EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52010IG0624(01)

Πρωτοβουλία του Βασιλείου του Βελγίου, της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας, της Δημοκρατίας της Εσθονίας, του Βασιλείου της Ισπανίας, της Δημοκρατίας της Αυστρίας, της Δημοκρατίας της Σλοβενίας και του Βασιλείου της Σουηδίας για μια οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της … σχετικά με την Ευρωπαϊκή Εντολή Έρευνας σε ποινικές υποθέσεις

ΕΕ C 165 της 24.6.2010, p. 22–39 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

24.6.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 165/22


Πρωτοβουλία του Βασιλείου του Βελγίου, της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας, της Δημοκρατίας της Εσθονίας, του Βασιλείου της Ισπανίας, της Δημοκρατίας της Αυστρίας, της Δημοκρατίας της Σλοβενίας και του Βασιλείου της Σουηδίας για μια οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της … σχετικά με την Ευρωπαϊκή Εντολή Έρευνας σε ποινικές υποθέσεις

2010/C 165/02

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 82 παράγραφος 1 στοιχείο α),

την πρωτοβουλία του Βασιλείου του Βελγίου, της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας, της Δημοκρατίας της Εσθονίας, του Βασιλείου της Ισπανίας, της Δημοκρατίας της Αυστρίας, της Δημοκρατίας της Σλοβενίας και του Βασιλείου της Σουηδίας,

Αφού διαβίβασε το σχέδιο νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία,

Εκτιμώντας τα εξής:

(1)

Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει θέσει ως στόχο της τη διατήρηση και την ανάπτυξη ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης.

(2)

Σύμφωνα με το άρθρο 82, παράγραφος 1 της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις στην Ένωση θεμελιώνεται στην αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης των δικαστικών αποφάσεων και διαταγών, αρχή η οποία συνηθέστατα χαρακτηρίζεται, από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Τάμπερε της 15ης και 16ης Οκτωβρίου 1999 και εξής, ως ακρογωνιαίος λίθος της δικαστικής συνεργασίας επί ποινικών υποθέσεων εντός της Ένωσης.

(3)

Η απόφαση-πλαίσιο 2003/577/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 22ας Ιουλίου 2003 σχετικά με την εκτέλεση των αποφάσεων δέσμευσης περιουσιακών ή αποδεικτικών στοιχείων στην Ευρωπαϊκή Ένωση (1) ανταποκρίθηκε στην ανάγκη άμεσης αμοιβαίας αναγνώρισης των αποφάσεων ώστε να προλαμβάνεται η καταστροφή, η παραποίηση, η μετατόπιση, η μεταφορά ή η εξαφάνιση αποδεικτικών στοιχείων. Εντούτοις, εξαιτίας του γεγονότος ότι η πράξη αυτή περιορίζεται στη φάση της δέσμευσης, η απόφαση δέσμευσης πρέπει να συνοδεύεται από χωριστό αίτημα για τη διαβίβαση των αποδεικτικών στοιχείων στο κράτος έκδοσης σύμφωνα με τους κανόνες που ισχύουν για την αμοιβαία συνδρομή σε ποινικές υποθέσεις. Αυτό οδηγεί σε μια διαδικασία δύο σταδίων, η οποία είναι εις βάρος της αποδοτικότητας. Επιπλέον αυτό το καθεστώς συνυπάρχει με τα παραδοσιακά μέσα συνεργασίας και επομένως χρησιμοποιείται σπάνια στην πράξη από τις αρμόδιες αρχές.

(4)

Η απόφαση πλαίσιο 2008/978/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με το ευρωπαϊκό ένταλμα συγκέντρωσης αποδεικτικών στοιχείων προς λήψη αντικειμένων, εγγράφων και δεδομένων για χρήση σε ποινικές διαδικασίες (2) εκδόθηκε προς εφαρμογή της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης για τη λήψη αντικειμένων, εγγράφων και δεδομένων για χρήση σε ποινικές διαδικασίες. Εντούτοις, το ευρωπαϊκό ένταλμα συγκέντρωσης αποδεικτικών στοιχείων ισχύει μόνο για τα αποδεικτικά στοιχεία που υπάρχουν ήδη και, ως εκ τούτου, καλύπτει ένα περιορισμένο φάσμα της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις όσον αφορά τα αποδεικτικά στοιχεία. Λόγω του περιορισμένου πεδίου του, οι αρμόδιες αρχές είναι ελεύθερες να χρησιμοποιούν το νέο καθεστώς ή τις διαδικασίες αμοιβαίας νομικής συνδρομής που εξακολουθούν σε κάθε περίπτωση να ισχύουν όσον αφορά τα αποδεικτικά στοιχεία που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του ευρωπαϊκού εντάλματος συγκέντρωσης αποδεικτικών στοιχείων.

(5)

Από την έκδοση των αποφάσεων πλαίσιο 2003/577/ΔΕΥ και 2008/978/ΔΕΥ έχει καταστεί σαφές ότι το υπάρχον πλαίσιο για τη συγκέντρωση αποδεικτικών στοιχείων είναι υπερβολικά κατακερματισμένο και περίπλοκο. Απαιτείται συνεπώς μια νέα προσέγγιση.

(6)

Στο πρόγραμμα της Στοκχόλμης, το οποίο εγκρίθηκε στις 11 Δεκεμβρίου 2009, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αποφάσισε ότι θα πρέπει να επιδιωχθεί περαιτέρω η δημιουργία ενός ολοκληρωμένου συστήματος συγκέντρωσης αποδεικτικών στοιχείων σε υποθέσεις με διασυνοριακή διάσταση, βασιζόμενου στην αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο δήλωσε ότι τα υπάρχοντα μέσα σε αυτόν τον τομέα διαμορφώνουν ένα διάσπαρτο καθεστώς και ότι απαιτείται μια νέα προσέγγιση, που θα βασίζεται στην αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης αλλά και θα λαμβάνει υπόψη την ευελιξία του παραδοσιακού συστήματος της αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ζήτησε συνεπώς ένα συνεκτικό σύστημα που θα αντικαταστήσει όλα τα υπάρχοντα νομικά στο συγκεκριμένο τομέα, περιλαμβανομένης της απόφασης-πλαισίου για το ευρωπαϊκό ένταλμα συγκέντρωσης αποδεικτικών στοιχείων, που θα καλύπτει κατά το δυνατόν όλα τα είδη αποδεικτικών στοιχείων και θα ορίζει προθεσμίες για την εκτέλεση, θα περιορίζει δε όσο το δυνατό περισσότερο τους λόγους άρνησης.

(7)

Η νέα αυτή προσέγγιση βασίζεται σε ένα και μοναδικό μέσο, το οποίο ονομάζεται Ευρωπαϊκή Εντολή Έρευνας (ΕΕΕ). Η έκδοση μιας ΕΕΕ αποσκοπεί στην εκτέλεση ενός ή περισσοτέρων συγκεκριμένων ερευνητικών μέτρων στο κράτος εκτέλεσης με σκοπό τη συγκέντρωση αποδεικτικών στοιχείων. Αυτό περιλαμβάνει τη λήψη αποδεικτικών στοιχείων που βρίσκονται ήδη στην κατοχή της αρχής εκτέλεσης.

(8)

Η ΕΕΕ έχει οριζόντιο πεδίο εφαρμογής και επομένως εφαρμόζεται σε όλα σχεδόν τα ερευνητικά μέτρα. Για ορισμένα μέτρα απαιτούνται εντούτοις συγκεκριμένοι κανόνες οι οποίοι είναι αποτελεσματικότεροι εάν εφαρμόζονται χωριστά, όπως η σύσταση μιας κοινής ομάδας έρευνας και η συγκέντρωση αποδεικτικών στοιχείων στο πλαίσιο μιας κοινής ομάδας έρευνας, καθώς και ορισμένες συγκεκριμένες μορφές παρακολούθησης τηλεπικοινωνιών, για παράδειγμα παρακολούθηση με άμεση μετάδοση και παρακολούθηση δορυφορικών τηλεπικοινωνιών. Σε αυτά τα είδη μέτρων θα πρέπει να εξακολουθήσουν να εφαρμόζονται τα υφιστάμενα μέσα.

(9)

Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στις διασυνοριακές παρατηρήσεις όπως αναφέρονται στο άρθρο 40 της σύμβασης της 19ης Ιουνίου 1990 για την εφαρμογή της συμφωνίας Σένγκεν (3).

(10)

Η ΕΕΕ θα πρέπει να εστιάζεται στο ερευνητικό μέτρο που πρέπει να εκτελεσθεί. Η αρχή έκδοσης είναι η αρμοδιότερη να αποφασίζει, βάσει των γνώσεων που διαθέτει όσον αφορά τις λεπτομέρειες της σχετικής έρευνας, ποιο μέτρο θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί. Εντούτοις, η αρχή εκτέλεσης θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσει άλλο είδος μέτρου είτε επειδή το μέτρο που ζητήθηκε δεν υπάρχει ή δεν είναι διαθέσιμο βάσει του εθνικού της δικαίου, είτε επειδή το άλλο είδος μέτρου θα επιτύχει το ίδιο αποτέλεσμα με το μέτρο που προβλέπει η ΕΕΕ χρησιμοποιώντας λιγότερο καταναγκαστικά μέσα.

(11)

Η εκτέλεση μιας ΕΕΕ θα πρέπει, στον ευρύτερο δυνατό βαθμό και χωρίς να θίγονται θεμελιώδεις αρχές του δικαίου του κράτους εκτέλεσης, να διενεργείται σύμφωνα με τις διατυπώσεις και διαδικασίες που ρητώς ορίζει το κράτος έκδοσης. Η αρχή έκδοσης μπορεί να ζητήσει από μία ή περισσότερες αρχές του κράτους έκδοσης να συνδράμουν τις αρμόδιες αρχές του κράτους εκτέλεσης για την εκτέλεση της ΕΕΕ. Η δυνατότητα αυτή δεν προσδίδει στις αρχές του κράτους έκδοσης κανενός είδους εξουσία επιβολής του νόμου στο έδαφος του κράτους εκτέλεσης.

(12)

Για να διασφαλισθεί η αποτελεσματικότητα της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις, οι δυνατότητες άρνησης της αναγνώρισης ή της εκτέλεσης της ΕΕΕ, καθώς και οι λόγοι αναβολής της εκτέλεσης, θα πρέπει να είναι περιορισμένοι.

(13)

Η επιβολή χρονικών περιορισμών είναι αναγκαία προκειμένου να εξασφαλισθεί η ταχεία, αποτελεσματική και συνεπής συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών σε ποινικές υποθέσεις. Η απόφαση σχετικά με την αναγνώριση ή την εκτέλεση, καθώς και η ίδια η εκτέλεση του ερευνητικού μέτρου, θα πρέπει να διεξάγονται με την ταχύτητα και την προτεραιότητα που θα εδίδετο για παρεμφερή εθνική υπόθεση. Θα πρέπει να προβλέπονται προθεσμίες που θα εξασφαλίζουν την έκδοση απόφασης ή την εκτέλεση εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος ή την τήρηση των διαδικαστικών περιορισμών στο κράτος έκδοσης.

(14)

Η ΕΕΕ προβλέπει ενιαίο καθεστώς για τη λήψη των αποδεικτικών στοιχείων. Πρόσθετοι κανόνες είναι εντούτοις απαραίτητοι για ορισμένα είδη ερευνητικών μέτρων που θα πρέπει να περιλαμβάνονται στην ΕΕΕ, όπως η προσωρινή μεταφορά κρατουμένων, η ακρόαση μέσω εικονοτηλεδιάσκεψης ή τηλεφωνικής διάσκεψης, η λήψη πληροφοριών σχετικών με τραπεζικούς λογαριασμούς ή τραπεζικές συναλλαγές ή οι ελεγχόμενες παραδόσεις. Η ΕΕΕ περιλαμβάνει ερευνητικά μέτρα που προϋποθέτουν τη συγκέντρωση αποδεικτικών στοιχείων σε πραγματικό χρόνο, συνεχώς και κατά τη διάρκεια μιας ορισμένης χρονικής περιόδου, όμως η αρχή εκτέλεσης αυτών των μέτρων θα πρέπει να διαθέτει ευελιξία, δεδομένων των διαφορών που υπάρχουν στις εθνικές νομοθεσίες των κρατών μελών.

(15)

Η παρούσα οδηγία αντικαθιστά τις αποφάσεις-πλαίσια 2003/577/ΔΕΥ και 2008/978/ΔΕΥ καθώς και τα διάφορα μέσα αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής σε ποινικές υποθέσεις στο βαθμό που αφορούν τη λήψη αποδεικτικών στοιχείων για χρήση σε ποινικές διαδικασίες.

(16)

Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, ήτοι η αμοιβαία αναγνώριση αποφάσεων που λαμβάνονται για τη λήψη αποδεικτικών στοιχείων, δεν μπορεί να επιτευχθεί σε ικανοποιητικό βαθμό από τα κράτη μέλη και μπορεί, κατά συνέπεια, λόγω της κλίμακας και των αποτελεσμάτων της δράσης, να επιτευχθεί καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση μπορεί να θεσπίσει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως ορίζεται στο ίδιο άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου.

(17)

Η παρούσα οδηγία σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται από το άρθρο 6 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και από τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ειδικότερα από τον Τίτλο VI. Κανένα στοιχείο της παρούσας οδηγίας δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι απαγορεύει την άρνηση εκτέλεσης ΕΕΕ όταν υπάρχουν λόγοι, βάσει αντικειμενικών στοιχείων, οι οποίοι οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η ΕΕΕ εκδόθηκε με σκοπό τη δίωξη ή την τιμωρία προσώπου λόγω φύλου, φυλετικής ή εθνοτικής καταγωγής, θρησκείας, γενετήσιου προσανατολισμού, ιθαγένειας, γλώσσας ή πολιτικών πεποιθήσεων, ή ότι το πρόσωπο ενδέχεται να περιέλθει σε δυσμενή θέση για οιονδήποτε από τους λόγους αυτούς.

(18)

Δυνάμει του άρθρου 3 του πρωτοκόλλου αριθ. 21 για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας όσον αφορά τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, το οποίο προσαρτάται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιρλανδία γνωστοποίησαν την επιθυμία τους να συμμετάσχουν στην έκδοση της παρούσας οδηγίας.

(19)

Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου αριθ. 22 για τη θέση της Δανίας, το οποίο προσαρτάται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Δανία δεν συμμετέχει στην έκδοση της παρούσας οδηγίας και δεν δεσμεύεται από αυτή ούτε υπόκειται στην εφαρμογή της,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΤΟΛΗ ΕΡΕΥΝΑΣ

Άρθρο 1

Ορισμός της Ευρωπαϊκής Εντολής Έρευνας και υποχρέωση εκτέλεσής της

1.   Η Ευρωπαϊκή Εντολή Έρευνας (ΕΕΕ) είναι δικαστική απόφαση εκδιδόμενη από αρμόδια αρχή κράτους μέλους (εφεξής: κράτος έκδοσης) με σκοπό την εκτέλεση ενός ή περισσοτέρων συγκεκριμένων ερευνητικών μέτρων σε άλλο κράτος μέλος (εφεξής: κράτος εκτέλεσης) για τη συγκέντρωση αποδεικτικών στοιχείων στο πλαίσιο των διαδικασιών που αναφέρονται στο άρθρο 4.

2.   Τα κράτη μέλη εκτελούν μια ΕΕΕ με βάση την αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης και σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας.

3.   Η παρούσα οδηγία δεν μεταβάλλει την υποχρέωση σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των θεμελιωδών νομικών αρχών, όπως κατοχυρώνονται στο άρθρο 6 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, οιεσδήποτε δε υποχρεώσεις επιβάλλονται στις δικαστικές αρχές δεν θίγονται. Ομοίως, η παρούσα οδηγία δεν θα έχει ως αποτέλεσμα να απαιτήσει από τα κράτη μέλη να λαμβάνουν μέτρα τα οποία θα αντιτίθενται στους συνταγματικούς τους κανόνες σχετικά με την ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι, την ελευθερία του Τύπου και την ελευθερία της έκφρασης σε άλλα μέσα.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας, νοείται ως:

α)   «αρχή έκδοσης»:

i)

δικαστής, δικαστήριο, ανακριτής ή εισαγγελέας με αρμοδιότητα στη συγκεκριμένη υπόθεση, ή

ii)

οιαδήποτε άλλη δικαστική αρχή όπως ορίζεται από το κράτος έκδοσης η οποία ενεργεί εν προκειμένω ως ανακριτική αρχή σε ποινικές διαδικασίες με αρμοδιότητα να εντέλλεται τη συγκέντρωση αποδεικτικών στοιχείων σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο,

β)   «αρχή εκτέλεσης»: αρχή με αρμοδιότητα να αναγνωρίζει ή να εκτελεί ΕΕΕ σύμφωνα με την παρούσα οδηγία. Η αρχή εκτέλεσης είναι αρχή που έχει την αρμοδιότητα να αναλαμβάνει το ερευνητικό μέτρο που αναφέρεται στην ΕΕΕ και σε παρεμφερείς εθνικές υποθέσεις.

Άρθρο 3

Πεδίο εφαρμογής της ΕΕΕ

1.   Η ΕΕΕ καλύπτει οιοδήποτε ερευνητικό μέτρο, εξαιρουμένων των μέτρων που αναφέρονται στην παράγραφο 2.

2.   Η ΕΕΕ δεν καλύπτει τα ακόλουθα μέτρα:

α)

σύσταση κοινής ομάδας έρευνας και συγκέντρωση αποδεικτικών στοιχείων στο πλαίσιο κοινής ομάδας έρευνας κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 13 της Σύμβασης για την αμοιβαία δικαστική συνδρομή επί ποινικών υποθέσεων μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (4) (Σύμβαση) και στην απόφαση πλαίσιο 2002/465/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 13ης Ιουνίου 2002, σχετικά με τις κοινές ομάδες έρευνας (5),

β)

παρακολούθηση και άμεση διαβίβαση τηλεπικοινωνιακών συνδιαλέξεων που αναφέρεται στο άρθρο 18, παράγραφος 1 στοιχείο α) της Σύμβασης, και

γ)

παρακολούθηση τηλεπικοινωνιακών συνδιαλέξεων που αναφέρεται στο άρθρο 18, παράγραφος 1 στοιχείο β) της Σύμβασης, στο βαθμό που συνδέονται με τις καταστάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 18, παράγραφος 2 στοιχεία α) και γ) και στο άρθρο 20 της ίδιας Σύμβασης.

Άρθρο 4

Είδη διαδικασιών για τα οποία μπορεί να εκδοθεί ΕΕΕ

Μπορεί να εκδοθεί ΕΕΕ:

α)

σε περίπτωση ποινικής διαδικασίας που κινείται από δικαστική αρχή ή που μπορεί να αχθεί ενώπιόν της για ποινικό αδίκημα βάσει του εθνικού δικαίου του κράτους έκδοσης,

β)

σε περίπτωση διαδικασίας που κινούν διοικητικές αρχές σε σχέση με πράξεις αξιόποινες βάσει του εθνικού δικαίου του κράτους έκδοσης καθότι αποτελούν παραβάσεις των κανόνων δικαίου και όπου η απόφαση μπορεί να οδηγήσει σε δίκη ενώπιον δικαστηρίου που έχει δικαιοδοσία ιδίως για ποινικές υποθέσεις,

γ)

σε περίπτωση διαδικασίας που κινούν δικαστικές αρχές σε σχέση με πράξεις αξιόποινες βάσει του εθνικού δικαίου του κράτους έκδοσης καθότι αποτελούν παραβάσεις των κανόνων δικαίου και όπου η απόφαση μπορεί να οδηγήσει σε δίκη ενώπιον δικαστηρίου που έχει δικαιοδοσία ιδίως για ποινικές υποθέσεις, και

δ)

σε συνάρτηση με τις διαδικασίες που αναφέρονται στα σημεία α), β) και γ) και οι οποίες αφορούν αδικήματα ή παραβάσεις που μπορούν να στοιχειοθετήσουν την ευθύνη ή να επισύρουν την τιμωρία νομικού προσώπου στο κράτος έκδοσης.

Άρθρο 5

Περιεχόμενο και μορφή της ΕΕΕ

1.   Η ΕΕΕ, όπως παρατίθεται στο έντυπο του παραρτήματος Α, συμπληρώνεται και υπογράφεται από την αρχή έκδοσης, η οποία και πιστοποιεί την ακρίβεια του περιεχομένου της.

2.   Κάθε κράτος μέλος αναφέρει ποια ή ποιες από τις επίσημες γλώσσες των θεσμικών οργάνων της Ένωσης επιπλέον της επίσημης γλώσσας ή γλωσσών του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους, μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη συμπλήρωση ή τη μετάφραση της ΕΕΕ όταν το εν λόγω κράτος είναι το κράτος εκτέλεσης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΕΚΔΟΣΗΣ

Άρθρο 6

Διαβίβαση της ΕΕΕ

1.   Η ΕΕΕ διαβιβάζεται από την αρχή έκδοσης στην αρχή εκτέλεσης με οιοδήποτε μέσο δυνάμενο να τεκμηριωθεί εγγράφως κατά τρόπον ώστε το κράτος εκτέλεσης να μπορεί να πιστοποιήσει τη γνησιότητα. Κάθε περαιτέρω επίσημη επικοινωνία γίνεται απευθείας μεταξύ της αρχής έκδοσης και της αρχής εκτέλεσης.

2.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 2 στοιχείο β), κάθε κράτος μέλος δύναται να ορίσει μια κεντρική αρχή, ή, εάν προβλέπεται από το νομικό του σύστημα, περισσότερες από μία κεντρικές αρχές που θα επικουρούν τις αρμόδιες δικαστικές αρχές. Ένα κράτος μέλος δύναται, εάν αυτό επιτάσσει η οργάνωση του εσωτερικού του συστήματος απονομής της δικαιοσύνης, να αναθέσει στην ή στις κεντρικές αρχές του τη διοικητική διαβίβαση και παραλαβή της ΕΕΕ καθώς και κάθε σχετική επίσημη αλληλογραφία.

3.   Εφόσον το επιθυμεί η αρχή έκδοσης, η διαβίβαση μπορεί να πραγματοποιείται μέσω του ασφαλούς συστήματος τηλεπικοινωνιών του Ευρωπαϊκού Δικαστικού Δικτύου.

4.   Εάν η αρχή εκτέλεσης είναι άγνωστη, η αρχή έκδοσης προβαίνει σε όλες τις απαραίτητες αναζητήσεις, μεταξύ άλλων και μέσω των σημείων επαφής του Ευρωπαϊκού Δικαστικού Δικτύου, για να λάβει την πληροφορία από το κράτος εκτέλεσης.

5.   Εάν η αρχή στο κράτος εκτέλεσης που παραλαμβάνει την ΕΕΕ δεν έχει δικαιοδοσία να την αναγνωρίσει και να λάβει τα απαραίτητα μέτρα για την εκτέλεσή της, διαβιβάζει αυτεπαγγέλτως την ΕΕΕ στην αρχή εκτέλεσης και ενημερώνει σχετικά την αρχή έκδοσης.

6.   Τυχόν προβλήματα όσον αφορά τη διαβίβαση ή τη διαπίστωση της γνησιότητας οιουδήποτε εγγράφου που απαιτείται για την εκτέλεση της ΕΕΕ, επιλύονται με απευθείας επαφές μεταξύ των εμπλεκόμενων αρχών έκδοσης και εκτέλεσης ή, όπου κρίνεται σκόπιμο, μέσω των κεντρικών αρχών των κρατών μελών.

Άρθρο 7

ΕΕΕ σχετιζόμενη με προγενέστερη ΕΕΕ

1.   Εάν η αρχή έκδοσης εκδώσει ΕΕΕ που συμπληρώνει προγενέστερη ΕΕΕ, επισημαίνει το γεγονός αυτό στην ΕΕΕ σύμφωνα με το έντυπο του παραρτήματος Α.

2.   Εάν, σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 3, η αρχή έκδοσης συνδράμει στην εκτέλεση της ΕΕΕ στο κράτος εκτέλεσης, μπορεί, με την επιφύλαξη των κοινοποιήσεων που υποβάλλονται δυνάμει του άρθρου 28 παράγραφος 1 στοιχείο γ), να απευθύνει την ΕΕΕ που συμπληρώνει την προγενέστερη ΕΕΕ απευθείας στην αρχή εκτέλεσης, καθ’ ον χρόνον είναι παρούσα σε αυτό το κράτος.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ

Άρθρο 8

Αναγνώριση και εκτέλεση

1.   Η αρχή εκτέλεσης αναγνωρίζει άνευ περαιτέρω διατυπώσεων μια ΕΕΕ που έχει διαβιβασθεί σύμφωνα με το άρθρο 6 και λαμβάνει αμέσως τα απαραίτητα μέτρα για την εκτέλεσή της κατά τον ίδιο τρόπο και υπό τις ίδιες συνθήκες με αυτές που θα ίσχυαν εάν το συγκεκριμένο ερευνητικό μέτρο είχε διαταχθεί από αρχή του κράτους εκτέλεσης, εκτός εάν η αρχή αυτή επικαλεστεί έναν από τους λόγους μη αναγνώρισης ή μη εκτέλεσης του άρθρου 10 ή έναν από τους λόγους αναβολής του άρθρου 14.

2.   Η αρχή εκτέλεσης τηρεί τις διατυπώσεις και τις διαδικασίες που έχει ορίσει ρητώς η αρχή έκδοσης, εκτός εάν προβλέπεται άλλως στην παρούσα οδηγία και υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω διατυπώσεις και διαδικασίες δεν είναι αντίθετες προς τις θεμελιώδεις αρχές του δικαίου του κράτους εκτέλεσης.

3.   Η αρχή έκδοσης μπορεί να ζητήσει από μία ή περισσότερες αρχές του κράτους έκδοσης να συνδράμουν τις αρμόδιες αρχές του κράτους εκτέλεσης στην εκτέλεση της ΕΕΕ. Η αρχή εκτέλεσης συμμορφώνεται με αυτό το αίτημα, εφόσον η συμμετοχή αυτή δεν αντιτίθεται στις θεμελιώδεις αρχές του δικαίου του κράτους εκτέλεσης.

4.   Οι αρχές έκδοσης και εκτέλεσης μπορούν να συνεννοούνται με οιοδήποτε μέσο κρίνουν πρόσφορο προκειμένου να διευκολύνουν την αποτελεσματική εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 9

Προσφυγή σε άλλου είδους ερευνητικό μέτρο

1.   Η αρχή εκτέλεσης μπορεί να αποφασίσει να προσφύγει σε ερευνητικό μέτρο διαφορετικό από εκείνο που προβλέπεται στην ΕΕΕ εφόσον:

α)

το ερευνητικό μέτρο που αναφέρεται στην ΕΕΕ δεν υπάρχει βάσει του νόμου του κράτους εκτέλεσης,

β)

το ερευνητικό μέτρο που αναφέρεται στην ΕΕΕ υπάρχει μεν στο δίκαιο του κράτους εκτέλεσης, αλλά η χρήση του περιορίζεται σε κατάλογο ή σε κατηγορία αδικημάτων όπου δεν περιλαμβάνεται το αδίκημα που αφορά η ΕΕΕ, ή

γ)

το ερευνητικό μέτρο που επιλέγει η αρχή εκτέλεσης θα έχει το ίδιο αποτέλεσμα με το μέτρο που προβλέπει η ΕΕΕ, με λιγότερο καταναγκαστικά μέσα.

2.   Όταν η αρχή εκτέλεσης αποφασίζει να αξιοποιήσει τη δυνατότητα που αναφέρεται στην πρώτη παράγραφο, ενημερώνει πρώτα την αρχή έκδοσης, η οποία μπορεί να αποφασίσει να αποσύρει την ΕΕΕ.

Άρθρο 10

Λόγοι μη αναγνώρισης ή μη εκτέλεσης

1.   Η ΕΕΕ μπορεί να μην αναγνωρισθεί ή να μην εκτελεσθεί στο κράτος εκτέλεσης:

α)

εάν υπάρχει ασυλία ή προνόμιο σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους εκτέλεσης, που καθιστά αδύνατη την εκτέλεση της ΕΕΕ,

β)

εάν, σε συγκεκριμένη υπόθεση, η εκτέλεσή της θα έβλαπτε ουσιώδη συμφέροντα εθνικής ασφαλείας, θα έθετε σε κίνδυνο την πηγή των πληροφοριών ή θα απαιτούσε τη χρήση διαβαθμισμένων πληροφοριών σχετικών με συγκεκριμένες δραστηριότητες συλλογής πληροφοριών,

γ)

εάν, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχεία α) και β), δεν υπάρχει κανένα άλλο ερευνητικό μέτρο διαθέσιμο που να επιτρέπει την επίτευξη ισοδύναμου αποτελέσματος, ή

δ)

εάν η ΕΕΕ έχει εκδοθεί στο πλαίσιο διαδικασιών που αναφέρονται στο άρθρο 4 στοιχεία β) και γ) και το μέτρο δεν θα επιτρεπόταν σε αντίστοιχη εθνική υπόθεση.

2.   Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία β) και γ) η αρχή εκτέλεσης, πριν αποφασίσει να μην αναγνωρίσει ή να μην εκτελέσει, εν όλω ή εν μέρει, μια ΕΕΕ, συμβουλεύεται την αρχή έκδοσης με κάθε πρόσφορο μέσο και, εάν χρειάζεται, της ζητεί να της παράσχει αμελλητί κάθε απαραίτητη πληροφορία.

Άρθρο 11

Προθεσμίες για την αναγνώριση ή την εκτέλεση

1.   Η λήψη της απόφασης σχετικά με την αναγνώριση ή την εκτέλεση και η διεξαγωγή του ερευνητικού μέτρου πραγματοποιούνται με την ταχύτητα και την προτεραιότητα που θα εδίδετο για παρεμφερή εθνική υπόθεση και, εν πάση περιπτώσει, εντός των προθεσμιών που ορίζει το παρόν άρθρο.

2.   Εάν η αρχή έκδοσης αναφέρει στην ΕΕΕ ότι λόγω δικονομικών προθεσμιών, λόγω της σοβαρότητας του αδικήματος ή λόγω άλλων ιδιαίτερα επειγουσών περιστάσεων, απαιτείται συντομότερη προθεσμία από εκείνη που ορίζει το παρόν άρθρο, ή εάν η αρχή έκδοσης έχει δηλώσει στην ΕΕΕ ότι το ερευνητικό μέτρο πρέπει να ληφθεί σε συγκεκριμένη ημερομηνία, η αρχή εκτέλεσης λαμβάνει όσο το δυνατόν περισσότερο υπόψη αυτή την απαίτηση.

3.   Η απόφαση για την αναγνώριση ή την εκτέλεση λαμβάνεται το συντομότερο δυνατό και, με την επιφύλαξη της παραγράφου 5, το αργότερο 30 ημέρες μετά την παραλαβή της ΕΕΕ από την αρμόδια αρχή εκτέλεσης.

4.   Εκτός εάν συντρέχουν λόγοι αναβολής δυνάμει του άρθρου 14 ή εάν βρίσκονται ήδη στην κατοχή του κράτους εκτέλεσης αποδεικτικά στοιχεία που αναφέρονται στο ερευνητικό μέτρο που προβλέπει η ΕΕΕ, η αρχή εκτέλεσης εκτελεί αμελλητί το ερευνητικό μέτρο, με την επιφύλαξη της παραγράφου 5, το αργότερο δε 90 ημέρες μετά από την απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 3.

5.   Όταν σε μια συγκεκριμένη υπόθεση δεν είναι πρακτικά εφικτό για την αρμόδια αρχή εκτέλεσης να τηρήσει την προθεσμία της παραγράφου 3, ενημερώνει αμελλητί την αρμόδια αρχή του κράτους έκδοσης με οποιοδήποτε τρόπο, αναφέροντας τους λόγους της καθυστέρησης και τον χρόνο που εκτιμά ότι θα χρειαστεί για τη λήψη της απόφασης. Σε αυτή την περίπτωση, η προθεσμία της παραγράφου 3 μπορεί να παραταθεί κατά 30 ημέρες κατ' ανώτατο όριο.

6.   Όταν σε μια συγκεκριμένη υπόθεση, δεν είναι πρακτικά εφικτό για την αρμόδια αρχή εκτέλεσης να τηρήσει την προθεσμία της παραγράφου 4, ενημερώνει αμελλητί την αρμόδια αρχή του κράτους έκδοσης με οποιοδήποτε τρόπο, αναφέροντας τους λόγους της καθυστέρησης και διαβουλεύεται με την αρχή έκδοσης για τον κατάλληλο χρόνο εκτέλεσης του μέτρου.

Άρθρο 12

Διαβίβαση αποδεικτικών στοιχείων

1.   Η αρχή εκτέλεσης διαβιβάζει χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση τα αποδεικτικά στοιχεία που συγκέντρωσε κατά την εκτέλεση της ΕΕΕ στο κράτος έκδοσης. Εφόσον ζητείται στην ΕΕΕ και ει δυνατόν βάσει εθνικού νόμου του κράτους εκτέλεσης, τα αποδεικτικά στοιχεία διαβιβάζονται απ’ ευθείας στις αρμόδιες αρχές του κράτους έκδοσης που συνδράμει στην εκτέλεση της ΕΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 3.

2.   Όταν διαβιβάζει τα συγκεντρωθέντα αποδεικτικά στοιχεία, η αρχή εκτέλεσης αναφέρει εάν πρέπει να επιστραφούν στο κράτος εκτέλεσης μόλις παύσουν να είναι απαραίτητα στο κράτος έκδοσης.

Άρθρο 13

Ένδικα μέσα

Τα ενδιαφερόμενα μέρη έχουν στη διάθεσή τους ένδικα μέσα σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο. Οι ουσιαστικοί λόγοι για την έκδοση της ΕΕΕ μπορούν να προσβληθούν μόνο με ένδικο μέσο ενώπιον δικαστηρίου του κράτους έκδοσης.

Άρθρο 14

Λόγοι αναβολής της αναγνώρισης ή της εκτέλεσης

1.   Η αναγνώριση ή η εκτέλεση της ΕΕΕ μπορεί να αναβληθεί στο κράτος εκτέλεσης εφόσον:

α)

η εκτέλεσή της μπορεί να παραβλάψει μια διεξαγόμενη ποινική έρευνα ή δίωξη, για όσο χρονικό διάστημα κρίνει αναγκαίο το κράτος εκτέλεσης, ή

β)

τα σχετικά αντικείμενα, έγγραφα ή δεδομένα χρησιμοποιούνται ήδη στο πλαίσιο άλλης διαδικασίας, μέχρις ότου αυτά να μην είναι πλέον απαραίτητα προς τούτο.

2.   Μόλις εκλείψει ο λόγος αναβολής, η αρχή εκτέλεσης λαμβάνει αμελλητί τα απαραίτητα μέτρα για την εκτέλεση της ΕΕΕ και ενημερώνει σχετικά την αρχή έκδοσης με κάθε μέσο που μπορεί να τεκμηριωθεί εγγράφως.

Άρθρο 15

Υποχρέωση ενημέρωσης

1.   Η αρμόδια αρχή του κράτους εκτέλεσης που παραλαμβάνει την ΕΕΕ γνωστοποιεί την παραλαβή, χωρίς καθυστέρηση και εν πάση περιπτώσει εντός εβδομάδος από την παραλαβή της ΕΕΕ, συμπληρώνοντας και αποστέλλοντας το έντυπο που παρατίθεται στο παράρτημα Β. Στις περιπτώσεις που έχει οριστεί κεντρική αρχή σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2, η υποχρέωση αυτή ισχύει και για την κεντρική αρχή και για την αρχή εκτέλεσης που παραλαμβάνει την ΕΕΕ μέσω της κεντρικής αρχής. Στις περιπτώσεις που εμπίπτουν στη διάταξη του άρθρου 6 παράγραφος 5, η υποχρέωση αυτή ισχύει και για την αρμόδια αρχή που παρέλαβε αρχικά την ΕΕΕ και για την αρχή εκτέλεσης στην οποία διαβιβάστηκε τελικά η ΕΕΕ.

2.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 9 παράγραφος 2, η αρχή εκτέλεσης ενημερώνει την αρχή έκδοσης:

α)

πάραυτα με οιοδήποτε μέσο:

(i)

εάν είναι αδύνατο να λάβει απόφαση η αρχή εκτέλεσης σχετικά με την αναγνώριση ή την εκτέλεση διότι το έντυπο που περιέχεται στο παράρτημα είναι ελλιπές ή εμφανώς λανθασμένο,

(ii)

εάν στην πορεία εκτέλεσης της ΕΕΕ η αρχή εκτέλεσης κρίνει, χωρίς περαιτέρω έρευνες, ότι ενδέχεται να χρειασθεί η λήψη ερευνητικών μέτρων τα οποία δεν είχαν προβλεφθεί αρχικά ή δεν είχαν μπορέσει να προσδιορισθούν κατά την έκδοση της ΕΕΕ, προκειμένου να δώσει στην αρχή έκδοσης τη δυνατότητα να αναλάβει περαιτέρω δράση στη συγκεκριμένη υπόθεση,

(iii)

εάν η αρχή εκτέλεσης διαπιστώσει ότι, στη συγκεκριμένη υπόθεση, δεν μπορεί να τηρήσει τις διατυπώσεις και διαδικασίες που έχει ορίσει ρητώς η αρχή έκδοσης σύμφωνα με το άρθρο 8.

Κατόπιν αιτήσεως της αρχής έκδοσης, οι πληροφορίες επιβεβαιώνονται αμελλητί με κάθε μέσο που μπορεί να παράγει έγγραφη απόδειξη,

β)

χωρίς καθυστέρηση με κάθε μέσο που μπορεί να παράγει έγγραφη απόδειξη:

(i)

για οιαδήποτε απόφαση λαμβάνεται σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 1,

(ii)

για την αναβολή της εκτέλεσης ή της αναγνώρισης της ΕΕΕ, τους λόγους της αναβολής και, ει δυνατόν, την αναμενόμενη διάρκεια της.

Άρθρο 16

Ποινική ευθύνη υπαλλήλων

Όταν είναι παρόντες στο έδαφος του κράτους εκτέλεσης στο πλαίσιο της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, οι υπάλληλοι του κράτους έκδοσης θεωρούνται ως υπάλληλοι του κράτους εκτέλεσης όσον αφορά αδικήματα που διαπράττονται εις βάρος τους ή από τους ίδιους.

Άρθρο 17

Αστική ευθύνη υπαλλήλων

1.   Στις περιπτώσεις που, στο πλαίσιο της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, υπάλληλοι του κράτους έκδοσης είναι παρόντες στο έδαφος του κράτους εκτέλεσης, το κράτος έκδοσης είναι υπεύθυνο για οιαδήποτε ζημία προκαλέσουν κατά τη διάρκεια των εκεί δραστηριοτήτων τους, σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους εκτέλεσης.

2.   Το κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου προξενήθηκε η ζημία που αναφέρεται στην παράγραφο 1, επανορθώνει τη ζημία αυτή υπό τους όρους που ισχύουν για τις ζημίες τις οποίες προξενούν τα δικά του όργανα.

3.   Το κράτος μέλος όργανα του οποίου προξένησαν ζημία σε οιοδήποτε πρόσωπο στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, επιστρέφει στο εν λόγω κράτος μέλος το σύνολο των ποσών που κατέβαλε στους παθόντες ή σε άλλους δικαιούχους.

4.   Με την επιφύλαξη της άσκησης των δικαιωμάτων του έναντι τρίτων και με την εξαίρεση της παραγράφου 3, κάθε κράτος μέλος παραιτείται, στην περίπτωση της παραγράφου 1, της δυνατότητας να ζητήσει από ένα άλλο κράτος μέλος την επιστροφή του ποσού των ζημιών που υπέστη.

Άρθρο 18

Εμπιστευτικότητα

1.   Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να εξασφαλίσει ότι οι αρχές έκδοσης και εκτέλεσης λαμβάνουν δεόντως υπόψη, κατά την εκτέλεση μιας ΕΕΕ, τον εμπιστευτικό χαρακτήρα της έρευνας.

2.   Η αρχή εκτέλεσης, σύμφωνα με το εθνικό της δίκαιο, εγγυάται την εμπιστευτικότητα των πραγματικών περιστατικών και την ουσία της ΕΕΕ, εξαιρέσει των αναγκαίων για την εκτέλεση του ερευνητικού μέτρου. Εάν η αρχή εκτέλεσης δεν μπορεί να ανταποκριθεί στην απαίτηση περί εμπιστευτικότητας, ενημερώνει πάραυτα την αρχή έκδοσης.

3.   Η αρχή έκδοσης τηρεί εμπιστευτικά τα αποδεικτικά στοιχεία και τις πληροφορίες που της έχει παράσχει η αρχή εκτέλεσης, σύμφωνα με το εθνικό της δίκαιο και εφόσον δεν υπάρχει αντίθετη υπόδειξη από την αρχή εκτέλεσης, εκτός από εκείνα των οποίων η κοινοποίηση είναι αναγκαία για τις έρευνες ή τις διαδικασίες που περιγράφονται στην ΕΕΕ.

4.   Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να διασφαλίσει ότι οι τράπεζες δεν αποκαλύπτουν στον ενδιαφερόμενο πελάτη τους ή σε άλλα τρίτα πρόσωπα ότι έχουν διαβιβασθεί πληροφορίες στο κράτος έκδοσης σύμφωνα με τα άρθρα 23, 24 και 25 ή ότι μία έρευνα βρίσκεται υπό εξέλιξη.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΟΡΙΣΜΕΝΑ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ

Άρθρο 19

Προσωρινή μεταγωγή κρατουμένων στο κράτος έκδοσης για τη διενέργεια ανακρίσεων

1.   Είναι δυνατή η έκδοση ΕΕΕ για την προσωρινή μεταγωγή κρατουμένου από το κράτος εκτέλεσης εν όψει της εκτέλεσης ερευνητικού μέτρου για το οποίο απαιτείται η παρουσία του στο έδαφος του κράτους έκδοσης, υπό τον όρο ότι η επιστροφή του θα πραγματοποιηθεί εντός της προθεσμίας που ορίζει το κράτος εκτέλεσης.

2.   Εκτός από τους λόγους άρνησης που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 1, είναι επίσης δυνατό να υπάρξει άρνηση εκτέλεσης της ΕΕΕ εάν:

α)

ο κρατούμενος δεν συναινεί, ή

β)

η μεταγωγή ενδέχεται να παρατείνει την κράτησή του.

3.   Σε περίπτωση που εμπίπτει στις διατάξεις της παραγράφου 1 χορηγείται άδεια διέλευσης του κρατουμένου μέσω τρίτου κράτους μέλους, κατόπιν αιτήσεως συνοδευομένης από όλα τα απαραίτητα έγγραφα.

4.   Οι πρακτικές ρυθμίσεις σχετικά με την προσωρινή μεταγωγή του προσώπου και η ημερομηνία έως την οποία πρέπει να επιστραφεί στο έδαφος του κράτους εκτέλεσης, συμφωνούνται μεταξύ των ενδιαφερομένων κρατών μελών.

5.   Ο κρατούμενος παραμένει υπό κράτηση στο έδαφος του κράτους έκδοσης και, ενδεχομένως, στο έδαφος του κράτους μέλους μέσω του οποίου απαιτείται διέλευση, εκτός εάν το κράτος μέλος εκτέλεσης ζητήσει την απελευθέρωσή του.

6.   Η περίοδος κράτησης στο έδαφος του κράτους μέλους έκδοσης αφαιρείται από την περίοδο κράτησης στην οποία υποβάλλεται ή πρόκειται να υποβληθεί ο εν λόγω κρατούμενος στο έδαφος του κράτους μέλους εκτέλεσης.

7.   Πρόσωπο το οποίο τελεί υπό μεταγωγή δεν διώκεται, δεν τίθεται υπό κράτηση και δεν υπόκειται σε οιονδήποτε άλλο περιορισμό της προσωπικής του ελευθερίας για πράξεις ή καταδίκες προγενέστερες της αναχώρησής του από το έδαφος του κράτους εκτέλεσης οι οποίες δεν περιλαμβάνονται στην ΕΕΕ.

8.   Η ασυλία που προβλέπεται στην παράγραφο 7 για το υπό μεταγωγή πρόσωπο αίρεται εφόσον, μετά την πάροδο δεκαπέντε διαδοχικών ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία η παρουσία του δεν κρίνεται πλέον απαραίτητη από τις δικαστικές αρχές, εκείνο παρέμεινε στο έδαφος, ή αναχώρησε μεν αλλά στη συνέχεια επέστρεψε και πάλι.

9.   Το κόστος που προκύπτει από τη μεταγωγή επιβαρύνει το κράτος έκδοσης.

Άρθρο 20

Προσωρινή μεταγωγή κρατουμένων στο κράτος εκτέλεσης για τη διενέργεια ανακρίσεων

1.   Είναι δυνατή η έκδοση ΕΕΕ για την προσωρινή μεταγωγή κρατουμένου στο κράτος έκδοσης εν όψει της εκτέλεσης ερευνητικού μέτρου για το οποίο απαιτείται η παρουσία του στο έδαφος του κράτους εκτέλεσης.

2.   Εκτός από τους λόγους άρνησης που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 1, είναι επίσης δυνατό να υπάρξει άρνηση εκτέλεσης της ΕΕΕ εάν:

α)

απαιτείται η συναίνεση του ενδιαφερόμενου προσώπου για τη μεταγωγή και η συναίνεση αυτή δεν έχει ληφθεί, ή

β)

οι αρχές έκδοσης και εκτέλεσης δεν μπορούν να καταλήξουν σε συμφωνία για τις λεπτομέρειες της προσωρινής μεταγωγής.

3.   Εάν για τη μεταγωγή απαιτείται η συναίνεση του ενδιαφερόμενου προσώπου, υποβάλλεται αμέσως στην αρχή εκτέλεσης σχετική δήλωση συναίνεσης ή αντίγραφό της.

4.   Κάθε κράτος μέλος, πριν εκτελέσει την ΕΕΕ, μπορεί να αναφέρει ότι η συναίνεση που αναφέρεται στην παράγραφο 3 απαιτείται υπό ορισμένους όρους που θα αναφέρονται στην κοινοποίηση.

5.   Οι παράγραφοι 3 έως 8 του άρθρου 19 ισχύουν, τηρουμένων των αναλογιών, στην προσωρινή μεταγωγή του παρόντος άρθρου.

6.   Το κόστος που προκύπτει από τη μεταγωγή επιβαρύνει το κράτος έκδοσης. Σε αυτό δεν περιλαμβάνεται το κόστος που προκύπτει από την κράτηση του προσώπου στο κράτος εκτέλεσης.

Άρθρο 21

Εξέταση με εικονοτηλεδιάσκεψη

1.   Εάν πρόσωπο το οποίο ευρίσκεται στο έδαφος του κράτους εκτέλεσης πρέπει να εξετασθεί ως μάρτυρας ή πραγματογνώμονας από τις δικαστικές αρχές του κράτους έκδοσης, η αρχή έκδοσης μπορεί να εκδώσει ΕΕΕ για την εξέταση του μάρτυρα ή του πραγματογνώμονα με εικονοτηλεδιάσκεψη, εφόσον δεν είναι σκόπιμο ή δυνατόν για το εν λόγω πρόσωπο να εμφανισθεί στο κράτος αυτό αυτοπροσώπως, όπως προβλέπεται στις παραγράφους 2 έως 9.

2.   Εκτός από τους λόγους άρνησης που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 1, είναι επίσης δυνατό να υπάρξει άρνηση εκτέλεσης της ΕΕΕ εάν:

α)

η χρήση της εικονοτηλεδιάσκεψης αντιτίθεται στις θεμελιώδεις αρχές του δικαίου του κράτους εκτέλεσης, ή

β)

το κράτος εκτέλεσης δεν διαθέτει τα τεχνικά μέσα για εικονοτηλεδιάσκεψη.

3.   Αν το κράτος εκτέλεσης δεν έχει πρόσβαση στα τεχνικά μέσα για τη διεξαγωγή εικονοτηλεδιάσκεψης, τα μέσα αυτά είναι δυνατόν να τεθούν στη διάθεσή του από το κράτος έκδοσης με αμοιβαία συμφωνία.

4.   Το άρθρο 10, παράγραφος 2 ισχύει κατ’ αναλογίαν στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2, στοιχείο β).

5.   Η ΕΕΕ που εκδίδεται με σκοπό εξέταση μέσω εικονοτηλεδιάσκεψης θα πρέπει να περιέχει το λόγο για τον οποίο δεν είναι σκόπιμο ή δυνατόν για το μάρτυρα ή τον πραγματογνώμονα να παρευρεθεί προσωπικά και το όνομα της δικαστικής αρχής και των προσώπων που θα διεξαγάγουν την εξέταση.

6.   Οι ακόλουθοι κανόνες ισχύουν για την εξέταση με εικονοτηλεδιάσκεψη:

α)

κατά την εξέταση παρίσταται, επικουρούμενη από διερμηνέα, αν αυτό απαιτείται, δικαστική αρχή του κράτους εκτέλεσης, η οποία και είναι υπεύθυνη για την εξακρίβωση της ταυτότητας του προς εξέταση προσώπου, καθώς και για την τήρηση των θεμελιωδών αρχών του δικαίου του κράτους εκτέλεσης. Εάν η αρχή εκτέλεσης κρίνει ότι, κατά τη διάρκεια της εξέτασης, παραβιάζονται οι θεμελιώδεις αρχές του δικαίου του κράτους εκτέλεσης, λαμβάνει αμέσως τα απαραίτητα μέτρα προκειμένου να εξασφαλίσει τη συνέχιση της εξέτασης σύμφωνα με τις προαναφερόμενες αρχές,

β)

μέτρα για την προστασία του προς εξέταση προσώπου θα συμφωνούνται, εφόσον απαιτείται, μεταξύ των αρμόδιων αρχών του κράτους έκδοσης και του κράτους εκτέλεσης,

γ)

η εξέταση διενεργείται απευθείας από την αρχή έκδοσης ή υπό την καθοδήγησή της και σύμφωνα με το εσωτερικό δίκαιο του ιδίου κράτους,

δ)

κατόπιν αιτήματος του κράτους έκδοσης ή του προς εξέταση προσώπου, το κράτος εκτέλεσης μεριμνά ώστε το προς εξέταση πρόσωπο να επικουρείται από διερμηνέα, εφόσον απαιτείται,

ε)

το προς εξέταση πρόσωπο δικαιούται να επικαλεσθεί το δικαίωμα να μην καταθέσει που ενδεχομένως του αναγνωρίζει είτε το δίκαιο του κράτους εκτέλεσης είτε το δίκαιο του κράτους έκδοσης.

7.   Με την επιφύλαξη μέτρων που έχουν ενδεχομένως συμφωνηθεί για την προστασία προσώπων, η αρχή εκτέλεσης συντάσσει πρακτικά στο τέλος της εξέτασης στα οποία καταχωρίζονται η ημερομηνία και ο τόπος της εξέτασης, η ταυτότητα του εξετασθέντος, η ταυτότητα και η ιδιότητα κάθε άλλου προσώπου στο κράτος εκτέλεσης που συμμετείχε στην εξέταση, τυχόν ένορκη εξέταση και οι τεχνικές συνθήκες υπό τις οποίες πραγματοποιήθηκε η εξέταση. Το έγγραφο διαβιβάζεται από την αρχή εκτέλεσης στην αρχή έκδοσης.

8.   Τα έξοδα της τηλεοπτικής σύνδεσης, τα έξοδα που αφορούν τη συντήρηση της τηλεοπτικής σύνδεσης στο κράτος εκτέλεσης, η αμοιβή των διερμηνέων τους οποίους παρέχει το κράτος αυτό και τα επιδόματα των μαρτύρων και πραγματογνωμόνων, καθώς και τα ταξιδιωτικά τους έξοδα στο κράτος εκτέλεσης, αποδίδονται από το κράτος έκδοσης στο κράτος εκτέλεσης, εκτός αν το τελευταίο αυτό κράτος παραιτηθεί από την απόδοση του συνόλου ή μέρους των δαπανών αυτών.

9.   Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσει ότι, όποτε εξετάζονται μάρτυρες ή πραγματογνώμονες στο έδαφός του σύμφωνα με το παρόν άρθρο και αρνούνται να καταθέσουν όπως υποχρεούνται, ή δεν καταθέτουν σύμφωνα με την αλήθεια, εφαρμόζεται το εθνικό του δίκαιο, ως αν η εξέταση διενεργείτο στα πλαίσια εθνικής διαδικασίας.

10.   Είναι επίσης δυνατή η έκδοση ΕΕΕ με σκοπό την εξέταση κατηγορουμένου μέσω εικονοτηλεδιάσκεψης. Εφαρμόζονται κατ’ αναλογία οι παράγραφοι 1 έως 9. Εκτός από τους λόγους άρνησης που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 1, είναι επίσης δυνατό να υπάρξει άρνηση εκτέλεσης της ΕΕΕ εάν:

α)

ο κατηγορούμενος δεν συναινεί, ή

β)

η εκτέλεση αυτού του μέτρου αντιτίθεται στο δίκαιο του κράτους εκτέλεσης.

Άρθρο 22

Εξέταση με τηλεφωνική διάσκεψη

1.   Εάν ένα πρόσωπο βρίσκεται στο έδαφος ενός κράτους μέλους και πρέπει να εξεταστεί ως μάρτυρας ή πραγματογνώμονας από τις δικαστικές αρχές άλλου κράτους μέλους, η αρχή έκδοσης του τελευταίου κράτους μέλους μπορεί να εκδώσει ΕΕΕ για την εξέταση μάρτυρα ή πραγματογνώμονα με τηλεφωνική διάσκεψη, κατά τα οριζόμενα στις παραγράφους 2 έως 4.

2.   Εκτός από τους λόγους άρνησης που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 1, είναι επίσης δυνατό να υπάρξει άρνηση εκτέλεσης της ΕΕΕ εάν:

α)

η χρήση της τηλεφωνικής διάσκεψης αντίκειται στις θεμελιώδεις αρχές του δικαίου του κράτους εκτέλεσης, ή

β)

ο μάρτυρας ή ο πραγματογνώμονας δεν συμφωνεί να πραγματοποιηθεί η εξέταση με αυτή τη μέθοδο.

3.   Η ΕΕΕ που εκδίδεται για εξέταση με τηλεφωνική διάσκεψη περιλαμβάνει την ονομασία της δικαστικής αρχής και των προσώπων που θα διεξαγάγουν την εξέταση, καθώς και δήλωση ότι ο μάρτυρας ή ο πραγματογνώμονας προτίθεται να συμμετάσχει σε εξέταση με τηλεφωνική διάσκεψη.

4.   Οι πρακτικές ρυθμίσεις σχετικά με την εξέταση συμφωνούνται μεταξύ της αρχής έκδοσης και της αρχής εκτέλεσης. Όταν συμφωνούνται οι ρυθμίσεις αυτές, η αρχή εκτέλεσης αναλαμβάνει:

α)

να γνωστοποιήσει στον ενδιαφερόμενο μάρτυρα ή πραγματογνώμονα τον χρόνο και τον τόπο της εξέτασης,

β)

να προβεί στην εξακρίβωση της ταυτότητας του μάρτυρα ή του πραγματογνώμονα, και

γ)

να ελέγξει εάν ο μάρτυρας ή ο πραγματογνώμονας συμφωνεί για την εξέταση με τηλεφωνική διάσκεψη.

Το κράτος εκτέλεσης μπορεί να εξαρτήσει τη συμφωνία του, εν όλω ή εν μέρει, από τις σχετικές διατάξεις του άρθρου 21 παράγραφοι 6 και 9. Εκτός αντίθετης συμφωνίας, εφαρμόζονται κατ’ αναλογίαν οι διατάξεις του άρθρου 21 παράγραφος 8.

Άρθρο 23

Πληροφορίες σχετικά με τραπεζικούς λογαριασμούς

1.   Είναι δυνατή η έκδοση ΕΕΕ προκειμένου να καθοριστεί εάν ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο αποτελεί αντικείμενο δικαστικής έρευνας, έχει στην κατοχή του ή ελέγχει έναν ή περισσότερους λογαριασμούς, οιασδήποτε φύσης, σε τράπεζα ευρισκόμενη στο έδαφος του κράτους εκτέλεσης.

2.   Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει, υπό τους όρους που καθορίζονται στο παρόν άρθρο, τα μέτρα που είναι αναγκαία προκειμένου να είναι σε θέση να παρέχει τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

3.   Στις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνονται επίσης λογαριασμοί για τους οποίους το πρόσωπο που είναι το αντικείμενο των διαδικασιών ενεργεί ως πληρεξούσιος, εφόσον αυτό ζητείται στην ΕΕΕ και στο βαθμό που μπορούν να παρασχεθούν σε εύλογο χρονικό διάστημα.

4.   Η υποχρέωση που θεσπίζεται με το παρόν άρθρο ισχύει μόνο στο βαθμό που οι πληροφορίες ευρίσκονται στην κατοχή της τράπεζας που τηρεί το λογαριασμό.

5.   Εκτός από τους λόγους άρνησης που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 1, είναι επίσης δυνατό να υπάρξει άρνηση εκτέλεσης ΕΕΕ αναφερόμενης στην παράγραφο 1 εφόσον το συγκεκριμένο αδίκημα:

α)

δεν είναι αδίκημα τιμωρούμενο με ποινή στερητική της ελευθερίας ή εντολή κράτησης ανώτατης διάρκειας τεσσάρων τουλάχιστον ετών στο κράτος έκδοσης και δύο τουλάχιστον ετών στο κράτος εκτέλεσης,

β)

δεν είναι αδίκημα από τα αναφερόμενα στο άρθρο 4 της απόφασης του Συμβουλίου, της 6ης Απριλίου 2009, για την ίδρυση Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας (Ευρωπόλ) (6), ή

γ)

εάν δεν περιλαμβάνεται στην απόφαση Ευρωπόλ, δεν είναι αδίκημα από τα αναφερόμενα στη σύμβαση του 1995 σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (7), στο πρωτόκολλό της του 1996 (8), ή στο δεύτερο πρωτόκολλό της του 1997 (9).

6.   Η αρχή έκδοσης αναφέρει στην ΕΕΕ γιατί θεωρεί ότι οι ζητούμενες πληροφορίες είναι πιθανόν να έχουν θεμελιώδη σημασία για τη διερεύνηση του αδικήματος, και από ποια στοιχεία συνάγει ότι ο λογαριασμός ανήκει σε τράπεζες του κράτους εκτέλεσης και, κατά το δυνατόν, ποιες ενδέχεται να είναι οι τράπεζες αυτές και περιλαμβάνει στην ΕΕΕ οιαδήποτε διαθέσιμη πληροφορία, η οποία δύναται να διευκολύνει την εκτέλεση της.

Άρθρο 24

Πληροφορίες για τραπεζικές συναλλαγές

1.   Είναι δυνατή η έκδοση ΕΕΕ προκειμένου να ληφθούν τα στοιχεία συγκεκριμένων τραπεζικών λογαριασμών και τραπεζικών πράξεων που διενεργήθηκαν σε συγκεκριμένη περίοδο μέσω ενός ή περισσοτέρων λογαριασμών που προσδιορίζονται στην ΕΕΕ, περιλαμβανομένων των στοιχείων οποιουδήποτε εμβάλλοντος ή πιστούμενου λογαριασμού.

2.   Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει, υπό τους όρους που καθορίζονται στο παρόν άρθρο, τα μέτρα που είναι αναγκαία προκειμένου να είναι σε θέση να παρέχει τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

3.   Η υποχρέωση που θεσπίζεται με το παρόν άρθρο ισχύει μόνο στο βαθμό που οι πληροφορίες ευρίσκονται στην κατοχή της τράπεζας που διαχειρίζεται το λογαριασμό.

4.   Το κράτος έκδοσης αναφέρει στην ΕΕΕ το λόγο για τον οποίο θεωρεί ότι οι ζητούμενες πληροφορίες έχουν σημασία για τη διερεύνηση του αδικήματος.

Άρθρο 25

Παρακολούθηση τραπεζικών συναλλαγών

1.   Είναι δυνατή η έκδοση ΕΕΕ για την παρακολούθηση, κατά τη διάρκεια συγκεκριμένης περιόδου, των τραπεζικών πράξεων που διενεργούνται μέσω ενός ή περισσοτέρων λογαριασμών που προσδιορίζονται στην ΕΕΕ.

2.   Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει, υπό τους όρους που καθορίζονται στο παρόν άρθρο, τα μέτρα που είναι αναγκαία προκειμένου να είναι σε θέση να παρέχει τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

3.   Το κράτος έκδοσης αναφέρει στην ΕΕΕ το λόγο για τον οποίο θεωρεί ότι οι ζητούμενες πληροφορίες έχουν σημασία για τη διερεύνηση του αδικήματος.

4.   Οι πρακτικές λεπτομέρειες σχετικά με την παρακολούθηση συμφωνούνται μεταξύ των αρμοδίων αρχών του κράτους έκδοσης και του κράτους εκτέλεσης.

Άρθρο 26

Ελεγχόμενες παραδόσεις

1.   Είναι δυνατή η έκδοση ΕΕΕ για την πραγματοποίηση ελεγχόμενης παράδοσης στο έδαφος του κράτους εκτέλεσης.

2.   Το δικαίωμα διενέργειας, καθοδήγησης και ελέγχου επιχειρήσεων σχετικών με την εκτέλεση ΕΕΕ αναφερόμενης στην παράγραφο 1 έχουν οι αρμόδιες αρχές του κράτους εκτέλεσης.

Άρθρο 27

Ερευνητικά μέτρα που συνεπάγονται τη συγκέντρωση αποδεικτικών στοιχείων σε πραγματικό χρόνο, συνεχώς και για ορισμένο χρονικό διάστημα

1.   Όταν εκδίδεται ΕΕΕ με σκοπό την εκτέλεση ενός μέτρου, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αναφέρονται στα άρθρα 25 και 26, που συνεπάγεται τη συγκέντρωση αποδεικτικών στοιχείων σε πραγματικό χρόνο, συνεχώς και για ορισμένο χρονικό διάστημα, η εκτέλεσή της μπορεί να απορριφθεί βάσει των λόγων άρνησης που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 1, αλλά και στην περίπτωση που η εκτέλεση του σχετικού μέτρου δεν επιτρέπεται σε παρεμφερή εθνική υπόθεση.

2.   Το άρθρο 10 παράγραφος 2 ισχύει κατ’ αναλογία στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

3.   Η αρχή εκτέλεσης μπορεί να εξαρτήσει την εκτέλεση ΕΕΕ κατά τα αναφερόμενα στην παράγραφο 1 από μια συμφωνία για την κατανομή των δαπανών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 28

Κοινοποιήσεις

1.   Έως τις … (10) έκαστο των κρατών μελών κοινοποιεί στην Επιτροπή τα ακόλουθα:

α)

την αρχή ή τις αρχές που, σύμφωνα με την εσωτερική έννομη τάξη του, είναι αρμόδιες βάσει του άρθρου 2 στοιχεία α) και β) όταν το εν λόγω κράτος μέλος είναι το κράτος έκδοσης ή το κράτος εκτέλεσης,

β)

τις γλώσσες που είναι αποδεκτές για την ΕΕΕ, κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 5 παράγραφος 2,

γ)

τις πληροφορίες σχετικά με την ή τις κεντρικές αρχές που ορίζει, εάν το κράτος μέλος επιθυμεί να κάνει χρήση της δυνατότητας που παρέχει το άρθρο 6 παράγραφος 2. Οι πληροφορίες αυτές είναι δεσμευτικές για τις αρχές του κράτους έκδοσης,

δ)

την απαίτηση συναίνεσης για τη μεταγωγή προσώπου στην περίπτωση που το κράτος μέλος επιθυμεί να κάνει χρήση της δυνατότητας που παρέχει το άρθρο 20 παράγραφος 4.

2.   Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή για κάθε τροποποίηση των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

3.   Η Επιτροπή κοινοποιεί τις πληροφορίες που λαμβάνει κατ’ εφαρμογή του παρόντος άρθρου σε όλα τα κράτη μέλη και στο Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο (ΕΔΔ). Το ΕΔΔ κοινοποιεί τις πληροφορίες στον ιστότοπο που αναφέρεται στο άρθρο 9 της απόφασης 2008/976/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 2008 σχετικά με το ευρωπαϊκό δικαστικό δίκτυο (11).

Άρθρο 29

Σχέσεις με άλλες συμφωνίες και ρυθμίσεις

1.   Χωρίς να θίγεται η εφαρμογή τους μεταξύ των κρατών μελών και τρίτων κρατών και η προσωρινή τους εφαρμογή δυνάμει του άρθρου 30, η παρούσα οδηγία αντικαθιστά, από τις … (10), τις αντίστοιχες διατάξεις των ακόλουθων συμβάσεων που εφαρμόζονται στις σχέσεις μεταξύ των κρατών μελών που δεσμεύονται από την παρούσα οδηγία:

την Ευρωπαϊκή Σύμβαση περί αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής επί ποινικών υποθέσεων της 20ής Απριλίου 1959 και τα δύο πρόσθετα πρωτόκολλά της τής 17ης Μαρτίου 1978 και της 8ης Νοεμβρίου 2001 και τις διμερείς συμφωνίες που έχουν συναφθεί δυνάμει του άρθρου 26 της εν λόγω Συμβάσεως,

τη σύμβαση της 19ης Ιουνίου 1990 για την εφαρμογή της συμφωνίας του Σένγκεν,

τη σύμβαση της 29ης Μαΐου 2000 για την αμοιβαία δικαστική συνδρομή επί ποινικών υποθέσεων μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ και το πρωτόκολλό της τής 16ης Οκτωβρίου 2001.

2.   Η απόφαση-πλαίσιο 2008/978/ΔΕΥ καταργείται. Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται μεταξύ των κρατών μελών για τη δέσμευση αποδεικτικών στοιχείων, αντικαθιστώντας τις αντίστοιχες διατάξεις της απόφασης-πλαισίου 2003/577/ΔΕΥ.

3.   Τα κράτη μέλη μπορούν να συνεχίσουν να εφαρμόζουν τις διμερείς ή πολυμερείς συμφωνίες ή τις ρυθμίσεις που βρίσκονται σε ισχύ μετά από … (10) στο μέτρο που αυτές καθιστούν δυνατή την υπέρβαση των στόχων της παρούσας οδηγίας και συμβάλουν στην απλούστευση ή στην περαιτέρω διευκόλυνση των διαδικασιών συγκέντρωσης αποδεικτικών στοιχείων.

4.   Τα κράτη μέλη μπορούν να συνάπτουν διμερείς ή πολυμερείς συμφωνίες και ρυθμίσεις μετά από … (12) στο μέτρο που αυτές καθιστούν δυνατή την υπέρβαση ή τη διεύρυνση των διατάξεων της παρούσας οδηγίας και συμβάλουν στην απλούστευση ή στην περαιτέρω διευκόλυνση των διαδικασιών συγκέντρωσης αποδεικτικών στοιχείων.

5.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή, έως … (13) τις ισχύουσες συμφωνίες και ρυθμίσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3 που επιθυμούν να εξακολουθήσουν να εφαρμόζουν. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν επίσης στην Επιτροπή εντός τριών μηνών την υπογραφή οιασδήποτε νέας συμφωνίας ή ρύθμισης που αναφέρεται στην παράγραφο 4.

6.   Εάν η Επιτροπή εκτιμά ότι μια διμερής ή πολυμερής συμφωνία ή ρύθμιση που της έχει κοινοποιηθεί δεν συμμορφώνεται προς τους όρους που καθορίζονται στις παραγράφους 3 και 4, θα καλεί τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη να καταγγέλλουν, να τροποποιούν ή να μην συνάπτουν τη συγκεκριμένη συμφωνία ή ρύθμιση.

Άρθρο 30

Μεταβατικές ρυθμίσεις

1.   Οι αιτήσεις αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής που παραλαμβάνονται πριν από … (14) συνεχίζουν να διέπονται από υφιστάμενες πράξεις περί αμοιβαίας συνδρομής σε ποινικές υποθέσεις. Οι αποφάσεις για τη δέσμευση αποδεικτικών στοιχείων δυνάμει της απόφασης-πλαισίου 2003/577/ΔΕΥ που παραλαμβάνονται πριν από … (14) διέπονται επίσης από την εν λόγω πράξη.

2.   Το άρθρο 7 παράγραφος 1 ισχύει, τηρουμένων των αναλογιών, στην ΕΕΕ μετά από απόφαση δέσμευσης που λαμβάνεται δυνάμει της απόφασης-πλαισίου 2003/577/ΔΕΥ.

Άρθρο 31

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

1.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να συμμορφωθούν με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας μέχρι … (14)

2.   Όταν τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα ανωτέρω μέτρα, αυτά περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την παραπομπή αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της παραπομπής αυτής καθορίζεται από τα κράτη μέλη.

3.   Μέχρι … (14), τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου και στην Επιτροπή το κείμενο των διατάξεων με τις οποίες μεταφέρουν στο εθνικό τους δίκαιο τις υποχρεώσεις που τους επιβάλλει η παρούσα οδηγία.

4.   Η Επιτροπή υποβάλλει, μέχρι … (15), στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έκθεση με την οποία αξιολογείται κατά πόσον τα κράτη μέλη έχουν λάβει τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία, συνοδευόμενη, εν ανάγκη, από νομοθετικές προτάσεις.

Άρθρο 32

Έκθεση περί εφαρμογής

Το αργότερο πέντε έτη από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έκθεση περί εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, βάσει ποιοτικών και ποσοτικών πληροφοριών. Εάν απαιτείται, η έκθεση αυτή συνοδεύεται από προτάσεις τροποποίησης της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 33

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα μετά τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 34

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη σύμφωνα με τις συνθήκες.

Έγινε στ …

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

O Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)  ΕΕ L 196, 2.8.2003, σ. 45.

(2)  ΕΕ L 350, 30.12.2008, σ. 72.

(3)  ΕΕ L 239 της 22.9.2000, σ. 19.

(4)  ΕΕ C 197 της 12.7.2000, σ. 3.

(5)  EE L 162 της 20.6.2002, σ. 1.

(6)  ΕΕ L 121 της 15.5.2009, σ. 37.

(7)  ΕΕ C 316 της 27.11.1995, σ. 49.

(8)  ΕΕ C 313 της 23.10.1996, σ. 2.

(9)  ΕΕ C 221 της 19.7.1997, σ. 12.

(10)  Δύο έτη από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας.

(11)  ΕΕ L 348 της 24.12.2008, σ. 130.

(12)  Έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας.

(13)  Τρεις μήνες από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας.

(14)  Δύο έτη από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας.

(15)  Τρία έτη από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ A

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΤΟΛΗ ΕΡΕΥΝΑΣ (ΕΕΕ)

Η παρούσα ΕΕΕ εκδόθηκε από αρμόδια δικαστική αρχή. Ζητώ να εκτελεσθεί το ερευνητικό μέτρο ή μέτρα που παρατίθενται στη συνέχεια και να διαβιβασθούν τα αποδεικτικά στοιχεία που θα προκύψουν από την εκτέλεση της ΕΕΕ.

Image

Image

Image

Image


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Β

ΕΠΙΒΕΒΑΙΩΣΗ ΠΑΡΑΛΑΒΗΣ ΕΕΕ

Το παρόν έντυπο συμπληρώνεται από την αρχή του κράτους εκτέλεσης που παρέλαβε την ΕΕΕ που αναφέρεται στη συνέχεια.

Image

Image


Top