Επιλέξτε τις πειραματικές λειτουργίες που θέλετε να δοκιμάσετε

Το έγγραφο αυτό έχει ληφθεί από τον ιστότοπο EUR-Lex

Έγγραφο 52003AR0240

    Γνωμοδότηση της Επιτροπής των Περιφερειών για την Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την προστασία των υπόγειων υδάτων από τη ρύπανση

    Ú. v. EÚ C 109, 30.4.2004, σ. 29 έως 32 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

    30.4.2004   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 109/29


    Γνωμοδότηση της Επιτροπής των Περιφερειών για την Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την προστασία των υπόγειων υδάτων από τη ρύπανση

    (2004/C 109/06)

    Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ

    Έχοντας υπόψη την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την προστασία των υπόγειων ρευμάτων από τη ρύπανση [COM(2003) 550 τελικό — 2003/0210 (COD)]·

    Έχοντας υπόψη την απόφαση του Συμβουλίου, της 3ης Οκτωβρίου 2003, σύμφωνα με το άρθρο 175, παράγραφος 1, της Συνθήκης για την ίδρυση της ΕΚ, να ζητήσει τη γνωμοδότησή της για το θέμα αυτό·

    Έχοντας υπόψη την απόφαση του Προεδρείου της, της 19ης Ιουνίου 2003, να αναθέσει την προετοιμασία των σχετικών εργασιών στην επιτροπή «Βιώσιμη ανάπτυξη»·

    Έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της για την «Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου θεσπίσεως πλαισίου κοινοτικής δράσης στο πεδίο της πολιτικής υδάτων» CdR 171/97 fin (1)·

    Έχοντας υπόψη την οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2000, σχετικά με τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στο πεδίο της πολιτικής υδάτων·

    Έχοντας υπόψη τη γνωμοδότησή της για την «Ανακοίνωση της Επιτροπής για το έκτο πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον της Ευρωπαϊκής Κοινότητας», «Περιβάλλον 2010: το μέλλον μας, η επιλογή μας» — και την «Πρόταση απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση του κοινοτικού προγράμματος δράσης για το περιβάλλον 2001-2010», CdR 36/2001 fin (2)·

    Έχοντας υπόψη το σχέδιο γνωμοδότησης της ΕΤΠ (CdR 240/2003 rev.1), που υιοθέτησε η επιτροπή «Βιώσιμη ανάπτυξη» στις 12 Δεκεμβρίου 2003 με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. Johannes Flensted-Jensen Νομάρχη Århus (DK, PES)·

    εκτιμώντας ότι:

    1.

    Τα υπόγεια ύδατα αποτελούν τόσο σημαντικό όσο και απειλούμενο πόρο που έχει μεγάλη σημασία για την ποιότητα του περιβάλλοντος σε μια σειρά από ποτάμιες λεκάνες και χερσαίες φυσικές περιοχές, για τη βιομηχανική και γεωργική παραγωγή, καθώς και ως πηγή πόσιμου ύδατος·

    2.

    Η προστασία της ποσότητας και της ποιότητας των υπόγειων υδάτων πρέπει, κατά συνέπεια, να τυγχάνει υψηλής πολιτικής προστασίας τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο· στο πλαίσιο αυτό, οι κοινοτικές πρωτοβουλίες είναι απαραίτητες για την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη εναρμόνιση των ρυθμίσεων στον τομέα αυτό, λαμβάνοντας υπόψη τις μεγάλες φυσικές διαφορές που υπάρχουν μεταξύ των περιοχών υπόγειων υδάτων στην Ευρώπη·

    3.

    Η κατάσταση όσον αφορά την ποσότητα των υπόγειων υδάτων εξετάζεται στην οδηγία-πλαίσιο για τα ύδατα και, για το λόγο αυτό, η οδηγία για τα υπόγεια ύδατα επικεντρώνει το ενδιαφέρον της στην ποιότητα των υπόγειων υδάτων·

    κατά την 53η σύνοδο ολομέλείας της στις 11 και 12 Φεβρουαρίου 2004, (συνεδρίαση της 11ης Φεβρουαρίου), υιοθέτησε την ακόλουθη γνωμοδότηση:

    1.   Η θέση της Επιτροπής των Περιφερειών

    Η Επιτροπή των Περιφερειών

    1.1

    είναι της γνώμης ότι, η πρόταση της Επιτροπής για μια νέα οδηγία σχετικά με τα υπόγεια ύδατα, καθώς και η οδηγία-πλαίσιο για τα ύδατα, που είναι η θυγατρική οδηγία, χαράσσουν μια συνεπή γενική στρατηγική, τόσο από περιβαλλοντική όσο και από κοινωνικοοικονομική άποψη, δίδοντας ιδιαίτερη βαρύτητα στην πρόληψη της ρύπανσης και την αποκατάσταση του περιβάλλοντος·

    1.2

    χαιρετίζει από την άποψη αυτή την πρόταση για μια νέα οδηγία σχετικά με τα υπόγεια ύδατα και κρίνει ότι αποτελεί ωφέλιμο συμπλήρωμα της οδηγίας-πλαίσιο για τα ύδατα στον τομέα των υπόγειων υδάτων·

    1.3

    επικροτεί το γεγονός ότι η πρόταση δεν περιέχει ένα λεπτομερή κατάλογο με τα κοινοτικά ποιοτικά πρότυπα με τη μορφή τιμών κατωφλίου για την περιεκτικότητα των υπόγειων υδάτων σε διάφορες ρυπαντικές ουσίες, περιοριζόμενη στη συμπερίληψη τιμών κατωφλίου σύμφωνα με τις ήδη εγκριθείσες κοινοτικές διατάξεις, συμπεριλαμβανόμενων της οδηγίας για τη νιτρορύπανση και των οδηγιών για τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα και τα βιοκτόνα·

    1.4

    θεωρεί ικανοποιητικό το γεγονός ότι τα κράτη μέλη, αντί για κοινοτικά ποιοτικά πρότυπα, θα ορίσουν τιμές κατωφλίου για τους σχετικούς ρύπους των υπόγειων υδάτων, τόσο φυσικούς όσο και ανθρωπογενείς, βάσει των κριτηρίων της οδηγίας·

    1.5

    συμφωνεί για το γεγονός ότι στην οδηγία συμπεριλαμβάνεται ένας ελάχιστος κατάλογος των ρύπων για τους οποίους τα κράτη μέλη πρέπει να ορίσουν τιμές κατωφλίου·

    1.6

    θεωρεί ως συνετή διαδικασία το γεγονός ότι η Επιτροπή, με βάση τις εκθέσεις των κρατών μελών, μπορεί στη συνέχεια να λάβει θέση για το κατά πόσο συντρέχει λόγος να προταθούν κοινοτικά ποιοτικά πρότυπα στα πλαίσια μιας περαιτέρω εναρμόνισης των ρυθμίσεων στον τομέα·

    1.7

    υποθέτει ότι θα συμμετάσχει σε τυχόν τροποποιήσεις του παραρτήματος 1 της οδηγίας όσον αφορά τα κοινοτικά ποιοτικά πρότυπα για τα υπόγεια ύδατα·

    1.8

    θεωρεί αναγκαίο να καταστούν πιο αυστηρά στα κράτη μέλη τα κοινοτικά ποιοτικά πρότυπα —τα σημερινά και τα μελλοντικά— για λόγους που έχουν σχέση με την προστασία των επιφανειακών υδάτων·

    1.9

    επιθυμεί επίσης να τονίσει ότι, κατά την ταξινόμηση των υπόγειων υδάτινων όγκων και κατά το σχεδιασμό των δικτύων παρακολούθησης, είναι απαραίτητο να λάβουν τα κράτη μέλη μέτρα ώστε η σύγκριση της ποιότητας των υπόγειων υδάτων να γίνεται με ομοιογενή δεδομένα, π.χ. με συγκρίσιμα στοιχεία για το οξυγόνο ή συγκρίσιμες γεωλογικές συνθήκες.

    2.   Συστάσεις της Επιτροπής των Περιφερειών

    Η Επιτροπή των Περιφερειών

    2.1

    Συνιστά να προκύπτει ότι από την οδηγία για τα υπόγεια ύδατα ότι οι εθνικές τιμές κατωφλίου θα μπορούσαν να γίνουν πιο αυστηρές από τις τοπικές αρχές που είναι αρμόδιες για τις ποτάμιες λεκάνες, εάν αυτό είναι αναγκαίο για την επίτευξη των περιβαλλοντικών στόχων της οδηγίας-πλαίσιο για τα ύδατα στις εν λόγω περιοχές ποτάμιων λεκανών·

    2.2

    συνιστά να ορίζονται επίπεδα υποβάθρου σύμφωνα με τις καλύτερες εκτιμήσεις ειδικών στις περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν υπάρχουν γνωστά επίπεδα υποβάθρου στα υπόγεια ύδατα για ουσίες που υπάρχουν εκ φύσεως, έως ότου υπάρχουν στοιχεία από σχετικές παρακολουθήσεις. Ωστόσο, σε ορισμένες περιπτώσεις θα είναι σχεδόν αδύνατο να ευρεθούν φυσικά επίπεδα υποβάθρου·

    2.3

    συνιστά στα κράτη μέλη να λάβουν μέτρα ώστε χρησιμοποιούνται συγκρίσιμα σημεία παρακολούθησης κατά τον προσδιορισμό των σημαντικών και διατηρούμενων ανοδικών τάσεων σε έναν υδάτινο όγκο ή σε μία ομάδα υδάτινων όγκων·

    2.4

    συνιστά να συμπεριληφθούν στον ελάχιστο κατάλογο του παραρτήματος ΙΙΙ, μέρος Α.1, ο φώσφορος, ο χαλκός, ο ψευδάργυρος και το αλουμίνιο, επειδή πρόκειται για ουσίες που συνιστούν απειλή κατά της χημικής ποιότητας των υπόγειων υδάτων·

    2.5

    συνιστά, στο μέτρο που οι μολυσμένες βιομηχανικές ζώνες δεν είναι δυνατό να απολυμανθούν βάσει του άρθρου 4 (4) και (5) της οδηγίας-πλαίσιο για τα ύδατα, να τροποποιηθούν οι διατάξεις αυτές με την πρώτη ευκαιρία. Ταυτόχρονα, θα πρέπει να εξετασθεί το ενδεχόμενο εκ νέου εισαγωγής της έννοιας της διαχείρισης των ζωνών που είναι εκτεθειμένες σε κινδύνους στα σχέδια διαχείρισης των υδάτων σε λεκάνες απορροής· η έννοια αυτή λαμβάνει υπόψη τις περιβαλλοντικές και οικονομικές πτυχές, καθώς και την πρακτική σκοπιμότητα.

    2.6

    συνιστά να προκύπτει σαφώς από το άρθρο 4, παρ.3 της οδηγίας για τα υπόγεια ύδατα ποια επιτροπή θα κληθεί να γνωμοδοτήσει πριν από τις τροποποιήσεις του παρ.1 της οδηγίας για τα υπόγεια ύδατα·

    2.7

    συνιστά να συμμετάσχει όσο το δυνατόν περισσότερο στις επικείμενες τροποποιήσεις της οδηγίας για τα υπόγεια ύδατα, συμπεριλαμβανόμενων και των ουσιαστικών προσαρμογών των παραρτημάτων ΙΙ-ΙV της οδηγίας, επειδή οι τοπικές και περιφερειακές αρχές πολλών περιοχών έχουν μεγάλη τεχνικοδιοικητική εμπειρία στον τομέα των υπόγειων υδάτων, και να κληθούν τα κράτη μέλη να κάνουν χρήση της ίδιας αυτής εμπειρίας στις περαιτέρω εργασίες με την εν λόγω οδηγία·

    2.8

    αναγνωρίζει ότι η προτεινόμενη οδηγία, ως μέρος της οδηγίας-πλαίσιο για τα ύδατα, θα έχει σοβαρές δημοσιονομικές συνέπειες για τα κράτη μέλη, και ζητεί να λαμβάνουν υπόψη τα νέα και τα υφιστάμενα δημοσιονομικά συστήματα το οικονομικό βάρος, που τα κράτη μέλη θα επωμισθούν κατά την εκπλήρωση των περιβαλλοντικών στόχων της οδηγίας-πλαίσιο για τα ύδατα·

    2.9

    προτείνει με βάση τα ανωτέρω τις εξής συγκεκριμένες αλλαγές:

    Σύσταση 2.1

    Άρθρο 4, παρ. 1

    Κείμενο της Επιτροπής

    Τροπολογία της Επιτροπής των Περιφερειών

    1.

    Για τις ανάγκες της διαδικασίας χαρακτηρισμού κατά την έννοια του άρθρου 5 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ και του παραρτήματος ΙΙ σημεία 2.1 και 2.2 της ίδιας, σύμφωνα με τη διαδικασία του παραρτήματος ΙΙ της παρούσας οδηγίας, και με συνεκτίμηση του οικονομικού και κοινωνικού κόστους, τα κράτη μέλη θέτουν, το αργότερο μέχρι 22 Δεκεμβρίου 2005, τιμές κατωφλίου για καθένα από τους ρύπους για τους οποίους έχει διαπιστωθεί ότι συντελούν ώστε υπόγειοι υδάτινοι όγκοι ή ομάδες αυτών να χαρακτηριστούν απειλούμενοι. Ως ελάχιστη απαίτηση, τα κράτη μέλη θέτουν τιμές κατωφλίου για τους ρύπους που απαριθμούνται υπό Α.1 και Α.2 του παραρτήματος ΙΙΙ της παρούσας οδηγίας. Οι τιμές αυτές θα χρησιμοποιηθούν μεταξύ άλλων για τις ανάγκες επισκόπησης της κατάστασης των υπόγειων υδάτων, κατά την έννοια του άρθρου 5 παράγραφος 2 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ.

    Για τις τιμές κατωφλίου, υπάρχει δυνατότητα να τεθούνσε εθνικό επίπεδο, σε επίπεδο ποτάμιας λεκάνης ή σε επίπεδο υπόγειου υδάτινου όγκου ή ομάδας υπόγειων υδάτινων όγκων.

    1.

    Για τις ανάγκες της διαδικασίας χαρακτηρισμού κατά την έννοια του άρθρου 5 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ και του παραρτήματος ΙΙ σημεία 2.1 και 2.2 της ίδιας, σύμφωνα με τη διαδικασία του παραρτήματος ΙΙ της παρούσας οδηγίας, και με συνεκτίμηση του οικονομικού και κοινωνικού κόστους, τα κράτη μέλη θέτουν, το αργότερο μέχρι 22 Δεκεμβρίου 2005, τιμές κατωφλίου για καθένα από τους ρύπους για τους οποίους έχει διαπιστωθεί ότι συντελούν ώστε υπόγειοι υδάτινοι όγκοι ή ομάδες αυτών να χαρακτηριστούν απειλούμενοι. Ως ελάχιστη απαίτηση, τα κράτη μέλη θέτουν τιμές κατωφλίου για τους ρύπους που απαριθμούνται υπό Α.1 και Α.2 του παραρτήματος ΙΙΙ της παρούσας οδηγίας. Οι τιμές αυτές θα χρησιμοποιηθούν μεταξύ άλλων για τις ανάγκες επισκόπησης της κατάστασης των υπόγειων υδάτων, κατά την έννοια του άρθρου 5 παράγραφος 2 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ.

    Για τις τιμές κατωφλίου, υπάρχει δυνατότητα να τεθούνσε εθνικό επίπεδο, σε επίπεδο ποτάμιας λεκάνης ή σε επίπεδο υπόγειου υδάτινου όγκου ή ομάδας υπόγειων υδάτινων όγκων.

    Εάν τα κράτη μέλη επιλέξουν να ορίσουν εθνικές τιμές κατωφλίου, οι τελευταίες θα πρέπει να καταστούν πιο αυστηρές από τις τοπικές αρχές που είναι αρμόδιες για τις ποτάμιες λεκάνες, εάν αυτό είναι αναγκαίο για την επίτευξη των περιβαλλοντικών στόχων της οδηγίας-πλαίσιο για τα ύδατα στις εν λόγω περιοχές ποτάμιων λεκανών.

    Αιτιολογία

    Εάν τα κράτη μέλη επιλέξουν να ορίσουν τιμές κατωφλίου σε εθνικό επίπεδο, οι αρμόδιες αρχές των περιοχών ποτάμιων λεκανών θα πρέπει να καταστήσουν πιο αυστηρές τις τιμές αυτές για λόγους που έχουν σχέση με τις ευάλωτες περιοχές και περιφέρειες στους εν λόγω περιοχές, εάν αυτό είναι αναγκαίο για την επίτευξη των περιβαλλοντικών στόχων. Τούτο συμφωνεί με τη λογική της οδηγίας-πλαίσιο για τα ύδατα και μπορεί να συμπεριληφθεί με χρήσιμο τρόπο στο κείμενο της οδηγίας για τα υπόγεια ύδατα.

    Σύσταση 2.2

    Παράρτημα III, μέρος B.2.2

    Κείμενο της Επιτροπής

    Τροπολογία της Επιτροπής των Περιφερειών

    2.2

    Σχέση ανάμεσα στις τιμές κατωφλίου και στα παρατηρούμενα επίπεδα υποβάθρου για ουσίες που απαντούν εκ φύσεως στα υπόγεια ύδατα.

    2.2

    Σχέση ανάμεσα στις τιμές κατωφλίου και στα παρατηρούμενα επίπεδα υποβάθρου για ουσίες που απαντούν εκ φύσεως στα υπόγεια ύδατα. Στο μέτρο που δεν υπάρχουν γνωστά επίπεδα υποβάθρου στα υπόγεια ύδατα για ουσίες που απαντούν εκ φύσεως σε αυτά, τα επίπεδα υποβάθρου ορίζονται σύμφωνα με τις καλύτερες δυνατές εκτιμήσεις ειδικών.

    Αιτιολογία

    Σε ορισμένες περιπτώσεις δεν θα είναι γνωστά τα επίπεδα υποβάθρου πριν παρέλθει αρκετό διάστημα παρακολούθησης, ενώ για ορισμένες ομάδες υπόγειων υδάτινων όγκων μπορεί να είναι δύσκολο να ευρεθούν όγκοι όπου να είναι δυνατό να υπολογιστεί ένα φυσικό επίπεδο υποβάθρου. Και στις δύο αυτές περιπτώσεις θα είναι απαραίτητος ο καθορισμός επιπέδων υποβάθρου βάσει έγκυρων εκτιμήσεων από ειδικούς.

    Σύσταση 2.3

    Παράρτημα IV, 1.2 (α)

    Κείμενο της Επιτροπής

    Τροπολογία της Επιτροπής των Περιφερειών

    α)

    Η αξιολόγηση βασίζεται στους αριθμητικούς μέσους όρους των μέσων τιμών που μετρούνται στα διάφορα σημεία παρακολούθησης υπόγειων υδάτινων όγκων ή ομάδων αυτών, ανά τρίμηνο, εξάμηνο ή ετησίως.

    α)

    Η αξιολόγηση βασίζεται στους αριθμητικούς μέσους όρους των μέσων τιμών που μετρούνται στα διάφορα σημεία παρακολούθησης υπόγειων υδάτινων όγκων ή ομάδων αυτών, ανά τρίμηνο, εξάμηνο ή ετησίως. Είναι εν προκειμένω αναγκαίο να ληφθούν μέτρα ώστε τα σημεία παρακολούθησης να είναι συγκρίσιμα.

    Αιτιολογία

    Υπάρχουν μεγάλες διαφορές στη φυσική χημική κατάσταση των υπόγειων υδάτων. Αυτό ισχύει τόσο μεταξύ των υπόγειων υδάτινων όγκων όσο και σε ένα συγκεκριμένο υπόγειο υδάτινο όγκο. Για παράδειγμα, υπάρχουν χημικές διαφορές στο ανώτατο και το κατώτερο μέρος ενός υπόγειου υδάτινου όγκου. Συνεπώς, μία έγκυρη εκτίμηση προϋποθέτει ότι τα σημεία παρακολούθησης θα είναι συγκρίσιμα από γεωλογική άποψη ή από άποψη οξυγόνου.

    Σύσταση 2.4

    Παράρτημα III, μέρος A.1

    Κείμενο της Επιτροπής

    Τροπολογία της Επιτροπής των Περιφερειών

    Αμμώνιο

    Αρσενικό

    Κάδμιο

    Χλώριο

    Μόλυβδος

    Υδράργυρος

    Θειικό ιόν

    Αμμώνιο

    Αρσενικό

    Κάδμιο

    Χλώριο

    Μόλυβδος

    Υδράργυρος

    Θειικό ιόν

    Φώσφορος

    Αιτιολογία

    Ο φώσφορος, ο χαλκός, ο ψευδάργυρος και το αλουμίνιο είναι ουσίες που συνιστούν απειλή κατά της χημικής ποιότητας των υπόγειων υδάτων.

    Βρυξέλλες, 11 Φεβρουαρίου 2004.

    Ο Πρόεδρος

    της Επιτροπής των Περιφερειών

    Peter STRAUB


    (1)  EE C 180 της 11.6.1998, σ. 38

    (2)  EE C 357 της 14.12.2001, σ. 44.


    Επάνω