EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32024R1263

Κανονισμός (ΕΕ) 2024/1263 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2024, σχετικά με τον αποτελεσματικό συντονισμό των οικονομικών πολιτικών και την πολυμερή δημοσιονομική εποπτεία και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1466/97 του Συμβουλίου

PE/51/2024/REV/1

ΕΕ L, 2024/1263, 30.4.2024, ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2024/1263/oj (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, GA, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Legal status of the document In force

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2024/1263/oj

European flag

Επίσημη Εφημερίδα
της Ευρωπαϊκής Ένωσης

EL

Σειρά L


2024/1263

30.4.2024

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2024/1263 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 29ης Απριλίου 2024

σχετικά με τον αποτελεσματικό συντονισμό των οικονομικών πολιτικών και την πολυμερή δημοσιονομική εποπτεία και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1466/97 του Συμβουλίου

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 121 παράγραφος 6,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (1),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο συντονισμός των οικονομικών πολιτικών των κρατών μελών εντός της Ένωσης, όπως προβλέπεται από τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), ενέχει την τήρηση των κατευθυντήριων αρχών της σταθερότητας των τιμών, των υγιών δημόσιων οικονομικών, των υγιών νομισματικών συνθηκών και του βιώσιμου ισοζυγίου πληρωμών.

(2)

Το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, το οποίο συνίστατο αρχικά στους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 1466/97 (3) και (ΕΚ) αριθ. 1467/97 του Συμβουλίου (4) και στο ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 17ης Ιουνίου 1997 (5), βασίζεται στον στόχο υγιών και βιώσιμων δημόσιων οικονομικών ως μέσο ενίσχυσης των προϋποθέσεων σταθερότητας των τιμών και ισχυρής, βιώσιμης και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξης, βασισμένης σε χρηματοοικονομική σταθερότητα, υποστηρίζοντας με τον τρόπο αυτόν την επίτευξη των στόχων της Ένωσης για βιώσιμη ανάπτυξη και απασχόληση.

(3)

Το πλαίσιο δημοσιονομικής διακυβέρνησης αποτελεί μέρος του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου, το οποίο επίσης περιλαμβάνει τον συντονισμό και την εποπτεία ευρύτερων οικονομικών πολιτικών και πολιτικών απασχόλησης των κρατών μελών, σύμφωνα με τα άρθρα 121 και 148 ΣΛΕΕ, συμπεριλαμβανομένου του ευρωπαϊκού πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων, καθώς και τις σχετικές ειδικές ανά χώρα συστάσεις.

(4)

Η συμμετοχή των εθνικών κοινοβουλίων, των κοινωνικών εταίρων, των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών και άλλων σχετικών συμφεροντούχων στο Ευρωπαϊκό Εξάμηνο είναι καθοριστικής σημασίας για να διασφαλιστούν η ανάληψη ιδίας ευθύνης σε εθνικό επίπεδο για τις οικονομικές και δημοσιονομικές πολιτικές, καθώς και η διαφανής και χωρίς αποκλεισμούς χάραξη πολιτικής.

(5)

Το πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης της Ένωσης θα πρέπει να προσαρμοστεί, προκειμένου να συνεκτιμηθούν καλύτερα η αυξημένη ανομοιογένεια των δημοσιονομικών θέσεων, του δημόσιου χρέους και των οικονομικών προκλήσεων, καθώς και άλλες ευπάθειες σε όλα τα κράτη μέλη. Η υλοποίηση ισχυρών πολιτικών ως απάντηση στην πανδημία της COVID-19 αποδείχθηκε ιδιαίτερα αποτελεσματική για τον μετριασμό των οικονομικών και κοινωνικών συνεπειών της κρίσης που προκάλεσε η εν λόγω πανδημία, αλλά είχε ως αποτέλεσμα σημαντική αύξηση των λόγων χρέους του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα, γεγονός που υπογραμμίζει τη σημασία της μείωσης των λόγων χρέους και των ελλειμμάτων σε συνετά επίπεδα με σταδιακό, ρεαλιστικό, διαρκή και φιλικό προς την ανάπτυξη τρόπο που θα εξασφαλίζει περιθώριο για αντικυκλικές πολιτικές και τη σημασία της αντιμετώπισης των μακροοικονομικών ανισορροπιών, αποδίδοντας παράλληλα τη δέουσα προσοχή στους στόχους απασχόλησης και στους κοινωνικούς στόχους. Συγχρόνως, το πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης της Ένωσης θα πρέπει να προσαρμοστεί, ώστε να συμβάλλει στην αντιμετώπιση των μεσοπρόθεσμων και των μακροπρόθεσμων προκλήσεων που αντιμετωπίζει η Ένωση, όπως η επίτευξη δίκαιης ψηφιακής και πράσινης μετάβασης, συμπεριλαμβανομένων των στόχων για το κλίμα που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2021/1119 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6), η διασφάλιση ενεργειακής ασφάλειας, η υποστήριξη της ανοικτής στρατηγικής αυτονομίας, η αντιμετώπιση των δημογραφικών αλλαγών, η ενίσχυση της κοινωνικής και της οικονομικής ανθεκτικότητας και της συνεχούς σύγκλισης, καθώς και η εφαρμογή της Στρατηγικής Πυξίδας για την Ασφάλεια και την Άμυνα, όλες εκ των οποίων απαιτούν μεταρρυθμίσεις και διαρκή υψηλά επίπεδα επενδύσεων τα επόμενα έτη.

(6)

Το πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης της Ένωσης θα πρέπει να προωθεί υγιή και βιώσιμα δημόσια οικονομικά και βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη και, ως εκ τούτου, θα πρέπει να διαφοροποιείται μεταξύ των κρατών μελών λαμβάνοντας υπόψη το δημόσιο χρέος και τις οικονομικές προκλήσεις τους και επιτρέποντας πολυετείς ειδικές ανά χώρα δημοσιονομικές πορείες, διασφαλίζοντας παράλληλα αποτελεσματική πολυμερή εποπτεία με σεβασμό της αρχής της ίσης μεταχείρισης.

(7)

Είναι απαραίτητο να εξασφαλιστεί επαρκές επίπεδο δημόσιων επενδύσεων, προκειμένου να επιτευχθούν οι κύριοι στόχοι της μεταρρύθμισης του πλαισίου οικονομικής διακυβέρνησης που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό, καθώς και να τεθούν σε εφαρμογή οι τρέχουσες και οι μελλοντικές προτεραιότητες της Ένωσης. Η εφαρμογή χρηματοδοτικών μέσων όπως τα ταμεία της πολιτικής για τη συνοχή, στα οποία περιλαμβάνονται επί του παρόντος το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΤΠΑ) και το Ταμείο Συνοχής που θεσπίστηκαν με τον κανονισμό (ΕΕ) 2021/1058 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7), το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο+ (ΕΚΤ+) που ιδρύθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2021/1057 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8) και το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης (ΤΔΜ) που θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2021/1056 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9), στο πλαίσιο του Μέσου Ανάκαμψης της Ευρωπαϊκής Ένωσης που θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2020/2094 του Συμβουλίου (10) ή του ευρωπαϊκού μέσου προσωρινής στήριξης για τον μετριασμό των κινδύνων ανεργίας σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης που θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2020/672 του Συμβουλίου (11), θα μπορούσε να προσφέρει διδάγματα για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας των επενδύσεων και των πολιτικών απασχόλησης, καθώς και για οποιοδήποτε ενωσιακό μέσο επενδύσεων που καλύπτει τις κοινές προτεραιότητες της Ένωσης.

(8)

Η διαδικασία πολυμερούς εποπτείας που προβλέπεται στο άρθρο 121 παράγραφοι 2, 3 και 4 και στο άρθρο 148 παράγραφος 4 ΣΛΕΕ θα πρέπει να παρακολουθεί το πλήρες φάσμα των οικονομικών εξελίξεων και των εξελίξεων στον τομέα της απασχόλησης σε κάθε κράτος μέλος και σε ολόκληρη την Ένωση. Στην παρακολούθηση αυτή περιλαμβάνεται ο εντοπισμός μακροοικονομικών ανισορροπιών και η πρόληψη και διόρθωση υπερβολικών ανισορροπιών που προβλέπονται στους κανονισμούς (ΕΕ) αριθ. 1174/2011 (12) και (ΕΕ) αριθ. 1176/2011 (13) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, αντίστοιχα. Για την παρακολούθηση των εν λόγω οικονομικών εξελίξεων και εξελίξεων στον τομέα της απασχόλησης, τα κράτη μέλη θα πρέπει να υποβάλλουν πληροφορίες με τη μορφή μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών-διαρθρωτικών σχεδίων που να καλύπτουν περίοδο τεσσάρων ή πέντε ετών, ανάλογα με την κανονική διάρκεια της βουλευτικής περιόδου του οικείου κράτους μέλους. Στο πλαίσιο της ολοκληρωμένης ανάλυσης των εξελίξεων στον τομέα της απασχόλησης και των κοινωνικών εξελίξεων που περιλαμβάνεται στο Ευρωπαϊκό Εξάμηνο, η Επιτροπή εκτιμά τους κινδύνους για την ανοδική κοινωνική σύγκλιση στα κράτη μέλη και παρακολουθεί την πρόοδο όσον αφορά την εφαρμογή των αρχών του ευρωπαϊκού πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων με βάση τον πίνακα κοινωνικών αποτελεσμάτων και τις αρχές του πλαισίου κοινωνικής σύγκλισης.

(9)

Θα πρέπει να καθοριστούν λεπτομερείς κανόνες σχετικά με το περιεχόμενο, την υποβολή, την αξιολόγηση, την έγκριση και την παρακολούθηση των εθνικών μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών-διαρθρωτικών σχεδίων, με σκοπό την προώθηση υγιών και βιώσιμων δημόσιων οικονομικών και βιώσιμης και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξης των κρατών μελών, καθώς και την προώθηση της ανθεκτικότητας μέσω μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων, συμπεριλαμβανομένων όσων συμβάλλουν στις κοινές προτεραιότητες της Ένωσης, και την πρόληψη εμφάνισης υπερβολικών δημοσιονομικών ελλειμμάτων.

(10)

Τα εθνικά μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικά-διαρθρωτικά σχέδια θα πρέπει να συγκεντρώνουν τη δημοσιονομική πολιτική, τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και τις επενδύσεις κάθε κράτους μέλους. Τα εν λόγω σχέδια θα πρέπει να αποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο του πλαισίου οικονομικής διακυβέρνησης της Ένωσης. Κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να υποβάλλει εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιο στο οποίο θα περιγράφει τη δημοσιονομική πορεία του, καθώς και τις δημόσιες επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις προτεραιότητας που διασφαλίζουν από κοινού διαρκή και σταδιακή μείωση του χρέους, καθώς και βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη, αποφεύγοντας μια φιλοκυκλική δημοσιονομική πολιτική. Τα εν λόγω σχέδια θα πρέπει επίσης να περιλαμβάνουν ευρύτερες μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις, μεταξύ άλλων σε σχέση με τις κοινές προτεραιότητες της Ένωσης, ιδίως την πράσινη μετάβαση, συμπεριλαμβανομένων της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας και της μετάβασης στην κλιματική ουδετερότητα έως το 2050 σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2021/1119 και μέσω της εφαρμογής των εθνικών σχεδίων για την ενέργεια και το κλίμα που υποβάλλονται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (14)·, την ψηφιακή μετάβαση, συμπεριλαμβανομένου του προγράμματος πολιτικής «Ψηφιακή δεκαετία» με ορίζοντα το 2030 που θεσπίστηκε με την απόφαση (ΕΕ) 2022/2481 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (15)· την κοινωνική και οικονομική ανθεκτικότητα και την υλοποίηση του ευρωπαϊκού πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών στόχων για την απασχόληση, τις δεξιότητες και τη μείωση της φτώχειας έως το 2030· την ενεργειακή ασφάλεια· και την ανάπτυξη αμυντικών ικανοτήτων, κατά περίπτωση συμπεριλαμβανομένης της στρατηγικής πυξίδας για την ασφάλεια και την άμυνα, ή μεταγενέστερων πράξεων της Ένωσης που σχετίζονται με αυτές τις προτεραιότητες. Κατά την περίοδο λειτουργίας του μηχανισμού ανάκαμψης και ανθεκτικότητας που θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2021/241 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (16), οι δεσμεύσεις που αναλαμβάνονται στα εθνικά σχέδια ανάκαμψης και ανθεκτικότητας θα πρέπει να λαμβάνονται δεόντως υπόψη κατά την κατάρτιση των εθνικών μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών-διαρθρωτικών σχεδίων.

(11)

Τα ταμεία της πολιτικής για τη συνοχή συγχρονίζονται επίσης με το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο. Δεδομένου ότι αποτελούν τη μακροπρόθεσμη επενδυτική πολιτική του προϋπολογισμού της Ένωσης, οι μεταρρυθμίσεις και οι επενδύσεις στο πλαίσιο των εν λόγω ταμείων θα πρέπει επίσης να λαμβάνονται δεόντως υπόψη κατά την κατάρτιση των εθνικών μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών-διαρθρωτικών σχεδίων, προκειμένου να διασφαλίζεται η συνέπεια και, κατά περίπτωση, η συμπληρωματικότητα.

(12)

Το εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιο θα πρέπει να υποβάλλεται κατόπιν τεχνικού διαλόγου με την Επιτροπή, προκειμένου να διασφαλίζεται συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό. Η αξιολόγηση των εθνικών μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών-διαρθρωτικών σχεδίων από την Επιτροπή θα πρέπει να περιλαμβάνει σύνοψη του εν λόγω τεχνικού διαλόγου. Βάσει σύστασης της Επιτροπής, το Συμβούλιο θα πρέπει να εκδίδει σύσταση που να καθορίζει την πορεία των καθαρών δαπανών και, όπου αρμόζει, να εγκρίνει τις μεταρρυθμίσεις και τις επενδύσεις που στηρίζουν την ενδεχόμενη παράταση της περιόδου προσαρμογής.

(13)

Για την απλούστευση του δημοσιονομικού πλαισίου της Ένωσης και την αύξηση της διαφάνειας, ένας ενιαίος λειτουργικός δείκτης βασισμένος στη βιωσιμότητα του χρέους θα πρέπει να αποτελεί τη βάση για τον καθορισμό της δημοσιονομικής πορείας και για την άσκηση της ετήσιας δημοσιονομικής εποπτείας για κάθε κράτος μέλος. Ο εν λόγω ενιαίος λειτουργικός δείκτης θα πρέπει να βασίζεται στις εθνικά χρηματοδοτούμενες καθαρές πρωτογενείς δαπάνες, δηλαδή: δημόσιες δαπάνες εκτός των δαπανών για τόκους, μέτρα διακριτικής ευχέρειας στο σκέλος των εσόδων, δαπάνες για προγράμματα της Ένωσης που αναπληρώνονται στο σύνολό τους από ενωσιακά κονδύλια, εθνικές δαπάνες για τη συγχρηματοδότηση προγραμμάτων που χρηματοδοτούνται από την Ένωση, καθώς και κυκλικά στοιχεία των δαπανών για επιδόματα ανεργίας. Σε ευθυγράμμιση με τις κατευθυντήριες αρχές που χρησιμοποιούνται από την Επιτροπή για τον χαρακτηρισμό συναλλαγών ως έκτακτων και άλλων προσωρινών μέτρων, τα εν λόγω έκτακτα και άλλα προσωρινά μέτρα θα πρέπει επίσης να εξαιρούνται από τον δείκτη καθαρών δημόσιων δαπανών. Ο εν λόγω δείκτης, ο οποίος δεν επηρεάζεται από τη λειτουργία αυτόματων σταθεροποιητών και άλλων διακυμάνσεων δαπανών που εκφεύγουν του άμεσου ελέγχου της κυβέρνησης, παρέχει περιθώριο για αντικυκλική μακροοικονομική σταθεροποίηση.

(14)

Για την πλαισίωση του διαλόγου που οδηγεί στην υποβολή των εθνικών μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών-διαρθρωτικών σχεδίων, η Επιτροπή θα πρέπει να διαβιβάζει στα κράτη μέλη με δημόσιο χρέος που υπερβαίνει το 60 % του ΑΕΠ ή με δημόσιο έλλειμμα που υπερβαίνει το 3 % του ΑΕΠ, όπως ορίζεται στο άρθρο 126 παράγραφος 2 ΣΛΕΕ σε συνδυασμό με το πρωτόκολλο (αριθ. 12) σχετικά με τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος που προσαρτάται στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ) και τη ΣΛΕΕ («πρωτόκολλο (αριθ. 12)»), πορεία αναφοράς που να καλύπτει περίοδο προσαρμογής τεσσάρων ετών με πιθανή παράταση έως τρία έτη. Η εν λόγω πορεία θα πρέπει να βασίζεται σε ανάλυση επικινδυνότητας, να είναι ειδική για κάθε χώρα και να θεμελιώνεται στη βιωσιμότητα του χρέους, ώστε να διασφαλίζεται μια περισσότερο προσανατολισμένη στο μέλλον προσέγγιση, κατάλληλη τόσο για τις τρέχουσες όσο και για τις μελλοντικές προκλήσεις.

(15)

Κατόπιν αιτήματος κράτους μέλους με δημόσιο χρέος που δεν υπερβαίνει το 60 % του ΑΕΠ και δημοσιονομικό έλλειμμα που δεν υπερβαίνει το 3 % του ΑΕΠ, η Επιτροπή θα πρέπει να διαβιβάζει καθοδήγηση υπό μορφή τεχνικών πληροφοριών στο εν λόγω κράτος μέλος.

(16)

Κατά τη διάρκεια του μήνα πριν από το πέρας της προθεσμίας κατά την οποία η Επιτροπή οφείλει να διαβιβάσει πορεία αναφοράς ή τεχνικές πληροφορίες σε κράτος μέλος, το εν λόγω κράτος μέλος θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να ζητήσει ανταλλαγή απόψεων επί τεχνικών θεμάτων με την Επιτροπή. Η εν λόγω ανταλλαγή απόψεων επί τεχνικών θεμάτων θα πρέπει να παρέχει την ευκαιρία να συζητηθούν οι τελευταίες διαθέσιμες στατιστικές πληροφορίες και οι οικονομικές και δημοσιονομικές προοπτικές του οικείου κράτους μέλους, διασφαλίζοντας παράλληλα την ίση μεταχείριση των κρατών μελών.

(17)

Το πολυμερές πλαίσιο δημοσιονομικής εποπτείας της Ένωσης βασίζεται σε στατιστικά στοιχεία που παρέχει η Eurostat, η οποία είναι υπεύθυνη, για λογαριασμό της Επιτροπής, να διασφαλίζει την ποιότητα των δημοσιονομικών στοιχείων που συλλέγονται σύμφωνα με το ευρωπαϊκό σύστημα εθνικών και περιφερειακών λογαριασμών. Η Eurostat οφείλει να δημιουργήσει ένα πλαίσιο για να υποβάλλουν τα κράτη μέλη στατιστικά στοιχεία σχετικά με την εθνική συγχρηματοδότηση προγραμμάτων που χρηματοδοτούνται από την Ένωση, τα οποία είναι αναγκαία για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και τα οποία δεν συλλέγονται επί του παρόντος από τη Eurostat. Έως ότου δημιουργηθεί το πλαίσιο για τη συλλογή και την παροχή των στοιχείων αυτών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να βασίζονται σε εκτιμήσεις. Η μορφή, η έκταση, η συχνότητα και ο χρόνος της παροχής των στοιχείων αυτών από τα κράτη μέλη θα πρέπει να καθοριστούν από τους αρμόδιους στατιστικούς φορείς της Ένωσης.

(18)

Η πορεία αναφοράς θα πρέπει να διασφαλίζει ότι, έως το πέρας της περιόδου προσαρμογής, το δημόσιο χρέος βρίσκεται σε αξιόπιστα πτωτική πορεία ή παραμένει σε συνετά επίπεδα, ακόμη και υπό δυσμενή σενάρια. Επιπλέον, θα πρέπει να διασφαλίζει ότι το δημοσιονομικό έλλειμμα οδηγείται και διατηρείται κάτω από την τιμή αναφοράς του 3 % του ΑΕΠ, λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη ότι τα κράτη μέλη θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν πρόσθετο κόστος μετά το πέρας της περιόδου προσαρμογής, όπως το κόστος που σχετίζεται με τη γήρανση του πληθυσμού. Τέλος, θα πρέπει να διασφαλίζει τη συνέπεια με τη διορθωτική πορεία βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1467/97.

(19)

Για να βελτιωθεί η προβλεψιμότητα ως προς τα αποτελέσματα του πολυμερούς πλαισίου δημοσιονομικής εποπτείας της Ένωσης και να ενισχυθεί η ίση μεταχείριση των κρατών μελών, η πορεία αναφοράς θα πρέπει να συμμορφώνεται εκ των προτέρων με μία συνθήκη διασφάλισης της βιωσιμότητας του χρέους. Η εν λόγω συνθήκη διασφάλισης θα πρέπει να εγγυάται, κατά τη φάση σχεδιασμού των εθνικών μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών-διαρθρωτικών σχεδίων, ότι ο προβλεπόμενος λόγος δημόσιου χρέους μειώνεται κατά έναν ελάχιστο ετήσιο μέσο όρο. Θα πρέπει να λειτουργεί ως ελάχιστη απαίτηση για την προσπάθεια που συνδέεται με την πορεία αναφοράς και την πορεία των καθαρών δαπανών. Λόγω της ειδικής σύνθεσης του ανεξόφλητου δημόσιου χρέους της Ελλάδας, ένα σημαντικό ποσό αναβαλλόμενων πληρωμών τόκων αναμένεται να καταστεί ληξιπρόθεσμο το 2033. Επομένως, η σχετική έκτακτη αύξηση του λόγου του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ της Ελλάδας δεν θα πρέπει να ληφθεί υπόψη κατά την εφαρμογή της συνθήκης διασφάλισης της βιωσιμότητας του χρέους.

(20)

Οι βασιζόμενες σε ανάλυση επικινδυνότητας απαιτήσεις για την πορεία αναφοράς αναμένεται να είναι επαρκείς, ώστε να μειωθούν τα επίπεδα του δημοσιονομικού ελλείμματος αρκετά κάτω από την τιμή αναφοράς του 3 % του ΑΕΠ. Ωστόσο, προκειμένου το πολυμερές πλαίσιο δημοσιονομικής εποπτείας να καταστεί ανθεκτικότερο έναντι αβέβαιων εξελίξεων των μακροοικονομικών δημοσιονομικών μεταβλητών, η πορεία αναφοράς θα πρέπει επίσης να προβλέπει κοινό περιθώριο ανθεκτικότητας σε σχέση με την τιμή αναφοράς για το έλλειμμα που προβλέπεται στο άρθρο 126 παράγραφος 2 ΣΛΕΕ σε συνδυασμό με το πρωτόκολλο αριθ. 12 ή σύγκλιση προς την εν λόγω τιμή αναφοράς για το έλλειμμα. Αυτή η κοινή διασφάλιση ανθεκτικότητας θα πρέπει να εγγυάται τη δημιουργία δημοσιονομικών αποθεμάτων ασφαλείας για αντίξοες συνθήκες και διαταραχές, διευκολύνοντας έτσι την άσκηση αντικυκλικών πολιτικών στο δημοσιονομικό πλαίσιο της Ένωσης.

(21)

Για τα πρώτα εθνικά μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικά-διαρθρωτικά σχέδια, η αξιοπιστία της μείωσης του δημόσιου χρέους μεσοπρόθεσμα θα πρέπει να βασίζεται στη μεθοδολογία που περιγράφεται στο Debt Sustainability Monitor 2023 της Επιτροπής. Μια ομάδα εργασίας για την ανάλυση της βιωσιμότητας του χρέους θα πρέπει να διερευνήσει πιθανές μεθοδολογικές βελτιώσεις, μεταξύ άλλων όσον αφορά τις υποκείμενες παραδοχές. Η εν λόγω ομάδα εργασίας θα πρέπει να απαρτίζεται από εμπειρογνώμονες των κρατών μελών, την Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Το Ευρωπαϊκό Δημοσιονομικό Συμβούλιο και ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας θα πρέπει να προσκαλούνται από την εν λόγω ομάδα εργασίας ως παρατηρητές. Η αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να καλέσει την Επιτροπή να παρουσιάσει τη μεθοδολογία της στο πλαίσιο του οικονομικού διαλόγου που θεσπίζεται στον παρόντα κανονισμό.

(22)

Προκειμένου να αξιολογήσει αν απαιτούνται περαιτέρω προσαρμογές στο πέρας της τετραετούς ή πενταετούς περιόδου εφαρμογής του εθνικού μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού-διαρθρωτικού σχεδίου, η Επιτροπή θα πρέπει να αξιολογεί εκ νέου την κατάσταση και να προτείνει νέα πορεία αναφοράς εάν το δημόσιο χρέος του κράτους μέλους παραμένει άνω του 60 % του ΑΕΠ ή εάν το δημοσιονομικό έλλειμμά του είναι υψηλότερο από 3 % του ΑΕΠ.

(23)

Κάθε εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιο θα πρέπει να αναφέρει το καθεστώς του στο πλαίσιο εθνικών διαδικασιών, και ειδικότερα αν υποβλήθηκε στο εθνικό κοινοβούλιο και αν έχει λάβει έγκριση από το εθνικό κοινοβούλιο. Στο εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιο θα πρέπει να επισημαίνεται επίσης αν το εθνικό κοινοβούλιο είχε την ευκαιρία να συζητήσει τη σύσταση του Συμβουλίου σχετικά με το προηγούμενο σχέδιο και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, οποιαδήποτε άλλη σύσταση ή απόφαση του Συμβουλίου ή οποιαδήποτε προειδοποίηση της Επιτροπής. Εφόσον είναι διαθέσιμη, η γνώμη του ανεξάρτητου δημοσιονομικού οργάνου που έχει συσταθεί σύμφωνα με την οδηγία 2011/85/ΕΕ του Συμβουλίου (17) θα πρέπει να επισυνάπτεται στο εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιο που υποβάλλεται στην Επιτροπή. Πριν από την υποβολή του δεύτερου εθνικού μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού-διαρθρωτικού σχεδίου, καθώς και των επόμενων σχεδίων, κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να διεξάγει, σύμφωνα με το εθνικό νομικό του πλαίσιο, διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους, τις περιφερειακές αρχές, τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών και άλλους σχετικούς συμφεροντούχους σε εθνικό επίπεδο. Το εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιο θα πρέπει να περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με τη διαβούλευση στα εθνικά κοινοβούλια και τη διαδικασία διαβούλευσης. Δεδομένου του αυστηρότερου χρονοδιαγράμματος που προβλέπεται για την κατάρτιση των πρώτων εθνικών μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών-διαρθρωτικών σχεδίων, τα κράτη μέλη θα μπορούσαν να διεξάγουν διαβούλευση την περίοδο πριν από την έναρξη της κατάρτισης, ορίζοντας κατάλληλες προθεσμίες.

(24)

Σε περίπτωση νεοδιορισθείσας κυβέρνησης, ένα κράτος μέλος θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να υποβάλει αναθεωρημένο εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιο στην Επιτροπή. Αν υπάρχουν αντικειμενικές περιστάσεις που εμποδίζουν την εφαρμογή του εθνικού μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού-διαρθρωτικού σχεδίου, το οικείο κράτος μέλος μπορεί να ζητήσει να υποβάλει αναθεωρημένο σχέδιο στην Επιτροπή το αργότερο 12 μήνες πριν από τη λήξη του τρέχοντος σχεδίου.

(25)

Όταν τα κράτη μέλη κάνουν χρήση παραδοχών στα εθνικά μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικά-διαρθρωτικά σχέδιά τους σε παραδοχές οι οποίες διαφέρουν από αυτές του πλαισίου μεσοπρόθεσμης πρόβλεψης του δημόσιου χρέους, θα πρέπει να εξηγούν και να δικαιολογούν δεόντως τις διαφορές κατά τρόπο διαφανή και βάσει τεκμηριωμένων οικονομικών επιχειρημάτων στον τεχνικό διάλογο και στα εθνικά μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικά-διαρθρωτικά σχέδιά τους.

(26)

Όταν το Συμβούλιο θεωρεί ότι το αναθεωρημένο εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιο ενός κράτους μέλους δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού, το Συμβούλιο θα πρέπει να συστήνει, κατά κανόνα, την αρχική πορεία αναφοράς που είχε προηγουμένως διαβιβαστεί από την Επιτροπή ως πορεία των καθαρών δαπανών.

(27)

Προκειμένου να καταστεί δυνατή η κατάλληλη αλληλεπίδραση μεταξύ του κοινού ενωσιακού πλαισίου και των εθνικών δημοσιονομικών πλαισίων, η Επιτροπή θα πρέπει να βασίζει την αξιολόγηση από αυτήν της συμμόρφωσης των κρατών μελών με τις αντίστοιχες πορείες τους των καθαρών δαπανών όπως καθορίζονται από το Συμβούλιο μόνο σε εξελίξεις που αφορούν τις καθαρές δαπάνες. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση να θέτουν τους εθνικούς δημοσιονομικούς στόχους τους βάσει διαφορετικού δείκτη, όπως το διαρθρωτικό ισοζύγιο, εάν τούτο απαιτείται από το εθνικό δημοσιονομικό πλαίσιό τους.

(28)

Στο πλαίσιο της αξιολόγησης των εθνικών μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών-διαρθρωτικών σχεδίων, η Επιτροπή θα πρέπει να εξετάζει ειδικότερα την αξιοπιστία των μακροοικονομικών και δημοσιονομικών παραδοχών, στο μέτρο που διαφέρουν από εκείνες στις οποίες βασίζεται η πορεία αναφοράς. Ειδικότερα, οι προβλέψεις για την εξέλιξη του χρέους κάτω από αμετάβλητες πολιτικές που πρέπει να περιλαμβάνονται στο σχέδιο θα πρέπει να είναι συγκρίσιμες με τις προβλέψεις της Επιτροπής.

(29)

Προκειμένου να διασφαλίζεται η εφαρμογή των εθνικών μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών-διαρθρωτικών σχεδίων, η Επιτροπή και το Συμβούλιο θα πρέπει να παρακολουθούν τις μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις που περιλαμβάνονται στα εν λόγω σχέδια στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου, βάσει των ετήσιων εκθέσεων προόδου που υποβάλλουν τα κράτη μέλη, και σύμφωνα με τα άρθρα 121 και 148 ΣΛΕΕ. Προς τούτο, θα πρέπει να συμμετέχουν σε οικονομικό διάλογο με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

(30)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα πρέπει να συμμετέχει δεόντως σε τακτική βάση και με διαρθρωμένο τρόπο στο Ευρωπαϊκό Εξάμηνο, προκειμένου να αυξάνεται η διαφάνεια, η λογοδοσία και η ανάληψη ιδίας ευθύνης για τις αποφάσεις που λαμβάνονται στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου. Ο πρόεδρος του Συμβουλίου και η Επιτροπή θα πρέπει να ενημερώνουν τακτικά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για τα αποτελέσματα της πολυμερούς εποπτείας δυνάμει του παρόντος κανονισμού. Οι πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να καταρτίζονται και να διαβιβάζονται από την Επιτροπή στο Συμβούλιο και θα πρέπει να τίθενται στη διάθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

(31)

Προκειμένου να διασφαλιστεί πιο σταδιακή μείωση του χρέους, η περίοδος προσαρμογής μπορεί να παραταθεί κατά τρία έτη κατ’ ανώτατο όριο, εάν το κράτος μέλος υποστηρίζει το εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιό του με ένα σύνολο επαληθεύσιμων και χρονικά προσδιορισμένων μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων οι οποίες, εξεταζόμενες συνολικά, κατά γενικό κανόνα, ενισχύουν την ανάπτυξη και την ανθεκτικότητα· στηρίζουν τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών· λαμβάνουν υπόψη τις κοινές προτεραιότητες της Ένωσης· λαμβάνουν υπόψη τις σχετικές ειδικές ανά χώρα συστάσεις στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, των συστάσεων που εκδίδονται στο πλαίσιο της διαδικασίας μακροοικονομικών ανισορροπιών, καθώς και των ειδικών ανά χώρα επενδυτικών προτεραιοτήτων, χωρίς να οδηγούν σε μείωση του επιπέδου των εθνικά χρηματοδοτούμενων δημόσιων επενδύσεων κατά την περίοδο που καλύπτει το σχέδιο, σε σύγκριση με το μεσοπρόθεσμο επίπεδο πριν από την έναρξη του σχεδίου, λαμβανομένων υπόψη της έκτασης και της κλίμακας των ειδικών ανά χώρα προκλήσεων.

(32)

Το σύνολο των μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων στο οποίο στηρίζεται παράταση της περιόδου προσαρμογής θα πρέπει να συνάδει με τις δεσμεύσεις που περιλαμβάνονται στο εγκεκριμένο σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας του οικείου κράτους μέλους κατά τη διάρκεια της περιόδου λειτουργίας του μηχανισμού ανάκαμψης και ανθεκτικότητας και στο σύμφωνο εταιρικής σχέσης που συνομολογείται στο πλαίσιο του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου. Όταν τα σχέδια ανάκαμψης και ανθεκτικότητας περιλαμβάνουν φιλόδοξες μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις, ιδίως όσον αφορά την οικονομική ανάπτυξη και τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, θα πρέπει να θεωρείται ότι συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις που αφορούν την παράταση της περιόδου προσαρμογής για τα πρώτα εθνικά μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικά-διαρθρωτικά σχέδια.

(33)

Το σύνολο των μεταρρυθμίσεων και των επενδύσεων που περιλαμβάνονται στα εθνικά μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικά-διαρθρωτικά σχέδια θα πρέπει να ευθυγραμμίζεται με τις κοινές προτεραιότητες της Ένωσης, στις οποίες περιλαμβάνεται η επίτευξη: δίκαιης πράσινης και ψηφιακής μετάβασης, συμπεριλαμβανομένης της συνέπειας με τους στόχους για το κλίμα που ορίζεται στον κανονισμό (ΕΕ) 2021/1119· κοινωνικής και οικονομικής ανθεκτικότητας, συμπεριλαμβανομένου του ευρωπαϊκού πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων· ενεργειακής ασφάλειας· και, όπου είναι αναγκαίο, ανάπτυξης αμυντικών ικανοτήτων. Η Επιτροπή θα πρέπει να δίνει ιδιαίτερη προσοχή στις προτεραιότητες αυτές κατά την αξιολόγηση από αυτήν των εθνικών μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών-διαρθρωτικών σχεδίων. Το εν λόγω σύνολο μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων θα πρέπει επίσης να συνάδει με την εφαρμογή των εθνικών στρατηγικών που προσδιορίζει το οικείο κράτος μέλος για να ανταποκριθεί στις εν λόγω προτεραιότητες της Ένωσης.

(34)

O αντίκτυπος των μεταρρυθμίσεων και των επενδύσεων, μόλις υλοποιηθούν στο πλαίσιο των εθνικών μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών-διαρθρωτικών σχεδίων, θα πρέπει να ληφθεί δεόντως υπόψη κατά την κατάρτιση των επόμενων σχεδίων με σκοπό την προώθηση φιλικών προς την ανάπτυξη στρατηγικών δημοσιονομικής εξυγίανσης. Ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δοθεί στον αντίκτυπο επί της βιωσιμότητας των δημόσιων οικονομικών μέσω των μελλοντικών δημόσιων εσόδων, δαπανών και δυνητικής μεγέθυνσης, καθώς και στη συνεισφορά στις κοινές προτεραιότητες της Ένωσης, με βάση τεκμηριωμένα και βασιζόμενα σε δεδομένα οικονομικά στοιχεία.

(35)

Όταν ένα κράτος μέλος αποτυγχάνει να συμμορφωθεί ικανοποιητικά με το χρονικά προσδιορισμένο σύνολο μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων στις οποίες βασίζεται η πιο σταδιακή πορεία των καθαρών δαπανών όπως καθορίζεται από το Συμβούλιο εντός της καθορισμένης προθεσμίας, το Συμβούλιο, βάσει σύστασης της Επιτροπής, θα πρέπει να είναι σε θέση να συστήσει να συντομευθεί η παράταση της περιόδου προσαρμογής, δηλαδή να γίνει πιο απότομη η ετήσια προσπάθεια προσαρμογής, εκτός εάν υπάρχουν αντικειμενικές περιστάσεις που εμποδίζουν την υλοποίηση έως την αρχική προθεσμία.

(36)

Η Επιτροπή θα πρέπει να συστήσει λογαριασμό ελέγχου για κάθε κράτος μέλος, ώστε να παρακολουθεί τις ετήσιες και τις σωρευτικές ανοδικές και καθοδικές αποκλίσεις των παρατηρούμενων καθαρών δαπανών από την πορεία των καθαρών δαπανών όπως έχει καθοριστεί από το Συμβούλιο. Ο λογαριασμός ελέγχου δεν θα πρέπει να καταγράφει αποκλίσεις ενόσω παραμένουν ενεργοποιημένες ρήτρες διαφυγής. Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1467/97, κατά την κατάρτιση της έκθεσης δυνάμει του άρθρου 126 παράγραφος 3 ΣΛΕΕ, η Επιτροπή θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη ως σχετικούς παράγοντες την πρόοδο στην υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων και των επενδύσεων, συμπεριλαμβανομένων ιδίως των πολιτικών για την εφαρμογή της κοινής στρατηγικής της Ένωσης για την ανάπτυξη και την απασχόληση, και να λαμβάνει ιδιαίτερα υπόψη τις οικονομικές συνεισφορές στην επίτευξη των κοινών προτεραιοτήτων της Ένωσης, όπως ορίζονται στον παρόντα κανονισμό.

(37)

Τα ανεξάρτητα δημοσιονομικά όργανα έχουν αποδείξει την ικανότητά τους να προάγουν τη δημοσιονομική πειθαρχία και να ενισχύουν την αξιοπιστία των δημόσιων οικονομικών των κρατών μελών. Προκειμένου να ενισχυθεί η ανάληψη ιδίας ευθύνης σε εθνικό επίπεδο, ο συμβουλευτικός ρόλος των ανεξάρτητων δημοσιονομικών οργάνων θα πρέπει να διατηρηθεί στο μεταρρυθμισμένο πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης της Ένωσης, με σκοπό να αναπτυχθούν σταδιακά οι δυνατότητές τους.

(38)

Ένα μόνιμο και πιο ανεξάρτητο Ευρωπαϊκό Δημοσιονομικό Συμβούλιο θα πρέπει να διαδραματίζει πιο εξέχοντα συμβουλευτικό ρόλο στο πλαίσιο της οικονομικής διακυβέρνησης της Ένωσης. Θα πρέπει να συνεχίσει να αξιολογεί την εφαρμογή του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, να αξιολογεί τον μελλοντικό δημοσιονομικό προσανατολισμό για τη ζώνη του ευρώ στο σύνολό της και να παρέχει συμβουλές στην Επιτροπή και το Συμβούλιο, σεβόμενο παράλληλα τον ρόλο και τα προνόμια της Επιτροπής που ορίζονται στη ΣΕΕ και τη ΣΛΕΕ. Η ανεξαρτησία του και η πρόσβασή του σε πληροφορίες θα πρέπει να βελτιωθούν. Κατά τη διαδικασία διορισμού του προέδρου και των μελών του Ευρωπαϊκού Δημοσιονομικού Συμβουλίου, θα πρέπει να ζητείται η γνώμη του Συμβουλίου και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Οι εν λόγω διορισμοί θα πρέπει, στο μέτρο του δυνατού, να εξασφαλίζουν κατάλληλη γεωγραφική ισορροπία και ισόρροπη εκπροσώπηση των φύλων.

(39)

Όταν εκδίδει γνώμη επί των σχεδίων δημοσιονομικών προγραμμάτων που υποβάλλονται δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 473/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (18), η Επιτροπή θα πρέπει να αξιολογεί αν τα σχέδια δημοσιονομικών προγραμμάτων συνάδουν με τις πορείες των καθαρών δαπανών όπως καθορίζονται από το Συμβούλιο βάσει του παρόντος κανονισμού.

(40)

Σε περίπτωση σημαντικών διαταραχών στη ζώνη του ευρώ ή σε ολόκληρη την Ένωση, είναι αναγκαίο να υπάρχει γενική ρήτρα διαφυγής για την αντιμετώπιση σοβαρής οικονομικής ύφεσης στη ζώνη του ευρώ ή σε ολόκληρη την Ένωση, επιτρέποντας απόκλιση από την πορεία των καθαρών δαπανών όπως καθορίζεται από το Συμβούλιο, υπό τον όρο ότι μια τέτοια απόκλιση δεν θέτει σε κίνδυνο τη μεσοπρόθεσμη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών. Η ενεργοποίηση και η παράταση της γενικής ρήτρας διαφυγής πρέπει να υπόκειται σε σύσταση του Συμβουλίου, την οποία το Συμβούλιο θα πρέπει να επιδιώκει να εκδίδει εντός τεσσάρων εβδομάδων από την έκδοση σύστασης της Επιτροπής. Το Ευρωπαϊκό Δημοσιονομικό Συμβούλιο θα πρέπει να γνωμοδοτεί σχετικά με την παράταση της γενικής ρήτρας διαφυγής.

(41)

Εκτός από τη γενική ρήτρα διαφυγής, θα πρέπει επίσης να υπάρχει ειδική ρήτρα διαφυγής ανά χώρα, ώστε να επιτρέπεται απόκλιση από την πορεία των καθαρών δαπανών όπως καθορίζεται από το Συμβούλιο, όταν εξαιρετικές περιστάσεις, όπως απρόβλεπτα εξωγενή συμβάντα που εκφεύγουν του ελέγχου του κράτους μέλους, έχουν σημαντικό αντίκτυπο στα δημόσια οικονομικά του κράτους μέλους και απαιτούν αντικυκλικά δημοσιονομικά μέτρα, υπό τον όρο ότι μια τέτοια απόκλιση δεν θέτει σε κίνδυνο τη μεσοπρόθεσμη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών. Η ενεργοποίηση και η παράταση της ειδικής ρήτρας διαφυγής ανά χώρα πρέπει να υπόκειται σε σύσταση του Συμβουλίου, την οποία το Συμβούλιο θα πρέπει να επιδιώκει να εκδίδει εντός τεσσάρων εβδομάδων από την έκδοση σύστασης της Επιτροπής, λαμβάνοντας υπόψη το αίτημα του οικείου κράτους μέλους για ενεργοποίηση ή παράταση της ειδικής ρήτρας διαφυγής ανά χώρα.

(42)

Ο παρών κανονισμός αποτελεί μέρος δέσμης μέτρων μαζί με τον κανονισμό (ΕΕ) 2024/1264 του Συμβουλίου (19) και την οδηγία (ΕΕ) 2024/1265 του Συμβουλίου (20). Από κοινού, οι τρεις αυτές νομοθετικές πράξεις (καλούμενες εφεξής από κοινού «μεταρρύθμιση του πλαισίου οικονομικής διακυβέρνησης») μεταρρυθμίζουν το πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης της Ένωσης, ενσωματώνοντας στο δίκαιο της Ένωσης την ουσία του τίτλου III (Δημοσιονομικό Σύμφωνο) της Συνθήκης για τη σταθερότητα, τον συντονισμό και τη διακυβέρνηση στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση (21), της 2ας Μαρτίου 2012 («ΣΣΣΔ»), σύμφωνα με το άρθρο 16 της εν λόγω συνθήκης. Αξιοποιώντας την πείρα από την εφαρμογή της ΣΣΣΔ από τα κράτη μέλη, η μεταρρύθμιση του πλαισίου οικονομικής διακυβέρνησης διατηρεί τον μεσοπρόθεσμο προσανατολισμό του δημοσιονομικού συμφώνου ως μέσο για την επίτευξη δημοσιονομικής πειθαρχίας και την προώθηση της ανάπτυξης. Η μεταρρύθμιση του πλαισίου οικονομικής διακυβέρνησης ενισχύει την ειδική ανά χώρα διάστασή του με στόχο τη βελτίωση της αίσθησης ιδίας ευθύνης σε εθνικό επίπεδο, μεταξύ άλλων μέσω της διατήρησης του συμβουλευτικού ρόλου των ανεξάρτητων δημοσιονομικών οργάνων, που θεμελιώνεται κατ’ ουσίαν στις κοινές αρχές του δημοσιονομικού συμφώνου για τους εθνικούς δημοσιονομικούς διορθωτικούς μηχανισμούς που πρότεινε η Επιτροπή στην ανακοίνωσή της της 20ής Ιουνίου 2012 σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 2 ΣΣΣΔ. Η ανάλυση δαπανών χωρίς να υπολογίζονται τα μέτρα διακριτικής ευχέρειας στο σκέλος των εσόδων για τη συνολική αξιολόγηση της συμμόρφωσης η οποία απαιτείται από το δημοσιονομικό σύμφωνο καθορίζεται στον παρόντα κανονισμό. Όπως και στο δημοσιονομικό σύμφωνο, προσωρινές αποκλίσεις από το μεσοπρόθεσμο σχέδιο επιτρέπονται μόνο σε εξαιρετικές περιστάσεις σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και σε συμμόρφωση με τις διατάξεις για τον λογαριασμό ελέγχου. Στο ίδιο πνεύμα με το δημοσιονομικό σύμφωνο, σε περίπτωση σημαντικών αποκλίσεων από το μεσοπρόθεσμο σχέδιο, θα πρέπει να εφαρμόζονται μέτρα για τη διόρθωση των αποκλίσεων εντός ορισμένου χρονικού διαστήματος. Η μεταρρύθμιση του πλαισίου οικονομικής διακυβέρνησης ενισχύει τις διαδικασίες δημοσιονομικής εποπτείας και επιβολής για την υλοποίηση της δέσμευσης προώθησης υγιών και βιώσιμων δημόσιων οικονομικών και βιώσιμης και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξης. Επομένως, η μεταρρύθμιση του πλαισίου οικονομικής διακυβέρνησης διατηρεί τους θεμελιώδεις στόχους της δημοσιονομικής πειθαρχίας και της βιωσιμότητας του χρέους που καθορίζονται στο δημοσιονομικό σύμφωνο.

(43)

Προκειμένου να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική εφαρμογή και η κατάλληλη παρακολούθηση του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή θα πρέπει να παρέχει εγκαίρως καθοδήγηση, αφού ζητήσει τη γνώμη της Οικονομικής και Δημοσιονομικής Επιτροπής, σχετικά με τις πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνουν τα κράτη μέλη στα εθνικά μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικά-διαρθρωτικά σχέδιά τους και στις ετήσιες εκθέσεις προόδου τους. Η εν λόγω καθοδήγηση θα πρέπει να δημοσιοποιείται.

(44)

Η πολυμερής εποπτεία θα πρέπει να βασίζεται σε υψηλής ποιότητας και ανεξάρτητα στατιστικά στοιχεία τα οποία καταρτίζονται σύμφωνα με τις αρχές που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 223/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (22).

(45)

Δεδομένου ότι οι στόχοι του παρόντος κανονισμού για εξασφάλιση αποτελεσματικού συντονισμού των οικονομικών πολιτικών και πολυμερούς δημοσιονομικής εποπτείας δεν μπορούν να επιτευχθούν ικανοποιητικά από τα κράτη μέλη, μπορούν όμως, εξαιτίας της κλίμακας ή των αποτελεσμάτων του συντονισμού και της εποπτείας, να επιτευχθούν καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση δύναται να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 ΣΕΕ. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας όπως διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων αυτών.

(46)

Ενόψει της υφιστάμενης προθεσμίας που προβλέπεται στο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να αρχίσει να ισχύει επειγόντως την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ

Άρθρο 1

Αντικείμενο

1.   Ο παρών κανονισμός καθορίζει κανόνες που διασφαλίζουν αποτελεσματικό συντονισμό των υγιών οικονομικών πολιτικών των κρατών μελών, στηρίζοντας με τον τρόπο αυτόν την επίτευξη των στόχων της Ένωσης για βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη και απασχόληση.

2.   Ο παρών κανονισμός καθορίζει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με το περιεχόμενο, την υποβολή, την αξιολόγηση και την παρακολούθηση εθνικών μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών-διαρθρωτικών σχεδίων στο πλαίσιο πολυμερούς δημοσιονομικής εποπτείας από το Συμβούλιο και την Επιτροπή, με σκοπό να προωθούνται τα υγιή και βιώσιμα δημόσια οικονομικά, η βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη και η ανθεκτικότητα μέσω μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων, καθώς και να προλαμβάνονται τα υπερβολικά δημοσιονομικά ελλείμματα.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1)

«ειδική ανά χώρα σύσταση»: η καθοδήγηση που ετησίως απευθύνει το Συμβούλιο προς κράτος μέλος σχετικά με την οικονομική, τη δημοσιονομική και τη διαρθρωτική πολιτική και την πολιτική απασχόλησης, σύμφωνα με τα άρθρα 121 και 148 ΣΛΕΕ·

2)

«καθαρές δαπάνες»: οι κρατικές δαπάνες μετά την αφαίρεση των δαπανών για τόκους, των μέτρων διακριτικής ευχέρειας στο σκέλος των εσόδων, των δαπανών για προγράμματα της Ένωσης που καλύπτονται στο σύνολό τους από ενωσιακά κονδύλια, των εθνικών δαπανών για τη συγχρηματοδότηση προγραμμάτων που χρηματοδοτούνται από την Ένωση, των κυκλικών στοιχείων των δαπανών για επιδόματα ανεργίας και των έκτακτων και άλλων προσωρινών μέτρων·

3)

«πορεία αναφοράς»: η πολυετής πορεία των καθαρών δαπανών την οποία διαβιβάζει η Επιτροπή ως πλαίσιο του διαλόγου με τα κράτη μέλη όταν το δημόσιο χρέος υπερβαίνει το 60 % του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ) ή όταν το δημοσιονομικό έλλειμμα υπερβαίνει το 3 % του ΑΕΠ κατά την κατάρτιση των εθνικών μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών-διαρθρωτικών σχεδίων τους·

4)

«τεχνικές πληροφορίες»: η καθοδήγηση που διαβιβάζει η Επιτροπή κατόπιν αιτήματος σε κράτη μέλη των οποίων το δημόσιο χρέος δεν υπερβαίνει το 60 % του ΑΕΠ και το δημοσιονομικό έλλειμμα δεν υπερβαίνει το 3 % του ΑΕΠ πριν τα κράτη μέλη καταρτίσουν τα εθνικά μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικά-διαρθρωτικά σχέδιά τους·

5)

«πορεία των καθαρών δαπανών»: η πολυετής πορεία των καθαρών δαπανών κράτους μέλους·

6)

«εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιο»: το έγγραφο που περιέχει τις δημοσιονομικές, μεταρρυθμιστικές και επενδυτικές δεσμεύσεις ενός κράτους μέλους και καλύπτει χρονικό διάστημα τεσσάρων ή πέντε ετών ανάλογα με την κανονική διάρκεια της κοινοβουλευτικής περιόδου στο εν λόγω κράτος μέλος·

7)

«ετήσια έκθεση προόδου»: έκθεση κράτους μέλους σχετικά με την εφαρμογή του εθνικού μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού-διαρθρωτικού σχεδίου, συμπεριλαμβανομένων της πορείας των καθαρών δαπανών όπως καθορίζεται από το Συμβούλιο και των μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων·

8)

«περίοδος προσαρμογής»: το χρονικό διάστημα κατά το οποίο πραγματοποιείται η δημοσιονομική προσαρμογή κράτους μέλους και το οποίο καλύπτει περίοδο τεσσάρων ετών ή, σε περίπτωση παράτασης, περίοδο τεσσάρων ετών συν επιπρόσθετη περίοδο τριών ετών το πολύ·

9)

«λογαριασμός ελέγχου»: καταγραφή των σωρευτικών ανοδικών και καθοδικών αποκλίσεων των παρατηρούμενων καθαρών δαπανών σε κράτος μέλος, από την πορεία των καθαρών δαπανών όπως έχει καθοριστεί από το Συμβούλιο·

10)

«διαρθρωτικό ισοζύγιο»: το κυκλικά προσαρμοσμένο ισοζύγιο γενικής κυβέρνησης πλην εκτάκτων και άλλων προσωρινών μέτρων·

11)

«διαρθρωτικό πρωτογενές ισοζύγιο»: το διαρθρωτικό ισοζύγιο εξαιρουμένων των δαπανών για τόκους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΕΞΑΜΗΝΟ

Άρθρο 3

Το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο

1.   Προκειμένου να εξασφαλιστούν στενότερος συντονισμός των οικονομικών πολιτικών και συνεχής σύγκλιση των οικονομικών και κοινωνικών επιδόσεων των κρατών μελών, το Συμβούλιο και η Επιτροπή, με τη συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σύμφωνα με το άρθρο 27 του παρόντος κανονισμού, ασκούν πολυμερή εποπτεία στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου, σύμφωνα με τους στόχους και τις απαιτήσεις που ορίζονται στη ΣΛΕΕ.

2.   Η πολυμερής εποπτεία βασίζεται σε υψηλής ποιότητας και ανεξάρτητα στατιστικά στοιχεία τα οποία καταρτίζονται σύμφωνα με τις αρχές που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 223/2009.

3.   Το Ευρωπαϊκό εξάμηνο περιλαμβάνει:

α)

τη διατύπωση και την εποπτεία της εφαρμογής των γενικών προσανατολισμών των οικονομικών πολιτικών των κρατών μελών και της Ένωσης σύμφωνα με το άρθρο 121 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ, των ειδικών ανά χώρα συστάσεων και της σύστασης σχετικά με την οικονομική πολιτική της ζώνης του ευρώ·

β)

τη διατύπωση και την εποπτεία της εφαρμογής των κατευθυντήριων γραμμών για την απασχόληση τις οποίες τα κράτη μέλη πρέπει να λαμβάνουν υπόψη σύμφωνα με το άρθρο 148 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ, περιλαμβανομένων των αρχών του ευρωπαϊκού πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων, και των σχετικών ειδικών ανά χώρα συστάσεων. Η εποπτεία της εφαρμογής από την Επιτροπή περιλαμβάνει την πρόοδο στην εφαρμογή των αρχών του ευρωπαϊκού πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων και τους πρωταρχικούς στόχους του, μέσω του πίνακα κοινωνικών αποτελεσμάτων και ενός πλαισίου για τον εντοπισμό των κινδύνων για την κοινωνική σύγκλιση·

γ)

την υποβολή, την αξιολόγηση και την έγκριση των εθνικών μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών-διαρθρωτικών σχεδίων των κρατών μελών, καθώς και την παρακολούθηση της εφαρμογής τους μέσω των ετήσιων εκθέσεων προόδου·

δ)

εποπτεία για την πρόληψη και τη διόρθωση μακροοικονομικών ανισορροπιών δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1176/2011.

Άρθρο 4

Εφαρμογή του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου

1.   Όπου συντρέχει περίπτωση, σε συνέχεια της αξιολόγησης, δυνάμει του παρόντος κανονισμού, των εθνικών μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών-διαρθρωτικών σχεδίων, των ετήσιων εκθέσεων προόδου και της κοινωνικοοικονομικής κατάστασης των κρατών μελών, το Συμβούλιο, βάσει συστάσεων της Επιτροπής, απευθύνει συστάσεις στα κράτη μέλη κάνοντας πλήρη χρήση των νομικών μέσων που προβλέπονται στα άρθρα 121 και 148 ΣΛΕΕ και στο συναφές παράγωγο δίκαιο.

2.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν δεόντως υπόψη τους γενικούς προσανατολισμούς για τις οικονομικές πολιτικές τους και τις συστάσεις και κατευθυντήριες γραμμές για την απασχόληση όπως αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 3 στοιχεία α) και β), αντίστοιχα, προτού λάβουν κρίσιμες αποφάσεις κατά την κατάρτιση της οικονομικής, κοινωνικής, διαρθρωτικής και δημοσιονομικής πολιτικής τους και της πολιτικής απασχόλησης. Η Επιτροπή παρακολουθεί την πρόοδο.

3.   Η παράλειψη κράτους μέλους να ενεργήσει με βάση τους προσανατολισμούς και τις συστάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2 μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα:

α)

περαιτέρω συστάσεις·

β)

προειδοποίηση από την Επιτροπή ή σύσταση του Συμβουλίου δυνάμει του άρθρου 121 παράγραφος 4 ΣΛΕΕ·

γ)

μέτρα με βάση τον παρόντα κανονισμό, τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1467/97 ή τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1176/2011.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

Η ΠΟΡΕΙΑ ΑΝΑΦΟΡΑΣ

Άρθρο 5

Πορεία αναφοράς

Όταν το δημόσιο χρέος υπερβαίνει το 60 % του ΑΕΠ ή το δημοσιονομικό έλλειμμα υπερβαίνει το 3 % του ΑΕΠ, η Επιτροπή διαβιβάζει στο οικείο κράτος μέλος και στην Οικονομική και Δημοσιονομική Επιτροπή πορεία αναφοράς των καθαρών δαπανών η οποία καλύπτει περίοδο προσαρμογής τεσσάρων ετών και την ενδεχόμενη παράτασή της έως και κατά τρία έτη δυνάμει του άρθρου 14.

Άρθρο 6

Βασιζόμενες σε ανάλυση επικινδυνότητας απαιτήσεις για την πορεία αναφοράς

Η πορεία αναφοράς βασίζεται σε ανάλυση επικινδυνότητας και διαφοροποιείται για κάθε κράτος μέλος, διασφαλίζοντας ότι:

α)

έως το πέρας της περιόδου προσαρμογής, με την υπόθεση ότι δεν υπάρχουν περαιτέρω δημοσιονομικά μέτρα, ο προβλεπόμενος λόγος δημόσιου χρέους τίθεται ή διατηρείται σε αξιόπιστα καθοδική πορεία ή παραμένει μεσοπρόθεσμα σε συνετά επίπεδα κάτω του 60 % του ΑΕΠ·

β)

το προβλεπόμενο δημοσιονομικό έλλειμμα οδηγείται κάτω από το 3 % του ΑΕΠ κατά την περίοδο προσαρμογής και διατηρείται κάτω από την εν λόγω τιμή αναφοράς μεσοπρόθεσμα με την υπόθεση ότι δεν υπάρχουν περαιτέρω δημοσιονομικά μέτρα·

γ)

η προσπάθεια δημοσιονομικής προσαρμογής κατά την περίοδο του εθνικού μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού-διαρθρωτικού σχεδίου είναι κατά κανόνα γραμμική κατά κανόνα και τουλάχιστον αναλογική προς τη συνολική προσπάθεια καθ’ όλη την περίοδο προσαρμογής· και

δ)

υπάρχει συνέπεια με τη διορθωτική πορεία που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1467/97, κατά περίπτωση.

Άρθρο 7

Συνθήκη διασφάλισης της βιωσιμότητας του χρέους

1.   Η πορεία αναφοράς διασφαλίζει ότι ο προβλεπόμενος λόγος του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ μειώνεται κατά ελάχιστο ετήσιο μέσο ποσό:

α)

1 εκατοστιαίας μονάδας του ΑΕΠ, εφόσον ο λόγος του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ υπερβαίνει το 90 %·

β)

0,5 εκατοστιαίας μονάδας του ΑΕΠ, εφόσον ο λόγος του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ παραμένει μεταξύ 60 % και 90 %.

2.   Η μέση μείωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου υπολογίζεται είτε από το έτος που προηγείται της έναρξης της πορείας αναφοράς, είτε από το έτος κατά το οποίο προβλέπεται να καταργηθεί η διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1467/97, όποιο από τα δύο συμβεί αργότερα, έως το πέρας της περιόδου προσαρμογής.

Άρθρο 8

Συνθήκη διασφάλισης της ανθεκτικότητας του ελλείμματος

1.   Η πορεία αναφοράς διασφαλίζει ότι η δημοσιονομική προσαρμογή συνεχίζεται, εφόσον χρειάζεται, έως ότου το οικείο κράτος μέλος φτάσει σε επίπεδο ελλείμματος που παρέχει κοινό περιθώριο ανθεκτικότητας σε διαρθρωτικούς όρους ύψους 1,5 % του ΑΕΠ σε σχέση με την τιμή αναφοράς 3 % του ΑΕΠ για το έλλειμμα.

2.   Η ετήσια βελτίωση του διαρθρωτικού πρωτογενούς ισοζυγίου για την επίτευξη του απαιτούμενου περιθωρίου είναι 0,4 εκατοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ, το οποίο μειώνεται σε 0,25 εκατοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ στην περίπτωση παράτασης της περιόδου προσαρμογής που αναφέρεται στο άρθρο 14.

Άρθρο 9

Προηγούμενη καθοδήγηση από την Επιτροπή

1.   Έως τις 15 Ιανουαρίου του έτους κατά το οποίο τα κράτη μέλη πρέπει να υποβάλουν τα εθνικά μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικά-διαρθρωτικά σχέδιά τους δυνάμει του άρθρου 11 ή εντός τριών εβδομάδων από το αίτημα του κράτους μέλους να υποβάλει αναθεωρημένο σχέδιο δυνάμει του άρθρου 15, η Επιτροπή διαβιβάζει στο οικείο κράτος μέλος και στην Οικονομική και Δημοσιονομική Επιτροπή:

α)

το υποκείμενο πλαίσιο μεσοπρόθεσμης πρόβλεψης του δημόσιου χρέους και τα αποτελέσματα·

β)

τις μακροοικονομικές προβλέψεις και παραδοχές της·

γ)

την πορεία αναφοράς, εάν απαιτείται βάσει του άρθρου 5, ή τις τεχνικές πληροφορίες, εάν ζητούνται από κράτος μέλος βάσει της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου, και το αντίστοιχο διαρθρωτικό πρωτογενές ισοζύγιο, συμπεριλαμβανομένων των υποδειγμάτων λογιστικών φύλλων και άλλων συναφών πληροφοριών που απαιτούνται για τη διασφάλιση της δυνατότητας πλήρους αναπαραγωγής της.

2.   Κατά τη διάρκεια του μήνα πριν από το πέρας της προθεσμίας κατά την οποία η Επιτροπή οφείλει να διαβιβάσει σε κράτος μέλος την προηγούμενη καθοδήγηση όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, το κράτος μέλος μπορεί να ζητήσει ανταλλαγή απόψεων επί τεχνικών θεμάτων με την Επιτροπή. Η εν λόγω ανταλλαγή απόψεων επί τεχνικών θεμάτων παρέχει την ευκαιρία να συζητηθούν οι τελευταίες διαθέσιμες στατιστικές πληροφορίες και οι οικονομικές και δημοσιονομικές προοπτικές του οικείου κράτους μέλους.

3.   Για τα κράτη μέλη με δημοσιονομικό έλλειμμα που δεν υπερβαίνει το 3 % του ΑΕΠ και με δημόσιο χρέος που δεν υπερβαίνει το 60 % του ΑΕΠ, η Επιτροπή παρέχει, κατόπιν αιτήματος του κράτους μέλους, τεχνικές πληροφορίες οι οποίες αφορούν το διαρθρωτικό πρωτογενές ισοζύγιο που είναι αναγκαίο προκειμένου να διασφαλίζεται ότι το ονομαστικό έλλειμμα διατηρείται κάτω από 3 % του ΑΕΠ με την υπόθεση ότι δεν υπάρχουν πρόσθετα μέτρα πολιτικής σε μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο ορίζοντα και οι οποίες αναφέρουν αν υπάρχει για τον λόγο αυτό ανάγκη δημοσιονομικής προσαρμογής. Οι εν λόγω τεχνικές πληροφορίες συνάδουν επίσης με τη συνθήκη διασφάλισης της ανθεκτικότητας του ελλείμματος που αναφέρεται στο άρθρο 8.

Άρθρο 10

Αξιολόγηση αξιοπιστίας

1.   Για την αξιολόγηση της αξιοπιστίας της καθοδικής πορείας ή της διατήρησης σε συνετό επίπεδο του προβλεπόμενου λόγου του δημόσιου χρέους του κράτους μέλους, η Επιτροπή εφαρμόζει προβλέψιμη και διαφανή μεθοδολογία η οποία είναι δυνατό να αναπαραχθεί και βασίζεται στις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

ο λόγος δημόσιου χρέους μειώνεται ή παραμένει σε συνετά επίπεδα, στα αιτιοκρατικά σενάρια του πλαισίου μεσοπρόθεσμης πρόβλεψης του δημόσιου χρέους της Επιτροπής·

β)

ο κίνδυνος να μη μειωθεί ο λόγος δημόσιου χρέους κατά τα πέντε έτη που έπονται της περιόδου προσαρμογής του εθνικού μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού-διαρθρωτικού σχεδίου είναι επαρκώς χαμηλός, η εκτίμηση του οποίου βασίζεται στην ανάλυση της βιωσιμότητας του χρέους της Επιτροπής.

2.   Η αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μπορεί να καλέσει την Επιτροπή να παρουσιάσει τη μεθοδολογία της στο πλαίσιο του οικονομικού διαλόγου που αναφέρεται στο άρθρο 28.

3.   Η Επιτροπή δημοσιοποιεί την αξιολόγηση αξιοπιστίας που έχει εκπονήσει και τα υποδείγματα λογιστικών φύλλων που περιέχουν τα υποκείμενα δεδομένα, καθώς και άλλες συναφείς πληροφορίες, ώστε να διασφαλίζεται η δυνατότητα αναπαραγωγής των αποτελεσμάτων κατά τον χρόνο υποβολής του εθνικού μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού-διαρθρωτικού σχεδίου δυνάμει του άρθρου 11.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΕΘΝΙΚΑ ΜΕΣΟΠΡΟΘΕΣΜΑ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΑ-ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΑ ΣΧΕΔΙΑ

Άρθρο 11

Υποβολή των εθνικών μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών-διαρθρωτικών σχεδίων

1.   Κάθε κράτος μέλος υποβάλλει στο Συμβούλιο και την Επιτροπή εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιο έως τις 30 Απριλίου του τελευταίου έτους του ισχύοντος σχεδίου. Η εν λόγω προθεσμία μπορεί να παραταθεί, εάν χρειάζεται, κατά εύλογο χρονικό διάστημα, κατόπιν συμφωνίας μεταξύ κράτους μέλους και της Επιτροπής.

2.   Ένα κράτος μέλος μπορεί να ζητήσει από το αρμόδιο ανεξάρτητο δημοσιονομικό όργανο να εκδώσει γνώμη σχετικά με τις μακροοικονομικές προβλέψεις και τις μακροοικονομικές παραδοχές στις οποίες στηρίζεται η πορεία των καθαρών δαπανών, παρέχοντας παράλληλα επαρκή χρόνο στο ανεξάρτητο δημοσιονομικό όργανο να συντάξει τη γνώμη του.

Από την 1η Μαΐου 2032, τα αρμόδια ανεξάρτητα δημοσιονομικά όργανα εκδίδουν τις γνώμες αυτές, εφόσον έχουν αναπτύξει επαρκείς ικανότητες. Η μη έκδοση γνώμης από το ανεξάρτητο δημοσιονομικό όργανο εντός εύλογου χρονικού διαστήματος δεν εμποδίζει το κράτος μέλος να υποβάλει το εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιό του. Όταν είναι διαθέσιμη, η γνώμη του ανεξάρτητου δημοσιονομικού οργάνου επισυνάπτεται στο εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιο που υποβάλλεται στην Επιτροπή.

3.   Πριν από την υποβολή του εθνικού μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού-διαρθρωτικού σχεδίου, κάθε κράτος μέλος διεξάγει, σύμφωνα με το εθνικό νομικό πλαίσιο, διαβούλευση με την κοινωνία των πολιτών, τους κοινωνικούς εταίρους, τις περιφερειακές αρχές και άλλους σχετικούς συμφεροντούχους.

4.   Πριν από την υποβολή του εθνικού μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού-διαρθρωτικού σχεδίου του, κάθε κράτος μέλος μπορεί να συζητήσει το προσχέδιο εθνικού μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού-διαρθρωτικού σχεδίου στο εθνικό του κοινοβούλιο, σύμφωνα με το εθνικό νομικό πλαίσιο.

5.   Κάθε κράτος μέλος δημοσιοποιεί το εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιό του κατά την υποβολή του στο Συμβούλιο και την Επιτροπή.

Άρθρο 12

Τεχνικός διάλογος

Πριν από την υποβολή του εθνικού μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού-διαρθρωτικού σχεδίου του, κάθε κράτος μέλος πραγματοποιεί τεχνικό διάλογο με την Επιτροπή, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι το εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιο είναι σύμφωνο με τα άρθρα 13 και 15.

Άρθρο 13

Απαιτήσεις σχετικά με τα εθνικά μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικά-διαρθρωτικά σχέδια

Ένα εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιο:

α)

περιέχει μια πορεία των καθαρών δαπανών, καθώς και τις υποκείμενες μακροοικονομικές παραδοχές και τα σχεδιαζόμενα δημοσιονομικά-διαρθρωτικά μέτρα προκειμένου να αποδεικνύεται η συμμόρφωση με τις δημοσιονομικές απαιτήσεις του άρθρου 16 παράγραφοι 2 και 3·

β)

περιλαμβάνει την πορεία αναφοράς ή τις τεχνικές πληροφορίες που διαβιβάζονται από την Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 5 ή του άρθρου 9 παράγραφος 3, αντίστοιχα· όταν το εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιο περιέχει πορεία των καθαρών δαπανών η οποία υπερβαίνει την πορεία αναφοράς που εξέδωσε η Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 5, το οικείο κράτος μέλος περιλαμβάνει στο σχέδιό του τεκμηριωμένα και βασιζόμενα σε δεδομένα οικονομικά επιχειρήματα που εξηγούν τη διαφορά·

γ)

εξηγεί πώς το οικείο κράτος μέλος θα διασφαλίσει την υλοποίηση μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων που να ανταποκρίνονται στις κύριες προκλήσεις οι οποίες προσδιορίζονται στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου, ιδίως στις ειδικές ανά χώρα συστάσεις, και πώς το εν λόγω κράτος μέλος θα λάβει υπόψη τις ακόλουθες κοινές προτεραιότητες της Ένωσης:

i)

δίκαιη πράσινη και ψηφιακή μετάβαση, συμπεριλαμβανομένων των στόχων για το κλίμα που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2021/1119·

ii)

κοινωνική και οικονομική ανθεκτικότητα, συμπεριλαμβανομένου του ευρωπαϊκού πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων·

iii)

ενεργειακή ασφάλεια· και

iv)

όπου είναι αναγκαίο, ανάπτυξη αμυντικών ικανοτήτων·

δ)

περιγράφει τη δράση του οικείου κράτους μέλους για την υλοποίηση των ειδικών ανά χώρα συστάσεων που απευθύνονται σε αυτό και οι οποίες αφορούν τη διαδικασία μακροοικονομικών ανισορροπιών σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1176/2011 και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, των προειδοποιήσεων της Επιτροπής, ή των συστάσεων του Συμβουλίου δυνάμει του άρθρου 121 παράγραφος 4 ΣΛΕΕ·

ε)

εφόσον συντρέχει περίπτωση, εξηγεί πώς το οικείο κράτος μέλος θα διασφαλίσει την υλοποίηση κατάλληλου συνόλου μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων όπως αναφέρεται στο άρθρο 14 και στο οποίο στηρίζεται παράταση της περιόδου προσαρμογής του κράτους μέλους κατά τρία έτη κατ’ ανώτατο όριο·

στ)

περιλαμβάνει τον αντίκτυπο των μεταρρυθμίσεων και των επενδύσεων που έχουν ήδη υλοποιηθεί από το οικείο κράτος μέλος, δίνοντας ιδιαίτερη προσοχή στον αντίκτυπο στη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών μέσω μελλοντικών δημόσιων εσόδων, δαπανών και δυνητικής μεγέθυνσης, με βάση τεκμηριωμένα και βασιζόμενα σε δεδομένα οικονομικά στοιχεία·

ζ)

περιέχει πληροφορίες σχετικά με:

i)

τις κύριες μακροοικονομικές και δημοσιονομικές παραδοχές,

ii)

τις έμμεσες και ενδεχόμενες υποχρεώσεις,

iii)

τον αναμενόμενο αντίκτυπο των μεταρρυθμίσεων και των επενδύσεων στις οποίες στηρίζεται η παράταση της περιόδου προσαρμογής,

iv)

το προβλεπόμενο επίπεδο των εθνικά χρηματοδοτούμενων δημόσιων επενδύσεων καθ' όλη την περίοδο που καλύπτεται από τον ορίζοντα σχεδιασμού του εθνικού μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού-διαρθρωτικού σχεδίου,

v)

τις ανάγκες για δημόσιες επενδύσεις, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που σχετίζονται με τις κοινές προτεραιότητες της Ένωσης που αναφέρονται στο στοιχείο γ) του παρόντος άρθρου,

vi)

τη διαβούλευση στα εθνικά κοινοβούλια και τη διαβούλευση που αναφέρεται στο άρθρο 11,

vii)

τη συνέπεια και, κατά περίπτωση, τη συμπληρωματικότητα με τα ταμεία της πολιτικής για τη συνοχή, καθώς και με το σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας του οικείου κράτους μέλους κατά την περίοδο λειτουργίας του μηχανισμού ανάκαμψης και ανθεκτικότητας δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) 2021/241.

Άρθρο 14

Κριτήρια για παράταση της περιόδου προσαρμογής

1.   Όταν κράτος μέλος δεσμεύεται να υλοποιήσει ένα κατάλληλο σύνολο μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων σύμφωνα με τα κριτήρια που περιγράφονται στην παράγραφο 2, η περίοδος προσαρμογής μπορεί να παραταθεί κατά έως τρία έτη.

2.   Το σύνολο των μεταρρυθμιστικών και επενδυτικών δεσμεύσεων στις οποίες στηρίζεται τυχόν παράταση της περιόδου προσαρμογής πληροί, κατά γενικό κανόνα και συνολικά, τα ακόλουθα κριτήρια:

α)

επιφέρει, με βάση αξιόπιστες και συνετές παραδοχές, βελτίωση της δυνητικής μεγέθυνσης και ανθεκτικότητας της οικονομίας του οικείου κράτους μέλους με βιώσιμο τρόπο·

β)

στηρίζει τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών, με διαρθρωτική βελτίωση των δημόσιων οικονομικών σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, όπως η μείωση του λόγου των δημόσιων δαπανών προς το ΑΕΠ ή η αύξηση του λόγου των δημόσιων εσόδων προς το ΑΕΠ·

γ)

λαμβάνει υπόψη τις κοινές προτεραιότητες της Ένωσης που αναφέρονται στο άρθρο 13 στοιχείο γ)·

δ)

λαμβάνει υπόψη τις σχετικές ειδικές ανά χώρα συστάσεις που έχουν απευθυνθεί στο οικείο κράτος μέλος, συμπεριλαμβανομένων, εφόσον συντρέχει περίπτωση, συστάσεων που έχουν εκδοθεί στο πλαίσιο της διαδικασίας μακροοικονομικών ανισορροπιών·

ε)

διασφαλίζει ότι το σχεδιαζόμενο συνολικό επίπεδο των εθνικά χρηματοδοτούμενων δημόσιων επενδύσεων κατά την περίοδο που καλύπτει το εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιο δεν είναι χαμηλότερο από το μεσοπρόθεσμο επίπεδο πριν από την εν λόγω περίοδο, λαμβανομένου υπόψη του εύρους και της κλίμακας των ειδικών προκλήσεων της χώρας.

3.   Κάθε μεταρρυθμιστική και επενδυτική δέσμευση στην οποία στηρίζεται παράταση της περιόδου προσαρμογής περιγράφεται με επαρκή βαθμό λεπτομέρειας, είναι εμπροσθοβαρής, χρονικά προσδιορισμένη και επαληθεύσιμη, πληροί δε τα ακόλουθα κριτήρια:

α)

η περιγραφή των μεταρρυθμιστικών και επενδυτικών δεσμεύσεων είναι σαφής και επιτρέπει στην Επιτροπή να τις αξιολογήσει έναντι των κριτηρίων που ορίζονται στην παράγραφο 2·

β)

οι μεταρρυθμίσεις υλοποιούνται εντός της περιόδου που καλύπτεται από τον ορίζοντα σχεδιασμού του εθνικού μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού-διαρθρωτικού σχεδίου·

γ)

επιτυγχάνεται σημαντική πρόοδος στην υλοποίηση των επενδύσεων έως το πέρας της περιόδου προσαρμογής·

δ)

η περιγραφή των μεταρρυθμίσεων και των επενδύσεων περιλαμβάνει δείκτες, κατά περίπτωση, που επιτρέπουν την αξιολόγηση της υλοποίησης και την παρακολούθηση.

4.   Το σύνολο των μεταρρυθμιστικών και επενδυτικών δεσμεύσεων στις οποίες στηρίζεται παράταση της περιόδου προσαρμογής συνάδει με τις δεσμεύσεις που περιλαμβάνονται στο εγκεκριμένο σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας του οικείου κράτους μέλους κατά την περίοδο λειτουργίας του μηχανισμού ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) 2021/241, και με το σύμφωνο εταιρικής σχέσης που έχει συμφωνηθεί στο πλαίσιο του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου με το οικείο κράτος μέλος.

Άρθρο 15

Αναθεωρημένο εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιο

1.   Το αργότερο δώδεκα μήνες πριν από τη λήξη του τρέχοντος εθνικού μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού-διαρθρωτικού σχεδίου, ένα κράτος μέλος μπορεί να ζητήσει να υποβάλει στην Επιτροπή αναθεωρημένο εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιο πριν από το πέρας της περιόδου που καλύπτει το εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιο, εάν συντρέχουν αντικειμενικές περιστάσεις οι οποίες εμποδίζουν την εφαρμογή του εντός της εν λόγω περιόδου. Στην περίπτωση αυτή, το αναθεωρημένο εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιο καλύπτει την περίοδο που εκτείνεται μέχρι το πέρας της αρχικής περιόδου του σχεδίου.

2.   Σε περίπτωση νεοδιορισθείσας κυβέρνησης, ένα κράτος μέλος μπορεί να υποβάλει αναθεωρημένο εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιο που να καλύπτει νέα περίοδο τεσσάρων ή πέντε ετών, ανάλογα με την κανονική διάρκεια της κοινοβουλευτικής περιόδου του.

3.   Ένα κράτος μέλος μπορεί να ζητήσει από το αρμόδιο ανεξάρτητο δημοσιονομικό όργανο να εκδώσει γνώμη σχετικά με τις μακροοικονομικές προβλέψεις και τις μακροοικονομικές παραδοχές στις οποίες στηρίζεται η πορεία των καθαρών δαπανών, παρέχοντας παράλληλα επαρκή χρόνο στο ανεξάρτητο δημοσιονομικό όργανο να συντάξει τη γνώμη του.

Από την 1η Μαΐου 2032, τα αρμόδια ανεξάρτητα δημοσιονομικά όργανα εκδίδουν τις γνώμες αυτές, εφόσον έχουν αναπτύξει επαρκείς ικανότητες. Η μη διατύπωση γνώμης από ανεξάρτητο δημοσιονομικό όργανο εντός εύλογου χρονικού διαστήματος δεν εμποδίζει το κράτος μέλος να υποβάλει το αναθεωρημένο εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιό του. Εφόσον είναι διαθέσιμη, η γνώμη του ανεξάρτητου δημοσιονομικού οργάνου επισυνάπτεται στο αναθεωρημένο εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιο που υποβάλλεται στην Επιτροπή.

4.   Για την εκπόνηση αναθεωρημένου εθνικού μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού-διαρθρωτικού σχεδίου από κράτος μέλος σύμφωνα με την παράγραφο 1 ή 2, η Επιτροπή διαβιβάζει στο εν λόγω κράτος μέλος και την Οικονομική και Δημοσιονομική Επιτροπή νέα πορεία αναφοράς ή, κατόπιν αιτήματος του εν λόγω κράτους μέλους, νέες τεχνικές πληροφορίες.

5.   Λαμβανομένης υπόψη της παλαιότερης προσαρμογής ή της έλλειψης προσαρμογής του οικείου κράτους μέλους, η νέα πορεία αναφοράς δεν συνεπάγεται οπισθοβαρή προσπάθεια δημοσιονομικής προσαρμογής και, κατά κανόνα, δεν συνεπάγεται χαμηλότερη προσπάθεια δημοσιονομικής προσαρμογής.

6.   Εάν υποβληθεί αναθεωρημένο εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιο, εφαρμόζονται τα άρθρα 12, 13 και 14 και τα άρθρα 16 έως 20.

7.   Εφόσον συντρέχει περίπτωση, η Επιτροπή αξιολογεί, ιδίως, αν οποιαδήποτε παράταση της περιόδου προσαρμογής πρέπει να ισχύσει ή να συνεχίσει να ισχύει βάσει του αναθεωρημένου εθνικού μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού-διαρθρωτικού σχεδίου. Η αξιολόγηση της Επιτροπής λαμβάνει υπόψη την υλοποίηση του συνόλου των μεταρρυθμιστικών και επενδυτικών δεσμεύσεων στις οποίες στηρίζεται η παράταση στο πλαίσιο του αρχικού εθνικού μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού-διαρθρωτικού σχεδίου και τις μεταβολές που σχετίζονται με τις προκλήσεις όσον αφορά το δημόσιο χρέος στο πλαίσιο του αναθεωρημένου εθνικού μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού-διαρθρωτικού σχεδίου.

Άρθρο 16

Αξιολόγηση των εθνικών μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών-διαρθρωτικών σχεδίων από την Επιτροπή

1.   Η Επιτροπή αξιολογεί κάθε εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιο εντός έξι εβδομάδων από την υποβολή του. Το οικείο κράτος μέλος και η Επιτροπή μπορούν να συμφωνήσουν να παρατείνουν την περίοδο αυτήν, εφόσον είναι αναγκαίο, κατά κανόνα, για χρονικό διάστημα διάρκειας έως και δύο εβδομάδων.

2.   Κατά την αξιολόγηση εθνικού μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού-διαρθρωτικού σχεδίου, η Επιτροπή εξετάζει για κάθε κράτος μέλος αν η πορεία των καθαρών δαπανών του πληροί τις απαιτήσεις για θέση ή διατήρηση του δημόσιου χρέους σε αξιόπιστα καθοδική πορεία έως το πέρας της περιόδου προσαρμογής ή διατηρείται σε συνετά επίπεδα κάτω του 60 % του ΑΕΠ, καθώς και αν μειώνει και διατηρεί το δημοσιονομικό έλλειμμα κάτω του 3 % του ΑΕΠ σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα.

3.   Κατά την αξιολόγηση του εθνικού μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού-διαρθρωτικού σχεδίου, η Επιτροπή εξετάζει για τα κράτη μέλη που έχουν λάβει πορεία αναφοράς αν οι πορείες των καθαρών δαπανών τους πληρούν τις απαιτήσεις που ορίζονται στα άρθρα 6, 7 και 8.

4.   Η Επιτροπή εξετάζει, για όλα τα κράτη μέλη, αν τα εθνικά μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικά-διαρθρωτικά σχέδιά τους πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 13.

5.   Η Επιτροπή εξετάζει, όσον αφορά το οικείο κράτος μέλος, αν το σύνολο των μεταρρυθμίσεων και των επενδύσεων στις οποίες στηρίζεται παράταση της περιόδου προσαρμογής συμμορφώνεται με το άρθρο 14.

Άρθρο 17

Έγκριση του εθνικού μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού-διαρθρωτικού σχεδίου από το Συμβούλιο

1.   Βάσει σύστασης της Επιτροπής, το Συμβούλιο εκδίδει σύσταση με την οποία καθορίζει την πορεία των καθαρών δαπανών του οικείου κράτους μέλους και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, εγκρίνει το σύνολο των μεταρρυθμιστικών και επενδυτικών δεσμεύσεων στις οποίες στηρίζεται παράταση της περιόδου προσαρμογής, το οποίο περιέχεται στο εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιο. Η εν λόγω σύσταση του Συμβουλίου εκδίδεται, κατά κανόνα, εντός έξι εβδομάδων από την έκδοση της σύστασης της Επιτροπής.

2.   Όταν το εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιο λειτουργεί ως το σχέδιο διορθωτικών ενεργειών που απαιτούνται για τη διόρθωση υπερβολικών μακροοικονομικών ανισορροπιών, όπως προβλέπεται στο άρθρο 31, το Συμβούλιο εγκρίνει επίσης, με τη σύστασή του, τις μεταρρυθμίσεις και τις επενδύσεις που είναι αναγκαίες για τη διόρθωση των εν λόγω ανισορροπιών.

Άρθρο 18

Σύσταση του Συμβουλίου για αναθεωρημένο εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιο

Όταν θεωρεί ότι ένα εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιο δεν πληροί τις απαιτήσεις που καθορίζονται στο άρθρο 16 παράγραφοι 2, 3 και 5, λαμβάνοντας υπόψη την αξιολόγηση της Επιτροπής, το Συμβούλιο, βάσει σύστασης της Επιτροπής, συνιστά στο οικείο κράτος μέλος να υποβάλει αναθεωρημένο εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιο.

Άρθρο 19

Σύσταση του Συμβουλίου σε περίπτωση μη συμμόρφωσης από κράτος μέλος

Βάσει σύστασης της Επιτροπής, το Συμβούλιο συνιστά στο οικείο κράτος μέλος η πορεία αναφοράς που εξέδωσε η Επιτροπή να είναι, κατά κανόνα, η πορεία των καθαρών δαπανών του κράτους μέλους, εάν:

α)

το οικείο κράτος μέλος δεν υποβάλει αναθεωρημένο εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιο εντός ενός μήνα από τη σύσταση του Συμβουλίου που αναφέρεται στο άρθρο 18·

β)

το Συμβούλιο θεωρεί ότι το αναθεωρημένο εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιο δεν πληροί τις απαιτήσεις που καθορίζονται στο άρθρο 16 παράγραφοι 2, 3 και 5, αιτιολογώντας δεόντως τη θέση του·

γ)

το κράτος μέλος δεν υποβάλει το πρώτο του εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιο ή νέο εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιο κατά το τελευταίο έτος που καλύπτει το ισχύον εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιο, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 1.

Στην περίπτωση που αναφέρεται στο στοιχείο α) του πρώτου εδαφίου, το οικείο κράτος μέλος και η Επιτροπή μπορούν να συμφωνήσουν να παρατείνουν την εν λόγω προθεσμία, κατά κανόνα, έως ένα μήνα.

Άρθρο 20

Μη συμμόρφωση κράτους μέλους με τις μεταρρυθμιστικές και επενδυτικές δεσμεύσεις στις οποίες στηρίζεται παράταση της περιόδου προσαρμογής του

Όταν έχει χορηγηθεί παράταση της περιόδου προσαρμογής σε κράτος μέλος, αλλά το κράτος μέλος δεν συμμορφώνεται με ικανοποιητικό τρόπο με το σύνολο των μεταρρυθμιστικών και επενδυτικών δεσμεύσεών του στις οποίες στηρίζεται η παράταση όπως αναφέρεται στο άρθρο 14, το Συμβούλιο δύναται, βάσει σύστασης της Επιτροπής και σύμφωνα με το άρθρο 29, να συστήσει αναθεωρημένη πορεία των καθαρών δαπανών με βραχύτερη περίοδο προσαρμογής, εφόσον δεν συντρέχουν αντικειμενικές περιστάσεις που να εμποδίζουν την υλοποίηση έως την αρχική προθεσμία.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΕΘΝΙΚΩΝ ΜΕΣΟΠΡΟΘΕΣΜΩΝ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΩΝ-ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΩΝ ΣΧΕΔΙΩΝ

Άρθρο 21

Ετήσια έκθεση προόδου

1.   Κάθε κράτος μέλος υποβάλλει στην Επιτροπή ετήσια έκθεση προόδου έως τις 30 Απριλίου κάθε έτους.

2.   Η ετήσια έκθεση προόδου περιέχει, ιδίως, πληροφορίες σχετικά με την πρόοδο της υλοποίησης της πορείας των καθαρών δαπανών όπως καθορίζεται από το Συμβούλιο, της υλοποίησης των ευρύτερων μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, της υλοποίησης του συνόλου των μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων στις οποίες στηρίζεται παράταση της περιόδου προσαρμογής.

3.   Κάθε κράτος μέλος δημοσιοποιεί την ετήσια έκθεση προόδου του.

4.   Η Επιτροπή χρησιμοποιεί τις πληροφορίες που παρέχουν τα κράτη μέλη στις ετήσιες εκθέσεις προόδου τους, μαζί με άλλες συναφείς πληροφορίες, για την εκπόνηση της αξιολόγησης που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1. Η αξιολόγηση της Επιτροπής δημοσιοποιείται.

5.   Τα κράτη μέλη μπορούν, σύμφωνα με τα εθνικά νομικά τους πλαίσια, να συζητούν την έκθεση προόδου στα εθνικά τους κοινοβούλια και με την κοινωνία των πολιτών, τους κοινωνικούς εταίρους και τους σχετικούς συμφεροντούχους.

Άρθρο 22

Παρακολούθηση από την Επιτροπή

1.   Η Επιτροπή παρακολουθεί την υλοποίηση του εθνικού μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού-διαρθρωτικού σχεδίου και, ειδικότερα, της πορείας των καθαρών δαπανών όπως καθορίζεται από το Συμβούλιο και των μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων στις οποίες στηρίζεται η παράταση της περιόδου προσαρμογής.

2.   Η Επιτροπή συστήνει λογαριασμό ελέγχου για την παρακολούθηση των σωρευτικών ανοδικών και καθοδικών αποκλίσεων των παρατηρούμενων καθαρών δαπανών από την πορεία των καθαρών δαπανών όπως καθορίζεται από το Συμβούλιο, o οποίος μηδενίζεται μετά την έγκριση νέου εθνικού μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού-διαρθρωτικού σχεδίου από το Συμβούλιο.

3.   Στον λογαριασμό ελέγχου καταγράφεται χρέωση, όταν οι παρατηρούμενες καθαρές δαπάνες στο οικείο κράτος μέλος εντός ενός δεδομένου έτους είναι υψηλότερες απ' ό,τι στην πορεία των καθαρών δαπανών όπως καθορίζεται από το Συμβούλιο.

4.   Στον λογαριασμό ελέγχου καταγράφεται πίστωση, όταν οι παρατηρούμενες καθαρές δαπάνες στο οικείο κράτος μέλος εντός ενός δεδομένου έτους είναι χαμηλότερες απ' ό,τι στην πορεία των καθαρών δαπανών όπως καθορίζεται από το Συμβούλιο.

5.   Το σωρευτικό υπόλοιπο του λογαριασμού ελέγχου είναι το άθροισμα των ετήσιων χρεώσεων και πιστώσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 3 και 4. Εκφράζεται ως ποσοστό του ΑΕΠ.

6.   Οι χρεώσεις και οι πιστώσεις καταγράφονται ετησίως βάσει απολογιστικών στοιχείων.

7.   Σε περίπτωση που το Συμβούλιο έχει εκδώσει σύσταση δυνάμει του άρθρου 25 ή 26, δεν καταγράφονται αποκλίσεις στον λογαριασμό ελέγχου του οικείου κράτους μέλους.

Άρθρο 23

Ρόλος των ανεξάρτητων δημοσιονομικών οργάνων

1.   Τα κράτη μέλη μπορούν να ζητούν από το αρμόδιο ανεξάρτητο δημοσιονομικό όργανο όπως αναφέρεται στο άρθρο 8α της οδηγίας 2011/85/ΕΕ να παρέχει αξιολόγηση της συμμόρφωσης των δημοσιονομικών απολογιστικών στοιχείων που περιέχονται στην ετήσια έκθεση προόδου με την πορεία των καθαρών δαπανών όπως καθορίζεται από το Συμβούλιο.

2.   Εφόσον συντρέχει περίπτωση, τα κράτη μέλη μπορούν να ζητούν από το αρμόδιο ανεξάρτητο δημοσιονομικό όργανο να αναλύει τους παράγοντες στους οποίους οφείλεται απόκλιση από την πορεία των καθαρών δαπανών όπως καθορίζεται από το Συμβούλιο. Η ανάλυση αυτή δεν έχει δεσμευτικό χαρακτήρα και είναι επιπρόσθετη εκείνης που παρέχει η Επιτροπή.

Άρθρο 24

Το Ευρωπαϊκό Δημοσιονομικό Συμβούλιο

1.   Το Ευρωπαϊκό Δημοσιονομικό Συμβούλιο που συστάθηκε με την απόφαση (ΕΕ) 2015/1937 της Επιτροπής (23) παρέχει συμβουλές για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της Επιτροπής και του Συμβουλίου στο πλαίσιο της πολυμερούς δημοσιονομικής εποπτείας που ορίζονται στα άρθρα 121, 126 και 136 ΣΛΕΕ.

2.   Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, το Ευρωπαϊκό Δημοσιονομικό Συμβούλιο απολαύει πλήρους ανεξαρτησίας κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων του, επιτελώντας το έργο του αμερόληπτα και αποκλειστικά προς το συμφέρον της Ένωσης ως συνόλου. Δεν ζητεί ούτε δέχεται οδηγίες από κυβερνήσεις κρατών μελών, θεσμικά όργανα και οργανισμούς της Ένωσης ή άλλους δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς.

3.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, τα καθήκοντα του Ευρωπαϊκού Δημοσιονομικού Συμβουλίου περιλαμβάνουν:

α)

την παροχή έγκαιρης εκ των υστέρων αξιολόγησης της εφαρμογής του πλαισίου δημοσιονομικής διακυβέρνησης της Ένωσης·

β)

την παροχή συμβουλών σχετικά με τον μελλοντικό δημοσιονομικό προσανατολισμό που ενδείκνυται για τη ζώνη του ευρώ ως σύνολο, καθώς και σχετικά με τους ενδεδειγμένους εθνικούς δημοσιονομικούς προσανατολισμούς που συνάδουν με αυτόν στο πλαίσιο των κανόνων του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης·

γ)

την παροχή, κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής ή του Συμβουλίου, συμβουλών σχετικά με την εφαρμογή του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, συμπεριλαμβανομένης της παράτασης της γενικής ρήτρας διαφυγής σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού·

δ)

τη στενή συνεργασία με τα ανεξάρτητα δημοσιονομικά όργανα όπως αναφέρονται στο άρθρο 8α της οδηγίας 2011/85/ΕΕ, με σκοπό την προώθηση των ανταλλαγών βέλτιστων πρακτικών·

ε)

τη διατύπωση προτάσεων για τη μελλοντική εξέλιξη του δημοσιονομικού πλαισίου.

4.   Το Ευρωπαϊκό Δημοσιονομικό Συμβούλιο απαρτίζεται από πρόεδρο και τέσσερα μέλη.

5.   Ο πρόεδρος και τα μέλη του Ευρωπαϊκού Δημοσιονομικού Συμβουλίου επιλέγονται και διορίζονται από την Επιτροπή, κατόπιν διαβούλευσης με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, με διαφανή διαδικασία και βάσει αποδεδειγμένης αναλυτικής εμπειρίας και ικανοτήτων στην ανάλυση των δημόσιων οικονομικών και τη μακροοικονομική. Ο πρόεδρος και τα μέλη του Ευρωπαϊκού Δημοσιονομικού Συμβουλίου διορίζονται για περίοδο τριών ετών με δυνατότητα μίας ανανέωσης για πρόσθετη περίοδο τριών ετών.

6.   Το Ευρωπαϊκό Δημοσιονομικό Συμβούλιο καταρτίζει τον εσωτερικό του κανονισμό.

7.   Το Ευρωπαϊκό Δημοσιονομικό Συμβούλιο υποβάλλει ετησίως έκθεση σχετικά με τις δραστηριότητές του στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή. Όλες οι εκθέσεις και οι συμβουλές του Ευρωπαϊκού Δημοσιονομικού Συμβουλίου δημοσιοποιούνται.

Άρθρο 25

Γενική ρήτρα διαφυγής

1.   Κατόπιν σύστασης της Επιτροπής που βασίζεται στην ανάλυσή της, το Συμβούλιο δύναται να εκδώσει, κατά κανόνα εντός τεσσάρων εβδομάδων, σύσταση με την οποία επιτρέπει στα κράτη μέλη να αποκλίνουν από την πορεία των καθαρών δαπανών τους όπως καθορίζεται από το Συμβούλιο, σε περίπτωση σοβαρής οικονομικής ύφεσης στη ζώνη του ευρώ ή στην Ένωση ως σύνολο, υπό τον όρο ότι δεν τίθεται σε κίνδυνο η μεσοπρόθεσμη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών. Το Συμβούλιο θέτει χρονικό όριο ενός έτους στην εν λόγω απόκλιση.

2.   Ενόσω συνεχίζεται η σοβαρή οικονομική ύφεση στη ζώνη του ευρώ ή στην Ένωση ως σύνολο, η Επιτροπή εξακολουθεί να παρακολουθεί τη βιωσιμότητα του χρέους και να διασφαλίζει τον συντονισμό της πολιτικής και ένα συνεκτικό μείγμα πολιτικής το οποίο λαμβάνει υπόψη τόσο τη διάσταση της ζώνης του ευρώ όσο και την ενωσιακή διάσταση.

3.   Βάσει σύστασης της Επιτροπής, το Συμβούλιο δύναται να παρατείνει το διάστημα κατά το οποίο τα κράτη μέλη μπορούν να αποκλίνουν από τις πορείες των καθαρών δαπανών τους όπως καθορίζονται από το Συμβούλιο, υπό τον όρο ότι συνεχίζεται η σοβαρή οικονομική ύφεση στη ζώνη του ευρώ ή στην Ένωση ως σύνολο. Το Ευρωπαϊκό Δημοσιονομικό Συμβούλιο γνωμοδοτεί σχετικά με την παράταση της γενικής ρήτρας διαφυγής. Παράταση μπορεί να χορηγηθεί περισσότερες από μία φορές. Ωστόσο, κάθε παράταση είναι για πρόσθετο χρονικό διάστημα έως ενός έτους.

Άρθρο 26

Εθνικές ρήτρες διαφυγής

1.   Κατόπιν αιτήματος κράτους μέλους και σύστασης της Επιτροπής που βασίζεται στην ανάλυσή της, το Συμβούλιο δύναται να εκδώσει, εντός τεσσάρων εβδομάδων από τη σύσταση της Επιτροπής, σύσταση με την οποία επιτρέπει σε κράτος μέλος να αποκλίνει από την πορεία των καθαρών δαπανών όπως καθορίζεται από το Συμβούλιο, όταν εξαιρετικές περιστάσεις οι οποίες εκφεύγουν του ελέγχου του κράτους μέλους έχουν σημαντική επίπτωση στα δημόσια οικονομικά του οικείου κράτους μέλους, υπό τον όρο ότι η εν λόγω απόκλιση δεν θέτει σε κίνδυνο τη μεσοπρόθεσμη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών. Το Συμβούλιο θέτει χρονικό όριο για την εν λόγω απόκλιση.

2.   Κατόπιν αιτήματος του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους και σύστασης της Επιτροπής, το Συμβούλιο δύναται να παρατείνει το διάστημα κατά το οποίο το εν λόγω κράτος μέλος μπορεί να αποκλίνει από την πορεία των καθαρών δαπανών όπως καθορίζεται από το Συμβούλιο, υπό τον όρο ότι οι εξαιρετικές περιστάσεις συνεχίζονται. Παράταση μπορεί να χορηγηθεί περισσότερες από μία φορές. Ωστόσο, κάθε παράταση είναι για πρόσθετο χρονικό διάστημα έως ενός έτους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΛΟΓΟΔΟΣΙΑ

Άρθρο 27

Ρόλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

1.   Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο συμμετέχει, σε τακτική βάση και με διαρθρωμένο τρόπο, στο Ευρωπαϊκό Εξάμηνο, προκειμένου να αυξάνεται η διαφάνεια, η λογοδοσία και η ανάληψη ιδίας ευθύνης για τις αποφάσεις που λαμβάνονται, ιδίως μέσω του οικονομικού διαλόγου που αναφέρεται στο άρθρο 28.

2.   Η Επιτροπή διαβιβάζει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τα εθνικά μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικά-διαρθρωτικά σχέδια που υποβάλλουν τα κράτη μέλη. Η Επιτροπή ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με τη συνολική της αξιολόγηση των εν λόγω εθνικών μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών-διαρθρωτικών σχεδίων. Η αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μπορεί, μέσω του οικονομικού διαλόγου που αναφέρεται στο άρθρο 28, να ζητήσει από την Επιτροπή να προσέλθει ενώπιόν της. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η Επιτροπή μπορεί να κληθεί να παρουσιάσει την αξιολόγηση των εθνικών μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών-διαρθρωτικών σχεδίων που έχει εκπονήσει.

3.   Ο πρόεδρος του Συμβουλίου και η Επιτροπή ενημερώνουν τακτικά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για τα αποτελέσματα της πολυμερούς εποπτείας δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

4.   Ο πρόεδρος του Συμβουλίου και η Επιτροπή περιλαμβάνουν στις εκθέσεις τους προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τα αποτελέσματα της πολυμερούς εποπτείας που ασκείται δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

5.   Ο πρόεδρος της Ευρωομάδας υποβάλλει ετησίως έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με τις εξελίξεις στον τομέα της πολυμερούς εποπτείας όσον αφορά τη ζώνη του ευρώ.

6.   Η Επιτροπή καταρτίζει και διαβιβάζει στο Συμβούλιο τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες και τις θέτει στη διάθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση:

α)

τις αξιολογήσεις βιωσιμότητας του χρέους και το συναφές μεθοδολογικό πλαίσιο, μετά τη δημοσίευσή τους·

β)

τα εθνικά μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικά-διαρθρωτικά σχέδια που υποβάλλουν τα κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένων των πορειών αναφοράς και των πορειών των καθαρών δαπανών, και τυχόν αναθεωρήσεις τους·

γ)

τις ετήσιες εκθέσεις προόδου που υποβάλλουν τα κράτη μέλη·

δ)

τις αξιολογήσεις και τις συστάσεις της Επιτροπής προς το Συμβούλιο δυνάμει των άρθρων 17 έως 20 του παρόντος κανονισμού·

ε)

κατά περίπτωση, την ανάλυση των οικονομικών και κοινωνικών εξελίξεων της Επιτροπής, η οποία δημοσιεύεται στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου·

στ)

τις προειδοποιήσεις της Επιτροπής δυνάμει του άρθρου 121 παράγραφος 4 ΣΛΕΕ·

ζ)

σε περίπτωση ενεργοποίησης των ρητρών διαφυγής δυνάμει του άρθρου 25 ή 26 του παρόντος κανονισμού, την ανάλυση της Επιτροπής που διαπιστώνει ότι δεν θα τεθεί σε κίνδυνο η μεσοπρόθεσμη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών.

7.   Η αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μπορεί να καλεί την Επιτροπή τουλάχιστον δύο φορές ετησίως να παρέχει πληροφορίες σχετικά με τα αποτελέσματα της πολυμερούς εποπτείας στο πλαίσιο του οικονομικού διαλόγου που αναφέρεται στο άρθρο 28 του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 28

Οικονομικός διάλογος

1.   Για την ενίσχυση του διαλόγου μεταξύ των θεσμικών οργάνων της Ένωσης, ιδίως του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μπορεί να καλεί τον πρόεδρο του Συμβουλίου, την Επιτροπή και, όταν είναι σκόπιμο, τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου ή της Ευρωομάδας να προσέλθουν ενώπιον του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για να συζητήσουν την πολιτική καθοδήγηση που έχει εκδώσει η Επιτροπή προς τα κράτη μέλη, τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και τα αποτελέσματα της πολυμερούς εποπτείας δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

2.   Στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού εξαμήνου διεξάγεται, όποτε είναι σκόπιμο, διαβούλευση με την Οικονομική και Δημοσιονομική Επιτροπή, την Επιτροπή Οικονομικής Πολιτικής, την Επιτροπή Απασχόλησης και την Επιτροπή Κοινωνικής Προστασίας.

3.   Στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου, υπάρχει συμμετοχή των συμφεροντούχων, ιδίως των εθνικών κοινοβουλίων και των κοινωνικών εταίρων, για βασικά θέματα πολιτικής, όποτε είναι σκόπιμο, σύμφωνα με τις διατάξεις της ΣΛΕΕ και τις εθνικές νομικές και πολιτικές ρυθμίσεις.

4.   Η αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μπορεί να καλεί τον πρόεδρο του Συμβουλίου, την Επιτροπή και, όταν είναι σκόπιμο, τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου ή τον πρόεδρο της Ευρωομάδας να συζητήσουν τα εθνικά μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικά-διαρθρωτικά σχέδια, καθώς και τις άλλες πληροφορίες που απαριθμούνται στο άρθρο 27 παράγραφος 6.

5.   Ο πρόεδρος του Συμβουλίου και η Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 121 παράγραφος 5 ΣΛΕΕ, και, όταν είναι σκόπιμο, ο πρόεδρος της Ευρωομάδας υποβάλλουν στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ετήσιες εκθέσεις σχετικά με τα αποτελέσματα της πολυμερούς εποπτείας.

Άρθρο 29

Κανόνας «συμμόρφωση ή αιτιολόγηση»

Το Συμβούλιο αναμένεται, κατά κανόνα, να ακολουθεί τις συστάσεις και τις προτάσεις της Επιτροπής ή να αιτιολογεί τη θέση του δημοσίως.

Άρθρο 30

Διάλογος με κράτος μέλος

Η αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μπορεί να δώσει τη δυνατότητα σε κράτος μέλος στο οποίο έχει απευθύνει σύσταση το Συμβούλιο δυνάμει του άρθρου 121 παράγραφος 4 ΣΛΕΕ να συμμετάσχει σε ανταλλαγή απόψεων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ (ΕΕ) ΑΡΙΘ. 1176/2011

Άρθρο 31

Αλληλεπίδραση με τη διαδικασία μακροοικονομικών ανισορροπιών

1.   Η μη ικανοποιητική υλοποίηση, όπως αξιολογείται σύμφωνα με το άρθρο 21 του παρόντος κανονισμού, των μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων που περιλαμβάνονται στο εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιο ενός κράτους μέλους και που αφορούν τις μακροοικονομικές ανισορροπίες λαμβάνεται υπόψη:

α)

από την Επιτροπή κατά τη διενέργεια εμπεριστατωμένων επισκοπήσεων σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1176/2011· και

β)

από το Συμβούλιο, και από την Επιτροπή για τις αντίστοιχες συστάσεις τους, όταν εξετάζουν αν πρέπει να διαπιστώσουν την ύπαρξη υπερβολικής ανισορροπίας και να συστήσουν στο οικείο κράτος μέλος να προβεί σε διορθωτικές ενέργειες σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 του κανονισμού (EE) αριθ. 1176/2011.

Η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη κάθε πληροφορία που το οικείο κράτος μέλος θεωρεί σημαντική.

2.   Κάθε κράτος μέλος σε σχέση με το οποίο κινείται διαδικασία υπερβολικών ανισορροπιών σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1176/2011 υποβάλλει αναθεωρημένο εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιο σύμφωνα με το άρθρο 15 του παρόντος κανονισμού. Το εν λόγω αναθεωρημένο εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιο ακολουθεί τη σύσταση του Συμβουλίου η οποία εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1176/2011. Η υποβολή του αναθεωρημένου εθνικού μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού-διαρθρωτικού σχεδίου υπόκειται στην έγκριση του Συμβουλίου σύμφωνα με τα άρθρα 17 έως 20 του παρόντος κανονισμού. Το αναθεωρημένο εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιο αξιολογείται σύμφωνα με το άρθρο 16 του παρόντος κανονισμού.

3.   Όταν κράτος μέλος υποβάλλει αναθεωρημένο εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιο δυνάμει της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, το αναθεωρημένο αυτό σχέδιο λειτουργεί ως το σχέδιο διορθωτικών ενεργειών που απαιτείται από το άρθρο 8 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1176/2011 και ορίζει συγκεκριμένες ενέργειες πολιτικής τις οποίες το εν λόγω κράτος μέλος έχει εφαρμόσει ή σκοπεύει να εφαρμόσει, περιλαμβάνει δε χρονοδιάγραμμα για τις ενέργειες αυτές.

4.   Το Συμβούλιο, σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1176/2011, αξιολογεί, βάσει έκθεσης της Επιτροπής, το αναθεωρημένο εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιο εντός δύο μηνών από την υποβολή του. Η παρακολούθηση και η αξιολόγηση της εφαρμογής του αναθεωρημένου σχεδίου πραγματοποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 22 του παρόντος κανονισμού και τα άρθρα 9 και 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1176/2011.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VIII

ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ (ΕΕ) ΑΡΙΘ. 472/2013

Άρθρο 32

Αλληλεπίδραση με τη διαδικασία ενισχυμένης εποπτείας

1.   Κατά παρέκκλιση από τα άρθρα 11 και 21 του παρόντος κανονισμού, ένα κράτος μέλος δεν υποχρεούται να υποβάλει εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιο, ούτε ετήσια έκθεση προόδου, όταν υπάγεται σε πρόγραμμα μακροοικονομικής προσαρμογής δυνάμει του άρθρου 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 472/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (24).

2.   Όταν ένα κράτος μέλος διαθέτει ενεργό εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιο και το εν λόγω κράτος μέλος υπάγεται σε πρόγραμμα μακροοικονομικής προσαρμογής δυνάμει του άρθρου 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 472/2013, το εν λόγω εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιο συνεκτιμάται κατά τον σχεδιασμό του προγράμματος μακροοικονομικής προσαρμογής.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IX

ΚΟΙΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 33

Διάλογος με τα κράτη μέλη

Η Επιτροπή διασφαλίζει συνεχή διάλογο με τα κράτη μέλη. Προς τον σκοπό αυτόν, η Επιτροπή πραγματοποιεί, ιδίως, αποστολές για την αξιολόγηση της κοινωνικοοικονομικής κατάστασης στο οικείο κράτος μέλος και τον εντοπισμό τυχόν κινδύνων ή δυσκολιών σε σχέση με τη συμμόρφωση προς τον παρόντα κανονισμό. Για τους σκοπούς του εν λόγω διαλόγου, η Επιτροπή μπορεί να ζητεί τις απόψεις των σχετικών συμφεροντούχων που εδρεύουν στο οικείο κράτος μέλος.

Άρθρο 34

Αποστολές παρακολούθησης

1.   Η Επιτροπή μπορεί να πραγματοποιεί αποστολές παρακολούθησης σε κράτη μέλη στα οποία έχουν απευθυνθεί συστάσεις οι οποίες έχουν εκδοθεί δυνάμει του άρθρου 121 παράγραφος 4 ΣΛΕΕ.

2.   Όταν το οικείο κράτος μέλος είναι κράτος μέλος με νόμισμα το ευρώ ή κράτος μέλος που συμμετέχει στον μηχανισμό συναλλαγματικών ισοτιμιών στο τρίτο στάδιο της οικονομικής και νομισματικής ένωσης (ERM II) όπως θεσπίστηκε με το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 16ης Ιουνίου 1997 (25), η Επιτροπή μπορεί, όταν είναι σκόπιμο, να καλεί εκπροσώπους της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να συμμετάσχουν σε αυτές τις αποστολές παρακολούθησης.

Άρθρο 35

Έκθεση

1.   Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2030 και, στη συνέχεια, ανά πέντε έτη, η Επιτροπή δημοσιεύει έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, συνοδευόμενη, εφόσον είναι σκόπιμο, από πρόταση τροποποίησης του παρόντος κανονισμού.

2.   Στην έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 εξετάζονται:

α)

η αποτελεσματικότητα του παρόντος κανονισμού για την επίτευξη των στόχων του όπως ορίζονται στο άρθρο 1·

β)

η πρόοδος όσον αφορά τον στενότερο συντονισμό των οικονομικών πολιτικών και τη συνεχή σύγκλιση των οικονομικών επιδόσεων των κρατών μελών.

3.   Η έκθεση διαβιβάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

Άρθρο 36

Μεταβατικές διατάξεις

1.   Για τα πρώτα εθνικά μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικά-διαρθρωτικά σχέδια, εφαρμόζονται οι ακόλουθες διατάξεις:

α)

κατά παρέκκλιση από το άρθρο 9 παράγραφος 1, η Επιτροπή διαβιβάζει εκ των προτέρων καθοδήγηση στα οικεία κράτη μέλη έως τις 21 Ιουνίου 2024 με βάση τις τελευταίες προβλέψεις της Επιτροπής και τα κράτη μέλη υποβάλλουν τα εθνικά μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικά-διαρθρωτικά σχέδιά τους έως τις 20 Σεπτεμβρίου 2024, σύμφωνα με το άρθρο 11, εκτός εάν το κράτος μέλος και η Επιτροπή συμφωνήσουν να παρατείνουν την προθεσμία αυτή κατά εύλογο χρονικό διάστημα·

β)

κατά παρέκκλιση από το άρθρο 9 παράγραφος 2, τα κράτη μέλη μπορούν να ζητήσουν ανταλλαγή απόψεων επί τεχνικών θεμάτων με την Επιτροπή κατά τη διάρκεια του μήνα πριν από τις 21 Ιουνίου 2024·

γ)

κατά παρέκκλιση από το άρθρο 11 παράγραφος 3, τα κράτη μέλη μπορούν να διεξάγουν δημόσια διαβούλευση με κοινωνικούς εταίρους, περιφερειακές αρχές, οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών και άλλους σχετικούς συμφεροντούχους σε εθνικό επίπεδο σύμφωνα με τις αρχές που καθορίζονται στο άρθρο 11, ορίζοντας κατάλληλες προθεσμίες·

δ)

κατά την περίοδο λειτουργίας του μηχανισμού ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, οι δεσμεύσεις που περιέχονται στο εγκεκριμένο σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας του οικείου κράτους μέλους λαμβάνονται υπόψη για την παράταση της περιόδου προσαρμογής σύμφωνα με το άρθρο 14, υπό την προϋπόθεση ότι το σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας περιλαμβάνει σημαντικές μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις που αποσκοπούν στη βελτίωση της βιωσιμότητας των δημόσιων οικονομικών και την ενίσχυση του αναπτυξιακού δυναμικού της οικονομίας και ότι το οικείο κράτος μέλος δεσμεύεται να συνεχίσει τις μεταρρυθμιστικές προσπάθειες για το υπόλοιπο της περιόδου που καλύπτει το εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιο, καθώς και να διατηρήσει τα επίπεδα των εθνικά χρηματοδοτούμενων επενδύσεων που επιτεύχθηκαν κατά μέσο όρο κατά την περίοδο που καλύπτεται από το σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας·

ε)

όταν ένα κράτος μέλος ζητεί εξαίρεση από τη συνθήκη διασφάλισης μη οπισθοβαρούς προσπάθειας που αναφέρεται στο άρθρο 6 στοιχείο γ), λαμβάνονται υπόψη τα έργα που υποστηρίζονται με δάνεια από τον μηχανισμό ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, καθώς και η εθνική συγχρηματοδότηση προγραμμάτων που χρηματοδοτούνται από την Ένωση το 2025 και το 2026, υπό την προϋπόθεση ότι η εξαίρεση αυτή δεν θέτει σε κίνδυνο τη μεσοπρόθεσμη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών·

στ)

αναγνωρίζοντας τον εξαιρετικό αντίκτυπο των πρόσφατων οικονομικών διαταραχών και της τρέχουσας αβεβαιότητας στις εκτιμήσεις της δυνητικής μεγέθυνσης, τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιούν πιο σταθερές χρονολογικές σειρές από εκείνες που προκύπτουν από την από κοινού συμφωνηθείσα μεθοδολογία, υπό την προϋπόθεση ότι η χρήση αυτή δικαιολογείται δεόντως βάσει οικονομικών επιχειρημάτων και ότι η σωρευτική μεγέθυνση κατά τη διάρκεια της περιόδου που καλύπτεται από την πρόβλεψη παραμένει σε γενικές γραμμές σύμφωνη με τα αποτελέσματα της εν λόγω μεθοδολογίας.

2.   Μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2028, η Επιτροπή διαβιβάζει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο τα προκαταρκτικά της πορίσματα σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 37

Κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1466/97

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1466/97 καταργείται.

Άρθρο 38

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 29 Απριλίου 2024.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Η Πρόεδρος

R. METSOLA

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. MICHEL


(1)   ΕΕ C 290 της 18.8.2023, σ. 17.

(2)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Απριλίου 2024 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 2024.

(3)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1466/97 του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 1997, για την ενίσχυση της εποπτείας της δημοσιονομικής κατάστασης και την εποπτεία και τον συντονισμό των οικονομικών πολιτικών (ΕΕ L 209 της 2.8.1997, σ. 1).

(4)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1467/97 του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 1997, για την επιτάχυνση και τη διασαφήνιση της εφαρμογής της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος (ΕΕ L 209 της 2.8.1997, σ. 6).

(5)  Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για το σύμφωνο σταθερότητας και ανάπτυξης, Άμστερνταμ, 17 Ιουνίου 1997 (ΕΕ C 236 της 2.8.1997, σ. 1).

(6)  Κανονισμός (ΕΕ) 2021/1119 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Ιουνίου 2021, για τη θέσπιση πλαισίου με στόχο την επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας και για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 401/2009 και (ΕΕ) 2018/1999 («ευρωπαϊκό νομοθέτημα για το κλίμα») (ΕΕ L 243 της 9.7.2021, σ. 1).

(7)  Κανονισμός (ΕΕ) 2021/1058 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Ιουνίου 2021, για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης και το Ταμείο Συνοχής (ΕΕ L 231 της 30.6.2021, σ. 60).

(8)  Κανονισμός (ΕΕ) 2021/1057 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Ιουνίου 2021, περί ιδρύσεως του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου+ (ΕΚΤ+) και καταργήσεως του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1296/2013 (ΕΕ L 231 της 30.6.2021, σ. 21).

(9)  Κανονισμός (ΕΕ) 2021/1056 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Ιουνίου 2021, για τη θέσπιση του Ταμείου Δίκαιης Μετάβασης (ΕΕ L 231 της 30.6.2021, σ. 1).

(10)  Κανονισμός (ΕΕ) 2020/2094 του Συμβουλίου, της 14ης Δεκεμβρίου 2020, σχετικά με τη θέσπιση Μέσου Ανάκαμψης της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη στήριξη της ανάκαμψης μετά την κρίση της νόσου COVID-19 (ΕΕ L 433 Ι της 22.12.2020, σ. 23).

(11)  Κανονισμός (ΕΕ) 2020/672 του Συμβουλίου, της 19ης Μαΐου 2020, σχετικά με τη θέσπιση ευρωπαϊκού μέσου προσωρινής στήριξης για τον μετριασμό των κινδύνων ανεργίας σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης (SURE) λόγω της επιδημικής έκρηξης της COVID-19 (ΕΕ L 159 της 20.5.2020, σ. 1).

(12)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1174/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Νοεμβρίου 2011, σχετικά με κατασταλτικά μέτρα για τη διόρθωση των υπερβολικών μακροοικονομικών ανισορροπιών στην ευρωζώνη (ΕΕ L 306 της 23.11.2011, σ. 8).

(13)  Κανονισμός (EE) αριθ. 1176/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Νοεμβρίου 2011, σχετικά με την πρόληψη και τη διόρθωση των υπερβολικών μακροοικονομικών ανισορροπιών (ΕΕ L 306 της 23.11.2011, σ. 25).

(14)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2018, για τη διακυβέρνηση της Ενεργειακής Ένωσης και της Δράσης για το Κλίμα, για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 663/2009 και (ΕΚ) αριθ. 715/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, των οδηγιών 94/22/ΕΚ, 98/70/ΕΚ, 2009/31/ΕΚ, 2009/73/ΕΚ, 2010/31/ΕΕ, 2012/27/ΕΕ και 2013/30/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, των οδηγιών 2009/119/ΕΚ και (ΕΕ) 2015/652 του Συμβουλίου και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 328 της 21.12.2018, σ. 1).

(15)  Απόφαση (ΕΕ) 2022/2481 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Δεκεμβρίου 2022, για τη θέσπιση του προγράμματος πολιτικής 2030 «Ψηφιακή Δεκαετία» (ΕΕ L 323 της 19.12.2022, σ. 4).

(16)  Κανονισμός (ΕΕ) 2021/241 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Φεβρουαρίου 2021, για τη θέσπιση του μηχανισμού ανάκαμψης και ανθεκτικότητας (ΕΕ L 57 της 18.2.2021, σ. 17).

(17)  Οδηγία 2011/85/ΕΕ του Συμβουλίου, της 8ης Νοεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις για τα δημοσιονομικά πλαίσια των κρατών μελών (ΕΕ L 306 της 23.11.2011, σ. 41).

(18)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 473/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 2013, σχετικά με κοινές διατάξεις για την παρακολούθηση και την εκτίμηση των σχεδίων δημοσιονομικών προγραμμάτων και τη διασφάλιση της διόρθωσης του υπερβολικού ελλείμματος των κρατών μελών στη ζώνη του ευρώ (ΕΕ L 140 της 27.5.2013, σ. 11).

(19)  Κανονισμός (ΕΕ) 2024/1264 του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2024, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1467/97 για την επιτάχυνση και τη διασαφήνιση της εφαρμογής της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος (ΕΕ L, 2024/1264, 30.4.2024, ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2024/1264/oj).

(20)  Οδηγία (ΕΕ) 2024/1265 του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2024, για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/85/ΕΕ σχετικά με τις απαιτήσεις για τα δημοσιονομικά πλαίσια των κρατών μελών (ΕΕ L, 2024/1265, 30.4.2024, ELI: http://data.europa.eu/eli/dir/2024/1265/oj).

(21)   https://www.consilium.europa.eu/media/20399/st00tscg26_en12.pdf.

(22)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 223/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2009, σχετικά με τις ευρωπαϊκές στατιστικές και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1101/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη διαβίβαση στη Στατιστική Υπηρεσία των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων πληροφοριών που καλύπτονται από το στατιστικό απόρρητο, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 322/97 του Συμβουλίου σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές και της απόφασης 89/382/ΕΟΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου για τη σύσταση επιτροπής του στατιστικού προγράμματος των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΕΕ L 87 της 31.3.2009, σ. 164).

(23)  Απόφαση (ΕΕ) 2015/1937 της Επιτροπής, της 21ης Οκτωβρίου 2015, για τη σύσταση ανεξάρτητου συμβουλευτικού Ευρωπαϊκού Δημοσιονομικού Συμβουλίου (ΕΕ L 282 της 28.10.2015, σ. 37).

(24)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 472/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 2013, για την ενίσχυση της οικονομικής και δημοσιονομικής εποπτείας των κρατών μελών στη ζώνη του ευρώ τα οποία αντιμετωπίζουν ή απειλούνται με σοβαρές δυσκολίες αναφορικά με τη χρηματοοικονομική τους σταθερότητα (ΕΕ L 140 της 27.5.2013, σ. 1).

(25)   ΕΕ C 236 της 2.8.1997, σ. 5.


ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2024/1263/oj

ISSN 1977-0669 (electronic edition)


Top