EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document C2004/217/36

Υπόθεση Τ-158/04: Πρoσφυγή του Erich Drazdansky κατά τoυ Γραφείoυ Εναρμονίσεως στo πλαίσιo της Εσωτερικής Αγoράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) πoυ ασκήθηκε στις 26 Απριλίου 2004

ΕΕ C 217 της 28.8.2004, p. 19–20 (ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV)

28.8.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 217/19


Πρoσφυγή του Erich Drazdansky κατά τoυ Γραφείoυ Εναρμονίσεως στo πλαίσιo της Εσωτερικής Αγoράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) πoυ ασκήθηκε στις 26 Απριλίου 2004

(Υπόθεση Τ-158/04)

(2004/C 217/36)

Η γλώσσα διαδικασίας θα καθοριστεί βάσει του άρθρου 131, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας

Γλώσσα στην οποία έχει συνταχθεί η προσφυγή: η γερμανική

Ο Erich Drazdansky, κάτοικος Wiener Neustadt (Αυστρία), εκπροσωπoύμενος από τoν A. Leeb, άσκησε στις 26 Απριλίου 2004 ενώπιον τoυ Πρωτoδικείoυ των Ευρωπαϊκώv Κoινoτήτωv πρoσφυγή κατά τoυ Γραφείoυ Εναρμoνίσεως στo πλαίσιo της Εσωτερικής Αγoράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ).

Έτερος διάδικος στη διαδικασία ενώπιον του τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ ήταν η The Concentrate Manufacturing Company of Ireland, also trading as Seven-Up International, με έδρα το Hamilton στις νήσους Βερμούδες.

Ο προσφεύγων ζητεί από τo Πρωτoδικείo:

να μεταρρυθμίσει την προσβαλλόμενη απόφαση και να διατάξει την επαναφορά των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση,

επικουρικώς, να ακυρώσει την απόφαση του Γραφείου και να αναπέμψει σ' αυτό την υπόθεση προς έκδοση νέας αποφάσεως, εν πάση περιπτώσει, να καταδικάσει το καθού στα δικαστικά έξοδα.

Λόγoι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα:

Ο προσφεύγων υπέβαλε ενώπιον του καθού αίτηση καταχωρίσεως του λεκτικού σήματος «UUP'S» για προϊόντα της κλάσεως 32 (αίτηση καταχωρίσεως υπ' αριθ. 1 968 676). Η Concentrate Manufacturing Company of Ireland, κάτοχος του κοινοτικού σήματος και των ισπανικών λεκτικών σημάτων «UP» για προϊόντα των κλάσεων 30 και 32, άσκησε ανακοπή κατά της καταχωρίσεως του εν λόγω σήματος.

Με απόφαση της 31ης Ιουλίου 2003 που κοινοποιήθηκε με τηλεομοιοτυπία της 1ης Αυγούστου 2003, το τμήμα ανακοπών δέχθηκε την ανακοπή. Με έγγραφο της 1ης Οκτωβρίου 2003, το οποίο περιήλθε στο Γραφείο στις 7 Οκτωβρίου 2003, ο προσφεύγων άσκησε προσφυγή κατά της αποφάσεως αυτής. Με έγγραφο της 23ης Οκτωβρίου 2003, ο γραμματέας των τμημάτων προσφυγών ενημέρωσε τον προσφεύγοντα ότι η προσφυγή είχε ασκηθεί εκπρόθεσμα και του ζήτησε να υποβάλει τις παρατηρήσεις του. Κατόπιν τούτου, ο προσφεύγων υπέβαλε αίτηση επαναφοράς των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση.

Με απόφαση της 3ης Μαρτίου 2004, το δεύτερο τμήμα προσφυγών του Γραφείου απέρριψε την αίτηση αυτή και την προσφυγή.

Ο προσφεύγων υποστηρίζει ότι ο πληρεξούσιός του υπέγραψε την προσφυγή την τελευταία ημέρα της προθεσμίας και την τοποθέτησε στην αλληλογραφία που έπρεπε να διεκπεραιωθεί μέσω τηλεομοιοτυπίας. Εντούτοις, κατόπιν της καταβολής του ενσήμου για την άσκηση της προσφυγής, η επιφορτισμένη με την αλληλογραφία συνεργάτιδά του τοποθέτησε κατά λάθος το έγγραφο όχι στην αλληλογραφία που έπρεπε να διεκπεραιωθεί μέσω τηλεομοιοτυπίας, αλλά σ' αυτήν που προοριζόταν για αποστολή υπό μορφή συστημένης επιστολής.

Ο προσφεύγων ισχυρίζεται ότι το Γραφείο εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση κατά παράβαση των κανόνων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 40/94 περί της επαναφοράς των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση. Η ορθή εφαρμογή των εν λόγω κανόνων θα έπρεπε να οδηγήσει το Γραφείο στο συμπέρασμα ότι εν προκειμένω συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις για την επαναφορά των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση, δεδομένου ότι, αφενός, δεν υπήρχε οργανωτικό πταίσμα που να εμποδίζει την επαναφορά και, αφετέρου, έπρεπε να εφαρμοστούν αναλόγως οι κανόνες του κανονισμού τελών για την εκπρόθεσμη καταβολή αυτών.

Κατά τον προσφεύγοντα, πρόκειται για ελαφρά αμέλεια, η οποία δεν θα μπορούσε να αποφευχθεί από οργανωτικής απόψεως, έστω και αν διέθετε άλλα οικονομικά μέσα. Πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψη ότι ο αντίδικος στη διαδικασία προσφυγής δεν υπέστη καμία δικονομική βλάβη.


Top