Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32006R0367

    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 367/2006 του Συμβουλίου, της 27ης Φεβρουαρίου 2006 , για την επιβολή οριστικού αντισταθμιστικού δασμού στις εισαγωγές ταινιών τερεφθαλικού πολυαιθυλενίου (ΡΕΤ), καταγωγής Ινδίας, ύστερα από επανεξέταση ενόψει της λήξεως ισχύος δυνάμει του άρθρου 18 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2026/97

    ΕΕ L 68 της 08/03/2006, p. 15–36 (ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV)

    Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (BG, RO, HR)

    Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 08/03/2011: This act has been changed. Current consolidated version: 03/07/2010

    ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2006/367/oj

    8.3.2006   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    L 68/15


    ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 367/2006 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

    της 27ης Φεβρουαρίου 2006

    για την επιβολή οριστικού αντισταθμιστικού δασμού στις εισαγωγές ταινιών τερεφθαλικού πολυαιθυλενίου (ΡΕΤ), καταγωγής Ινδίας, ύστερα από επανεξέταση ενόψει της λήξεως ισχύος δυνάμει του άρθρου 18 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2026/97

    ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

    τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2026/97 του Συμβουλίου, της 6ης Οκτωβρίου 1997, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο επιδοτήσεων εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (1) (εφεξής «βασικός κανονισμός»), και ιδίως το άρθρο 18,

    την πρόταση που υπέβαλε η Επιτροπή κατόπιν διαβουλεύσεων με τη συμβουλευτική επιτροπή,

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    Α.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

    1.   ΙΣΧΥΟΝΤΑ ΜΕΤΡΑ ΚΑΙ ΕΡΕΥΝΕΣ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΠΕΡΑΤΩΘΕΙ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΟ ΙΔΙΟ ΠΡΟΪΟΝ

    (1)

    Το Συμβούλιο, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2597/1999 (2), επέβαλε οριστικό αντισταθμιστικό δασμό στις εισαγωγές ταινιών τερεφθαλικού πολυαιθυλενίου (ΡΕΤ) που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ ex 3920 62 19 και ex 3920 62 90, καταγωγής Ινδίας (εφεξής «οριστικά αντισταθμιστικά μέτρα»). Τα μέτρα είχαν τη μορφή δασμού κατ’ αξίαν που κυμαινόταν μεταξύ 3,8 και 19,1 %, ο οποίος επιβλήθηκε στις εισαγωγές από εξαγωγείς που κατονομάζονται ατομικά, με υπόλοιπο δασμού 19,1 % που επιβλήθηκε στις εισαγωγές από όλες τις άλλες εταιρείες.

    (2)

    Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1676/2001 (3), το Συμβούλιο επέβαλε οριστικούς δασμούς αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ταινιών PET, καταγωγής Ινδίας και Δημοκρατίας της Κορέας. Τα μέτρα έλαβαν τη μορφή δασμού κατ’αξίαν που κυμαινόταν μεταξύ 0 και 62,6 % στις εισαγωγές ταινιών PET, καταγωγής Ινδίας (εφεξής «οριστικά μέτρα αντιντάμπινγκ»), με εξαίρεση τις εισαγωγές από πέντε ινδικές εταιρείες [Ester Industries Limited (εφεξής «Ester»), Flex Industries Limited (εφεξής «Flex»), Garware Polyester Limited (εφεξής «Garware»), MTZ Polyesters Limited (εφεξής «MTZ»), και Polyplex Corporation Limited (εφεξής «Polyplex»)] από τις οποίες έγιναν δεκτές αναλήψεις υποχρεώσεων με την απόφαση 2001/645/ΕΚ της Επιτροπής (4).

    (3)

    Σημειώνεται ότι η εταιρεία που ήταν προηγουμένως γνωστή ως MTZ Polyesters Limited άλλαξε την επωνυμία της. Η νέα επωνυμία της είναι MTZ Polyfilms Limited. Αυτή η αλλαγή επωνυμίας δεν επηρεάζει με κανέναν τρόπο τις διαπιστώσεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2597/1999 και το δικαίωμα της εταιρείας να επωφελείται από ατομικό συντελεστή δασμού που εφαρμοζόταν σε αυτήν υπό την προηγούμενη επωνυμία της. Η Επιτροπή ανήγγειλε, στις 17 Φεβρουαρίου 2005, την αλλαγή της επωνυμίας της MTZ με ανακοίνωση που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (5). Σημειώνεται επίσης ότι η MTZ άλλαξε διεύθυνση από τον Ιούλιο του 2005, χωρίς όμως να γίνουν άλλες αλλαγές στην ιδιοκτησία, τη διάρθρωση ή τις λειτουργίες της εταιρείας. Η διεύθυνση της εταιρείας θα πρέπει, επομένως, να τροποποιηθεί.

    (4)

    Το Συμβούλιο, με τους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 1975/2004 (6) και (ΕΚ) αριθ. 1976/2004 (7), επέκτεινε τα οριστικά αντισταθμιστικά μέτρα και τα μέτρα αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ταινιών ΡΕΤ, καταγωγής Ινδίας, στις εισαγωγές του ιδίου προϊόντος που αποστέλλεται από την Βραζιλία και το Ισραήλ, είτε δηλώνονται ως καταγωγής Βραζιλίας ή Ισραήλ είτε όχι.

    (5)

    Στις 28 Ιουνίου 2002 (8), η Επιτροπή κίνησε μερική ενδιάμεση επανεξέταση που περιορίσθηκε στη μορφή των οριστικών αντισταθμιστικών μέτρων, και ιδίως στην εξέταση της δυνατότητας αποδοχής ανάληψης υποχρέωσης που πρότεινε ένας ινδός παραγωγός-εξαγωγέας, δυνάμει του άρθρου 19 του βασικού κανονισμού. Αυτή η έρευνα περατώθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 365/2006 του Συμβουλίου (9).

    (6)

    Στις 22 Νοεμβρίου 2003 (10), η Επιτροπή κίνησε μερική ενδιάμεση επανεξέταση που περιορίσθηκε στη μορφή των οριστικών μέτρων αντιντάμπινγκ. Αυτή η έρευνα περατώθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 365/2006 του Συμβουλίου.

    (7)

    Στις 4 Ιανουαρίου 2005 (11), η Επιτροπή κίνησε μερική ενδιάμεση επανεξέταση που περιορίσθηκε στο επίπεδο των οριστικών μέτρων αντιντάμπινγκ. Αυτή η έρευνα περατώθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 365/2006 του Συμβουλίου, ο οποίος τροποποίησε το επίπεδο των οριστικών μέτρων αντιντάμπινγκ.

    (8)

    Στις 23 Αυγούστου 2005 (12), η Επιτροπή άρχισε επανεξέταση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1975/2004 και (ΕΚ) αριθ. 1976/2004 όσον αφορά την αίτηση που υπέβαλε ένας παραγωγός του Ισραήλ για απαλλαγή από τα επεκταθέντα μέτρα. Αυτή η έρευνα περατώθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 101/2006 του Συμβουλίου.

    2.   ΑΙΤΗΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ ΕΝΟΨΕΙ ΤΗΣ ΛΗΞΕΩΣ ΙΣΧΥΟΣ

    (9)

    Μετά τη δημοσίευση ανακοίνωσης για την επικείμενη λήξη της ισχύος (13) των οριστικών αντισταθμιστικών μέτρων, η Επιτροπή έλαβε αίτηση για την έναρξη επανεξέτασης ενόψει της λήξεως ισχύος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2597/1999 του Συμβουλίου δυνάμει του άρθρου 18 του βασικού κανονισμού, από κοινοτικούς παραγωγούς του ομοειδούς προϊόντος, δηλ. τις εταιρείες DuPont Teijin Films, Mitsubishi Polyester Film GmbH, Nuroll SpA και Toray Plastics Europe (εφεξής «αιτούντες»). Οι αιτούντες αντιπροσωπεύουν ένα σημαντικό τμήμα, στην παρούσα περίπτωση και συγκεκριμένα πάνω από το 50 %, της συνολικής κοινοτικής παραγωγής ταινιών ΡΕΤ.

    (10)

    Η αίτηση βασίζεται στο επιχείρημα ότι η λήξη της ισχύος των μέτρων είναι πιθανόν να οδηγήσει στη συνέχιση ή στην επανάληψη της πρακτικής επιδοτήσεων και της ζημίας που προκλήθηκε στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής.

    (11)

    Πριν από την έναρξη της επανεξέτασης ενόψει της λήξεως ισχύος, και σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 9 και το άρθρο 22 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή κοινοποίησε στην κυβέρνηση της Ινδίας (εφεξής «ΔΑΙ») ότι είχε λάβει δεόντως τεκμηριωμένη αίτηση επανεξέτασης και κάλεσε τις ΔΑΙ σε διαβουλεύσεις με στόχο να διευκρινισθεί η κατάσταση όσον αφορά το περιεχόμενο της καταγγελίας και να εξευρεθεί αμοιβαίως αποδεκτή λύση. Εντούτοις, η Επιτροπή δεν έλαβε απάντηση από τις ΔΑΙ όσον αφορά την πρότασή της για διαβουλεύσεις.

    3.   ΈΝΑΡΞΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ ΕΝΟΨΕΙ ΤΗΣ ΛΗΞΕΩΣ ΙΣΧΥΟΣ

    (12)

    Η Επιτροπή εξέτασε τα αποδεικτικά στοιχεία που υπέβαλαν οι αιτούντες και έκρινε ότι ήταν επαρκή για να δικαιολογήσουν την έναρξη διαδικασίας επανεξέτασης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 18 του βασικού κανονισμού. Κατόπιν διαβουλεύσεων με τη συμβουλευτική επιτροπή, η Επιτροπή άρχισε επανεξέταση, ενόψει της λήξεως ισχύος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2597/1999 του Συμβουλίου, με ανακοίνωση που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (14).

    4.   ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

    (13)

    Η έρευνα κάλυψε την περίοδο από την 1η Οκτωβρίου 2003 έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2004 (εφεξής «περίοδος έρευνας επανεξέτασης» ή «ΠΕ»). Η ανάλυση των τάσεων που είχαν σχέση με τη ζημία κάλυψε την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου 2001 έως το τέλος της περιόδου έρευνας επανεξέτασης (εφεξής «εξεταζόμενη περίοδος»).

    5.   ΜΕΡΗ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΑΦΟΡΑ Η ΕΡΕΥΝΑ

    (14)

    Η Επιτροπή ενημέρωσε επίσημα τους αιτούντες, άλλους γνωστούς κοινοτικούς παραγωγούς, τους παραγωγούς-εξαγωγείς, τους εισαγωγείς, τους ανάντη προμηθευτές, τους χρήστες και τις ΔΑΙ σχετικά με την έναρξη της έρευνας. Τα ενδιαφερόμενα μέρη είχαν την ευκαιρία να γνωστοποιήσουν γραπτώς τις απόψεις τους. Όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη που υπέβαλαν σχετική αίτηση έγιναν δεκτά σε ακρόαση και απέδειξαν ότι είχαν ειδικούς λόγους προς τούτο. Οι προφορικές και γραπτές παρατηρήσεις που υπέβαλαν τα μέρη εξετάσθηκαν και, κατά περίπτωση, ελήφθησαν υπόψη.

    (15)

    Λόγω του φαινομενικά μεγάλου αριθμού παραγωγών-εξαγωγέων ταινιών ΡΕΤ στην Ινδία, οι οποίοι κατονομάζονται στην αίτηση, στην ανακοίνωση για την έναρξη προβλέφθηκε η χρήση τεχνικών δειγματοληψίας για την έρευνα όσον αφορά τις επιδοτήσεις, σύμφωνα με το άρθρο 27 του βασικού κανονισμού. Για να αποφασισθεί εάν η δειγματοληψία ήταν αναγκαία, και εάν ναι, για να επιλεγεί ένα δείγμα, κλήθηκαν όλοι οι παραγωγοί-εξαγωγείς να αναγγελθούν και να παράσχουν βασικές πληροφορίες για τις δραστηριότητές τους σε σχέση με το υπό εξέταση προϊόν κατά την ΠΕ, όπως προβλέπεται στην ανακοίνωση για την έναρξη. Μετά την εξέταση των πληροφοριών που υποβλήθηκαν, και δεδομένου του μεγάλου αριθμού παραγωγών-εξαγωγέων που εξέφρασαν την επιθυμία τους να συνεργασθούν, αποφασίσθηκε ότι ήταν αναγκαία η δειγματοληψία.

    (16)

    Η Επιτροπή έστειλε ερωτηματολόγιο σε όλα τα μέρη που είναι γνωστό ότι ενδιαφέρονται ή που αναγγέλθηκαν εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στην ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας. Λήφθηκαν απαντήσεις από τέσσερις κοινοτικούς παραγωγούς, οκτώ παραγωγούς-εξαγωγείς, έναν εισαγωγέα/χρήστη, έναν ανάντη προμηθευτή και από τις ΔΑΙ.

    (17)

    Από τους οκτώ ινδούς παραγωγούς-εξαγωγείς, τέσσερις εταιρείες [Ester, Flex, Garware και Jindal Poly Films Limited (εφεξής «Jindal»)] επελέγησαν στο δείγμα. Αυτές οι εταιρείες αντιπροσώπευαν, όπως διαπιστώθηκε, το μεγαλύτερο αντιπροσωπευτικό όγκο παραγωγής, πωλήσεων και εξαγωγών στην Κοινότητα ταινιών ΡΕΤ, που μπορούσαν ευλόγως να εξετασθούν εντός της διαθέσιμης προθεσμίας, δυνάμει του άρθρου 27 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού.

    (18)

    Με ανακοίνωση που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (15), η Επιτροπή ανήγγειλε ότι η εταιρεία που ήταν προηγουμένως γνωστή ως Jindal Polyester Limited είχε αλλάξει διεύθυνση. Η διεύθυνση της εταιρείας θα πρέπει, επομένως, να τροποποιηθεί.

    (19)

    Με ανακοίνωση που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (16), η Επιτροπή ανήγγειλε ότι η εταιρεία που ήταν προηγουμένως γνωστή ως Jindal Polyester Limited άλλαξε την επωνυμία της σε Jindal Poly Films Limited. Η επωνυμία της εταιρείας θα πρέπει, επομένως, να τροποποιηθεί.

    (20)

    Η Επιτροπή αναζήτησε και επαλήθευσε όλες τις πληροφορίες που έκρινε αναγκαίες για τον καθορισμό των επιδοτήσεων και της ζημίας καθώς και για να καθορίσει εάν υπάρχει ενδεχόμενο να συνεχισθούν ή να επαναληφθούν η πρακτική επιδοτήσεων και η ζημία και εάν η διατήρηση των μέτρων θα ήταν προς το συμφέρον της Κοινότητας. Πραγματοποιήθηκαν, επίσης, επιτόπιοι έλεγχοι στις εγκαταστάσεις των ακόλουθων ενδιαφερομένων μερών:

    α)

    Κοινοτικοί παραγωγοί

    DuPont Teijin Films, Λουξεμβούργο και Middlesbrough, Ηνωμένο Βασίλειο,

    Mitsubishi Polyester Film GmbH, Wiesbaden, Γερμανία,

    Nuroll SpA, Pignataro Maggiore, Ιταλία,

    Toray Plastics Europe, Miribel, Γαλλία·

    β)

    Δημόσιες αρχές της Ινδίας

    Υπουργείο Εμπορίου, Νέο Δελχί·

    γ)

    Παραγωγοί-εξαγωγείς στην Ινδία

    Ester Industries Limited, Νέο Δελχί,

    Flex Industries Limited, Νέο Δελχί,

    Garware Polyester Limited, Aurangabad,

    Jindal Poly Films Limited, Νέο Δελχί·

    δ)

    Εισαγωγέας/χρήστης

    Coveme SpA, San Lazzaro di Savena, Iταλία·

    ε)

    Ανάντη προμηθευτής

    Oxxynova GmbH, Marl, Γερμανία.

    6.   ΚΟΙΝΟΛΟΓΗΣΗ

    (21)

    Δυνάμει του άρθρου 30 του βασικού κανονισμού, οι ΔΑΙ και τα άλλα ενδιαφερόμενα μέρη ενημερώθηκαν σχετικά με τα ουσιαστικά πραγματικά περιστατικά και τις παρατηρήσεις βάσει των οποίων επρόκειτο να προταθεί η συνέχιση επιβολής των μέτρων. Τους δόθηκε επίσης εύλογη προθεσμία για να υποβάλλουν τις παρατηρήσεις τους. Ορισμένα μέρη υπέβαλαν παρατηρήσεις γραπτώς. Επιπλέον, προτάθηκαν στις ΔΑΙ και έγιναν δεκτές διαβουλεύσεις δυνάμει του άρθρου 10 παράγραφος 11 του βασικού κανονισμού. Όλες οι παρατηρήσεις και τα σχόλια λήφθηκαν δεόντως υπόψη.

    B.   ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΡΟΪΟΝ ΚΑΙ ΟΜΟΕΙΔΕΣ ΠΡΟΪΟΝ

    (22)

    Το προϊόν που καλύπτει η παρούσα επανεξέταση είναι το ίδιο με εκείνο στο οποίο αναφερόταν ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2597/99 του Συμβουλίου, δηλαδή ταινίες ΡΕΤ που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ ex 3920 62 19 και ex 3920 62 90, καταγωγής Ινδίας, (εφεξής «υπό εξέταση προϊόν»).

    (23)

    Η έρευνα επιβεβαίωσε ότι, όπως και στην αρχική έρευνα, το υπό εξέταση προϊόν και οι ταινίες ΡΕΤ που παράγονται και πωλούνται στην εγχώρια αγορά στην Ινδία, καθώς και οι ταινίες ΡΕΤ που παράγονται και πωλούνται στην Κοινότητα από τους κοινοτικούς παραγωγούς έχουν τα ίδια βασικά φυσικά χαρακτηριστικά και τις ίδιες χρήσεις με το υπό εξέταση προϊόν και έτσι είναι ομοειδή προϊόντα κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού.

    Γ.   ΕΠΙΔΟΤΗΣΕΙΣ

    1.   ΕΙΣΑΓΩΓΗ

    (24)

    Με βάση τις πληροφορίες που περιέχει η αίτηση επανεξέτασης και τις απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο της Επιτροπής, η Επιτροπή εξέτασε τα ακόλουθα καθεστώτα, τα οποία, κατά τους ισχυρισμούς, συνεπάγονται τη χορήγηση επιδοτήσεων:

    1.1.   Εθνικά καθεστώτα

    (25)

    Τα καθεστώτα α) έως ε) που προσδιορίζονται ανωτέρω, βασίζονται στο νόμο του 1992 περί εξωτερικού εμπορίου (Ανάπτυξη και ρύθμιση) (Αριθ. 22 του 1992) που άρχισε να ισχύει στις 7 Αυγούστου 1992 (εφεξής «νόμος περί εξωτερικού εμπορίου»). Ο νόμος περί εξωτερικού εμπορίου εξουσιοδοτεί τις ινδικές δημόσιες αρχές να δημοσιεύουν δηλώσεις που αφορούν την πολιτική στον τομέα των εισαγωγών και εξαγωγών. Οι ανακοινώσεις αυτές συνοψίζονται στα έγγραφα με τίτλο «Πολιτική εισαγωγών και εξαγωγών», που εκδίδονται από το Υπουργείο Εμπορίου ανά πενταετία και αναπροσαρμόζονται στην τρέχουσα κατάσταση τακτικά. Ένα έγγραφο της πολιτικής εξαγωγών και εισαγωγών αφορά την περίοδο επανεξέτασης της παρούσας υπόθεσης· δηλαδή το πενταετές σχέδιο που αφορά την περίοδο από την 1η Απριλίου 2002 έως τις 31 Μαρτίου 2007 (έγγραφο πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ 2002-2007). Επίσης, η κυβέρνηση της Ινδίας ορίζει τις διαδικασίες που διέπουν την πολιτική ΕΞ/ΕΙΣ 2002-2007 στο «Εγχειρίδιο Διαδικασιών – 1η Απριλίου 2002 έως 31 Μαρτίου 2007, τόμος I» («HOP I 2002-2007») (17). Το εγχειρίδιο διαδικασιών αναπροσαρμόζεται επίσης τακτικά.

    (26)

    Το καθεστώς στ) βασίζεται στο νόμο του 1961 περί φόρου εισοδήματος, ο οποίος τροποποιείται ετησίως από το νόμο περί οικονομικών.

    (27)

    Το καθεστώς ζ) βασίζεται στα τμήματα 21 και 35A του νόμου περί τραπεζικού ελέγχου του 1949, που επιτρέπει στην Τράπεζα Καταθέσεων της Ινδίας (Reserve Bank of India - εφεξής «RBI») να δίνει εντολές σε εμπορικές τράπεζες στον τομέα των εξαγωγικών πιστώσεων.

    (28)

    Το καθεστώς η) είναι επιδότηση ad hoc για την οποία δεν κατέστη δυνατό να διαπιστωθεί νομική βάση στην ινδική νομοθεσία.

    1.2.   Περιφερειακά καθεστώτα

    (29)

    Βάσει των πληροφοριών που περιέχει η αίτηση επανεξέτασης και των απαντήσεων στο ερωτηματολόγιο της Επιτροπής, η Επιτροπή εξέτασε επίσης ορισμένα καθεστώτα στο πλαίσιο των οποίων χορηγούνται, κατά τους ισχυρισμούς, επιδοτήσεις από τις περιφερειακές διοικήσεις ή αρχές ορισμένων πολιτειών της Ινδίας.

    α)

    Πολιτεία Uttar Pradesh

    Τα καθεστώτα βασίζονται στο νόμο περί εμπορικού φόρου, 1948, της κυβέρνησης του Uttar Pradesh.

    β)

    Πολιτεία Maharashtra

    Καθεστώς παροχής κινήτρων από μέρους της κυβέρνησης του Maharashtra 1993. Αυτό το καθεστώς βασίζεται σε ψηφίσματα του Τμήματος Βιομηχανίας, Ενέργειας και Εργασίας της κυβέρνησης της Maharashtra.

    2.   ΕΘΝΙΚΑ ΚΑΘΕΣΤΩΤΑ

    2.1.   Καθεστώς προηγούμενης άδειας/προηγούμενης εντολής παράδοσης [Advance Licence scheme (εφεξής «ALS»)/Advance Release Order (εφεξής «ARO»)]

    α)   Νομική βάση

    (30)

    Η λεπτομερής περιγραφή αυτού του καθεστώτος βρίσκεται στις παραγράφους 4.1.1 έως 4.1.14 του εγγράφου Πολιτικής Εισαγωγών και Εξαγωγών 2002-2007 και στα κεφάλαια 4.1 έως 4.30 του HOP I 2002-2007.

    β)   Επιλεξιμότητα

    (31)

    Το καθεστώς προηγούμενης άδειας (ALS) αποτελείται από έξι επιμέρους καθεστώτα, όπως περιγράφονται λεπτομερέστερα στην αιτιολογική σκέψη 32. Αυτά τα επιμέρους καθεστώτα μεταξύ άλλων διαφέρουν από πλευράς επιλεξιμότητας. Οι κατασκευαστές-εξαγωγείς και οι έμποροι εξαγωγείς που είναι «υποχρεωμένοι» να υποστηρίζουν τους κατασκευαστές, έχουν δικαίωμα να χρησιμοποιούν το καθεστώς ALS για τις πραγματικές εξαγωγές και το ALS για τις ετήσιες ανάγκες. Οι κατασκευαστές-εξαγωγείς που προμηθεύουν τον τελευταίο εξαγωγέα είναι επιλέξιμοι για το καθεστώς ALS όσον αφορά τις ενδιάμεσες προμήθειες. Οι κύριες επιχειρήσεις που προμηθεύουν το προϊόν στις κατηγορίες «προβλεπομένων εξαγωγών» που αναφέρονται στην παράγραφο 8 σημείο 2 του εγγράφου πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ 2002-2007, ως προμηθευτές μιας μονάδας εξαγωγικού προσανατολισμού, είναι επιλέξιμοι για προβλεπόμενες εξαγωγές υπό καθεστώς ALS. Ενδεχομένως, οι ενδιάμεσοι προμηθευτές των κατασκευαστών-εξαγωγέων είναι επιλέξιμοι ως αποδέκτες των οφελών που προκύπτουν από «προβλεπόμενες εξαγωγές» στο πλαίσιο των επιμέρους καθεστώτων προκαταβολικών εντολών παράδοσης (εφεξής «ARO») και τριγωνικών εγχωρίων πιστώσεων.

    γ)   Πρακτική εφαρμογή

    (32)

    Προκαταβολικές άδειες δύνανται να εκδίδονται στις ακόλουθες περιπτώσεις:

    i)

    Πραγματικές εξαγωγές: Πρόκειται για το κύριο επιμέρους καθεστώς. Προβλέπει την εισαγωγή με δασμολογική απαλλαγή των συντελεστών παραγωγής για την παραγωγή συγκεκριμένου προϊόντος εξαγωγής. Ο όρος «πραγματικές» στο πλαίσιο αυτό σημαίνει ότι το προϊόν εξαγωγής πρέπει να εγκαταλείψει το ινδικό έδαφος. Οι επιτρεπόμενες εισαγωγές και η υποχρέωση για εξαγωγές, συμπεριλαμβανομένου του τύπου του προϊόντος εξαγωγής, διευκρινίζονται στην άδεια.

    ii)

    Ετήσιες ανάγκες: αυτή η άδεια δεν αφορά συγκεκριμένο προϊόν εξαγωγής, αλλά ευρύτερη ομάδα προϊόντων (π.χ. χημικά και συναφή προϊόντα). Ο κάτοχος της άδειας μπορεί –μέχρι συγκεκριμένου ορίου αξίας που καθορίζεται βάσει της προηγούμενης εξαγωγικής επίδοσής του– να εισάγει ατελώς οποιοδήποτε συντελεστή παραγωγής χρειάζεται να χρησιμοποιήσει στην παραγωγή οποιουδήποτε είδους υπάγεται στην εν λόγω ομάδα προϊόντων. Μπορεί να επιλέγει να εξάγει οποιοδήποτε προϊόν υπάγεται στην ομάδα προϊόντων όπου χρησιμοποιούνται συντελεστές παραγωγής απαλλαγμένοι δασμών.

    iii)

    Ενδιάμεσες προμήθειες: αυτό το επιμέρους καθεστώς καλύπτει περιπτώσεις όπου δύο κατασκευαστές σκοπεύουν να παράγουν ενιαίο εξαγωγικό προϊόν και να μοιρασθούν τη διαδικασία παραγωγής. Ο κατασκευαστής-εξαγωγέας παράγει το ενδιάμεσο προϊόν. Μπορεί να εισάγει συντελεστές ατελώς και, για το σκοπό αυτό, μπορεί να εξασφαλίζει ALS για τις ενδιάμεσες προμήθειες. Ο τελικός εξαγωγέας ολοκληρώνει την παραγωγή και είναι υποχρεωμένος να εξάγει το τελικό προϊόν.

    iv)

    Προβλεπόμενες εξαγωγές: αυτό το επιμέρους καθεστώς επιτρέπει στην κύρια επιχείρηση να εισάγει ατελώς συντελεστές παραγωγής που είναι απαραίτητοι για να κατασκευασθούν προϊόντα που θα πωληθούν ως «προβλεπόμενες εξαγωγές» στις κατηγορίες πελατών που αναφέρονται στην παράγραφο 8 σημείο 2 στοιχεία β) έως στ), ζ), θ) και ι) του εγγράφου πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ 2002-2007. Σύμφωνα με τις ΔΑΙ, οι προβλεπόμενες εξαγωγές αφορούν τις συναλλαγές για τις οποίες τα παρεχόμενα προϊόντα δεν εγκαταλείπουν τη χώρα. Ορισμένες κατηγορίες προμήθειας θεωρούνται ως «προβλεπόμενες εξαγωγές», υπό τον όρο ότι τα προϊόντα παρασκευάζονται στην Ινδία, π.χ. αυτό ισχύει για την προμήθεια προϊόντων σε μονάδες εξαγωγικού προσανατολισμού ή σε εταιρεία που βρίσκεται σε ειδική οικονομική ζώνη.

    v)

    Προκαταβολικές εντολές παράδοσης (ARO): ο κάτοχος άδειας ALS που σκοπεύει να προμηθευτεί τους συντελεστές παραγωγής από εγχώριες πηγές, και όχι με απευθείας εισαγωγή, έχει τη δυνατότητα να τους προμηθεύεται με ARO. Στις περιπτώσεις αυτές, οι προκαταβολικές άδειες επικυρώνονται ως ARO και οπισθογραφούνται για τον εγχώριο προμηθευτή κατά την παράδοση των συντελεστών παραγωγής που αναφέρονται σε αυτές. Η οπισθογράφηση των ARO παρέχει το δικαίωμα στον προμηθευτή να συμμετάσχει στα οφέλη των προβλεπομένων εξαγωγών, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 8 σημείο 3 του εγγράφου πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ 2002-2007 (ήτοι καθεστώς ALS για τις ενδιάμεσες προμήθειες/προβλεπόμενες εξαγωγές, επιστροφή των εξαγωγικών δασμών για τις προβλεπόμενες εξαγωγές και επιστροφή του τελικού ειδικού φόρου κατανάλωσης). Ο μηχανισμός ARO επιστρέφει φόρους και δασμούς στον προμηθευτή αντί να τους επιστρέφει στον τελευταίο εξαγωγέα υπό μορφήν επιστροφής δασμών. Η επιστροφή φόρων/δασμών ισχύει τόσο για τους εγχώριους συντελεστές παραγωγής όσο και για τους εισαγόμενους.

    vi)

    Τριγωνικές εγχώριες πιστώσεις: Το εν λόγω επιμέρους καθεστώς καλύπτει εκ νέου εγχώριες προμήθειες σε κάτοχο άδειας ALS. Ο κάτοχος άδειας ALS μπορεί να απευθύνεται σε τράπεζα για το άνοιγμα εγχώριας πιστώσεως προς όφελος ντόπιου προμηθευτή. Η άδεια επικυρώνεται από την τράπεζα για άμεση εισαγωγή, μόνον όσον αφορά την αξία και τον όγκο των συντελεστών παραγωγής που αντλούνται από εγχώρια πηγή αντί να εισαχθούν. Ο ντόπιος προμηθευτής θα έχει τη δυνατότητα να αποκομίζει οφέλη από την προβλεπόμενη εξαγωγή, όπως ορίζει η παράγραφος 8 σημείο 3 του εγγράφου πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ 2002-2007 (ήτοι καθεστώς ALS για ενδιάμεσες προμήθειες/προβλεπόμενη εξαγωγή, επιστροφή εξαγωγικών δασμών για προβλεπόμενη εξαγωγή και επιστροφή τελικού ειδικού φόρου κατανάλωσης).

    (33)

    Από τους τέσσερις παραγωγούς-εξαγωγείς του δείγματος, μόνον ένας χρησιμοποίησε το καθεστώς ALS κατά την ΠΕ. Ειδικότερα, αυτός ο παραγωγός-εξαγωγέας χρησιμοποίησε δύο επιμέρους καθεστώτα, δηλαδή το i) και ii). Αυτός ο συνεργαζόμενος εξαγωγέας εξήγησε ότι, ενώ χρησιμοποιούσε το καθεστώς DEPB το 1999 κατά την εποχή επιβολής των οριστικών αντισταθμιστικών μέτρων, αποφάσισε από τότε να σταματήσει τη χρησιμοποίηση του καθεστώτος DEPB και να χρησιμοποιήσει αντ’ αυτού το καθεστώς ALS.

    (34)

    Για λόγους επαλήθευσης από τις ινδικές αρχές, ο εξαγωγέας υποχρεούται διά νόμου να τηρεί «πραγματικές και σύμφωνα με τον οριζόμενο τύπο καταχωρίσεις για την κατανάλωση και χρησιμοποίηση των εισαγόμενων εμπορευμάτων» σε σχέση με κάθε άδεια, με συγκεκριμένη μορφή (κεφάλαιο 4.30 HOP I 2002-2007), το οποίο στο εξής θα αναφέρεται ως το «βιβλίο κατανάλωσης». Η επαλήθευση απέδειξε ότι η εταιρεία διατηρεί ορθά το βιβλίο κατανάλωσης.

    (35)

    Όσον αφορά το επιμέρους καθεστώς i), τόσο οι επιτρεπόμενες εισαγωγές όσο και η υποχρέωση εξαγωγών (συμπεριλαμβανομένων των προβλεπομένων εξαγωγών) καθορίζονται κατ’ όγκο και κατ’ αξία από τις ΔΑΙ και αναγράφονται στην άδεια. Επιπλέον, κατά τη στιγμή της εισαγωγής και της εξαγωγής, οι αντίστοιχες συναλλαγές πρέπει να αναγράφονται από τους κρατικούς υπαλλήλους στην άδεια. Ο όγκος των εισαγωγών υπό το εν λόγω καθεστώς καθορίζεται από τις ΔΑΙ με βάση τα συνήθη πρότυπα εισαγωγών-εξαγωγών («SION»). Κανόνες SION υπάρχουν για τα περισσότερα προϊόντα, συμπεριλαμβανομένου του υπό εξέταση προϊόντος, και δημοσιεύονται στο HOP II 2002-2007.

    (36)

    Όσον αφορά το επιμέρους καθεστώς ii) που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 32 (καθεστώς ALS για τις ετήσιες ανάγκες), μόνο η αξία των επιτρεπόμενων εισαγωγών αναγράφονται στην άδεια. Ο κάτοχος της άδειας είναι υποχρεωμένος να «διατηρήσει το δεσμό μεταξύ εισαγόμενων συντελεστών παραγωγής και του προκύπτοντος προϊόντος» [παράγραφος 4.24A γ) του HOP I 2002-2007].

    (37)

    Οι εισαγόμενοι συντελεστές παραγωγής δεν μπορούν να μεταβιβάζονται και πρέπει να χρησιμοποιούνται για την παραγωγή του εξαγόμενου προϊόντος. Η υποχρέωση εξαγωγών πρέπει να τηρείται εντός της προκαθορισθείσας προθεσμίας μετά την έκδοση της άδειας (18 μήνες με δύο δυνατές παρατάσεις 6 μηνών η καθεμία).

    (38)

    Η επαλήθευση απέδειξε ότι ο συντελεστής κατανάλωσης βασικής πρώτης ύλης που αποδόθηκε στην εταιρεία απαιτούσε την παραγωγή ενός χιλιόγραμμου ταινιών ΡΕΤ, και όπως δηλώθηκε στο βιβλίο κατανάλωσης, ήταν χαμηλότερος από το αντίστοιχο πρότυπο SION. Με άλλα λόγια, ο συνεργαζόμενος εξαγωγέας είχε δικαίωμα να εισάγει ατελώς με βάση τα πρότυπα SION, περισσότερες ποσότητες πρώτων υλών από αυτές που είχε ανάγκη για τη διαδικασία παραγωγής του. Η εταιρεία ισχυρίσθηκε ότι οι ΔΑΙ θα προσαρμόσουν τα υπερβολικά οφέλη όταν λήξουν οι άδειες, δηλ. 30 μήνες από την έκδοση της άδειας (βλ. αιτιολογική σκέψη 37), εφόσον η κοινή πρακτική συνίσταται στη χρήση των δύο δυνατών παρατάσεων 6 μηνών η καθεμία. Εντούτοις, δεδομένου ότι η πρώτη άδεια εκδόθηκε για την εταιρεία στις 31.1.2003, η εταιρεία δεν μπορούσε να αποδείξει τον ισχυρισμό της κατά την επιτόπια επίσκεψη επαλήθευσης που πραγματοποίησαν οι υπηρεσίες της Επιτροπής το Μάιο του 2005. Το Δεκέμβριο του 2005, όταν η εταιρεία υπέβαλε τις παρατηρήσεις της μετά την κοινολόγηση, δεν παρείχε κανένα αποδεικτικό στοιχείο σχετικά με το ότι είχε γίνει προσαρμογή της καθ’ υπέρβαση διαγραφής. Αυτά τα πρότυπα SION οδηγούν σαφώς σε καθ'υπέρβαση διαγραφή των δασμών. Οι ΔΑΙ δεν παρείχαν αποδεικτικά στοιχεία που να δείχνουν ότι προσάρμοζε συστηματικά την καθ'υπέρβαση διαγραφή κατά την λήξη των αδειών, ούτε ότι υπήρχε ένα σύστημα για την προσαρμογή της καθ’ υπέρβαση διαγραφής.

    δ)   Σχόλια μετά την κοινολόγηση

    (39)

    Ύστερα από την κοινολόγηση, οι ΔΑΙ ανέφεραν ότι, κατά τη διάρκεια του 2005, είχαν τροποποιήσει τρεις φορές το καθεστώς ALS για να μπορούν, μεταξύ άλλων, να ελέγχουν καλύτερα τη χρήση του ALS από τους παραγωγούς-εξαγωγείς και ότι οι τροποποιήσεις και οι βελτιωμένες μέθοδοι ελέγχου δεν θα οδηγούσαν σε καθ’ υπέρβαση διαγραφή του δασμού. Προβλήθηκε, επομένως, ο ισχυρισμός ότι δεν έπρεπε να αντισταθμιστούν οι επιδοτήσεις στο πλαίσιο του καθεστώτος ALS, οι οποίες λαμβάνονται υπόψη στον υπολογισμό.

    (40)

    Θα πρέπει να αναφερθεί ότι οι αλλαγές του καθεστώτος ALS άρχισαν να ισχύουν, κατά τους ισχυρισμούς, μετά την ΠΕ και μετά την επίσκεψη επαλήθευσης που διενήργησαν οι υπηρεσίες της Επιτροπής, και, επομένως, δεν μπορούσαν να επαληθευθούν στην πράξη. Επιπλέον, μέσω δημόσιας ανακοίνωσης που δημοσιεύθηκε στις 10 Οκτωβρίου 2005, η παράγραφος 4.26 του HOP I 2002-2007 συμπληρώθηκε ως εξής: «οι αρχές έκδοσης αδειών αναλαμβάνουν δράση κατά του κατόχου της άδειας σε περίπτωση μη υποβολής του δεόντως συμπληρωμένου προσαρτήματος 23 (άλλη ονομασία του βιβλίου κατανάλωσης)». Εντούτοις, δεν υπάρχει καμία ένδειξη για τη μορφή της δράσης που μπορεί να αναληφθεί.

    (41)

    Θεωρείται, επομένως, ότι οι ανωτέρω τροποποιήσεις που εισήγαγαν οι ινδικές αρχές δεν έχουν επαληθευθεί στην πρακτική εφαρμογή τους. Ειδικότερα, δεν προβλέπονται οι συνέπειες της μη υποβολής του βιβλίου κατανάλωσης. Τα παρακάτω συμπεράσματα στηρίζονται επομένως στα πορίσματα, όπως καθορίστηκαν κατά την διάρκεια της ΠΕ.

    ε)   Συμπέρασμα

    (42)

    Η απαλλαγή από τους δασμούς εισαγωγής ισοδυναμεί με επιδότηση κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) και του άρθρου 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, δηλαδή με χρηματοδοτική συνεισφορά των ΔΑΙ που παρείχε όφελος στους εξαγωγείς που αποτέλεσαν αντικείμενο έρευνας.

    (43)

    Επιπλέον, το καθεστώς ALS για τις πραγματικές εξαγωγές και το ALS για τις ετήσιες ανάγκες εξαρτώνται διά νόμου από την επίτευξη εξαγωγικής επίδοσης και, επομένως, θεωρείται ότι έχουν ατομικό χαρακτήρα και είναι αντισταθμίσιμα βάσει του άρθρου 3 παράγραφος 4 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού. Χωρίς δέσμευση για εξαγωγές, μια εταιρεία δεν μπορεί να αποκομίζει οφέλη από αυτά τα καθεστώτα.

    (44)

    Τα επιμέρους καθεστώτα που χρησιμοποιήθηκαν στην παρούσα υπόθεση, δεν μπορούν να θεωρηθούν επιτρεπόμενο σύστημα επιστροφής δασμού ή επιστροφής σε περίπτωση υποκατάστασης, κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) του βασικού κανονισμού. Δεν συμφωνούν με τους αυστηρούς κανόνες που καθορίζονται στο παράρτημα Ι σημείο i), στο παράρτημα ΙΙ (ορισμός και κανόνες για την επιστροφή δασμών) και στο παράρτημα ΙΙΙ (ορισμός και κανόνες για την επιστροφή δασμών σε περίπτωση υποκατάστασης) του βασικού κανονισμού. Οι ΔΑΙ δεν εφήρμοσαν αποτελεσματικό σύστημα ή διαδικασία επαλήθευσης για να επιβεβαιώσουν εάν και σε τι βαθμό καταναλώθηκαν συντελεστές παραγωγής κατά την παραγωγή του εξαγόμενου προϊόντος [παράρτημα II(II)(4) του βασικού κανονισμού και στην περίπτωση καθεστώτων επιστροφής λόγω υποκατάστασης, παράρτημα III(II)(2) του βασικού κανονισμού]. Τα πρότυπα SION για το υπό εξέταση προϊόν δεν ήταν επαρκώς ακριβή. Τα ίδια τα πρότυπα SION δεν μπορούν να θεωρηθούν από μόνα τους σύστημα επαλήθευσης της πραγματικής κατανάλωσης, επειδή ο σχεδιασμός αυτών των υπερβολικά γενναιόδωρων τυποποιημένων κανόνων δεν επιτρέπει στις ΔΑΙ να επαληθεύουν με αρκετή ακρίβεια το ποσό των συντελεστών παραγωγής που καταναλώθηκαν κατά την παραγωγή για εξαγωγές. Επιπλέον, δεν πραγματοποιείται πραγματικός έλεγχος από τις ΔΑΙ με βάση το ορθά συμπληρωμένο βιβλίο κατανάλωσης.

    (45)

    Επομένως, τα επιμέρους καθεστώτα είναι αντισταθμίσιμα.

    στ)   Υπολογισμός του ποσού της επιδότησης

    (46)

    Το ποσό της επιδότησης για τον εξαγωγέα ο οποίος χρησιμοποίησε το καθεστώς ALS υπολογίσθηκε ως εξής: Ο αριθμητής είναι οι μη εισπραχθέντες εισαγωγικοί δασμοί (βασικός δασμός και πρόσθετος ειδικός δασμός) επί των εισροών που εισήχθησαν στο πλαίσιο των δύο επιμέρους καθεστώτων ALS που χρησιμοποιήθηκαν για το υπό εξέταση προϊόν κατά την ΠΕ (αριθμητής). Σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού, τα έξοδα που είχαν πραγματοποιηθεί κατ’ ανάγκη για τη χορήγηση των επιδοτήσεων αφαιρέθηκαν από τα ποσά της επιδότησης όταν έγιναν αιτιολογημένες αιτήσεις. Σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, ο παρονομαστής είναι ο κύκλος εργασιών των εξαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος κατά την ΠΕ.

    (47)

    Η εταιρεία η οποία χρησιμοποίησε αυτό το καθεστώς κατά την ΠΕ έλαβε επιδότηση 6,0 %.

    2.2.   Σύστημα πιστώσεων εισαγωγικών δασμών («DEPB»)

    α)   Νομική βάση

    (48)

    Η λεπτομερής περιγραφή του καθεστώτος DEPB βρίσκεται στην παράγραφο 4.3 της πολιτικής Εισαγωγών και Εξαγωγών 2002-2007 και στο κεφάλαιο 4 του HOP I 2002-2007. Κατά την εποχή της αρχικής έρευνας, υπήρχαν δύο μορφές του καθεστώτος DEPB –πριν από την εξαγωγή και μετά την εξαγωγή. Τον Απρίλιο του 2000, η μορφή του καθεστώτος πριν από την εξαγωγή είχε διακοπεί και, επομένως, η έρευνα εξέτασε μόνον τη μορφή αυτής της επιδότησης μετά την εξαγωγή.

    β)   Επιλεξιμότητα

    (49)

    Όλοι οι κατασκευαστές-εξαγωγείς ή έμποροι-εξαγωγείς μπορούν να επωφεληθούν από αυτό το καθεστώς. Τρεις εταιρείες επωφελήθηκαν από το καθεστώς αυτό κατά την ΠΕ.

    γ)   Πρακτική εφαρμογή του καθεστώτος DEPB (Πιστώσεις εισαγωγικών δασμών)

    (50)

    Κάθε επιλέξιμος εξαγωγέας μπορεί να ζητήσει πιστώσεις DEPB, οι οποίες υπολογίζονται ως ποσοστό της αξίας των εξαγόμενων προϊόντων στο πλαίσιο αυτού του καθεστώτος. Αυτά τα ποσοστά DEPB καθορίσθηκαν από τις αρχές της Ινδίας για τα περισσότερα προϊόντα, συμπεριλαμβανομένου του υπό εξέταση προϊόντος. Καθορίζονται με βάση τα πρότυπα SION, λαμβάνοντας υπόψη ότι το εξαγόμενο προϊόν περιέχει εισαγόμενους συντελεστές παραγωγής και την επίπτωση του τελωνειακού δασμού σ’ αυτές τις υποτιθέμενες εισαγωγές, ανεξάρτητα από το αν έχουν πράγματι καταβληθεί οι εισαγωγικοί δασμοί ή όχι.

    (51)

    Για να είναι μια εταιρεία επιλέξιμη να επωφεληθεί βάσει αυτού του καθεστώτος, πρέπει να εξάγει προϊόντα. Κατά τη χρονική στιγμή της εξαγωγικής συναλλαγής, ο εξαγωγέας πρέπει να υποβάλλει δήλωση στις αρχές της Ινδίας στην οποία θα αναφέρει ότι η εξαγωγή πραγματοποιείται βάσει του καθεστώτος DEPB. Για την εξαγωγή των προϊόντων, οι ινδικές τελωνειακές αρχές εκδίδουν, κατά τη διαδικασία αποστολής, τιμολόγιο για φορτωθέντα εμπορεύματα προς εξαγωγή στο οποίο αναφέρεται, μεταξύ άλλων, το ποσό της πίστωσης DEPB που πρέπει να χορηγηθεί για την εν λόγω εξαγωγική συναλλαγή. Στη φάση αυτή της εξαγωγής, ο εξαγωγέας γνωρίζει το κέρδος που θα έχει. Ύστερα από την έκδοση τιμολογίου για φορτωθέντα εμπορεύματα προς εξαγωγή από τις τελωνειακές αρχές, οι ΔΑΙ δεν έχουν δικαίωμα χορήγησης πίστωσης DEPB. Το σχετικό ποσοστό DEPB για τον υπολογισμό του οφέλους είναι εκείνο που εφαρμόζεται κατά τη στιγμή της υποβολής της δήλωσης εξαγωγής. Συνεπώς, δεν υπάρχει πιθανότητα αναδρομικής τροποποίησης του επιπέδου κέρδους.

    (52)

    Διαπιστώθηκε επίσης ότι, σύμφωνα με τα ινδικά λογιστικά πρότυπα, οι πιστώσεις DEPB εκλαμβάνονται βάσει της αυτοτέλειας των χρήσεων ως έσοδο στους εμπορικούς λογαριασμούς, κατά την πλήρωση της εξαγωγικής υποχρέωσης. Αυτές οι πιστώσεις μπορούν να χρησιμοποιούνται για την πληρωμή τελωνειακών δασμών επί μεταγενέστερων εισαγωγών όλων των εμπορευμάτων που μπορούν να εισάγονται άνευ περιορισμών, εκτός των κεφαλαιουχικών αγαθών. Τα εμπορεύματα που εισάγονται έναντι των εν λόγω πιστώσεων μπορούν να πωλούνται στην εγχώρια αγορά (υποκείμενα σε φόρο πωλήσεων) ή να χρησιμοποιούνται κατά διαφορετικό τρόπο. Οι πιστώσεις DEPB μπορούν να μεταβιβάζονται ελεύθερα και ισχύουν για περίοδο 12 μηνών από την ημερομηνία εκδόσεως.

    (53)

    Μία αίτηση για πιστώσεις DEPB μπορεί να καλύπτει μέχρι 25 εξαγωγικές συναλλαγές και, εαν αποστέλλεται με ηλεκτρονική μορφή, απεριόριστο αριθμό εξαγωγικών συναλλαγών. Δεν υπάρχουν αυστηρές προθεσμίες που πρέπει να τηρούνται de facto για τις πιστώσεις DEPB, επειδή οι χρονικές περίοδοι που αναφέρονται στο κεφάλαιο 4.47 του HOP I 2002-2007 υπολογίζονται πάντα από την πιο πρόσφατη εξαγωγική συναλλαγή που περιλαμβάνεται σε μία συγκεκριμένη αίτηση DEPB.

    (54)

    Οι ΔΑΙ και ένας εξαγωγέας επέστησαν την προσοχή των υπηρεσιών της Επιτροπής στο ότι αυτό το καθεστώς θα διακοπεί προσεχώς και θα αντικατασταθεί από ένα καθεστώς που είναι, κατά τους ισχυρισμούς, πλήρως συμβατό με τους κανόνες του ΠΟΕ. Αρχικά είχε προβλεφθεί να λήξει το καθεστώς DEPB την 1η Απριλίου 2005. Εντούτοις, επειδή το καθεστώς αντικατάστασης δεν ήταν έτοιμο για εφαρμογή, το καθεστώς DEPB παρατάθηκε έως την 1η Απριλίου 2006. Εάν το νέο καθεστώς δεν είναι έτοιμο να τεθεί σε εφαρμογή την ημερομηνία αυτή, τότε το καθεστώς DEPB θα παραμείνει σε ισχύ όσο χρόνο χρειαστεί.

    δ)   Σχόλια μετά την κοινολόγηση

    (55)

    Ύστερα από την κοινολόγηση, οι ΔΑΙ και δύο εξαγωγείς οι οποίοι επωφελήθηκαν από αυτό το καθεστώς, υπέβαλαν σχόλια σχετικά με την ανάλυση του καθεστώτος DEPB, όπως γίνεται ανωτέρω. Ισχυρίστηκαν ότι i) οι πιστώσεις στο πλαίσιο του καθεστώτος DEPB λαμβάνονται μόνον εάν τα εμπορεύματα που εξάγονται έχουν επιβαρυνθεί με εισαγωγικούς δασμούς που επιβάλλονται στους συντελεστές παραγωγής τους, ii) αμφισβήτησαν τη μέθοδο υπολογισμού που εφήρμοσε η Επιτροπή βάσει της αρχής της αυτοτέλειας των χρήσεων σε αντίθεση με τη μέθοδο που είχε χρησιμοποιηθεί στην αρχική διαδικασία του 1999, η οποία οδήγησε στην επιβολή των αντισταθμιστικών μέτρων και στηριζόταν στην πραγματική είσπραξη των εσόδων, iii) ζήτησαν την άμεση περάτωση της διαδικασίας όσον αφορά το καθεστώς DEPB με το επιχείρημα ότι οι ΔΑΙ είχαν αναγγείλει την περάτωσή του από την 1η Απριλίου 2006 και iv) ισχυρίσθηκαν ότι το να μην αποκλεισθεί το καθεστώς αυτό από τον υπολογισμό θα σήμαινε παραβίαση των διατάξεων του άρθρου 27 της συμφωνίας για τις επιδοτήσεις και τα αντισταθμιστικά μέτρα υπέρ των αναπτυσσομένων χωρών.

    (56)

    Ο ισχυρισμός i) δεν τεκμηριώθηκε περαιτέρω ούτε από τις ΔΑΙ ούτε από τους εξαγωγείς. Εν πάση περιπτώσει, αντικρούεται από τα πορίσματα της έρευνας όπως αναφέρονται στις αιτιολογικές σκέψεις 50 έως 53. Κατά συνέπεια, ο ισχυρισμός αυτός απορρίπτεται.

    (57)

    Όσον αφορά τον ισχυρισμό ii), η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε στην παρούσα έρευνα αποσκοπεί στο να αντανακλά καλύτερα το αποτέλεσμα της επιδότησης στην οικονομική κατάσταση των συνεργαζόμενων εξαγωγέων σε μία δεδομένη περίοδο έρευνας. Ως προς αυτό, θεωρήθηκε ότι ο δικαιούχος αποκόμισε όφελος κατά τη στιγμή της εξαγωγικής συναλλαγής βάσει αυτού του καθεστώτος. Αυτό επιβεβαιώνεται, μεταξύ άλλων, από την καταχώριση των πιστώσεων DEΡB βάσει της αυτοτέλειας των χρήσεων σύμφωνα με τα ινδικά λογιστικά πρότυπα. Σημειώνεται περαιτέρω ότι αυτή η μέθοδος έχει ήδη εφαρμοσθεί πολλές φορές από τις υπηρεσίες της Επιτροπής, ιδίως στην υπόθεση για ορισμένα συστήματα ηλεκτροδίων γραφίτη (18), και ότι αυτή η μέθοδος δεν οδηγεί σε πλήρη επανεξέταση του καθεστώτος το οποίο, όντως, θεωρήθηκε σε κάθε περίπτωση αντισταθμίσιμο. Κατά συνέπεια, ο ισχυρισμός αυτός απορρίπτεται.

    (58)

    Όσον αφορά τον ισχυρισμό iii), όντως διαπιστώθηκε ότι οι ΔΑΙ είχαν αναγγείλει στο παρελθόν την κατάργηση του καθεστώτος DEPB. Το καθεστώς DEPB έπρεπε να λήξει στις 31 Μαρτίου 2005, αλλά παρατάθηκε από τις ΔΑΙ έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2005. Οι ΔΑΙ παρέτειναν περαιτέρω την ισχύ του καθεστώτος έως την 1η Απριλίου 2006. Υπό αυτές τις περιστάσεις, δεν είναι ακόμη βέβαιο εάν το καθεστώς DEPB θα καταργηθεί όντως από την 1η Απριλίου 2006 (βλ. αιτιολογική σκέψη 123).

    (59)

    Όσον αφορά τον ισχυρισμό iv), δεν υπήρξε καμία παραβίαση διατάξεων υπέρ των αναπτυσσομένων χωρών στο πλαίσιο του άρθρου 27 της συμφωνίας για τις επιδοτήσεις και τα αντισταθμιστικά μέτρα. Αυτό το άρθρο δεν απαγορεύει σε μέλος του ΠΟΕ να λαμβάνει αντισταθμιστικά μέτρα κατά των ζημιογόνων επιπτώσεων των πρακτικών επιδοτήσεων από άλλο μέλος. Επειδή διαπιστώθηκε ότι το καθεστώς DEPB είναι αντισταθμίσιμο, αυτός ο ισχυρισμός απορρίπτεται.

    ε)   Συμπεράσματα σχετικά με το DEPB

    (60)

    Το καθεστώς DEPB παρέχει επιδοτήσεις κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) του βασικού κανονισμού. Μια πίστωση DEPB αποτελεί οικονομική συνεισφορά των ΔΑΙ, δεδομένου ότι η πίστωση θα χρησιμοποιηθεί τελικά για να εξουδετερώσει τους εισαγωγικούς δασμούς, μειώνοντας έτσι τα έσοδα των ΔΑΙ από το δασμό που θα ήταν κανονικά απαιτητός. Επιπλέον, η πίστωση για το καθεστώς DEPB αποφέρει όφελος στον εξαγωγέα, διότι βελτιώνει τα ρευστά διαθέσιμά του.

    (61)

    Επιπλέον, το καθεστώς DEPB εξαρτάται εκ του νόμου από την επίτευξη εξαγωγικής επίδοσης και, επομένως, θεωρείται ότι έχει ατομικό χαρακτήρα και είναι αντισταθμίσιμο βάσει του άρθρου 3 παράγραφος 4 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού.

    (62)

    Αυτό το καθεστώς δεν μπορεί να θεωρηθεί επιτρεπόμενο σύστημα επιστροφής δασμού ή επιστροφής φόρου σε περίπτωση υποκατάστασης κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) του βασικού κανονισμού. Δεν είναι σύμφωνο με τους αυστηρούς κανόνες που καθορίζονται στο παράρτημα Ι σημείο i), στο παράρτημα ΙΙ (ορισμός και κανόνες για την επιστροφή δασμών) και στο παράρτημα ΙΙΙ (ορισμός και κανόνες για την επιστροφή δασμών σε περίπτωση υποκατάστασης) του βασικού κανονισμού. Ο εξαγωγέας δεν έχει υποχρέωση να καταναλώσει πραγματικά τα εμπορεύματα που εισάγονται με δασμολογική ατέλεια κατά τη διαδικασία παραγωγής και το ποσό της πίστωσης δεν υπολογίζεται ανάλογα με τους πραγματικά χρησιμοποιηθέντες συντελεστές παραγωγής. Επιπλέον, δεν έχει θεσπισθεί άλλο καθεστώς ή διαδικασία που επιτρέπει να επιβεβαιωθεί ποιοι είναι οι συντελεστές παραγωγής που καταναλώνονται πραγματικά κατά τη διαδικασία παραγωγής του εξαγόμενου προϊόντος ή αν έχει πραγματοποιηθεί επιπλέον πληρωμή εισαγωγικών δασμών κατά την έννοια του παραρτήματος Ι στοιχείο i) και των παραρτημάτων ΙΙ και ΙΙΙ του βασικού κανονισμού. Τέλος, κάθε εξαγωγέας είναι επιλέξιμος για τα οφέλη που απορρέουν από το καθεστώς πιστώσεων εισαγωγικών δασμών (DEPB), ανεξάρτητα από το αν εισάγει συντελεστές παραγωγής. Για να επωφεληθεί του καθεστώτος ένας εξαγωγέας, αρκεί να εξάγει απλώς εμπορεύματα, χωρίς να πρέπει να αποδείξει ότι έχει εισαγάγει υλικό για την παραγωγή τους. Έτσι, ακόμη και οι εξαγωγείς που προμηθεύονται όλους τους συντελεστές παραγωγής από την τοπική αγορά και δεν εισάγουν προϊόντα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως συντελεστές παραγωγής, δικαιούνται επίσης να προσπορίζονται τα οφέλη που απορρέουν από το καθεστώς DEPB.

    στ)   Υπολογισμός του ποσού της επιδότησης

    (63)

    Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 2 και το άρθρο 5 του βασικού κανονισμού, το ποσό των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων υπολογίζεται με βάση το κέρδος που προσπορίζεται ο δικαιούχος, το οποίο διαπιστώνεται κατά τη διάρκεια της περιόδου της έρευνας της επανεξέτασης. Ως προς αυτό, θεωρήθηκε ότι ο δικαιούχος αποκόμισε όφελος κατά τη στιγμή της εξαγωγικής συναλλαγής βάσει αυτού του καθεστώτος. Αυτή τη στιγμή, οι ΔΑΙ δύνανται να παραιτηθούν από τους τελωνειακούς δασμούς, πράξη που αποτελεί χρηματοδοτική συνδρομή κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) του βασικού κανονισμού.

    (64)

    Με βάση τα προαναφερόμενα, ενδείκνυται να αξιολογηθεί το όφελος βάσει του καθεστώτος DEPB ως το σύνολο των πιστώσεων που έχουν εισπραχθεί για όλες τις εξαγωγικές συναλλαγές που έχουν πραγματοποιηθεί βάσει αυτού του καθεστώτος κατά την περίοδο της έρευνας.

    (65)

    Όταν υποβλήθηκαν δεόντως αιτιολογημένες αιτήσεις, κάθε αναγκαίο έξοδο που προέκυψε με σκοπό τη λήψη της επιδότησης αφαιρέθηκε από τις πιστώσεις που υπολογίσθηκαν έτσι ώστε να καθορισθούν τα ποσά της επιδότησης ως αριθμητής, δυνάμει του άρθρου 7 παράγραφος 1 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού.

    (66)

    Σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, αυτό το ποσό της επιδότησης κατανεμήθηκε στο συνολικό κύκλο εργασιών κατά την περίοδο έρευνας της επανεξέτασης ως ο κατάλληλος παρονομαστής, διότι η επιδότηση εξαρτάται από την εξαγωγική επίδοση και χορηγήθηκε ανεξάρτητα από τις κατασκευασθείσες, παραχθείσες, εξαχθείσες ή μεταφερθείσες ποσότητες. Τρεις εταιρείες επωφελήθηκαν από αυτό το καθεστώς κατά την ΠΕ και έλαβαν επιδοτήσεις από 9,0 έως 11,0 %.

    2.3.   Καθεστώς μονάδων εξαγωγικού προσανατολισμού («εφεξής EOU») / Καθεστώς Ειδικών οικονομικών ζωνών («εφεξής SEZ»)

    α)   Νομική βάση

    (67)

    Οι λεπτομέρειες αυτών των καθεστώτων περιλαμβάνονται στα κεφάλαια 6 (EOU) και 7 (SEZ) αντίστοιχα της πολιτικής εξαγωγών και εισαγωγών 2002-2007 και του HOP I 2002-2007.

    β)   Επιλεξιμότητα

    (68)

    Mε εξαίρεση τις καθαρά εμπορικές εταιρείες, όλες οι επιχειρήσεις που, κατ’ αρχήν, αναλαμβάνουν να εξάγουν ολόκληρη την παραγωγή εμπορευμάτων ή υπηρεσιών μπορούν να συσταθούν υπό καθεστώς SEZ και EOU. Μία εταιρεία επωφελήθηκε από το καθεστώς EOU κατά την ΠΕ.

    γ)   Πρακτική εφαρμογή

    (69)

    Οι ειδικές οικονομικές ζώνες (SEZ) είναι σαφώς οριοθετημένες ζώνες δασμολογικής απαλλαγής, που θεωρούνται από το έγγραφο πολιτικής Εισαγωγών και Εξαγωγών 2002-2007 ως ξένο έδαφος για τους σκοπούς των εμπορικών συναλλαγών, των δασμών και φορολογικών επιβαρύνσεων.

    (70)

    Από την άλλη πλευρά, οι μονάδες εξαγωγικού προσανατολισμού είναι περισσότερο ευέλικτες γεωγραφικά και μπορούν να συσταθούν οπουδήποτε στην Ινδία. Το καθεστώς αυτό είναι συμπληρωματικό προς αυτό των ειδικών οικονομικών ζωνών.

    (71)

    Η αίτηση για εφαρμογή καθεστώτος EOU ή SEZ πρέπει να περιλαμβάνει λεπτομέρειες για την περίοδο των επόμενων πέντε ετών όσον αφορά, μεταξύ άλλων, τις προβλεπόμενες ποσότητες παραγωγής, την προβλεπόμενη αξία των εξαγωγών, τις ανάγκες εισαγωγής και τις εγχώριες ανάγκες Αν οι αρχές δεχθούν την αίτηση της εταιρείας, η εταιρεία ενημερώνεται για τους όρους και τις προϋποθέσεις που απορρέουν από την αποδοχή αυτή. Οι εταιρείες των ελεύθερων βιομηχανικών ζωνών εξαγωγών και οι μονάδες με εξαγωγικό προσανατολισμό (SEZ/EOU) αναγνωρίζονται για μια πενταετία. Η περίοδος αυτή μπορεί να παραταθεί.

    (72)

    Σημαντική υποχρέωση μιας μονάδας εξαγωγικού προσανατολισμού ή μιας ειδικής οικονομικής ζώνης, όπως ορίζει το έγγραφο πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ 2002-2007, είναι η επίτευξη καθαρών συναλλαγματικών κερδών (εφεξής «ΚΣΚ»), ήτοι σε μια περίοδο αναφοράς (πενταετίας) η συνολική αξία των εξαγωγών πρέπει να είναι υψηλότερη από τη συνολική αξία των εισαγόμενων εμπορευμάτων.

    (73)

    Οι μονάδες EOU/SEZ δικαιούνται τις ακόλουθες παραχωρήσεις:

    i)

    απαλλαγή από εισαγωγικούς δασμούς για όλους τους τύπους εμπορευμάτων (συμπεριλαμβανομένων των κεφαλαιουχικών αγαθών, πρώτων υλών και αναλώσιμων) που απαιτούνται για την κατασκευή, την παραγωγή, τη μεταποίηση ή που χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο των διαδικασιών αυτών·

    ii)

    απαλλαγή από τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης επί των εμπορευμάτων που αγοράζονται στην εγχώρια αγορά·

    iii)

    επιστροφή του κεντρικού φόρου πωλήσεων που έχει καταβληθεί για τα εμπορεύματα που έχουν αγοραστεί στην εγχώρια αγορά·

    iv)

    δυνατότητα πώλησης μέρους της παραγωγής στην εγχώρια αγορά έναντι πληρωμής των επιβαλλόμενων δασμών επί του τελικού προϊόντος, κατά παρέκκλιση της γενικής υποχρέωσης εξαγωγής της συνολικής παραγωγής·

    v)

    απαλλαγή από το φόρο εισοδήματος που είναι κανονικά απαιτητός για τα κέρδη από τις εξαγωγικές πωλήσεις σύμφωνα με το τμήμα 10Α ή το τμήμα 10Β του νόμου για το φόρο εισοδήματος, για δεκαετή περίοδο μετά την έναρξη των ενεργειών της, αλλά όχι αργότερα από το 2010·

    vi)

    δυνατότητα ξένης ιδιοκτησίας μετοχών κατά 100 %.

    (74)

    Οι μονάδες που λειτουργούν στο πλαίσιο αυτών των καθεστώτων τελούν υπό τελωνειακή επιτήρηση σύμφωνα με το τμήμα 65 του νόμου περί τελωνείων Οι μονάδες είναι υποχρεωμένες να τηρούν με τον οριζόμενο τύπο καταχωρίσεις όλων των σχετικών εισαγωγών και της κατανάλωσης και χρησιμοποίησης όλων των εισαγόμενων συντελεστών παραγωγής καθώς και των πραγματοποιούμενων εξαγωγών. Τα εν λόγω έγγραφα θα πρέπει να υποβάλλονται περιοδικά, κατόπιν αιτήσεως, στις αρμόδιες αρχές («τριμηνιαίες και ετήσιες εκθέσεις προόδου»). Εντούτοις, «ουδέποτε θα ζητηθεί [από μια μονάδα εξαγωγικού προσανατολισμού (EOU) ή μια ειδική οικονομική ζώνη (SEZ)] να συνδέσει κάθε αποστολή για εισαγωγή με τις εξαγωγές της, τις μεταφορές σε άλλες μονάδες, τις πωλήσεις στην εγχώρια αγορά ή τα αποθέματα», παράγραφος 10.2 του προσαρτήματος 14-Ι και παράγραφος 13.2 του προσαρτήματος 14-ΙΙ του HOP I 2002-2007.

    (75)

    Οι εγχώριες πωλήσεις πραγματοποιούνται και καταχωρίζονται με σύστημα αυτοπιστοποίησης. Η διαδικασία διεκπεραίωσης των αποστολών για εξαγωγή μιας μονάδας εξαγωγικού προσανατολισμού επιθεωρείται από τελωνειακό υπάλληλο ή υπάλληλο αρμόδιο για τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης, που κατέχει μόνιμη θέση στην εν λόγω μονάδα.

    (76)

    Στην παρούσα υπόθεση, το καθεστώς EOU χρησιμοποιήθηκε μόνον από έναν από τους συνεργαζόμενους εξαγωγείς κατά την ΠΕ. Δεδομένου ότι δεν χρησιμοποιήθηκε το καθεστώς SEZ, δεν είναι συνεπώς απαραίτητο να αναλυθεί ο αντισταθμιστικός χαρακτήρας του εν λόγω καθεστώτος Ο συνεργαζόμενος εξαγωγέας που χρησιμοποίησε το καθεστώς EOU χρησιμοποίησε το καθεστώς για να εισάγει πρώτες ύλες και κεφαλαιουχικά αγαθά χωρίς εισαγωγικούς δασμούς, και για να επιτύχει την επιστροφή του κεντρικού φόρου επί των πωλήσεων που έχει καταβληθεί για τα εμπορεύματα που αγοράζονται στην εγχώρια αγορά. Αυτός ο εξαγωγέας δεν χρησιμοποίησε το καθεστώς EOU για την εισαγωγή των πρώτων υλών με απαλλαγή από τους εισαγωγικούς δασμούς, επειδή για την παραγωγή ταινιών ΡΕΤ χρησιμοποιεί κόκκους PET ως πρώτη ύλη. Αυτοί οι κόκκοι ΡΕΤ παράγονται σε άλλη μονάδα αυτής της εταιρείας από πρώτες ύλες οι οποίες αγοράζονται στο πλαίσιο του καθεστώτος ALS. Έτσι, η εταιρεία αποκόμισε τα οφέλη που περιγράφονται στα σημεία i) και iii) της αιτιολογικής σκέψης 73.

    δ)   Σχόλια μετά την κοινολόγηση

    (77)

    Μία εταιρεία η οποία αποκόμισε οφέλη βάσει του καθεστώτος EOU, υπέβαλε παρατηρήσεις για ορισμένα στοιχεία του υπολογισμού των αντίστοιχων περιθωρίων των επιδοτήσεων. Όταν αυτές οι παρατηρήσεις θεωρήθηκαν αιτιολογημένες, οι υπολογισμοί αναπροσαρμόσθηκαν κατάλληλα.

    ε)   Συμπεράσματα σχετικά με το EOU

    (78)

    Οι απαλλαγές μιας μονάδας εξαγωγικού προσανατολισμού από δύο τύπους εισαγωγικών δασμών («βασικός δασμός» και «ειδικός πρόσθετος δασμός») και η επιστροφή του φόρου επί των πωλήσεων είναι χρηματοδοτικές συνεισφορές των ΔΑΙ κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) του βασικού κανονισμού. Οι ΔΑΙ παραιτούνται από την απαίτηση σε έσοδα που θα οφείλονταν κανονικά εάν δεν εφαρμοζόταν το εν λόγω καθεστώς, πράγμα που παρέχει όφελος στην μονάδα ΕOU κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, διότι εξοικονομεί ρευστά διαθέσιμα δεδομένου ότι δεν χρειάζεται να καταβάλει τους κανονικά οφειλόμενους δασμούς.

    (79)

    Συνεπώς, η απαλλαγή από τους βασικούς δασμούς και τους ειδικούς πρόσθετους δασμούς και η επιστροφή των φόρων επί των πωλήσεων αποτελούν επιδοτήσεις κατά την έννοια του άρθρου 2 του βασικού κανονισμού. Εξαρτώνται διά νόμου από την επίτευξη εξαγωγικής επίδοσης και, επομένως, θεωρείται ότι έχουν ατομικό χαρακτήρα και είναι αντισταθμίσιμες βάσει του άρθρου 3 παράγραφος 4 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού. Ο εξαγωγικός στόχος μιας μονάδας EOU, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 6.1 του εγγράφου πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ 2002-2007, αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την εξασφάλιση των κινήτρων.

    (80)

    Επιπλέον, επιβεβαιώθηκε ότι οι ΔΑΙ δεν διαθέτουν αποτελεσματικό σύστημα ή διαδικασία ελέγχου που να επιβεβαιώνει ότι και σε τι ποσά οι συντελεστές παραγωγής που αγοράσθηκαν αδασμολόγητα ή ατελώς, καταναλώθηκαν για την παραγωγή του εξαγόμενου προϊόντος [παράρτημα ΙΙ(ΙΙ)(4) του βασικού κανονισμού και, στην περίπτωση καθεστώτος επιστροφής λόγω υποκατάστασης, παράρτημα ΙΙΙ(ΙΙ)(2) του βασικού κανονισμού]. Επιπλέον, η απαλλαγή από τους δασμούς επί των κεφαλαιουχικών αγαθών δεν είναι ένα επιτρεπόμενο καθεστώς επιστροφής δασμού.

    (81)

    Οι ΔΑΙ δεν έκαναν περαιτέρω εξέταση με βάση τους πραγματικούς συντελεστές παραγωγής, παρόλο που αυτό θα έπρεπε να γίνει κανονικά εάν δεν υπήρχε ένα αποτελεσματικό σύστημα επαλήθευσης [παράρτημα II(II)(5) και παράρτημα III(II)(3) του βασικού κανονισμού], ούτε παρείχαν απόδειξη ότι δεν έλαβε χώρα καθ’ υπέρβαση επιστροφή του δασμού.

    στ)   Υπολογισμός του ύψους της επιδότησης

    (82)

    Κατά συνέπεια, το αντισταθμίσιμο όφελος είναι η επιστροφή των συνολικών εισαγωγικών δασμών (βασικοί δασμοί και ειδικοί πρόσθετοι δασμοί) που είναι κανονικά καταβλητέοι κατά την εισαγωγή, καθώς και η επιστροφή του φόρου επί των πωλήσεων κατά την περίοδο της έρευνας επανεξέτασης.

    i)   Επιστροφή του κεντρικού φόρου επί των πωλήσεων που καταβλήθηκε για εμπορεύματα που αποφέρουν έσοδα

    (83)

    Ο αριθμητής υπολογίσθηκε ως εξής: Το ποσό της επιδότησης για τον εξαγωγέα που χρησιμοποίησε αυτό το καθεστώς υπολογίσθηκε με βάση το φόρο επί των πωλήσεων, ο οποίος επεστράφη για τις αγορές που πραγματοποιήθηκαν για τον τομέα παραγωγής, δηλαδή μεταξύ άλλων, μερών και υλικών συσκευασίας, κατά την περίοδο έρευνας της επανεξέτασης. Τα έξοδα που προέκυψαν για τη λήψη τα επιδότησης αφαιρέθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού.

    (84)

    Σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, αυτό το ποσό της επιδότησης κατανεμήθηκε στο συνολικό κύκλο εργασιών όλων των εξαγωγικών πωλήσεων κατά την περίοδο έρευνας της επανεξέτασης ως ο κατάλληλος παρονομαστής, διότι η επιδότηση εξαρτάται από την εξαγωγική επίδοση και χορηγήθηκε ανεξάρτητα από τις κατασκευασθείσες, παραχθείσες, εξαχθείσες ή μεταφερθείσες ποσότητες. Το περιθώριο επιδότησης που προέκυψε με αυτό τον τρόπο ανέρχεται σε 0,02 %.

    ii)   Απαλλαγή από εισαγωγικούς δασμούς (βασικός δασμός και πρόσθετος ειδικός δασμός) και επιστροφή του κεντρικού φόρου επί των πωλήσεων για τα κεφαλαιουχικά αγαθά.

    (85)

    Σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, το όφελος που αποκόμισε η εταιρεία, η οποία χρησιμοποίησε αυτό το καθεστώς, υπολογίσθηκε με βάση το ποσό του μη καταβληθέντος τελωνειακού δασμού επί των εισαχθέντων κεφαλαιουχικών αγαθών και το ποσό του φόρου επί των πωλήσεων που επεστράφη για τις αγορές κεφαλαιουχικών αγαθών, τα οποία κατανεμήθηκαν σε περίοδο που αντανακλά την κανονική περίοδο απόσβεσης τέτοιων κεφαλαιουχικών αγαθών στο βιομηχανικό κλάδο του υπό εξέταση προϊόντος. Tο ποσό που υπολογίσθηκε κατ’ αυτόν τον τρόπο και που καταλογίζεται εν συνεχεία στην ΠΕ, προσαρμόσθηκε με προσθήκη του τόκου κατά την εν λόγω περίοδο, ούτως ώστε να προσδιορισθεί η συνολική αξία του οφέλους που παρέσχε στον αποδέκτη το καθεστώς. Τα αναγκαία τέλη που καταβλήθηκαν για τη λήψη της επιδότησης αφαιρέθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού από το εν λόγω ποσό, έτσι ώστε να υπολογισθεί το ποσό της επιδότησης, ως αριθμητής. Σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 και το άρθρο 7 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, το εν λόγω ποσό της επιδότησης κατανεμήθηκε στον κύκλο εργασιών που πραγματοποίησε με τις εξαγωγές ο εν λόγω τομέας κατά την περίοδο έρευνας της επανεξέτασης ως ο κατάλληλος παρονομαστής, διότι η επιδότηση εξαρτάται από την εξαγωγική επίδοση και χορηγήθηκε ανεξάρτητα από τις κατασκευασθείσες, παραχθείσες, εξαχθείσες ή μεταφερθείσες ποσότητες. Το περιθώριο επιδότησης που προέκυψε με αυτό τον τρόπο ανέρχεται σε 5,0 %.

    (86)

    Έτσι, το συνολικό περιθώριο της επιδότησης στο πλαίσιο του καθεστώτος EOU για την εν λόγω εταιρεία ανέρχεται σε 5,0 %.

    2.4.   Καθεστώς προώθησης των εξαγωγών κεφαλαιουχικών αγαθών («EPCG»)

    α)   Νομική βάση

    (87)

    Η λεπτομερής περιγραφή του καθεστώτος EPCG βρίσκεται στην παράγραφο 5 του εγγράφου πολιτικής Εισαγωγών και Εξαγωγών 2002-2007 και στο κεφάλαιο 5 του HOP I 2002-2007.

    β)   Επιλεξιμότητα

    (88)

    Οι κατασκευαστές-εξαγωγείς, οι έμποροι-εξαγωγείς που είναι «υποχρεωμένοι» να υποστηρίζουν τους κατασκευαστές και οι φορείς παροχής υπηρεσιών έχουν δικαίωμα σε αυτό το καθεστώς. Διαπιστώθηκε ότι οι τέσσερις εταιρείες του δείγματος επωφελήθηκαν από το καθεστώς αυτό κατά την ΠΕ.

    γ)   Πρακτική εφαρμογή

    (89)

    Με την επιφύλαξη υποχρέωσης εξαγωγής επιτρέπεται στις εταιρείες να εισάγουν κεφαλαιουχικά αγαθά (νέα και –από τον Απρίλιο του 2003– μεταχειρισμένα κεφαλαιουχικά αγαθά μέχρι 10 ετών) με μειωμένο δασμό. Για το σκοπό αυτό, οι δημόσιες αρχές της Ινδίας χορηγούν άδεια, ύστερα από αίτηση και καταβολή ενός τέλους. Από τον Απρίλιο του 2000, το καθεστώς αυτό προβλέπει την εφαρμογή μειωμένου εισαγωγικού δασμού 5 % σε όλα τα κεφαλαιουχικά αγαθά που εισάγονται στο πλαίσιό του. Ως τις 31 Μαρτίου 2000, εφαρμοζόταν πραγματικός δασμός 11 % (συμπεριλαμβανομένου συμπληρωματικού τέλους 10 %) και, στην περίπτωση εισαγωγών υψηλής αξίας, μηδενικός δασμός. Για την εκπλήρωση της υποχρέωσης εξαγωγής, τα εισαγόμενα κεφαλαιουχικά αγαθά πρέπει να χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ορισμένης ποσότητας εξαγωγικών προϊόντων εντός καθορισμένης περιόδου.

    δ)   Σχόλια μετά την κοινολόγηση

    (90)

    Ύστερα από την κοινολόγηση, οι ΔΑΙ αμφισβήτησαν την προσθήκη του τόκου για τον υπολογισμό του ποσού του οφέλους, ισχυριζόμενες ότι τίποτα δεν επιτρέπει να υποτεθεί ότι μια εταιρεία είχε χρηματοδοτήσει το συνολικό ποσό των συμπληρωματικών τελωνειακών δασμών μέσω δανείων και ότι επομένως έπρεπε να ληφθεί υπόψη η σχέση οφειλών και αξίας μετοχών κάθε εταιρείας κατά την περίοδο της έρευνας και να χρησιμοποιηθεί μόνον ένα αναλογικό ποσό για τον εν λόγω υπολογισμό.

    (91)

    Ακόμη και στην περίπτωση που οι δασμοί εταιρείας χρηματοδοτήθηκαν μέσω δανείων ή με τους ιδίους πόρους της, θεωρείται ότι προέκυψε κάποιο κόστος για την εταιρεία. Όσον αφορά το δάνειο, το εν λόγω κόστος είναι ο τόκος που καταβάλλεται επ’ αυτού. Όσον αφορά τους ιδίους πόρους, το κόστος για την εταιρεία αντιστοιχεί στους απολεσθέντες τόκους. Επομένως, το επιχείρημα αυτό απορρίφθηκε.

    (92)

    Τρεις εταιρείες που ωφελήθηκαν από το καθεστώς EPCG υπέβαλαν παρατηρήσεις ήσσονος σημασίας για ορισμένα στοιχεία υπολογισμού των αντίστοιχων περιθωρίων των επιδοτήσεων. Όταν αυτές οι παρατηρήσεις θεωρήθηκαν αιτιολογημένες, οι υπολογισμοί προσαρμόσθηκαν ανάλογα.

    ε)   Συμπεράσματα για το EPCG

    (93)

    Το καθεστώς EPCG παρέχει επιδοτήσεις κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) και του άρθρου 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού. Η δασμολογική μείωση αποτελεί χρηματοδοτική συνεισφορά των ΔΑΙ, δεδομένου ότι με αυτή την παραχώρηση παραιτούνται από απαίτηση σε τελωνειακά έσοδα που θα οφείλονταν κανονικά. Επιπλέον, η δασμολογική μείωση παρέχει όφελος στον εξαγωγέα στο μέτρο που οι δασμοί που εξοικονομούνται επί της εισαγωγής βελτιώνουν τα ρευστά διαθέσιμά του.

    (94)

    Επιπλέον, το καθεστώς EPCG εξαρτάται εκ του νόμου από την εξαγωγική επίδοση, δεδομένου ότι οι εν λόγω άδειες δεν μπορούν να χορηγούνται χωρίς δέσμευση για εξαγωγή. Ως έχει, το καθεστώς αυτό θεωρείται ότι έχει ατομικό χαρακτήρα δυνάμει του άρθρου 3 παράγραφος 4 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού και είναι αντισταθμίσιμο.

    (95)

    Αυτό το καθεστώς δεν μπορεί να θεωρηθεί επιτρεπόμενο σύστημα επιστροφής δασμού ή επιστροφής φόρου σε περίπτωση υποκατάστασης κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) του βασικού κανονισμού. Τα κεφαλαιουχικά αγαθά δεν υπάγονται στα επιτρεπόμενα συστήματα που καθορίζονται στο παράρτημα Ι σημείο i) του βασικού κανονισμού, διότι δεν καταναλώνονται κατά τη διαδικασία παραγωγής των εξαγόμενων προϊόντων.

    στ)   Υπολογισμός του ποσού της επιδότησης

    (96)

    Ο αριθμητής υπολογίσθηκε ως εξής: Το ποσό της επιδότησης υπολογίσθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, με βάση τους μη καταβληθέντες δασμούς για τα εισαχθέντα κεφαλαιουχικά αγαθά κατά τη διάρκεια περιόδου που αντιστοιχεί στην κανονική περίοδο απόσβεσης των εν λόγω κεφαλαιουχικών αγαθών στον κλάδο παραγωγής ταινιών ΡΕΤ. Ο τόκος προστέθηκε σ’ αυτό το ποσό έτσι ώστε να προσδιορίζεται η συνολική αξία του οφέλους που χορηγήθηκε κατά τη διάρκεια της εν λόγω περιόδου. Τα έξοδα που προέκυψαν για τη λήψη τα επιδότησης αφαιρέθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού.

    (97)

    Σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφοι 2 και 3 του βασικού κανονισμού, το εν λόγω ποσό της επιδότησης κατανεμήθηκε στον κύκλο εργασιών που προέκυψε από τις εξαγωγές κατά την περίοδο της έρευνας της επανεξέτασης ως ο κατάλληλος παρονομαστής, διότι η επιδότηση εξαρτάται από την εξαγωγική επίδοση. Οι επιδοτήσεις που έλαβαν οι τέσσερις εταιρείες του δείγματος κυμαίνονταν μεταξύ 1,3 και 2,7 %.

    2.5.   Πιστοποιητικό ατελούς ανεφοδιασμού (εφεξής «DFRC»

    α)   Νομική βάση

    (98)

    Η λεπτομερής περιγραφή αυτού του καθεστώτος βρίσκεται στις παραγράφους 4.2.1 έως 4.2.7 του εγγράφου πολιτικής Εισαγωγών και Εξαγωγών 2002-2007 και στις παραγράφους 4.31 έως 4.36 του HOP I 2002-2007.

    β)   Πρακτική εφαρμογή

    (99)

    Επειδή καμία από τις τέσσερις εταιρείες του δείγματος δεν αποκόμισε οφέλη από το καθεστώς DFRC, δεν ήταν αναγκαίο να γίνει περαιτέρω ανάλυση του αντισταθμίσιμου χαρακτήρα του καθεστώτος αυτού.

    2.6.   Καθεστώς απαλλαγής από το φόρο εισοδήματος (εφεξής «ΙTΕS»)

    α)   Νομική βάση

    (100)

    Η νομική βάση αυτού του καθεστώτος βασίζεται στο νόμο του 1961 περί φόρου εισοδήματος (εφεξής «ITA»), ο οποίος τροποποιείται ετησίως από το νόμο περί οικονομικών. Αυτός ο νόμος καθορίζει κάθε χρόνο τη βάση για την είσπραξη των φόρων καθώς και διάφορες απαλλαγές και μειώσεις που μπορούν να ζητηθούν. Οι εταιρείες εξαγωγής μπορούν να ζητήσουν απαλλαγές φόρου εισοδήματος δυνάμει των τμημάτων 10A, 10B, και 80HHC του νόμου περί φόρου εισοδήματος (ITA).

    β)   Πρακτική εφαρμογή

    (101)

    Επειδή καμία από τις τέσσερις εταιρείες του δείγματος δεν αποκόμισε οφέλη βάσει των τμημάτων 10A και 10B του νόμου περί φόρου εισοδήματος, δεν ήταν αναγκαίο να γίνει περαιτέρω ανάλυση του αντισταθμίσιμου χαρακτήρα των τμημάτων 10A και 10B του ΙΤΑ.

    (102)

    Δύο από τους εξαγωγείς που αποτέλεσαν αντικείμενο της έρευνας δήλωσαν ότι επωφελήθηκαν από μερική απαλλαγή του φόρου εισοδήματος για κέρδη που προέκυψαν από τις εξαγωγικές πωλήσεις κατά τη διάρκεια της ΠΕ βάσει του τμήματος 80HHC του νόμου περί φόρου εισοδήματος. Εντούτοις, δεδομένου ότι αυτή η διάταξη του ΙΤΑ καταργήθηκε από το δημοσιονομικό έτος που άρχισε την 1η Απριλίου 2004 και έληξε στις 31 Μαρτίου 2005, δεν απέφερε κανένα όφελος στον αιτούντα μετά την 31η Μαρτίου 2004. Επομένως, τα οφέλη στο πλαίσιο του τμήματος 80HHC του νόμου περί φόρου εισοδήματος δεν θα αντισταθμισθούν, σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού.

    2.7.   Καθεστώς εξαγωγικών πιστώσεων (εφεξής «ECS»)

    α)   Νομική βάση

    (103)

    Οι λεπτομέρειες αυτού του καθεστώτος περιέχονται στη βασική εγκύκλιο IECD αριθ. 5/04.02.01/2002-03 (Εξαγωγικές πιστώσεις σε συνάλλαγμα) και στη βασική εγκύκλιο IECD αριθ. 10/04.02.01/2003-04 (Εξαγωγικές πιστώσεις σε ρουπίες) της Τράπεζας Καταθέσεων της Ινδίας (εφεξής «RBI»), που απευθύνονται στο σύνολο των ινδικών εμπορικών τραπεζών.

    β)   Επιλεξιμότητα

    (104)

    Επιλεξιμότητα σε αυτό το καθεστώς έχουν οι κατασκευαστές/εξαγωγείς και οι έμποροι/εξαγωγείς. Τρεις εταιρείες επωφελήθηκαν από το καθεστώς αυτό κατά την ΠΕ.

    γ)   Πρακτική εφαρμογή

    (105)

    Στο πλαίσιο αυτού του καθεστώτος, η RBI καθορίζει ανώτατα όρια για τα επιτόκια που εφαρμόζονται στις εξαγωγικές πιστώσεις σε ρουπίες και σε συνάλλαγμα, τα οποία οι εμπορικές τράπεζες πρέπει να τηρούν «για να μπορούν οι εξαγωγείς να έχουν πρόσβαση σε πίστωση σε ανταγωνιστικές τιμές σε διεθνές επίπεδο» Tο καθεστώς ECS αποτελείται από δύο επί μέρους καθεστώτα, το καθεστώς εξαγωγικών πιστώσεων πριν από την αποστολή («packing credit»), που καλύπτει πιστώσεις που παρέχονται σε εξαγωγέα για τη χρηματοδότηση της αγοράς, της μεταποίησης, της παρασκευής, της συσκευασίας ή/και της αποστολής των εμπορευμάτων πριν από την εξαγωγή, και το καθεστώς εξαγωγικών πιστώσεων μετά την αποστολή, που προβλέπει δάνεια για κεφάλαια κίνησης με σκοπό τη χρηματοδότηση των εξαγωγικών αναγκών. Η RBI συστήνει επίσης στις τράπεζες να διαθέσουν ένα ποσό από τις καθαρές πιστώσεις τους για τη χρηματοδότηση των εξαγωγών.

    (106)

    Από τις εν λόγω βασικές εγκυκλίους της RBI προκύπτει ότι οι εξαγωγείς μπορούν να εξασφαλίζουν εξαγωγικές πιστώσεις με προτιμησιακό επιτόκιο σε σύγκριση με το επιτόκιο για τις συνήθεις εμπορικές πιστώσεις («ταμειακές πιστώσεις»), που έχουν απλώς καθορισθεί από τις συνθήκες της αγοράς.

    δ)   Σχόλια μετά την κοινολόγηση

    (107)

    Δύο εταιρείες οι οποίες επωφελήθηκαν από το καθεστώς ECS υπέβαλαν ορισμένες παρατηρήσεις ήσσονος σημασίας για ορισμένα στοιχεία υπολογισμού των αντίστοιχων περιθωρίων των επιδοτήσεων. Όταν αυτές οι παρατηρήσεις θεωρήθηκαν αιτιολογημένες, οι υπολογισμοί προσαρμόσθηκαν ανάλογα.

    ε)   Συμπέρασμα σχετικά με το ECS

    (108)

    Πρώτον, μειώνοντας το κόστος χρηματοδότησης σε σχέση με τα επιτόκια της αγοράς, τα ανωτέρω προτιμησιακά επιτόκια παρέχουν όφελος κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού στον εξαγωγέα. Αν και οι προτιμησιακές πιστώσεις βάσει του εν λόγω καθεστώτος χορηγούνται από εμπορικές τράπεζες, το όφελος αντιστοιχεί σε χρηματοδοτική συνεισφορά των δημοσίων αρχών κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 σημείο iv) του βασικού κανονισμού. Η RBI είναι ένας δημόσιος φορέας, που εμπίπτει επομένως στο ορισμό «δημοσίων αρχών», όπως ορίζεται στο άρθρο 1 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, και δίνει εντολή σε εμπορικές τράπεζες να χορηγούν χρηματοδότηση με προτιμησιακούς όρους σε εταιρείες εξαγωγής. Αυτή η χρηματοδότηση με προτιμησιακούς όρους ισοδυναμεί με επιδότηση, η οποία θεωρείται ότι έχει ατομικό χαρακτήρα και είναι αντισταθμίσιμη εφόσον τα προτιμησιακά επιτόκια εξαρτώνται από τις εξαγωγικές επιδόσεις, δυνάμει του άρθρου 3 παράγραφος 4 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού.

    στ)   Υπολογισμός του ποσού της επιδότησης

    (109)

    Το ποσό της επιδότησης υπολογίσθηκε με βάση τη διαφορά μεταξύ του τόκου που καταβλήθηκε για τις εξαγωγικές πιστώσεις που χρησιμοποιήθηκαν κατά την ΠΕ επανεξέτασης και του ποσού που θα έπρεπε να είχε καταβληθεί εάν εφαρμόζονταν τα ίδια επιτόκια για τις συνήθεις εμπορικές πιστώσεις από μεμονωμένες εταιρείες. Το ποσό αυτό της επιδότησης (αριθμητής) κατανεμήθηκε στο συνολικό κύκλο εργασιών των εξαγωγών κατά την περίοδο έρευνας επανεξέτασης (ο κατάλληλος παρανομαστής) σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, διότι η επιδότηση εξαρτάται από τις εξαγωγικές επιδόσεις και χορηγήθηκε ανεξάρτητα από τις κατασκευασθείσες, παραχθείσες, εξαχθείσες ή μεταφερθείσες ποσότητες. Οι τέσσερις εταιρείες του δείγματος αποκόμισαν οφέλη στο πλαίσιο του καθεστώτος ECS. Έλαβαν επιδοτήσεις που κυμαίνονταν μεταξύ 0,01 και 1,3 %.

    2.8.   Εισφορές κεφαλαίων.

    (110)

    Επειδή καμία από τις τέσσερις εταιρείες του δείγματος δεν αποκόμισε οφέλη στο πλαίσιο αυτού του καθεστώτος ad hoc, δεν ήταν αναγκαίο να γίνει περαιτέρω ανάλυση του αντισταθμίσιμου χαρακτήρα του.

    3.   ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΑ ΚΑΘΕΣΤΩΤΑ

    3.1.   Καθεστώς παροχής κινήτρων από μέρους της κυβέρνησης του Uttar Pradesh

    (111)

    Διαπιστώθηκε ότι κανένας από τους παραγωγούς-εξαγωγείς δεν χρησιμοποίησε το καθεστώς παροχής κινήτρων από μέρους της κυβέρνησης του Uttar Pradesh.

    3.2.   Καθεστώς παροχής κινήτρων από μέρους της κυβέρνησης του Maharashtra

    α)   Νομική βάση

    (112)

    Για να ενθαρρυνθεί ο διασκορπισμός των βιομηχανιών στις λιγότερο ανεπτυγμένες περιοχές της Πολιτείας, η κυβέρνηση του Maharashtra χορηγεί κίνητρα σε νέες/ επεκτεινόμενες μονάδες που έχουν συσταθεί σε αναπτυσσόμενες περιοχές της Πολιτείας, από το 1964, υπό ένα καθεστώς που είναι κοινώς γνωστό ως «καθεστώς παροχής κινήτρων». Το καθεστώς τροποποιήθηκε επανειλημμένα από την εισαγωγή του και το «καθεστώς 1993» άρχισε να λειτουργεί από την 1η Οκτωβρίου 1993 ως τις 31 Μαρτίου 2001, ενώ το τελευταίο τροποποιηθέν καθεστώς, το «καθεστώς 2001», εισήχθη στις 31 Μαρτίου 2001 και λειτουργεί ως τις 31 Μαρτίου 2006. Το καθεστώς παροχής κινήτρων της κυβέρνησης του Maharashtra αποτελείται από πολλά επιμέρους καθεστώτα, μεταξύ των οποίων κυριότερα είναι: i) απαλλαγή από τον τοπικό φόρο επί των πωλήσεων και ii) το καθεστώς επιστροφής των ειδικών φόρων κατανάλωσης.

    β)   Επιλεξιμότητα

    (113)

    Για να είναι επιλέξιμες για το εν λόγω καθεστώς, οι εταιρείες πρέπει να πραγματοποιούν επενδύσεις σε λιγότερο ανεπτυγμένες περιοχές, είτε με τη δημιουργία νέας βιομηχανικής εγκατάστασης είτε με την πραγματοποίηση κεφαλαιουχικής επένδυσης μεγάλης κλίμακας για την επέκταση ή τη μετατροπή υφιστάμενης βιομηχανικής εγκατάστασης. Οι περιοχές αυτές κατατάσσονται ανάλογα με την οικονομική τους ανάπτυξη σε διάφορες κατηγορίες (π.χ. όχι πολύ ανεπτυγμένη περιοχή, λιγότερο ανεπτυγμένη περιοχή, ελάχιστα ανεπτυγμένη περιοχή). Το κύριο κριτήριο για τον καθορισμό του ποσού των κινήτρων είναι η περιοχή στην οποία βρίσκεται ή θα εγκατασταθεί η επιχείρηση και το μέγεθος της επένδυσης.

    γ)   Πρακτική εφαρμογή

    (114)

    Απαλλαγή από τον τοπικό φόρο επί των πωλήσεων – Τα εμπορεύματα υπόκεινται κανονικά σε κεντρικό φόρο επί των πωλήσεων (για πωλήσεις μεταξύ των πολιτειών) ή σε κρατικό φόρο επί των πωλήσεων (για πωλήσεις εντός της πολιτείας) σε διάφορα επίπεδα ανάλογα με το κράτος/τα κράτη στα οποία πραγματοποιούνται οι συναλλαγές. Δεν υπάρχει φόρος επί των πωλήσεων κατά την εισαγωγή ή εξαγωγή εμπορευμάτων, ενώ οι εγχώριες πωλήσεις υπόκεινται σε φόρο επί των πωλήσεων με τον ισχύοντα συντελεστή. Στο πλαίσιο του καθεστώτος απαλλαγής, ορισμένες μονάδες δεν εισπράττουν φόρο επί των πωλήσεων για τις συναλλαγές τους. Ομοίως, ορισμένες μονάδες απαλλάσσονται από την καταβολή του τοπικού φόρου επί των πωλήσεων για τις αγορές τους εμπορευμάτων από προμηθευτή που είναι ο ίδιος επιλέξιμος γι’ αυτό το καθεστώς. Ενώ οι συναλλαγές πωλήσεων δεν παρέχουν όφελος στη συγκεκριμένη μονάδα πωλήσεων, η συναλλαγή αγοράς παρέχει όφελος στη συγκεκριμένη μονάδα αγοράς. Δύο από τις τέσσερις εταιρείες του δείγματος διέθεταν μια μονάδα που ήταν επιλέξιμη για το καθεστώς παροχής κινήτρων της κυβέρνησης του Maharashtra κατά την ΠΕ. Στο πλαίσιο αυτού του καθεστώτος, αυτές οι δύο μονάδες είχαν απαλλαγεί από το φόρο επί των πωλήσεων για ορισμένες από τις εγχώριες αγορές τους από προμηθευτές που ήταν επιλέξιμοι για το καθεστώς απαλλαγής.

    (115)

    Καθεστώς επιστροφής των ειδικών φόρων κατανάλωσης – Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης είναι ένας φόρος που εισπράττουν οι τοπικές κυβερνήσεις στην Ινδία, καθώς και η κυβέρνηση του Maharashtra, για εμπορεύματα που εισάγονται στα εδαφικά όρια πόλης ή περιφέρειας. Οι βιομηχανικές επιχειρήσεις έχουν δικαίωμα επιστροφής του ειδικού φόρου κατανάλωσης από την κυβέρνηση του Maharashtra, εάν οι εγκαταστάσεις τους βρίσκονται σε συγκεκριμένες πόλεις και περιφέρειες εντός του εδάφους της πολιτείας. Το συνολικό επιστρεπτέο ποσό περιορίζεται στο 100 % της επένδυσης σε πάγιο κεφάλαιο. Από τις ανωτέρω δύο εταιρείες που διαθέτουν μια επιλέξιμη μονάδα για το καθεστώς παροχής κινήτρων από την κυβέρνηση του Maharashtra κατά την ΠΕ, διαπιστώθηκε ότι μόνον μια είχε επωφεληθεί από την επιστροφή του ειδικού φόρου κατανάλωσης από την κυβέρνηση της εν λόγω πολιτείας.

    δ)   Σχόλια μετά την κοινολόγηση

    (116)

    Μία εταιρεία που επωφελήθηκε από το καθεστώς παροχής κινήτρων της Κυβέρνησης του Maharashtra υπέβαλε παρατηρήσεις ήσσονος σημασίας για ορισμένα στοιχεία υπολογισμού των αντίστοιχων περιθωρίων των επιδοτήσεων. Όταν αυτές οι παρατηρήσεις θεωρήθηκαν αιτιολογημένες, οι υπολογισμοί προσαρμόσθηκαν ανάλογα.

    ε)   Συμπέρασμα για το καθεστώς παροχής κινήτρων της κυβέρνησης του Maharashtra

    (117)

    Το καθεστώς PSI της κυβέρνησης του Maharashtra παρέχει επιδοτήσεις κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) και του άρθρου 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού. Τα δύο επιμέρους καθεστώτα που εξετάζονται ανωτέρω αποτελούν χρηματοδοτική συνεισφορά της κυβέρνησης του Maharashtra, δεδομένου ότι με αυτή την παραχώρηση παραιτείται από απαίτηση σε τελωνειακά έσοδα που θα οφείλονταν κανονικά. Επιπλέον, αυτή η απαλλαγή/επιστροφή παρέχει όφελος στην εταιρεία εφόσον βελτιώνει τα ρευστά διαθέσιμα της εταιρείας.

    (118)

    Από το καθεστώς αυτό μπορούν να επωφελούνται μόνο οι εταιρείες που έχουν πραγματοποιήσει επενδύσεις σε συγκεκριμένες γεωγραφικές ζώνες που υπάγονται στην επικράτεια της πολιτείας Maharashtra. Το καθεστώς αυτό δεν είναι προσιτό στις εταιρείες που είναι εγκατεστημένες εκτός των ζωνών αυτών. Το όφελος ποικίλλει ανάλογα με την εκάστοτε ζώνη. Το καθεστώς έχει ατομικό χαρακτήρα κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 2 στοιχείο α) και του άρθρου 3 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού και είναι, επομένως, αντισταθμίσιμο.

    στ)   Υπολογισμός του ποσού της επιδότησης

    (119)

    Όσον αφορά την απαλλαγή από το φόρο επί των πωλήσεων, το ποσό της επιδότησης υπολογίσθηκε με βάση το ποσό του φόρου επί των πωλήσεων που ήταν κανονικά απαιτητός κατά την περίοδο έρευνας της επανεξέτασης αλλά που δεν καταβλήθηκε στο πλαίσιο αυτού του καθεστώτος. Ομοίως, σε ό,τι αφορά τον ειδικό φόρο κατανάλωσης, το όφελος που αποκόμισε ο εξαγωγέας υπολογίσθηκε ως το ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που επεστράφη κατά την ΠΕ. Σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, αυτά τα ποσά της επιδότησης κατανεμήθηκαν στο σύνολο των πωλήσεων κατά την περίοδο έρευνας της επανεξέτασης ως ο κατάλληλος παρονομαστής, διότι η επιδότηση δεν εξαρτάται από την εξαγωγική επίδοση και χορηγήθηκε ανεξάρτητα από τις κατασκευασθείσες, παραχθείσες, εξαχθείσες ή μεταφερθείσες ποσότητες. Κατά την περίοδο αυτή, δύο εταιρείες επωφελήθηκαν από αυτά τα καθεστώτα. Και οι δύο έλαβαν επιδοτήσεις 1,6 %.

    4.   ΠΟΣΟ ΤΩΝ ΑΝΤΙΣΤΑΘΜΙΣΙΜΩΝ ΕΠΙΔΟΤΗΣΕΩΝ

    (120)

    Το ποσό των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων που καθορίσθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του βασικού κανονισμού, εκφραζόμενο κατ’ αξίαν, για τους παραγωγούς-εξαγωγείς που αποτέλεσαν αντικείμενο της έρευνας, κυμαίνεται από 11,7 έως 15,2 %. Αυτά τα ποσά της επιδότησης υπερβαίνουν το ελάχιστο κατώτατο όριο που αναφέρεται στο άρθρο 14 παράγραφος 5 στοιχεία α) και β) του βασικού κανονισμού.

    (121)

    Επομένως, θεωρήθηκε ότι, δυνάμει του άρθρου 18 του βασικού κανονισμού, η πρακτική επιδοτήσεων συνεχίσθηκε κατά την ΠΕ.

    ΚΑΘΕΣΤΩΣ

    ALS

    DEPB

    EOU

    EPCG

    ECS

    PSI της κυβέρνησης του Maharashtra

    Σύνολο

    ΕΤΑΙΡΕΙΑ

    %

    %

    %

    %

    %

    %

    %

    Ester Industries Ltd

    0

    11,0

    0

    1,3

    0,5

    0

    12,8

    Flex Industries Ltd

    0

    9,0

    0

    2,7

    ελάχ.

    0

    11,7

    Garware Polyester Ltd

    0

    10,5

    0

    1,5

    1,3

    1,6

    14,9

    Jindal Poly Films Ltd

    6,0

    0

    5,0

    2,2

    0,4

    1,6

    15,2

    Δ.   ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑ ΣΥΝΕΧΙΣΗΣ Η ΕΠΑΝΑΛΗΨΗΣ ΤΗΣ ΠΡΑΚΤΙΚΗΣ ΕΠΙΔΟΤΗΣΕΩΝ

    (122)

    Σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, εξετάσθηκε αν η λήξη ισχύος των μέτρων θα οδηγούσε ενδεχομένως στη συνέχιση ή στην εκ νέου εμφάνιση της πρακτικής επιδοτήσεων.

    (123)

    Καθορίσθηκε ότι κατά την ΠΕ, οι ινδοί εξαγωγείς του υπό εξέταση προϊόντος οι οποίοι συμπεριελήφθησαν στο δείγμα, εξακολούθησαν να επωφελούνται από αντισταθμίσιμες επιδοτήσεις από τις ινδικές αρχές. Με εξαίρεση μια εταιρεία, τα περιθώρια των επιδοτήσεων που διαπιστώθηκαν κατά την επανεξέταση είναι υψηλότερα από τα περιθώρια που καθορίσθηκαν κατά την αρχική έρευνα. Ενώ ορισμένα προγράμματα που είχαν αντισταθμιστεί το 1999 (όπως το DEPB πριν από την εξαγωγή) σταμάτησαν, διαπιστώθηκε ότι άλλα προγράμματα που δεν υπήρχαν το 1999 (όπως το ALS) ήταν αντισταθμίσιμα στην παρούσα επανεξέταση. Τα καθεστώτα επιδοτήσεων που εξετάζονται ανωτέρω παρέχουν επαναλαμβανόμενα οφέλη. Με εξαίρεση το καθεστώς DEPB (βλ. αιτιολογική σκέψη 54), δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι αυτά τα προγράμματα θα λήξουν στο προσεχές μέλλον. Σύμφωνα με τις ΔΑΙ, προβλέπεται ότι το καθεστώς αντικατάστασης του DEPB θα τεθεί σε ισχύ την 1η Απριλίου 2006 το νωρίτερο. Η κατάσταση που απορρέει από την αντικατάσταση του καθεστώτος DEPB από ένα, κατά τους ισχυρισμούς, συμβατό με τους κανόνες του ΠΟΕ καθεστώς, για το οποίο η Επιτροπή δεν διαθέτει καμία πληροφορία, θα πρέπει να εξετασθεί σε εύθετο χρόνο. Σημειώνεται επίσης ότι ένας από τους συνεργαζόμενους εξαγωγείς που είχε προηγουμένως επωφεληθεί από το καθεστώς DEPB, δεν είχε πλέον οφέλη από αυτό το καθεστώς κατά την ΠΕ (βλ. αιτιολογική σκέψη 33). Αυτός ο εξαγωγέας επωφελήθηκε, ωστόσο, από το καθεστώς ALS, το οποίο είναι επίσης ένα είδος καθεστώτος επιστροφής δασμών κατά την ΠΕ της τρέχουσας έρευνας. Στην περίπτωση που καταργηθεί το καθεστώς DEPB την 1η Απριλίου 2006 και εάν δεν υπάρξουν οφέλη για τους εξαγωγείς μετά την ημερομηνία αυτή, θεωρείται ότι υπάρχει το ενδεχόμενο, μέσω ενός άλλου εναλλακτικού αντισταθμίσιμου συστήματος επιδοτήσεων (βλ. ALS), να συνεχισθεί η πρακτική επιδοτήσεων σε επίπεδα που θα προσεγγίζουν τα επίπεδα που διαπιστώθηκαν για το καθεστώς DEPB. Εν τω μεταξύ, οι εξαγωγείς του υπό εξέταση προϊόντος θα εξακολουθήσουν να λαμβάνουν αντισταθμίσιμες επιδοτήσεις. Επιπλέον, υπενθυμίζεται ότι όλοι οι εξαγωγείς του υπό εξέταση προϊόντος είναι επιλέξιμοι για αριθμό από τα προγράμματα που εξετάσθηκαν. Υπό αυτές τις περιστάσεις, θεωρήθηκε εύλογο να συναχθεί το συμπέρασμα ότι πιθανόν να συνεχισθούν στο μέλλον οι πρακτικές επιδοτήσεων.

    (124)

    Εφόσον έχει αποδειχθεί ότι οι επιδοτήσεις συνεχίσθηκαν κατά την διάρκεια της επανεξέτασης και υπάρχει το ενδεχόμενο να συνεχισθούν και στο μέλλον, δεν υπάρχει λόγος να εξετασθεί περαιτέρω η πιθανότητα επανάληψης της πρακτικής επιδοτήσεων.

    Ε.   ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΣ ΚΛΑΔΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

    1.   ΚΟΙΝΟΤΙΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ

    (125)

    Εντός της Κοινότητας, το ομοειδές προϊόν κατασκευάζεται από 10 παραγωγούς οι οποίοι αποτελούν το σύνολο της κοινοτικής παραγωγής κατά την έννοια του άρθρου 9 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού.

    2.   ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΣ ΚΛΑΔΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

    (126)

    Θα πρέπει να αναφερθεί ότι στην αρχική έρευνα ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής συνίστατο σε οκτώ παραγωγούς. Οι δύο νέοι παραγωγοί είναι εγκατεστημένοι στα νέα κράτη μέλη. Έξι από τις εταιρείες δεν υποστήριξαν την αίτηση και δεν συνεργάσθηκαν με την έρευνα επανεξέτασης. Οι ακόλουθοι τέσσερις παραγωγοί υποστήριξαν την καταγγελία και συμφώνησαν να συνεργαστούν:

    DuPont Teijin Films,

    Mitsubishi Polyester Film GmbH,

    Nuroll SpA,

    Toray Plastics Europe.

    (127)

    Αυτές οι εταιρείες συνεργάστηκαν πλήρως στην έρευνα. Αντιπροσώπευαν το 86 % της συνολικής κοινοτικής παραγωγής κατά την ΠΕ.

    (128)

    Θεωρήθηκε, επομένως, ότι οι ανωτέρω τέσσερις κοινοτικοί παραγωγοί αντιπροσωπεύουν ένα σημαντικό τμήμα της συνολικής κοινοτικής παραγωγής του ομοειδούς προϊόντος. Οι ανωτέρω τέσσερις κοινοτικοί παραγωγοί θεωρείται ότι αποτελούν τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής κατά την έννοια του άρθρου 9 παράγραφος 1 και του άρθρου 10 παράγραφος 8 του βασικού κανονισμού και καλούνται εφεξής «κοινοτικός κλάδος παραγωγής».

    ΣΤ.   ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΤΙΚΗΣ ΑΓΟΡΑΣ

    1.   ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

    (129)

    Οι ακόλουθες τάσεις των τιμών στηρίζονται στις τιμές εισαγωγής της Eurostat και περιλαμβάνουν τους παραδοσιακούς τελωνειακούς δασμούς και τους δασμούς αντιντάμπινγκ, εφόσον εφαρμόζονται, και το εκτιμώμενο κόστος μετά την εισαγωγή.

    2.   ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΟΤΙΚΗ ΑΓΟΡΑ

    (130)

    Η κοινοτική κατανάλωση καθορίσθηκε με βάση τους όγκους των πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής στην αγορά της Κοινότητας, τα στοιχεία της Eurostat για όλες τις εισαγωγές της ΕΕ και τους όγκους των πωλήσεων των άλλων κοινοτικών παραγωγών στην αγορά της Κοινότητας,

    (131)

    Μεταξύ του 2001 και της ΠΕ, η κατανάλωση στην Κοινότητα μειώθηκε κατά 7 %. Ειδικότερα, παρέμεινε σταθερή μεταξύ του 2001 και του 2002, μειώθηκε κατά 6 ποσοστιαίες μονάδες μεταξύ του 2002 και του 2003, και τελικά μειώθηκε μόνο κατά μια ποσοστιαία μονάδα κατά την ΠΕ.

     

    2001

    2002

    2003

    ΠΕ

    Συνολική κοινοτική κατανάλωση (τόνοι)

    271 417

    271 787

    253 890

    251 491

    Δείκτης (2001=100)

    100

    100

    94

    93

    3.   ΕΙΣΑΓΩΓΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΗ ΧΩΡΑ

    (132)

    Ο όγκος των εισαγωγών καταγωγής της εν λόγω χώρας αυξήθηκε κατά 107 % κατά την εξεταζόμενη περίοδο και έφθασε σε επίπεδο 12 679 τόνων την ΠΕ, που αντιστοιχεί σε μερίδιο αγοράς 5 %. Κατά την ΠΕ της αρχικής έρευνας, το μερίδιο αγοράς της εν λόγω χώρας ήταν 9,6 % αλλά το 2001 είχε μειωθεί στο 2,3 % μετά την επιβολή των μέτρων.

    (133)

    Οι τιμές των εισαγωγών από την εν λόγω χώρα αυξήθηκαν ελαφρώς, κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες, μεταξύ του 2001 και του 2003, δηλαδή μετά την επιβολή των οριστικών αντισταθμιστικών μέτρων αλλά, εν συνεχεία, μειώθηκαν κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες την ΠΕ.

    (134)

    Με βάση τη σύγκριση μοντέλου προς μοντέλο, η έρευνα έδειξε ότι οι εισαγωγές από την εν λόγω χώρα πραγματοποιούνταν σε τιμές που ήταν χαμηλότερες από τις τιμές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής κατά 2 έως 21 % την ΠΕ, ανάλογα με τον συνεργαζόμενο εξαγωγέα. Αυτή η σύγκριση πραγματοποιήθηκε με βάση τις πραγματικές τιμές εξαγωγής που κατέβαλαν οι συνεργαζόμενοι εξαγωγείς στην Κοινότητα. Οι έρευνες που αναφέρονται στις αιτιολογικές σκέψεις 5, 6 και 7 ανωτέρω αποδεικνύουν ότι ένα μεγάλο μέρος των τιμών εξαγωγής στην Κοινότητα είχε καθορισθεί ακριβώς πάνω από τις ελάχιστες τιμές εισαγωγής που καθορίστηκαν βάσει των αναλήψεων υποχρεώσεων οι οποίες έγιναν αποδεκτές στο πλαίσιο των οριστικών μέτρων αντιντάμπινγκ (βλ. αιτιολογική σκέψη 2) και ότι οι ινδικές τιμές εξαγωγής σε άλλες τρίτες χώρες ήταν ουσιαστικά χαμηλότερες από τις τιμές στην Κοινότητα. Επομένως, εάν οι υπολογισμοί των χαμηλότερων τιμών από τις κοινοτικές είχαν γίνει με βάση τις τιμές εξαγωγής προς άλλες τρίτες χώρες, τα περιθώρια αυτών των χαμηλότερων τιμών θα ήταν μεγαλύτερα από αυτά που αναφέρονται ανωτέρω.

     

    2001

    2002

    2003

    ΠΕ

    Όγκος των εισαγωγών από την εν λόγω χώρα (τόνοι)

    6 129

    7 738

    11 520

    12 679

    Δείκτης (2001=100)

    100

    126

    188

    207

    Μερίδιο αγοράς των εισαγωγών από την εν λόγω χώρα

    2,3 %

    2,8 %

    4,5 %

    5,0 %

    Τιμές των εισαγωγών από την εν λόγω χώρα (ευρώ/τόνο)

    2 010

    2 025

    2 060

    1 952

    Δείκτης (2001=100)

    100

    101

    102

    97

    (135)

    Η έρευνα που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 6 κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι αναλήψεις υποχρεώσεων δεν ήταν κατάλληλο μέτρο για το υπό εξέταση προϊόν και ότι έπρεπε να ανασταλούν. Αυτά τα στοιχεία εξηγούν σε μεγάλο βαθμό τις τάσεις που παρατηρήθηκαν ανωτέρω όσον αφορά τις εισαγωγές από την Ινδία, και επίσης το λόγο για τον οποίο ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής δεν έχει ανακάμψει πλήρως από τις προηγούμενες πρακτικές επιδοτήσεων (βλ. αιτιολογική σκέψη 161).

    4.   ΕΙΣΑΓΩΓΕΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΘΗΚΑΝ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΡΑΤΗΓΗΣΗΣ

    (136)

    Όπως αναφέρθηκε στην αιτιολογική σκέψη 4, διαπιστώθηκε περαιτέρω ότι η καταστρατήγηση των αρχικών μέτρων όσον αφορά τις εισαγωγές από την Ινδία λάμβανε χώρα μέσω της Βραζιλίας και του Ισραήλ. Συνεπώς, τα μέτρα που επιβλήθηκαν στις εισαγωγές καταγωγής Ινδίας επεκτάθηκαν το Νοέμβριο του 2004 στις εισαγωγές ιδίων ταινιών ΡΕΤ που αποστέλλονται από τη Βραζιλία και από το Ισραήλ, είτε δηλώνονται ως καταγωγής Βραζιλίας ή Ισραήλ είτε όχι, με εξαίρεση τις εισαγωγές του προϊόντος που παράγεται από πραγματικό παραγωγό της Βραζιλίας και από πραγματικό παραγωγό του Ισραήλ. Όπως αναφέρεται ανωτέρω στην αιτιολογική σκέψη 8, ένας δεύτερος παραγωγός του Ισραήλ απηλλάγη από τα επεκταθέντα μέτρα. Οι δύο ανωτέρω διαδικασίες έδειξαν ότι μόνο ένας μικρός όγκος εισαγωγών στην Κοινότητα από την Βραζιλίας (περίπου 10 τόνοι) και το Ισραήλ (περίπου 180 τόνοι) είχαν αποδοθεί το 2003 σε πραγματικούς παραγωγούς της Βραζιλίας και του Ισραήλ. Θα πρέπει να υπομνησθεί ότι η ημερομηνία αυτής της επέκτασης των μέτρων αντιντάμπινγκ και των αντισταθμιστικών μέτρων είναι προγενέστερη των τάσεων που περιγράφονται στις αιτιολογικές σκέψεις 137 και 138.

     

    2001

    2002

    2003

    ΠΕ

    Όγκος των εισαγωγών από την Βραζιλία (τόνοι)

    1 231

    2 533

    2 159

    1 225

    Μερίδιο αγοράς των εισαγωγών από την Βραζιλία

    0,5 %

    0,9 %

    0,9 %

    0,5 %

    Τιμές των εισαγωγών από την Βραζιλία (ευρώ/τόνο)

    776

    1 612

    1 628

    1 758

    Δείκτης (2001=100)

    100

    208

    210

    226

    Όγκος των εισαγωγών από το Ισραήλ

    3 561

    4 338

    4 620

    4 788

    Μερίδιο αγοράς των εισαγωγών από το Ισραήλ

    1,3 %

    1,6 %

    1,8 %

    1,9 %

    Τιμές των εισαγωγών από το Ισραήλ (ευρώ/τόνο)

    2 052

    1 821

    1 678

    1 790

    Δείκτης (2001=100)

    100

    89

    82

    87

    (137)

    Ο όγκος των εισαγωγών από τη Βραζιλία διπλασιάστηκε μεταξύ του 2001 και του 2002, μειώθηκε ελαφρά το 2003, και τέλος μειώθηκε περαιτέρω κατά την ΠΕ για να φθάσει σχεδόν στο ίδιο επίπεδο του 2001, πιθανόν ως συνέπεια της έναρξης της προαναφερθείσας έρευνας για καταστρατήγηση κατά τη διάρκεια του έτους 2004. Ομοίως, το μερίδιο αγοράς που κατέχουν οι εισαγωγές από τη Βραζιλία αυξήθηκε από 0,5 % το 2001 σε 0,9 % το 2002 και, εν συνεχεία, μειώθηκε σε 0,5 % κατά την ΠΕ. Οι εισαγωγές από τη Βραζιλία πραγματοποιήθηκαν σε πολύ χαμηλές τιμές το 2001. Αυτές οι τιμές εισαγωγής αυξήθηκαν καθόλη την εξεταζόμενη περίοδο και έφθασαν σε επίπεδο περίπου 1 800 ευρώ/τόνο, που είναι λίγο χαμηλότερες από τις τιμές εισαγωγής από την Ινδία.

    (138)

    Ο όγκος των εισαγωγών από το Ισραήλ αυξήθηκε σταθερά από περίπου 3 600 τόνους το 2001 σε περίπου 4 800 τόνους κατά την ΠΕ. Το μερίδιο αγοράς που κατείχαν οι εισαγωγές από το Ισραήλ αυξήθηκε από 1,3 % το 2001 σε 1,9 % κατά την ΠΕ. Οι τιμές εισαγωγής από το Ισραήλ μειώθηκαν από περίπου 2 000 ευρώ/τόνο το 2001 σε περίπου 1 800 ευρώ/τόνο κατά την ΠΕ. Και πάλι η τιμή εξαγωγής του Ισραήλ κατά την ΠΕ ήταν χαμηλότερη από τις τιμές εισαγωγής από την Ινδία.

    5.   ΕΙΣΑΓΩΓΕΣ ΑΠΟ ΤΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΚΟΡΕΑΣ

    (139)

    Όπως αναφέρθηκε στην αιτιολογική σκέψη 2, το Συμβούλιο επέβαλε το 2001 οριστικά μέτρα αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ταινιών ΡΕΤ καταγωγής Δημοκρατίας της Κορέας, υπό μορφή συντελεστών δασμού κατ’ αξίαν που κυμαίνονταν μεταξύ 0 και 13,4 %. Οι ποσότητες ταινιών ΡΕΤ που εισήχθηκαν στην Κοινότητα από τη Δημοκρατία της Κορέας μειώθηκαν από περίπου 34 000 τόνους το 2001 σε περίπου 23 200 τόνους κατά την ΠΕ, μετά την επιβολή των ανωτέρω μέτρων. Το μερίδιο αγοράς που κατέχουν τα κορεατικά προϊόντα μειώθηκε κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες μεταξύ του 2001 και της ΠΕ. Οι τιμές των κορεατικών προϊόντων μειώθηκαν κατά 7 % μεταξύ του 2001 και του 2002, αυξήθηκαν κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες το 2003 και κατά μια περαιτέρω ποσοστιαία μονάδα την ΠΕ. Με βάση τα στατιστικά στοιχεία της Eurostat, οι κορεατικές τιμές εξαγωγής ήταν συνεχώς υψηλότερες από τις ινδικές τιμές εξαγωγής, αλλά χαμηλότερες από τις τιμές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

     

    2001

    2002

    2003

    ΠΕ

    Όγκος των εισαγωγών από τη Νότια Κορέα (τόνοι)

    34 002

    30 187

    25 631

    23 166

    Μερίδιο αγοράς των εισαγωγών από τη Νότια Κορέα

    12,5 %

    11,1 %

    10,1 %

    9,2 %

    Τιμές των εισαγωγών από τη Νότια Κορέα (ευρώ/τόνο)

    2 514

    2 339

    2 422

    2 434

    Δείκτης (2001=100)

    100

    93

    96

    97

    6.   ΕΙΣΑΓΩΓΕΣ ΑΠΟ ΑΛΛΕΣ ΧΩΡΕΣ

    (140)

    Ο όγκος των εισαγωγών από άλλες τρίτες χώρες που δεν αναφέρονται ανωτέρω μειώθηκε από 41 000 τόνους το 2001, που αντιστοιχεί σε μερίδιο αγοράς 15 %, σε 40 000 τόνους περίπου την ΠΕ, που αντιστοιχεί σε μερίδιο αγοράς 16 %. Το μερίδιο αγοράς αυξήθηκε επειδή η κατανάλωση (ο παρονομαστής) μειώθηκε περισσότερο από ό,τι οι ανωτέρω εισαγωγές (ο αριθμητής). Οι μέσες τιμές των εισαγωγών από άλλες τρίτες χώρες που δεν αναφέρονται ανωτέρω, αυξήθηκαν πρώτα από περίπου 5 300 ευρώ/τόνο το 2001 σε περίπου 6 000 ευρώ/τόνο το 2002, και εν συνεχεία μειώθηκαν εκ νέου σε περίπου 4 800 ευρώ/τόνο κατά την ΠΕ. Αυτές οι τιμές είναι σημαντικά υψηλότερες από τις τιμές της Ινδίας και του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Μεταξύ αυτών των τρίτων χωρών, η κυριότερη χώρα εξαγωγής στην Κοινότητα ήταν οι ΗΠΑ, με εξαχθέντες όγκους περίπου 17 500 τόνων κατά την ΠΕ. Οι τιμές των εισαγωγών στην Κοινότητα από τις ΗΠΑ (περίπου 6 700 ευρώ/τόνο την ΠΕ) ήταν επίσης σημαντικά υψηλότερες από τις τιμές των εισαγωγών από την εν λόγω χώρα και πάνω από τις τιμές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής κατά την ΠΕ.

     

    2001

    2002

    2003

    ΠΕ

    Όγκος των εισαγωγών από χώρες που δεν αναφέρονται ανωτέρω (τόνοι)

    41 098

    31 324

    35 093

    39 869

    Μερίδιο αγοράς των εισαγωγών από χώρες που δεν αναφέρονται ανωτέρω

    15 %

    12 %

    14 %

    16 %

    Τιμές των εισαγωγών από χώρες που δεν αναφέρονται ανωτέρω

    5 312

    6 000

    5 125

    4 803

    Δείκτης (2001=100)

    100

    113

    96

    90

    Ζ.   ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΥ ΚΛΑΔΟΥ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

    (141)

    Σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή εξέτασε όλους τους σχετικούς οικονομικούς παράγοντες και δείκτες που έχουν επίπτωση στην κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

    1.   ΠΑΡΑΓΩΓΗ

    (142)

    Η παραγωγή του κοινοτικού κλάδου αυξήθηκε κατά 10 % το 2002 σε σύγκριση με το 2001, και εν συνεχεία μειώθηκε και τα επόμενα έτη παρέμεινε στα επίπεδα του 2001.

     

    2001

    2002

    2003

    ΠΕ

    Παραγωγή (τόνοι)

    171 142

    187 620

    171 975

    169 288

    Δείκτης (2001=100)

    100

    110

    100

    99

    2.   ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΗΣ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑΣ

    (143)

    Η ικανότητα παραγωγής αυξήθηκε οριακά (κατά 3 %) μεταξύ του 2001 και της ΠΕ. Επειδή η παραγωγή παρέμεινε σταθερή, ενώ παράλληλα μειώθηκε ελαφρά η παραγωγική ικανότητα, η χρησιμοποίηση της ικανότητας αυξήθηκε.

     

    2001

    2002

    2003

    ΠΕ

    Ικανότητα παραγωγής (τόνοι)

    200 037

    202 542

    190 393

    193 888

    Δείκτης (2001=100)

    100

    101

    95

    97

    Χρησιμοποίηση της ικανότητας

    86 %

    93 %

    90 %

    87 %

    Δείκτης (2001=100)

    100

    108

    106

    102

    3.   ΑΠΟΘΕΜΑΤΑ

    (144)

    Το επίπεδο των τελικών αποθεμάτων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, ύστερα από σημαντική αύξηση το 2002 σε σύγκριση με το 2001 άρχισε να μειώνεται σταθερά. Κατά την ΠΕ, το επίπεδο των αποθεμάτων ήταν κατά 28 % χαμηλότερο από ό,τι το 2001. Εντούτοις, επειδή το ομοειδές προϊόν παράγεται γενικά κατόπιν παραγγελίας, το επίπεδο των αποθεμάτων δεν έχει μεγάλη σημασία.

     

    2001

    2002

    2003

    ΠΕ

    Αποθέματα στο τέλος του οικονομικού έτους (τόνοι)

    22 322

    31 479

    23 676

    16 090

    Δείκτης (2001=100)

    100

    141

    106

    72

    4.   ΌΓΚΟΣ ΠΩΛΗΣΕΩΝ

    (145)

    Οι πωλήσεις του κοινοτικού κλάδου παραγωγής στην αγορά της Κοινότητας σε μη συνδεδεμένους πελάτες κατ’ αρχάς αυξήθηκε το 2002, μετά την επιβολή των μέτρων, αλλά εν συνεχεία μειώθηκε κατά 12 ποσοστιαίες μονάδες μεταξύ του 2002 και της ΠΕ.

     

    2001

    2002

    2003

    ΠΕ

    Όγκος των πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής σε μη συνδεδεμένους πελάτες (τόνοι)

    142 173

    156 716

    141 959

    139 874

    Δείκτης (2001=100)

    100

    110

    100

    98

    5.   MΕΡΙΔΙΟ ΑΓΟΡΑΣ

    (146)

    Το μερίδιο αγοράς που κατέχει ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής μειώθηκε κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες μεταξύ του 2001 και της ΠΕ. Ειδικότερα, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής ανέκτησε σχεδόν 4 ποσοστιαίες μονάδες το 2002, μετά την επιβολή των αντισταθμιστικών μέτρων και των μέτρων αντιντάμπινγκ, έχασε σχεδόν 5 ποσοστιαίες μονάδες το 2003 και τέλος έχασε ακόμη 1 ποσοστιαία μονάδα κατά την ΠΕ. Η τάση και το επίπεδο που επιτεύχθηκε σημείωσαν ορισμένη βελτίωση σε σχέση με εκείνα που είχαν παρατηρηθεί πριν από την επιβολή των αντισταθμιστικών μέτρων, όταν το μερίδιο αγοράς που κατείχε ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής είχε μειωθεί από περίπου 57 σε περίπου 50 %.

     

    2001

    2002

    2003

    ΠΕ

    Μερίδιο αγοράς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

    61,6 %

    65,3 %

    60,6 %

    59,5 %

    Δείκτης (2001=100)

    100

    106

    98

    97

    6.   ΑΝΑΠΤΥΞΗ

    (147)

    Μεταξύ του 2001 και της ΠΕ, η κατανάλωση στην Κοινότητα μειώθηκε κατά 7 %. Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής έχασε 2 ποσοστιαίες μονάδες μεριδίου αγοράς, ενώ οι εν λόγω εισαγωγές ανέκτησαν 2,7 ποσοστιαίες μονάδες μεριδίου αγοράς.

    7.   ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ

    (148)

    Το επίπεδο της απασχόλησης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής μειώθηκε κατά 8 % μεταξύ του 2001 και της ΠΕ.

     

    2001

    2002

    2003

    ΠΕ

    Θέσεις απασχόλησης που συνδέονται με το υπό εξέταση προϊόν

    2 323

    2 310

    2 235

    2 134

    Δείκτης (2001=100)

    100

    99

    96

    92

    8.   ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟΤΗΤΑ

    (149)

    Η παραγωγικότητα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, εκφραζόμενη ως όγκος παραγωγής ανά απασχολούμενο ετησίως, αυξήθηκε κατά 8 % στο διάστημα μεταξύ 2001 και ΠΕ.

     

    2001

    2002

    2003

    ΠΕ

    Παραγωγικότητα (τόνοι ανά απασχολούμενο)

    74

    81

    77

    79

    Δείκτης (2001=100)

    100

    110

    104

    108

    9.   ΤΙΜΕΣ ΠΩΛΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΙΣ ΕΓΧΩΡΙΕΣ ΤΙΜΕΣ

    (150)

    Οι ανά μονάδα τιμές πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής αυξήθηκαν κατά 4 % μεταξύ του 2001 και της ΠΕ. Αυτή η εξέλιξη των τιμών ακολουθεί ευρέως την εξέλιξη του κόστους παραγωγής και της κυριότερης πρώτης ύλης, που σημείωσε επίσης αύξηση κατά την εξεταζόμενη περίοδο.

     

    2001

    2002

    2003

    ΠΕ

    Τιμή ανά μονάδα στην αγορά της Κοινότητας (ευρώ/τόνο)

    3 010

    3 009

    3 130

    3 118

    Δείκτης (2001=100)

    100

    100

    104

    104

    10.   ΜΙΣΘΟΙ

    (151)

    Μεταξύ του 2001 και της ΠΕ, ο μέσος μισθός ανά απασχολούμενο αυξήθηκε κατά 12 %, που υπερβαίνει το συντελεστή αύξησης του μέσου ονομαστικού μοναδιαίου κόστους εργασίας (6 %) το οποίο παρατηρήθηκε κατά την ίδια περίοδο στην οικονομία της Κοινότητας.

     

    2001

    2002

    2003

    ΠΕ

    Ετήσιο κόστος εργασίας ανά απασχολούμενο (000 ευρώ)

    56

    60

    62

    63

    Δείκτης (2001=100)

    100

    107

    110

    112

    11.   ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ

    (152)

    Η ετήσια ροή των επενδύσεων στο υπό εξέταση προϊόν που πραγματοποίησε ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής μειώθηκε σταθερά από το 2002. Η αύξηση το 2002 μπορεί να εξηγηθεί με επενδύσεις που πραγματοποιήθηκαν σε εγκαταστάσεις και μηχανήματα από έναν παραγωγό και με επενδύσεις για να διευκολυνθεί το κλείσιμο ορισμένων γραμμών παραγωγής από άλλον παραγωγό.

     

    2001

    2002

    2003

    ΠΕ

    Καθαρές επενδύσεις (000 ευρώ)

    334 426

    38 326

    34 979

    29 341

    Δείκτης (2001=100)

    100

    115

    105

    88

    12.   ΑΠΟΔΟΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΠΟΔΟΣΗ ΤΩΝ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ

    (153)

    Η αποδοτικότητα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, ενώ σημείωσε σταδιακή βελτίωση κατά την εξεταζόμενη περίοδο παρέμεινε αρνητική μεταξύ του 2001 (–5,2 %) και της ΠΕ (–2,5 %). Η απόδοση των επενδύσεων, εκφραζόμενη σε εκατοστιαίο ποσοστό κέρδους επί της καθαρής λογιστικής αξίας των επενδύσεων, ακολούθησε ευρέως την ανωτέρω τάση της αποδοτικότητας καθ’ όλη την εξεταζόμενη περίοδο.

     

    2001

    2002

    2003

    ΠΕ

    Αποδοτικότητα των πωλήσεων της ΕΚ σε μη συνδεδεμένους πελάτες (% των καθαρών πωλήσεων)

    –5,2 %

    –1,9 %

    –2,7 %

    –2,5 %

    Απόδοση των επενδύσεων (% της καθαρής λογιστικής αξίας των επενδύσεων)

    –4,6 %

    –1,9 %

    –2,9 %

    –2,9 %

    13.   ΤΑΜΕΙΑΚΗ ΡΟΗ ΚΑΙ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ ΑΝΤΛΗΣΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ

    (154)

    Η κατάσταση των ταμειακών ροών επιδεινώθηκε μεταξύ του 2001 και της ΠΕ, κυρίως λόγω των άλλων μη ταμειακών στοιχείων όπως απόσβεση των στοιχείων του ενεργητικού και κινήσεις απογραφής.

     

    2001

    2002

    2003

    ΠΕ

    Ταμειακές ροές (000 ευρώ)

    44 503

    42 047

    49 486

    32 150

    Δείκτης (2001=100)

    100

    94

    111

    72

    (155)

    Η έρευνα έδειξε ότι οι κεφαλαιουχικές απαιτήσεις πολλών κοινοτικών παραγωγών, επηρεάστηκαν αρνητικά από τη δυσχερή οικονομική τους κατάσταση. Παρόλο που πολλές από αυτές τις εταιρείες αποτελούν μέρος μεγαλύτερων ομίλων, οι κεφαλαιουχικές απαιτήσεις δεν καλύπτονται πάντα στο επιθυμητό επίπεδο, επειδή οι οικονομικοί πόροι διατίθενται γενικά στο εσωτερικό αυτών των ομίλων σε πιο αποδοτικές οντότητες. Αυτή η σχετική ανικανότητα άντλησης κεφαλαίων μπορεί να συνδεθεί με τη μείωση των επενδύσεων όπως τεκμηριώνεται στην αιτιολογική σκέψη 152.

    14.   ΜΕΓΕΘΟΣ ΤΗΣ ΕΠΙΔΟΤΗΣΗΣ

    (156)

    Όσον αφορά τον αντίκτυπο που έχει στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής το μέγεθος των πραγματικών περιθωρίων των επιδοτήσεων, λαμβανομένων υπόψη του όγκου και των τιμών των εισαγωγών από τις εν λόγω χώρες, ο αντίκτυπος αυτός δεν μπορεί να θεωρηθεί αμελητέος, ειδικότερα σε αυτές τις διαφανείς και ιδιαίτερα ευαίσθητες ως προς τις τιμές αγορές όπως η αγορά του υπό εξέταση προϊόντος.

    15.   ΑΝΑΚΤΗΣΗ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΩΝ ΕΠΙΔΟΤΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΟΥ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

    (157)

    Ενώ οι δείκτες που εξετάζονται ανωτέρω δείχνουν ορισμένη βελτίωση στην οικονομική και χρηματοδοτική κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, μετά την επιβολή των οριστικών αντισταθμιστικών μέτρων το 1999, και μετά την επιβολή των μέτρων αντιντάμπινγκ το 2001, αποδεικνύουν επίσης ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής είναι ακόμη ευάλωτος.

    16.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

    (158)

    Όπως αναφέρεται στις αιτιολογικές σκέψεις 132 έως 135, ο όγκος των εισαγωγών από την εν λόγω χώρα διπλασιάσθηκε μεταξύ του 2001 και της ΠΕ. Δεδομένου ότι η κατανάλωση μειώθηκε κατά 7 % κατά την ίδια περίοδο, σημειώθηκε απότομη αύξηση του μεριδίου αγοράς που κατείχαν οι ινδοί εξαγωγείς από 2,3 % το 2001 σε 5,0 % κατά την ΠΕ. Παράλληλα, οι ινδικές τιμές εξαγωγής στην Κοινότητα παρέμειναν σχετικά σταθερές σε επίπεδο περίπου 2 000 ευρώ /τόνο και ήταν σημαντικά χαμηλότερες από τις τιμές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

    (159)

    Μεταξύ του 2001 και της ΠΕ, οι ακόλουθοι δείκτες σημείωσαν θετική εξέλιξη: Η ικανότητα παραγωγής και η παραγωγικότητα του κοινοτικού κλάδου αυξήθηκε και τα τελικά αποθέματα μειώθηκαν. Οι ανά μονάδα τιμές πωλήσεων αυξήθηκαν ακολουθώντας την αύξηση του κόστους της πρώτης ύλης μεταξύ του 2001 και της ΠΕ, η αποδοτικότητα βελτιώθηκε αλλά παρέμεινε αρνητική την ΠΕ, καθώς και η απόδοση των επενδύσεων. Οι μισθοί εξελίχθηκαν θετικά.

    (160)

    Αντίθετα, οι ακόλουθοι δείκτες σημείωσαν αρνητική εξέλιξη: το μερίδιο αγοράς που κατείχε ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής μειώθηκε οριακά, η παραγωγή και η ικανότητα παραγωγής, οι όγκοι των πωλήσεων, η απασχόληση, οι συνολικές ταμειακές ροές και οι επενδύσεις μειώθηκαν. Επομένως, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής σημείωσε μεικτές τάσεις από το 2001: ενώ ορισμένοι δείκτες δείχνουν θετική εξέλιξη, αριθμός άλλων δεικτών σημειώνουν αρνητική τάση.

    (161)

    Εάν γίνει σύγκριση μεταξύ της ανωτέρω τάσης και των τάσεων που περιγράφονται στους κανονισμούς για την επιβολή προσωρινών και οριστικών αντισταθμιστικών μέτρων, και πάλι το αποτέλεσμα είναι μεικτό. Σε ό,τι αφορά το μερίδιο αγοράς, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής έχασε μόνον 2 ποσοστιαίες μονάδες μεταξύ του 2001 και της ΠΕ, ενώ είχε χάσει σχεδόν 7 ποσοστιαίες μονάδες κατά τα τέσσερα έτη που προηγήθηκαν της υιοθέτησης οριστικών αντισταθμιστικών μέτρων. Μπορεί επομένως να θεωρηθεί ότι τα μέτρα επέτυχαν μόνον έναν από τους στόχους τους, δηλαδή να επιβραδύνουν την επιδείνωση του μεριδίου της αγοράς. Αφετέρου, η αποδοτικότητα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής ήταν χειρότερη κατά την ΠΕ από ό,τι πριν από την επιβολή των οριστικών αντισταθμιστικών μέτρων. Εάν τα μέτρα δεν είχαν καταστρατηγηθεί από τις εισαγωγές από τη Βραζιλία και το Ισραήλ, η κατάσταση θα ήταν μάλλον πιο ευνοϊκή. Υπενθυμίζεται επίσης ότι η αποτελεσματικότητα των μέτρων και, επομένως, οι επανορθωτικές επιπτώσεις τους στη ζημιογόνο κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, εξουδετερώθηκαν από το γεγονός ότι δεν λειτούργησαν ορθά οι αναλήψεις υποχρεώσεων, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 135.

    (162)

    Συνάγεται, επομένως, το συμπέρασμα ότι η κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής δεν βελτιώθηκε στο βαθμό που αναμενόταν μετά την επιβολή των οριστικών αντισταθμιστικών μέτρων και των μέτρων αντιντάμπινγκ. Επομένως, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής εξακολουθεί να βρίσκεται σε ευάλωτη κατάσταση.

    (163)

    Εκτός από την καταστρατήγηση των αρχικών μέτρων και το γεγονός ότι οι αναλήψεις υποχρεώσεων δεν επέτυχαν το επιθυμητό αποτέλεσμα, εξετάσθηκαν επίσης εάν και άλλοι παράγοντες, όπως π.χ. οι εισαγωγές από άλλες χώρες, ή η υποθετική αναποτελεσματικότητα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής μπορούσαν να εξηγήσουν τη συνεχιζόμενη κακή οικονομική κατάσταση του τελευταίου. Ως προς αυτό, διαπιστώθηκε ότι δεν μπορεί να αποκλεισθεί το ότι οι εισαγωγές από τη Δημοκρατία της Κορέας και η μειούμενη κατανάλωση είχαν ως κάποιο βαθμό κάποια επίπτωση στην ευάλωτη κατάσταση. Αλλά αυτοί οι δύο παράγοντες δεν εξηγούν από μόνοι τους την τρέχουσα κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Επιπλέον, αυτό που πρέπει να εξετασθεί τελικά είναι ποια θα ήταν η πιθανή εξέλιξη του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, εάν δεν υπήρχαν τα αντισταθμιστικά μέτρα και εάν υπάρχει το ενδεχόμενο να εμφανισθεί εκ νέου η ζημία. Το θέμα εξετάζεται κατωτέρω.

    (164)

    Μετά την κοινολόγηση, δύο παραγωγοί-εξαγωγείς ισχυρίσθηκαν ότι οι εισαγωγές από τις ΗΠΑ, η αύξηση των μισθών στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής και η μείωση της κατανάλωσης στην Κοινότητα είναι παράγοντες που έχουν σημαντική επίπτωση στην ευάλωτη κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Όσον αφορά τις εισαγωγές από τις ΗΠΑ, υπενθυμίζεται (βλ. αιτιολογική σκέψη 140) ότι οι τιμές των εισαγωγών από αυτήν τη χώρα ήταν κατά μέσον όρο σημαντικά υψηλότερες από τις τιμές των εισαγωγών από την ενδιαφερόμενη χώρα και επίσης πάνω από τις τιμές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής κατά την ΠΕ. Επιπλέον, καθορίσθηκε ότι οι τιμές των εισαγωγών από αυτήν τη χώρα ήταν σημαντικά υψηλότερες από τις τιμές που αναφέρονται ανωτέρω καθ’ όλη την εξεταζόμενη περίοδο. Επομένως, μπορεί ευλόγως να συναχθεί το συμπέρασμα ότι αυτός ο παράγοντας δεν είχε καμία αρνητική επίπτωση στην κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Όσον αφορά την αύξηση του κόστους αμοιβών ανά απασχολούμενο κατά την εξεταζόμενη περίοδο (12 %), θα πρέπει να αναφερθεί ότι κάθε αρνητική επίπτωση αυτού του παράγοντα στην κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής εξουδετερώνεται σε μεγάλο βαθμό από την παράλληλη μείωση του επιπέδου της απασχόλησης κατά την εξεταζόμενη περίοδο που επηρεάζει τις μισθολογικές δαπάνες μόνον κατά 3,3 %. Επομένως, ο ισχυρισμός ότι αυτός ο παράγοντας είχε σημαντικές επιπτώσεις στην κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής δεν γίνεται αποδεκτός. Όσον αφορά τη μείωση της κατανάλωσης, αναφέρεται όντως ανωτέρω ότι αυτός ο παράγοντας μπορεί να είχε επηρεάσει ως κάποιο βαθμό την ευάλωτη κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Εντούτοις, αυτός ο παράγοντας δεν μπορεί να θεωρηθεί σημαντικός δεδομένου ότι η μείωση των όγκων των πωλήσεων σε μη συνδεδεμένους πελάτες που πραγματοποίησε ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής ήταν μόνον 2 % σε αντίθεση με τη μείωση 7 % της κατανάλωσης. Με βάση τα πορίσματα που αναφέρονται στα τμήματα ΣΤ και Ζ, και βάσει των ανωτέρω, συνάγεται το συμπέρασμα ότι οι εισαγωγές από τις ΗΠΑ δεν μπορούν να έχουν επηρεάσει αρνητικά την κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής και ότι οι δύο άλλοι προαναφερόμενοι παράγοντες μπορούν να έχουν παίξει στην καλύτερη περίπτωση μόνον έναν ήσσονα ρόλο.

    H.   ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑ ΣΥΝΕΧΙΣΗΣ Η/ΚΑΙ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗΣ ΤΗΣ ΖΗΜΙΑΣ

    1.   ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

    (165)

    Όπως έχει ήδη αναφερθεί, η επιβολή αντισταθμιστικών μέτρων επέτρεψε στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής να ανακάμψει μόνο ως ένα ορισμένο βαθμό από τη ζημία που υπέστη. Λόγω πολλών στοιχείων που αναφέρονται ανωτέρω, βρίσκεται ακόμη σε ευάλωτη κατάσταση. Εξετάσθηκαν, επομένως, πολλοί παράγοντες για να καθορισθεί εάν η κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής θα μεταβληθεί, θα βελτιωθεί ή θα επιδεινωθεί στην περίπτωση που λήξουν τα μέτρα.

    (166)

    Εξετάσθηκε εάν ήταν πιθανό να συνεχισθεί ή/και να εμφανισθεί εκ νέου η ζημία στην περίπτωση που λήξουν τα μέτρα, με βάση ειδικότερα τις πληροφορίες που υπέβαλαν οι συνεργαζόμενοι παραγωγοί-εξαγωγείς. Εξετάσθηκαν επίσης οι πληροφορίες όσον αφορά τις τιμές εισαγωγής από άλλους εξαγωγείς εκτός του συνεργαζόμενου εξαγωγέα, που καθορίσθηκαν με βάση τα στοιχεία της Eurostat. Αναλύθηκαν η συμπεριφορά ως προς τις τιμές των συνεργαζόμενων παραγωγών-εξαγωγέων σε άλλες εξαγωγικές αγορές, οι τιμές εξαγωγής στην Κοινότητα, η ικανότητα παραγωγής και τα αποθέματα. Τέλος, εκτιμήθηκαν οι επιπτώσεις που θα έχει η κατάργηση των μέτρων στις τιμές των άλλων εισαγωγών.

    2.   ΣΧΕΣΗ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΟΓΚΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΤΙΜΩΝ ΤΩΝ ΕΞΑΓΩΓΩΝ ΣΕ ΤΡΙΤΕΣ ΧΩΡΕΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΟΓΚΩΝ ΚΑΙ ΤΙΜΩΝ ΤΩΝ ΕΞΑΓΩΓΩΝ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ

    (167)

    Διαπιστώθηκε ότι η μέση τιμή εξαγωγής των ινδικών πωλήσεων σε χώρες εκτός της ΕΕ ήταν σημαντικά χαμηλότερες από τη μέση τιμή εξαγωγής στην Κοινότητα και επίσης χαμηλότερη από τις τιμές στην εγχώρια αγορά. Οι πωλήσεις του ινδού εξαγωγέα σε χώρες εκτός της ΕΕ πραγματοποιήθηκαν σε σημαντικές ποσότητες και αντιστοιχούσαν στο 73 % των συνολικών εξαγωγικών πωλήσεων. Επομένως, θεωρήθηκε ότι, στην περίπτωση που λήξουν τα μέτρα, οι ινδοί εξαγωγείς θα έχουν ένα κίνητρο να στείλουν σημαντικές ποσότητες των εξαγωγών από άλλες τρίτες χώρες στην αγορά της Κοινότητας που είναι περισσότερο ελκυστική, σε επίπεδα τιμών οι οποίες, ακόμη και εάν αυξηθούν, θα είναι πιθανόν ακόμη χαμηλότερες από τα τρέχοντα επίπεδα τιμών των εξαγωγών προς την Κοινότητα.

    3.   ΜΗ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΘΕΙΣΑ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΠΟΘΕΜΑΤΑ

    (168)

    Κατά μέσον όρο, οι συνεργαζόμενοι ινδοί παραγωγοί είχαν σημαντική πλεονάζουσα ικανότητα παραγωγής που αντιστοιχούσε στο τριπλάσιο σχεδόν της εξαγωγικής ποσότητας προς την Κοινότητα κατά την ΠΕ. Ομοίως, τα μέσα αποθέματα των τελικών προϊόντων είναι σημαντικά και, στο τέλος της ΠΕ, αντιστοιχούσαν στο 16 % του εξαχθέντος όγκου στην Κοινότητα. Επομένως, υπάρχει η ικανότητα να αυξηθούν σημαντικά οι εξαγωγικές ποσότητες προς την ΕΚ, ειδικότερα επειδή δεν υπάρχουν ενδείξεις για το ότι οι αγορές τρίτων χωρών ή η εγχώρια αγορά θα μπορούν να απορροφήσουν πρόσθετη παραγωγή. Ως προς αυτό, θα πρέπει να αναφερθεί ότι είναι πολύ πιθανό η εγχώρια αγορά στην Ινδία να μπορεί να απορροφήσει, λόγω της παρουσίας τουλάχιστον άλλων τεσσάρων ανταγωνιστών παραγωγών, όλη την πλεονάζουσα ικανότητα παραγωγής των τεσσάρων συνεργαζόμενων παραγωγών-εξαγωγέων.

    4.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

    (169)

    Οι παραγωγοί στην εν λόγω χώρα έχουν, επομένως, τη δυνατότητα να αυξήσουν ή/και να ανακατευθύνουν τους όγκους των εξαγωγών τους προς την αγορά της Κοινότητας. Η έρευνα έδειξε ότι, με βάση συγκρίσιμους τύπους του προϊόντος, οι συνεργαζόμενοι παραγωγοί-εξαγωγείς πώλησαν το υπό εξέταση προϊόν σε χαμηλότερη τιμή από ό,τι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής (τα περιθώρια αυτών των χαμηλότερων τιμών κυμαίνονταν μεταξύ 2 και 21 %). Είναι πιθανόν να συνεχισθεί η επιβολή τέτοιων χαμηλών τιμών ή ακόμη και χαμηλότερων παράλληλα με τις χαμηλότερες τιμές που επιβάλλονται στον υπόλοιπο πλανήτη, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 134, επίσης με σκοπό την ανάκτηση των μεριδίων αγοράς που κατείχαν οι εξαγωγείς κατά την περίοδο πριν από την επιβολή των μέτρων. Μία τέτοια συμπεριφορά τιμολόγησης, σε συνδυασμό με την ικανότητα των εξαγωγέων στην εν λόγω χώρα να διοχετεύσουν σημαντικές ποσότητες του υπό εξέταση προϊόντος στην κοινοτική αγορά, είναι πιθανό να έχει ως αποτέλεσμα την ενίσχυση της τάσης συμπίεσης των τιμών στην αγορά, με αναμενόμενη αρνητική επίπτωση στην οικονομική κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

    (170)

    Όπως φαίνεται ανωτέρω, η κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής παραμένει ευάλωτη. Εάν ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής εκτεθεί σε αυξημένους όγκους εισαγωγών από την εν λόγω χώρα σε επιδοτούμενες τιμές, είναι πιθανό να επιδεινωθούν οι πωλήσεις του, τα μερίδια αγοράς, οι τιμές πωλήσεων καθώς και η οικονομική του κατάσταση, σε επίπεδα που διαπιστώθηκαν στην αρχική έρευνα. Πάνω σ’ αυτή τη βάση, συνάγεται επομένως το συμπέρασμα ότι η κατάργηση των μέτρων θα καταλήξει πιθανόν στην επιδείνωση της ήδη ευάλωτης κατάστασής του και στην εκ νέου εμφάνιση μεγαλύτερης ζημίας στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής.

    Θ.   ΣΥΜΦΕΡΟΝ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ

    1.   ΕΙΣΑΓΩΓΗ

    (171)

    Σύμφωνα με το άρθρο 31 του βασικού κανονισμού, εξετάσθηκε κατά πόσο η διατήρηση των ισχυόντων αντισταθμιστικών μέτρων θα αντίκειτο στο συμφέρον της Κοινότητας συνολικά. Το συμφέρον της Κοινότητας προσδιορίσθηκε με βάση εκτίμηση όλων των διάφορων εμπλεκόμενων συμφερόντων.

    (172)

    Θα πρέπει να υπομνησθεί ότι, στην αρχική έρευνα, είχε θεωρηθεί ότι η θέσπιση μέτρων ήταν προς το συμφέρον της Κοινότητας. Επιπλέον, το γεγονός ότι η παρούσα έρευνα αποτελεί επανεξέταση, που αναλύει μια κατάσταση στην οποία έχουν ήδη εφαρμοσθεί αντισταθμιστικά μέτρα, επιτρέπει την αξιολόγηση των ενδεχόμενων αθέμιτων αρνητικών επιπτώσεων που θα είχαν στα ενδιαφερόμενα μέρη τα ισχύοντα αντισταθμιστικά μέτρα.

    (173)

    Βάσει αυτών, εξετάσθηκε επίσης κατά πόσον, παρά τα συμπεράσματα σχετικά με την πιθανότητα επανάληψης ή συνέχισης των ζημιογόνων πρακτικών επιδοτήσεων, υπάρχουν επιτακτικοί λόγοι που θα οδηγούσαν στο συμπέρασμα ότι η διατήρηση μέτρων στην παρούσα περίπτωση αντίκειται στο συμφέρον της Κοινότητας.

    2.   ΣΥΜΦΕΡΟΝ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΥ ΚΛΑΔΟΥ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

    (174)

    Έχει αποδειχθεί ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής είναι διαρθρωτικά βιώσιμος. Αυτό επιβεβαιώθηκε από τις εξαγωγικές πωλήσεις του που παρέμειναν σταθερές σε υψηλό επίπεδο από το 2001 και από τη θετική εξέλιξη της οικονομικής του κατάστασης που παρατηρήθηκε μετά την επιβολή των αντισταθμιστικών μέτρων το 1999. Ειδικότερα, το γεγονός ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής έπαψε να χάνει μερίδιο αγοράς τα λίγα χρόνια πριν από την περίοδο της έρευνας, διαφέρει σημαντικά από την κατάσταση που επικρατούσε πριν από την επιβολή των μέτρων. Επίσης, μειώθηκαν οι ζημίες του κοινοτικού κλάδου παραγωγής μεταξύ του 2001 και της ΠΕ. Υπενθυμίζεται επίσης ότι διαπιστώθηκε καταστρατήγηση των μέτρων από τις εισαγωγές από τη Βραζιλία και το Ισραήλ και ότι οι αναλήψεις υποχρεώσεων δεν λειτούργησαν όπως είχε προβλεφθεί. Εάν δεν είχαν σημειωθεί αυτές οι εξελίξεις, η κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής θα ήταν περισσότερο ευνοϊκή.

    (175)

    Αναμένεται ευλόγως ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής θα εξακολουθήσει να επωφελείται από τα μέτρα που έχουν επιβληθεί και να ανακάμψει περαιτέρω πιθανόν με την ανάκτηση μεριδίου αγοράς και με τη βελτίωση της αποδοτικότητάς του. Εάν δεν διατηρηθούν τα μέτρα, είναι πιθανό ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής να αρχίσει και πάλι να υφίσταται ζημία σε μεγαλύτερο βαθμό από τις αυξημένες εισαγωγές σε επιδοτούμενες τιμές από την εν λόγω χώρα και προβλέπεται ότι η σημερινή ευαίσθητη οικονομική του κατάσταση θα επιδεινωθεί περαιτέρω.

    3.   ΤΑ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΑ ΤΩΝ ΕΙΣΑΓΩΓΕΩΝ/ΧΡΗΣΤΩΝ

    (176)

    Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 20, μόνον μια εταιρεία εισαγωγής η οποία είναι επίσης χρήστης του υπό εξέταση προϊόντος, συνεργάσθηκε πλήρως με την έρευνα. Για λόγους εμπιστευτικότητας, δεν είναι δυνατό να κοινολογηθούν ακριβή στοιχεία όσον αφορά αυτόν τον εισαγωγέα/χρήστη. Εντούτοις, αυτός ο εισαγωγέας/χρήστης θεωρείται αντιπροσωπευτικός της κατάστασης άλλων εισαγωγέων/χρηστών στην Κοινότητα λόγω του σχετικά υψηλού συνολικού κύκλου εργασιών του. Αυτός ο εισαγωγέας αγοράζει ταινίες ΡΕΤ από διάφορες πηγές στις οποίες περιλαμβάνεται και η Ινδία και ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής. Οι μεταπωλήσεις του υπό εξέταση προϊόντος καταγωγής Ινδίας που πραγματοποιεί αυτή η εταιρεία, αντιστοιχούσαν σε λιγότερο από το 20 % του συνολικού κύκλου εργασιών του κατά την ΠΕ. Η αποδοτικότητα του συνεργαζόμενου εισαγωγέα/χρήστη καθορίσθηκε στο 5 έως 10 % του κύκλου εργασιών του κατά την ΠΕ.

    (177)

    Υπενθυμίζεται περαιτέρω ότι, στην αρχική έρευνα, διαπιστώθηκε ότι οι επιπτώσεις της επιβολής των μέτρων δεν θα είναι σημαντικές για τους εισαγωγείς ούτε και για τους χρήστες. Παρά την εφαρμογή των μέτρων επί πέντε έτη, οι εισαγωγείς/χρήστες στην Κοινότητα εξακολούθησαν να προμηθεύονται το προϊόν, μεταξύ άλλων, από την Ινδία. Δεν βρέθηκε καμία ένδειξη για το ότι θα υπήρχαν δυσκολίες για την ανεύρεση άλλων πηγών. Επιπλέον, υπενθυμίζεται ότι, όσον αφορά τις πιθανές επιπτώσεις της επιβολής των μέτρων στους χρήστες, η Επιτροπή κατέληξε στην αρχική έρευνα ότι, λόγω των ελάχιστων επιπτώσεων του κόστους ταινιών ΡΕΤ στις βιομηχανίες χρήστες, η αύξηση αυτού του κόστους δεν θα έχει σημαντικές συνέπειες σ’ αυτή τη συγκεκριμένη βιομηχανία. Δεν βρέθηκε καμία ένδειξη για το αντίθετο μετά την επιβολή των μέτρων. Συνάγεται, επομένως, το συμπέρασμα ότι η διατήρηση των αντισταθμιστικών μέτρων δεν θα έχει σοβαρές επιπτώσεις στους εισαγωγείς/χρήστες στην Κοινότητα.

    4.   ΣΥΜΦΕΡΟΝ ΤΩΝ ΠΡΟΜΗΘΕΥΤΩΝ ΑΝΑΝΤΗ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ

    (178)

    Η αρχική έρευνα κατέληξε ότι οι προμηθευτές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής θα επωφεληθούν από την επιβολή των μέτρων. Όπως αναφέρεται ανωτέρω, μόνον ένας προμηθευτής συνεργάσθηκε με την έρευνα και επιβεβαιώνει αυτό το γεγονός, επειδή είναι σχεδόν ο μόνος προμηθευτής των κοινοτικών παραγωγών και θα υποστεί ζημία από την επιδείνωση της οικονομικής του κατάστασης. Συνάγεται, επομένως, το συμπέρασμα ότι η συνέχιση των μέτρων θα εξακολουθήσει να έχει θετική επίπτωση για τους προμηθευτές.

    5.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

    (179)

    Για τους προαναφερόμενους λόγους, συνάγεται το συμπέρασμα ότι, όσον αφορά το συμφέρον της Κοινότητας, δεν υπάρχουν επιτακτικοί λόγοι κατά της διατήρησης των αντισταθμιστικών μέτρων.

    Ι.   ΑΝΤΙΣΤΑΘΜΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ

    (180)

    Όλα τα μέρη ενημερώθηκαν για τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά και το σκεπτικό, βάσει των οποίων επρόκειτο να προταθεί η διατήρηση της ισχύος των υφιστάμενων μέτρων. Καθορίσθηκε επίσης προθεσμία εντός της οποίας τα μέρη μπορούσαν να υποβάλλουν τις παρατηρήσεις τους μετά την κοινολόγηση.

    (181)

    Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι, όπως προβλέπεται στο άρθρο 21 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, τα αντισταθμιστικά μέτρα που εφαρμόζονται στις εισαγωγές ταινιών ΡΕΤ, καταγωγής Ινδίας, πρέπει να διατηρηθούν. Υπενθυμίζεται ότι αυτά τα μέτρα συνίστανται σε δασμούς κατ’ αξίαν.

    (182)

    Όπως περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη 4, οι ισχύοντες αντισταθμιστικοί δασμοί επεκτάθηκαν για να καλύψουν επιπλέον τις εισαγωγές ταινιών ΡΕΤ που αποστέλλονται από τη Βραζιλία και το Ισραήλ, είτε δηλώνονται ως καταγωγής Βραζιλίας ή Ισραήλ είτε όχι. Τα αντισταθμιστικά μέτρα που πρέπει να διατηρηθούν για τις εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος, όπως καθορίζεται στην αιτιολογική σκέψη 181, θα πρέπει να είναι τα μέτρα όπως έχουν επεκταθεί στις εισαγωγές ταινιών ΡΕΤ που αποστέλλονται από τη Βραζιλία και το Ισραήλ, είτε δηλώνονται ως καταγωγής Βραζιλίας ή Ισραήλ είτε όχι. Οι παραγωγοί-εξαγωγείς της Βραζιλίας και του Ισραήλ οι οποίοι απηλλάγησαν από τα μέτρα όπως επεκτάθηκαν με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1976/2004 και τροποποιήθηκαν με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 101/2006, θα πρέπει επίσης να απαλλαγούν από τα μέτρα όπως επιβάλλονται από τον παρόντα κανονισμό.

    (183)

    Οι ατομικοί συντελεστές αντισταθμιστικού δασμού για κάθε εταιρεία που προσδιορίζονται στον παρόντα κανονισμό αντανακλούν την κατάσταση που διαπιστώθηκε κατά τη διάρκεια της επανεξέτασης όσον αφορά τους συνεργαζόμενους εξαγωγείς. Έτσι, εφαρμόζονται μόνον στις εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος που παράγεται από αυτές τις εταιρείες και έτσι από τις συγκεκριμένες νομικές οντότητες που αναφέρονται. Οι εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος που παράγονται από κάθε άλλη εταιρεία, η οποία δεν κατονομάζεται ρητώς στο διατακτικό του παρόντος κανονισμού με την επωνυμία και τη διεύθυνσή της, συμπεριλαμβανομένων των οντοτήτων που συνδέονται με τις εταιρείες που κατονομάζονται ρητώς, δεν μπορούν να τύχουν αυτών των συντελεστών και υπόκεινται στο δασμολογικό συντελεστή που ισχύει για «όλες τις άλλες εταιρείες».

    (184)

    Κάθε αίτηση για την εφαρμογή των ως άνω ατομικών συντελεστών αντισταθμιστικού δασμού (π.χ. λόγω αλλαγής επωνυμίας της οντότητας ή μετά τη συγκρότηση νέων οντοτήτων παραγωγής ή πωλήσεων) υποβάλλεται αμέσως στην Επιτροπή (19) μαζί με όλα τα σχετικά στοιχεία, ιδίως δε κάθε αλλαγή των δραστηριοτήτων της εταιρείας που αφορούν την παραγωγή και τις εγχώριες και εξαγωγικές πωλήσεις, που συνδέεται π.χ. με αυτήν την αλλαγή επωνυμίας ή τη μεταβολή των οντοτήτων παραγωγής και πωλήσεων. Εάν θεωρηθεί σκόπιμο, κατόπιν διαβουλεύσεων με τη συμβουλευτική επιτροπή, ο κανονισμός θα τροποποιηθεί ανάλογα, με την αναπροσαρμογή του καταλόγου των εταιρειών που επωφελούνται από ατομικούς δασμολογικούς συντελεστές.

    (185)

    Για να εξασφαλισθεί η ορθή επιβολή του αντισταθμιστικού δασμού, το επίπεδο υπόλοιπου δασμού δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται μόνο στους μη συνεργαζόμενους εξαγωγείς αλλά επίσης και στις εταιρείες οι οποίες δεν είχαν πραγματοποιήσει εξαγωγές κατά την ΠΕ. Εντούτοις, οι τελευταίες αυτές εταιρείες καλούνται όταν πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 20 του βασικού κανονισμού, να υποβάλλουν αίτηση επανεξέτασης δυνάμει αυτού του άρθρου για να εξετασθεί η περίπτωσή τους ατομικά,

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

    Άρθρο 1

    1.   Επιβάλλεται οριστικός αντισταθμιστικός δασμός στις εισαγωγές ταινιών από τερεφθαλικό πολυαιθυλένιο (PET), που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ ex 3920 62 19 (κωδικοί TARIC 3920621903, 3920621906, 3920621909, 3920621913, 3920621916, 3920621919, 3920621923, 3920621926, 3920621929, 3920621933, 3920621936, 3920621939, 3920621943, 3920621946, 3920621949, 3920621953, 3920621956, 3920621959, 3920621963, 3920621969, 3920621976 και 3920621994) και ex 3920 62 90 (κωδικοί TARIC 3920629033 και 3920629094), καταγωγής Ινδίας.

    2.   Ο δασμός που επιβάλλεται στην καθαρή τιμή, «ελεύθερο στα σύνορα της Κοινότητας», πριν από τον εκτελωνισμό, για τις εισαγωγές προϊόντων που παράγονται στην Ινδία από τις ακόλουθες εταιρείες, είναι ο εξής:

    Χώρα

    Εταιρεία

    Οριστικός δασμός (%)

    Πρόσθετος κωδικός TARIC

    Iνδία

    Ester Industries Limited

    75-76, Amrit Nagar,

    Behind South Extension Part-1,

    New Delhi - 110 003,

    India

    12,0

    A026

    Iνδία

    Flex Industries Limited

    A-1, Sector 60,

    Noida 201 301, (U. P.)

    India

    12,5

    A027

    Iνδία

    Garware Polyester Limited

    Garware House,

    50-A, Swami Nityanand Marg,

    Vile Parle (East),

    Mumbai 400 057,

    India

    3,8

    A028

    Iνδία

    India Polyfilms Limited

    112 Indra Prakash Building

    21 Barakhamba Road

    New Delhi – 110 001,

    India

    7,0

    A029

    Iνδία

    Jindal Poly Films Limited

    56 Hanuman Road,

    New Delhi – 110 001,

    India

    7,0

    A030

    Iνδία

    MTZ Polyfilms Limited

    New Indian Centre, 5th floor,

    17th Co-operage Road,

    Mumbai 400 039,

    India

    8,7

    A031

    Ινδία

    Polyplex Corporation Limited

    B-37, Sector-1,

    Noida 201 301,

    Dist. Gautam Budh Nagar,

    Uttar Pradesh,

    India

    19,1

    A032

    Iνδία

    Όλες οι άλλες εταιρείες

    19,1

    A999

    3.   Ο οριστικός αντισταθμιστικός δασμός που επιβάλλεται στις εισαγωγές από την Ινδία, όπως καθορίζεται στην παράγραφο 2, επεκτείνεται στις εισαγωγές των ιδίων ταινιών τερεφθαλικού πολυαιθυλενίου («PET») που αποστέλλονται από τη Βραζιλία και από το Ισραήλ (είτε δηλώνονται ως καταγωγής Βραζιλίας ή Ισραήλ είτε όχι) (κωδικοί TARIC 3920621901, 3920621904, 3920621907, 3920621911, 3920621914, 3920621917, 3920621921, 3920621924, 3920621927, 3920621931, 3920621934, 3920621937, 3920621941, 3920621944, 3920621947, 3920621951, 3920621954, 3920621957, 3920621961, 3920621967, 3920621974, 3920621992, 3920629031, 3920629092) με εξαίρεση τις ταινίες που παράγονται από τις εταιρείες:

    Terphane Ltda BR 101, km 101, City of Cabo de Santo Agostinho, State of Pernambuco, Βραζιλία (πρόσθετος κωδικός TARIC A569)·

    Jolybar Filmtechnic Converting Ltd (1987), Hacharutsim str. 7, Ind. Park Siim 2000, Natania South, 42 504, POB 8380, Ισραήλ (πρόσθετος κωδικός TARIC A570)·

    Hanita Coatings Rural Cooperative Association Ltd, Kibbutz Hanita, 22 885, Ισραήλ (πρόσθετος κωδικός TARIC A691).

    4.   Εκτός εάν ορίζεται άλλως, εφαρμόζονται οι διατάξεις που ισχύουν για τους τελωνειακούς δασμούς.

    Άρθρο 2

    Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα του τα μέρη και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

    Βρυξέλλες, 27 Φεβρουαρίου 2006.

    Για το Συμβούλιο

    Ο Πρόεδρος

    U. PLASSNIK


    (1)  ΕΕ L 288 της 21.10.1997, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 461/2004 (ΕΕ L 77 της 13.3.2004, σ. 12).

    (2)  ΕΕ L 316 της 10.12.1999, σ. 1.

    (3)  ΕΕ L 227 της 23.8.2001, σ. 1.

    (4)  ΕΕ L 227 της 23.8.2001, σ. 56.

    (5)  ΕΕ C 40 της 17.2.2005, σ. 8.

    (6)  ΕΕ L 342 της 18.11.2004, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 101/2006 (ΕΕ L 17 της 21.1.2006, σ. 1).

    (7)  ΕΕ L 342 της 18.11.2004, σ. 8· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 101/2006.

    (8)  ΕΕ C 154 της 28.6.2002, σ. 2.

    (9)  Βλέπε σελίδα 1 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.

    (10)  ΕΕ C 281 της 22.11.2003, σ. 4.

    (11)  ΕΕ C 1 της 4.1.2005, σ. 5.

    (12)  ΕΕ L 218 της 23.8.2005, σ. 3.

    (13)  ΕΕ C 62 της 11.3.2004, σ. 4.

    (14)  ΕΕ C 306 της 10.12.2004, σ. 2.

    (15)  EE C 189 της 9.8.2002, σ. 34.

    (16)  EE C 297 της 2.12.2004, σ. 2.

    (17)  Ανακοίνωση αριθ. 1/2002-07 της 31.3.2002 του Υπουργείου Εμπορίου και Βιομηχανίας της κυβέρνησης της Ινδίας.

    (18)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1628/2004 του Συμβουλίου, ΕΕ L 295 της 18.9.2004, σ. 4 (αιτιολογική σκέψη 13).

    (19)  Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Γενική Διεύθυνση Εμπορίου, Διεύθυνση B, J-79 5/17, B-1049 Βρυξέλλες.


    Top