Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document E2009C0328

    Απόφαση της Εποπτεύουσας Αρχής της ΕΖΕΣ αριθ. 328/09/COL, της 15ης Ιουλίου 2009 , σχετικά με τους ισλανδικούς νόμους περί λιμένων (Ισλανδία)

    ΕΕ L 219 της 25.8.2011, p. 7–13 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    Legal status of the document In force

    ELI: http://data.europa.eu/eli/dec/2009/328(2)/oj

    25.8.2011   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    L 219/7


    ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΟΠΤΕΫΟΥΣΑΣ ΑΡΧΉΣ ΤΗΣ ΕΖΕΣ

    αριθ. 328/09/COL

    της 15ης Ιουλίου 2009

    σχετικά με τους ισλανδικούς νόμους περί λιμένων (Ισλανδία)

    Η ΕΠΟΠΤΕΥΟΥΣΑ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΖΕΣ (1),

    ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (2), και ιδίως τα άρθρα 61 έως 63 και το πρωτόκολλο 26,

    ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη συμφωνία μεταξύ των κρατών της ΕΖΕΣ για την ίδρυση Εποπτεύουσας Αρχής και Δικαστηρίου (3), και ιδίως το άρθρο 24,

    ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ το άρθρο 1 παράγραφος 2 του μέρους I και το άρθρο 4 παράγραφος 4, το άρθρο 6, το άρθρο 7 παράγραφος 2, το άρθρο 7 παράγραφος 5 του μέρους II του πρωτοκόλλου 3 για τη συμφωνία περί εποπτείας και Δικαστηρίου (4),

    ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τις κατευθυντήριες γραμμές της Αρχής για την εφαρμογή και την ερμηνεία των άρθρων 61 και 62 της συμφωνίας ΕΟΧ (5), και ιδίως το κεφάλαιο για τις κρατικές ενισχύσεις στις ναυπηγικές εργασίες και το κεφάλαιο για τις εθνικές περιφερειακές ενισχύσεις,

    ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ την απόφαση αριθ. 195/04/CΟL της Αρχής, της 14ης Ιουλίου 2004, όσον αφορά τις εκτελεστικές διατάξεις που αναφέρονται στο άρθρο 27 του μέρους II του πρωτοκόλλου 3 της συμφωνίας περί εποπτείας και Δικαστηρίου (6),

    ΑΦΟΥ ΚΑΛΕΣΕ τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σύμφωνα με τις εν λόγω διατάξεις (7) και αφού έλαβε υπόψη τις παρατηρήσεις τους,

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    I.   ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

    1.   Διαδικασία

    Με επιστολή της 7ης Μαΐου 2007 (αριθ. αναφοράς 420581), οι ισλανδικές αρχές κοινοποίησαν, δυνάμει του άρθρου 1 παράγραφος 3 του μέρους I του πρωτοκόλλου 3 της συμφωνίας περί εποπτείας και Δικαστηρίου, τροποποιήσεις στους ισλανδικούς νόμους περί λιμένων, οι οποίοι (μεταξύ άλλων) προβλέπουν τη στήριξη των εγκαταστάσεων για τις αποβάθρες και τη χρήση οδηγών-πλοίων, καθώς και την αποζημίωση για ζημίες που προκαλούνται σε ανυψωτήρες/γερανούς πλοίων, σε εγκαταστάσεις για τις αποβάθρες και σε οδηγούς-πλοία.7 Η στήριξη παρέχεται από το Ταμείο Βελτίωσης Λιμένων που δημιουργήθηκε το 1984 (εφεξής «το ταμείο»).

    Μετά από πολλές ανταλλαγές επιστολών (8), η Αρχή πληροφόρησε τις ισλανδικές αρχές, με επιστολή της 12ης Δεκεμβρίου 2007, ότι είχε αποφασίσει να κινήσει τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του μέρους I του Πρωτοκόλλου 3 σχετικά με αυτά τα μέτρα.

    Η απόφαση αριθ. 658/07/COL της Αρχής για την κίνηση της διαδικασίας δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στο σχετικό Συμπλήρωμα για τον ΕΟΧ (9) και, μέσω αυτής της διαδικασίας, η Αρχή κάλεσε τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους.

    Οι ισλανδικές αρχές απάντησαν με επιστολή της 15ης Φεβρουαρίου 2008 (αριθ. αναφοράς 465549).

    Η Αρχή έλαβε μια παρατήρηση από ένα ενδιαφερόμενο μέρος στις 23 Απριλίου 2008 (αριθ. αναφοράς 476888). Με επιστολή της 20ής Μαΐου 2008 (αριθ. αναφοράς 477796), η Αρχή διαβίβασε αυτήν την παρατήρηση στις ισλανδικές αρχές, στις οποίες δόθηκε η ευκαιρία να απαντήσουν. Δεν παραλήφθηκε καμία επίσημη (γραπτή) απάντηση σε αυτήν την επιστολή.

    2.   Περιγραφή του προτεινόμενου μέτρου

    Ο ισλανδικός νόμος-πλαίσιο περί λιμένων – νόμος περί λιμένων αριθ. 61/2003 (όπως τροποποιήθηκε από το νόμο αριθ. 11/2006 και το νόμο αριθ. 28/2007) προβλέπει (10) τη χρηματοδότηση της υποδομής και των εγκαταστάσεων λιμένων της Ισλανδίας που βρίσκονται στην κατοχή των δήμων, και την καταβολή αποζημιώσεων για ενδεχόμενες ζημίες.

    Η απόφαση αριθ. 658/07/COL της Αρχής για την κίνηση της επίσημης διαδικασίας της 12ης Δεκεμβρίου 2007 περιλαμβάνει λεπτομερή εξήγηση των αντίστοιχων νομοθετικών διατάξεων σχετικά με τους λιμένες της Ισλανδίας. Η Αρχή θα εξετάσει τις ειδικές διατάξεις που δημιουργούν πρόβλημα και που αποτέλεσαν αντικείμενο επίσημης έρευνας.

    Οι ειδικές διατάξεις είναι οι εξής:

    a)   Πλοία-οδηγοί: Διάταξη δυνάμει του άρθρου 24 παράγραφος 2 στοιχείο α) του νόμου περί λιμένων 2003 (εφεξής ο «νόμος του 2003») σύμφωνα με την οποία το «αρχικό κόστος για τα πλοία-οδηγούς όταν οι περιστάσεις στον λιμένα ή πλησίον αυτού απαιτούν τέτοιο εξοπλισμό ασφαλείας» μπορεί να καλυφθεί από το ταμείο. Το ταμείο μπορεί να καλύψει μέχρι το 75 % αυτού του αρχικού κόστους στο πλαίσιο αυτής της διάταξης.

    b)   Εγκαταστάσεις για τις αποβάθρες: Διατάξεις δυνάμει του άρθρου 24 παράγραφος 2 στοιχεία β) και γ) του νόμου του 2003 σχετικά με τη χρήση του ταμείου για πληρωμές που αφορούν τις «εγκαταστάσεις για τις αποβάθρες». Η χρηματοδότηση μπορεί να καλύψει το 90 % του κόστους των εγκαταστάσεων για τις αποβάθρες δυνάμει του εδαφίου β) και το 40 % δυνάμει του εδαφίου γ).

    c)   Αποζημιώσεις: Διάταξη δυνάμει του άρθρου 26 παράγραφος 3 του νόμου του 2003 βάσει της οποίας οι λιμένες οι οποίοι πληρούν τα κριτήρια για στήριξη από το ταμείο σύμφωνα με το άρθρο 24 του νόμου του 2003 μπορούν να ζητήσουν αποζημίωση για ζημίες που έχουν προκληθεί στις λειτουργικές εγκαταστάσεις τους. Δεν υπάρχει όριο στο ποσό της αποζημίωσης που μπορεί να χορηγηθεί.

    d)   Ανυψωτήρες/γερανοί πλοίων: Στο άρθρο 26 παράγραφος 3 του νόμου του 2003 ενσωματώθηκε διάταξη με τροποποιητικό νόμο του 2007, η οποία επεκτείνει τον ορισμό της ζημίας για την οποία οι φορείς μπορούν να λάβουν αποζημίωση, ώστε να περιλαμβάνεται και η ζημία που προκαλείται στους ανυψωτήρες/γερανούς πλοίων. Και πάλι το ποσό της αποζημίωσης δεν καθορίζεται.

    2.1.   Λόγοι κίνησης της διαδικασίας

    Στην απόφαση αριθ. 658/07/COL, η Αρχή διατύπωσε επιφυλάξεις σχετικά με το εάν η στήριξη που χορηγείται στα πλοία-οδηγούς μπορούσε να θεωρηθεί γενικό μέτρο και νόμιμη δαπάνη του κράτους, στην οποία αυτό προβαίνει για την ανάπτυξη συστήματος θαλάσσιων μεταφορών προς το γενικό δημόσιο συμφέρον. Δεν αποκλείει το ότι μπορεί να θεωρηθεί επιλεκτική η στήριξη στα πλοία-οδηγούς, δεδομένου ότι η κρατική στήριξη των επενδύσεων σε κινητά περιουσιακά στοιχεία και λειτουργικές υπηρεσίες γενικά ευνοεί ορισμένες επιχειρήσεις.

    Ομοίως, με βάση τις διαθέσιμες πληροφορίες, η Αρχή δεν μπορούσε να διαπιστώσει εάν η στήριξη σε εγκαταστάσεις για αποβάθρες μπορούσε να χαρακτηριστεί γενικό μέτρο.

    Τέλος, η Αρχή έκρινε, καταρχάς, ότι η αποζημίωση μπορεί να συνιστά κρατική ενίσχυση εάν διατίθεται για εγκαταστάσεις που δεν αποτελούν γενικό μέτρο.

    Η Αρχή εξέφρασε αμφιβολίες σχετικά με το εάν τα εν λόγω μέτρα μπορούσαν να θεωρηθούν συμβατά με τη συμφωνία ΕΟΧ, ιδίως λόγω του γεγονότος ότι η παρέκκλιση δυνάμει του άρθρου 61 παράγραφος 2 στοιχείο β) δεν μπορούσε να εφαρμοστεί, δεδομένου ότι η αποζημίωση καλύπτει και άλλες περιπτώσεις πέραν των ενισχύσεων που προορίζονται για την αντιμετώπιση ζημιών που προκλήθηκαν από φυσικές καταστροφές, καθώς και επειδή είναι προφανές ότι δεν μπορούν να εφαρμοστούν τα κεφάλαια των κατευθυντήριων γραμμών για τις κρατικές ενισχύσεις σχετικά με τις περιφερειακές ενισχύσεις και τις ναυπηγικές εργασίες. Η Αρχή σημειώνει, επίσης, ότι η στήριξη από το ταμείο δεν ήταν διαθέσιμη για ιδιωτικούς λιμένες και ότι δεν έλαβε καμία έγκυρη αιτιολόγηση γι’ αυτήν τη διάκριση.

    3.   Παρατηρήσεις τρίτων μερών

    Η Αρχή έλαβε μια παρατήρηση από τρίτο μέρος με επιστολή της 23ης Απριλίου 2008.23ηση γι’ αυτήν τη διάκριση. Η Stálsmiðjan, ένας ιδιωτικός φορέας εκμετάλλευσης λιμένων εγκατεστημένος στο Reykjavik, συμφώνησε με τις αρχικές απόψεις που διατύπωσε η Αρχή στην απόφασή της για την κίνηση διαδικασίας.

    4.   Παρατηρήσεις από τις ισλανδικές αρχές

    Με επιστολή της 15ης Φεβρουαρίου 2008, οι ισλανδικές αρχές ισχυρίστηκαν καταρχάς ότι, παρά τις αλλαγές της νομοθεσίας, οι προσωρινές διατάξεις του νόμου του 2003 προέβλεπαν ότι οι διατάξεις σχετικά με τη στήριξη από το ταμείο «μπορούσαν να αναβληθούν» και ότι διατηρείτο η νομική θέση που καθοριζόταν στο νόμο περί λιμένων του 1994 μέχρι το τέλος του 2008. Η Αρχή ενημερώθηκε επίσης σχετικά με την παράταση αυτής της προσωρινής διάταξης δυνάμει του νόμου αριθ. 145/2007, η οποία ισχύει τώρα μέχρι το τέλος του 2010.

    Κατά την άποψη των ισλανδικών αρχών, οι «εγκαταστάσεις ελλιμενισμού» («hafnarmannvirki») – όρος θεωρούμενος ότι συμπεριλαμβάνει τα μέτρα που υπόκεινται σε έρευνα – χαρακτηρίζονται δημόσιες υποδομές στην Ισλανδία που εξυπηρετούν δημόσιο σκοπό, με ανοιχτή πρόσβαση και αποτελούσες αναπόσπαστο τμήμα ενός λιμένα.

    Ειδικότερα, όσον αφορά τα μέτρα που υπόκεινται σε επίσημη έρευνα, οι ισλανδικές αρχές ισχυρίζονται ότι τα πλοία-οδηγοί αποτελούν ουσιαστικό τμήμα της δραστηριότητας και των υποδομών ενός λιμένα όταν το απαιτούν οι συνθήκες. Αναφέρεται ότι η χρήση τους γίνεται μόνο για λόγους ασφάλειας (καθώς και σε επείγουσες καταστάσεις), και, σε ορισμένες περιστάσεις, είναι υποχρεωτική εκ του νόμου. Οι αρχές τονίζουν επίσης ότι η χρήση τους επιβαρύνει τους λιμένες λόγω του υψηλού κόστους τους. Σε ό,τι αφορά τις εγκαταστάσεις για αποβάθρες, οι ισλανδικές αρχές ισχυρίζονται επίσης ότι αποτελούν τμήμα των γενικών υποδομών ενός λιμένα, αναφερόμενες σε αυτές ως «κατασκευές ελλιμενισμού πλοίων».

    Οι ισλανδικές αρχές ισχυρίζονται επίσης ότι τα μέτρα δεν νοθεύουν τον ανταγωνισμό ούτε επηρεάζουν τις συναλλαγές μεταξύ των κρατών του ΕΟΧ. Η βάση γι’ αυτό το επιχείρημα είναι γεωγραφική και αναφέρεται στο χρόνο ταξιδίου (47 ώρες) που απαιτείται μεταξύ της Ισλανδίας και της ηπειρωτικής Ευρώπης και στις πληροφορίες που παρέχει η Ομοσπονδία Βιομηχανιών της Ισλανδίας σύμφωνα με την οποία «ξένα πλοία έρχονται σπανίως στην Ισλανδία για εργασίες επισκευής». Ενώ οι ισλανδικές αρχές γνωρίζουν ότι υπάρχει διεθνής ανταγωνισμός στον τομέα της επισκευής πλοίων (και ως εκ τούτου στη χρήση ανυψωτήρων και γερανών πλοίων και μόνιμων δεξαμενών), προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι δεν υπάρχει τέτοιος ανταγωνισμός στην Ισλανδία.

    II.   ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ

    1.   Ύπαρξη κρατικών ενισχύσεων

    Κρατικές ενισχύσεις κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας ΕΟΧ.

    Το άρθρο 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας ΕΟΧ ορίζει τα ακόλουθα:

    «Ενισχύσεις που χορηγούνται υπό οιαδήποτε μορφή από τα κράτη μέλη της ΕΚ, τα κράτη της ΕΖΕΣ ή με κρατικούς πόρους και που νοθεύουν ή απειλούν να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό διά της ευνοϊκής μεταχειρίσεως ορισμένων επιχειρήσεων ή ορισμένων κλάδων παραγωγής, είναι ασυμβίβαστες με τη λειτουργία της παρούσας συμφωνίας, κατά το μέτρο που επηρεάζουν τις μεταξύ των συμβαλλομένων μερών συναλλαγές, εκτός αν η παρούσα συμφωνία ορίζει άλλως.»

    1.1.   Ύπαρξη κρατικών πόρων

    Το μέτρο ενίσχυσης πρέπει να χορηγείται από το κράτος ή μέσω κρατικών πόρων.

    Προβλέπεται κάθε μέτρο να παρέχει στήριξη στους λιμένες μέσω του ταμείου το οποίο λαμβάνει πόρους από το Ισλανδικό Δημόσιο Ταμείο. Η δημοσιονομική χορήγηση του Δημόσιου Ταμείου συνιστά κρατικούς πόρους κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας ΕΟΧ. Το γεγονός ότι το κρατικό χρήμα διοχετεύεται μέσω του ταμείου δεν μεταβάλλει την υπαγωγή του στους κρατικούς πόρους. Το άρθρο 26 παράγραφος 1 του νόμου του 2003 προβλέπει ότι το ταμείο ανήκει στο δημόσιο και ότι το Συμβούλιο Λιμένων (hafnaráð) ενεργεί ως διοικητικό του συμβούλιο εξ ονόματος του Υπουργείου Μεταφορών. Το Συμβούλιο Λιμένων ορίζεται από το Υπουργείο Μεταφορών δυνάμει του άρθρου 4 του νόμου αριθ. 7/1996 για τον Οργανισμό Θαλάσσιων Μεταφορών (lög um Siglingastofnun Íslands). Ως εκ τούτου το ταμείο είναι οργανισμός δημοσίου δικαίου. Μέρος της χρηματοδότησης του ταμείου προέρχεται απευθείας από τον κρατικό προϋπολογισμό, όπως έχει αποφασιστεί από το Κοινοβούλιο. Σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 3 του νόμου του 2003, το Συμβούλιο Λιμένων χορηγεί τα έσοδα του ταμείου ακολουθώντας τις συστάσεις του Οργανισμού Θαλάσσιων Μεταφορών και με την επιφύλαξη της έγκρισης από το Υπουργείο Μεταφορών, όπως καθορίζεται περαιτέρω στα εδάφια 1 έως 3. Ο Οργανισμός Θαλάσσιων Μεταφορών είναι αρμόδιος για τη διαχείριση του ταμείου σύμφωνα με την παράγραφο 4 αυτού του άρθρου. Το ταμείο εκτελεί επίσης δημόσια καθήκοντα, όπως αναφέρεται στο νόμο του 2003.

    Η Αρχή συμπεραίνει, επομένως, ότι το δημόσιο φέρει ευθύνη για τη στήριξη που χορήγησε το ταμείο, η οποία συνιστά κρατικούς πόρους κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας ΕΟΧ.

    1.2.   Ευνοϊκή μεταχείριση ορισμένων επιχειρήσεων ή της παραγωγής ορισμένων αγαθών

    Το μέτρο ενίσχυσης πρέπει να είναι επιλεκτικό στο ότι ευνοεί «ορισμένες επιχειρήσεις ή την παραγωγή ορισμένων αγαθών».

    Το ζήτημα που τίθεται σ’ αυτό το πλαίσιο είναι εάν οι ισλανδικοί δήμοι, ως δικαιούχοι της κρατικής στήριξης, είναι επιχειρήσεις που ασκούν οικονομικές δραστηριότητες ή εάν ενεργούν ως δημόσιες αρχές. Όπως αναφέρεται στην απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη «Χρηματοδοτική στήριξη για έργα υποδομών σε φλαμανδικούς λιμένες» (11), οι θαλάσσιοι λιμένες δεν παρέχουν μόνο υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος τις οποίες διαχειρίζεται το δημόσιο ευνοώντας ένα λειτουργικό σύστημα μεταφορών, αλλά ασκούν όλο και περισσότερο εμπορικές δραστηριότητες, όπως η παροχή λιμενικών εγκαταστάσεων και υπηρεσιών σε τρίτους.

    Το γεγονός ότι, για την άσκηση μέρους των δραστηριοτήτων της, μια οντότητα κατέχει νομικές εξουσίες δεν την εμποδίζει, αυτό καθεαυτό, να χαρακτηριστεί ως επιχείρηση κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας ΕΟΧ. Στον τομέα της νομοθεσίας περί ανταγωνισμού, η έννοια της επιχείρησης καλύπτει μια οντότητα η οποία ασκεί οικονομική δραστηριότητα, ανεξαρτήτως του νομικού καθεστώτος της και του τρόπου με τον οποίο χρηματοδοτείται (12). Για να καθορίσει εάν οι εν λόγω δραστηριότητες είναι εκείνες μιας επιχείρησης, κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1, είναι αναγκαίο να προσδιοριστεί η φύση αυτών των δραστηριοτήτων (13). Σύμφωνα με την πάγια νομολογία, κάθε δραστηριότητα που συνίσταται στην προσφορά αγαθών και υπηρεσιών σε μια δεδομένη αγορά αποτελεί οικονομική δραστηριότητα (14). Στο βαθμό, επομένως, που οι φορείς εκμετάλλευσης λιμένων ασκούν οικονομικές δραστηριότητες, η Αρχή θεωρεί ότι τα μέτρα είναι επιλεκτικά, δεδομένου ότι ευνοούν μόνο ορισμένο αριθμό φορέων εντός συγκεκριμένου τομέα.

    Στην ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη βελτίωση της ποιότητας των υπηρεσιών στους θαλάσσιους λιμένες (15), η Επιτροπή κάνει διάκριση μεταξύ «δημόσιας (γενικής) υποδομής», υποδομής για «συγκεκριμένους χρήστες» και «ανωδομών». Αυτές οι διακρίσεις αποτελούν χρήσιμο οδηγό για να αξιολογείται εάν οι λιμενικές αρχές, οι ιδιοκτήτες ή οι φορείς ασκούν οικονομικές δραστηριότητες. Η θέση ωστόσο εξελίσσεται και η Αρχή έλαβε υπόψη όχι μόνο την ανακοίνωση της Επιτροπής, αλλά επίσης τις μεταγενέστερες αποφάσεις της Επιτροπής (περιλαμβανομένης ιδίως της υπόθεσης για τη στήριξη σε φλαμανδικούς λιμένες που αναφέρεται ανωτέρω), καθώς και τις πληροφορίες που παρείχαν οι ισλανδικές αρχές.

    Η δημόσια χρηματοδότηση υποδομών μεταφορών μπορεί να εγείρει ζητήματα κρατικών ενισχύσεων σε δύο διαφορετικά επίπεδα: στο επίπεδο των τελικών χρηστών της υποδομής και στο επίπεδο του διαχειριστή ή του φορέα εκμετάλλευσης της εν λόγω υποδομής. Η Αρχή θεωρεί ότι, γενικά, κανένα στοιχείο κρατικής ενίσχυσης κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας ΕΟΧ δεν υπάρχει σε επίπεδο χρήστη, όπου το κράτος χρηματοδοτεί άμεσα και διαχειρίζεται τις υποδομές μεταφορών, οι οποίες είναι ανοιχτές σε όλους τους πιθανούς χρήστες σε ισότιμους και μη εισάγοντες διακρίσεις όρους, καθώς δεν μπορεί να αποδειχθεί ότι καμία συγκεκριμένη επιχείρηση ή παραγωγή δεν ευνοείται έναντι άλλων κατά τρόπο που νοθεύει τον ανταγωνισμό και επηρεάζει τις συναλλαγές μεταξύ κρατών μελών (16). Η Αρχή αναγνωρίζει ότι αυτό όντως ισχύει για την περίπτωση των ισλανδικών λιμένων.

    Σε επίπεδο του διαχειριστή ή του φορέα εκμετάλλευσης της υποδομής μεταφορών - στην προκειμένη περίπτωση οι ισλανδικές δημοτικές λιμενικές αρχές – η Αρχή πρέπει να αξιολογήσει εάν ο φορέας που διαχειρίζεται τις υποδομές ασκεί οικονομικές δραστηριότητες. Όπως σημειώνεται ανωτέρω, ο διαχειριστής λιμένα ασκεί διάφορες δραστηριότητες, εκ των οποίων πολλές μπορούν να θεωρηθούν ότι έχουν οικονομικό χαρακτήρα. Είναι επομένως αναγκαίο να γίνει διάκριση, εφόσον είναι δυνατό, μεταξύ των δραστηριοτήτων που έχουν οικονομικό χαρακτήρα και εκείνων που δεν έχουν, και να αξιολογηθεί η χρηματοδότηση καθεμιάς χωριστά ανάλογα με κάθε περίπτωση.

    a)

    Πλοία-οδηγοί. Η Αρχή θεωρεί ότι τα πλοία-οδηγοί αποτελούν μια μορφή βοήθειας πλοήγησης, η οποία είναι σημαντική για λόγους ασφάλειας σε ορισμένους λιμένες. Αναγνωρίζει ότι οι δαπάνες που συνδέονται με τα πλοία-οδηγούς αποτελούν ουσιαστική αρμοδιότητα του κράτους, το οποίο ενεργεί προς το δημόσιο συμφέρον. Η Αρχή συμπεραίνει επομένως ότι η στήριξη που χορηγήθηκε στους φορείς εκμετάλλευσης λιμένων για τα πλοία-οδηγούς δεν τους χορηγήθηκε υπό την ιδιότητά τους ως επιχείρησης που ασκεί οικονομική δραστηριότητα. Ως εκ τούτου, το μέτρο αυτό δεν αποτελεί κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας ΕΟΧ.

    b)

    Εγκαταστάσεις για τις αποβάθρες. Παρόλο που οι εγκαταστάσεις για αποβάθρες θεωρούνται ότι έχουν δημόσιο χαρακτήρα, ότι είναι αναγκαίες για την ορθή λειτουργία ενός λιμένα που εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον, μπορούν επίσης να χρησιμεύσουν για εμπορικούς σκοπούς. Με βάση την προσέγγιση της Επιτροπής για τις «εγκαταστάσεις αγκυροβόλησης» (όπου περιλαμβάνονται και οι αποβάθρες) στην υπόθεση «Φλαμανδικοί λιμένες» (17), η Αρχή έκρινε αρχικά ότι οι εγκαταστάσεις για αποβάθρες αποτελούν μέρος των εγκαταστάσεων λιμένα που μπορούν να αποφέρουν εμπορικά έσοδα στις λιμενικές αρχές. Οι ισλανδικές αρχές δεν παρείχαν πληροφορίες για να αποδείξουν ότι η χρήση των εγκαταστάσεων για τις αποβάθρες είναι ουσιαστική αρμοδιότητα του κράτους που ενεργεί προς το δημόσιο συμφέρον, και ότι η χρήση αυτή δεν έχει οικονομικό χαρακτήρα. Η Αρχή θεωρεί, επομένως, ότι οι εγκαταστάσεις για αποβάθρες διευκολύνουν οικονομική δραστηριότητα που ευνοεί τον φορέα εκμετάλλευσης λιμένα, ο οποίος ενεργεί ως επιχείρηση.

    c)

    Αποζημιώσεις για ανυψωτήρες/γερανούς πλοίων και για εγκαταστάσεις για αποβάθρες. Η Αρχή εξακολουθεί να πιστεύει ότι οι ανυψωτήρες/γερανοί πλοίων είναι περιουσιακά στοιχεία που χρησιμοποιούνται για την άσκηση οικονομικής δραστηριότητας, μέσω της οποίας οι φορείς εκμετάλλευσης λιμένων διευκολύνουν, για παράδειγμα, τις επισκευές πλοίων. Ως εκ τούτου, στο βαθμό που οι διατάξεις σχετικά με τις αποζημιώσεις επιτρέπουν στις λιμενικές αρχές να χρηματοδοτούν τις επισκευές ζημιών που προκλήθηκαν στις εγκαταστάσεις, οι οποίες χρησιμοποιούνται για την άσκηση οικονομικής δραστηριότητας, αποτελούν επιλεκτικό μέτρο υπέρ μιας επιχείρησης (την ίδια τη λιμενική αρχή). Επομένως, η Αρχή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η επέκταση του πεδίου εφαρμογής των διατάξεων σχετικά με τις αποζημιώσεις στις ζημίες που προκαλούνται στους ανυψωτήρες/γερανούς πλοίων και στις εγκαταστάσεις για αποβάθρες ευνοεί συγκεκριμένες επιχειρήσεις.

    Το μέτρο πρέπει να συνεπάγεται πλεονεκτήματα υπέρ του δικαιούχου, τα οποία τον απαλλάσσουν από επιβαρύνσεις που κανονικά καλύπτονται από τον προϋπολογισμό του.

    Οι ιδιοκτήτες λιμένων επιβαρύνονται με ορισμένο κόστος μετά τη στήριξη που παρέχεται δυνάμει του νόμου περί λιμένων, δεδομένου ότι η κρατική στήριξη μπορεί να καλύπτει ποσοστό 40 με 60 % της αναγκαίας επένδυσης για τις εγκαταστάσεις για αποβάθρες. Εντούτοις, αυτές οι επιχειρήσεις εκτίθενται σε χαμηλότερο επενδυτικό κόστος από ό,τι οι επιχειρήσεις που δεν ωφελούνται από το καθεστώς. Επομένως, οι ιδιοκτήτες λιμένων έχουν κάποιο πλεονέκτημα στο πλαίσιο αυτού του μέτρου.

    Τέτοιο πλεονέκτημα υφίσταται επίσης σε ό,τι αφορά τις αποζημιώσεις. Οι λιμενικές αρχές μπορούν να λαμβάνουν κρατική στήριξη για επισκευές ζημιών που έχουν προκληθεί σε ανυψωτήρες/γερανούς πλοίων και σε εγκαταστάσεις για αποβάθρες. Τούτο αποζημιώνει τους δικαιούχους για κόστος με το οποίο θα έπρεπε να επιβαρύνονται κανονικά.

    1.3.   Νόθευση του ανταγωνισμού και επιπτώσεις στις συναλλαγές μεταξύ συμβαλλόμενων μερών

    Για να χαρακτηριστεί ως ενίσχυση ένα μέτρο πρέπει να νοθεύει τον ανταγωνισμό και να επηρεάζει τις συναλλαγές μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών.

    Η Αρχή εξακολουθεί να πιστεύει ότι οι φορείς εκμετάλλευσης ανυψωτήρων/γερανών και μόνιμων δεξαμενών ως υποδομών για επισκευές πλοίων βρίσκονται σε ανταγωνισμό σε διεθνές επίπεδο. Επιπλέον, όπως αναφέρεται στην απόφαση για την κίνηση επίσημης έρευνας, η αγορά λιμενικών υπηρεσιών έχει ανοίξει σταδιακά στον ανταγωνισμό (18). Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σημείωσε στο πρόγραμμά της LeaderSHIP 2015 (19) ότι η βιομηχανία ναυπήγησης και επισκευής πλοίων λειτουργεί σε μια πραγματικά παγκόσμια αγορά που είναι εκτεθειμένη στον ανταγωνισμό σε παγκόσμιο επίπεδο.

    Κατά τη γνώμη της Αρχής, η κρατική στήριξη νοθεύει ή μπορεί να νοθεύσει τον ανταγωνισμό, και αυτό αποδεικνύεται από την απάντηση που έστειλε το τρίτο μέρος. Οι ισλανδικές αρχές αναγνωρίζουν επίσης (παρά τον ισχυρισμό ότι δεν υπάρχει νόθευση του ανταγωνισμού) ότι ο νόμος του 2003 κάνει διάκριση μεταξύ κρατικών λιμένων (που λαμβάνουν στήριξη από το δημόσιο) και ιδιωτικών λιμένων (που δεν λαμβάνουν στήριξη). Δεδομένου ότι ορισμένες από τις δραστηριότητες των λιμένων που λαμβάνουν κρατική στήριξη έχουν οικονομικό χαρακτήρα, μπορεί να καθοριστεί ότι υπάρχει η δυνατότητα νόθευσης του ανταγωνισμού σε τέτοια περίπτωση.

    Ενώ αναγνωρίζει ότι, για γεωγραφικούς λόγους, υπάρχουν λιγότερες πιθανότητες η νόθευση του ανταγωνισμού να επηρεάσει τις συναλλαγές από ό,τι θα συνέβαινε στην ηπειρωτική Ευρώπη, η Αρχή δεν συμφωνεί με τις ισλανδικές αρχές ότι δεν υπάρχουν επιπτώσεις (ή πιθανότητα επιπτώσεων) στις συναλλαγές. Αυτές οι δραστηριότητες, και πιο συγκεκριμένα, οι υπηρεσίες που παρέχονται σε ναυτιλιακές επιχειρήσεις ή σε επιχειρήσεις εμπορευματικών μεταφορών δεν έχουν τοπικό χαρακτήρα δεδομένης της κινητικότητας των εν λόγω επιχειρήσεων. Υπάρχουν καθιερωμένες ναυτιλιακές γραμμές μεταξύ της Ισλανδίας και άλλων κρατών του ΕΟΧ και ως ένα βαθμό, επομένως, οι δικαιούχοι λιμενικών υπηρεσιών μπορούν να επιλέγουν (παραδείγματος χάρη) να προβαίνουν σε περιοδική συντήρηση ή να προσδένουν σε περιόδους αεργίας.

    Αξίζει επίσης να σημειωθεί (όπως αναφέρει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην υπόθεση του έργου JadeWeserPort) (20) ότι αυξάνονται οι ιδιωτικές επενδύσεις σε θαλάσσιους λιμένες, έτσι ώστε επιχείρηση από άλλο κράτος ΕΟΧ να κατέχει ή να εκμεταλλεύεται ανταγωνιστικούς λιμένες στην Ισλανδία. Η παροχή κρατικής στήριξης σε φορείς εκμετάλλευσης ισλανδικών λιμένων μπορεί επομένως να επηρεάσει τις συναλλαγές έχοντας κάποια επίπτωση σ’ αυτές τις ιδιωτικές επενδύσεις.

    Ως εκ τούτου, η Αρχή συμπεραίνει ότι, επειδή το μέτρο θα ενισχύσει τη θέση του δικαιούχου έναντι άλλων ανταγωνιστών εντός του ΕΟΧ, τα μέτρα νοθεύουν ή απειλούν να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό και επηρεάζουν τις συναλλαγές μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών.

    1.4.   Συμπέρασμα

    Για τους λόγους που αναφέρονται ανωτέρω, η Αρχή θεωρεί ότι η χρηματοδότηση εγκαταστάσεων για αποβάθρες και για αποζημιώσεις σε εγκαταστάσεις για αποβάθρες και σε ανυψωτήρες πλοίων συνιστά κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας ΕΟΧ.

    Η Αρχή συμπεραίνει επίσης ότι η στήριξη που χορηγήθηκε σε φορείς εκμετάλλευσης λιμένων για τα πλοία-οδηγούς δεν συνιστά κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας ΕΟΧ.

    2.   Διαδικαστικές απαιτήσεις

    Σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 3 του μέρους I του πρωτοκόλλου 3, «η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ ενημερώνεται εγκαίρως περί των σχεδίων που αποβλέπουν να θεσπίσουν ή να τροποποιήσουν τις ενισχύσεις, ώστε να δύναται να υποβάλει τις παρατηρήσεις της […]. Το ενδιαφερόμενο κράτος δεν δύναται να εφαρμόσει τα σχεδιαζόμενα μέτρα πριν η διαδικασία αυτή καταλήξει σε τελική απόφαση.»

    Όπως αναφέρεται στην απόφαση για την κίνηση επίσημης έρευνας, οι ισλανδικές αρχές δεν κοινοποίησαν στην Αρχή το νόμο του 2003 όσον αφορά τη στήριξη σε εγκαταστάσεις για τις αποβάθρες και τις αποζημιώσεις για ζημίες που έχουν προκληθεί σε εγκαταστάσεις για τις αποβάθρες, πριν από τη θέση σε ισχύ του μέτρου. Επιπλέον, η κοινοποιηθείσα τροποποίηση που περιλαμβάνει τους ανυψωτήρες πλοίων στο καθεστώς αποζημιώσεων το 2007 τέθηκε σε ισχύ στις 29 Μαρτίου 2007. Εντούτοις, στις παρατηρήσεις τους σχετικά με την απόφαση της Αρχής να κινήσει επίσημη έρευνα, οι ισλανδικές αρχές δήλωσαν ότι η προσωρινή διάταξη ΙΙ του νόμου του 2003 ανέφερε ότι οι κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων του εν λόγω νόμου δεν επρόκειτο να εφαρμοστούν πριν από το τέλος του 2008. Με το νόμο 145/2007, η αναβολή της εφαρμογής των διατάξεων περί κρατικών ενισχύσεων παρατάθηκε μέχρι το τέλος του 2010. Ως εκ τούτου, παρόλο που ο νόμος τέθηκε σε ισχύ, η εφαρμογή των διατάξεών του περί κρατικών ενισχύσεων ανεστάλη εν αναμονή της τελικής αποφάσεως της Αρχής. Επομένως, η Αρχή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι ισλανδικές αρχές δεν τήρησαν τις υποχρεώσεις τους σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 3 του μέρους I του πρωτοκόλλου 3 όσον αφορά αυτά τα μέτρα.

    Η στήριξη που παρέχεται στα πλοία-οδηγούς δεν συνιστά κρατική ενίσχυση οπότε και δεν υπήρχε η υποχρέωση κοινοποίησης αυτού του μέτρου.

    3.   Συμβατότητα της ενίσχυσης

    Τα μέτρα στήριξης που υπάγονται στο άρθρο 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας ΕΟΧ δεν είναι συμβατά με τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ, εκτός εάν μπορούν να τύχουν παρέκκλισης δυνάμει του άρθρου 61 παράγραφος 2 ή 3 της συμφωνίας ΕΟΧ.

    Η Αρχή εξέτασε επομένως τα μέτρα με βάση το άρθρο 61 παράγραφοι 2 και 3 της συμφωνίας ΕΟΧ σε συνδυασμό με τις κατευθυντήριες οδηγίες για τις κρατικές ενισχύσεις (21).

    Βάσει των κατευθυντήριων γραμμών για τις εθνικές περιφερειακές ενισχύσεις για το 2007-2013 και του χάρτη περιφερειακών ενισχύσεων για την Ισλανδία, μπορεί να χορηγηθεί αρχική επενδυτική ενίσχυση σε λιμένες που βρίσκονται εντός του χάρτη περιφερειακών ενισχύσεων για επιλέξιμο κόστος, το οποίο δεν μπορεί να υπερβαίνει το 15 % του ακαθάριστου ισοδύναμου επιχορήγησης (ΑΙΕ) (με προσαύξηση 20 % του ΑΙΕ για τις ενισχύσεις που χορηγούνται σε μικρές επιχειρήσεις και 10 % του ΑΙΕ για τις ενισχύσεις που χορηγούνται σε μεσαίες επιχειρήσεις). Κάθε στήριξη που υπερβαίνει αυτά τα κατώτατα όρια δεν θεωρείται συμβατή στο πλαίσιο των κατευθυντήριων γραμμών για τις περιφερειακές ενισχύσεις 2007-2013. Αυτά τα κατώτατα όρια δεν τηρούνται στην παρούσα υπόθεση.

    Η ενίσχυση που χορηγείται ως αποζημίωση δεν συνδέεται με επένδυση, αλλά αποτελεί έναν τρόπο μέσω του οποίου μειώνεται (ή εξουδετερώνεται) το κόστος που επιβαρύνει συνήθως μια επιχείρηση στο πλαίσιο των καθημερινών δραστηριοτήτων της. Η Αρχή επομένως θεωρεί αυτήν την ενίσχυση ως ενίσχυση λειτουργίας.

    Η Αρχή είναι της άποψης ότι αυτή η ενίσχυση λειτουργίας δεν υπάγεται στο πεδίο του άρθρου 61 παράγραφος 2 στοιχείο β) της συμφωνίας ΕΟΧ, δεδομένου ότι δεν περιορίζεται σε φυσικές καταστροφές ή άλλα έκτακτα γεγονότα.

    Η Αρχή θεωρεί ότι οι αποζημιώσεις για ζημίες που προκαλούνται σε ανυψωτήρες/γερανούς πλοίων πρέπει να αξιολογούνται στο πλαίσιο των κατευθυντήριων γραμμών της Αρχής για τις κρατικές ενισχύσεις στον τομέα της ναυπηγικής βιομηχανίας. Ως lex specialis, οι κατευθυντήριες γραμμές για τη ναυπηγική βιομηχανία αποκλείουν την εφαρμογή των κατευθυντήριων γραμμών για τις περιφερειακές ενισχύσεις (22). Οι κατευθυντήριες γραμμές για τη ναυπηγική βιομηχανία καλύπτουν τις ενισχύσεις σε «οιοδήποτε ναυπηγείο, σχετική οντότητα, πλοιοκτήτη και τρίτο μέρος, οι οποίες χορηγούνται, αμέσως ή εμμέσως, για τη ναυπήγηση, επισκευή ή μετατροπή πλοίων» (23). Οι κατευθυντήριες γραμμές για τη ναυπηγική βιομηχανία επιτρέπουν τη χορήγηση ενίσχυσης σε εγκαταστάσεις επισκευής πλοίων ως ενίσχυση για έρευνα και ανάπτυξη και καινοτομία, ενίσχυση για το κλείσιμο επιχείρησης, ενίσχυση στον τομέα της απασχόλησης, εξαγωγικές πιστώσεις, αναπτυξιακή βοήθεια και περιφερειακή επενδυτική ενίσχυση. Κατά τη γνώμη της Αρχής, εντούτοις, οι αποζημιώσεις για ζημίες που προκαλούνται σε ανυψωτήρες/γερανούς πλοίων δεν εμπίπτουν σε καμία από αυτές τις κατηγορίες και, ως εκ τούτου, δεν μπορούν να θεωρηθούν συμβατές δυνάμει των διατάξεων των κατευθυντήριων γραμμών για τη ναυπηγική βιομηχανία.

    Οι ενισχύσεις λειτουργίας για την αποζημίωση για ζημίες που προκαλούνται σε εγκαταστάσεις για τις αποβάθρες πρέπει να αξιολογούνται ως περιφερειακές ενισχύσεις. Το μέτρο πρέπει να εξεταστεί στο πλαίσιο των κατευθυντήριων γραμμών για εθνικές περιφερειακές ενισχύσεις 2000-2006 και των κατευθυντήριων γραμμών για εθνικές περιφερειακές ενισχύσεις 2007-2013. Οι πρώτες κατευθυντήριες γραμμές δεν προέβλεπαν ενισχύσεις λειτουργίας για καθεστώτα όπως αυτό εδώ. Σύμφωνα με τις διατάξεις του τμήματος 5 των σημερινών κατευθυντήριων γραμμών, οι ενισχύσεις λειτουργίας πρέπει κανονικά να είναι προσωρινές και να μειώνονται με την πάροδο του χρόνου (παράγραφος 68), ή να χορηγούνται σε περιφέρειες με πολύ μικρό πληθυσμό (παράγραφος 69) ή να χορηγούνται για την αντιστάθμιση συμπληρωματικού κόστους μεταφοράς (παράγραφος 70). Από τις πληροφορίες που διαθέτει η Αρχή φαίνεται ότι δεν υπάρχουν τέτοιοι περιορισμοί στην προβλεπόμενη στήριξη για τις αποζημιώσεις, η οποία επομένως δεν μπορεί να θεωρηθεί συμβατή με τις κατευθυντήριες γραμμές για τις περιφερειακές ενισχύσεις 2007-2013.

    Στο βαθμό που τα εν λόγω μέτρα προϋποθέτουν την παροχή υπηρεσιών που έχουν οικονομικό χαρακτήρα, είναι δυνατό να χαρακτηριστούν ως υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος. Τέτοιες υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος ενδέχεται να μην ισοδυναμούν με κρατική ενίσχυση σύμφωνα με τις αρχές Altmark  (24), ή να είναι ενισχύσεις που θα μπορούσαν να θεωρηθούν συμβατές με το άρθρο 59 παράγραφος 2 της συμφωνίας ΕΟΧ. Ωστόσο, οι ισλανδικές αρχές δεν διατείνονται ότι η χρηματοδότηση χορηγήθηκε για να εξασφαλιστεί η παροχή υπηρεσίας γενικού οικονομικού συμφέροντος. Η Αρχή διαπιστώνει ότι οι φορείς εκμετάλλευσης λιμένων δεν ανέλαβαν ειδικά την παροχή τέτοιων υπηρεσιών και ότι η χρηματοδότηση δεν χορηγείται για τους σκοπούς αντιστάθμισης του κόστους με το οποίο επιβαρύνθηκαν οι φορείς για την παροχή των υπηρεσιών. Τα μέτρα δεν είναι, επομένως, συμβατά με το άρθρο 59 παράγραφος 2 της συμφωνίας ΕΟΧ.

    Το άρθρο 61 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συμφωνίας ΕΟΧ ορίζει ότι η Αρχή μπορεί να θεωρήσει τις ενισχύσεις για την προώθηση της ανάπτυξης ορισμένων οικονομικών δραστηριοτήτων συμβατές με τη συμφωνία ΕΟΧ, εφόσον δεν αλλοιώνουν τους όρους των συναλλαγών κατά τρόπο που αντιβαίνει στο κοινό συμφέρον.

    Η Αρχή τονίζει ότι οι θαλάσσιοι λιμένες μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο εντός του ΕΟΧ, αναγκαίο για την προώθηση ισόρροπου και βιώσιμου συστήματος μεταφορών, και να λειτουργούν ως κέντρα περιφερειακής ανάπτυξης. Η Αρχή σημειώνει επίσης ότι οι λιμένες παίζουν σημαντικό ρόλο στη διευκόλυνση των συναλλαγών και μπορούν να συμβάλουν στη διαδικασία αντικατάστασης των οδικών εμπορευματικών μεταφορών από τρόπους μεταφορών περισσότερο φιλικών προς το περιβάλλον. Η Αρχή αναγνωρίζει επίσης ότι οι λιμενικές υποδομές δεν μπορούν να βελτιωθούν μόνο με τα μέσα της αγοράς και ότι κάποια μορφή κρατικής παρέμβασης είναι αναπόφευκτη.

    Εντούτοις, ο νόμος περί λιμένων κάνει διάκριση μεταξύ ιδιωτικών και δημοτικών λιμένων, εφόσον μόνον οι τελευταίοι μπορούν να υποβάλουν αίτηση για ενίσχυση στο πλαίσιο αυτού του καθεστώτος. Αν και αυτή η διάκριση δεν φαίνεται να συνιστά παράβαση των διατάξεων περί ελεύθερης κυκλοφορίας στο πλαίσιο της συμφωνίας ΕΟΧ, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, στην απόφασή του στην υπόθεση Falck, εξέτασε το ζήτημα της διάκρισης που γίνεται μεταξύ του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα όσον αφορά τις ενισχύσεις στο πλαίσιο της συνθήκης ΕΚ. Αφού τόνισε ότι η αρμοδιότητα για τη χορήγηση ενίσχυσης ανήκει καταρχάς στην εκάστοτε κυβέρνηση, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο διευκρίνισε το ρόλο της Επιτροπής κατά τον εξής τρόπο: «[ε]ίναι αλήθεια … ότι παρόλο που κάθε μέτρο ενίσχυσης ενδέχεται να ευνοεί μια επιχείρηση έναντι άλλης, η Επιτροπή δεν μπορεί να εγκρίνει ενίσχυση, η χορήγηση της οποίας συνιστά πρόδηλη διάκριση μεταξύ δημοσίου και ιδιωτικού τομέα. Σε τέτοια περίπτωση η χορήγηση της ενίσχυσης σημαίνει νόθευση του ανταγωνισμού σε βαθμό που αντιβαίνει στο κοινό συμφέρον» (25).

    Γι’ αυτόν το λόγο, ακόμη και αν η ενίσχυση μπορούσε να εγκριθεί στο πλαίσιο της συμφωνίας ΕΟΧ, η Αρχή θεωρεί ότι το καθεστώς δεν είναι συμβατό με τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ επειδή ευνοεί μόνον επιχειρήσεις που ανήκουν στο κράτος χωρίς αντικειμενική αιτιολόγηση.

    Επομένως, βάσει της ανωτέρω αξιολόγησης, η Αρχή συμπεραίνει ότι οι επενδύσεις σε εγκαταστάσεις για αποβάθρες και οι αποζημιώσεις για τις ζημίες που έχουν προκληθεί σε ανυψωτήρες/γερανούς πλοίων και σε εγκαταστάσεις για αποβάθρες δεν είναι συμβατές με τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ.

    4.   Συμπέρασμα

    Με εξαίρεση τη χρηματοδότηση πλοίων οδηγών, η οποία δεν συνιστά κρατική ενίσχυση, τα μέτρα ενισχύσεων δεν είναι συμβατά με τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ για τους λόγους που αναλύονται ανωτέρω.

    Σύμφωνα με τις πληροφορίες που διαθέτει η Αρχή, το καθεστώς δεν έχει ακόμη εφαρμοστεί, πράγμα που σημαίνει ότι δεν έχει καταβληθεί καμία ενίσχυση σε κανέναν από τους πιθανούς δικαιούχους του καθεστώτος.

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΑΚΟΛΟΥΘΗ ΑΠΟΦΑΣΗ:

    Άρθρο 1

    Η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ θεωρεί ότι το άρθρο 24 παράγραφος 2 στοιχείο α) του νόμου περί λιμένων δυνάμει του οποίου η στήριξη που παρέχεται για το «αρχικό κόστος για τα πλοία-οδηγούς όταν οι περιστάσεις στον λιμένα ή πλησίον αυτού απαιτούν τέτοιο εξοπλισμό ασφαλείας» δεν συνιστά κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 61 της συμφωνίας ΕΟΧ.

    Άρθρο 2

    Το άρθρο 24 παράγραφος 2 στοιχεία β) και γ) του νόμου περί λιμένων όσον αφορά την επενδυτική στήριξη σε εγκαταστάσεις για αποβάθρες και το άρθρο 26 παράγραφος 3 του νόμου περί λιμένων όσον αφορά τις αποζημιώσεις για λιμενικές κατασκευές που πληρούν τα κριτήρια του άρθρου 24 παράγραφος 2 στοιχείο β) και για ανυψωτήρες/γερανούς πλοίων συνιστούν κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας ΕΟΧ.

    Αυτά τα μέτρα ενίσχυσης δεν είναι συμβατά με τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ.

    Άρθρο 3

    Τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 2 ανωτέρω δεν πρέπει να εφαρμοστούν.

    Άρθρο 4

    Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στη Δημοκρατία της Ισλανδίας.

    Άρθρο 5

    Το κείμενο στην αγγλική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό.

    Βρυξέλλες, 15 Ιουλίου 2009.

    Για την Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ

    Per SANDERUD

    Πρόεδρος

    Kristján Andri STEFÁNSSON

    Μέλος του Σώματος


    (1)  Εφεξής «η Αρχή».

    (2)  Εφεξής «η συμφωνία ΕΟΧ».

    (3)  Εφεξής «συμφωνία περί εποπτείας και Δικαστηρίου».

    (4)  Εφεξής «το Πρωτόκολλο 3».

    (5)  Κατευθυντήριες γραμμές για την εφαρμογή και την ερμηνεία των άρθρων 61 και 62 της συμφωνίας ΕΟΧ και του άρθρου 1 του πρωτοκόλλου 3 της συμφωνίας περί εποπτείας και Δικαστηρίου, που εγκρίθηκαν και εκδόθηκαν από την Αρχή στις 19 Ιανουαρίου 1994, δημοσιεύθηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εφεξής η «ΕΕ») L 231 της 3.9.1994, σ. 1 και στο Συμπλήρωμα για τον ΕΟΧ αριθ. 32 της 3.9.1994, σ. 1 (εφεξής «Κατευθυντήριες γραμμές για τις κρατικές ενισχύσεις»). Το επικαιροποιημένο κείμενο των κατευθυντήριων γραμμών για τις κρατικές ενισχύσεις δημοσιεύθηκε στον δικτυακό τόπο της Αρχής στην ακόλουθη διεύθυνση: http://www.eftasurv.int/state-aid/legal-framework/state-aid-guidelines/.

    (6)  Απόφαση αριθ. 195/04/CΟL της 14ης Ιουλίου 2004 (ΕΕ L 139 της 25.5.2006, σ. 37 και Συμπλήρωμα για τον ΕΟΧ αριθ. 26 της 25.5.2006, σ. 1, όπως έχει τροποποιηθεί). Βλέπε δικτυακό τόπο της Αρχής: http://www.eftasurv.int/fieldsofwork/fieldstateaid/legaltexts.

    (7)  ΕΕ C 96 της 17.4.2008, σ. 3, και στο Συμπλήρωμα για τον ΕΟΧ αριθ. 20 της 17.4.2008, σ. 2.

    (8)  Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με την ανταλλαγή επιστολών μεταξύ της Αρχής και των ισλανδικών αρχών, βλέπε απόφαση για την κίνηση της επίσημης διαδικασίας έρευνας.

    (9)  Βλέπε υποσημειώσεις 7 και 8 ανωτέρω.

    (10)  Η χρηματοδότηση βάσει των νέων διατάξεων δεν έχει ακόμη εφαρμοστεί.

    (11)  Κρατική ενίσχυση αριθ. N 520/2003 σ. 7.

    (12)  Βλ, μεταξύ άλλων, συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-159/91 και C-160/91 Poucet and Pistre Συλλογή 1993, σ. I-637, σκέψη 17.

    (13)  Βλέπε, μεταξύ άλλων, Υπόθεση C-364/92 SAT Fluggesellschaft, Συλλογή 1994, σ. I-43, σκέψη 19.

    (14)  Βλέπε, μεταξύ άλλων, Υπόθεση C-35/96 Επιτροπή κατά Ιταλίας, Συλλογή 1998, σ. I-3851, σκέψη 36 και Υπόθεση C-475/99 Glöckner, Συλλογή 2001, σ. I-8089, σκέψη 19.

    (15)  Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο - Βελτίωση της ποιότητας των υπηρεσιών στους θαλάσσιους λιμένες: Βασικό στοιχείο των ευρωπαϊκών μεταφορών, COM(2001) 35 τελικό, τμήμα 3.3.

    (16)  Βλέπε Λευκή βίβλο Επιτροπής COM(1998) 466 τελικό της 22.7.1998, Δίκαιη πληρωμή για τη χρήση της υποδομής: μια σταδιακή θέσπιση ενός κοινού πλαισίου για τη χρέωση του κόστους της υποδομής των μεταφορών στην ΕΕ, κεφάλαιο 5, παράγραφος 42-43.

    (17)  Σκέψεις 46 έως 50, υπόθεση N 520/2003.

    (18)  Ανακοίνωση για τους λιμένες, που αναφέρεται στο σημείο 15, τμήμα 2.

    (19)  Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών - LeaderSHIP 2015 - Για τον καθορισμό του μέλλοντος της ευρωπαϊκής βιομηχανίας ναυπήγησης και επισκευής πλοίων - Ανταγωνιστικότητα μέσω της αριστείας, COM(2003) 717 τελικό, τμήμα 2.l.

    (20)  Υπόθεση κρατικής ενίσχυσης αριθ. N110/2008.

    (21)  http://www.eftasurv.int/state-aid/legal-framework/state-aid-guidelines/.

    (22)  Βλέπε κατευθυντήριες γραμμές της Αρχής για τις κρατικές ενισχύσεις όσον αφορά τις εθνικές περιφερειακές ενισχύσεις 2007-2013, σημείο 2(8), υποσημ.

    (23)  Υπόθεση κρατικής ενίσχυσης αριθ. N 554/06 — Γερμανία, Rolandswerft που αφορούσε την προσαρμογή ανυψωτήρα πλοίων για την ανύψωση βαρύτερων πλοίων και υπόθεση κρατικής ενίσχυσης αριθ. C-6/06 — Γερμανία, Volkswerft Stralsund (ΕΕ L 151 της 13.6.2007, σ. 33) επίσης για την επέκταση ενός ανυψωτήρα πλοίων.

    (24)  Υπόθεση C-280/00, Altmark Trans GmbH, Συλλογή 2003, σ. 2003.

    (25)  Υπόθεση 304/85 Falck κατά Επιτροπής, Συλλογή 1987, σ. 871, σκέψη 27. Βλέπε ομοίως υπόθεση T-244/94 Wirtschaftsvereinigung Stahl, Συλλογή 1997, σ. II-1963, και υπόθεση T-239/94 EISA, Συλλογή 1997, σ. II-1839, σκέψη 100.


    Top