EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62023CC0297

Προτάσεις της γενικής εισαγγελέα J. Kokott της 30ης Μαΐου 2024.


ECLI identifier: ECLI:EU:C:2024:448

Προσωρινό κείμενο

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ

JULIANE KOKOTT

της 30ής Μαΐου 2024 (1)

Υπόθεση C297/23 P

Harley-Davidson Europe Ltd.

και

Neovia Logistics Services International

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Αίτηση αναιρέσεως – Τελωνειακή ένωση – Κανονισμός (ΕΕ) 952/2013 – Τελωνειακός Κώδικας – Διακρατικές εμπορικές συγκρούσεις – Προσδιορισμός της μη προτιμησιακής καταγωγής ορισμένων μοτοσικλετών – Έννοια της φράσης “μη οικονομικά δικαιολογημένες εργασίες επεξεργασίας ή μεταποίησης” – Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2015/2446 – Αποφυγή ή παράκαμψη δασμού – Χειραγώγηση της καταγωγής – Εκχωρημένες ρυθμιστικές εξουσίες»






I.      Εισαγωγή

1.        Ήδη από την κυκλοφορία της ταινίας «Easy Rider», η Harley-Davidson αποτελεί συνώνυμο της τυπικής αμερικανικής μοτοσικλέτας. Εξακολουθεί όμως μια Harley-Davidson από την Ταϊλάνδη να αποτελεί αμερικανική μοτοσικλέτα; Ενδεχομένως προκαλεί έκπληξη, όμως εν τέλει αυτή είναι η άποψη της Επιτροπής, την οποία η Harley-Davidson αμφισβητεί σθεναρά στην υπό κρίση υπόθεση. Αφορμή έδωσε η εμπορική σύγκρουση μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην οποία αμφότερες οι πλευρές επέβαλαν εκατέρωθεν απαγορευτικούς πρόσθετους δασμούς σε ορισμένα αγαθά, ειδικότερα δε η Ένωση στις επίμαχες μοτοσικλέτες. Ακολούθως, η Harley-Davidson μετατόπισε την παραγωγή των μοτοσικλετών που προορίζονταν για την ευρωπαϊκή αγορά από τις Ηνωμένες Πολιτείες στην Ταϊλάνδη. Όμως, με την προσβαλλόμενη εκτελεστική απόφαση (2) η Επιτροπή αρνήθηκε να αναγνωρίσει τη χώρα αυτή ως τόπο καταγωγής.

2.        Με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση (3), το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε την στρεφομένη κατά της επίδικης εκτελεστικής αποφάσεως προσφυγή της Harley-Davidson. Στο πλαίσιο της παρούσας αναιρετικής διαδικασίας πρέπει να αποσαφηνιστεί ειδικότερα κατά πόσον η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μπορεί να αρνηθεί να αναγνωρίσει τη μετατόπιση της παραγωγής και μόνο για τον λόγο ότι με αυτήν επιδιώκεται η αποφυγή δασμών που επιβάλλονται σε συνάρτηση με διακρατικές εμπορικές συγκρούσεις.

II.    Το νομικό πλαίσιο

Α.      Τελωνειακός κώδικας

3.        Το άρθρο 33 του τελωνειακού κώδικα (4) επιτρέπει στις τελωνειακές αρχές να λαμβάνουν αποφάσεις σχετικά με δεσμευτικές πληροφορίες καταγωγής. Κατά το άρθρο 34, παράγραφος 11, η Επιτροπή μπορεί να ζητεί από τα κράτη μέλη να ανακαλέσουν τέτοιου είδους αποφάσεις «προκειμένου να εξασφαλιστεί ενιαία δασμολογική κατάταξη ή ορθός και ενιαίος προσδιορισμός της καταγωγής των εμπορευμάτων».

4.        Το άρθρο 59 του τελωνειακού κώδικα προβλέπει τις διατάξεις στις οποίες εφαρμόζονται οι κανόνες που αφορούν την καταγωγή των εμπορευμάτων:

«Τα άρθρα 60 και 61 θεσπίζουν κανόνες για τον προσδιορισμό της μη προτιμησιακής καταγωγής εμπορευμάτων για την εφαρμογή των ακολούθων:

α)      του κοινού δασμολογίου με εξαίρεση τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 56 παράγραφος 2 στοιχεία δʹ και εʹ·

β)      μέτρων, εκτός των δασμολογικών, που θεσπίζονται από ενωσιακές ρυθμίσεις που διέπουν ειδικούς τομείς σχετικούς με τις εμπορευματικές συναλλαγές, και

γ)      άλλων ενωσιακών μέτρων που αφορούν την καταγωγή των εμπορευμάτων.»

5.        Στο άρθρο 56, παράγραφος 2, στοιχεία δʹ και εʹ, του τελωνειακού κώδικα προβλέπονται προτιμησιακά δασμολογικά μέτρα.

6.        Το άρθρο 60 του τελωνειακού κώδικα διέπει την καταγωγή των εμπορευμάτων για την εφαρμογή του κοινού δασμολογίου:

«1.      Τα εμπορεύματα που έχουν παραχθεί εξ ολοκλήρου σε μία μόνο χώρα ή έδαφος θεωρούνται ως καταγόμενα από την εν λόγω χώρα ή έδαφος.

2.      Εμπορεύματα στην παραγωγή των οποίων συμμετέχουν μία ή περισσότερες χώρες ή εδάφη θεωρούνται ως καταγόμενα από τη χώρα ή το έδαφος όπου υποβλήθηκαν στην τελευταία, ουσιαστική, οικονομικά δικαιολογημένη μεταποίηση ή επεξεργασία, σε επιχείρηση εξοπλισμένη για τον σκοπό αυτό, η οποία κατέληξε στην παρασκευή νέου προϊόντος ή αντιπροσωπεύει σημαντικό στάδιο της παρασκευής.»

7.        Το άρθρο 62 του τελωνειακού κώδικα αναθέτει στην Επιτροπή την εξουσία «να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, […], για τον καθορισμό των κανόνων σύμφωνα με τους οποίους εμπορεύματα των οποίων ο προσδιορισμός της μη προτιμησιακής καταγωγής είναι απαραίτητος για τους σκοπούς της εφαρμογής των ενωσιακών μέτρων που αναφέρονται στο άρθρο 59 θεωρείται ότι έχουν παραχθεί εξ ολοκλήρου σε μία μόνο χώρα ή ένα μόνο έδαφος ή έχουν υποστεί την τελευταία, ουσιώδη, οικονομικά δικαιολογημένη μεταποίηση ή επεξεργασία, σε επιχείρηση εξοπλισμένη για τον σκοπό αυτό, η οποία κατέληξε στην παρασκευή ενός νέου προϊόντος ή αντιπροσωπεύει σημαντικό στάδιο παρασκευής σε μια χώρα ή ένα έδαφος, σύμφωνα με το άρθρο 60».

Β.      Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός 2015/2446 για τη συμπλήρωση του τελωνειακού κώδικα

8.        Το άρθρο 33 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446 (5) συγκεκριμενοποιεί το χρονικό σημείο κατά το οποίο η μεταποίηση ή επεξεργασία δεν μπορεί να είναι οικονομικά δικαιολογημένη κατά την έννοια του άρθρου 60, παράγραφος 2, του τελωνειακού κώδικα:

«Μεταποίηση ή επεξεργασία που πραγματοποιείται σε άλλη χώρα ή έδαφος δεν θεωρείται οικονομικά δικαιολογημένη, εφόσον διαπιστώνεται ή δύναται να θεωρηθεί, βάσει των διαθέσιμων στοιχείων, ότι σκοπός αυτής της μεταποίησης ή επεξεργασίας ήταν η αποφυγή της εφαρμογής των μέτρων που αναφέρονται στο άρθρο 59 του κώδικα.

Για τα εμπορεύματα που καλύπτονται από το παράρτημα 22‑01, εφαρμόζονται οι υπόλοιποι κανόνες του κεφαλαίου για τα εν λόγω εμπορεύματα.

Για τα εμπορεύματα που καλύπτονται από το παράρτημα 22‑01, εάν η τελευταία μεταποίηση ή επεξεργασία δεν κρίνεται οικονομικά δικαιολογημένη, τα εμπορεύματα θεωρούνται ότι έχουν υποβληθεί στην τελευταία, ουσιαστική, οικονομικά δικαιολογημένη μεταποίηση ή επεξεργασία τους, η οποία κατέληξε στην παρασκευή ενός νέου προϊόντος ή αντιπροσωπεύει σημαντικό στάδιο της παρασκευής, στη χώρα ή στο έδαφος καταγωγής του μεγαλύτερου μέρους των υλικών, όπως καθορίζεται με βάση την αξία των υλικών.»

9.        Η αιτιολογική σκέψη 21 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446 επεξηγεί το άρθρο 33 ως εξής:

«Για να προλαμβάνεται η χειραγώγηση της καταγωγής των εισαγόμενων εμπορευμάτων με σκοπό την αποφυγή της εφαρμογής μέτρων εμπορικής πολιτικής, η τελευταία ουσιαστική μεταποίηση ή επεξεργασία θα πρέπει, σε ορισμένες περιπτώσεις, να θεωρηθεί ότι δεν κρίνεται δικαιολογημένη από οικονομική άποψη.»

10.      Οι επίδικες μοτοσικλέτες δεν περιλαμβάνονται στο παράρτημα 22‑01 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446.

Γ.      Οι διατάξεις περί διακρατικών εμπορικών συγκρούσεων

1.      Κανονισμός 654/2014

11.      Βάση επί της οποίας στηρίζονται οι επίδικοι δασμοί αποτελεί ο κανονισμός (ΕΕ) 654/2014 περί ασκήσεως των δικαιωμάτων της Ένωσης για την εφαρμογή και την επιβολή των διεθνών εμπορικών κανόνων (6). Στις αιτιολογικές σκέψεις 2 και 3 διευκρινίζεται ο σκοπός θεσπίσεως τέτοιων μέτρων:

«(2)      Είναι ουσιαστικό η Ένωση να διαθέτει τα κατάλληλα μέσα για να διασφαλίζει την αποτελεσματική άσκηση των δικαιωμάτων της βάσει διεθνών εμπορικών συμφωνιών, προς διασφάλιση των οικονομικών της συμφερόντων. Αυτό ισχύει ειδικότερα όταν τρίτες χώρες εφαρμόζουν περιοριστικά εμπορικά μέτρα που μειώνουν τα οφέλη για τους οικονομικούς παράγοντες της Ένωσης στο πλαίσιο των διεθνών εμπορικών συμφωνιών. Η Ένωση θα πρέπει να μπορεί να αντιδρά με ταχύτητα και ευελιξία στο πλαίσιο των διαδικασιών και προθεσμιών που καθορίζονται στις διεθνείς εμπορικές συμφωνίες που έχει συνάψει. Επιβάλλεται συνεπώς να θεσπισθούν κανόνες που να καθορίζουν το πλαίσιο για την άσκηση των δικαιωμάτων της σε ορισμένες ειδικές καταστάσεις.

(3)      Ο μηχανισμός επίλυσης διαφορών που θεσπίστηκε με τη συμφωνία ίδρυσης του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ) καθώς και με άλλες διεθνείς εμπορικές συμφωνίες, μεταξύ άλλων περιφερειακές ή διμερείς, στόχο έχει την εξεύρεση θετικής λύσης σε οποιαδήποτε διαφορά προκύπτει μεταξύ της Ένωσης και του άλλου συμβαλλόμενου μέρους ή των άλλων συμβαλλόμενων μερών των εν λόγω συμφωνιών. Η Ένωση θα πρέπει, εντούτοις, να είναι σε θέση να αναστέλλει τυχόν παραχωρήσεις ή άλλες υποχρεώσεις σύμφωνα με τους εν λόγω μηχανισμούς επίλυσης διαφορών, στην περίπτωση που αποδειχθούν ανεπιτυχείς άλλοι τρόποι για την εξεύρεση θετικής λύσης στη διαφορά. Τα μέτρα που λαμβάνει η Ένωση σε αυτές τις περιπτώσεις θα πρέπει να επιδιώκουν τη συμμόρφωση της τρίτης χώρας με τους σχετικούς διεθνείς εμπορικούς κανόνες, για την επάνοδο σε μία κατάσταση αμοιβαίου οφέλους.»

12.      Η αιτιολογική σκέψη 8 του κανονισμού 654/2014 αφορά τη διαμόρφωση μέτρων εμπορικής πολιτικής:

«Τα μέτρα εμπορικής πολιτικής που λαμβάνονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να επιλέγονται και να σχεδιάζονται με βάση αντικειμενικά κριτήρια, μεταξύ των οποίων την αποτελεσματικότητά τους όσον αφορά την άσκηση πίεσης σε τρίτες χώρες για τη συμμόρφωση με τους διεθνείς εμπορικούς κανόνες· τη δυνατότητά τους να ανακουφίσουν τους οικονομικούς φορείς εντός της Ένωσης που πλήττονται από τα μέτρα της τρίτης χώρας και την ελαχιστοποίηση του αρνητικού αντικτύπου για την Ένωση, μεταξύ άλλων όσον αφορά σημαντικές πρώτες ύλες.»

13.      Το αντικείμενο του κανονισμού 654/2014 ορίζεται στο άρθρο 1:

«Ο παρών κανονισμός θεσπίζει κανόνες και διαδικασίες που διασφαλίζουν την αποτελεσματική και έγκαιρη άσκηση των δικαιωμάτων της Ένωσης να αναστέλλει ή να ανακαλεί παραχωρήσεις ή άλλες υποχρεώσεις βάσει διεθνών εμπορικών συμφωνιών, με σκοπό:

α)      να αντιδρά σε παραβιάσεις των διεθνών εμπορικών κανόνων εκ μέρους τρίτων χωρών, οι οποίες θίγουν τα συμφέροντα της Ένωσης, για να βρεθεί μια ικανοποιητική λύση που να επιτρέψει να έχουν και πάλι οφέλη οι οικονομικοί φορείς της Ένωσης,

β)      να επανεξισορροπεί παραχωρήσεις ή άλλες υποχρεώσεις που έχει αναλάβει στις εμπορικές σχέσεις με τρίτες χώρες, στην περίπτωση που κατά τρόπο θίγοντα τα συμφέροντα της Ένωσης μεταβάλλεται το καθεστώς που παρέχεται σε αγαθά από την Ένωση.»

2.      Εκτελεστικός κανονισμός 2018/724

14.      Με τον εκτελεστικό κανονισμό 2018/724 (7) η Επιτροπή ανακοίνωσε τους επίδικους δασμούς και ειδικότερα τους τεκμηρίωσε στις αιτιολογικές σκέψεις 1 έως 3 και 6 ως εξής:

«(1)      Στις 8 Μαρτίου 2018 οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής (“Ηνωμένες Πολιτείες”) θέσπισαν μέτρα διασφάλισης υπό τη μορφή δασμολογικής αύξησης για τις εισαγωγές ορισμένων προϊόντων χάλυβα και αλουμινίου, με ισχύ από 23 Μαρτίου 2018 και με αόριστη διάρκεια. Στις 22 Μαρτίου, η ημερομηνία έναρξης ισχύος της δασμολογικής αύξησης όσον αφορά την Ευρωπαϊκή Ένωση αναβλήθηκε για την 1η Μαΐου 2018.

(2)      Παρά τον χαρακτηρισμό των μέτρων αυτών από τις Ηνωμένες Πολιτείες ως μέτρων ασφάλειας, κατ’ ουσίαν πρόκειται για μέτρα διασφάλισης. Συνίστανται σε διορθωτική δράση που διαταράσσει το ισοζύγιο των παραχωρήσεων και υποχρεώσεων που προκύπτει από τις συμφωνίες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (“ΠΟΕ”) και περιορίζουν τις εισαγωγές με σκοπό την προστασία του εγχώριου κλάδου παραγωγής έναντι του ανταγωνισμού από το εξωτερικό, για λόγους εμπορικής ευημερίας του εν λόγω κλάδου παραγωγής. Οι εξαιρέσεις για λόγους ασφάλειας της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου του 1994 (“GATT 1994”) δεν ισχύουν για παρόμοια μέτρα διασφάλισης, ούτε τα δικαιολογούν, και δεν έχουν καμία σχέση με το δικαίωμα της επανεξισορρόπησης στο πλαίσιο των σχετικών διατάξεων της συμφωνίας του ΠΟΕ.

(3)      Η συμφωνία του ΠΟΕ για τα μέτρα διασφάλισης προβλέπει το δικαίωμα κάθε μέλους εξαγωγής που επηρεάζεται από ένα μέτρο διασφάλισης να αναστείλει την εφαρμογή ουσιαστικά ισοδύναμων παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων στις συναλλαγές του μέλους του ΠΟΕ που εφαρμόζει το μέτρο διασφάλισης, εφόσον δεν επιτευχθεί ικανοποιητική λύση στο πλαίσιο διαβουλεύσεων και δεν εκφράσει αντιρρήσεις το Συμβούλιο Εμπορευματικών Συναλλαγών του ΠΟΕ.

[…]

(6)      Η Επιτροπή ασκεί το δικαίωμα αναστολής της εφαρμογής ουσιαστικά ισοδύναμων παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων με σκοπό την επανεξισορρόπηση παραχωρήσεων ή άλλων υποχρεώσεων στις εμπορικές σχέσεις με τρίτες χώρες, με βάση το άρθρο 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 654/2014. Τα ενδεδειγμένα μέτρα λαμβάνουν τη μορφή μέτρων εμπορικής πολιτικής τα οποία μπορεί να περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, την αναστολή δασμολογικών παραχωρήσεων και την επιβολή νέων ή αυξημένων τελωνειακών δασμών.»

Δ.      Οι εφαρμοστέοι τελωνειακοί δασμοί

15.      Οι επίδικες μοτοσικλέτες υπάγονται στον κωδικό 8711 50 00 της συνδυασμένης ονοματολογίας (8) που καλύπτει «μοτοσικλέτες (στις οποίες περιλαμβάνονται και τα μοτοποδήλατα) και ποδήλατα με βοηθητικό κινητήρα, με ή χωρίς πλάγιο καλάθι (side-car), και πλάγια καλάθια (side-cars) με παλινδρομικό εμβολοφόρο κινητήρα, με κυλινδρισμό που υπερβαίνει τα 800 cm3». Για τέτοιου είδους εμπορεύματα, το κοινό δασμολόγιο προβλέπει δασμό ύψους 6 %.

16.      Η Επιτροπή επέβαλε τους επίδικους τελωνειακούς δεσμούς με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2018/886 (9):

«Άρθρο 1

Η Ένωση εφαρμόζει πρόσθετους δασμούς κατά την εισαγωγή στην Ένωση των προϊόντων που απαριθμούνται στο παράρτημα I και στο παράρτημα II του παρόντος κανονισμού, καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής (“Ηνωμένες Πολιτείες”).

Άρθρο 2

Η εφαρμογή πρόσθετων δασμών για τα προϊόντα αυτά, έχει ως εξής:

α)      Κατά το πρώτο στάδιο, εφαρμόζεται πρόσθετος κατ’ αξία δασμός με συντελεστή 10 % και 25 % στις εισαγωγές των προϊόντων που απαριθμούνται στο παράρτημα I, όπως ορίζεται στο παράρτημα, από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού.

β)      Κατά το δεύτερο στάδιο, εφαρμόζεται περαιτέρω κατ’ αξία δασμός με συντελεστή 10 %, 25 %, 35 % ή 50 % στις εισαγωγές των προϊόντων που απαριθμούνται στο παράρτημα II, όπως ορίζεται στο παράρτημα:

– 1 Ιουνίου 2021 και εξής […]».

17.      Σύμφωνα με το παράρτημα Ι του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2018/886, εμπορεύματα που υπάγονται στον κωδικό 8711 50 00 υπόκεινται σε πρόσθετο δασμό 25 % κατά το πρώτο στάδιο και, σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙ, σε πρόσθετο δασμό 25 % κατά το δεύτερο στάδιο. Βάσει των ανωτέρω, επί των μοτοσικλετών της αναιρεσείουσας Harley-Davidson που εισάγονταν στην Ευρώπη από τις ΗΠΑ, από τις 22 Ιουνίου 2018 έπρεπε, αντί του συνήθους συντελεστή 6 %, να εφαρμοστεί συνολικός συντελεστής ύψους 31 % και, στη συνέχεια, 56 % από 1ης Ιουνίου 2021.

18.      Όμως, η Ένωση δεν έχει εφαρμόσει ακόμη τους δασμούς του δεύτερου σταδίου, καθόσον ανέστειλε την εφαρμογή τους πριν αρχίσουν να ισχύουν (10). Από την 1η Ιανουαρίου 2022 ανέστειλε επίσης και την εφαρμογή των δασμών του πρώτου σταδίου (11).

III. Ιστορικό της αιτήσεως αναιρέσεως

19.      Η πρωτοδίκως προσφεύγουσα και νυν αναιρεσείουσα Harley-Davidson Europe Ltd αποτελεί τμήμα του ομίλου Harley-Davidson. Πρόκειται για γνωστή επιχείρηση των ΗΠΑ, η οποία ειδικεύεται στην κατασκευή μοτοσικλετών. Η έτερη προσφεύγουσα της πρωτόδικης διαδικασίας Neovia Logistics Services International είναι εκτελωνιστής της Harley-Davidson.

Α.      Πραγματικά περιστατικά

20.      Τα παρατιθέμενα στις σκέψεις 20 έως 38 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως πραγματικά περιστατικά μπορούν να συνοψισθούν ως ακολούθως.

21.      Σε συνέχεια της επιβολής από την Κυβέρνηση των ΗΠΑ πρόσθετων δασμών επί των εισαγωγών χάλυβα και των εισαγωγών αλουμινίου, η Επιτροπή εξέδωσε τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2018/886 της 20ής Ιουνίου 2018, με τον οποίο επίσης επέβαλε πρόσθετους δασμούς ανερχόμενους αρχικά στο 25 % και στη συνέχεια στο 50 % επί «τυπικών» προϊόντων από τις ΗΠΑ, οι οποίοι εφαρμόζονται και επί των μοτοσικλετών που κατασκευάζει η Harley‑Davidson.

22.      Στις 25 Ιουνίου 2018 η Harley-Davidson πληροφόρησε τους μετόχους της για τις επιπτώσεις των εν λόγω πρόσθετων δασμών επί της δραστηριότητάς της διά του αποκαλούμενου «εντύπου 8-K» (Form 8-K Current Report, στο εξής: έντυπο 8-K), το οποίο υπέβαλε στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς των Ηνωμένων Πολιτειών (Securities and Exchange Commission, στο εξής: SEC). Στο εν λόγω έντυπο η Harley-Davidson ανακοίνωνε ότι, «[π]ροκειμένου να αντιμετωπιστεί μακροπρόθεσμα το σημαντικό κόστος αυτής της δασμολογικής επιβάρυνσης, […] θα εφαρμόσει σχέδιο για τη μετατόπιση της παραγωγής μοτοσικλετών που προορίζονται για την [Ένωση] από τις Ηνωμένες Πολιτείες προς τις διεθνείς εγκαταστάσεις της, προκειμένου να αποφύγει τη δασμολογική επιβάρυνση» (12). Συγκεκριμένα, η Harley-Davidson μετατόπισε στη συνέχεια την παραγωγή των μοτοσικλετών της που προορίζονταν για την αγορά της Ένωσης σε εργοστάσιο στην Ταϊλάνδη.

23.      Στις 25 Ιανουαρίου 2019 οι αναιρεσείουσες υπέβαλαν ενώπιον των βελγικών τελωνειακών αρχών δύο επίσημες αιτήσεις για την παροχή δεσμευτικών πληροφοριών καταγωγής σχετικά με δύο κατηγορίες μοτοσικλετών που κατασκευάζονταν στην Ταϊλάνδη. Παρά τις αμφιβολίες που εξέφρασε η Επιτροπή ως προς το κατά πόσον θα μπορούσε να αναγνωριστεί η καταγωγή στην Ταϊλάνδη, στις 24 Ιουνίου 2019 οι βελγικές τελωνειακές αρχές εξέδωσαν δύο αποφάσεις σχετικά με δεσμευτικές πληροφορίες καταγωγής, με τις οποίες αναγνώριζαν την Ταϊλάνδη ως χώρα καταγωγής των μοτοσικλετών που ανήκαν στις οικείες δύο κατηγορίες της Harley-Davidson.

24.      Η Επιτροπή έλαβε γνώση των ανωτέρω στις 21 Αυγούστου 2019, και στις 31 Μαρτίου 2021 εξέδωσε την επίδικη εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2021/563 σχετικά με την ισχύ ορισμένων αποφάσεων που αφορούν δεσμευτικές πληροφορίες καταγωγής (13). Με την εν λόγω απόφαση, η Επιτροπή υποχρέωνε τις βελγικές αρχές να ανακαλέσουν τις δύο αποφάσεις. Οι βελγικές αρχές συμμορφώθηκαν με την εκτελεστική απόφαση και με έγγραφο της 16ης Απριλίου 2021 ανακάλεσαν αμφότερες τις αποφάσεις.

Β.      Η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση

25.      Με δικόγραφο της 11ης Ιουνίου 2021, οι νυν αναιρεσείουσες ζήτησαν την ακύρωση της επίδικης εκτελεστικής αποφάσεως.

26.      Προέβαλαν πέντε λόγους προς στήριξη της προσφυγής τους. Πρώτον, υποστήριξαν ότι η Επιτροπή παρέβη ουσιώδεις κανόνες της διαδικασίας, συγκεκριμένα λόγω ανεπαρκούς αιτιολογίας της επίδικης εκτελεστικής αποφάσεως και λόγω μη τηρήσεως της διαδικασίας που προβλέπεται σχετικά με τη συμβουλευτική επιτροπή της Επιτροπής. Δεύτερον, ότι η επίδικη εκτελεστική απόφαση βασίζεται σε πρόδηλο σφάλμα της Επιτροπής κατά την εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών. Τρίτον, ότι η Επιτροπή καταχράστηκε την εξουσία ανάκλησης η οποία της παρέχεται βάσει του άρθρου 34, παράγραφος 11, του τελωνειακού κώδικα διότι ερμήνευσε εσφαλμένα το άρθρο 33 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446. Τέταρτον, ότι ο κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός 2015/2446 δεν συνάδει με τους όρους της εξουσιοδοτήσεως κατά το άρθρο 290 ΣΛΕΕ. Πέμπτον, ότι η επίδικη εκτελεστική απόφαση παραβιάζει γενικές αρχές του δικαίου της Ένωσης και τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

27.      Την 1η Μαρτίου 2023 το Γενικό Δικαστήριο εξέδωσε την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση με την οποία απέρριψε την προσφυγή και καταδίκασε τις νυν αναιρεσείουσες στα έξοδα της διαδικασίας.

IV.    Η διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου και τα αιτήματα των διαδίκων

28.      Στις 11 Μαΐου 2023 οι αναιρεσείουσες άσκησαν την υπό κρίση αίτηση αναιρέσεως, με την οποία ζητούν από το Δικαστήριο:

–        να αναιρέσει την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση,

–        να ακυρώσει την επίδικη εκτελεστική απόφαση και

–        να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν οι αναιρεσείουσες στο πλαίσιο της παρούσας και της πρωτόδικης διαδικασίας.

29.      Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζητεί από το Δικαστήριο:

–        να απορρίψει την αίτηση αναιρέσεως και

–        να καταδικάσει τις αναιρεσείουσες στα δικαστικά έξοδα.

30.      Οι διάδικοι υπέβαλαν τις γραπτές παρατηρήσεις τους. Το Δικαστήριο έκρινε ότι παρέλκει η διεξαγωγή προφορικής διαδικασίας κατά το άρθρο 76, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας, δεδομένου ότι κατά την εκτίμησή του διαθέτει επαρκή στοιχεία.

V.      Νομική εκτίμηση

31.      Η υπό κρίση διαφορά ανάγεται στο γεγονός ότι η Επιτροπή αρνείται να αναγνωρίσει την Ταϊλάνδη ως χώρα καταγωγής των μοτοσικλετών τις οποίες η Harley-Davidson υποβάλλει εκεί στην τελευταία μεταποίηση ή επεξεργασία.

32.      Κατά το άρθρο 60, παράγραφος 2, του τελωνειακού κώδικα, τα εμπορεύματα στην παραγωγή των οποίων συμμετέχουν μία ή περισσότερες χώρες ή εδάφη θεωρούνται ως καταγόμενα από τη χώρα ή το έδαφος στην οποία πραγματοποιήθηκε η τελευταία, ουσιαστική, οικονομικά δικαιολογημένη μεταποίηση ή επεξεργασία, σε επιχείρηση εξοπλισμένη για τον σκοπό αυτόν, η οποία κατέληξε στην παρασκευή ενός νέου προϊόντος ή αντιπροσωπεύει σημαντικό στάδιο της παρασκευής.

33.      Προς αποφυγή παρανοήσεων, πρέπει να διευκρινιστεί ότι οι μετέχουσες στη διαδικασία δεν διαφωνούν ως προς το κατά πόσον η Harley-Davidson πραγματοποιεί όντως την τελευταία μεταποίηση ή επεξεργασία στην Ταϊλάνδη, δηλαδή ως προς το αν η εν λόγω μεταποίηση ή επεξεργασία είναι τόσο ουσιαστική κατά την έννοια του άρθρου 60, παράγραφος 2, του τελωνειακού κώδικα ώστε να μπορεί να δικαιολογήσει κατ’ αρχήν το συμπέρασμα ότι χώρα καταγωγής είναι η Ταϊλάνδη. Οι βελγικές αρχές πράγματι δηλώνουν ότι προέβησαν στους σχετικούς ελέγχους πριν αναγνωρίσουν την εν λόγω χώρα ως χώρα καταγωγής (14). Ούτε η Επιτροπή ούτε το Γενικό Δικαστήριο έχουν αποφανθεί επί αυτού του ζητήματος.

34.      Αντιθέτως, το Γενικό Δικαστήριο επιβεβαίωσε τη θέση της Επιτροπής ότι η πραγματοποιούμενη στην Ταϊλάνδη μεταποίηση ή επεξεργασία δεν είναι οικονομικά δικαιολογημένη κατά την έννοια του άρθρου 33, παράγραφος 1, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446.

35.      Σύμφωνα με το άρθρο 33, παράγραφος 1, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446, μεταποίηση ή επεξεργασία που πραγματοποιείται σε άλλη χώρα ή έδαφος δεν θεωρείται οικονομικά δικαιολογημένη εφόσον διαπιστώνεται, βάσει των διαθέσιμων στοιχείων, ότι σκοπός αυτής της μεταποίησης ή επεξεργασίας ήταν η αποφυγή της εφαρμογής των μέτρων που αναφέρονται στο άρθρο 59 του τελωνειακού κώδικα (15).

36.      Λαμβάνοντας υπόψη τις δηλώσεις της ίδιας της Harley-Davidson, εκ πρώτης όψεως η θέση της Επιτροπής φαίνεται δικαιολογημένη, δεδομένου ότι, σύμφωνα με τη σκέψη 26 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, η επιχείρηση ανακοίνωσε ρητώς στο έντυπο 8‑Κ ότι σκοπός της μετατόπισης της παραγωγής στην Ταϊλάνδη ήταν «να αποφύγει τη δασμολογική επιβάρυνση».

37.      Πρέπει, εντούτοις, να υπογραμμιστεί ότι στη γερμανική (και μόνον) απόδοση του άρθρου 33, παράγραφος 1, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446, της επίδικης εκτελεστικής αποφάσεως και της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως αναφέρεται, σε σχέση με τον δασμό, ο όρος «umgehen», που αντιστοιχεί στην έννοια της καταστρατήγησης δικαιώματος. Ο όρος αυτός θα μεταφραζόταν, για παράδειγμα, στο αγγλικό κείμενο ως «to circumvent» και στο γαλλικό ως «contourner».

38.      Το γεγονός ότι κατά τη γερμανική απόδοση το άρθρο 33, παράγραφος 1, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446 έχει την έννοια της απαγόρευσης καταστρατήγησης (16) δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. Καταστρατήγηση νομοθετικής διατάξεως μπορεί, εντούτοις, να νοηθεί μόνον όταν, ενώ αυτή εφαρμόζεται σύμφωνα με τον σκοπό της, η εφαρμογή της παρεμποδίζεται (17). Στη συνέχεια θα καταδείξω ότι η αναγνώριση της μετατόπισης της παραγωγής στην Ταϊλάνδη δεν θίγει τον σκοπό των επίμαχων δασμών.

39.      Ωστόσο, σε όλες τις λοιπές γλωσσικές αποδόσεις των τριών κειμένων, κατ’ αρχάς η Επιτροπή και στη συνέχεια το Γενικό Δικαστήριο χρησιμοποιούν έννοιες όπως «to avoid» στο αγγλικό κείμενο (18) ή «éviter» στο γαλλικό κείμενο (19), οι οποίες στη γερμανική γλώσσα θα έπρεπε μάλλον να μεταφράζονται ως «zu vermeiden» (για την αποφυγή). Άλλωστε, και η Harley-Davidson χρησιμοποιεί στο έντυπο 8‑Κ τη διατύπωση «to avoid the tariff burden» («για την αποφυγή φορολογικών επιβαρύνσεων»).

40.      Κατά συνέπεια, τόσο το Γενικό Δικαστήριο όσο και η Επιτροπή θεωρούν ότι το άρθρο 33, παράγραφος 1, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446 θεσπίζει απαγόρευση αποφυγής. Σε αντιδιαστολή με την απαγόρευση καταστρατήγησης, η έννοια αυτή έχει σαφώς ευρύτερο πεδίο εφαρμογής: περιλαμβάνει όλα ανεξαιρέτως τα μέτρα που αποσκοπούν στην αποφυγή δασμού, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ο σκοπός για τον οποίο αυτός επιβλήθηκε.

41.      Η αποδοχή μιας τέτοιας απαγόρευσης προκαλεί έκπληξη, ιδίως όπως αυτή εξειδικεύεται ως οικονομική δικαιολόγηση, καθόσον η αποφυγή δασμολογικών επιβαρύνσεων ύψους 25 % ή ακόμα και 50 % συνιστά, εκ πρώτης όψεως, θεμιτό οικονομικό σκοπό.

42.      Στη συνέχεια θα εξηγήσω ότι, κατόπιν των ανωτέρω, οι αναιρεσείουσες ορθώς αντιτίθενται στην ερμηνεία του άρθρου 33, παράγραφος 1, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446 ως απαγόρευση αποφυγής. Η εν λόγω διάταξη είτε πρέπει να ερμηνεύεται διαφορετικά (πρώτος λόγος αναιρέσεως) είτε δεν έπρεπε να είχε θεσπιστεί από την Επιτροπή (δεύτερος λόγος αναιρέσεως). Αντιθέτως, δεν φαίνεται να ευδοκιμεί ο τρίτος λόγος αναιρέσεως, περί φερόμενης προσβολής του δικαιώματος ακρόασης και παραβίασης των αρχών της ασφάλειας δικαίου και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης.

Α.      Πρώτος λόγος αναιρέσεως – ερμηνεία του άρθρου 33, παράγραφος 1, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446

43.      Με τον πρώτο λόγο αναιρέσεως οι αναιρεσείουσες αμφισβητούν πολλές κρίσεις του Γενικού Δικαστηρίου (20) σχετικά με την ερμηνεία και εφαρμογή του άρθρου 33, παράγραφος 1, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446. Οι εν λόγω κρίσεις, όμως, βασίζονται στον κεντρικό συλλογισμό που παρατίθεται στη σκέψη 62 αλλά και στη σκέψη 57 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, ότι, κατά τη διάταξη αυτή, η απλή επιδίωξη αποφυγής του δασμού αρκεί για τον αποκλεισμό της οικονομικής δικαιολόγησης της επίμαχης πράξης. Επομένως, το Γενικό Δικαστήριο ερμηνεύει την εν λόγω διάταξη ως απαγόρευση αποφυγής.

44.      Τούτο δεν μεταβάλλεται από το γεγονός ότι στη γερμανική απόδοση της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως χρησιμοποιείται η έννοια «umgehen», δεδομένου ότι στο δεσμευτικό κείμενο της αποφάσεως στην αγγλική γλώσσα διαδικασίας χρησιμοποιείται η έννοια «to avoid», στη δε γαλλική απόδοση, ήτοι στη γλώσσα εργασίας του Γενικού Δικαστηρίου, η έννοια «éviter». Κατά τα λοιπά, το Γενικό Δικαστήριο δεν εξέτασε κατά πόσον πρόθεση της Harley‑Davidson ήταν να αποφύγει τον δασμό, αντιθέτως αρκέστηκε στη διαπίστωση του στόχου της αποφυγής.

45.      Με το πρώτο σκέλος του πρώτου λόγου αναιρέσεως, οι αναιρεσείουσες υποστηρίζουν ότι η εν λόγω ερμηνεία του Γενικού Δικαστηρίου δεν έλαβε υπόψη τον σκοπό και τη συστηματική συνάφεια του άρθρου 33, παράγραφος 1, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446. Με το δεύτερο σκέλος του ίδιου λόγου αναιρέσεως, οι αναιρεσείουσες αμφισβητούν το αποτέλεσμα της ερμηνείας που δόθηκε από το Γενικό Δικαστήριο, κατά την οποία αποκλείεται πρακτικώς η στηριζόμενη σε οικονομικά κίνητρα αντίδραση σε πρόσθετους δασμούς. Και το τρίτο σκέλος του πρώτου λόγου αναιρέσεως βάλλει κατά των συνεπειών όσον αφορά το βάρος αποδείξεως, αποτέλεσμα των οποίων είναι η ενδιαφερόμενη επιχείρηση να υποχρεούται να αποδείξει έναν εντελώς διαφορετικό κύριο στόχο οσάκις η μετατόπιση της παραγωγής συμπίπτει χρονικά με την επιβολή πρόσθετων δασμών.

46.      Ο εν λόγω ισχυρισμός είναι πειστικός, όπως καταδεικνύεται από την εξέταση του άρθρου 33, παράγραφος 1, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446 με βάση της κλασικές μεθόδους ερμηνείας.

1.      Διατύπωση της διατάξεως

47.      Όσον αφορά τη διατύπωση του άρθρου 33, παράγραφος 1, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446, επιβάλλεται να υπογραμμιστούν οι διαφορές μεταξύ των γλωσσικών αποδόσεων και της έννοιας της οικονομικής δικαιολόγησης που μνημονεύονται ανωτέρω.

α)      Διαφορετικές γλωσσικές αποδόσεις

48.      Όσον αφορά τη διατύπωση του άρθρου 33, παράγραφος 1, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446, έχω ήδη καταδείξει ότι στη γερμανική απόδοση διατυπώνεται ως απαγόρευση καταστρατήγησης, ενώ στις λοιπές γλωσσικές αποδόσεις ως απαγόρευση αποφυγής (21).

49.      Μολονότι η γερμανική γλωσσική απόδοση του άρθρου 33, παράγραφος 1, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446 είναι μεμονωμένη, δεν μπορεί να παραγκωνισθεί άνευ ετέρου από τις λοιπές γλωσσικές αποδόσεις, δεδομένου ότι καμία γλωσσική απόδοση δεν υπερισχύει των λοιπών γλωσσικών αποδόσεων (22). Αντιθέτως, πρέπει να αποτελούν αντικείμενο ομοιόμορφης ερμηνείας (23). Επομένως, σε τέτοιες περιπτώσεις ιδιαίτερη σημασία έχει η όλη οικονομία και ο σκοπός της διατάξεως (24) και, ενδεχομένως, το ιστορικό θεσπίσεώς της (25).

β)      Οικονομική δικαιολόγηση

50.      Περαιτέρω, πρέπει να υπομνησθεί ότι από τον σκοπό της αποφυγής ή καταστρατήγησης, το άρθρο 33, παράγραφος 1, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446 συνάγει ότι η επίμαχη μεταποίηση ή επεξεργασία δεν θεωρείται οικονομικά δικαιολογημένη.

51.      Είναι γεγονός ότι τα μέτρα δεν μπορούν να δικαιολογούνται από οποιοδήποτε οικονομικό συμφέρον. Τούτο διότι η έννοια της «δικαιολόγησης» υποδηλώνει την ύπαρξη νομοθετικώς αναγνωρισμένου, υπέρτερου συμφέροντος. Τέτοιου είδους συμφέρον δεν υφίσταται κατά κανόνα στην περίπτωση μη σύννομων μέτρων ή αθέμιτης καταστρατήγησης κανονιστικών διατάξεων (26), όπως στην περίπτωση δασμών.

52.      Αντιθέτως, η αποφυγή απλώς των δασμολογικών επιβαρύνσεων δεν είναι αφ’ εαυτής παράνομη, ούτε μεμπτή για άλλους λόγους. Ωστόσο, όπως επισημαίνουν οι αναιρεσείουσες, στον τομέα της νομοθεσίας του ΦΠΑ το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι ο υποκείμενος στον φόρο έχει κατά κανόνα το δικαίωμα να επιλέξει τη δομή της δραστηριότητάς του κατά τρόπον ώστε να περιορίσει τη φορολογική οφειλή του (27). Ως εκ τούτου, οι υποκείμενοι στον φόρο είναι εν γένει ελεύθεροι να επιλέγουν τις οργανωτικές δομές και τους τρόπους ασκήσεως της επιχειρηματικής τους δράσεως που κρίνουν ως πλέον κατάλληλους για τις οικονομικές τους δραστηριότητες και με σκοπό τον περιορισμό της φορολογικής επιβαρύνσεώς τους (28).

53.      Στην υπό κρίση υπόθεση, τυχόν εφαρμογή της απαγόρευσης αποφυγής θα συνιστούσε σημαντική παρέμβαση στην ανταγωνιστική θέση της Harley‑Davidson. Η επιβολή πρόσθετου δασμού ύψους 25 % ή ακόμα και 50 % μειώνει σημαντικά τις προοπτικές πωλήσεων. Στο έντυπο 8‑K η Harley-Davidson εκτιμά ότι ο μέσος όρος επιβάρυνσης λόγω της επιβολής πρόσθετων δασμών ύψους 25 % ανέρχεται σε 2 200 δολάρια ΗΠΑ ανά μοτοσικλέτα, η δε ετήσια επιβάρυνση της επιχείρησης σε περίπου 90 έως 100 εκατ. δολάρια ΗΠΑ. Είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν άλλα μέτρα, πλην της αποφυγής του δασμού αυτού, θα μπορούσαν να επηρεάσουν κατά ανάλογο τρόπο την τιμή και την ανταγωνιστική θέση των επίμαχων εμπορευμάτων. Ως εκ τούτου, τοιαύτη επιβάρυνση μπορεί να δικαιολογεί από οικονομικής απόψεως την υψηλή δαπάνη προς τον σκοπό αποφυγής της.

54.      Τη βασική οικονομική δικαιολόγηση για τη μετατόπιση της παραγωγής αποτυπώνει και η σύγκριση της επιχείρησης –η οποία, αντιδρώντας άμεσα στην επιβολή πρόσθετων δασμών, μετατοπίζει την τελευταία ουσιαστική μεταποίηση ή επεξεργασία των εμπορευμάτων από τη χώρα στην οποία επιβάλλονται οι δασμοί σε άλλη χώρα– με άλλες επιχειρήσεις οι οποίες διατηρούν εκεί τέτοιου είδους παραγωγή. Τούτο διότι αν οι εν λόγω επιχειρήσεις έχουν πράξει κάτι αντίστοιχο στο παρελθόν ή αν δημιουργούν στην άλλη χώρα για πρώτη φορά μια πανομοιότυπη μονάδα παραγωγής σε μεταγενέστερο χρόνο, ενδεχομένως υπό τον άρρητο φόβο πρόσθετων δασμών, δεν θα μπορούσε να αντιταχθεί σε αυτές το άρθρο 33, παράγραφος 1, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446, ούτε στο πλαίσιο ερμηνείας του ως απαγόρευση αποφυγής. Ωστόσο, οι επιχειρήσεις αυτές δεν διαφέρουν από οικονομικής απόψεως.

55.      Συνεπώς, τυχόν ερμηνεία του άρθρου 33, παράγραφος 1, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446 ως απαγόρευση αποφυγής δεν συνεπάγεται εξειδίκευση της έννοιας της οικονομικής δικαιολόγησης, αντιθέτως την περιορίζει σημαντικά, κατά τρόπο αντίθετο προς το νόημά της.

2.      Σκοπός

56.      Επιχείρημα κατά της ερμηνείας του άρθρου 33, παράγραφος 1, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446 ως απαγόρευση αποφυγής αποτελεί και ο σκοπός της εν λόγω διατάξεως, όπως καθορίζεται στην αιτιολογική σκέψη 21. Σύμφωνα με αυτή, σκοπός της διατάξεως είναι να προλαμβάνεται η χειραγώγηση της καταγωγής των εισαγόμενων εμπορευμάτων προκειμένου να αποφεύγεται η εφαρμογή μέτρων εμπορικής πολιτικής.

57.      Όσον αφορά, δε, την έννοια της «Umgehung», που διαλαμβάνεται στη γερμανική απόδοση της αιτιολογικής σκέψης 21 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446, ισχύουν κατ’ αρχήν όσα ήδη αναφέρθηκαν σχετικά με τη χρήση της έννοιας αυτής στο άρθρο 33, παράγραφος 1 (29).

58.      Σύμφωνα, όμως, με την αιτιολογική σκέψη 21 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446 σε όλες τις γλωσσικές αποδόσεις (30), αποκλειστικός σκοπός του άρθρου 33 είναι να προλαμβάνεται η χειραγώγηση της καταγωγής των εισαγόμενων εμπορευμάτων.

59.      Από ετυμολογική άποψη, η έννοια της «manipulation» υποδηλώνει τη χρήση των χεριών –στα λατινικά manus– και, εν ευρεία εννοία, τον χειρισμό ή την επεξεργασία κάποιου πράγματος, κάτι που σε ορισμένες γλώσσες αντικατοπτρίζεται και στη χρήση του όρου στην πράξη (31). Ωστόσο, φαίνεται απίθανο στην έννοια που διαλαμβάνεται στην αιτιολογική σκέψη 21 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446 να προσδίδεται τοιαύτη σημασία, καθώς δεν πρόκειται για χειρισμό ή επεξεργασία του τόπου καταγωγής, πόσο μάλλον για χρήση των χεριών.

60.      Αντιθέτως, πρέπει να γίνει δεκτό ότι, σύμφωνα με τη συνηθέστερη χρήση της, η έννοια αυτή εκλαμβάνεται, συχνά λόγω πλάνης, ως παραποίηση (32). Υπό αυτό το πνεύμα, το άρθρο 12 και το παράρτημα Ι του κανονισμού για την κατάχρηση της αγοράς (33) εξειδικεύουν την έννοια της (απαγορευμένης) χειραγώγησης των χρηματοπιστωτικών αγορών σε συνάρτηση με διάφορες περιπτώσεις και ειδικότερα την περίπτωση κατά την οποία δίνονται ψευδείς ή παραπλανητικές ενδείξεις (άρθρο 12, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, σημείο i), και στοιχείο γʹ), καθώς και την περίπτωση της χρήσης παραπλανητικών μεθοδεύσεων ή κάθε άλλης παραπλάνησης ή τεχνάσματος (άρθρο 12, παράγραφος 1, στοιχεία βʹ και δʹ). Και σε άλλα νομοθετήματα τις Ένωσης η έννοια της χειραγώγησης συνδέεται με την έννοια της παραπλάνησης (34). Τέλος, και στην περίπτωση αιτιάσεων περί συμπράξεων συχνά γίνεται λόγος για χειραγώγηση και καταστρατήγηση (35), ιδίως σε σχέση με τις τιμές.

61.      Από την αιτιολογική σκέψη 21 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446 συνάγεται ότι το άρθρο 33, παράγραφος 1, δεν αποκλείει εκ προοιμίου την οικονομική δικαιολόγηση της τελευταίας ουσιαστικής μεταποίησης ή επεξεργασίας αποκλειστικά λόγω της αποφυγής δασμών, αλλά μόνον οσάκις αυτή επιτυγχάνεται μέσω της χειραγώγησης της καταγωγής.

3.      Συστηματική συνάφεια

62.      Από συστηματικής απόψεως, πρέπει να εξεταστούν το γεγονός ότι η Επιτροπή εξέδωσε το άρθρο 33, παράγραφος 1, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446 στο πλαίσιο ασκήσεως κατ’ εξουσιοδότηση αρμοδιότητας, καθώς και το αντικείμενο και ο σκοπός των δασμών που αφορά η υπό κρίση υπόθεση και ο επικουρικώς εφαρμοζόμενος κανόνας καταγωγής του άρθρου 33, παράγραφος 3.

α)      Όρια της κατ’ εξουσιοδότηση αρμοδιότητας

63.      Κατά την έκδοση του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446 η Επιτροπή άσκησε εκχωρηθείσα σε αυτήν αρμοδιότητα. Δεδομένου ότι κατά το άρθρο 290, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, η εν λόγω αρμοδιότητα περιορίζεται στη συμπλήρωση ή τροποποίηση ορισμένων μη ουσιαστικών διατάξεων, το άρθρο 33 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446 πρέπει να ερμηνεύεται υπό την έννοια ότι δεν εισάγει καμία ουσιαστική τροποποίηση του άρθρου 60, παράγραφος 2, του τελωνειακού κώδικα. Άλλως, το άρθρο 33 θα στερείτο κύρους.

64.      Από το άρθρο 60, παράγραφος 2, του τελωνειακού κώδικα συνάγεται ότι η Ένωση δεν αναγνωρίζει ως βάση καθορισμού του τόπου καταγωγής οποιαδήποτε τελευταία ουσιαστική μεταποίηση ή επεξεργασία. Αντιθέτως, πρέπει να πρόκειται για οικονομικά δικαιολογημένη πράξη. Περαιτέρω, το άρθρο 62 εξουσιοδοτεί ρητώς την Επιτροπή να θεσπίζει κανόνες σύμφωνα με τους οποίους εμπορεύματα που αναφέρονται στο άρθρο 60, παράγραφος 2 θεωρείται ότι έχουν υποστεί μεταποίηση ή επεξεργασία σε μία μόνο χώρα ή ένα μόνο έδαφος.

65.      Συνεπώς, με το άρθρο 33, παράγραφος 1, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446, η Επιτροπή είχε το δικαίωμα να συγκεκριμενοποιήσει την έννοια της «οικονομικής δικαιολόγησης». Παρά ταύτα, βάσει του άρθρου 290, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, δεν δύναται να αποδώσει νέα σημασία στην έννοια της «οικονομικής δικαιολόγησης», διότι στην περίπτωση αυτή θα μπορούσε να περιορίσει σημαντικά το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 60, παράγραφος 2, του τελωνειακού κώδικα.

66.      Αν το άρθρο 33, παράγραφος 1, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446 αποτρέπει εκ προοιμίου την αποφυγή δασμών, θα μπορούσε να αμφισβητηθεί κατά πόσον η Επιτροπή τήρησε τα όρια της αρμοδιότητάς της. Διότι, όπως ήδη εκτέθηκε ανωτέρω (36), η αποφυγή των δασμών θα μπορούσε να είναι οικονομικά ορθή και θεμιτή.

67.      Αν, αντιθέτως, η εν λόγω διάταξη απαγορεύει μόνον την καταστρατήγηση δασμών ή τη χειραγώγηση της καταγωγής, δεν συντρέχει λόγος να εξεταστεί το ενδεχόμενο υπερβάσεως της κατ’ εξουσιοδότηση αρμοδιότητας. Τούτο διότι ούτε η καταστρατήγηση ούτε η χειραγώγηση μπορούν να δικαιολογούνται λόγω ύπαρξης οικονομικού συμφέροντος.

β)      Αντικείμενο και σκοπός των πρόσθετων δασμών

68.      Υπέρ της απόψεως ότι το άρθρο 33, παράγραφος 1, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446 δεν έχει την έννοια της γενικής απαγορεύσεως αποφυγής, αλλά του περιορισμού της εν λόγω διατάξεως σε απαγόρευση καταστρατήγησης, συνηγορούν επιπλέον το αντικείμενο και ο σκοπός των επίδικων δασμών.

69.      Σκοπός των επίμαχων δασμών δεν είναι η επιβάρυνση επιμέρους παραγωγών. Ειδικότερα, δεν αποσκοπούν στην επιβάρυνση επιχειρήσεων με έδρα τις Ηνωμένες Πολιτείες.

70.      Πολλώ δε μάλλον, καθόσον η Ένωση επέβαλε τους επίμαχους δασμούς βάσει του κανονισμού (ΕΕ) 654/2014 ως αντίδραση σε περιοριστικά εμπορικά μέτρα άλλης χώρας, εν προκειμένω των Ηνωμένων Πολιτειών (37). Τέτοιου είδους πρόσθετοι δασμοί αποσκοπούν στην πρόκληση αρνητικού αντικτύπου στην άλλη χώρα, μέσω της επιδείνωσης της ανταγωνιστικής θέσης των προϊόντων που κατασκευάζονται σε αυτή. Σύμφωνα με την αιτιολογική σκέψη 3 του κανονισμού αυτού, επιδιώκουν τη συμμόρφωση της επίμαχης χώρας με τους σχετικούς διεθνείς εμπορικούς κανόνες, για την επάνοδο σε μια κατάσταση αμοιβαίου οφέλους. Στο πλαίσιο αυτό, ο αρνητικός αντίκτυπος που συνδέεται με τη θέση στην αγορά των προϊόντων που υπόκεινται σε δασμούς ή των πληττόμενων επιχειρήσεων θεωρείται ότι προκλήθηκε εκ προθέσεως μόνον εφόσον θίγει τη χώρα καταγωγής των εν λόγω προϊόντων ή υπηρεσιών.

71.      Επομένως, οι πρόσθετοι δασμοί αποσκοπούν ιδίως στη μείωση της οικονομικής δραστηριότητας στη χώρα σε βάρος της οποίας επιβάλλονται. Κατά πόσον η εν λόγω δραστηριότητα μειώνεται λόγω μικρότερου όγκου πωλήσεων στην Ένωση ή επειδή οι πληττόμενες επιχειρήσεις μετατοπίζουν την οικονομική τους δραστηριότητα σε άλλες χώρες είναι άνευ σημασίας για το αποτέλεσμα που επιδιώκουν οι πρόσθετοι δασμοί.

72.      Με άλλα λόγια, με τη μετατόπιση της παραγωγής σε άλλη χώρα, η Harley‑Davidson έπραξε αυτό ακριβώς στο οποίο αποσκοπούσαν οι πρόσθετοι δασμοί.

73.      Πράγματι, η Επιτροπή ορθώς υποστήριξε ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου ότι οι επίδικοι δασμοί έχουν καθοριστεί κατά τρόπον ώστε να αντιστοιχούν περίπου στο ύψος των πρόσθετων δασμών που οι Ηνωμένες Πολιτείες επιβάλλουν σε εμπορεύματα της Ένωσης. Το ισοζύγιο αυτό διαταράσσεται όταν η Harley-Davidson αποφεύγει την εφαρμογή των επίμαχων εν προκειμένω δασμών που επιβάλλονται επί των εισαγωγών προϊόντων της στην Ένωση, εφοδιάζοντας πλέον την αγορά της Ένωσης όχι από τις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά από την Ταϊλάνδη. Στην περίπτωση αυτή, τα μέτρα που έλαβε η Ένωση είναι, εκ πρώτης όψεως, μικρότερης βαρύτητας σε σύγκριση με τα μέτρα των Ηνωμένων Πολιτειών. Εντούτοις, αυτό δεν μεταβάλλει το γεγονός ότι η Harley-Davidson μείωσε την οικονομική δραστηριότητά της στις Ηνωμένες Πολιτείες λόγω των πρόσθετων δασμών. Η κρίση σχετικά με το κατά πόσον τούτο θίγει όντως το ισοζύγιο και η Επιτροπή δύναται να αποκαταστήσει τη ζημία με την επιβολή πρόσθετων δασμών, όπως ισχυρίζονται οι αναιρεσείουσες, παρέλκει στο πλαίσιο της προκειμένης διαδικασίας.

74.      Αντιθέτως, σκοπό των δασμών κατά τον κανονισμό (ΕΕ) 654/2014 δεν αποτελεί ο αρνητικός αντίκτυπος στην οικονομία άλλων χωρών που δεν μετέχουν στην εμπορική σύγκρουση και στις οποίες η επιχείρηση μετατοπίζει την παραγωγή της, προκειμένου να αποφύγει την καταβολή πρόσθετων δασμών. Πολλώ δε μάλλον, καθόσον τέτοιου είδους αρνητικές επιπτώσεις θα μπορούσαν να προκαλέσουν νέες εμπορικές συγκρούσεις και να παραβιάσουν τις υποχρεώσεις που υπέχει η Ένωση στο πλαίσιο του διεθνούς δικαίου.

γ)      Καμία αντιστάθμιση βάσει του άρθρου 33, παράγραφος 3, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446

75.      Η Επιτροπή υπογραμμίζει, ωστόσο, ότι με το άρθρο 33, παράγραφος 3, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446, προέβλεψε έναν επικουρικώς εφαρμοζόμενο κανόνα για τον καθορισμό της καταγωγής των εμπορευμάτων, ο οποίος εφαρμόζεται οσάκις απορρίπτεται η οικονομική δικαιολόγηση της τελευταίας ουσιαστικής μεταποίησης ή επεξεργασίας. Με αυτόν τον κανόνα θα μπορούσε, κατ’ αρχήν, να διασφαλιστεί ότι οι δασμοί επιβάλλονται μόνο στο μέτρο που είναι αναγκαίο με βάση τους εκάστοτε σκοπούς που επιδιώκουν, εν προκειμένω την εμπορική σύγκρουση.

76.      Ωστόσο, το άρθρο 33, παράγραφος 3, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446 δεν μπορεί να εκπληρώσει αυτόν τον σκοπό. Σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη, καταγωγή των εμπορευμάτων είναι η χώρα ή το έδαφος από όπου προέρχεται το μεγαλύτερο μέρος των υλικών, όπως καθορίζεται με βάση την αξία αυτών. Στο πλαίσιο αυτό, η αξία των υλικών αυτή καθεαυτήν έχει σημασία στη μεταξύ τους σχέση, όχι όμως σε σχέση με τη συνολική αξία των εμπορευμάτων.

77.      Στην πράξη, σε περίπτωση μετατόπισης της τελευταίας μεταποίησης ή επεξεργασίας, ο κανόνας αυτός συχνά θα μπορούσε οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι καταγωγή του εμπορεύματος εξακολουθεί να είναι η χώρα στην οποία είχε προηγουμένως πραγματοποιηθεί αυτό το στάδιο παραγωγής. Τούτο διότι είναι απίθανο μαζί με την παραγωγή να γίνει πλήρης αναδιοργάνωση και των αλυσίδων εφοδιασμού. Συνεπώς, τα υλικά συχνά εξακολουθούν να προέρχονται στην πλειονότητά τους από τη χώρα στην οποία πραγματοποιούνταν προηγουμένως η τελευταία μεταποίηση ή επεξεργασία.

78.      Όμως εάν σημασία έχει μόνο η αξία των υλικών, το τμήμα της αξίας που προστίθεται μέσω της τελευταίας μεταποίησης ή επεξεργασίας των εμπορευμάτων παραβλέπεται εντελώς.

79.      Αν η αξία που προστίθεται σε αυτό το τελευταίο στάδιο είναι χαμηλή, τούτο θα ήταν άνευ σημασίας. Εν πάση περιπτώσει, ο κανόνας καταγωγής του άρθρου 60, παράγραφος 2, του τελωνειακού κώδικα προϋποθέτει ότι η τελευταία μεταποίηση ή επεξεργασία συνιστά αισθητό τμήμα της αξίας που ενσωματώνεται στο εμπόρευμα, όπως έχει κρίνει, σύμφωνα με τη διεθνή πρακτική (38), το Δικαστήριο (39). Για τον λόγο αυτόν, στο άρθρο 34 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446, η Επιτροπή απαρίθμησε τις ελάχιστες εργασίες που δεν αναγνωρίζονται ως τελευταία ουσιαστική μεταποίηση ή επεξεργασία. Κατόπιν τούτου, κρίσιμη σημασία αποκτά η οικονομική δικαιολόγηση και, συνακόλουθα, το άρθρο 33, παράγραφος 1, μόνον εφόσον η επίμαχη μεταποίηση ή επεξεργασία συνδέεται με αισθητή προστιθέμενη αξία.

80.      Το κριτήριο της αισθητής προστιθέμενης αξίας είναι σημαντικό και όσον αφορά τον σκοπό των δασμών σε εμπορικές συγκρούσεις. Με γνώμονα αυτό το κριτήριο, μπορεί να εκτιμηθεί κατά πόσον η μετατόπιση της τελευταίας μεταποίησης ή επεξεργασίας μειώνει την οικονομική δραστηριότητα στη χώρα σε βάρος της οποίας επιβλήθηκε από την Ένωση ο δασμός σε τέτοιο βαθμό ώστε να δικαιολογείται η μεταβολή της καταγωγής των εμπορευμάτων.

81.      Δεδομένου ότι το άρθρο 33, παράγραφος 3, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446 δεν επιτρέπει να λαμβάνεται υπόψη η προστιθέμενη αξία που αποκτάται διά της τελευταίας μεταποίησης ή επεξεργασίας, η εν λόγω διάταξη δεν δύναται να αντισταθμίσει την τεράστια σημασία που συνεπάγεται η εκ μέρους του Γενικού Δικαστηρίου ευρεία ερμηνεία του άρθρου 33, παράγραφος 1, ως απαγόρευσης αποφυγής.

δ)      Ενδιάμεσο συμπέρασμα επί της συστηματικής ερμηνείας

82.      Κατόπιν των ανωτέρω, πρέπει να επισημανθεί ότι ούτε η συστηματική συνάφεια του άρθρου 33, παράγραφος 1, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446 δεν επιτρέπει να συναχθεί εκ προοιμίου από τον σκοπό αποφυγής του δασμού ότι η τελευταία μεταποίηση ή επεξεργασία δεν δικαιολογείται από οικονομικής απόψεως.

4.      Ιστορικό θεσπίσεως και προϊσχύσασες ρυθμίσεις

83.      Δεδομένου ότι ο κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός 2015/2446 δεν εκδόθηκε στο πλαίσιο νομοθετικής διαδικασίας με τη συμμετοχή του Συμβουλίου και του Κοινοβουλίου, δεν υπάρχουν επίσημα έγγραφα σχετικά με το ιστορικό θεσπίσεως. Εντούτοις, επί ερωτημάτων που τέθηκαν από το Γενικό Δικαστήριο, η Επιτροπή ανέφερε ότι το άρθρο 33 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446 θεσπίστηκε σε αντικατάσταση προηγούμενων ρυθμίσεων οι οποίες δεν διαλαμβάνονται στον νέο τελωνειακό κώδικα.

84.      Ειδικότερα, πρόκειται για το άρθρο 25 του προϊσχύσαντος τελωνειακού κώδικα (40) και για την προΐσχύσασα ρύθμιση του άρθρου 6 του κανονισμού (ΕΟΚ) 802/68 (41). Αμφότερες οι διατάξεις προέβλεπαν ότι η μεταποίηση ή επεξεργασία για την οποία υπάρχουν αποδείξεις ή γεγονότα που δικαιολογούν την υπόνοια ότι αυτή είχε ως μόνο σκοπό την καταστρατήγηση, μέσα στην Κοινότητα ή στα κράτη μέλη, των διατάξεων που εφαρμόζονται στα εμπορεύματα ορισμένων χωρών, δεν δύναται σε καμία περίπτωση να θεωρηθεί ότι προσδίδει στα εμπορεύματα που παρήχθησαν κατ’ αυτόν τον τρόπο, την καταγωγή της χώρας στην οποία πραγματοποιήθηκε αυτή η μεταποίηση ή επεξεργασία. Σε όλες τις γλωσσικές αποδόσεις των εν λόγω διατάξεων, και σε αντίθεση με ό,τι παρατηρήθηκε σε σχεδόν όλες τις γλωσσικές αποδόσεις του άρθρου 33, παράγραφος 1, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446 (42), χρησιμοποιήθηκαν έννοιες οι οποίες αντιστοιχούν στη γερμανική «Umgehung».

85.      Η Επιτροπή επεσήμανε ότι σκοπός της αναδιατύπωσης του άρθρου 33, παράγραφος 1, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446 ήταν η αποφυγή των δυσχερειών που υπήρχαν κατά την εφαρμογή των προϊσχυσασών διατάξεων. Ο σκοπός αυτός είναι εύλογος, δεδομένου ότι η απόδειξη της πρόθεσης καταστρατήγησης δεν είναι ευχερής.

86.      Όμως, τέτοιου είδους δυσχέρειες δεν επιτρέπουν τον υπέρμετρο περιορισμό της έννοιας της οικονομικής δικαιολόγησης και τη διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής των δασμών που επιβάλλονται σε συνάρτηση με διακρατικές εμπορικές συγκρούσεις πέραν των ορίων του σκοπού τον οποίο υπηρετούν. Στην περίπτωση αυτή, αυτοί που θα κατέβαλλαν δασμούς δεν είναι μόνον οι κακόπιστοι εμπλεκόμενοι παράγοντες στους οποίους αναφέρθηκε η Επιτροπή.

87.      Τούτο ενισχύεται και από το γεγονός ότι, στις ίδιες παρατηρήσεις, η Επιτροπή αναφέρει επίσης ότι σκοπός του άρθρου 33, παράγραφος 1, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446 είναι μόνον η καταπολέμηση της χειραγώγησης της καταγωγής, όπως άλλωστε προκύπτει και από την αιτιολογική σκέψη 21. Προς τούτο όμως, το άρθρο 33, παράγραφος 1, δεν πρέπει να ερμηνεύεται υπό την έννοια μιας γενικής απαγόρευσης αποφυγής.

5.      Ενδιάμεσο συμπέρασμα επί του πρώτου λόγου αναιρέσεως

88.      Με βάση τα ανωτέρω, οι αναιρεσείουσες ορθώς υποστηρίζουν ότι η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση στηρίχθηκε σε εσφαλμένη ερμηνεία του άρθρου 33, παράγραφος 1, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446. Εν αντιθέσει προς τις εκτιμήσεις του Γενικού Δικαστηρίου που διαλαμβάνονται ιδίως στη σκέψη 62 (αλλά και στη σκέψη 57) της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, η εν λόγω διάταξη δεν μπορεί να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι ήδη ο σκοπός και μόνο της αποφυγής των επίδικων δασμών αρκεί προκειμένου να αποκλειστεί η οικονομική δικαιολόγηση της τελευταίας ουσιαστικής μεταποίησης ή επεξεργασίας.

89.      Αντιθέτως, το άρθρο 33, παράγραφος 1, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446 έχει την έννοια ότι σύμφωνα με αυτό η οικονομική δικαιολόγηση της μεταποίησης ή επεξεργασίας παρέλκει μόνον εφόσον σκοπός της είναι η αποφυγή εφαρμογής των δασμών διά της χειραγώγησης της καταγωγής. Όπως ήδη αναφέρθηκε, προϋπόθεση για την καταστρατήγηση είναι ο επίμαχος δασμός να μην εφαρμόζεται κατ’ αντίθεση προς τον σκοπό του (43).

90.      Ως εκ τούτου, στην περίπτωση του επίδικου πρόσθετου δασμού σε συνάρτηση με διακρατική εμπορική σύγκρουση κρίσιμο είναι το κατά πόσον σκοπός της επίμαχης μεταποίησης ή επεξεργασίας σε ορισμένη χώρα ή ορισμένο έδαφος είναι η δημιουργία πλάνης ως προς το εάν τα επίμαχα εμπορεύματα –και όχι ο παραγωγός– όντως προέρχονται από άλλη χώρα ή άλλο έδαφος, κατά της οποίας ή του οποίου η Ένωση έχει επιβάλει πρόσθετο δασμό λόγω εμπορικής σύγκρουσης. Αντιθέτως, διαφορετική θα ήταν η εκτίμηση της αποφυγής σε περίπτωση μεταποίησης ή επεξεργασίας που στοχεύει στη μη καταβολή άλλων δασμών, όπως των δασμών αντιντάμπιγκ, ή στην υπαγωγή σε προτιμησιακούς δασμούς.

91.      Επομένως, το πρώτο και το δεύτερο σκέλος του πρώτου λόγου αναιρέσεως είναι βάσιμα.

92.      Δεδομένου ότι η εν λόγω πλάνη περί το δίκαιο εκτείνεται και στα συμπεράσματα τα οποία το Γενικό Δικαστήριο συνήγαγε από τα αποδεδειγμένα πραγματικά περιστατικά, πρέπει επίσης να γίνει δεκτό και το τρίτο σκέλος του πρώτου λόγου αναιρέσεως. Τούτο βάλλει κατά των συμπερασμάτων που διαλαμβάνονται στις σκέψεις 66, 68 έως 71 και 74 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως τα οποία το Γενικό Δικαστήριο συνήγαγε από τη χρονική σύμπτωση μεταξύ της επιβολής των επίμαχων δασμών και της ανακοίνωσης της Harley‑Davidson περί μετατόπισης της παραγωγής, σχετικά με το ότι με την εν λόγω μετατόπιση επιδιώκεται η παράκαμψη των επίμαχων δασμών κατά την έννοια του άρθρου 33, παράγραφος 1, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446.

93.      Πράγματι, το Δικαστήριο έχει δεχτεί ότι στην περίπτωση κατά την οποία υπάρχει χρονική σύμπτωση, εναπόκειται στον ενδιαφερόμενο επιχειρηματία να αποδείξει ότι οι πράξεις συναρμολογήσεως πραγματοποιήθηκαν για αντικειμενικό λόγο στη χώρα από την οποία εξήχθησαν τα εμπορεύματα και όχι προς τον σκοπό αποφυγής των συνεπειών των σχετικών διατάξεων (44). Όμως, η κρίση αυτή αφορούσε δασμούς που επεδίωκαν διαφορετικό σκοπό, ήτοι δασμούς αντιντάμπινγκ, και εξηγείται επίσης από το γεγονός ότι σε εκείνη την περίπτωση επρόκειτο περί συνέχισης πρακτικής που υφίστατο ήδη πριν από την επιβολή του επίμαχου δασμού (45).

94.      Εν πάση περιπτώσει, το τεκμήριο αυτό δεν φαίνεται να μπορεί να εφαρμοστεί στην υπό κρίση υπόθεση, που αφορά δασμό επιβληθέντα στο πλαίσιο εμπορικής σύγκρουσης, δεδομένου ότι η μετατόπιση της τελευταίας ουσιαστικής μεταποίησης ή επεξεργασίας σε άλλη χώρα συνάδει με τους σκοπούς επιβολής του δασμού (46).

95.      Κατά συνέπεια, και το τρίτο σκέλος του πρώτου λόγου αναιρέσεως πρέπει να γίνει δεκτό.

96.      Με βάση τα ανωτέρω, η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση στηρίζεται σε αλληλένδετα νομικά σφάλματα και, ως εκ τούτου, πρέπει να αναιρεθεί.

97.      Για τον λόγο αυτόν, θεωρώ ότι παρέλκει η απόφανση επί των άλλων δύο λόγων αναιρέσεως. Ως εκ τούτου, θα τους εξετάσω όλως συνοπτικώς.

Β.      Επικουρικώς: δεύτερος λόγος αναιρέσεως – νομιμότητα του άρθρου 33 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446

98.      Με τον δεύτερο λόγο αναιρέσεως οι αναιρεσείουσες υποστηρίζουν ότι το Γενικό Δικαστήριο παρέλειψε να διαπιστώσει έλλειψη νομιμότητας του άρθρου 33 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446 συνιστάμενη στο ότι η Επιτροπή υπερέβη την εξουσία της για συγκεκριμενοποίηση του άρθρου 60, παράγραφος 2, του τελωνειακού κώδικα.

99.      Αν, ωστόσο, το Δικαστήριο κάνει δεκτή την ερμηνεία που προτείνω να δοθεί στο άρθρο 33, παράγραφος 1, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446, η εν λόγω διάταξη δεν εκφεύγει του πλαισίου των εξουσιών που ανατέθηκαν στην Επιτροπή.

100. Εάν, αντιθέτως, το Δικαστήριο κρίνει ότι πρόθεση της Επιτροπής ήταν όντως να θεσπίσει μία ευρεία απαγόρευση αποφυγής και για τον λόγο αυτόν απορρίψει την ερμηνεία που προτείνω, η Επιτροπή θα έχει πράγματι παραβεί την εξουσία που διαθέτει για εξειδίκευση γενιών νομικών εννοιών, η οποία απορρέει από το άρθρο 290 ΣΛΕΕ. Πράγματι, αν συνέβαινε αυτό, η έννοια της οικονομικής δικαιολόγησης και το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 60, παράγραφος 2, του τελωνειακού κώδικα θα περιορίζονταν υπέρμετρα από το άρθρο 33 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446 (47). Στην περίπτωση αυτή η απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου θα έπρεπε να αναιρεθεί, δεδομένου ότι δεν διαπιστώθηκε με αυτήν έλλειψη νομιμότητας της εν λόγω διατάξεως.

Γ.      Επικουρικώς: τρίτος λόγος αναιρέσεως – δικαίωμα ακρόασης, ασφάλεια δικαίου και προστασία της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης

101. Με τον τρίτο λόγο αναιρέσεως οι αναιρεσείουσες προβάλλουν προσβολή του δικαιώματος ακρόασης και παραβίαση των αρχών της ασφάλειας δικαίου και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης. Όμως, ο εν λόγω ισχυρισμός των αναιρεσειουσών δεν θα ευσταθεί σε περίπτωση που το Δικαστήριο δεν δεχθεί την άποψή μου και ερμηνεύσει το άρθρο 33 παράγραφος 1, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446 ως απαγόρευση αποφυγής.

102. Είναι γεγονός ότι στη σκέψη 166 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως το Γενικό Δικαστήριο δέχθηκε ότι η Επιτροπή δεν τήρησε την υποχρέωσή της να ακούσει τις απόψεις της Harley-Davidson πριν από την έκδοση της προσβαλλόμενης αποφάσεως. Όμως, σύμφωνα με την πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, το Γενικό Δικαστήριο επεσήμανε ότι προκειμένου προσβολή των δικαιωμάτων άμυνας να συνεπάγεται την ακύρωση της προσβαλλομένης πράξεως, απαιτείται, ελλείψει της παρατυπίας αυτής, να ήταν δυνατό η διαδικασία να καταλήξει σε διαφορετικό αποτέλεσμα, στοιχείο το οποίο πρέπει να αποδείξει η ενδιαφερόμενη επιχείρηση (48). Οι αναιρεσείουσες δεν είναι σε θέση να προσκομίσουν σχετικές αποδείξεις, δεδομένου ότι βάσει του εντύπου Κ‑8 είναι βέβαιο ότι με τη μετατόπιση της παραγωγής η Harley-Davidson ήθελε, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, να αποφύγει την εφαρμογή των επίμαχων δασμών. Συνεπώς, αν το άρθρο 33, παράγραφος 1, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446 ήθελε ερμηνευθεί ως απαγόρευση αποφυγής, δεν θα ήταν δυνατή καμία άλλη απόφαση της Επιτροπής.

103. Όσον αφορά την ασφάλεια δικαίου και την προστασία της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, οι αναιρεσείουσες υποστηρίζουν ότι θα έπρεπε να μπορούν να εμπιστευθούν τις δεσμευτικές πληροφορίες καταγωγής που εκδόθηκαν από τις βελγικές αρχές. Ισχυρίζονται ότι τουλάχιστον το διάστημα των δεκαέξι μηνών που διήρκεσε η διαδικασία εκδόσεως της προσβαλλόμενης εκτελεστικής αποφάσεως ήταν υπερβολικό, και συνεπώς καταδεικνύει ότι οι αποφάσεις των βελγικών αρχών δεν ήταν προδήλως παράνομες.

104. Εντούτοις, στη σκέψη 144 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, το Γενικό Δικαστήριο ορθώς έκρινε ότι οι βάσει του άρθρου 33 του τελωνειακού κώδικα εκδοθείσες δεσμευτικές πληροφορίες καταγωγής των εγχώριων αρχών δεν μπορούν να παράσχουν οριστικές εγγυήσεις στον επιχειρηματία σχετικά με τη γεωγραφική καταγωγή των επίμαχων εμπορευμάτων. Τούτο διότι, κατά το άρθρο 34, παράγραφος 11, η Επιτροπή μπορεί να διατάξει την ανάκληση της αποφάσεως αυτής με ισχύ για το μέλλον, αν οι εγχώριες αρχές προσδιορίσουν εσφαλμένα την καταγωγή.

105. Οι αναιρεσείουσες δεν έπρεπε, κατ’ αρχήν, να βασιστούν στο ότι η Επιτροπή δεν θα ασκήσει αυτή την εξουσία. Επομένως, στερείται σημασίας η συμπληρωματική αιτιολογία του Γενικού Δικαστηρίου που διαλαμβάνεται στη σκέψη 145 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, περί του ότι με το άρθρο 33, παράγραφος 1, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446 οι αποφάσεις των βελγικών αρχών παρέβησαν σαφή διάταξη του ενωσιακού δικαίου Αν, εντούτοις, το εν λόγω στοιχείο θεωρηθεί σημαντικό, υπό το φως τον προεκτεθέντων συλλογισμών επί του πρώτου λόγου αναιρέσεως θα μπορούσαν να δημιουργηθούν αμφιβολίες σχετικά με το κατά πόσον η εν λόγω διάταξη είναι αρκούντως σαφής.

VI.    Επί της ασκηθείσας ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου προσφυγής

106. Κατά το άρθρο 61, παράγραφος 1, του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε περίπτωση αναιρέσεως της αποφάσεως του Γενικού Δικαστηρίου, το Δικαστήριο μπορεί είτε το ίδιο να αποφανθεί οριστικά επί της διαφοράς, εφόσον αυτή είναι ώριμη προς εκδίκαση, είτε να αναπέμψει την υπόθεση στο Γενικό Δικαστήριο.

107. Η προσφυγή είναι ώριμη προς εκδίκαση, καθώς δεν αμφισβητείται ότι η Επιτροπή στήριξε την επίδικη εκτελεστική απόφαση στην ίδια εσφαλμένη ερμηνεία που προσέδωσε το Γενικό Δικαστήριο στο άρθρο 33, παράγραφος 1, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446. Τούτο διότι ο μοναδικός λόγος εφαρμογής της διατάξεως αυτής, τον οποίο η Επιτροπή παραθέτει στην αιτιολογική σκέψη 6 της επίδικης εκτελεστικής αποφάσεως, είναι η δήλωση που διαλαμβάνεται στο έντυπο 8‑K, κατά την οποία η Harley-Davidson θέλει να αποφύγει την εφαρμογή των επίμαχων δασμών. Αντιθέτως, η Επιτροπή δεν διαπίστωσε αθέμιτη αποφυγή του δασμού διά της χειραγώγησης της καταγωγής.

108. Είναι γεγονός ότι η Επιτροπή επιχείρησε να ισχυριστεί ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου ότι στη Harley-Davidson θα μπορούσε να προσαφθεί καταστρατήγηση ή καταχρηστικού χαρακτήρα διευθέτηση. Πλην όμως, η ίδια αναφέρθηκε αποκλειστικά στο γεγονός ότι η μετατόπιση της τελευταίας μεταποίησης ή επεξεργασίας ανάγεται στη βούληση της επιχείρησης και ότι, κατ’ ουσίαν, αποσκοπούσε στην αποφυγή του δασμού. Αντιθέτως, δεν αναφέρθηκε καθόλου στο ζήτημα αν με την πράξη της θίγεται ο σκοπός για τον οποίο επιβλήθηκε ο δασμός. Επομένως, ούτε απόρριψη της οικονομικής δικαιολόγησης δεν μπορεί να στηριχθεί στον εν λόγω ισχυρισμό.

109. Ως εκ τούτου, τα αιτήματα των αναιρεσειουσών πρέπει να γίνουν δεκτά και να ακυρωθεί η επίδικη εκτελεστική απόφαση.

VII. Δικαστικά έξοδα

110. Δυνάμει του άρθρου 184, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, όταν η αίτηση αναιρέσεως γίνεται δεκτή και το Δικαστήριο κρίνει το ίδιο οριστικά τη διαφορά, αποφαίνεται επί των δικαστικών εξόδων.

111. Κατά το άρθρο 138, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας, το οποίο εφαρμόζεται κατ’ αναλογίαν στην αναιρετική διαδικασία δυνάμει του άρθρου 184, παράγραφος 1, του ίδιου κανονισμού, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα έξοδα, εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου.

112. Επομένως, η Επιτροπή πρέπει να φέρει τα δικαστικά έξοδα των αναιρεσειουσών και τα δικά της δικαστικά έξοδα.

VIII. Πρόταση

113. Κατόπιν των ανωτέρω, προτείνω στο Δικαστήριο να αποφανθεί ως ακολούθως:

1)      Αναιρεί την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 1ης Μαρτίου 2023, Harley-Davidson Europe και Neovia Logistics Services International κατά Επιτροπής (T‑324/21, EU:T:2023:101).

2)      Ακυρώνει την εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2021/563 της Επιτροπής της 31ης Μαρτίου 2021 σχετικά με την ισχύ ορισμένων αποφάσεων που αφορούν δεσμευτικές πληροφορίες καταγωγής.

3)      Καταδικάζει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν οι Harley-Davidson Europe Ltd και Neovia Logistics Services International και η ίδια, τόσο ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου όσο και ενώπιον του Δικαστηρίου.


1      Γλώσσα του πρωτοτύπου: η γερμανική.


2      Εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2021/563, της 31ης Μαρτίου 2021, σχετικά με την ισχύ ορισμένων αποφάσεων που αφορούν δεσμευτικές πληροφορίες καταγωγής (ΕΕ 2021, L 119, σ. 117).


3      Απόφαση της 1ης Μαρτίου 2023, Harley-Davidson Europe και Neovia Logistics Services International κατά Επιτροπής (T‑324/21, EU:T:2023:101).


4      Κανονισμός (ΕΕ) 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Οκτωβρίου 2013, για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ 2013, L 269, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2019/632 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Απριλίου 2019 (ΕΕ 2019, L 111, σ. 54).


5      Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2015/2446 της Επιτροπής, της 28ης Ιουλίου 2015, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όσον αφορά λεπτομερείς κανόνες σχετικούς με ορισμένες από τις διατάξεις του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ 2015, L 343, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε με τον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2021/234 της Επιτροπής της 7ης Δεκεμβρίου 2020 (ΕΕ 2021, L 63, σ. 1).


6      Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, περί ασκήσεως των δικαιωμάτων της Ένωσης για την εφαρμογή και την επιβολή των διεθνών εμπορικών κανόνων και τροποποιήσεως του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3286/94 του Συμβουλίου που καθορίζει κοινοτικές διαδικασίες στον τομέα της κοινής εμπορικής πολιτικής για να διασφαλιστεί η άσκηση των δικαιωμάτων της Κοινότητας στο πλαίσιο των κανόνων του διεθνούς εμπορίου, ιδίως αυτών που έχουν θεσπιστεί στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΕΕ 2014, L 189, σ. 50), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/1843 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Οκτωβρίου 2015, που καθορίζει ενωσιακές διαδικασίες στον τομέα της κοινής εμπορικής πολιτικής για να διασφαλιστεί η άσκηση των δικαιωμάτων της Ένωσης στο πλαίσιο των κανόνων του διεθνούς εμπορίου, ιδίως αυτών που έχουν θεσπιστεί στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (κωδικοποιημένο κείμενο) (ΕΕ 2015, L 272, σ. 1).


7      Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2018/724 της Επιτροπής, της 16ης Μαΐου 2018, περί ορισμένων μέτρων εμπορικής πολιτικής που αφορούν ορισμένα προϊόντα καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής (ΕΕ 2018, L 122, σ. 14).


8      Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2658/87 του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1987, για τη δασμολογική και στατιστική ονοματολογία και το κοινό δασμολόγιο (ΕΕ 1987, L 256, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2018/2012 της Επιτροπής, της 26ης Μαρτίου 2018, σχετικά με την τροποποίηση του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2658/87 (ΕΕ 2018, L 83, σ. 11).


9      Εκτελεστικός κανονισμός της 20ής Ιουνίου 2018, περί ορισμένων μέτρων εμπορικής πολιτικής που αφορούν ορισμένα προϊόντα καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και για την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2018/724 (ΕΕ 2018, L 158, σ. 5).


10      Κατ’ αρχάς με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2021/866 της Επιτροπής, της 28ης Μαΐου 2021, για την αναστολή των μέτρων εμπορικής πολιτικής που αφορούν ορισμένα προϊόντα καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, τα οποία επιβλήθηκαν με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2018/886 (ΕΕ 2021, L 190, σ. 94), και στη συνέχεια με τις διατάξεις που παρατίθενται στην υποσημείωση 11.


11      Κατ’ αρχάς με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2021/2083 της Επιτροπής, της 26ης Νοεμβρίου 2021, για την αναστολή των μέτρων εμπορικής πολιτικής που αφορούν ορισμένα προϊόντα καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, τα οποία επιβλήθηκαν με τους εκτελεστικούς κανονισμούς (ΕΕ) 2018/886 και (ΕΕ) 2020/502 (ΕΕ 2021, L 426, σ. 41), και στη συνέχεια με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2023/2882 της Επιτροπής, της 18ης Δεκεμβρίου 2023, για την αναστολή των μέτρων εμπορικής πολιτικής που αφορούν ορισμένα προϊόντα καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, τα οποία επιβλήθηκαν με τους εκτελεστικούς κανονισμούς (ΕΕ) 2018/886 και (ΕΕ) 2020/502 (ΕΕ L, 2023/2882).


12      Όπως παρατίθεται στη σκέψη 26 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως.


13      ΕΕ 2021, L 119, σ. 117.


14      Πληροφορίες εκδοθείσες από τις βελγικές αρχές στις 13 Νοεμβρίου 2020, παράρτημα E.3 της από 18ης Ιουλίου 2022 απάντησης της Επιτροπής επί ερωτημάτων που τέθηκαν από το Γενικό Δικαστήριο.


15      Δεδομένου ότι οι επίδικοι πρόσθετοι δασμοί αποτελούν τμήμα του κοινού δασμολογίου, πρόκειται για μέτρα κατά την έννοια του άρθρου 59 του τελωνειακού κώδικα.


16      Σε αυτό το πνεύμα, στο Krenzler, H. G., Herrmann, C., Niestedt, M., EU-Außenwirtschafts- und Zollrecht, 22η έκδ., Δεκέμβριος 2023, C. H. Beck, Μόναχο, άρθρο 60 ΕΤΚ, αριθ. περιθ. 8, ο Schumann, G. θεωρεί ότι το άρθρο 33, παράγραφος 1, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446, έχει την έννοια ρήτρας απαγόρευσης καταστρατήγησης.


17      Βλ. για τη χρήση του όρου «καταστρατήγηση» αποφάσεις της 12ης Δεκεμβρίου 2006, Γερμανία κατά Κοινοβουλίου και Συμβουλίου (C‑380/03, EU:C:2006:772, σκέψη 113), της 21ης Μαΐου 2019, Επιτροπή κατά Ουγγαρίας (Επικαρπία επί γεωργικών γαιών) (C‑235/17, EU:C:2019:432, σκέψη 76), της 26ης Οκτωβρίου 2021, PL Holdings (C‑109/20, EU:C:2021:875, σκέψη 47), και της 11ης Απριλίου 2024, Triferto (C‑654/22, EU:C:2024:298, σκέψη 51).


      Βλ. επίσης τη νομολογία σχετικά με το αντικειμενικό χαρακτηριστικό των καταχρηστικών πρακτικών: αποφάσεις της 14ης Δεκεμβρίου 2000, Emsland-Stärke (C‑110/99, EU:C:2000:695, σκέψη 52), της 28ης Ιανουαρίου 2015, Starjakob (C‑417/13, EU:C:2015:38, σκέψη 56), της 26ης Φεβρουαρίου 2019, T Danmark και Y Denmark (C‑116/16 και C‑117/16, EU:C:2019:135, σκέψη 97), και της 7ης Απριλίου 2022, Avio Lucos (C‑176/20, EU:C:2022:274, σκέψη 70). Το στοιχείο αυτό κωδικοποιήθηκε, όσον αφορά τη φορολογική νομοθεσία, με το άρθρο 6, παράγραφος 1, της οδηγίας (ΕΕ) 2016/1164 του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2016, για τη θέσπιση κανόνων κατά πρακτικών φοροαποφυγής που έχουν άμεση επίπτωση στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς (ΕΕ 2016, L 193, σ. 1).


18      Είναι πιθανό, στο πλαίσιο της διαδικασίας εκδόσεως του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 2015/2446 και της επίδικης εκτελεστικής αποφάσεως, γλώσσα εργασίας της Επιτροπής να ήταν κυρίως αυτή και η διαδικασία ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου να διεξήχθη επίσης σε αυτή τη γλώσσα.


19      Γλώσσα εργασίας του Γενικού Δικαστηρίου.


20      Ειδικότερα αμφισβητούν τις σκέψεις 58, 60, 62 έως 63, 66, 68 έως 71 και 74 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως.


21      Βλ. σημεία 37 έως 41 των παρουσών προτάσεων.


22      Αποφάσεις της 27ης Μαΐου 1990, Cricket St Thomas (C‑372/88, EU:C:1990:140, σκέψη 18), και της 26ης Ιανουαρίου 2021, Hessischer Rundfunk (C‑422/19 και C‑423/19, EU:C:2021:63, σκέψη 65).


23      Αποφάσεις της 27ης Οκτωβρίου 1977, Bouchereau (30/77, EU:C:1977:172, σκέψεις 13 και 14), της 27ης Μαρτίου 1990, Cricket St Thomas (C‑372/88, EU:C:1990:140, σκέψη 19), και της 6ης Οκτωβρίου 2021, Consorzio Italian Management και Catania Multiservizi (C‑561/19, EU:C:2021:799, σκέψη 43).


24      Αποφάσεις της 27ης Οκτωβρίου 1977, Bouchereau (30/77, EU:C:1977:172, σκέψεις 13 και 14), και της 17ης Ιανουαρίου 2023, Ισπανία κατά Επιτροπής (C‑632/20 P, EU:C:2023:28, σκέψη 42).


25      Αποφάσεις της 22ας Οκτωβρίου 2009, Zurita García και Choque Cabrera (C‑261/08 και C‑348/08, EU:C:2009:648, σκέψη 57), της 27ης Νοεμβρίου 2012, Pringle (C‑370/12, EU:C:2012:756, σκέψη 135), της 3ης Οκτωβρίου 2013, Inuit Tapiriit Kanatami κ.λπ. κατά Κοινοβουλίου και Συμβουλίου (C‑583/11 P, EU:C:2013:625, σκέψη 50), και της 20ής Δεκεμβρίου 2017, Acacia και D‘Amato (C‑397/16 και C‑435/16, EU:C:2017:992, σκέψη 31).


26      Βλ. σημείο 38 των παρουσών προτάσεων.


27      Αποφάσεις της 21ης Φεβρουαρίου 2006, Halifax κ.λπ. (C‑255/02, EU:C:2006:121, σκέψη 73), και της 17ης Δεκεμβρίου 2015, WebMindLicenses (C‑419/14, EU:C:2015:832, σκέψη 42).


28      Απόφαση της 22ας Δεκεμβρίου 2010, RBS Deutschland Holdings (C‑277/09, EU:C:2010:810, σκέψη 53).


29      Βλ. σημεία 37 έως 41 των παρουσών προτάσεων.


30      Μάλιστα, η λέξη «manipulation» που χρησιμοποιείται έχει σχεδόν σε όλες τις γλωσσικές αποδόσεις την ίδια ρίζα. Μόνο στο ελληνικό και στο φινλανδικό κείμενο χρησιμοποιούνται διαφορετικές έννοιες, εντούτοις η ελληνική λέξη «χειραγώγηση» φαίνεται να έχει την ίδια σημασία με τη λέξη «manipulation», η δε φινλανδική λέξη «vilpillisesti» φαίνεται να κινείται ακόμα περισσότερο προς την κατεύθυνση της απατηλής συμπεριφοράς.


31      Υπό αυτό το πρίσμα, βλ. γαλλικό κείμενο των αποφάσεων της 21ης Ιουνίου 2007, Omni Metal Service (C‑259/05, EU:C:2007:363, σκέψεις 33 και 37), και της 27ης Σεπτεμβρίου 2007, Medion και Canon Deutschland (C‑208/06 και C‑209/06, EU:C:2007:553, σκέψεις 40 έως 42), καθώς και απόδοση στη γαλλική γλώσσα του άρθρου 3, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 94/62/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1994, για τις συσκευασίες και τα απορρίμματα συσκευασίας (ΕΕ 1994, L 365, σ. 10).


32      Χαρακτηριστικές οι αποφάσεις της 7ης Δεκεμβρίου 2010, R (C‑285/09, EU:C:2010:742, σκέψη 48), και της 9ης Ιουλίου 2020, Verein für Konsumenteninformation (C‑343/19, EU:C:2020:534, σκέψεις 24, 29 και 35).


33      Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 596/2014 του Ευρωπαϊκοί Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Απριλίου 2014, για την κατάχρηση της αγοράς (ΕΕ 2014, L 173, σ. 1) όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2023/2869 (ΕΕ L, 2023/2869). Ομοίως, ο ορισμός της «χειραγώγησης της αγοράς» στο άρθρο 2, σημείο 2, του κανονισμού (ΕΕ) 1227/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011, για την ακεραιότητα και τη διαφάνεια στη χονδρική αγορά ενέργειας – Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ (ΕΕ 2011, L 326, σ. 1).


34      Βλ., επίσης, άρθρο 47α της οδηγίας 2001/83/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Νοεμβρίου 2001, περί κοινοτικού κώδικος για τα φάρμακα που προορίζονται για ανθρώπινη χρήση (ΕΕ 2001, L 311, σ. 67), όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία (ΕΕ) 2022/642 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Απριλίου 2022 (ΕΕ 2022, L 118, σ. 4), άρθρο 8 του κανονισμού (EE) 1173/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Νοεμβρίου 2011, για την αποτελεσματική επιβολή της δημοσιονομικής εποπτείας στη ζώνη του ευρώ (ΕΕ 2011, L 306, σ. 1), άρθρο 8, παράγραφος 6, της οδηγίας 2014/45/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 3ης Απριλίου 2014, για τον περιοδικό τεχνικό έλεγχο των μηχανοκίνητων οχημάτων και των ρυμουλκουμένων τους (ΕΕ 2014, L 127, σ. 51), άρθρο 5, παράγραφος 6, του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1150 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2019, για την προώθηση της δίκαιης μεταχείρισης και της διαφάνειας για τους επιχειρηματικούς χρήστες επιγραμμικών υπηρεσιών διαμεσολάβησης (ΕΕ 2019, L 186, σ. 57), άρθρο 34, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΕ) 2022/2065 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Οκτωβρίου 2022, σχετικά με την ενιαία αγορά ψηφιακών υπηρεσιών (πράξη για τις ψηφιακές υπηρεσίες) (ΕΕ 2022, L 277, σ. 1), και άρθρο 54, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΕ) 2023/2053 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Σεπτεμβρίου 2023, για τη θέσπιση πολυετούς σχεδίου διαχείρισης του τόνου στον Ανατολικό Ατλαντικό και στη Μεσόγειο (ΕΕ 2023, L 238, σ. 1).


35      Πρβλ. αποφάσεις της 6ης Δεκεμβρίου 2012, Επιτροπή κατά Verhuizingen Coppens (C‑441/11 P, EU:C:2012:778, σκέψη 48), σχετικά με την καταστρατήγηση της διαδικασίας υποβολής προσφορών, της 14ης Ιανουαρίου 2021, Kilpailu- ja kuluttajavirasto (C‑450/19, EU:C:2021:10, σκέψη 35), σχετικά με τη νόθευση διαγωνισμού, και της 12ης Ιανουαρίου 2023, HSBC Holdings κ.λπ. κατά Επιτροπής (C‑883/19 P, EU:C:2023:11, ιδίως σκέψεις 108 επ.), σχετικά με τη χειραγώγηση των διατραπεζικών επιτοκίων αναφοράς του Euribor.


36      Βλ. σημεία 50 έως 53 των παρουσών προτάσεων.


37      Αιτιολογικές σκέψεις 2 και 3 του εκτελεστικού κανονισμού 2018/724.


38      Το άρθρο 5 της διεθνούς σύμβασης για την απλούστευση και εναρμόνιση των τελωνειακών καθεστώτων που καταρτίσθηκε με την απόφαση 75/199/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Μαρτίου 1975 (ΕΕ ειδ. έκδ. 02/012, σ. 5), έχει αντικατασταθεί από το ειδικό παράρτημα Κ της αναθεωρημένης σύμβασης· εντούτοις, η Ένωση δεν έχει επικυρώσει το παράρτημα αυτό. Βλ. και άρθρο 2, στοιχεία αʹ και γʹ, της συμφωνίας για τους κανόνες καταγωγής (ΕΕ 1994, L 336, σ. 144) που εγκρίθηκε με την απόφαση 94/800/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1994, σχετικά με την εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας σύναψη των συμφωνιών που απέρρευσαν από τις πολυμερείς διαπραγματεύσεις του Γύρου της Ουρουγουάης (1986-1994), καθ’ όσον αφορά τα θέματα που εμπίπτουν στις αρμοδιότητές της (ΕΕ 1994, L 336, σ. 1).


39      Αποφάσεις της 13ης Δεκεμβρίου 1989, Brother International (C‑26/88, EU:C:1989:637, σκέψεις 20 έως 23, ιδίως σκέψεις 22), της 8ης Μαρτίου 2007, Thomson και Vestel France (C‑447/05 και C‑448/05, EU:C:2007:151, σκέψεις 27, 28, 31 και 45), και της 13ης Δεκεμβρίου 2007, Asda Stores (C‑372/06, EU:C:2007:787, σκέψεις 37, 38 και 41).


40      Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1992, περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ 1992, L 302, σ. 1).


41      Κανονισμός του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 1968, περί του κοινού ορισμού της εννοίας της καταγωγής των εμπορευμάτων (ΕΕ ειδ. έκδ. 02/01, σ. 20).


42      Βλ. σημεία 37 έως 41 των παρουσών προτάσεων.


43      Βλ. σημείο 38 των παρουσών προτάσεων.


44      Απόφαση της 13ης Δεκεμβρίου 1989, Brother International (C‑26/88, EU:C:1989:637, σκέψη 28).


45      Απόφαση της 13ης Δεκεμβρίου 1989, Brother International (C‑26/88, EU:C:1989:637, σκέψεις 3 και 6).


46      Βλ. σημεία 68 έως 74 των παρουσών προτάσεων.


47      Βλ. σημεία 62 έως 65 των παρουσών προτάσεων.


48      Απόφαση της 16ης Ιουνίου 2016, SKW Stahl-Metallurgie και SKW Stahl-Metallurgie Holding κατά Επιτροπής (C‑154/14 P, EU:C:2016:445, σκέψη 69 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

Top