογείται από τα κράτη μέλη που αναφέρονται στο άρθρο 25 και από την Ισλανδία και τη Νορβηγία. Τα εν λόγω κράτη εγκρίνουν ομόφωνα έκθεση που υποβάλλεται στη συμβουλευτική επιτροπή που αναφέρεται στο άρθρο 36 από τον αρμόδιο υπάλληλο της Γενικής Γραμματείας του Συμβουλίου, τον οποίο έχει ορίσει ο διατάκτης, ή από αναπληρωτή, τον οποίο έχει επίσης ορίσει ο διατάκτης.

    Στην προαναφερθείσα έκθεση περιλαμβάνεται ειδικότερα:

    α) αιτιολόγηση της απόρριψης κάποιας από τις προσφορές·

    β) τεχνική και οικονομική αξιολόγηση των προσφορών, περιλαμβανομένου συγκριτικού πίνακα των τιμών ανά μονάδα·

    γ) αιτιολόγηση της επιλογής του συγκεκριμένου υποβάλλοντος.

    Άρθρο 36

    Συμβάσεις που συνάπτει ο αναπληρωτής γενικός γραμματέας εξ ονόματος των κρατών μελών που αναφέρονται στο άρθρο 25 και οι αρμόδιοι αντιπρόσωποι της Ισλανδίας και της Νορβηγίας, αφού έχει πραγματοποιηθεί πρόσκληση υποβολής προσφορών, υποβάλλονται πρώτα για γνώμη στη συμβουλευτική επιτροπή αγορών και συμβάσεων.

    Άρθρο 37

    Η συμβουλευτική επιτροπή που αναφέρεται στο άρθρο 36 αποτελείται από έναν αντιπρόσωπο από κάθε κράτος μέλος που αναφέρεται στο άρθρο 25 και από έναν αντιπρόσωπο της Ισλανδίας και έναν της Νορβηγίας. Τα κράτη μέλη που αναφέρονται στο άρθρο 25 καθώς και η Ισλανδία και η Νορβηγία διασφαλίζουν ότι οι επιλεγέντες αντιπρόσωποι είναι εξοικειωμένοι με την πληροφορική ή/και με χρηματοοικονομικά ή/και νομικά θέματα. Οι αντιπρόσωποι δεν πρέπει να έχουν συμμετάσχει στην αξιολόγηση των φακέλων που θα υποβληθούν στη συμβουλευτική επιτροπή. Παρίσταται ως παρατηρητής ένας αντιπρόσωπος του δημοσιονομικού ελεγκτή.

    Η συμβουλευτική επιτροπή εκλέγει πρόεδρο και αντιπρόεδρο μεταξύ των εκπροσώπων της, με απλή πλειοψηφία.

    Η συμβουλευτική επιτροπή εκφέρει γνώμη σχετικά με την κανονικότητα της διαδικασίας για την επιλογή του υποβάλλοντας και, γενικά, σχετικά με τους προτεινόμενους όρους της σύμβασης.

    Οιοδήποτε άλλο πρόβλημα όσον αφορά τα θέματα που αποτελούν το αντικείμενο του παρόντος κεφαλαίου, παραπέμπεται στην εν λόγω Συμβουλευτική Επιτροπή, η οποία γνωμοδοτεί.

    Η συμβουλευτική επιτροπή επιδιώκει να εγκρίνει τις γνώμες της ομοφώνως. Εάν τούτο δεν είναι δυνατό, η συμβουλευτική επιτροπή εγκρίνει τις γνώμες της με απλή πλειοψηφία των αντιπροσώπων της. Προκειμένου οι εργασίες της να είναι έγκυρες, απαιτείται απαρτία έντεκα προσώπων. Σε περίπτωση ισοψηφίας, υπερισχύει η ψήφος του προέδρου.

    Εάν απαιτείται, η Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου παρέχει γραμματειακή υποστήριξη στη συμβουλευτική επιτροπή.

    Άρθρο 38

    Η συμβουλευτική επιτροπή συντάσσει τον δικό της εσωτερικό κανονισμό κατ' αναλογία προς τον εσωτερικό κανονισμό της συμβουλευτικής επιτροπής αγορών και αυμβάσεων του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Άρθρο 39

    Η συμβουλευτική επιτροπή καλείται να δίνει τη γνώμη της, διαδραματίζοντας αποκλειστικά συμβουλευτικό ρόλο, σχετικά με:

    α) όλες τις προτεινόμενες συμβάσεις για προμήθειες ή υπηρεσίες, περιλαμβανομένων των μελετών, η εκτιμώμενη αξία των οποίων είναι ίση ή μεγαλύτερη από τα κατώτατα όρια που ορίζονται στις οδηγίες του Συμβουλίου σχετικά με τις διαδικασίες δημοσίων προμηθειών·

    β) οιαδήποτε προτεινόμενη συμφωνία η οποία μεταβάλλει σημαντικά σύμβαση του στοιχείου α), ειδικότερα δε όταν η εν λόγω συμφωνία έχει ως αποτέλεσμα τη μεταβολή του ποσού της αρχικής σύμβασης·

    γ) οιαδήποτε προτεινόμενη πρόσθετη συμφωνία η οποία έχει ως αποτέλεσμα να αυξηθεί το συνολικό ποσό της ήδη συναφθείσας σύμβασης σε επίπεδο που υπερβαίνει τα κατώτατα όρια για τα οποία γίνεται λόγος στο στοιχείο α)·

    δ) ζητήματα που ανακύπτουν κατά τη σύναψη ή κατά την εκτέλεση των συμβάσεων (π.χ. ακύρωση παραγγελιών, αιτήματα για το μετριασμό κυρώσεων λόγω καθυστερήσεων, παρέκκλιση από τους ειδικούς και τους γενικούς όρους της συμβάσεως), υπό την προϋπόθεση ότι το ζήτημα είναι αρκετά σοβαρό ώστε να δικαιολογεί το αίτημα για την έκδοση γνώμης·

    ε) κατόπιν αιτήματος των κρατών μελών που αναφέρονται στο άρθρο 25, ή της Ισλανδίας ή της Νορβηγίας, ή μέλους της συμβουλευτικής επιτροπής, ή του αναπληρωτή γενικού γραμματέα, προτεινόμενες συμβάσεις οι οποίες αφορούν ποσό μικρότερο των κατωτάτων ορίων για τα οποία γίνεται λόγος στο στοιχείο α), εάν εκτιμούν ότι οι συμβάσεις αυτές θέτουν προβλήματα αρχής ή παρουσιάζουν ιδιαίτερο χαρακτήρα.

    Άρθρο 40

    Οι φάκελοι που υποβάλλονται στη συμβουλευτική επιτροπή για γνώμη σύμφωνα με το άρθρο 39 στοιχείο β) έως ε) συνοδεύονται επίσης από έκθεση, η οποία έχει εγκριθεί ομόφωνα από τα κράτη μέλη που μνημονεύονται στο άρθρο 25, καθώς και από την Ισλανδία και τη Νορβηγία.

    Άρθρο 41

    Οι γνώμες της συμβουλευτικής επιτροπής υπογράφονται από τον πρόεδρό της. Για να αποφεύγονται καθυστερήσεις στη διαδικασία λόγω παρέμβασης της συμβουλευτικής επιτροπής, τα κράτη μέλη που αναφέρονται στο άρθρο 25, καθώς και η Ισλανδία και η Νορβηγία, μπορούν, αν το κρίνουν απαραίτητο, να επιβάλλουν μια εύλογη προθεσμία υποβολής μιας γνώμης. Οι γνώμες διαβιβάζονται στον αναπληρωτή γενικό γραμματέα και στα κράτη μέλη που αναφέρονται στο άρθρο 25, καθώς και στην Ισλανδία και τη Νορβηγία. Αφού ληφθεί δεόντως υπόψη η εν λόγω γνώμη, τα κράτη μέλη που αναφέρονται στο άρθρο 25, καθώς και η Ισλανδία και η Νορβηγία, λαμβάνουν ομόφωνα τελική απόφαση σχετικά με την υπόθεση. Αφού ληφθεί η απόφαση, η σύμβαση ή οι συμβάσεις που αποτελούν το αντικείμενο κάθε υπόθεσης συνάπτονται από τον αναπληρωτή γενικό γραμματέα, εξ ονόματος των κρατών μελών που αναφέρονται στο άρθρο 25 και από τους αρμόδιους αντιπροσώπους της Ισλανδίας και της Νορβηγίας.

    Άρθρο 42

    Η Γενική Γραμματεία ενημερώνει όλους τους υποβάλλοντες σχετικά με την απόφαση που ελήφθη σε σχέση με τις προσφορές τους.

    Άρθρο 43

    1. Οι συμβάσεις είναι δυνατό να πραγματοποιούνται έναντι τιμολογίου ή αποδείξεως στις περιπτώσεις που η εκτιμώμενη αξία των αγαθών ή των υπηρεσιών δεν υπερβαίνει τα 2000 ευρώ.

    2. Προκειμένου να διασφαλίζεται η εκτέλεση των συμβάσεων, είναι δυνατόν να ζητείται από τους προμηθευτές, τους εργολήπτες ή τους παρόχους υπηρεσιών, με σχετική ρήτρα εγγύησης, η εκ των προτέρων παροχή εγγύησης με τη μορφή κατάθεσης. Η εγγύηση αυτή πρέπει να καλύπτει όχι μόνον ολόκληρη την περίοδο για την οποία παρέχεται, αλλά και επαρκές χρονικό διάστημα για την ενεργοποίησή της. Η εγγύηση οφείλει, καταρχήν, να υλοποιείται μέσω καταβολής σε ευρώ σε τραπεζικό λογαριασμό ο οποίος έχει ανοιχθεί ειδικά για τον σκοπό αυτό στο όνομα της Γενικής Γραμματείας του Συμβουλίου και δύναται να κατατεθεί μόνον σε πιστωτικό ίδρυμα πρώτης κατηγορίας, σε λογαριασμό καταθέσεων όψεως ή βραχυπρόθεσμων καταθέσεων, εκφρασμένο σε ευρώ.

    3. Το ποσό της εγγύησης που κατατίθεται καθορίζεται σύμφωνα με τους συνήθεις εμπορικούς όρους και προϋποθέσεις.

    4. Η πρόβλεψη για την κατάθεση αυτής της εγγύησης είναι υποχρεωτική στην περίπτωση που η αξία της συμβάσεως είναι ίση ή μεγαλύτερη από τα κατώτατα όρια που ορίζονται στις οδηγίες του Συμβουλίου σχετικά με τις διαδικασίες για τις δημόσιες προμήθειες.

    5. Η εν λόγω εγγύηση είναι δυνατό να αντικατασταθεί από εγγύηση προσωπικής και αλληλέγγυας ευθύνης καταβαλλόμενη από τρίτο μέρος, εγκεκριμένο από τον υπόλογο. Η εγγύηση είναι, κατ' αρχήν, σε ευρώ και πρέπει να συμμορφώνεται προς τους ίδιους κανόνες που ισχύουν για την εγγύηση που αναφέρεται στην παράγραφο 2.

    6. Σε περίπτωση μη εκτέλεσης μιας σύμβασης ή καθυστέρησης στην εκτέλεσή της, ο αναπληρωτής γενικός γραμματέας εξασφαλίζει την εύλογη αποζημίωση των κρατών μελών που αναφέρονται στο άρθρο 25, καθώς και της Ισλανδίας και της Νορβηγίας, για όλες τις ζημιές, τόκους και έξοδα, με παρακράτηση του αντίστοιχου ποσού από την εγγύηση, ανεξαρτήτως εάν αυτή έχει κατατεθεί απευθείας από τον προμηθευτή, από τον εργολήπτη ή από τρίτο.

    Άρθρο 44

    Τα συνήθη δικαιολογητικά έγγραφα που συνοδεύουν την πρώτη εντολή πληρωμής, τα οποία καταρτίζονται δυνάμει συμβάσεως στην οποία απαιτείται η πρόβλεψη κατάθεσης εγγυήσεως, συμπληρώνονται από αντίγραφο, επικυρωμένο από τον υπόλογο, της αποδείξεως που εκδόθηκε κατά την καταβολή της εγγυήσεως, ή από αντίγραφο, επικυρωμένο από τον υπόλογο, της δήλωσης του ιδρύματος ή του τρίτου μέρους που κατέθεσε την εγγύηση.

    Άρθρο 45

    Σύμφωνα με τις προβλέψεις της εφαρμοστέας συμβάσεως ή εγγυήσεως, ο αναπληρωτής γενικός γραμματέας επιστρέφει τις εγγυήσεις, ή αποδεσμεύει τις εγγυήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 43, εκτός εάν συντρέχει λόγος μη εκτέλεσης ή καθυστέρησης της εκτέλεσης σύμφωνα με το άρθρο 43 παράγραφος 6.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

    Απόδοση και έλεγχος των λογαριασμών

    Άρθρο 46

    1. Ο αναπληρωτής γενικός γραμματέας καταρτίζει, εντός προθεσμίας δύο μηνών από το τέλος της περιόδου εκτέλεσης του προϋπολογισμού, λογαριασμό διαχείρισης και δημοσιονομικό ισολογισμό και τους διαβιβάζει στην ομάδα SIS.

    2. Ο λογαριασμός διαχείρισης περιλαμβάνει το σύνολο των πράξεων επί εσόδων και δαπανών που αφορούν το προηγούμενο οικονομικό έτος. Παρουσιάζεται με την αυτή μορφή και με τις αυτές υποδιαιρέσεις όπως ο προϋπολογισμός.

    3. Στο λογαριασμό αυτό επισυνάπτονται:

    α) κατάσταση στην οποία εμφανίζονται τα σχετικά με τη χρηματική συνεισφορά καθενός από τα κράτη που αναφέρονται στο άρθρο 25 και

    β) κατάσταση των μεταφορών πιστώσεων.

    4. Στο δημοσιονομικό ισολογισμό περιγράφονται το ενεργητικό και το παθητικό του προϋπολογισμού, όπως είχαν στις 31 Δεκεμβρίου του προηγούμενου οικονομικού έτους.

    Άρθρο 47

    1. Το Ελεγκτικό Συνέδριο εξασφαλίζει τον έλεγχο των λογαριασμών.

    2. Ο αναπληρωτής γενικός γραμματέας διαβιβάζει στο Ελεγκτικό Συνέδριο, εντός 15 ημερών από την προθεσμίας που προβλέπεται στο άρθρο 46 παράγραφος 1, το λογαριασμό διαχείρισης και τον ισολογισμό.

    3. Ο έλεγχος που διενεργείται από το Ελεγκτικό Συνέδριο έχει ως σκοπό να διαπιστώσει τη νομιμότητα και την κανονικότητα των εσόδων και των δαπανών σε σχέση με τις προς διαχείριση συμβάσεις, τον προϋπολογισμό και τον παρόντα δημοσιονομικό κανονισμό.

    4. Ο αναπληρωτής γενικός γραμματέας παρέχει στο Ελεγκτικό Συνέδριο κάθε διευκόλυνση την οποία αυτό θεωρεί αναγκαία για την εκτέλεση της αποστολής του.

    Άρθρο 48

    Ο λογαριασμός διαχείρισης, ο δημοσιονομικός ισολογισμός και η έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, συνοδευόμενη από τις ενδεχόμενες παρατηρήσεις του αναπληρωτή γενικού γραμματέα, υποβάλλονται πριν από την 1η Ιουλίου στα κράτη που αναφέρονται στο άρθρο 25. Τα κράτη μέλη που αναφέρονται στο άρθρο 25, συνερχόμενα στο πλαίσιο του Συμβουλίου, δίνουν απαλλαγή στον αναπληρωτή γενικό γραμματέα για την εκτέλεση του προϋπολογισμού.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

    Τελικές διατάξεις

    Άρθρο 49

    Η εφαρμογή των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν σχετικά με το σύστημα πληροφοριών του Σένγκεν σε άλλο κράτος εκτός εκείνων που αναφέρονται στο άρθρο 25, εφεξής "άλλο κράτος" έχει ως συνέπεια:

    α) τον επανακαθορισμό των μεριδίων των κρατών που αναφέρονται στο άρθρο 25 υπό τους όρους του άρθρου 26·

    β) την αναπροσαρμογή των συνεισφορών των κρατών που αναφέρονται στο άρθρο 25, ώστε να καταλογισθεί στο άλλο κράτος η συνεισφορά του στη λειτουργία του Sisnet για το σύνολο του τρέχοντας οικονομικού έτους και

    γ) αναπροσαρμογή των συνεισφορών των κρατών που αναφέρονται στο άρθρο 25, ώστε να καταλογισθεί στο άλλο κράτος τμήμα των δαπανών στις οποίες υποβλήθηκαν ήδη τα εν λόγω κράτη για την εγκατάσταση του Sisnet. Το τμήμα αυτό θα υπολογίζεται βάσει των πόρων ΦΠΑ του άλλου κράτους στο σύνολο των πόρων ΦΠΑ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, για τα προηγούμενα οικονομικά έτη κατά τα οποία είχαν πραγματοποιηθεί οι αναγκαίες δαπάνες για την εγκατάσταση του Sisnet. Η συνεισφορά στο τμήμα αυτό αποτελεί το αντικείμενο "πιστωτικού σημειώματος" υπέρ των κρατών που αναφέρονται στο άρθρο 25 κατ' αναλογία του μεριδίου τους που έχει υπολογισθεί σύμφωνα με το άρθρο 26. Τα άλλα κράτη μπορούν να επιλέξουν να διαθέσουν το ποσό αυτό στο μερίδιό τους στον προϋπολογισμό ή να ζητήσουν την επιστροφή του.

    Άρθρο 50

    1. Ο παρών δημοσιονομικός κανονισμός εφαρμόζεται στην έγκριση του προϋπολογισμού για την εκτέλεση των εσόδων και των δαπανών που απαιτούνται για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που απορρέουν από οιαδήποτε δράση αναλαμβάνεται δυνάμει του άρθρου 1 της απόφασης 1999/870/ΕΚ, για το οικονομικό έτος κατά το οποίο τίθεται σε ισχύ.

    2. Κατά παρέκκλιση του άρθρου 8, για τους σκοπούς του προϋπολογισμού που αναφέρεται στην παράγραφο 1, ο αναπληρωτής γγενικός γραμματέας του Συμβουλίου διαβιβάζει το προσχέδιο προϋπολογισμού στην Ομάδα SIS το συντομότερο δυνατό μετά από την έγκριση αυτού του δημοσιονομικού κανονισμού. Αφού δώσει τη γνώμη της η ομάδα SIS και καταρτισθεί το σχέδιο προϋπολογισμού, τα κράτη μέλη που αναφέρονται στο άρθρο 25, συνερχόμενα στο πλαίσιο του Συμβουλίου, εγκρίνουν αμελλητί τον προϋπολογισμό.

    3. Κατά παρέκκλιση του άρθρου 28, για τους σκοπούς του προϋπολογισμού που αναφέρεται στην παράγραφο 1, τα κράτη που αναφέρονται στο άρθρο 25 θα κληθούν να καταβάλουν την συνεισφορά τους σύμφωνα με χρονοδιάγραμμα το οποίο θα προσδιορισθεί από τα κράτη μέλη που αναφέρονται στο άρθρο 25 κατά τον χρόνο έγκρισης του εν λόγω προϋπολογισμού.

    Άρθρο 51

    1. Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την ημέρα της έκδοσής της.

    2. Δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

    Βρυξέλλες, 27 Μαρτίου 2000.

    Για το Συμβούλιο

    Ο Πρόεδρος

    F. Gomes

    (1) ΕΕ L 337 της 30.12.1999, σ. 41.

    (2) ΕΕ L 356 της 31.12.1977, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2673/1999 (ΕΕ L 326 της 18.12.1999, σ. 1).

    (3) ΕΕ L 123 της 13.5.1999, σ. 51.

    (4) ΕΕ L 199 της 9.8.1993, σ. 1.

    (5) ΕΕ L 209 της 24.7.1992, σ. 1· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 97/52/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 328 της 28.11.1997, σ. 1).

    Top