Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52012PC0512

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών) όσον αφορά την αλληλεπίδρασή του με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. …/… του Συμβουλίου για την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα όσον αφορά τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων

/* COM/2012/0512 final - 2012/0244 (COD) */

52012PC0512

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών) όσον αφορά την αλληλεπίδρασή του με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. …/… του Συμβουλίου για την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα όσον αφορά τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων /* COM/2012/0512 final - 2012/0244 (COD) */


ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

1.           ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

Σήμερα, η αντοχή του τραπεζικού τομέα, σε πολλές περιστάσεις, συνδέεται ακόμη στενά με το κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένες οι τράπεζες. Οι αμφιβολίες ως προς τη διατηρησιμότητα του δημοσίου χρέους, τις προοπτικές οικονομικής ανάπτυξης, και τη βιωσιμότητα των πιστωτικών ιδρυμάτων συνεχώς δημιουργούν αρνητικές, ανατροφοδοτούμενες τάσεις της αγοράς. Η κατάσταση αυτή μπορεί να οδηγήσει σε κινδύνους σχετικά με τη βιωσιμότητα ορισμένων πιστωτικών ιδρυμάτων, καθώς και για σταθερότητα του χρηματοοικονομικού συστήματος, και ενδέχεται να επιβαρύνει σοβαρά τα ήδη πιεζόμενα δημόσια οικονομικά των σχετικών κρατών μελών.

Η κατάσταση ενέχει σοβαρούς κινδύνους για τη ζώνη του ευρώ, όπου η ύπαρξη του ενιαίου νομίσματος αυξάνει την πιθανότητα οι εξελίξεις σε ένα κράτος μέλος να δημιουργήσουν κινδύνους για την οικονομική ανάπτυξη και τη σταθερότητα της ζώνης του ευρώ στο σύνολό της. Επιπλέον, o σημερινός κίνδυνος δημοσιονομικής αποσύνθεσης σε διάφορα κράτη μέλη υπονομεύει σημαντικά την ενιαία αγορά χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, και δεν της επιτρέπει να συμβάλει στην οικονομική ανάκαμψη.

Η δημιουργία της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών (ΕΑΤ) με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Νοεμβρίου 2010 σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών), και του Ευρωπαϊκού Συστήματος Χρηματοπιστωτικής Εποπτείας (ΕΣΧΕ), έχει ήδη συμβάλει στη σημαντική βελτίωση της συνεργασίας μεταξύ των εθνικών εποπτικών αρχών και στην ανάπτυξη ενός ενιαίου εγχειριδίου κανόνων για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες στην ΕΕ. Ωστόσο, η εποπτεία των τραπεζών παραμένει σε μεγάλο βαθμό εθνοκεντρική και, ως εκ τούτου, αδυνατεί να συμβαδίσει με την ολοκλήρωση των τραπεζικών αγορών. Οι ελλείψεις στο σύστημα εποπτείας, από τότε που εκδηλώθηκε η τραπεζική κρίση, έχουν υπονομεύσει σε σημαντικό βαθμό την εμπιστοσύνη στον τραπεζικό τομέα στην ΕΕ και έχουν συντελέσει στην επιδείνωση των εντάσεων στις αγορές δημόσιου χρέους της ζώνης του ευρώ.

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή ζήτησε, τον Μάιο του 2012, στο πλαίσιο ενός μακροπρόθεσμου οράματος οικονομικής και δημοσιονομικής ολοκλήρωσης, τη δημιουργία μιας τραπεζικής ένωσης προκειμένου να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη στις τράπεζες και στο ευρώ. Ένα από τα βασικά στοιχεία της τραπεζικής ένωσης θα πρέπει να είναι ο ενιαίος εποπτικός μηχανισμός (ΕΕΜ), με άμεση επίβλεψη των τραπεζών, προκειμένου να επιβληθούν κανόνες προληπτικής εποπτείας με αυστηρό και αμερόληπτο τρόπο και να υπάρξει αποτελεσματική επίβλεψη των διασυνοριακών τραπεζικών αγορών. Η διασφάλιση ότι η τραπεζική εποπτεία σε ολόκληρη τη ζώνη του ευρώ πληροί υψηλά κοινά πρότυπα θα συμβάλει στην οικοδόμηση της αναγκαίας εμπιστοσύνης μεταξύ των κρατών μελών, η οποία αποτελεί προϋπόθεση για την καθιέρωση των όποιων κοινών μηχανισμών ασφάλειας.

Στη Σύνοδο Κορυφής της ζώνης του ευρώ, στις 29 Ιουνίου 2012, οι Αρχηγοί Κρατών και Κυβερνήσεων κάλεσαν την Επιτροπή «να υποβάλει σύντομα προτάσεις για τη δημιουργία ενός ενιαίου εποπτικού μηχανισμού. Όταν θα καθιερωθεί ο εν λόγω μηχανισμός για τις τράπεζες της ζώνης του ευρώ, το ΕΜΣ θα μπορούσε, μετά τη λήψη σχετικής απόφασης, να έχει τη δυνατότητα άμεσης ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών». Στα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, από τη σύνοδό του της 28/29ης Ιουνίου 2012, δηλώνεται ότι η εν λόγω δήλωση της ζώνης του ευρώ και οι προτάσεις που θα υποβάλει αναλόγως η Επιτροπή θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την κατάρτιση «συγκεκριμένου και χρονικά δεσμευτικού οδικού χάρτη για την υλοποίηση μιας ουσιαστικής Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης».

Στο πλαίσιο αυτού του νέου μηχανισμού, η ΕΚΤ θα εκτελεί ένα ευρύ φάσμα βασικών εποπτικών καθηκόντων επί των πιστωτικών ιδρυμάτων στα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ. Πρικειμένου να διατηρηθεί και να διευρυνθεί η εσωτερική αγορά, θα επιτραπεί και σε άλλα κράτη μέλη να έρχονται σε στενή συνεργασία με την ΕΚΤ.

Προκειμένου να αποφευχθεί ο κατακερματισμός της εσωτερικής αγοράς μετά τη θέσπιση του ενιαίου εποπτικού μηχανισμού, πρέπει να διασφαλιστεί η ορθή λειτουργία της ΕΑΤ. Θα πρέπει συνεπώς να διατηρηθεί ο ρόλος της ΕΑΤ ώστε να αναπτύξει περαιτέρω το ενιαίο εγχειρίδιο κανόνων και να διασφαλίσει τη σύγκλιση των εποπτικών πρακτικών στο σύνολο της ΕΕ.

Μαζί με την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην ΕΚΤ όσον αφορά τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων σύμφωνα με το άρθρο 127 παράγραφος 6 ΣΛΕΕ, η παρούσα πρόταση εισάγει στοχοθετημένες τροποποιήσεις στον κανονισμό για τη σύσταση Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών.

2.           ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΙΣ ΜΕ ΤΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ ΚΑΙ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΟΥ ΑΝΤΙΚΤΥΠΟΥ

Η Επιτροπή έχει λάβει υπόψη την ανάλυση που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της έγκρισης της «εποπτικής δέσμης» με την οποία δημιουργήθηκαν οι Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές, στην οποία αξιολογήθηκαν οι επιχειρησιακές, οικονομικές και νομικές πτυχές, καθώς και οι πτυχές που αφορούν τη διακυβέρνηση, που είναι σχετικές με την δημιουργία ενός ΕΕΜ. Δεν ήταν δυνατό να προετοιμαστεί επίσημη εκτίμηση επιπτώσεων εντός του χρονοδιαγράμματος που καθορίστηκε από τη Σύνοδο Κορυφής της ζώνης του ευρώ της 29ης Ιουνίου.

3.           ΝΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

Η πρόταση βασίζεται στο άρθρο 114 ΣΛΕΕ επειδή τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 που έχει εκδοθεί με την ίδια νομική βάση.

Η πρόταση περιορίζεται σε προσαρμογή των διαδικαστικών λεπτομερειών υπό τις οποίες λειτουργεί η ΕΑΤ ώστε να ληφθεί υπόψη η ανάθεση εποπτικών καθηκόντων στην ΕΚΤ και να διασφαλιστεί ότι η ΕΑΤ θα μπορεί να συνεχίσει να ασκεί τα καθήκοντά της όσον αφορά την προστασία της ακεραιότητας, της αποδοτικότητας και της εύρυθμης λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών και τη διατήρηση της σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος εντός της εσωτερικής αγοράς. Δεν τροποποιεί την ισορροπία των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων μεταξύ της ΕΑΤ κσι των εθνικών αρχών. Οι διατάξεις που περιέχονται στην πρόταση δεν υπερβαίνει το μέτρο που είναι απολύτως αναγκαίο για την επίτευξη των επιδιωκόμενων στόχων. Συνεπώς, η πρόταση συνάδει με τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας όπως προβλέπεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση.

4.           Λεπτομερής επεξήγηση της πρότασης

Εξουσίες της ΕΑΤ, ιδίως καταστάσεις δεσμευτικής μεσολάβησης/έκτακτης ανάγκης

Η διατύπωση των άρθρων 4, 18 παράγραφος 1 και 35 παράγραφο 1 έως 3 τροποποιείται προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι η ΕΑΤ θα μπορεί να εκτελεί τα καθήκοντά της και σε σχέση με την ΕΚΤ αποσαφηνίζοντας ότι η έννοια των «αρμοδίων αρχών» περιλαμβάνει και την ΕΚΤ, όπως συμβαίνει και στα άλλα άρθρα που αναφέρονται σε «αρμόδιες αρχές».

Προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι η ΕΑΤ θα μπορεί να εκτελεί τα καθήκοντά της για τη διευθέτηση διαφωνιών και να ενεργεί σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης και σε σχέση με την ΕΚΤ, στα άρθρα 18 και 19 εισάγονται οι παράγραφοι 18 παράγραφος 3α και 19 παράγραφος 3α ώστε να προβλέπεται ειδική διαδικασία σε σχέση με την απόφαση που λαμβάνει η ΕΑΤ βάσει του άρθρου 18 παράγραφος 3 ή του άρθρου 19 παράγραφος 3. Η διαδικασία προβλέπει ότι εάν η ΕΚΤ δεν συμμορφώνεται με μια ενέργεια της ΕΑΤ για την διευθέτηση μιας διαφωνίας ή την αντιμετώπιση μιας κατάστασης έκτακτης ανάγκης, θα υποχρεούται να εξηγήσει τους λόγους της μη συμμόρφωσης. Σε αυτήν την απίθανη περίπτωση, όπου οι σχετικές απαιτήσεις ορίζονται στο άμεσα εφαρμοστέο δίκαιο της Ένωσης, η ΕΑΤ μπορεί να εκδίδει μεμονωμένη απόφαση που απευθύνεται στο εμπλεκόμενο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα σχετικά με την εφαρμογή της ενέργειάς της, και αυτή είναι η κανονικά αναμενόμενη αντίδρασή της. Αυτό θα εξασφαλίσει το εκτελεστό της διευθέτησης μιας διαφωνίας από την ΕΑΤ και των ενεργειών της σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης.

Κανόνες ψηφοφορίας

Το γεγονός ότι η ΕΚΤ θα συντονίζει τη θέση των κρατών μελών της ζώνης του ευρώ επιβάλλει την επανεξέταση των κανόνων ψηφοφορίας που προβλέπονται σήμερα στον κανονισμό για την ΕΑΤ, προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι οι αποφάσεις της ΕΑΤ λαμβάνονται προς όφελος της διατήρησης και της ενίσχυσης της εσωτερικής αγοράς χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών.

Στο πλαίσιο του κανονισμού για την ΕΑΤ, οι αποφάσεις σχετικά με ρυθμιστικά θέματα (δεσμευτικά τεχνικά πρότυπα, κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις που προβλέπονται στα άρθρα 10, 15 και 16, και αποφάσεις για την επανεξέταση περιορισμών σε χρηματοοικονομικές δραστηριότητες που προβλέπονται στο άρθρο 9 παράγραφος 5 καθώς και δημοσιονομικά θέματα (Κεφάλαιο VI) λαμβάνονται από το συμβούλιο εποπτών με ειδική πλειοψηφία των μελών του, όπως ορίζεται στο άρθρο 16 παράγραφος 4 της ΣΕΕ και στο άρθρο 3 του πρωτοκόλλου αριθ. 36 σχετικά με τις μεταβατικές διατάξεις.

Οι αποφάσεις για άλλα ζητήματα (π.χ. παράβαση νόμου σύμφωνα με το άρθρο 17, διευθέτηση διαφωνίας υπό το άρθρο 19, εκλογή του συμβουλίου διοίκησης) λαμβάνονται από το συμβούλιο εποπτών με απλή πλειοψηφία των μελών με δικαίωμα ψήφου βάσει του κανόνα «ένα άτομο, μία ψήφος».

Εάν τα δικαιώματα ψήφου παραμείνουν αμετάβλητα, δεν μπορεί να εξασφαλιστεί ότι οι αποφάσεις που λαμβάνονται με απλή πλειοψηφία θα εκπροσωπούν πάντα τα συμφέροντα της Ένωσης ως συνόλου. Χρειάζεται συνεπώς να αναπροσαρμοστούν οι ρυθμίσεις περί ψηφοφορίας σε κάποιες συγκεκριμένες περιπτώσεις για να εξασφαλιστεί ότι διατηρείται η ακεραιότητα της εσωτερικής αγοράς αποφεύγοντας ταυτόχρονα τον κίνδυνο παράλυσης της διαδικασίας λήψης αποφάσεων της ΕΑΤ.

Η καλύτερη λύση που βρέθηκε για την επίτευξη του στόχου αυτού είναι η ανάθεση εξουσιών λήψης αποφάσεων σε μια ανεξάρτητη ομάδα και η πρόβλεψη ενός ισχυρού μηχανισμού αντίστροφης ψηφοφορίας που θα εξασφαλίζει ότι η πρόταση που συντάσσεται από την ανεξάρτητη ομάδα υποστηρίζεται από τα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ και από τα κράτη μέλη που δεν συμμετέχουν στη ζώνη του ευρώ. Αυτό θα εξασφαλίσει επίσης ότι τα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ δεν θα διαθέτουν μειοψηφία αρνησικυρίας σε περίπτωση ενεργειών που στρέφονται εναντίον τους.

Συνεπώς, το άρθρο 41 του κανονισμού για την ΕΑΤ τροποποιείται προκειμένου να ανατεθούν ευρείες εξουσίες λήψης αποφάσεων στην ανεξάρτητη ομάδα όσον αφορά τις παραβάσεις του δικαίου της ΕΕ και τη διευθέτηση διαφωνιών και να τροποποιηθούν αναλόγως οι κανόνες σχετικά με τη σύνθεσή της.

Το άρθρο 44 του κανονισμού για την ΕΑΤ τροποποιείται ώστε να προβλεφθεί ότι οι αποφάσεις που προτείνονται από την ανεξάρτητη ομάδα εγκρίνονται εκτός εάν απορριφθούν με απλή πλειοψηφία, η οποία θα περιλαμβάνει τουλάχιστον τρεις ψήφους συμμετεχόντων κρατών μελών και μη συμμετεχόντων κρατών μελών. Προστίθεται ειδική διάταξη σχετικά με τον διορισμό των μελών της ανεξάρτητης ομάδας.

Σύνθεση του συμβουλίου διοίκησης

Εν όψει της αποφασιστικής επιρροής των μελών από τα κράτη μέλη που συμμετέχουν στον ενιαίο εποπτικό μηχανισμό ή συνεργάζονται στενά με αυτόν κατά την εκλογή του συμβουλίου διοίκησης (απλή πλειοψηφία των παρόντων μελών), τα μέλη από τα κράτη μέλη που δεν συμμετέχουν στον ΕΕΜ δεν θα μπορούσαν να εκπροσωπούνται επαρκώς στο συμβούλιο διοίκησης. Προκειμένου να εξασφαλιστεί η ισορροπημένη σύνθεση που θα αντικατοπτρίζει την ΕΕ ως σύνολο και θα περιλαμβάνει κράτη μέλη που δεν συμμετέχουν στον ενιαίο εποπτικό μηχανισμό, η πρόταση τροποποιεί την σύνθεση του συμβουλίου διοίκησης της ΕΑΤ ώστε να εξασφαλιστεί ότι δύο τουλάχιστον μέλη από κράτη μέλη που δεν συμμετέχουν στον ενιαίο εποπτικό μηχανισμό εκπροσωπούνται στο συμβούλιο διοίκησης.

Το άρθρο 45 του κανονισμού για την ΕΑΤ τροποποιείται ώστε να εξασφαλιστεί ότι το συμβούλιο διοίκησης περιλαμβάνει δύο τουλάχιστον κράτη μέλη που δεν συμμετέχουν στον ΕΕΜ.

Αναθεώρηση των τρόπων ψηφοφορίας ενόψει των μελλοντικών εξελίξεων

Τέλος, προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι όποιες εξελίξεις όσον αφορά τον αριθμό των κρατών μελών που έχουν ως νόμισμα το ευρώ ή των οποίων οι αρμόδιες αρχές συνεργάζονται στενά σύμφωνα με το άρθρο 6 του κανονισμού…/… η Επιτροπή πρέπει να αναθεωρεί τις προτεινόμενες διατάξεις, ώστε να κρίνει κατά πόσο χρειάζονται περεταίρω προσαρμογές ενόψει αυτών των εξελίξεων, ώστε να διασφαλισθεί ότι οι αποφάσεις της ΕΑΤ λαμβάνονται με στόχο την διατήρηση και την ενίσχυση της εσωτερικής αγοράς χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών.

5.           ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ

Η πρόταση δεν έχει επιπτώσεις στον προϋπολογισμό της ΕΕ.

2012/0244 (COD)

Πρόταση

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών) όσον αφορά την αλληλεπίδρασή του με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. …/… του Συμβουλίου για την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα όσον αφορά τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη: τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 114,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής [1],

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας[2]

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)       Στις 29 Ιουνίου 2012, οι αρχηγοί κρατών ή κυβερνήσεων της ευρωζώνης κάλεσαν την Επιτροπή να υποβάλει προτάσεις σχετικά με έναν ενιαίο εποπτικό μηχανισμό στον οποίο θα συμμετέχει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ). Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στα συμπεράσματά του της 29ης Ιουνίου 2012 κάλεσε τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου να αναπτύξει, σε στενή συνεργασία με τον Πρόεδρο της Επιτροπής, τον Πρόεδρο της Ευρωομάδας και τον Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, συγκεκριμένο και χρονικά δεσμευτικό οδικό χάρτη για την υλοποίηση μιας ουσιαστικής Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης, ο οποίος περιέχει συγκεκριμένες προτάσεις για τη διατήρηση της ενότητας και ακεραιότητας της ενιαίας αγοράς των χρηματοδοτικών υπηρεσιών και στον οποίο λαμβάνονται υπόψη η δήλωση της ζώνης του ευρώ και η πρόθεση της Επιτροπής να υποβάλει προτάσεις δυνάμει του άρθρου 127 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ).

(2)       Η θέσπιση ενιαίου εποπτικού μηχανισμού είναι το πρώτο βήμα για τη δημιουργία Ευρωπαϊκής τραπεζικής ένωσης, που θα βασίζεται σε ένα ενιαίο εγχειρίδιο κανόνων και θα περιλαμβάνει επίσης ένα κοινό πλαίσιο ασφάλισης των καταθέσεων και εξυγίανσης.

(3)       Προκειμένου να θεσπιστεί ο ενιαίος εποπτικός μηχανισμός, ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. …/…[3] του Συμβουλίου [κανονισμός του άρθρου 127 παράγραφος 6] αναθέτει ειδικά καθήκοντα στην ΕΚΤ που αφορούν πολιτικές σχετικές με την προληπτικκή εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων στα κράτη μέλη που έχουν ως νόμισμα το ευρώ. Άλλα κράτη μέλη μπορούν να έχουν στενή συνεργασία με την ΕΚΤ. Στο πλαίσιο του εν λόγω κανονισμού, η ΕΚΤ θα συντονίζει και θα εκφράζει την θέση των εν λόγω κρατών μελών στις αποφάσεις που θα λαμβάνει το συμβούλιο εποπτών της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών (ΕΑΤ) και θα εμπίπτουν στο πεδίο των καθηκόντων της ΕΚΤ.

(4)       Η ανάθεση εποπτικών καθηκόντων στην ΕΚΤ στον τραπεζικό τομέα για μέρος των κρατών μελών της Ένωσης δεν θα πρέπει με κανένα τρόπο να παρεμποδίζει την εσωτερική αγορά στον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Είναι συνεπώς αναγκαίο να διασφαλιστεί η ορθή λειτουργία της ΕΑΤ μετά την εν λόγω ανάθεση καθηκόντων.

(5)       Έχοντας υπόψη τα εποπτικά καθήκοντα που ανατίθενται στην ΕΚΤ με τον κανονισμό (EΕ) αριθ. …/… του Συμβουλίου [κανονισμός του άρθρου 127 παράγραφος 6], η ΕΑΤ θα πρέπει να είναι σε θέση να εκτελεί τα καθήκοντά της και σε σχέση με την ΕΚΤ. Προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι οι υφιστάμενοι μηχανισμοί για τη διευθέτηση διαφωνιών και για δράση σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης θα εξακολουθήσουν να είναι αποτελεσματικοί, θα πρέπει να θεσπιστεί ειδική διαδικασία. Ειδικότερα, εάν η ΕΚΤ δεν συμμορφώνεται με μια ενέργεια της ΕΑΤ για την διευθέτηση μιας διαφωνίας ή την αντιμετώπιση μιας κατάστασης έκτακτης ανάγκης, θα πρέπει να υποχρεούται να εξηγήσει τους λόγους της μη συμμόρφωσης. Σε αυτήν την περίπτωση, όποτε βάσει απαιτήσεων που ορίζονται στο άμεσα εφαρμοστέο δίκαιο της Ένωσης η ΕΑΤ μπορεί να εκδίδει μεμονωμένη απόφαση που απευθύνεται στο εμπλεκόμενο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα, θα πρέπει να το πράττει.

(6)       Προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι τα συμφέροντα όλων των κρατών μελών λαμβάνονται επαρκώς υπόψη και να διασφαλιστεί η ορθή λειτουργία της ΕΑΤ με σκοπό τη διατήρηση και την εμβάθυνση της εσωτερικής αγοράς στον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, οι κανόνες ψηφοφορίας εντός του συμβουλίου εποπτών θα πρέπει να αναπροσαρμοστούν, ιδίως όσον αφορά τις αποφάσεις που λαμβάνει η ΕΑΤ με απλή πλειοψηφία.

(7)       Οι αποφάσεις σχετικά με τις παραβάσεις της νομοθεσίας της Ένωσης και τη διευθέτηση διαφωνιών θα πρέπει να εξετάζονται από μια ανεξάρτητη ομάδα αποτελούμενη από μέλη του Συμβουλίου Εποπτών που δεν αντιμετωπίζουν συγκρούσεις συμφερόντων, οι οποίοι θα διορίζονται από το συμβούλιο εποπτών. Οι αποφάσεις που προτείνονται από την ομάδα στο συμβούλιο εποπτών θα πρέπει να θεωρούνται εκδοθείσες εκτός εάν απορριφθούν με απλή πλειοψηφία, η οποία θα πρέπει να περιλαμβάνει επαρκή αριθμό ψήφων από κράτη μέλη που συμμετέχουν στον ΕΕΜ και από κράτη μέλη που δεν συμμετέχουν στον ΕΕΜ.

(8)       Τα μέλη της ανεξάρτητης ομάδας που συγκροτείται σύμφωνα με το άρθρο 41 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 δεν θα πρέπει να θεωρείται ότι βρίσκονται σε κατάσταση σύγκρουσης συμφερόντων για το λόγο ότι είναι εκπρόσωποι αρμοδίων αρχών που αποτελούν μέρος του ΕΕΜ και μια δεδομένη υπόθεση για την οποία πρέπει να ληφθεί απόφαση από την ομάδα αφορά ΕΕΜ. Η ΕΑΤ θα πρέπει να αναπτύξει για την ομάδα διαδικαστικούς κανόνες που θα εξασφαλίζουν την ανεξαρτησία και την αντικειμενικότητά της.

(9)       Η σύνθεση του συμβουλίου διοίκησης πρέπει να είναι ισόρροπη και πρέπει να εξασφαλίζεται η ορθή εκπροσώπηση των κρατών μελών που δεν συμμετέχουν στο ΕΕΜ.

(10)     Προκειμένου να εξασφαλιστεί η ορθή λειτουργία της ΕΑΤ και η επαρκής εκπροσώπηση όλων των κρατών μελών, οι κανόνες ψηφοφορίας, η σύνθεση του συμβουλίου διοίκησης, η σύνθεση της ανεξάρτητης ομάδας θα πρέπει να επανεξεταστούν μετά από κατάλληλο χρονικό διάστημα λαμβάνοντας υπόψη τις αποκτηθείσες εμπειρίες και τις περαιτέρω εξελίξεις.

(11)     Καθώς οι στόχοι του παρόντος κανονισμού, δηλαδή η διασφάλιση αποτελεσματικής και συνεπούς προληπτικής ρύθμισης και εποπτείας υψηλού επιπέδου σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση, η προστασία της ακεραιότητας, της αποτελεσματικότητας και της εύρυθμης λειτουργίας των χρηματοπιστωτικών αγορών και η διατήρηση της σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος, δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και, συνεπώς, λόγω της κλίμακας της δράσης, μπορούν να επιτευχθούν καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση μπορεί να θεσπίζει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο εν λόγω άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει το μέτρο που είναι αναγκαίο για την επίτευξη των στόχων αυτών,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 τροποποιείται ως εξής:

1.           Το άρθρο 4(2)(i) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«(i) οι αρμόδιες αρχές όπως ορίζονται στις οδηγίες 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ, συμπεριλαμβανόμενης της ΕΚΤ για ζητήματα σχετικά με τα καθήκοντα που της ανατίθενται με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. …/…* του Συμβουλίου [κανονισμός του Συμβουλίου του άρθρου 127 παράγραφος 6 ΣΛΕΕ], στην οδηγία 2007/64/ΕΚ, και όπως αναφέρονται στην οδηγία 2009/110/ΕΚ.

__________________________

* ΕΕ L … της ….., σ…. »

2.           Το άρθρο 18 τροποποιείται ως εξής:

α) η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Σε περίπτωση αντίξοων εξελίξεων, οι οποίες μπορούν να θέσουν σε σοβαρό κίνδυνο την εύρυθμη λειτουργία και την ακεραιότητα των χρηματοοικονομικών αγορών ή τη σταθερότητα ολόκληρου ή μέρους του χρηματοοικονομικού συστήματος στην Ένωση, η Αρχή διευκολύνει ενεργά και, όποτε είναι απαραίτητο, συντονίζει τις ενέργειες που αναλαμβάνουν οι σχετικές αρμόδιες εποπτικές αρχές.

Για τη διεκπεραίωση αυτών των καθηκόντων διευκόλυνσης και συντονισμού, η Αρχή ενημερώνεται πλήρως για τις σχετικές εξελίξεις και καλείται να συμμετέχει ως παρατηρητής σε κάθε σχετική συγκέντρωση των σχετικών αρμόδιων εποπτικών αρχών.»

β) η ακόλουθη παράγραφος παρεμβάλλεται μετά την παράγραφο 3:

«3α      Στις περιπτώσεις που η Αρχή ζητά από την ΕΚΤ ως αρμόδια αρχή να αναλάβει την απαραίτητη δράση σύμφωνα με την παράγραφο 3 , η ΕΚΤ συμμορφώνεται με αυτήν ή παρέχει, το αργότερο εντός 48 ωρών, επαρκή αιτιολόγηση στην Αρχή για την μη συμμόρφωσή της.»

3.           Στο άρθρο 19 προστίθεται η εξής παράγραφος μετά την παράγραφο 3:

«3α. Στις περιπτώσεις που η Αρχή ζητά από την ΕΚΤ ως αρμόδια αρχή να αναλάβει ειδική δράση ή να απόσχει από δράση σύμφωνα με την παράγραφο 3, η ΕΚΤ συμμορφώνεται με αυτήν ή παρέχει, εντός δέκα εργασίμων ημερών από την παραλαβή του αιτήματος επαρκή αιτιολόγηση στην Αρχή για την μη συμμόρφωσή της.»

4.           Στο άρθρο 35, οι παράγραφοι 1, 2 και 3 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Μετά από αίτημα της Αρχής, οι αρμόδιες αρχές παρέχουν στην Αρχή όλες τις αναγκαίες πληροφορίες προς εκπλήρωση των καθηκόντων που της ανατίθενται με τον παρόντα κανονισμό, υπό την προϋπόθεση ότι αυτές διαθέτουν νόμιμη πρόσβαση στις σχετικές πληροφορίες και ότι το αίτημα παροχής πληροφοριών είναι αναγκαίο λόγω της φύσης του εν λόγω καθήκοντος.

2. Η Αρχή μπορεί επίσης να ζητήσει να της παρέχονται πληροφορίες ανά τακτά διαστήματα και με ειδικώς προσδιορισμένους μορφοτύπους. Οι αιτήσεις αυτές υποβάλλονται, όπου είναι δυνατόν, χρησιμοποιώντας ενιαίους μορφοτύπους υποβολής στοιχείων.

3. Σε δεόντως αιτιολογημένη αίτηση εκ μέρους αρμόδιας αρχής, η Αρχή μπορεί να παράσχει οιαδήποτε πληροφορία είναι απαραίτητη για να δώσει στην αρμόδια αρχή τη δυνατότητα να εκπληρώσει τα καθήκοντά της, σύμφωνα με τις υποχρεώσεις περί επαγγελματικής εχεμύθειας που ορίζει η τομεακή νομοθεσία και το άρθρο 70.»

5.           Στο άρθρο 41, οι παράγραφοι 2, 3 και 4 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. Για τους σκοπούς των άρθρων 17 και 19, το συμβούλιο εποπτών συγκαλεί ανεξάρτητη ομάδα, η οποία αποτελείται από τον πρόεδρο και δύο μέλη που διορίζει το συμβούλιο εποπτών από τα μέλη του με δικαίωμα ψήφου. Τουλάχιστον ένα μέλος της ανεξάρτητης ομάδας προέρχεται από ένα κράτος μέλος που είναι μη συμμετέχον κράτος μέλος σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. …/… [κανονισμός του Συμβουλίου του άρθρου 127 παράγραφος 6 ΣΛΕΕ].

Τα μέλη της ομάδας ενεργούν ανεξάρτητα και αντικειμενικά σύμφωνα με το άρθρο 42, και δεν εκπροσωπούν την εμπλεκόμενη αρμόδια αρχή ή τις διαφωνούσες αρμόδιες αρχές.

3. Η ομάδα προτείνει απόφαση για οριστική έγκριση από το συμβούλιο εποπτών, σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο τρίτο εδάφιο του άρθρου 44 παράγραφος 1.

4. Το συμβούλιο εποπτών εγκρίνει τον εσωτερικό κανονισμό της ομάδας που αναφέρεται στην παράγραφο 2, συμπεριλαμβανομένων κανόνων για την εφαρμογή της απαίτησης που ορίζεται στο δεύτερο εδάφιο της εν λόγω παραγράφου.»

6.           Στο άρθρο 42 προστίθεται η εξής παράγραφος:

«Η πρώτη και η δεύτερη παράγραφος δεν θίγουν τα καθήκοντα που ανατίθενται στην ΕΚΤ με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. …/… [κανονισμός του Συμβουλίου του άρθρου 127 παράγραφος 6 ΣΛΕΕ].»

7.           Το άρθρο 44 παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Οι αποφάσεις του συμβουλίου εποπτών λαμβάνονται με απλή πλειοψηφία των μελών του. Κάθε μέλος έχει μια ψήφο.

Όσον αφορά αποφάσεις σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 3, για τις αποφάσεις που λαμβάνει η αρχή ενοποιημένης εποπτείας, η απόφαση που προτείνεται από την ομάδα θεωρείται εκδοθείσα, εφόσον εγκριθεί με απλή πλειοψηφία, εκτός εάν απορριφθεί από μέλη που αντιπροσωπεύουν μειοψηφία αρνησικυρίας των ψήφων όπως ορίζεται στο άρθρο 16 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στο άρθρο 3 του πρωτοκόλλου (αριθ. 36) σχετικά με τις μεταβατικές διατάξεις.

Όσον αφορά αποφάσεις σύμφωνα με τα άρθρα 17 και 19, η απόφαση που προτείνεται από την ομάδα θεωρείται εκδοθείσα εκτός εάν απορριφθεί με απλή πλειοψηφία, η οποία περιλαμβάνει τουλάχιστον τρεις ψήφους από μέλη συμμετεχόντων κρατών μελών και τρεις ψήφους από μέλη κρατών μελών που ούτε είναι συμμετέχοντα κράτη μέλη σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. …/…[κανονισμός του Συμβουλίου του άρθρου 127 παράγραφος 6 ΣΛΕΕ] ούτε είναι σε στενή συνεργασία με την ΕΚΤ σύμφωνα με τον εν λόγω κανονισμό.

Κατά παρέκκλιση από το τρίτο εδάφιο, από την ημερομηνία κατά την οποία τέσσερα το πολύ κράτη μέλη δεν είναι ούτε συμμετέχοντα κράτη μέλη σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. …/… [κανονισμός του Συμβουλίου του άρθρου 127 παράγραφος 6 ΣΛΕΕ] ούτε είναι σε στενή συνεργασία με την ΕΚΤ σύμφωνα με τον εν λόγω κανονισμό, η απόφαση που προτείνεται από την ομάδα θεωρείται εκδοθείσα εκτός εάν απορριφθεί με απλή πλειοψηφία, η οποία περιλαμβάνει τουλάχιστον μία ψήφο από μέλη των εν λόγω κρατών μελών.

Κάθε μέλος διαθέτει μία ψήφο.

Όσον αφορά τη σύνθεση της ομάδας σύμφωνα με το άρθρο 41 παράγραφος 2, το συμβούλιο εποπτών επιδιώκει την επίτευξη ομοφωνίας. Εάν δεν υπάρχει ομοφωνία, οι αποφάσεις του συμβουλίου εποπτών λαμβάνονται με πλειοψηφία τριών τετάρτων των μελών του. Κάθε μέλος διαθέτει μία ψήφο.»

8.           Στο άρθρο 45 παράγραφος 1, το τρίτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

« Η θητεία των μελών που εκλέγονται από το συμβούλιο εποπτών διαρκεί δυόμιση έτη. Η εν λόγω θητεία μπορεί να ανανεωθεί άπαξ. Η σύνθεση του συμβουλίου διοίκησης είναι ισόρροπη και αναλογική και αντικατοπτρίζει την Ένωση στο σύνολό της. Το συμβούλιο διοίκησης περιλαμβάνει τουλάχιστον δύο εκπροσώπους από κράτη μέλη που δεν είναι συμμετέχοντα κράτη μέλη σύμφωνα με τον κανονισμό [κανονισμός του Συμβουλίου του άρθρου 127 παράγραφος 6 ΣΛΕΕ] ούτε είναι σε στενή συνεργασία με την ΕΚΤ σύμφωνα με τον εν λόγω κανονισμό. Οι εντολές αλληλεπικαλύπτονται και εφαρμόζεται ρύθμιση εκ περιτροπής.»

Άρθρο 2

Με την επιφύλαξη του άρθρου 81 του κανονισμού(ΕΕ) αριθ. 1093/2010 , μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2016 η Επιτροπή πρέπει να δημοσιεύσει έκθεση σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων του εν λόγω κανονισμού σχετικά με

(a) την καταλληλότητα των κανόνων ψηφοφορίας·

(b) τη σύνθεση του συμβουλίου διοίκησης·και τη

(c) τη σύνθεση της ανεξάρτητης ομάδας που συντάσσει αποφάσεις για τους σκοπούς των άρθρων 17 και 19·

(d) Η έκθεση πρέπει να λάβει κυρίως υπόψη τις όποιες εξελίξεις όσον αφορά τον αριθμό των κρατών μελών που έχουν ως νόμισμα το ευρώ ή των οποίων οι αρμόδιες αρχές συνεργάζονται στενά σύμφωνα με το άρθρο 6 του κανονισμού…/… η Επιτροπή πρέπει να αναθεωρεί τις προτεινόμενες διατάξεις, ώστε να κρίνει κατά πόσο χρειάζονται περεταίρω προσαρμογές ενόψει αυτών των εξελίξεων, ώστε να διασφαλισθεί ότι οι αποφάσεις της ΕΑΤ λαμβάνονται με στόχο την διατήρηση και την ενίσχυση της εσωτερικής αγοράς χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο                     Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος                                                   Ο Πρόεδρος

[1]               ΕΕ C της , σ. .

[2]               ΕΕ C της , σ. .

[3]              

Top