EUR-Lex Πρόσβαση στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Επιστροφή στην αρχική σελίδα του EUR-Lex

Το έγγραφο αυτό έχει ληφθεί από τον ιστότοπο EUR-Lex

Έγγραφο 61989CO0056

Ordonanța președintelui Curții din data de 13 iunie 1989.
Publishers Association împotriva Comisiei Comunităților Europene.
Cauza C-56/89 R.

Αναγνωριστικό ECLI: ECLI:EU:C:1989:238

61989O0056

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΗΣ 13ΗΣ ΙΟΥΝΙΟΥ 1989. - PUBLISHERS ASSOCIATION ΚΑΤΑ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. - ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ - ΚΑΘΟΡΙΣΜΕΝΗ ΤΙΜΗ ΒΙΒΛΙΩΝ. - ΥΠΟΘΕΣΗ C-56/89 R.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1989 σελίδα 01693


Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Διατακτικό

Λέξεις κλειδιά


++++

Ασφαλιστικά μέτρα - Αναστολή εκτελέσεως - Προϋποθέσεις χορηγήσεως - "Fumus boni juris" - Σοβαρή και ανεπανόρθωτη ζημία - Στάθμιση του συνόλου των οικείων συμφερόντων

(Συνθήκη ΕΟΚ, άρθρο 185 κανονισμός διαδικασίας, άρθρο 83, παράγραφος 2)

Διάδικοι


Στην υπόθεση 56/89 R,

Publishers Association, εκπροσωπούμενη από τους Jeremy Lever, QC, Stephen Richards, barrister και Robin Griffith, Solicitor, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο το δικηγόρο J. C. Wolter, 8, rue Zithe

αιτούσα (προσφεύγουσα),

κατά

Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενης από το νομικό της σύμβουλο Anthony McClellan και Berend Jan Drijber , μέλος της νομικής της υπηρεσίας, επικουρούμενους από το δικηγόρο Nicolas Forwood, QC, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο τον Γεώργιο Κρεμλή, μέλος της νομικής της υπηρεσίας, Centre Wagner, Kirchberg,

καθής,

που έχει ως αντικείμενο αίτηση αναστολής εκτελέσεως της αποφάσεως 89/44 της Επιτροπής, της 12ης Δεκεμβρίου 1988, σχετικά με μια διαδικασία εφαρμογής του άρθρου 85 της Συνθήκης ΕΟΚ ((ΙV/27.393 και ΙV/27.394, Publishers Association - Net Book Agreaments ('Ενωση Εκδοτών - Συμφωνίες πωλήσεως βιβλίων σε καθορισμένες τιμές) ))

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ

εκδίδει την ακόλουθη

Διάταξη

Σκεπτικό της απόφασης


1 Με δικόγραφο που κατέθεσε στη γραμματεία του Δικαστηρίου στις 27 Φεβρουαρίου 1989, η Publishers Association άσκησε, δυνάμει του άρθρου 173, δεύτερο εδάφιο, της Συνθήκης ΕΟΚ, προσφυγή με την οποία ζητεί την ακύρωση της αποφάσεως 89/44 της Επιτροπής της 12ης Δεκεμβρίου 1988 σχετικά με μια διαδικασία εφαρμογής του άρθρου 85 της Συνθήκης ΕΟΚ ((ΙV/27.393 και ΙV/27.394, Publishers Association - Net Book Agreements ('Ενωση Εκδοτών - Συμφωνίες πωλήσεως βιβλίων σε καθορισμένες τιμές) )) (ΕΕ 1989, L 22, σ. 12).

2 Κατά το άρθρο 1 της εν λόγω αποφάσεως, ορισμένες συμφωνίες, αποφάσεις και κανόνες της προσφεύγουσας ένωσης που απαριθμούνται υπό τα στοιχεία α) έως στ) του εν λόγω άρθρου και περιγράφονται κατωτέρω συνιστούν παράβαση του άρθρου 85, παράγραφος 1, της Συνθήκης ΕΟΚ, στο μέτρο που καλύπτουν το εμπόριο βιβλίων μεταξύ κρατών μελών.

3 Η αίτηση εξαιρέσεως, δυνάμει του άρθρου 85, παράγραφος 3, της Συνθήκης, των συμφωνιών, αποφάσεων και άλλων κανόνων απορρίφθηκε με το άρθρο 2 της αποφάσεως.

4 Κατά το άρθρο 3 της αποφάσεως, η προσφεύγουσα ένωση υποχρεούται να λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα για να παύσει αμέσως η διαπιστωθείσα παράβαση και, κατά το άρθρο 4 της αποφάσεως, υποχρεούται να ενημερώνει τις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις και ιδίως τους βιβλιοπώλες για τα μέτρα αυτά, διευκρινίζοντας τις πρακτικές τους συνέπειες.

5 Με χωριστό δικόγραφο που κατέθεσε στη γραμματεία του Δικαστηρίου επίσης στις 27 Φεβρουαρίου 1989, η προσφεύγουσα υπέβαλε, δυνάμει των άρθρων 185 και 186 της Συνθήκης ΕΟΚ και του άρθρου 83 του κανονισμού διαδικασίας του Δικαστηρίου, αίτηση αναστολής εκτελέσεως της ανωτέρω αποφάσεως, στο σύνολό της, μέχρι να εκδοθεί από το Δικαστήριο απόφαση επί της κύριας προσφυγής.

6 Η καθής κατέθεσε γραπτές παρατηρήσεις στις 30 Μαρτίου 1989. Οι διάδικοι ανέπτυξαν τις προφορικές τους παρατηρήσεις στις 12 Μαΐου 1989, αφού αναβλήθηκε κατόπιν αιτήσεως της προσφεύγουσας η συνεδρίαση που είχε οριστεί προς τούτο για την 21η Απριλίου 1989.

7 Πριν εξεταστεί η βασιμότητα της αιτήσεως αναστολής πρέπει να υπομνηστεί συνοπτικά το περιεχόμενο των συμφωνιών, αποφάσεων και άλλων κανόνων που αποτελούν το αντικείμενο της προσβαλλόμενης απόφασης, καθώς και το πλαίσιο στο οποίο εντάσσονται.

8 Η Publishers Association είναι ένωση που περιλαμβάνει την πλειοψηφία των εκδοτών που είναι εγκατεστημένοι στο Ηνωμένο Βασίλειο. Η ένωση έχει ως σκοπό, εκτός από την προώθηση και προστασία των συμφερόντων των μελών της, την ενθάρρυνση της μεγαλύτερης δυνατής διάθεσης των βιβλίων και, προς το σκοπό αυτό, τη διαχείριση, εφαρμογή και εξασφάλιση, με όλα τα νόμιμα μέσα, της τηρήσεως της συμφωνίας του 1957 για την πώληση βιβλίων σε καθορισμένες τιμές ("Net Book Agreement").

9 Σύμφωνα με τη συμφωνία αυτή, που αναφέρεται υπό το στοιχείο α) στο άρθρο 1 της προσβαλλόμενης απόφασης, οι επιχειρήσεις μέλη της ενώσεως και οι επιχειρήσεις που έχουν υπογράψει τη συμφωνία υποχρεούνται να εφαρμόζουν στις πωλήσεις βιβλίων σε καθορισμένη τιμή τους ομοιόμορφους τυποποιημένους όρους πωλήσεως ("Standars conditions of Sale of Net Books"), τους οποίους προβλέπει η συμφωνία. Οι όροι αυτοί εφαρμόζονται σε όλες τις πωλήσεις προς το κοινό που πραγματοποιούνται στο Ηνωμένο Βασίλειο ή την Ιρλανδία από εμπόρους χονδρικής ή λιανικής πωλήσεως, όταν ο εκδότης που δημοσιεύει ή θέτει σε κυκλοφορία τα εν λόγω βιβλία αποφασίζει να τα εμπορευθεί σε καθορισμένες τιμές και ορίζει τις τιμές αυτές.

10 Κατά τους τυποποιημένους όρους πωλήσεως, απαγορεύεται καταρχήν η πώληση ή η προσφορά προς πώληση ή η παροχή δυνατότητας πωλήσεως προς το κοινό βιβλίου καθορισμένης τιμής σε τιμή κατώτερη από την καθορισμένη.

11 Κατά τους τυποποιημένους όρους πωλήσεως, ένα βιβλίο καθορισμένης τιμής μπορεί να πωληθεί με έκπτωση προς τις βιβλιοθήκες, τους πράκτορες και τους αγοραστές μεγάλων ποσοτήτων, κατόπιν προηγουμένης σχετικής αδείας της ενώσεως το ποσοστό της εκπτώσεως και οι όροι χορηγήσεώς της καθορίζονται με την άδεια αυτή.

12 Σύμφωνα με την τελευταία αυτή ρήτρα, η ένωση θέσπισε κανόνες για τους όρους χορηγήσεως της άδειας για τις βιβλιοθήκες, που περιορίζουν την έκπτωση στο 10 % και καθορίζουν τους όρους τους οποίους πρέπει να πληροί μια βιβλιοθήκη, κανόνες για τις εκπτώσεις κατά ποσότητες που προβλέπουν κλίμακα εκπτώσεων και, τέλος, κανόνες για τις εκπτώσεις για τους πράκτορες βιβλίων. Οι κανόνες αυτοί αναφέρονται στο στοιχείο β) του άρθρου 1 της προσβαλλόμενης απόφασης.

13 Σε περίπτωση παραβάσεως των συμβατικών υποχρεώσεων από πρόσωπο που πωλεί ή προσφέρει προς πώληση προς το κοινό βιβλίο καθορισμένης τιμής, οι συμβαλλόμενες επιχειρήσεις αναλαμβάνουν τη δέσμευση, δυνάμει της συμφωνίας, να ασκήσουν τα συμβατικά τους δικαιώματα και τα δικαιώματα που τους παρέχει ο Resale Prices Act, αν τους το ζητήσει η ένωση και υπό τον όρο παροχής αποζημιώσεως από την ένωση για την επιβάρυνση που συνεπάγονται οι σχετικές ενέργειες.

14 Πανομοιότυπη συμφωνία, που διαφέρει μόνον ως προς την παροχή αποζημιώσεως από την ένωση σε περίπτωση διώξεως των παραβάσεων, συνάφθηκε μεταξύ σημαντικού αριθμού εκδοτών μη μελών της ενώσεως. Το άρθρο πρώτο, στοιχείο α), της προσβαλλόμενης απόφασης αφορά επίσης τη συμφωνία αυτή.

15 Η ένωση θέσπισε, εξάλλου, ορισμένο αριθμό αποφάσεων και κανόνων οι οποίοι αφορούν άμεσα ή έμμεσα την εμπορία των βιβλίων καθορισμένης τιμής. Αυτοί οι κανόνες και αποφάσεις απαριθμούνται στο άρθρο 1, στοιχεία γ) έως στ), της προσβαλλόμενης απόφασης.

16 Ο λεγόμενος "Code of Allowances" (Κώδικας Εκπτώσεων) περιέχει διατάξεις περί εκπτώσεων επί των καθορισμένων τιμών που αποφασίζονται από τον εκδότη, περί νέων εκδόσεων, περί φθηνών εκδόσεων που πρέπει να ανακοινώνονται εκ των προτέρων στον ειδικευμένο τύπο και μπορούν να τύχουν ατομικών εκπτώσεων επί της καθορισμένης τιμής, προκειμένου για τα αντίτυπα που έχει ο βιβλιοπώλης στο απόθεμά του.

17 Οι κανόνες για τις λέσχες βιβλίου αφορούν τις ειδικές εκδόσεις που προορίζονται για τις λέσχες αυτές. Εφαρμόζονται στα βιβλία των οποίων οι εμπορικές εκδόσεις κυκλοφορούν ως βιβλία καθορισμένης τιμής και καθιστούν δυνατές τις ειδικές εκδόσεις για τις λέσχες που έχουν καταγραφεί στην ένωση, αναλαμβάνοντας την υποχρέωση τηρήσεως των εν λόγω κανόνων. Η ένωση καθορίζει, ειδικότερα, τους όρους που πρέπει να πληρούν οι λέσχες, όσον αφορά τη συμμετοχή σ' αυτές, και ρυθμίζει τη δημοσιότητα που μπορούν να δίνουν στα βιβλία τους.

18 Μια απόφαση της ενώσεως ρυθμίζει την ετήσια εθνική περίοδο πωλήσεως βιβλίων. Κατά την περίοδο αυτή επιτρέπεται στους βιβλιοπώλες, εντός των ορίων και υπό τους όρους που καθορίζονται με την εν λόγω απόφαση, να πωλούν σε τιμές κατώτερες από τις καθορισμένες τα πλεονασματικά τους αποθέματα και να διαθέτουν, κατά περίπτωση, τα πλεονασματικά αποθέματα των εμπόρων χονδρικής πωλήσεως και των εκδοτών.

19 Τέλος, η ένωση δημοσιεύει κατάλογο των βιβλιοπωλών που ενημερώνεται ανά δίμηνο, στον οποίο αναγράφονται οι βιβλιοπώλες που πληρούν ορισμένες προϋποθέσεις και αναλαμβάνουν την υποχρέωση τηρήσεως των τυποποιημένων όρων πωλήσεως των βιβλίων καθορισμένης τιμής.

20 Οι προαναφερθείσες συμφωνίες δεν προβλέπουν κυρώσεις έναντι των επιχειρήσεων που τις συνήψαν και δεν τηρούν τη συμφωνία. Η τήρηση των τυποποιημένων όρων πωλήσεως από τους βιβλιοπώλες επιτυγχάνεται, κατά περίπτωση, κατά τον ισχυρισμό της ενώσεως, με δικαστική απόφαση. Για την επίτευξη της εκδόσεως μιας τέτοιας πράξεως στην Ιρλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο στον εκδότη απόκειται να αποδείξει τη συμβατική σχέση του με το βιβλιοπώλη. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, ωστόσο, ο εκδότης μπορεί να επικαλεστεί επίσης τις διατάξεις του άρθρου 26 του Resale Prices Act του 1976, που καθιστούν δυνατή την επίτευξη της εφαρμογής των όρων σχετικά με την τιμή μεταπωλήσεως, χωρίς να απαιτείται η απόδειξη συμβατικής σχέσεως, εφόσον οι εν λόγω όροι έχουν γνωστοποιηθεί στον οικείο βιβλιοπώλη.

21 Από την προσβαλλόμενη απόφαση προκύπτει ότι ο αριθμός των νέων βιβλίων που εκδίδονται ετησίως από την εκδοτική βιομηχανία του Ηνωμένου Βασιλείου ανέρχεται σε 40 000, το 80 % των οποίων εκδίδεται από μέλη της ενώσεως. Η συνολική αξία της ετήσιας παραγωγής είναι της τάξεως του 1 700 εκατομμυρίων λιρών στερλινών (UΚL). Το 65 % των βιβλίων που εκδίδονται στο Ηνωμένο Βασίλειο πωλούνται στη βρετανική αγορά, ενώ το υπόλοιπο εξάγεται. Το ένα τέταρτο περίπου των εξαγωγών προορίζεται για άλλα κράτη μέλη, ενώ το 4,5 % των εξαγωγών για την Ιρλανδία, όπου οι εισαγωγές αυτές αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το 50 % των πωλήσεων βιβλίων.

22 Δεν αμφισβητείται μεταξύ των διαδίκων ότι το 75 % περίπου των βιβλίων που πωλούνται στο Ηνωμένο Βασίλειο ή εξάγονται από βρετανούς εκδότες προς την Ιρλανδία διατίθενται στο εμπόριο ως βιβλία καθορισμένης τιμής.

23 Κατά την προσχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας στις Κοινότητες, οι συμφωνίες, αποφάσεις και κανόνες που αναφέρονται στην προσβαλλόμενη απόφαση κοινοποιήθηκαν στις 12 Ιουνίου 1973 προς την Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 25, παράγραφος 2, του κανονισμού 17 του Συμβουλίου, της 6ης Φεβρουαρίου 1962, πρώτου κανονισμού εφαρμογής των άρθρων 85 και 86 της Συνθήκης (ΕΕ ειδ. έκδ. 08/001, σ. 25), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 29 της πράξεως προσχωρήσεως (Πράξεις περί προσχωρήσεων στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες, 1987, τ. 2, σ. 9).

24 Κατά το άρθρο 185 της Συνθήκης ΕΟΚ, οι προσφυγές που ασκούνται ενώπιον του Δικαστηρίου δεν έχουν ανασταλτικό αποτέλεσμα, το Δικαστήριο όμως δύναται, αν κρίνει ότι επιβάλλεται από τις περιστάσεις, να διατάξει την αναστολή εκτελέσεως των προσβαλλομένων πράξεων.

25 Κατά το άρθρο 83, παράγραφος 2, του κανονισμού διαδικασίας, η έκδοση διατάξεως περί αναστολής εκτελέσεως εξαρτάται από την ύπαρξη περιστατικών από τα οποία προκύπτει το επείγον της περιπτώσεως, καθώς και πραγματικών και νομικών ισχυρισμών που δικαιολογούν, εκ πρώτης όψεως, την αναστολή. Κατά παγία νομολογία του Δικαστηρίου, ο επείγων χαρακτήρας μιας αιτήσεως αναστολής πρέπει να εκτιμάται σε σχέση προς την ανάγκη εκδόσεως προσωρινής αποφάσεως, προκειμένου να αποφευχθεί η πρόκληση σοβαρής και ανεπανόρθωτης ζημίας στο διάδικο που ζητεί την αναστολή.

26 Πρέπει να εξεταστεί αν πληρούνται εν προκειμένω οι προϋποθέσεις αυτές.

27 'Οσον αφορά, καταρχάς, την προϋπόθεση του fumus boni juris, η προσφεύγουσα ένωση υποστηρίζει ότι με την κύρια προσφυγή της ζητεί ειδικότερα την ακύρωση της επίδικης απόφασης, κατά το μέτρο που με αυτή απορρίφθηκε η αίτηση εξαιρέσεως βάσει του άρθρου 85, παράγραφος 3, της Συνθήκης ΕΟΚ. Η άρνηση χορηγήσεως της εξαιρέσεως αυτής οφείλεται μόνο στο ότι οι κοινοποιηθείσες συμφωνίες, αποφάσεις και κανόνες δεν πληρούν την προϋπόθεση που αναφέρεται υπό το στοιχείο α) της παραγράφου αυτής, διότι επιβάλλουν στις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις περιορισμούς μη απαραίτητους για την πραγματοποίηση των στόχων τους.

28 Στο σημείο αυτό η προσφεύγουσα ένωση ισχυρίζεται ιδίως ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι ανεπαρκώς αιτιολογημένη και συνιστά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 85, παράγραφος 3. Υπογραμμίζει ότι οι αναφερόμενες στην απόφαση συμφωνίες είναι όσο το δυνατό λιγότερο δεσμευτικές, αφού κάθε εκδότης είναι ελεύθερος να υπογράψει ή όχι τη συμφωνία, να αποφασίσει αν πρέπει να εμπορευθεί ένα βιβλίο ως βιβλίο καθορισμένης τιμής, να καθορίσει την τιμή αυτή, να επιλέξει τους εμπόρους στους οποίους θα πωλήσει το βιβλίο και να διαπραγματευθεί την τιμή που αυτοί θα καταβάλουν, καθώς και ότι πρακτικοί λόγοι επιβάλλουν την εφαρμογή ομοιόμορφων και τυποποιημένων όρων πωλήσεως. Υπογραμμίζει ιδίως επίσης ότι οι συμφωνίες, αποφάσεις και κανόνες που αναφέρονται στην επίδικη απόφαση υποβλήθηκαν δύο φορές το 1962 και το 1969 στην κρίση του αρμόδιου για θέματα ανταγωνισμού εθνικού δικαστηρίου, του Restrictive Practices Court, το οποίο, ύστερα από μακρές συζητήσεις και παρά το γεγονός ότι ο καθορισμός τιμής μεταπωλήσεως απαγορεύεται, καταρχήν, από την εθνική νομοθεσία, έκρινε ότι η κατάργηση των συμφωνιών θα στερούσε το κοινό, δηλαδή τους αγοραστές και τους χρήστες βιβλίων, από ιδιαίτερα και σημαντικά ωφελήματα ή πλεονεκτήματα, των οποίων απολαύουν χάρη στις συμφωνίες και ότι το κοινό δεν θα υφίστατο καμιά αισθητή ζημία από τη διατήρηση των συμφωνιών, σε σύγκριση με τα μειονεκτήματα που θα απέρρεαν από την κατάργησή τους.

29 Πρέπει να παρατηρηθεί ότι στην παράγραφο 71 της προσβαλλόμενης απόφασης αναφέρεται ότι τα επιχειρήματα που προβλήθηκαν από την ένωση προς στήριξη της αιτήσεως εξαιρέσεως είναι τα ίδια με αυτά που προβλήθηκαν στο πλαίσιο των εθνικών δικών που προαναφέρθηκαν, αλλ' ότι οι δίκες αυτές δεν αφορούσαν τόσο την ανάγκη κοινής εφαρμογής τυποποιημένων όρων, αλλά, κατά μείζονα λόγο, το ερώτημα αν οι καθορισμένες τιμές είναι αυτές καθαυτές απαραίτητες για την επίτευξη των επιδιωκόμενων στόχων. Θεωρώντας ότι οι δύο αυτές απόψεις πρέπει να εξεταστούν χωριστά, η Επιτροπή προβαίνει, στη συνέχεια, στις παραγράφους 72 έως 86 της αποφάσεως, στην εκτίμηση του απαραιτήτου των εν λόγω συμφωνιών, χωρίς να λάβει υπόψη τις εκτιμήσεις στις οποίες προέβη το προαναφερθέν εθνικό δικαστήριο.

30 Από τις εθνικές αποφάσεις, των οποίων έγινε επίκληση, συνάγεται, ωστόσο, ότι το αρμόδιο δικαστήριο, σύμφωνα με την εφαρμοστέα εθνική νομοθεσία, προέβη στην εκτίμηση των πλεονεκτημάτων που απορρέουν όχι μόνο από τις καθορισμένες τιμές αυτές καθαυτές, αλλά και από τις συμφωνίες που καθορίζουν τους ομοιόμορφους και τυποποιημένους όρους πωλήσεως, οι οποίες είναι, κατά το εθνικό δικαστήριο, απαραίτητες στην πράξη για τη διατήρηση των τιμών αυτών.

31 Υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει να αναγνωριστεί ότι στο στάδιο της διαδικασίας ασφαλιστικών μέτρων η προσφυγή δεν φαίνεται εντελώς αβάσιμη και πληρούται έτσι η προϋπόθεση του fumus boni juris.

32 Πρέπει, εντούτοις, να προστεθεί ότι η διαπίστωση αυτή αφορά μόνο την άρνηση της Επιτροπής να χορηγήσει εξαίρεση βάσει του άρθρου 85, παράγραφος 3, της Συνθήκης (άρθρο 2 της προσβαλλόμενης απόφασης). Πράγματι, η αιτούσα παραδέχεται ότι το σύστημα που θεσπίστηκε για τα βιβλία καθορισμένης τιμής αντίκειται, καταρχήν, στο άρθρο 85, παράγραφος 1, της Συνθήκης, κατά το μέτρο που εφαρμόζεται στο εμπόριο μεταξύ κρατών μελών (άρθρο 1 της προσβαλλόμενης απόφασης).

33 'Οσον αφορά, στη συνέχεια, την προϋπόθεση του επείγοντος, η αιτούσα ένωση ισχυρίζεται ότι, για να συμμορφωθεί προς την προσβαλλόμενη απόφαση και ιδίως προς τα άρθρα 3 και 4, θα πρέπει να καταργήσει τις συμφωνίες και το σύστημα εμπορίας που αυτές οργανώνουν είτε να τροποποιήσει τις συμφωνίες αυτές και το σύστημα αυτό, ώστε να πάψουν να εφαρμόζονται στο εμπόριο βιβλίων μεταξύ κρατών μελών. 'Οπως αναγνωρίστηκε από το αρμόδιο για θέματα ανταγωνισμού εθνικό δικαστήριο, η κατάργηση των συμφωνιών θα είχε ως συνέπεια τη μείωση του αριθμού των βιβλιοπωλείων που διατηρούν αποθέματα βιβλίων, τον περιορισμό του αριθμού και της ποικιλίας των δημοσιευόμενων έργων και την αύξηση του συνολικού κόστους και τιμής των βιβλίων. Οι συνέπειες αυτές θα συνεπάγονταν για τα μέλη της ενώσεως σημαντική εμπορική ζημία και θα προκαλούσαν στην αγορά βιβλίου στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιρλανία εξελίξεις που δεν θα μπορούσαν να ανατραπούν στο μέλλον. Η τροποποίηση των συμφωνιών προς την επιδιωκόμενη από την Επιτροπή κατεύθυνση θα επέφερε την κατάργηση του ισχύοντος στην ιρλανδική αγορά συστήματος με τις προαναφερθείσες συνέπειες, ενώ για τη βρετανική αγορά θα είχε ως ενδεχόμενη συνέπεια τη μεταφορά στην Ιρλανδία των δραστηριοτήτων των επιχειρήσεων που προμηθεύουν τις βιβλιοθήκες ή πωλούν μέσω ταχυδρομείου. Η κατάργηση του ισχύοντος συστήματος ενέχει τον κίνδυνο να επιφέρει, ακόμα και βραχυπρόθεσμα, τις συνέπειες αυτές.

34 Πρέπει να παρατηρηθεί ότι υφίστανται σοβαροί λόγοι για να θεωρηθεί ότι η τροποποίηση προς την αναφερθείσα κατεύθυνση στα πλαίσια ενός τόσο εκτεταμένου και κατατμημένου συστήματος εμπορίας, όπως αυτό του βιβλίου καθορισμένης τιμής στη βρετανική και ιρλανδική αγορά, θα μπορούσε να προκαλέσει στους ενδιαφερόμενους επιχειρηματίες την προβαλλόμενη σοβαρή και ανεπανόρθωτη ζημία.

35 Ενδείκνυται ιδίως να γίνει στάθμιση μεταξύ του κινδύνου αυτού και του συμφέροντος της Επιτροπής να θέσει αμέσως τέρμα στην παράβαση των κανόνων ανταγωνισμού της Συνθήκης, την οποία θεωρεί ότι διαπίστωσε. Προκειμένου για συμφωνίες, αποφάσεις και κανόνες που οργανώνουν σύστημα εμπορίας ισχύον από το 1957, οι οποίοι κοινοποιήθηκαν δεόντως στην Επιτροπή το 1973, το συμφέρον της Επιτροπής, το 1989, να θέσει τέρμα στην παράβαση δεν μπορεί να υπερισχύσει του συμφέροντος της αιτούσας ένωσης να μη διακυβευθεί το ισχύον σύστημα πριν αποφανθεί το Δικαστήριο επί της κυρίας προσφυγής. Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να παρατηρηθεί επίσης ότι, σύμφωνα με τις διαπιστώσεις των εθνικών αποφάσεων που προαναφέρθηκαν, οι εν λόγω συμφωνίες παρέχουν πλεονεκτήματα στο κοινό, ιδίως όσον αφορά τον επαρκή εφοδιασμό και την ποικιλία σε βιβλία όλων των ειδών, που θα διακυβεύονταν ανεπανόρθωτα από την άμεση εκτέλεση της προσβαλλόμενης απόφασης.

36 Από τα προεκτεθέντα συνάγεται ότι πρέπει να θεωρηθεί ότι πληρούται επίσης η προϋπόθεση του επείγοντος.

37 Για την περίπτωση χορηγήσεως αναστολής εκτελέσεως της επίδικης απόφασης, η Επιτροπή ισχυρίζεται ότι η αναστολή αυτή δεν μπορεί να αφορά το άρθρο 1 της αποφάσεως. Μια τέτοια αναστολή θα ισοδυναμούσε με προσωρινή επαναφορά σε ισχύ των συμφωνιών, πράγμα που θα έκειτο εκτός αρμοδιότητας του Δικαστηρίου στο πλαίσιο της διαδικασίας των ασφαλιστικών μέτρων. Η αιτούσα ένωση αντιτάσσει ότι η νομολογία την οποία επικαλείται η Επιτροπή σχετικά αφορά μόνο περιπτώσεις όπου η οικεία συμφωνία δεν ισχύει ούτε προσωρινά πριν από την έκδοση της αποφάσεως της Επιτροπής και στηρίζεται, από την πλευρά της, στο γεγονός ότι το Δικαστήριο αναγνώρισε την προσωρινή ισχύ ορισμένων συμφωνιών λόγω του αδιαιρέτου της απαγορεύσεως της παραγράφου 1 του άρθρου 85 και της δυνατότητας εξαιρέσεως κατά την παράγραφο 3 του ίδιου άρθρου.

38 Χωρίς να απαιτείται η εξέταση των επιχειρημάτων αυτών στο παρόν στάδιο, αρκεί να υπενθυμιστεί ότι η ύπαρξη του fumus boni juris αναγνωρίστηκε μόνον όσον αφορά την άρνηση χορηγήσεως εξαιρέσεως (δηλαδή το άρθρο 2 και, κατά συνέπεια, τα άρθρα 3 και 4 της προσβαλλόμενης απόφασης) και να αναγνωριστεί ότι η αιτούσα δεν απέδειξε ότι, προκειμένου να αποφευχθεί σοβαρή και ανεπανόρθωτη ζημία, είναι απαραίτητο να διαταχθεί αναστολή εκτελέσεως της προσβαλλόμενης απόφασης στο σύνολό της.

39 Στο σημείο αυτό πρέπει να παρατηρηθεί ότι, κατά τη συζήτηση, η αιτούσα επέμεινε στο γεγονός ότι οι εν λόγω συμφωνίες δεν προβλέπουν κυρώσεις έναντι των συμβεβλημένων επιχειρήσεων που δεν τις τηρούν και ότι η αιτούσα ένωση δεν επιβάλλει κυρώσεις στην πράξη. Εξάλλου, από τη δικογραφία προκύπτει ότι στην Ιρλανδία, όπου οι συνέπειες της καταργήσεως των εν λόγω τυποποιημένων όρων πωλήσεως θα ήταν πολύ σοβαρότερες, ιδίως όσον αφορά τη στεγανότητα του συστήματος, η τήρηση των προϋποθέσεων αυτών από τους βιβλιοπώλες μπορεί να εξασφαλιστεί μόνο με τη δημιουργία συμβατικού δεσμού μεταξύ εκδότη και βιβλιοπώλη. Η προσβαλλόμενη απόφαση δεν αφορά όμως την κάθετη αυτή σχέση, όπως προκύπτει από τις εξηγήσεις που έδωσε η Επιτροπή κατά τη συζήτηση. Υπό τις συνθήκες αυτές, φαίνεται ότι, εκ πρώτης όψεως, η αναστολή της υποχρεώσεως λήψεως των μέτρων που απαιτούνται από τα άρθρα 3 και 4 της προσβαλλόμενης απόφασης και το γεγονός ότι η αναφερόμενη στο άρθρο 2 της αποφάσεως αίτηση εξαιρέσεως είναι πάντοτε εκκρεμής, αφού τα αποτελέσματα του εν λόγω άρθρου αναστέλλονται επίσης, αρκούν για την αποτροπή της ζημίας την πρόκληση της οποίας φοβάται η αιτούσα.

40 Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι πρέπει να διαταχθεί η αναστολή εκτελέσεως των άρθρων 2 έως 4 της προσβαλλόμενης απόφασης.

Διατακτικό


Για τους λόγους αυτούς

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ

διατάσσει:

1) Αναστέλλει την εκτέλεση των άρθρων 2 έως 4 της αποφάσεως 89/44 της Επιτροπής, της 12ης Δεκεμβρίου 1988, σχετικά με μια διαδικασία εφαρμογής του άρθρου 85 της Συνθήκης ΕΟΚ ((ΙV/27.393 και ΙV/27.394, Publishers Association - Net Book Agreements ('Ενωση Εκδοτών - Συμφωνίες πώλησης βιβλίων σε καθορισμένες τιμές) )).

2) Απορρίπτει την αίτηση κατά τα λοιπά.

3) Επιφυλάσσεται ως προς τα δικαστικά έξοδα.

Λουξεμβούργο, 13 Ιουνίου 1989.

Επάνω