Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 31997R0550

    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 550/97 του Συμβουλίου της 24ης Μαρτίου 1997 για τις δράσεις στον τομέα του ιού HIV/AIDS στις αναπτυσσόμενες χώρες

    ΕΕ L 85 της 27.3.1997, p. 1–5 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

    Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (CS, ET, LV, LT, HU, MT, PL, SK, SL)

    Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 08/09/2003; καταργήθηκε από 32003R1568

    ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/1997/550/oj

    31997R0550

    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 550/97 του Συμβουλίου της 24ης Μαρτίου 1997 για τις δράσεις στον τομέα του ιού HIV/AIDS στις αναπτυσσόμενες χώρες

    Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 085 της 27/03/1997 σ. 0001 - 0005


    ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 550/97 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 24ης Μαρτίου 1997 για τις δράσεις στον τομέα του ιού HIV/AIDS στις αναπτυσσόμενες χώρες

    ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 130 Χ,

    την πρόταση της Επιτροπής (1),

    Αποφασίζοντας με τη διαδικασία του άρθρου 189 Γ της συνθήκης (2),

    Εκτιμώντας:

    ότι η αρμόδια επί του προϋπολογισμού αρχή αποφάσισε, στο πλαίσιο του προϋπολογισμού 1988, να εισαγάγει μια γραμμή με σκοπό την καταπολέμηση της επιδημίας του HIV/AIDS, μέσω της οποίας θα επιδιώξει την ανάπτυξη καινοτόμων δράσεων, συμπληρωματικώς προς τις δράσεις που έχουν ήδη αναληφθεί σε άλλα επίπεδα 7

    ότι η Επιτροπή, στην ανακοίνωσή της προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο της 7ης Ιανουαρίου 1994 σχετικά με τον ιό HIV και το AIDS στις αναπτυσσόμενες χώρες, παρουσίασε τις αρχές της πολιτικής και τις στρατηγικές προτεραιότητας που πρέπει να ακολουθηθούν σε επίπεδο Κοινότητας και κρατών μελών, με στόχο να ενισχυθεί η αποτελεσματικότητα των παρεμβάσεων στον τομέα 7

    ότι το HIV/AIDS δεν αποτελεί πλέον πρωτοεμφανιζόμενη επιδημία αλλά μάλλον πανδημία που έχει εξαπλωθεί σε ολόκληρο τον κόσμο, βρίσκεται εν εξελίξει και έχει διαφορετικά κοινωνικά και πολιτικά χαρακτηριστικά ανάλογα με την περιοχή ή/και τη χώρα και, συνεπώς, απαιτεί διαρθρωτική και πολυτομεακή αντιμετώπιση που ξεπερνά τις οικονομικές δυνατότητες και τις δυνατότητες σε προσωπικό των περισσότερων αναπτυσσόμενων χωρών 7

    ότι το Συμβούλιο «Ανάπτυξης», στο ψήφισμά του της 6ης Μαΐου 1994, υπογράμμισε τη σοβαρότητα της επιδημίας του HIV/AIDS και την ανάγκη για περισσότερες προσπάθειες προκειμένου να εξασφαλισθεί η καλύτερη στήριξη των εθνικών στρατηγικών που εφαρμόζουν οι αναπτυσσόμενες χώρες 7 ότι, γι' αυτό, το Συμβούλιο αποφάσισε να δώσει προτεραιότητα στη στήριξη των στρατηγικών στόχος των οποίων είναι η διά της παιδείας αποτελεσματικότερη πρόληψη της μετάδοσης, η βελτίωση των συνθηκών υγιεινής σε ό,τι αφορά τη σεξουαλική δραστηριότητα και την αναπαραγωγή, η ασφάλεια στον τομέα της μετάγγισης αίματος, καθώς και των στρατηγικών συνδρομής προς τους προσβεβλημένους και τους ασθενείς, μεταξύ άλλων μέσω της ενίσχυσης του συστήματος υγείας και της καταπολέμησης των διακρίσεων και του κοινωνικού αποκλεισμού 7

    ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και η Συνέλευση Ίσης Εκπροσώπησης ΕΚ-ΑΚΕ, στα ψηφίσματά τους της 14ης Απριλίου 1986 και της 15ης Φεβρουαρίου 1993, αντιστοίχως, υπογράμμισαν επίσης την ανάγκη να λαμβάνονται καλύτερα υπόψη οι αιτίες και οι παράγοντες που ευνοούν την εξάπλωση της επιδημίας, όπως η φτώχεια, καθώς και οι οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες του HIV/AIDS, παραδείγματος χάρη με παρεμβάσεις που προωθούν τη βελτίωση της θέσης των γυναικών και ενισχύουν τους βασικούς συλλογικούς φορείς οι οποίοι καλούνται να ασχοληθούν με τη μέριμνα των οικογενειών και των ατόμων που πλήττονται από την πανδημία 7

    ότι τόσο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο όσο και το Συμβούλιο έχουν ζητήσει να αναλάβει η Κοινότητα ουσιαστικότερες δεσμεύσεις στον τομέα αυτόν 7

    ότι η αποτελεσματικότητα των προγραμμάτων στήριξης των εθνικών στρατηγικών καταπολέμησης του HIV/AIDS προϋποθέτει τη βελτίωση του συντονισμού της παρεχόμενης βοήθειας, τόσο σε ευρωπαϊκό επίπεδο, όσο και σε ό,τι αφορά τους λοιπούς χρηματοδότες και τους οργανισμούς των Ηνωμένων Εθνών, και ειδικότερα το πρόγραμμα Unaids, καθώς και την προσφυγή σε ευέλικτες διαδικασίες, προσαρμοσμένες στην ιδιαιτερότητα των εκάστοτε παρεμβάσεων και εταίρων 7 ότι στα ψηφίσματα του Συμβουλίου και του Κοινοβουλίου διατυπώνεται το αίτημα της ανάληψης προσπαθειών προς την κατεύθυνση αυτή 7

    ότι είναι σκόπιμο να καθοριστούν οι λεπτομέρειες και οι κανόνες διαχείρισης που θα διέπουν τις δράσεις συνεργασίας στον τομέα του HIV/AIDS 7

    ότι εισάγεται στον παρόντα κανονισμό ποσό δημοσιονομικής αναφοράς, σύμφωνα με το σημείο 2, της δήλωσης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, της 6ης Μαρτίου 1995 (3), για την περίοδο 1997-1999, χωρίς αυτό να θίγει τις αρμοδιότητες της αρμόδιας επί του προϋπολογισμού αρχής, όπως ορίζονται στη συνθήκη,

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

    Άρθρο 1

    1. Η Κοινότητα εφαρμόζει πρόγραμμα βοήθειας προς τις αναπτυσσόμενες χώρες, καλούμενο στο εξής «πρόγραμμα», με σκοπό την ελαχιστοποίηση της εξάπλωσης της επιδημίας του HIV/AIDS και την αντιμετώπιση των συνεπειών της στην υγεία και στην κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη.

    Το πρόγραμμα απευθύνεται κατά προτεραιότητα στις φτωχότερες και λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες και στα μειονεκτικά στρώματα του πληθυσμού των αναπτυσσομένων χωρών.

    Στο πλαίσιο αυτό, η Κοινότητα επιδιώκει τους ακόλουθους στόχους προτεραιότητας:

    α) μείωση της μετάδοσης του HIV/AIDS και της εξάπλωσης άλλων ασθενειών που μεταδίδονται διά της σεξουαλικής επαφής ή κατά τον τοκετό 7

    β) ενίσχυση του τομέα της υγείας και των τομέων των κοινωνικών υπηρεσιών, ώστε να μπορούν να αντεπεξέρχονται στα αυξανόμενα βάρη που συνδέονται με την εξάπλωση της επιδημίας 7

    γ) υποβοήθηση των κυβερνήσεων και των συλλογικών φορέων για την εκτίμηση των επιπτώσεων της επιδημίας στους διάφορους τομείς της οικονομίας και στις κοινωνικές ομάδες, καθώς και για την κατάστρωση και υλοποίηση στρατηγικών περίθαλψης των πληγέντων 7

    δ) διεύρυνση των επιστημονικών γνώσεων σχετικά με την επιδημία και με τα αποτελέσματα των παρεμβάσεων, με σκοπό τη βελτίωση της ποιότητάς τους, εξαιρουμένης της βασικής έρευνας 7

    ε) καταπολέμηση των διακρίσεων και του κοινωνικού και οικονομικού αποκλεισμού των ατόμων που έχουν προσβληθεί από HIV/AIDS.

    2. Για την επίτευξη των στόχων της παραγράφου 1, η Κοινότητα υποστηρίζει σειρά δράσεων οι οποίες πρέπει να βασίζονται στις ακόλουθες θεμελιώδεις αρχές πολιτικής:

    α) προσαρμογή στον κίνδυνο που απορρέει από το κοινωνικοοικονομικό περιβάλλον και στις ανάγκες των ευάλωτων ομάδων, όπως καθορίζονται από την ατομική συμπεριφορά και από τα κοινωνικοοικονομικά και δημογραφικά στοιχεία 7

    β) προσαρμογή στις ιδιαιτερότητες του κάθε φύλου 7

    γ) σεβασμός των δικαιωμάτων του ατόμου και διευκόλυνση της κοινωνικής παιδείας των ενδιαφερομένων 7

    δ) ενίσχυση της κινητοποίησης, της υπευθυνότητας και της δυνατότητας αυτενέργειας μεμονωμένων ατόμων και κοινοτήτων 7

    ε) ένταξη στο πλαίσιο της πολιτικής για την υγεία, την εκπαίδευση και τους άλλους συναφείς τομείς 7

    στ) προσαρμογή στα διάφορα στάδια εξέλιξης της επιδημίας 7

    ζ) ενθάρρυνση των κυβερνήσεων να αναλάβουν πολιτικές και οικονομικές δεσμεύσεις για την αντιμετώπιση του HIV/AIDS.

    Άρθρο 2

    Οι δράσεις που πρέπει να εφαρμοστούν για την επίτευξη των στόχων προτεραιότητας που μνημονεύονται στο άρθρο 1 στηρίζουν τις στρατηγικές που αναπτύσσονται σε διεθνές, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο μαζί με τις δικαιούχους χώρες και αφορούν ειδικότερα τα εξής:

    1. Μείωση της μετάδοσης του HIV/AIDS και της εξάπλωσης άλλων ασθενειών που μεταδίδονται διά της σεξουαλικής επαφής και κατά τον τοκετό με:

    α) ενημέρωση και αγωγή όσον αφορά την υγεία στους τομείς της σεξουαλικότητας και της αναπαραγωγικής λειτουργίας, καθώς και τα δικαιώματα τα σχετικά με την αναπαραγωγή 7 ιδιαίτερη προσοχή θα δοθεί ώστε οι δράσεις να είναι ιδιαίτερα προσαρμοσμένες και προσιτές για τις ομάδες-στόχους, και ιδίως για τους πληθυσμούς που ζουν σε περιβάλλον υψηλού κινδύνου καθώς και στα άτομα και τις κοινότητες που είναι κοινωνικά και οικονομικά περισσότερο ευάλωτα, ειδικότερα δε στις γυναίκες και τους νέους. Οι δράσεις αυτές θα περιλαμβάνουν επίσης το διάλογο με τις θρησκευτικές κοινότητες 7

    β) καλύτερη οργάνωση του περιορισμού του HIV και των σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων (ΙΜΝ), και μέσω της προώθησης καλύτερων μεθόδων διάγνωσης και θεραπείας τους 7

    γ) βελτίωση της διαθεσιμότητας και της αξιοποίησης των διαφόρων μέσων και μεθόδων προστασίας, συμπεριλαμβανομένης της ασφάλειας των μεταγγίσεων αίματος και άλλων μορφών ένεσης 7

    δ) ενθάρρυνση της συνεκτίμησης της όλης προβληματικής HIV/AIDS στις διάφορες πολιτικές και στρατηγικές για την ανάπτυξη 7

    ε) υποστήριξη μέτρων που αποσκοπούν σε αύξηση της δυνατότητας των γυναικών να λαμβάνουν αποφάσεις σε όλους τους τομείς της σεξουαλικότητας και της υγείας κατά την αναπαραγωγική λειτουργία, καθώς και στην παροχή μέσων που ενθαρρύνουν την ευρεία χρησιμοποίηση διαφόρων μέσων και μεθόδων προστασίας κατά της μετάδοσης και προσβολής από τον HIV και τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα, τη δράση προς την κατεύθυνση αυτή, την προστασία της υγείας των παιδιών που θα γεννηθούν και τη μεγαλύτερη ευαισθητοποίηση και υπευθυνότητα των πληθυσμών, και ιδίως των ανδρών, σε όλα αυτά τα θέματα.

    2. Ενίσχυση του τομέα της υγείας και των κοινωνικών υπηρεσιών, ώστε να μπορούν να αντεπεξέρχονται στα αυξανόμενα βάρη που συνδέονται με την εξάπλωση της επιδημίας με:

    α) ενίσχυση των υπηρεσιών υγείας, ιδίως των βασικών, με παρεμβάσεις που αποσκοπούν στην αύξηση της δυνατότητάς τους σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο να αναπτύσσουν δραστηριότητες πρόληψης και περίθαλψης και να βελτιώνουν την πρόσβαση των περισσότερο ευάλωτων ατόμων 7

    β) μελέτη των οδών και μέσων βελτίωσης της πρόσβασης στη θεραπεία των ατόμων που έχουν προσβληθεί από HIV στις φτωχότερες χώρες. Η μελέτη αυτή θα πρέπει να διεξαχθεί σε στενή συνεργασία με τους φορείς των Ηνωμένων Εθνών, τις ενδιαφερόμενες μη κυβερνητικές οργανώσεις, τα εργαστήρια φαρμακευτικών προϊόντων, καθώς και με τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης 7

    γ) ενίσχυση των δυνατοτήτων στον τομέα της ασφάλειας των μεταγγίσεων και της ενδονοσοκομιακής ασφάλειας 7

    δ) καλύτερη κατάρτιση του ιατρικού και παραϊατρικού προσωπικού 7

    ε) βελτίωση των συστημάτων κοινοποίησης και στατιστικής για την επιδημιολογική παρακολούθηση.

    3. Υποβοήθηση των κυβερνήσεων και των συλλογικών φορέων για την εκτίμηση των επιπτώσεων της επιδημίας στους διάφορους τομείς της οικονομίας και στις κοινωνικές ομάδες, καθώς και για την κατάστρωση και υλοποίηση στρατηγικών μέριμνας, με:

    α) παροχή τεχνικής βοήθειας προς τις κυβερνήσεις για την ανάλυση των κοινωνικοοικονομικών επιπτώσεων της επιδημίας και για την κατάστρωση και εφαρμογή στρατηγικών αντιμετώπισης των προβλημάτων, ανάλογα με τις ιδιαιτερότητες του κάθε τομέα 7

    β) τεχνική και χρηματοδοτική υποστήριξη, η οποία να επιτρέπει την καλύτερη δυνατή συμβολή των μη κυβερνητικών οργανώσεων και των βασικών συλλογικών φορέων στις δραστηριότητες πρόληψης και κοινωνικής μέριμνας, ιδιαίτερα μέσω της παροχής βοήθειας για τη συγκρότηση δικτύων, στόχος των οποίων θα είναι να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα των δράσεων και να ενισχυθεί η πληροφόρηση, ο συντονισμός και η συνεργασία όλων των φορέων 7

    γ) προώθηση της συμμετοχής των τοπικών συλλογικών φορέων στη διαμόρφωση τοπικών στρατηγικών πληροφόρησης, προγραμμάτων σεξουαλικής αγωγής και μέριμνας.

    4. Διεύρυνση των επιστημονικών γνώσεων σχετικά με την επιδημία και τα αποτελέσματα των παρεμβάσεων, με στόχο τη βελτίωση της ποιότητάς τους, εξαιρουμένης της βασικής έρευνας, με:

    α) ανάπτυξη της επιστημονικής κατάρτισης, μέσω βελτιωμένης παρακολούθησης των διαφόρων προγραμμάτων επί τη βάσει κατάλληλων δεικτών, καθώς και ενίσχυση της επιχειρησιακής έρευνας στους διάφορους τομείς: ιατρικό, κοινωνιολογικό και ανθρωπολογικό 7

    β) υποστήριξη στην ανταλλαγή εμπειριών.

    5. Καταπολέμηση των διακρίσεων και του κοινωνικού και οικονομικού αποκλεισμού των ατόμων που έχουν προσβληθεί από HIV/AIDS, με:

    α) προαγωγή του σεβασμού των δικαιωμάτων του ατόμου, και ειδικότερα των δικαιωμάτων όσον αφορά την αναπαραγωγή 7

    β) ενθάρρυνση της αποφυγής των διακρίσεων και καταπολέμηση του στιγματισμού των προσώπων που έχουν προσβληθεί από τον ιό, ιδίως με εκστρατείες ευαισθητοποίησης του κοινού και με τη δημιουργία του κατάλληλου νομοθετικού πλαισίου.

    Άρθρο 3

    Οι συνεργαζόμενοι φορείς οι οποίοι είναι δυνατό να χρηματοδοτηθούν δυνάμει του παρόντος κανονισμού είναι, κυρίως:

    - οι δημόσιες υπηρεσίες και οργανισμοί σε εθνικό, περιφερειακό ή τοπικό επίπεδο,

    - οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης και άλλοι αποκεντρωμένοι φορείς, συμπεριλαμβανομένων των παραδοσιακών κοινωνικών δομών,

    - περιφερειακοί οργανισμοί, διεθνείς οργανισμοί,

    - ερευνητικά ιδρύματα και πανεπιστήμια,

    - βασικοί συλλογικοί φορείς και ιδιωτικοί φορείς, συμπεριλαμβανομένων των μη κυβερνητικών οργανώσεων και των οργανώσεων και ενώσεων των γυναικών και των αντιπροσωπευτικών ενώσεων που μπορούν, ανάλογα με τις ειδικές γνώσεις που διαθέτουν, να συμβάλουν στην κατάστρωση, την εφαρμογή και την παρακολούθηση των στρατηγικών προτεραιότητας στον τομέα του HIV και του AIDS που περιγράφονται στο άρθρο 2.

    Άρθρο 4

    1. Στα μέσα που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν στο πλαίσιο των δράσεων που αναφέρονται στο άρθρο 2 περιλαμβάνονται οι μελέτες, η παροχή τεχνικής βοήθειας, η κατάρτιση ή ανάλογες υπηρεσίες, οι προμήθειες και τα έργα, οι διαχειριστικοί έλεγχοι και οι αποστολές αξιολόγησης και ελέγχου. Προτεραιότητα δίδεται στην ενίσχυση των δυνατοτήτων των οικείων χωρών, ειδικότερα με την κατάρτιση ανθρώπινου δυναμικού και με απώτερο στόχο τη βιωσιμότητα.

    2. Η κοινοτική χρηματοδότηση είναι δυνατό να παρέχεται τόσο για τις επενδυτικές δαπάνες, με εξαίρεση την αγορά ακινήτων, όσο και για τις τακτικές δαπάνες (διοίκησης, συντήρησης και λειτουργίας), δεδομένου ότι το σχέδιο πρέπει κατά το δυνατόν να επιδιώκει μεσοπρόθεσμα τη βιωσιμότητα.

    3. Για κάθε δράση συνεργασίας επιδιώκεται η χρηματοδοτική συνεισφορά των εταίρων που ορίζονται στο άρθρο 3, η οποία θα ζητείται εντός των ορίων των δυνατοτήτων τους και ανάλογα με το χαρακτήρα κάθε δράσης.

    4. Μπορεί να εξετάζεται και η δυνατότητα συγχρηματοδοτήσεων με άλλους χρηματοδότες, ιδιαιτέρως με τα κράτη μέλη.

    5. Λαμβάνονται τα απαιτούμενα μέτρα ώστε να δηλώνεται ο κοινοτικός χαρακτήρας της βοήθειας που χορηγείται δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

    6. Για να επιτευχθούν οι στόχοι της συνοχής και της συμπληρωματικότητας που προβλέπονται από τη συνθήκη και με σκοπό να εξασφαλιστεί η μεγαλύτερη δυνατή αποτελεσματικότητα για το σύνολο αυτών των δράσεων, η Επιτροπή μπορεί να λαμβάνει όλα τα απαραίτητα συντονιστικά μέτρα, και συγκεκριμένα:

    α) καθιέρωση ενός συστήματος ανταλλαγής και συστηματικής ανάλυσης πληροφοριών σχετικά με τις δράσεις που χρηματοδοτούνται ή που προβλέπεται να χρηματοδοτηθούν από την Κοινότητα και τα κράτη μέλη 7

    β) συντονισμός στον τόπο εφαρμογής των δράσεων, στο πλαίσιο τακτικών συνεδριάσεων και ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των αντιπροσώπων της Επιτροπής και των κρατών μελών στη δικαιούχο χώρα.

    7. Προκειμένου να επιτευχθούν τα μεγαλύτερα δυνατά αποτελέσματα σε συνολικό και σε εθνικό επίπεδο, η Επιτροπή, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, λαμβάνει οιαδήποτε αναγκαία πρωτοβουλία για να εξασφαλιστεί ο ορθός συντονισμός και η στενή συνεργασία με τις δικαιούχους χώρες, καθώς και με τους χρηματοδότες και άλλους ενδιαφερόμενους διεθνείς οργανισμούς, ιδίως τους οργανισμούς του συστήματος των Ηνωμένων Εθνών, και ειδικότερα το πρόγραμμα Unaids.

    Άρθρο 5

    Η χρηματοδοτική στήριξη η οποία παρέχεται βάσει του παρόντος κανονισμού λαμβάνει τη μορφή μη επιστρεπτέων ενισχύσεων.

    Άρθρο 6

    Το ποσό δημοσιονομικής αναφοράς για την εφαρμογή του παρόντος προγράμματος, για την περίοδο 1997-1999, ανέρχεται σε 45 εκατομμύρια Ecu.

    Οι ετήσιες πιστώσεις εγκρίνονται από την αρμόδια επί του προϋπολογισμού αρχή εντός των ορίων των δημοσιονομικών προοπτικών.

    Άρθρο 7

    1. Η Επιτροπή αναλαμβάνει την εξέταση, τη λήψη των σχετικών αποφάσεων και τη διαχείριση των δράσεων που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, με βάση τις ισχύουσες δημοσιονομικές και άλλες διαδικασίες, και ιδίως εκείνες που προβλέπονται στον δημοσιονομικό κανονισμό ο οποίος εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

    2. Οι αποφάσεις σχετικά με δράσεις των οποίων η χρηματοδότηση βάσει του παρόντος κανονισμού υπερβαίνει τα 2 εκατομμύρια Ecu ανά δράση λαμβάνονται με τη διαδικασία του άρθρου 8.

    Η Επιτροπή ενημερώνει συνοπτικά την επιτροπή του άρθρου 8 για τις αποφάσεις χρηματοδότησης τις οποίες προτίθεται να λάβει σχετικά με τα σχέδια και προγράμματα των οποίων το ύψος δεν υπερβαίνει τα 2 εκατομμύρια Ecu. Η ενημέρωση αυτή γίνεται το αργότερο μία εβδομάδα πριν ληφθεί απόφαση.

    3. Η Επιτροπή έχει την εξουσία να εγκρίνει, χωρίς προσφυγή στη γνώμη της επιτροπής του άρθρου 8, τις συμπληρωματικές αναλήψεις υποχρεώσεων που είναι αναγκαίες προκειμένου να καλυφθούν οι προβλεπόμενες ή επελθούσες υπερβάσεις στα πλαίσια των δράσεων αυτών, εφόσον η υπέρβαση ή η πρόσθετη ανάγκη είναι μικρότερη ή ίση προς το 20 % της αρχικής υποχρέωσης που καθορίζεται στην απόφαση χρηματοδότησης.

    4. Σε κάθε συμφωνία ή σύμβαση χρηματοδότησης η οποία συνάγεται βάσει του παρόντος κανονισμού, προβλέπεται, μεταξύ άλλων, ότι η Επιτροπή και το Ελεγκτικό Συνέδριο δύνανται να διενεργούν επιτόπιο έλεγχο, σύμφωνα με τις συνήθεις ρυθμίσεις που έχει θεσπίσει η Επιτροπή στο πλαίσιο των ισχυουσών διατάξεων, ειδικότερα εκείνων του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

    5. Όταν στο πλαίσιο μιας δράσης συνάπτεται σύμβαση χρηματοδότησης μεταξύ της Κοινότητας και της δικαιούχου χώρας, η εν λόγω σύμβαση προβλέπει ότι η πληρωμή των φόρων, δασμών και άλλων επιβαρύνσεων δεν χρηματοδοτείται από την Κοινότητα.

    6. Η συμμετοχή σε προσκλήσεις για υποβολή προσφορών και σε συμβάσεις είναι ανοικτή επί ίσοις όροις σε όλα τα φυσικά και νομικά πρόσωπα των κρατών μελών και της αποδέκτριας χώρας, ενώ είναι δυνατό να επεκταθεί και σε άλλες αναπτυσσόμενες χώρες και, σε δεόντως αιτιολογημένες εξαιρετικές περιπτώσεις, σε άλλες τρίτες χώρες.

    7. Οι προμήθειες πρέπει να κατάγονται από τα κράτη μέλη ή από την δικαιούχο χώρα ή από άλλη αναπτυσσόμενη χώρα. Σε εξαιρετικές και δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, τα παρεχόμενα αγαθά είναι δυνατό να κατάγονται από άλλες χώρες.

    8. Ιδιαίτερη προσοχή δίδεται:

    - στην επιδίωξη καλής σχέσης κόστους/αποτελεσματικότητας και βιωσιμότητας κατά την κατάρτιση του κάθε σχεδίου,

    - στο σαφή ορισμό των στόχων και των δεικτών υλοποίησης και στον έλεγχό τους, για όλα τα σχέδια.

    9. Η βοήθεια δυνάμει του παρόντος κανονισμού συμπληρώνει και ενισχύει την βοήθεια δυνάμει άλλων μέσων της συνεργασίας για την ανάπτυξη.

    Άρθρο 8

    1. Η Επιτροπή επικουρείται από αρμόδια για την ανάπτυξη γεωγραφική επιτροπή.

    2. Ο αντιπρόσωπος της Επιτροπής υποβάλλει στην επιτροπή σχέδιο των μέτρων που πρέπει να ληφθούν. Η επιτροπή διατυπώνει τη γνώμη της για το σχέδιο αυτό εντός προθεσμίας που ορίζεται από τον πρόεδρό της σε συνάρτηση με τον επείγοντα χαρακτήρα του θέματος. Αποφασίζει με την πλειοψηφία που προβλέπεται στο άρθρο 148 παράγραφος 2 της συνθήκης για την έκδοση των αποφάσεων που καλείται να λάβει το Συμβούλιο βάσει πρότασης της Επιτροπής. Κατά την ψηφοφορία στην Επιτροπή, οι ψήφοι των κρατών μελών σταθμίζονται σύμφωνα με το προαναφερόμενο άρθρο. Ο πρόεδρος δεν λαμβάνει μέρος στην ψηφοφορία.

    Η Επιτροπή λαμβάνει τα σχεδιαζόμενα μέτρα όταν είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής.

    Όταν τα σχεδιαζόμενα μέτρα δεν είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής, ή ελλείψει γνώμης, η Επιτροπή υποβάλλει χωρίς καθυστέρηση στο Συμβούλιο πρόταση σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν. Το Συμβούλιο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία.

    Αν, κατά τη λήξη προθεσμίας τριών μηνών από την υποβολή της πρότασης, το Συμβούλιο δεν έχει αποφανθεί, τα προτεινόμενα μέτρα θεσπίζονται από την Επιτροπή.

    Άρθρο 9

    Μία φορά το έτος, στο πλαίσιο κοινής συνεδριάσεως των επιτροπών του άρθρου 8 παράγραφος 1, ανταλλάσσονται απόψεις κατόπιν εισηγήσεως του αντιπροσώπου της Επιτροπής σχετικά με τις γενικές κατευθύνσεις των δράσεων που θα εκτελεσθούν κατά το επόμενο έτος.

    Άρθρο 10

    1. Μετά από κάθε οικονομικό έτος, η Επιτροπή υποβάλλει ετήσια έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, η οποία περιλαμβάνει συνοπτική παρουσίαση των δράσεων που χρηματοδοτήθηκαν κατά τη διάρκεια του έτους, καθώς και αξιολόγηση της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού κατά τη διάρκεια του ίδιου έτους.

    Η συνοπτική παρουσίαση περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, πληροφορίες για τους φορείς με τους οποίους συνήφθησαν οι συμβάσεις ή τα συμβόλαια εκτέλεσης.

    2. Η Επιτροπή αξιολογεί τακτικά τις δράσεις που χρηματοδοτούνται από την Κοινότητα, προκειμένου να διαπιστωθεί εάν έχουν επιτευχθεί οι στόχοι των δράσεων αυτών και να δοθούν κατευθυντήριες γραμμές για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των μελλοντικών δράσεων. Η Επιτροπή υποβάλλει στην επιτροπή του άρθρου 8 σύνοψη των αξιολογήσεων που έγιναν και οι οποίες θα μπορούσαν ενδεχομένως να εξεταστούν από αυτήν. Οι εκθέσεις αξιολόγησης είναι στη διάθεση των κρατών μελών.

    3. Η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη, το αργότερο εντός τριών μηνών μετά την απόφασή της, σχετικά με τις δράσεις που έχουν εγκριθεί, αναφέροντας το ποσό, τη φύση τους, τη δικαιούχο χώρα και τους εταίρους.

    Άρθρο 11

    Τρία έτη μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο συνολική αξιολόγηση των δράσεων που χρηματοδοτήθηκαν από την Κοινότητα στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού, μαζί με εισήγηση για το μέλλον του κανονισμού και, εφόσον χρειάζεται, προτάσεις για τροποποιήσεις που πρέπει να γίνουν.

    Άρθρο 12

    Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

    Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

    Βρυξέλλες, 24 Μαρτίου 1997.

    Για το Συμβούλιο

    Ο Πρόεδρος

    H. VAN MIERLO

    (1) ΕΕ αριθ. C 252 της 28. 9. 1995, σ. 4.

    (2) Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 9ης Μαΐου 1996 (ΕΕ αριθ. C 152 της 27. 5. 1996, σ. 44), κοινή θέση του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 1996 (ΕΕ αριθ. C 264 της 11. 9. 1996, σ. 21) και απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Νοεμβρίου 1996 (ΕΕ αριθ. C 362 της 2. 12. 1996, σ. 43).

    (3) ΕΕ αριθ. C 102 της 4. 4. 1996, σ. 4.

    Top