Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document C2007/082/98

    Υπόθεση T-40/07 P: Αναίρεση που άσκησε στις 14 Φεβρουαρίου 2007 ο José António de Brito Sequeira Carvalho κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης στις 13 Δεκεμβρίου 2006 στην υπόθεση F-17/05, de Brito Sequeira Carvalho κατά Επιτροπής

    ΕΕ C 82 της 14.4.2007, p. 46–47 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    14.4.2007   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 82/46


    Αναίρεση που άσκησε στις 14 Φεβρουαρίου 2007 ο José António de Brito Sequeira Carvalho κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης στις 13 Δεκεμβρίου 2006 στην υπόθεση F-17/05, de Brito Sequeira Carvalho κατά Επιτροπής

    (Υπόθεση T-40/07 P)

    (2007/C 82/98)

    Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

    Διάδικοι

    Αναιρεσείων: José António de Brito Sequeira Carvalho (Βρυξέλλες, Βέλγιο) (εκπρόσωπος: O. Martins, δικηγόρος)

    Αντίδικος κατ' αναίρεση: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

    Αιτήματα του αναιρεσείοντος

    Ο αναιρεσείων ζητεί από το Πρωτοδικείο:

    να κηρύξει παραδεκτή και βάσιμη την παρούσα αίτηση αναιρέσεως·

    να υποχρεώσει την Επιτροπή να προσκομίσει φάκελο ο οποίος να περιέχει όλα τα έγγραφα που αφορούν τον αναιρεσείοντα και ευρίσκονται στον υπηρεσιακό του φάκελο, στην Υπηρεσία Ερευνών και Πειθαρχικών Κυρώσεων (IDOC), στην ιατρική υπηρεσία ή οπουδήποτε αλλού, αρχής γενομένης από τα έγγραφα της αρχικής διαδικασίας της 2ας Φεβρουαρίου 2001, με αντικείμενο τις υποτιθέμενες αποδείξεις περί καταλογιστέων στον αναιρεσείοντα δυσφημιστικών ενεργειών·

    να υποχρεώσει την Επιτροπή να παρουσιάσει τη νομική βάση της κινήσεως από υπάλληλό της ιατρικής διαδικασίας έχουσας ως αντικείμενο την ψυχική υγεία του αναιρεσείοντος, αμέσως μετά τον διορισμό του από την ΑΔΑ στο πλαίσιο διοικητικής έρευνας για δυσφημιστικές ενέργειες, καθώς και κατάλογο των εγγράφων της αρχικής αυτής διαδικασίας·

    να αναιρέσει την απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης επί της υποθέσεως F-17/05·

    να αναγνωρίσει ότι είναι παράνομη η ιατρική διαδικασία που υποκαταστάθηκε στη διοικητική διαδικασία η οποία εξακολουθεί να εκκρεμεί από το 2001·

    να αναγνωρίσει ότι η διαδικασία αυτή, η οποία δεν έχει ακόμη περατωθεί, παραβιάζει την αρχή της εύλογης προθεσμίας·

    να αναγνωρίσει την ακυρότητα λόγω αναρμοδιότητας, απουσίας αιτιολογίας και ανυποστάτου της από 18 Ιουνίου 2004 πράξεως ενός υπαλλήλου της Επιτροπής, καθώς και ότι αυτή δεν συνιστά πράξη της Επιτροπής·

    να αναγνωρίσει ότι η από 28 Ιουνίου 2004 πράξη της ΑΔΑ είναι νομικώς ανυπόστατη και μη αντιτάξιμη έναντι του αναιρεσείοντος στο οποίον ουδέποτε κοινοποιήθηκε·

    να αναγνωρίσει ότι τηρείται στην Επιτροπή παράλληλος φάκελος που περιέχει ψευδή δεδομένα προσωπικής φύσεως εκ των οποίων βλάπτεται ο αναιρεσείων·

    να αναγνωρίσει την ακυρότητα και τον παράνομο χαρακτήρα της από 13 Ιουλίου 2004 αποφάσεως ιατρού με την οποία απαγορεύθηκε στον αναιρεσείοντα η πρόσβαση στα κτίρια της Επιτροπής, καθόσον δεν πληροί τις τυπικές προϋποθέσεις αιτιολογημένης αποφάσεως της ΑΔΑ.

    να αναγνωρίσει την ακυρότητα της από 22 Σεπτεμβρίου 2004 πράξεως υπαλλήλου της Επιτροπής για την παράταση κατά έξι μήνες της αναρρωτικής άδειας που υποτιθέμενα χορηγήθηκε αυτεπαγγέλτως στον αναιρεσείοντα, καθώς και άλλων μεταγενέστερων πράξεων που αναφέρονταν σε παλαιότερα έγγραφα ενός υπαλλήλου της ΑΔΑ, χρονολογούμενα από τον Ιούνιο του 2004·

    να κρίνει παραδεκτά τα λοιπά αιτήματα ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου·

    να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

    Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

    Με την αίτηση αναιρέσεώς του ο αναιρεσείων υποστηρίζει ότι το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης υπέπεσε σε σφάλμα καθόσον θεμελίωσε την απόφασή του επί εσφαλμένης νομικής βάσεως, ήτοι επί του άρθρου 59 του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως (ΚΥΚ) περί αυτεπάγγελτης χορηγήσεως αναρρωτικής άδειας, ενώ, κατά τον αναιρεσείοντα, η Επιτροπή παρέβη το άρθρο 86 του ΚΥΚ και το παράρτημα IX αυτού, καθώς και τα νομοθετικά κείμενα τα οποία ρυθμίζουν τη διεξαγωγή διοικητικών ερευνών και πειθαρχικών διαδικασιών. Επιπλέον, ο αναιρεσείων προβάλλει ότι το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης δεν διαφύλαξε το δικαίωμά του άμυνας και παρέβη το άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου καθώς και την αρχή της δίκαιης δίκης, καθόσον εξέδωσε την απόφασή του βάσει ελλιπούς φακέλου και χωρίς να έχει αποφανθεί περί του αν υπάρχει, όπως υποστηρίζεται, παράλληλος φάκελος. Ισχυρίζεται επίσης ότι το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης παρέβη το άρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου καθόσον αποφάνθηκε βάσει ψευδών αποδεικτικών στοιχείων. Προσάπτει επιπλέον στο Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης ότι δεν αποφάνθηκε με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση επί του αιτήματός του για την επανάληψη της διαδικασίας. Προβάλλει επίσης ότι το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης παρανόμως παρέλειψε να συναγάγει τις έννομες συνέπειες της προβαλλόμενης αναρμοδιότητας της αρχής που είχε εκδώσει την απόφαση με την οποία του χορηγήθηκε αυτεπαγγέλτως αναρρωτική άδεια. Το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης όφειλε, κατά τον αναιρεσείοντα, να είχε κηρύξει ανυπόστατη την απόφαση αυτή λόγω αναρμοδιότητας και ελλείψεως αιτιολογίας.


    Top