This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document C2005/082/65
Case T-20/05: Action brought on 21 January 2005 by Outokumpu OYJ and Outokumpu Copper Products OY against the Commission of the European Communities
Υπόθεση T-20/05: Προσφυγή των εταιριών Outokumpu OYJ και Outokumpu Copper Products OY κατά της Επιτροπής Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που ασκήθηκε στις 21 Ιανουαρίου 2005
Υπόθεση T-20/05: Προσφυγή των εταιριών Outokumpu OYJ και Outokumpu Copper Products OY κατά της Επιτροπής Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που ασκήθηκε στις 21 Ιανουαρίου 2005
ΕΕ C 82 της 2.4.2005, p. 35–36
(ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV)
2.4.2005 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 82/35 |
Προσφυγή των εταιριών Outokumpu OYJ και Outokumpu Copper Products OY κατά της Επιτροπής Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που ασκήθηκε στις 21 Ιανουαρίου 2005
(Υπόθεση T-20/05)
(2005/C 82/65)
Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική
Οι εταιρίες Outokumpu OYJ, με έδρα το Espoo (Φινλανδία) και Outokumpu Copper Products OY, με έδρα το Espoo (Φινλανδία), εκπροσωπούμενες από τους δικηγόρους J. Ratliff, Barrister, F. Distefano και J. Luostarinen, άσκησαν ενώπιον του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις 21 Ιανουαρίου 2005 προσφυγή κατά της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
Οι προσφεύγουσες ζητούν από το Πρωτοδικείο:
— |
να ακυρώσει το άρθρο 2 της από 3 Σεπτεμβρίου 2004 αποφάσεως της Επιτροπής (Υπόθεση COMP/E-1/38.069 - χαλκοσωλήνες αποχετεύσεων) καθόσον αφορά το επιβληθέν στις προσφεύγουσες πρόστιμο· |
— |
να μειώσει τα επιβληθέντα στις προσφεύγουσες με την εν λόγω απόφαση πρόστιμα, σύμφωνα με τη νομολογία του Πρωτοδικείου· |
— |
να καταδικάσει την Επιτροπή στο σύνολο των δικαστικών εξόδων. |
Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα:
Με την προσβαλλομένη απόφαση, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι οι προσφεύγουσες, μεταξύ άλλων επιχειρήσεων, παρέβησαν το άρθρο 81, παράγραφος 1, ΕΚ, μετέχοντας σε ένα σύνολο συμφωνιών και εναρμονισμένων πρακτικών, συνισταμένων σε καθορισμό τιμών και κατανομή της αγοράς στον τομέα των χαλκοσωλήνων αποχετεύσεων.
Προς στήριξη της προσφυγής τους, οι προσφεύγουσες ισχυρίζονται ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο, αυξάνοντας κατά 50 % το επιβληθέν στις προσφεύγουσες πρόστιμο λόγω υποτροπής, επειδή είχε ήδη διαπιστωθεί ότι οι προσφεύγουσες είχαν διαπράξει παρεμφερή παράβαση στην περίπτωση του ανοξείδωτου χάλυβα. Στο πλαίσιο αυτό, οι προσφεύγουσες ισχυρίζονται ότι η Επιτροπή παρέβη το άρθρο 23 του κανονισμού 1/2003 (1), καθώς και τις γενικές αρχές της αναλογικότητας και της ίσης μεταχειρίσεως και υπέπεσε σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως.
Περαιτέρω, οι προσφεύγουσες ισχυρίζονται ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο και περί τα πραγματικά περιστατικά, αυξάνοντας κατά 50 % το επιβληθέν πρόστιμο ως ανασταλτικό μέτρο. Στο πλαίσιο αυτό, οι προσφεύγουσες ισχυρίζονται ότι η Επιτροπή εκτίμησε τα εν λόγω ανασταλτικά μέτρα εσφαλμένως και αντίθετα προς το άρθρο 23 του Κανονισμού 1/2003 του Συμβουλίου, τις κατευθυντήριες γραμμές της του 1998 περί επιβολής προστίμων, καθώς και τις γενικές αρχές περί επιβολής προστίμων, επιβολής κυρώσεων και αναλογικότητας, δεδομένου ότι οι προσφεύγουσες κατέστησαν μεγαλύτερες από τις άλλες εταιρίες που μετέχουν στην εν λόγω παράβαση, μόνον λόγω κτήσεων που έλαβαν χώρα στο τέλος ή και κατόπιν της παραβάσεως. Στο ίδιο πλαίσιο, οι προσφεύγουσες ισχυρίζονται ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε πλάνη εκτιμήσεως, εφόσον έλαβε υπόψη μόνον τον κύκλο εργασιών των προσφευγουσών αντί να λάβει υπόψη την όλη κατάστασή τους.
Τέλος, οι προσφεύγουσες ισχυρίζονται ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε πρόδηλη πλάνη περί το δίκαιο, λαμβάνοντας υπόψη, για τους σκοπούς της επιβολής των προστίμων, όχι μόνο το «περιθώριο μετατροπής» των παραγωγών για την επεξεργασία του χαλκού σε σωλήνες αποχετεύσεων, αλλά και τον συναφή κύκλο εργασιών του χαλκού, που δεν αποτέλεσε μέρος αθέμιτης συνεργασίας. Σύμφωνα με τις προσφεύγουσες, το σφάλμα αυτό είχε ως συνέπεια ένα δυσανάλογο υψηλό πρόστιμο.
(1) Κανονισμός (EΚ) 1/2003 του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για την εφαρμογή των κανόνων του ανταγωνισμού που προβλέπονται στα άρθρα 81 και 82 της Συνθήκης, ΕΕ L 1, σ.1.