EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document L:2010:321:FULL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, L 321, 07 Δεκέμβριος 2010


Display all documents published in this Official Journal
 

ISSN 1725-2547

doi:10.3000/17252547.L_2010.321.ell

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 321

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

53ό έτος
7 Δεκεμβρίου 2010


Περιεχόμενα

 

II   Μη νομοθετικές πράξεις

Σελίδα

 

 

ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ

 

 

2010/717/ΕΕ

 

*

Απόφαση του Συμβουλίου, της 8ης Νοεμβρίου 2010, για την έγκριση, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, των τροποποιήσεων της σύμβασης περί της μελλοντικής πολυμερούς συνεργασίας στον τομέα της αλιείας του Βορειοδυτικού Ατλαντικού

1

EL

Οι πράξεις των οποίων οι τίτλοι έχουν τυπωθεί με λευκά στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


II Μη νομοθετικές πράξεις

ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ

7.12.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 321/1


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 8ης Νοεμβρίου 2010

για την έγκριση, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, των τροποποιήσεων της σύμβασης περί της μελλοντικής πολυμερούς συνεργασίας στον τομέα της αλιείας του Βορειοδυτικού Ατλαντικού

(2010/717/ΕΕ)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 43 παράγραφος 2, σε συνδυασμό με το άρθρο 218 παράγραφος 6 στοιχείο α),

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Έχοντας υπόψη την έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η σύμβαση περί της μελλοντικής πολυμερούς συνεργασίας στον τομέα της αλιείας του Βορειοδυτικού Ατλαντικού (στο εξής «η σύμβαση») υπογράφτηκε στην Οτάβα στις 24 Οκτωβρίου 1978 και άρχισε να ισχύει την 1η Ιανουαρίου 1979, ιδρύοντας έτσι την Οργάνωση Αλιείας Βορειοδυτικού Ατλαντικού (NAFO).

(2)

Η Κοινότητα προσχώρησε στη σύμβαση σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3179/78 του Συμβουλίου, της 28ης Δεκεμβρίου 1978, περί συνάψεως από την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα της συμβάσεως περί της μελλοντικής πολυμερούς συνεργασίας στον τομέα της αλιείας του Βορειοδυτικού Ατλαντικού (1).

(3)

Συνεπεία της έναρξης ισχύος της συνθήκης της Λισαβόνας την 1η Δεκεμβρίου 2009, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει αντικαταστήσει και διαδεχθεί την Ευρωπαϊκή Κοινότητα.

(4)

Το γενικό συμβούλιο της NAFO υιοθέτησε την τροποποίηση της σύμβασης στις ετήσιες συνεδριάσεις του το 2007 και το 2008. Με την τροποποίηση αναθεωρούνται πολλές πτυχές της σύμβασης, με πρωταρχικό σκοπό την εναρμόνισή της με άλλες πιο πρόσφατες περιφερειακές συμβάσεις και διεθνή νομικά κείμενα στον τομέα της αλιείας και την ενσωμάτωση σύγχρονων εννοιών διαχείρισης της αλιείας.

(5)

Η τροποποίηση συμβάλλει στην εκπλήρωση των διεθνών υποχρεώσεων της Ένωσης όσον αφορά τη βιώσιμη αλιεία, καθώς και στην προώθηση των στόχων της Συνθήκης.

(6)

Η τροποποίηση θα πρέπει να εγκριθεί,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Εγκρίνεται εξ ονόματος της Ένωσης η τροποποίηση της σύμβασης περί της μελλοντικής πολυμερούς συνεργασίας στον τομέα της αλιείας του Βορειοδυτικού Ατλαντικού (στο εξής «η σύμβαση») (2).

Το κείμενο της τροποποίησης επισυνάπτεται στην παρούσα απόφαση.

Άρθρο 2

Ο πρόεδρος του Συμβουλίου εξουσιοδοτείται με την παρούσα να ορίσει το πρόσωπο το οποίο είναι αρμόδιο να προβεί στην κοινοποίηση που προβλέπεται στο άρθρο XXI παράγραφος 3 της σύμβασης, προκειμένου να δεσμεύσει την Ένωση.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την ημέρα της έγκρισής της.

Βρυξέλλες, 8 Νοεμβρίου 2010.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. WATHELET


(1)  ΕΕ L 378 της 30.12.1978, σ. 1.

(2)  Η ημέρα έναρξης ισχύος της τροποποίησης δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου.


ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΠΟΛΥΜΕΡΟΥΣ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΑΛΙΕΙΑΣΤΟΥ ΒΟΡΕΙΟΔΥΤΙΚΟΥ ΑΤΛΑΝΤΙΚΟΥ

Τα συμβαλλόμενα μέρη της σύμβασης περί της μελλοντικής πολυμερούς συνεργασίας στον τομέα της αλιείας του Βορειοδυτικού Ατλαντικού (εφεξής η «σύμβαση») συμφώνησαν τα κάτωθι:

Άρθρο 1

Ο τίτλος της σύμβασης τροποποιείται ως εξής:

«ΣΥΜΒΑΣΗ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΑΛΙΕΙΑΣ ΤΟΥ ΒΟΡΕΙΟΔΥΤΙΚΟΥ ΑΤΛΑΝΤΙΚΟΥ»

Άρθρο 2

Το προοίμιο της σύμβασης διαγράφεται και αντικαθίσταται από το ακόλουθο νέο προοίμιο:

«Τα ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ,

ΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΣ ΥΠΟ ΣΗΜΕΙΩΣΗ ότι τα παράκτια κράτη του Βορειοδυτικού Ατλαντικού καθιέρωσαν αποκλειστικές οικονομικές ζώνες οι οποίες είναι σύμφωνες με τη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το δίκαιο της θάλασσας της 10ης Δεκεμβρίου 1982 και με το διεθνές εθιμικό δίκαιο, εντός των οποίων ασκούν τα κυριαρχικά τους δικαιώματα με σκοπό τη διερεύνηση και την εκμετάλλευση, τη διατήρηση και τη διαχείριση των έμβιων πόρων·

ΥΠΕΝΘΥΜΙΖΟΝΤΑΣ τις σχετικές διατάξεις της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το δίκαιο της θάλασσας της 10ης Δεκεμβρίου 1982, τη συμφωνία για την εφαρμογή των διατάξεων της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το δίκαιο της θάλασσας της 10ης Δεκεμβρίου 1982 σχετικά με τη διατήρηση και τη διαχείριση των αλληλεπικαλυπτόμενων και των άκρως μεταναστευτικών ιχθυαποθεμάτων της 4ης Αυγούστου 1995 και τη συμφωνία του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO) για την προαγωγή της συμμόρφωσης προς διεθνή μέτρα διατήρησης και διαχείρισης από αλιευτικά σκάφη στην ανοικτή θάλασσα της 24ης Νοεμβρίου 1993·

ΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τον Κώδικα Δεοντολογίας για μια υπεύθυνη αλιεία που εγκρίθηκε από την 28η σύνοδο της διάσκεψης του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO) στις 31 Οκτωβρίου 1995 και τις σχετικές πράξεις που εγκρίθηκαν από τον Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών·

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ τα οικονομικά και κοινωνικά οφέλη που προκύπτουν από τη βιώσιμη χρήση των αλιευτικών πόρων·

ΕΠΙΘΥΜΩΝΤΑΣ την προώθηση της μακροπρόθεσμης διατήρησης και βιώσιμης χρήσης των αλιευτικών πόρων του Βορειοδυτικού Ατλαντικού·

ΕΧΟΝΤΑΣ ΕΠΙΓΝΩΣΗ της ανάγκης διεθνούς συνεργασίας και διαβούλευσης όσον αφορά τους εν λόγω αλιευτικούς πόρους·

ΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ ότι η αποτελεσματική διατήρηση και διαχείριση των εν λόγω αλιευτικών πόρων πρέπει να βασίζεται στις βέλτιστες διαθέσιμες επιστημονικές γνωμοδοτήσεις και στην προληπτική προσέγγιση·

ΑΝΑΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΣ ΤΗ ΔΕΣΜΕΥΣΗ να εφαρμόζουν μια προσέγγιση με γνώμονα το οικοσύστημα κατά τη διαχείριση της αλιείας στον Βορειοδυτικό Ατλαντικό η οποία περιλαμβάνει τη διαφύλαξη του θαλάσσιου περιβάλλοντος, τη διατήρηση της θαλάσσιας βιοποικιλότητας, την ελαχιστοποίηση του κινδύνου μακροπρόθεσμων ή μη αναστρέψιμων δυσμενών επιπτώσεων των αλιευτικών δραστηριοτήτων και τον συνυπολογισμό των σχέσεων μεταξύ όλων των συνιστωσών του οικοσυστήματος·

ΑΝΑΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΣ ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΤΗ ΔΕΣΜΕΥΣΗ άσκησης υπεύθυνων αλιευτικών δραστηριοτήτων και πρόληψης, αποτροπής και εξάλειψης της παράνομης, λαθραίας και άναρχης (ΠΛΑ) αλιείας·

ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:»

Άρθρο 3

Τα άρθρα I – XXI διαγράφονται και αντικαθίστανται από τα ακόλουθα νέα άρθρα:

«Άρθρο I

Χρήση όρων

Για τους σκοπούς της παρούσας σύμβασης νοούνται ως:

α)   “σύμβαση του 1982”: η σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το δίκαιο της θάλασσας της 10ης Δεκεμβρίου 1982·

β)   “συμφωνία του 1995”: η συμφωνία για την εφαρμογή των διατάξεων της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το δίκαιο της θάλασσας, της 10ης Δεκεμβρίου 1982, σχετικά με τη διατήρηση και διαχείριση των αλληλεπικαλυπτόμενων και των άκρως μεταναστευτικών ιχθυαποθεμάτων της 4ης Αυγούστου 1995·

γ)   “παράκτιο κράτος”: ένα συμβαλλόμενο μέρος που έχει αποκλειστική οικονομική ζώνη εντός της ζώνης που διέπεται από τη σύμβαση·

δ)   “συμβαλλόμενο μέρος”:

i)

οποιοδήποτε κράτος ή οργανισμός περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης που δέχεται να δεσμευθεί από την παρούσα σύμβαση και για τον οποίο ισχύει η σύμβαση· και

ii)

η παρούσα σύμβαση εφαρμόζεται κατ’ αναλογία σε κάθε οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 305 παράγραφος 1 στοιχεία γ), δ) και ε) της σύμβασης του 1982, η οποία βρίσκεται στον Βόρειο Ατλαντικό και καθίσταται μέρος της παρούσας σύμβασης, και στον βαθμό αυτό η έννοια “συμβαλλόμενο μέρος” αναφέρεται και στις εν λόγω οντότητες·

ε)   “ζώνη που διέπεται από τη σύμβαση”: η περιοχή στην οποία εφαρμόζεται η παρούσα σύμβαση, όπως περιγράφεται στο άρθρο IV παράγραφος 1·

στ)   “αλιευτικοί πόροι”: όλοι οι ιχθύες, τα μαλάκια και τα καρκινοειδή εντός της ζώνης που διέπεται από τη σύμβαση, εξαιρουμένων:

i)

των καθιστικών ειδών επί των οποίων τα παράκτια κράτη μπορούν να ασκούν κυριαρχικά δικαιώματα σύμφωνα με το άρθρο 77 της σύμβασης του 1982· και

ii)

των ανάδρομων και κατάδρομων αποθεμάτων και των άκρως μεταναστευτικών ειδών που παρατίθενται στο παράρτημα I της σύμβασης του 1982, στον βαθμό που η διαχείρισή τους πραγματοποιείται βάσει άλλων διεθνών συνθηκών·

ζ)   “αλιευτικές δραστηριότητες”: η συλλογή ή η επεξεργασία αλιευτικών πόρων, ή η μεταφόρτωση αλιευτικών πόρων ή προϊόντων που προέρχονται από αλιευτικούς πόρους, ή κάθε άλλη δραστηριότητα προπαρασκευής και υποστήριξης ή σχετική με τη συλλογή αλιευτικών πόρων, όπου συμπεριλαμβάνονται:

i)

η πραγματική διερεύνηση, αλίευση ή λήψη αλιευτικών πόρων ή κάθε σχετική επιχειρούμενη προσπάθεια·

ii)

κάθε δραστηριότητα που εύλογα αναμένεται να οδηγήσει στον εντοπισμό, την αλίευση, τη λήψη ή τη συλλογή αλιευτικών πόρων για οποιονδήποτε σκοπό· και

iii)

κάθε εργασία, στη θάλασσα, προπαρασκευής ή υποστήριξης οποιασδήποτε δραστηριότητας περιγραφόμενης στον παρόντα ορισμό·

ωστόσο δεν περιλαμβάνονται οι ενέργειες που αφορούν καταστάσεις έκτακτης ανάγκης στις οποίες διακυβεύονται η υγεία και η ασφάλεια των μελών του πληρώματος ή η ασφάλεια του σκάφους·

η)   “αλιευτικό σκάφος”: κάθε σκάφος που επιδίδεται ή πρόκειται να επιδοθεί σε αλιευτικές δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένων των σκαφών μεταποίησης ιχθύων και των σκαφών που επιδίδονται σε δραστηριότητες μεταφόρτωσης ή σε οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα προπαρασκευής ή σχετιζόμενη με αλιευτικές δραστηριότητες, ή σε πειραματικές ή ερευνητικές αλιευτικές δραστηριότητες·

θ)   “κράτος σημαίας” νοείται:

i)

ένα κράτος ή οντότητα του (της) οποίου(-ας) τα σκάφη έχουν δικαίωμα να φέρουν τη σημαία του (της)· ή

ii)

ένας οργανισμός περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης εντός του οποίου τα σκάφη έχουν δικαίωμα να φέρουν τη σημαία ενός κράτους μέλους του εν λόγω οργανισμού περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης·

ι)   “παράνομη, λαθραία και άναρχη (ΠΛΑ) αλιεία”: αφορά τις δραστηριότητες που περιγράφονται στο διεθνές σχέδιο δράσης για την πρόληψη, την αποτροπή και την εξάλειψη της παράνομης, λαθραίας και άναρχης αλιείας που εγκρίθηκε από τον Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών στις 2 Μαρτίου 2001·

ια)   “έμβιοι πόροι”: όλες οι έμβιες συνιστώσες των θαλάσσιων οικοσυστημάτων·

ιβ)   “θαλάσσια βιολογική ποικιλομορφία”: η μεταβλητότητα που υπάρχει μεταξύ των θαλάσσιων έμβιων οργανισμών και των οικολογικών συμπλεγμάτων των οποίων αποτελούν μέρος· περιλαμβάνει την ποικιλότητα εντός των ειδών, μεταξύ των ειδών, καθώς και την ποικιλότητα των οικοσυστημάτων·

ιγ)   “υπήκοοι”: τα φυσικά καθώς και τα νομικά πρόσωπα·

ιδ)   “κράτος λιμένα”: κάθε κράτος στους λιμένες του οποίου, στους τερματικούς σταθμούς ανοικτής θαλάσσης ή σε άλλες εγκαταστάσεις του οποίου καταπλέουν αλιευτικά σκάφη, μεταξύ άλλων για εκφόρτωση, μεταφόρτωση, ανεφοδιασμό καυσίμων ή ανεφοδιασμό προμηθειών·

ιε)   “οργανισμός περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης”: ο οργανισμός περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης στον οποίο τα οικεία κράτη μέλη έχουν εκχωρήσει αρμοδιότητες επί θεμάτων που καλύπτονται από την παρούσα σύμβαση, συμπεριλαμβανομένης της αρμοδιότητας λήψης αποφάσεων δεσμευτικών για τα οικεία κράτη μέλη σχετικά με τα εν λόγω θέματα· και

ιστ)   “ζώνη διακανονισμού”: το τμήμα εκείνο της ζώνης που διέπεται από τη σύμβαση, εκτός των ζωνών που εμπίπτουν στην εθνική δικαιοδοσία.

Άρθρο II

Στόχος

Στόχος της παρούσας σύμβασης είναι να διασφαλισθούν η μακροπρόθεσμη διατήρηση και η βιώσιμη χρήση των αλιευτικών πόρων στη ζώνη που διέπεται από τη σύμβαση και, με αυτό τον τρόπο, να διαφυλαχθούν τα θαλάσσια οικοσυστήματα εντός των οποίων βρίσκονται οι εν λόγω πόροι.

Άρθρο III

Γενικές αρχές

Για την υλοποίηση του στόχου της παρούσας σύμβασης, τα συμβαλλόμενα μέρη μεμονωμένα ή συλλογικά, κατά περίπτωση:

α)

προωθούν τη βέλτιστη χρήση και τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των αλιευτικών πόρων·

β)

εγκρίνουν μέτρα με βάση τις βέλτιστες διαθέσιμες επιστημονικές γνωμοδοτήσεις προκειμένου να διασφαλίσουν ότι οι αλιευτικοί πόροι διατηρούνται ή αποκαθίστανται σε επίπεδα ικανά να αποφέρουν τη μέγιστη βιώσιμη απόδοση·

γ)

εφαρμόζουν την προληπτική προσέγγιση σύμφωνα με το άρθρο 6 της συμφωνίας του 1995·

δ)

λαμβάνουν δεόντως υπόψη τις επιπτώσεις των αλιευτικών δραστηριοτήτων επί των άλλων ειδών και θαλάσσιων οικοσυστημάτων και, ως εκ τούτου, εγκρίνουν μέτρα ελαχιστοποίησης των επιβλαβών επιπτώσεων επί των έμβιων πόρων και των θαλάσσιων οικοσυστημάτων·

ε)

λαμβάνουν δεόντως υπόψη την ανάγκη διαφύλαξης της θαλάσσιας βιολογικής ποικιλομορφίας·

στ)

προλαμβάνουν ή εξαλείφουν την υπεραλίευση και την υπερβολική αλιευτική ικανότητα, και διασφαλίζουν ότι τα επίπεδα της αλιευτικής προσπάθειας δεν υπερβαίνουν τα επίπεδα που συνάδουν με τη βιώσιμη χρήση των αλιευτικών πόρων·

ζ)

διασφαλίζουν την έγκαιρη συγκέντρωση και ανταλλαγή πλήρων και ακριβών δεδομένων σχετικά με τις αλιευτικές δραστηριότητες εντός της ζώνης που διέπεται από τη σύμβαση·

η)

διασφαλίζουν την αποτελεσματική συμμόρφωση με τα μέτρα διαχείρισης και την επιβολή κατάλληλων ως προς τον βαθμό αυστηρότητας κυρώσεων για τυχόν παραβάσεις· και

θ)

λαμβάνουν δεόντως υπόψη την ανάγκη ελαχιστοποίησης της ρύπανσης και των αποβλήτων που προέρχονται από αλιευτικά σκάφη, καθώς και ελαχιστοποίησης των απορρίψεων, των αλιευμάτων με απολεσθέντα ή εγκαταλειμμένα αλιευτικά εργαλεία, των αλιευμάτων ειδών που δεν υπόκεινται σε κατευθυνόμενη αλιεία και των επιπτώσεων επί των συνδεομένων ή εξαρτώμενων ειδών, ιδίως των απειλούμενων.

Άρθρο IV

Πεδίο εφαρμογής

1.   Η παρούσα σύμβαση εφαρμόζεται στα ύδατα του Βορειοδυτικού Ατλαντικού βορείως των 35° 00′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους και δυτικά γραμμής που εκτείνεται κατευθείαν βόρεια από 35° 00′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους και 42° 00′ δυτικού γεωγραφικού μήκους έως 59° 00′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους, και κατόπιν κατευθείαν δυτικά έως 44° 00′ δυτικού γεωγραφικού μήκους, και στη συνέχεια κατευθείαν βόρεια έως τις ακτές της Γροιλανδίας, και τα ύδατα του κόλπου του Αγίου Λαυρεντίου, του Davis Strait και του Baffin Bay νοτίως των 78° 10′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους.

2.   Η ζώνη που διέπεται από τη σύμβαση διαιρείται σε επιστημονικές και στατιστικές υποζώνες, διαιρέσεις και υποδιαιρέσεις, τα όρια των οποίων είναι τα οριζόμενα στο παράρτημα I της παρούσας σύμβασης.

Άρθρο V

Η Οργάνωση

1.   Τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνούν να συστήσουν, να διατηρήσουν και να ενδυναμώσουν την Οργάνωση Αλιείας Βορειοδυτικού Ατλαντικού, εφεξής “η Οργάνωση”, η οποία θα ασκεί τα καθήκοντα που ορίζονται στην παρούσα σύμβαση με σκοπό την επίτευξη του στόχου της παρούσας σύμβασης.

2.   Η Οργάνωση απαρτίζεται από:

α)

επιτροπή·

β)

επιστημονικό συμβούλιο· και

γ)

γραμματεία.

3.   Η Οργάνωση διαθέτει νομική προσωπικότητα και έχει, τόσο στις σχέσεις της με άλλους διεθνείς οργανισμούς όσο και στην επικράτεια των συμβαλλόμενων μερών, την ικανότητα δικαιοπραξίας που είναι αναγκαία για την άσκηση των καθηκόντων της και την επίτευξη του στόχου της. Τα προνόμια και οι ασυλίες τα οποία απολαμβάνουν η Οργάνωση και οι υπάλληλοί της στο έδαφος συμβαλλόμενου μέρους διέπονται από συμφωνία μεταξύ της Οργάνωσης και του συμβαλλόμενου μέρους, όπου συμπεριλαμβάνεται ιδίως συμφωνία περί της έδρας μεταξύ της Οργάνωσης και του συμβαλλόμενου μέρους υποδοχής.

4.   Ο προεδρεύων της επιτροπής εκτελεί καθήκοντα προέδρου και κύριου εκπροσώπου της Οργάνωσης.

5.   Ο πρόεδρος συγκαλεί την ετήσια συνεδρίαση της Οργάνωσης σε χρόνο και τόπο τον οποίο καθορίζει η επιτροπή.

6.   Η έδρα της Οργάνωσης βρίσκεται στον περιφερειακό δήμο του Halifax στη Νέα Σκωτία του Καναδά ή σε άλλο μέρος για το οποίο αποφασίζει η επιτροπή.

Άρθρο VI

Η επιτροπή

1.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος είναι μέλος της επιτροπής και διορίζει έναν αντιπρόσωπο στην επιτροπή, ο οποίος μπορεί να συνεπικουρείται από αναπληρωτές, εμπειρογνώμονες και συμβούλους.

2.   Η επιτροπή εκλέγει πρόεδρο και αντιπρόεδρο με διετή θητεία. Η επανεκλογή τους επιτρέπεται, ωστόσο η συνολική θητεία τους δεν διαρκεί περισσότερο από τέσσερα συνεχή έτη στα αξιώματα αυτά. Ο πρόεδρος και ο αντιπρόεδρος δεν μπορούν να είναι εκπρόσωποι του ίδιου συμβαλλόμενου μέρους.

3.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος επιτρέπεται να ζητήσει τη σύγκλιση ειδικής συνεδρίασης της επιτροπής. Ο πρόεδρος της επιτροπής συγκαλεί κατόπιν τούτου την εν λόγω συνεδρίαση σε χρόνο και τόπο που ορίζει ο ίδιος.

4.   Εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά, τα μέτρα που εγκρίνονται από την επιτροπή εφαρμόζονται στη ζώνη διακανονισμού.

5.   Η επιτροπή:

α)

εγκρίνει και μπορεί να τροποποιεί τους κανόνες διεξαγωγής των συνεδριάσεών της και εκτέλεσης των καθηκόντων της, συμπεριλαμβανομένου του εσωτερικού της κανονισμού, των δημοσιονομικών της κανονισμών και άλλων κανονισμών·

β)

εφόσον το επιθυμεί, συγκροτεί επικουρικά όργανα για την εκτέλεση των καθηκόντων της και διευθύνει τις δραστηριότητές τους·

γ)

επιβλέπει τις οργανωτικές, διοικητικές, οικονομικές και λοιπές εσωτερικές υποθέσεις της Οργάνωσης, συμπεριλαμβανομένων των σχέσεων μεταξύ των οργάνων που την απαρτίζουν·

δ)

διορίζει εκτελεστική γραμματεία υπό όρους και προϋποθέσεις που αυτή ορίζει·

ε)

διευθύνει τις εξωτερικές σχέσεις της Οργάνωσης·

στ)

εγκρίνει τον προϋπολογισμό της Οργάνωσης·

ζ)

θεσπίζει κανόνες που προβλέπουν τη συμμετοχή εκπροσώπων των διακυβερνητικών οργανισμών, των μη συμβαλλομένων μερών και μη κυβερνητικών οργανώσεων ως παρατηρητών στις συνεδριάσεις της, εφόσον κρίνεται σκόπιμο. Οι εν λόγω κανόνες δεν είναι αδικαιολόγητα περιοριστικοί και προβλέπουν την έγκαιρη πρόσβαση στις εκθέσεις και στα πρακτικά της επιτροπής·

η)

ασκεί τυχόν άλλα καθήκοντα και διεξάγει τυχόν άλλες δραστηριότητες που είναι σύμφωνες με την παρούσα σύμβαση, εφόσον λάβει σχετική απόφαση·

θ)

καθοδηγεί το επιστημονικό συμβούλιο στον καθορισμό καθηκόντων και προτεραιοτήτων για το έργο του· και

ι)

θεσπίζει κατάλληλες διαδικασίες σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο για την αξιολόγηση των επιδόσεων των συμβαλλομένων μερών ως προς τις υποχρεώσεις τους σύμφωνα με τα άρθρα X και XI.

6.   Η επιτροπή, σε συνεργασία με το επιστημονικό συμβούλιο:

α)

αναθεωρεί τακτικά την κατάσταση των ιχθυαποθεμάτων και προσδιορίζει τις απαιτούμενες δράσεις για τη διατήρηση και διαχείρισή τους·

β)

συγκεντρώνει, αναλύει και διαδίδει τις σχετικές πληροφορίες·

γ)

αξιολογεί τις επιπτώσεις των αλιευτικών δραστηριοτήτων και των άλλων ανθρώπινων δραστηριοτήτων στους έμβιους πόρους και στα οικοσυστήματά τους·

δ)

καταρτίζει κατευθυντήριες γραμμές για τη διεξαγωγή των αλιευτικών δραστηριοτήτων για επιστημονικούς σκοπούς· και

ε)

καταρτίζει κατευθυντήριες γραμμές για τη συγκέντρωση, υποβολή, επαλήθευση, πρόσβαση και χρήση δεδομένων.

7.   Η επιτροπή μπορεί να παραπέμψει στο επιστημονικό συμβούλιο οποιοδήποτε θέμα επιστημονικής φύσεως για αποφάσεις που ενδεχομένως χρειαστεί να λάβει σχετικά με τους αλιευτικούς πόρους, τις επιπτώσεις των αλιευτικών δραστηριοτήτων στους έμβιους πόρους και τη διαφύλαξη του οικοσυστήματος στο οποίο βρίσκονται οι εν λόγω πόροι.

8.   Κατά την εφαρμογή των αρχών που ορίζονται στο άρθρο III, η επιτροπή εγκρίνει σε σχέση με τη ζώνη διακανονισμού:

α)

μέτρα διατήρησης και διαχείρισης με σκοπό την επίτευξη του στόχου της παρούσας σύμβασης·

β)

μέτρα διατήρησης και διαχείρισης με σκοπό την ελαχιστοποίηση των επιπτώσεων των αλιευτικών δραστηριοτήτων στους έμβιους πόρους και στα οικοσυστήματά τους·

γ)

το σύνολο των επιτρεπομένων αλιευμάτων ή/και τα επίπεδα της αλιευτικής προσπάθειας, και καθορίζει τη φύση και τον βαθμό συμμετοχής στην αλιεία·

δ)

μέτρα για τη διεξαγωγή της αλιείας για επιστημονικούς σκοπούς όπως αναφέρεται στην παράγραφο 6 στοιχείο δ)·

ε)

μέτρα για τη συλλογή, υποβολή, επαλήθευση, πρόσβαση και χρήση δεδομένων, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 6 στοιχείο ε), και

στ)

μέτρα για τη διασφάλιση των κατάλληλων επιδόσεων του κράτους σημαίας.

9.   Η επιτροπή εγκρίνει μέτρα για κατάλληλους μηχανισμούς συνεργασίας με σκοπό την αποτελεσματική παρακολούθηση, έλεγχο, εποπτεία και επιβολή των μέτρων διατήρησης και διαχείρισης που ενέκρινε η επιτροπή, όπου συμπεριλαμβάνονται:

α)

αμοιβαία δικαιώματα επιβίβασης και επιθεώρησης των συμβαλλομένων μερών εντός της ζώνης διακανονισμού και δικαίωμα δίωξης και επιβολής κυρώσεων κατά του κράτους της σημαίας βάσει αποδείξεων που προκύπτουν από τις εν λόγω επιβιβάσεις και επιθεωρήσεις·

β)

ελάχιστα πρότυπα επιθεώρησης των αλιευτικών σκαφών από τα συμβαλλόμενα μέρη σε λιμένες όπου εκφορτώνονται αλιευτικοί πόροι ή προϊόντα με βάση αλιευτικούς πόρους που προέρχονται από τη ζώνη διακανονισμού·

γ)

δράσεις παρακολούθησης όπως προβλέπεται στα άρθρα X, XI ή XII με βάση αποδείξεις που προκύπτουν από τις εν λόγω επιθεωρήσεις· και

δ)

με την επιφύλαξη τυχόν μέτρων που ένα συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να λάβει εν προκειμένω, μέτρα για την πρόληψη, αποτροπή και εξάλειψη της παράνομης, λαθραίας και άναρχης αλιείας.

10.   Η επιτροπή μπορεί να εγκρίνει μέτρα επί των θεμάτων που αναφέρονται στις παραγράφους 8 και 9 σχετικά με τη ζώνη που βρίσκεται υπό την εθνική δικαιοδοσία συμβαλλόμενου μέρους, υπό τον όρο ότι το εν λόγω παράκτιο κράτος υποβάλλει σχετικό αίτημα και το μέτρο λαμβάνει τη θετική του ψήφο.

11.

α)

Κατά την άσκηση των καθηκόντων της σύμφωνα με την παράγραφο 8, η επιτροπή επιδιώκει να διασφαλίσει τη συνοχή μεταξύ:

i)

κάθε μέτρου που εφαρμόζεται σε απόθεμα ή ομάδα αποθεμάτων ιχθύων που βρίσκονται τόσο στη ζώνη διακανονισμού όσο και στη ζώνη που βρίσκεται εντός της εθνικής δικαιοδοσίας παράκτιου κράτους, ή κάθε μέτρου που θα μπορούσε να έχει επίπτωση, μέσω των αλληλεπιδράσεων μεταξύ ειδών, επί αποθέματος ή ομάδας αποθεμάτων ιχθύων που βρίσκονται εξ ολοκλήρου ή εν μέρει εντός ζώνης υπό την εθνική δικαιοδοσία παράκτιου κράτους· και

ii)

οποιωνδήποτε δράσεων που αναλαμβάνονται από παράκτιο κράτος για τη διαχείριση και διατήρηση του εν λόγου αποθέματος ή ομάδας αποθεμάτων ιχθύων όσον αφορά τις αλιευτικές δραστηριότητες που ασκούνται εντός της ζώνης που βρίσκεται υπό την εθνική δικαιοδοσία του.

β)

Η επιτροπή και το αρμόδιο παράκτιο κράτος προωθούν συνεπώς τον συντονισμό των αντίστοιχων μέτρων και δράσεών τους. Κάθε παράκτιο κράτος ενημερώνει την επιτροπή για τις δράσεις που αναλαμβάνει για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου.

12.   Κατά την έγκριση από την επιτροπή των μέτρων για την κατανομή των αλιευτικών δυνατοτήτων στη ζώνη διακανονισμού λαμβάνονται υπόψη τα συμφέροντα των συμβαλλομένων μερών των οποίων τα σκάφη ανέκαθεν αλίευαν εντός της εν λόγω ζώνης, καθώς και τα συμφέροντα των ενδιαφερόμενων παράκτιων κρατών. Κατά την κατανομή των αλιευτικών δυνατοτήτων εντός του Grand Bank και του Flemmish Cap, η επιτροπή επιδεικνύει ιδιαίτερη μέριμνα για το συμβαλλόμενο μέρος του οποίου οι παράκτιες κοινότητες εξαρτώνται πρωτίστως από αλιευτικές δραστηριότητες οι οποίες αφορούν αποθέματα που συνδέονται με τους εν λόγω ιχθυοτόπους και το οποίο κατέβαλε εκτεταμένες προσπάθειες προκειμένου να διασφαλίσει τη διατήρηση των αποθεμάτων αυτών με διεθνή μέτρα, ιδίως με την άσκηση εποπτείας και επιθεώρησης των διεθνών αλιευτικών δραστηριοτήτων που ασκούνται στους ιχθυοτόπους αυτούς στο πλαίσιο διεθνούς προγράμματος κοινής επιβολής των μέτρων.

13.   Η επιτροπή μπορεί να θεσπίσει διαδικασίες που να επιτρέπουν την ανάληψη δράσεων από τα συμβαλλόμενα μέρη, συμπεριλαμβανομένων εμπορικών μέτρων που δεν εισάγουν διακρίσεις, κατά οποιουδήποτε κράτους σημαίας ή αλιευτικής οντότητας της οποίας τα αλιευτικά σκάφη ασκούν αλιευτικές δραστηριότητες που υπονομεύουν την αποτελεσματικότητα των μέτρων διατήρησης και διαχείρισης που εγκρίνει η επιτροπή. Η εφαρμογή εμπορικών μέτρων από ένα συμβαλλόμενο μέρος πρέπει να είναι σύμφωνη με τις διεθνείς του υποχρεώσεις.

Άρθρο VII

Το επιστημονικό συμβούλιο

1.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος είναι μέλος του επιστημονικού συμβουλίου και διορίζει τους εκπροσώπους του που μπορούν να συνεπικουρούνται σε κάθε συνεδρίαση του επιστημονικού συμβουλίου από αναπληρωτές, εμπειρογνώμονες και συμβούλους.

2.   Το επιστημονικό συμβούλιο εκλέγει πρόεδρο και αντιπρόεδρο με διετή θητεία. Η επανεκλογή τους επιτρέπεται, ωστόσο η συνολική θητεία τους δεν διαρκεί περισσότερο από τέσσερα συνεχή έτη στα αξιώματα αυτά.

3.   Κάθε ειδική συνεδρίαση του επιστημονικού συμβουλίου συγκαλείται από τον πρόεδρο με δική του πρωτοβουλία, κατόπιν αιτήματος παράκτιου κράτους ή κατόπιν αιτήματος συμβαλλόμενου μέρους και με τη σύμφωνη γνώμη άλλου συμβαλλόμενου μέρους, σε χρόνο και τόπο που ορίζονται από τον ίδιο.

4.   Το επιστημονικό συμβούλιο εγκρίνει και τροποποιεί, αν το απαιτήσουν οι περιστάσεις, τον κανονισμό περί διεξαγωγής των συνεδριάσεών του και περί άσκησης των καθηκόντων του, συμπεριλαμβανομένου του εσωτερικού του κανονισμού.

5.   Το επιστημονικό συμβούλιο δύναται, αν το κρίνει αναγκαίο, να συστήσει επικουρικά όργανα για την εκτέλεση των καθηκόντων του.

6.   Η εκλογή στελεχών, η έγκριση ή τροποποίηση του κανονισμού και άλλα θέματα που αφορούν την οργάνωση των εργασιών λαμβάνονται με πλειοψηφία όλων των παρόντων συμβαλλομένων μερών που ψηφίζουν υπέρ ή κατά. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος διαθέτει μία ψήφο. Καμία ψηφοφορία δεν διεξάγεται χωρίς απαρτία δύο τρίτων των συμβαλλομένων μερών.

7.   Το επιστημονικό συμβούλιο εγκρίνει κανόνες που προβλέπουν τη συμμετοχή στις συνεδριάσεις του εκπροσώπων διακυβερνητικών οργανισμών, μη συμβαλλομένων μερών και μη κυβερνητικών οργανώσεων ως παρατηρητών, όπου κρίνεται σκόπιμο. Οι εν λόγω κανόνες δεν είναι αδικαιολόγητα περιοριστικοί και παρέχουν έγκαιρη πρόσβαση στις εκθέσεις και στα πρακτικά του επιστημονικού συμβουλίου.

8.   Το επιστημονικό συμβούλιο, σύμφωνα με τον στόχο και τις αρχές της σύμβασης:

α)

αποτελεί βήμα διαβουλεύσεων και συνεργασίας μεταξύ των συμβαλλομένων μερών για τη μελέτη και ανταλλαγή επιστημονικών δεδομένων και απόψεων όσον αφορά τις αλιευτικές δραστηριότητες και τα οικοσυστήματα εντός των οποίων αυτές ασκούνται, και για τη μελέτη και αξιολόγηση της σημερινής και μελλοντικής κατάστασης των αλιευτικών πόρων, συμπεριλαμβανομένων των περιβαλλοντικών και οικολογικών παραγόντων που τους επηρεάζουν·

β)

προωθεί τη συνεργασία μεταξύ συμβαλλομένων μερών στον τομέα της επιστημονικής έρευνας με σκοπό την κάλυψη κενών στις επιστημονικές γνώσεις·

γ)

συγκεντρώνει και τηρεί στατιστικές και αρχεία·

δ)

δημοσιεύει ή διαδίδει εκθέσεις, πληροφορίες και γραπτό υλικό που αναφέρονται στις αλιευτικές δραστηριότητες στη ζώνη που διέπεται από τη σύμβαση και στα οικοσυστήματά της· και

ε)

παρέχει επιστημονικές γνωμοδοτήσεις στην επιτροπή, κατόπιν αιτήματός της.

9.   Το επιστημονικό συμβούλιο:

α)

με δική του πρωτοβουλία παρέχει τις αναγκαίες γνωμοδοτήσεις προκειμένου να συνδράμει την επιτροπή στην άσκηση των καθηκόντων της·

β)

συνεργάζεται με άλλους δημόσιους ή ιδιωτικούς οργανισμούς που επιδιώκουν παρόμοιους στόχους· και

γ)

καλεί τα συμβαλλόμενα μέρη να παράσχουν στατιστικά ή επιστημονικά στοιχεία τα οποία δύναται να απαιτήσει για την άσκηση των καθηκόντων του.

10.   Το επιστημονικό συμβούλιο παρέχει επιστημονικές γνωμοδοτήσεις απαντώντας σε κάθε ερώτημα που του υποβάλλεται από:

α)

την επιτροπή σχετικά με το επιστημονικό υπόβαθρο της διατήρησης και διαχείρισης των αλιευτικών πόρων και των οικοσυστημάτων τους εντός της ζώνης διακανονισμού, λαμβάνοντας υπόψη τα κριτήρια αναφοράς που καθορίζονται από την επιτροπή σχετικά με το εν λόγω θέμα· ή

β)

ένα παράκτιο κράτος, σχετικά με το επιστημονικό υπόβαθρο της διατήρησης και διαχείρισης των αλιευτικών πόρων και των οικοσυστημάτων τους εντός ζωνών υπό τη δικαιοδοσία του εν λόγω παράκτιου κράτους στη ζώνη που διέπεται από τη σύμβαση.

11.   Το παράκτιο κράτος καθορίζει, κατόπιν διαβούλευσης με το επιστημονικό συμβούλιο, τα κριτήρια αναφοράς που εφαρμόζονται κατά την εξέταση οποιουδήποτε ερωτήματος υποβάλλει στο επιστημονικό συμβούλιο. Τα εν λόγω κριτήρια αναφοράς περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων:

α)

περιγραφή των αλιευτικών δραστηριοτήτων και της προς εξέταση ζώνης·

β)

στις περιπτώσεις που ζητούνται επιστημονικές εκτιμήσεις ή προβλέψεις, περιγραφή των παραγόντων ή υποθέσεων που λαμβάνονται υπόψη· και

γ)

κατά περίπτωση, περιγραφή των στόχων που επιδιώκει το παράκτιο κράτος και διευκρινίσεις για το εάν ζητείται να παρασχεθεί συγκεκριμένη γνωμοδότηση ή σειρά επιλογών.

12.   Κατά γενικό κανόνα, το επιστημονικό συμβούλιο παρέχει τις γνωμοδοτήσεις του με κοινή συναίνεση. Σε περίπτωση που δεν είναι δυνατόν να επιτευχθεί συναίνεση, το επιστημονικό συμβούλιο μνημονεύει στην έκθεσή του όλες τις απόψεις των μελών του.

13.   Όλες οι εκθέσεις που εκπονούνται από το επιστημονικό συμβούλιο δημοσιεύονται από τη γραμματεία.

Άρθρο VIII

Η γραμματεία

1.   Η γραμματεία παρέχει υπηρεσίες στην επιτροπή, στο επιστημονικό συμβούλιο και στα επικουρικά τους όργανα προκειμένου να διευκολύνει την άσκηση των καθηκόντων τους.

2.   Διοικητικός προϊστάμενος της γραμματείας είναι ο εκτελεστικός γραμματέας.

3.   Το προσωπικό της γραμματείας διορίζεται από τον εκτελεστικό γραμματέα σύμφωνα με τον κανονισμό και τη διαδικασία που θεσπίζει η επιτροπή κατόπιν διαβούλευσης με το επιστημονικό συμβούλιο, όπου κρίνεται σκόπιμο.

4.   Υπό τη γενική εποπτεία της επιτροπής, ο εκτελεστικός γραμματέας έχει πλήρη αρμοδιότητα επί της διοίκησης του προσωπικού και επί θεμάτων που αφορούν το προσωπικό της γραμματείας, και ασκεί τα άλλα καθήκοντα και αρμοδιότητες που είναι δυνατόν να του αναθέσει η επιτροπή.

Άρθρο IX

Προϋπολογισμός

1.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος καλύπτει τις δαπάνες της αντιπροσωπείας του σε όλες τις συνεδριάσεις που συγκαλούνται δυνάμει της παρούσας σύμβασης.

2.   Η επιτροπή καθορίζει το ποσό της οφειλόμενης ετήσιας εισφοράς κάθε συμβαλλομένου μέρους στον ετήσιο προϋπολογισμό ως εξής:

α)

10 % του προϋπολογισμού κατανέμεται μεταξύ των παράκτιων κρατών αναλόγως των ονομαστικών τους αλιευμάτων εντός της ζώνης που διέπεται από τη σύμβαση κατά τη διάρκεια του έτους που λήγει δύο έτη πριν από την έναρξη του οικονομικού έτους·

β)

30 % του προϋπολογισμού κατανέμεται εξίσου μεταξύ όλων των συμβαλλομένων μερών·

γ)

60 % του προϋπολογισμού κατανέμεται μεταξύ όλων των συμβαλλομένων μερών αναλόγως των ονομαστικών τους αλιευμάτων εντός της ζώνης που διέπεται από τη σύμβαση κατά τη διάρκεια του έτους που λήγει δύο έτη πριν από την έναρξη του οικονομικού έτους· και

δ)

η ετήσια εισφορά κάθε συμβαλλόμενου μέρους με πληθυσμό κάτω των 300 000 κατοίκων περιορίζεται κατ’ ανώτατο όριο στο 12 % του συνολικού προϋπολογισμού. Όταν η εν λόγω εισφορά είναι τόσο περιορισμένη, το εναπομένον μέρος του προϋπολογισμού διαιρείται μεταξύ των άλλων συμβαλλομένων μερών σύμφωνα με τα στοιχεία α), β) και γ).

Τα ονομαστικά αλιεύματα που αναφέρονται ανωτέρω είναι τα δηλωθέντα αλιεύματα από τους αλιευτικούς πόρους που προσδιορίζονται στους δημοσιονομικούς κανονισμούς που εγκρίθηκαν από την επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο VI παράγραφος 5 στοιχείο α).

3.   Ο εκτελεστικός γραμματέας κοινοποιεί σε κάθε συμβαλλόμενο μέρος το ποσό της οφειλόμενης εισφοράς του που υπολογίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 2 και το συμβαλλόμενο μέρος την καταβάλλει στην Οργάνωση το συντομότερο δυνατόν μετά την εν λόγω κοινοποίηση.

4.   Οι εισφορές καταβάλλονται στο νόμισμα του κράτους στο οποίο έχει την έδρα της η Οργάνωση.

5.   Το αργότερο εξήντα ημέρες πριν από την ετήσια συνεδρίαση, ο εκτελεστικός γραμματέας υποβάλλει σε κάθε συμβαλλόμενο μέρος το σχέδιο του ετήσιου προϋπολογισμού, συνοδευόμενο από πίνακα των εισφορών.

6.   Συμβαλλόμενο μέρος που προσχωρεί στην παρούσα σύμβαση καταβάλλει για το έτος προσχώρησής του ποσό εισφοράς, το οποίο είναι ανάλογο με τον αριθμό των πλήρων μηνών του υπόλοιπου έτους, υπολογιζόμενο αρχής γενομένης από την ημέρα προσχώρησής του.

7.   Εκτός αντίθετης απόφασης της επιτροπής, το συμβαλλόμενο μέρος που δεν κατέβαλε εξ ολοκλήρου τις εισφορές του για δύο συναπτά έτη στερείται του δικαιώματος ψήφου και υποβολής ενστάσεων έως ότου εκπληρώσει τις οικονομικές υποχρεώσεις του προς την Οργάνωση.

8.   Οι οικονομικοί λογαριασμοί της Οργάνωσης αποτελούν αντικείμενο ετήσιου ελέγχου από εξωτερικούς ελεγκτές που επιλέγονται από την επιτροπή.

Άρθρο X

Καθήκοντα συμβαλλόμενου μέρους

1.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος:

α)

εφαρμόζει την παρούσα σύμβαση και τα τυχόν μέτρα διατήρησης και διαχείρισης ή άλλες υποχρεώσεις που το δεσμεύουν και υποβάλλει σε τακτά διαστήματα στην επιτροπή περιγραφή των ενεργειών που ανέλαβε για την εφαρμογή των εν λόγω μέτρων και τη συμμόρφωσή του προς αυτά ή τις υποχρεώσεις, συμπεριλαμβανομένης της έκβασης των διαδικασιών που αναφέρονται στο άρθρο XI παράγραφος 2 στοιχείο ε)·

β)

συνεργάζεται για την προώθηση του στόχου της παρούσας σύμβασης·

γ)

αναλαμβάνει όλες τις αναγκαίες δράσεις προκειμένου να διασφαλίσει την αποτελεσματικότητα και την επιβολή των μέτρων διατήρησης και διαχείρισης που εγκρίνει η επιτροπή·

δ)

συλλέγει και ανταλλάσσει επιστημονικά, τεχνικά και στατιστικά δεδομένα και γνώσεις όσον αφορά τους έμβιους πόρους και τα οικοσυστήματά τους στη ζώνη που διέπεται από τη σύμβαση, συμπεριλαμβανομένων πλήρων και λεπτομερών πληροφοριών για τα εμπορικά αλιεύματα και την αλιευτική προσπάθεια, και αναλαμβάνει κατάλληλες δράσεις για την επαλήθευση της ακρίβειας των εν λόγω δεδομένων·

ε)

διενεργεί βιολογική δειγματοληψία επί των εμπορικών αλιευμάτων·

στ)

διαθέτει εγκαίρως τις εν λόγω πληροφορίες όπως απαιτεί η επιτροπή ή το επιστημονικό συμβούλιο·

ζ)

με την επιφύλαξη της δικαιοδοσίας του κράτους της σημαίας, λαμβάνει μέτρα ή συνεργάζεται με άλλα συμβαλλόμενα μέρη στον μέγιστο δυνατό βαθμό, προκειμένου να διασφαλίσει ότι οι υπήκοοί του και τα αλιευτικά σκάφη τα οποία ανήκουν ή ελέγχονται από υπηκόους του που ασκούν αλιευτικές δραστηριότητες συμμορφώνονται με τις διατάξεις της παρούσας σύμβασης και με τα μέτρα διατήρησης και διαχείρισης που εγκρίνονται από την επιτροπή· και

η)

με την επιφύλαξη της δικαιοδοσίας του κράτους σημαίας, όταν λαμβάνει σχετικές πληροφορίες, προβαίνει, στον μέγιστο δυνατό βαθμό, σε άμεση και διεξοδική διερεύνηση και σε ταχεία αναφορά σχετικά με τις δράσεις που έχει αναλάβει ως απάντηση σε κάθε εικαζόμενη σοβαρή παράβαση των υπηκόων του ή αλιευτικών σκαφών που φέρουν ξένη σημαία και ανήκουν ή ελέγχονται από υπηκόους του, της παρούσας σύμβασης ή κάθε μέτρου διατήρησης και διαχείρισης που εγκρίνει η επιτροπή.

2.   Κάθε παράκτιο συμβαλλόμενο κράτος υποβάλλει σε τακτά διαστήματα στην επιτροπή περιγραφή των δράσεων που ανέλαβε, συμπεριλαμβανομένων των δράσεων επιβολής, για τη διατήρηση και διαχείριση των αλληλεπικαλυπτόμενων ιχθυαποθεμάτων που βρίσκονται σε ύδατα υπό τη δικαιοδοσία του εντός της ζώνης που διέπεται από τη σύμβαση.

Άρθρο XI

Καθήκοντα του κράτους σημαίας

1.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος διασφαλίζει ότι τα αλιευτικά σκάφη που έχουν δικαίωμα να φέρουν τη σημαία του:

α)

συμμορφώνονται με τις διατάξεις της παρούσας σύμβασης και με τα μέτρα διατήρησης και διαχείρισης που εγκρίνει η επιτροπή και τα εν λόγω σκάφη δεν ασκούν καμία δραστηριότητα η οποία υπονομεύει την αποτελεσματικότητα των εν λόγω μέτρων·

β)

δεν ασκούν παράνομες αλιευτικές δραστηριότητες εντός των ζωνών που τελούν υπό εθνική δικαιοδοσία στη ζώνη που διέπεται από τη σύμβαση· και

γ)

δεν προβαίνουν σε αλιευτικές δραστηριότητες στη ζώνη διακανονισμού, εκτός εάν έχουν λάβει σχετική άδεια από το εν λόγω συμβαλλόμενο μέρος.

2.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος:

α)

δεν δίνει άδεια σε αλιευτικά σκάφη που έχουν δικαίωμα να φέρουν τη σημαία του να ασκούν αλιευτικές δραστηριότητες στη ζώνη διακανονισμού, εκτός εάν είναι σε θέση να αναλάβει αποτελεσματικά τις ευθύνες του σχετικά με τα εν λόγω σκάφη σύμφωνα με την παρούσα σύμβαση και με το διεθνές δίκαιο·

β)

διατηρεί μητρώο των αλιευτικών σκαφών που έχουν δικαίωμα να φέρουν τη σημαία του και στα οποία έχει δώσει άδεια να αλιεύουν αλιευτικούς πόρους στη ζώνη διακανονισμού και διασφαλίζει ότι οι εν λόγω πληροφορίες που προσδιορίζονται από την επιτροπή καταχωρίζονται στο μητρώο·

γ)

ανταλλάσσει τις πληροφορίες που περιλαμβάνονται στο μητρώο που αναφέρεται στο στοιχείο β) σύμφωνα με τις διαδικασίες που προσδιορίζονται από την επιτροπή·

δ)

σύμφωνα με διαδικασίες που εγκρίνει η επιτροπή, διερευνά αμέσως και διεξοδικά και υποβάλλει πάραυτα αναφορά για δράσεις που έχει αναλάβει ως απάντηση σε εικαζόμενη παράβαση, από σκάφος που έχει δικαίωμα να φέρει τη σημαία του, μέτρων που εγκρίνει η επιτροπή· και

ε)

σχετικά με την εικαζόμενη παράβαση που αναφέρεται στο στοιχείο δ) διασφαλίζει τη λήψη κατάλληλων μέτρων επιβολής χωρίς καθυστέρηση και την προσφυγή σε διοικητικές και δικαστικές διαδικασίες σύμφωνα με τη νομοθεσία του.

3.   Τα μέτρα επιβολής που λαμβάνονται ή οι κυρώσεις που επιβάλλονται σύμφωνα με την παράγραφο 2 στοιχείο ε) είναι επαρκώς αυστηρά ώστε να είναι αποτελεσματικά για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης, την αποτροπή περαιτέρω παραβάσεων και τη στέρηση των παραβατών από τα οφέλη που προκύπτουν από τις παράνομες δραστηριότητές τους.

Άρθρο XII

Καθήκοντα του κράτους λιμένα

1.   Στις δράσεις που αναλαμβάνει το συμβαλλόμενο κράτος λιμένα κατ’ εφαρμογή της παρούσας σύμβασης λαμβάνονται πλήρως υπόψη τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις του βάσει του διεθνούς δικαίου προκειμένου να προωθηθεί η αποτελεσματικότητα των μέτρων διατήρησης και διαχείρισης που εγκρίνει η επιτροπή.

2.   Κάθε συμβαλλόμενο κράτος λιμένα εφαρμόζει τα μέτρα σχετικά με τις επιθεωρήσεις σε λιμένα που εγκρίνει η επιτροπή.

3.   Καμία διάταξη του παρόντος άρθρου δεν θίγει την κυριαρχία συμβαλλόμενου μέρους επί λιμένων που βρίσκονται στην επικράτειά του.

Άρθρο XIII

Διαδικασία λήψης αποφάσεων της επιτροπής

1.   Κατά γενικό κανόνα, η διαδικασία λήψης αποφάσεων στους κόλπους της επιτροπής πραγματοποιείται συναινετικά. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ως “συναίνεση” νοείται η απουσία υποβολής επίσημης ένστασης κατά τη λήψη της απόφασης.

2.   Εάν ο πρόεδρος θεωρεί ότι έχουν εξαντληθεί όλες οι προσπάθειες για την επίτευξη συναίνεσης, οι αποφάσεις της επιτροπής λαμβάνονται, με την επιφύλαξη αντίθετων διατάξεων, με την πλειοψηφία των δύο τρίτων των ψήφων όλων των συμβαλλόμενων μερών τα οποία είναι παρόντα και ψηφίζουν υπέρ ή κατά, υπό τον όρο ότι δεν διενεργείται ψηφοφορία παρά μόνο με απαρτία τουλάχιστον δύο τρίτων των συμβαλλομένων μερών. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος διαθέτει μία ψήφο.

Άρθρο XIV

Εφαρμογή των αποφάσεων της επιτροπής

1.   Κάθε μέτρο που εγκρίνει η επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο VI παράγραφοι 8 και 9, καθίσταται δεσμευτικό για κάθε συμβαλλόμενο μέρος ως εξής:

α)

ο εκτελεστικός γραμματέας διαβιβάζει εντός πέντε εργάσιμων ημερών από την έγκρισή του το μέτρο σε κάθε συμβαλλόμενο μέρος διευκρινίζοντας την ημερομηνία διαβίβασης για τους σκοπούς της παραγράφου 2· και

β)

με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, το μέτρο καθίσταται δεσμευτικό για κάθε συμβαλλόμενο μέρος εξήντα ημέρες μετά την ημερομηνία διαβίβασης, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στο εν λόγω μέτρο.

2.   Εάν ένα συμβαλλόμενο μέρος υποβάλλει ένσταση κατά ενός μέτρου καταθέτοντάς τη στον εκτελεστικό γραμματέα εντός εξήντα ημερών από την ημερομηνία διαβίβασης που προσδιορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο α), και άλλο συμβαλλόμενο μέρος επιτρέπεται ομοίως να υποβάλει ένσταση πριν από τη λήξη πρόσθετης περιόδου είκοσι ημερών, ή εντός δεκαπέντε ημερών μετά την ημερομηνία της διαβίβασης που προσδιορίζεται στην κοινοποίηση προς τα συμβαλλόμενα μέρη οιασδήποτε ένστασης υποβληθείσας εντός της πρόσθετης περιόδου των είκοσι ημερών, αναλόγως ποια περίοδος διαρκεί περισσότερο. Κατόπιν το μέτρο καθίσταται δεσμευτικό για κάθε συμβαλλόμενο μέρος, εξαιρουμένου του μέρους που υπέβαλε την ένσταση. Εντούτοις, εάν στη λήξη αυτής(-ών) της (των) παρατεινόμενης(-ων) περιόδου(-ων) έχουν υποβληθεί ενστάσεις από την πλειοψηφία των συμβαλλομένων μερών τα οποία εμμένουν σε αυτές, το μέτρο δεν καθίσταται δεσμευτικό, εκτός εάν ορισμένα ή όλα τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνήσουν μεταξύ τους να δεσμευτούν από το εν λόγω μέτρο από μία συναποφασισμένη ημερομηνία.

3.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος που έχει υποβάλει ένσταση δύναται να την αποσύρει ανά πάσα στιγμή και, κατά συνέπεια, το μέτρο καθίσταται δεσμευτικό και για το εν λόγω συμβαλλόμενο μέρος.

4.

α)

Ανά πάσα στιγμή μετά την παρέλευση ενός έτους από την ημερομηνία έναρξης ισχύος ενός μέτρου, οποιοδήποτε συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να κοινοποιήσει στον εκτελεστικό γραμματέα την πρόθεσή του να μη δεσμεύεται από το μέτρο και, εάν η κοινοποίηση αυτή δεν αποσυρθεί, το μέτρο παύει να είναι δεσμευτικό για το μέρος αυτό μετά την παρέλευση ενός έτους από την ημερομηνία παραλαβής της εν λόγω κοινοποίησης από τον εκτελεστικό γραμματέα.

β)

Ανά πάσα στιγμή από την ημερομηνία που το μέτρο έπαυσε να είναι δεσμευτικό για ένα συμβαλλόμενο μέρος σύμφωνα με το στοιχείο α), το μέτρο παύει να είναι δεσμευτικό για κάθε άλλο συμβαλλόμενο μέρος από την ημερομηνία που ο εκτελεστικός γραμματέας λαμβάνει κοινοποίηση της πρόθεσής του εν λόγω μέρους να μη δεσμεύεται.

5.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος που υπέβαλε ένσταση κατά ενός μέτρου σύμφωνα με την παράγραφο 2 ή που κοινοποίησε την πρόθεσή του να μη δεσμεύεται από ένα μέτρο σύμφωνα με την παράγραφο 4 παρέχει συγχρόνως εξηγήσεις για τους λόγους που το οδήγησαν να προβεί σε αυτή την ενέργεια. Στις εξηγήσεις αυτές διευκρινίζεται γιατί το συμβαλλόμενο μέρος θεωρεί ότι το μέτρο δεν είναι σύμφωνο με τις διατάξεις της παρούσας σύμβασης ή γιατί το μέτρο εισάγει αδικαιολόγητα διακρίσεις εναντίον του είτε ως προς τη μορφή είτε ως προς την ουσία του. Οι εξηγήσεις περιλαμβάνουν επίσης αναφορά στις δράσεις που προτίθεται να αναλάβει μετά την ένσταση ή την κοινοποίηση, όπου συμπεριλαμβάνεται η περιγραφή των εναλλακτικών μέτρων που προτίθεται να λάβει ή έχει λάβει για τη διατήρηση και τη διαχείριση των σχετικών αλιευτικών πόρων σύμφωνα με τον στόχο της παρούσας σύμβασης.

6.   Ο εκτελεστικός γραμματέας κοινοποιεί πάραυτα σε κάθε συμβαλλόμενο μέρος:

α)

την παραλαβή ή την απόσυρση οιασδήποτε ένστασης σύμφωνα με τις παραγράφους 2 ή 3·

β)

την ημερομηνία κατά την οποία ένα μέτρο καθίσταται δεσμευτικό σύμφωνα με την παράγραφο 1·

γ)

την παραλαβή οποιασδήποτε κοινοποίησης σύμφωνα με την παράγραφο 4· και

δ)

κάθε επεξήγηση και περιγραφή των εναλλακτικών μέτρων που ελήφθησαν σύμφωνα με την παράγραφο 5.

7.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος που επικαλείται τη διαδικασία που περιγράφεται στις παραγράφους 2, 4 ή 5 μπορεί ταυτόχρονα να παραπέμψει το θέμα σε διαδικασία ειδικής επιτροπής. Το παράρτημα II εφαρμόζεται κατ’ αναλογία.

8.   Εάν ένα συμβαλλόμενο μέρος δεν παραπέμψει το θέμα σε διαδικασία ειδικής επιτροπής σύμφωνα με την παράγραφο 7, η επιτροπή αποφασίζει με απλή πλειοψηφία και με επιστολική ψήφο αν θα υποβάλει τις εξηγήσεις που έδωσε το συμβαλλόμενο μέρος σύμφωνα με την παράγραφο 5 στην εν λόγω διαδικασία. Εάν η επιτροπή αποφασίσει να παραπέμψει το θέμα στην εν λόγω διαδικασία, εφαρμόζεται κατ’ αναλογία το παράρτημα II.

9.   Εάν σύμφωνα με την παράγραφο 8 η επιτροπή αποφασίσει να μην παραπέμψει το θέμα σε διαδικασία ειδικής επιτροπής, κάθε συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να ζητήσει τη σύγκλιση συνεδρίασης της επιτροπής με σκοπό την επανεξέταση του μέτρου που εγκρίθηκε από την επιτροπή και των εξηγήσεων που δόθηκαν σύμφωνα με την παράγραφο 5.

10.   Η ειδική επιτροπή που συγκροτείται σύμφωνα με τις παραγράφους 7 ή 8 επανεξετάζει τις εξηγήσεις που δόθηκαν σύμφωνα με την παράγραφο 5 και το μέτρο στο οποίο αναφέρονται και υποβάλλει συστάσεις στην επιτροπή σχετικά με τα ακόλουθα:

α)

κατά πόσο οι εξηγήσεις που δόθηκαν από το συμβαλλόμενο μέρος σύμφωνα με την παράγραφο 5 είναι απολύτως βάσιμες και, εάν ναι, κατά πόσο το μέτρο πρέπει να τροποποιηθεί ή να ανακληθεί αναλόγως, ή εάν θεωρεί ότι οι εξηγήσεις δεν είναι απολύτως βάσιμες κατά πόσο το μέτρο πρέπει να διατηρηθεί· και

β)

κατά πόσο τα εναλλακτικά μέτρα τα οποία αναφέρονται στις εξηγήσεις που έδωσε το συμβαλλόμενο μέρος σύμφωνα με την παράγραφο 5 συνάδουν με τον στόχο της παρούσας σύμβασης και διαφυλάσσουν τα σχετικά δικαιώματα όλων των συμβαλλομένων μερών.

11.   Το αργότερο τριάντα ημέρες μετά τη λήξη της διαδικασίας ειδικής επιτροπής σύμφωνα με το παρόν άρθρο, η επιτροπή συνέρχεται προκειμένου να εξετάσει τις συστάσεις της ειδικής επιτροπής.

12.   Όταν ολοκληρωθούν οι διαδικασίες που περιγράφονται στις παραγράφους 7 έως 11, κάθε συμβαλλόμενο μέρος δύναται να προσφύγει στη διαδικασία επίλυσης διαφορών που περιγράφεται στο άρθρο XV.

Άρθρο XV

Επίλυση διαφορών

1.   Τα συμβαλλόμενα μέρη συνεργάζονται για την πρόληψη διαφορών.

2.   Εάν προκύψει διαφορά μεταξύ δύο ή περισσοτέρων συμβαλλομένων μερών σχετικά με την ερμηνεία ή την εφαρμογή της παρούσας σύμβασης, συμπεριλαμβανομένων των εξηγήσεων που αναφέρονται στο άρθρο XIV παράγραφος 5, οποιωνδήποτε δράσεων ανελήφθησαν από συμβαλλόμενο μέρος μετά την υποβολή ένστασης σύμφωνα με το άρθρο XIV παράγραφος 2 ή τυχόν τροποποίησης που έγινε σύμφωνα με το άρθρο XIV παράγραφος 4, τα εν λόγω συμβαλλόμενα μέρη, εφεξής “τα συμβαλλόμενα μέρη που εμπλέκονται στη διαφορά”, επιδιώκουν να επιλύσουν τη διαφορά τους μέσω διαπραγματεύσεων, διερεύνησης, διαμεσολάβησης, συμβιβασμού, διαιτησίας, δικαστικού διακανονισμού, διαδικασίας ειδικής επιτροπής ή άλλων ειρηνικών μέσων της επιλογής τους.

3.   Εάν η διαφορά αφορά την ερμηνεία ή την εφαρμογή ενός μέτρου που εγκρίθηκε από την επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο VI παράγραφοι 8 και 9 ή θέματα που σχετίζονται με αυτό, συμπεριλαμβανομένων των εξηγήσεων που αναφέρονται στο άρθρο XIV παράγραφος 5, οποιωνδήποτε δράσεων ανελήφθησαν από συμβαλλόμενο μέρος που εμπλέκεται στη διαφορά μετά την υποβολή ένστασης σύμφωνα με το άρθρο XIV παράγραφος 2 ή κοινοποίησης που έγινε σύμφωνα με το άρθρο XIV παράγραφος 4, τα συμβαλλόμενα μέρη που εμπλέκονται στη διαφορά μπορούν να παραπέμψουν τη διαφορά σε μη δεσμευτική διαδικασία ειδικής επιτροπής σύμφωνα με το παράρτημα II.

4.   Εάν η διαφορά έχει παραπεμφθεί σε διαδικασία ειδικής επιτροπής, η ειδική επιτροπή, με την πρώτη ευκαιρία, συσκέπτεται με τα συμβαλλόμενα μέρη που εμπλέκονται στη διαφορά με σκοπό την ταχεία επίλυση της διαφοράς. Η ειδική επιτροπή υποβάλλει έκθεση στα συμβαλλόμενα μέρη που εμπλέκονται στη διαφορά και μέσω του εκτελεστικού γραμματέα στα άλλα συμβαλλόμενα μέρη. Η έκθεση περιλαμβάνει τυχόν συστάσεις που η ειδική επιτροπή θεωρεί κατάλληλες για την επίλυση της διαφοράς.

5.   Εάν τα συμβαλλόμενα μέρη που εμπλέκονται στη διαφορά αποδεχτούν τις συστάσεις της ειδικής επιτροπής εντός δεκατεσσάρων ημερών από την παραλαβή της έκθεσης της ειδικής επιτροπής κοινοποιούν σε όλα τα άλλα συμβαλλόμενα μέρη, μέσω του εκτελεστικού γραμματέα, τις δράσεις που προτίθενται να αναλάβουν με σκοπό την εφαρμογή των συστάσεων. Κατόπιν, οι συστάσεις της ειδικής επιτροπής υποβάλλονται προς εξέταση από την επιτροπή σύμφωνα με τις κατάλληλες οικείες διαδικασίες.

6.   Εάν δεν επιτευχθεί επίλυση μετά τις συστάσεις της ειδικής επιτροπής, καθένα από τα συμβαλλόμενα μέρη που εμπλέκεται στη διαφορά μπορεί να παραπέμψει τη διαφορά σε υποχρεωτική διαδικασία που συνεπάγεται τη λήψη δεσμευτικών αποφάσεων σύμφωνα με το τμήμα 2 του μέρους XV της σύμβασης του 1982 ή του μέρους VIII της απόφασης του 1995.

7.   Εάν τα συμβαλλόμενα μέρη που εμπλέκονται στη διαφορά έχουν συμφωνήσει να παραπέμψουν τη διαφορά σε διαδικασία ειδικής επιτροπής, μπορούν συγχρόνως να συμφωνήσουν να εφαρμόσουν προσωρινά το σχετικό μέτρο που εγκρίθηκε από την επιτροπή έως ότου υποβληθεί η έκθεση της ειδικής επιτροπής, εκτός εάν έχουν επιλύσει τη διαφορά με άλλα μέσα.

8.   Εάν τα συμβαλλόμενα μέρη που εμπλέκονται στη διαφορά δεν είναι σε θέση να συμφωνήσουν σε επίλυση της διαφοράς τους με τα ειρηνικά μέσα που αναφέρονται στην παράγραφο 2 ή δεν είναι σε θέση να επιλύσουν τη διαφορά με άλλο τρόπο, η διαφορά, κατόπιν αιτήματος ενός εξ αυτών, παραπέμπεται σε υποχρεωτική διαδικασία που συνεπάγεται τη λήψη δεσμευτικής απόφασης σύμφωνα με το μέρος XV τμήμα 2 της σύμβασης του 1982 ή με το μέρος VIII της συμφωνίας του 1995.

9.   Εάν γίνει προσφυγή σε υποχρεωτική διαδικασία που συνεπάγεται τη λήψη δεσμευτικών αποφάσεων, τα συμβαλλόμενα μέρη που εμπλέκονται στη διαφορά, εκτός εάν συμφωνήσουν διαφορετικά, εφαρμόζουν προσωρινά τυχόν σύσταση που έγινε από την ειδική επιτροπή σύμφωνα με την παράγραφο 4 ή, κατά περίπτωση, σύμφωνα με το άρθρο XIV παράγραφος 10. Εξακολουθούν να εφαρμόζουν τα εν λόγω προσωρινά μέτρα ή τυχόν διευθετήσεις ισοδυνάμου αποτελέσματος που συμφωνήθηκαν μεταξύ τους έως ότου το αρμόδιο δικαστήριο που έχει δικαιοδοσία επί της διαφοράς επιβάλει τη λήψη προσωρινών μέτρων, ή εκδώσει απόφαση, ή έως τη λήξη του λόγω μέτρου.

10.   Οι διατάξεις περί κοινοποίησης της παραγράφου 5 εφαρμόζονται κατ’ αναλογία στα προσωρινά μέτρα που εφαρμόζονται σύμφωνα με την παράγραφο 7 ή επιβάλλονται σύμφωνα με την παράγραφο 9 ή σε οποιαδήποτε απόφαση του αρμόδιου δικαστηρίου στο οποίο παραπέμφθηκε η διαφορά.

11.   Το αρμόδιο δικαστήριο ή η ειδική επιτροπή στην οποία παραπέμφθηκε η διαφορά σύμφωνα με το παρόν άρθρο εφαρμόζει τις σχετικές διατάξεις της παρούσας σύμβασης, της σύμβασης του 1982, της συμφωνίας του 1995, γενικώς παραδεκτά πρότυπα για τη διατήρηση και διαχείριση των έμβιων πόρων και άλλους κανόνες του διεθνούς δικαίου που είναι συμβατοί με την παρούσα σύμβαση με σκοπό την επίτευξη του στόχου της παρούσας σύμβασης.

12.   Καμία διάταξη της παρούσας σύμβασης δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως επιχείρημα ή να ερμηνευθεί ότι αποτρέπει ένα συμβαλλόμενο μέρος που εμπλέκεται σε διαφορά, ως συμβαλλόμενο κράτος της σύμβασης του 1982, να παραπέμψει τη διαφορά σε υποχρεωτική διαδικασία που συνεπάγεται τη λήψη δεσμευτικών αποφάσεων κατά άλλου συμβαλλόμενου κράτους σύμφωνα με το τμήμα 2 του μέρους XV της σύμβασης του 1982, ή ως συμβαλλόμενο κράτος της συμφωνίας του 1995 να παραπέμψει τη διαφορά σε υποχρεωτικές διαδικασίες που συνεπάγονται τη λήψη δεσμευτικών αποφάσεων κατά άλλου συμβαλλόμενου κράτους σύμφωνα με το άρθρο 30 της συμφωνίας του 1995.

Άρθρο XVI

Συνεργασία με μη συμβαλλόμενα μέρη

1.   Εάν ένα σκάφος που έχει δικαίωμα να φέρει τη σημαία μη συμβαλλόμενου μέρους ασκεί αλιευτικές δραστηριότητες στη ζώνη διακανονισμού, η επιτροπή ζητεί από το κράτος σημαίας να συνεργαστεί στενά με την οργάνωση είτε ως συμβαλλόμενο μέρος είτε αποδεχόμενο να εφαρμόσει τα μέτρα διατήρησης και διαχείρισης που εγκρίνει η επιτροπή.

2.   Τα συμβαλλόμενα μέρη:

α)

ανταλλάσσουν πληροφορίες για τις αλιευτικές δραστηριότητες, στη ζώνη διακανονισμού, σκαφών που έχουν δικαίωμα να φέρουν τη σημαία μη συμβαλλόμενου μέρους και για κάθε δράση που έχουν αναλάβει όσον αφορά τις εν λόγω αλιευτικές δραστηριότητες·

β)

λαμβάνουν μέτρα σύμφωνα με την παρούσα σύμβαση και το διεθνές δίκαιο προκειμένου να αποτρέψουν τις αλιευτικές δραστηριότητες σκαφών που έχουν δικαίωμα να φέρουν τη σημαία μη συμβαλλόμενου μέρους οι οποίες υπονομεύουν την αποτελεσματικότητα των μέτρων διατήρησης και διαχείρισης που εγκρίνει η επιτροπή·

γ)

παρέχουν συμβουλές σε κάθε μη συμβαλλόμενο μέρος της παρούσας σύμβασης για τυχόν αλιευτικές δραστηριότητες των υπηκόων του ή σκαφών που έχουν το δικαίωμα να φέρουν τη σημαία του οι οποίες υπονομεύουν την αποτελεσματικότητα των μέτρων διατήρησης και διαχείρισης που εγκρίνει η επιτροπή· και

δ)

επιδιώκουν τη συνεργασία με κάθε μη συμβαλλόμενο μέρος που έχει εντοπιστεί ότι εισάγει, εξάγει ή επανεξάγει αλιευτικά προϊόντα προερχόμενα από αλιευτικές δραστηριότητες εντός της ζώνης που διέπεται από τη σύμβαση.

Άρθρο XVII

Συνεργασία με άλλους οργανισμούς

Η Οργάνωση:

α)

συνεργάζεται, όπου κρίνεται σκόπιμο, επί θεμάτων αμοιβαίου ενδιαφέροντος, με τον Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών, με άλλα εξειδικευμένα όργανα των Ηνωμένων Εθνών και με άλλους σχετικούς οργανισμούς·

β)

επιδιώκει να αναπτύξει συνεργατικές εργασιακές σχέσεις και συνάπτει συμφωνίες για τον σκοπό αυτό με διακυβερνητικούς οργανισμούς που μπορούν να συμβάλουν στο έργο της και έχουν δυνατότητα διασφάλισης της μακροπρόθεσμης διατήρησης και βιώσιμης χρήσης των έμβιων πόρων και των οικοσυστημάτων τους. Η Οργάνωση καλεί τους εν λόγω οργανισμούς να στέλνουν παρατηρητές στις συνεδριάσεις της ή στις συνεδριάσεις των επικουρικών της οργάνων· επιδιώκει επίσης να συμμετέχει στις συνεδριάσεις των εν λόγω οργανισμών εφόσον το κρίνει σκόπιμο· και

γ)

συνεργάζεται με άλλους σχετικούς περιφερειακούς οργανισμούς διαχείρισης της αλιείας λαμβάνοντας υπό σημείωση τα δικά τους μέτρα διατήρησης και διαχείρισης.

Άρθρο XVIII

Επανεξέταση

Η επιτροπή, σε τακτά διαστήματα, προβαίνει σε επανεξέταση και εκτιμήσεις της καταλληλότητας των διατάξεων της παρούσας σύμβασης και, εάν κριθεί αναγκαίο, προτείνει μέσα ενίσχυσης της ουσίας και των μεθόδων εφαρμογής τους προκειμένου να αντιμετωπιστούν τυχόν προβλήματα στην επίτευξη του στόχου της παρούσας σύμβασης.

Άρθρο XIX

Παραρτήματα

Τα παραρτήματα αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της παρούσας σύμβασης και εκτός αντιθέτων ρητών διατάξεων η αναφορά στην παρούσα σύμβαση συμπεριλαμβάνει αναφορά στα παραρτήματα.

Άρθρο XX

Καλή πίστη και κατάχρηση δικαιώματος

Τα συμβαλλόμενα μέρη εκπληρώνουν καλή τη πίστει τις υποχρεώσεις που ανέλαβαν βάσει της παρούσας σύμβασης και ασκούν τα δικαιώματα που αναγνωρίζονται στην παρούσα σύμβαση κατά τρόπο ο οποίος δεν συνιστά κατάχρηση δικαιώματος.

Άρθρο XXI

Σχέση με άλλες συμφωνίες

1.   Η παρούσα σύμβαση δεν θίγει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των συμβαλλομένων μερών που προκύπτουν από άλλες συμφωνίες οι οποίες είναι σύμφωνες με την παρούσα σύμβαση και δεν θίγουν την άσκηση από άλλα συμβαλλόμενα μέρη των δικαιωμάτων τους ή την εκτέλεση των υποχρεώσεών τους βάσει της παρούσας σύμβασης.

2.   Καμία διάταξη της παρούσας σύμβασης δεν θίγει τα δικαιώματα, τη δικαιοδοσία και τα καθήκοντα των συμβαλλομένων μερών βάσει της σύμβασης του 1982 και της συμφωνίας του 1995. Η παρούσα συμφωνία ερμηνεύεται και εφαρμόζεται στο πνεύμα της σύμβασης του 1982 και της συμφωνίας του 1995 και σύμφωνα προς αυτές.

Άρθρο XXII

Τροποποιήσεις της σύμβασης

1.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος είναι δυνατόν να προτείνει τροποποιήσεις της παρούσας σύμβασης, οι οποίες εξετάζονται και διεκπεραιώνονται από την επιτροπή στην ετήσια συνεδρίασή της ή σε ειδική συνεδρίαση. Κάθε πρόταση αποστέλλεται στον εκτελεστικό γραμματέα τουλάχιστον ενενήντα ημέρες πριν από τη συνεδρίαση κατά την οποία προτείνεται να διεκπεραιωθεί και ο εκτελεστικός γραμματέας διαβιβάζει την πρόταση αμέσως σε όλα τα συμβαλλόμενα μέρη.

2.   Η έγκριση προτεινόμενης τροποποίησης απαιτεί πλειοψηφία τριών τετάρτων των ψήφων όλων των συμβαλλομένων μερών. Το κείμενο κάθε τροποποίησης που εγκρίνεται με αυτό τον τρόπο διαβιβάζεται από τον θεματοφύλακα σε καθένα από τα συμβαλλόμενα μέρη.

3.   Η τροποποίηση αρχίζει να ισχύει για όλα τα συμβαλλόμενα μέρη εκατόν είκοσι ημέρες μετά την ημερομηνία διαβίβασης που προσδιορίζεται στην κοινοποίηση από τον θεματοφύλακα ο οποίος παραλαμβάνει τη γραπτή κοινοποίηση της έγκρισης από τα τρία τέταρτα όλων των συμβαλλομένων μερών, εκτός εάν εντός ενενήντα ημερών από την ημερομηνία διαβίβασης που προσδιορίζεται στην κοινοποίηση της εν λόγω παραλαβής από τον θεματοφύλακα άλλο συμβαλλόμενο μέρος κοινοποιήσει στον θεματοφύλακα την υποβολή ένστασης κατά της τροποποίησης, περίπτωση κατά την οποία η τροποποίηση δεν ισχύει για κανένα συμβαλλόμενο μέρος. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος που έχει υποβάλει ένσταση κατά τροποποίησης μπορεί ανά πάσα στιγμή να αποσύρει την εν λόγω ένσταση. Εάν όλες οι ενστάσεις κατά τροποποίησης που έχει εγκριθεί από τα τρία τέταρτα του συνόλου των συμβαλλομένων μερών αποσυρθούν, η τροποποίηση αρχίζει να ισχύει για όλα τα συμβαλλόμενα μέρη εκατόν είκοσι ημέρες μετά την ημερομηνία διαβίβασης που προσδιορίζεται στην κοινοποίηση της παραλαβής της τελευταίας απόσυρσης από τον θεματοφύλακα.

4.   Κάθε μέρος που καθίσταται συμβαλλόμενο μέρος της σύμβασης ύστερα από τροποποίηση που έχει εγκριθεί σύμφωνα με την παράγραφο 2 θεωρείται ότι έχει εγκρίνει την εν λόγω τροποποίηση.

5.   Ο θεματοφύλακας κοινοποιεί αμελλητί σε όλα τα συμβαλλόμενα μέρη τη λήψη των κοινοποιήσεων έγκρισης των τροποποιήσεων, τη λήψη των κοινοποιήσεων των ενστάσεων ή της ανάκλησης των ενστάσεων, καθώς και την έναρξη ισχύος των τροποποιήσεων.

6.   Κατά παρέκκλιση των παραγράφων 1 έως 5, η επιτροπή μπορεί με πλειοψηφία δύο τρίτων των ψήφων όλων των συμβαλλομένων μερών:

α)

λαμβάνοντας υπόψη τις γνωμοδοτήσεις του επιστημονικού συμβουλίου, εάν θεωρεί ότι είναι αναγκαίο για διαχειριστικούς σκοπούς, να διαιρέσει τη ζώνη διακανονισμού σε επιστημονικές και στατιστικές υποζώνες, διαιρέσεις και υποδιαιρέσεις διακανονισμού, κατά περίπτωση. Τα όρια των εν λόγω υποζωνών, διαιρέσεων ή υποδιαιρέσεων παρατίθενται στο παράρτημα Ι·

β)

κατόπιν αιτήματος του επιστημονικού συμβουλίου, εάν αυτό κρίνει ότι είναι αναγκαίο για διαχειριστικούς, επιστημονικούς ή στατιστικούς σκοπούς, να τροποποιήσει τα όρια των επιστημονικών και στατιστικών υποζωνών, διαιρέσεων και υποδιαιρέσεων που παρατίθενται στο παράρτημα I, υπό τον όρο ότι κάθε επηρεαζόμενο παράκτιο κράτος συμφωνεί με την εν λόγω δράση.».

Άρθρο 4

Το άρθρο XXII λαμβάνει τη νέα αρίθμηση XXIII.

Άρθρο 5

Το άρθρο XXIII διαγράφεται.

Άρθρο 6

Τα άρθρα XXIV και XXV διαγράφονται και αντικαθίστανται από τα ακόλουθα νέα άρθρα:

«Άρθρο XXIV

Καταγγελία

1.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να καταγγείλει την παρούσα σύμβαση με γραπτή κοινοποίηση στον θεματοφύλακα έως και τις 30 Ιουνίου κάθε έτους. Η καταγγελία παράγει αποτελέσματα από τις 31 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους. Ο θεματοφύλακας την κοινοποιεί χωρίς καθυστέρηση σε όλα τα άλλα συμβαλλόμενα μέρη.

2.   Κάθε άλλο συμβαλλόμενο μέρος μπορεί στη συνέχεια με γραπτή κοινοποίηση στον θεματοφύλακα, το αργότερο εντός τριάντα ημερών μετά την κοινοποίηση σύμφωνα με την παράγραφο 1, να καταγγείλει επίσης τη σύμβαση, καταγγελία η οποία παράγει αποτελέσματα από τις 31 Δεκεμβρίου του εν λόγω έτους. Ο θεματοφύλακας την κοινοποιεί χωρίς καθυστέρηση σε όλα τα άλλα συμβαλλόμενα μέρη.

Άρθρο XXV

Καταχώριση

1.   Το πρωτότυπο της παρούσας σύμβασης κατατίθεται στην κυβέρνηση του Καναδά, η οποία διαβιβάζει επικυρωμένα αντίγραφα σε όλους τους υπογράφοντες και σε όλα τα συμβαλλόμενα μέρη.

2.   Ο θεματοφύλακας καταχωρίζει την παρούσα σύμβαση και κάθε τροποποίησή της στη Γραμματεία των Ηνωμένων Εθνών.».

Άρθρο 7

Τα παραρτήματα I – II διαγράφονται.

Άρθρο 8

Το παράρτημα III διαγράφεται και αντικαθίσταται από τα ακόλουθα δύο παραρτήματα:

«

Παράρτημα I της σύμβασης

Επιστημονικές και στατιστικές υποζώνες, διαιρέσεις και υποδιαιρέσεις

Οι επιστημονικές και στατιστικές υποζώνες, διαιρέσεις και υποδιαιρέσεις που προβλέπονται στο άρθρο IV της παρούσας σύμβασης είναι οι ακόλουθες:

1.α)   Υποζώνη 0

Πρόκειται για το τμήμα της ζώνης που διέπεται από τη σύμβαση το οποίο οριοθετείται νότια από γραμμή που εκτείνεται κατευθείαν ανατολικά από σημείο που βρίσκεται σε 61° 00′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους και 65° 00′ δυτικού γεωγραφικού μήκους, μέχρι σημείου που βρίσκεται σε 61° 00′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους και 59° 00′ δυτικού γεωγραφικού μήκους· κατόπιν, με κατεύθυνση νοτιοανατολικά κατά μήκος λοξοδρομικής γραμμής μέχρι σημείου που βρίσκεται σε 60° 12′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους και 57° 13′ δυτικού γεωγραφικού μήκους· κατόπιν οριοθετείται ανατολικά από σειρά γεωδαιτικών γραμμών που ενώνουν τα ακόλουθα σημεία:

Σημείο αριθ.

Γεωγραφικό πλάτος

Γεωγραφικό μήκος

1

60° 12,0′

57° 13,0′

2

61° 00,0′

57° 13,1′

3

62° 00,5′

57° 21,1′

4

62° 02,3′

57° 21,8′

5

62° 03,5′

57° 22,2′

6

62° 11,5′

57° 25,4′

7

62° 47,2′

57° 41,0′

8

63° 22,8′

57° 57,4′

9

63° 28,6′

57° 59,7′

10

63° 35,0′

58° 02,0′

11

63° 37,2′

58° 01,2′

12

63° 44,1′

57° 58,8′

13

63° 50,1′

57° 57,2′

14

63° 52,6′

57° 56,6′

15

63° 57,4′

57° 53,5′

16

64° 04,3′

57° 49,1′

17

64° 12,2′

57° 48,2′

18

65° 06,0′

57° 44,1′

19

65° 08,9′

57° 43,9′

20

65° 11,6′

57° 44,4′

21

65° 14,5′

57° 45,1′

22

65° 18,1′

57° 45,8′

23

65° 23,3′

57° 44,9′

24

65° 34,8′

57° 42,3′

25

65° 37,7′

57° 41,9′

26

65° 50,9′

57° 40,7′

27

65° 51,7′

57° 40,6′

28

65° 57,6′

57° 40,1′

29

66° 03,5′

57° 39,6′

30

66° 12,9′

57° 38,2′

31

66° 18,8′

57° 37,8′

32

66° 24,6′

57° 37,8′

33

66° 30,3′

57° 38,3′

34

66° 36,1′

57° 39,2′

35

66° 37,9′

57° 39,6′

36

66° 41,8′

57° 40,6′

37

66° 49,5′

57° 43,0′

38

67° 21,6′

57° 52,7′

39

67° 27,3′

57° 54,9′

40

67° 28,3′

57° 55,3′

41

67° 29,1′

57° 56,1′

42

67° 30,7′

57° 57,8′

43

67° 35,3′

58° 02,2′

44

67° 39,7′

58° 06,2′

45

67° 44,2′

58° 09,9′

46

67° 56,9′

58° 19,8′

47

68° 01,8′

58° 23,3′

48

68° 04,3′

58° 25,0′

49

68° 06,8′

58° 26,7′

50

68° 07,5′

58° 27,2′

51

68° 16,1′

58° 34,1′

52

68° 21,7′

58° 39,0′

53

68° 25,3′

58° 42,4′

54

68° 32,9′

59° 01,8′

55

68° 34,0′

59° 04,6′

56

68° 37,9′

59° 14,3′

57

68° 38,0′

59° 14,6′

58

68° 56,8′

60° 02,4′

59

69° 00,8′

60° 09,0′

60

69° 06,8′

60° 18,5′

61

69° 10,3′

60° 23,8′

62

69° 12,8′

60° 27,5′

63

69° 29,4′

60° 51,6′

64

69° 49,8′

60° 58,2′

65

69° 55,3′

60° 59,6′

66

69° 55,8′

61° 00,0′

67

70° 01,6′

61° 04,2′

68

70° 07,5′

61° 08,1′

69

70° 08,8′

61° 08,8′

70

70° 13,4′

61° 10,6′

71

70° 33,1′

61° 17,4′

72

70° 35,6′

61° 20,6′

73

70° 48,2′

61° 37,9′

74

70° 51,8′

61° 42,7′

75

71° 12,1′

62° 09,1′

76

71° 18,9′

62° 17,5′

77

71° 25,9′

62° 25,5′

78

71° 29,4′

62° 29,3′

79

71° 31,8′

62° 32,0′

80

71° 32,9′

62° 33,5′

81

71° 44,7′

62° 49,6′

82

71° 47,3′

62° 53,1′

83

71° 52,9′

63° 03,9′

84

72° 01,7′

63° 21,1′

85

72° 06,4′

63° 30,9′

86

72° 11,0′

63° 41,0′

87

72° 24,8′

64° 13,2′

88

72° 30,5′

64° 26,1′

89

72° 36,3′

64° 38,8′

90

72° 43,7′

64° 54,3′

91

72° 45,7′

64° 58,4′

92

72° 47,7′

65° 00,9′

93

72° 50,8′

65° 07,6′

94

73° 18,5′

66° 08,3′

95

73° 25,9′

66° 25,3′

96

73° 31,1′

67° 15,1′

97

73° 36,5′

68° 05,5′

98

73° 37,9′

68° 12,3′

99

73° 41,7′

68° 29,4′

100

73° 46,1′

68° 48,5′

101

73° 46,7′

68° 51,1′

102

73° 52,3′

69° 11,3′

103

73° 57,6′

69° 31,5′

104

74° 02,2′

69° 50,3′

105

74° 02,6′

69° 52,0′

106

74° 06,1′

70° 06,6′

107

74° 07,5′

70° 12,5′

108

74° 10,0′

70° 23,1′

109

74° 12,5′

70° 33,7′

110

74° 24,0′

71° 25,7′

111

74° 28,6′

71° 45,8′

112

74° 44,2′

72° 53,0′

113

74° 50,6′

73° 02,8′

114

75° 00,0′

73° 16,3′

115

75° 05′

73° 30′

και κατόπιν κατευθείαν βόρεια έως τον παράλληλο που βρίσκεται σε 78° 10′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους· και δυτικά οριοθετείται από γραμμή που αρχίζει σε 61° 00′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους και 65° 00′ δυτικού γεωγραφικού μήκους και εκτείνεται με κατεύθυνση βορειοδυτικά κατά μήκος λοξοδρομικής γραμμής έως τις ακτές της νήσου Baffin στο East Bluff (σε 61° 55′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους και 66° 20′ δυτικού γεωγραφικού μήκους)· και κατόπιν με κατεύθυνση βόρεια κατά μήκος των ακτών των νήσων Baffin, Bylot, Devon και Ellesmere, ακολουθώντας τον μεσημβρινό που βρίσκεται σε 80° δυτικού γεωγραφικού μήκους στα ύδατα μεταξύ των νήσων αυτών έως 78° 10′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους· και οριοθετείται βόρεια από τον παράλληλο που βρίσκεται σε 78° 10′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους.

1.β)   Η υποζώνη 0 περιλαμβάνει δύο διαιρέσεις:

 

Διαίρεση 0–A

Πρόκειται για το τμήμα της υποζώνης που εκτείνεται βορείως του παραλλήλου που βρίσκεται σε 66° 15′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους·

 

Διαίρεση 0–B

Πρόκειται για το τμήμα της υποζώνης που εκτείνεται νοτίως του παραλλήλου που βρίσκεται σε 66° 15′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους.

2.α)   Υποζώνη 1

Πρόκειται για το τμήμα της ζώνης που διέπεται από τη σύμβαση το οποίο εκτείνεται ανατολικά της υποζώνης 0 και βορειοανατολικά λοξοδρομικής γραμμής η οποία ενώνει σημείο που βρίσκεται σε 60° 12′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους και 57° 13′ δυτικού γεωγραφικού μήκους με σημείο που βρίσκεται σε 52° 15′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους και 42° 00′ δυτικού γεωγραφικού μήκους.

2.β)   Η υποζώνη 1 περιλαμβάνει έξι διαιρέσεις:

 

Διαίρεση 1A

Πρόκειται για το τμήμα της υποζώνης που εκτείνεται βορείως του παραλλήλου που βρίσκεται σε 68° 50′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους (Qasigiannguit)·

 

Διαίρεση 1B

Πρόκειται για το τμήμα της υποζώνης που εκτείνεται μεταξύ του παραλλήλου που βρίσκεται σε 66° 15′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους (περίπου 5 ναυτικά μίλια βορείως του Umanarsugssuak) και του παραλλήλου που βρίσκεται σε 68° 50′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους (Qasigiannguit)·

 

Διαίρεση 1C

Πρόκειται για το τμήμα της υποζώνης που εκτείνεται μεταξύ του παραλλήλου που βρίσκεται σε 64° 15′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους (περίπου 4 ναυτικά μίλια βορείως του Nuuk) και του παραλλήλου που βρίσκεται σε 66° 15′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους (περίπου 5 ναυτικά μίλια βορείως του Umanarsugssuak)·

 

Διαίρεση 1D

Πρόκειται για το τμήμα της υποζώνης που εκτείνεται μεταξύ του παραλλήλου που βρίσκεται σε 62° 30′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους (Paamiut Glacier) και του παραλλήλου που βρίσκεται σε 64° 15′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους (περίπου 4 ναυτικά μίλια βορείως του Nuuk)·

 

Διαίρεση 1E

Πρόκειται για το τμήμα της υποζώνης που εκτείνεται μεταξύ του παραλλήλου που βρίσκεται σε 60° 45′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους (Cape Desolation) και του παραλλήλου που βρίσκεται σε 62° 30′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους (Paamiut Glacier)·

 

Διαίρεση 1F

Πρόκειται για το τμήμα της υποζώνης που εκτείνεται νοτίως του παραλλήλου που βρίσκεται σε 60° 45′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους (Cape Desolation).

3.α)   Υποζώνη 2

Πρόκειται για το τμήμα της ζώνης που διέπεται από τη σύμβαση το οποίο εκτείνεται ανατολικά του μεσημβρινού που βρίσκεται σε 64° 30′ δυτικού γεωγραφικού μήκους στην περιοχή του Hudson Strait, νοτίως της υποζώνης 0, νοτιοδυτικά της υποζώνης 1 και βορείως του παραλλήλου που βρίσκεται σε 52° 15′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους.

3.β)   Η υποζώνη 2 περιλαμβάνει τρεις διαιρέσεις:

 

Διαίρεση 2G

Πρόκειται για το τμήμα της υποζώνης που εκτείνεται βορείως του παραλλήλου που βρίσκεται σε 57° 40′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους (Cape Mugford)·

 

Διαίρεση 2H

Πρόκειται για το τμήμα της υποζώνης που εκτείνεται μεταξύ του παραλλήλου που βρίσκεται σε 55° 20′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους (Hopedale) και του παραλλήλου που βρίσκεται σε 57° 40′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους (Cape Mugford)·

 

Διαίρεση 2J

Πρόκειται για το τμήμα της υποζώνης που εκτείνεται νοτίως του παραλλήλου που βρίσκεται σε 55° 20′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους (Hopedale).

4.α)   Υποζώνη 3

Πρόκειται για το τμήμα της ζώνης που διέπεται από τη σύμβαση το οποίο εκτείνεται νοτίως του παραλλήλου που βρίσκεται σε 52° 15′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους και ανατολικά γραμμής η οποία εκτείνεται κατευθείαν βόρεια από το Cape Bauld στις βόρειες ακτές του Newfoundland έως 52° 15′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους· βορείως του παραλλήλου που βρίσκεται σε 39° 00′· και βορειοανατολικά λοξοδρομικής γραμμής που αρχίζει σε 39° 00′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους και 50° 00′ δυτικού γεωγραφικού μήκους και εκτείνεται με κατεύθυνση βορειοδυτικά διερχόμενη από σημείο που βρίσκεται σε 43° 30′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους και 55° 00′ δυτικού γεωγραφικού μήκους προς την κατεύθυνση σημείου που βρίσκεται σε 47° 50′ βορείου γεωγραφικού πλάτους και 60° 00′ δυτικού γεωγραφικού μήκους έως ότου συναντήσει ευθεία γραμμή που συνδέει το Cape Ray που βρίσκεται σε 47° 37,0′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους και 59° 18,0′ δυτικού γεωγραφικού μήκους στις ακτές της Newfoundland με το Cape North που βρίσκεται σε 47° 02,0′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους και 60° 25,0′ δυτικού γεωγραφικού μήκους επί της νήσου Cape Breton· από εκεί προς βορειοανατολική κατεύθυνση κατά μήκος της εν λόγω γραμμής έως το Cape Ray που βρίσκεται σε 47° 37,0′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους και 59° 18,0′ δυτικού γεωγραφικού μήκους.

4.β)   Η υποζώνη 3 περιλαμβάνει έξι διαιρέσεις:

 

Διαίρεση 3K

Πρόκειται για το τμήμα της υποζώνης που εκτείνεται βορείως του παραλλήλου που βρίσκεται σε 49° 15′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους (Cape Freels, Newfoundland)·

 

Διαίρεση 3L

Πρόκειται για το τμήμα της υποζώνης που εκτείνεται μεταξύ των ακτών του Newfoundland από το Cape Freels έως το Cape St. Mary και μιας γραμμής η οποία οριοθετείται ως εξής: αρχίζει από το Cape Freels, προχωρεί κατευθείαν ανατολικά έως το μεσημβρινό που βρίσκεται σε 46° 30′ δυτικού γεωγραφικού μήκους, συνεχίζει κατευθείαν νότια έως τον παράλληλο που βρίσκεται σε 46° 00′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους, κατευθύνεται στη συνέχεια δυτικά έως τον μεσημβρινό που βρίσκεται σε 54° 30′ δυτικού γεωγραφικού μήκους και κατόπιν κατά μήκος λοξοδρομικής γραμμής έως το Cape St. Mary του Newfoundland.

 

Διαίρεση 3M

Πρόκειται για το τμήμα της υποζώνης που εκτείνεται νοτίως του παραλλήλου που βρίσκεται σε 49° 15′ βορείου γεωγραφικού πλάτους και ανατολικά του μεσημβρινού που βρίσκεται σε 46° 30′ δυτικού γεωγραφικού μήκους·

 

Διαίρεση 3N

Πρόκειται για το τμήμα της υποζώνης που εκτείνεται νοτίως του παραλλήλου που βρίσκεται σε 46° 00′ βορείου γεωγραφικού πλάτους και μεταξύ του μεσημβρινού που βρίσκεται σε 46° 30′ δυτικού γεωγραφικού μήκους και του μεσημβρινού που βρίσκεται σε 51° 00′ δυτικού γεωγραφικού μήκους·

 

Διαίρεση 3O

Πρόκειται για το τμήμα της υποζώνης που εκτείνεται νοτίως του παραλλήλου που βρίσκεται σε 46° 00′ βορείου γεωγραφικού πλάτους και μεταξύ του μεσημβρινού που βρίσκεται σε 51° 00′ δυτικού γεωγραφικού μήκους και του μεσημβρινού που βρίσκεται σε 54° 30′ δυτικού γεωγραφικού μήκους·

 

Διαίρεση 3P

Πρόκειται για το τμήμα της υποζώνης που εκτείνεται νοτίως των ακτών του Newfoundland και δυτικά γραμμής που αρχίζει από το Cape St. Mary στο Newfoundland και προχωρεί έως ένα σημείο που βρίσκεται σε 46° 00′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους και 54° 30′ δυτικού γεωγραφικού μήκους, για να συνεχίσει κατευθείαν νότια και να καταλήξει στα όρια της υποζώνης·

Η διαίρεση 3P περιλαμβάνει δύο υποδιαιρέσεις:

 

3Pn — Βορειοδυτική υποδιαίρεση — Πρόκειται για το τμήμα της διαίρεσης 3P που εκτείνεται βορειοδυτικά μιας γραμμής που εκτείνεται από σημείο που βρίσκεται σε 47° 30,7′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους και 57° 43,2′ δυτικού γεωγραφικού μήκους στο Newfoundland, περίπου νοτιοδυτικά έως ένα σημείο που βρίσκεται σε 46° 50,7′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους και 58° 49,0′ δυτικού γεωγραφικού μήκους·

 

3Ps – Νοτιανατολική υποδιαίρεση – Πρόκειται για το τμήμα της διαίρεσης 3P που εκτείνεται νοτιοανατολικά της γραμμής που χαράσσεται για την υποδιαίρεση 3Pn.

5.α)   Υποζώνη 4

Πρόκειται για το τμήμα της ζώνης που διέπεται από τη σύμβαση το οποίο εκτείνεται βορείως του παραλλήλου που βρίσκεται σε 39° 00′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους, δυτικά της υποζώνης 3 και ανατολικά γραμμής που χαράσσεται ως εξής:

αρχίζει από το σημείο στο οποίο καταλήγουν τα διεθνή σύνορα μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και Καναδά στο Grand Manan Channel, σε σημείο που βρίσκεται σε 44° 46′ 35,346′′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους και 66° 54′ 11,253′′ δυτικού γεωγραφικού μήκους· κατόπιν κατευθείαν νότια έως τον παράλληλο που βρίσκεται σε 43° 50′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους· από εκεί κατευθείαν δυτικά έως τον μεσημβρινό που βρίσκεται σε 67° 24′ 27,24′′ δυτικού γεωγραφικού μήκους· κατόπιν κατά μήκος γεωδαιτικής γραμμής με νοτιοδυτική κατεύθυνση έως ένα σημείο που βρίσκεται σε 42° 53′ 14′′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους και 67° 44′ 35′′ δυτικού γεωγραφικού μήκους· κατόπιν κατά μήκος γεωδαιτικής γραμμής με νοτιοανατολική κατεύθυνση έως ένα σημείο που βρίσκεται σε 42° 31′ 08′′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους και 67° 28′ 05′′ δυτικού γεωγραφικού μήκους· κατόπιν κατά μήκος γεωδαιτικής γραμμής έως ένα σημείο που βρίσκεται σε 42° 20′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους και 67° 18′ 13,15′′ δυτικού γεωγραφικού μήκους·

στη συνέχεια κατευθείαν ανατολικά έως ένα σημείο που βρίσκεται σε 66° 00′ δυτικού γεωγραφικού μήκους· κατόπιν κατά μήκος λοξοδρομικής γραμμής με κατεύθυνση νοτιοανατολικά έως ένα σημείο που βρίσκεται σε 42° 00′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους και 65° 40′ δυτικού γεωγραφικού μήκους και στη συνέχεια κατευθείαν νότια έως τον παράλληλο που βρίσκεται σε 39° 00′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους.

5.β)   Η υποζώνη 4 περιλαμβάνει έξι διαιρέσεις:

 

Διαίρεση 4R

Πρόκειται για το τμήμα της υποζώνης που εκτείνεται μεταξύ των ακτών του Newfoundland, από το Cape Bauld έως το Cape Ray, και μιας γραμμής που χαράσσεται ως εξής: αρχίζει από το Cape Bauld και προχωρεί κατευθείαν βόρεια έως τον παράλληλο που βρίσκεται σε 52° 15′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους, κατόπιν κατευθείαν δυτικά έως τις ακτές του Λαμπραντόρ, στη συνέχεια κατά μήκος των ακτών του Λαμπραντόρ έως το σημείο στο οποίο καταλήγουν τα σύνορα Λαμπραντόρ-Κεμπέκ, κατόπιν κατά μήκος λοξοδρομικής γραμμής με κατεύθυνση νοτιοδυτικά έως ένα σημείο που βρίσκεται σε 49° 25′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους και 60° 00′ δυτικού γεωγραφικού μήκους, κατόπιν κατευθείαν νότια έως ένα σημείο που βρίσκεται σε 47° 50′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους και 60° 00′ δυτικού γεωγραφικού μήκους, κατόπιν κατά μήκος λοξοδρομικής γραμμής με νοτιοανατολική κατεύθυνση έως το σημείο στο οποίο τα όρια της υποζώνης 3 τέμνουν την ευθεία γραμμή που ενώνει το Cape North της Nova Scotia με το Cape Ray του Newfoundland· και από εκεί έως το Cape Ray στο Newfoundland·

 

Διαίρεση 4S

Πρόκειται για το τμήμα της υποζώνης που εκτείνεται μεταξύ της νότιας ακτής του Κεμπέκ, από το σημείο στο οποίο καταλήγουν τα σύνορα Λαμπραντόρ-Κεμπέκ έως το Pte. des Monts και μιας γραμμής που χαράσσεται ως εξής: αρχίζει από το Pte. des Monts, προχωρεί κατευθείαν ανατολικά έως ένα σημείο που βρίσκεται σε 49° 25′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους και 64° 40′ δυτικού γεωγραφικού μήκους, κατόπιν κατά μήκος λοξοδρομικής γραμμής με νοτιοανατολική κατεύθυνση έως ένα σημείο που βρίσκεται σε 47° 50′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους και 60° 00′ δυτικού γεωγραφικού μήκους, στη συνέχεια κατευθείαν βόρεια έως ένα σημείο που βρίσκεται σε 49° 25′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους και 60° 00′ δυτικού γεωγραφικού μήκους, κατόπιν κατά μήκος λοξοδρομικής γραμμής με βορειοανατολική κατεύθυνση έως το σημείο στο οποίο καταλήγουν τα σύνορα Λαμπραντόρ-Κεμπέκ·

 

Διαίρεση 4T

Πρόκειται για το τμήμα της υποζώνης που εκτείνεται μεταξύ των ακτών των Nova Scotia, New Brunswick και Κεμπέκ από το Cape North έως το Pte. des Monts, και μιας γραμμής η οποία χαράσσεται ως εξής: αρχίζει στο Pte. des Monts, κατόπιν προχωρεί κατευθείαν ανατολικά έως ένα σημείο που βρίσκεται σε 49° 25′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους και 64° 40′ δυτικού γεωγραφικού μήκους, κατόπιν κατά μήκος λοξοδρομικής γραμμής με νοτιοανατολική κατεύθυνση έως ένα σημείο που βρίσκεται σε 47° 50′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους και 60° 00′ δυτικού γεωγραφικού μήκους, και στη συνέχεια κατά μήκος λοξοδρομικής γραμμής με νότια κατεύθυνση έως το Cape North της Nova Scotia·

 

Διαίρεση 4V

Πρόκειται για το τμήμα της υποζώνης που εκτείνεται μεταξύ των ακτών της Nova Scotia, μεταξύ του Cape North και του Fourchu, και μιας γραμμής που χαράσσεται ως εξής: αρχίζει από το Fourchu, συνεχίζει κατά μήκος λοξοδρομικής γραμμής με ανατολική κατεύθυνση έως ένα σημείο που βρίσκεται σε 45° 40′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους και 60° 00′ δυτικού γεωγραφικού μήκους, κατόπιν προχωρεί κατευθείαν νότια κατά μήκος του μεσημβρινού που βρίσκεται σε 60° 00′ δυτικού γεωγραφικού μήκους έως τον παράλληλο που βρίσκεται σε 44° 10′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους, κατόπιν κατευθείαν ανατολικά έως τον μεσημβρινό που βρίσκεται σε 59° 00′ δυτικού γεωγραφικού μήκους, κατόπιν κατευθείαν νότια έως τον παράλληλο που βρίσκεται σε 39° 00′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους, κατόπιν κατευθείαν ανατολικά έως ένα σημείο όπου τα όρια μεταξύ των υποζωνών 3 και 4 συναντούν τον παράλληλο που βρίσκεται σε 39° 00′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους, κατόπιν κατά μήκος των ορίων μεταξύ των υποζωνών 3 και 4 και μιας γραμμής που συνεχίζει με βορειοδυτική κατεύθυνση έως ένα σημείο που βρίσκεται σε 47° 50′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους και 60° 00′ δυτικού γεωγραφικού μήκους, και κατόπιν κατά μήκος λοξοδρομικής γραμμής με νότια κατεύθυνση έως το Cape North της Nova Scotia·

Η διαίρεση 4V περιλαμβάνει δύο υποδιαιρέσεις:

 

4Vn — Βόρεια υποδιαίρεση — Πρόκειται για το τμήμα της διαίρεσης 4V που εκτείνεται βορείως του παραλλήλου που βρίσκεται σε 45° 40′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους·

 

4Vs — Νότια υποδιαίρεση — Πρόκειται για το τμήμα της διαίρεσης 4V που εκτείνεται νοτίως του παραλλήλου που βρίσκεται σε 45° 40′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους.

 

Διαίρεση 4W

Πρόκειται για το τμήμα της υποζώνης που εκτείνεται μεταξύ των ακτών της Nova Scotia, από το Halifax έως το Fourchu, και μιας γραμμής που χαράσσεται ως εξής: αρχίζει από το Fourchu, προχωρεί κατά μήκος λοξοδρομικής γραμμής με ανατολική κατεύθυνση έως ένα σημείο που βρίσκεται σε 45° 40′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους και 60° 00′ δυτικού γεωγραφικού μήκους, συνεχίζει κατευθείαν νότια κατά μήκος του μεσημβρινού που βρίσκεται σε 60° 00′ δυτικού γεωγραφικού μήκους έως τον παράλληλο που βρίσκεται σε 44° 10′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους, κατόπιν κατευθείαν ανατολικά έως τον μεσημβρινό που βρίσκεται σε 59° 00′ δυτικού γεωγραφικού μήκους, στη συνέχεια κατευθείαν νότια έως τον παράλληλο που βρίσκεται σε 39° 00′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους, κατόπιν κατευθείαν δυτικά έως τον μεσημβρινό που βρίσκεται σε 63° 20′ δυτικού γεωγραφικού μήκους, στη συνέχεια κατευθείαν νότια έως ένα σημείο του εν λόγω μεσημβρινού που βρίσκεται σε 44° 20′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους, και τέλος κατά μήκος λοξοδρομικής γραμμής με βορειοδυτική κατεύθυνση καταλήγει στο Halifax της Nova Scotia·

 

Διαίρεση 4X

Πρόκειται για το τμήμα της υποζώνης που εκτείνεται μεταξύ του δυτικού ορίου της υποζώνης 4 και των ακτών του New Brunswick και της Nova Scotia από το σημείο που καταλήγουν τα σύνορα μεταξύ New Brunswick και Maine έως το Halifax, και μιας γραμμής που χαράσσεται ως εξής: αρχίζει από το Halifax, συνεχίζει κατά μήκος λοξοδρομικής γραμμής με νοτιοανατολική κατεύθυνση έως ένα σημείο που βρίσκεται σε 44° 20′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους και 63° 20′ δυτικού γεωγραφικού μήκους, κατόπιν προχωρεί κατευθείαν νότια έως τον παράλληλο που βρίσκεται σε 39° 00′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους, και κατόπιν κατευθείαν δυτικά έως τον μεσημβρινό που βρίσκεται σε 65° 40′ δυτικού γεωγραφικού μήκους.

6.α)   Υποζώνη 5

Πρόκειται για το τμήμα της ζώνης που διέπεται από τη σύμβαση το οποίο εκτείνεται δυτικά των δυτικών ορίων της υποζώνης 4, βορείως του παραλλήλου που βρίσκεται σε 39° 00′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους και ανατολικά του μεσημβρινού που βρίσκεται σε 71° 40′ δυτικού γεωγραφικού μήκους.

6.β)   Η υποζώνη 5 περιλαμβάνει δύο διαιρέσεις:

 

Διαίρεση 5Y

Πρόκειται για το τμήμα της υποζώνης που εκτείνεται μεταξύ των ακτών του Maine, του New Hampshire και της Μασαχουσέτης από τα σύνορα μεταξύ Maine και New Brunswick έως σημείο που βρίσκεται σε 70° 00′ δυτικού γεωγραφικού μήκους στο Cape Cod (περίπου 42° βόρειου γεωγραφικού πλάτους) και μιας γραμμής που χαράσσεται ως εξής: αρχίζει από ένα σημείο στο Cape Cod που βρίσκεται σε 70° δυτικού γεωγραφικού μήκους (περίπου 42° βόρειου γεωγραφικού πλάτους), συνεχίζει κατευθείαν βόρεια έως σημείο που βρίσκεται σε 42° 20′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους, κατόπιν κατευθείαν ανατολικά έως σημείο που βρίσκεται σε 67° 18′ 13,15′′ δυτικού γεωγραφικού μήκους στα όρια των υποζωνών 4 και 5, και κατόπιν προχωρεί κατά μήκος των εν λόγω ορίων έως τα σύνορα του Καναδά και των Ηνωμένων Πολιτειών·

 

Διαίρεση 5Z

Πρόκειται για το τμήμα της υποζώνης που εκτείνεται νοτιοανατολικά της διαίρεσης 5Y.

Η διαίρεση 5Z περιλαμβάνει δύο υποδιαιρέσεις: μια ανατολική διαίρεση και μια δυτική διαίρεση, οι οποίες ορίζονται ως εξής:

 

5Ze — Ανατολική υποδιαίρεση — Πρόκειται για το τμήμα της διαίρεσης 5Z που εκτείνεται ανατολικά του μεσημβρινού που βρίσκεται σε 70° 00′ δυτικού γεωγραφικού μήκους·

 

5Zw — Δυτική υποδιαίρεση — Πρόκειται για το τμήμα της διαίρεσης 5Z που εκτείνεται δυτικά του μεσημβρινού που βρίσκεται σε 70° 00′ δυτικού γεωγραφικού μήκους.

7.α)   Υποζώνη 6

Πρόκειται για το τμήμα της ζώνης που διέπεται από τη σύμβαση το οποίο οριοθετείται από μια γραμμή που αρχίζει από ένα σημείο των ακτών του Rhode Island που βρίσκεται σε 71° 40′ δυτικού γεωγραφικού μήκους, προχωρεί κατευθείαν νότια έως σημείο που βρίσκεται σε 39° 00′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους, κατόπιν κατευθείαν ανατολικά έως σημείο που βρίσκεται σε 42° 00′ δυτικού γεωγραφικού μήκους, στη συνέχεια κατευθείαν νότια έως σημείο που βρίσκεται σε 35° 00′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους, συνεχίζει κατευθείαν δυτικά έως τις ακτές της Βόρειας Αμερικής, κατόπιν με κατεύθυνση προς τα βόρεια κατά μήκος των ακτών της Βόρειας Αμερικής έως ένα σημείο του Rhode Island που βρίσκεται σε 71° 40′ δυτικού γεωγραφικού μήκους.

7.β)   Η υποζώνη 6 περιλαμβάνει οκτώ διαιρέσεις:

 

Διαίρεση 6A

Πρόκειται για το τμήμα της υποζώνης που εκτείνεται βορείως του παραλλήλου που βρίσκεται σε 39° 00′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους και δυτικά της υποζώνης 5·

 

Διαίρεση 6B

Πρόκειται για το τμήμα της υποζώνης που εκτείνεται δυτικά σημείου που βρίσκεται σε 70° 00′ δυτικού γεωγραφικού μήκους, νοτίως του παραλλήλου που βρίσκεται σε 39° 00′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους και βορειοδυτικά μιας γραμμής που κατευθύνεται προς δυσμάς κατά μήκος του παραλλήλου που βρίσκεται σε 37° 00′ βόρειου γεωγραφικού πλάτους έως 76° 00′ δυτικού γεωγραφικού μήκους, και κατόπιν κατευθείαν νότια έως το Cape Henry της Virginia·

 

Διαίρεση 6C

Πρόκειται για το τμήμα της υποζώνης που εκτείνεται δυτικά των 70° 00′ δυτικού γεωγραφικού μήκους και νοτίως της υποδιαίρεσης 6Β·

 

Διαίρεση 6D

Πρόκειται για το τμήμα της υποζώνης που εκτείνεται ανατολικά των διαιρέσεων 6B και 6C και δυτικά των 65° 00′ δυτικού γεωγραφικού μήκους·

 

Διαίρεση 6E

Πρόκειται για το τμήμα της υποζώνης που εκτείνεται ανατολικά της διαίρεσης 6D και δυτικά των 60° 00′ δυτικού γεωγραφικού μήκους·

 

Διαίρεση 6F

Πρόκειται για το τμήμα της υποζώνης που εκτείνεται ανατολικά της διαίρεσης 6E και δυτικά των 55° 00′ δυτικού γεωγραφικού μήκους·

 

Διαίρεση 6G

Πρόκειται για το τμήμα της υποζώνης που εκτείνεται ανατολικά της διαίρεσης 6F και δυτικά των 50° 00′ δυτικού γεωγραφικού μήκους.

 

Διαίρεση 6H

Πρόκειται για το τμήμα της υποζώνης που εκτείνεται ανατολικά της διαίρεσης 6G και δυτικά των 42° 00′ δυτικού γεωγραφικού μήκους.

Παράρτημα II της σύμβασης

Κανόνες που διέπουν τη διαδικασία ειδικής επιτροπής σύμφωνα με το άρθρο XV

1.

Ο εκτελεστικός γραμματέας καταρτίζει και τηρεί κατάλογο των εμπειρογνωμόνων οι οποίοι επιθυμούν και είναι ικανοί να θητεύσουν ως μέλη της ειδικής επιτροπής. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος έχει δικαίωμα να διορίσει έως και πέντε εμπειρογνώμονες με αποδεδειγμένες γνώσεις όσον αφορά τις νομικές, επιστημονικές ή τεχνικές πτυχές της αλιείας που καλύπτονται από τη σύμβαση. Το συμβαλλόμενο μέρος που διορίζει παρέχει πληροφορίες για τα σχετικά προσόντα και πείρα καθενός εκ των διορισθέντων από αυτό προσώπων.

2.

Τα συμβαλλόμενα μέρη που εμπλέκονται στη διαφορά κοινοποιούν στον εκτελεστικό γραμματέα την πρόθεσή τους να υποβάλουν τη διαφορά σε ειδική επιτροπή. Η κοινοποίηση συνοδεύεται από πλήρη περιγραφή του θέματος της διαφοράς, καθώς και των λόγων τους οποίους επικαλείται κάθε μέρος. Ο εκτελεστικός γραμματέας διαβιβάζει πάραυτα αντίγραφο της κοινοποίησης σε όλα τα συμβαλλόμενα μέρη.

3.

Εάν ένα τρίτο συμβαλλόμενο μέρος επιθυμεί να εμπλακεί στη διαφορά, μπορεί να συμμετάσχει στη διαδικασία συγκρότησης ειδικής επιτροπής, εκτός εάν διαφωνούν οι αρχικά εμπλεκόμενοι στη διαφορά. Το συμβαλλόμενο μέρος που επιθυμεί να εμπλακεί στη διαφορά πρέπει να κοινοποιήσει την πρόθεσή του εντός δεκαπέντε ημερών από την παραλαβή της κοινοποίησης που αναφέρεται στην παράγραφο 2.

4.

Το νωρίτερο 30 ημέρες και το αργότερο 45 ημέρες μετά την κοινοποίηση που αναφέρεται στην παράγραφο 2, τα συμβαλλόμενα μέρη που εμπλέκονται στη διαφορά κοινοποιούν στον εκτελεστικό γραμματέα τη συγκρότηση ειδικής επιτροπής, συμπεριλαμβανομένων των ονοματεπωνύμων των μελών της επιτροπής και του χρονοδιαγράμματος των εργασιών της. Εκτός εάν τα μέρη συμφωνήσουν διαφορετικά, ισχύουν τα ακόλουθα:

α)

η ειδική επιτροπή είναι τριμελής·

β)

καθένα από τα συμβαλλόμενα μέρη που εμπλέκεται στη διαφορά επιλέγει ένα μέλος της επιτροπής, ενώ επιλέγουν από κοινού το τρίτο μέλος της επιτροπής·

γ)

το τρίτο μέλος της επιτροπής προεδρεύει της ειδικής επιτροπής·

δ)

το τρίτο μέλος της επιτροπής δεν είναι υπήκοος κανενός εκ των συμβαλλομένων μερών που εμπλέκονται στη διαφορά, ούτε έχει την ίδια υπηκοότητα με κάποιο από τα δύο αρχικά μέλη της επιτροπής· και

ε)

σε περίπτωση διαφοράς μεταξύ περισσοτέρων από δύο συμβαλλομένων μερών, τα συμβαλλόμενα μέρη που εμπλέκονται στη διαφορά και έχουν κοινά συμφέροντα επιλέγουν ένα μέλος της επιτροπής από κοινού. Εάν τα συμβαλλόμενα μέρη που εμπλέκονται στη διαφορά δεν μπορούν να καταλήξουν σε συμφωνία για τον διορισμό του τρίτου μέλους της επιτροπής, ο πρόεδρος του Διεθνούς Δικαστηρίου για το Δίκαιο της Θάλασσας προβαίνει στον διορισμό, εκτός εάν τα συμβαλλόμενα μέρη που εμπλέκονται στη διαφορά συμφωνήσουν ότι ο διορισμός θα γίνει από άλλο πρόσωπο ή τρίτο κράτος.

Ο εκτελεστικός γραμματέας διαβιβάζει πάραυτα αντίγραφο της κοινοποίησης σε όλα τα συμβαλλόμενα μέρη.

5.

Κάθε συμβαλλόμενο μέρος το οποίο δεν είναι μέρος εμπλεκόμενο στη διαφορά μπορεί να παρακολουθεί όλες τις ακροάσεις της ειδικής επιτροπής, να υποβάλει γραπτές ή προφορικές προτάσεις στην ειδική επιτροπή και να λαμβάνει τις παρατηρήσεις κάθε μέρους που εμπλέκεται στη διαφορά.

6.

Κατόπιν αιτήματος συμβαλλόμενου μέρους που εμπλέκεται στη διαφορά ή με δική της πρωτοβουλία η ειδική επιτροπή μπορεί να ζητήσει πληροφορίες και τεχνικές γνωμοδοτήσεις από κάθε πρόσωπο ή φορέα που θεωρεί κατάλληλο, υπό τον όρο ότι τα μέρη που εμπλέκονται στη διαφορά συμφωνούν σχετικά.

7.

Εκτός εάν τα συμβαλλόμενα μέρη που εμπλέκονται στη διαφορά συμφωνήσουν διαφορετικά, η ειδική επιτροπή, εντός 90 ημερών από τη σύστασή της, υποβάλλει την έκθεση και τις συστάσεις της που αναφέρονται στο άρθρο XV παράγραφος 4 της σύμβασης. Η έκθεση και οι συστάσεις περιορίζονται στο θέμα που αποτελεί αντικείμενο της διαφοράς και αναφέρουν τους λόγους στους οποίους εδράζονται. Η έκθεση και οι συστάσεις κοινοποιούνται αμέσως μέσω του εκτελεστικού γραμματέα σε όλα τα συμβαλλόμενα μέρη.

8.

Η ειδική επιτροπή αποσκοπεί να καταλήξει σε συμπεράσματα με συναινετικό τρόπο. Εάν αυτό δεν καταστεί δυνατό, η ειδική επιτροπή καταλήγει στα συμπεράσματά της με την πλειοψηφία των μελών της, τα οποία δεν έχουν δικαίωμα να απόσχουν από την ψηφοφορία.

9.

Η ειδική επιτροπή μπορεί να εγκρίνει τον εσωτερικό κανονισμό που θεωρεί αναγκαίο για την επίσπευση των διαδικασιών.

10.

Οι δαπάνες της ειδικής επιτροπής βαρύνουν τα συμβαλλόμενα μέρη που εμπλέκονται στη διαφορά ισομερώς.

11.

Σε σχέση με την ειδική επιτροπή που συγκροτείται δυνάμει του άρθρου XIV παράγραφοι 7 και 8, ως συμβαλλόμενα μέρη θεωρούνται η επιτροπή και το συμβαλλόμενο μέρος που υποβάλλει ένσταση, και ισχύουν οι διατάξεις του παρόντος παραρτήματος, εξαιρουμένων των παραγράφων 3 και 4 στοιχείο ε).

».

Top