This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document JOL_2010_040_R_0075_01
Council Decision of 10 November 2009 on the conclusion of an Agreement in the form of a Protocol between the European Community and the Republic of Tunisia establishing a dispute settlement mechanism applicable to disputes under the trade provisions of the Euro-Mediterranean Agreement establishing an Association between the European Communities and their Member States, of the one part, and the Republic of Tunisia, of the other part
Απόφαση του Συμβουλίου, της 10ης Νοεμβρίου 2009 , για τη σύναψη συμφωνίας υπό μορφή πρωτοκόλλου μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Τυνησίας για τη θέσπιση μηχανισμού επίλυσης διαφορών σχετικών με τις εμπορικές διατάξεις της ευρωμεσογειακής συμφωνίας που αφορά τη σύνδεση μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφενός, και της Δημοκρατίας της Τυνησίας, αφετέρου
Απόφαση του Συμβουλίου, της 10ης Νοεμβρίου 2009 , για τη σύναψη συμφωνίας υπό μορφή πρωτοκόλλου μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Τυνησίας για τη θέσπιση μηχανισμού επίλυσης διαφορών σχετικών με τις εμπορικές διατάξεις της ευρωμεσογειακής συμφωνίας που αφορά τη σύνδεση μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφενός, και της Δημοκρατίας της Τυνησίας, αφετέρου
ΕΕ L 40 της 13.2.2010, p. 75–90
(BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)
13.2.2010 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 40/75 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ
της 10ης Νοεμβρίου 2009
για τη σύναψη συμφωνίας υπό μορφή πρωτοκόλλου μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Τυνησίας για τη θέσπιση μηχανισμού επίλυσης διαφορών σχετικών με τις εμπορικές διατάξεις της ευρωμεσογειακής συμφωνίας που αφορά τη σύνδεση μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφενός, και της Δημοκρατίας της Τυνησίας, αφετέρου
(2010/91/ΕΚ)
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και, ιδίως το άρθρο 133 σε συνδυασμό με το άρθρο 300 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο πρώτη φράση,
την πρόταση της Επιτροπής,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Στις 24 Φεβρουαρίου 2006, το Συμβούλιο εξουσιοδότησε την Επιτροπή να αρχίσει διαπραγματεύσεις με τους εταίρους της από την περιοχή της Μεσογείου με σκοπό τη θέσπιση μηχανισμού επίλυσης διαφορών που σχετίζονται με εμπορικές διατάξεις. |
(2) |
Η Επιτροπή διεξήγαγε τις διαπραγματεύσεις σε διαβούλευση με την επιτροπή που συστάθηκε δυνάμει του άρθρου 133 της συνθήκης και στο πλαίσιο των οδηγιών διαπραγμάτευσης που εκδόθηκαν από το Συμβούλιο. |
(3) |
Η Επιτροπή ολοκλήρωσε τις διαπραγματεύσεις για τη σύναψη συμφωνίας υπό μορφή πρωτοκόλλου μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Τυνησίας για τη θέσπιση μηχανισμού επίλυσης διαφορών σχετικών με τις εμπορικές διατάξεις της ευρωμεσογειακής συμφωνίας που αφορά τη σύνδεση μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφενός, και της Δημοκρατίας της Τυνησίας, αφετέρου (1). |
(4) |
Η εν λόγω συμφωνία θα πρέπει να εγκριθεί, |
ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:
Άρθρο 1
Εγκρίνεται εξ ονόματος της Κοινότητας η συμφωνία υπό μορφή πρωτοκόλλου, μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Τυνησίας, για τη θέσπιση μηχανισμού επίλυσης διαφορών σχετικών με τις εμπορικές διατάξεις της ευρωμεσογειακής συμφωνίας που αφορά τη σύνδεση μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφενός, και της Δημοκρατίας της Τυνησίας, αφετέρου.
Το κείμενο της συμφωνίας επισυνάπτεται στην παρούσα απόφαση.
Άρθρο 2
Ο πρόεδρος του Συμβουλίου εξουσιοδοτείται να ορίσει το(τα) πρόσωπο(-α) που είναι αρμόδιο(-α) να υπογράψει(-ουν) τη συμφωνία υπό μορφή πρωτοκόλλου δεσμεύοντας την Κοινότητα.
Βρυξέλλες, 10 Νοεμβρίου 2009.
Για το Συμβούλιο
Ο Πρόεδρος
A. BORG
(1) ΕΕ L 97 της 30.3.1998, σ. 2.
ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ
μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Τυνησίας για τη θέσπιση μηχανισμού επίλυσης διαφορών σχετικών με τις εμπορικές διατάξεις της ευρωμεσογειακής συμφωνίας που αφορά τη σύνδεση μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφενός, και της Δημοκρατίας της Τυνησίας, αφετέρου
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ, εφεξής καλούμενη «η Ένωση»,
αφενός, και
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΤΥΝΗΣΙΑΣ, εφεξής καλούμενη «Τυνησία»,
αφετέρου,
ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ ΣΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:
ΚΕΦΑΛΑΙΟ I
ΣΤΟΧΟΣ ΚΑΙ ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ
Άρθρο 1
Στόχος
Ο στόχος του παρόντος πρωτοκόλλου είναι η πρόληψη και η επίλυση πάσης φύσεως εμπορικών διαφορών μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών, προκειμένου να επιτευχθεί, στο μέτρο του δυνατού, αμοιβαία αποδεκτή λύση.
Άρθρο 2
Εφαρμογή του πρωτοκόλλου
1. Οι διατάξεις του παρόντος πρωτοκόλλου ισχύουν όσον αφορά οποιαδήποτε διαφορά σχετική με την ερμηνεία και την εφαρμογή των διατάξεων του τίτλου ΙΙ (με εξαίρεση το άρθρο 24) της ευρωμεσογειακής συμφωνίας που αφορά τη σύνδεση μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφενός, και της Δημοκρατίας της Τυνησίας, αφετέρου (εφεξής καλούμενη «συμφωνία σύνδεσης»), εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά (1). Το άρθρο 86 της συμφωνίας σύνδεσης ισχύει για τις διαφορές σχετικά με την εφαρμογή και την ερμηνεία άλλων διατάξεων της εν λόγω συμφωνίας.
2. Οι διαδικασίες του παρόντος πρωτοκόλλου ισχύουν αν, 60 ημέρες μετά την παραπομπή μιας διαφοράς στο Συμβούλιο Σύνδεσης σύμφωνα με το άρθρο 86 της συμφωνίας σύνδεσης, το Συμβούλιο Σύνδεσης δεν έχει καταφέρει να επιλύσει τη διαφορά.
3. Για τους σκοπούς της παραγράφου 2, μια διαφορά θεωρείται ότι έχει επιλυθεί όταν λάβει απόφαση το Συμβούλιο Σύνδεσης όπως προβλέπεται στο άρθρο 86 παράγραφος 2 της συμφωνίας σύνδεσης, ή όταν δηλώσει ότι δεν υπάρχει πλέον διαφορά.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ II
ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ
Άρθρο 3
Διαβουλεύσεις
1. Τα συμβαλλόμενα μέρη προσπαθούν να επιλύσουν κάθε διαφορά σχετική με την ερμηνεία και την εφαρμογή των διατάξεων που αναφέρονται στο άρθρο 2 αρχίζοντας διαβουλεύσεις καλόπιστα με στόχο μια γρήγορη, δίκαιη, και αμοιβαία αποδεκτή λύση.
2. Ένα συμβαλλόμενο μέρος επιδιώκει διαβουλεύσεις μέσω γραπτού αιτήματος στο άλλο συμβαλλόμενο μέρος, με αντίγραφο στην υποεπιτροπή βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών, προσδιορίζοντας οποιοδήποτε συγκεκριμένο μέτρο και τις διατάξεις της συμφωνίας σύνδεσης που θεωρεί ότι ισχύουν.
3. Εντός 40 ημερών από την ημερομηνία παραλαβής του αιτήματος πραγματοποιούνται οι διαβουλεύσεις, στο έδαφος του συμβαλλόμενου μέρους κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία, εκτός αν τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνήσουν διαφορετικά. Οι διαβουλεύσεις θεωρείται ότι έχουν ολοκληρωθεί εντός 60 ημερών από την ημερομηνία παραλαβής του αιτήματος, εκτός αν αμφότερα τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνήσουν τη συνέχισή τους. Οι διαβουλεύσεις, ειδικότερα όλες οι πληροφορίες που κοινοποιούνται και οι θέσεις που υποστηρίζονται από τα συμβαλλόμενα μέρη κατά τη διάρκεια αυτών των διαδικασιών, είναι εμπιστευτικές και δεν θίγουν τα δικαιώματα κανενός συμβαλλόμενου μέρους στο πλαίσιο περαιτέρω διαδικασιών.
4. Οι διαβουλεύσεις για επείγοντα θέματα, περιλαμβανομένων των θεμάτων που αφορούν τα αναλώσιμα ή εποχικά εμπορεύματα, πραγματοποιούνται εντός 15 ημερών από την ημερομηνία παραλαβής του αιτήματος και θεωρείται ότι έχουν ολοκληρωθεί εντός 30 ημερών από την ημερομηνία παραλαβής του αιτήματος.
5. Εάν το συμβαλλόμενο μέρος στο οποίο υποβάλλεται το αίτημα δεν ανταποκρίνεται σ’ αυτό εντός δέκα εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία της παραλαβής του, ή εάν οι διαβουλεύσεις δεν πραγματοποιούνται μέσα στα χρονικά πλαίσια που καθορίζονται στην παράγραφο 3 ή στην παράγραφο 4 αντίστοιχα, ή εάν οι διαβουλεύσεις έχουν ολοκληρωθεί και δεν έχει επιτευχθεί καμία συμφωνία για αμοιβαία αποδεκτή λύση, το καταγγέλλον συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να ζητήσει τη σύσταση ειδικής ομάδας διαιτησίας σύμφωνα με το άρθρο 5.
Άρθρο 4
Διαμεσολάβηση
1. Αν οι διαβουλεύσεις δεν καταλήξουν σε αμοιβαία αποδεκτή λύση, τα συμβαλλόμενα μέρη μπορούν, κατόπιν συμφωνίας, να προσφύγουν σε διαμεσολαβητή. Κάθε αίτηση για διαμεσολάβηση πρέπει να γίνεται γραπτώς στην υποεπιτροπή βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών και να περιγράφει κάθε μέτρο που αποτέλεσε αντικείμενο διαβουλεύσεων, καθώς και τους αμοιβαία συμφωνηθέντες όρους υπό τους οποίους πραγματοποιείται η διαμεσολάβηση. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος αναλαμβάνει να εξετάσει ευνοϊκά όλα τα αιτήματα για διαμεσολάβηση.
2. Εφόσον τα συμβαλλόμενα μέρη δεν συμφωνήσουν ποιος θα είναι ο διαμεσολαβητής εντός πέντε εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία παραλαβής του αιτήματος για διαμεσολάβηση, οι πρόεδροι της υποεπιτροπής βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών ή αντιπρόσωπός τους επιλέγει διαμεσολαβητή με κλήρωση μεταξύ των ατόμων που περιλαμβάνονται στον κατάλογο του άρθρου 19 και που δεν είναι υπήκοοι κανενός συμβαλλόμενου μέρους. Η επιλογή γίνεται εντός δέκα εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία παραλαβής του αιτήματος για διαμεσολάβηση. Ο διαμεσολαβητής συγκαλεί συνεδρίαση με τα μέρη το αργότερο 30 ημέρες μετά την επιλογή του. Ο διαμεσολαβητής λαμβάνει τις παρατηρήσεις κάθε συμβαλλόμενου μέρους το αργότερο 15 ημέρες πριν από τη συνεδρίαση και μπορεί να ζητήσει συμπληρωματικές πληροφορίες από τα συμβαλλόμενα μέρη ή από τους εμπειρογνώμονες ή τους τεχνικούς συμβούλους, όπως κρίνει αναγκαίο. Κάθε πληροφορία που συγκεντρώνεται κατ’ αυτό τον τρόπο, γνωστοποιείται σε κάθε συμβαλλόμενο μέρος για τη διατύπωση παρατηρήσεων. Ο διαμεσολαβητής κοινοποιεί γνώμη το αργότερο 45 ημέρες μετά την επιλογή του.
3. Η γνώμη του διαμεσολαβητή μπορεί να περιλαμβάνει σύσταση για τον τρόπο επίλυσης της διαφοράς σύμφωνα με τις διατάξεις που αναφέρονται στο άρθρο 2. Η γνώμη του διαμεσολαβητή δεν είναι δεσμευτική.
4. Τα συμβαλλόμενα μέρη μπορούν να συμφωνήσουν να τροποποιήσουν τις προθεσμίες που αναφέρονται στην παράγραφο 2. Ο διαμεσολαβητής μπορεί επίσης να αποφασίσει την τροποποίηση των εν λόγω προθεσμιών κατόπιν σχετικού αιτήματος από οποιοδήποτε από τα συμβαλλόμενα μέρη, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαίτερες δυσκολίες που συναντά το οικείο μέρος ή την πολυπλοκότητα της υπόθεσης.
5. Οι διαδικασίες που περιλαμβάνουν τη διαμεσολάβηση, ειδικότερα η γνώμη του διαμεσολαβητή και όλες οι πληροφορίες που κοινοποιούνται και οι θέσεις που λαμβάνουν τα συμβαλλόμενα μέρη κατά τη διάρκεια αυτών των διαδικασιών, είναι εμπιστευτικές και δεν θίγουν τα δικαιώματα κανενός συμβαλλόμενου μέρους στο πλαίσιο περαιτέρω διαδικασιών.
6. Αν τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνούν, η διαδικασία διαμεσολάβησης μπορεί να συνεχιστεί ενώ προχωρά η διαδικασία της ειδικής ομάδας διαιτησίας.
7. Η αντικατάσταση ενός διαμεσολαβητή πραγματοποιείται μόνο για τους λόγους και σύμφωνα με τις διαδικασίες που εκτίθενται λεπτομερώς στους κανόνες 18 έως 21 του εσωτερικού κανονισμού.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ III
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΤΜΗΜΑ I
Διαδικασία διαιτησίας
Άρθρο 5
Έναρξη της διαδικασίας διαιτησίας
1. Αν τα συμβαλλόμενα μέρη δεν μπορούν να επιλύσουν τη διαφορά με διαβουλεύσεις όπως προβλέπεται στο άρθρο 3 ή με διαμεσολάβηση σύμφωνα με το άρθρο 4, το καταγγέλλον συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να ζητήσει τη σύσταση ειδικής ομάδας διαιτησίας.
2. Το αίτημα για σύσταση ειδικής ομάδας διαιτησίας υποβάλλεται γραπτώς στο συμβαλλόμενο μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία και στην υποεπιτροπή βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών. Το καταγγέλλον συμβαλλόμενο μέρος επισημαίνει στο αίτημά του τα συγκεκριμένα υπό εξέταση μέτρα και τεκμηριώνει τον τρόπο με τον οποίο τα εν λόγω μέτρα συνιστούν παράβαση των διατάξεων του άρθρου 2. Η σύσταση ειδικής ομάδας διαιτησίας ζητείται το αργότερο 18 μήνες από την ημερομηνία παραλαβής του αιτήματος για διαβουλεύσεις, με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων του καταγγέλλοντος συμβαλλόμενου μέρους να ζητήσει νέες διαβουλεύσεις για το ίδιο ζήτημα στο μέλλον.
Άρθρο 6
Σύσταση ειδικής ομάδας διαιτησίας
1. Συστήνεται ειδική ομάδα διαιτησίας που απαρτίζεται από τρεις διαιτητές.
2. Εντός 10 εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία παραλαβής του αιτήματος για τη σύσταση ειδικής ομάδας διαιτησίας από το συμβαλλόμενο μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία, τα συμβαλλόμενα μέρη διαβουλεύονται προκειμένου να επιτευχθεί συμφωνία όσον αφορά τη σύνθεση της ειδικής ομάδας διαιτησίας.
3. Αν τα συμβαλλόμενα μέρη αδυνατούν να συμφωνήσουν σχετικά με τη σύνθεση της ειδικής ομάδας διαιτησίας εντός της προθεσμίας που ορίζεται στην παράγραφο 2, κάθε συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να ζητήσει από τους προέδρους της υποεπιτροπής βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών ή τον αντιπρόσωπό τους να επιλέξει τα τρία μέλη της ειδικής ομάδας με κλήρωση, από τον κατάλογο που καταρτίζεται βάσει του άρθρου 19, επιλέγοντας ένα από τα πρόσωπα που προτείνει το καταγγέλλον συμβαλλόμενο μέρος, ένα από τα πρόσωπα που προτείνει το μέρος εναντίον του οποίου στρέφεται η καταγγελία και ένα από τα πρόσωπα που έχουν επιλέξει τα μέρη να εκτελεί χρέη προέδρου. Εάν τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνήσουν για ένα ή δύο μέλη της ειδικής ομάδας διαιτησίας, τα λοιπά μέρη επιλέγονται σύμφωνα με την ίδια διαδικασία.
4. Οι πρόεδροι της υποεπιτροπής βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών, ή ο αντιπρόσωπος τους, επιλέγουν τους διαιτητές εντός πέντε εργάσιμων ημερών από το αίτημα που υποβάλλεται δυνάμει της παραγράφου 3.
5. Η ημερομηνία σύστασης της ειδικής ομάδας διαιτησίας είναι η ημερομηνία επιλογής των τριών διαιτητών.
6. Η αντικατάσταση των διαιτητών πραγματοποιείται μόνο για τους λόγους και σύμφωνα με τις διαδικασίες που εκτίθενται λεπτομερώς στα άρθρα 18 έως 21 του εσωτερικού κανονισμού.
Άρθρο 7
Ενδιάμεση έκθεση της ειδικής ομάδας διαιτησίας
Η επιτροπή διαιτησίας διανέμει ενδιάμεση έκθεση στα συμβαλλόμενα μέρη που περιλαμβάνει τα πραγματικά περιστατικά, τη δυνατότητα εφαρμογής των σχετικών διατάξεων και τη βασική λογική πίσω από οποιαδήποτε συμπεράσματα και συστάσεις που υποβάλλει, το αργότερο εντός 120 ημερών από την ημερομηνία σύστασης της ειδικής ομάδας διαιτησίας. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να υποβάλει γραπτό αίτημα για να αναθεωρήσει η ομάδα διαιτησίας συγκεκριμένες πτυχές της ενδιάμεσης έκθεσης εντός 15 ημερών από την κοινοποίησή της. Τα συμπεράσματα της τελικής απόφασης της ειδικής ομάδας περιλαμβάνουν ικανοποιητική αιτιολόγηση των επιχειρημάτων που προβάλλονται στο προσωρινό στάδιο αναθεώρησης και απαντούν σαφώς στις ερωτήσεις και τις παρατηρήσεις των δύο συμβαλλόμενων μερών.
Άρθρο 8
Απόφαση της ειδικής ομάδας διαιτησίας
1. Η ειδική ομάδα διαιτησίας κοινοποιεί την απόφασή της στα συμβαλλόμενα μέρη και στην υποεπιτροπή βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών εντός 150 ημερών από την ημερομηνία σύστασης της ειδικής ομάδας διαιτησίας. Αν θεωρεί ότι η εν λόγω προθεσμία δεν μπορεί να τηρηθεί, ο πρόεδρος της ειδικής ομάδας διαιτησίας πρέπει να ενημερώσει τα συμβαλλόμενα μέρη και την υποεπιτροπή βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών γραπτώς, αναφέροντας τους λόγους της καθυστέρησης και την ημερομηνία κατά την οποία η ειδική ομάδα προβλέπει την ολοκλήρωση των εργασιών της. Σε καμία περίπτωση, η απόφαση δεν μπορεί να ανακοινωθεί αργότερα από 180 ημέρες από την ημερομηνία σύστασης της ειδικής ομάδας διαιτησίας.
2. Σε επείγουσες περιπτώσεις, μεταξύ των οποίων και στην περίπτωση αναλώσιμων και εποχικών αγαθών, η ειδική ομάδα διαιτησίας καταβάλλει κάθε προσπάθεια για να εκδώσει την απόφασή της εντός 75 ημερών από τη σύστασή της. Η προθεσμία αυτή δεν πρέπει, σε καμία περίπτωση, να παρατείνεται πέραν των 90 ημερών από τη σύστασή της. Η ειδική ομάδα διαιτησίας εκδίδει, εντός 10 ημερών από τη σύστασή της, προκαταρκτική απόφαση σχετικά με τον επείγοντα χαρακτήρα της υπόθεσης.
3. Η ειδική ομάδα διαιτησίας, κατά παράκληση αμφότερων των συμβαλλόμενων μερών, αναστέλλει τις εργασίες της ανά πάσα στιγμή, για περίοδο που συμφωνείται από τα συμβαλλόμενα μέρη και δεν υπερβαίνει τους 12 μήνες, και επαναλαμβάνει τις εργασίες της στο τέλος αυτής της συμφωνηθείσας περιόδου κατά παράκληση του καταγγέλλοντος συμβαλλόμενου μέρους. Εάν το καταγγέλλον συμβαλλόμενο μέρος δεν ζητήσει την επανάληψη των εργασιών της ειδικής ομάδας διαιτησίας πριν από τη λήξη της συμφωνηθείσας περιόδου αναστολής, η διαδικασία περατώνεται. Η αναστολή και η λήξη των εργασιών της ειδικής ομάδας διαιτησίας δεν θίγει τα δικαιώματα κανενός συμβαλλόμενου μέρους στο πλαίσιο διαδικασίας για το ίδιο θέμα.
ΤΜΗΜΑ II
Εφαρμογή
Άρθρο 9
Εφαρμογή της απόφασης της ειδικής ομάδας διαιτησίας
Κάθε μέρος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για να εφαρμόσει την απόφαση της ειδικής ομάδας διαιτησίας και τα μέρη καταβάλλουν προσπάθειες για να συμφωνήσουν όσον αφορά το χρονικό διάστημα που απαιτείται για την εφαρμογή της απόφασης.
Άρθρο 10
Εύλογο χρονικό διάστημα για την εφαρμογή
1. Το αργότερο εντός 30 ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης της ειδικής ομάδας διαιτησίας στα συμβαλλόμενα μέρη, το μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία ανακοινώνει στο καταγγέλλον μέρος και στην υποεπιτροπή βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών το χρονικό διάστημα που θα απαιτηθεί για την εφαρμογή της (εύλογο χρονικό διάστημα), σε περίπτωση που η εφαρμογή της δεν είναι εφικτή αμέσως.
2. Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών όσον αφορά το εύλογο χρονικό διάστημα για την εφαρμογή της απόφασης της ειδικής ομάδας διαιτησίας, το καταγγέλλον συμβαλλόμενο μέρος, εντός 20 ημερών από την κοινοποίηση από το συμβαλλόμενο μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία σύμφωνα με την παράγραφο 1, ζητεί γραπτώς από την ειδική ομάδα διαιτησίας να προσδιορίσει τη διάρκεια του εύλογου χρονικού διαστήματος. Το εν λόγω αίτημα κοινοποιείται ταυτόχρονα στο άλλο μέρος και στην υποεπιτροπή βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών. Η ειδική ομάδα διαιτησίας κοινοποιεί την απόφασή της στα μέρη και στην υποεπιτροπή βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών εντός 30 ημερών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης.
3. Το εύλογο χρονικό διάστημα μπορεί να παραταθεί με κοινή συμφωνία των μερών.
Άρθρο 11
Επανεξέταση των μέτρων που ελήφθησαν για την εφαρμογή της απόφασης της ειδικής ομάδας διαιτησίας
1. Το μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία κοινοποιεί στο άλλο μέρος και στην υποεπιτροπή βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών, πριν από το τέλος του εύλογου χρονικού διαστήματος, κάθε μέτρο που λαμβάνεται για την εφαρμογή της απόφασης της ειδικής ομάδας διαιτησίας.
2. Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ των μερών όσον αφορά την ύπαρξη μέτρου κοινοποιηθέντος σύμφωνα με την παράγραφο 1 ή τη συμμόρφωσή του με τις διατάξεις του άρθρου 2, το καταγγέλλον μέρος δύναται να ζητεί γραπτώς από την ειδική ομάδα διαιτησίας να αποφασίσει σχετικά με το ζήτημα. Στο πλαίσιο του εν λόγω αιτήματος πρέπει να καθορίζεται το συγκεκριμένο μέτρο που εξετάζεται και να διευκρινίζεται ο τρόπος με τον οποίο το συγκεκριμένο μέτρο δεν συμμορφώνεται με τις διατάξεις του άρθρου 2. Η ειδική ομάδα διαιτησίας εκδίδει την απόφασή της εντός 90 ημερών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης. Σε επείγουσες περιπτώσεις, μεταξύ των οποίων και στην περίπτωση αναλώσιμων και εποχικών εμπορευμάτων, η ειδική ομάδα διαιτησίας κοινοποιεί την απόφασή της εντός 45 ημερών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης.
Άρθρο 12
Προσωρινά μέτρα σε περίπτωση παράλειψης εφαρμογής
1. Αν το συμβαλλόμενο μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία παραλείψει να κοινοποιήσει μέτρο που έχει λάβει προκειμένου να εφαρμόσει την απόφαση της ειδικής ομάδας διαιτησίας πριν από τη λήξη του εύλογου χρονικού διαστήματος ή αν η ειδική ομάδα διαιτησίας αποφασίσει ότι το κοινοποιηθέν βάσει του άρθρου 11 παράγραφος 1 μέτρο δεν συνάδει με τις υποχρεώσεις αυτού του συμβαλλόμενου μέρους δυνάμει του άρθρου 2, το συμβαλλόμενο μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία υποβάλλει προσφορά για προσωρινή αποζημίωση, αν το ζητήσει το καταγγέλλον συμβαλλόμενο μέρος.
2. Αν δεν επιτευχθεί καμία συμφωνία για αποζημίωση εντός 30 ημερών από το τέλος του εύλογου χρονικού διαστήματος ή την κοινοποίηση της απόφασης της ειδικής ομάδας διαιτησίας σύμφωνα με το άρθρο 11, κατά την οποία ένα μέτρο που λαμβάνεται είναι αντίθετο με τις διατάξεις του άρθρου 2, το καταγγέλλον συμβαλλόμενο μέρος έχει το δικαίωμα, κατόπιν κοινοποίησης στο άλλο συμβαλλόμενο μέρος και στην υποεπιτροπή βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών, να αναστείλει τις υποχρεώσεις που προκύπτουν από οποιαδήποτε διάταξη που αναφέρεται στο άρθρο 2 σε επίπεδο ισοδύναμο με ολική ή μερική αναστολή λόγω της παραβίασης. Πριν από τη λήψη τέτοιων μέτρων το καταγγέλλον συμβαλλόμενο μέρος λαμβάνει υπόψη τον αντίκτυπό τους στην ανάπτυξη και στην οικονομία του συμβαλλόμενου μέρους κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία. Το καταγγέλλον μέρος δύναται να εφαρμόσει την αναστολή δέκα εργάσιμες ημέρες από την ημερομηνία παραλαβής της κοινοποίησης από το μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία, εκτός αν το εν λόγω συμβαλλόμενο μέρος ζητήσει διαδικασία διαιτησίας βάσει της παραγράφου 3.
3. Αν το συμβαλλόμενο μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία θεωρεί ότι το επίπεδο αναστολής δεν είναι ισοδύναμο με ολική ή μερική αναστολή λόγω της παραβίασης, μπορεί να ζητήσει γραπτώς από την ειδική ομάδα διαιτησίας να αποφανθεί επί του θέματος. Το αίτημα αυτό κοινοποιείται στο άλλο συμβαλλόμενο μέρος και στην υποεπιτροπή βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών πριν από τη λήξη της περιόδου των δέκα εργάσιμων ημερών που αναφέρεται στην παράγραφο 2. Η ειδική ομάδα διαιτησίας, αφού ζητήσει, αν το θεωρήσει σκόπιμο, τη γνώμη των εμπειρογνωμόνων, κοινοποιεί την απόφασή της όσον αφορά το επίπεδο αναστολής των υποχρεώσεων στα συμβαλλόμενα μέρη και στο θεσμικό φορέα αρμόδιο για εμπορικά ζητήματα εντός 30 ημερών από την ημερομηνία υποβολής του αιτήματος. Οι υποχρεώσεις δεν αναστέλλονται μέχρις ότου η ειδική ομάδα διαιτησίας εκδώσει την απόφασή της και κάθε αναστολή πρέπει να είναι συμβατή με την απόφαση της ομάδας διαιτησίας.
4. Η αναστολή των υποχρεώσεων έχει προσωρινό χαρακτήρα και εφαρμόζεται μόνον έως ότου το μέτρο που έχει κριθεί ότι παραβιάζει τις διατάξεις του άρθρου 2 αρθεί ή τροποποιηθεί ώστε να συμμορφωθεί με τις εν λόγω διατάξεις όπως ορίζεται στο άρθρο 13 ή έως ότου τα συμβαλλόμενα μέρη καταλήξουν σε συμφωνία για την επίλυση της διαφοράς.
Άρθρο 13
Επανεξέταση των μέτρων που λήφθηκαν για την εφαρμογή μετά την αναστολή των υποχρεώσεων
1. Το μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία κοινοποιεί στο άλλο μέρος και στην υποεπιτροπή βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών τα μέτρα που λαμβάνει προκειμένου να εφαρμόσει την απόφαση της ειδικής ομάδας διαιτησίας και το αίτημα που υποβάλλει για τη λήξη της αναστολής των υποχρεώσεων που εφαρμόζει το καταγγέλλον μέρος.
2. Αν τα μέρη δεν καταλήξουν σε συμφωνία σχετικά με τη συμβατότητα του κοινοποιηθέντος μέτρου με τις διατάξεις του άρθρου 2, εντός 30 ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της κοινοποίησης, το καταγγέλλον μέρος μπορεί να ζητεί γραπτώς από την ειδική ομάδα διαιτησίας να αποφανθεί για το θέμα. Το εν λόγω αίτημα κοινοποιείται ταυτόχρονα στο άλλο μέρος και στην υποεπιτροπή βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών. Η απόφαση της ειδικής ομάδας διαιτησίας κοινοποιείται στα μέρη και στην υποεπιτροπή βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών εντός 45 ημερών από την ημερομηνία υποβολής του αιτήματος. Αν η ειδική ομάδα διαιτησίας αποφασίσει ότι το μέτρο που λαμβάνεται για την εφαρμογή συνάδει με τις διατάξεις του άρθρου 2, η αναστολή των υποχρεώσεων περατώνεται.
ΤΜΗΜΑ III
Κοινές διατάξεις
Άρθρο 14
Αμοιβαία αποδεκτή λύση
Τα συμβαλλόμενα μέρη μπορούν να καταλήξουν σε αμοιβαία αποδεκτή λύση για τη διαφορά στο πλαίσιο του παρόντος πρωτοκόλλου ανά πάσα στιγμή. Κοινοποιούν στην υποεπιτροπή βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών και στην ειδική ομάδα διαιτησίας οποιαδήποτε τέτοια λύση. Μετά την κοινοποίηση της αμοιβαία συμφωνηθείσας λύσης, η ομάδα ολοκληρώνει τις εργασίες της και η διαδικασία περατώνεται.
Άρθρο 15
Εσωτερικός κανονισμός
1. Οι διαδικασίες επίλυσης της διαφοράς στο πλαίσιο του κεφαλαίου ΙΙΙ του παρόντος πρωτοκόλλου διέπονται από τον εσωτερικό κανονισμό που προσαρτάται στο παρόν πρωτόκολλο.
2. Οποιαδήποτε συνεδρίαση της ειδικής ομάδας διαιτησίας είναι ανοικτή στο κοινό σύμφωνα με τον εσωτερικό κανονισμό, εκτός αν τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνήσουν διαφορετικά.
Άρθρο 16
Πληροφορίες και τεχνικές συμβουλές
Εφόσον το ζητήσει ένα συμβαλλόμενο μέρος, ή με δική της πρωτοβουλία, η ειδική ομάδα διαιτησίας δύναται να συγκεντρώνει πληροφορίες από κάθε πηγή που κρίνει κατάλληλη στο πλαίσιο της διαδικασίας που εφαρμόζει. Η ειδική ομάδα διαιτησίας έχει επίσης το δικαίωμα να ζητεί τη σχετική γνώμη εμπειρογνωμόνων, εφόσον το θεωρεί σκόπιμο. Η ειδική ομάδα διαιτησίας συμβουλεύεται τα συμβαλλόμενα μέρη πριν από την επιλογή των εμπειρογνωμόνων. Κάθε πληροφορία που συγκεντρώνεται κατ’ αυτό τον τρόπο, πρέπει να γνωστοποιείται και στα δύο συμβαλλόμενα μέρη για τη διατύπωση παρατηρήσεων. Σύμφωνα με τον εσωτερικό κανονισμό, τα ενδιαφερόμενα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που είναι εγκατεστημένα στα εδάφη των δύο συμβαλλόμενων μερών και που ενδιαφέρονται για τη διαδικασία μπορούν να υποβάλουν φιλικές παρατηρήσεις στην ειδική ομάδα διαιτησίας. Τέτοιες παρατηρήσεις περιορίζονται στις πραγματικές πτυχές της διαφοράς και δεν εξετάζουν νομικά σημεία.
Άρθρο 17
Κανόνες ερμηνείας
Οι ειδικές ομάδες διαιτησίας ερμηνεύουν τις διατάξεις του άρθρου 2 σύμφωνα με τους συνήθεις κανόνες για την ερμηνεία του δημόσιου διεθνούς δικαίου, συμπεριλαμβανομένης της σύμβασης της Βιέννης περί του δικαίου των Συνθηκών. Οι αποφάσεις της ειδικής ομάδας διαιτησίας δεν είναι δυνατόν να αυξάνουν ή να μειώνουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στις διατάξεις του άρθρου 2.
Άρθρο 18
Αποφάσεις της ειδικής ομάδας διαιτησίας
1. Η ειδική ομάδα διαιτησίας καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε να λαμβάνει κάθε απόφαση με συναίνεση. Σε περίπτωση που δεν είναι δυνατό να ληφθεί απόφαση με συναίνεση, η σχετική απόφαση λαμβάνεται με πλειοψηφία. Ωστόσο, σε καμία περίπτωση δεν δημοσιεύονται οι γνώμες μειοψηφίας των διαιτητών.
2. Οποιαδήποτε απόφαση της ειδικής ομάδας διαιτησίας είναι δεσμευτική για τα συμβαλλόμενα μέρη και δεν δημιουργεί δικαιώματα ή υποχρεώσεις στα φυσικά ή νομικά πρόσωπα. Στην απόφαση της ειδικής ομάδας αναφέρονται τα πραγματικά περιστατικά, η δυνατότητα εφαρμογής των σχετικών διατάξεων της συμφωνίας σύνδεσης και η βασική αιτιολόγηση των διαπιστώσεων και συμπερασμάτων τα οποία διατυπώνει. Η υποεπιτροπή βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών δημοσιοποιεί την απόφαση της ομάδας διαιτησίας εξ ολοκλήρου εκτός αν αποφασίσει κατά της δημοσιοποίησης προκειμένου να εξασφαλιστεί η εμπιστευτικότητα απόρρητων πληροφοριών της επιχείρησης.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 19
Κατάλογος διαιτητών
1. Η υποεπιτροπή βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών το αργότερο εντός έξι μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος πρωτοκόλλου, καταρτίζει κατάλογο τουλάχιστον 15 ατόμων που επιθυμούν και μπορούν να ασκήσουν καθήκοντα διαιτητή. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος επιλέγει τουλάχιστον πέντε άτομα ως διαιτητές. Τα δύο συμβαλλόμενα μέρη επιλέγουν επίσης τουλάχιστον πέντε πρόσωπα που δεν είναι υπήκοοι κανενός από τα συμβαλλόμενα μέρη, προκειμένου να εκτελέσουν χρέη προέδρου της ειδικής ομάδας διαιτησίας. Η υποεπιτροπή βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών μεριμνά ώστε ο κατάλογος να διατηρείται πάντα σε αυτό το επίπεδο.
2. Οι διαιτητές πρέπει, από την εκπαίδευση ή την εμπειρία τους, διαθέτουν εξειδικευμένες γνώσεις στο διεθνές δίκαιο και το διεθνές εμπόριο. Πρέπει να είναι ανεξάρτητοι, να συμμετέχουν σε ατομική βάση, να μην λαμβάνουν οδηγίες από κάποιον οργανισμό ή κυβέρνηση, να μην συνδέονται με την κυβέρνηση οιουδήποτε από τα συμβαλλόμενα μέρη και να συμμορφώνονται με τον κώδικα δεοντολογίας που προσαρτάται στον παρόν πρωτόκολλο.
3. Η υποεπιτροπή βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών μπορεί να καταρτίσει πρόσθετους καταλόγους τουλάχιστον 15 ατόμων που έχουν τομεακή πείρα σε συγκεκριμένα θέματα που καλύπτονται από τη συμφωνία σύνδεσης. Στην περίπτωση που εφαρμόζεται η διαδικασία επιλογής του άρθρου 6 παράγραφος 2, ο πρόεδρος της υποεπιτροπής βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών μπορεί να χρησιμοποιεί τον εν λόγω τομεακό κατάλογο, εφόσον συμφωνούν και τα δύο συμβαλλόμενα μέρη.
Άρθρο 20
Σχέση με τις υποχρεώσεις στο πλαίσιο του ΠΟΕ
1. Η προσφυγή στις διατάξεις του παρόντος πρωτοκόλλου για την επίλυση διαφορών δεν επηρεάζει την ανάληψη τυχόν δράσης στο πλαίσιο του ΠΟΕ, συμπεριλαμβανομένης της δράσης για την επίλυση διαφορών.
2. Ωστόσο, αν ένα μέρος έχει κινήσει διαδικασία διευθέτησης των διαφορών, όσον αφορά ένα συγκεκριμένο θέμα, είτε δυνάμει του παρόντος πρωτοκόλλου, είτε δυνάμει της συμφωνίας ΠΟΕ, δεν κινεί διαδικασία διευθέτησης των διαφορών όσον αφορά το ίδιο θέμα στο πλαίσιο του άλλου φόρουμ πριν περατωθεί η πρώτη διαδικασία. Επιπλέον, ένα συμβαλλόμενο μέρος δεν επιδιώκει αποκατάσταση μιας παραβίασης υποχρέωσης που είναι πανομοιότυπη στο πλαίσιο της συμφωνίας σύνδεσης και στο πλαίσιο της συμφωνίας του ΠΟΕ στα δύο φόρουμ. Σε τέτοια περίπτωση, μόλις αρχίσει μια διαδικασία επίλυσης διαφορών, το συμβαλλόμενο μέρος δεν προβάλλει αξίωση για αποκατάσταση της παραβίασης υποχρέωσης στο πλαίσιο άλλης συμφωνίας στο άλλο φόρουμ, εκτός αν το φόρουμ που επιλέγεται αποτύχει για διαδικαστικούς ή δικαιοδοτικούς λόγους να καταλήξει σε συμπέρασμα όσον αφορά την αξίωση για αποκατάσταση της εν λόγω παραβίασης υποχρέωσης.
3. Για τους σκοπούς της παραγράφου 2:
— |
οι διαδικασίες επίλυσης των διαφορών δυνάμει της συμφωνίας ΠΟΕ κινούνται όταν ένα συμβαλλόμενο μέρος ζητήσει τη σύσταση ειδικής ομάδας δυνάμει του άρθρου 6 του μνημονίου συμφωνίας σχετικά με τους κανόνες και τις διαδικασίες που διέπουν την επίλυση των διαφορών του ΠΟΕ και περατώνονται όταν ένα όργανο επίλυσης των διαφορών εγκρίνει την έκθεση της ομάδας και την έκθεση του δευτεροβάθμιου οργάνου κατά περίπτωση, σύμφωνα με τα άρθρα 16 και 17 παράγραφος 14 του εν λόγω μνημονίου συμφωνίας, |
— |
οι διαδικασίες επίλυσης των διαφορών δυνάμει του παρόντος πρωτοκόλλου θεωρείται ότι κινούνται από το αίτημα ενός συμβαλλόμενου μέρους για τη σύσταση ομάδας διαιτησίας σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 1 και ότι περατώνονται όταν η ειδική ομάδα διαιτησίας κοινοποιήσει την απόφασή της στα συμβαλλόμενα μέρη και στην υποεπιτροπή βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών σύμφωνα με το άρθρο 8. |
4. Καμία διάταξη του παρόντος πρωτοκόλλου δεν εμποδίζει ένα συμβαλλόμενο μέρος να εφαρμόζει την αναστολή των υποχρεώσεων που εγκρίνεται από το όργανο επίλυσης των διαφορών του ΠΟΕ. Η συμφωνία για την ίδρυση του ΠΟΕ δεν είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθεί για να αποκλειστεί ένα συμβαλλόμενο μέρος από την αναστολή των υποχρεώσεων δυνάμει του παρόντος πρωτοκόλλου.
Άρθρο 21
Προθεσμίες
1. Όλες οι προθεσμίες που προβλέπονται στο παρόν πρωτόκολλο, συμπεριλαμβανομένων των προθεσμιών κοινοποίησης των αποφάσεων από τις ειδικές ομάδες διαιτησίας, υπολογίζονται σε ημερολογιακές ημέρες από την ημέρα που έπεται της πράξης ή του γεγονότος που αφορούν, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά.
2. Κάθε προθεσμία που αναφέρεται στο παρόν πρωτόκολλο είναι δυνατό να τροποποιείται με αμοιβαία συμφωνία των συμβαλλόμενων μερών. Τα συμβαλλόμενα μέρη αναλαμβάνουν να εξετάσουν ευνοϊκά τα αιτήματα για παράταση οποιασδήποτε προθεσμίας λόγω των δυσκολιών που αντιμετωπίζονται από κάθε συμβαλλόμενο μέρος στη συμμόρφωση με τις διαδικασίες του παρόντος πρωτοκόλλου. Κατόπιν αιτήματος συμβαλλόμενου μέρους, η ειδική ομάδα διαιτησίας μπορεί να παρατείνει τις προθεσμίες που ισχύουν στις διαδικασίες, λαμβάνοντας υπόψη το διαφορετικό επίπεδο ανάπτυξης των συμβαλλόμενων μερών.
Άρθρο 22
Αναθεώρηση και τροποποίηση του πρωτοκόλλου
1. Μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος πρωτοκόλλου και των παραρτημάτων του, το Συμβούλιο Σύνδεσης μπορεί οποιαδήποτε στιγμή να αναθεωρήσει την εφαρμογή τους, με σκοπό να αποφασιστούν η συνέχεια, η τροποποίηση ή η λήξη τους.
2. Σε αυτή την αναθεώρηση, το Συμβούλιο Σύνδεσης μπορεί να εξετάσει τη δυνατότητα σύστασης ενός δευτεροβάθμιου οργάνου το οποίο να είναι κοινό για τις διάφορες ευρωμεσογειακές συμφωνίες.
3. Το Συμβούλιο Σύνδεσης μπορεί να αποφασίσει να τροποποιήσει το παρόν πρωτόκολλο και τα παραρτήματά του. Τα συμβαλλόμενα μέρη εφαρμόζουν την παρούσα απόφαση μετά την ολοκλήρωση των εσωτερικών διαδικασιών τους.
Άρθρο 23
Έναρξη ισχύος
Το παρόν πρωτόκολλο εγκρίνεται από τα συμβαλλόμενα μέρη σύμφωνα με τις οικείες διαδικασίες τους. Το παρόν πρωτόκολλο αρχίζει να ισχύει την πρώτη ημέρα του δεύτερου μήνα που έπεται της ημερομηνίας κατά την οποία τα μέρη κοινοποιούν αμοιβαία την ολοκλήρωση των διαδικασιών που αναφέρονται στο παρόν άρθρο.
Έγινε στις Βρυξέλλες, σε δύο αντίτυπα, στις 9 Δεκεμβρίου 2009, στην αγγλική, βουλγαρική, γαλλική, γερμανική, δανική, ελληνική, εσθονική, ισπανική, ιταλική, λετονική, λιθουανική, μαλτέζικη, ολλανδική, ουγγρική, πολωνική, πορτογαλική, ρουμανική, σλοβακική, σλοβενική, σουηδική, τσεχική και αραβική γλώσσα, και όλα τα κείμενα είναι εξίσου αυθεντικά.
За Европейския съюз
Por la Unión Europea
Za Evropskou unií
For Det Europæiske Union
Für die Europäische Union
Euroopa Liidu nimel
Για την Ευρωπαϊκή Ένωση
For the European Union
Pour l'Union européenne
Per l'Unione europea
Eiropas Savienības vārdā
Europos Sajungos vardu
Az Európai Unió részéről
Għall-Unjoni Ewropea
Voor de Europese Unie
W imieniu Unii Europejskiej
Pela União Europeia
Pentru Uniunea Europeană
Za Európsku úniu
Za Evropsko unijo
Euroopan unionin puolesta
På Europeiska unionens vägnar
За Република Тунис
Por la República de Túnez
Za Tuniskou republiku
For Den Tunesiske Republik
Für die Tunesische Republik
Tuneesia Vabariigi nimel
Για τη Δημοκρατίας της Τυνησίας
For the Republic of Tunisia
Pour la République tunisienne
Per la Repubblica tunisina
Tunisijas Republikas vārdā
Tuniso Respublikos vardu
A Tunéziai Köztársaság részéről
Għar-Repubblika tat-Tuniżija
Voor de Republiek Tunesië
W imieniu Republiki Tunezyjskiej
Pela República da Tunísia
Pentru Republica Tunisia
Za Tuniskú republiku
Za Republiko Tunizijo
Tunisian tasavallan puolesta
För Republiken Tunisien
(1) Οι διατάξεις του παρόντος πρωτοκόλλου ισχύουν με την επιφύλαξη του άρθρου 34 του πρωτοκόλλου σχετικά με τον ορισμό της έννοιας «προϊόντα καταγωγής» και των μεθόδων διοικητικής συνεργασίας.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι: |
ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΙΤΗΣΙΑ |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ: |
ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ ΓΙΑ ΤΑ ΜΕΛΗ ΤΩΝ ΕΙΔΙΚΩΝ ΟΜΑΔΩΝ ΔΙΑΙΤΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΤΕΣ |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι
ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΔΙΑΙΤΗΣΙΑ
Γενικές διατάξεις
1. |
Οι ορισμοί που ακολουθούν ισχύουν για το παρόν πρωτόκολλο και τον παρόντα εσωτερικό κανονισμό: α) «σύμβουλος»: άτομο που προσλαμβάνεται από ένα μέρος για να του παρέχει συμβουλές ή συνδρομή κατά τη διαδικασία στο πλαίσιο της ειδικής ομάδας διαιτησίας· β) «καταγγέλλον μέρος»: μέρος το οποίο ζητεί τη σύσταση ειδικής ομάδας διαιτησίας βάσει του άρθρου 5 του παρόντος πρωτοκόλλου· γ) «μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία»: συμβαλλόμενο μέρος κατά του οποίου στρέφεται ισχυρισμός περί παραβάσεως των διατάξεων που αναφέρονται στο άρθρο 2 του παρόντος πρωτοκόλλου· δ) «ειδική ομάδα διαιτησίας»: ομάδα που έχει συσταθεί σύμφωνα με το άρθρο 6 του παρόντος πρωτοκόλλου· ε) «εκπρόσωπος μέρους»: υπάλληλος ή οποιοδήποτε πρόσωπο που ορίζεται από κυβερνητική υπηρεσία ή διακυβερνητικό οργανισμό ή από κάθε άλλο δημόσιο φορέα ενός συμβαλλόμενου μέρους· στ) «ημέρα»: μία ημερολογιακή ημέρα, εκτός αν έχει οριστεί διαφορετικά. |
2. |
Το μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία βαρύνεται με την υλικοτεχνική διαχείριση των διαδικασιών επίλυσης των διαφορών, ιδίως τη διοργάνωση των ακροάσεων, εκτός αν συμφωνηθεί διαφορετικά. Ωστόσο, η Ένωση επιβαρύνεται με τις δαπάνες που προκύπτουν από όλα τα οργανωτικά θέματα σχετικά με τις διαβουλεύσεις, τη διαμεσολάβηση και τη διαιτησία, με εξαίρεση την αμοιβή και τις δαπάνες που καταβάλλονται στους διαμεσολαβητές και τους διαιτητές, που επιβαρύνουν και τις δύο πλευρές. |
Ανακοινώσεις
3. |
Τα συμβαλλόμενα μέρη και η ειδική ομάδα διαιτησίας διαβιβάζουν κάθε αίτηση, ανακοίνωση, γραπτή παρατήρηση ή άλλο έγγραφο, με αντίγραφο που αποστέλλεται την ίδια μέρα με τηλεαντίγραφο, με συστημένη επιστολή, με υπηρεσίες ταχείας αποστολής, με την έκδοση απόδειξης ή με άλλο τρόπο τηλεπικοινωνίας που παρέχει απόδειξη της αποστολής. Εκτός αν υπάρχουν αποδείξεις για το αντίθετο, ένα μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου θεωρείται ότι έχει παραληφθεί την ημέρα της αποστολής του. |
4. |
Κάθε μέρος παρέχει ηλεκτρονικό αντίγραφο κάθε γραπτής παρατήρησης στο άλλο μέρος και σε κάθε διαιτητή. Παρέχεται επίσης αντίγραφο του εγγράφου σε χαρτί. |
5. |
Πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος πρωτοκόλλου, τα συμβαλλόμενα μέρη ενημερώνονται αμοιβαίως για τα σημεία επαφής που έχουν οριστεί για όλες τις ανακοινώσεις. |
6. |
Ήσσονος σημασίας λάθη γραφής σε αίτηση, ανακοίνωση, γραπτή παρατήρηση ή άλλο έγγραφο που αφορά τη διαδικασία της ειδικής ομάδας διαιτησίας, μπορούν να διορθώνονται με την αποστολή νέου εγγράφου, στο οποίο αναφέρονται σαφώς οι αλλαγές. |
7. |
Σε περίπτωση που η τελευταία ημέρα για την αποστολή εγγράφου συμπίπτει με επίσημη αργία στην Τυνησία ή στην Ένωση, το έγγραφο μπορεί να αποσταλεί την επόμενη εργάσιμη ημέρα. Τα συμβαλλόμενα μέρη ανταλλάσσουν κατάλογο με τις ημερομηνίες των επίσημων αργιών τους την πρώτη Δευτέρα κάθε Δεκεμβρίου για το επόμενο έτος. Κανένα έγγραφο, ανακοίνωση ή αίτηση οποιουδήποτε είδους δεν θεωρείται ότι έχει παραληφθεί σε επίσημη αργία. |
8. |
Ανάλογα με το περιεχόμενο των διατάξεων που αποτελούν το αντικείμενο της διαφοράς, ένα αντίγραφο όλων των αιτήσεων και των ανακοινώσεων που απευθύνονται στην υποεπιτροπή βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών, σύμφωνα με το παρόν πρωτόκολλο, αποστέλλεται και στις άλλες σχετικές υποεπιτροπές που έχουν συσταθεί στο πλαίσιο της συμφωνίας σύνδεσης. |
Έναρξη της διαιτησίας
9. |
|
10. |
|
Αρχικές υποβολές παρατηρήσεων
11. |
Το καταγγέλλον μέρος διαβιβάζει τις αρχικές γραπτές παρατηρήσεις του το αργότερο εντός 20 ημερών από την ημερομηνία σύστασης της ειδικής ομάδας διαιτησίας. Το συμβαλλόμενο μέρος εναντίον του οποίου ασκείται η καταγγελία, διαβιβάζει τη γραπτή απάντησή του στις παρατηρήσεις, το αργότερο εντός 20 ημερών από την ημερομηνία διαβίβασης των αρχικών γραπτών παρατηρήσεων. |
Εργασία των ειδικών ομάδων διαιτησίας
12. |
Ο πρόεδρος της ειδικής ομάδας διαιτησίας αναλαμβάνει την προεδρία όλων των συνεδριάσεων της ομάδας αυτής. Η ειδική ομάδα διαιτησίας μπορεί να εξουσιοδοτήσει την προεδρεύουσα αρχή να λάβει διοικητικές και διαδικαστικές αποφάσεις. |
13. |
Εφόσον δεν προβλέπεται διαφορετικά στο παρόν πρωτόκολλο, η ειδική ομάδα διαιτησίας διεξάγει τις δραστηριότητές της με κάθε μέσο, μεταξύ άλλων τηλεφωνικώς, με τηλεαντίγραφο ή μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή. |
14. |
Μόνον οι διαιτητές μπορούν να συμμετέχουν στις συσκέψεις της ειδικής ομάδας διαιτησίας. Οι βοηθοί διαιτητών μπορούν διαιτητών να παρευρίσκονται στις συσκέψεις αυτές κατόπιν εγκρίσεως από την ομάδα. |
15. |
Η σύνταξη οποιασδήποτε απόφασης παραμένει αποκλειστική ευθύνη της ομάδας διαιτησίας και δεν πρέπει να εκχωρείται. |
16. |
Όταν προκύπτει διαδικαστική ερώτηση που δεν καλύπτεται από τις διατάξεις του παρόντος πρωτοκόλλου και των παραρτημάτων του, η ειδική ομάδα διαιτησίας, ύστερα από διαβούλευση με τα συμβαλλόμενα μέρη, μπορεί να υιοθετήσει κάθε κατάλληλη διαδικασία συμβατή με τις εν λόγω διατάξεις. |
17. |
Εφόσον η ειδική ομάδα διαιτησίας θεωρεί ότι είναι αναγκαίο να τροποποιηθεί ανά πάσα στιγμή προθεσμία που ισχύει για τη διαδικασία ή να πραγματοποιηθεί οποιαδήποτε άλλη διαδικαστική ή διοικητική προσαρμογή της διαδικασίας, ενημερώνει γραπτώς τα συμβαλλόμενα μέρη σχετικά με τους λόγους της αλλαγής ή της προσαρμογής, αναφέροντας την απαιτούμενη προθεσμία ή προσαρμογή. Η ειδική ομάδα διαιτησίας μπορεί να υιοθετήσει τέτοια αλλαγή ή τροποποίηση ύστερα από διαβούλευση με τα συμβαλλόμενα μέρη. Οι προθεσμίες του άρθρου 8 παράγραφος 2 του πρωτοκόλλου δεν τροποποιούνται. |
Αντικατάσταση
18. |
Αν ένας διαιτητής αδυνατεί να συμμετέχει στην διαδικασία, αποσυρθεί, ή πρέπει να αντικατασταθεί, επιλέγεται αντικαταστάτης σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 3. |
19. |
Όταν ένα συμβαλλόμενο μέρος θεωρεί ότι ένας διαιτητής δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του κώδικα δεοντολογίας και γι' αυτόν το λόγο πρέπει να αντικατασταθεί, αυτό το συμβαλλόμενο μέρος πρέπει να ειδοποιήσει το άλλο συμβαλλόμενο μέρος μέσα σε 15 ημέρες από τη στιγμή που αντιλήφθηκε τις περιστάσεις υπό τις οποίες ο διαιτητής προέβη στη σημαντική παραβίαση του κώδικα δεοντολογίας. Όταν ένα συμβαλλόμενο μέρος θεωρεί ότι ένας διαιτητής εκτός από τον πρόεδρο δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του κώδικα δεοντολογίας, τα συμβαλλόμενα μέρη προχωρούν σε διαβουλεύσεις και, αν συμφωνήσουν, αντικαθιστούν το διαιτητή και επιλέγουν αντικαταστάτη σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 6 παράγραφος 3 του πρωτοκόλλου. Στην περίπτωση που τα μέρη αδυνατούν να συμφωνήσουν ως προς την ανάγκη αντικατάστασης ενός διαιτητή, κάθε συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να ζητήσει το θέμα να παραπεμφθεί στον πρόεδρο της ειδικής ομάδας διαιτησίας, ο οποίος λαμβάνει και την τελική απόφαση. Αν ο πρόεδρος διαπιστώσει ότι ένας διαιτητής δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του κώδικα δεοντολογίας, επιλέγει με κλήρωση νέο διαιτητή από την ομάδα των ατόμων που περιλαμβάνονται στον κατάλογο που προβλέπει το άρθρο 19 παράγραφος 1 του παρόντος πρωτοκόλλου, μέλος της οποίας ήταν ο αρχικός διαιτητής. Αν ο αρχικός διαιτητής επιλέχτηκε από τα συμβαλλόμενα μέρη σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2 του πρωτοκόλλου, ο αντικαταστάτης επιλέγεται με κλήρωση από την ομάδα των ατόμων που έχουν προταθεί από το καταγγέλλον συμβαλλόμενο μέρος και από το συμβαλλόμενο μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 1 του παρόντος πρωτοκόλλου. Η επιλογή του νέου διαιτητή γίνεται μέσα σε πέντε εργάσιμες ημέρες από την ημερομηνία υποβολής του αιτήματος στον πρόεδρο της ειδικής ομάδας διαιτησίας. |
20. |
Όταν ένα συμβαλλόμενο μέρος θεωρεί ότι ο πρόεδρος της ειδικής ομάδας διαιτησίας δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του κώδικα δεοντολογίας, τα συμβαλλόμενα μέρη προχωρούν σε διαβουλεύσεις και, αν συμφωνήσουν, αντικαθιστούν τον πρόεδρο και επιλέγουν αντικαταστάτη σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 6 παράγραφος 3 του πρωτοκόλλου. Αν τα συμβαλλόμενα μέρη δεν καταφέρουν να συμφωνήσουν σχετικά με την ανάγκη να αντικατασταθεί ο πρόεδρος, κάθε συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να ζητήσει να παραπεμφθεί το θέμα σε ένα από τα υπόλοιπα μέλη της ομάδας των ατόμων που επελέγησαν να ασκήσουν την προεδρία σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 1 του παρόντος πρωτοκόλλου. Το όνομα του μέλους επιλέγεται με κλήρωση από τους προέδρους της υποεπιτροπής βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών ή τον αντιπρόσωπό τους. Η απόφαση που λαμβάνει το εν λόγω πρόσωπο σχετικά με την ανάγκη να αντικατασταθεί ο πρόεδρος είναι αμετάκλητη. Αν αυτό το πρόσωπο αποφασίσει ότι ο αρχικός πρόεδρος δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του κώδικα δεοντολογίας, επιλέγει νέο πρόεδρο με κλήρωση από τα υπόλοιπα μέλη της ομάδας όπως προβλέπεται στο άρθρο 19 παράγραφος 1 του πρωτοκόλλου που μπορούν να ασκήσουν καθήκοντα προέδρου. Η επιλογή του νέου προέδρου γίνεται μέσα σε πέντε εργάσιμες ημέρες από την ημερομηνία υποβολής του αιτήματος που αναφέρεται στην παρούσα παράγραφο. |
21. |
Οι εργασίες της ειδικής ομάδας διαιτησίας αναστέλλονται κατά τη διεξαγωγή των διαδικασιών που προβλέπονται στα άρθρα 18, 19 και 20. |
Ακροάσεις
22. |
Ο πρόεδρος καθορίζει την ημερομηνία και την ώρα της ακρόασης κατόπιν διαβουλεύσεων με τα συμβαλλόμενα μέρη και τα υπόλοιπα μέλη της ειδικής ομάδας διαιτησίας. Επιβεβαιώνει τις πληροφορίες αυτές εγγράφως στα μέρη. Οι πληροφορίες αυτές δημοσιοποιούνται, επίσης, από το συμβαλλόμενο μέρος που βαρύνεται με την υλικοτεχνική διαχείριση των διαδικασιών, όταν η ακρόαση είναι δημόσια. Εκτός αν τα μέρη συμφωνήσουν διαφορετικά, η επιτροπή διαιτησίας δύναται να αποφασίσει να μην γίνει ακρόαση. |
23. |
Εκτός αν τα μέρη συμφωνήσουν διαφορετικά, η ακρόαση πραγματοποιείται στις Βρυξέλλες, όταν το καταγγέλλον μέρος είναι η Τυνησία και στην Τυνησία, όταν το καταγγέλλον μέρος είναι η Ένωση. |
24. |
Η ειδική ομάδα διαιτησίας μπορεί να συγκαλέσει πρόσθετη ακρόαση μόνο σε εξαιρετικές περιστάσεις. Καμία πρόσθετη ακρόαση δεν συγκαλείται για τις διαδικασίες που προβλέπονται σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 2, το άρθρο 11 παράγραφος 2, το άρθρο 12 παράγραφος 3 και το άρθρο 13 παράγραφος 2 του παρόντος πρωτοκόλλου. |
25. |
Όλοι οι διαιτητές είναι παρόντες σε όλη τη διάρκεια των ακροάσεων. |
26. |
Τα παρακάτω πρόσωπα δύνανται να συμμετέχουν στην ακρόαση, ανεξάρτητα από το αν οι διαδικασίες είναι δημόσιες ή όχι:
Μόνον οι εκπρόσωποι και οι σύμβουλοι των συμβαλλόμενων μερών μπορούν να απευθυνθούν στην ομάδα διαιτησίας. |
27. |
Το αργότερο πέντε εργάσιμες ημέρες πριν από την ημερομηνία της ακρόασης, κάθε μέρος κοινοποιεί στην ομάδα διαιτησίας κατάλογο με τα ονόματα των προσώπων τα οποία θα αναπτύξουν προφορικά επιχειρήματα ή παρατηρήσεις κατά την ακρόαση, εκ μέρους του εν λόγω μέρους και άλλων εκπροσώπων ή συμβούλων, οι οποίοι θα παρευρίσκονται στην ακρόαση. |
28. |
Οι ακροάσεις των ειδικών ομάδων διαιτησίας πραγματοποιούνται παρουσία κοινού, εκτός αν τα μέρη αποφασίσουν διαφορετικά. Αν τα μέρη αποφασίσουν ότι η ακρόαση δεν είναι δημόσια, μέρος αυτής μπορεί ωστόσο να πραγματοποιείται με την παρουσία κοινού, εφόσον η ειδική ομάδα διαιτησίας, ύστερα από αίτηση των μερών, λάβει τέτοια απόφαση. Η ειδική ομάδα διαιτησίας ωστόσο συνέρχεται κεκλεισμένων των θυρών, όταν οι παρατηρήσεις και τα επιχειρήματα συμβαλλομένου μέρους περιέχουν εμπιστευτικές εμπορικές πληροφορίες. |
29. |
Η ειδική ομάδα διαιτησίας διενεργεί την ακρόαση με τον ακόλουθο τρόπο:
|
30. |
Η ειδική ομάδα διαιτησίας μπορεί να υποβάλει ερωτήσεις σε οποιοδήποτε συμβαλλόμενο μέρος και οποιαδήποτε στιγμή κατά την ακρόαση. |
31. |
Η ειδική ομάδα διαιτησίας φροντίζει για τη σύνταξη εγγράφου για κάθε ακρόαση και για την παράδοσή του το συντομότερο δυνατό στα συμβαλλόμενα μέρη. |
32. |
Μέσα σε 10 εργάσιμες ημέρες από την ημερομηνία της ακρόασης, κάθε συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να παραδώσει συμπληρωματική γραπτή παρατήρηση σχετικά με οποιοδήποτε θέμα που προέκυψε κατά τη διάρκεια της ακρόασης. |
Γραπτές ερωτήσεις
33. |
Η ειδική ομάδα διαιτησίας μπορεί, ανά πάσα στιγμή κατά τη διαδικασία, να απευθύνει γραπτές ερωτήσεις σε ένα ή και στα δύο συμβαλλόμενα μέρη. Κάθε ένα από τα συμβαλλόμενα μέρη λαμβάνει αντίγραφο τυχόν ερωτήσεων που υποβάλλονται από την ειδική ομάδα διαιτησίας. |
34. |
Κάθε μέρος διαβιβάζει επίσης στο άλλο μέρος αντίγραφο των γραπτών απαντήσεών του στις ερωτήσεις της ειδικής ομάδας διαιτησίας. Παρέχεται η ευκαιρία σε κάθε συμβαλλόμενο μέρος να σχολιάσει γραπτώς τις απαντήσεις του άλλου μέρους εντός πέντε εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία διαβίβασης. |
Εμπιστευτικότητα
35. |
Τα συμβαλλόμενα μέρη διατηρούν τον εμπιστευτικό χαρακτήρα των ακροάσεων της ειδικής ομάδας διαιτησίας στις περιπτώσεις που οι ακροάσεις γίνονται κεκλεισμένων των θυρών, σύμφωνα με τον κανόνα 28. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος αντιμετωπίζει ως εμπιστευτικές τις πληροφορίες που υποβάλλει στην ειδική ομάδα διαιτησίας το άλλο μέρος και τις οποίες το εν λόγω μέρος έχει χαρακτηρίσει ως εμπιστευτικές. Όταν συμβαλλόμενο μέρος υποβάλλει εγγράφως εμπιστευτικές παρατηρήσεις στην ειδική ομάδα διαιτησίας, παρέχει, επίσης, ύστερα από αίτηση του άλλου συμβαλλομένου μέρους, μη εμπιστευτική περίληψη των πληροφοριών που περιέχονται στις παρατηρήσεις του, η οποία δύναται να δημοσιοποιηθεί, το αργότερο 15 ημέρες από την ημερομηνία είτε της αίτησης είτε της υποβολής των παρατηρήσεων, οποιαδήποτε είναι η πλησιέστερη. Καμία διάταξη του παρόντος εσωτερικού κανονισμού δεν εμποδίζει ένας μέρος να δημοσιοποιήσει δηλώσεις επί των δικών του θέσεων. |
Μονομερείς επαφές
36. |
Η ειδική ομάδα διαιτησίας δεν πραγματοποιεί συναντήσεις ή επαφές με συμβαλλόμενο μέρος αν δεν παρευρίσκεται και το άλλο μέρος. |
37. |
Κανένας διαιτητής δεν επιτρέπεται να συζητεί πτυχές του αντικειμένου της διαδικασίας με ένα ή και τα δύο μέρη, εν απουσία των άλλων διαιτητών. |
Φιλικές παρατηρήσεις
38. |
Εφόσον τα συμβαλλόμενα μέρη δεν αποφασίσουν διαφορετικά εντός πέντε ημερών από την ημερομηνία σύστασης της ειδικής ομάδας διαιτησίας, η εν λόγω ειδική ομάδα μπορεί να λάβει γραπτές παρατηρήσεις που δεν έχει ζητήσει, εντός 10 ημερών από την ημερομηνία σύστασης της ειδικής ομάδας διαιτησίας, οι οποίες είναι συνοπτικές και σε καμία περίπτωση δεν υπερβαίνουν τις 15 δακτυλογραφημένες σελίδες, συμπεριλαμβανομένων των ενδεχόμενων παραρτημάτων και αφορούν άμεσα τα πραγματικά ή νομικά περιστατικά της υπόθεσης που εξετάζεται από την ειδική ομάδα διαιτησίας. |
39. |
Οι παρατηρήσεις πρέπει να περιλαμβάνουν περιγραφή του προσώπου, φυσικού ή νομικού, που τις υποβάλλει, συμπεριλαμβανομένης της φύσης των δραστηριοτήτων του και των χρηματοδοτικών του πόρων, και διευκρινίζουν το συμφέρον του εν λόγω προσώπου από τη διαδικασία διαιτησίας. Συντάσσονται στις γλώσσες που επιλέγονται από τα συμβαλλόμενα μέρη σύμφωνα με τους κανόνες 42 και 43 του εσωτερικού κανονισμού. |
40. |
Η ειδική ομάδα διαιτησίας περιλαμβάνει στην απόφασή της όλες τις παρατηρήσεις που έχει λάβει και που συμμορφώνονται με τους προαναφερόμενους κανόνες. Η ειδική ομάδα διαιτησίας δεν υποχρεούται να αναφέρει στην απόφασή της τα επιχειρήματα που αναπτύσσονται στις εν λόγω παρατηρήσεις. Κάθε παρατήρηση που λαμβάνει η ειδική ομάδα διαιτησίας βάσει του παρόντος κανόνος υποβάλλεται στα συμβαλλόμενα μέρη προς διατύπωση σχολίων. |
Επείγουσες περιπτώσεις
41. |
Σε περιπτώσεις επείγουσας ανάγκης που αναφέρονται στο παρόν πρωτόκολλο, η ειδική ομάδα διαιτησίας, κατόπιν διαβούλευσης με τα συμβαλλόμενα μέρη, προσαρμόζει τις προθεσμίες που αναφέρονται σε αυτούς τους κανόνες ανάλογα με την περίπτωση και ενημερώνει σχετικά τα συμβαλλόμενα μέρη. |
Μετάφραση και διερμηνεία
42. |
Κατά τη διάρκεια των διαβουλεύσεων που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 2 του πρωτοκόλλου, και το αργότερο έως τη συνεδρίαση που αναφέρεται στον κανόνα 9 στοιχείο β) του εσωτερικού κανονισμού, τα συμβαλλόμενα μέρη προσπαθούν να συμφωνήσουν σχετικά με μια κοινή επίσημη γλώσσα εργασίας για τις διαδικασίες ενώπιον της ειδικής ομάδας διαιτησίας. |
43. |
Αν τα συμβαλλόμενα μέρη αδυνατούν να συμφωνήσουν σχετικά με μια κοινή επίσημη γλώσσα εργασίας, κάθε συμβαλλόμενο μέρος τακτοποιεί και επιβαρύνεται με τις δαπάνες της μετάφρασης των γραπτών παρατηρήσεων στη γλώσσα που επιλέγεται από το άλλο συμβαλλόμενο μέρος |
44. |
Τα συμβαλλόμενο μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία φροντίζει για τη διερμηνεία των γραπτών παρατηρήσεών του στη γλώσσα που επιλέγουν τα συμβαλλόμενα μέρη. |
45. |
Οι αποφάσεις της ειδικής ομάδας διαιτησίας κοινοποιούνται στη γλώσσα ή στις γλώσσες που επιλέγουν τα συμβαλλόμενα μέρη. |
46. |
Κάθε μέρος δύναται να υποβάλει τις απόψεις του για τη μετάφραση εγγράφου, το οποίο συντάσσεται σύμφωνα με τον παρόντα εσωτερικό κανονισμό. |
Υπολογισμός των προθεσμιών
47. |
Όταν, λόγω της εφαρμογής του κανόνα 7 του παρόντος εσωτερικού κανονισμού, ένα συμβαλλόμενο μέρος λαμβάνει ένα έγγραφο σε ημερομηνία διαφορετική από την ημερομηνία κατά την οποία το παρόν έγγραφο παραλαμβάνεται από το άλλο συμβαλλόμενο μέρος, οποιαδήποτε χρονική περίοδος που υπολογίζεται βάσει της ημερομηνίας της παραλαβής του εγγράφου εκείνου υπολογίζεται από την τελευταία ημερομηνία παραλαβής του. |
Άλλες διαδικασίες
48. |
Ο παρών εσωτερικός κανονισμός ισχύει και για τις διαδικασίες που προβλέπονται στα άρθρα 10 παράγραφος 2, 11 παράγραφος 2, 12 παράγραφος 3 και 13 παράγραφος 2 του παρόντος πρωτοκόλλου. Ωστόσο, οι προθεσμίες που ορίζονται σε αυτό τον εσωτερικό κανονισμό προσαρμόζονται σύμφωνα με τις ειδικές προθεσμίες που προβλέπονται για την έγκριση απόφασης από την ειδική ομάδα διαιτησίας σε εκείνες τις άλλες διαδικασίες. |
49. |
Στην περίπτωση που είναι αδύνατη η σύγκληση της αρχικής ειδικής ομάδας διαιτησίας, ή ορισμένων μελών της, για τις διαδικασίες που ορίζονται στα άρθρα 10 παράγραφος 2, 11 παράγραφος 2, 12 παράγραφος 3 και 13 παράγραφος 2 του παρόντος πρωτοκόλλου, ισχύουν οι διαδικασίες που ορίζονται στο άρθρο 6 του πρωτοκόλλου. Η προθεσμία για την κοινοποίηση της απόφασης παρατείνεται κατά 15 ημέρες. |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ
ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ ΓΙΑ ΤΑ ΜΕΛΗ ΤΩΝ ΕΙΔΙΚΩΝ ΟΜΑΔΩΝ ΔΙΑΙΤΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΤΕΣ
Ορισμοί
1. |
Στον παρόντα κώδικα δεοντολογίας νοούνται ως: α) «μέλος» ή «διαιτητής»: μέλος ειδικής ομάδας διαιτησίας που συγκροτείται βάσει του άρθρου 6 του παρόντος πρωτοκόλλου· β) «διαμεσολαβητής»: πρόσωπο που διευθύνει διαμεσολάβηση σύμφωνα με το άρθρο 4 του παρόντος πρωτοκόλλου· γ) «υποψήφιος»: άτομο το όνομα του οποίου περιλαμβάνεται στον κατάλογο διαιτητών που προβλέπεται στο άρθρο 19 του παρόντος πρωτοκόλλου και το οποίο εξετάζεται για ενδεχόμενη επιλογή του ως μέλους ειδικής ομάδας διαιτησίας βάσει του άρθρου 6· δ) «βοηθός»: πρόσωπο το οποίο, ενόψει του διορισμού μέλους, διεξάγει έρευνα ή παρέχει στήριξη στο μέλος για την εκτέλεση των καθηκόντων του· ε) «διαδικασία»: εκτός αν ορίζεται άλλως, διαδικασία η οποία διεξάγεται στο πλαίσιο ειδικής ομάδας διαιτησίας δυνάμει του παρόντος πρωτοκόλλου· στ) «προσωπικό»: σε σχέση με ένα μέλος, τα άτομα τα οποία τελούν υπό τη διεύθυνση και τον έλεγχο του μέλους αυτού, εξαιρουμένων των βοηθών. |
Υποχρεώσεις όσον αφορά τη διαδικασία
2. |
Κάθε υποψήφιος και μέλος οφείλει να αποφεύγει οποιαδήποτε παρατυπία ή εντύπωση παρατυπίας, να είναι ανεξάρτητος και αμερόληπτος, να αποφεύγει τις άμεσες ή έμμεσες συγκρούσεις συμφερόντων και να τηρεί αυστηρά τους κανόνες δεοντολογίας για την εξασφάλιση της ακεραιότητας και της αμεροληψίας στο πλαίσιο του μηχανισμού επίλυσης των διαφορών. Τα πρώην μέλη υποχρεούνται να συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στις παραγράφους 15, 16, 17 και 18 του παρόντος κώδικα δεοντολογίας. |
Υποχρεώσεις κοινοποίησης
3. |
Πριν από την επιβεβαίωση της επιλογής του/της ως μέλους της ειδικής ομάδας διαιτησίας βάσει του παρόντος πρωτοκόλλου, κάθε υποψήφιος οφείλει να κοινοποιεί την ύπαρξη κάθε συμφέροντος, σχέσης ή ζητήματος που θα μπορούσε να επηρεάσει την ανεξαρτησία ή την αμεροληψία του ή που θα μπορούσε λογικά να οδηγήσει σε παρατυπία ή να εγείρει υπόνοιες για μεροληψία κατά τη διαδικασία. Για τον σκοπό αυτό, ο υποψήφιος πρέπει να καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να λαμβάνει γνώση σχετικά με την ύπαρξη τέτοιου είδους συμφερόντων, σχέσεων και ζητημάτων. |
4. |
Κάθε υποψήφιος ή μέλος δεν μπορεί να κοινοποιεί ζητήματα σχετικά με πραγματικές ή πιθανές παραβιάσεις του παρόντος κώδικα δεοντολογίας παρά στην υποεπιτροπή βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών προς εξέταση από τα συμβαλλόμενα μέρη. |
5. |
Από τη στιγμή της επιλογής του, το μέλος οφείλει να εξακολουθήσει να καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να λαμβάνει γνώση για τυχόν συμφέροντα, σχέσεις ή ζητήματα που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος κώδικα δεοντολογίας, και οφείλει να τα κοινοποιεί. Η υποχρέωση κοινοποίησης αποτελεί διαρκές καθήκον το οποίο απαιτεί από κάθε μέλος να γνωστοποιεί οποιαδήποτε τέτοια συμφέροντα, σχέσεις και ζητήματα, τα οποία μπορεί να ανακύπτουν σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας. Κάθε μέλος οφείλει να κοινοποιεί εγγράφως προς την υποεπιτροπή βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών τα εν λόγω συμφέροντα, σχέσεις και ζητήματα, προς εξέταση από τα συμβαλλόμενα μέρη. |
Καθήκοντα των μελών
6. |
Κάθε μέλος οφείλει από τη στιγμή της επιλογής του να εκτελεί δίκαια και επιμελώς τα καθήκοντά του στο ακέραιο και δίχως καθυστέρηση καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας. |
7. |
Κάθε μέλος οφείλει να εξετάζει αποκλειστικά και μόνο τα θέματα που ανακύπτουν κατά τη διαδικασία και που είναι απαραίτητα για τη λήψη απόφασης. Δεν επιτρέπεται να αναθέτει σε κανένα άλλο πρόσωπο αυτό το έργο. |
8. |
Κάθε μέλος λαμβάνει όλα τα δέοντα μέτρα για να διασφαλίζει ότι ο βοηθός και το προσωπικό του γνωρίζουν τις παραγράφους 2, 3, 4, 5, 16, 17 και 18 του παρόντος κώδικα δεοντολογίας και συμμορφώνονται με αυτές. |
9. |
Κανένα μέλος δεν πρέπει να πραγματοποιεί μονομερείς επαφές σχετικά με τη διαδικασία. |
Ανεξαρτησία και αμεροληψία των μελών
10. |
Κάθε μέλος οφείλει να είναι ανεξάρτητο και αμερόληπτο και να αποφεύγει οποιαδήποτε παρατυπία ή εντύπωση παρατυπίας και να μην επηρεάζεται από ίδιο συμφέρον, έξωθεν πιέσεις, πολιτικές πεποιθήσεις, διαμαρτυρίες της κοινής γνώμης, προσήλωση σε ένα από τα συμβαλλόμενα μέρη ή τον φόβο της κριτικής. |
11. |
Τα μέλη δεν πρέπει να αναλαμβάνουν, άμεσα ή έμμεσα, υποχρεώσεις ή να δέχονται οφέλη τα οποία θα μπορούσαν με οποιοδήποτε τρόπο να επηρεάσουν, ή να φανεί ότι επηρεάζουν, την ομαλή εκτέλεση των καθηκόντων τους. |
12. |
Τα μέλη οφείλουν να μην κάνουν χρήση της ιδιότητάς τους ως μελών της ειδικής ομάδας διαιτησίας για να προωθήσουν προσωπικά ή ιδιωτικά συμφέροντα. Πρέπει να αποφεύγουν ενέργειες οι οποίες ενδέχεται να δημιουργήσουν την εντύπωση ότι κάποιοι είναι σε θέση να τα επηρεάζουν. |
13. |
Τα μέλη δεν επιτρέπουν να επηρεάζεται η συμπεριφορά τους ή η κρίση τους από σχέσεις ή ευθύνες οικονομικού, εμπορικού, επαγγελματικού, οικογενειακού ή κοινωνικού χαρακτήρα. |
14. |
Τα μέλη οφείλουν να αποφεύγουν να συνάπτουν οποιαδήποτε σχέση, ή να αποκτούν οποιαδήποτε οικονομικά οφέλη, που ενδέχεται να επηρεάσουν την αμεροληψία τους ή που θα μπορούσαν εύλογα να δημιουργήσουν την εντύπωση για παρατυπία ή μεροληψία. |
Υποχρεώσεις πρώην μελών
15. |
Όλα τα προηγούμενα μέλη πρέπει να αποφύγουν ενέργειες που μπορούν να δημιουργήσουν την εντύπωση ότι επέδειξαν μεροληψία κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους ή ότι επωφελήθηκαν από τις αποφάσεις της ειδικής ομάδας διαιτησίας. |
Εμπιστευτικότητα
16. |
Τα μέλη ή πρώην μέλη δεν επιτρέπεται σε καμία χρονική στιγμή να κοινοποιούν ή να κάνουν χρήση οποιασδήποτε μη δημόσιας πληροφορίας σχετικά με τη διαδικασία η οποία προέκυψε κατά τη διαδικασία, εκτός αν αυτές αφορούν τη διαδικασία, και δεν δύνανται σε καμία περίπτωση να κοινοποιούν ή να κάνουν χρήση οποιασδήποτε τέτοιας πληροφορίας για να αποκομίσουν προσωπικά οφέλη ή προνόμια για άλλους ή να βλάψουν τα συμφέροντα άλλων. |
17. |
Τα μέλη δεν αποκαλύπτουν απόφαση της ειδικής ομάδας διαιτησίας ή μέρος αυτής πριν από τη δημοσίευσή της σύμφωνα με το παρόν πρωτόκολλο. |
18. |
Τα μέλη ή πρώην μέλη δεν επιτρέπεται σε καμία χρονική στιγμή να κοινοποιούν τις συζητήσεις της ειδικής ομάδας διαιτησίας ή τις απόψεις οποιουδήποτε μέλους. |
Δαπάνες
19. |
Κάθε μέλος διατηρεί αρχείο και καταγράφει το χρόνο που αφιέρωσε στη διαδικασία και τα έξοδά του. |
Διαμεσολαβητές
20. |
Οι κανόνες που περιγράφονται στον παρόντα κώδικα δεοντολογίας για τα μέλη ή τα πρώην μέλη ισχύουν, τηρουμένων των αναλογιών, για τους διαμεσολαβητές. |