EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32023R2122

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2023/2122 της Επιτροπής, της 17ης Οκτωβρίου 2023, για την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2018/2066 για την παρακολούθηση και την υποβολή εκθέσεων σχετικά με τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου κατ’ εφαρμογή της οδηγίας 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

C/2023/6783

ΕΕ L, 2023/2122, 18.10.2023, ELI: http://data.europa.eu/eli/reg_impl/2023/2122/oj (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, GA, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Legal status of the document In force: This act has been changed. Current consolidated version: 18/10/2023

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg_impl/2023/2122/oj

European flag

Επίσημη Εφημερίδα
της Ευρωπαϊκής Ένωσης

EL

Σειρά L


2023/2122

18.10.2023

ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2023/2122 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 12ης Οκτωβρίου 2023

για την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2018/2066 για την παρακολούθηση και την υποβολή εκθέσεων σχετικά με τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου κατ’ εφαρμογή της οδηγίας 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Ένωσης και την τροποποίηση της οδηγίας 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου (1), και ιδίως το άρθρο 14 παράγραφος 1 και το άρθρο 30στ παράγραφος 5,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Μετά την τροποποίηση της οδηγίας 2003/87/ΕΚ από τις οδηγίες (ΕΕ) 2023/958 (2) και (ΕΕ) 2023/959 (3) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2018/2066 της Επιτροπής (4) πρέπει να αναθεωρηθεί ώστε να ενσωματωθούν οι κανόνες που ισχύουν για τις εγκαταστάσεις αποτέφρωσης αστικών αποβλήτων, καθώς και να καθοριστούν κανόνες για τη βιομάζα και το βιοαέριο, καθώς και για την παρακολούθηση των εκπομπών διεργασίας από πρώτες ύλες με ανθρακικά και μη ανθρακικά άλατα. Οι διατάξεις για τις αεροπορικές μεταφορές θα πρέπει να αναθεωρηθούν. Με την τροποποίηση θεσπίζεται επίσης ένα χωριστό αλλά παράλληλο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών που εφαρμόζεται στα καύσιμα που χρησιμοποιούνται για καύση στους τομείς των κτιρίων και των οδικών μεταφορών, καθώς και σε πρόσθετους τομείς που αντιστοιχούν σε βιομηχανικές δραστηριότητες που δεν καλύπτονται από το παράρτημα I της οδηγίας 2003/87/ΕΚ («κτίρια, οδικές μεταφορές και πρόσθετοι τομείς»). Νέες διατάξεις και παραρτήματα για την παρακολούθηση και την υποβολή εκθέσεων σχετικά με τις εκπομπές στους εν λόγω τομείς θα πρέπει να προστεθούν. Οι υφιστάμενοι κανόνες και διατάξεις για την παρακολούθηση και την υποβολή εκθέσεων σχετικά με τις εκπομπές θα πρέπει να προσαρμοστούν αναλόγως.

(2)

Νέοι ορισμοί θα πρέπει να προστεθούν ώστε να αντικατοπτρίζουν τις τροποποιήσεις της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, συμπεριλαμβανομένης της επέκτασης των κανόνων παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων σε νέους τομείς.

(3)

Η επικαιροποιημένη σταθερή τιμή αναφοράς που ορίζεται στο άρθρο 18 θα ευθυγραμμίσει καλύτερα την εκτιμώμενη αξία των οφελών με την επικρατούσα τιμή του άνθρακα. Η διατήρηση μιας σταθερής τιμής θα πρέπει να αποσκοπεί στη δημιουργία ασφάλειας δικαίου και στη μείωση της διοικητικής επιβάρυνσης λόγω των συχνών αλλαγών του σχεδίου παρακολούθησης.

(4)

Πρέπει να θεσπιστούν νέοι κανόνες για τη βιομάζα και τον προσδιορισμό του κλάσματος βιομάζας, ώστε να προβλεφθούν οι αναγκαίες προσαρμογές για την εφαρμογή στο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών της ΕΕ (ΣΕΔΕ της ΕΕ) των κριτηρίων αειφορίας για τη βιομάζα, συμπεριλαμβανομένων των βιοκαυσίμων, των βιορευστών και των καυσίμων βιομάζας. Προβλέπεται περαιτέρω προσαρμογή για τη βελτίωση και την ευθυγράμμιση των υφιστάμενων κανόνων με τις διατάξεις της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5), όπως έχουν ήδη επικαιροποιηθεί στα σχετικά έγγραφα καθοδήγησης.

(5)

Ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2018/2066 πρέπει να βελτιωθεί περαιτέρω, με την παροχή λεπτομερειών σχετικά με τον τρόπο χειρισμού της βιομάζας στα ισοζύγια μάζας. Το κλάσμα βιομάζας στον άνθρακα που εισέρχεται στο σύστημα ισοζυγίου μάζας δεν εκπέμπεται μόνο ως CO2, αλλά ένα κλάσμα του άνθρακα που αντιστοιχεί στο κλάσμα βιομάζας του άνθρακα παραμένει επίσης στο τελικό προϊόν. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε εσφαλμένο υπολογισμό των εκπομπών στην παραγωγή. Για να αποφευχθεί μια τέτοια κατάσταση, ο φορέας εκμετάλλευσης θα πρέπει πάντα να παρέχει δεδομένα σχετικά με το κλάσμα βιομάζας της περιεκτικότητας σε άνθρακα των ροών πηγής.

(6)

Ο υπολογισμός του κλάσματος βιομάζας του φυσικού αερίου που περιέχει βιοαέριο το οποίο παρέχεται από δίκτυα φυσικού αερίου φέρεται να περιέχει βιοαέριο μέσω μιας προσέγγισης παρακολούθησης με τη χρήση αρχείων αγορών. Για να αποφευχθούν ενδεχόμενες διπλοεγγραφές του κλάσματος βιομάζας, είναι αναγκαίο να εφαρμοστούν ειδικοί κανόνες εάν η μονάδα χρησιμοποιεί τη βασιζόμενη σε μετρήσεις μεθοδολογία. Στην περίπτωση αυτήν, το «φυσικώς παραδιδόμενο» βιοαέριο πρέπει να προσδιορίζεται επιπλέον της ποσότητας βιοαερίου που βασίζεται σε «αρχεία αγοράς», και μόνο η τελευταία ποσότητα πρέπει να χρησιμοποιείται για την υποβολή εκθέσεων σχετικά με τις εκπομπές της εγκατάστασης. Εκτός από τα αρχεία αγορών, απαιτείται η προσκόμιση αποδεικτικού ότι πληρούνται τα κριτήρια αειφορίας σύμφωνα με το άρθρο 30 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001 και οι σχετικές εκτελεστικές πράξεις για το βιοαέριο μηδενικού συντελεστή στο σύστημα. Πρέπει να προστεθούν νέες διατάξεις για να αποφευχθούν διπλοεγγραφές.

(7)

Εντοπίστηκε κίνδυνος παρανόησης σε σχέση με τον προσδιορισμό του κλάσματος βιομάζας του εγγενούς CO2 με την επιλεγμένη μεθοδολογία παρακολούθησης σε σταθερές εγκαταστάσεις. Ως εκ τούτου, το άρθρο 48 παράγραφος 2 θα πρέπει να αποσαφηνιστεί ώστε να εξαλειφθούν οι παρανοήσεις.

(8)

Η οδηγία (ΕΕ) 2023/958 καθορίζει την αρχή του τρόπου καταλογισμού βιώσιμων καυσίμων αεροσκαφών σε σχέση με τις εκπομπές από πτήσεις που αναχωρούν από αερολιμένες όπου τα βιώσιμα αεροπορικά καύσιμα δεν μπορούν να αποδοθούν φυσικώς σε συγκεκριμένη πτήση. Σύμφωνα με την εν λόγω αρχή, τα δικαιώματα που κατανέμονται βάσει του άρθρου 3γ παράγραφος 6 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ είναι διαθέσιμα για επιλέξιμα αεροπορικά καύσιμα που παρέχονται για ανεφοδιασμό στον συγκεκριμένο αερολιμένα κατ’ αναλογία προς τις εκπομπές από πτήσεις του φορέα εκμετάλλευσης αεροσκαφών από τον εν λόγω αερολιμένα για τις οποίες πρέπει να παραδοθούν δικαιώματα σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 3 της εν λόγω οδηγίας. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να εφαρμοστεί η ίδια αρχή στους κανόνες παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων.

(9)

Θα πρέπει να θεσπιστούν κατάλληλοι κανόνες υποβολής εκθέσεων για τους φορείς εκμετάλλευσης αεροσκαφών όσον αφορά τη χρήση διαφόρων τύπων βιώσιμων καυσίμων αεροσκαφών που είναι επιλέξιμα στο πλαίσιο του συστήματος στήριξης. Για να μειωθεί η διοικητική επιβάρυνση, η εν λόγω υποβολή εκθέσεων θα πρέπει να αποτελεί επέκταση της υποβολής εκθέσεων για τα καύσιμα με μηδενικό συντελεστή εκπομπών, χωρίς τη θέσπιση χωριστού μηχανισμού υποβολής εκθέσεων.

(10)

Η οδηγία (ΕΕ) 2023/958 θέσπισε αναθεωρημένους κανόνες για τη δωρεάν κατανομή για τους φορείς εκμετάλλευσης αεροσκαφών. Καταργεί τη σύνδεση με τα τονοχιλιομετρικά δεδομένα. Ως εκ τούτου, οι κανόνες που διέπουν την υποβολή τονοχιλιομετρικών δεδομένων έχουν καταστεί παρωχημένοι. Επομένως, είναι σκόπιμο να τροποποιηθεί ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2018/2066 ώστε να ληφθεί υπόψη το γεγονός αυτό.

(11)

Οι διατάξεις υποβολής εκθέσεων του συστήματος αντιστάθμισης και μείωσης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα για τις διεθνείς αεροπορικές μεταφορές (CORSIA) που εγκρίθηκαν από τον Διεθνή Οργανισμό Πολιτικής Αεροπορίας (ΔΟΠΑ) προβλέπουν τη συμπερίληψη φορέων εκμετάλλευσης αεροσκαφών που υπερβαίνουν ένα ορισμένο όριο· το όριο αυτό υπολογίζεται χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η πιθανή χρήση καυσίμων με μηδενικό συντελεστή εκπομπών. Ως εκ τούτου, για να διευκολυνθεί η υποβολή εκθέσεων σχετικά με τις εκπομπές των φορέων εκμετάλλευσης αεροσκαφών στα κράτη μέλη και στη συνέχεια στη γραμματεία του ΔΟΠΑ, είναι σκόπιμο να καθοριστεί προκαταρκτικός συντελεστής εκπομπών αποκλειστικά για τους σκοπούς του υπολογισμού για τη λήψη απόφασης σχετικά με τη συμπερίληψη φορέων εκμετάλλευσης αεροσκαφών στο CORSIA.

(12)

Οι απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων διαδραματίζουν καίριο ρόλο στη διασφάλιση της ορθής παρακολούθησης και επιβολής της νομοθεσίας. Ωστόσο, είναι σημαντικό να εξορθολογιστούν οι εν λόγω απαιτήσεις ώστε να διασφαλιστεί ότι εκπληρώνουν τον σκοπό για τον οποίο προορίζονται και να περιοριστεί η διοικητική επιβάρυνση.

(13)

Για τον εξορθολογισμό των υφιστάμενων απαιτήσεων υποβολής εκθέσεων με παράλληλη διατήρηση του υψηλού επιπέδου αξιοπιστίας των κανόνων παρακολούθησης του ΣΕΔΕ, είναι σκόπιμο να παραταθεί το διάστημα για την υποβολή εκθέσεων βελτίωσης της μεθοδολογίας παρακολούθησης σχετικά με τις σταθερές εγκαταστάσεις και τους φορείς εκμετάλλευσης αεροσκαφών.

(14)

Σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2023/959, η παράδοση δικαιωμάτων στο πλαίσιο του νέου συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών θα αρχίσει μόλις το 2028 για τις ετήσιες εκπομπές του 2027. Ωστόσο, η παρακολούθηση και η υποβολή εκθέσεων σχετικά με τις εκπομπές στο πλαίσιο του νέου συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών θα πρέπει να αρχίσουν από την 1η Ιανουαρίου 2025. Σαφείς κανόνες παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων σχετικά με το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών για τα κτίρια, τις οδικές μεταφορές και τους πρόσθετους τομείς θα πρέπει να θεσπιστούν εγκαίρως, ώστε να διευκολυνθεί η ομαλή εφαρμογή στα κράτη μέλη. Με σκοπό τη μείωση της διοικητικής επιβάρυνσης, την εξασφάλιση της συνοχής μεταξύ των μεθοδολογιών παρακολούθησης και την αξιοποίηση της πείρας που αποκτήθηκε από το υφιστάμενο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών για τις σταθερές εγκαταστάσεις και τις αεροπορικές μεταφορές, είναι σκόπιμο να θεσπιστούν οι σχετικοί κανόνες για το νέο σύστημα.

(15)

Για να αποφευχθούν πιθανές περιπτώσεις παράκαμψης των υποχρεώσεων στο πλαίσιο του συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών για τα κτίρια, τις οδικές μεταφορές και τους πρόσθετους τομείς, λόγω του αδικαιολόγητου αποκλεισμού των υπόχρεων καταβολής ειδικών φόρων κατανάλωσης επί ενεργειακών προϊόντων από τον ορισμό των ρυθμιζόμενων οντοτήτων, είναι αναγκαίο να καθοριστούν με σαφήνεια οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες ένα πρόσωπο θεωρείται τελικός καταναλωτής των καυσίμων.

(16)

Ο ορισμός των καυσίμων στο νέο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών θα πρέπει να ευθυγραμμιστεί σε μεγάλο βαθμό με τον ορισμό της οδηγίας 2003/96/ΕΚ του Συμβουλίου (6). Με την επιφύλαξη μελλοντικών νομοθετικών αλλαγών, η προμήθεια στερεών καυσίμων από ξύλο (κωδικοί ΣΟ 4401 και 4402) και τύρφης (κωδικός ΣΟ 2703) δεν καλύπτονται επί του παρόντος από τον ορισμό των καυσίμων της εν λόγω οδηγίας και, ως εκ τούτου, εξαιρούνται επίσης από τις υποχρεώσεις παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

(17)

Για να διασφαλιστεί η διοικητική αποτελεσματικότητα και η εναρμόνιση με την παρακολούθηση και την υποβολή εκθέσεων του υφιστάμενου συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών, ορισμένοι κανόνες που ισχύουν για τους φορείς εκμετάλλευσης και τους φορείς εκμετάλλευσης αεροσκαφών θα πρέπει να επεκταθούν στις ρυθμιζόμενες οντότητες για τα κτίρια, τις οδικές μεταφορές και τους πρόσθετους τομείς.

(18)

Το επίπεδο ακρίβειας των δεδομένων παρακολούθησης στο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών για τα κτίρια, τις οδικές μεταφορές και τους πρόσθετους τομείς θα πρέπει να καθορίζεται από μια ιεραρχία βαθμίδων, σύμφωνα με την προσέγγιση βαθμίδων που θεσπίζεται στον κανονισμό (ΕΕ) 2018/2066. Για να αποφευχθεί ένα δυσανάλογα υψηλό επίπεδο προσπαθειών παρακολούθησης όσον αφορά τις ρυθμιζόμενες οντότητες και να διασφαλιστεί παράλληλα ένα αποδεκτό επίπεδο ακρίβειας, οι υφιστάμενες παρεκκλίσεις από τις απαιτούμενες βαθμίδες θα πρέπει να καταστούν εφαρμοστέες και στο νέο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών, με ορισμένες προσαρμογές. Ειδικότερα, ο προσδιορισμός του αδικαιολόγητου κόστους στο νέο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών θα πρέπει να αντικατοπτρίζει το ότι πρόκειται για αυτοτελή αγορά, με την έναρξη της εμπορίας να αναμένεται το 2027. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να καθοριστούν οι σχετικοί κανόνες, λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων της οδηγίας 2003/87/ΕΚ που αποσκοπούν στη διασφάλιση της ομαλής έναρξης του συστήματος, συμπεριλαμβανομένου του μηχανισμού τιμαριθμικής αναπροσαρμογής της σταθερότητας των τιμών για τα πρώτα έτη.

(19)

Για να επιτευχθεί ισορροπία μεταξύ της ελαχιστοποίησης της διοικητικής επιβάρυνσης και της διασφάλισης της περιβαλλοντικής ακεραιότητας, η αυστηρότητα των κανόνων που διασφαλίζουν την ακρίβεια της παρακολούθησης θα πρέπει να είναι ανάλογη προς το μέγεθος των ετήσιων εκπομπών που αναφέρει η ρυθμιζόμενη οντότητα. Είναι σκόπιμο να αξιοποιηθεί η κατάταξη των ρυθμιζόμενων οντοτήτων και των ροών καυσίμου που καθορίζονται στην υφιστάμενη εμπορία δικαιωμάτων εκπομπών, με ορισμένες προσαρμογές λόγω του ειδικού χαρακτήρα της δραστηριότητας που καλύπτεται από το νέο σύστημα.

(20)

Ο μαθηματικός τύπος της βασιζόμενης σε υπολογισμούς μεθοδολογίας θα πρέπει να καθοριστεί με την εισαγωγή παραμέτρων που αντικατοπτρίζουν τα χαρακτηριστικά του νέου ΣΕΔΕ.

(21)

Στο νέο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών, είναι αναγκαίο να καθοριστεί αν οι ποσότητες καυσίμων που τίθενται σε ανάλωση καίγονται σε τομείς που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του νέου συστήματος. Οι σχετικές ποσότητες θα πρέπει να καθορίζονται με βάση τον συντελεστή εύρους. Για την αντιμετώπιση καταστάσεων στις οποίες οι ποσότητες καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση εκφράζονται σε διαφορετικές μονάδες μέτρησης, θα πρέπει να χρησιμοποιείται ο συντελεστής μετατροπής μονάδας. Ο συντελεστής μετατροπής μονάδας περιλαμβάνει την πυκνότητα, την κατώτερη θερμογόνο δύναμη και τη μετατροπή της ανώτερης θερμογόνου δύναμης σε κατώτερη θερμογόνο δύναμη.

(22)

Για τις ποσότητες καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση, τους συντελεστές υπολογισμού και τον συντελεστή εύρους θα πρέπει να εφαρμόζονται διαφορετικές βαθμίδες ανάλογα με τον τύπο του καυσίμου και το μέγεθος των ετήσιων εκπομπών, με δυνατότητα εφαρμογής χαμηλότερων βαθμίδων βάσει εξαντλητικού καταλόγου των λόγων αυτής της παρέκκλισης. Στην περίπτωση του συντελεστή εύρους, όπου ορισμένες από τις μεθόδους παρακολούθησης μπορεί να μην είναι διαθέσιμες στις ρυθμιζόμενες οντότητες, είναι σκόπιμο να θεσπιστεί πρόσθετη παρέκκλιση από τη χρήση της υψηλότερης βαθμίδας.

(23)

Δεδομένου ότι αποσκοπεί στην αξιοποίηση του υφιστάμενου νομικού πλαισίου για τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης που θεσπίστηκε με την οδηγία 2003/96/ΕΚ και την οδηγία (ΕΕ) 2020/262 του Συμβουλίου (7), το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών για τα κτίρια, τις οδικές μεταφορές και τους πρόσθετους τομείς θα πρέπει να διασφαλίζει συνέργειες με τη φορολογική υποδομή και να επιτρέπει απλουστεύσεις όταν τα σχετικά δεδομένα ή οι σχετικές μέθοδοι είναι αποδεκτά για φορολογικούς σκοπούς. Ειδικότερα, όταν η μεταφορά των κανόνων στο εθνικό δίκαιο έχει ως αποτέλεσμα οι ίδιες οντότητες και τα ίδια ενεργειακά προϊόντα να υπόκεινται σε φορολόγηση της ενέργειας και σε νέο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών, θα πρέπει να είναι δυνατή η εφαρμογή των μεθόδων προσδιορισμού της ποσότητας των ενεργειακών προϊόντων που τίθενται σε ανάλωση βάσει φορολογικών κανόνων χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι απαιτούμενες βαθμίδες. Δεδομένου ότι τα εθνικά συστήματα φορολόγησης της ενέργειας και η εφαρμογή τους διαφέρουν σημαντικά μεταξύ των κρατών μελών, κάθε αρμόδια αρχή θα πρέπει να διαβιβάζει στην Επιτροπή έκθεση σχετικά με την πρακτική εφαρμογή των φορολογικών μεθόδων και τα επίπεδα αβεβαιότητας που μπορεί να επηρεάσουν την ακρίβεια της παρακολούθησης των εκπομπών.

(24)

Για να καταστεί δυνατή η απλούστευση σε περιπτώσεις κατά τις οποίες υπάρχουν αξιόπιστα δεδομένα σχετικά με τους συντελεστές εκπομπών και τη συγκεκριμένη θερμογόνο δύναμη καυσίμου που δεν έχει ταξινομηθεί ως τυπικό καύσιμο του εμπορίου σύμφωνα με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2018/2066, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να είναι σε θέση να απαιτούν τη χρήση προκαθορισμένων τιμών για το εν λόγω καύσιμο, με την επιφύλαξη της πλήρωσης ανάλογων κριτηρίων με εκείνα που απαιτούνται για τα τυπικά καύσιμα του εμπορίου, αλλά σε εθνικό ή περιφερειακό επίπεδο. Για να εξασφαλιστεί η εναρμόνιση των προκαθορισμένων τιμών που χρησιμοποιούνται σε ολόκληρη την Ένωση, καθώς και η ενσωμάτωση των αλλαγών στην προέλευση του παρεχόμενου καυσίμου με την πάροδο του χρόνου, οι εν λόγω τιμές πρέπει να υποβάλλονται προς έγκριση στην Επιτροπή.

(25)

Οι μέθοδοι για τον καθορισμό του συντελεστή εύρους θα πρέπει να κατηγοριοποιούνται σε βαθμίδες, λαμβανομένων υπόψη όχι μόνο του επιπέδου αξιοπιστίας της παρακολούθησης, αλλά και του πιθανού κινδύνου απάτης, των επιπτώσεων στην ποσότητα δικαιωμάτων σε επίπεδο Ένωσης και των επιπτώσεων του κόστους που μετακυλίεται στους καταναλωτές από τα καύσιμα που τίθενται σε ανάλωση. Σύμφωνα με την οδηγία 2003/87/ΕΚ, θα πρέπει να χρησιμοποιούνται στον μέγιστο δυνατό βαθμό μέθοδοι που καθιστούν δυνατό τον εκ των προτέρων προσδιορισμό της τελικής χρήσης των καυσίμων, χωρίς να απαιτείται μεταγενέστερη αντιστάθμιση. Οι εκ των προτέρων μέθοδοι διασφαλίζουν μικρότερο αντίκτυπο στη χρηματοοικονομική ρευστότητα των ρυθμιζόμενων οντοτήτων, αποφεύγουν τη μετακύλιση του κόστους στους καταναλωτές εκτός του πεδίου εφαρμογής του νέου συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών και δεν απαιτούν καμία προσαρμογή του ανώτατου ορίου εκπομπών. Η χρήση των εκ των προτέρων μεθόδων προωθεί περαιτέρω συνέργειες και μειώνει τη διοικητική επιβάρυνση, καθώς οι προτεινόμενες μέθοδοι αντιπροσωπεύουν έναν πλήρη κατάλογο των μεθόδων που εφαρμόζονται και για φορολογικούς σκοπούς.

(26)

Εάν δεν ενδείκνυται άλλη μέθοδος, θα πρέπει να υπάρχει η δυνατότητα χρήσης προκαθορισμένης τιμής για τον προσδιορισμό της τελικής χρήσης του καυσίμου που τίθεται σε ανάλωση. Για να αποφευχθούν ακούσιες συνέπειες όσον αφορά τα επίπεδα κόστους που μετακυλίονται στους καταναλωτές, η χρήση προκαθορισμένων τιμών μικρότερων του 1 θα πρέπει να υπόκειται σε όρους, ιδίως μετά την έναρξη της εμπορίας στο νέο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών το 2027. Η χρήση της προκαθορισμένης τιμής 1, όπου θεωρείται ότι όλα τα καύσιμα που τίθενται σε ανάλωση έχουν χρησιμοποιηθεί στους τομείς που καλύπτονται από το νέο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών, θα πρέπει να επιτρέπεται σε συνδυασμό με χρηματική αποζημίωση για οντότητες που δεν προβλέπεται να καλύπτονται από το σύστημα. Τα κράτη μέλη και οι ρυθμιζόμενες οντότητες θα πρέπει να προσπαθήσουν να βελτιώσουν τις μεθόδους που χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό της τελικής χρήσης των καυσίμων με την πάροδο του χρόνου, ώστε να διασφαλιστεί η ακρίβεια της παρακολούθησης και να ελαχιστοποιηθούν οι πιθανές επιπτώσεις στο κόστος που μετακυλίεται στους καταναλωτές, οι οποίες ενδέχεται να συνδέονται με την έναρξη της εμπορίας δικαιωμάτων το 2027.

(27)

Προκειμένου να μειωθεί η διοικητική επιβάρυνση ή να εξασφαλιστεί η εναρμόνιση των μεθόδων που χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό του συντελεστή εύρους, κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να είναι σε θέση να ορίζει τη χρήση συγκεκριμένης μεθόδου ή προκαθορισμένης τιμής για συγκεκριμένο τύπο ροής καυσίμου ή σε συγκεκριμένη περιοχή εντός της επικράτειάς του. Ωστόσο, οι αποφάσεις για τον προσδιορισμό της χρήσης προκαθορισμένων τιμών πρέπει να υπόκεινται στην έγκριση της Επιτροπής, ώστε να διασφαλίζεται το κατάλληλο επίπεδο εναρμόνισης των μεθοδολογιών μεταξύ των κρατών μελών και η ισορροπία μεταξύ της ακρίβειας της παρακολούθησης και των επιπτώσεων στο κόστος.

(28)

Για ν διασφαλιστεί η προβλέψιμη και συνεπής υποβολή εκθέσεων με το υφιστάμενο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών, οι κανόνες που ισχύουν για τη βιομάζα θα πρέπει να επεκταθούν στις ρυθμιζόμενες οντότητες. Ωστόσο, για την ευθυγράμμιση με την ισχύουσα νομοθεσία σχετικά με τα κριτήρια αειφορίας που ορίζονται στην οδηγία (ΕΕ) 2018/2001 και για την αποφυγή της περιττής διοικητικής επιβάρυνσης για τους μικρούς παραγωγούς ενέργειας που χρησιμοποιούν βιοαέριο και για τους μικρούς παραγωγούς βιοαερίου, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη τα όρια που ορίζονται στο άρθρο 29 παράγραφος 1 της εν λόγω οδηγίας και η Επιτροπή μπορεί να παράσχει σχετικές κατευθυντήριες γραμμές.

(29)

Το άρθρο 30στ παράγραφος 8 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ παρέχει στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να επιτρέπουν απλουστευμένες διαδικασίες παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων για τις ρυθμιζόμενες οντότητες με ετήσιες εκπομπές χαμηλότερες από 1 000 τόνους ισοδύναμου CO2. Για να αποφευχθεί κάθε περιττή διοικητική επιβάρυνση σε τέτοιες περιπτώσεις, θα πρέπει να επιτρέπονται ειδικές απλουστεύσεις για τις οντότητες που θεωρούνται ρυθμιζόμενες οντότητες με χαμηλά επίπεδα εκπομπών.

(30)

Σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως όταν η ετήσια έκθεση για τις εκπομπές δεν έχει υποβληθεί και επαληθευτεί σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, οι εκπομπές των ρυθμιζόμενων οντοτήτων θα πρέπει να προσδιορίζονται με συντηρητική εκτίμηση. Λόγω του ανάντη χαρακτήρα του συστήματος, κάθε χρήση συντηρητικών εκτιμήσεων θα πρέπει να λαμβάνει δεόντως υπόψη τις επιπτώσεις του κόστους που μετακυλίεται στους καταναλωτές των καυσίμων.

(31)

Σύμφωνα με το άρθρο 30στ παράγραφος 5 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, τα κράτη μέλη πρέπει να λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα για τον περιορισμό του κινδύνου διπλής προσμέτρησης [διπλοεγγραφές] των εκπομπών που καλύπτονται από το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών για τα κτίρια, τις οδικές μεταφορές και τους πρόσθετους τομείς και το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών για τις σταθερές εγκαταστάσεις, τους φορείς εκμετάλλευσης αεροσκαφών και τους φορείς εκμετάλλευσης θαλάσσιων μεταφορών. Για να διασφαλιστεί ότι τα καύσιμα που τίθενται σε ανάλωση σε τομείς που καλύπτονται από το υφιστάμενο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών δεν επιβαρύνονται με το πρόσθετο κόστος ανθρακούχων εκπομπών, είναι σημαντικό τα κράτη μέλη να καθιερώσουν αποτελεσματικές ανταλλαγές πληροφοριών που θα παρέχουν τη δυνατότητα στις ρυθμιζόμενες οντότητες να προσδιορίζουν την τελική χρήση των καυσίμων τους. Τα επαληθευμένα δεδομένα εκπομπών των φορέων εκμετάλλευσης στο υφιστάμενο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών αποτελούν αξιόπιστη πηγή πληροφοριών που θα πρέπει να χρησιμοποιείται ως βάση για τον προσδιορισμό των εκπομπών των ρυθμιζόμενων οντοτήτων στην ετήσια έκθεσή τους για τις εκπομπές. Για τη διευκόλυνση και την ενθάρρυνση της έγκαιρης ανταλλαγής πληροφοριών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να απαιτούν οι σχετικές πληροφορίες να είναι διαθέσιμες στις ρυθμιζόμενες οντότητες ήδη πριν από την προθεσμία παρακολούθησης στο υφιστάμενο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών. Αντίθετα, οι ρυθμιζόμενες οντότητες πρέπει να υποβάλλουν επαληθευμένες πληροφορίες σχετικά με τους καταναλωτές των καυσίμων που τίθενται σε ανάλωση. Στην περίπτωση αλυσίδων εφοδιασμού με πολλούς διαμεσολαβητές, οι ρυθμιζόμενες οντότητες πρέπει να υποβάλλουν τις πληροφορίες στις αρμόδιες αρχές, όταν είναι διαθέσιμες. Οι πληροφορίες αυτές θα μπορούσαν να παράσχουν τη δυνατότητα στις αρμόδιες αρχές να βελτιώσουν τις μεθόδους παρακολούθησης των εκπομπών, είτε με τη δημιουργία αλυσίδων επιτήρησης είτε με την ανάπτυξη εθνικών προκαθορισμένων τιμών.

(32)

Για να βελτιωθεί η ακρίβεια της παρακολούθησης των εκπομπών και να αποφευχθούν προβλήματα που προκαλούνται από την αποθήκευση και τη μεταπώληση καυσίμων, οι επαληθευμένες πληροφορίες σχετικά με τα καύσιμα που χρησιμοποιήθηκαν πράγματι για καύση κατά το έτος παρακολούθησης θα πρέπει πρωτίστως να χρησιμοποιούνται ως βάση για την αφαίρεση των εκπομπών από τις εκθέσεις της ρυθμιζόμενης οντότητας για τις εκπομπές. Ωστόσο, για να δοθεί ευελιξία στα κράτη μέλη σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, είναι σκόπιμο να επιτρέπεται η αφαίρεση με βάση τις πληροφορίες για τα καύσιμα που τίθενται σε ανάλωση, συμπεριλαμβανομένων των αποθηκευμένων καυσίμων, υπό την προϋπόθεση ότι τα αποθηκευμένα καύσιμα χρησιμοποιούνται κατά το έτος που έπεται του έτους παρακολούθησης.

(33)

Η ακριβής και αξιόπιστη παρακολούθηση και υποβολή εκθέσεων σχετικά με τις εκπομπές είναι καίριας σημασίας για την ομαλή λειτουργία του συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών για τα κτίρια, τις οδικές μεταφορές και τους πρόσθετους τομείς, τόσο όσον αφορά την περιβαλλοντική ακεραιότητα όσο και την αποδοχή του συστήματος από το κοινό. Δεδομένου ότι τα μέτρα για την αντιμετώπιση δόλιων συμπεριφορών εμπίπτουν κυρίως στην αρμοδιότητα των εθνικών αρμόδιων αρχών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι τυχόν περιπτώσεις εσφαλμένης κατηγοριοποίησης ή απάτης, στις οποίες εμπλέκεται οποιοσδήποτε συμμετέχων στην αλυσίδα εφοδιασμού καυσίμων, αντιμετωπίζονται δεόντως και ότι τα εθνικά μέτρα κατά της απάτης είναι αποτελεσματικά, αναλογικά και αποτρεπτικά. Λόγω των συνεργειών μεταξύ του υφιστάμενου και του νέου συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών, καθώς και του πλαισίου που έχει θεσπιστεί για τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης στην ενέργεια, είναι σκόπιμο να καθιερωθεί μια λειτουργική συνεργασία μεταξύ των σχετικών αρμόδιων αρχών, με σκοπό τον έγκαιρο εντοπισμό των παραβάσεων και τη διασφάλιση συμπληρωματικών διορθωτικών μέτρων.

(34)

Μετά την τροποποίηση του παραρτήματος I της οδηγίας 2003/87/ΕΚ ώστε να συμπεριληφθούν οι εγκαταστάσεις αποτέφρωσης αστικών αποβλήτων από την 1η Ιανουαρίου 2024 για τους σκοπούς της παρακολούθησης, της υποβολής εκθέσεων, της επαλήθευσης και της διαπίστευσης των ελεγκτών σύμφωνα με τα άρθρα 14 και 15 της εν λόγω οδηγίας, θα πρέπει να προστεθούν στον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2018/2066 νέες διατάξεις ώστε να καθοριστούν οι απαιτήσεις για την παρακολούθηση και την υποβολή εκθέσεων σχετικά με τις εκπομπές από εγκαταστάσεις αποτέφρωσης αστικών αποβλήτων που εκτελούν δραστηριότητες καύσης και έχουν συνολική ονομαστική θερμική ισχύ άνω των 20 MW.

(35)

Τα αστικά απόβλητα ορίζονται με αναφορά στην οδηγία 2008/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8). Η εν λόγω οδηγία τροποποιήθηκε το 2018 προκειμένου να εισαχθεί ορισμός των αστικών αποβλήτων και να αποσαφηνιστεί το πεδίο εφαρμογής της έννοιας. Δεδομένου ότι οι εγκαταστάσεις αποτέφρωσης αστικών αποβλήτων περιλαμβάνονται στο πεδίο εφαρμογής του ΣΕΔΕ της ΕΕ μόνο για τους σκοπούς της παρακολούθησης, της υποβολής εκθέσεων, της επαλήθευσης και της διαπίστευσης, οι εγκαταστάσεις αυτές απαιτούν ειδικές διαδικασίες για την υποβολή εκθέσεων σχετικά με τις εκπομπές, η οποία για τις άλλες εγκαταστάσεις πραγματοποιείται στο πλαίσιο του ενωσιακού μητρώου σύμφωνα με τον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2019/1122 της Επιτροπής (9). Συνεπώς, το άρθρο 68 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2018/2066 θα πρέπει να τροποποιηθεί ώστε να προβλέπει ότι τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή, έως τις 30 Απριλίου κάθε έτους, την επαληθευμένη ετήσια έκθεση για τις εκπομπές κάθε εγκατάστασης αποτέφρωσης αστικών αποβλήτων. Σύμφωνα με τον εν λόγω εκτελεστικό κανονισμό, οι φορείς εκμετάλλευσης υποβάλλουν στην αρμόδια αρχή, έως τις 31 Μαρτίου κάθε έτους, έκθεση για τις εκπομπές, η οποία καλύπτει τις ετήσιες εκπομπές της περιόδου αναφοράς και επαληθεύεται σύμφωνα με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2018/2067 της Επιτροπής (10). Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να δοθεί στις αρμόδιες αρχές προθεσμία 1 μήνα για να επανεξετάσουν την εν λόγω έκθεση και να την υποβάλουν στην Επιτροπή. Η Επιτροπή θα πρέπει να παράσχει περαιτέρω κατευθυντήριες γραμμές στα σχετικά έγγραφα καθοδήγησης σχετικά με την υποβολή στις αρμόδιες αρχές. Επιπλέον, θα πρέπει να θεσπιστούν βαθμίδες για τα δεδομένα δραστηριότητας, ελάχιστες απαιτούμενες βαθμίδες και συντελεστής εκπομπών καυσίμου για τις εγκαταστάσεις αποτέφρωσης αστικών αποβλήτων. Θα πρέπει επίσης να γίνουν προσαρμογές σχετικά με το ελάχιστο περιεχόμενο των ετήσιων εκθέσεων για τις εκπομπές, ώστε να καταργηθεί η απαίτηση οι εγκαταστάσεις αποτέφρωσης αστικών αποβλήτων να παρέχουν αριθμό άδειας, καθώς οι εγκαταστάσεις αυτές ενδέχεται να μη διαθέτουν, και να θεσπιστεί απαίτηση οι εν λόγω εγκαταστάσεις να παρέχουν τους σχετικούς κωδικούς αποβλήτων σύμφωνα με την απόφαση 2014/955/ΕΕ της Επιτροπής (11), όταν μια ροή πηγής, όπως ορίζεται στο άρθρο 3 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2018/2066, είναι ένα είδος αποβλήτων.

(36)

Μετά την αναδιατύπωση της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001, ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2018/2066 αναθεωρήθηκε το 2020. Εξακολουθούν να υπάρχουν ορισμένες δυσκολίες όσον αφορά την εφαρμογή των εν λόγω νέων κανόνων, όσον αφορά την παρακολούθηση των εκπομπών διεργασίας από πρώτες ύλες με ανθρακικά και μη ανθρακικά άλατα. Απαιτούνται διευκρινίσεις για την παραγωγή γυαλιού, ινών γυαλιού ή ορυκτοβάμβακα. Ως εκ τούτου, οι κανόνες για την παρακολούθηση των εκπομπών διεργασίας από πρώτες ύλες, συμπεριλαμβανομένων των ανθρακικών αλάτων, που ορίζονται στο τμήμα 11 του παραρτήματος IV, θα πρέπει να επικαιροποιηθούν και να αποσαφηνιστούν.

(37)

Η παρακολούθηση και η υποβολή εκθέσεων για το νέο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών για τα κτίρια, τις οδικές μεταφορές και τους πρόσθετους τομείς θα αρχίσει την 1η Ιανουαρίου 2025. Ωστόσο, σύμφωνα με το άρθρο 30στ παράγραφος 4 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, οι ρυθμιζόμενες οντότητες υποβάλλουν αναφορά για τις ιστορικές εκπομπές για το έτος 2024 και, σύμφωνα με το άρθρο 30β της εν λόγω οδηγίας, οι εν λόγω οντότητες πρέπει να υποβάλουν τα σχέδιά τους για την παρακολούθηση, ώστε να υποβάλουν αίτηση για άδεια εκπομπής αερίων του θερμοκηπίου η οποία πρέπει να εκδοθεί έως την 1η Ιανουαρίου 2025. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο οι σχετικές διατάξεις που αφορούν το νέο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών να αρχίσουν να εφαρμόζονται από την 1η Ιουλίου 2024,

(38)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη θετική γνώμη της επιτροπής για την κλιματική αλλαγή,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2018/2066 τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στην παρακολούθηση και την υποβολή εκθέσεων για τις εκπομπές των αερίων θερμοκηπίου που καθορίζονται σε σχέση με τις δραστηριότητες που απαριθμούνται στα παραρτήματα I και III της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, στα δεδομένα δραστηριότητας από σταθερές εγκαταστάσεις, στις αεροπορικές δραστηριότητες και στις ποσότητες καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση από δραστηριότητες που αναφέρονται στο παράρτημα III της εν λόγω οδηγίας.

Εφαρμόζεται στις εκπομπές, στα δεδομένα δραστηριότητας και στις ποσότητες καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση από την 1η Ιανουαρίου 2021.»·

2)

Το άρθρο 3 τροποποιείται ως εξής:

α)

το σημείο 3) απαλείφεται·

β)

το σημείο 7) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«7)

“συντελεστές υπολογισμού”: κατώτερη θερμογόνος δύναμη, συντελεστής εκπομπών, προκαταρκτικός συντελεστής εκπομπών, συντελεστής οξείδωσης, συντελεστής μετατροπής, περιεκτικότητα σε άνθρακα, κλάσμα βιομάζας, συντελεστής μονάδας μετατροπής·»·

γ)

το σημείο 8) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«8)

“βαθμίδα”: συγκεκριμένη απαίτηση που εφαρμόζεται για τον προσδιορισμό των δεδομένων δραστηριότητας, συντελεστών υπολογισμού, ετήσιων εκπομπών και ετήσιων μέσων ωριαίων εκπομπών, και για τον προσδιορισμό της ποσότητας καυσίμου που τίθεται σε ανάλωση και του συντελεστή εύρους·»·

δ)

το σημείο 9) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«9)

“εγγενής κίνδυνος”: η τάση παραμέτρων της ετήσιας έκθεσης για τις εκπομπές προς ανακρίβειες οι οποίες, μεμονωμένα ή σε συνδυασμό με άλλες ανακρίβειες, ενδέχεται να είναι ουσιώδεις, πριν ληφθεί υπόψη το αποτέλεσμα των σχετικών ελεγκτικών δραστηριοτήτων·»·

ε)

το σημείο 10) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«10)

“κίνδυνος του ελέγχου”: η τάση παραμέτρων της ετήσιας έκθεσης για τις εκπομπές προς ανακρίβειες οι οποίες, μεμονωμένα ή σε συνδυασμό με άλλες ανακρίβειες, ενδέχεται να είναι ουσιώδεις και τις οποίες δεν προλαμβάνει ή δεν εντοπίζει και δεν διορθώνει εγκαίρως το σύστημα ελέγχου·»·

στ)

το σημείο 12) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«12)

“περίοδος αναφοράς”: ένα ημερολογιακό έτος στη διάρκεια του οποίου πρέπει να παρακολουθούνται οι εκπομπές και να υποβάλλονται σχετικές εκθέσεις·»·

ζ)

το σημείο 13) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«13)

“συντελεστής εκπομπών”: το μέσο ποσοστό εκπομπών θερμοκηπιακού αερίου ως προς τα δεδομένα δραστηριότητας μιας ροής πηγής ή ροής καυσίμου, με την παραδοχή πλήρους οξείδωσης στην περίπτωση της καύσης και πλήρους μετατροπής στην περίπτωση όλων των άλλων χημικών αντιδράσεων·»·

η)

το σημείο 20) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«20)

“συντηρητική”: η καθορισμένη σειρά παραδοχών, ώστε να αποκλειστεί το ενδεχόμενο υποεκτίμησης των ετήσιων εκπομπών·»·

θ)

προστίθεται το ακόλουθο σημείο 21γα):

«21γα)

“αστικά απόβλητα”: αστικά απόβλητα κατά την έννοια του άρθρου 3 στοιχείο 2β) της οδηγίας 2008/98/ΕΚ·»·

ι)

προστίθεται το ακόλουθο σημείο 23α):

«23α)

“επιλέξιμα αεροπορικά καύσιμα”: τύποι καυσίμου που είναι επιλέξιμοι για στήριξη δυνάμει του άρθρου 3γ παράγραφος 6 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ·»·

ια)

προστίθεται το ακόλουθο σημείο 34α):

«34α)

“μεικτό αεροπορικό καύσιμο”: καύσιμο που περιέχει τόσο επιλέξιμα αεροπορικά καύσιμα όσο και ορυκτά καύσιμα·»·

ιβ)

προστίθεται το ακόλουθο σημείο 38α):

«38α)

“επιλέξιμο κλάσμα”: ο λόγος των επιλέξιμων αεροπορικών καυσίμων που αναμειγνύονται με το ορυκτό καύσιμο·»·

ιγ)

το σημείο 48) απαλείφεται·

ιδ)

το σημείο 59) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«59)

“δεδομένα υποκατάστασης”: ετήσιες τιμές οι οποίες τεκμηριώνονται εμπειρικά ή προκύπτουν από αποδεκτές πηγές και τις οποίες χρησιμοποιεί ο φορέας εκμετάλλευσης ή η ρυθμιζόμενη οντότητα, όπως ορίζεται στο άρθρο 3 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, αντί των δεδομένων δραστηριότητας, των ποσοτήτων καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση ή των συντελεστών υπολογισμού για να εξασφαλίζεται η υποβολή πλήρων εκθέσεων, όταν δεν είναι δυνατό να παραχθούν όλα τα απαιτούμενα δεδομένα δραστηριότητας, οι ποσότητες καυσίμου που έχουν τεθεί σε ανάλωση ή οι συντελεστές υπολογισμού με την εφαρμοστέα μεθοδολογία παρακολούθησης·»·

ιε)

προστίθενται τα ακόλουθα σημεία:

«64)

“ροή καυσίμου”: καύσιμο όπως ορίζεται στο άρθρο 3 στοιχείο λε) της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, το οποίο τίθεται σε ανάλωση με ειδικά φυσικά μέσα, όπως αγωγοί, φορτηγά, σιδηρόδρομοι, πλοία ή σταθμοί καυσίμων, και το οποίο προκαλεί εκπομπές σχετικών αερίων θερμοκηπίου ως αποτέλεσμα της ανάλωσής του ανά κατηγορίες καταναλωτών στους τομείς που καλύπτονται από το παράρτημα III της οδηγίας 2003/87/ΕΚ·

65)

“εθνική ροή καυσίμου»: η συγκέντρωση, ανά τύπο καυσίμου, ροών καυσίμου όλων των ρυθμιζόμενων οντοτήτων στην επικράτεια κράτους μέλους·

66)

“συντελεστής “εύρους”: ο συντελεστής μεταξύ μηδέν και ένα που χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό του μεριδίου ροής καυσίμου που χρησιμοποιείται για καύση σε τομείς που καλύπτονται από το παράρτημα III της οδηγίας 2003/87/ΕΚ·

67)

“ποσότητα καυσίμου που τίθεται σε ανάλωση”: τα δεδομένα σχετικά με την ποσότητα καυσίμου, όπως ορίζεται στο άρθρο 3 στοιχείο λε) της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, το οποίο τίθεται σε ανάλωση και εκφράζεται ως ενέργεια σε terajoules, μάζα σε τόνους ή όγκος σε κανονικά κυβικά μέτρα ή ισοδύναμο σε λίτρα, κατά περίπτωση, πριν από την εφαρμογή συντελεστή εύρους·

68)

“συντελεστής μετατροπής μονάδας”: συντελεστής μετατροπής της μονάδας στην οποία οι ποσότητες καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση εκφράζονται σε ποσότητες εκφραζόμενες ως ενέργεια σε terajoules, μάζα σε τόνους ή όγκος σε κανονικά κυβικά μέτρα ή ισοδύναμο σε λίτρα, κατά περίπτωση, ο οποίος περιλαμβάνει όλους τους σχετικούς συντελεστές, όπως η πυκνότητα, η κατώτερη θερμογόνος δύναμη ή (για αέρια) η μετατροπή από την ανώτερη θερμογόνο δύναμη σε κατώτερη θερμογόνο δύναμη, κατά περίπτωση·

69)

“τελικός καταναλωτής”: για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που είναι ο τελικός χρήστης του καυσίμου, όπως ορίζεται στο άρθρο 3 στοιχείο λε) της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, του οποίου η ετήσια κατανάλωση καυσίμου δεν υπερβαίνει τον 1 τόνο CO2·

70)

“θέση σε ανάλωση”: για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, η στιγμή κατά την οποία ο ειδικός φόρος κατανάλωσης ενός καυσίμου, όπως ορίζεται στο άρθρο 3 στοιχείο λε) της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, καθίσταται απαιτητός σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφοι 2 και 3 της οδηγίας (ΕΕ) 2020/262 του Συμβουλίου (*1) ή, κατά περίπτωση, σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 5 της οδηγίας 2003/96/ΕΚ του Συμβουλίου (*2), εκτός εάν το κράτος μέλος έχει κάνει χρήση της ευελιξίας που προβλέπεται στο άρθρο 3 στοιχείο λα) σημείο iv) της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, οπότε νοείται η στιγμή που το κράτος μέλος ορίζει ότι δημιουργεί υποχρεώσεις δυνάμει του κεφαλαίου IVα της εν λόγω οδηγίας.

(*1)  Οδηγία (ΕΕ) 2020/262 του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 2019, για τη θέσπιση του γενικού καθεστώτος των ειδικών φόρων κατανάλωσης (ΕΕ L 58 της 27.2.2020, σ. 4)."

(*2)  Οδηγία 2003/96/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με την αναδιάρθρωση του κοινοτικού πλαισίου φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας (ΕΕ L 283 της 31.10.2003, σ. 51).»·"

3)

στο άρθρο 15 παράγραφος 4, το στοιχείο β) απαλείφεται·

4)

το άρθρο 18 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Εάν ο φορέας εκμετάλλευσης ή φορέας εκμετάλλευσης αεροσκαφών ισχυρίζεται ότι η εφαρμογή συγκεκριμένης μεθοδολογίας παρακολούθησης θα συνεπαγόταν αδικαιολόγητο κόστος, η αρμόδια αρχή αξιολογεί κατά πόσον το κόστος είναι αδικαιολόγητο λαμβάνοντας υπόψη την αιτιολογία του φορέα εκμετάλλευσης.

Η αρμόδια αρχή θεωρεί το κόστος αδικαιολόγητο, εάν η εκτίμηση του κόστους υπερβαίνει το όφελος. Για τον σκοπό αυτό, το όφελος υπολογίζεται ως το γινόμενο ενός συντελεστή βελτίωσης επί μια τιμή αναφοράς 80 EUR ανά δικαίωμα και το κόστος περιλαμβάνει κατάλληλη περίοδο απόσβεσης, με βάση τη διάρκεια ωφέλιμης ζωής του εξοπλισμού.»·

β)

η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Τα μέτρα που σχετίζονται με τη βελτίωση της μεθοδολογίας παρακολούθησης μιας εγκατάστασης δεν θεωρείται ότι συνεπάγονται αδικαιολόγητο κόστος μέχρι συνολικού ποσού 4 000 EUR ανά περίοδο αναφοράς. Για τις εγκαταστάσεις με χαμηλά επίπεδα εκπομπών το όριο αυτό είναι 1 000 EUR ανά περίοδο αναφοράς.»·

5)

Το άρθρο 39 τροποποιείται ως εξής:

α)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος 2α:

«2α.   Όταν ο φορέας εκμετάλλευσης χρησιμοποιεί ισοζύγιο μάζας σύμφωνα με το άρθρο 25 και η βιομάζα που πληροί τα κριτήρια του άρθρου 38 παράγραφος 5 χρησιμοποιείται ως υλικό ή καύσιμο εισροής και τα υλικά εκροής περιέχουν άνθρακα, ο φορέας εκμετάλλευσης παρέχει στην αρμόδια αρχή δεδομένα σχετικά με το κλάσμα βιομάζας της περιεκτικότητας των ροών εκροής σε άνθρακα. Με τον τρόπο αυτόν, ο φορέας εκμετάλλευσης παρέχει αποδείξεις ότι οι συνολικές εκπομπές της εγκατάστασης δεν υποεκτιμώνται συστηματικά από την εφαρμοζόμενη μεθοδολογία παρακολούθησης και ότι η συνολική μάζα του άνθρακα που αντιστοιχεί στα κλάσματα βιομάζας της περιεκτικότητας όλων των υλικών και καυσίμων εκροής σε άνθρακα δεν υπερβαίνει τη συνολική μάζα των κλασμάτων βιομάζας της περιεκτικότητας όλων των υλικών και καυσίμων εισροής σε άνθρακα.

Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, οι παράγραφοι 3 και 4 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται όσον αφορά το κλάσμα βιοαερίου του φυσικού αερίου που χρησιμοποιείται ως εισροή.»·

β)

η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Κατά παρέκκλιση από τις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου και από το άρθρο 30, εκτός από τους σκοπούς του άρθρου 43 παράγραφος 4, ο φορέας εκμετάλλευσης δεν χρησιμοποιεί αναλύσεις ή μεθόδους εκτίμησης σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου για τον προσδιορισμό του κλάσματος βιομάζας του φυσικού αερίου που λαμβάνεται από δίκτυο αερίου στο οποίο προστίθεται βιοαέριο.

Ο φορέας εκμετάλλευσης μπορεί να καθορίσει ότι ορισμένη ποσότητα φυσικού αερίου από το δίκτυο αερίου είναι βιοαέριο χρησιμοποιώντας τη μεθοδολογία που ορίζεται στην παράγραφο 4.»·

6)

Στο άρθρο 43 παράγραφος 4 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Όταν η μέθοδος που προτείνει ο φορέας εκμετάλλευσης συνεπάγεται συνεχή δειγματοληψία από τη ροή απαερίων, και η εγκατάσταση καταναλώνει φυσικό αέριο από το δίκτυο, ο φορέας εκμετάλλευσης αφαιρεί από το σύνολο των μετρούμενων εκπομπών CO2 το CO2 που προέρχεται από οποιοδήποτε βιοαέριο που περιέχεται στο φυσικό αέριο. Το κλάσμα βιομάζας του φυσικού αερίου προσδιορίζεται σύμφωνα με τα άρθρα 32 έως 35.»·

7)

Το άρθρο 48 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 2 πρώτο εδάφιο προστίθεται η ακόλουθη φράση:

«Για τον προσδιορισμό του κλάσματος βιομάζας του εγγενούς CO2 σύμφωνα με το άρθρο 39, ο φορέας εκμετάλλευσης της εγκατάστασης μεταφοράς διασφαλίζει ότι η επιλεγείσα μεθοδολογία παρακολούθησης δεν υποεκτιμά συστηματικά το σύνολο των εκπομπών της εγκατάστασης μεταφοράς.»·

β)

στην παράγραφο 3, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Οι φορείς εκμετάλλευσης μπορούν να προσδιορίζουν τις ποσότητες εγγενούς CO2 που μεταφέρονται εκτός της εγκατάστασης τόσο στην εγκατάσταση μεταφοράς, όσο και στην εγκατάσταση παραλαβής. Στην περίπτωση αυτήν, οι ποσότητες του εγγενούς CO2 που μεταφέρονται και παραλαμβάνονται, αντίστοιχα, και του αντίστοιχου κλάσματος βιομάζας είναι ίσες.»·

8)

στο κεφάλαιο IV, ο τίτλος αντικαθίσταται από την ακόλουθη φράση: «ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΤΩΝ ΕΚΠΟΜΠΩΝ ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΕΡΟΠΟΡΙΚΕΣ ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ»·

9)

στο άρθρο 51, η παράγραφος 2 απαλείφεται·

10)

στο άρθρο 52, η παράγραφος 2 απαλείφεται·

11)

Το άρθρο 53 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Για τους σκοπούς της υποβολής εκθέσεων σύμφωνα με το άρθρο 7 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2019/1603 της Επιτροπής (*3), ο φορέας εκμετάλλευσης αεροσκαφών προσδιορίζει και αναφέρει ως στοιχείο προς υπόμνηση τις εκπομπές CO2 που προκύπτουν από τον πολλαπλασιασμό της ετήσιας κατανάλωσης κάθε καυσίμου επί τον προκαταρκτικό συντελεστή εκπομπών.

(*3)  Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2019/1603 της Επιτροπής, της 18ης Ιουλίου 2019, για τη συμπλήρωση της οδηγίας 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τα μέτρα που έχει θεσπίσει ο Διεθνής Οργανισμός Πολιτικής Αεροπορίας για την παρακολούθηση, την υποβολή εκθέσεων και την επαλήθευση των εκπομπών των αεροπορικών μεταφορών με σκοπό την εφαρμογή παγκόσμιου αγορακεντρικού μέτρου (ΕΕ L 250 της 30.9.2019, σ. 10).»·"

β)

στην παράγραφο 6, μετά το πρώτο εδάφιο παρεμβάλλεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Οι φορείς εκμετάλλευσης αεροσκαφών χρησιμοποιούν τους προκαθορισμένους συντελεστές εκπομπών που παρατίθενται στον πίνακα 1 του παραρτήματος III ως προκαταρκτικό συντελεστή εκπομπών.»·

12)

Το άρθρο 54 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Για τα μεικτά καύσιμα, ο φορέας εκμετάλλευσης αεροσκαφών μπορεί είτε να υποθέτει την απουσία βιοκαυσίμου και να εφαρμόζει προκαθορισμένο ορυκτό κλάσμα 100 % είτε να προσδιορίζει κλάσμα βιοκαυσίμου σύμφωνα με την παράγραφο 2 ή την παράγραφο 3. Ο φορέας εκμετάλλευσης αεροσκαφών μπορεί επίσης να αναφέρει τα καθαρά βιοκαύσιμα με κλάσμα βιομάζας 100 %.»·

β)

στην παράγραφο 2 προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια:

«Επιπλέον, ο φορέας εκμετάλλευσης αεροσκαφών παρέχει ικανοποιητικές για την αρμόδια αρχή αποδείξεις ότι το βιοκαύσιμο καταλογίζεται στην πτήση αμέσως μετά τον ανεφοδιασμό της εν λόγω πτήσης με καύσιμα.

Όταν μεταξύ των πτήσεων αυτών εκτελούνται πολλές επόμενες πτήσεις χωρίς ανεφοδιασμό με καύσιμο, ο φορέας εκμετάλλευσης αεροσκαφών κατανέμει την ποσότητα βιοκαυσίμου και την καταλογίζει στις πτήσεις αυτές κατ’ αναλογία προς τις εκπομπές από τις εν λόγω πτήσεις που υπολογίζονται με τη χρήση του προκαταρκτικού συντελεστή εκπομπών.»·

γ)

η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Όταν οι παρτίδες βιοκαυσίμων που αγοράζονται δεν παραδίδονται σε συγκεκριμένο αεροσκάφος, ο φορέας εκμετάλλευσης αεροσκαφών δεν χρησιμοποιεί αναλύσεις για τον προσδιορισμό του κλάσματος βιομάζας των χρησιμοποιούμενων καυσίμων.

Όταν σε ένα αεροδρόμιο τα βιοκαύσιμα δεν μπορούν να καταλογιστούν σε συγκεκριμένη πτήση, ο φορέας εκμετάλλευσης αεροσκαφών καταλογίζει τα βιοκαύσιμα στις πτήσεις του για τις οποίες πρέπει να παραδοθούν δικαιώματα σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 3 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ κατ’ αναλογία προς τις εκπομπές από τις πτήσεις που αναχωρούν από το εν λόγω αεροδρόμιο, υπολογιζόμενες με χρήση του προκαταρκτικού συντελεστή εκπομπών.

Ο φορέας εκμετάλλευσης αεροσκαφών μπορεί να προσδιορίζει το κλάσμα βιομάζας χρησιμοποιώντας αρχεία αγορών βιοκαυσίμου ισοδύναμου ενεργειακού περιεχομένου, υπό την προϋπόθεση ότι ο φορέας εκμετάλλευσης αεροσκαφών παρέχει ικανοποιητικές για την αρμόδια αρχή αποδείξεις ότι το βιοκαύσιμο παραδόθηκε στο σύστημα τροφοδοσίας καυσίμου του αεροδρομίου αναχώρησης κατά την περίοδο αναφοράς ή 3 μήνες πριν από την έναρξη ή 3 μήνες μετά τη λήξη της εν λόγω περιόδου αναφοράς.»·

δ)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος 3α:

«3α.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 2 και της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου, ο φορέας εκμετάλλευσης αεροσκαφών παρέχει ικανοποιητικές για την αρμόδια αρχή αποδείξεις ότι:

α)

η συνολική ποσότητα βιοκαυσίμου που ζητείται δεν υπερβαίνει τη συνολική χρήση καυσίμων από τον εν λόγω φορέα εκμετάλλευσης αεροσκαφών για πτήσεις για τις οποίες πρέπει να παραδοθούν δικαιώματα σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 3 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, οι οποίες αναχωρούν από το αεροδρόμιο στο οποίο παραδίδονται τα βιοκαύσιμα·

β)

η ποσότητα βιοκαυσίμου για πτήσεις για τις οποίες πρέπει να παραδοθούν δικαιώματα σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 3 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ δεν υπερβαίνει τη συνολική ποσότητα βιοκαυσίμου που αγοράστηκε, από την οποία αφαιρείται η συνολική ποσότητα βιοκαυσίμου που πωλήθηκε σε τρίτους·

γ)

το κλάσμα βιομάζας του βιοκαυσίμου που καταλογίζεται σε πτήσεις συγκεντρωτικά ανά ζεύγος αεροδρομίων δεν υπερβαίνει το μέγιστο όριο ανάμειξης για το εν λόγω βιοκαύσιμο, όπως πιστοποιείται σύμφωνα με αναγνωρισμένο διεθνές πρότυπο·

δ)

δεν γίνονται διπλοεγγραφές της ίδιας ποσότητας βιοκαυσίμων, ιδίως ότι δεν προβάλλεται ισχυρισμός ότι το βιοαέριο που αγοράζεται χρησιμοποιείται σε προηγούμενη έκθεση ή από οποιονδήποτε άλλον ή σε άλλο σύστημα.

Για τους σκοπούς των στοιχείων α) έως γ) του πρώτου εδαφίου, κάθε καύσιμο που παραμένει σε δεξαμενές μετά την πτήση και πριν από τον ανεφοδιασμό θεωρείται ότι είναι 100 % ορυκτό καύσιμο.

Για τους σκοπούς της απόδειξης της συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο δ) της παρούσας παραγράφου, ο φορέας εκμετάλλευσης αεροσκαφών μπορεί να χρησιμοποιεί τα δεδομένα που καταγράφονται στη βάση δεδομένων της Ένωσης που έχει δημιουργηθεί σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 2 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001.»·

ε)

η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Ο συντελεστής εκπομπών για τα βιοκαύσιμα είναι μηδέν.

Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, για την καύση βιοκαυσίμων από φορείς εκμετάλλευσης αεροσκαφών εφαρμόζεται το άρθρο 38 παράγραφος 5.

Ο συντελεστής εκπομπών για κάθε μεικτό καύσιμο υπολογίζεται και αναφέρεται στις εκθέσεις ως το γινόμενο του προκαταρκτικού συντελεστή εκπομπών επί το ορυκτό κλάσμα του καυσίμου.»·

13)

προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 54α:

«Άρθρο 54α

Ειδικές διατάξεις για επιλέξιμα αεροπορικά καύσιμα

1.   Για τους σκοπούς του άρθρου 3γ παράγραφος 6 έκτο εδάφιο της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, ο εμπορικός φορέας εκμετάλλευσης αεροσκαφών καθιερώνει, τεκμηριώνει, εφαρμόζει και διατηρεί γραπτή διαδικασία για την παρακολούθηση τυχόν ποσοτήτων επιλέξιμων αεροπορικών καυσίμων που χρησιμοποιούνται για υποηχητικές πτήσεις και αναφέρει τις ποσότητες επιλέξιμων αεροπορικών καυσίμων που ζητούνται ως χωριστό στοιχείο προς υπόμνηση στην ετήσια έκθεση για τις εκπομπές του.

2.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, ο φορέας εκμετάλλευσης αεροσκαφών διασφαλίζει ότι κάθε ποσότητα επιλέξιμων αεροπορικών καυσίμων που ζητείται πιστοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 30 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001. Ο φορέας εκμετάλλευσης μπορεί να χρησιμοποιεί τα δεδομένα που καταγράφονται στη βάση δεδομένων της Ένωσης που έχει δημιουργηθεί σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 2 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001.

3.   Για τα μεικτά αεροπορικά καύσιμα, ο φορέας εκμετάλλευσης αεροσκαφών μπορεί είτε να υποθέτει την απουσία επιλέξιμου αεροπορικού καυσίμου και να εφαρμόζει προκαθορισμένο ορυκτό κλάσμα 100 % είτε να προσδιορίζει επιλέξιμο κλάσμα σύμφωνα με τις παραγράφους 4 ή 5. Ο φορέας εκμετάλλευσης αεροσκαφών μπορεί επίσης να αναφέρει καθαρό επιλέξιμο αεροπορικό καύσιμο με επιλέξιμο κλάσμα 100 %.

4.   Όταν τα επιλέξιμα αεροπορικά καύσιμα αναμειγνύονται φυσικώς με ορυκτά καύσιμα και παραδίδονται στο αεροσκάφος σε φυσικώς αναγνωρίσιμες παρτίδες, ο φορέας εκμετάλλευσης αεροσκαφών μπορεί να βασίσει την εκτίμηση του επιλέξιμου περιεχομένου σε ισοζύγιο μάζας των ορυκτών καυσίμων και των επιλέξιμων αεροπορικών καυσίμων που αγοράζονται.

Επιπλέον, ο φορέας εκμετάλλευσης αεροσκαφών παρέχει ικανοποιητικές για την αρμόδια αρχή αποδείξεις ότι τα επιλέξιμα αεροπορικά καύσιμα καταλογίζονται στην πτήση αμέσως μετά τον ανεφοδιασμό της εν λόγω πτήσης.

Όταν μεταξύ των πτήσεων αυτών εκτελούνται πολλές επόμενες πτήσεις χωρίς ανεφοδιασμό με καύσιμο, ο φορέας εκμετάλλευσης αεροσκαφών κατανέμει την ποσότητα επιλέξιμων αεροπορικών καυσίμων και την καταλογίζει στις πτήσεις αυτές κατ’ αναλογία προς τις εκπομπές από τις εν λόγω πτήσεις που υπολογίζονται με τη χρήση του προκαταρκτικού συντελεστή εκπομπών.

5.   Όταν σε ένα αεροδρόμιο τα επιλέξιμα αεροπορικά καύσιμα δεν μπορούν να καταλογιστούν σε συγκεκριμένη πτήση, ο φορέας εκμετάλλευσης αεροσκαφών καταλογίζει τα επιλέξιμα αεροπορικά καύσιμα στις πτήσεις του για τις οποίες πρέπει να παραδοθούν δικαιώματα σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 3 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ κατ’ αναλογία προς τις εκπομπές από τις πτήσεις που αναχωρούν από το εν λόγω αεροδρόμιο, υπολογιζόμενες με χρήση του προκαταρκτικού συντελεστή εκπομπών.

Ο φορέας εκμετάλλευσης αεροσκαφών μπορεί να προσδιορίζει το επιλέξιμο κλάσμα χρησιμοποιώντας αρχεία αγορών επιλέξιμων αεροπορικών καυσίμων ισοδύναμου ενεργειακού περιεχομένου, υπό την προϋπόθεση ότι ο φορέας εκμετάλλευσης αεροσκαφών παρέχει ικανοποιητικές για την αρμόδια αρχή αποδείξεις ότι τα επιλέξιμα αεροπορικά καύσιμα παραδόθηκαν στο σύστημα τροφοδοσίας καυσίμου του αεροδρομίου αναχώρησης κατά την περίοδο αναφοράς ή 3 μήνες πριν από την έναρξη ή 3 μήνες μετά τη λήξη της εν λόγω περιόδου αναφοράς.

6.   Για τους σκοπούς των παραγράφων 4 και 5 του παρόντος άρθρου, ο φορέας εκμετάλλευσης αεροσκαφών παρέχει ικανοποιητικές για την αρμόδια αρχή αποδείξεις ότι:

α)

η συνολική ποσότητα επιλέξιμων αεροπορικών καυσίμων που ζητείται δεν υπερβαίνει τη συνολική χρήση καυσίμων από τον εν λόγω φορέα εκμετάλλευσης αεροσκαφών για πτήσεις για τις οποίες πρέπει να παραδοθούν δικαιώματα σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 3 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, οι οποίες αναχωρούν από το αεροδρόμιο στο οποίο παραδίδονται τα επιλέξιμα αεροπορικά καύσιμα·

β)

η ποσότητα επιλέξιμων αεροπορικών καυσίμων για πτήσεις για τις οποίες πρέπει να παραδοθούν δικαιώματα σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 3 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ δεν υπερβαίνει τη συνολική ποσότητα επιλέξιμων αεροπορικών καυσίμων που αγοράστηκε, από την οποία αφαιρείται η συνολική ποσότητα επιλέξιμων αεροπορικών καυσίμων που πωλήθηκε σε τρίτους·

γ)

το επιλέξιμο κλάσμα των επιλέξιμων αεροπορικών καυσίμων που καταλογίζεται σε πτήσεις συγκεντρωτικά ανά ζεύγος αεροδρομίων δεν υπερβαίνει το μέγιστο όριο ανάμειξης για τα εν λόγω επιλέξιμα αεροπορικά καύσιμα, όπως πιστοποιείται σύμφωνα με αναγνωρισμένο διεθνές πρότυπο, εάν ισχύει τέτοιος περιορισμός·

δ)

δεν γίνονται διπλοεγγραφές της ίδιας ποσότητας επιλέξιμων αεροπορικών καυσίμων, ιδίως ότι δεν προβάλλεται ισχυρισμός ότι τα επιλέξιμα αεροπορικά καύσιμα που αγοράζονται χρησιμοποιούνται σε προηγούμενη έκθεση ή από οποιονδήποτε άλλον ή σε άλλο σύστημα.

Για τους σκοπούς των στοιχείων α) έως γ) του πρώτου εδαφίου, κάθε καύσιμο που παραμένει σε δεξαμενές μετά την πτήση και πριν από τον ανεφοδιασμό θεωρείται ότι είναι 100 % ορυκτό καύσιμο.

Για τους σκοπούς της απόδειξης της συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο δ) της παρούσας παραγράφου και, κατά περίπτωση, ο φορέας εκμετάλλευσης αεροσκαφών μπορεί να χρησιμοποιεί τα δεδομένα που καταγράφονται στη βάση δεδομένων της Ένωσης που έχει δημιουργηθεί σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 2 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001.

7.   Όταν ο συντελεστής εκπομπών επιλέξιμων αεροπορικών καυσίμων είναι μηδέν, ο συντελεστής εκπομπών για κάθε μεικτό αεροπορικό καύσιμο υπολογίζεται και αναφέρεται στις εκθέσεις ως το γινόμενο του προκαταρκτικού συντελεστή εκπομπών επί το ορυκτό κλάσμα του καυσίμου.»·

14)

Στο άρθρο 55 παράγραφος 2, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 53, οι μικροί πρόξενοι εκπομπών επιτρέπεται να υπολογίζουν την κατανάλωση καυσίμου χρησιμοποιώντας τα εργαλεία που εφαρμόζει ο Eurocontrol ή άλλος συναφής οργανισμός, με τα οποία είναι δυνατή η επεξεργασία όλων των σχετικών πληροφοριών εναέριας κυκλοφορίας και η αποφυγή της υποεκτίμησης των εκπομπών.»·

15)

το άρθρο 57 απαλείφεται·

16)

Το άρθρο 58 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1, το δεύτερο εδάφιο απαλείφεται·

β)

στην παράγραφο 2, τα στοιχεία γ) και δ) αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«γ)

κάθε στάδιο της ροής δεδομένων από τα πρωτογενή δεδομένα έως τα δεδομένα για τις ετήσιες εκπομπές, με τρόπο που αντικατοπτρίζει την αλληλουχία και την αλληλεπίδραση μεταξύ των δραστηριοτήτων ροής δεδομένων, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών μαθηματικών τύπων και των σταδίων συγκέντρωσης δεδομένων που εφαρμόζονται·

δ)

τα σχετικά στάδια επεξεργασίας που αφορούν κάθε συγκεκριμένη δραστηριότητα ροής δεδομένων, συμπεριλαμβανομένων των μαθηματικών τύπων και των δεδομένων που χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό των εκπομπών·»·

17)

Το άρθρο 59 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Ο φορέας εκμετάλλευσης ή φορέας εκμετάλλευσης αεροσκαφών καθιερώνει, τεκμηριώνει, εφαρμόζει και διατηρεί αποτελεσματικό σύστημα ελέγχου, ώστε να εξασφαλίζει ότι η ετήσια έκθεση για τις εκπομπές, η οποία προκύπτει από τις δραστηριότητες ροής δεδομένων, δεν περιέχει ανακρίβειες και είναι σύμφωνη με το σχέδιο παρακολούθησης και τον παρόντα κανονισμό.»·

β)

στην παράγραφο 4 το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Ο φορέας εκμετάλλευσης ή φορέας εκμετάλλευσης αεροσκαφών παρακολουθεί την αποτελεσματικότητα του συστήματος ελέγχου, μεταξύ άλλων διενεργώντας εσωτερική εξέταση και λαμβάνοντας υπόψη τις διαπιστώσεις του ελεγκτή κατά την επαλήθευση των ετήσιων εκθέσεων για τις εκπομπές η οποία διεξάγεται σύμφωνα με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2018/2067.»·

18)

Στο άρθρο 64 παράγραφος 2 το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«γ)

εφαρμογή κατάλληλων διορθωτικών μέτρων, συμπεριλαμβανομένης της διόρθωσης των προβληματικών δεδομένων στην έκθεση για τις εκπομπές κατά περίπτωση.»·

19)

Το άρθρο 67 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Τα τεκμηριωμένα και αρχειοθετημένα δεδομένα παρακολούθησης επιτρέπουν την επαλήθευση των ετήσιων εκθέσεων για τις εκπομπές σύμφωνα με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2018/2067. Τα δεδομένα που έχουν αναφερθεί από τον φορέα εκμετάλλευσης ή τον φορέα εκμετάλλευσης αεροσκαφών και περιέχονται σε ηλεκτρονικό σύστημα υποβολής εκθέσεων και διαχείρισης δεδομένων που έχει δημιουργηθεί από την αρμόδια αρχή, μπορεί να θεωρηθεί ότι διατηρούνται από τον φορέα εκμετάλλευσης ή τον φορέα εκμετάλλευσης αεροσκαφών, εάν αυτός έχει πρόσβαση στα εν λόγω δεδομένα.»·

β)

στην παράγραφο 2, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Ο φορέας εκμετάλλευσης ή ο φορέας εκμετάλλευσης αεροσκαφών θέτει, κατόπιν αιτήσεως, τα εν λόγω έγγραφα στη διάθεση της αρμόδιας αρχής και του ελεγκτή που επαληθεύει την έκθεση για τις εκπομπές σύμφωνα με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2018/2067.»·

20)

Το άρθρο 68 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 2 απαλείφεται·

β)

η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Οι ετήσιες εκθέσεις για τις εκπομπές περιλαμβάνουν τουλάχιστον τις πληροφορίες που απαριθμούνται στο παράρτημα X.»·

γ)

προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«4.   Τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή την έκθεση για την επαληθευμένη ετήσια έκθεση για τις εκπομπές κάθε εγκατάστασης αποτέφρωσης αστικών αποβλήτων, όπως αναφέρεται στο παράρτημα I της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, έως τις 30 Απριλίου κάθε έτους.

Εάν η αρμόδια αρχή έχει διορθώσει τις επαληθευμένες εκπομπές μετά τις 30 Απριλίου κάθε έτους, τα κράτη μέλη γνωστοποιούν αμελλητί την εν λόγω διόρθωση στην Επιτροπή.»·

21)

στο άρθρο 69 παράγραφος 1, τα στοιχεία α) έως γ) τροποποιούνται ως εξής:

«α)

για εγκατάσταση κατηγορίας Α, έως τις 30 Ιουνίου ανά 5 έτη·

β)

για εγκατάσταση κατηγορίας Β, έως τις 30 Ιουνίου ανά 3 έτη·

γ)

για εγκατάσταση κατηγορίας Γ, έως τις 30 Ιουνίου ανά 2 έτη.»·

22)

Το άρθρο 72 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1, το δεύτερο εδάφιο απαλείφεται·

β)

η παράγραφος 3 απαλείφεται.·

23)

Στο άρθρο 74 παράγραφος 1, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν από τους φορείς εκμετάλλευσης και τους φορείς εκμετάλλευσης αεροσκαφών να χρησιμοποιούν ηλεκτρονικά πρότυπα (templates) ή συγκεκριμένους μορφότυπους αρχείων για την υποβολή, αφενός των σχεδίων παρακολούθησης και των τροποποιήσεών τους και, αφετέρου, των ετήσιων εκθέσεων για τις εκπομπές, των εκθέσεων επαλήθευσης και των εκθέσεων βελτίωσης.»·

24)

προστίθενται τα ακόλουθα κεφάλαια VIΙα και VIΙβ:

«ΚΕΦΑΛΑΙΟ VIΙα

ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΤΩΝ ΕΚΠΟΜΠΩΝ ΑΠΟ ΡΥΘΜΙΖΟΜΕΝΕΣ ΟΝΤΟΤΗΤΕΣ

ΤΜΗΜΑ 1

Γενικές διατάξεις

Άρθρο 75a

Γενικές αρχές

Τα άρθρα 4, 5, 6, 7, 8, 9 και 10 του παρόντος κανονισμού εφαρμόζονται στις εκπομπές, στις ρυθμιζόμενες οντότητες και στα δικαιώματα που καλύπτονται από το κεφάλαιο IVα της οδηγίας 2003/87/ΕΚ. Για τον σκοπό αυτό:

α)

κάθε αναφορά σε φορείς εκμετάλλευσης και φορέα εκμετάλλευσης αεροσκαφών νοείται ως αναφορά στη ρυθμιζόμενη οντότητα·

β)

κάθε αναφορά στις εκπομπές διεργασίας δεν εφαρμόζεται·

γ)

κάθε αναφορά σε ροές πηγής νοείται ως αναφορά σε ροές καυσίμου·

δ)

κάθε αναφορά σε πηγή εκπομπών δεν εφαρμόζεται·

ε)

κάθε αναφορά σε δραστηριότητες που περιλαμβάνονται στο παράρτημα I της οδηγίας 2003/87/ΕΚ νοείται ως αναφορά στη δραστηριότητα που αναφέρεται στο παράρτημα III της εν λόγω οδηγίας·

στ)

κάθε αναφορά στο άρθρο 24 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ νοείται ως αναφορά στο άρθρο 30ι της εν λόγω οδηγίας·

ζ)

κάθε αναφορά σε δεδομένα δραστηριότητας νοείται ως αναφορά στις ποσότητες καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση·

η)

κάθε αναφορά σε συντελεστές υπολογισμού νοείται ως αναφορά στους συντελεστές υπολογισμού και στον συντελεστή εύρους.

Άρθρο 75β

ΣΧΕΔΙΟ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ

1.   Εφαρμόζονται το άρθρο 11, το άρθρο 12 παράγραφος 2, τα άρθρα 13 και 14, το άρθρο 15 παράγραφοι 1 και 2 και το άρθρο 16. Για τον σκοπό αυτό:

α)

κάθε αναφορά σε φορέα εκμετάλλευσης ή φορέα εκμετάλλευσης αεροσκαφών νοείται ως αναφορά στη ρυθμιζόμενη οντότητα·

β)

κάθε αναφορά σε αεροπορική δραστηριότητα νοείται ως αναφορά στη δραστηριότητα της ρυθμιζόμενης οντότητας.

2.   Το αργότερο 4 μήνες πριν η ρυθμιζόμενη οντότητα αρχίσει να ασκεί τη δραστηριότητα που καλύπτεται από το παράρτημα III της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, υποβάλλει στην αρμόδια αρχή σχέδιο παρακολούθησης προς έγκριση, εκτός εάν η αρμόδια αρχή έχει ορίσει εναλλακτική προθεσμία για την εν λόγω υποβολή.

Το σχέδιο παρακολούθησης συνίσταται σε λεπτομερή και πλήρη τεκμηρίωση, με διαφάνεια, της μεθοδολογίας παρακολούθησης που εφαρμόζει η ρυθμιζόμενη οντότητα και περιλαμβάνει τουλάχιστον τα στοιχεία που αναφέρονται στο παράρτημα I.

Παράλληλα με το σχέδιο παρακολούθησης, η ρυθμιζόμενη οντότητα υποβάλλει τα αποτελέσματα εκτίμησης κινδύνου που αποδεικνύουν ότι οι προτεινόμενες ελεγκτικές δραστηριότητες και διαδικασίες για τις ελεγκτικές δραστηριότητες είναι ανάλογες προς τους εγγενείς κινδύνους και τους κινδύνους του ελέγχου που έχουν εντοπιστεί.

3.   Σύμφωνα με το άρθρο 15, οι σημαντικές τροποποιήσεις του σχεδίου παρακολούθησης μιας ρυθμιζόμενης οντότητας περιλαμβάνουν:

α)

αλλαγή κατηγορίας της ρυθμιζόμενης οντότητας, σε περίπτωση που η αλλαγή αυτή απαιτεί τροποποίηση της μεθοδολογίας παρακολούθησης ή οδηγεί σε μεταβολή του εφαρμοστέου επιπέδου σημαντικότητας, σύμφωνα με το άρθρο 23 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2018/2067·

β)

κατά παρέκκλιση από το άρθρο 75ιδ, αλλαγές ως προς το αν η ρυθμιζόμενη οντότητα θεωρείται “ρυθμιζόμενη οντότητα με χαμηλά επίπεδα εκπομπών”·

γ)

αλλαγή της βαθμίδας που εφαρμόζεται·

δ)

εισαγωγή νέων ροών καυσίμου·

ε)

αλλαγή της προκαθορισμένης τιμής ροών καυσίμου – σε μείζονες ή αμελητέες (de minimis) ροές καυσίμου, όταν η εν λόγω αλλαγή απαιτεί τροποποίηση της μεθοδολογίας παρακολούθησης·

στ)

αλλαγή της προκαθορισμένης τιμής ενός συντελεστή υπολογισμού, εάν η τιμή πρέπει να προβλέπεται στο σχέδιο παρακολούθησης·

ζ)

αλλαγή της προκαθορισμένης τιμής για τον συντελεστή εύρους·

η)

καθιέρωση νέων μεθόδων ή τροποποιήσεις των υφιστάμενων μεθόδων σχετικά με τη δειγματοληψία, την ανάλυση ή τη διακρίβωση/βαθμονόμηση, εάν αυτό έχει άμεση επίπτωση στην ακρίβεια των δεδομένων για τις εκπομπές.

Άρθρο 75γ

Τεχνική εφικτότητα

Εάν μια ρυθμιζόμενη οντότητα ισχυρίζεται ότι η εφαρμογή συγκεκριμένης μεθοδολογίας παρακολούθησης δεν είναι τεχνικά εφικτή, η αρμόδια αρχή εκτιμά την τεχνική εφικτότητα λαμβάνοντας υπόψη την αιτιολογία της ρυθμιζόμενης οντότητας. Η εν λόγω αιτιολογία βασίζεται στο κατά πόσον η ρυθμιζόμενη οντότητα διαθέτει τεχνικούς πόρους ικανούς να καλύψουν τις ανάγκες του προτεινόμενου συστήματος ή την προτεινόμενη απαίτηση, οι οποίοι μπορούν να τεθούν σε εφαρμογή κατά τον απαιτούμενο χρόνο για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού. Οι τεχνικοί αυτοί πόροι περιλαμβάνουν τη διαθεσιμότητα των απαιτούμενων τεχνικών και τεχνολογίας.

Για την παρακολούθηση και την υποβολή εκθέσεων σχετικά με τις ιστορικές εκπομπές για το έτος 2024 σύμφωνα με το άρθρο 30στ παράγραφος 4 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, τα κράτη μέλη μπορούν να απαλλάσσουν τις ρυθμιζόμενες οντότητες από την υποχρέωση να αιτιολογούν ότι μια συγκεκριμένη μεθοδολογία παρακολούθησης δεν είναι τεχνικά εφικτή.

Άρθρο 75δ

Αδικαιολόγητο κόστος

1.   Εάν η ρυθμιζόμενη οντότητα ισχυρίζεται ότι η εφαρμογή συγκεκριμένης μεθοδολογίας παρακολούθησης θα συνεπαγόταν αδικαιολόγητο κόστος, η αρμόδια αρχή αξιολογεί αν το κόστος είναι αδικαιολόγητο λαμβάνοντας υπόψη την αιτιολογία της ρυθμιζόμενης οντότητας.

Η αρμόδια αρχή θεωρεί το κόστος αδικαιολόγητο, εάν η εκτίμηση του κόστους υπερβαίνει το όφελος. Για τον σκοπό αυτόν, το όφελος υπολογίζεται ως το γινόμενο ενός συντελεστή βελτίωσης επί μια τιμή αναφοράς 60 EUR ανά δικαίωμα. Το κόστος περιλαμβάνει κατάλληλη περίοδο απόσβεσης με βάση τη διάρκεια ωφέλιμης ζωής του εξοπλισμού.

2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, η ρυθμιζόμενη οντότητα εξετάζει το κόστος της εφαρμογής συγκεκριμένης μεθοδολογίας παρακολούθησης που βαρύνει τους καταναλωτές των ροών καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση, στους οποίους περιλαμβάνονται και οι τελικοί καταναλωτές. Για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου, η ρυθμιζόμενη οντότητα μπορεί να εφαρμόζει συντηρητικές εκτιμήσεις του κόστους.

Για την παρακολούθηση και την υποβολή εκθέσεων σχετικά με τις ιστορικές εκπομπές για το έτος 2024 σύμφωνα με το άρθρο 30στ παράγραφος 4 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, τα κράτη μέλη μπορούν να απαλλάσσουν τις ρυθμιζόμενες οντότητες από την υποχρέωση να αιτιολογούν ότι μια συγκεκριμένη μεθοδολογία παρακολούθησης θα συνεπαγόταν αδικαιολόγητο κόστος.

3.   Κατά την αξιολόγηση του αδικαιολόγητου χαρακτήρα του κόστους σε σχέση με την επιλογή βαθμίδων για τις ποσότητες καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση εκ μέρους της ρυθμιζόμενης οντότητας, η αρμόδια αρχή χρησιμοποιεί ως συντελεστή βελτίωσης της παραγράφου 1 τη διαφορά μεταξύ της αβεβαιότητας που έχει επιτευχθεί τη στιγμή εκείνη και του ορίου αβεβαιότητας της βαθμίδας που αναμένεται να επιτευχθεί χάρη στη βελτίωση, πολλαπλασιαζόμενη επί τις μέσες ετήσιες εκπομπές που προκλήθηκαν από τη συγκεκριμένη ροή καυσίμου κατά τα τρία τελευταία έτη.

Ελλείψει σχετικών δεδομένων για τις μέσες ετήσιες εκπομπές που προκλήθηκαν από αυτήν τη ροή καυσίμου κατά τα τρία τελευταία έτη, η ρυθμιζόμενη οντότητα παρέχει συντηρητική εκτίμηση των ετήσιων μέσων εκπομπών, εξαιρουμένου του CO2 που προέρχεται από βιομάζα. Για τα όργανα μετρήσεων που υπόκεινται σε εθνικό νόμιμο μετρολογικό έλεγχο, η αβεβαιότητα που έχει επιτευχθεί τη στιγμή εκείνη μπορεί να αντικαθίσταται από το μέγιστο επιτρεπτό σφάλμα κατά τη λειτουργία το οποίο επιτρέπεται από τη σχετική εθνική νομοθεσία.

Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται το άρθρο 38 παράγραφος 5, υπό τον όρο ότι η ρυθμιζόμενη οντότητα έχει στη διάθεσή της τις σχετικές πληροφορίες σχετικά με τα κριτήρια αειφορίας και μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου των βιοκαυσίμων, βιορευστών και καυσίμων βιομάζας που χρησιμοποιούνται για καύση.

4.   Κατά την αξιολόγηση του αδικαιολόγητου χαρακτήρα του κόστους σε σχέση με την επιλογή των επιπέδων βαθμίδας για τον προσδιορισμό του συντελεστή εύρους της ρυθμιζόμενης οντότητας και σε σχέση με τα μέτρα που αυξάνουν το επίπεδο ποιότητας των στοιχείων σχετικά με τις αναφερόμενες στις εκθέσεις εκπομπές, χωρίς όμως να επιδρούν άμεσα στην ακρίβεια των δεδομένων σχετικά με τις ποσότητες καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση, η αρμόδια αρχή χρησιμοποιεί συντελεστή βελτίωσης ίσο με το 1 % των μέσων ετήσιων εκπομπών των αντίστοιχων ροών καυσίμου των τελευταίων τριών περιόδων αναφοράς. Τα μέτρα που βελτιώνουν ποιοτικά τις αναφερόμενες στις εκθέσεις εκπομπές, αλλά χωρίς όμως να επιδρούν άμεσα στην ακρίβεια των δεδομένων σχετικά με τις ποσότητες καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση, μπορούν να περιλαμβάνουν:

α)

μετάβαση από τις προκαθορισμένες τιμές στις αναλύσεις για τον προσδιορισμό των συντελεστών υπολογισμού·

β)

αύξηση του αριθμού αναλύσεων ανά ροή καυσίμου·

γ)

όταν η συγκεκριμένη εργασία μέτρησης δεν εμπίπτει στον εθνικό νόμιμο μετρολογικό έλεγχο, αντικατάσταση των οργάνων μετρήσεων με όργανα που πληρούν τις σχετικές απαιτήσεις του νόμιμου μετρολογικού ελέγχου του κράτους μέλους σε παρόμοιες εφαρμογές ή με όργανα μετρήσεων σύμφωνα με τους εθνικούς κανόνες που έχουν εκδοθεί κατ’ εφαρμογή της οδηγίας 2014/31/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*4) ή της οδηγίας 2014/32/ΕΕ·

δ)

σύντμηση των διαστημάτων διακρίβωσης/βαθμονόμησης και συντήρησης των οργάνων μετρήσεων·

ε)

βελτιώσεις στις δραστηριότητες ροής δεδομένων και ελέγχου οι οποίες μειώνουν σημαντικά τον εγγενή κίνδυνο ή τον κίνδυνο του ελέγχου·

στ)

μετάβαση των ρυθμιζόμενων οντοτήτων σε ακριβέστερο προσδιορισμό του συντελεστή εύρους.

5.   Τα μέτρα που σχετίζονται με τη βελτίωση της μεθοδολογίας παρακολούθησης μιας ρυθμιζόμενης οντότητας δεν θεωρείται ότι συνεπάγονται αδικαιολόγητο κόστος μέχρι συνολικού ποσού 4 000 EUR ανά περίοδο αναφοράς. Για τις ρυθμιζόμενες οντότητες με χαμηλά επίπεδα εκπομπών το όριο αυτό είναι 1 000 EUR ανά περίοδο αναφοράς.

Άρθρο 75ε

Κατάταξη ρυθμιζόμενων οντοτήτων και ροών καυσίμου

1.   Για τους σκοπούς της παρακολούθησης των εκπομπών και του προσδιορισμού των ελάχιστων απαιτήσεων για τις βαθμίδες για τους σχετικούς συντελεστές υπολογισμού, κάθε ρυθμιζόμενη οντότητα προσδιορίζει την κατηγορία της σύμφωνα με την παράγραφο 2 και, κατά περίπτωση, κάθε ροή καυσίμου σύμφωνα με την παράγραφο 3.

2.   Η ρυθμιζόμενη οντότητα κατατάσσεται σε μία από τις ακόλουθες κατηγορίες:

α)

οντότητα κατηγορίας Α, όπου από το 2027 έως το 2030 οι μέσες επαληθευμένες ετήσιες εκπομπές κατά τα 2 έτη που προηγούνται της περιόδου αναφοράς, εξαιρουμένου του CO2 που προέρχεται από βιομάζα, είναι ίσες ή μικρότερες από 50 000 τόνους CO2(e)·

β)

οντότητα κατηγορίας Β, όπου από το 2027 έως το 2030 οι μέσες επαληθευμένες ετήσιες εκπομπές κατά τα 2 έτη που προηγούνται της περιόδου αναφοράς, εξαιρουμένου του CO2 που προέρχεται από βιομάζα, υπερβαίνουν τους 50 000 τόνους CO2(e).

Από το 2031 και μετά οι οντότητες των κατηγοριών Α και Β που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β) του πρώτου εδαφίου προσδιορίζονται με βάση τις μέσες επαληθευμένες ετήσιες εκπομπές κατά την αμέσως προηγούμενη της τρέχουσας περιόδου εμπορίας.

Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 14 παράγραφος 2, η αρμόδια αρχή μπορεί να επιτρέψει στη ρυθμιζόμενη οντότητα να μην τροποποιήσει το σχέδιο παρακολούθησης όταν, με βάση τις επαληθευμένες εκπομπές, υπάρχει υπέρβαση του ορίου που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο για την ταξινόμηση της ρυθμιζόμενης οντότητας, αλλά η ρυθμιζόμενη οντότητα αποδεικνύει ικανοποιητικά κατά την κρίση της αρμόδιας αρχής ότι δεν έχει ήδη σημειωθεί υπέρβαση του εν λόγω ορίου κατά τις πέντε προηγούμενες περιόδους αναφοράς και ότι δεν θα υπάρξει νέα υπέρβασή του κατά τη διάρκεια μεταγενέστερων περιόδων αναφοράς.

3.   Η ρυθμιζόμενη οντότητα κατατάσσει κάθε ροή καυσίμου σε μία από τις ακόλουθες κατηγορίες:

α)

αμελητέες (de minimis) ροές καυσίμου, όταν οι ροές καυσίμου που έχουν επιλεγεί από τη ρυθμιζόμενη οντότητα αντιστοιχούν από κοινού σε ποσότητα μικρότερη από 1 000 τόνους CO2 ορυκτής προέλευσης ετησίως·

β)

μείζονες ροές καυσίμου, εάν οι ροές καυσίμου δεν εμπίπτουν στις κατηγορίες που αναφέρονται στο στοιχείο α).

Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 14 παράγραφος 2, η αρμόδια αρχή μπορεί να επιτρέψει στη ρυθμιζόμενη οντότητα να μην τροποποιήσει το σχέδιο παρακολούθησης αν, με βάση τις επαληθευμένες εκπομπές, υπάρχει υπέρβαση του ορίου που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο για την ταξινόμηση μιας ροής καυσίμου ως αμελητέας, αλλά η ρυθμιζόμενη οντότητα αποδεικνύει ικανοποιητικά κατά την κρίση της αρμόδιας αρχής ότι δεν έχει ήδη σημειωθεί υπέρβαση του εν λόγω ορίου κατά τις πέντε τελευταίες περιόδους αναφοράς και ότι δεν θα υπάρξει νέα υπέρβασή του κατά τη διάρκεια μεταγενέστερων περιόδων αναφοράς.

4.   Εάν οι μέσες επαληθευμένες ετήσιες εκπομπές που χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό της κατηγορίας της ρυθμιζόμενης οντότητας, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 2, δεν είναι διαθέσιμες ή δεν είναι πλέον αντιπροσωπευτικές για τους σκοπούς της παραγράφου 2, η ρυθμιζόμενη οντότητα χρησιμοποιεί συντηρητική εκτίμηση των ετήσιων μέσων εκπομπών, εξαιρουμένου του CO2 που προέρχεται από βιομάζα για τον προσδιορισμό της κατηγορίας της ρυθμιζόμενης οντότητας.

5.   Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, εφαρμόζεται το άρθρο 38 παράγραφος 5.

Άρθρο 75στ

Μεθοδολογία παρακολούθησης

Κάθε ρυθμιζόμενη οντότητα προσδιορίζει τις ετήσιες εκπομπές CO2 από τις δραστηριότητες που αναφέρονται στο παράρτημα III της οδηγίας 2003/87/ΕΚ πολλαπλασιάζοντας για κάθε ροή καυσίμου την ποσότητα καυσίμου που τίθεται σε ανάλωση με τον αντίστοιχο συντελεστή μετατροπής μονάδας, τον αντίστοιχο συντελεστή εύρους και τον αντίστοιχο συντελεστή εκπομπών.

Ο συντελεστής εκπομπών εκφράζεται σε τόνους CO2 ανά terajoule (tCO2/TJ) σύμφωνα με τη χρήση του συντελεστή μετατροπής μονάδας.

Η αρμόδια αρχή μπορεί να επιτρέψει τη χρήση συντελεστών εκπομπών για καύσιμα εκφραζόμενων σε tCO2/t ή tCO2/Nm3. Στις περιπτώσεις αυτές, η ρυθμιζόμενη οντότητα προσδιορίζει τις εκπομπές, πολλαπλασιάζοντας την ποσότητα καυσίμου που τίθεται σε ανάλωση, εκφραζόμενη σε τόνους ή σε κανονικά κυβικά μέτρα, επί τον αντίστοιχο συντελεστή εύρους και επί τον αντίστοιχο συντελεστή εκπομπών.

Άρθρο 75ζ

Προσωρινές αλλαγές στη μεθοδολογία παρακολούθησης

1.   Όταν, για τεχνικούς λόγους, δεν είναι εφικτή προσωρινά η εφαρμογή του σχεδίου παρακολούθησης όπως έχει εγκριθεί από την αρμόδια αρχή, η ρυθμιζόμενη οντότητα εφαρμόζει την ανώτατη εφικτή βαθμίδα ή, εκτός από τον συντελεστή εύρους, μία συντηρητική προσέγγιση χωρίς βαθμίδες, εάν η εφαρμογή μιας βαθμίδας δεν είναι εφικτή, έως ότου αποκατασταθούν οι συνθήκες εφαρμογής της βαθμίδας που έχει εγκριθεί στο σχέδιο παρακολούθησης.

Η ρυθμιζόμενη οντότητα λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα για την άμεση συνέχιση της εφαρμογής του σχεδίου παρακολούθησης που έχει εγκριθεί από την αρμόδια αρχή.

2.   Η ρυθμιζόμενη οντότητα γνωστοποιεί αμελλητί στην αρμόδια αρχή την αναφερόμενη στην παράγραφο 1 προσωρινή αλλαγή στη μεθοδολογία παρακολούθησης, αναφέροντας:

α)

τους λόγους για την απόκλιση από το σχέδιο παρακολούθησης που έχει εγκριθεί από την αρμόδια αρχή·

β)

τις λεπτομέρειες της προσωρινής μεθοδολογίας παρακολούθησης που χρησιμοποιεί η ρυθμιζόμενη οντότητα για τον προσδιορισμό των εκπομπών έως ότου αποκατασταθούν οι συνθήκες εφαρμογής του σχεδίου παρακολούθησης που έχει εγκριθεί από την αρμόδια αρχή·

γ)

τα μέτρα που λαμβάνει η ρυθμιζόμενη οντότητα για την αποκατάσταση των συνθηκών εφαρμογής του σχεδίου παρακολούθησης που έχει εγκριθεί από την αρμόδια αρχή·

δ)

την προβλεπόμενη χρονική στιγμή, κατά την οποία θα αρχίσει και πάλι η εφαρμογή του σχεδίου παρακολούθησης που έχει εγκριθεί από την αρμόδια αρχή.

ΤΜΗΜΑ 2

Βασιζόμενη σε υπολογισμούς μεθοδολογία

Υποτμήμα 1

ΓΕΝΙΚΑ

Άρθρο 75η

Εφαρμοστέες βαθμίδες για τις ποσότητες καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση και συντελεστές υπολογισμού

1.   Κατά τον ορισμό των σχετικών βαθμίδων για τις μείζονες ροές καυσίμου, για τον προσδιορισμό των ποσοτήτων καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση και του κάθε συντελεστή υπολογισμού, κάθε ρυθμιζόμενη οντότητα εφαρμόζει τα ακόλουθα:

α)

τουλάχιστον τις βαθμίδες που απαριθμούνται στο παράρτημα V, στην περίπτωση οντότητας κατηγορίας Α ή όταν απαιτείται συντελεστής υπολογισμού για ροή καυσίμου που είναι τυπικό καύσιμο του εμπορίου·

β)

στις λοιπές περιπτώσεις πλην εκείνων που αναφέρονται στο στοιχείο α), την ανώτατη βαθμίδα, όπως ορίζεται στο παράρτημα IΙα.

Ωστόσο, για τις ποσότητες καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση και τους συντελεστές υπολογισμού των μειζόνων ροών καυσίμου, η ρυθμιζόμενη οντότητα μπορεί να εφαρμόζει βαθμίδα έως δύο επίπεδα χαμηλότερη από την απαιτούμενη σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, με κατώτατο όριο τη βαθμίδα 1, εάν αποδείξει ικανοποιητικά κατά την κρίση της αρμόδιας αρχής ότι η απαιτούμενη βαθμίδα σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο ή, κατά περίπτωση, η αμέσως υψηλότερη βαθμίδα, δεν είναι τεχνικά εφικτή ή συνεπάγεται αδικαιολόγητο κόστος.

2.   Για αμελητέες (de minimis) ροές καυσίμου, η ρυθμιζόμενη οντότητα μπορεί να προσδιορίζει τις ποσότητες καυσίμου που τίθεται σε ανάλωση και κάθε συντελεστή υπολογισμού χρησιμοποιώντας συντηρητικές εκτιμήσεις αντί βαθμίδων, εκτός εάν η οριζόμενη βαθμίδα μπορεί να επιτευχθεί χωρίς πρόσθετη προσπάθεια.

Για τις ροές καυσίμου που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, η ρυθμιζόμενη οντότητα μπορεί να προσδιορίζει τις ποσότητες καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση με βάση τιμολόγια ή αρχεία αγορών, εκτός εάν η οριζόμενη βαθμίδα μπορεί να επιτευχθεί χωρίς πρόσθετη προσπάθεια.

3.   Στις περιπτώσεις που η αρμόδια αρχή έχει επιτρέψει τη χρήση συντελεστών εκπομπών εκφραζόμενων σε tCO2/t ή tCO2/Nm3 για τα καύσιμα, ο συντελεστής μετατροπής μονάδας μπορεί να παρακολουθείται με τη χρήση συντηρητικής εκτίμησης αντί βαθμίδων, εκτός εάν η οριζόμενη βαθμίδα μπορεί να επιτευχθεί χωρίς πρόσθετη προσπάθεια.

Άρθρο 75θ

Εφαρμοστέες βαθμίδες για τον συντελεστή εύρους

1.   Κατά τον ορισμό των σχετικών βαθμίδων για τις ροές καυσίμου, για τον ορισμό του συντελεστή εύρους, κάθε ρυθμιζόμενη οντότητα εφαρμόζει την ανώτατη βαθμίδα όπως ορίζεται στο παράρτημα IΙα.

Ωστόσο, η ρυθμιζόμενη οντότητα μπορεί να εφαρμόζει βαθμίδα κατά μία βαθμίδα χαμηλότερη από την απαιτούμενη σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, εάν αποδείξει ικανοποιητικά κατά την κρίση της αρμόδιας αρχής ότι η απαιτούμενη βαθμίδα σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο δεν είναι τεχνικά εφικτή, συνεπάγεται αδικαιολόγητο κόστος ή ότι οι μέθοδοι που παρατίθενται στο άρθρο 75ιβ παράγραφος 2 στοιχεία α) έως δ) δεν είναι διαθέσιμες.

Εάν το δεύτερο εδάφιο δεν εφαρμόζεται, η ρυθμιζόμενη οντότητα μπορεί να εφαρμόζει βαθμίδα κατά δύο βαθμίδες χαμηλότερη από την απαιτούμενη σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, με κατώτατο όριο τη βαθμίδα 1, εάν αποδείξει ικανοποιητικά κατά την κρίση της αρμόδιας αρχής ότι η απαιτούμενη βαθμίδα σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο δεν είναι τεχνικά εφικτή, συνεπάγεται αδικαιολόγητο κόστος ή ότι, βάσει απλουστευμένης εκτίμησης αβεβαιότητας, οι μέθοδοι που ορίζονται σε χαμηλότερες βαθμίδες οδηγούν σε ακριβέστερο προσδιορισμό του αν το καύσιμο χρησιμοποιείται για καύση σε τομείς που καλύπτονται από το παράρτημα III της οδηγίας 2003/87/ΕΚ.

Όταν, για μια ροή καυσίμου, η ρυθμιζόμενη οντότητα χρησιμοποιεί περισσότερες από μία μεθόδους που παρατίθενται στο άρθρο 75ιβ παράγραφοι 2, 3 και 4, υποχρεούται να αποδείξει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις της παρούσας παραγράφου μόνο όσον αφορά το μερίδιο της ποσότητας καυσίμου που τίθεται σε ανάλωση, για το οποίο ζητείται η μέθοδος χαμηλότερης βαθμίδας.

2.   Για αμελητέες (de minimis) ροές καυσίμου, η ρυθμιζόμενη οντότητα δεν υποχρεούται να αποδείξει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1, εκτός εάν μια οριζόμενη βαθμίδα μπορεί να επιτευχθεί χωρίς πρόσθετη προσπάθεια.

Υποτμήμα 2

Ποσότητες καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση

Άρθρο 75ι

Προσδιορισμός των ποσοτήτων καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση

1.   Η ρυθμιζόμενη οντότητα προσδιορίζει τις τιθέμενες σε ανάλωση ποσότητες καυσίμου μιας ροής καυσίμου με έναν από τους ακόλουθους τρόπους:

α)

όταν οι ρυθμιζόμενες οντότητες και οι καλυπτόμενες ροές καυσίμου αντιστοιχούν σε οντότητες με υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων βάσει της εθνικής νομοθεσίας για τη μεταφορά των οδηγιών 2003/96/ΕΚ και (ΕΕ) 2020/262 και σε ενεργειακά προϊόντα που υπόκεινται σε αυτή, με βάση τις μεθόδους μετρήσεων που χρησιμοποιούνται για τους σκοπούς των εν λόγω πράξεων, όταν οι εν λόγω μέθοδοι βασίζονται σε εθνικό μετρολογικό έλεγχο·

β)

με βάση την άθροιση των μετρήσεων των ποσοτήτων στο σημείο όπου οι ροές καυσίμου τίθενται σε ανάλωση·

γ)

με βάση τη συνεχή μέτρηση στο σημείο όπου οι ροές καυσίμου τίθενται σε ανάλωση.

Ωστόσο, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να απαιτούν από τις ρυθμιζόμενες οντότητες να χρησιμοποιούν, κατά περίπτωση, μόνο τη μέθοδο που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο α).

2.   Στις περιπτώσεις όπου ο προσδιορισμός των ποσοτήτων καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση για ολόκληρο το ημερολογιακό έτος δεν είναι τεχνικά εφικτός ή συνεπάγεται αδικαιολόγητο κόστος, και με την επιφύλαξη της έγκρισης από την αρμόδια αρχή, η ρυθμιζόμενη οντότητα μπορεί να επιλέξει την επόμενη καταλληλότερη ημέρα για να διαχωρίσει ένα έτος παρακολούθησης από το επόμενο έτος, και να προσαρμόσει αναλόγως τα στοιχεία προς το απαιτούμενο ημερολογιακό έτος. Οι συνακόλουθες αποκλίσεις που αφορούν μία ή περισσότερες ροές καυσίμου τεκμηριώνονται στο σχέδιο παρακολούθησης, καταγράφονται επακριβώς, αποτελούν τη βάση μιας αντιπροσωπευτικής για το ημερολογιακό έτος τιμής και λαμβάνονται με συνέπεια υπόψη για το επόμενο έτος. Η Επιτροπή μπορεί να παρέχει τις σχετικές κατευθυντήριες γραμμές.

Κατά τον προσδιορισμό των ποσοτήτων καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχεία β) και γ) του παρόντος άρθρου, εφαρμόζονται τα άρθρα 28 και 29, με εξαίρεση το άρθρο 28 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο δεύτερη περίοδος και τρίτο εδάφιο. Για τον σκοπό αυτόν, κάθε αναφορά σε φορέα εκμετάλλευσης ή εγκατάσταση νοείται ως αναφορά στη ρυθμιζόμενη οντότητα.

Η ρυθμιζόμενη οντότητα μπορεί να απλουστεύσει την εκτίμηση αβεβαιότητας, χρησιμοποιώντας την παραδοχή ότι τα μέγιστα επιτρεπτά σφάλματα κατά τη λειτουργία που προβλέπονται στις προδιαγραφές του οργάνου μετρήσεων θεωρούνται ως η αβεβαιότητα για το σύνολο της περιόδου αναφοράς, όπως απαιτείται βάσει των ορισμών των βαθμίδων στο παράρτημα IΙα.

3.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 75η, όταν χρησιμοποιείται η μέθοδος που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο α) του παρόντος άρθρου, η ρυθμιζόμενη οντότητα μπορεί να προσδιορίζει τις ποσότητες καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση χωρίς να χρησιμοποιεί βαθμίδες. Οι αρμόδιες αρχές υποβάλλουν έκθεση στην Επιτροπή έως τις 30 Ιουνίου 2026 σχετικά με την πρακτική εφαρμογή και τα επίπεδα αβεβαιότητας της μεθόδου που αναφέρεται στο εν λόγω στοιχείο.

Υποτμήμα 3

Συντελεστές υπολογισμού

Άρθρο 75ια

Προσδιορισμός των συντελεστών υπολογισμού

1.   Εφαρμόζονται το άρθρο 30, το άρθρο 31 παράγραφοι 1, 2 και 3 και τα άρθρα 32, 33, 34 και 35. Για τον σκοπό αυτό:

α)

κάθε αναφορά σε φορέα εκμετάλλευσης νοείται ως αναφορά στη ρυθμιζόμενη οντότητα·

β)

κάθε αναφορά σε δεδομένα δραστηριότητας νοείται ως αναφορά στις ποσότητες καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση·

γ)

κάθε αναφορά σε καύσιμα ή υλικά νοείται ως αναφορά στα καύσιμα όπως ορίζονται στο άρθρο 3 στοιχείο λε) της οδηγίας 2003/87/ΕΚ·

δ)

κάθε αναφορά στο παράρτημα II νοείται ως αναφορά στο παράρτημα IΙα.

2.   Η αρμόδια αρχή μπορεί να απαιτήσει από τη ρυθμιζόμενη οντότητα να προσδιορίσει τον συντελεστή μετατροπής μονάδας και τον συντελεστή εκπομπών των καυσίμων, όπως ορίζονται στο άρθρο 3 στοιχείο λε) της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, χρησιμοποιώντας τις ίδιες βαθμίδες που απαιτούνται για τα τυπικά καύσιμα του εμπορίου, υπό την προϋπόθεση ότι, σε εθνικό ή περιφερειακό επίπεδο, οποιαδήποτε από τις ακόλουθες παραμέτρους παρουσιάζει διάστημα εμπιστοσύνης 95 %:

α)

κάτω του 2 % για την κατώτερη θερμογόνο δύναμη·

β)

κάτω του 2 % για τον συντελεστή εκπομπών, όταν οι ποσότητες καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση εκφράζονται ως ενεργειακό περιεχόμενο.

Πριν από την εφαρμογή της εν λόγω παρέκκλισης, η αρμόδια αρχή υποβάλλει προς έγκριση στην Επιτροπή σύνοψη της μεθόδου και των πηγών δεδομένων που χρησιμοποιήθηκαν για να διαπιστωθεί αν πληρούται μία από αυτές τις προϋποθέσεις κατά τα τελευταία 3 έτη και να διασφαλιστεί ότι οι τιμές που χρησιμοποιήθηκαν είναι σύμφωνες με τις μέσες τιμές που χρησιμοποιούν οι φορείς εκμετάλλευσης στο αντίστοιχο εθνικό ή περιφερειακό επίπεδο. Η αρμόδια αρχή μπορεί να συλλέγει ή να ζητεί τέτοια αποδεικτικά στοιχεία. Τουλάχιστον κάθε 3 έτη επανεξετάζει τις χρησιμοποιούμενες τιμές και γνωστοποιεί στην Επιτροπή τυχόν σημαντικές αλλαγές, λαμβάνοντας υπόψη τον μέσο όρο των τιμών που χρησιμοποιούν οι φορείς εκμετάλλευσης στο αντίστοιχο εθνικό ή περιφερειακό επίπεδο.

Η Επιτροπή μπορεί να επανεξετάζει τακτικά τη συνάφεια της παρούσας διάταξης και τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στην παρούσα παράγραφο υπό το πρίσμα των εξελίξεων στην αγορά καυσίμων και στις ευρωπαϊκές διαδικασίες τυποποίησης.

Άρθρο 75ιβ

Προσδιορισμός του συντελεστή εύρους

1.   Όταν οι τεθείσες σε ανάλωση ποσότητες καυσίμου μιας ροής καυσίμου χρησιμοποιούνται μόνο για καύση σε τομείς που καλύπτονται από το παράρτημα III της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, ο συντελεστής εύρους ορίζεται σε 1.

Όταν οι τεθείσες σε ανάλωση ποσότητες καυσίμου μιας ροής καυσίμου χρησιμοποιούνται μόνο για καύση σε τομείς που καλύπτονται από τα κεφάλαια II και III της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, με εξαίρεση τις εγκαταστάσεις που εξαιρούνται δυνάμει του άρθρου 27α της εν λόγω οδηγίας, ο συντελεστής εύρους ορίζεται στο μηδέν, υπό την προϋπόθεση ότι η ρυθμιζόμενη οντότητα αποδεικνύει ότι έχει αποφευχθεί η διπλή προσμέτρηση [διπλοεγγραφές] που αναφέρεται στο άρθρο 30στ παράγραφος 5 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ.

Η ρυθμιζόμενη οντότητα προσδιορίζει συντελεστή εύρους για κάθε ροή καυσίμου είτε με την εφαρμογή των μεθόδων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 είτε με προκαθορισμένη τιμή σύμφωνα με την παράγραφο 3, ανάλογα με την εφαρμοστέα βαθμίδα.

2.   Η ρυθμιζόμενη οντότητα προσδιορίζει τον συντελεστή εύρους με βάση μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες μεθόδους, σύμφωνα με τις απαιτήσεις της εφαρμοστέας βαθμίδας όπως ορίζεται στο παράρτημα IΙα του παρόντος κανονισμού:

α)

μεθόδους που βασίζονται στη φυσική διάκριση των ροών καυσίμου, συμπεριλαμβανομένων μεθόδων που βασίζονται στη διάκριση της γεωγραφικής περιοχής ή βασίζονται στη χρήση χωριστών οργάνων μετρήσεων·

β)

μεθόδους που βασίζονται στις χημικές ιδιότητες των καυσίμων, οι οποίες παρέχουν τη δυνατότητα στις ρυθμιζόμενες οντότητες να αποδείξουν ότι το σχετικό καύσιμο μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο για καύση σε συγκεκριμένους τομείς, για νομικούς, τεχνικούς ή οικονομικούς λόγους·

γ)

χρήση φορολογικής σήμανσης σύμφωνα με την οδηγία 95/60/ΕΚ του Συμβουλίου (*5)·

δ)

χρήση της επαληθευμένης ετήσιας έκθεσης για τις εκπομπές που αναφέρεται στο άρθρο 68 παράγραφος 1·

ε)

αλυσίδα ιχνηλάσιμων συμβατικών ρυθμίσεων και τιμολογίων (“αλυσίδα επιτήρησης”), που αντιπροσωπεύει ολόκληρη την αλυσίδα εφοδιασμού από τη ρυθμιζόμενη οντότητα έως τους καταναλωτές, συμπεριλαμβανομένων των τελικών καταναλωτών·

στ)

χρήση εθνικών σημάνσεων ή χρωμάτων (βαφών) για τα καύσιμα, βάσει της εθνικής νομοθεσίας·

ζ)

έμμεσες μεθόδους που καθιστούν δυνατή την ακριβή διαφοροποίηση των τελικών χρήσεων των καυσίμων κατά τη στιγμή της θέσης τους σε ανάλωση, όπως προφίλ κατανάλωσης ανά τομέα, τυπικές κλίμακες χωρητικότητας των επιπέδων κατανάλωσης καυσίμων των καταναλωτών και επίπεδα πίεσης, όπως τα αέρια καύσιμα, υπό την προϋπόθεση ότι η χρήση της εν λόγω μεθόδου έχει εγκριθεί από την αρμόδια αρχή. Η Επιτροπή μπορεί να παρέχει κατευθυντήριες γραμμές για τις εφαρμοστέες έμμεσες μεθόδους.

3.   Όταν, με την επιφύλαξη των απαιτούμενων βαθμίδων, η εφαρμογή των μεθόδων που απαριθμούνται στην παράγραφο 2 δεν είναι τεχνικά εφικτή ή συνεπάγεται αδικαιολόγητο κόστος, η ρυθμιζόμενη οντότητα μπορεί να χρησιμοποιήσει την προκαθορισμένη τιμή 1.

4.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 3, η ρυθμιζόμενη οντότητα μπορεί να εφαρμόσει προκαθορισμένη τιμή χαμηλότερη του 1, υπό την προϋπόθεση ότι:

α)

για τους σκοπούς της υποβολής εκθέσεων για τις εκπομπές κατά τα έτη αναφοράς 2024 έως 2026, η ρυθμιζόμενη οντότητα αποδεικνύει ικανοποιητικά κατά την κρίση της αρμόδιας αρχής ότι η χρήση προκαθορισμένων τιμών χαμηλότερων του 1 οδηγεί σε ακριβέστερο προσδιορισμό των εκπομπών, ή

β)

για τους σκοπούς της υποβολής εκθέσεων για τις εκπομπές κατά τα έτη αναφοράς από την 1η Ιανουαρίου 2027, η ρυθμιζόμενη οντότητα αποδεικνύει ικανοποιητικά κατά την κρίση της αρμόδιας αρχής ότι η χρήση προκαθορισμένων τιμών χαμηλότερων του 1 οδηγεί σε ακριβέστερο προσδιορισμό των εκπομπών και ότι πληρούται τουλάχιστον μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

i)

η ροή καυσίμου είναι αμελητέα (de minimis) ροή καυσίμου·

ii)

η προκαθορισμένη τιμή για τη ροή καυσίμου δεν είναι χαμηλότερη από 0,95 για χρήση καυσίμων σε τομείς που καλύπτονται από το παράρτημα III της οδηγίας 2003/87/ΕΚ ούτε υψηλότερη από 0,05 για χρήσεις καυσίμων σε τομείς που δεν καλύπτονται από το εν λόγω παράρτημα.

5.   Όταν, για μια ροή καυσίμου, η ρυθμιζόμενη οντότητα χρησιμοποιεί περισσότερες από μία μεθόδους που παρατίθενται στις παραγράφους 2, 3 και 4, ορίζει τον συντελεστή εύρους ως τον σταθμισμένο μέσο όρο των διαφόρων συντελεστών εύρους που προκύπτουν από τη χρήση κάθε μεθόδου. Για κάθε μέθοδο που χρησιμοποιείται, η ρυθμιζόμενη οντότητα υποβάλλει πληροφορίες σχετικά με το είδος της μεθόδου, τον σχετικό συντελεστή εύρους, την ποσότητα καυσίμου που τίθεται σε ανάλωση και τον κωδικό από τον κοινό μορφότυπο υποβολής εκθέσεων για τα εθνικά συστήματα απογραφής αερίων θερμοκηπίου, όπως έχει εγκριθεί από τα αντίστοιχα όργανα της σύμβασης-Πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή [κώδικας κοινού μορφότυπου υποβολής εκθέσεων (CRF)], στον διαθέσιμο βαθμό λεπτομέρειας.

6.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και το άρθρο 75θ, ένα κράτος μέλος μπορεί να απαιτεί από τις ρυθμιζόμενες οντότητες να χρησιμοποιούν συγκεκριμένη μέθοδο που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου ή προκαθορισμένη τιμή για συγκεκριμένο τύπο καυσίμου ή σε συγκεκριμένη περιοχή εντός της επικράτειάς τους. Η χρήση προκαθορισμένων τιμών σε εθνικό επίπεδο υπόκειται στην έγκριση της Επιτροπής.

Κατά την έγκριση της προκαθορισμένης τιμής σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, η Επιτροπή εξετάζει το κατάλληλο επίπεδο εναρμόνισης των μεθοδολογιών μεταξύ των κρατών μελών, την ισορροπία μεταξύ ακρίβειας, διοικητικής αποτελεσματικότητας και επιπτώσεων της μετακύλισης του κόστους για τους καταναλωτές, καθώς και τον πιθανό κίνδυνο παράκαμψης των υποχρεώσεων που απορρέουν από το κεφάλαιο IVα της οδηγίας 2003/87/ΕΚ.

Οποιαδήποτε προκαθορισμένη τιμή για την εθνική ροή καυσίμου που χρησιμοποιείται δυνάμει της παρούσας παραγράφου δεν είναι χαμηλότερη από 0,95 για χρήση καυσίμων σε τομείς που καλύπτονται από το παράρτημα III της οδηγίας 2003/87/ΕΚ ούτε υψηλότερη από 0,05 για χρήση καυσίμων σε τομείς που δεν καλύπτονται από το εν λόγω παράρτημα.

7.   Η ρυθμιζόμενη οντότητα προσδιορίζει τις εφαρμοζόμενες μεθόδους ή τις προκαθορισμένες τιμές στο σχέδιο παρακολούθησης.

Υποτμήμα 4

Αντιμετώπιση της βιομάζας

Άρθρο 75ιγ

Θέση ροών καυσίμου βιομάζας σε ανάλωση

1.   Εφαρμόζονται το άρθρο 38 και το άρθρο 39, με εξαίρεση την παράγραφο 2 και την παράγραφο 2α. Για τον σκοπό αυτό:

α)

κάθε αναφορά σε φορέα εκμετάλλευσης νοείται ως αναφορά στη ρυθμιζόμενη οντότητα·

β)

κάθε αναφορά σε δεδομένα δραστηριότητας νοείται ως αναφορά στις ποσότητες καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση·

γ)

κάθε αναφορά σε ροές πηγής νοείται ως αναφορά σε ροές καυσίμου·

δ)

κάθε αναφορά στο παράρτημα II νοείται ως αναφορά στο παράρτημα IΙα·

ε)

κάθε αναφορά στην παράγραφο 39 παράγραφος 2 νοείται ως αναφορά στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου.

2.   Όταν εφαρμόζεται το άρθρο 38 παράγραφος 5, λαμβάνονται υπόψη οι παρεκκλίσεις για τα όρια σύμφωνα με το άρθρο 29 παράγραφος 1 τέταρτο εδάφιο της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001, υπό την προϋπόθεση ότι η ρυθμιζόμενη οντότητα μπορεί να προσκομίσει τα σχετικά αποδεικτικά στοιχεία κατά τρόπο ικανοποιητικό για την αρμόδια αρχή. Η Επιτροπή μπορεί να παρέχει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τον τρόπο περαιτέρω εφαρμογής των εν λόγω παρεκκλίσεων για τα όρια.

3.   Όταν, με την επιφύλαξη της απαιτούμενης βαθμίδας, η ρυθμιζόμενη οντότητα πρέπει να διενεργήσει αναλύσεις για τον προσδιορισμό του κλάσματος βιομάζας, το πράττει με βάση ένα σχετικό πρότυπο και τις αναλυτικές μεθόδους που περιλαμβάνονται σε αυτό, υπό την προϋπόθεση ότι η χρήση του εν λόγω προτύπου και της αναλυτικής μεθόδου έχει εγκριθεί από την αρμόδια αρχή.

Όταν, με την επιφύλαξη της απαιτούμενης βαθμίδας, η ρυθμιζόμενη οντότητα πρέπει να διενεργήσει αναλύσεις για τον προσδιορισμό του κλάσματος βιομάζας, αλλά η εφαρμογή του πρώτου εδαφίου δεν είναι τεχνικά εφικτή ή συνεπάγεται αδικαιολόγητο κόστος, η ρυθμιζόμενη οντότητα υποβάλλει προς έγκριση στην αρμόδια αρχή εναλλακτική μέθοδο εκτίμησης για τον προσδιορισμό του κλάσματος βιομάζας.

ΤΜΗΜΑ 3

Λοιπές διατάξεις

Άρθρο 75ιδ

Ρυθμιζόμενες οντότητες με χαμηλά επίπεδα εκπομπών

1.   Η αρμόδια αρχή μπορεί να θεωρήσει μια ρυθμιζόμενη οντότητα ότι είναι ρυθμιζόμενη οντότητα με χαμηλά επίπεδα εκπομπών όταν πληρούται τουλάχιστον μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

από το 2027 έως το 2030 οι μέσες επαληθευμένες ετήσιες εκπομπές κατά τα 2 έτη που προηγούνται της περιόδου αναφοράς, εξαιρουμένου του CO2 που προέρχεται από βιομάζα, ήταν χαμηλότερες από 1 000 τόνους CO2 ετησίως·

β)

από το 2031 οι μέσες ετήσιες εκπομπές της εν λόγω ρυθμιζόμενης οντότητας που αναφέρθηκαν στις επαληθευμένες εκθέσεις για τις εκπομπές κατά την αμέσως προηγούμενη της τρέχουσας περίοδο εμπορίας, εξαιρουμένου του CO2 που προέρχεται από βιομάζα, ήταν χαμηλότερες από 1 000 τόνους CO2 ετησίως·

γ)

όταν οι μέσες ετήσιες εκπομπές που αναφέρονται στο στοιχείο α) δεν είναι διαθέσιμες ή δεν είναι πλέον αντιπροσωπευτικές για τους σκοπούς του στοιχείου α), αλλά οι ετήσιες εκπομπές της εν λόγω ρυθμιζόμενης οντότητας για τα επόμενα 5 έτη, εξαιρουμένου του CO2 που προέρχεται από βιομάζα, θα είναι, βάσει μεθόδου συντηρητικής εκτίμησης, χαμηλότερες από 1 000 τόνους CO2(e) ετησίως.

Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται το άρθρο 38 παράγραφος 5.

2.   Η ρυθμιζόμενη οντότητα με χαμηλά επίπεδα εκπομπών δεν υποχρεούται να υποβάλει τα δικαιολογητικά έγγραφα που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο.

3.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 75ι, η ρυθμιζόμενη οντότητα με χαμηλά επίπεδα εκπομπών μπορεί να προσδιορίζει την ποσότητα καυσίμου που τίθεται σε ανάλωση χρησιμοποιώντας τα διαθέσιμα και τεκμηριωμένα αρχεία προμηθειών και τις εκτιμώμενες μεταβολές αποθεμάτων.

4.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 75η, η ρυθμιζόμενη οντότητα με χαμηλά επίπεδα εκπομπών μπορεί να εφαρμόζει τουλάχιστον τη βαθμίδα 1 για τον προσδιορισμό των ποσοτήτων καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση και των συντελεστών υπολογισμού για όλες τις ροές καυσίμου, εκτός εάν μπορεί να επιτευχθεί μεγαλύτερη ακρίβεια χωρίς πρόσθετη προσπάθεια για τη ρυθμιζόμενη οντότητα.

5.   Για τον προσδιορισμό των συντελεστών υπολογισμού μέσω αναλύσεων σύμφωνα με το άρθρο 32, η ρυθμιζόμενη οντότητα με χαμηλά επίπεδα εκπομπών μπορεί να χρησιμοποιεί οποιοδήποτε εργαστήριο διαθέτει τεχνική ικανότητα, καθώς και την ικανότητα να παράγει έγκυρα από τεχνικής πλευράς αποτελέσματα χρησιμοποιώντας τις σχετικές αναλυτικές διαδικασίες και παρέχει αποδείξεις για τα μέτρα διασφάλισης της ποιότητας που αναφέρονται στο άρθρο 34 παράγραφος 3.

6.   Εάν μια ρυθμιζόμενη οντότητα με χαμηλά επίπεδα εκπομπών που υπόκειται σε απλουστευμένη παρακολούθηση υπερβεί το όριο της παραγράφου 2 στη διάρκεια οποιουδήποτε ημερολογιακού έτους, η εν λόγω ρυθμιζόμενη οντότητα γνωστοποιεί αμελλητί το γεγονός στην αρμόδια αρχή.

Η ρυθμιζόμενη οντότητα υποβάλλει αμελλητί στην αρμόδια αρχή προς έγκριση τις σημαντικές τροποποιήσεις του σχεδίου παρακολούθησης κατά την έννοια του άρθρου 15 παράγραφος 3 στοιχείο β).

Ωστόσο, η αρμόδια αρχή επιτρέπει στη ρυθμιζόμενη οντότητα να συνεχίσει την απλουστευμένη παρακολούθηση, υπό τον όρο ότι η εν λόγω ρυθμιζόμενη οντότητα αποδεικνύει ικανοποιητικά κατά την κρίση της αρμόδιας αρχής ότι δεν έχει ήδη σημειωθεί υπέρβαση του ορίου της παραγράφου 2 κατά τις πέντε τελευταίες περιόδους αναφοράς και ότι δεν θα υπάρξει νέα υπέρβαση από την επόμενη περίοδο αναφοράς και εφεξής.

Άρθρο 75ιε

Διαχείριση και έλεγχος των δεδομένων

Εφαρμόζονται οι διατάξεις του κεφαλαίου V. Στο πλαίσιο αυτό, κάθε αναφορά σε φορέα εκμετάλλευσης νοείται ως αναφορά στη ρυθμιζόμενη οντότητα.

Άρθρο 75ιστ

Ετήσιες εκθέσεις για τις εκπομπές

1.   Από το 2026 η ρυθμιζόμενη οντότητα υποβάλλει στην αρμόδια αρχή έως τις 30 Απριλίου κάθε έτους έκθεση για τις εκπομπές, η οποία καλύπτει τις ετήσιες εκπομπές της περιόδου αναφοράς και επαληθεύεται σύμφωνα με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2018/2067.

Το 2025 η ρυθμιζόμενη οντότητα υποβάλλει στην αρμόδια αρχή έως τις 30 Απριλίου έκθεση για τις εκπομπές που καλύπτει τις ετήσιες εκπομπές του 2024. Οι αρμόδιες αρχές διασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες που παρέχονται στην εν λόγω έκθεση είναι σύμφωνες με τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού.

Ωστόσο, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να απαιτούν από τις ρυθμιζόμενες οντότητες να υποβάλλουν τις ετήσιες εκθέσεις για τις εκπομπές που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο πριν από τις 30 Απριλίου, υπό την προϋπόθεση ότι η έκθεση υποβάλλεται το νωρίτερο 1 μήνα μετά την προθεσμία που ορίζεται στο άρθρο 68 παράγραφος 1.

2.   Οι ετήσιες εκθέσεις για τις εκπομπές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνουν τουλάχιστον τις πληροφορίες που απαριθμούνται στο παράρτημα X.

Άρθρο 75ιζ

Υποβολή εκθέσεων σχετικά με βελτιώσεις της μεθοδολογίας παρακολούθησης

1.   Κάθε ρυθμιζόμενη οντότητα ελέγχει τακτικά αν η εφαρμοζόμενη μεθοδολογία παρακολούθησης επιδέχεται βελτίωση.

Οι ρυθμιζόμενες οντότητες υποβάλλουν προς έγκριση στην αρμόδια αρχή έκθεση, η οποία περιέχει τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 2 ή 3, κατά περίπτωση, τηρώντας τις ακόλουθες προθεσμίες:

α)

για οντότητα κατηγορίας Α, έως τις 31 Ιουλίου ανά πενταετία·

β)

για οντότητα κατηγορίας Β, έως τις 31 Ιουλίου ανά τριετία·

γ)

για κάθε ρυθμιζόμενη οντότητα που χρησιμοποιεί τον προκαθορισμένο συντελεστή εύρους, όπως αναφέρεται στο άρθρο 75ιβ παράγραφοι 3 και 4, έως τις 31 Ιουλίου 2026.

Ωστόσο, η αρμόδια αρχή μπορεί να καθορίσει εναλλακτική ημερομηνία λήξης της προθεσμίας υποβολής της έκθεσης, όχι όμως μεταγενέστερη της 30ής Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους και μπορεί να εγκρίνει, μαζί με το σχέδιο παρακολούθησης ή την έκθεση βελτίωσης, παράταση της προθεσμίας που ισχύει σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο, εάν η ρυθμιζόμενη οντότητα αποδείξει ικανοποιητικά κατά την κρίση της αρμόδιας αρχής, κατόπιν υποβολής σχεδίου παρακολούθησης σύμφωνα με το άρθρο 75β ή κατόπιν γνωστοποίησης επικαιροποιήσεων σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο, ή κατόπιν υποβολής της έκθεσης βελτίωσης σύμφωνα με το παρόν άρθρο, ότι οι λόγοι στους οποίους οφείλεται το αδικαιολόγητο κόστος ή για τους οποίους τα μέτρα βελτίωσης δεν είναι τεχνικά εφικτά θα εξακολουθήσουν να συντρέχουν για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Η παράταση λαμβάνει υπόψη τον αριθμό των ετών για τα οποία η ρυθμιζόμενη οντότητα παρέχει αποδείξεις. Το συνολικό χρονικό διάστημα μεταξύ των εκθέσεων βελτίωσης δεν υπερβαίνει τα 4 έτη για ρυθμιζόμενη οντότητα κατηγορίας Β ή τα 5 έτη για ρυθμιζόμενη οντότητα κατηγορίας Α.

2.   Εάν η ρυθμιζόμενη οντότητα δεν εφαρμόζει στις μείζονες ροές καυσίμου τουλάχιστον τις βαθμίδες που απαιτούνται σύμφωνα με το άρθρο 75η παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο και σύμφωνα με το άρθρο 75θ παράγραφος 1, η ρυθμιζόμενη οντότητα αναφέρει τους λόγους για τους οποίους η εφαρμογή των απαιτούμενων βαθμίδων δεν είναι τεχνικά εφικτή ή συνεπάγεται αδικαιολόγητο κόστος.

Ωστόσο, εφόσον διαπιστωθεί ότι τα μέτρα που χρειάζονται για την επίτευξη των εν λόγω βαθμίδων έχουν καταστεί τεχνικώς εφικτά και δεν συνεπάγονται πλέον αδικαιολόγητο κόστος, η ρυθμιζόμενη οντότητα κοινοποιεί στην αρμόδια αρχή τις κατάλληλες τροποποιήσεις του σχεδίου παρακολούθησης σύμφωνα με το άρθρο 75β και υποβάλλει προτάσεις για την εφαρμογή των σχετικών μέτρων και το χρονοδιάγραμμά της.

3.   Όταν η ρυθμιζόμενη οντότητα εφαρμόζει προκαθορισμένο συντελεστή εύρους, όπως αναφέρεται στο άρθρο 75ιβ παράγραφοι 3 και 4, η ρυθμιζόμενη οντότητα παρέχει αιτιολόγηση του λόγου για τον οποίο η εφαρμογή οποιασδήποτε άλλης μεθόδου που αναφέρεται στο άρθρο 75ιβ παράγραφος 2 για μία ή περισσότερες μείζονες ή αμελητέες (de minimis) ροές καυσίμου δεν είναι τεχνικά εφικτή ή συνεπάγεται αδικαιολόγητο κόστος.

Ωστόσο, εάν διαπιστωθεί ότι για τις εν λόγω ροές καυσίμου η εφαρμογή οποιασδήποτε άλλης μεθόδου που αναφέρεται στο άρθρο 75ιβ παράγραφος 2 έχει καταστεί τεχνικώς εφικτή και δεν συνεπάγεται πλέον αδικαιολόγητο κόστος, η ρυθμιζόμενη οντότητα γνωστοποιεί στην αρμόδια αρχή τις κατάλληλες τροποποιήσεις του σχεδίου παρακολούθησης σύμφωνα με το άρθρο 75β και υποβάλλει προτάσεις για την εφαρμογή των σχετικών μέτρων και το χρονοδιάγραμμά της.

4.   Όταν στην έκθεση επαλήθευσης που συντάσσεται σύμφωνα με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2018/2067 αναφέρονται εκκρεμείς καταστάσεις έλλειψης συμμόρφωσης ή διατυπώνονται συστάσεις για βελτιώσεις, σύμφωνα με τα άρθρα 27, 29 και 30 του εν λόγω εκτελεστικού κανονισμού, η ρυθμιζόμενη οντότητα υποβάλλει προς έγκριση στην αρμόδια αρχή έκθεση έως τις 31 Ιουλίου του έτους έκδοσης της έκθεσης επαλήθευσης από τον ελεγκτή. Στην εν λόγω έκθεση αναφέρονται ο τρόπος και ο χρόνος κατά τον οποίο η ρυθμιζόμενη οντότητα διόρθωσε ή σκοπεύει να διορθώσει την έλλειψη συμμόρφωσης που εντόπισε ο ελεγκτής και να υλοποιήσει τις συνιστώμενες βελτιώσεις.

Η αρμόδια αρχή μπορεί να καθορίσει εναλλακτική ημερομηνία λήξης της προθεσμίας υποβολής της έκθεσης που αναφέρεται στην παρούσα παράγραφο, όχι όμως μεταγενέστερη της 30ής Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους. Η έκθεση αυτή μπορεί να συνδυαστεί, κατά περίπτωση, με την έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

Εάν οι συνιστώμενες βελτιώσεις δεν οδηγούν σε βελτίωση της μεθοδολογίας παρακολούθησης, η ρυθμιζόμενη οντότητα αιτιολογεί την άποψη αυτή. Εάν οι συνιστώμενες βελτιώσεις συνεπάγονται αδικαιολόγητο κόστος, η ρυθμιζόμενη οντότητα υποβάλλει αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με τον αδικαιολόγητο χαρακτήρα του κόστους.

5.   Η παράγραφος 4 του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζεται, ότανη ρυθμιζόμενη οντότητα έχει ήδη αντιμετωπίσει όλες τις καταστάσεις έλλειψης συμμόρφωσης, έχει λάβει υπόψη της τις συστάσεις για βελτιώσεις και έχει υποβάλει σχετικές τροποποιήσεις του σχεδίου παρακολούθησης για έγκριση στην αρμόδια αρχή, σύμφωνα με το άρθρο 75β του παρόντος κανονισμού πριν από την ημερομηνία που ορίζεται δυνάμει της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 75ιη

Προσδιορισμός των εκπομπών από την αρμόδια αρχή

1.   Η αρμόδια αρχή προβαίνει σε συντηρητική εκτίμηση των εκπομπών ρυθμιζόμενης οντότητας, λαμβάνοντας υπόψη τις επιπτώσεις της μετακύλισης του κόστους στους καταναλωτές, σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

η ρυθμιζόμενη οντότητα δεν έχει υποβάλει επαληθευμένη ετήσια έκθεση για τις εκπομπές εντός της απαιτούμενης προθεσμίας σύμφωνα με το άρθρο 75ιστ·

β)

η επαληθευμένη ετήσια έκθεση για τις εκπομπές, που αναφέρεται στο άρθρο 75ιστ, δεν είναι σύμφωνη με τον παρόντα κανονισμό·

γ)

η ετήσια έκθεση ρυθμιζόμενης οντότητας για τις εκπομπές δεν έχει επαληθευτεί σύμφωνα με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2018/2067.

2.   Εάν ο ελεγκτής αναφέρει, στην έκθεση επαλήθευσης που έχει συντάξει σύμφωνα με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2018/2067, την ύπαρξη επουσιωδών ανακριβειών οι οποίες δεν έχουν διορθωθεί από τη ρυθμιζόμενη οντότητα πριν από την έκδοση της έκθεσης επαλήθευσης, η αρμόδια αρχή αξιολογεί τις εν λόγω ανακρίβειες και, κατά περίπτωση, προβαίνει σε συντηρητική εκτίμηση των εκπομπών της ρυθμιζόμενης οντότητας, λαμβάνοντας υπόψη τις επιπτώσεις της μετακύλισης του κόστους στους καταναλωτές. Η αρμόδια αρχή ενημερώνει τη ρυθμιζόμενη οντότητα αν απαιτούνται διορθώσεις στην ετήσια έκθεση για τις εκπομπές και ποιες είναι αυτές. Η ρυθμιζόμενη οντότητα θέτει τις σχετικές πληροφορίες στη διάθεση του ελεγκτή.

3.   Τα κράτη μέλη καθιερώνουν αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρχών που είναι αρμόδιες για την έγκριση των σχεδίων παρακολούθησης και των αρχών που είναι αρμόδιες για την αποδοχή των ετήσιων εκθέσεων για τις εκπομπές.

Άρθρο 75ιθ

Πρόσβαση σε πληροφορίες και στρογγυλοποίηση δεδομένων

Εφαρμόζονται το άρθρο 71 και το άρθρο 72 παράγραφοι 1 και 2. Στο πλαίσιο αυτό, κάθε αναφορά σε φορείς εκμετάλλευσης ή φορείς εκμετάλλευσης αεροσκαφών νοείται ως αναφορά σε ρυθμιζόμενες οντότητες.

Άρθρο 75κ

Εξασφάλιση συνέπειας με άλλες εκθέσεις

Για τους σκοπούς της υποβολής εκθέσεων για τις εκπομπές των δραστηριοτήτων που απαριθμούνται στο παράρτημα III της οδηγίας 2003/87/ΕΚ:

α)

οι τομείς στους οποίους τα καύσιμα, όπως ορίζονται στο άρθρο 3 στοιχείο λε) της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, τίθενται σε ανάλωση και καίγονται επισημαίνονται με τη χρήση των κωδικών CRF·

β)

τα καύσιμα, όπως ορίζονται στο άρθρο 3 στοιχείο λε) της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, επισημαίνονται με τη χρήση των κωδικών ΣΟ σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία για τη μεταφορά των οδηγιών 2003/96/ΕΚ και 2009/30/ΕΚ, κατά περίπτωση·

γ)

για να εξασφαλιστεί η συνέπεια με την υποβολή εκθέσεων για φορολογικούς σκοπούς σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία για τη μεταφορά των οδηγιών 2003/96/ΕΚ και (ΕΕ) 2020/262, η ρυθμιζόμενη οντότητα χρησιμοποιεί, κατά περίπτωση, τον αριθμό καταχώρισης και αναγνώρισης του οικονομικού φορέα σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 952/2013 (*6), τον αριθμό ειδικού φόρου κατανάλωσης σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 389/2012 (*7) ή τον εθνικό αριθμό καταχώρισης και αναγνώρισης των ειδικών φόρων κατανάλωσης που εκδίδεται από την αρμόδια αρχή σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία για τη μεταφορά της οδηγίας 2003/96/ΕΚ στο εθνικό δίκαιο, κατά την αναφορά των στοιχείων επικοινωνίας τους στο σχέδιο παρακολούθησης και στην έκθεση για τις εκπομπές.

Άρθρο 75κα

Απαιτήσεις τεχνολογίας πληροφοριών

Εφαρμόζονται οι διατάξεις του κεφαλαίου VII. Στο πλαίσιο αυτό, κάθε αναφορά σε φορέα εκμετάλλευσης και φορέα εκμετάλλευσης αεροσκαφών νοείται ως αναφορά σε ρυθμιζόμενη οντότητα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VIΙβ

ΟΡΙΖΟΝΤΙΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΤΩΝ ΕΚΠΟΜΠΩΝ ΑΠΟ ΡΥΘΜΙΖΟΜΕΝΕΣ ΟΝΤΟΤΗΤΕΣ

Άρθρο 75κβ

Αποφυγή των διπλοεγγραφών μέσω της παρακολούθησης και της υποβολής εκθέσεων

1.   Τα κράτη μέλη διευκολύνουν την αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών που παρέχουν τη δυνατότητα στις ρυθμιζόμενες οντότητες να προσδιορίζουν την τελική χρήση των καυσίμων που τίθενται σε ανάλωση.

2.   Κάθε φορέας εκμετάλλευσης υποβάλλει, μαζί με την επαληθευμένη έκθεση για τις εκπομπές του σύμφωνα με το άρθρο 68 παράγραφος 1, πληροφορίες σύμφωνα με το παράρτημα Xα. Τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν από τους φορείς εκμετάλλευσης να θέτουν στη διάθεση της οικείας ρυθμιζόμενης οντότητας τις σχετικές πληροφορίες που απαριθμούνται στο παράρτημα Xα πριν από τις 31 Μαρτίου του έτους αναφοράς.

3.   Κάθε ρυθμιζόμενη οντότητα, μαζί με την επαληθευμένη έκθεσή της για τις εκπομπές σύμφωνα με το άρθρο 75ιστ παράγραφος 1, υποβάλλει πληροφορίες σχετικά με τους καταναλωτές των καυσίμων που έθεσε σε ανάλωση, όπως απαριθμούνται στο παράρτημα Xβ.

4.   Κάθε ρυθμιζόμενη οντότητα που θέτει σε ανάλωση καύσιμα για καύση, σε τομείς που καλύπτονται από το κεφάλαιο III της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, προσδιορίζει τις εκπομπές της στην έκθεση που αναφέρεται στο άρθρο 75ιστ παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού χρησιμοποιώντας τις πληροφορίες από τις εκθέσεις του φορέα εκμετάλλευσης που υποβάλλονται σύμφωνα με το παράρτημα Xα του παρόντος κανονισμού και αφαιρώντας τις σχετικές ποσότητες καυσίμου που αναφέρονται στις εν λόγω εκθέσεις. Οι ποσότητες καυσίμου που αγοράστηκαν αλλά δεν χρησιμοποιήθηκαν κατά το ίδιο έτος μπορούν να αφαιρεθούν μόνο εάν η επαληθευμένη έκθεση του φορέα εκμετάλλευσης για τις εκπομπές για το έτος που έπεται του έτους αναφοράς επιβεβαιώνει ότι χρησιμοποιήθηκαν για τις δραστηριότητες που αναφέρονται στο παράρτημα I της οδηγίας 2003/87/ΕΚ. Διαφορετικά, η διαφορά αντικατοπτρίζεται στις επαληθευμένες εκθέσεις της ρυθμιζόμενης οντότητας για τις εκπομπές για το εν λόγω έτος.

5.   Όταν οι ποσότητες καυσίμου που χρησιμοποιούνται αφαιρούνται κατά το έτος που έπεται του έτους αναφοράς, η αφαίρεση καθορίζεται με τη μορφή μειώσεων των εκπομπών σε απόλυτες τιμές, που προκύπτουν από τον πολλαπλασιασμό της ποσότητας καυσίμου που χρησιμοποιεί ο φορέας εκμετάλλευσης επί τον αντίστοιχο συντελεστή εκπομπών στο σχέδιο παρακολούθησης της ρυθμιζόμενης οντότητας.

6.   Όταν η ρυθμιζόμενη οντότητα δεν μπορεί να αποδείξει ότι τα καύσιμα που τίθενται σε ανάλωση χρησιμοποιούνται για καύση σε τομείς που υπόκεινται στο κεφάλαιο III της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, δεν εφαρμόζονται οι παράγραφοι 4 και 5.

7.   Τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν οι διατάξεις του παρόντος άρθρου που αφορούν τους φορείς εκμετάλλευσης να εφαρμόζονται και από τους φορείς εκμετάλλευσης αεροσκαφών.

Άρθρο 75κγ

Πρόληψη της απάτης και υποχρέωση συνεργασίας

1.   Για να διασφαλιστεί η ακριβής παρακολούθηση και υποβολή εκθέσεων για τις εκπομπές που καλύπτονται από το κεφάλαιο IVα της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, τα κράτη μέλη θεσπίζουν μέτρα κατά της απάτης και καθορίζουν τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση απάτης, οι οποίες είναι ανάλογες προς τον σκοπό τους και έχουν επαρκές αποτρεπτικό αποτέλεσμα.

2.   Εκτός από τις υποχρεώσεις που θεσπίζονται δυνάμει του άρθρου 10, οι αρμόδιες αρχές που ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 18 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, συνεργάζονται και ανταλλάσσουν πληροφορίες με τις αρμόδιες αρχές που είναι επιφορτισμένες με την εποπτεία σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία για τη μεταφορά των οδηγιών 2003/96/ΕΚ και (ΕΕ) 2020/262, κατά περίπτωση, για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, μεταξύ άλλων για τον εντοπισμό παραβάσεων και την επιβολή των κυρώσεων που αναφέρονται στο σημείο 1 ή άλλων διορθωτικών μέτρων σύμφωνα με το άρθρο 16 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ.

(*4)  Οδηγία 2014/31/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τη διαθεσιμότητα στην αγορά οργάνων ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας (ΕΕ L 96 της 29.3.2014, σ. 107)."

(*5)  Οδηγία 95/60/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 1995, σχετικά με τη φορολογική σήμανση του πετρελαίου ντήζελ και του φωτιστικού πετρελαίου (ΕΕ L 291 της 6.12.1995, σ. 46)."

(*6)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Οκτωβρίου 2013, για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ L 269 της 10.10.2013, σ. 1)."

(*7)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 389/2012 του Συμβουλίου, της 2ας Μαΐου 2012, για τη διοικητική συνεργασία στον τομέα των ειδικών φόρων κατανάλωσης και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2073/2004 (ΕΕ L 121 της 8.5.2012, σ. 1)»·"

25)

Το παράρτημα I τροποποιείται ως εξής:

α)

το τμήμα 1 τροποποιείται ως εξής:

i)

στο σημείο 1) στοιχείο στ), η αναφορά στο εναρμονισμένο πρότυπο «ISO 14001:2004» αντικαθίσταται από την αναφορά στο εναρμονισμένο πρότυπο «ISO 14001:2015»·

ii)

στο σημείο 7) στοιχείο δ), η αναφορά στον «κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1193/2011» αντικαθίσταται από τη φράση

«κανονισμός (ΕΕ) 2019/1122 (*8)

(*8)  Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2019/1122 της Επιτροπής, της 12ης Μαρτίου 2019, για τη συμπλήρωση της οδηγίας 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τη λειτουργία του ενωσιακού μητρώου (ΕΕ L 177 της 2.7.2019, σ. 3).»·"

iii)

προστίθεται το ακόλουθο σημείο 10):

«10)

κατά περίπτωση, έως τις 31 Δεκεμβρίου 2026, περιγραφή της διαδικασίας που χρησιμοποιείται για την υποβολή πληροφοριών, όπως περιγράφεται στο άρθρο 75κβ παράγραφος 2.»·

β)

το τμήμα 2 τροποποιείται ως εξής:

i)

ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ΕΛΑΧΙΣΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΩΝ ΣΧΕΔΙΩΝ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΤΩΝ ΑΕΡΟΠΟΡΙΚΩΝ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ»·

ii)

στο σημείο 1) στοιχείο θ), η αναφορά στο εναρμονισμένο πρότυπο «ISO 14001:2004» αντικαθίσταται από την αναφορά στο εναρμονισμένο πρότυπο «ISO 14001:2015»·

iii)

στο σημείο 1) προστίθενται τα ακόλουθα στοιχεία:

«ιβ)

κατά περίπτωση, περιγραφή της διαδικασίας που χρησιμοποιείται για να εκτιμηθεί κατά πόσον τα βιοκαύσιμα συμμορφώνονται με το άρθρο 38 παράγραφος 5·

ιγ)

κατά περίπτωση, περιγραφή της διαδικασίας που χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό των ποσοτήτων βιοκαυσίμων και τη διασφάλιση της αποφυγής διπλοεγγραφών σύμφωνα με το άρθρο 54·

ιδ)

κατά περίπτωση, περιγραφή της διαδικασίας που χρησιμοποιείται για να εκτιμηθεί αν τα επιλέξιμα αεροπορικά καύσιμα συμμορφώνονται με το άρθρο 54α παράγραφος 2·

ιε)

κατά περίπτωση, περιγραφή της διαδικασίας που χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό των ποσοτήτων επιλέξιμων αεροπορικών καυσίμων και για τη διασφάλιση της αποφυγής διπλοεγγραφών σύμφωνα με το άρθρο 54α.»·

iv)

στο σημείο 2), τα στοιχεία στ) και ζ) απαλείφονται·

γ)

το τμήμα 3 απαλείφεται·

δ)

προστίθεται το κατωτέρω τμήμα:

«4.   ΕΛΑΧΙΣΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΩΝ ΣΧΕΔΙΩΝ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΡΥΘΜΙΖΟΜΕΝΕΣ ΟΝΤΟΤΗΤΕΣ

Το σχέδιο παρακολούθησης για τις ρυθμιζόμενες οντότητες περιέχει τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες:

1)

γενικές πληροφορίες σχετικά με τη ρυθμιζόμενη οντότητα:

α)

ταυτοποίηση της ρυθμιζόμενης οντότητας, τα στοιχεία επικοινωνίας, συμπεριλαμβανομένης της διεύθυνσης και, κατά περίπτωση, τον αριθμό καταχώρισης και αναγνώρισης του οικονομικού φορέα σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 952/2013, τον αριθμό ειδικού φόρου κατανάλωσης σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 389/2012 ή τον εθνικό αριθμό καταχώρισης και αναγνώρισης των ειδικών φόρων κατανάλωσης που έχει εκδοθεί από την αρμόδια αρχή σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία για τη μεταφορά της οδηγίας 2003/96/ΕΚ, ο οποίος χρησιμοποιείται για την υποβολή εκθέσεων για φορολογικούς σκοπούς σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία για τη μεταφορά των οδηγιών 2003/96/ΕΚ και (ΕΕ) 2020/262·

β)

περιγραφή της ρυθμιζόμενης οντότητας, η οποία περιέχει κατάλογο των ροών καυσίμου που πρέπει να παρακολουθούνται, τα μέσα με τα οποία τίθενται σε ανάλωση οι ροές καυσίμου, την/τις τελική/-ές χρήση/-εις της ροής καυσίμου που τίθεται σε ανάλωση, συμπεριλαμβανομένου του κωδικού CRF, στο διαθέσιμο επίπεδο συγκέντρωσης, και πληροί τα ακόλουθα κριτήρια:

i)

η περιγραφή επαρκεί για να αποδειχθεί ότι δεν υπάρχουν κενά στα δεδομένα και διπλοεγγραφές όσον αφορά τις εκπομπές·

ii)

απλό διάγραμμα των πληροφοριών που αναφέρονται στο στοιχείο β) πρώτο εδάφιο, στο οποίο περιγράφονται η ρυθμιζόμενη οντότητα, οι ροές καυσίμου, τα μέσα με τα οποία τίθενται σε ανάλωση τα καύσιμα, όπως ορίζονται στο άρθρο 3 στοιχείο λε) της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, τα όργανα μετρήσεων και τυχόν άλλα μέρη της ρυθμιζόμενης οντότητας που σχετίζονται με τη μεθοδολογία παρακολούθησης, συμπεριλαμβανομένων των δραστηριοτήτων ροής δεδομένων και των δραστηριοτήτων ελέγχου·

iii)

όταν οι ρυθμιζόμενες οντότητες και οι καλυπτόμενες ροές καυσίμου αντιστοιχούν σε οντότητες με υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων βάσει της εθνικής νομοθεσίας για τη μεταφορά των οδηγιών 2003/96/ΕΚ ή 2009/30/ΕΚ και σε καύσιμα που υπόκεινται σε αυτήν, απλό διάγραμμα των μεθόδων μέτρησης που χρησιμοποιούνται για τους σκοπούς των εν λόγω πράξεων·

iv)

κατά περίπτωση, περιγραφή τυχόν αποκλίσεων από την έναρξη και το τέλος του έτους παρακολούθησης σύμφωνα με το άρθρο 75ι παράγραφος 2·

γ)

περιγραφή της διαδικασίας που θα εφαρμόζεται για τη διαχείριση, αφενός της ανάθεσης αρμοδιοτήτων παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων στη ρυθμιζόμενη οντότητα και, αφετέρου, των ικανοτήτων του αρμόδιου προσωπικού·

δ)

περιγραφή της διαδικασίας που θα χρησιμοποιείται για την τακτική αξιολόγηση της καταλληλότητας του σχεδίου παρακολούθησης, η οποία καλύπτει τουλάχιστον τα ακόλουθα:

i)

έλεγχο του καταλόγου των ροών καυσίμου, ώστε να εξασφαλίζεται ότι είναι πλήρεις και ότι όλες οι συναφείς αλλαγές του είδους και της λειτουργίας της ρυθμιζόμενης οντότητας θα συμπεριλαμβάνονται στο σχέδιο παρακολούθησης·

ii)

αξιολόγηση της τήρησης των ορίων αβεβαιότητας για τις ποσότητες καυσίμων που τίθενται σε ανάλωση και τις λοιπές παραμέτρους, κατά περίπτωση, που αφορούν τις εφαρμοζόμενες βαθμίδες, για κάθε ροή καυσίμου·

iii)

αξιολόγηση πιθανών μέτρων για τη βελτίωση της εφαρμοζόμενης μεθοδολογίας παρακολούθησης, ιδίως της μεθόδου προσδιορισμού του συντελεστή εύρους·

ε)

περιγραφή των γραπτών διαδικασιών για τις δραστηριότητες ροής δεδομένων βάσει του άρθρου 58, συνοδευόμενη από διάγραμμα, όπου ενδείκνυται για διευκρινιστικούς λόγους·

στ)

περιγραφή των γραπτών διαδικασιών για τις ελεγκτικές δραστηριότητες, οι οποίες προβλέπονται στο άρθρο 59·

ζ)

κατά περίπτωση, πληροφορίες σχετικά με τις κατάλληλες συνδέσεις μεταξύ της δραστηριότητας της ρυθμιζόμενης οντότητας που παρατίθεται στο παράρτημα III της οδηγίας 2003/87/ΕΚ και της υποβολής εκθέσεων για φορολογικούς σκοπούς σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία για τη μεταφορά των οδηγιών 2003/96/ΕΚ και (ΕΕ) 2020/262·

η)

τον αριθμό της έκδοσης του σχεδίου παρακολούθησης και την ημερομηνία από την οποία εφαρμόζεται η εν λόγω έκδοση του σχεδίου παρακολούθησης·

θ)

την κατηγορία της ρυθμιζόμενης οντότητας·

2)

αναλυτική περιγραφή των βασιζόμενων σε υπολογισμούς μεθοδολογιών, η οποία συνίσταται στα ακόλουθα:

α)

για κάθε ροή καυσίμου που πρέπει να παρακολουθείται, λεπτομερή περιγραφή της βασιζόμενης σε υπολογισμούς μεθοδολογίας που εφαρμόζεται, συμπεριλαμβανομένου του καταλόγου των εισαγόμενων δεδομένων και των μαθηματικών τύπων υπολογισμού που χρησιμοποιήθηκαν, των μεθόδων για τον προσδιορισμό του συντελεστή εύρους, του καταλόγου των βαθμίδων που εφαρμόζονται για τις ποσότητες καυσίμου που τίθενται, όλων των σχετικών συντελεστών υπολογισμού, του συντελεστή εύρους και, στο επίπεδο συγκέντρωσης που είναι γνωστό, των κωδικών CRF της/των τελικής/-ών χρήσης/-εων των ροών καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση·

β)

όταν η ρυθμιζόμενη οντότητα προτίθεται να κάνει χρήση της απλούστευσης που προβλέπεται για τις αμελητέες (de minimis) ροές καυσίμου, κατάταξη των ροών καυσίμου σε μείζονες και αμελητέες ροές καυσίμου·

γ)

περιγραφή των συστημάτων μετρήσεων και αναφορά της κλίμακας μετρήσεων, της αβεβαιότητας και της θέσης των οργάνων μετρήσεων τα οποία πρόκειται να χρησιμοποιηθούν για κάθε ροή καυσίμου που θα παρακολουθείται·

δ)

κατά περίπτωση, προκαθορισμένες τιμές που θα χρησιμοποιούνται για τους συντελεστές υπολογισμού, με ένδειξη της πηγής του συντελεστή ή της συναφούς πηγής από την οποία θα αντλείται κατά περιόδους ο συντελεστής προκαθορισμένης τιμής, για κάθε ροή καυσίμου·

ε)

κατά περίπτωση, κατάλογο των αναλυτικών μεθόδων που θα χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό της τιμής των σχετικών συντελεστών υπολογισμού, για κάθε ροή καυσίμου, καθώς και περιγραφή των γραπτών διαδικασιών για τις αντίστοιχες αναλύσεις·

στ)

κατά περίπτωση, περιγραφή της διαδικασίας που επεξηγεί το σχέδιο δειγματοληψίας για τη λήψη των δειγμάτων των προς ανάλυση καυσίμων, καθώς και της διαδικασίας που χρησιμοποιείται για την αναθεώρηση της καταλληλότητας του σχεδίου δειγματοληψίας·

ζ)

κατά περίπτωση, κατάλογο των εργαστηρίων στα οποία θα ανατεθεί η διεκπεραίωση των σχετικών αναλυτικών διαδικασιών και, εάν τα εργαστήρια δεν είναι διαπιστευμένα, όπως αναφέρεται στο άρθρο 34 παράγραφος 1, περιγραφή των διαδικασιών που θα χρησιμοποιούνται για να αποδεικνύεται η συμμόρφωση με ισοδύναμες απαιτήσεις σύμφωνα με το άρθρο 34 παράγραφοι 2 και 3·

3)

κατά περίπτωση, περιγραφή της διαδικασίας που χρησιμοποιείται για να εκτιμηθεί αν οι ροές καυσίμου βιομάζας συμμορφώνονται με το άρθρο 38 παράγραφος 5 και, κατά περίπτωση, με το άρθρο 75ιγ παράγραφος 2·

4)

κατά περίπτωση, περιγραφή της διαδικασίας που χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό των ποσοτήτων βιοαερίου με βάση τα αρχεία αγορών σύμφωνα με το άρθρο 39 παράγραφος 4·

5)

κατά περίπτωση, περιγραφή της διαδικασίας που χρησιμοποιείται για την υποβολή πληροφοριών, όπως περιγράφεται στο άρθρο 75κβ παράγραφος 3, και τη λήψη πληροφοριών σύμφωνα με το άρθρο 75κβ παράγραφος 2.»·

26)

στο παράρτημα II τμήμα I, ο πίνακας 1 τροποποιείται ως εξής:

i)

η τρίτη σειρά (που αφορά τα «στερεά καύσιμα») αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Στερεά καύσιμα, εξαιρουμένων των αποβλήτων

Ποσότητα καυσίμου [t]

± 7,5 %

± 5 %

± 2,5 %

± 1,5 %»

ii)

μετά την τρίτη σειρά (που αφορά τα «στερεά καύσιμα»), παρεμβάλλεται η ακόλουθη σειρά:

«Απόβλητα

Ποσότητα καυσίμου [t]

± 7,5 %

± 5 %

± 2,5 %

± 1,5 %»

27)

προστίθεται το ακόλουθο παράρτημα IΙα:

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IΙα

Ορισμοί βαθμίδων για βασιζόμενες σε υπολογισμούς μεθοδολογίες που αφορούν ρυθμιζόμενες οντότητες

1.   ΟΡΙΣΜΟΣ ΒΑΘΜΙΔΩΝ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΟΣΟΤΗΤΕΣ ΚΑΥΣΙΜΟΥ ΠΟΥ ΤΙΘΕΝΤΑΙ ΣΕ ΑΝΑΛΩΣΗ

Τα όρια αβεβαιότητας του πίνακα 1 εφαρμόζονται στις βαθμίδες που σχετίζονται με τις απαιτήσεις των ποσοτήτων καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 1 στοιχείο α) και το άρθρο 29 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο. Τα όρια αβεβαιότητας ερμηνεύονται ως μέγιστες επιτρεπτές αβεβαιότητες για τον προσδιορισμό των ροών καυσίμου κατά τη διάρκεια μίας περιόδου αναφοράς.

Πίνακας 1

Βαθμίδες για τις ποσότητες καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση (μέγιστη επιτρεπτή αβεβαιότητα ανά βαθμίδα)

Τύπος ροής καυσίμου

Παράμετρος στην οποία εφαρμόζεται η αβεβαιότητα

Βαθμίδα 1

Βαθμίδα 2

Βαθμίδα 3

Βαθμίδα 4

Καύση καυσίμων

Τυπικά καύσιμα του εμπορίου

Ποσότητα καυσίμου [t] ή [Nm3] ή [TJ]

±7,5  %

±5  %

±2,5  %

±1,5  %

Άλλα αέρια και υγρά καύσιμα

Ποσότητα καυσίμου [t] ή [Nm3] ή [TJ]

±7,5  %

±5  %

±2,5  %

±1,5  %

Στερεά καύσιμα

Ποσότητα καυσίμου [t] ή [TJ]

±7,5  %

±5  %

±2,5  %

±1,5  %

2.   ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΒΑΘΜΙΔΩΝ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΟΝ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΗ ΕΥΡΟΥΣ

Οι ρυθμιζόμενες οντότητες παρακολουθούν τις εκπομπές CO2 από όλους τους τύπους καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση στους τομείς που απαριθμούνται στο παράρτημα III της οδηγίας 2003/87/ΕΚ ή εντάσσονται στο σύστημα της Ένωσης βάσει του άρθρου 30ι της εν λόγω οδηγίας, χρησιμοποιώντας τις βαθμίδες που ορίζονται στο παρόν τμήμα.

2.1.   Βαθμίδες για τους συντελεστές εκπομπών

Όταν προσδιορίζεται το κλάσμα βιομάζας για μεικτό καύσιμο, οι οριζόμενες βαθμίδες αναφέρονται στον προκαταρκτικό συντελεστή εκπομπών. Όσον αφορά τα ορυκτά καύσιμα, οι βαθμίδες αναφέρονται στον συντελεστή εκπομπών.

Βαθμίδα 1: Η ρυθμιζόμενη οντότητα εφαρμόζει τα ακόλουθα, διαζευκτικά:

α)

τους πρότυπους συντελεστές που παρατίθενται στο παράρτημα VI τμήμα 1·

β)

άλλες σταθερές τιμές, σύμφωνα με το άρθρο 31 παράγραφος 1 στοιχείο ε), όταν δεν υπάρχει η εφαρμοστέα τιμή στο τμήμα 1 του παραρτήματος VI.

Βαθμίδα 2α: Η ρυθμιζόμενη οντότητα εφαρμόζει ειδικούς ανά χώρα συντελεστές εκπομπών για το αντίστοιχο καύσιμο σύμφωνα με το άρθρο 31 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ).

Βαθμίδα 2β: Η ρυθμιζόμενη οντότητα συνάγει συντελεστές εκπομπών για το καύσιμο με βάση την κατώτερη θερμογόνο δύναμη για συγκεκριμένα είδη γαιανθράκων, σε συνδυασμό με την εμπειρική συσχέτιση, όπως προσδιορίζεται τουλάχιστον μία φορά ετησίως, σύμφωνα με τα άρθρα 32 έως 35 και το άρθρο 75ιγ.

Η ρυθμιζόμενη οντότητα εξασφαλίζει ότι η συσχέτιση ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της ορθής μηχανολογικής πρακτικής και ότι εφαρμόζεται μόνο σε τιμές του υποκατάστατου που εμπίπτουν στο εύρος για το οποίο αυτό καθορίστηκε.

Βαθμίδα 3: Η ρυθμιζόμενη οντότητα εφαρμόζει τα ακόλουθα, διαζευκτικά:

α)

προσδιορισμό του συντελεστή εκπομπών σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις των άρθρων 32 έως 35·

β)

εμπειρική συσχέτιση, όπως ορίζεται για τη βαθμίδα 2β, εάν η ρυθμιζόμενη οντότητα αποδεικνύει ικανοποιητικά κατά την κρίση της αρμόδιας αρχής ότι η αβεβαιότητα της εμπειρικής συσχέτισης δεν υπερβαίνει το 1/3 της τιμής αβεβαιότητας την οποία οφείλει να τηρεί η ρυθμιζόμενη οντότητα αναφορικά με τον προσδιορισμό των ποσοτήτων καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση για το σχετικό καύσιμο.

2.2.   Βαθμίδες για τον συντελεστή μετατροπής μονάδας

Βαθμίδα 1: Η ρυθμιζόμενη οντότητα εφαρμόζει τα ακόλουθα, διαζευκτικά:

α)

τους πρότυπους συντελεστές που παρατίθενται στο παράρτημα VI τμήμα 1·

β)

άλλες σταθερές τιμές, σύμφωνα με το άρθρο 31 παράγραφος 1 στοιχείο ε), όταν δεν υπάρχει η εφαρμοστέα τιμή στο τμήμα 1 του παραρτήματος VI.

Βαθμίδα 2α: Η ρυθμιζόμενη οντότητα εφαρμόζει ειδικούς ανά χώρα συντελεστές για το αντίστοιχο καύσιμο σύμφωνα με το άρθρο 31 παράγραφος 1 στοιχείο β) ή γ).

Βαθμίδα 2β: Για τα καύσιμα του εμπορίου, χρησιμοποιείται ο συντελεστής μετατροπής μονάδας, ο οποίος λαμβάνεται από τα αρχεία προμηθειών του εκάστοτε καυσίμου, υπό την προϋπόθεση ότι ο συντελεστής αυτός έχει προκύψει με βάση αποδεκτά εθνικά ή διεθνή πρότυπα.

Βαθμίδα 3: Η ρυθμιζόμενη οντότητα προσδιορίζει τον συντελεστή μετατροπής μονάδας σύμφωνα με τα άρθρα 32 έως 35.

2.3.   Βαθμίδες για το κλάσμα βιομάζας

Βαθμίδα 1: Η ρυθμιζόμενη οντότητα εφαρμόζει εφαρμοστέα τιμή που δημοσιεύεται από την αρμόδια αρχή ή από την Επιτροπή ή τιμές σύμφωνα με το άρθρο 31 παράγραφος 1.

Βαθμίδα 2: Η ρυθμιζόμενη οντότητα εφαρμόζει μέθοδο εκτίμησης εγκεκριμένη σύμφωνα με το άρθρο 75ιγ παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο.

Βαθμίδα 3α: Η ρυθμιζόμενη οντότητα εφαρμόζει αναλύσεις σύμφωνα με το άρθρο 75ιγ παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο και σύμφωνα με τα άρθρα 32 έως 35.

Σε περίπτωση που η ρυθμιζόμενη οντότητα εφαρμόσει ορυκτό κλάσμα 100 % σύμφωνα με το άρθρο 39 παράγραφος 1, δεν εφαρμόζεται βαθμίδα για το κλάσμα βιομάζας.

Βαθμίδα 3β: Στην περίπτωση καυσίμων που προέρχονται από παραγωγική διεργασία με καθορισμένες και ιχνηλάσιμες ροές εισροής, η ρυθμιζόμενη οντότητα μπορεί να βασίζει την εκτίμηση σε ισοζύγιο μάζας του άνθρακα ορυκτής προέλευσης και του άνθρακα βιομάζας που εισέρχεται στη διεργασία και εξέρχεται από αυτήν, όπως το σύστημα ισοζυγίου μάζας σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001.

2.4.   Βαθμίδες για τον συντελεστή εύρους

Βαθμίδα 1: η ρυθμιζόμενη οντότητα εφαρμόζει προκαθορισμένη τιμή σύμφωνα με το άρθρο 75ιβ παράγραφος 3 ή 4.

Βαθμίδα 2: η ρυθμιζόμενη οντότητα εφαρμόζει μεθόδους σύμφωνα με το άρθρο 75ιβ παράγραφος 2 στοιχεία ε) έως ζ).

Βαθμίδα 3: η ρυθμιζόμενη οντότητα εφαρμόζει μεθόδους σύμφωνα με το άρθρο 75ιβ παράγραφος 2 στοιχεία α) έως δ).

·

28)

το παράρτημα III τροποποιείται ως εξής:

α)

ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

« Μεθοδολογίες παρακολούθησης για τις αεροπορικές μεταφορές (άρθρο 53) »

β)

στο τμήμα 2, ο πίνακας 1 αντικαθίσταται από τον ακόλουθο:

«Πίνακας 1

Συντελεστές εκπομπών CO2 ορυκτών αεροπορικών καυσίμων (προκαταρκτικοί συντελεστές εκπομπών)

Καύσιμο

Συντελεστής εκπομπών (tCO2/t καυσίμου)

Βενζίνη αεροπλάνων (AvGas)

3,10

Βενζίνη αεριωθουμένων (Jet B)

3,10

Κηροζίνη αεριωθουμένων (Jet A1 ή Jet A)

3,16 »

29)

το παράρτημα IV τροποποιείται ως εξής:

α)

το τμήμα 10 τροποποιείται ως εξής:

i)

η παράγραφος Α αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Α.   Πεδίο εφαρμογής

Η ρυθμιζόμενη οντότητα συνυπολογίζει τουλάχιστον τις ακόλουθες δυνητικές πηγές εκπομπών CO2: πύρωση ασβεστόλιθου, δολομίτη ή μαγνησίτη των πρώτων υλών, άνθρακα πλην ανθρακικών αλάτων που περιέχεται στις πρώτες ύλες, συμβατικά ορυκτά καύσιμα καμίνου, εναλλακτικά καύσιμα καμίνου και πρώτες ύλες με ορυκτή βάση, καύσιμα βιομάζας της καμίνου (απόβλητα βιομάζας) και άλλα καύσιμα.

Όταν η άνυδρη άσβεστος και το CO2 που προέρχονται από τον ασβεστόλιθο χρησιμοποιούνται σε διεργασίες καθαρισμού, με αποτέλεσμα να επαναδεσμεύεται η ίδια περίπου ποσότητα CO2, η διάσπαση των ανθρακικών αλάτων και η διεργασία καθαρισμού δεν είναι απαραίτητο να συμπεριλαμβάνονται ξεχωριστά στο σχέδιο παρακολούθησης της εγκατάστασης.»·

ii)

η παράγραφος Β αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Β.   Ειδικοί κανόνες παρακολούθησης

Οι εκπομπές καύσης παρακολουθούνται σύμφωνα με το τμήμα 1 του παρόντος παραρτήματος. Οι εκπομπές διεργασίας από τα ανθρακικά άλατα πρώτων υλών παρακολουθούνται σύμφωνα με το παράρτημα II τμήμα 4. Λαμβάνονται πάντα υπόψη τα ανθρακικά άλατα ασβεστίου και μαγνησίου. Τα λοιπά ανθρακικά άλατα και ο ανόργανος άνθρακας της πρώτης ύλης λαμβάνονται υπόψη εφόσον είναι σημαντικά για τον υπολογισμό των εκπομπών.

Στην περίπτωση της βασιζόμενης στις εισροές μεθοδολογίας, οι τιμές περιεκτικότητας σε ανθρακικά άλατα προσαρμόζονται ανάλογα με την υγρασία του υλικού και την περιεκτικότητά του σε σύνδρομα ορυκτά (gangue). Για την παραγωγή μαγνησίας συνεκτιμώνται και άλλα μαγνησιούχα ορυκτά πλην των ανθρακικών, κατά περίπτωση.

Αποφεύγονται οι διπλοεγγραφές ή παραλείψεις εξαιτίας των υλικών που επανεισάγονται ή παροχετεύονται. Όταν εφαρμόζεται η μέθοδος Β, η σκόνη ασβεστοκαμίνου θεωρείται χωριστή ροή πηγής, κατά περίπτωση.»·

β)

στο τμήμα 11, η παράγραφος Β αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Β.   Ειδικοί κανόνες παρακολούθησης

Οι εκπομπές καύσης, συμπεριλαμβανομένου του καθαρισμού απαερίων σε πλυντρίδα, παρακολουθούνται σύμφωνα με το τμήμα 1 του παρόντος παραρτήματος. Οι εκπομπές διεργασίας από πρώτες ύλες με μη ανθρακικά άλατα, συμπεριλαμβανομένου του οπτάνθρακα, του γραφίτη και της σκόνης γαιάνθρακα, παρακολουθούνται σύμφωνα με το παράρτημα II τμήμα 4. Στα ανθρακικά άλατα που λαμβάνονται υπόψη περιλαμβάνονται τουλάχιστον τα CaCO3, MgCO3, Na2CO3, NaHCO3, BaCO3, Li2CO3, K2CO3 και SrCO3. Εφαρμόζεται μόνο η μέθοδος Α.

Κατά παρέκκλιση από το παράρτημα II τμήμα 4, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί βαθμίδων για τον συντελεστή εκπομπών από πρώτες ύλες που περιέχουν ανθρακικά άλατα.

Βαθμίδα 1: Χρησιμοποιούνται οι στοιχειομετρικές αναλογίες που παρατίθενται στο παράρτημα VI τμήμα 2. Η καθαρότητα των εκάστοτε υλικών εισροής προσδιορίζεται με τη βέλτιστη βιομηχανική πρακτική.

Βαθμίδα 2: Η ποσότητα ανθρακικών αλάτων που περιέχεται σε κάθε σχετικό υλικό εισροής προσδιορίζεται σύμφωνα με τα άρθρα 32 έως 35.

Κατά παρέκκλιση από το παράρτημα II τμήμα 4 για τον συντελεστή μετατροπής, μόνο η βαθμίδα 1 εφαρμόζεται για όλες τις εκπομπές διεργασίας από πρώτες ύλες με ανθρακικά και μη ανθρακικά άλατα.»·

30)

το παράρτημα V τροποποιείται ως εξής:

α)

ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

« Ελάχιστες απαιτούμενες βαθμίδες για τις βασιζόμενες σε υπολογισμούς μεθοδολογίες που αφορούν τις εγκαταστάσεις κατηγορίας Α που αναφέρονται στο άρθρο 19 παράγραφος 2 στοιχείο α) και οντότητες κατηγορίας Α που αναφέρονται στο άρθρο 75ε παράγραφος 2 στοιχείο α), και συντελεστές υπολογισμού για τα τυπικά καύσιμα του εμπορίου που χρησιμοποιούνται από εγκαταστάσεις των κατηγοριών Β και Γ που αναφέρονται στο άρθρο 19 παράγραφος 2 στοιχεία β) και γ) και οντότητες κατηγορίας Β που αναφέρονται στο άρθρο 75ε παράγραφος 2 στοιχείο β) »

β)

ο πίνακας 1 τροποποιείται ως εξής:

i)

η τρίτη σειρά (που αφορά τα «στερεά καύσιμα») αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Στερεά καύσιμα, εξαιρουμένων των αποβλήτων

1

2α/2β

2α/2β

δ.ε.

1

δ.ε. »

ii)

μετά την τρίτη σειρά (που αφορά τα «στερεά καύσιμα»), προστίθεται η ακόλουθη σειρά:

«Απόβλητα

1

2α/2β

2α/2β

δ.ε.

1.

δ.ε. »

31)

στο παράρτημα V, προστίθεται ο ακόλουθος πίνακας 2:

«Πίνακας 2

Ελάχιστες εφαρμοστέες βαθμίδες για τις βασιζόμενες σε υπολογισμούς μεθοδολογίες στην περίπτωση των οντοτήτων κατηγορίας Α και στην περίπτωση των συντελεστών υπολογισμού για τα τυπικά καύσιμα του εμπορίου για τις ρυθμιζόμενες οντότητες, σύμφωνα με το άρθρο 75ε παράγραφος 2 στοιχείο α)

Τύπος ροής καυσίμου

Ποσότητα καυσίμου που τίθεται σε ανάλωση

Συντελεστής μετατροπής μονάδας

Συντελεστής εκπομπών (*9)

Τυπικά καύσιμα του εμπορίου

2

2α/2β

2α/2β

Άλλα αέρια και υγρά καύσιμα

2

2α/2β

2α/2β

Στερεά καύσιμα

1

2α/2β

2α/2β

32)

στο παράρτημα VI τμήμα 1 πίνακας 1, προστίθεται η ακόλουθη σειρά μετά την 47η σειρά (που αφορά τα «Απόβλητα ελαστικών επισώτρων»):

«Αστικά απόβλητα (κλάσμα που δεν προέρχεται από βιομάζα)

91.7

δ.ε.

Κατευθυντήριες γραμμές της IPCC, 2006»

33)

το παράρτημα IX αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IX

Ελάχιστα δεδομένα και πληροφορίες προς φύλαξη σύμφωνα με το άρθρο 67 παράγραφος 1

Οι φορείς εκμετάλλευσης, οι φορείς εκμετάλλευσης αεροσκαφών και οι ρυθμιζόμενες οντότητες φυλάσσουν τουλάχιστον τα ακόλουθα στοιχεία:

1.   ΚΟΙΝΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ, ΦΟΡΕΙΣ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗΣ ΑΕΡΟΣΚΑΦΩΝ ΚΑΙ ΡΥΘΜΙΖΟΜΕΝΕΣ ΟΝΤΟΤΗΤΕΣ

1)

το σχέδιο παρακολούθησης που έχει εγκριθεί από την αρμόδια αρχή·

2)

τα έγγραφα που αιτιολογούν την επιλογή της μεθοδολογίας παρακολούθησης και τα έγγραφα που αιτιολογούν αλλαγές —προσωρινές ή μη— των μεθοδολογιών παρακολούθησης και, κατά περίπτωση, των βαθμίδων που έχουν εγκριθεί από την αρμόδια αρχή·

3)

όλες τις συναφείς επικαιροποιήσεις των σχεδίων παρακολούθησης που κοινοποιούνται στην αρμόδια αρχή σύμφωνα με το άρθρο 15 και τις απαντήσεις της τελευταίας·

4)

όλες τις γραπτές διαδικασίες που αναφέρονται στο σχέδιο παρακολούθησης, συμπεριλαμβανομένων του σχεδίου δειγματοληψίας, κατά περίπτωση, και των διαδικασιών που αφορούν τις δραστηριότητες ροής δεδομένων και τις ελεγκτικές δραστηριότητες·

5)

κατάλογο όλων των χρησιμοποιούμενων εκδόσεων του σχεδίου παρακολούθησης και όλων των σχετικών διαδικασιών·

6)

την τεκμηρίωση των αρμοδιοτήτων παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων·

7)

την εκτίμηση κινδύνου που διενεργεί ο φορέας εκμετάλλευσης, ο φορέας εκμετάλλευσης αεροσκαφών ή η ρυθμιζόμενη οντότητα, κατά περίπτωση·

8)

τις εκθέσεις βελτίωσης σύμφωνα με το άρθρο 69·

9)

τις επαληθευμένες ετήσιες εκθέσεις για τις εκπομπές·

10)

την έκθεση επαλήθευσης·

11)

κάθε άλλη πληροφορία που χαρακτηρίζεται ως απαιτούμενη για την επαλήθευση της ετήσιας έκθεσης σχετικά με τις εκπομπές.

2.   ΕΙΔΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΣΤΑΘΕΡΗΣ ΠΗΓΗΣ

1)

την άδεια εκπομπών αερίων θερμοκηπίου και τις ενδεχόμενες αναπροσαρμογές της·

2)

τις ενδεχόμενες εκτιμήσεις αβεβαιότητας, κατά περίπτωση·

3)

εάν η εγκατάσταση εφαρμόζει μεθοδολογίες βασιζόμενες σε υπολογισμούς:

α)

τα δεδομένα δραστηριότητας που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό των εκπομπών για κάθε ροή πηγής, ταξινομημένα κατά διεργασία και κατά είδος καυσίμου ή υλικού·

β)

κατάλογο όλων των προκαθορισμένων τιμών που χρησιμοποιούνται ως συντελεστές υπολογισμού, κατά περίπτωση·

γ)

το πλήρες σύνολο των αποτελεσμάτων των δειγματοληψιών και των αναλύσεων για τον προσδιορισμό των συντελεστών υπολογισμού·

δ)

τεκμηρίωση σχετικά με όλες τις ατελέσφορες διαδικασίες που διορθώνονται και τα διορθωτικά μέτρα που λαμβάνονται σύμφωνα με το άρθρο 64·

ε)

τα αποτελέσματα της διακρίβωσης/βαθμονόμησης και της συντήρησης των οργάνων μετρήσεων.

4)

εάν η εγκατάσταση εφαρμόζει μεθοδολογίες βασιζόμενες σε μετρήσεις, τα ακόλουθα πρόσθετα στοιχεία:

α)

τεκμηρίωση που αιτιολογεί την επιλογή μεθοδολογίας βασιζόμενης σε μετρήσεις·

β)

τα δεδομένα που χρησιμοποιούνται για την ανάλυση της αβεβαιότητας των εκπομπών από κάθε πηγή εκπομπών, ταξινομημένα κατά διεργασία·

γ)

τα δεδομένα που χρησιμοποιούνται για τους επιβεβαιωτικούς υπολογισμούς και τα αποτελέσματα των υπολογισμών·

δ)

λεπτομερή τεχνική περιγραφή του συστήματος συνεχούς μέτρησης, καθώς και την τεκμηρίωση της έγκρισης από την αρμόδια αρχή·

ε)

ανεπεξέργαστα και συγκεντρωτικά δεδομένα από το σύστημα συνεχούς μέτρησης, συμπεριλαμβανομένων της τεκμηρίωσης των μεταβολών με την πάροδο του χρόνου και του ημερολογίου στο οποίο καταγράφονται οι δοκιμές, οι χρόνοι εκτός λειτουργίας, οι βαθμονομήσεις/διακριβώσεις, οι επισκευές και η συντήρηση·

στ)

τεκμηρίωση κάθε αλλαγής που επέρχεται στο σύστημα συνεχούς μέτρηση·

ζ)

τα αποτελέσματα της διακρίβωσης/βαθμονόμησης και της συντήρησης των οργάνων μετρήσεων·

η)

κατά περίπτωση, το μοντέλο ισοζυγίου μάζας ή ενέργειας που χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό υποκατάστατων τιμών σύμφωνα με το άρθρο 45 παράγραφος 4 και τις υποκείμενες παραδοχές·

5)

στις περιπτώσεις εφαρμογής της εφεδρικής μεθοδολογίας που αναφέρεται στο άρθρο 22, όλα τα απαραίτητα δεδομένα για τον προσδιορισμό των εκπομπών όσον αφορά τις πηγές εκπομπών και τις ροές πηγής στις οποίες εφαρμόζεται η συγκεκριμένη μεθοδολογία, καθώς και δεδομένα υποκατάστασης των δεδομένων δραστηριότητας, συντελεστών εκπομπών και άλλων παραμέτρων που θα αναφέρονταν στο πλαίσιο μεθοδολογίας βαθμίδων·

6)

προκειμένου για παραγωγή πρωτογενούς αλουμινίου, τα ακόλουθα πρόσθετα στοιχεία:

α)

τεκμηρίωση των αποτελεσμάτων των προγραμμάτων μετρήσεων για τον προσδιορισμό των ειδικών κατά εγκατάσταση συντελεστών εκπομπών για το CF4 και το C2F6·

β)

τεκμηρίωση των αποτελεσμάτων του προσδιορισμού της απόδοσης συλλογής για τις διαφεύγουσες εκπομπές·

γ)

όλα τα δεδομένα που αφορούν την παραγωγή πρωτογενούς αλουμινίου και τη συχνότητα και διάρκεια των ανοδικών φαινομένων ή την υπέρταση·

7)

προκειμένου για δέσμευση, μεταφορά και αποθήκευση CO2 σε γεωλογικούς σχηματισμούς, τα ακόλουθα πρόσθετα στοιχεία, κατά περίπτωση:

α)

τεκμηρίωση της ποσότητας CO2 που εγχέεται στο συγκρότημα αποθήκευσης από εγκαταστάσεις αποθήκευσης CO2 σε γεωλογικούς σχηματισμούς·

β)

αντιπροσωπευτικά συγκεντρωτικά δεδομένα για την πίεση και τη θερμοκρασία σε δίκτυο μεταφοράς·

γ)

αντίγραφο της άδειας αποθήκευσης, με το εγκεκριμένο σχέδιο παρακολούθησης, σύμφωνα με το άρθρο 9 της οδηγίας 2009/31/ΕΚ·

δ)

τις εκθέσεις που υποβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 14 της οδηγίας 2009/31/ΕΚ·

ε)

τις εκθέσεις με τα αποτελέσματα των επιθεωρήσεων που πραγματοποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 15 της οδηγίας 2009/31/ΕΚ·

στ)

τεκμηρίωση για τα διορθωτικά μέτρα που λαμβάνονται σύμφωνα με το άρθρο 16 της οδηγίας 2009/31/ΕΚ.

3.   ΕΙΔΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΑΕΡΟΠΟΡΙΚΩΝ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ

1)

κατάλογο των ιδιόκτητων, μισθωμένων και εκμισθωμένων αεροσκαφών, και τα αναγκαία αποδεικτικά στοιχεία για την πληρότητα του καταλόγου αυτού· για κάθε αεροσκάφος, την ημερομηνία προσθήκης ή αφαίρεσής του από τον στόλο του φορέα εκμετάλλευσης αεροσκαφών·

2)

κατάλογο των καλυπτόμενων πτήσεων σε κάθε περίοδο αναφοράς, συμπεριλαμβανομένου, για κάθε πτήση, του κωδικού ICAO των δύο αεροδρομίων, καθώς και τα αναγκαία αποδεικτικά στοιχεία για την πληρότητα του καταλόγου αυτού·

3)

τα σχετικά δεδομένα που χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό της κατανάλωσης καυσίμου και των εκπομπών·

4)

τεκμηρίωση της μεθοδολογίας που αφορά τα κενά των δεδομένων, κατά περίπτωση, τον αριθμό των πτήσεων στις οποίες σημειώνονται κενά των δεδομένων, τα δεδομένα που χρησιμοποιούνται για τη συμπλήρωση κενών των δεδομένων, όταν αυτά σημειώνονται, και, εάν οι πτήσεις στις οποίες σημειώνονται κενά δεδομένων ξεπερνούν ποσοστό 5 % των πτήσεων που αναφέρθηκαν, τους λόγους για τους οποίους υπάρχουν τα κενά των δεδομένων, καθώς και τεκμηρίωση των διορθωτικών μέτρων που λαμβάνονται.

4.   ΕΙΔΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΡΥΘΜΙΖΟΜΕΝΕΣ ΟΝΤΟΤΗΤΕΣ

1)

τον κατάλογο των ροών καυσίμων σε κάθε περίοδο αναφοράς και τα αναγκαία αποδεικτικά στοιχεία για την πληρότητα του καταλόγου αυτού, συμπεριλαμβανομένης της κατάταξης των ροών καυσίμου·

2)

τα μέσα με τα οποία τίθενται σε ανάλωση τα καύσιμα, όπως ορίζονται στο άρθρο 3 στοιχείο λε) της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, και, εάν υπάρχουν, τα είδη ενδιάμεσων καταναλωτών, όταν αυτό δεν θα προκαλούσε δυσανάλογη διοικητική επιβάρυνση·

3)

το είδος της τελικής χρήσης, συμπεριλαμβανομένου του σχετικού κωδικού CRF των τελικών τομέων στους οποίους τίθεται το καύσιμο σε ανάλωση, όπως ορίζεται στο άρθρο 3 στοιχείο λε) της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, στο διαθέσιμο επίπεδο συγκέντρωσης·

4)

τα σχετικά δεδομένα που χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό των ποσοτήτων καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση για κάθε ροή καυσίμου·

5)

τον κατάλογο των προκαθορισμένων τιμών που χρησιμοποιούνται και των συντελεστών υπολογισμού, κατά περίπτωση·

6)

τον συντελεστή εύρους για κάθε ροή καυσίμου, συμπεριλαμβανομένου του προσδιορισμού για κάθε τομέα τελικής κατανάλωσης και όλων των σχετικών υποκείμενων δεδομένων για τον εν λόγω προσδιορισμό·

7)

τις εφαρμοστέες βαθμίδες, συμπεριλαμβανομένης της αιτιολόγησης της απόκλισης από τις απαιτούμενες βαθμίδες·

8)

το πλήρες σύνολο των αποτελεσμάτων των δειγματοληψιών και των αναλύσεων για τον προσδιορισμό των συντελεστών υπολογισμού·

9)

τεκμηρίωση σχετικά με όλες τις ατελέσφορες διαδικασίες που διορθώνονται και τα διορθωτικά μέτρα που λαμβάνονται σύμφωνα με το άρθρο 64·

10)

τα αποτελέσματα της διακρίβωσης/βαθμονόμησης και της συντήρησης των οργάνων μετρήσεων·

11)

τον κατάλογο των εγκαταστάσεων στις οποίες τίθενται σε ανάλωση καύσιμα, όπως ορίζονται στο άρθρο 3 στοιχείο λε) της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, συμπεριλαμβανομένων των ονομάτων, της διεύθυνσης και του αριθμού της άδειας και των τιθεμένων σε ανάλωση ποσοτήτων καυσίμων που παρέχονται στις εν λόγω εγκαταστάσεις για τις περιόδους αναφοράς.

34)

το παράρτημα X τροποποιείται ως εξής:

α)

το τμήμα 1 τροποποιείται ως εξής:

i)

το σημείο 1) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1)

τα στοιχεία ταυτοποίησης της εγκατάστασης, που καθορίζονται στο παράρτημα IV της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, και τον αποκλειστικό αριθμό της άδειάς της, εκτός από τις εγκαταστάσεις αποτέφρωσης αστικών αποβλήτων·»·

ii)

στο σημείο 6) προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο η):

«η)

όταν μια ροή πηγής είναι ένας τύπος αποβλήτων, οι σχετικοί κωδικοί αποβλήτων σύμφωνα με την απόφαση 2014/955/ΕΕ της Επιτροπής (*10).

(*10)  Απόφαση 2014/955/ΕΕ της Επιτροπής, της 18ης Δεκεμβρίου 2014, για την τροποποίηση της απόφασης 2000/532/ΕΚ όσον αφορά τον κατάλογο των αποβλήτων σύμφωνα με την οδηγία 2008/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 370 της 30.12.2014, σ. 44).»·"

iii)

στο σημείο 9) προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο γ):

«γ)

κατά περίπτωση, υποκατάστατη μεταβλητή για το ενεργειακό περιεχόμενο από ορυκτά καύσιμα και υλικά και από καύσιμα και υλικά βιομάζας.»·

β)

το τμήμα 2 τροποποιείται ως εξής:

i)

το σημείο 8) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«8)

τη μάζα καυσίμου (σε τόνους) ανά τύπο καυσίμου και ανά ζεύγος κρατών, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών σχετικά με όλα τα ακόλουθα:

α)

αν η αίτηση συμμορφώνεται με το άρθρο 38 παράγραφος 5·

β)

αν το καύσιμο είναι επιλέξιμο αεροπορικό καύσιμο·

γ)

για τα επιλέξιμα αεροπορικά καύσιμα, τον τύπο καυσίμου, όπως ορίζεται στο άρθρο 3γ παράγραφος 6 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ·»·

ii)

το σημείο 9) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«9)

τις συνολικές εκπομπές CO2 σε τόνους CO2 με τη χρήση του προκαταρκτικού συντελεστή εκπομπών, καθώς και του συντελεστή εκπομπών με ανάλυση ανά κράτος μέλος αναχώρησης και άφιξης, συμπεριλαμβανομένου του CO2 από βιοκαύσιμα που δεν συμμορφώνονται με το άρθρο 38 παράγραφος 5·»·

iii)

στο σημείο 12) το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

ποσότητα βιοκαυσίμων που χρησιμοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια του έτους αναφοράς (σε τόνους), ανά τύπο καυσίμου, και κατά πόσον τα βιοκαύσιμα συμμορφώνονται με το άρθρο 38 παράγραφος 5·»·

iv)

προστίθεται το ακόλουθο σημείο 12α):

«12α)

τη συνολική ποσότητα επιλέξιμων αεροπορικών καυσίμων που χρησιμοποιήθηκαν κατά το έτος αναφοράς (σε τόνους) καταγεγραμμένη ανά τύπο καυσίμου σύμφωνα με το άρθρο 3γ παράγραφος 6 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ»·

v)

το σημείο 13) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«13)

ο φορέας εκμετάλλευσης αεροσκαφών παραθέτει σε παράρτημα της ετήσιας έκθεσης για τις εκπομπές τις ετήσιες εκπομπές και το ετήσιο πλήθος πτήσεων ανά ζεύγος αεροδρομίων. Κατά περίπτωση, η ποσότητα των επιλέξιμων αεροπορικών καυσίμων (σε τόνους) αναφέρεται ανά ζεύγος αεροδρομίων. Εάν το ζητήσει ο φορέας εκμετάλλευσης, η αρμόδια αρχή θεωρεί τις πληροφορίες αυτές εμπιστευτικές.»·

γ)

το τμήμα 3 απαλείφεται·

δ)

προστίθεται το ακόλουθο τμήμα 4:

«4.   ΕΤΗΣΙΕΣ ΕΚΘΕΣΕΙΣ ΤΩΝ ΡΥΘΜΙΖΟΜΕΝΩΝ ΟΝΤΟΤΗΤΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΕΚΠΟΜΠΕΣ

Η ετήσια έκθεση της ρυθμιζόμενης οντότητας σχετικά με τις εκπομπές περιλαμβάνει τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες:

1)

τα στοιχεία ταυτοποίησης της ρυθμιζόμενης οντότητας, που καθορίζονται στο παράρτημα IV της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, και τον αποκλειστικό αριθμό της άδειάς της για την εκπομπή αερίων θερμοκηπίου·

2)

το όνομα και τη διεύθυνση του ελεγκτή της έκθεσης·

3)

το έτος αναφοράς·

4)

τον αριθμό αναφοράς και τον αριθμό έκδοσης του τελευταίου εγκεκριμένου σχεδίου παρακολούθησης και την ημερομηνία έναρξης ισχύος του, καθώς και τον αριθμό αναφοράς και τον αριθμό έκδοσης άλλων σχεδίων παρακολούθησης για το έτος αναφοράς·

5)

τις αντίστοιχες αλλαγές στις δραστηριότητες της ρυθμιζόμενης οντότητας, καθώς και τις αλλαγές και τις προσωρινές αποκλίσεις που σημειώθηκαν κατά την περίοδο αναφοράς στο σχέδιο παρακολούθησης που εγκρίθηκε από την αρμόδια αρχή· συμπεριλαμβανομένων των προσωρινών ή μόνιμων αλλαγών βαθμίδων, των λόγων που τις υπαγόρευσαν, της ημερομηνίας έναρξής τους και των ημερομηνιών έναρξης και λήξης των προσωρινών αλλαγών·

6)

τις πληροφορίες για όλες τις ροές καυσίμου, οι οποίες συνίστανται τουλάχιστον στα ακόλουθα:

α)

τις συνολικές εκπομπές εκφρασμένες σε tCO2, συμπεριλαμβανομένου του CO2 από ροές καυσίμου βιομάζας που δεν συμμορφώνονται με το άρθρο 38 παράγραφος 5·

β)

εφαρμοζόμενες βαθμίδες·

γ)

τις ποσότητες καυσίμου που τίθενται σε ανάλωση (εκφρασμένες σε τόνους, Nm3 ή TJ) και τον συντελεστή μετατροπής μονάδας, εκφραζόμενο σε κατάλληλες μονάδες, χωριστά, κατά περίπτωση·

δ)

τους συντελεστές εκπομπών, εκφραζόμενους σύμφωνα με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 75στ· το κλάσμα βιομάζας, εκφραζόμενο ως αδιάστατο κλάσμα·

ε)

όταν οι συντελεστές εκπομπών για καύσιμα αναφέρονται σε μάζα ή όγκο αντί ενέργειας, τιμές που προσδιορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 75η παράγραφος 3 για τον συντελεστή μετατροπής μονάδας της αντίστοιχης ροής καυσίμου·

στ)

τα μέσα με τα οποία το καύσιμο τίθεται σε ανάλωση·

ζ)

την/τις τελική/-ές χρήση/-εις της ροής καυσίμου που τίθεται σε ανάλωση, συμπεριλαμβανομένου του κωδικού CRF, στο επίπεδο των διαθέσιμων λεπτομερειών·

η)

τον συντελεστή εύρους, εκφραζόμενο ως αδιάστατο κλάσμα, έως τρία δεκαδικά ψηφία. Όταν, για μια ροή καυσίμου, χρησιμοποιούνται περισσότερες από μία μέθοδοι για τον προσδιορισμό του συντελεστή εύρους, οι πληροφορίες σχετικά με το είδος της μεθόδου, τον σχετικό συντελεστή εύρους, την ποσότητα καυσίμου που τίθεται σε ανάλωση και τον κωδικό CRF στον διαθέσιμο βαθμό λεπτομέρειας·

θ)

όταν ο συντελεστής εύρους είναι μηδέν σύμφωνα με το άρθρο 75ιβ παράγραφος 1:

i)

κατάλογο όλων των οντοτήτων που καλύπτονται από τα κεφάλαια ΙΙ και ΙΙΙ της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, οι οποίες προσδιορίζονται με το όνομα, τη διεύθυνσή τους και, κατά περίπτωση, τον αποκλειστικό αριθμό άδειας·

ii)

τις τιθέμενες σε ανάλωση ποσότητες καυσίμου που παρέχονται σε κάθε οντότητα που καλύπτεται από τα κεφάλαια II και III της οδηγίας 2003/87/ΕΚ για τη σχετική περίοδο αναφοράς, εκφραζόμενες σε t, Nm3 ή TJ, καθώς και τις αντίστοιχες εκπομπές.

7)

πληροφορίες ως στοιχεία προς υπόμνηση, οι οποίες συνίστανται τουλάχιστον στα ακόλουθα:

α)

υποκατάστατο της κατώτερης θερμογόνου δύναμης των ροών καυσίμου βιομάζας, κατά περίπτωση·

β)

εκπομπές, ποσότητες και ενεργειακό περιεχόμενο των βιοκαυσίμων και βιορευστών που τίθενται σε ανάλωση, εκφραζόμενα σε t και TJ, και πληροφορίες σχετικά με το αν τα εν λόγω βιοκαύσιμα και βιορευστά συμμορφώνονται με το άρθρο 38 παράγραφος 5·

8)

στις περιπτώσεις εντοπισμού κενών στα δεδομένα, τα οποία συμπληρώνονται με υποκατάστατες τιμές σύμφωνα με το άρθρο 66 παράγραφος 1:

α)

τη ροή καυσίμου την οποία αφορά κάθε κενό των δεδομένων·

β)

τους λόγους στους οποίους οφείλεται κάθε κενό των δεδομένων·

γ)

την ημερομηνία και ώρα έναρξης και λήξης κάθε κενού των δεδομένων·

δ)

τις εκπομπές που υπολογίστηκαν με βάση υποκατάστατες τιμές·

ε)

όταν η μέθοδος που χρησιμοποιείται για την εκτίμηση των υποκατάστατων τιμών δεν έχει ακόμη συμπεριληφθεί στο σχέδιο παρακολούθησης, λεπτομερή περιγραφή της εν λόγω μεθόδου εκτίμησης, συμπεριλαμβανομένων στοιχείων που αποδεικνύουν ότι δεν οδηγεί σε υποεκτίμηση των εκπομπών για την αντίστοιχη χρονική περίοδο·

9)

κάθε άλλη αλλαγή που επήλθε στη ρυθμιζόμενη οντότητα κατά την περίοδο αναφοράς και είναι συναφής ως προς τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου της εν λόγω ρυθμιζόμενης οντότητας κατά το έτος αναφοράς.»·

35)

προστίθενται τα ακόλουθα παραρτήματα:

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Xα

Εκθέσεις σχετικά με τους προμηθευτές καυσίμων και τη χρήση καυσίμων από σταθερές εγκαταστάσεις και, κατά περίπτωση, φορείς εκμετάλλευσης αεροσκαφών και ναυτιλιακές εταιρείες

Μαζί με τις πληροφορίες που περιέχονται στην ετήσια έκθεση για τις εκπομπές σύμφωνα με το παράρτημα X του παρόντος κανονισμού, ο φορέας εκμετάλλευσης υποβάλλει έκθεση με τις ακόλουθες πληροφορίες για κάθε αγοραζόμενο καύσιμο, όπως ορίζεται στο άρθρο 3 στοιχείο λε) της οδηγίας 2003/87/ΕΚ:

α)

το όνομα, τη διεύθυνση και τον αποκλειστικό αριθμό άδειας του προμηθευτή καυσίμων που είναι καταχωρισμένος ως ρυθμιζόμενη οντότητα. Στις περιπτώσεις που ο προμηθευτής καυσίμων δεν είναι ρυθμιζόμενη οντότητα, οι φορείς εκμετάλλευσης υποβάλλουν, εάν υπάρχει, κατάλογο όλων των προμηθευτών καυσίμων, από τους άμεσους προμηθευτές καυσίμων έως τη ρυθμιζόμενη οντότητα, συμπεριλαμβανομένου του ονόματος, της διεύθυνσης και του αποκλειστικού αριθμού άδειας·

β)

τους τύπους και τις ποσότητες καυσίμου που αγοράστηκαν από κάθε προμηθευτή που αναφέρεται στο στοιχείο α) κατά τη διάρκεια της σχετικής περιόδου αναφοράς·

γ)

την ποσότητα καυσίμου που χρησιμοποιήθηκε για τις δραστηριότητες που αναφέρονται στο παράρτημα I της οδηγίας 2003/87/ΕΚ από κάθε προμηθευτή καυσίμων κατά τη διάρκεια της σχετικής περιόδου αναφοράς.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Xβ

Εκθέσεις σχετικά με τα καύσιμα που τίθενται σε ανάλωση από ρυθμιζόμενες οντότητες

Μαζί με τις πληροφορίες που περιέχονται στην ετήσια έκθεση για τις εκπομπές σύμφωνα με το παράρτημα X του παρόντος κανονισμού, η ρυθμιζόμενη οντότητα υποβάλλει έκθεση με τις ακόλουθες πληροφορίες για κάθε αγοραζόμενο καύσιμο, όπως ορίζεται στο άρθρο 3 στοιχείο λε) της οδηγίας 2003/87/ΕΚ:

α)

το όνομα, τη διεύθυνση και τον αποκλειστικό αριθμό άδειας του φορέα εκμετάλλευσης και, κατά περίπτωση, του φορέα εκμετάλλευσης αεροσκαφών και της ναυτιλιακής εταιρείας, στους οποίους τίθεται προς ανάλωση το καύσιμο. Σε άλλες περιπτώσεις όπου το καύσιμο προορίζεται για τελική χρήση σε τομείς που καλύπτονται από το παράρτημα I της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, η ρυθμιζόμενη οντότητα υποβάλλει, εάν είναι διαθέσιμος, κατάλογο όλων των καταναλωτών καυσίμων, από τον άμεσο αγοραστή έως τον φορέα εκμετάλλευσης, συμπεριλαμβανομένου του ονόματος, της διεύθυνσης και του αποκλειστικού αριθμού άδειας, όταν αυτό δεν θα προκαλεί δυσανάλογη διοικητική επιβάρυνση·

β)

τα είδη και τις ποσότητες καυσίμου που πωλήθηκαν σε κάθε αγοραστή που αναφέρεται στο στοιχείο α) κατά τη διάρκεια της σχετικής περιόδου αναφοράς·

γ)

την ποσότητα καυσίμου που χρησιμοποιήθηκε για τις δραστηριότητες που αναφέρονται στο παράρτημα I της οδηγίας 2003/87/ΕΚ για κάθε αγοραστή που αναφέρεται στο στοιχείο α) κατά τη διάρκεια της σχετικής περιόδου αναφοράς.

.

Άρθρο 2

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2024.

Ωστόσο, το άρθρο 1 σημείο 24), σημείο 25) στοιχείο α) περίπτωση iii), σημείο 25) στοιχείο δ), σημείο 27), σημείο 30) στοιχείο α), σημείο 31), σημείο 33), σημείο 34) στοιχείο δ) και σημείο 35) εφαρμόζονται από την 1η Ιουλίου 2024.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 12 Οκτωβρίου 2023.

Για την Επιτροπή

Η Πρόεδρος

Ursula VON DER LEYEN


(1)   ΕΕ L 275 της 25.10.2003, σ. 32.

(2)  Οδηγία (ΕΕ) 2023/958 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαΐου 2023, για την τροποποίηση της οδηγίας 2003/87/ΕΚ όσον αφορά τη συμβολή των αεροπορικών μεταφορών στον στόχο της Ένωσης για μείωση των εκπομπών στο σύνολο της οικονομίας και για την κατάλληλη εφαρμογή ενός παγκόσμιου αγορακεντρικού μέτρου (ΕΕ L 130 της 16.5.2023, σ. 115).

(3)  Οδηγία (ΕΕ) 2023/959 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαΐου 2023, για την τροποποίηση της οδηγίας 2003/87/ΕΚ σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Ένωσης και της απόφασης (ΕΕ) 2015/1814 σχετικά με τη θέσπιση και τη λειτουργία αποθεματικού για τη σταθερότητα της αγοράς όσον αφορά το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου της Ένωσης (ΕΕ L 130 της 16.5.2023, σ. 134).

(4)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2018/2066 της Επιτροπής, της 19ης Δεκεμβρίου 2018, για την παρακολούθηση και την υποβολή εκθέσεων σχετικά με τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου κατ’ εφαρμογή της οδηγίας 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 601/2012 της Επιτροπής (ΕΕ L 334 της 31.12.2018, σ. 1).

(5)  Οδηγία (ΕΕ) 2018/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2018, για την προώθηση της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές (ΕΕ L 328 της 21.12.2018, σ. 82).

(6)  Οδηγία 2003/96/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με την αναδιάρθρωση του κοινοτικού πλαισίου φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας (ΕΕ L 283 της 31.10.2003, σ. 51).

(7)  Οδηγία (ΕΕ) 2020/262 του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 2019, για τη θέσπιση του γενικού καθεστώτος των ειδικών φόρων κατανάλωσης (ΕΕ L 58 της 27.2.2020, σ. 4).

(8)  Οδηγία 2008/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 2008, για τα απόβλητα και την κατάργηση ορισμένων οδηγιών (ΕΕ L 312 της 22.11.2008, σ. 3).

(9)  Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2019/1122 της Επιτροπής, της 12ης Μαρτίου 2019, για τη συμπλήρωση της οδηγίας 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τη λειτουργία του ενωσιακού μητρώου (ΕΕ L 177 της 2.7.2019, σ. 3).

(10)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2018/2067 της Επιτροπής, της 19ης Δεκεμβρίου 2018, σχετικά με την επαλήθευση των δεδομένων και τη διαπίστευση των ελεγκτών σύμφωνα με την οδηγία 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 334 της 31.12.2018, σ. 94).

(11)  Απόφαση 2014/955/ΕΕ της Επιτροπής, της 18ης Δεκεμβρίου 2014, για την τροποποίηση της απόφασης 2000/532/ΕΚ όσον αφορά τον κατάλογο των αποβλήτων σύμφωνα με την οδηγία 2008/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 370 της 30.12.2014, σ. 44).

(*9)  Οι βαθμίδες για τον συντελεστή εκπομπών σχετίζονται με τον προκαταρκτικό συντελεστή εκπομπών. Για μεικτά υλικά, το κλάσμα βιομάζας πρέπει να προσδιορίζεται χωριστά. Η βαθμίδα 1 είναι η ελάχιστη εφαρμοστέα βαθμίδα για το κλάσμα βιομάζας στην περίπτωση των οντοτήτων κατηγορίας Α και στην περίπτωση των τυπικών καυσίμων του εμπορίου για όλες τις ρυθμιζόμενες οντότητες, σύμφωνα με το άρθρο 75ε παράγραφος 2 στοιχείο α)»·


ELI: http://data.europa.eu/eli/reg_impl/2023/2122/oj

ISSN 1977-0669 (electronic edition)


Top