Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62022CJ0654

    Απόφαση του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα) της 11ης Απριλίου 2024.
    FOD Volksgezondheid, Veiligheid van de voedselketen & Leefmilieu κατά Triferto Belgium NV.
    Αίτηση του Rechtbank van eerste aanleg Oost-Vlaanderen Afdeling Gent για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως.
    Προδικαστική παραπομπή – Καταχώριση, αξιολόγηση, αδειοδότηση και περιορισμοί των χημικών προϊόντων – Κανονισμός (ΕΚ) 1907/2006 (κανονισμός REACH) – Άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ – Πεδίο εφαρμογής – Άρθρο 3, παράγραφοι 10 και 11 – Έννοιες της “εισαγωγής” και του “εισαγωγέα” – Άρθρο 6 – Υποχρέωση καταχωρίσεως – Πρόσωπο που αναλαμβάνει την ευθύνη της καταχωρίσεως – Κανονισμός (ΕΕ) 952/2013 – Τελωνειακός κώδικας της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Τελωνειακή αποταμίευση.
    Υπόθεση C-654/22.

    ECLI identifier: ECLI:EU:C:2024:298

     ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα)

    της 11ης Απριλίου 2024 ( *1 )

    «Προδικαστική παραπομπή – Καταχώριση, αξιολόγηση, αδειοδότηση και περιορισμοί των χημικών προϊόντων – Κανονισμός (ΕΚ) 1907/2006 (κανονισμός REACH) – Άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ – Πεδίο εφαρμογής – Άρθρο 3, παράγραφοι 10 και 11 – Έννοιες της “εισαγωγής” και του “εισαγωγέα” – Άρθρο 6 – Υποχρέωση καταχωρίσεως – Πρόσωπο που αναλαμβάνει την ευθύνη της καταχωρίσεως – Κανονισμός (ΕΕ) 952/2013 – Τελωνειακός κώδικας της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Τελωνειακή αποταμίευση»

    Στην υπόθεση C‑654/22,

    με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το rechtbank van eerste aanleg Oost-Vlaanderen, afdeling Gent (πρωτοδικείο Ανατολικής Φλάνδρας, τμήμα Γάνδης, Βέλγιο) με απόφαση της 17ης Οκτωβρίου 2022, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 19 Οκτωβρίου 2022, στο πλαίσιο της δίκης

    FOD Volksgezondheid, Veiligheid van de voedselketen & Leefmilieu

    κατά

    Triferto Belgium NV,

    ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τέταρτο τμήμα),

    συγκείμενο από τους Κ. Λυκούργο, πρόεδρο τμήματος, O. Spineanu‑Matei, J.‑C. Bonichot, S. Rodin (εισηγητή) και L. S. Rossi, δικαστές,

    γενική εισαγγελέας: J. Kokott

    γραμματέας: A. Lamote, διοικητική υπάλληλος,

    έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 12ης Οκτωβρίου 2023,

    λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

    η Triferto Belgium NV, εκπροσωπούμενη από τον E. Vermeulen, advocaat, και τη S. A. Gawronski, advocate,

    η Βελγική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους S. Baeyens και P. Cottin, καθώς και από την C. Pochet, επικουρούμενους από τη M. Rysman, avocate,

    η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από την E. Mathieu, τον K. Mifsud‑Bonnici, τη F. Moro και τον G. Wils,

    αφού άκουσε τη γενική εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις της κατά τη συνεδρίαση της 16ης Νοεμβρίου 2023,

    εκδίδει την ακόλουθη

    Απόφαση

    1

    Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 2, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του άρθρου 3, παράγραφοι 10 και 11, και του άρθρου 6, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2006, για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων (REACH) και για την ίδρυση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων καθώς και για την τροποποίηση της οδηγίας 1999/45/ΕΚ και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) 793/93 του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) 1488/94 της Επιτροπής καθώς και της οδηγίας 76/769/ΕΟΚ του Συμβουλίου και των οδηγιών της Επιτροπής 91/155/ΕΟΚ, 93/67/ΕΟΚ, 93/105/ΕΚ και 2000/21/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ 2006, L 396, σ. 1, και διορθωτικό ΕΕ 2007, L 136, σ. 3), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 1272/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008 (ΕΕ 2008, L 353, σ. 1, στο εξής: κανονισμός REACH).

    2

    Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ της FOD Volksgezondheid, Veiligheid van de voedselketen & Leefmilieu (Ομοσπονδιακής Δημόσιας Υπηρεσίας Δημόσιας Υγείας, Ασφάλειας της Τροφικής Αλυσίδας και Περιβάλλοντος) (στο εξής: ΟΔΥ Δημόσιας Υγείας) και της Triferto Belgium NV (στο εξής: Triferto), με έδρα τη Γάνδη (Βέλγιο), σχετικά με πρόστιμο που επιβλήθηκε στη δεύτερη λόγω παραβάσεως της υποχρεώσεως καταχωρίσεως την οποία προβλέπει το άρθρο 6, παράγραφος 1, του κανονισμού REACH.

    Το νομικό πλαίσιο

    Ο κανονισμός REACH

    3

    Οι αιτιολογικές σκέψεις 10, 16, 17 και 19 του κανονισμού REACH έχουν ως εξής:

    «(10)

    Οι ουσίες υπό τελωνειακή επιτήρηση που βρίσκονται σε προσωρινή εναπόθεση, σε ελεύθερες ζώνες ή σε ελεύθερες αποθήκες με σκοπό την επανεξαγωγή ή σε διαμετακόμιση δεν χρησιμοποιούνται κατά την έννοια του παρόντος κανονισμού και, επομένως, θα πρέπει να εξαιρεθούν από το πεδίο εφαρμογής του. Η μεταφορά επικίνδυνων ουσιών και επικίνδυνων [μειγμάτων] σιδηροδρομικώς, οδικώς, διά των εσωτερικών πλωτών οδών, θαλασσίως ή εναερίως θα πρέπει επίσης να εξαιρεθεί από το πεδίο εφαρμογής του, δεδομένου ότι ήδη καλύπτεται από ειδική νομοθεσία.

    […]

    (16)

    Ο παρών κανονισμός ορίζει ειδικά καθήκοντα και υποχρεώσεις σχετικά με παρασκευαστές, εισαγωγείς και μεταγενέστερους χρήστες ουσιών υπό καθαρή μορφή, σε [μείγματα] ή σε αντικείμενα. Ο παρών κανονισμός βασίζεται στην αρχή ότι η βιομηχανία θα πρέπει να παρασκευάζει, εισάγει ή χρησιμοποιεί ουσίες ή να τις διαθέτει στην αγορά με την ευθύνη και τη μέριμνα που απαιτούνται για να διασφαλίζεται ότι, υπό ευλόγως προβλέψιμες συνθήκες, δεν βλάπτεται η υγεία του ανθρώπου και το περιβάλλον.

    (17)

    Όλες οι διαθέσιμες και χρήσιμες πληροφορίες για ουσίες σε καθαρή μορφή, σε [μείγματα] και σε αντικείμενα θα πρέπει να συλλέγονται για να συμβάλλουν στον προσδιορισμό επικίνδυνων ιδιοτήτων, και θα πρέπει να διαβιβάζονται συστηματικά μέσω των αλυσίδων εφοδιασμού συστάσεις σχετικά με μέτρα διαχείρισης κινδύνου, όπου τούτο είναι ευλόγως απαραίτητο, για να προλαμβάνονται οι δυσμενείς επιπτώσεις στην υγεία του ανθρώπου και το περιβάλλον. […]

    […]

    (19)

    Για τους λόγους αυτούς, οι σχετικές με την καταχώριση διατάξεις απαιτούν από τους παρασκευαστές και τους εισαγωγείς να παράγουν δεδομένα για τις ουσίες που παρασκευάζουν ή εισάγουν, να χρησιμοποιούν τα δεδομένα αυτά για την αξιολόγηση των κινδύνων που ενέχουν οι ουσίες αυτές και να εκπονούν και να συνιστούν κατάλληλα μέτρα διαχείρισης κινδύνου. Για να εξασφαλισθεί ότι όντως θα ανταποκρίνονται στις υποχρεώσεις τους και για λόγους διαφάνειας, η καταχώριση θα πρέπει να εξαρτάται από την υποβολή, στον [Ευρωπαϊκό] Οργανισμό [Χημικών Προϊόντων (ECHA)], ενός φακέλου ο οποίος θα περιέχει όλες αυτές τις πληροφορίες. Οι καταχωρισμένες ουσίες θα πρέπει να επιτρέπεται να κυκλοφορούν στην εσωτερική αγορά.»

    4

    Το άρθρο 1 του ως άνω κανονισμού, το οποίο φέρει τον τίτλο «Σκοπός και πεδίο εφαρμογής», ορίζει στην παράγραφό του 1 τα εξής:

    «Σκοπός του παρόντος κανονισμού είναι να εξασφαλισθούν ένα υψηλό επίπεδο προστασίας της υγείας του ανθρώπου και του περιβάλλοντος, συμπεριλαμβανομένης της προαγωγής εναλλακτικών μεθόδων αξιολόγησης των κινδύνων ουσιών, καθώς και η ελεύθερη κυκλοφορία των ουσιών εντός της εσωτερικής αγοράς, με παράλληλη ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και της καινοτομίας.»

    5

    Το άρθρο 2 του εν λόγω κανονισμού, το οποίο φέρει τον τίτλο «Εφαρμογή», ορίζει στην παράγραφό του 1, στοιχείο βʹ, τα ακόλουθα:

    «Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται:

    […]

    β)

    στις ουσίες, είτε είναι υπό καθαρή μορφή είτε σε μείγματα είτε σε αντικείμενα, οι οποίες βρίσκονται υπό τελωνειακή επιτήρηση, εφόσον δεν υφίστανται άλλη επεξεργασία ή μεταποίηση, και είναι σε προσωρινή εναπόθεση ή σε ελεύθερη ζώνη ή σε ελεύθερη αποθήκη με σκοπό την επανεξαγωγή ή σε διαμετακόμιση».

    6

    Το άρθρο 3 του ίδιου κανονισμού, το οποίο φέρει τον τίτλο «Ορισμοί», προβλέπει στις παραγράφους του 10 έως 14 και 24 τα εξής:

    «Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, νοούνται ως:

    […]

    10)

    Εισαγωγή: η φυσική εισαγωγή στο τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας.

    11)

    Εισαγωγέας: φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο είναι εγκατεστημένο στην Κοινότητα και είναι υπεύθυνο για την εισαγωγή.

    12)

    Διάθεση στην αγορά: η προμήθεια ή η διάθεση σε τρίτο είτε έναντι αμοιβής είτε δωρεάν. Η εισαγωγή θεωρείται διάθεση στην αγορά.

    13)

    Μεταγενέστερος χρήστης: φυσικό ή νομικό πρόσωπο, εκτός από τον παρασκευαστή ή τον εισαγωγέα, το οποίο είναι εγκατεστημένο στην Κοινότητα και χρησιμοποιεί μια ουσία είτε υπό καθαρή μορφή είτε σε μείγμα κατά τη βιομηχανική ή επαγγελματική του δραστηριότητα. […]

    14)

    Διανομέας: φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο είναι εγκατεστημένο στην Κοινότητα, συμπεριλαμβανομένου του εμπόρου λιανικής πώλησης, και απλώς αποθηκεύει και διαθέτει σε τρίτους στην αγορά μια ουσία είτε υπό καθαρή μορφή είτε σε μείγμα.

    […]

    24)

    Χρήση: οποιαδήποτε μεταποίηση, ενσωμάτωση σε μείγμα (τυποποίηση), κατανάλωση, αποθήκευση, διατήρηση, κατεργασία, πλήρωση περιεκτών, μεταφορά μεταξύ περιεκτών, ανάμειξη, παραγωγή αντικειμένου, ή οποιαδήποτε άλλη χρησιμοποίηση».

    7

    Το άρθρο 5 του κανονισμού REACH, το οποίο φέρει τον τίτλο «Απαγόρευση μη καταχωρισμένων ουσιών», ορίζει τα ακόλουθα:

    «Με την επιφύλαξη των άρθρων 6, 7, 21 και 23, ουσίες υπό καθαρή μορφή, σε μείγματα ή σε αντικείμενα μπορούν να παρασκευάζονται στην Κοινότητα ή να διατίθενται στην αγορά μόνον εφόσον έχουν καταχωρισθεί σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις του παρόντος τίτλου, εφόσον τούτο απαιτείται.»

    8

    Το άρθρο 6 του εν λόγω κανονισμού, το οποίο φέρει τον τίτλο «Γενική υποχρέωση καταχώρισης ουσιών υπό καθαρή μορφή ή σε μείγματα», ορίζει στην παράγραφό του 1 τα εξής:

    «Εάν δεν ορίζεται άλλως από τον παρόντα κανονισμό, κάθε παρασκευαστής ή εισαγωγέας μιας ουσίας, είτε υπό καθαρή μορφή είτε σε ένα ή περισσότερα μείγματα, σε ποσότητες 1 τόνου ή μεγαλύτερες ετησίως, προβαίνει σε καταχώριση της ουσίας στον [ECHA].»

    9

    Το άρθρο 10 του εν λόγω κανονισμού, το οποίο φέρει τον τίτλο «Πληροφορίες που υποβάλλονται για γενικούς σκοπούς καταχώρισης», προβλέπει τα ακόλουθα:

    «Μια καταχώριση που απαιτείται βάσει του άρθρου 6 ή του άρθρου 7, παράγραφοι 1 ή 5, περιλαμβάνει όλες τις ακόλουθες πληροφορίες:

    α)

    τεχνικό φάκελο ο οποίος περιέχει:

    […]

    […]

    β)

    Έκθεση χημικής ασφάλειας, όταν απαιτείται δυνάμει του άρθρου 14, βάσει του υποδείγματος που προδιαγράφεται στο παράρτημα Ι. Τα σχετικά σημεία της έκθεσης αυτής μπορούν να περιλαμβάνουν, εάν ο καταχωρίζων το κρίνει σκόπιμο, τις σχετικές κατηγορίες χρήσης και έκθεσης.»

    10

    Το άρθρο 21 του κανονισμού REACH, το οποίο φέρει τον τίτλο «Παρασκευή και εισαγωγή ουσιών», ορίζει στην παράγραφό του 1 τα εξής:

    «Ένας καταχωρίζων μπορεί να αρχίζει ή να συνεχίζει την παρασκευή ή την εισαγωγή μιας ουσίας ή την παραγωγή ή την εισαγωγή ενός αντικειμένου, εντός τριών εβδομάδων από την ημερομηνία υποβολής, με την επιφύλαξη του άρθρου 27, παράγραφος 8, εάν δεν υπάρχουν υποδείξεις περί του αντιθέτου από τον [ECHA] σύμφωνα με το άρθρο 20, παράγραφος 2.»

    11

    Το άρθρο 22 του ως άνω κανονισμού, το οποίο φέρει τον τίτλο «Άλλες υποχρεώσεις των καταχωριζόντων», προβλέπει στην παράγραφο 1 τα ακόλουθα:

    «Μετά την καταχώριση, ο καταχωρίζων είναι υπεύθυνος να επικαιροποιεί χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και με δική του πρωτοβουλία την καταχώρισή του με σχετικές νέες πληροφορίες και να την υποβάλλει στον [ECHA] στις εξής περιπτώσεις:

    […]».

    Ο τελωνειακός κώδικας

    12

    Το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Οκτωβρίου 2013, για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ 2013, L 269, σ. 1, και διορθωτικό ΕΕ 2016, L 267, σ. 2, στο εξής: τελωνειακός κώδικας), το οποίο φέρει τον τίτλο «Ορισμοί», ορίζει στα σημεία 3, 11 και 17 τα εξής:

    «Για τους σκοπούς του κώδικα, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

    […]

    3)

    “τελωνειακοί έλεγχοι”: συγκεκριμένες πράξεις των τελωνειακών αρχών με σκοπό την εξασφάλιση της συμμόρφωσης προς την τελωνειακή και λοιπή νομοθεσία που διέπει την είσοδο, την έξοδο, τη διαμετακόμιση, τη διακίνηση, την αποθήκευση και τον ειδικό προορισμό εμπορευμάτων που μεταφέρονται μεταξύ του τελωνειακού εδάφους της Ένωσης και χωρών ή εδαφών εκτός αυτού του εδάφους, καθώς και την προσκόμιση και διακίνηση εντός του τελωνειακού εδάφους της Ένωσης μη ενωσιακών εμπορευμάτων και εμπορευμάτων υπό το καθεστώς του ειδικού προορισμού·

    […]

    11)

    “Διασάφηση προσωρινής εναπόθεσης”: η πράξη με την οποία ένα πρόσωπο δηλώνει, με τους απαιτούμενους τύπους και διαδικασίες, ότι εμπορεύματα βρίσκονται σε προσωρινή εναπόθεση·

    […]

    17)

    “προσωρινή εναπόθεση”: η κατάσταση μη ενωσιακών εμπορευμάτων τα οποία αποθηκεύονται προσωρινά υπό τελωνειακή επιτήρηση για το διάστημα μεταξύ της προσκόμισής τους στο τελωνείο και της υπαγωγής τους σε τελωνειακό καθεστώς ή της επανεξαγωγής τους».

    13

    Το καθεστώς της προσωρινής εναποθέσεως εμπορευμάτων ρυθμίζεται από τα άρθρα 144 έως 152 του τελωνειακού κώδικα, τα οποία περιλαμβάνονται στον τίτλο IV, κεφάλαιο 2, τμήμα 3, του εν λόγω κώδικα. Βάσει του συγκεκριμένου καθεστώτος, τα εμπορεύματα που δεν προέρχονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση (στο εξής: μη ενωσιακά εμπορεύματα) τίθενται σε προσωρινή εναπόθεση κατά τον χρόνο προσκομίσεώς τους στο τελωνείο. Τα εμπορεύματα αυτά μπορούν να παραμείνουν υπό το εν λόγω καθεστώς για χρονικό διάστημα 90 ημερών κατά το μέγιστο.

    14

    Το τελωνειακό καθεστώς της διαμετακομίσεως αποτελεί αντικείμενο των άρθρων 226 έως 236 του ως άνω κώδικα, τα οποία περιέχονται στο τμήμα 1 του κεφαλαίου 2 του τίτλου VII του κώδικα, και περιλαμβάνει, αφενός, το καθεστώς εξωτερικής διαμετακομίσεως, το οποίο επιτρέπει τη διακίνηση μη ενωσιακών εμπορευμάτων από ένα σημείο του τελωνειακού εδάφους της Ένωσης σε άλλο, χωρίς τα εμπορεύματα να υπόκεινται σε εισαγωγικούς δασμούς, στις λοιπές επιβαρύνσεις ή σε μέτρα εμπορικής πολιτικής. Αφετέρου, περιλαμβάνει το καθεστώς εσωτερικής διαμετακομίσεως, το οποίο επιτρέπει τη διακίνηση εμπορευμάτων της Ένωσης από ένα σημείο του τελωνειακού εδάφους της Ένωσης σε άλλο, με διέλευση από χώρα ή έδαφος εκτός του εν λόγω τελωνειακού εδάφους, χωρίς μεταβολή του τελωνειακού χαρακτηρισμού τους.

    15

    Το τελωνειακό καθεστώς της τελωνειακής αποταμιεύσεως διέπεται από τα άρθρα 240 έως 242 του τελωνειακού κώδικα, τα οποία περιλαμβάνονται στον τίτλο VII, κεφάλαιο 3, τμήμα 2, του κώδικα. Το εν λόγω καθεστώς επιτρέπει την αποθήκευση των μη ενωσιακών εμπορευμάτων σε εγκαταστάσεις ή σε κάθε άλλο χώρο εγκεκριμένο για το συγκεκριμένο καθεστώς από τις τελωνειακές αρχές, ήτοι σε «αποθήκες τελωνειακής αποταμίευσης», υπό τελωνειακή επιτήρηση. Οι αποθήκες τελωνειακής αποταμίευσης μπορούν να χρησιμοποιούνται από οποιοδήποτε πρόσωπο για την τελωνειακή αποταμίευση εμπορευμάτων (δημόσιες αποθήκες τελωνειακής αποταμίευσης) ή για την αποθήκευση εμπορευμάτων από τον δικαιούχο άδειας καθεστώτος τελωνειακής αποταμίευσης (ιδιωτικές αποθήκες τελωνειακής αποταμίευσης).

    16

    Στο κεφάλαιο VII, κεφάλαιο 3, τμήμα 3, του κώδικα περιλαμβάνονται τα άρθρα του 243 έως 249, τα οποία αφορούν το τελωνειακό καθεστώς της ελεύθερης ζώνης, στο οποίο υπάγονται εμπορεύματα ως προς τα οποία εκκρεμεί, μεταξύ άλλων, ο καθορισμός των εισαγωγικών δασμών και των λοιπών φορολογικών επιβαρύνσεων.

    Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

    17

    Το 2019 η Triferto παρήγγειλε από την εδρεύουσα στη Σιγκαπούρη Dreymoor Fertilizers Overseas PTE LTD ποσότητα μεγαλύτερη του ενός τόνου ουρίας. Το συγκεκριμένο εμπόρευμα προερχόταν από τρίτη χώρα, ενώ ως τόπος παραδόσεως είχε συμφωνηθεί η Γάνδη. Κατόπιν εντολής της δεύτερης εταιρίας, η Belor‑Eurofert Gmbh (στο εξής: Belor), με έδρα το Bamberg (Γερμανία), εισήγαγε στην Ένωση το επίμαχο στην υπόθεση της κύριας δίκης φορτίο ουρίας και το εναπόθεσε σε αποθήκη τελωνειακής αποταμιεύσεως στη Γάνδη. Η Belor, εμφανιζόμενη ως εισαγωγέας, κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 1, του κανονισμού REACH, είχε υποβάλει προηγουμένως στον ECHA αίτηση καταχωρίσεως της επίμαχης στην υπόθεση της κύριας δίκης ουρίας και είχε προβεί στην τελωνειακή διασάφηση του συγκεκριμένου εμπορεύματος.

    18

    Κατόπιν ελέγχου με σκοπό τη διακρίβωση της τηρήσεως του κανονισμού REACH, ο οποίος διενεργήθηκε στις 11 Φεβρουαρίου 2020, η ΟΔΥ Δημόσιας Υγείας έκρινε ότι η Triferto και όχι η Belor έπρεπε να θεωρηθεί εισαγωγέας, κατά την έννοια των συνδυασμένων διατάξεων των άρθρων 3 και 6 του κανονισμού REACH. Η ΟΔΥ Δημόσιας Υγείας, θεωρώντας ότι η Triferto όφειλε να ζητήσει την καταχώριση της επίμαχης στην υπόθεση της κύριας δίκης ουρίας, της επέβαλε πρόστιμο ύψους 32856 ευρώ.

    19

    Οι Triferto και ΟΔΥ Δημόσιας Υγείας προσέφυγαν από κοινού, στις 10 Φεβρουαρίου 2022, ενώπιον του rechtbank van eerste aanleg Oost-Vlaanderen, afdeling Gent (πρωτοδικείου Ανατολικής Φλάνδρας, τμήμα Γάνδης, Βέλγιο), ήτοι του αιτούντος δικαστηρίου.

    20

    Υπενθυμίζοντας τις σχετικές διατάξεις του δικαίου της Ένωσης, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται ως προς την ερμηνεία της έννοιας του «εισαγωγέα», κατά το άρθρο 3, παράγραφος 11, του κανονισμού REACH, δεδομένου ότι, κατά το εν λόγω δικαστήριο, η συγκεκριμένη έννοια έχει καθοριστική σημασία για την ορθή εφαρμογή του άρθρου 6, παράγραφος 1, του εν λόγω κανονισμού.

    21

    Επιπλέον, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται ως προς την ερμηνεία του άρθρου 2, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού REACH, κατά το οποίο ο συγκεκριμένος κανονισμός δεν εφαρμόζεται στις ουσίες, είτε υπό καθαρή μορφή είτε σε μείγματα, οι οποίες βρίσκονται υπό τελωνειακή επιτήρηση, εφόσον δεν υφίστανται άλλη επεξεργασία ή μεταποίηση και είναι σε προσωρινή εναπόθεση ή σε ελεύθερη ζώνη ή σε ελεύθερη αποθήκη με σκοπό την επανεξαγωγή ή σε διαμετακόμιση.

    22

    Το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι, κατά την ΟΔΥ Δημόσιας Υγείας, η έννοια του «εισαγωγέα», κατά τον κανονισμό REACH πρέπει να ερμηνεύεται ως αφορώσα το πρόσωπο που αγόρασε απευθείας ουσία στην τρίτη χώρα και όχι εκείνο που εισήγαγε στην πράξη και/ή μετέφερε την ουσία αυτή στην Ένωση. Η ΟΔΥ Δημόσιας Υγείας στηρίζεται συναφώς στις επισημάνσεις που περιέχονται στον ιστότοπο του ECHA.

    23

    Το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι η Triferto υποστηρίζει, αντιθέτως, ότι η εταιρία που είναι υπεύθυνη για τη φυσική εισαγωγή της οικείας ουσίας πρέπει να θεωρείται εισαγωγέας της, ανεξαρτήτως του προσώπου που αγόρασε την ουσία. Η εν λόγω εταιρία υποστηρίζει επίσης ότι είναι θεμιτό για τις οικείες επιχειρήσεις να συμφωνήσουν είτε ότι η επιχείρηση η οποία προβαίνει στην τελωνειακή διασάφηση είναι ο εισαγωγέας, κατά την έννοια του κανονισμού REACH, και επομένως είναι υπεύθυνη για την καταχώριση στον ECHA είτε ότι την τελική ευθύνη για την εισαγωγή την υπέχει άλλη επιχείρηση εκτός του διαμεταφορέα ή του παρόχου υπηρεσιών εφοδιαστικής, οπότε η εν λόγω επιχείρηση είναι ο εισαγωγέας, κατά την έννοια του κανονισμού. Η Triferto στηρίζεται συναφώς σε ενημερωτικό θεματικό δελτίο σχετικό με τον εν λόγω κανονισμό και με τους εισαγωγείς το οποίο δημοσίευσαν στο Διαδίκτυο οι ολλανδικές αρχές.

    24

    Υπό τις συνθήκες αυτές, το Rechtbank van eerste aanleg Oost-Vlaanderen Afdeling Gent (πρωτοδικείο Ανατολικής Φλάνδρας, τμήμα Γάνδης) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα εξής προδικαστικά ερωτήματα:

    «1)

    Έχουν το άρθρο 6, παράγραφος 1, και το άρθρο 3, παράγραφοι 10 και 11, του κανονισμού REACH την έννοια ότι το πρόσωπο που παραγγέλλει ή αγοράζει ουσία από παρασκευαστή εγκατεστημένο εκτός της Ένωσης υπόκειται σε υποχρέωση καταχώρισης, ακόμη και αν όλες οι διατυπώσεις που αφορούν τη φυσική εισαγωγή της ουσίας στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης διεκπεραιώνονται στην πραγματικότητα από τρίτο, ο οποίος επιβεβαιώνει επίσης ρητώς ότι αναλαμβάνει την ευθύνη γι’ αυτές;

    Έχει σημασία για την απάντηση στο ανωτέρω ερώτημα το αν η ποσότητα της ουσίας που παραγγέλθηκε ή αγοράστηκε αποτελεί μέρος μόνον (ποσότητας ανώτερης πάντως του ενός τόνου) μεγαλύτερης παρτίδας της ίδιας ουσίας του ίδιου εγκατεστημένου εκτός της Ένωσης παρασκευαστή, η οποία εισάγεται στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης από τον εν λόγω τρίτο προκειμένου να τοποθετηθεί εκεί σε αποθήκη τελωνειακής αποταμίευσης;

    2)

    Έχει το άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού REACH την έννοια ότι ούτε οι ουσίες που τοποθετούνται σε αποθήκη τελωνειακής αποταμίευσης (με την υπαγωγή τους στη διαδικασία J, κωδικός 71 00, στο πεδίο 37 του ενιαίου διοικητικού εγγράφου) εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού REACH μέχρις ότου απομακρυνθούν σε μεταγενέστερο στάδιο και υπαχθούν σε άλλο τελωνειακό καθεστώς (π.χ. θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία);

    Σε περίπτωση καταφατικής απάντησης: Έχουν το άρθρο 6, παράγραφος 1, και το άρθρο 3, παράγραφοι 10 και 11, του κανονισμού REACH την έννοια ότι η υποχρέωση καταχωρίσεως βαρύνει στην περίπτωση αυτή το πρόσωπο που αγόρασε απευθείας την ουσία εκτός της Ένωσης και ζητεί να την παραλάβει (χωρίς προηγουμένως να την έχει πράγματι εισαγάγει στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης), ακόμη και αν η ουσία έχει ήδη καταχωριστεί από την τρίτη επιχείρηση που την εισήγαγε πράγματι στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης σε προγενέστερο χρόνο;»

    Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

    Επί του πρώτου σκέλους του δευτέρου προδικαστικού ερωτήματος

    25

    Με το πρώτο σκέλος του δευτέρου προδικαστικού ερωτήματος, το οποίο πρέπει να εξετασθεί κατ’ αρχάς, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινισθεί αν το άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού REACH έχει την έννοια ότι η προβλεπόμενη στην εν λόγω διάταξη εξαίρεση από το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού τυγχάνει εφαρμογής αποκλειστικώς στην περίπτωση ουσιών, είτε υπό καθαρή μορφή είτε σε μείγματα ή σε αντικείμενα, οι οποίες υπόκεινται σε τελωνειακή επιτήρηση και οι οποίες δεν υφίστανται άλλη επεξεργασία ή μεταποίηση, οσάκις οι εν λόγω ουσίες εμπίπτουν σε κάποια από τις περιπτώσεις που μνημονεύονται ρητώς στη συγκεκριμένη διάταξη.

    26

    Κατά το άρθρο του 2, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, ο κανονισμός REACH δεν εφαρμόζεται στις ουσίες «οι οποίες βρίσκονται υπό τελωνειακή επιτήρηση, εφόσον δεν υφίστανται άλλη επεξεργασία ή μεταποίηση και είναι σε προσωρινή εναπόθεση ή σε ελεύθερη ζώνη ή σε ελεύθερη αποθήκη με σκοπό την επανεξαγωγή ή σε διαμετακόμιση».

    27

    Ως εκ τούτου, ο κανονισμός REACH δεν τυγχάνει εφαρμογής στην περίπτωση των προσκομιζόμενων στο τελωνείο ουσιών οι οποίες πληρούν διττή προϋπόθεση, ήτοι, κατά πρώτον, ότι οι συγκεκριμένες ουσίες δεν υφίστανται άλλη επεξεργασία ή μεταποίηση και, κατά δεύτερον, ότι εμπίπτουν σε κάποια από τις περιπτώσεις που αφορά η ως άνω διάταξη.

    28

    Εν προκειμένω, από τη διευκρίνιση που παρέσχε το αιτούν δικαστήριο στο πλαίσιο του δευτέρου προδικαστικού ερωτήματος προκύπτει ότι η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης ουσία αποτέλεσε το αντικείμενο τελωνειακού ελέγχου στο πλαίσιο του οποίου υπήχθη στη διαδικασία J, κωδικός 71 00, πεδίο 37, του ενιαίου διοικητικού εγγράφου. Ο κωδικός αυτός δηλώνει ότι η ουσία έχει υπαχθεί στο καθεστώς τελωνειακής αποταμιεύσεως (71) και ότι προγενέστερα δεν υπαγόταν σε κανένα τελωνειακό καθεστώς (00).

    29

    Όπως, όμως, επισημάνθηκε στη σκέψη 27 της παρούσας αποφάσεως, προκειμένου να έχει εφαρμογή η εξαίρεση από το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού REACH η οποία προβλέπεται στο άρθρο του 2, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, απαιτείται, ιδίως, η επίμαχη ουσία να έχει υπαχθεί σε κάποιο από τα καθεστώτα που μνημονεύει η εν λόγω διάταξη, ήτοι στην προσωρινή εναπόθεση, την τοποθέτηση σε ελεύθερη ζώνη ή σε ελεύθερη αποθήκη με σκοπό την επανεξαγωγή της ή σε διαμετακόμιση.

    30

    Δεδομένου ότι το καθεστώς της τελωνειακής αποταμιεύσεως δεν καταλέγεται μεταξύ των ανωτέρω περιπτώσεων, πρέπει να γίνει δεκτό ότι το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινισθεί αν το καθεστώς της τελωνειακής αποταμιεύσεως, το οποίο διέπεται από τα άρθρα 240 έως 242 του τελωνειακού κώδικα που περιλαμβάνονται στον τίτλο του VII, κεφάλαιο 3, τμήμα 3, δύναται παρά ταύτα να εξομοιωθεί με κάποια από τις ως άνω περιπτώσεις όσον αφορά την οριοθέτηση του πεδίου εφαρμογής του κανονισμού REACH.

    31

    Όσον αφορά, κατά πρώτον, την προσωρινή εναπόθεση, αυτή μνημονεύεται στο άρθρο 5, σημεία 11 και 17, του τελωνειακού κώδικα και ρυθμίζεται από τα άρθρα 144 έως 152 του ιδίου κώδικα, τα οποία περιλαμβάνονται στον τίτλο του IV, κεφάλαιο 2, τμήμα 3. Όπως επισήμανε η γενική εισαγγελέας στο σημείο 34 των προτάσεών της, πρόκειται για μια εναλλακτική κατάσταση σε σχέση με την υπαγωγή σε τελωνειακό καθεστώς και, επομένως, σε σχέση με την αποθήκευση σε αποθήκη τελωνειακής αποταμιεύσεως, οπότε το τελευταίο αυτό καθεστώς δεν δύναται να εξομοιωθεί με την προσωρινή εναπόθεση.

    32

    Κατά δεύτερον, όσον αφορά το καθεστώς περί τοποθετήσεως εμπορευμάτων σε ελεύθερη ζώνη, όπως αυτό μνημονεύεται στο άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού REACH, μολονότι το εν λόγω καθεστώς καταλέγεται, όπως και η τελωνειακή αποταμίευση, μεταξύ των καθεστώτων αποθηκεύσεως που αποτελούν αντικείμενο του κεφαλαίου 3 του τίτλου VII του τελωνειακού κώδικα, διέπεται εντούτοις από διαφορετικό τμήμα του ίδιου κεφαλαίου, συγκεκριμένα δε από το τμήμα του 3, το οποίο περιλαμβάνει τα άρθρα 243 έως 249 του κώδικα. Ως εκ τούτου, όπως παρατήρησε η γενική εισαγγελέας στο σημείο 35 των προτάσεών της, τα δύο ως άνω τελωνειακά καθεστώτα αποκλείονται αμοιβαίως.

    33

    Κατά τρίτον, όσον αφορά το καθεστώς της αποθηκεύσεως σε ελεύθερη αποθήκη, το οποίο επίσης μνημονεύεται στο άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού REACH, αρκεί να επισημανθεί, όπως παρατήρησε και η γενική εισαγγελέας στο σημείο 36 των προτάσεών της, ότι το συγκεκριμένο καθεστώς δεν προβλεπόταν από τον τελωνειακό κώδικα κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της διαφοράς της κύριας δίκης.

    34

    Τέλος, κατά τέταρτον, το καθεστώς της διαμετακομίσεως αποτελεί, όπως επισήμανε η γενική εισαγγελέας στο σημείο 38 των προτάσεών της, ειδικό τελωνειακό καθεστώς, διαφορετικό από εκείνα της αποθηκεύσεως, το οποίο εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κεφαλαίου 2 του τίτλου VII του τελωνειακού κώδικα και το οποίο δεν δύναται, ούτε και αυτό, να εξομοιωθεί με το καθεστώς της τελωνειακής αποταμιεύσεως.

    35

    Ως εκ τούτου, το καθεστώς της τελωνειακής αποταμιεύσεως αποτελεί ειδικό τελωνειακό καθεστώς που δεν μπορεί να εξομοιωθεί με κάποια από τις περιπτώσεις που απαριθμούνται στο άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού REACH.

    36

    Κατά συνέπεια, η ως άνω διάταξη δεν έχει εφαρμογή στην περίπτωση των ουσιών που υπάγονται στο καθεστώς της τελωνειακής αποταμιεύσεως, δεδομένου ότι οι συγκεκριμένες ουσίες εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού REACH, οπότε πρέπει να γίνει δεκτό ότι έχουν εισαχθεί, κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 10, του εν λόγω κανονισμού, ήδη από του χρονικού σημείου της φυσικής εισαγωγής για πρώτη φορά στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης.

    37

    Το συμπέρασμα που εκτίθεται στη σκέψη 35 της παρούσας αποφάσεως επιρρωννύεται από τους σκοπούς του κανονισμού REACH, καθώς και από τον κανόνα του άρθρου 5 του εν λόγω κανονισμού περί «απαγορεύσεως μη καταχωρισμένων ουσιών».

    38

    Συναφώς, αφενός, από το άρθρο 1, παράγραφος 1, του κανονισμού REACH προκύπτει ότι σκοπός του συγκεκριμένου κανονισμού «είναι να εξασφαλισθούν ένα υψηλό επίπεδο προστασίας της υγείας του ανθρώπου και του περιβάλλοντος, συμπεριλαμβανομένης της προαγωγής εναλλακτικών μεθόδων αξιολόγησης των κινδύνων ουσιών, καθώς και η ελεύθερη κυκλοφορία των ουσιών εντός της εσωτερικής αγοράς, με παράλληλη ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και της καινοτομίας». Αφετέρου, το άρθρο 5 του εν λόγω κανονισμού απαγορεύει, κατ’ αρχήν, τη διάθεση στην αγορά ουσίας η οποία δεν έχει καταχωρισθεί σύμφωνα με τις εφαρμοστέες διατάξεις του κανονισμού, οσάκις τούτο απαιτείται. Βάσει του άρθρου 3, παράγραφος 12, του ίδιου κανονισμού, οποιαδήποτε εισαγωγή εξομοιώνεται με διάθεση στην αγορά.

    39

    Σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου, ο κανονισμός REACH δεν έχει ως σκοπό να ρυθμίσει τις εξαγωγές ουσιών, αλλά θεσπίζει νομικό πλαίσιο που ισχύει για τους παραγωγούς, τους εισαγωγείς και τους μεταγενέστερους χρήστες οσάκις παρασκευάζουν, εισάγουν, διαθέτουν στην αγορά ή χρησιμοποιούν ουσίες, προκειμένου να διασφαλισθεί η ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων και ένα υψηλό επίπεδο προστασίας της υγείας του ανθρώπου και του περιβάλλοντος στην εσωτερική αγορά (πρβλ. απόφαση της 27ης Απριλίου 2017, Pinckernelle,C‑535/15, EU:C:2017:315, σκέψη 43). Εφόσον, όμως, πληρούται η προϋπόθεση του άρθρου 2, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του εν λόγω κανονισμού περί μη επεξεργασίας και μεταποιήσεως, πρέπει να γίνει δεκτό ότι, όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 10 του κανονισμού, οι ουσίες που εμπίπτουν σε κάποια από τις περιπτώσεις που αφορά η διάταξη αυτή δεν χρησιμοποιούνται, στο συγκεκριμένο στάδιο, εντός της Ένωσης. Ως εκ τούτου, η προβλεπόμενη από την εν λόγω διάταξη εξαίρεση από το πεδίο εφαρμογής στηρίζεται στο ότι είναι ελάχιστα πιθανή η εντός της Ένωσης επέλευση των κινδύνων που συνδέονται με τις συγκεκριμένες ουσίες.

    40

    Κατά συνέπεια, στο πρώτο σκέλος του δευτέρου προδικαστικού ερωτήματος πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού REACH έχει την έννοια ότι η προβλεπόμενη στην εν λόγω διάταξη εξαίρεση από το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού τυγχάνει εφαρμογής αποκλειστικώς στην περίπτωση ουσιών, είτε υπό καθαρή μορφή είτε σε μείγματα ή σε αντικείμενα, οι οποίες υπόκεινται σε τελωνειακή επιτήρηση και οι οποίες δεν υφίστανται άλλη επεξεργασία ή μεταποίηση, οσάκις οι εν λόγω ουσίες εμπίπτουν σε κάποια από τις περιπτώσεις που μνημονεύονται ρητώς στη συγκεκριμένη διάταξη.

    41

    Λαμβανομένης υπόψη της απαντήσεως που δόθηκε στο πρώτο σκέλος του δευτέρου προδικαστικού ερωτήματος, παρέλκει η απάντηση στο δεύτερο σκέλος του ερωτήματος αυτού.

    Επί του πρώτου προδικαστικού ερωτήματος

    42

    Με το πρώτο προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινισθεί αν το άρθρο 3, παράγραφοι 10 και 11, και το άρθρο 6 του κανονισμού REACH έχουν την έννοια ότι ο αγοραστής ποσότητας ουσίας μεγαλύτερης του ενός τόνου ετησίως η οποία εισάγεται στην Ένωση και εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του εν λόγω κανονισμού δεν υποχρεούται να υποβάλει ο ίδιος την αίτηση καταχωρίσεως της συγκεκριμένης ουσίας σε περίπτωση κατά την οποία άλλο πρόσωπο εγκατεστημένο στην Ένωση ανέλαβε την ευθύνη της εισαγωγής στην Ένωση της εν λόγω ουσίας.

    43

    Βάσει του άρθρου 6, παράγραφος 1, του κανονισμού REACH, ο εισαγωγέας ουσίας σε ποσότητες του ενός τόνου ή μεγαλύτερες ετησίως υπέχει την υποχρέωση να υποβάλει στον ECHA αίτηση καταχωρίσεως.

    44

    Συναφώς, από το γράμμα του άρθρου 3, παράγραφοι 10 και 11, του κανονισμού REACH προκύπτει ότι, για τους σκοπούς του συγκεκριμένου νομοθετήματος, αφενός, ως «εισαγωγή» νοείται η «φυσική εισαγωγή [ουσίας] στο τελωνειακό έδαφος της [Ένωσης]» και, αφετέρου, ως «εισαγωγέας» νοείται κάθε «φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο είναι εγκατεστημένο στην [Ένωση] και είναι υπεύθυνο για την εισαγωγή».

    45

    Όπως επισήμανε η γενική εισαγγελέας στα σημεία 48 και 49 των προτάσεών της, μολονότι δεν μπορεί να αποκλεισθεί το ενδεχόμενο αποδόσεως ευθύνης για την εισαγωγή ουσιών στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης σε πλείονα εγκατεστημένα στην Ένωση φυσικά ή νομικά πρόσωπα, τούτο δεν δύναται, πάντως, να έχει ως αποτέλεσμα ερμηνεία του άρθρου 3, παράγραφος 11, και του άρθρου 6 του κανονισμού REACH, βάσει της οποίας καθένα από τα ως άνω πρόσωπα υποχρεούται να υποβάλει αίτηση καταχωρίσεως για τις ουσίες αυτές.

    46

    Βεβαίως, ερμηνευόμενες υπό το πρίσμα της αιτιολογικής σκέψεως 17 του εν λόγω κανονισμού, οι ως άνω διατάξεις έχουν ως σκοπό να συλλεγούν όλες οι διαθέσιμες χρήσιμες πληροφορίες για τις ουσίες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού προς διευκόλυνση του προσδιορισμού των επικίνδυνων ιδιοτήτων των ουσιών. Πρέπει, ως εκ τούτου, να καταχωρίζεται κάθε ποσότητα τέτοιας ουσίας ίση ή μεγαλύτερη του ενός τόνου, παρασκευαζόμενη ή εισαγόμενη στην Ένωση. Προκειμένου, πάντως, να επιτευχθεί ο συγκεκριμένος σκοπός δεν απαιτείται πλείονα πρόσωπα δυνάμενα να χαρακτηρισθούν ως «εισαγωγείς» να υποβάλουν, στο πλαίσιο της ίδιας εισαγωγής, αίτηση για την καταχώριση των οικείων ουσιών. Εφόσον η εκ μέρους του αίτηση καταχωρίσεως είναι πλήρης, αρκεί ένα μόνον εξ αυτών των προσώπων να εκπληρώσει την εκ του άρθρου 6, παράγραφος 1, του εν λόγω κανονισμού υποχρέωση.

    47

    Εν προκειμένω, από τη δικογραφία που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο προκύπτει ότι μόνον οι εταιρίες Belor και Triferto μπορούν να εμπίπτουν στην έννοια του «εισαγωγέα», κατά το άρθρο 3, παράγραφος 11, του κανονισμού REACH.

    48

    Επισημαίνεται συναφώς ότι, μολονότι το έγγραφο οδηγιών του ECHA όσον αφορά την καταχώριση, κατά το οποίο ο εισαγωγέας πρέπει να προσδιορίζεται αναλόγως των περιστάσεων κάθε περιπτώσεως, μπορεί να έχει στην πράξη κάποια χρησιμότητα, καθόσον παρέχει ενδείξεις που καθιστούν δυνατό τον προσδιορισμό του «υπεύθυνου για την εισαγωγή», κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 11, του κανονισμού REACH, εντούτοις το συγκεκριμένο έγγραφο οδηγιών δεν έχει δεσμευτική ισχύ (πρβλ. απόφαση της 10ης Σεπτεμβρίου 2015, FCD και FMB, C‑106/14, EU:C:2017:576, σκέψη 29).

    49

    Επιπλέον, όπως, κατ’ ουσίαν, κατέδειξε η γενική εισαγγελέας στα σημεία 51 έως 53 των προτάσεών της, από το ως άνω έγγραφο οδηγιών προκύπτει ότι, μολονότι υπεύθυνος για την εισαγωγή ουσίας είναι συχνά ο αποδέκτης της, δεν αποκλείεται την ευθύνη αυτή να την αναλαμβάνει το πρόσωπο που οργανώνει τη συγκεκριμένη εισαγωγή ή ακόμη και ο πωλητής της ουσίας.

    50

    Ως εκ τούτου δεν χωρεί λυσιτελώς επίκληση του εν λόγω εγγράφου οδηγιών προκειμένου να αποκλεισθεί η δυνατότητα πρόσωπο μετέχον στην αλυσίδα εφοδιασμού να αναλάβει, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, την ευθύνη της εισαγωγής και της καταχωρίσεως ουσίας βάσει του κανονισμού REACH.

    51

    Η ευθύνη για την εισαγωγή και την καταχώριση εισαγόμενης ουσίας δεν μπορεί, πάντως, να αναληφθεί με σκοπό την καταστρατήγηση των εκ του κανονισμού REACH υποχρεώσεων μέσω κατανομής της ουσίας μεταξύ των διαφόρων εισαγωγέων, όπως στην περίπτωση κατά την οποία η ποσότητα που κατανέμεται σε καθέναν εξ αυτών είναι μικρότερη από το όριο πέραν του οποίου προβλέπεται υποχρέωση καταχωρίσεως ή από τα όρια πέραν των οποίων απαιτείται η παροχή εκτενέστερων στοιχείων.

    52

    Εξάλλου, αφενός, από το άρθρο 10 του κανονισμού REACH προκύπτει ότι η αίτηση καταχωρίσεως ουσίας πρέπει να συνοδεύεται από πλήρη και αναλυτικό φάκελο σχετικό με τη συγκεκριμένη ουσία, καθώς και από έκθεση χημικής ασφάλειας για την ουσία αυτή και, αφετέρου, από το άρθρο 22, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του ίδιου κανονισμού προκύπτει ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, ο καταχωρίζων υποχρεούται να επικαιροποιεί χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και με δική του πρωτοβουλία την καταχώρισή του με σχετικές νέες πληροφορίες τις οποίες υποβάλλει στον ECHA.

    53

    Ως εκ τούτου, όπως επισήμανε η γενική εισαγγελέας στο σημείο 56 των προτάσεών της, η ανάληψη της ευθύνης για την εισαγωγή ουσίας, κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 10, του κανονισμού REACH, προϋποθέτει την εκ μέρους όλων των εμπλεκομένων στη συγκεκριμένη εισαγωγή επιχειρήσεων δικαιολογημένη εμπιστοσύνη ως προς το ότι το πρόσωπο που αναλαμβάνει την ευθύνη για την καταχώριση της ουσίας αυτής διαθέτει τις απαραίτητες γνώσεις και ικανότητες για να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις εκ των άρθρων 10 και 22 του κανονισμού. Επομένως, οι εν λόγω επιχειρήσεις πρέπει να επιδεικνύουν επιμέλεια διακριβώνοντας, πριν από την εισαγωγή, ότι το συγκεκριμένο πρόσωπο καταχώρισε πράγματι την οικεία ποσότητα ουσίας στον ECHA.

    54

    Εν προκειμένω, δεδομένου ότι ουδόλως προκύπτει από τη δικογραφία που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο ότι η Belor ανέλαβε την ευθύνη για την εισαγωγή της επίμαχης στην υπόθεση της κύριας δίκης ουσίας με σκοπό την καταστρατήγηση των προβλεπόμενων από τον κανονισμό REACH υποχρεώσεων και εφόσον θεωρηθεί αποδεδειγμένο ότι με την αίτηση καταχωρίσεως την οποία υπέβαλε η εν λόγω εταιρία διευκρινίζονταν πλήρως τα σχετικά με την ουσία αυτή στοιχεία, όπως απαιτούνταν στην περίπτωση της συγκεκριμένης εισαγωγής, κάτι που απόκειται στο αιτούν δικαστήριο να διακριβώσει, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι η Triferto υποχρεούνταν να καταχωρίσει η ίδια τη συγκεκριμένη ουσία.

    55

    Λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των προεκτεθέντων, το άρθρο 3, παράγραφοι 10 και 11, και το άρθρο 6 του κανονισμού REACH έχουν την έννοια ότι ο αγοραστής ποσότητας ουσίας μεγαλύτερης του ενός τόνου ετησίως η οποία εισάγεται στην Ένωση και εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του εν λόγω κανονισμού δεν υποχρεούται να υποβάλει ο ίδιος την αίτηση καταχωρίσεως της συγκεκριμένης ουσίας εφόσον άλλο πρόσωπο εγκατεστημένο στην Ένωση ανέλαβε την ευθύνη της εισαγωγής της ουσίας στην Ένωση και υπέβαλε την αίτηση αυτή, και εφόσον δεν προκύπτει ότι καταστρατηγήθηκαν οι υποχρεώσεις που συνδέονται με τον μηχανισμό καταχωρίσεως τον οποίο καθιερώνει ο εν λόγω κανονισμός.

    Επί των δικαστικών εξόδων

    56

    Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

     

    Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τέταρτο τμήμα) αποφαίνεται:

     

    1)

    Το άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού (ΕΚ) 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2006, για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων (REACH) και για την ίδρυση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων καθώς και για την τροποποίηση της οδηγίας 1999/45/ΕΚ και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) 793/93 του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) 1488/94 της Επιτροπής καθώς και της οδηγίας 76/769/ΕΟΚ του Συμβουλίου και των οδηγιών της Επιτροπής 91/155/ΕΟΚ, 93/67/ΕΟΚ, 93/105/ΕΚ και 2000/21/ΕΚ της Επιτροπής, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 1272/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008,

    έχει την έννοια ότι:

    η προβλεπόμενη στην εν λόγω διάταξη εξαίρεση από το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού 1907/2006, όπως έχει τροποποιηθεί, τυγχάνει εφαρμογής αποκλειστικώς στην περίπτωση ουσιών, είτε υπό καθαρή μορφή είτε σε μείγματα ή σε αντικείμενα, οι οποίες υπόκεινται σε τελωνειακή επιτήρηση και οι οποίες δεν υφίστανται άλλη επεξεργασία ή μεταποίηση, οσάκις οι εν λόγω ουσίες εμπίπτουν σε κάποια από τις περιπτώσεις που μνημονεύονται ρητώς στη συγκεκριμένη διάταξη.

     

    2)

    Το άρθρο 3, παράγραφοι 10 και 11, και το άρθρο 6 του κανονισμού 1907/2006, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 1272/2008,

    έχει την έννοια ότι:

    ο αγοραστής ποσότητας μεγαλύτερης του ενός τόνου ετησίως ουσίας η οποία εισάγεται στην Ένωση και εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του ως άνω κανονισμού δεν υποχρεούται να υποβάλει ο ίδιος την αίτηση καταχωρίσεως της συγκεκριμένης ουσίας εφόσον άλλο πρόσωπο εγκατεστημένο στην Ένωση ανέλαβε την ευθύνη της εισαγωγής της ουσίας στην Ένωση και υπέβαλε την αίτηση αυτή, και εφόσον δεν προκύπτει ότι καταστρατηγήθηκαν οι υποχρεώσεις που συνδέονται με τον μηχανισμό καταχωρίσεως τον οποίο καθιερώνει ο εν λόγω κανονισμός.

     

    (υπογραφές)


    ( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική.

    Top