EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document C:2008:023:FULL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, C 23, 28 Ιανουάριος 2008


Display all documents published in this Official Journal
 

ISSN 1725-2415

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 23

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Ανακοινώσεις και Πληροφορίες

51ό έτος
28 Ιανουαρίου 2008


Ανακοίνωση αριθ

Περιεχόμενα

Σελίδα

 

I   Ψηφίσματα, συστάσεις και γνωμοδοτήσεις

 

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΕΙΣ

 

Ελεγκτικό Συνέδριο

2008/C 023/01

Γνώμη αριθ. 8/2007 σχετικά με πρόταση κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) της Επιτροπής για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2343/2002 της Επιτροπής για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού-πλαισίου για τους κοινοτικούς οργανισμούς του άρθρου 185 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, ο οποίος θεσπίζει το δημοσιονομικό κανονισμό που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

1

2008/C 023/02

Γνώμη αριθ. 9/2007 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου περί του δημοσιονομικού κανονισμού ο οποίος εφαρμόζεται στο δέκατο Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάπτυξης

3

EL

 


I Ψηφίσματα, συστάσεις και γνωμοδοτήσεις

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΕΙΣ

Ελεγκτικό Συνέδριο

28.1.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 23/1


ΓΝΏΜΗ αριθ. 8/2007

σχετικά με πρόταση κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) της Επιτροπής για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2343/2002 της Επιτροπής για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού-πλαισίου για τους κοινοτικούς οργανισμούς του άρθρου 185 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, ο οποίος θεσπίζει το δημοσιονομικό κανονισμό που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

(δυνάμει του άρθρου 248 παράγραφος 4 δεύτερο εδάφιο της συνθήκης ΕΚ)

(2008/C 23/01)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2343/2002 της Επιτροπής, της 23ης Δεκεμβρίου 2002, για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού-πλαισίου για τους κοινοτικούς οργανισμούς του άρθρου 185 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, ο οποίος θεσπίζει το δημοσιονομικό κανονισμό που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (1),

τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1995/2006 του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2006, για τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (2),

το σχέδιο κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) της Επιτροπής για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2343/2002 της Επιτροπής για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού-πλαισίου για τους κοινοτικούς οργανισμούς του άρθρου 185 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, ο οποίος θεσπίζει το δημοσιονομικό κανονισμό που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (3),

τη γνώμη αριθ. 4/2006 του Ελεγκτικού Συνεδρίου σχετικά με το σχέδιο κανονισμού του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002, της 25ης Ιουνίου 2002, για το δημοσιονομικό κανονισμό που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (4),

το αίτημα της Επιτροπής για γνωμοδότηση σχετικά με το εν λόγω σχέδιο κανονισμού, που περιήλθε στο Ελεγκτικό Συνέδριο στις 20 Ιουλίου 2007,

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΕ ΩΣ ΑΚΟΛΟΥΘΩΣ:

1.

Το σχέδιο κανονισμού αφορά την προσαρμογή του δημοσιονομικού κανονισμού-πλαισίου για τους κοινοτικούς οργανισμούς του άρθρου 185 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (στο εξής «γενικός δημοσιονομικός κανονισμός») στις τελευταίες τροποποιήσεις που επήλθαν με τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1995/2006 του Συμβουλίου της 13ης Δεκεμβρίου 2006 στο γενικό δημοσιονομικό κανονισμό.

2.

Το Συνέδριο δεν διατυπώνει καμία παρατήρηση σχετικά με την πρόταση της Επιτροπής.

Η παρούσα γνώμη εγκρίθηκε από το Ελεγκτικό Συνέδριο στο Λουξεμβούργο, κατά τη συνεδρίασή του της 6ης Δεκεμβρίου 2007.

Για το Ελεγκτικό Συνέδριο

Hubert WEBER

Πρόεδρος


(1)  ΕΕ L 357 της 31.12.2002, σ. 72.

(2)  ΕΕ L 390 της 30.12.2006.

(3)  SEC(2007) 1013 τελικό — CNS 2007/0151.

(4)  ΕΕ C 273 της 9.11.2006, σ. 2.


28.1.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 23/3


ΓΝΏΜΗ αριθ. 9/2007

σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου περί του δημοσιονομικού κανονισμού ο οποίος εφαρμόζεται στο δέκατο Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάπτυξης

(δυνάμει του άρθρου 248 παράγραφος 4 δεύτερο εδάφιο της συνθήκης ΕΚ)

(2008/C 23/02)

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

1

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

2-11

ΚΥΡΙΟΤΕΡΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

2

Ευθυγράμμιση με το γενικό δημοσιονομικό κανονισμό

3

Απλοποίηση

4

Ανάγκη για ενιαίο δημοσιονομικό κανονισμό, ο οποίος να εφαρμόζεται σε όλα τα ΕΤΑ

5-6

Επιμερισμός των αρμοδιοτήτων για την εφαρμογή του ΕΤΑ και απαλλαγή

7-9

Διαχειριστές πληρωμών

10

Προθεσμία για τη σύναψη των επί μέρους συμβάσεων και συμφωνιών

11

Προσωρινοί λογαριασμοί

12-33

ΛΟΙΠΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

12

Πίνακας περιεχομένων

13-14

Πόροι και συνεισφορές των κρατών μελών

15-20

Χειρισμός των πόρων ΕΤΑ

21

Σύναψη συμβάσεων

22

Τίτλοι VII και VI

23-24

Επιχορηγήσεις/επιδοτήσεις

25-27

Απόδοση των λογαριασμών και λογιστική

28-30

Εξωτερικός έλεγχος και απαλλαγή

31-33

Ειδικές διατάξεις που ισχύουν για τους πόρους του ΕΤΑ υπό τη διαχείριση της ΕΤΕπ

ΤΟ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 248 παράγραφος 4,

τη συμφωνία εταιρικής σχέσης μεταξύ των κρατών ΑΚΕ, αφενός, και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών αυτής, αφετέρου, η οποία υπογράφηκε στο Κοτονού (Μπενίν) στις 23 Ιουνίου 2000, αποκαλούμενη εφεξής «συμφωνία ΑΚΕ-ΕΚ» (1), όπως αναθεωρήθηκε από τη συμφωνία που υπογράφηκε στο Λουξεμβούργο στις 25 Ιουνίου 2005 (2),

την απόφαση 2001/822/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2001, για τη σύνδεση των Υπερπόντιων Χωρών και Εδαφών με την Ευρωπαϊκή Κοινότητα, αποκαλούμενη εφεξής «απόφαση σύνδεσης ΥΧΕ-ΕΚ» (3), η οποία τροποποιήθηκε με την απόφαση 2007/249/ΕΚ του Συμβουλίου της 19ης Μαρτίου 2007 (4),

την απόφαση αριθ. 1/2006 του Συμβουλίου Υπουργών ΑΚΕ-ΕΚ, της 2ας Ιουνίου 2006, η οποία διευκρινίζει το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο για την περίοδο 2008-2013 και τροποποιεί την αναθεωρημένη συμφωνία εταιρικής σχέσης ΑΚΕ-ΕΚ (5),

τη γνώμη αριθ. 2/2002 του Συνεδρίου σχετικά με τροποποιημένη πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου περί δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (6), αποκαλούμενος εφεξής «γενικός δημοσιονομικός κανονισμός»,

τη γνώμη αριθ. 12/2002 του Συνεδρίου σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού του ένατου Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάπτυξης δυνάμει της συμφωνίας εταιρικής σχέσης ΑΚΕ-ΕΚ που υπογράφηκε στο Κοτονού στις 23 Ιουνίου 2000 (7),

τη γνώμη αριθ. 10/2005 του Συνεδρίου σχετικά με το σχέδιο κανονισμού του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 της 25ης Ιουνίου 2002 για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (8),

τη γνώμη αριθ. 4/2006 του Συνεδρίου σχετικά με το σχέδιο κανονισμού του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 της 25ης Ιουνίου 2002 για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (9),

τη γνώμη αριθ. 2/2007 του Συνεδρίου σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για την τροποποίηση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο ένατο Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάπτυξης (10),

την εσωτερική συμφωνία μεταξύ των αντιπροσώπων των κυβερνήσεων των κρατών μελών, συνελθόντων στο πλαίσιο του Συμβουλίου, σχετικά με τη χρηματοδότηση των ενισχύσεων της Κοινότητας στο πλαίσιο του πολυετούς χρηματοδοτικού πλαισίου για την περίοδο 2008-2013 βάσει της συμφωνίας εταιρικής σχέσης ΑΚΕ-ΕΚ, καθώς και για τη χορήγηση χρηματοδοτικής ενίσχυσης στις υπερπόντιες χώρες και εδάφη για τις οποίες ισχύουν οι διατάξεις του τέταρτου μέρους της συνθήκης ΕΚ (εφεξής «εσωτερική συμφωνία»), και ιδίως το άρθρο 10 παράγραφος 2, το οποίο προβλέπει τη γνωμοδότηση του Ελεγκτικού Συνεδρίου (11),

την πρόταση της Επιτροπής για την έκδοση κανονισμού του Συμβουλίου περί του δημοσιονομικού κανονισμού ο οποίος εφαρμόζεται στο δέκατο Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάπτυξης (12),

το αίτημα του Συμβουλίου για γνωμοδότηση επί της εν λόγω πρότασης, το οποίο περιήλθε στο Συνέδριο στις 27 Ιουλίου 2007,

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΕ ΩΣ ΑΚΟΛΟΥΘΩΣ:

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

1.

Το Συνέδριο επισημαίνει ότι η προθεσμία για τη διατύπωση της παρούσας γνώμης ήταν εξαιρετικά σύντομη. Πράγματι, ο δημοσιονομικός κανονισμός που εφαρμόζεται στο δέκατο ΕΤΑ πρέπει να εγκριθεί πριν από το τέλος του 2007, ώστε να μπορεί να τεθεί σε εφαρμογή στην αρχή του 2008. Το Συμβούλιο έχει ήδη προχωρήσει σημαντικά με τις νομοθετικές διαδικασίες για την έγκριση αυτού του κανονισμού. Για το λόγο αυτό, η παρούσα γνώμη εστιάζει σε βασικά ζητήματα ουσίας, χωρίς να τα συνοδεύει κατ’ ανάγκη με εναλλακτικές προτάσεις κειμένου.

ΚΥΡΙΟΤΕΡΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

Ευθυγράμμιση με το γενικό δημοσιονομικό κανονισμό

2.

Το Συνέδριο διαπιστώνει ότι το σχέδιο δημοσιονομικού κανονισμού περιλαμβάνει ορθά τις τροποποιήσεις οι οποίες πραγματοποιήθηκαν κατά την αναμόρφωση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό και θα μπορούσαν να τύχουν εφαρμογής στο πλαίσιο του ΕΤΑ. Ο Συνέδριο εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι το χρονοδιάγραμμα της δήλωσης αξιοπιστίας και της ετήσιας έκθεσής του ευθυγραμμίζεται με τις αντίστοιχες ημερομηνίες που τίθενται στο γενικό δημοσιονομικό κανονισμό.

Απλοποίηση

3.

Το Συνέδριο επιδοκιμάζει το γεγονός ότι, όπως συνιστάται στη γνώμη του αριθ. 12/2002, το σχέδιο δημοσιονομικού κανονισμού αποτελεί ένα σαφές και απλό νομοθετικό κείμενο, επικεντρωνόμενο στις διατάξεις που είναι ουσιώδεις και αναγκαίες για την εκτέλεση του ΕΤΑ, χωρίς να επαναλαμβάνει άσκοπα τις διατάξεις του παραρτήματος IV της συμφωνίας εταιρικής σχέσης ΑΚΕ-ΕΚ, της εσωτερικής συμφωνίας ή των κανόνων εφαρμογής του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού.

Ανάγκη για ενιαίο δημοσιονομικό κανονισμό, ο οποίος να εφαρμόζεται σε όλα τα ΕΤΑ

4.

Το Συνέδριο εκφράζει την απογοήτευσή του για το γεγονός ότι, παρά την πρόταση που διατύπωνε στις γνώμες του αριθ. 12/2002 και αριθ. 2/2007, το σχέδιο δημοσιονομικού κανονισμού δεν εκμεταλλεύεται την ευκαιρία για να εισαγάγει έναν ενιαίο δημοσιονομικό κανονισμό, ο οποίος να εφαρμόζεται σε όλα τα τρέχοντα και τα μελλοντικά ΕΤΑ και να μπορεί να τροποποιείται κάθε φορά που θα κρίνεται αναγκαίο, όπως συμβαίνει με το γενικό δημοσιονομικό κανονισμό. Ένα τέτοιο μέτρο θα εξασφάλιζε τη συνέχεια του τρόπου προσέγγισης, χωρίς τον κίνδυνο διακοπής της εφαρμογής των ΕΤΑ, και θα απλοποιούσε σημαντικά τη διαχείριση.

Επιμερισμός των αρμοδιοτήτων για την εφαρμογή του ΕΤΑ και απαλλαγή

5.

Σύμφωνα με το άρθρο 11 της εσωτερικής συμφωνίας, τα άρθρα 2 και 3 του σχεδίου δημοσιονομικού κανονισμού καθορίζουν τον επιμερισμό των κύριων αρμοδιοτήτων για την εφαρμογή του ΕΤΑ μεταξύ της Επιτροπής και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ) δημιουργώντας δύο διαφορετικούς τομείς διαχείρισης, έναν για κάθε όργανο. Σε αυτό το πλαίσιο, διατηρείται μια κατηγορία δαπανών η οποία, μολονότι υπόκειται στον έλεγχο του Συνεδρίου (δυνάμει της τριμερούς συμφωνίας ΕΤΕπ-Συνεδρίου-Επιτροπής η οποία προβλέπεται στο 134 του σχεδίου δημοσιονομικού κανονισμού), δεν υπόκειται σε απαλλαγή από τις αρμόδιες αρχές.

6.

Τα άρθρα που αφορούν την απαλλαγή, και ιδίως το άρθρο 143 παράγραφος 1, εξαιρούν τη διαχείριση της επενδυτικής διευκόλυνσης εκ μέρους της ΕΤΕπ από το πεδίο που καλύπτει η απαλλαγή του Κοινοβουλίου. Το Συνέδριο διαπιστώνει μετά λύπης ότι, δυνάμει της εσωτερικής συμφωνίας (άρθρο 11 παράγραφοι 8 και 9), οι πράξεις που τελούν υπό τη διαχείριση της ΕΤΕπ δεν υπόκεινται στη διαδικασία απαλλαγής στην οποία συμπράττουν το Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο, μολονότι οι εν λόγω πράξεις διενεργούνται από την ΕΤΕπ για λογαριασμό και με την ευθύνη της Κοινότητας (άρθρο 11 παράγραφος 2 της εσωτερικής συμφωνίας), με πόρους του ΕΤΑ. Το Συνέδριο υπενθυμίζει ότι τα κεφάλαια αυτά προέρχονται από τους ευρωπαίους φορολογούμενους, και όχι από τις χρηματαγορές.

Διαχειριστές πληρωμών

7.

Τα άρθρα 48 έως 50 δημιουργούν έναν νέο οικονομικό παράγοντα, το διαχειριστή πληρωμών, ο οποίος είναι υπεύθυνος για την εκτέλεση των πληρωμών στα εθνικά νομίσματα των κρατών ΑΚΕ ή στα τοπικά νομίσματα των ΥΧΕ μέσω των λογαριασμών των εξουσιοδοτημένων οργανισμών πληρωμής. Στις αιτιολογικές σκέψεις του σχεδίου δημοσιονομικού κανονισμού δεν διευκρινίζεται γιατί κρίνεται αναγκαία η δημιουργία αυτού του νέου οικονομικού παράγοντα, ενώ οι διατάξεις του σχεδίου δεν καθορίζουν με σαφήνεια τις αρμοδιότητες και τις υποχρεώσεις του, ιδίως έναντι του διατάκτη και του υπολόγου. Το Συνέδριο εκφράζει την ιδιαίτερη ανησυχία του για το γεγονός ότι, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 49 παράγραφος 1, η απόφαση με την οποία ο υπόλογος διορίζει το διαχειριστή πληρωμών βασίζεται σε πρόταση του αρμόδιου διατάκτη και ότι η απόφαση αυτή προσδιορίζει τις αντίστοιχες ευθύνες και υποχρεώσεις του διαχειριστή πληρωμών και του διατάκτη. Επιπλέον, δεδομένου ότι ο διαχειριστής πληρωμών δεν αναφέρεται στο άρθρο 31, δεν είναι σαφές κατά πόσο διασφαλίζεται η αρχή του διαχωρισμού των καθηκόντων.

8.

Το Συνέδριο παρατηρεί ότι, για την εφαρμογή του ένατου ΕΤΑ, αυτού του είδους οι πληρωμές μπορούν να εκτελούνται από δευτερεύοντα υπόλογο (άρθρο 66 παράγραφος 1 του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο ένατο ΕΤΑ) και, ως εκ τούτου, κρίνει ότι δεν υπάρχει λόγος παρόμοιες διατάξεις να μην προτείνονται στο σχέδιο δημοσιονομικού κανονισμού. Το Συνέδριο επισημαίνει, επίσης, ότι ο γενικός δημοσιονομικός κανονισμός δεν προβλέπει αντίστοιχα καθήκοντα με αυτά του διαχειριστή πληρωμών, και, πέραν του διατάκτη και του υπολόγου, προβλέπει μόνο υπόλογο πάγιων προκαταβολών, οι οποίες τροφοδοτούνται μόνο από τον υπόλογο, χωρίς την ανάμειξη του διατάκτη (άρθρο 63).

9.

Συνεπώς, το Συνέδριο προτείνει την απάλειψη από το σχέδιο δημοσιονομικού κανονισμού κάθε αναφοράς στο διαχειριστή πληρωμών.

Προθεσμία για τη σύναψη των επιμέρους συμβάσεων και συμφωνιών

10.

Το άρθρο 74 παράγραφος 2 και το άρθρο 79, στοιχείο α) προβλέπουν ότι προσθήκες σε ήδη συναφθείσες συμβάσεις μπορούν να συναφθούν και πέραν της τριετίας από την ημερομηνία σύναψης της αντίστοιχης συμφωνίας χρηματοδότησης. Η διάταξη αυτή παρεκκλίνει από τις αντίστοιχες διατάξεις του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού (άρθρο 166 παράγραφος 2), ο οποίος προβλέπει αυτή τη δυνατότητα μόνο για τη σύναψη συμβάσεων και συμφωνιών που αφορούν τον έλεγχο και την αξιολόγηση. Εν πάση περιπτώσει, η διεύρυνση αυτής της παρέκκλισης στη σύναψη προσθηκών θα καθιστούσε κενό νοήματος το γενικό κανόνα σύμφωνα με τον οποίο οι επιμέρους συμβάσεις και συμφωνίες συνάπτονται το αργότερο τρία έτη από την ημερομηνία σύναψης της συμφωνίας χρηματοδότησης.

Προσωρινοί λογαριασμοί

11.

Όσον αφορά τα άρθρα 124 και 125, το Συνέδριο εφιστά την προσοχή στη γνώμη του αριθ. 2/2002 (σημεία 20 και 21), στην οποία πρότεινε την απάλειψη κάθε αναφοράς σε «προσωρινούς» λογαριασμούς. Οι λογαριασμοί που πρέπει να υποβάλλονται προς έλεγχο στις 31 Μαρτίου πρέπει να είναι πλήρεις, δεόντως καταρτισμένοι και εγκεκριμένοι από την Επιτροπή. Στο δημοσιονομικό κανονισμό δεν θα πρέπει να δημιουργείται σύγχυση σχετικά με το ρόλο του ελεγχόμενου και του ελεγκτή όσον αφορά την κατάρτιση των λογαριασμών. Τα καθήκοντα του Συνεδρίου δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να περιλαμβάνουν την παροχή υποστήριξης προς την Επιτροπή για την κατάρτιση των λογαριασμών. Η ευθύνη αυτή, διοικητικής και λογιστικής φύσης, βαρύνει αποκλειστικά την Επιτροπή και είναι ασυμβίβαστη με την ευθύνη του εξωτερικού ελέγχου την οποία φέρει το Συνέδριο.

ΛΟΙΠΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

Πίνακας περιεχομένων

12.

Κρίνεται σκόπιμη η προσθήκη πίνακα περιεχομένων, όπως στο γενικό δημοσιονομικό κανονισμό.

Πόροι και συνεισφορές των κρατών μελών

13.

Ο τίτλος III του πρώτου μέρους του σχεδίου δημοσιονομικού κανονισμού περιλαμβάνει μόνο ένα κεφάλαιο σχετικά με τη σύσταση των πόρων του ΕΤΑ. Θα πρέπει να προστεθεί ένα ακόμη κεφάλαιο το οποίο θα περιέχει τις διατάξεις αναφορικά με τον καθορισμό των ετήσιων συνεισφορών των κρατών μελών.

14.

Το άρθρο 16 δεν διευκρινίζει κατά πόσο οι χρηματοδοτικές εισφορές των κρατών μελών, άλλων δωρητριών χωρών ή διεθνών οργανισμών για ορισμένα έργα ή προγράμματα, τις οποίες θα διαχειρίζεται η Επιτροπή για λογαριασμό τους, θα αποτελούν πόρους του ΕΤΑ εν στενή εννοία και η διαχείρισή τους θα ασκείται σύμφωνα με τους κανόνες που διέπουν το ΕΤΑ.

Χειρισμός των πόρων ΕΤΑ

15.

Το άρθρο 26 ορίζει ότι, σε περίπτωση έμμεσης κεντρικής διαχείρισης, η Επιτροπή μπορεί να δεχθεί από τους φορείς στους οποίους αναθέτει καθήκοντα διαχείρισης ότι διαθέτουν συστήματα ελέγχου, λογιστικής, διαδικασιών ανάθεσης συμβάσεων και παροχής επιχορηγήσεων «ισοδύναμα με τα δικά της συστήματα, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη και τα διεθνώς αναγνωρισμένα πρότυπα» (αφού προηγουμένως συγκεντρώσει στοιχεία τα οποία να αποδεικνύουν την ύπαρξη και την ορθή λειτουργία τους). Όπως επεσήμαινε το Συνέδριο στη γνώμη του αριθ. 4/2006 (σημείο 9), οι φορείς στους οποίους η Επιτροπή αναθέτει εκτελεστικά καθήκοντα σε παρόμοιες περιπτώσεις δεν δεσμεύονται από τις διατάξεις του δημοσιονομικού κανονισμού. Επιπλέον, δεδομένου ότι δεν υπάρχουν διεθνώς παραδεκτά πρότυπα για τα συστήματα ανάθεσης συμβάσεων ούτε για τον έλεγχο συμμόρφωσης, ο όρος της συνεκτίμησης των διεθνώς παραδεκτών προτύπων στερείται νοήματος. Το ίδιο ισχύει και για τα συστήματα παροχής επιχορηγήσεων.

16.

Προκειμένου να είναι πλήρες, το άρθρο 35 θα έπρεπε να αναφέρει επίσης ότι οι περιπτώσεις κοινής διαχείρισης με διεθνείς οργανισμούς εξαιρούνται από το σχετικό κανόνα.

17.

Το άρθρο 36 μεταφέρει την πρώτη παράγραφο του άρθρου 23 του δημοσιονομικού κανονισμού του ένατου ΕΤΑ, παραλείπει ωστόσο τη δεύτερη. Κατά την άποψη του Συνεδρίου, η διάταξη αυτή πρέπει να διατηρηθεί, προκειμένου να αναφέρεται σαφώς ότι οποιοδήποτε μέτρο λαμβάνει ο κύριος διατάκτης κατά τους όρους του εν λόγω άρθρου λαμβάνεται εξ ονόματος και για λογαριασμό του αρμόδιου εθνικού ή περιφερειακού διατάκτη.

18.

Εάν, παρά τα σχόλια που διατυπώνει το Συνέδριο στα σημεία 7 έως 9, η έννοια του διαχειριστή πληρωμών διατηρηθεί, το άρθρο 52 παράγραφος 2 πρέπει επίσης να ορίζει ότι οι διαχειριστές πληρωμών υπέχουν πειθαρχική ευθύνη και ευθύνη για χρηματική αποζημίωση, σύμφωνα με τους όρους του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης.

19.

Όσον αφορά τα άρθρα 76 και 80, το Συνέδριο επαναλαμβάνει την πρόταση που διατύπωνε στη γνώμη του αριθ. 12/2002 [σημείο 15 στοιχείο στ)] ότι οι διατάξεις αυτές πρέπει να αναθεωρηθούν, ώστε να διατηρείται η ιδέα ότι οι λογαριασμοί πρέπει να μένουν ανοικτοί καθ' όσο χρόνο μια πράξη δεν έχει εκκαθαριστεί οριστικά, χωρίς ωστόσο να εισάγεται η ιδέα ότι μια αποδέσμευση θα μπορούσε να αναβληθεί, μολονότι υπάρχουν στοιχεία που επιτρέπουν την αναπροσαρμογή –συχνά με μείωσή του– του επιπέδου την αντίστοιχης κοινοτικής υποχρέωσης. Είναι σημαντικό να αποφεύγεται η άσκοπη δέσμευση κεφαλαίων, ενώ αυτά θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν σε άλλα προγράμματα ή έργα.

20.

Στο άρθρο 78 παράγραφος 1, χρησιμοποιείται ο όρος «πιστώσεις», ο οποίος είναι λανθασμένος στην περίπτωση των εκτός προϋπολογισμού κεφαλαίων.

Σύναψη συμβάσεων

21.

Στο άρθρο 92 παράγραφος 2 πρέπει επίσης να γίνεται αναφορά στις αποφάσεις επιχορηγήσεων. Επιπλέον, όπως το Συνέδριο πρότεινε στη γνώμη του αριθ. 12/2002 (σημείο 17), θα ήταν χρήσιμο να συμπεριληφθεί κεφάλαιο σχετικά με τις «εγγυήσεις και τον έλεγχο», όπως προβλέπεται στο άρθρο 103 του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού.

Τίτλοι VII και VI

22.

Στην αγγλική έκδοση του κειμένου, η αρίθμηση του τίτλου VII Συμβάσεις εκτελούμενες με άμεση αυτεπιστασία και συμβάσεις εκτελούμενες με έμμεση επιστασία σε αποκεντρωμένη βάση και του τίτλου VI Επιχορηγήσεις/επιδοτήσεις είναι εσφαλμένη.

Επιχορηγήσεις/επιδοτήσεις

23.

Όσον αφορά τα άρθρα 105 και 107, το Συνέδριο επιθυμεί να επιστήσει την προσοχή στις γνώμες του αριθ. 10/2005 (σημεία 41 έως 48) και αριθ. 4/2006 (σημεία 14 έως 16), στις οποίες επισημαίνεται ότι ορισμένες από τις εξαιρέσεις και παρεκκλίσεις από τις αρχές της μη προσπόρισης κέρδους και της μη σώρευσης δεν είναι πραγματικά αιτιολογημένες, διότι:

α)

θα μπορούσαν να συνεπαχθούν πρόσθετους κινδύνους και να περιπλέξουν τη διαχείριση·

β)

η επαλήθευση ενδέχεται να είναι προβληματική σε ορισμένες περιπτώσεις·

γ)

θα μπορούσαν να είχαν βρεθεί απλούστερες λύσεις.

24.

Όπως και στην περίπτωση του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού (άρθρο 120 παράγραφος 2), στο άρθρο 116 παράγραφος 2, θα έπρεπε να υπάρχει η διευκρίνιση ότι, για τους σκοπούς των αναφερόμενων υπό το στοιχείο γ), το ανώτατο ποσό οικονομικής υποστήριξης που μπορεί να καταβληθεί από δικαιούχο σε τρίτο πρέπει να καθορίζεται από τους κανόνες εφαρμογής του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού.

Απόδοση των λογαριασμών και λογιστική

25.

Προς εξασφάλιση της συνέπειας με το δημοσιονομικό κανονισμό του ένατου ΕΤΑ (άρθρο 97) και το γενικό δημοσιονομικό κανονισμό (άρθρο 123), στο άρθρο 119, στην αγγλική έκδοση του κειμένου, η λέξη «shall» πρέπει να αντικατασταθεί από τη λέξη «must».

26.

Στο άρθρο 124, υπάρχει διαφορά ενός μήνα μεταξύ της ημερομηνίας διαβίβασης της έκθεσης περί δημοσιονομικής διαχείρισης και της ημερομηνίας διαβίβασης των προσωρινών λογαριασμών, τους οποίους η έκθεση κανονικά συνοδεύει δυνάμει του άρθρου 118 παράγραφος 2. Όπως πρότεινε το Συνέδριο στη γνώμη του αριθ. 12/2002 [σημείο 21 στοιχείο α)], προκειμένου να υπάρξει εναρμόνιση με τις αντίστοιχες διατάξεις του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού (άρθρο 128), η εν λόγω έκθεση πρέπει να διαβιβάζεται μαζί με τους λογαριασμούς στις 31 Μαρτίου.

27.

Στο άρθρο 129 παράγραφος 2, θα ήταν χρήσιμο το λογιστικό σχέδιο που κοινοποιείται στο Ελεγκτικό Συνέδριο να συνοδεύεται από τους εφαρμοστέους λογιστικούς κανόνες και μεθόδους που προβλέπονται στην παράγραφο 1.

Εξωτερικός έλεγχος και απαλλαγή

28.

Στο άρθρο 135 παράγραφος 1, η έκφραση «το ταχύτερο δυνατόν» πρέπει να αντικατασταθεί από την έκφραση «εντός 15 εργάσιμων ημερών κατ' ανώτατο όριο».

29.

Στο άρθρο 136 παράγραφος 1, πριν από «της συμφωνίας ΑΚΕ-ΕΚ» πρέπει να προστεθεί «της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας». Όπως ανέφερε το Συνέδριο στη γνώμη του αριθ. 12/2002 [σημείο 22 στοιχείο α)], η συνθήκη αποτελεί πράγματι τη νομική βάση της απόφασης υπερπόντιας ένωσης, καθώς και του δημοσιονομικού κανονισμού του ίδιου του ΕΤΑ (13). Εξάλλου, θα ήταν σκόπιμο ενδεχομένως να αναφέρεται η εσωτερική συμφωνία, η οποία επίσης αποτελεί τη νομική βάση του δημοσιονομικού κανονισμού του δέκατου ΕΤΑ (14).

30.

Το άρθρο 136 παράγραφος 2 αναφέρεται εσφαλμένα στην «παράγραφο 6». Η ορθή παραπομπή είναι στο «άρθρο 138 παράγραφοι 4 και 5».

Ειδικές διατάξεις που ισχύουν για τους πόρους του ΕΤΑ υπό τη διαχείριση της ΕΤΕπ

31.

Στην αγγλική έκδοση του κειμένου, το άρθρο 149 παράγραφος 1 ορίζει ότι η ΕΤΕπ θεσπίζει τους εφαρμοστέους λογιστικούς κανόνες και μεθόδους σύμφωνα με τα διεθνή λογιστικά πρότυπα και ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή και τα κράτη μέλη. Διαφέρει από τις αντίστοιχες διατάξεις του δημοσιονομικού κανονισμού του ένατου ΕΤΑ (άρθρο 125 παράγραφος 1), οι οποίες προβλέπουν ότι η ΕΤΕπ και η Επιτροπή θεσπίζουν με κοινή συμφωνία αυτούς τους λογιστικούς κανόνες και μεθόδους. Όπως αναφέρεται και στα σημεία 5 και 6, το Συνέδριο εκφράζει τη δυσαρέσκειά του για τη δημιουργία δύο διαφορετικών τομέων διαχείρισης, γεγονός το οποίο περιορίζει το πεδίο που καλύπτει η απαλλαγή του Κοινοβουλίου.

32.

Στο άρθρο 149 παράγραφος 2 υπάρχει διαφορά ενός μήνα μεταξύ της ημερομηνίας διαβίβασης της έκθεσης επί της εκτέλεσης των πράξεων που χρηματοδοτούνται από τους πόρους του ΕΤΑ που τελούν υπό τη διαχείριση της ΕΤΕπ και της ημερομηνίας διαβίβασης των λογαριασμών. Όπως πρότεινε το Συνέδριο στη γνώμη του αριθ. 12/2002 [σημείο 21 στοιχείο β)], η έκθεση αυτή πρέπει να διαβιβάζεται μαζί με τους λογαριασμούς το αργότερο έως τις 28 Φεβρουαρίου.

33.

Το άρθρο 150 θα έπρεπε να αναφέρει ότι «οι ίδιοι κανόνες της Τράπεζας» για τις συμβάσεις θα έπρεπε να ευθυγραμμίζονται με τους γενικούς κανόνες που διέπουν τη διαχείριση του ΕΤΑ, και ιδίως με τη συμφωνία εταιρικής σχέσης ΑΚΕ-ΕΚ, την εσωτερική συμφωνία και το δημοσιονομικό κανονισμό (15).

Η παρούσα γνώμη εγκρίθηκε από το Ελεγκτικό Συνέδριο στο Λουξεμβούργο, κατά τη συνεδρίασή του της 6ης Δεκεμβρίου 2007.

Για το Ελεγκτικό Συνέδριο

Hubert WEBER

Πρόεδρος


(1)  ΕΕ L 317 της 15.12.2000, σ. 3.

(2)  ΕΕ L 287 της 28.10.2005.

(3)  ΕΕ L 314 της 30.11.2001, σ. 1 και ΕΕ L 324 της 7.12.2001.

(4)  ΕΕ L 109 της 26.4.2007, σ. 33.

(5)  ΕΕ L 247 της 9.9.2006, σ. 22.

(6)  ΕΕ C 92 της 17.4.2002, σ. 1.

(7)  ΕΕ C 12 της 17.1.2003, σ. 19.

(8)  ΕΕ C 13 της 18.1.2006, σ. 1.

(9)  ΕΕ C 273 της 9.11.2006, σ. 2.

(10)  ΕΕ C 101 της 4.5.2007, σ. 1.

(11)  ΕΕ L 247 της 9.9.2006, σ. 32.

(12)  COM(2007) 410 τελικό της 16ης Ιουλίου 2007.

(13)  Βλέπε την πρώτη αιτιολογική αναφορά της πρότασης που αποτελεί αντικείμενο της παρούσας γνώμης.

(14)  Βλέπε την πέμπτη αιτιολογική αναφορά της πρότασης που αποτελεί αντικείμενο της παρούσας γνώμης.

(15)  Όπως ορίζει το άρθρο 11 παράγραφος 2 της εσωτερικής συμφωνίας.


Top