Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32000D0596

2000/596/ΕΚ: Απόφαση του Συμβουλίου, της 28ης Σεπτεμβρίου 2000, για τη δημιουργία Ευρωπαϊκού Ταμείου για τους Πρόσφυγες

ΕΕ L 252 της 06/10/2000, p. 12–18 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (CS, ET, LV, LT, HU, MT, PL, SK, SL)

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 31/12/2004

ELI: http://data.europa.eu/eli/dec/2000/596/oj

32000D0596

2000/596/ΕΚ: Απόφαση του Συμβουλίου, της 28ης Σεπτεμβρίου 2000, για τη δημιουργία Ευρωπαϊκού Ταμείου για τους Πρόσφυγες

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 252 της 06/10/2000 σ. 0012 - 0018


Απόφαση του Συμβουλίου

της 28ης Σεπτεμβρίου 2000

για τη δημιουργία Ευρωπαϊκού Ταμείου για τους Πρόσφυγες

(2000/596/ΕΚ)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 63 παράγραφος σημείο 2 στοιχείο β),

την πρόταση της Επιτροπής(1),

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου(2),

τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(3),

τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών(4),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1) Η κατάρτιση κοινής πολιτικής στον τομέα του ασύλου, που περιλαμβάνει κοινό ευρωπαϊκό καθεστώς ασύλου, αποτελεί θεμελιώδες στοιχείο του στόχου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο οποίος συνίσταται στη σταδιακή εφαρμογή χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, ανοικτού σε αυτούς που ωθούμενοι από τις περιστάσεις αναζητούν νόμιμα προστασία στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

(2) Η εφαρμογή ανάλογης πολιτικής πρέπει να βασίζεται στην αλληλεγγύη μεταξύ των κρατών μελών και προϋποθέτει την ύπαρξη μηχανισμών που προορίζονται να συμβάλλουν στην εξισορρόπηση των προσπαθειών που καταβάλλουν τα κράτη μέλη για την υποδοχή των προσφύγων και των εκτοπισθέντων και για την αντιμετώπιση των συνεπειών της υποδοχής αυτής. Για το σκοπό αυτό πρέπει να συσταθεί Ευρωπαϊκό Ταμείο για τους Πρόσφυγες.

(3) Είναι απαραίτητη η στήριξη των προσπαθειών που καταβάλλουν τα κράτη μέλη για την παροχή στους πρόσφυγες και τους εκτοπισθέντες κατάλληλων όρων υποδοχής, συμπεριλαμβανομένων και των δικαίων και αποτελεσματικών διαδικασιών ασύλου, με σκοπό να προστατευθούν τα δικαιώματα των ατόμων που χρειάζονται διεθνή προστασία.

(4) Η ένταξη των προσφύγων στην κοινωνία της χώρας όπου έχουν εγκατασταθεί αποτελεί έναν από τους στόχους της σύμβασης της Γενεύης και, επομένως, πρέπει να στηριχθούν οι ενέργειες των κρατών μελών που αποβλέπουν στην προώθηση της κοινωνικής και οικονομικής τους ένταξης, στο μέτρο που αυτή συνεισφέρει στην υλοποίηση της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής, η στήριξη και η ενίσχυση της οποίας περιλαμβάνονται μεταξύ των θεμελιωδών στόχων της Κοινότητας που αναφέρονται στο άρθρο 2 και στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο η) της συνθήκης.

(5) Προς όφελος τόσο των κρατών μελών όσο και των ενδιαφερόμενων ατόμων, πρέπει οι πρόσφυγες και οι εκτοπισθέντες που γίνονται δεκτοί να διαμείνουν στο έδαφος των κρατών μελών να έχουν τη δυνατότητα να καλύπτουν τις ανάγκες τους με τους καρπούς της εργασίας τους.

(6) Τα μέτρα που τυγχάνουν της συνδρομής των διαρθρωτικών ταμείων, καθώς και τα άλλα κοινοτικά μέτρα στον τομέα της εκπαίδευσης και της επαγγελματικής κατάρτισης, δεν αρκούν από μόνα τους για να προωθήσουν την ένταξη αυτή και πρέπει να στηριχθούν ειδικά μέτρα ώστε να μπορέσουν οι πρόσφυγες και οι εκτοπισθέντες να επωφεληθούν πλήρως από τα εφαρμοζόμενα προγράμματα.

(7) Απαιτείται συγκεκριμένη βοήθεια για τη δημιουργία ή τη βελτίωση των όρων που επιτρέπουν στους πρόσφυγες και στους εκτοπισθέντες οι οποίοι το επιθυμούν, να αποφασίσουν, έχοντας πλήρη συνείδηση της πραγματικότητας, να εγκαταλείψουν το έδαφος των κρατών μελών και να επιστρέψουν στη χώρα καταγωγής τους.

(8) Είναι απαραίτητη η συγκεκριμένη δοκιμή των καινοτόμων ενεργειών στους τομείς αυτούς και η προώθηση των ανταλλαγών μεταξύ των κρατών μελών για τον εντοπισμό και την προώθηση των πιο αποτελεσματικών πρακτικών.

(9) Πρέπει να ληφθεί υπόψη η εμπειρία που αποκτήθηκε κατά την εφαρμογή της κοινής δράσης 1999/290/ΔΕΥ του Συμβουλίου(5) όσον αφορά την υποδοχή και τον εκούσιο επαναπατρισμό προσφύγων, εκτοπισθέντων και αιτούντων άσυλο.

(10) Πρέπει, όπως ζήτησε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Τάμπερε της 15ης και 16ης Οκτωβρίου 1999, να συσταθεί χρηματοοικονομικό αποθεματικό το οποίο θα προορίζεται για την εφαρμογή επειγόντων μέτρων που συνδέονται με την παροχή προσωρινής προστασίας σε περίπτωση μαζικών εισροών προσφύγων.

(11) Είναι δίκαιο να κατανεμηθούν οι πόροι ανάλογα με το βάρος που αναλαμβάνει κάθε κράτος μέλος ως απόρροια των προσπαθειών που καταβάλλει για την υποδοχή των προσφύγων και των εκτοπισθέντων.

(12) Η στήριξη του Ευρωπαϊκού Ταμείου για τους Πρόσφυγες θα είναι αποτελεσματικότερη και καλύτερα εστιασμένη εάν η συγχρηματοδότηση των επιλέξιμων ενεργειών βασίζεται στην καταρτισθείσα από κάθε κράτος μέλος αίτηση ανάλογα με την κατάστασή του και τις διαπιστωθείσες ανάγκες.

(13) Προκειμένου να επιταχυνθούν και να απλουστευθούν οι διαδικασίες συγχρηματοδότησης, πρέπει να γίνει διάκριση μεταξύ της ευθύνης της Επιτροπής και αυτής των κρατών μελών. Γι' αυτό το λόγο πρέπει να προβλεφθεί ότι η Επιτροπή μετά την εξέταση των αιτήσεων των κρατών μελών εγκρίνει τις αποφάσεις συγχρηματοδότησης και ότι τα κράτη μέλη διασφαλίζουν τη διαχείριση των ενεργειών.

(14) Η αποκεντρωμένη εφαρμογή των ενεργειών από τα κράτη μέλη πρέπει να παρέχει επαρκείς εγγυήσεις για τις λεπτομέρειες και την ποιότητα της εφαρμογής, για τα αποτελέσματα και την αξιολόγησή τους, καθώς και για τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση και τον έλεγχό της.

(15) Μία από τις εγγυήσεις αποτελεσματικότητας της δράσης του Ευρωπαϊκού Ταμείου Προσφύγων συνίσταται στην αποτελεσματική παρακολούθηση. Είναι αναγκαίο να καθοριστούν οι όροι υλοποίησης της εν λόγω παρακολούθησης.

(16) Με επιφύλαξη της αρμοδιότητας της Επιτροπής στον τομέα του δημοσιονομικού ελέγχου, πρέπει να θεσπιστεί συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής σε αυτόν τον τομέα.

(17) Πρέπει να προσδιοριστεί η ευθύνη των κρατών μελών στο θέμα της δίωξης και της διόρθωσης των παρατυπιών και των παραβάσεων, καθώς και η ευθύνη της Επιτροπής σε περιπτώσεις μη συμμόρφωσης των κρατών μελών προς τις υποχρεώσεις τους.

(18) Η αποτελεσματικότητα και οι συνέπειες της δράσης που στηρίζει το Ευρωπαϊκό Ταμείο για τους Πρόσφυγες εξαρτώνται επίσης από την αξιολόγηση που λαμβάνει χώρα και πρέπει να διευκρινιστούν οι ευθύνες των κρατών μελών και της Επιτροπής στο θέμα αυτό, καθώς και οι λεπτομέρειες που εγγυώνται την αξιοπιστία της αξιολόγησης.

(19) Πρέπει να αξιολογηθούν οι ενέργειες ενόψει της ενδιάμεσης αναθεώρησής τους και της εκτίμησης των συνεπειών τους και να ενταχθεί η διαδικασία αξιολόγησης στην παρακολούθηση των ενεργειών.

(20) Τα απαιτούμενα μέτρα για την εφαρμογή της παρούσας πράξης θεσπίζονται σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή(6).

(21) Σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, όπως αναφέρονται στο άρθρο 5 της συνθήκης, οι στόχοι της σκοπούμενης ενέργειας, δηλαδή η έκφραση της αλληλεγγύης μεταξύ κρατών μελών με σκοπό την εξασφάλιση ισορροπίας μεταξύ των προσπαθειών που καταβάλλουν τα εν λόγω κράτη μέλη για να υποδεχθούν τους πρόσφυγες και τους εκτοπισθέντες και να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες αυτής της υποδοχής, δεν μπορούν να υλοποιηθούν ικανοποιητικά από τα κράτη μέλη και ως εκ τούτου, λόγω των διαστάσεων και των συνεπειών αυτής της υποδοχής, μπορούν να υλοποιηθούν καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο. Η παρούσα απόφαση δεν υπερβαίνει το αναγκαίο μέτρο για αυτό το σκοπό.

(22) Η παρούσα απόφαση ισχύει όσον αφορά το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιρλανδία δυνάμει των γνωστοποιήσεων στις οποίες προέβησαν σύμφωνα με το άρθρο 3 του πρωτοκόλλου σχετικά με τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας το οποίο επισυνάπτεται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

(23) Η Δανία, σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου για τη θέση της Δανίας που προσαρτάται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, δεν συμμετέχει στην έκδοση της παρούσας απόφασης και, συνεπώς, δεν δεσμεύεται από αυτήν, ούτε υπόκειται στην εφαρμογή της,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

ΣΤΟΧΟΙ ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΕΣ

Άρθρο 1

Ίδρυση και στόχοι του Ευρωπαϊκού Ταμείου για τους Πρόσφυγες

1. Ιδρύεται Ευρωπαϊκό Ταμείο για τους Πρόσφυγες (εφεξής "Ταμείο"), το οποίο προορίζεται να στηρίξει και να ενθαρρύνει τις προσπάθειες που καταβάλλουν τα κράτη μέλη για την υποδοχή των προσφύγων και των εκτοπισθέντων και την αντιμετώπιση των συνεπειών της υποδοχής αυτής.

2. Το Ταμείο θα λειτουργήσει από την 1η Ιανουαρίου 2000 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2004.

Άρθρο 2

Δημοσιονομικές διατάξεις

1. Το ποσό δημοσιονομικής αναφοράς για την εφαρμογή της παρούσας απόφασης ανέρχεται σε 216 εκατομμύρια ευρώ.

2. Οι ετήσιες πιστώσεις εγκρίνονται από την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή εντός των ορίων των δημοσιονομικών προοπτικών. Η αρχή αυτή κατανέμει τις ετήσιες πιστώσεις μεταξύ των μέτρων των άρθρων 4 και 6 της απόφασης, αντιστοίχως.

Άρθρο 3

Ομάδες που αποτελούν στόχο της δράσης

Για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης, οι ομάδες στόχοι αποτελούνται από:

1. κάθε υπήκοο τρίτης χώρας ή απάτριδα στον οποίον έχει αναγνωρισθεί το καθεστώς που καθορίζεται από τη σύμβαση της Γενεύης σχετικά με το καθεστώς των προσφύγων της 28ης Ιουλίου 1951, και ο oποίος έχει γίνει δεκτός να διαμείνει με την ιδιότητα αυτή σε ένα από τα κράτη μέλη·

2. κάθε υπήκοο τρίτης χώρας ή απάτριδα στον οποίον χορηγείται κάποια μορφή διεθνούς προστασίας εκ μέρους ενός κράτους μέλους σύμφωνα με την εθνική του νομοθεσία ή πρακτική·

3. κάθε υπήκοο τρίτης χώρας ή απάτριδα, ο οποίος έχει ζητήσει να του χορηγηθεί κάποια από τις μορφές προστασίας που περιγράφονται στα σημεία 1 και 2·

4. υπηκόους τρίτης χώρας ή απάτριδες οι οποίοι απολαύουν καθεστώτος προσωρινής προστασίας σε κράτος μέλος·

5. πρόσωπα των οποίων το δικαίωμα προσωρινής προστασίας είναι υπό εξέταση σε κράτος μέλος.

Άρθρο 4

Μέτρα

1. Για την υλοποίηση του στόχου που περιγράφεται στο άρθρο 1 και σε σχέση με τις κατηγορίες προσώπων που απαριθμούνται στο άρθρο 3, το Ταμείο στηρίζει τις ενέργειες των κρατών μελών που αφορούν:

α) τις προϋποθέσεις υποδοχής·

β) την ένταξη των προσώπων των οποίων η παραμονή στο κράτος μέλος έχει διαρκή ή/και σταθερό χαρακτήρα·

γ) τον επαναπατρισμό προσώπων, υπό τον όρο ότι δεν έχουν αποκτήσει νέα υπηκοότητα και δεν έχουν εγκαταλείψει την επικράτεια του κράτους μέλους.

2. Όσον αφορά τους όρους υποδοχής και πρόσβασης στις διαδικασίες ασύλου, οι ενέργειες μπορούν να αφορούν ιδίως τις υποδομές ή τις υπηρεσίες που προορίζονται για τη στέγαση, την παροχή υλικής ενίσχυσης, την ιατρική φροντίδα, την κοινωνική μέριμνα ή τη βοήθεια κατά τα διοικητικά και δικαστικά διαβήματα, συμπεριλαμβανομένης της παροχής δικαστικής συνδρομής. Σε αυτή τη συνάρτηση μπορούν επίσης να λαμβάνονται υπόψη οι ειδικές ανάγκες των πλέον ευάλωτων ατόμων.

3. Όσον αφορά την ένταξη των ατόμων που αναφέρονται στο στοιχείο β) της παραγράφου 1, καθώς και της οικογενείας τους, στην κοινωνία του κράτους μέλους διαμονής, πρόκειται ιδίως για ενέργειες κοινωνικής μέριμνας σε τομείς όπως η στέγαση, τα μέσα διαβίωσης και οι ιατρικές φροντίδες ή ενέργειες που επιτρέπουν στους δικαιούχους να προσαρμοστούν κοινωνικώς ή αποβλέπουν να καταστήσουν τα εν λόγω άτομα αυτόνομα.

4. Όσον αφορά τον επαναπατρισμό, οι ενέργειες μπορούν να αφορούν ιδίως την ενημέρωση και την παροχή συμβουλών σχετικά με τα προγράμματα εκούσιου επαναπατρισμού και την κατάσταση στις χώρες καταγωγής ή/και τη γενική και επαγγελματική κατάρτιση και την ενίσχυση της επανένταξης.

Άρθρο 5

Κοινοτικές ενέργειες

1. Το Ευρωπαϊκό Ταμείο για τους Πρόσφυγες μπορεί να χρηματοδοτήσει, κατόπιν πρωτοβουλίας της Επιτροπής, εκτός από τις ενέργειες που εφαρμόζονται από τα κράτη μέλη και εντός των ορίων του 5 % των διαθέσιμων πόρων του, καινοτόμες ενέργειες ή ενέργειες κοινοτικού ενδιαφέροντος, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται μελέτες, ανταλλαγές εμπειριών και μέτρα προώθησης της συνεργασίας σε κοινοτικό επίπεδο, καθώς και αξιολόγηση της εφαρμογής των ενεργειών και τεχνική ενίσχυση.

2. Η Επιτροπή εξετάζει τις αιτήσεις που υποβάλλονται από δύο ή περισσότερα κράτη μέλη με στόχο την από κοινού εφαρμογή διακρατικών ενεργειών.

3. Η χρηματοδότηση των ενεργειών αυτών από το Ταμείο μπορεί να ανέλθει στο 100 %.

Άρθρο 6

Επείγοντα μέτρα

1. Το Ευρωπαϊκό Ταμείο για τους Πρόσφυγες μπορεί επίσης, με απόφαση που λαμβάνει το Συμβούλιο με ομοφωνία κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής, να χρηματοδοτήσει, πέραν των ενεργειών που αναφέρονται στο άρθρο 4, και επείγοντα μέτρα υπέρ ενός, περισσοτέρων ή όλων των κρατών μελών, σε περίπτωση αιφνίδιας μαζικής άφιξης προσφύγων ή εκτοπισθέντων ή όταν ήταν αναγκαία η εκκένωσή τους από τρίτη χώρα, ιδίως μετά από έκκληση διεθνών οργανισμών.

Μετά από την έναρξη ισχύος της οδηγίας για την προσωρινή προστασία, η απόφαση του Συμβουλίου που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο θα λαμβάνεται υπό τους όρους που καθορίζοντα στην εν λόγω οδηγία.

2. Στην ενδεχόμενη περίπτωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 τα επιλέξιμα επείγοντα μέτρα καλύπτουν τα ακόλουθα είδη ενεργειών:

α) την υποδοχή και τη στέγαση·

β) την προμήθεια ειδών διαβίωσης, συμπεριλαμβανόμενης της σίτισης και της ένδυσης·

γ) την ιατρική, ψυχολογική ή άλλη περίθαλψη·

δ) τα έξοδα του προσωπικού και της διοίκησης που συνεπάγεται η υποδοχή των ατόμων και η εφαρμογή των μέτρων·

ε) τα έξοδα υλικοτεχνικής υποστήριξης και μεταφοράς.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ

ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 7

Εφαρμογή

Τα κράτη μέλη είναι υπεύθυνα για την εφαρμογή των ενεργειών που τυγχάνουν στήριξης εκ μέρους του Ευρωπαϊκού Ταμείου για τους Πρόσφυγες. Για το σκοπό αυτό, κάθε κράτος μέλος καθορίζει μια αρμόδια αρχή η οποία και θα αποτελεί το μόνο συνομιλητή της Επιτροπής. Η αρχή αυτή πρέπει να είναι δημόσια διοικητική υπηρεσία, αλλά μπορεί να μεταβιβάσει την εκτελεστική αρμοδιότητα σε άλλη διοικητική αρχή ή σε μη κυβερνητική οργάνωση.

Άρθρο 8

Αιτήσεις συγχρηματοδότησης

1. Τα κράτη μέλη αποστέλλουν ετησίως στην Επιτροπή, σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα που καθορίζεται στο άρθρο 11, αίτηση συγχρηματοδότησης του προγράμματος εφαρμογής τους για το συγκεκριμένο έτος, η οποία περιγράφει, για κάθε έναν από τους αναφερόμενους στο άρθρο 4 τομείς:

α) την κατάσταση στο κράτος μέλος, καθώς και τις ανάγκες που δικαιολογούν την εφαρμογή των ενεργειών οι οποίες είναι επιλέξιμες για ενίσχυση από το Ταμείο·

β) τις ενέργειες που σκοπεύει να υλοποιήσει το κράτος μέλος, καθώς και τα ακόλουθα στοιχεία:

i) τη φύση και το σκοπό των ενεργειών αυτών,

ii) τα αναμενόμενα αποτελέσματα, ποσοτικά εκφρασμένα,

iii) το κόστος των ενεργειών και τη χορηγούμενη από το κράτος μέλος και από τις τυχόν συμμετέχουσες οργανώσεις χρηματοδότηση.

2. Επιπλέον, η πρώτη αίτηση συγχρηματοδότησης περιλαμβάνει περιγραφή του μηχανισμού που εφαρμόζει το κράτος μέλος προκειμένου:

α) να εξασφαλίζει το συντονισμό και τη συνοχή των ενεργειών·

β) να επιλέγει σχέδια και να διασφαλίζει τη διαφάνεια της διαδικασίας·

γ) να διαχειρίζεται, να παρακολουθεί, να ελέγχει και να αξιολογεί σχέδια.

3. Η αίτηση περιλαμβάνει, για καθεμία από τις πτυχές που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, επαρκώς λεπτομερή στοιχεία, προκειμένου να επιτρέψει στην Επιτροπή να εξακριβώσει ότι τηρεί τις διατάξεις της παρούσας απόφασης και τους ισχύοντες δημοσιονομικούς κανόνες.

Άρθρο 9

Κριτήρια επιλογής

1. Η ατομική επιλογή και η δημοσιονομική και διοικητική διαχείριση των σχεδίων που τυγχάνουν στήριξης από το Ταμείο είναι αποκλειστική αρμοδιότητα των κρατών μελών σύμφωνα με τις κοινοτικές πολιτικές και τα κριτήρια επιλεξιμότητας.

2. Τα σχέδια τα οποία πρέπει να είναι μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα υποβάλλονται, κατόπιν δημόσιας πρόσκλησης προς υποβολή προτάσεων, από δημόσιες αρχές (εθνικές, περιφερειακές ή τοπικές, κεντρικές ή αποκεντρωμένες), από εκπαιδευτικά ή ερευνητικά ιδρύματα, από οργανισμούς κατάρτισης, από τους κοινωνικούς εταίρους, από κυβερνητικούς φορείς, από διεθνείς οργανώσεις ή μη κυβερνητικούς οργανισμούς, ατομικά ή σε συνεργασία για τη χρηματοδότηση από το Ταμείο.

3. Η αρμόδια αρχή προβαίνει σε επιλογή των σχεδίων με τα ακόλουθα κριτήρια:

α) την κατάσταση και τις ανάγκες στο κράτος μέλος·

β) την σχέση κόστους/αποτελεσματικότητας των δαπανών, λαμβανομένου υπόψη του αριθμού των ατόμων που αφορά το σχέδιο·

γ) την εμπειρία, την εμπειρογνωμοσύνη, την αξιοπιστία και την οικονομική συμμετοχή κάθε αιτούντος οργανισμού και κάθε οργανισμού εταίρου·

δ) τη συμπληρωματικότητα μεταξύ των σχεδίων και άλλων ενεργειών που χρηματοδοτούνται από τον προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή από εθνικά προγράμματα.

Άρθρο 10

Κατανομή πόρων

1. Για τα έτη 2000 έως 2004 κάθε κράτος μέλος λαμβάνει τα ακόλουθα καθορισμένα ποσά της ετήσιας χρηματοδότησης του Ευρωπαϊκού Ταμείου για τους Πρόσφυγες:

Για το έτος 2000: 500000 ευρώ

Για το έτος 2001: 400000 ευρώ

Για το έτος 2002: 300000 ευρώ

Για το έτος 2003: 200000 ευρώ

Για το έτος 2004: 100000 ευρώ.

2. Το υπόλοιπο των διαθέσιμων πόρων κατανέμεται αναλογικά μεταξύ των κρατών μελών ως εξής:

α) το 65 % ανάλογα με τον αριθμό των ατόμων που αναφέρονται στο άρθρο 3, σημεία 3, 4 και 5, τα οποία εισήλθαν κατά τη διάρκεια των τριών προηγουμένων ετών·

β) το 35 % ανάλογα με τον αριθμό των ατόμων στα οποία αναγνωρίστηκε ένα από τα καθεστώτα που αναφέρονται στο άρθρο 3, σημεία 1 και 2, κατά τη διάρκεια των τριών προηγουμένων ετών.

3. Τα στοιχεία αναφοράς είναι τα πιο πρόσφατα στοιχεία που δόθηκαν από τη Στατιστική Υπηρεσία των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Άρθρο 11

Χρονοδιάγραμμα

1. Η Επιτροπή κοινοποιεί στα κράτη μέλη, το αργότερο την 1η Ιουνίου κάθε έτους εκτίμηση των ποσών που θα τους διατεθούν το επόμενο έτος εντός των πιστώσεων που χορηγούνται συνολικά στο πλαίσιο της ετήσιας διαδικασίας του προϋπολογισμού.

2. Τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή την αίτηση συγχρηματοδότησης που αναφέρεται στο άρθρο 8, το αργότερο έως την 1η Οκτωβρίου κάθε έτους.

3. Η Επιτροπή εγκρίνει την αίτηση συγχρηματοδότησης εντός προθεσμίας τριών μηνών από την ημερομηνία υποβολής της, αφού ολοκληρώσει τους ελέγχους που προβλέπονται από το άρθρο 8 παράγραφος 2.

Άρθρο 12

Τεχνική και διοικητική συνδρομή

Ένα ποσό που δεν υπερβαίνει το 5 % της συνολικής πίστωσης που χορηγείται σε κράτος μέλος μπορεί να διατεθεί για τεχνική και διοικητική συνδρομή κατά την προετοιμασία, την παρακολούθηση και αξιολόγηση των ενεργειών υπ' ευθύνη του κράτους μέλους κατά την έννοια του άρθρου 7.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 13

Διάρθρωση της χρηματοδότησης

Η οικονομική συνδρομή που προέρχεται από το Ταμείο δεν υπερβαίνει το 50 % του συνολικού κόστους κάθε μέτρου.

Το ποσοστό αυτό μπορεί να ανέλθει στο 75 % για τα κράτη μέλη που υπάγονται στο Ταμείο Συνοχής.

Άρθρο 14

Επιλεξιμότητα

1. Μία δαπάνη δεν μπορεί να θεωρηθεί επιλέξιμη για τη συνδρομή του Ταμείου εάν έχει όντως καταβληθεί πριν την ημερομηνία έγκρισης από την Επιτροπή της αίτησης συγχρηματοδότησης του κράτους μέλους. Η ημερομηνία αυτή αποτελεί την αφετηρία της επιλεξιμότητας των δαπανών.

2. Η Επιτροπή εγκρίνει τους κανόνες σχετικά με την επιλεξιμότητα των δαπανών, σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 21 παράγραφος 2.

Άρθρο 15

Απόφαση συγχρηματοδότησης από το Ταμείο

Μετά την εξέταση της αίτησης συγχρηματοδότησης, η Επιτροπή λαμβάνει, σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 21 παράγραφος 2, την απόφαση συγχρηματοδότησης από το Ταμείο. Η απόφαση καθορίζει το ποσό που χορηγείται στο κράτος μέλος.

Άρθρο 16

Αναλήψεις υποχρεώσεων του προϋπολογισμού

Οι αναλήψεις υποχρεώσεων του κοινοτικού προϋπολογισμού πραγματοποιούνται βάσει της απόφασης συγχρηματοδότησης, που λαμβάνεται από την Επιτροπή.

Άρθρο 17

Πληρωμές

1. Η πληρωμή από την Επιτροπή της συμμετοχής του Ταμείου πραγματοποιείται προς την αρμόδια αρχή σύμφωνα με τις αντίστοιχες αναλήψεις υποχρεώσεων του προϋπολογισμού.

2. Μόλις εκδοθεί η απόφαση της Επιτροπής σχετικά με τη συμμετοχή του Ταμείου, καταβάλλεται στο κράτος μέλος για το εν λόγω έτος προκαταβολή που αντιπροσωπεύει το 50 % του ποσού. Όταν το κράτος μέλος δηλώνει ότι πράγματι έχει δαπανήσει το ήμισυ της προκαταβολής πραγματοποιείται ενδιάμεση πληρωμή, που μπορεί να ανέλθει στο 30 %.

Το υπόλοιπο καταβάλλεται εντός τριών μηνών από την έγκριση των δημοσιονομικών λογαριασμών που υποβάλλονται από το κράτος μέλος, καθώς και της ετήσιας έκθεσης για την εφαρμογή του προγράμματος.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΕΛΕΓΧΟΣ ΚΑΙ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ

Άρθρο 18

Έλεγχος

1. Με την επιφύλαξη της ευθύνης της Επιτροπής για την εκτέλεση του γενικού προϋπολογισμού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, τα κράτη μέλη φέρουν τη βασική ευθύνη για τον δημοσιονομικό έλεγχο των ενεργειών. Για το σκοπό αυτό, λαμβάνουν ιδίως τα ακόλουθα μέτρα:

α) εξακριβώνουν ότι υπάρχουν και εφαρμόζονται συστήματα διαχείρισης και ελέγχου, κατά τρόπον ώστε να εξασφαλίζεται η αποτελεσματική και ορθή χρησιμοποίηση των κοινοτικών κονδυλίων·

β) διαβιβάζουν στην Επιτροπή περιγραφή των συστημάτων αυτών·

γ) διασφαλίζουν ότι η διαχείριση των μέτρων γίνεται σύμφωνα με τους ισχύοντες κοινοτικούς κανόνες και ότι τα διατεθέντα κονδύλια χρησιμοποιούνται σύμφωνα με τις αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης·

δ) πιστοποιούν ότι οι δηλώσεις δαπανών που υποβάλλονται στην Επιτροπή είναι ακριβείς και διαβεβαιώνουν ότι προκύπτουν από την εφαρμογή λογιστικών συστημάτων βάσει δικαιολογητικών που επιδέχονται επαλήθευση·

ε) προλαμβάνουν, εντοπίζουν και διορθώνουν τις παρατυπίες, τις ανακοινώνουν στην Επιτροπή σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες και τηρούν την Επιτροπή ενήμερη όσον αφορά την εξέλιξη των διοικητικών και δικαστικών διώξεων·

στ) συνεργάζονται με την Επιτροπή για να εξασφαλιστεί ότι η χρησιμοποίηση των κοινοτικών κονδυλίων είναι σύμφωνη με την αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης·

ζ) ανακτούν τα ποσά που έχουν απολεσθεί λόγω παρατυπιών, οι οποίες διαπιστώθηκαν, χρεώνοντας, ανάλογα με την περίπτωση, τόκους υπερημερίας.

2. Η Επιτροπή, στα πλαίσια της ευθύνης της για την εκτέλεση του γενικού προϋπολογισμού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, διασφαλίζει ότι τα κράτη μέλη διαθέτουν ομαλώς λειτουργούντα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου, ώστε τα κοινοτικά κονδύλια να χρησιμοποιούνται με τρόπο αποτελεσματικό και ορθό.

Προς τούτο, με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων του Ελεγκτικού Συνεδρίου και των ελέγχων που διενεργούν τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις εθνικές νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις, οι υπάλληλοι ή το λοιπό προσωπικό της Επιτροπής μπορούν, σύμφωνα με τα συμφωνηθέντα με τα κράτη μέλη στο πλαίσιο της συνεργασίας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο στ), να διενεργούν επιτόπιους ελέγχους, κυρίως με δειγματοληψία, των πράξεων που χρηματοδοτεί το Ταμείο και των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου, με προειδοποίηση τουλάχιστον μίας εργάσιμης ημέρας. Η Επιτροπή ενημερώνει το οικείο κράτος μέλος, ώστε να της παράσχει κάθε αναγκαία βοήθεια. Στους ελέγχους αυτούς μπορούν να συμμετέχουν οι υπάλληλοι ή το λοιπό προσωπικό του οικείου κράτους μέλους.

Η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από το οικείο κράτος μέλος να διενεργήσει επιτόπιο έλεγχο για να εξακριβώσει την κανονικότητα μιας ή περισσοτέρων πράξεων. Στους ελέγχους αυτούς, μπορούν να συμμετέχουν οι υπάλληλοι ή το λοιπό προσωπικό της Επιτροπής.

3. Μετά την ολοκλήρωση των αναγκαίων επαληθεύσεων, η Επιτροπή αναστέλλει τις ενδιάμεσες πληρωμές στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α) αν ένα κράτος μέλος δεν έχει εφαρμόσει τις ενέργειες που συμφωνήθηκαν στην απόφαση συγχρηματοδότησης, ή

β) αν το σύνολο ή μέρος μιας ενέργειας δεν δικαιολογεί ούτε μέρος ούτε το σύνολο της συγχρηματοδότησης του Ταμείου.

Στις περιπτώσεις αυτές η Επιτροπή, αφού εκθέσει τους λόγους, ζητά από το κράτος μέλος να υποβάλει τις παρατηρήσεις του και, αν απαιτείται, να επιφέρει τις ενδεχόμενες διορθώσεις εντός τακτής προθεσμίας.

4. Μετά την εκπνοή της προθεσμίας που τάσσει η Επιτροπή, εάν δεν έχει επιτευχθεί συμφωνία και εάν το κράτος μέλος δεν έχει επιφέρει διορθώσεις και λαμβάνοντας υπόψη τις τυχόν παρατηρήσεις του κράτους μέλους, η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει εντός τριών μηνών:

α) να μειώσει την ενδιάμεση πληρωμή που αναφέρεται στο άρθρο 17 παράγραφος 2, ή

β) να επιφέρει τις απαιτούμενες δημοσιονομικές διορθώσεις, καταργώντας εν όλω ή εν μέρει τη συμμετοχή του Ταμείου στο συγκεκριμένο μέτρο.

Εάν δεν ληφθεί απόφαση για την ανάληψη δράσης είτε σχετικά με το στοιχείο α) είτε σχετικά με το στοιχείο β), η αναστολή των ενδιάμεσων πληρωμών παύει αμέσως.

Άρθρο 19

Δημοσιονομικές διορθώσεις

1. Τα κράτη μέλη φέρουν τη βασική ευθύνη για τη διερεύνηση των παρατυπιών, ενεργώντας κατόπιν αποδείξεων για οποιαδήποτε μείζονα τροποποίηση επηρεάζει τη φύση ή τους όρους εφαρμογής ή ελέγχου μιας ενέργειας και επιφέροντας τις αναγκαίες δημοσιονομικές διορθώσεις.

Τα κράτη μέλη πραγματοποιούν τις δημοσιονομικές διορθώσεις που απαιτούνται σε σχέση με συγκεκριμένη παρατυπία ή με παρατυπία οφειλόμενη στο ίδιο το σύστημα. Οι διορθώσεις συνίστανται σε ολική ή μερική κατάργηση της σχετικής κοινοτικής συμμετοχής. Τα κοινοτικά κονδύλια που ελευθερώνονται με τον τρόπο αυτό, μπορούν να διατεθούν εκ νέου από το κράτος μέλος σε ενέργειες που υπάγονται στον ίδιο τομέα δράσης που αναφέρεται στο άρθρο 4, τηρουμένων των λεπτομερειών εφαρμογής που θα καθοριστούν από την Επιτροπή με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 21 παράγραφος 2.

2. Εάν, μετά την ολοκλήρωση των αναγκαίων επαληθεύσεων, η Επιτροπή διαπιστώσει ότι ένα κράτος μέλος παρεβίασε τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 18 παράγραφοι 3 και 4.

3. Κάθε ποσό του οποίου ζητάται η επιστροφή ως αχρεωστήτως καταβληθέντος, πρέπει να επιστρέφεται στην Επιτροπή, προσαυξημένο με τόκους υπερημερίας.

Άρθρο 20

Παρακολούθηση και αξιολόγηση

1. Σε κάθε κράτος μέλος η αρμόδια αρχή λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα για να διασφαλίσει την παρακολούθηση και αξιολόγηση των ενεργειών.

Προς τούτο, οι συμφωνίες και οι συμβάσεις που η αρμόδια αρχή συνάπτει με τις οργανώσεις οι οποίες είναι υπεύθυνες για την εκτέλεση των ενεργειών περιλαμβάνουν ρήτρες σχετικές με την υποχρέωση ενημέρωσης τουλάχιστον μία φορά ανά έτος, με λεπτομερή έκθεση για την κατάσταση προόδου της εκτέλεσης της ενέργειας και την υλοποίηση των στόχων που αφορούν την ενέργεια αυτή.

Επιπροσθέτως, η υπεύθυνη αρχή διοργανώνει ανεξάρτητη αξιολόγηση της εκτέλεσης και των αποτελεσμάτων των ενεργειών που υλοποιήθηκαν.

2. Κάθε χρόνο, η υπεύθυνη αρχή συντάσσει περιληπτική έκθεση εφαρμογής των υπό εκέλεση ενεργειών, η οποία και επισυνάπτεται στην αίτηση χρηματοδότησης κατ' άρθρο 8.

3. Εντός έξι μηνών από την καταληκτική ημερομηνία που ορίζει η απόφαση συγχρηματοδότησης για την εκτέλεση της δαπάνης, η υπεύθυνη αρχή στέλνει στην Επιτροπή τελική έκθεση αποτελουμένη από:

α) τους δημοσιονομικούς λογαριασμούς και μια έκθεση εφαρμογής της ενεργείας, βάσει κανόνων εγκρινομένων από την Επιτροπή με την διαδικασία του άρθρου 21 παράγραφος 2·

β) την έκθεση αξιολόγησης της παραγράφου 1.

4. Η Επιτροπή υποβάλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ενδιάμεση έκθεση το αργότερο στις 31 Δεκεμβρίου 2002 και τελική έκθεση το αργότερο την 1η Σεπτεμβρίου 2005.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Άρθρο 21

Επιτροπή

1. Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή η οποία απαρτίζεται από αντιπροσώπους των κρατών μελών και της οποίας προεδρεύει ο αντιπρόσωπος της Επιτροπής.

2. Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζονται τα άρθρα 3 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ.

3. Η επιτροπή θεσπίζει τον εσωτερικό κανονισμό της.

4. Η επιτροπή μπορεί να εξετάσει κάθε θέμα που αφορά την παρούσα απόφαση το οποίο θέτει ο πρόεδρός της ή αντιπρόσωπος κράτους μέλους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΕΙΔΙΚΕΣ ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΑ ΕΠΕΙΓΟΝΤΑ ΜΕΤΡΑ

Άρθρο 22

Ειδικές λεπτομέρειες που αφορούν τα επείγοντα μέτρα

1. Οι διατάξεις των παραγράφων 2 έως 5 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται στα επείγοντα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 6.

2. Η οικονομική συνδρομή που προέρχεται από το Ταμείο περιορίζεται σε έξι μήνες και δεν μπορεί να υπερβεί το 80 % του κόστους κάθε μέτρου.

3. Το ή τα κράτη μέλη που αντιμετωπίζουν τη μαζική άφιξη που αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 υποβάλλουν στην Επιτροπή κατάσταση των αναγκών και σχέδιο για την εφαρμογή των επειγόντων μέτρων, που περιλαμβάνει περιγραφή των προβλεπόμενων ενεργειών και των οργανισμών που είναι υπεύθυνοι για την εκτέλεσή τους.

4. Οι διαθέσιμες πιστώσεις κατανέμονται μεταξύ των κρατών μελών, ανάλογα με τον αριθμό των ατόμων που εισήλθαν σε κάθε κράτος μέλος στο πλαίσιο της μαζικής άφιξης που αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1.

5. Εφαρμόζονται τα άρθρα 9, 18, 19, 20 και 21.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 23

Μεταβατικές διατάξεις

Κατά παρέκκλιση εκ του άρθρου 11, η υλοποίηση κατά τα οικονομικά έτη 2000 και 2001 υπόκειται στο ακόλουθο χρονοδιάγραμμα:

- η Επιτροπή γνωστοποιεί στα κράτη μέλη την εκτίμηση των ποσών που θα τους χορηγηθούν μία ημέρα μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας απόφασης. Εάν η Στατιστική Υπηρεσία των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων δεν διαθέτει ακόμα όλα τα απαραίτητα στατιστικά δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 10, τα στοιχεία που λαμβάνονται υπόψη είναι αυτά που παρέχουν τα κράτη μέλη· στην περίπτωση αυτή, η Επιτροπή θεσπίζει τους κανόνες σχετικά με την ερμηνεία των στατιστικών δεδομένων που παρέχουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 21 παράγραφος 2,

- τα κράτη μέλη υποβάλλουν τις αιτήσεις συγχρηματοδότησης κατ' άρθρο 8 στην Επιτροπή, όχι αργότερα από τις 20 Νοεμβρίου 2000,

- η Επιτροπή εγκρίνει τις αιτήσεις συγχρηματοδότησης εντός τριών μηνών από την υποβολή, αφού ελέγξει τα στοιχεία κατ' άρθρο 8 παράγραφος 2 και, για το οικονομικό έτος 2000, εφόσον μεταφερθούν τα κονδύλια του οικονομικού έτους 2001,

- κατά παρέκκλιση από το άρθρο 14, οι πράγματι διενεργηθείσες δαπάνες από την 1η Ιανουαρίου 2000 μέχρι την καταληκτική ημερομηνία που ορίζει η απόφαση συγχρηματοδότησης μπορούν να επιλέγουν προς υποστήριξη από το Ταμείο Προσφύγων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VIII

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 24

Λεπτομέρειες εφαρμογής

1. Η Επιτροπή είναι επιφορτισμένη με την εφαρμογή της παρούσας απόφασης.

2. Εάν απαιτείται, η Επιτροπή θεσπίζει, σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 21 παράγραφος 2, κάθε άλλη απαραίτητη λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 25

Ρήτρα επανεξέτασης

Κατόπιν πρότασης της Επιτροπής, το Συμβούλιο επανεξετάζει την παρούσα απόφαση, το αργότερο στις 31 Δεκεμβρίου 2004.

Άρθρο 26

Αποδέκτες

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 28 Σεπτεμβρίου 2000.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

D. Vaillant

(1) ΕΕ C 116 Ε της 26.4.2000, σ. 72.

(2) Γνώμη που εκδόθηκε στις 11 Απριλίου 2000 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(3) ΕΕ C 168 της 16.6.2000, σ. 20.

(4) Γνώμη που εκδόθηκε στις 15 Ιουνίου 2000 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(5) ΕΕ L 114 της 1.5.1999, σ. 2.

(6) ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.

Top