EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62022TJ0034

Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (δεύτερο πενταμελές τμήμα) της 12ης Ιουλίου 2023 (Αποσπάσματα).
Cunsorziu di i Salamaghji Corsi - Consortium des Charcutiers Corses κ.λπ. κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Προστατευόμενη γεωγραφική ένδειξη – Προστατευόμενη ονομασία προελεύσεως – Αιτήσεις για τις προστατευόμενες γεωγραφικές ενδείξεις “Jambon sec de l’Île de Beauté”, “Lonzo de l’Île de Beauté” και “Coppa de l’Île de Beauté” – Προγενέστερες προστατευόμενες ονομασίες προελεύσεως “Jambon sec de Corse – Prisuttu”, “Lonzo de Corse – Lonzu” και “Coppa de Corse – Coppa di Corsica” – Επιλεξιμότητα των ονομασιών – Υπαινιγμός – Άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, και άρθρο 13, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού (ΕΕ) 1151/2012 – Έκταση του εκ μέρους της Επιτροπής ελέγχου των αιτήσεων καταχωρίσεως – Άρθρο 50, παράγραφος 1, και άρθρο 52, παράγραφος 1, του κανονισμού 1151/2012 – Εσφαλμένη εκτίμηση.
Υπόθεση T-34/22.

ECLI identifier: ECLI:EU:T:2023:386

 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο πενταμελές τμήμα)

της 12ης Ιουλίου 2023 ( *1 )

«Προστατευόμενη γεωγραφική ένδειξη – Προστατευόμενη ονομασία προελεύσεως – Αιτήσεις για τις προστατευόμενες γεωγραφικές ενδείξεις “Jambon sec de l’Île de Beauté”, “Lonzo de l’Île de Beauté” και “Coppa de l’Île de Beauté” – Προγενέστερες προστατευόμενες ονομασίες προελεύσεως “Jambon sec de Corse – Prisuttu”, “Lonzo de Corse – Lonzu” και “Coppa de Corse – Coppa di Corsica” – Επιλεξιμότητα των ονομασιών – Υπαινιγμός – Άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, και άρθρο 13, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού (ΕΕ) 1151/2012 – Έκταση του εκ μέρους της Επιτροπής ελέγχου των αιτήσεων καταχωρίσεως – Άρθρο 50, παράγραφος 1, και άρθρο 52, παράγραφος 1, του κανονισμού 1151/2012 – Εσφαλμένη εκτίμηση»

Στην υπόθεση T‑34/22,

Cunsorziu di i Salamaghji Corsi – Consortium des Charcutiers Corses, με έδρα το Borgo (Γαλλία), και οι λοιποί προσφεύγοντες των οποίων τα ονόματα παρατίθενται στο παράρτημα ( 1 ), εκπροσωπούμενοι από τους T. de Haan και V. Le Meur-Baudry, δικηγόρους,

προσφεύγοντες,

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής, εκπροσωπούμενης από τον M. Κωνσταντινίδη, την C. Perrin και τον B. Rechena,

καθής,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δεύτερο πενταμελές τμήμα),

συγκείμενο από τους A. Μαρκουλλή, πρόεδρο, S. Frimodt Nielsen, J. Schwarcz, V. Tomljenović και R. Norkus (εισηγητή), δικαστές,

γραμματέας: L. Ramette, διοικητικός υπάλληλος,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 13ης Ιανουαρίου 2023,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση ( 2 )

1

Με την ασκηθείσα δυνάμει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ προσφυγή τους, οι προσφεύγοντες, ήτοι η Cunsorziu di i Salamaghji Corsi – Consortium des Charcutiers Corses και οι λοιποί προσφεύγοντες των οποίων τα ονόματα περιλαμβάνονται στο παράρτημα, ζητούν την ακύρωση της εκτελεστικής αποφάσεως (ΕΕ) 2021/1879 της Επιτροπής, της 26ης Οκτωβρίου 2021, σχετικά με την απόρριψη τριών αιτήσεων προστασίας ονομασίας ως γεωγραφικής ένδειξης σύμφωνα με το άρθρο 52 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου [«Jambon sec de l’Île de Beauté» (ΠΓΕ), «Lonzo de l’Île de Beauté» (ΠΓΕ), «Coppa de l’Île de Beauté» (ΠΓΕ)] (ΕΕ 2021, L 383, σ. 1, στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση).

Ιστορικό της διαφοράς

[παραλειπόμενα]

4

Οι ονομασίες «Jambon sec de Corse»/«Jambon sec de Corse – Prisuttu», «Lonzo de Corse»/«Lonzo de Corse – Lonzu» και «Coppa de Corse»/«Coppa de Corse – Coppa di Corsica» καταχωρίσθηκαν ως προστατευόμενες ονομασίες προελεύσεως (ΠΟΠ), στις 28 Μαΐου 2014, με τους εκτελεστικούς κανονισμούς (ΕΕ) 581/2014 της Επιτροπής (ΕΕ 2014, L 160, σ. 23), (ΕΕ) 580/2014 της Επιτροπής (ΕΕ 2014, L 160, σ. 21) και (ΕΕ) 582/2014 της Επιτροπής (ΕΕ 2014, L 160, σ. 25) (στο εξής: κανονισμοί με τους οποίους καταχωρίσθηκαν οι επίμαχες ΠΟΠ), αντιστοίχως.

5

Τον Δεκέμβριο του 2015 η Κοινοπραξία υπέβαλε στις γαλλικές εθνικές αρχές επτά αιτήσεις καταχωρίσεως ονομασιών ως προστατευόμενων γεωγραφικών ενδείξεων (ΠΓΕ), κατ’ εφαρμογήν του κανονισμού (ΕΕ) 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Νοεμβρίου 2012, για τα συστήματα ποιότητας των γεωργικών προϊόντων και τροφίμων (ΕΕ 2012, L 343, σ. 1). Οι επτά αιτήσεις αφορούν τις ακόλουθες ονομασίες τις οποίες εκμεταλλεύονται οι προσφεύγοντες: «Jambon sec de l’Île de Beauté», «Coppa de l’Île de Beauté», «Lonzo de l’Île de Beauté», «Saucisson sec de l’Île de Beauté», «Pancetta de l’Île de Beauté», «Figatelli de l’Île de Beauté» και «Bulagna de l’Île de Beauté».

6

Στις 20 Απριλίου 2018 ο Υπουργός Γεωργίας και Τροφίμων και ο Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών εξέδωσαν επτά αποφάσεις με τις οποίες εγκρίθηκαν οι αντίστοιχες επτά προδιαγραφές προϊόντος προκειμένου να διαβιβασθούν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή προς έγκριση.

7

Εκ παραλλήλου, με δικόγραφα προσφυγής που κατέθεσε στις 27 Ιουνίου 2018 ενώπιον του Conseil d’État (Συμβουλίου της Επικρατείας, Γαλλία), η ένωση η οποία κατέχει τις προδιαγραφές προϊόντος των ΠΟΠ «Jambon sec de Corse – Prisuttu», «Coppa de Corse – Coppa di Corsica» και «Lonzo de Corse – Lonzu» ζήτησε την ακύρωση των υπουργικών αποφάσεων της 20ής Απριλίου 2018 σχετικά με την έγκριση των προδιαγραφών προϊόντος των ονομασιών «Jambon sec de l’Île de Beauté», «Coppa de l’Île de Beauté» και «Lonzo de l’Île de Beauté» ενόψει της διαβιβάσεως των σχετικών αιτήσεων καταχωρίσεώς τους ως ΠΓΕ στην Επιτροπή, μεταξύ άλλων για τον λόγο ότι ο όρος «Île de Beauté» συνιστούσε απομίμηση ή υπαινιγμό του όρου «Corse» και επομένως προκαλούσε σύγχυση με τις ήδη καταχωρισθείσες ως ΠΟΠ ονομασίες.

8

Στις 17 Αυγούστου 2018 οι επτά αιτήσεις καταχωρίσεως ως ΠΓΕ των επίμαχων ονομασιών διαβιβάσθηκαν στην Επιτροπή. Σε ό,τι αφορά τις αιτήσεις καταχωρίσεως ως ΠΓΕ των ονομασιών «Jambon sec de l’Île de Beauté», «Lonzo de l’Île de Beauté» και «Coppa de l’Île de beauté», η Επιτροπή απέστειλε στις εθνικές αρχές δύο επιστολές, στις 12 Φεβρουαρίου 2019 και στις 24 Νοεμβρίου 2020, ζητώντας διευκρινίσεις, ιδίως ως προς το ζήτημα της ενδεχόμενης μη επιλεξιμότητάς τους προς καταχώριση. Οι εθνικές αρχές απάντησαν, κατ’ ουσίαν, ότι θεωρούσαν ότι οι δύο ομάδες προϊόντων (ήτοι οι καταχωρισμένες ΠΟΠ και οι αιτήσεις προστασίας ως ΠΓΕ) ήταν σαφώς διαφορετικές όσον αφορά τα προϊόντα και ότι οι ονομασίες ήταν, κατά την άποψή τους, επαρκώς διακριτές.

9

Με απόφαση της 19ης Δεκεμβρίου 2019, σχετικά με την ονομασία «Jambon sec de l’Île de Beauté» (ΠΓΕ), και δύο αποφάσεις της 13ης Φεβρουαρίου 2020, σχετικά με τις ονομασίες «Coppa de l’Île de Beauté» (ΠΓΕ) και «Lonzo de l’Île de Beauté» (ΠΓΕ) αντιστοίχως, το Conseil d’État(Συμβούλιο της Επικρατείας) απέρριψε τις τρεις προαναφερθείσες προσφυγές (βλ. σκέψη 7 ανωτέρω), για τον λόγο, μεταξύ άλλων, ότι «η χρήση διαφορετικών όρων και η διαφορετική προστασία η οποία παρέχεται από ονομασία προελεύσεως, αφενός, και από γεωγραφική ένδειξη, αφετέρου, μπορούν να αποκλείσουν τον κίνδυνο να έρχεται κατευθείαν στον νου των καταναλωτών οι οποίοι έχουν τη συνήθη πληροφόρηση και είναι ευλόγως επιμελείς και συνετοί, όταν βλέπουν την επίμαχη γεωγραφική ένδειξη, ως εικόνα αναφοράς το εμπόρευμα που απολαύει της ήδη καταχωρισμένης προστατευόμενης ονομασίας προελεύσεως[· ε]ν συνεχεία, οι προσφεύγοντες αβασίμως διατείνονται ότι η προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση αντιβαίνει στις διατάξεις […] του άρθρου 13, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ,τουκανονισμού [1151/2012]» [(σκέψη 5 των τριών αποφάσεων του Conseil d’État (Συμβουλίου της Επικρατείας)].

[παραλειπόμενα]

Αιτήματα των διαδίκων

11

Οι προσφεύγοντες ζητούν από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση,

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

12

Η Επιτροπή ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να απορρίψει την προσφυγή,

να καταδικάσει τους προσφεύγοντες στα δικαστικά έξοδα.

Σκεπτικό

[παραλειπόμενα]

15

Εν προκειμένω, με την προσβαλλόμενη απόφαση, η Επιτροπή επισήμανε, κατ’ ουσίαν, ότι μια ονομασία που θα ερχόταν σε αντίθεση με την παρεχόμενη από τον κανονισμό 1151/2012 προστασία δεν θα ήταν δυνατόν να χρησιμοποιηθεί στο εμπόριο κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του εν λόγω κανονισμού και, συνεπώς, δεν θα μπορούσε να καταχωρισθεί (αιτιολογική σκέψη 4). Ωστόσο, από τις 28 Μαΐου 2014 (βλ. σκέψη 4 ανωτέρω), οι καταχωρισμένες ως ΠΟΠ ονομασίες τυγχάνουν, δυνάμει του άρθρου 13 του κανονισμού 1151/2012, προστασίας έναντι, μεταξύ άλλων, κάθε άμεσης ή έμμεσης χρήσεως των ονομασιών αυτών για προϊόντα που δεν πληρούν τις σχετικές προδιαγραφές προϊόντος, καθώς και έναντι κάθε καταχρήσεως, απομιμήσεως ή υπαινιγμού των εν λόγω ονομασιών (αιτιολογική σκέψη 7). Εντούτοις, δυνάμει των κανονισμών με τους οποίους καταχωρίσθηκαν οι επίμαχες ΠΟΠ, παρασχέθηκε μεταβατική περίοδος η οποία έληξε στις 27 Απριλίου 2017, σε ορισμένες γαλλικές επιχειρήσεις εγκατεστημένες στην Κορσική, οι οποίες χρησιμοποιούν τέτοιες ονομασίες, αλλά για προϊόντα με χαρακτηριστικά διαφορετικά από εκείνα που καθορίζονται στις προδιαγραφές προϊόντος, προκειμένου οι επιχειρήσεις αυτές να μπορέσουν να προσαρμοσθούν στις απαιτήσεις των προδιαγραφών του προϊόντος ή, άλλως, να τροποποιήσουν τη χρησιμοποιούμενη ονομασία πωλήσεως (αιτιολογική σκέψη 8). Οι ονομασίες «Jambon secde l’Île de Beauté», «Lonzo de l’Île de Beauté» και «Coppa de l’Île de Beauté», οι οποίες χρησιμοποιούνται στο εμπόριο από το 2015, αφορούν την ίδια γεωγραφική περιοχή με τις προαναφερθείσες ΠΟΠ, ήτοι τη νήσο Κορσική, και, επιπλέον, είναι παγκοίνως γνωστό ότι η ονομασία «Île de Beauté» αποτελεί συνήθη περίφραση, διά της οποίας προσδιορίζεται μονοσήμαντα η Κορσική ενώπιον του Γάλλου καταναλωτή (αιτιολογική σκέψη 9). Συνεπώς, από τις 18 Ιουνίου 2014 η χρήση των ονομασιών «Jambon sec de l’Île de Beauté», «Lonzo de l’Île de Beauté» και «Coppa de l’Île de Beauté» συνιστά παραβίαση της προστασίας που παρέχεται στις ΠΟΠ «Jambon sec de Corse»/«Jambon sec de Corse – Prisuttu», «Lonzo de Corse»/»Lonzo de Corse – Lonzu» και «Coppa de Corse»/«Coppa de Corse – Coppa di Corsica» σύμφωνα με το άρθρο 13, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 1151/2012 (αιτιολογική σκέψη 10). Μολονότι η προφορά των καταχωρισμένων ΠΟΠ και των ΠΓΕ για τις οποίες υποβλήθηκε αίτηση είναι ασφαλώς διαφορετική, η συνωνυμία τους είναι προφανής. Επομένως, ο υπαινιγμός ουδόλως μπορεί να αποκλειστεί, δεδομένου ότι δεν απαιτείται φωνητική ομοιότητα για τη διαπίστωση υπαινιγμού (αιτιολογική σκέψη 20). Ως εκ τούτου, η Επιτροπή απέρριψε τις αιτήσεις καταχωρίσεως ως ΠΓΕ των ονομασιών «Jambon secde l’Île de Beauté», «Lonzo de l’Île de Beauté» και «Coppa de l’Île de Beauté», με την αιτιολογία ότι χρησιμοποιήθηκαν στο εμπόριο ή στην καθομιλουμένη κατά παράβαση του άρθρου 13 του κανονισμού 1151/2012 και ότι, κατά συνέπεια, δεν πληρούσαν τις προϋποθέσεις επιλεξιμότητας προς καταχώριση, ήτοι τις επιταγές του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 1151/2012 (αιτιολογική σκέψη 24).

16

Προς στήριξη της προσφυγής τους, οι προσφεύγοντες προβάλλουν δύο λόγους ακυρώσεως, εκ των οποίων ο πρώτος αφορά, κατ’ ουσίαν, υπέρβαση από την Επιτροπή των αρμοδιοτήτων της και ο δεύτερος επαρκή τεκμηρίωση, εκ μέρους των εθνικών αρχών και του Conseil d’État (Συμβουλίου της Επικρατείας), της συμβατότητας των τριών αιτήσεων καταχωρίσεως προς τα άρθρα 7 και 13 του κανονισμού 1151/2012.

Επί του πρώτου λόγου ακυρώσεως, με τον οποίο προβάλλεται, κατ’ ουσίαν, ότι η Επιτροπή υπερέβη τις αρμοδιότητές της

[παραλειπόμενα]

Επί της αρμοδιότητας της Επιτροπής

[παραλειπόμενα]

21

Εισαγωγικώς, υπενθυμίζεται ότι ο κανονισμός 1151/2012 καθιερώνει σύστημα επιμερισμού αρμοδιοτήτων, υπό την έννοια ότι, ειδικότερα, η Επιτροπή μπορεί να λάβει απόφαση περί καταχωρίσεως ονομασίας ως ΠΓΕ μόνον εφόσον το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος τής έχει υποβάλει προς τούτο αίτηση, μια τέτοια αίτηση, δε, μπορεί να υποβληθεί μόνον εφόσον το κράτος μέλος έχει διακριβώσει ότι είναι δικαιολογημένη. Το σύστημα αυτό επιμερισμού των αρμοδιοτήτων οφείλεται ιδίως στο γεγονός ότι η καταχώριση προστατευόμενης γεωγραφικής ενδείξεως προϋποθέτει τον έλεγχο περί του ότι πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις, στοιχείο που απαιτεί, σε μεγάλο βαθμό, επισταμένη γνώση ζητημάτων τα οποία συνδέονται με το συγκεκριμένο κράτος μέλος και για τη διακρίβωση των οποίων καταλληλότερες είναι οι αρμόδιες αρχές του κράτους αυτού (πρβλ. απόφαση της 15ης Απριλίου 2021, Hengstenberg, C‑53/20, EU:C:2021:279, σκέψη 37 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

22

Από το άρθρο 1, παράγραφος 1, του εν λόγω κανονισμού, ερμηνευόμενο υπό το πρίσμα των αιτιολογικών του σκέψεων 20 και 39, προκύπτει ότι ο ίδιος κανονισμός αποσκοπεί επίσης στην αποτροπή δημιουργίας άνισων όρων ανταγωνισμού (πρβλ. απόφαση της 15ης Απριλίου 2021, Hengstenberg, C‑53/20, EU:C:2021:279, σκέψη 42 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

23

Οι διατάξεις του κανονισμού 1151/2012 έχουν ως σκοπό να παρεμποδισθεί η καταχρηστική χρήση των προστατευόμενων ονομασιών προελεύσεως και των προστατευόμενων γεωγραφικών ενδείξεων, όχι μόνο για το συμφέρον των αγοραστών, αλλά και για το συμφέρον των παραγωγών οι οποίοι κατέβαλαν προσπάθειες για να εγγυηθούν τις προσδοκώμενες ιδιότητες των προϊόντων που φέρουν νομίμως τέτοιες ενδείξεις (πρβλ. απόφαση της 15ης Απριλίου 2021, Hengstenberg, C‑53/20, EU:C:2021:279, σκέψη 43 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

24

Στην αιτιολογική σκέψη 19 του κανονισμού διευκρινίζεται ότι η εξασφάλιση του ομοιόμορφου σεβασμού σε όλη την Ένωση των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας που σχετίζονται με τις ονομασίες που προστατεύονται στην Ένωση αποτελεί προτεραιότητα η οποία μπορεί να επιτευχθεί αποτελεσματικότερα σε επίπεδο Ένωσης (βλ. απόφαση της 15ης Απριλίου 2021, Hengstenberg, C‑53/20, EU:C:2021:279, σκέψη 44 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

25

Πρώτον, οι προσφεύγοντες αμφισβητούν ότι το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 1151/2012, ερμηνευόμενο σε συνδυασμό με το άρθρο 13, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του εν λόγω κανονισμού, συνιστά έγκυρη νομική βάση για την άρνηση καταχωρίσεως ονομασίας.

26

Προκαταρκτικώς, επισημαίνεται ότι από το έγγραφο της Επιτροπής της 24ης Νοεμβρίου 2020 προκύπτει ότι η Επιτροπή είχε κατ’ αρχάς την πρόθεση να αρνηθεί την καταχώριση των ονομασιών που αφορούσαν οι αιτήσεις όχι μόνο βάσει του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 1151/2012, σε συνδυασμό με το άρθρο 13, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του εν λόγω κανονισμού, αλλά και βάσει του άρθρου 6, παράγραφος 3, του κανονισμού.

27

Η τελευταία αυτή διάταξη θέτει την αρχή της απαγορεύσεως μιας ονομασίας «η οποία είναι πλήρως ή εν μέρει ομώνυμη» με ήδη προστατευόμενη ονομασία.

28

Ερωτηθείσα σχετικώς κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η Επιτροπή εξήγησε ότι αποφάσισε να μην απορρίψει τις ζητούμενες καταχωρίσεις στηριζόμενη και στο άρθρο 6, παράγραφος 3, του κανονισμού 1151/2012, διότι δεν θα πρέπει να είναι δυνατή η απόρριψη αιτήσεως καταχωρίσεως βάσει ομωνυμίας που αφορά αποκλειστικώς περιγραφές τρεχόντων προϊόντων, όπως το «jambon sec» («ωριμασμένο χοιρομέρι»).

29

Εν συνεχεία, επισημαίνεται, αφενός, όπως υπογραμμίζει η Επιτροπή, ότι το άρθρο 13 του κανονισμού 1151/2012 δεν αφορά την καταχώριση, αλλά την έκταση της προστασίας των καταχωρισμένων ονομασιών.

30

Επομένως, η τελευταία αυτή διάταξη δεν μπορεί, αφ’ εαυτής, να αποτελέσει τη νομική βάση για την απόρριψη αιτήσεως καταχωρίσεως.

31

Αφετέρου, όπως υποστηρίζουν οι προσφεύγοντες, το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 1151/2012 αφορά ειδικώς τις «προδιαγραφές του προϊόντος» της ονομασίας για την οποία έχει υποβληθεί αίτηση προστασίας ως ΠΟΠ ή ΠΓΕ. Οι προσφεύγοντες συνάγουν εξ αυτού ότι το ζήτημα του υπαινιγμού δεν άπτεται της επιλεξιμότητας βάσει της διατάξεως αυτής.

32

Εντούτοις, υπενθυμίζεται ότι η Επιτροπή πρέπει να εκτιμήσει, σύμφωνα με το άρθρο 50, παράγραφος 1, του κανονισμού 1151/2012, σε συνδυασμό με την αιτιολογική του σκέψη 58, κατόπιν ενδελεχούς εξετάσεως, κατά πόσον οι προδιαγραφές που συνοδεύουν την αίτηση καταχωρίσεως περιέχουν τα στοιχεία που απαιτεί ο κανονισμός 1151/2012 και κατά πόσον τα στοιχεία αυτά δεν ενέχουν πρόδηλα σφάλματα (απόφαση της 23ης Απριλίου 2018, CRM κατά Επιτροπής, T‑43/15, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2018:208, σκέψη 67).

33

Η κατάρτιση προδιαγραφών προϊόντος αποτελεί ως εκ τούτου αναγκαίο στάδιο της διαδικασίας εκδόσεως πράξεως της Ένωσης για την καταχώριση ονομασίας ως ΠΓΕ (πρβλ. απόφαση της 23ης Απριλίου 2018, CRM κατά Επιτροπής, T‑43/15, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2018:208, σκέψη 35).

34

Κατά δε το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 1151/2012, οι προδιαγραφές προϊόντος πρέπει να περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, την ονομασία της οποίας ζητείται η προστασία.

35

Όπως υποστηρίζει η Επιτροπή, η ως άνω διάταξη, κατά την οποία οι προδιαγραφές προϊόντος πρέπει να περιλαμβάνουν την ονομασία όπως «χρησιμοποιείται, είτε στο εμπόριο είτε στην καθομιλουμένη γλώσσα», προϋποθέτει την εκ μέρους της επαλήθευση ότι η συγκεκριμένη χρήση δεν θίγει την προβλεπόμενη στο άρθρο 13, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 1151/2012 προστασία από τον υπαινιγμό.

36

Πράγματι, το να γίνει δεκτή η καταχώριση ΠΓΕ, μολονότι αυτή θα συνιστούσε υπαινιγμό ήδη καταχωρισμένης ΠΟΠ, θα καθιστούσε άνευ πρακτικής αποτελεσματικότητας την προστασία που προβλέπει το άρθρο 13, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 1151/2012, διότι, άπαξ και η ονομασία αυτή θα καταχωριζόταν ως ΠΓΕ, η ονομασία η οποία είχε προηγουμένως καταχωρισθεί ως ΠΟΠ δεν θα μπορούσε πλέον να τύχει, έναντι αυτής, της προστασίας που προβλέπει το άρθρο 13, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 1151/2012.

37

Επομένως, η κατάρτιση των προδιαγραφών προϊόντος, η οποία αποτελεί αναγκαίο στάδιο της διαδικασίας καταχωρίσεως, δεν μπορεί να πάσχει λόγω προσβολής, από την ονομασία την οποία αφορά η αίτηση, της προστασίας που προβλέπει το άρθρο 13, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 1151/2012.

38

Κατά συνέπεια, η Επιτροπή, στην οποία εναπόκειται, σύμφωνα με το άρθρο 52, παράγραφος 1, του κανονισμού 1151/2012, να αρνηθεί τη ζητούμενη καταχώριση αν κρίνει ότι δεν πληρούνται οι απαιτούμενες για την καταχώριση προϋποθέσεις, δεν υποχρεούται να δεχθεί την καταχώριση μιας ονομασίας αν θεωρεί παράνομη τη χρησιμοποίησή της στο εμπόριο.

39

Επομένως, η Επιτροπή, καθόσον θεωρούσε ότι, από τις 18 Ιουνίου 2014, ημερομηνία κατά την οποία τέθηκαν σε ισχύ οι κανονισμοί με τους οποίους καταχωρίσθηκαν οι επίμαχες ΠΟΠ, τυχόν χρήση των ονομασιών των οποίων ζητήθηκε η καταχώριση ως ΠΓΕ συνιστά παραβίαση της προστασίας που παρέχεται κατά του υπαινιγμού, δυνάμει του άρθρου 13, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 1151/2012, στις ΠΟΠ οι οποίες έχουν ήδη καταχωρισθεί στο μητρώο, μπορούσε να συναγάγει εξ αυτού ότι μια τέτοια χρήση στο εμπόριο ή στην καθομιλουμένη είναι παράνομη.

40

Επομένως, κακώς οι προσφεύγοντες υποστηρίζουν ότι το ζήτημα του υπαινιγμού δεν συνδέεται με την επιλεξιμότητα προς καταχώριση βάσει του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 1151/2012 και ότι η διάταξη αυτή, σε συνδυασμό με το άρθρο 13, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 1151/2012, δεν μπορεί να αποτελέσει έγκυρη νομική βάση για την άρνηση καταχωρίσεως μιας ονομασίας.

41

Δεύτερον, όσον αφορά την έκταση της εκ μέρους της Επιτροπής εξετάσεως του κατά πόσον η ονομασία πληροί τις προϋποθέσεις του κανονισμού 1151/2012, επισημαίνεται ότι, κατά την αιτιολογική σκέψη 58 του κανονισμού 1151/2012, η Επιτροπή πρέπει να εξετάζει ενδελεχώς τις αιτήσεις ώστε να διασφαλίζεται ότι δεν ενέχουν πρόδηλα σφάλματα και ότι έχουν ληφθεί υπόψη η νομοθεσία της Ένωσης και τα συμφέροντα των ενδιαφερομένων οι οποίοι ευρίσκονται εκτός του κράτους μέλους στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση.

42

Προς τούτο, το άρθρο 50, παράγραφος 1, του κανονισμού 1151/2012 προβλέπει ότι η Επιτροπή εξετάζει, με τον ενδεδειγμένο τρόπο, τις αιτήσεις καταχωρίσεως που διαβιβάζουν τα κράτη μέλη προκειμένου να εξακριβώσει αν αυτές είναι δικαιολογημένες και αν πληρούν τις προϋποθέσεις που απαιτούνται από τον εν λόγω κανονισμό. Επιπλέον, σύμφωνα με το άρθρο 52, παράγραφος 1, του εν λόγω κανονισμού, όπως επισημάνθηκε στη σκέψη 38 ανωτέρω, εναπόκειται στην Επιτροπή να απορρίψει τις εν λόγω αιτήσεις όταν κρίνει ότι δεν πληρούνται οι απαιτούμενες για την καταχώριση προϋποθέσεις.

43

Εξάλλου, ο κανονισμός 1151/2012 δεν ορίζει το εύρος της εννοίας «του ενδεδειγμένου τρόπου», αφήνοντας ως εκ τούτου στην Επιτροπή τη μέριμνα να εκτιμήσει ποιος είναι αυτός ο τρόπος.

44

Επομένως, ακόμη και αν οι εθνικές αρχές θεωρούν, εφόσον διαβίβασαν στην Επιτροπή αίτηση καταχωρίσεως, ότι η εν λόγω αίτηση πληροί τις προϋποθέσεις του κανονισμού 1151/2012, η Επιτροπή δεν δεσμεύεται από την εκτίμηση των εν λόγω αρχών και διαθέτει, όσον αφορά την απόφασή της να καταχωρίσει μια ονομασία ως ΠΟΠ ή ΠΓΕ, αυτοτελές περιθώριο εκτιμήσεως, καθόσον υποχρεούται να εξακριβώσει, σύμφωνα με το άρθρο 50 του εν λόγω κανονισμού, αν πληρούνται οι προϋποθέσεις καταχωρίσεως.

45

Εν προκειμένω, οι προσφεύγοντες υποστηρίζουν ότι, με την προσβαλλόμενη απόφαση, η Επιτροπή περιορίσθηκε να αναφέρει ότι, κατόπιν αλληλογραφίας με τις εθνικές αρχές, αντιλήφθηκε ότι αυτές θεωρούσαν ότι υπήρχε «επαρκής διακριτικός χαρακτήρας» (αιτιολογική σκέψη 16 της προσβαλλόμενης αποφάσεως) μεταξύ των τριών ονομασιών που προστατεύονται από ΠΟΠ και των τριών ονομασιών που είναι υποψήφιες για ΠΓΕ.

46

Συναφώς, με το έγγραφο της 12ης Φεβρουαρίου 2019, η Επιτροπή ενημέρωσε τις εθνικές αρχές ότι σχεδίαζε να εκδώσει απόφαση περί απορρίψεως των αιτήσεων καταχωρίσεως των οικείων ονομασιών ως ΠΓΕ και τις κάλεσε να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους.

47

Με το έγγραφο της 24ης Νοεμβρίου 2020, η Επιτροπή επιβεβαίωσε στις εθνικές αρχές την πρόθεσή της να απορρίψει τις αιτήσεις καταχωρίσεως των οικείων ΠΓΕ και κάλεσε, εκ νέου, τις εθνικές αρχές να υποβάλουν συμπληρωματικές παρατηρήσεις.

48

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή απηύθυνε δύο φορές ερώτηση προς τις εθνικές αρχές πριν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι οι αιτήσεις καταχωρίσεως των οικείων ονομασιών δεν πληρούσαν τις προϋποθέσεις επιλεξιμότητας προς καταχώριση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 1151/2012 εκ του λόγου ότι είχαν χρησιμοποιηθεί στο εμπόριο ή στην καθομιλουμένη κατά παράβαση του άρθρου 13 του εν λόγω κανονισμού (βλ. σκέψη 10 ανωτέρω).

49

Επομένως, αντιθέτως προς όσα υποστηρίζουν οι προσφεύγοντες, η Επιτροπή δεν «περιορίσθηκε να αναφέρει» ότι οι εθνικές αρχές θεωρούσαν ότι υπήρχε «επαρκής διακριτικός χαρακτήρας» μεταξύ των τριών ονομασιών που προστατεύονται από ΠΟΠ και των τριών ονομασιών που είναι υποψήφιες για ΠΓΕ, αλλά, πριν εκδώσει την προσβαλλόμενη απόφαση, κάλεσε δύο φορές τις εθνικές αρχές να παράσχουν κάθε χρήσιμη πληροφορία προς στήριξη της αιτήσεώς τους καταχωρίσεως των επίμαχων ΠΓΕ. Μολονότι πρέπει να θεωρηθεί ότι οι προσφεύγοντες, υποστηρίζοντας ότι η Επιτροπή περιορίσθηκε να κάνει λόγο για «επαρκή διακριτικό χαρακτήρα» μεταξύ των επίμαχων ονομασιών, της προσάπτουν ότι δεν εξέτασε επαρκώς αν η ονομασία πληρούσε τις προϋποθέσεις του κανονισμού 1151/2012, εντούτοις δεν προσκόμισαν κανένα αποδεικτικό στοιχείο προς στήριξη του επιχειρήματος αυτού. Ειδικότερα, οι προσφεύγοντες δεν παρέσχον διευκρινίσεις ως προς την εξέταση στην οποία όφειλε κατά την άποψή τους να προβεί η Επιτροπή.

50

Τρίτον, όσον αφορά το περιθώριο εκτιμήσεως της Επιτροπής, οι προσφεύγοντες υποστηρίζουν ότι από την απόφαση της 23ης Απριλίου 2018, CRM κατά Επιτροπής (T‑43/15, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2018:208), προκύπτει ότι το περιθώριο αυτό είναι «περιορισμένο, αν όχι ανύπαρκτο», όσον αφορά την απόφαση περί καταχωρίσεως μιας ονομασίας ως ΠΟΠ ή ως ΠΓΕ.

51

Συναφώς, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε στην απόφαση της 23ης Απριλίου 2018, CRM κατά Επιτροπής (T‑43/15, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2018:208), ότι, πριν προβεί στην καταχώριση της ζητηθείσας ΠΓΕ, η Επιτροπή όφειλε να εκτιμήσει, σύμφωνα με το άρθρο 50, παράγραφος 1, του κανονισμού 1151/2012, σε συνδυασμό με την αιτιολογική του σκέψη 58, κατόπιν ενδελεχούς εξετάσεως, αφενός, κατά πόσον οι προδιαγραφές προϊόντος που συνοδεύουν την αίτηση καταχωρίσεως περιέχουν τα στοιχεία που απαιτούνται από τον κανονισμό 1151/2012 και κατά πόσον τα στοιχεία αυτά δεν ενέχουν πρόδηλα σφάλματα και, αφετέρου, κατά πόσον η ονομασία πληροί τις προϋποθέσεις καταχωρίσεως ΠΓΕ που προβλέπονται στο άρθρο 5, παράγραφος 2, του κανονισμού 1151/2012. Το Γενικό Δικαστήριο διευκρίνισε ότι η Επιτροπή έπρεπε να προβεί στην εν λόγω εκτίμηση αυτοτελώς υπό το πρίσμα των κριτηρίων καταχωρίσεως ΠΓΕ που προβλέπει ο κανονισμός 1151/2012, προκειμένου να διασφαλίσει την ορθή εφαρμογή του (απόφαση της 23ης Απριλίου 2018, CRM κατά Επιτροπής, T‑43/15, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2018:208, σκέψη 67).

52

Εν προκειμένω, οι προσφεύγοντες παραπέμπουν ειδικότερα στις σκέψεις 34, 35 και 51 της αποφάσεως της 23ης Απριλίου 2018, CRM κατά Επιτροπής (T‑43/15, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2018:208). Στις εν λόγω σκέψεις, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε αντιστοίχως, πρώτον, ότι η εκτίμηση των προϋποθέσεων καταχωρίσεως πρέπει να γίνεται από τις εθνικές αρχές υπό τον έλεγχο, εφόσον παρίσταται ανάγκη, των εθνικών δικαστηρίων πριν από την κοινοποίηση στην Επιτροπή της αιτήσεως καταχωρίσεως (απόφαση της 23ης Απριλίου 2018, CRM κατά Επιτροπής, T‑43/15, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2018:208, σκέψη 34), δεύτερον, ότι εξ αυτού συνάγεται ότι αίτηση καταχωρίσεως, η οποία περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, προδιαγραφές προϊόντος, συνιστά αναγκαίο στάδιο της διαδικασίας εκδόσεως πράξεως της Ένωσης για την καταχώριση ονομασίας ως ΠΓΕ, η δε Επιτροπή διαθέτει μόνον περιορισμένο, αν όχι ανύπαρκτο, περιθώριο εκτιμήσεως όσον αφορά την εν λόγω εθνική πράξη (απόφαση της 23ης Απριλίου 2018, CRM κατά Επιτροπής, T‑43/15, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2018:208, σκέψη 35) και, τρίτον, ότι η Επιτροπή διαθέτει μόνον περιορισμένο, αν όχι ανύπαρκτο, περιθώριο εκτιμήσεως όσον αφορά τις εκτιμήσεις των εθνικών αρχών σχετικά με τον καθορισμό των τρόπων παρασκευής ή συσκευασίας του προϊόντος το οποίο αφορά η αίτηση καταχωρίσεως ΠΓΕ, όπως περιλαμβάνονται στις προδιαγραφές προϊόντος και αποτυπώνονται στις εθνικές πράξεις που της υποβάλλονται στο πλαίσιο της αιτήσεως καταχωρίσεως ΠΓΕ (απόφαση της 23ης Απριλίου 2018, CRM κατά Επιτροπής, T‑43/15, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2018:208, σκέψη 51).

53

Επισημαίνεται πάντως ότι, εν προκειμένω, η Επιτροπή δεν αμφισβήτησε τις εκτιμήσεις των εθνικών αρχών όσον αφορά τις ενδείξεις οι οποίες περιλαμβάνονται στις προδιαγραφές προϊόντος, όπως ο καθορισμός του τρόπου παρασκευής ή συσκευασίας του προϊόντος το οποίο αφορά η αίτηση καταχωρίσεως ΠΓΕ, η διαμόρφωση των οποίων αποτελεί το πρώτο στάδιο της διαδικασίας καταχωρίσεως των επίμαχων ονομασιών ως ΠΓΕ και ως προς τις οποίες η Επιτροπή διαθέτει, βεβαίως, περιορισμένο μόνον, αν όχι ανύπαρκτο, περιθώριο εκτιμήσεως (βλ. σκέψη 52 ανωτέρω). Το πρώτον στο πλαίσιο της εξετάσεώς της για την έγκριση των αιτήσεων αυτών, που αποτελεί το δεύτερο στάδιο της διαδικασίας, η Επιτροπή θεώρησε, αφού απηύθυνε προσηκόντως δύο φορές ερώτηση επ’ αυτού στις εθνικές αρχές, ότι οι αιτήσεις καταχωρίσεως των οικείων ονομασιών δεν πληρούσαν τις προϋποθέσεις επιλεξιμότητας για καταχώριση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 1151/2012 εκ του λόγου ότι είχαν χρησιμοποιηθεί στο εμπόριο ή στην καθομιλουμένη κατά παράβαση του άρθρου 13 του εν λόγω κανονισμού (βλ. σκέψη 10 ανωτέρω).

54

Συγκεκριμένα, από τον κανονισμό 1151/2012 και, ειδικότερα, από την αιτιολογική του σκέψη 58 προκύπτει ότι, σε πρώτο στάδιο, σύμφωνα με το άρθρο 49 του κανονισμού, οι εθνικές αρχές εξετάζουν τις αιτήσεις καταχωρίσεως ονομασιών ως ΠΟΠ ή ΠΓΕ και, εφόσον κρίνουν ότι πληρούνται οι απαιτήσεις του κανονισμού, καταθέτουν φάκελο αιτήσεως στην Επιτροπή και, εν συνεχεία, σε δεύτερο στάδιο, σύμφωνα με τα άρθρα 50 και 52 του κανονισμού, η Επιτροπή εξετάζει τις αιτήσεις και, βάσει των πληροφοριών που διαθέτει και της εξετάσεως την οποία έχει διενεργήσει, καταχωρίζει τις ονομασίες ή απορρίπτει τις αιτήσεις καταχωρίσεως.

55

Επομένως, οι προσφεύγοντες αλυσιτελώς παραπέμπουν στην απόφαση της 23ης Απριλίου 2018, CRM κατά Επιτροπής (T‑43/15, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2018:208), και, ως εκ τούτου, κακώς συνάγουν από την ανωτέρω απόφαση ότι η Επιτροπή διαθέτει μόνον «περιορισμένο, αν όχι ανύπαρκτο» περιθώριο εκτιμήσεως. Συναφώς, έχει ήδη επισημανθεί ότι, όσον αφορά την απόφαση περί καταχωρίσεως μιας ονομασίας ως ΠΟΠ ή ως ΠΓΕ υπό το πρίσμα των προϋποθέσεων επιλεξιμότητας προς καταχώριση που προβλέπονται στο άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 1151/2012, ερμηνευόμενο σε συνδυασμό με το άρθρο του 13, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, η Επιτροπή διέθετε αυτοτελές περιθώριο εκτιμήσεως (βλ. σκέψη 44 ανωτέρω).

56

Οι προσφεύγοντες παραθέτουν επίσης τη σκέψη 25 της αποφάσεως της 29ης Ιανουαρίου 2020, GAEC Jeanningros (C‑785/18, EU:C:2020:46), κατά την οποία, λαμβανομένης υπόψη της εξουσίας λήψεως αποφάσεων που διαθέτουν οι εθνικές αρχές στο πλαίσιο του συστήματος επιμερισμού των αρμοδιοτήτων, εναπόκειται αποκλειστικώς στα εθνικά δικαστήρια να αποφαίνονται επί της νομιμότητας των πράξεων των αρχών αυτών, όπως είναι οι πράξεις που αφορούν αιτήσεις καταχωρίσεως ονομασίας, οι οποίες συνιστούν αναγκαίο στάδιο της διαδικασίας εκδόσεως πράξεως της Ένωσης, δεδομένου ότι τα θεσμικά όργανα της Ένωσης διαθέτουν ως προς τις πράξεις αυτές περιορισμένο μόνον ή και ανύπαρκτο περιθώριο εκτιμήσεως. Οι προσφεύγοντες παραθέτουν επίσης τις σκέψεις 35 και 36 της ως άνω αποφάσεως, κατά τις οποίες το περιθώριο εκτιμήσεως που παρέχεται στην Επιτροπή όσον αφορά την έγκριση ήσσονος σημασίας τροποποιήσεων των προδιαγραφών προϊόντος περιορίζεται, κατ’ ουσίαν, όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 58 του κανονισμού 1151/2012, στη διακρίβωση ότι η αίτηση περιέχει τα απαιτούμενα στοιχεία και δεν ενέχει πρόδηλα σφάλματα.

57

Στην υπόθεση εκείνη, επρόκειτο για ήσσονος σημασίας τροποποιήσεις των προδιαγραφών προϊόντος. Το Δικαστήριο, στη σκέψη 30 της αποφάσεως της 29ης Ιανουαρίου 2020, GAEC Jeanningros (C‑785/18, EU:C:2020:46), επισήμανε ότι τέτοιες αιτήσεις υπόκεινται σε απλουστευμένη μεν διαδικασία, πλην όμως κατ’ ουσίαν παρεμφερή με τη διαδικασία καταχωρίσεως, καθόσον και σε αυτήν την περίπτωση καθιερώνεται σύστημα επιμερισμού των αρμοδιοτήτων μεταξύ των αρχών του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους και της Επιτροπής όσον αφορά, αφενός, τον έλεγχο του σύμφωνου χαρακτήρα της αιτήσεως τροποποιήσεως με τις απαιτήσεις εκ του κανονισμού 1151/2012, και, αφετέρου, την έγκριση της αιτήσεως αυτής, και, στη σκέψη 31 της εν λόγω αποφάσεως, επισήμανε ότι εναπόκειτο στα εθνικά δικαστήρια να επιλαμβάνονται των παρατυπιών που ενδεχομένως ενέχει εθνική πράξη σχετική με αίτηση για ήσσονος σημασίας τροποποίηση των προδιαγραφών προϊόντος.

58

Εν προκειμένω, όμως, δεν επρόκειτο για ήσσονος σημασίας τροποποιήσεις των προδιαγραφών προϊόντος, των οποίων η κατάρτιση και οι ενδεχόμενες τροποποιήσεις εμπίπτουν στο πρώτο στάδιο της διαδικασίας καταχωρίσεως ονομασίας, αλλά για το ζήτημα της εγκρίσεως ή της αρνήσεως, από την Επιτροπή και μόνον, της καταχωρίσεως των εν λόγω ονομασιών, το οποίο εμπίπτει στο δεύτερο στάδιο της διαδικασίας.

59

Επομένως, από τη σκέψη 25 της αποφάσεως της 29ης Ιανουαρίου 2020, GAEC Jeanningros (C‑785/18, EU:C:2020:46), προκύπτει ότι το «περιορισμένο ή και ανύπαρκτο περιθώριο εκτιμήσεως» των θεσμικών οργάνων της Ένωσης αφορά το πρώτο από τα δύο στάδια, ήτοι το στάδιο κατά το οποίο συγκεντρώνονται τα έγγραφα τα οποία σχηματίζουν τον φάκελο της αιτήσεως καταχωρίσεως που οι εθνικές αρχές θα διαβιβάσουν ενδεχομένως στην Επιτροπή.

60

Επομένως, δεν μπορεί να συναχθεί από την απόφαση της 29ης Ιανουαρίου 2020, GAEC Jeanningros (C‑785/18, EU:C:2020:46), αντιθέτως προς ό,τι υποστηρίζουν οι προσφεύγοντες, ότι η Επιτροπή είχε μόνον «περιορισμένο ή και ανύπαρκτο περιθώριο εκτιμήσεως», κατά το δεύτερο στάδιο, όσον αφορά την απόφασή της να καταχωρίσει μια ονομασία ως ΠΟΠ ή ως ΠΓΕ υπό το πρίσμα των προϋποθέσεων επιλεξιμότητας που προβλέπονται στο άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 1151/2012, ερμηνευόμενο σε συνδυασμό με το άρθρο του 13, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ.

61

Επομένως, τα επιχειρήματα ότι η Επιτροπή υπερέβη τις αρμοδιότητές της πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα.

Επί του δεδικασμένου

62

Οι προσφεύγοντες θεωρούν ότι η Επιτροπή δεν μπορούσε, με την προσβαλλόμενη απόφαση, να θέσει εν αμφιβόλω όσα κρίθηκαν αμετακλήτως στη σκέψη 5 των αποφάσεων του Conseil d’État (Συμβουλίου της Επικρατείας) της 19ης Δεκεμβρίου 2019 και της 13ης Φεβρουαρίου 2020, ήτοι ότι δεν υπήρχε, για τους καταναλωτές που έχουν τη συνήθη πληροφόρηση και είναι ευλόγως επιμελείς και συνετοί, κίνδυνος υπαινιγμού μεταξύ των καταχωρισμένων ΠΟΠ και των ΠΓΕ για τις οποίες υποβλήθηκε αίτηση.

63

Συναφώς, όπως υπομνήσθηκε στη σκέψη 51 ανωτέρω, η Επιτροπή οφείλει να εκτιμήσει αυτοτελώς εάν πληρούνται τα κριτήρια καταχωρίσεως ΠΓΕ του κανονισμού 1151/2012 προκειμένου να διασφαλισθεί η ορθή εφαρμογή του (πρβλ. απόφαση της 23ης Απριλίου 2018, CRM κατά Επιτροπής, T‑43/15, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2018:208, σκέψη 67).

64

Επομένως, δεν μπορεί να γίνει επίκληση αποφάσεως εθνικού δικαστηρίου που έχει αποκτήσει ισχύ δεδικασμένου προκειμένου να τεθεί υπό αμφισβήτηση η ανωτέρω εκτίμηση.

65

Συνεπώς, το επιχείρημα των προσφευγόντων περί παραβιάσεως του δεδικασμένου των αποφάσεων του Conseil d’État (Συμβουλίου της Επικρατείας) της 19ης Δεκεμβρίου 2019 και της 13ης Φεβρουαρίου 2020 πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμο.

66

Ως εκ τούτου, ο πρώτος λόγος ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.

[παραλειπόμενα]

 

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δεύτερο πενταμελές τμήμα)

αποφασίζει:

 

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

 

2)

Η Cunsorziu di i Salamaghji Corsi – Consortium des Charcutiers Corses και οι λοιποί προσφεύγοντες των οποίων τα ονόματα παρατίθενται στο παράρτημα φέρουν τα δικαστικά έξοδά τους καθώς και τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

 

Μαρκουλλή

Frimodt Nielsen

Schwarcz

Tomljenović

Norkus

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 12 Ιουλίου 2023.

(υπογραφές)


( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική.

( 1 ) Ο κατάλογος των λοιπών προσφευγόντων παρατίθεται ως παράρτημα μόνο στο κείμενο που επιδίδεται στους διαδίκους.

( 2 ) Παρατίθενται μόνον οι σκέψεις της παρούσας αποφάσεως των οποίων η δημοσίευση κρίνεται σκόπιμη από το Γενικό Δικαστήριο.

Top