Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62023CO0639(01)

Διάταξη του Αντιπροέδρου του Δικαστηρίου της 27ης Μαρτίου 2024.
Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Amazon Services Europe Sàrl.
Αίτηση αναιρέσεως – Ασφαλιστικά μέτρα – Προσέγγιση των νομοθεσιών – Κανονισμός (ΕΕ) 2022/2065 – Ενιαία αγορά ψηφιακών υπηρεσιών – Πρόσθετη διαφάνεια επιγραμμικών διαφημίσεων – Απόφαση για τον χαρακτηρισμό μιας πλατφόρμας ως πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας – Προσφυγή ακυρώσεως.
Υπόθεση C-639/23 P(R).

Court reports – general – 'Information on unpublished decisions' section

ECLI identifier: ECLI:EU:C:2024:277

Προσωρινό κείμενο

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

της 27ης Μαρτίου 2024 (*)

«Αίτηση αναιρέσεως – Ασφαλιστικά μέτρα – Προσέγγιση των νομοθεσιών – Κανονισμός (ΕΕ) 2022/2065 – Ενιαία αγορά ψηφιακών υπηρεσιών – Πρόσθετη διαφάνεια επιγραμμικών διαφημίσεων – Απόφαση για τον χαρακτηρισμό μιας πλατφόρμας ως πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας – Προσφυγή ακυρώσεως»

Στην υπόθεση C‑639/23 P(R),

με αντικείμενο αίτηση αναιρέσεως δυνάμει του άρθρου 57, δεύτερο εδάφιο, του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που ασκήθηκε στις 24 Οκτωβρίου 2023,

Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από την L. Armati και τους A. de Gregorio Merino και P.‑J. Loewenthal,

αναιρεσείουσα,

υποστηριζόμενη από:

το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, εκπροσωπούμενο από τον M. Menegatti και τις Ε. Ni Chaoimh και L. Taïeb,

το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκπροσωπούμενο από τους N. Brzezinski, M. Moore και E. Sitbon,

παρεμβαίνοντα στην αναιρετική δίκη,

όπου ο έτερος διάδικος είναι η:

Amazon Services Europe Sàrl, με έδρα το Λουξεμβούργο (Λουξεμβούργο), εκπροσωπούμενη από τους A. Conrad και M. Frank, Rechtsanwälte, I. Ιωαννίδη, δικηγόρο, και R. Spanó, avocat,

προσφεύγουσα πρωτοδίκως,

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα M. Szpunar,

εκδίδει την ακόλουθη

Διάταξη

1        Με την αίτησή της αναιρέσεως, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζητεί την αναίρεση της διατάξεως του Προέδρου του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 27ης Σεπτεμβρίου 2023, Amazon Services Europe κατά Επιτροπής (T‑367/23 R, στο εξής: αναιρεσιβαλλόμενη διάταξη, EU:T:2023:589), με την οποία ο Πρόεδρος του Γενικού Δικαστηρίου, αφενός, διέταξε την αναστολή εκτέλεσης της αποφάσεως C(2023) 2746 final της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της 25ης Απριλίου 2023, η οποία χαρακτηρίζει την Amazon Store ως πολύ μεγάλη επιγραμμική πλατφόρμα (στο εξής: επίδικη απόφαση), σύμφωνα με το άρθρο 33, παράγραφος 4, του κανονισμού (ΕΕ) 2022/2065 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Οκτωβρίου 2022, σχετικά με την ενιαία αγορά ψηφιακών υπηρεσιών και την τροποποίηση της οδηγίας 2000/31/ΕΚ (πράξη για τις ψηφιακές υπηρεσίες) (ΕΕ 2022, L 277, σ. 1), κατά το μέρος που, δυνάμει της ως άνω αποφάσεως, η Amazon Services Europe Sàrl (στο εξής: Amazon) υποχρεώνεται να δημοσιοποιήσει το απαιτούμενο από το άρθρο 39 του ανωτέρω κανονισμού αποθετήριο, υπό την επιφύλαξη της υποχρεώσεως την οποία υπέχει η Amazon να τηρεί το αποθετήριο αυτό, και, αφετέρου, απέρριψε κατά τα λοιπά την αίτηση ασφαλιστικών μέτρων που υπέβαλε η Amazon.

 Το νομικό πλαίσιο

 Η οδηγία 2000/31/ΕΚ

2        Η οδηγία 2000/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2000, για ορισμένες νομικές πτυχές των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, ιδίως του ηλεκτρονικού εμπορίου, στην εσωτερική αγορά («οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο») (ΕΕ 2000, L 178, σ. 1) προβλέπει στο άρθρο 6, στοιχείο βʹ, τα εξής:

«Εκτός από άλλες προϋποθέσεις πληροφόρησης που προβλέπονται από το κοινοτικό δίκαιο, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εμπορικές επικοινωνίες που συνιστούν υπηρεσία της κοινωνίας της πληροφορίας ή αποτελούν μέρος της πληρούν τουλάχιστον τους ακόλουθους όρους:

[...]

β)      το φυσικό ή νομικό πρόσωπο για λογαριασμό του οποίου γίνεται η εμπορική επικοινωνία πρέπει να είναι σαφώς αναγνωρίσιμο».

 Η οδηγία 2005/29/ΕΚ

3        Η οδηγία 2005/29/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2005, για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές στην εσωτερική αγορά και για την τροποποίηση της οδηγίας 84/450/ΕΟΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών 97/7/ΕΚ, 98/27/ΕΚ, 2002/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου («οδηγία για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές») (ΕΕ 2005, L 149, σ. 22), ορίζει στο άρθρο 5, παράγραφοι 1, 2 και 5, τα εξής:

«1.      Απαγορεύονται οι αθέμιτες εμπορικές πρακτικές.

2.      Μια εμπορική πρακτική είναι αθέμιτη όταν:

α)      είναι αντίθετη προς τις απαιτήσεις επαγγελματικής ευσυνειδησίας,

και

β)      στρεβλώνει ουσιωδώς ή ενδέχεται να στρεβλώσει ουσιωδώς την οικονομική συμπεριφορά του μέσου καταναλωτή στον οποίο φθάνει ή στον οποίο απευθύνεται το προϊόν ή του μέσου μέλους της ομάδας, όταν μια εμπορική πρακτική απευθύνεται σε μια συγκεκριμένη ομάδα καταναλωτών. [...]

5.       Το παράρτημα Ι περιέχει τον κατάλογο των εμπορικών πρακτικών που θεωρούνται αθέμιτες υπό οποιεσδήποτε περιστάσεις. Ο ίδιος ενιαίος κατάλογος ισχύει σε όλα τα κράτη μέλη και μπορεί να τροποποιηθεί μόνο με αναθεώρηση της παρούσας οδηγίας.»

4        Κατά το παράρτημα Ι της οδηγίας αυτής, μεταξύ των εμπορικών πρακτικών που θεωρούνται αθέμιτες υπό οποιεσδήποτε περιστάσεις περιλαμβάνονται οι παραπλανητικές εμπορικές πρακτικές. Δυνάμει του σημείου 11 του παραρτήματος αυτού, συνιστά παραπλανητική εμπορική πρακτική η «[χ]ρήση ανακοινώσεων στα μέσα, για την προώθηση ενός προϊόντος, πληρωμένων από τον εμπορευόμενο, χωρίς αυτό να γίνεται σαφές από το περιεχόμενο της ανακοίνωσης ή από εικόνα ή ήχο σαφώς αναγνωρίσιμα από τον καταναλωτή (κεκαλυμμένη διαφήμιση)».

 Ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/679

5        Ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (ΕΕ 2016, L 119, σ. 1), προβλέπει στο άρθρο 15, παράγραφος 1, στοιχεία βʹ και ηʹ, τα εξής:

«Το υποκείμενο των δεδομένων έχει το δικαίωμα να λαμβάνει από τον υπεύθυνο επεξεργασίας επιβεβαίωση για το κατά πόσον ή όχι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν υφίστανται επεξεργασία και, εάν συμβαίνει τούτο, το δικαίωμα πρόσβασης στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και στις ακόλουθες πληροφορίες:

[...]

β)      τις σχετικές κατηγορίες δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα,

[...]

η)      την ύπαρξη αυτοματοποιημένης λήψης αποφάσεων, συμπεριλαμβανομένης της κατάρτισης προφίλ, που προβλέπεται στο άρθρο 22 παράγραφοι 1 και 4 και, τουλάχιστον στις περιπτώσεις αυτές, σημαντικές πληροφορίες σχετικά με τη λογική που ακολουθείται, καθώς και τη σημασία και τις προβλεπόμενες συνέπειες της εν λόγω επεξεργασίας για το υποκείμενο των δεδομένων.»

 Ο κανονισμός (ΕΕ) 2019/1150

6        Το άρθρο 5, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1150 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2019, για την προώθηση της δίκαιης μεταχείρισης και της διαφάνειας για τους επιχειρηματικούς χρήστες επιγραμμικών υπηρεσιών διαμεσολάβησης (ΕΕ 2019, L 186, σ. 57), έχει ως εξής:

«Οι πάροχοι επιγραμμικών υπηρεσιών διαμεσολάβησης καθορίζουν στους όρους και τις προϋποθέσεις τους τις κύριες παραμέτρους που καθορίζουν την κατάταξη και τους λόγους της σχετικής σημασίας των εν λόγω κυρίων παραμέτρων, σε αντίθεση με άλλες παραμέτρους.»

 Ο κανονισμός 2022/2065

7        Οι αιτιολογικές σκέψεις 75, 76, 95 και 155 του κανονισμού 2022/2065 έχουν ως εξής:

«(75)      Λαμβανομένης υπόψη της σημασίας που έχουν οι πολύ μεγάλες επιγραμμικές πλατφόρμες, λόγω της εμβέλειάς τους, η οποία εκφράζεται ειδικότερα σε αριθμό αποδεκτών της υπηρεσίας, για τη διευκόλυνση του δημόσιου διαλόγου, των οικονομικών συναλλαγών και της διάδοσης στο κοινό πληροφοριών, απόψεων και ιδεών, καθώς και για την άσκηση επιρροής στον τρόπο με τον οποίο οι αποδέκτες λαμβάνουν και κοινοποιούν πληροφορίες στο διαδίκτυο, είναι αναγκαίο να επιβληθούν συγκεκριμένες υποχρεώσεις στους παρόχους αυτών των πλατφορμών, επιπλέον των υποχρεώσεων που εφαρμόζονται σε όλες τις επιγραμμικές πλατφόρμες. [...]

(76)      Οι πολύ μεγάλες επιγραμμικές πλατφόρμες και οι πολύ μεγάλες επιγραμμικές μηχανές αναζήτησης μπορούν να προκαλέσουν κοινωνικούς κινδύνους, οι οποίοι διαφέρουν ως προς την έκταση και τον αντίκτυπο από τους κινδύνους που προκαλούνται από μικρότερες πλατφόρμες. Οι πάροχοι τέτοιων πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών και πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης θα πρέπει, ως εκ τούτου, να υπόκεινται στις αυστηρότερες δυνατές υποχρεώσεις δέουσας επιμέλειας, αναλογικά προς τον κοινωνικό αντίκτυπό τους. [...]

[...]

(95)      Τα συστήματα διαφήμισης που χρησιμοποιούνται από τις πολύ μεγάλες επιγραμμικές πλατφόρμες και τις πολύ μεγάλες επιγραμμικές μηχανές αναζήτησης θέτουν ιδιαίτερους κινδύνους και απαιτούν περαιτέρω δημόσια και ρυθμιστική εποπτεία λόγω της κλίμακας και της ικανότητάς τους να στοχεύουν και να προσεγγίζουν αποδέκτες της υπηρεσίας βάσει της συμπεριφοράς τους εντός και εκτός της επιγραμμικής διεπαφής της πλατφόρμας ή της μηχανής αναζήτησης. [...]

[...]

(155)      Δεδομένου ότι οι στόχοι του παρόντος κανονισμού, συγκεκριμένα, η συμβολή στην εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και η διασφάλιση ασφαλούς, προβλέψιμου και αξιόπιστου επιγραμμικού περιβάλλοντος στο οποίο προστατεύονται δεόντως τα θεμελιώδη δικαιώματα που κατοχυρώνονται στον [Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: Χάρτης)], δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη, επειδή αυτά δεν μπορούν να εξασφαλίσουν την αναγκαία εναρμόνιση και συνεργασία δρώντας μόνα τους, αλλά μπορεί, λόγω του εδαφικού και προσωπικού πεδίου εφαρμογής, να επιτευχθεί καλύτερα σε επίπεδο [Ευρωπαϊκής] Ένωσης, η Ένωση μπορεί να λάβει μέτρα [...]»

8        Το άρθρο 26, παράγραφος 1, στοιχεία βʹ έως δʹ, του κανονισμού αυτού ορίζουν τα εξής:

«Οι πάροχοι επιγραμμικών πλατφορμών που παρουσιάζουν διαφημίσεις στις επιγραμμικές διεπαφές τους διασφαλίζουν ότι, για κάθε συγκεκριμένη διαφήμιση που παρουσιάζεται σε κάθε μεμονωμένο αποδέκτη, οι αποδέκτες της υπηρεσίας μπορούν να αναγνωρίσουν με σαφή, συνοπτικό και μη διφορούμενο τρόπο και σε πραγματικό χρόνο, τα εξής:

[...]

β)      το φυσικό ή νομικό πρόσωπο για λογαριασμό του οποίου παρουσιάζεται η διαφήμιση·

γ)      το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που πλήρωσε για τη διαφήμιση, εάν το εν λόγω πρόσωπο είναι διαφορετικό από το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που αναφέρεται στο στοιχείο β)·

δ)      σημαντικές πληροφορίες με άμεσο και εύκολο τρόπο προσβάσιμες από τη διαφήμιση σχετικά με τις κύριες παραμέτρους που χρησιμοποιούνται για τον καθορισμό του αποδέκτη στον οποίο παρουσιάζεται η διαφήμιση και, κατά περίπτωση, σχετικά με τον τρόπο αλλαγής των παραμέτρων αυτών.»

9        Κατά το άρθρο 33, παράγραφοι 1 και 4, του εν λόγω κανονισμού:

«1.      Το παρόν τμήμα εφαρμόζεται σε επιγραμμικές πλατφόρμες και επιγραμμικές μηχανές αναζήτησης οι οποίες συγκεντρώνουν έναν αριθμό μέσων μηνιαίων ενεργών αποδεκτών της υπηρεσίας στην Ένωση ίσο ή υψηλότερο από 45 εκατομμύρια, [...]

[...]

4.      Η Επιτροπή, κατόπιν διαβούλευσης με το κράτος μέλος εγκατάστασης ή αφού λάβει υπόψη τις πληροφορίες που παρέχονται από τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης […], εκδίδει απόφαση που ορίζει ως πολύ μεγάλη επιγραμμική πλατφόρμα ή πολύ μεγάλη επιγραμμική μηχανή αναζήτησης για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού την επιγραμμική πλατφόρμα ή την επιγραμμική μηχανή αναζήτησης η οποία έχει αριθμό μέσων μηνιαίων ενεργών αποδεκτών της υπηρεσίας ίσο ή μεγαλύτερο από τον αριθμό που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου. […]»

10      Το άρθρο 38 του ίδιου κανονισμού ορίζει τα εξής:

«[...] οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών και πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης που χρησιμοποιούν συστήματα συστάσεων παρέχουν τουλάχιστον μία επιλογή για καθένα από τα συστήματα συστάσεών τους που δεν βασίζεται στην κατάρτιση προφίλ [...]».

11      Το άρθρο 39, παράγραφοι 1 και 2, του κανονισμού 2022/2065 προβλέπει τα εξής:

«1.      Οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης που παρουσιάζουν διαφημίσεις στις επιγραμμικές διεπαφές τους συγκεντρώνουν και δημοσιοποιούν, σε ειδικό τμήμα της επιγραμμικής επαφής τους, μέσω αξιόπιστου εργαλείου που παρέχει δυνατότητα αναζήτησης και επιτρέπει αναζητήσεις πολλαπλών κριτηρίων, και μέσω διεπαφών προγραμματισμού εφαρμογών, ένα αποθετήριο το οποίο περιέχει τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 2, για ολόκληρη την περίοδο κατά την οποία παρουσιάζουν μία διαφήμιση και έως ένα έτος μετά την τελευταία παρουσίαση της διαφήμισης στις επιγραμμικές διεπαφές τους. Μεριμνούν ώστε το αποθετήριο να μην περιέχει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα των αποδεκτών της υπηρεσίας στους οποίους προβαλλόταν ή μπορούσε να έχει παρουσιαστεί η διαφήμιση και καταβάλλουν εύλογες προσπάθειες για να διασφαλίσουν ότι οι πληροφορίες είναι ακριβείς και πλήρεις.

2.      Το αποθετήριο περιλαμβάνει τουλάχιστον όλες τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)      το περιεχόμενο της διαφήμισης, συμπεριλαμβανομένου του ονόματος του προϊόντος, της υπηρεσίας ή της επωνυμίας, καθώς και του αντικειμένου της διαφήμισης·

β)      το φυσικό ή νομικό πρόσωπο για λογαριασμό του οποίου παρουσιάζεται η διαφήμιση·

γ)      το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που πλήρωσε για τη διαφήμιση, εάν αυτό το πρόσωπο είναι διαφορετικό από εκείνο που αναφέρεται στο στοιχείο β)·

δ)      την περίοδο κατά την οποία παρουσιαζόταν η διαφήμιση·

ε)      εάν η διαφήμιση προοριζόταν για παρουσίαση ειδικά σε μία ή περισσότερες συγκεκριμένες ομάδες αποδεκτών της υπηρεσίας και, εάν ναι, τις κύριες παραμέτρους που χρησιμοποιούνταν για τον σκοπό αυτόν, συμπεριλαμβανομένων, όπου αρμόζει, των βασικών παραμέτρων που χρησιμοποιήθηκαν για την εξαίρεση συμπερίληψης μίας ή περισσότερων τέτοιων συγκεκριμένων ομάδων·

στ)      τις εμπορικές ανακοινώσεις που δημοσιεύτηκαν στην πολύ μεγάλη επιγραμμική πλατφόρμα […]·

ζ)      τον συνολικό αριθμό αποδεκτών της υπηρεσίας που έχει επιτευχθεί και, κατά περίπτωση, το άθροισμα, ανά κάθε κράτος μέλος, για την ομάδα ή τις ομάδες αποδεκτών στους οποίους στόχευε συγκεκριμένα η διαφήμιση.»

12      Το άρθρο 92 του κανονισμού αυτού ορίζει τα εξής:

«Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στους παρόχους πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών και πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης που λαμβάνουν τον σχετικό χαρακτηρισμό σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 4 τέσσερις μήνες μετά την κοινοποίηση στον οικείο πάροχο […], σε περίπτωση που η ημερομηνία αυτή είναι προγενέστερη της 17ης Φεβρουαρίου 2024.»

13      Το άρθρο 93, παράγραφος 2, του εν λόγω κανονισμού προβλέπει τα εξής:

«Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται από την 17η Φεβρουαρίου 2024.

Ωστόσο, […] το άρθρο 33 παράγραφοι 3 έως 6 […] [εφαρμόζεται] από την 16η Νοεμβρίου 2022.»

 Ιστορικό της διαφοράς

14      Το ιστορικό της διαφοράς εκτίθεται στις σκέψεις 2 έως 6 της αναιρεσιβαλλόμενης διατάξεως. Για τις ανάγκες της παρούσας διαδικασίας, μπορεί να συνοψιστεί ως ακολούθως.

15      Η Amazon ανήκει στον όμιλο Amazon, ο οποίος αποτελεί πολυεθνικό όμιλο εταιριών. Οι εμπορικές της δραστηριότητες περιλαμβάνουν το διαδικτυακό λιανικό εμπόριο και άλλες υπηρεσίες, όπως είναι το υπολογιστικό νέφος και η ψηφιακή μετάδοση συνεχούς ροής. Παρέχει σε τρίτους πωλητές υπηρεσίες επιγραμμικής αγοράς παρέχοντάς τους τη δυνατότητα να προσφέρουν προϊόντα προς πώληση μέσω της Amazon Store. Υποστηρίζει επίσης τους τρίτους πωλητές, μεταξύ άλλων προτείνοντάς τους εργαλεία για να τους βοηθήσει να διαχειριστούν και να αναπτύξουν τις δραστηριότητές τους, ιδίως στην Amazon Store.

16      Με την επίδικη απόφαση, η Επιτροπή χαρακτήρισε, βάσει του άρθρου 33, παράγραφος 4, του κανονισμού 2022/2065, την Amazon Store ως πολύ μεγάλη επιγραμμική πλατφόρμα.

 Η διαδικασία ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου και η αναιρεσιβαλλόμενη διάταξη

17      Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 5 Ιουλίου 2023, η Amazon άσκησε προσφυγή με αίτημα την ακύρωση της επίδικης αποφάσεως.

18      Με χωριστό δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 6 Ιουλίου 2023, η Amazon υπέβαλε αίτηση ασφαλιστικών μέτρων με αίτημα, μεταξύ άλλων, την αναστολή εκτέλεσης της αποφάσεως αυτής, μέχρις ότου το Γενικό Δικαστήριο εκδώσει οριστική απόφαση στην κύρια διαδικασία, κατά το μέρος που επιβάλλει στην Amazon, αφενός, την υποχρέωση να παρέχει στους χρήστες μία επιλογή για καθένα από τα συστήματα συστάσεών της που δεν βασίζεται στην κατάρτιση προφίλ σύμφωνα με το άρθρο 38 του κανονισμού 2022/2065, καθώς και, αφετέρου, την υποχρέωση να τηρεί και να δημοσιοποιεί το απαιτούμενο από το άρθρο 39 του κανονισμού αυτού αποθετήριο.

19      Με τη διάταξη της 28ης Ιουλίου 2023, Amazon Services Europe κατά Επιτροπής (T‑367/23 R), εκδοθείσα βάσει του άρθρου 157, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, ο Πρόεδρος του Γενικού Δικαστηρίου διέταξε την αναστολή εκτέλεσης της επίδικης αποφάσεως μέχρις ότου εκδοθεί διάταξη περατώνουσα τη διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων η οποία είχε κινηθεί ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου.

20      Με την αναιρεσιβαλλόμενη διάταξη, ο Πρόεδρος του Γενικού Δικαστηρίου, αφενός, διέταξε την αναστολή εκτέλεσης της επίδικης αποφάσεως κατά το μέρος που η απόφαση αυτή επιβάλλει στην Amazon να δημοσιοποιήσει το απαιτούμενο από το άρθρο 39 του κανονισμού 2022/2065 αποθετήριο, υπό την επιφύλαξη της υποχρέωσης την οποία φέρει η Amazon να τηρεί το αποθετήριο αυτό, και, αφετέρου, απέρριψε την υποβληθείσα από την Amazon αίτηση ασφαλιστικών μέτρων κατά τα λοιπά.

21      Όσον αφορά, κατ’ αρχάς, την προϋπόθεση του επείγοντος, η οποία εξετάστηκε στις σκέψεις 26 έως 69 της διατάξεως αυτής, ο Πρόεδρος του Γενικού Δικαστηρίου έκρινε, στη σκέψη 55 της διατάξεως, ότι η Amazon δεν είχε αποδείξει την ύπαρξη σοβαρής και ανεπανόρθωτης ζημίας που θα προέκυπτε από τη συμμόρφωση της Amazon Store προς το άρθρο 38 του κανονισμού 2022/2065. Αντιθέτως, στις σκέψεις 65 έως 69 της εν λόγω διατάξεως, ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου εκτίμησε ότι αποδείχθηκε επαρκώς κατά νόμον ότι η συμμόρφωση της Amazon Store προς το άρθρο 39 του κανονισμού αυτού θα προκαλέσει πιθανώς σοβαρή και ανεπανόρθωτη ζημία στην Amazon.

22      Όσον αφορά, στη συνέχεια, τη σχετική με το fumus boni juris προϋπόθεση, ο Πρόεδρος του Γενικού Δικαστηρίου έκρινε, στη σκέψη 79 της ίδιας διατάξεως, ότι ο τρίτος λόγος ακυρώσεως τον οποίο προέβαλε η Amazon προς στήριξη της προσφυγής της με αίτημα την ακύρωση της επίδικης αποφάσεως και ο οποίος αφορά έλλειψη νομιμότητας του άρθρου 39 του εν λόγω κανονισμού, δεν στερείται, εκ πρώτης όψεως, σοβαρού ερείσματος και απαιτεί, ως εκ τούτου, εμπεριστατωμένη εξέταση στην οποία δεν μπορεί να προβεί ο δικαστής των ασφαλιστικών μέτρων.

23      Τέλος ο Πρόεδρος του Γενικού Δικαστηρίου έκρινε, στη σκέψη 83 της αναιρεσιβαλλόμενης διατάξεως, «ότι το συμφέρον για απόρριψη της αιτήσεως ασφαλιστικών μέτρων πρέπει να υποχωρήσει ενώπιον του συμφέροντος το οποίο προβάλλει η [Amazon]».

 Η διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου και τα αιτήματα των διαδίκων

24      Με τη διάταξη του Αντιπροέδρου του Δικαστηρίου της 13ης Δεκεμβρίου 2023, Επιτροπή κατά Amazon Services Europe [C‑639/23 P(R), EU:C:2023:1006], επετράπη στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης να παρέμβουν στην υπό κρίση υπόθεση προς στήριξη των αιτημάτων της Επιτροπής.

25      Η Επιτροπή ζητεί από το Δικαστήριο:

–        να αναιρέσει την αναιρεσιβαλλόμενη διάταξη·

–        να αποφανθεί το ίδιο οριστικά επί της διαφοράς, απορρίπτοντας την αίτηση λήψεως προσωρινών μέτρων και την αίτηση εκδόσεως προσωρινής διαταγής·

–        επικουρικώς, να αναπέμψει την υπόθεση ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου·

–        έτι επικουρικότερον, να τροποποιήσει την αναιρεσιβαλλόμενη διάταξη ώστε η υποχρέωση της Amazon να δημοσιοποιεί το απαιτούμενο από το άρθρο 39 του κανονισμού 2022/2065 αποθετήριο να ανασταλεί μόνον ως προς τις πληροφορίες που απαριθμούνται στο άρθρο 39, παράγραφος 2, στοιχεία δʹ και ζʹ, του κανονισμού αυτού, και

–        να καταδικάσει την Amazon στα δικαστικά έξοδα.

26      Η Amazon ζητεί από το Δικαστήριο:

–        να απορρίψει την αίτηση αναιρέσεως·

–        να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα τα οποία αφορούν την αίτηση αναιρέσεως και,

–        σε περίπτωση αποδοχής της αιτήσεως αναιρέσεως, να της χορηγηθεί προθεσμία 28 ημερών για να συμμορφωθεί προς την υποχρέωση να δημοσιοποιήσει το απαιτούμενο από το άρθρο 39 του εν λόγω κανονισμού αποθετήριο.

27      Το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ζητούν από το Δικαστήριο να δεχθεί τα αιτήματα της Επιτροπής.

 Επί της αιτήσεως αναιρέσεως

28      Προς στήριξη της αιτήσεως αναιρέσεως, η Επιτροπή προβάλλει τέσσερις λόγους, οι οποίοι αφορούν κατ’ ουσίαν, ο πρώτος, πλάνη περί το δίκαιο και προδήλως εσφαλμένη εφαρμογή της σχετικής με το fumus boni juris προϋπόθεσης, ο δεύτερος, δικονομικές πλημμέλειες καθώς και πλάνη περί το δίκαιο και προδήλως εσφαλμένη εφαρμογή της προϋπόθεσης του επείγοντος, ο τρίτος, πλάνη περί το δίκαιο και προδήλως εσφαλμένη εφαρμογή της προϋπόθεσης σχετικά με τη στάθμιση των συμφερόντων και, ο τέταρτος, παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας.

29      Πρέπει να εξετασθεί κατ’ αρχάς το δεύτερο σκέλος του δευτέρου λόγου αναιρέσεως.

 Επιχειρήματα

30      Με το δεύτερο σκέλος του δευτέρου λόγου αναιρέσεως, η Επιτροπή προβάλλει ότι ο Πρόεδρος του Γενικού Δικαστηρίου, εκτιμώντας, στη σκέψη 24 της αναιρεσιβαλλόμενης διατάξεως, ότι είχε στη διάθεσή του «όλα τα αναγκαία στοιχεία για να αποφανθεί» επί της αιτήσεως ασφαλιστικών μέτρων, ενώ δεν είχε αποφανθεί επί του αιτήματος περί λήψεως μέτρου οργανώσεως της διαδικασίας που υπέβαλε η Επιτροπή, παραβίασε την αρχή της αντιμωλίας, παραβαίνοντας επομένως επίσης τα άρθρα 88 και 90 του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου και παραβιάζοντας την αρχή audi alteram partem.

31      Συναφώς, η Επιτροπή υπενθυμίζει ότι ο Πρόεδρος του Γενικού Δικαστηρίου έλαβε, στις 28 Ιουλίου 2023, μέτρο οργανώσεως της διαδικασίας κατόπιν του οποίου η Amazon υπέβαλε μακροσκελές υπόμνημα για να τεκμηριώσει τον ισχυρισμό της ότι οι πληροφορίες των οποίων τη γνωστοποίηση της επιβάλλει το άρθρο 39 του κανονισμού 2022/2065 είναι εμπιστευτικές. Εκθέτει ότι ο Πρόεδρος του Γενικού Δικαστηρίου, αντιθέτως, απέρριψε το μεταγενέστερο αίτημα περί λήψεως μέτρου οργανώσεως της διαδικασίας που υπέβαλε η Επιτροπή προκειμένου να είναι σε θέση να απαντήσει στα νέα επιχειρήματα που προέβαλε η Amazon με το υπόμνημα αυτό.

32      Ωστόσο, ο Πρόεδρος του Γενικού Δικαστηρίου οφείλει να τηρεί την κατ’ αντιμωλία διαδικασία και την αρχή audi alteram partem όταν εξετάζει την ανάγκη λήψεως μέτρου οργανώσεως της διαδικασίας. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή θα έπρεπε να έχει τη δυνατότητα να απαντήσει στα επιχειρήματα που προέβαλε η Amazon με το μνημονευόμενο στην προηγούμενη σκέψη υπόμνημα, κατά μείζονα λόγο διότι η χορηγηθείσα αναστολή της επίδικης εκτέλεσης βασίστηκε αποκλειστικά, εν προκειμένω, στον ισχυρισμό ότι, για να συμμορφωθεί με το άρθρο 39 του κανονισμού 2022/2065 η Amazon πρέπει να δημοσιοποιήσει εμπιστευτικές πληροφορίες, ισχυρισμό ο οποίος εκτέθηκε μόνο με το υπόμνημα αυτό. Εξάλλου, οι σχετικές με την εμπιστευτικότητα των επίμαχων πληροφοριών εκτιμήσεις που εκτίθενται στις σκέψεις 76 έως 78 της αναιρεσιβαλλόμενης διατάξεως στηρίζονται, σε μεγάλο βαθμό, στα επιχειρήματα αυτά.

33      Ο επείγων χαρακτήρας της διαδικασίας ασφαλιστικών μέτρων δεν δικαιολογεί το να στερηθεί η Επιτροπή το δικαίωμά της να αμυνθεί, η δε Επιτροπή θα μπορούσε, άλλωστε, να υποβάλει τις παρατηρήσεις της εντός πολύ σύντομης προθεσμίας.

34      Η Amazon εκτιμά ότι ο Πρόεδρος του Γενικού Δικαστηρίου δεν ήταν υποχρεωμένος να κάνει δεκτό το αίτημα της Επιτροπής περί λήψεως μέτρου οργανώσεως της διαδικασίας. Συγκεκριμένα, η αρχή της αντιμωλίας απλώς και μόνον απαγορεύει στον δικαστή της Ένωσης να στηρίζει την απόφασή του σε πραγματικά περιστατικά και έγγραφα επί των οποίων οι διάδικοι, ή ένας εξ αυτών, δεν είχαν τη δυνατότητα να λάβουν θέση. Ωστόσο, δεδομένου ότι η Amazon κλήθηκε να σχολιάσει ορισμένα νομικά ζητήματα, η αρχή αυτή δεν παραβιάστηκε. Καμία αρχή δεν επιβάλλει στον Πρόεδρο του Γενικού Δικαστηρίου να ζητεί από κάθε διάδικο τον ίδιο αριθμό υπομνημάτων επί νομικού ζητήματος.

35      Εν πάση περιπτώσει, κατά την Amazon, η Επιτροπή δεν αποδεικνύει ότι ο Πρόεδρος του Γενικού Δικαστηρίου θα κατέληγε σε διαφορετικό αποτέλεσμα αν είχε παράσχει στην Επιτροπή δυνατότητα να απαντήσει στην Amazon.

 Εκτίμηση

36      Η αίτηση ασφαλιστικών μέτρων πρέπει να παρέχει αφ’ εαυτής στον καθού τη δυνατότητα να ετοιμάσει τις παρατηρήσεις του και στον δικαστή των ασφαλιστικών μέτρων τη δυνατότητα να αποφανθεί επί της αιτήσεως, εν ανάγκη χωρίς άλλα πληροφοριακά στοιχεία τα οποία να τη στηρίζουν, τα δε ουσιώδη πραγματικά και νομικά στοιχεία επί των οποίων η αίτηση αυτή στηρίζεται πρέπει να απορρέουν από αυτό καθαυτό το κείμενο της αιτήσεως [διάταξη της 19ης Ιουλίου 2012, Akhras κατά Συμβουλίου, C‑110/12 P(R), EU:C:2012:507, σκέψη 55 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

37      Εξάλλου, δεδομένης της ταχύτητας που χαρακτηρίζει, ως εκ της φύσεώς της, τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, μπορεί ευλόγως να απαιτηθεί από τον διάδικο που ζητεί τη λήψη προσωρινών μέτρων να προσκομίσει, πλην εξαιρετικών περιπτώσεων, ήδη από το στάδιο της υποβολής της αιτήσεως, όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία που την τεκμηριώνουν, προκειμένου ο δικαστής των ασφαλιστικών μέτρων να εκτιμήσει, στηριζόμενος στα στοιχεία αυτά, το βάσιμο της εν λόγω αιτήσεως [διάταξη της 19ης Ιουλίου 2012, Akhras κατά Συμβουλίου, C‑110/12 P(R), EU:C:2012:507, σκέψη 56 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

38      Ωστόσο, ο Πρόεδρος του Γενικού Δικαστηρίου, υπό την ιδιότητα του δικαστή των ασφαλιστικών μέτρων, διαθέτει, δυνάμει του άρθρου 157, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, την εξουσία να λαμβάνει μέτρα οργανώσεως της διαδικασίας και να διατάσσει τη διεξαγωγή αποδείξεων.

39      Από τη νομολογία του Δικαστηρίου απορρέει επίσης ότι, προς τούτο, ο Πρόεδρος του Γενικού Δικαστηρίου πρέπει να διαθέτει ευρεία εξουσία εκτιμήσεως προκειμένου να εκτιμήσει αν τα μέτρα αυτά είναι πρόσφορα [πρβλ. διάταξη του Αντιπροέδρου του Δικαστηρίου της 1ης Δεκεμβρίου 2021, Inivos και Inivos κατά Επιτροπής, C‑471/21 P(R), EU:C:2021:984, σκέψη 45 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

40      Πρέπει, εντούτοις, να υπάρχουν όρια στη διακριτική ευχέρεια που διαθέτει κατά τα άνω ο Πρόεδρος του Γενικού Δικαστηρίου, δεδομένου ότι ο δικαστής των ασφαλιστικών μέτρων οφείλει μεταξύ άλλων να τηρεί την αρχή της αντιμωλίας. Πράγματι, η αρχή αυτή έχει εφαρμογή σε κάθε διαδικασία δυνάμενη να καταλήξει στην εκ μέρους θεσμικού οργάνου της Ένωσης έκδοση αποφάσεως η οποία θίγει σοβαρά τα συμφέροντα ενός προσώπου και, ειδικότερα, στις διαδικασίες ενώπιον των δικαιοδοτικών οργάνων της Ένωσης [πρβλ. διάταξη της 22ας Νοεμβρίου 2018, Hércules Club de Fútbol κατά Επιτροπής, C‑334/18 P(R), EU:C:2018:952, σκέψη 47 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

41      Συναφώς, μολονότι είναι αληθές ότι το άρθρο 157, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου παρέχει τη δυνατότητα στον Πρόεδρο του Γενικού Δικαστηρίου να διατάσσει προσωρινά μέτρα και πριν ακόμη ο αντίδικος υποβάλει τις παρατηρήσεις του, η διάταξη αυτή ωστόσο δεν μπορεί να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι επιτρέπει, γενικώς, στον Πρόεδρο του Γενικού Δικαστηρίου να αποφαίνεται χωρίς να τηρεί την αρχή της αντιμωλίας. Συγκεκριμένα, η εν λόγω διάταξη προβλέπει απλώς και μόνο μια κατά παρέκκλιση διαδικασία που παρέχει στον Πρόεδρο του Γενικού Δικαστηρίου τη δυνατότητα να λαμβάνει τέτοια συντηρητικά μέτρα, εν αναμονή της αποφάσεως που πρέπει να εκδοθεί επί της αιτήσεως λήψεως προσωρινών μέτρων μετά τη διεξαγωγή της κατ’ αντιμωλίαν διαδικασίας, η οποία επιβάλλεται από το άρθρο 157, παράγραφος 1, του εν λόγω Κανονισμού Διαδικασίας [πρβλ. διάταξη του Αντιπροέδρου του Δικαστηρίου της 28ης Σεπτεμβρίου 2023, Συμβούλιο κατά Mazepin, C‑564/23 P(R), EU:C:2023:727, σκέψεις 60 και 61].

42      Η αρχή της αντιμωλίας παρέχει ιδίως σε κάθε διάδικο, ανεξαρτήτως της νομικής ιδιότητάς του, το δικαίωμα να λαμβάνει γνώση και να εκφράζει την άποψή του επί των εγγράφων και των παρατηρήσεων που υποβάλλονται στην κρίση του δικαστή από τον αντίδικό του. Πράγματι, οι απαιτήσεις που απορρέουν από το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη πληρούνται μόνον αν οι διάδικοι γνωρίζουν και είναι σε θέση να συζητήσουν κατ’ αντιμωλία τόσο τα πραγματικά όσο και τα νομικά στοιχεία τα οποία είναι αποφασιστικής σημασίας για την έκβαση της διαδικασίας (πρβλ. αποφάσεις της 27ης Μαρτίου 2014, ΓΕΕΑ κατά National Lottery Commission, C‑530/12 P, EU:C:2014:186, σκέψη 54· της 4ης Δεκεμβρίου 2019, H κατά Συμβουλίου, C‑413/18 P, EU:C:2019:1044, σκέψεις 103 και 104, και της 15ης Ιουλίου 2021, Επιτροπή κατά Landesbank Baden-Württemberg και ΕΣΕ, C‑584/20 P και C‑621/20 P, EU:C:2021:601, σκέψεις 58 και 59).

43      Το Δικαστήριο έχει συναγάγει ιδίως από τις απαιτήσεις αυτές, σε υποθέσεις που δεν υπάγονται στη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, ότι, καίτοι το Γενικό Δικαστήριο μπορεί να αποφασίσει ελεύθερα να θέσει ερώτηση σε διάδικο εντός του πλαισίου που καθορίζεται από τον Κανονισμό Διαδικασίας του, οφείλει ωστόσο να παράσχει στους λοιπούς διαδίκους τη δυνατότητα να λάβουν θέση επί της απαντήσεως που δόθηκε σε τέτοια ερώτηση, τουλάχιστον όταν η απάντηση αυτή περιέχει στοιχεία που έχουν καθοριστική σημασία για την έκβαση της υπό κρίση υπόθεσης (πρβλ. αποφάσεις της 4ης Δεκεμβρίου 2019, H κατά Συμβουλίου, C‑413/18 P, EU:C:2019:1044, σκέψεις 105 έως 116, και της 10ης Σεπτεμβρίου 2020, Ρουμανία κατά Επιτροπής, C‑498/19 P, EU:C:2020:686, σκέψεις 75 και 76).

44      Ο κανόνας αυτός έχει εφαρμογή και όταν ο Πρόεδρος του Γενικού Δικαστηρίου θέτει ερώτηση σε διάδικο, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 157, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου.

45      Είναι αληθές ότι, αφενός, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, λαμβανομένης υπόψη της ταχύτητας που χαρακτηρίζει, ως εκ της φύσεώς της, τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, ο δικαστής των ασφαλιστικών μέτρων δεν υποχρεούται να ακούει συστηματικά τον αιτούντα επί κάθε πληροφοριακού στοιχείου το οποίο προσκομίζει ο καθού και το οποίο ο δικαστής προτίθεται να λάβει υπόψη για να αποφανθεί επί της αιτήσεως ασφαλιστικών μέτρων [διάταξη του Αντιπροέδρου του Δικαστηρίου της 1ης Δεκεμβρίου 2021, Inivos και Inivos κατά Επιτροπής, C‑471/21 P(R), EU:C:2021:984, σκέψη 47].

46      Εντούτοις, η λύση αυτή απορρέει από τη μη ύπαρξη κανόνα ο οποίος να προβλέπει την κατ’ αρχήν υποβολή υπομνήματος απαντήσεως και ανταπαντήσεως στη διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων. Ως εκ τούτου, δεν μπορεί να συναχθεί εξ αυτού ότι, όταν ο Πρόεδρος του Γενικού Δικαστηρίου επιτρέπει στον αιτούντα να προσκομίσει πρόσθετα στοιχεία προς στήριξη της αιτήσεώς του ασφαλιστικών μέτρων, ο καθού δεν δικαιούται να εκφράσει την άποψή του επί των στοιχείων αυτών, ενώ από τις εκτιμήσεις που περιλαμβάνονται στις σκέψεις 36 και 37 της παρούσας διατάξεως προκύπτει ότι η αίτηση αυτή πρέπει να περιέχει όλα τα αναγκαία στοιχεία για την έκδοση απόφασης και ότι το άρθρο 157, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου εγγυάται το δικαίωμα του καθού να υποβάλει τις παρατηρήσεις του επί της εν λόγω αιτήσεως.

47      Αφετέρου, καίτοι, με τη διάταξη της 17ης Δεκεμβρίου 2020, Anglo Austrian AAB και Belegging-Maatschappij «Far-East» κατά ΕΚΤ [C‑207/20 P(R), EU:C:2020:1057], η Αντιπρόεδρος του Δικαστηρίου απέρριψε την αιτίαση των αναιρεσειουσών της υπόθεσης εκείνης, με την οποία προέβαλαν προσβολή του δικαιώματος ακροάσεως λόγω του ότι δεν είχαν τη δυνατότητα να λάβουν θέση επί αποδεικτικού στοιχείου που δεν ήταν διαθέσιμο κατά την ημερομηνία καταθέσεως της αιτήσεως ασφαλιστικών μέτρων, επιβάλλεται ωστόσο η διαπίστωση ότι η επίμαχη έλλειψη αντιμωλίας στην υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η ανωτέρω διάταξη δεν οφειλόταν στην εκ μέρους του Προέδρου του Γενικού Δικαστηρίου λήψη μέτρου οργανώσεως της διαδικασίας. Επιπλέον, προκειμένου η Αντιπρόεδρος του Δικαστηρίου να απορρίψει την εν λόγω αιτίαση, στηρίχθηκε αποκλειστικά στο γεγονός ότι οι αναιρεσείουσες της υπόθεσης εκείνης είχαν παραιτηθεί από δικονομική εγγύηση την οποία διέθεταν, παραλείποντας να ζητήσουν από τον Πρόεδρο του Γενικού Δικαστηρίου, δυνάμει του άρθρου 88 του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, να διατάξει μέτρο οργανώσεως της διαδικασίας.

48      Εν προκειμένω, από τη δικογραφία προκύπτει ότι ο Πρόεδρος του Γενικού Δικαστηρίου κάλεσε την Amazon, με μέτρο οργανώσεως της διαδικασίας που έλαβε στις 28 Ιουλίου 2023, να διατυπώσει σχόλια επί των σημείων 109 έως 118 των γραπτών παρατηρήσεων που είχε υποβάλει η Επιτροπή πρωτοδίκως.

49      Με την απάντησή της στο εν λόγω μέτρο οργανώσεως της διαδικασίας, η Amazon εξέθεσε σειρά επιχειρημάτων με σκοπό να αποδείξει ότι οι πληροφορίες τις οποίες το άρθρο 39 του κανονισμού 2022/2065 της επιβάλλει να γνωστοποιεί είναι εμπιστευτικές, ότι η γνωστοποίηση των πληροφοριών αυτών θα της προκαλέσει σημαντική ζημία και ότι τα συμφέροντα που θίγονται από μια τέτοια γνωστοποίηση είναι άξια προστασίας.

50      Όπως επισημαίνει η Επιτροπή, στο πλαίσιο της εκτιμήσεως της σχετικής με το fumus boni juris προϋπόθεσης, ο Πρόεδρος του Γενικού Δικαστηρίου στηρίχθηκε, στις σκέψεις 76 έως 78 της αναιρεσιβαλλόμενης διατάξεως, σε επιχειρηματολογία η οποία επαναλάμβανε, κατ’ ουσίαν, τα στοιχεία που είχε προβάλει η Amazon με την απάντησή της στο μέτρο οργανώσεως της διαδικασίας της 28ης Ιουλίου 2023.

51      Προκύπτει επομένως ότι η απάντηση αυτή περιείχε στοιχεία καθοριστικής σημασίας για την έκβαση της υπόθεσης.

52      Η Επιτροπή όμως στερήθηκε κάθε δυνατότητας να λάβει θέση επί των επιχειρημάτων που προέβαλε η Amazon με την εν λόγω απάντηση.

53      Συγκεκριμένα, κατά πρώτον, η απάντηση της Amazon στο μέτρο οργανώσεως της διαδικασίας της 28ης Ιουλίου 2023 επιδόθηκε, στις 30 Αυγούστου 2023, στην Επιτροπή, χωρίς η τελευταία να κληθεί να λάβει θέση επί της απάντησης αυτής.

54      Κατά δεύτερον, ο Πρόεδρος του Γενικού Δικαστηρίου δεν έδωσε συνέχεια στο αίτημα για τη λήψη μέτρου οργανώσεως της διαδικασίας, το οποίο υποβλήθηκε από την Επιτροπή στις 15 Σεπτεμβρίου 2023, δυνάμει του άρθρου 88 του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, προκειμένου να της επιτραπεί να απαντήσει στην απάντηση της Amazon που μνημονεύεται στη σκέψη 49 της παρούσας διατάξεως, προκειμένου να διαφυλαχθεί η ισότητα των όπλων και να παρασχεθεί στο Γενικό Δικαστήριο η δυνατότητα να αποφανθεί επί της αιτήσεως προσωρινών μέτρων με πλήρη επίγνωση της κατάστασης.

55      Κατά τρίτον, ο Πρόεδρος του Γενικού Δικαστηρίου έκρινε, στη σκέψη 24 της αναιρεσιβαλλόμενης διατάξεως, ότι διέθετε όλα τα αναγκαία στοιχεία προκειμένου να αποφανθεί επί της αιτήσεως προσωρινών μέτρων, χωρίς να χρειάζεται να ακούσει προηγουμένως τις προφορικές παρατηρήσεις των διαδίκων.

56      Εξάλλου, δεδομένου ότι από τις παρατηρήσεις της Επιτροπής προκύπτει ότι, αν η Επιτροπή είχε κληθεί από τον Πρόεδρο του Γενικού Δικαστηρίου να λάβει θέση επί της απαντήσεως της Amazon που μνημονεύεται στη σκέψη 49 της παρούσας διατάξεως, θα είχε αναπτύξει συμπληρωματικά επιχειρήματα με σκοπό να αποδείξει ότι οι πληροφορίες τις οποίες το άρθρο 39 του κανονισμού 2022/2065 επιβάλλει στην Amazon να γνωστοποιεί δεν έχουν εμπιστευτικό χαρακτήρα, δεν μπορεί εκ προοιμίου να αποκλειστεί το ενδεχόμενο ο Πρόεδρος του Γενικού Δικαστηρίου, κατόπιν της εξέτασης των επιχειρημάτων αυτών, να είχε απορρίψει την αίτηση ασφαλιστικών μέτρων στο σύνολό της.

57      Εκ των ανωτέρω προκύπτει ότι ο Πρόεδρος του Γενικού Δικαστηρίου παραβίασε την αρχή της αντιμωλίας και ότι, κατά συνέπεια, το δεύτερο σκέλος του δευτέρου λόγου αναιρέσεως πρέπει να γίνει δεκτό.

58      Δεδομένου ότι η εκτίμηση του Προέδρου του Γενικού Δικαστηρίου επί της σχετικής με το fumus boni juris προϋπόθεσης στηρίχθηκε σε μεγάλο βαθμό επί στοιχείων ως προς τα οποία δεν τηρήθηκε η αρχή της αντιμωλίας, η παραβίαση της αρχής αυτής αρκεί, αφ’ εαυτής, για να δικαιολογήσει την αναίρεση του σημείου 1 του διατακτικού της αναιρεσιβαλλόμενης διατάξεως, με το οποίο ο Πρόεδρος του Γενικού Δικαστηρίου διέταξε την αναστολή εκτέλεσης της επίδικης αποφάσεως κατά το μέρος που, δυνάμει της ως άνω αποφάσεως, η Amazon υποχρεώνεται να δημοσιοποιήσει το απαιτούμενο από το άρθρο 39 του κανονισμού 2022/2065 αποθετήριο, υπό την επιφύλαξη της υποχρεώσεως την οποία υπέχει η Amazon να τηρεί το αποθετήριο αυτό.

59      Αντιθέτως, η παραβίαση της εν λόγω αρχής δεν μπορεί να έχει ως συνέπεια την αναίρεση του σημείου 2 του διατακτικού της διατάξεως αυτής, με το οποίο ο Πρόεδρος του Γενικού Δικαστηρίου απέρριψε κατά τα λοιπά την αίτηση ασφαλιστικών μέτρων.

60      Πράγματι, το εν λόγω σημείο 2 βασίζεται στην εκτίμηση του Προέδρου του Γενικού Δικαστηρίου, η οποία εκτίθεται στη σκέψη 55 της εν λόγω διατάξεως, κατά την οποία η Amazon δεν είχε αποδείξει την ύπαρξη σοβαρής και ανεπανόρθωτης ζημίας που θα προέκυπτε από τη συμμόρφωση της Amazon Store προς το άρθρο 38 του κανονισμού 2022/2065.

61      Ωστόσο, αφενός, η εκτίμηση αυτή στηρίζεται σε συλλογιστική, η οποία εκτίθεται στις σκέψεις 35 έως 54 της ίδιας διατάξεως, στο πλαίσιο της οποίας ο Πρόεδρος του Γενικού Δικαστηρίου ουδόλως στηρίζεται στα στοιχεία που προέβαλε η Amazon με τη μνημονευόμενη στη σκέψη 49 της παρούσας διατάξεως απάντηση.

62      Αφετέρου, τα λοιπά σκέλη του δευτέρου λόγου αναιρέσεως και οι λοιποί λόγοι αναιρέσεως που προβάλλονται από την Επιτροπή προς στήριξη της αιτήσεως αναιρέσεως δεν βάλλουν κατά των εν λόγω σκέψεων 35 έως 54.

63      Επομένως, χωρίς να είναι αναγκαίο να εξεταστούν τα εν λόγω λοιπά σκέλη και οι εν λόγω λοιποί λόγοι πρέπει να απορριφθεί η αίτηση αναιρέσεως κατά το μέρος που ζητείται με αυτήν η αναίρεση του σημείου 2 του διατακτικού της αναιρεσιβαλλόμενης διατάξεως.

 Επί της αιτήσεως λήψεως προσωρινών μέτρων που υποβλήθηκε ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου

64      Κατά το άρθρο 61, πρώτο εδάφιο, του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε περίπτωση αναιρέσεως της αποφάσεως του Γενικού Δικαστηρίου, το Δικαστήριο μπορεί είτε να αποφανθεί το ίδιο οριστικά επί της διαφοράς, εφόσον είναι ώριμη προς εκδίκαση, είτε να την αναπέμψει στο Γενικό Δικαστήριο για να την κρίνει. Η εν λόγω διάταξη εφαρμόζεται επίσης στις αιτήσεις αναιρέσεως που ασκούνται σύμφωνα με το άρθρο 57, δεύτερο εδάφιο, του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης [διάταξη του Αντιπροέδρου του Δικαστηρίου της 2ας Φεβρουαρίου 2024, Mylan Ireland κατά Επιτροπής, C‑604/23 P(R), EU:C:2024:117, σκέψη 38].

65      Εν προκειμένω, δεδομένου ότι, αφενός, η Επιτροπή εξέθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου τα επιχειρήματα τα οποία προετίθετο να αντιτάξει στα στοιχεία που προέβαλε η Amazon με την απάντηση που μνημονεύεται στη σκέψη 49 της παρούσας διατάξεως και, αφετέρου, ζήτησε από το Δικαστήριο, με το αιτητικό της αιτήσεώς της αναιρέσεως, να αποφανθεί το ίδιο οριστικά επί της διαφοράς, πρέπει, λαμβανομένης υπόψη της ταχύτητας που χαρακτηρίζει τη διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων, να αποφανθεί το Δικαστήριο επί της αιτήσεως ασφαλιστικών μέτρων που υποβλήθηκε από την Amazon, κατά το μέρος που αφορά την αναστολή εκτέλεσης της επίδικης αποφάσεως στο μέτρο που η απόφαση αυτή επιβάλλει στην Amazon να τηρεί και να δημοσιοποιεί το απαιτούμενο από το άρθρο 39 του κανονισμού 2022/2065 αποθετήριο.

66      Προς τον σκοπό αυτόν, υπενθυμίζεται ότι το άρθρο 156, παράγραφος 4, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου ορίζει ότι οι αιτήσεις ασφαλιστικών μέτρων πρέπει να προσδιορίζουν το αντικείμενο της διαφοράς, τα περιστατικά από τα οποία προκύπτει το επείγον της υποθέσεως, καθώς και τους πραγματικούς και νομικούς ισχυρισμούς που δικαιολογούν, εκ πρώτης όψεως, τη λήψη του προσωρινού μέτρου το οποίο ζητείται. Επομένως, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, η αναστολή εκτελέσεως και τα λοιπά προσωρινά μέτρα μπορούν να διαταχθούν από τον δικαστή των ασφαλιστικών μέτρων εφόσον αποδεικνύεται ότι η χορήγησή τους δικαιολογείται εκ πρώτης όψεως από πραγματική και νομική άποψη (fumus boni juris) και εφόσον τα μέτρα αυτά είναι επείγοντα, υπό την έννοια ότι, προκειμένου να αποφευχθεί σοβαρή και ανεπανόρθωτη βλάβη των συμφερόντων του αιτούντος, είναι αναγκαίο να διαταχθούν και να παραγάγουν τα αποτελέσματά τους πριν από την έκδοση της αποφάσεως επί της κύριας προσφυγής. Οι εν λόγω προϋποθέσεις τίθενται σωρευτικώς και, κατά συνέπεια, οι αιτήσεις προσωρινών μέτρων πρέπει να απορρίπτονται όταν δεν πληρούται έστω και μία από αυτές. Ο δικαστής των ασφαλιστικών μέτρων προβαίνει επίσης, κατά περίπτωση, στη στάθμιση των εμπλεκόμενων συμφερόντων [διάταξη του Αντιπροέδρου του Δικαστηρίου της 2ας Φεβρουαρίου 2024, Mylan Ireland κατά Επιτροπής, C‑604/23 P(R), EU:C:2024:117, σκέψη 40].

 Επί του fumus boni juris

 Επιχειρήματα

67      Προκειμένου να αποδείξει το fumus boni juris, η Amazon επικαλείται τρεις λόγους που προβλήθηκαν προς στήριξη της κύριας προσφυγής.

68      Με τα επιχειρήματά της σχετικά με τον τρίτο από τους λόγους αυτούς, ο οποίος πρέπει να εξεταστεί ευθύς εξαρχής, η Amazon προέβαλε ένσταση ελλείψεως νομιμότητας του άρθρου 39 του κανονισμού 2022/2065, η οποία αντλείται από παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης καθώς και παράβαση των άρθρων 7, 16 και 17 του Χάρτη.

69      Συναφώς, η Amazon προβάλλει ότι η προβλεπόμενη στο εν λόγω άρθρο 39 υποχρέωση να δημοσιεύει, σε προσβάσιμο σε όλους αποθετήριο, σειρά λεπτομερών πληροφοριών σχετικά με τις διαφημίσεις που εμφανίζονται στην Amazon Store παραβαίνει κατάφωρα το άρθρο 7 του Χάρτη και παραβιάζει τη γενική αρχή της προστασίας του επιχειρηματικού απορρήτου. Εξάλλου, λαμβανομένης υπόψη της στρατηγικής φύσεως των πληροφοριών αυτών, η υποχρέωση της Amazon να τις γνωστοποιεί παρεμποδίζει την εμπορική δραστηριότητά της και συνιστά επομένως παράβαση των άρθρων 16 και 17 του Χάρτη.

70      Η Amazon διευκρινίζει ότι, μολονότι ορισμένες από τις εν λόγω πληροφορίες πρέπει πράγματι να γνωστοποιούνται κατ’ εφαρμογήν διαφόρων πράξεων του δικαίου της Ένωσης, τούτο δεν ισχύει, ιδίως, για τις πληροφορίες σχετικά με την περίοδο κατά την οποία εμφανιζόταν συγκεκριμένη διαφήμιση ή με τον αριθμό αποδεκτών της υπηρεσίας ο οποίος έχει επιτευχθεί. Επιπλέον, οι πράξεις αυτές της Ένωσης δεν επιβάλλουν τη γνωστοποίηση των πληροφοριών στο σύνολο του κοινού, αλλά μόνο στους αποδέκτες των διαφημίσεων.

71      Ωστόσο, αφενός, η εφαρμογή του άρθρου 39 του κανονισμού 2022/2065 δεν είναι πρόσφορη, υπό το πρίσμα των διαφορών μεταξύ των επιγραμμικών πλατφορμών αγορών και των λοιπών πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών. Αφετέρου, ο νομοθέτης της Ένωσης θα μπορούσε να επιτύχει τους σκοπούς που συνίστανται στην πρόληψη του κινδύνου παράνομων διαφημίσεων ή τεχνικών χειραγώγησης και παραπληροφόρησης που έχουν πραγματικές και προβλέψιμες αρνητικές επιπτώσεις στη δημόσια υγεία, τη δημόσια ασφάλεια, τον πολιτικό διάλογο, την πολιτική συμμετοχή και την ισότητα, μέσω εναλλακτικής λύσης που να θίγει λιγότερο τα δικαιώματα της Amazon, υποχρεώνοντάς την απλώς να θέτει στη διάθεση μόνο των ρυθμιστικών αρχών και των διαπιστευμένων ερευνητών ένα εύλογα δομημένο αποθετήριο.

72      Η Επιτροπή θεωρεί ότι ο τρίτος λόγος που προβάλλει η Amazon δεν μπορεί ευλόγως να ευδοκιμήσει.

73      Κατά πρώτον, ο λόγος αυτός είναι, κατά την Επιτροπή, προδήλως απαράδεκτος. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, ένσταση ελλείψεως νομιμότητας, προβαλλόμενη δυνάμει του άρθρου 277 ΣΛΕΕ κατά του άρθρου 39 του κανονισμού 2022/2065, είναι παραδεκτή μόνον εφόσον το άρθρο 39 αποτελεί τη νομική βάση της επίδικης αποφάσεως ή έχει άμεσο νομικό δεσμό με την απόφαση αυτή. Τούτο, όμως, δεν ισχύει εν προκειμένω. Ειδικότερα, το γεγονός ότι οι διατάξεις του κεφαλαίου ΙΙΙ, τμήμα 5, του κανονισμού 2022/2065 έχουν εφαρμογή στην Amazon μόνον αφότου η Επιτροπή έχει εκδώσει απόφαση, όπως η επίδικη, η οποία χαρακτηρίζει την Amazon ως πολύ μεγάλη επιγραμμική πλατφόρμα ή ως πολύ μεγάλη επιγραμμική μηχανή αναζήτησης για τους σκοπούς του κανονισμού αυτού, δεν αρκεί για τη δημιουργία άμεσου νομικού δεσμού μεταξύ των διατάξεων αυτών και της εν λόγω αποφάσεως. Αντίθετη λύση θα στερούσε εξάλλου από τις εν λόγω διατάξεις τον άμεσα εφαρμοστέο χαρακτήρα τους. Επιπλέον, υπό το πρίσμα της φύσεως του δεσμού που υφίσταται μεταξύ της επίδικης αποφάσεως και του άρθρου 39 του εν λόγω κανονισμού, η έλλειψη νομιμότητας του άρθρου αυτού δεν μπορεί να συνεπάγεται την ακύρωση της ως άνω αποφάσεως.

74      Κατά δεύτερον, η Amazon ουδόλως τεκμηρίωσε τον ισχυρισμό ότι το άρθρο 39 του κανονισμού 2022/2065 προσβάλλει τα θεμελιώδη δικαιώματά της. Συγκεκριμένα, η αίτηση ασφαλιστικών μέτρων δεν περιέχει κανένα επιχείρημα που να αποδεικνύει τον εμπιστευτικό χαρακτήρα των πληροφοριών τις οποίες το άρθρο 39 του κανονισμού 2022/2065 επιβάλλει στην Amazon να γνωστοποιεί. Ειδικότερα, η Amazon δεν απέδειξε ότι οι πληροφορίες αυτές είναι γνωστές μόνο σε έναν περιορισμένο αριθμό προσώπων, ότι η γνωστοποίησή τους μπορεί να της προκαλέσει σοβαρή ζημία και ότι τα συμφέροντα που μπορεί να θιγούν από μια τέτοια γνωστοποίηση είναι αντικειμενικώς άξια προστασίας.

75      Εν πάση περιπτώσει, οι πληροφορίες αυτές στερούνται εμπιστευτικού χαρακτήρα, στο μέτρο που η Amazon είναι ήδη υποχρεωμένη, δυνάμει άλλων πράξεων του δικαίου της Ένωσης, να δημοσιοποιεί τις περισσότερες εξ αυτών. Η Επιτροπή παραπέμπει, συναφώς, όχι μόνο στον κανονισμό 2022/2065, αλλά επίσης στις οδηγίες 2000/31 και 2005/29 καθώς και στους κανονισμούς 2016/679 και 2019/1150. Ορισμένες δε από τις εν λόγω πληροφορίες θα μπορούσαν να ληφθούν από εμπορικές προσφορές ή από μετρήσεις διαφήμισης και αναλύσεις δεδομένων που διατίθενται στην αγορά.

76      Κατά τρίτον, η διάκριση στην οποία προέβη η Amazon μεταξύ των επιγραμμικών πλατφορμών αγορών και των λοιπών πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών δεν δικαιολογείται υπό το πρίσμα των σκοπών του κανονισμού 2022/2065.

 Εκτίμηση

77      Κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, η προϋπόθεση περί fumus boni juris πληρούται εφόσον ένας τουλάχιστον από τους λόγους που προβάλλει ο αιτών τη λήψη προσωρινών μέτρων διάδικος προς στήριξη της κύριας προσφυγής του δεν στερείται, εκ πρώτης όψεως, σοβαρού ερείσματος. Τούτο συμβαίνει, ιδίως, οσάκις ένας από τους προβληθέντες λόγους καταδεικνύει την ύπαρξη σύνθετων νομικών ζητημάτων των οποίων η επίλυση δεν είναι προφανής και απαιτεί, ως εκ τούτου, εμπεριστατωμένη εξέταση στην οποία δεν μπορεί να προβεί ο δικαστής των ασφαλιστικών μέτρων, αλλά η οποία πρέπει να αποτελέσει το αντικείμενο της επί της ουσίας κύριας διαδικασίας, ή οσάκις η μεταξύ των διαδίκων κατ’ αντιμωλίαν διαδικασία αναδεικνύει την ύπαρξη σοβαρής νομικής διαμάχης της οποίας η επίλυση δεν είναι προφανής [διάταξη του Αντιπροέδρου του Δικαστηρίου της 24ης Μαΐου 2022, Puigdemont i Casamajó κ.λπ. κατά Κοινοβουλίου και Ισπανίας, C‑629/21 P(R), EU:C:2022:413, σκέψη 188 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

78      Οι διάδικοι διαφωνούν, κατά πρώτον, ως προς το παραδεκτό του τρίτου λόγου ακυρώσεως που προβάλλει η Amazon, ο οποίος αφορά έλλειψη νομιμότητας του άρθρου 39 του κανονισμού 2022/2065.

79      Κατά το άρθρο 277 ΣΛΕΕ, «κάθε διάδικος μπορεί, επ’ ευκαιρία διαφοράς που θέτει υπό αμφισβήτηση πράξη γενικής ισχύος που έχει εκδοθεί από θεσμικό ή λοιπό όργανο ή οργανισμό της Ένωσης, να επικαλείται το ανεφάρμοστο της πράξης αυτής ενώπιον του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για έναν από τους λόγους του άρθρου 263, δεύτερο εδάφιο».

80      Κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, το άρθρο αυτό συνιστά έκφραση μιας γενικής αρχής που παρέχει σε κάθε διάδικο το δικαίωμα να προσβάλει παρεμπιπτόντως το κύρος πράξεων γενικής ισχύος που αποτελούν τη νομική βάση αποφάσεως της οποίας είναι αποδέκτης, προκειμένου να επιτύχει την ακύρωση της αποφάσεως αυτής (απόφαση της 16ης Μαρτίου 2023, Επιτροπή κατά Calhau Correia de Paiva, C‑511/21 P, EU:C:2023:208, σκέψη 44 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

81      Δεδομένου ότι το άρθρο 277 ΣΛΕΕ δεν έχει ως σκοπό να επιτρέψει στον διάδικο να αμφισβητήσει τη δυνατότητα εφαρμογής οποιασδήποτε πράξεως γενικής ισχύος, προς στήριξη οποιασδήποτε προσφυγής, η πράξη της οποίας προβάλλεται η έλλειψη νομιμότητας πρέπει να έχει εφαρμογή, άμεσα ή έμμεσα, στην υπόθεση που αποτελεί το αντικείμενο της προσφυγής (απόφαση της 16ης Μαρτίου 2023, Επιτροπή κατά Calhau Correia de Paiva, C‑511/21 P, EU:C:2023:208, σκέψη 45 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

82      Ως εκ τούτου, στο πλαίσιο προσφυγών ακυρώσεως που ασκούνται κατά ατομικών αποφάσεων, το Δικαστήριο έχει δεχθεί ότι μπορούν παραδεκτώς να αποτελέσουν αντικείμενο ενστάσεως ελλείψεως νομιμότητας οι διατάξεις πράξεως γενικής ισχύος που αποτελούν τη βάση των εν λόγω αποφάσεων ή που διατηρούν άμεσο νομικό δεσμό με τις αποφάσεις αυτές (απόφαση της 16ης Μαρτίου 2023, Επιτροπή κατά Calhau Correia de Paiva, C‑511/21 P, EU:C:2023:208, σκέψη 46 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

83      Άμεσος νομικός δεσμός μπορεί ιδίως να προκύπτει από το γεγονός ότι η διάταξη κατά της οποίας προβάλλεται ένσταση ελλείψεως νομιμότητας αποτελεί μέρος της αιτιολογίας προσβαλλόμενης αποφάσεως, ακόμη και αν δεν μνημονεύεται στην τυπική αιτιολογία της αποφάσεως αυτής (πρβλ. απόφαση της 16ης Μαρτίου 2023, Επιτροπή κατά Calhau Correia de Paiva, C‑511/21 P, EU:C:2023:208, σκέψη 52).

84      Αντιθέτως, το Δικαστήριο έχει αποφανθεί ότι είναι απαράδεκτη ένσταση ελλείψεως νομιμότητας που στρέφεται κατά πράξεως γενικής ισχύος της οποίας η προσβαλλόμενη ατομική απόφαση δεν αποτελεί μέτρο εφαρμογής (απόφαση της 16ης Μαρτίου 2023, Επιτροπή κατά Calhau Correia de Paiva, C‑511/21 P, EU:C:2023:208, σκέψη 47 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

85      Εν προκειμένω, δεν αμφισβητείται ότι το άρθρο 39 του κανονισμού 2022/2065 δεν αποτελεί τη νομική βάση της επίδικης αποφάσεως.

86      Ωστόσο, από τη μνημονευόμενη στη σκέψη 82 της παρούσας διατάξεως νομολογία προκύπτει ότι ένσταση ελλείψεως νομιμότητας μπορεί να προβληθεί κατά οποιασδήποτε πράξεως γενικής ισχύος η οποία διατηρεί άμεσο νομικό δεσμό με την επίδικη απόφαση, ακόμη και αν η διάταξη αυτή δεν αποτελεί τη νομική βάση της εν λόγω αποφάσεως.

87      Στην υπό κρίση υπόθεση, η Amazon υποστηρίζει ότι υφίσταται αρκούντως άμεσος νομικός δεσμός μεταξύ του άρθρου 39 του κανονισμού 2022/2065 και της επίδικης αποφάσεως, για τον λόγο ότι το άρθρο αυτό εφαρμόζεται στην Amazon Store λόγω της έκδοσης της αποφάσεως αυτής, γεγονός από το οποίο η Amazon συνάγει, κατ’ ουσίαν, ότι το εν λόγω άρθρο και η εν λόγω απόφαση αποτελούν μέρος ενιαίου νομικού καθεστώτος του οποίου τη νομιμότητα επιχειρεί να αμφισβητήσει.

88      Δεν μπορεί να αποκλειστεί εκ των προτέρων το ενδεχόμενο τέτοιου είδους δεσμός να μπορεί, όπως υποστηρίζει η Επιτροπή, να θεωρηθεί ως μη αρκούντως άμεσος ώστε να δικαιολογήσει το παραδεκτό της ενστάσεως ελλείψεως νομιμότητας που προέβαλε η Amazon, λαμβανομένου υπόψη ιδίως του γεγονότος ότι ούτε υποστηρίζεται ούτε αποδεικνύεται ότι ο δεσμός αυτός συνεπάγεται ότι το άρθρο 39 του κανονισμού 2022/2065 μπορεί να συνδεθεί με τους λόγους στους οποίους στηρίζεται η επίδικη απόφαση ή με την ίδια την αιτιολογία της αποφάσεως αυτής.

89      Ωστόσο, δεν προκύπτει ότι το Δικαστήριο έχει ήδη κρίνει αν τέτοιος δεσμός μπορεί να χαρακτηριστεί ως «άμεσος νομικός δεσμός», κατά την έννοια της νομολογίας που μνημονεύεται στη σκέψη 82 της παρούσας διατάξεως.

90      Εξάλλου, από τη νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι, για τη διασφάλιση αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας, το άρθρο 277 ΣΛΕΕ πρέπει να ερμηνεύεται κατά τρόπον ώστε να αποφεύγεται ο τεχνητός διαχωρισμός των διαφόρων πτυχών του ίδιου νομικού καθεστώτος (πρβλ. απόφαση της 8ης Σεπτεμβρίου 2020, Επιτροπή και Συμβούλιο κατά Carreras Sequeros κ.λπ., C‑119/19 P και C‑126/19 P, EU:C:2020:676, σκέψη 76).

91      Στο πλαίσιο αυτό, η εκτίμηση, για τους σκοπούς της εφαρμογής του άρθρου 277 ΣΛΕΕ, της φύσεως του νομικού δεσμού που υφίσταται μεταξύ του άρθρου 39 του κανονισμού 2022/2065 και της επίδικης αποφάσεως αποτελεί σύνθετο νομικό ζήτημα του οποίου η επίλυση δεν είναι προφανής και απαιτεί, ως εκ τούτου, εμπεριστατωμένη εξέταση.

92      Κατά δεύτερον, αν γίνει δεκτό ότι ο τρίτος λόγος ακυρώσεως είναι παραδεκτός, η εξέταση του λόγου αυτού συνεπάγεται ότι το δικαστήριο της ουσίας θα κρίνει αν το άρθρο 39 του κανονισμού 2022/2065 συνάδει με την αρχή της ίσης μεταχείρισης καθώς και με τα άρθρα 7, 16 και 17 του Χάρτη.

93      Προκειμένου να εκτιμηθούν τα επιχειρήματα της Amazon όσον αφορά τη σχετική με το fumus boni juris προϋπόθεση πρέπει ευθύς εξαρχής να εξεταστεί ο λόγος αυτός κατά το μέρος που αφορά φερόμενη παράβαση των άρθρων 7 και 16 του Χάρτη.

94      Το άρθρο 7 του Χάρτη προβλέπει ότι κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα στο σεβασμό της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής του, της κατοικίας του και των επικοινωνιών του.

95      Το άρθρο 16 του Χάρτη προβλέπει ότι η επιχειρηματική ελευθερία αναγνωρίζεται σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης και τις εθνικές νομοθεσίες και πρακτικές.

96      Από το άρθρο 39, παράγραφοι 1 και 2, του κανονισμού 2022/2065 προκύπτει ότι η εφαρμογή των διατάξεων αυτών ως προς την Amazon συνεπάγεται ότι η Amazon υποχρεούται να δημοσιοποιεί αποθετήριο που περιέχει διάφορες πληροφορίες σχετικά με τις διαφημίσεις που εμφανίζονται στις πολύ μεγάλες επιγραμμικές πλατφόρμες. Μεταξύ των πληροφοριών αυτών περιλαμβάνονται, ιδίως, το περιεχόμενο της διαφήμισης, το πρόσωπο για λογαριασμό του οποίου εμφανίζεται η διαφήμιση, η περίοδος κατά την οποία εμφανιζόταν η διαφήμιση, οι κύριες παράμετροι που χρησιμοποιούνται για τη στόχευση ορισμένων αποδεκτών, οι εμπορικές ανακοινώσεις που δημοσιεύτηκαν στην πολύ μεγάλη επιγραμμική πλατφόρμα ή ακόμη ο συνολικός αριθμός αποδεκτών της υπηρεσίας ο οποίος έχει επιτευχθεί.

97      Δεδομένου ότι οι πληροφορίες αυτές, συνολικά θεωρούμενες, παρέχουν λεπτομερείς ενδείξεις σχετικά με το σύνολο των δραστηριοτήτων της Amazon στον τομέα της διαδικτυακής διαφήμισης, συμπεριλαμβανομένων των σχέσεών της με τους πελάτες της ή του ακριβούς τρόπου διεξαγωγής των εκστρατειών εμπορικών ανακοινώσεων που πραγματοποιήθηκαν, δεν μπορεί εκ των προτέρων να αποκλειστεί το ενδεχόμενο οι επιβαλλόμενες από το άρθρο 39 του κανονισμού 2022/2065 υποχρεώσεις να μπορούν να θεωρηθούν, όπως υποστηρίζει η Amazon, ως περιορίζουσες τα δικαιώματα που αντλεί η Amazon από τα άρθρα 7 και 16 του Χάρτη, χωρίς να είναι αναγκαίο, προκειμένου να συναχθεί το προκαταρκτικό συμπέρασμα αυτό, να προβάλει η Amazon πρόσθετα επιχειρήματα με σκοπό να αποδείξει τον εμπιστευτικό χαρακτήρα των εν λόγω πληροφοριών.

98      Βεβαίως, η κατάσταση θα διέφερε αν γινόταν δεκτό ότι, όπως επισημαίνει η Επιτροπή, οι πληροφορίες τις οποίες το άρθρο 39 του κανονισμού 2022/2065 επιβάλλει στην Amazon να γνωστοποιήσει είναι, στην πραγματικότητα, ήδη διαθέσιμες στο κοινό, ανεξαρτήτως της εφαρμογής του άρθρου αυτού.

99      Συναφώς, φαίνεται πράγματι ότι ορισμένες από τις πληροφορίες αυτές πρέπει να γνωστοποιούνται δυνάμει άλλων διατάξεων του δικαίου της Ένωσης.

100    Ειδικότερα, κατ’ αρχάς, φαίνεται ότι η γνωστοποίηση της ταυτότητας του προσώπου για λογαριασμό του οποίου εμφανίζεται η διαφήμιση επιβάλλεται κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 6, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2000/31 και του άρθρου 26, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 2022/2065. Περαιτέρω, φαίνεται εκ πρώτης όψεως βάσιμη η δήλωση της Επιτροπής κατά την οποία οι κύριες παράμετροι που χρησιμοποιούνται για τη στόχευση ορισμένων αποδεκτών πρέπει να γνωστοποιούνται δυνάμει του άρθρου 15, παράγραφος 1, στοιχεία βʹ και ηʹ, του κανονισμού 2016/679, του άρθρου 5, παράγραφος 1, του κανονισμού 2019/1150 καθώς και του άρθρου 26, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, του κανονισμού 2022/2065. Τέλος, δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο η δημοσίευση εμπορικής ανακοίνωσης σε πολύ μεγάλη επιγραμμική πλατφόρμα χωρίς σχετική ενημέρωση του οικείου καταναλωτή να μπορεί να χαρακτηριστεί ως αθέμιτη εμπορική πρακτική, δυνάμει του άρθρου 5, παράγραφος 5, και του παραρτήματος Ι, σημείο 11, της οδηγίας 2005/29.

101    Ωστόσο, από τα επιχειρήματα της Επιτροπής ή, γενικότερα, από τη δικογραφία που έχει στη διάθεσή του ο Αντιπρόεδρος του Δικαστηρίου δεν προκύπτει ότι το σύνολο των πληροφοριών που προβλέπονται στο άρθρο 39, παράγραφος 2, του κανονισμού 2022/2065, και ειδικότερα η περίοδος κατά την οποία μεταδίδεται η διαφήμιση ή ο συνολικός αριθμός αποδεκτών της υπηρεσίας ο οποίος έχει επιτευχθεί, πρέπει να γνωστοποιούνται ανεξαρτήτως της εφαρμογής του εν λόγω άρθρου 39. Επιβάλλεται εξάλλου η διαπίστωση ότι η Επιτροπή υποστηρίζει μόνο ότι το μεγαλύτερο μέρος των πληροφοριών αυτών καλύπτονται από τέτοιες υποχρεώσεις γνωστοποίησης και ότι δεν ισχυρίζεται επομένως ότι τούτο ισχύει για το σύνολο των εν λόγω πληροφοριών.

102    Επιπροσθέτως, ο ισοδύναμος χαρακτήρας, για την εφαρμογή των άρθρων 7 και 16 του Χάρτη, της γνωστοποίησης μιας πληροφορίας μόνο στον οικείο χρήστη ή στο σύνολο του κοινού αποτελεί νέο ζήτημα το οποίο παρουσιάζει ορισμένο βαθμό πολυπλοκότητας.

103    Επιπλέον, μολονότι η Επιτροπή υποστηρίζει ότι ανάλογες πληροφορίες με εκείνες του άρθρου 39, παράγραφος 2, του κανονισμού 2022/2065 μπορούν να ληφθούν, όσον αφορά την Amazon, από εμπορικές προσφορές, εντούτοις δεν προσκομίζει κανένα αποδεικτικό στοιχείο προς στήριξη του ισχυρισμού αυτού.

104    Όσον αφορά τον ισχυρισμό κατά τον οποίο τέτοιες πληροφορίες μπορούν να συλλεχθούν βάσει μετρήσεων διαφήμισης και αναλύσεων δεδομένων που διατίθενται στην αγορά, δεν αρκεί, ελλείψει πρόσθετων διευκρινίσεων σχετικά με τις συγκεκριμένες πληροφορίες, για να αποδειχθεί ότι η Amazon δεν υποχρεούται, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 39 του κανονισμού αυτού, να δημοσιοποιεί πληροφορίες οι οποίες είναι επί του παρόντος εμπιστευτικές.

105    Εξάλλου, το επιχείρημα της Επιτροπής κατά το οποίο η Amazon όφειλε να αποδείξει ότι η γνωστοποίηση των επίμαχων πληροφοριών μπορεί να της προκαλέσει σοβαρή ζημία και ότι τα συμφέροντα που θα θίγονταν από τη γνωστοποίηση αυτή είναι αντικειμενικώς άξια προστασίας συνιστά ερμηνεία των σχετικών διατάξεων του Χάρτη η οποία δεν προκύπτει, εκ πρώτης όψεως, ούτε από το κείμενο των διατάξεων αυτών ούτε από τη νομολογία του Δικαστηρίου. Το βάσιμο του επιχειρήματος αυτού πρέπει, συνεπώς, να εκτιμηθεί από τον δικαστή της ουσίας.

106    Υπό τις συνθήκες αυτές, ο δικαστής των ασφαλιστικών μέτρων δεν μπορεί να διαπιστώσει ότι αποδεικνύεται, με αρκούντως προφανή τρόπο, ότι οι πληροφορίες τις οποίες το άρθρο 39 του κανονισμού 2022/2065 επιβάλλει στην Amazon να γνωστοποιεί στερούνται εμπιστευτικού χαρακτήρα και ότι, ως εκ τούτου, η εφαρμογή του εν λόγω άρθρου 39 στην Amazon δεν θα συνεπαγόταν τον περιορισμό των δικαιωμάτων που η εταιρία αυτή μπορεί να αντλεί από τα άρθρα 7 και 16 του Χάρτη.

107    Τέτοιος περιορισμός των δικαιωμάτων αυτών θα είναι ωστόσο ικανός να θεμελιώσει την έλλειψη νομιμότητας του άρθρου 39 του κανονισμού 2022/2065 μόνον εάν ο περιορισμός αυτός δεν πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 52, παράγραφος 1, του Χάρτη.

108    Η διάταξη αυτή προβλέπει ότι επιτρέπεται να επιβάλλονται περιορισμοί στην άσκηση δικαιωμάτων, όπως τα δικαιώματα που κατοχυρώνονται στα άρθρα 7 και 16 του Χάρτη, μόνον εφόσον οι περιορισμοί αυτοί προβλέπονται από τον νόμο, σέβονται το βασικό περιεχόμενο των εν λόγω δικαιωμάτων και ελευθεριών και, τηρουμένης της αρχής της αναλογικότητας, είναι αναγκαίοι και ανταποκρίνονται πραγματικά σε στόχους γενικού συμφέροντος που αναγνωρίζει η Ένωση ή στην ανάγκη προστασίας των δικαιωμάτων και ελευθεριών των τρίτων.

109    Η δε εκτίμηση που πρέπει να διενεργηθεί για να διαπιστωθεί αν οι προϋποθέσεις αυτές πληρούνται εν προκειμένω, προϋποθέτει τη συνεκτίμηση διαφόρων παραγόντων, όπως του βαθμού συμβολής της δημοσίευσης του συνόλου των πληροφοριών του άρθρου 39, παράγραφος 2, του κανονισμού 2022/2065 στην υλοποίηση των επιδιωκόμενων από τον νομοθέτη της Ένωσης σκοπών, του βαθμού σοβαρότητας του περιορισμού των δικαιωμάτων που προβλέπονται στα άρθρα 7 και 16 του Χάρτη ή ακόμη της πιθανής ύπαρξης εναλλακτικών λύσεων που να θίγουν λιγότερο τα δικαιώματα αυτά.

110    Επομένως, ακόμη και αν πρέπει να αναγνωριστεί συναφώς στον νομοθέτη της Ένωσης ευρύ περιθώριο εκτιμήσεως, το ζήτημα κατά πόσο υπερέβη τα όρια του εν λόγω περιθωρίου εκτιμήσεως θεσπίζοντας το άρθρο 39 του κανονισμού 2022/2065 συνιστά, ελλείψει σαφούς προηγουμένου, σοβαρή νομική διαμάχη της οποίας η επίλυση δεν είναι προφανής.

111    Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω, δεν μπορεί να διαπιστωθεί, κατόπιν της συνοπτικής εξέτασης που οφείλει να διενεργήσει ο δικαστής των ασφαλιστικών μέτρων και χωρίς να ληφθεί απόφαση επί του βασίμου του τρίτου λόγου ακυρώσεως που προβάλλει η Amazon, απόφαση η οποία εμπίπτει στην αποκλειστική αρμοδιότητα του δικαστή της ουσίας, ότι ο λόγος αυτός πρέπει να θεωρηθεί, εκ πρώτης όψεως, ως στερούμενος κάθε σοβαρότητας.

112    Επομένως, η σχετική με το fumus boni juris προϋπόθεση πληρούται υπό το πρίσμα των επιχειρημάτων σχετικά με την ένσταση ελλείψεως νομιμότητας του άρθρου 39 του κανονισμού 2022/2065.

 Επί του επείγοντος

 Επιχειρήματα

113    Προκειμένου να αποδείξει ότι πληρούται η προϋπόθεση του επείγοντος, η Amazon υποστηρίζει ότι η δημοσιοποίηση του απαιτούμενου από το άρθρο 39 του κανονισμού 2022/2065 αποθετηρίου θα της προκαλούσε σοβαρή και ανεπανόρθωτη ζημία.

114    Κατ’ αρχάς, η δημοσιοποίηση του αποθετηρίου αυτού υποχρεώνει την Amazon να γνωστοποιήσει εμπιστευτικές πληροφορίες σχετικά με την Amazon και με τους διαφημιζομένους της. Ειδικότερα, το εν λόγω αποθετήριο αναφέρει τις παραμέτρους στόχευσης που μπορεί να προσφέρει η Amazon και τον αριθμό πελατών που μπορεί να επιτευχθεί με τις παραμέτρους αυτές. Μόλις γνωστοποιηθούν οι πληροφορίες αυτές, οι ανταγωνιστές της Amazon θα αποκτήσουν γνώση των πιο αποτελεσματικών στρατηγικών και τεχνολογιών. Εξάλλου, η γνωστοποίηση των εν λόγω πληροφοριών θα έβλαπτε τους διαφημιστικούς συνεργάτες της Amazon, αποκαλύπτοντας τις στρατηγικές τους. Επομένως, οι διαφημιστικές δραστηριότητες της Amazon θα πλήττονταν σοβαρά και ανεπανόρθωτα.

115    Περαιτέρω, η δημοσιοποίηση του αποθετηρίου που απαιτείται από το άρθρο 39 του κανονισμού 2022/2065 θα μείωνε οριστικά το μερίδιο αγοράς της Amazon τόσο όσον αφορά τις γενικές δραστηριότητές της λιανικής πώλησης όσο και τις διαφημιστικές δραστηριότητές της. Συγκεκριμένα, η δημοσιοποίηση του αποθετηρίου αυτού θα αποθαρρύνει τους τρίτους πωλητές της Amazon Store και θα τους καταστήσει πιο διστακτικούς να διαφημιστούν στην Amazon Store. Περαιτέρω, οι ανταγωνιστές των επιχειρηματιών που διαφημίζονται στην Amazon Store θα μπορούν να αντιγράφουν και να αναπαράγουν τις πιο αποτελεσματικές διαφημιστικές στρατηγικές. Μακροπρόθεσμα, η δημοσιοποίηση του αποθετηρίου ενέχει τον κίνδυνο να επηρεάσει την εμπειρία των καταναλωτών, μειώνοντας τη διαφήμιση και απομακρύνοντας τους πωλητές από την πλατφόρμα του Amazon Store.

116    Τέλος, η ζημία που θα υποστεί η Amazon δεν είναι μόνο οικονομικής φύσεως και δεν μπορεί να αποτιμηθεί αποκλειστικά σε οικονομικούς όρους. Η επιδείνωση της ανταγωνιστικής της θέσης μπορεί να οδηγήσει σε έναν φαύλο κύκλο αρνητικών αλληλεπιδράσεων. Εξάλλου, είναι πιθανώς αδύνατο να υπολογιστούν με ακρίβεια οι συγκεκριμένες επιπτώσεις της δημοσιοποίησης του απαιτούμενου από το άρθρο 39 του κανονισμού 2022/2065 αποθετηρίου, ιδίως στο μέτρο που η δημοσιοποίηση αυτή θα συνεπαγόταν τη γνωστοποίηση εμπιστευτικών πληροφοριών.

117    Η Επιτροπή εκτιμά ότι η Amazon δεν απέδειξε ότι πληρούται εν προκειμένω η σχετική με το επείγον προϋπόθεση.

118    Η Amazon διατυπώνει απλώς, συχνότατα σε υποθετικό λόγο, ατεκμηρίωτους και ασύνδετους μεταξύ τους ισχυρισμούς. Επιπλέον, η Amazon δεν παρέσχε πληροφορίες που να αποδεικνύουν ότι η προβαλλόμενη ζημία πιθανολογείται επαρκώς. Εξάλλου, το γεγονός ότι η Amazon θα δυσκολευόταν να αποδείξει το βάσιμο ενδίκου βοηθήματος με αίτημα την αποκατάσταση της ζημίας της δεν αποδεικνύει ότι η ζημία αυτή δεν μπορεί να αποτιμηθεί.

119    Περαιτέρω, η Amazon δεν απέδειξε ότι η σχετική με το fumus boni juris προϋπόθεση πληρούται όσον αφορά τον εμπιστευτικό χαρακτήρα των πληροφοριών που θα έπρεπε να συμπεριλάβει στο απαιτούμενο από το άρθρο 39 του κανονισμού 2022/2065 αποθετήριο. Ωστόσο, μόνον όταν πληρούται η προϋπόθεση αυτή ο δικαστής των ασφαλιστικών μέτρων οφείλει να στηριχθεί στην παραδοχή, στο πλαίσιο της εκτίμησης της προϋπόθεσης του επείγοντος, ότι ορισμένες πληροφορίες έχουν εμπιστευτικό χαρακτήρα. Εν πάση περιπτώσει, οι πληροφορίες αυτές δεν είναι εμπιστευτικές.

 Εκτίμηση

120    Από τη νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι σκοπός της διαδικασίας ασφαλιστικών μέτρων είναι η διασφάλιση της πλήρους αποτελεσματικότητας της μελλοντικής οριστικής αποφάσεως, προκειμένου να αποφεύγονται τα κενά στην έννομη προστασία που παρέχει το Δικαστήριο. Προς επίτευξη του σκοπού αυτού, ο επείγων χαρακτήρας πρέπει να εκτιμάται σε σχέση με την ανάγκη έκδοσης προσωρινής αποφάσεως, προκειμένου να αποτραπεί η πρόκληση σοβαρής και ανεπανόρθωτης ζημίας στον διάδικο που ζητεί την προσωρινή προστασία. Στον διάδικο αυτόν απόκειται να αποδείξει ότι δεν είναι δυνατόν να αναμείνει την έκβαση της κύριας δίκης χωρίς να υποστεί ζημία τέτοιου είδους. Μολονότι, για τη διαπίστωση της ύπαρξης της ζημίας αυτής, δεν είναι αναγκαίο να απαιτείται να αποδειχθεί με απόλυτη βεβαιότητα η επέλευση και ο επικείμενος χαρακτήρας της ζημίας, αλλά αρκεί η εν λόγω ζημία να πιθανολογείται επαρκώς, εντούτοις ο διάδικος που ζητεί τη λήψη προσωρινών μέτρων υποχρεούται να αποδείξει τα πραγματικά περιστατικά επί των οποίων στηρίζεται η πιθανολόγηση μιας τέτοιας ζημίας [διάταξη της Αντιπροέδρου του Δικαστηρίου της 16ης Ιουλίου 2021, Symrise κατά ECHA, C‑282/21 P(R), EU:C:2021:631, σκέψη 40].

121    Όσον αφορά, κατά πρώτον, τον ισχυρισμό της Amazon ότι η δημοσιοποίηση του απαιτούμενου από το άρθρο 39 του κανονισμού 2022/2065 αποθετηρίου θα έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση των μεριδίων της στην αγορά και, ως εκ τούτου, θα της προκαλέσει σοβαρή και ανεπανόρθωτη ζημία, υπενθυμίζεται ότι, όταν ο αιτών τη λήψη του προσωρινού μέτρου προβάλλει την απώλεια των μεριδίων του στην αγορά, πρέπει να αποδείξει ότι εμπόδια διαρθρωτικής ή νομικής φύσεως θα τον εμποδίσουν να ανακτήσει σημαντικό μέρος των εν λόγω μεριδίων της αγοράς σε περίπτωση που γίνει τελικώς δεκτή η κύρια προσφυγή του [πρβλ. διάταξη του Αντιπροέδρου του Δικαστηρίου της 2ας Φεβρουαρίου 2024, Mylan Ireland κατά Επιτροπής, C‑604/23 P(R), EU:C:2024:117, σκέψη 84 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

122    Μολονότι όμως η Amazon υποστηρίζει πράγματι ότι οι απώλειες μεριδίων της αγοράς συνεπεία της δημοσιοποίησης του αποθετηρίου αυτού θα είναι μη αναστρέψιμες, δεν αναφέρει ωστόσο, στην αίτηση ασφαλιστικών μέτρων, τα συγκεκριμένα εμπόδια που θα την εμποδίσουν να ανακτήσει τα μερίδιά της στην αγορά σε περίπτωση που αργότερα δεν θα είναι πλέον υποχρεωμένη να διατηρεί επιγραμμικά το εν λόγω αποθετήριο, λόγω της ακυρώσεως της επίδικης αποφάσεως.

123    Βεβαίως η Amazon παραπέμπει επίσης, συναφώς, σε ορισμένα σημεία της έκθεσης πραγματογνωμοσύνης που προσκόμισε ως παράρτημα της αιτήσεως ασφαλιστικών μέτρων, από την οποία προκύπτει ότι θα ήταν ενδεχομένως δύσκολο, για την Amazon, να επιτύχει την επιστροφή, στην πλατφόρμα της, των πωλητών που αποχώρησαν από αυτήν, δεδομένου ότι οι πωλητές αυτοί πιθανώς να συνηθίσουν στη χρήση άλλης πλατφόρμας και μπορεί να επιθυμούν να διατηρήσουν τους δεσμούς που δημιούργησαν με τους πελάτες τους στην τελευταία αυτή πλατφόρμα.

124    Εντούτοις, αφενός, η εν λόγω έκθεση πραγματογνωμοσύνης περιορίζεται σε υποθέσεις, χωρίς να αξιολογεί τις πιθανότητες πραγματοποίησής τους. Αφετέρου, η εν λόγω έκθεση πραγματογνωμοσύνης δεν περιέχει καμία απόδειξη ή μνεία ικανή να τεκμηριώσει ότι η πραγματοποίηση των υποθέσεων αυτών είναι πράγματι πιθανή.

125    Επομένως, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι η Amazon απέδειξε την ύπαρξη εμποδίων διαρθρωτικής ή νομικής φύσεως που θα την εμπόδιζαν, σε περίπτωση ακυρώσεως της επίδικης αποφάσεως, να ανακτήσει σημαντικό μέρος των μεριδίων της αγοράς που ενδεχομένως θα έχανε συνεπεία της δημοσιοποίησης του απαιτούμενου από τον κανονισμό 2022/2065 αποθετηρίου. Ως εκ τούτου, δεν απέδειξε, εν πάση περιπτώσει, ότι οι απώλειες μεριδίων της αγοράς τις οποίες θα συνεπαγόταν η δημοσιοποίηση του αποθετηρίου αυτού θα της προκαλούσαν ανεπανόρθωτη ζημία.

126    Όσον αφορά, κατά δεύτερον, τα επιχειρήματα σχετικά με γνωστοποίηση εμπιστευτικών πληροφοριών, από πάγια νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι, εφόσον, αφενός, ο αιτών τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων ισχυρίζεται ότι οι πληροφορίες των οποίων τη δημοσίευση επιδιώκει, προσωρινώς, να αποτρέψει συνιστούν επιχειρηματικά απόρρητα και εφόσον, αφετέρου, ο ισχυρισμός αυτός πληροί την προϋπόθεση του fumus boni juris, ο δικαστής των ασφαλιστικών μέτρων υποχρεούται, κατ’ αρχήν, στο πλαίσιο της εξετάσεως της προϋποθέσεως του επείγοντος, να στηριχτεί στην παραδοχή ότι οι πληροφορίες αυτές αποτελούν επιχειρηματικά απόρρητα [πρβλ. διάταξη του Αντιπροέδρου του Δικαστηρίου, της 12ης Ιουνίου 2018, Nexans France και Nexans κατά Επιτροπής, C‑65/18 P(R), EU:C:2018:426, σκέψη 21].

127    Δεδομένου ότι από τις σκέψεις 96 έως 105 της παρούσας διατάξεως προκύπτει ότι ο ισχυρισμός της Amazon κατά τον οποίο τουλάχιστον μέρος των πληροφοριών που περιλαμβάνονται στο άρθρο 39, παράγραφος 2, του κανονισμού 2022/2065 είναι εμπιστευτικές πληροί τη σχετική με το fumus boni juris προϋπόθεση, πρέπει να θεωρηθεί κατά τεκμήριο, στο πλαίσιο της εκτίμησης της σχετικής με το επείγον προϋπόθεσης, ότι η εφαρμογή της διάταξης αυτής θα καταλήξει στη γνωστοποίηση εμπιστευτικών πληροφοριών.

128    Το επιχείρημα της Επιτροπής ότι οι επίμαχες πληροφορίες δεν είναι εμπιστευτικές δεν μπορεί, κατά συνέπεια, να στηρίξει το συμπέρασμα ότι η τελευταία αυτή προϋπόθεση δεν πληρούται.

129    Στο πλαίσιο αυτό, μολονότι η Amazon υποστηρίζει ότι η ζημία που απορρέει από τη δημοσιοποίηση του απαιτούμενου από το άρθρο 39 του κανονισμού 2022/2065 αποθετηρίου δεν μπορεί να αποτιμηθεί μόνο σε οικονομικούς όρους, δεν απέδειξε ωστόσο με ποιον τρόπο η δημοσιοποίηση του αποθετηρίου αυτού θα της προκαλούσε μη υλική ζημία.

130    Αντιθέτως, η Amazon επικαλείται σαφώς ζημία οικονομικής φύσεως ως επακόλουθο της δημοσιοποίησης του εν λόγω αποθετηρίου, η οποία μπορεί να απορρέει συγχρόνως από την διστακτικότητα των τρίτων πωλητών να δημοσιεύουν διαφημίσεις στην Amazon Store, η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει μακροπρόθεσμα σε αποχώρηση μέρους των πωλητών αυτών από την εν λόγω πλατφόρμα, και από την απόκτηση από τους ανταγωνιστές της Amazon γνώσεων σχετικά με τις στρατηγικές που θα μπορούσαν να εφαρμοσθούν για τη βελτίωση της ανταγωνιστικής τους θέσης.

131    Υπό το πρίσμα της πολυμορφίας των ακριβών εμπορικών πληροφοριών που πρέπει να περιλαμβάνονται στο απαιτούμενο από το άρθρο 39 του κανονισμού 2022/2065 αποθετήριο, του συμφέροντος των διαφημιζομένων να μπορούν να εφαρμόζουν διαφημιστικές πρακτικές που δεν μπορούν ευχερώς να αναπαραχθούν από τους ανταγωνιστές τους και του οφέλους που θα μπορούσαν να αποκομίσουν οι ανταγωνιστές της Amazon από την πλήρη πρόσβαση σε τέτοιες εμπορικές πληροφορίες, η ζημία που προκύπτει από τη δημοσιοποίηση του αποθετηρίου αυτού πρέπει να θεωρηθεί ως ενέχουσα τον απαιτούμενο βαθμό σοβαρότητας από τον οποίο εξαρτάται η λήψη των προσωρινών μέτρων [βλ., κατ’ αναλογία, διάταξη του Αντιπροέδρου του Δικαστηρίου της 10ης Σεπτεμβρίου 2013, Επιτροπή κατά Pilkington Group, C‑278/13 P(R), EU:C:2013:558, σκέψη 47].

132    Όσον αφορά τον μη επανορθώσιμο χαρακτήρα της ζημίας αυτής, υπενθυμίζεται ότι, βεβαίως, η οικονομική ζημία δεν μπορεί να θεωρείται ανεπανόρθωτη, εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις, δεδομένου ότι ένα χρηματικό αντιστάθμισμα μπορεί, κατά κανόνα, να επαναφέρει τον ζημιωθέντα στην προ της επελεύσεως της ζημίας κατάσταση. Τούτο όμως δεν ισχύει και η εν λόγω ζημία μπορεί να θεωρηθεί ανεπανόρθωτη, εάν δεν είναι δυνατόν να εκφρασθεί αριθμητικώς (διάταξη του Αντιπροέδρου του Δικαστηρίου της 2ας Μαρτίου 2016, Evonik Degussa κατά Επιτροπής, C‑162/15 P-R, EU:C:2016:142, σκέψη 92 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

133    Εντούτοις, η αβεβαιότητα που συνδέεται με την αποκατάσταση οικονομικής ζημίας στο πλαίσιο ενδεχόμενης αγωγής αποζημιώσεως δεν μπορεί να θεωρηθεί, αυτή καθεαυτήν, ως περίσταση ικανή να αποδείξει τον μη επανορθώσιμο χαρακτήρα τέτοιας ζημίας, υπό την έννοια της νομολογίας του Δικαστηρίου. Πράγματι, στο στάδιο των ασφαλιστικών μέτρων, η δυνατότητα μεταγενέστερης αποκαταστάσεως της οικονομικής ζημίας στο πλαίσιο ενδεχόμενης αγωγής αποζημιώσεως η οποία θα μπορούσε να ασκηθεί κατόπιν της ακυρώσεως της προσβαλλομένης πράξεως είναι οπωσδήποτε αβέβαιη. Η διαδικασία, όμως, των ασφαλιστικών μέτρων δεν έχει ως σκοπό να υποκαταστήσει μια τέτοια αγωγή αποζημιώσεως προς εξάλειψη της αβεβαιότητας αυτής, δεδομένου ότι μοναδικός σκοπός της είναι η εξασφάλιση της πλήρους αποτελεσματικότητας της μελλοντικής οριστικής αποφάσεως στην επί της ουσίας κύρια δίκη, ήτοι, εν προκειμένω, στη δίκη επί της προσφυγής ακυρώσεως (πρβλ. διάταξη του Αντιπροέδρου του Δικαστηρίου της 2ας Μαρτίου 2016, Evonik Degussa κατά Επιτροπής, C‑162/15 P-R, EU:C:2016:142, σκέψη 93 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

134    Αντιθέτως, τα πράγματα είναι διαφορετικά όταν ήδη κατά την εκτίμηση του δικαστή των ασφαλιστικών μέτρων είναι σαφές ότι η προβαλλόμενη ζημία, λαμβανομένων υπόψη της φύσεώς της και του προβλέψιμου τρόπου επελεύσεώς της, δεν θα είναι δυνατόν να προσδιοριστεί και να αποτιμηθεί προσηκόντως, αν επέλθει, και ότι επομένως, στην πράξη, μια αγωγή αποζημιώσεως δεν θα καταστήσει δυνατή την αποκατάσταση της ζημίας αυτής. Τούτο ισχύει, μεταξύ άλλων, όσον αφορά τη δημοσίευση ειδικών και εμπιστευτικών εμπορικών πληροφοριών (πρβλ. διάταξη του Αντιπροέδρου του Δικαστηρίου της 2ας Μαρτίου 2016, Evonik Degussa κατά Επιτροπής, C‑162/15 P-R, EU:C:2016:142, σκέψη 94 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

135    Ως προς το ζήτημα αυτό, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η ζημία που μπορεί να υποστεί η Amazon εξαιτίας της δημοσιεύσεως των επιχειρηματικών απορρήτων της θα είναι διαφορετική, όσον αφορά τόσο τη φύση της όσο και την έκτασή της, αναλόγως του αν τα πρόσωπα που θα λάβουν γνώση των εν λόγω επιχειρηματικών απορρήτων θα είναι οι πελάτες της, οι ανταγωνιστές της, οικονομικοί αναλυτές ή ακόμη και πρόσωπα από το ευρύ κοινό. Πράγματι, θα είναι αδύνατον να προσδιορισθεί ο αριθμός και η ιδιότητα κάθε προσώπου που θα έχει όντως λάβει γνώση των δημοσιευθεισών πληροφοριών και να αξιολογηθούν, επομένως, οι επιπτώσεις που μπορεί να είχε η δημοσίευσή τους στα εμπορικά και οικονομικά συμφέροντα της Amazon (πρβλ. διάταξη του Αντιπροέδρου του Δικαστηρίου της 2ας Μαρτίου 2016, Evonik Degussa κατά Επιτροπής, C‑162/15 P-R, EU:C:2016:142, σκέψη 95 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

136    Η δε αβεβαιότητα αυτή, η οποία παρατηρείται και στην υπό κρίση υπόθεση, είναι ικανή να καταδείξει τον μη επανορθώσιμο χαρακτήρα της προβαλλόμενης οικονομικής ζημίας [πρβλ. διατάξεις του Αντιπροέδρου του Δικαστηρίου της 2ας Μαρτίου 2016, Evonik Degussa κατά Επιτροπής, C‑162/15 P-R, EU:C:2016:142, σκέψη 96, και της 1ης Μαρτίου 2017, EMA κατά MSD Animal Health Innovation και Intervet international, C‑512/16 P(R), EU:C:2017:149, σκέψεις 113 έως 118].

137    Κατά συνέπεια, πρέπει να γίνει δεκτό ότι η προβαλλόμενη ζημία συγκεντρώνει τα απαιτούμενα χαρακτηριστικά. Συνεπώς, η σχετική με το επείγον προϋπόθεση πληρούται.

 Επί της στάθμισης των συμφερόντων

 Επιχειρήματα

138    Η Amazon υποστηρίζει ότι τα συμφέροντά της να επιτύχει την αναστολή εκτέλεσης της επίδικης αποφάσεως υπερτερούν έναντι των άλλων συμφερόντων που συνδέονται με την άμεση εκτέλεση της αποφάσεως αυτής, για τρεις λόγους.

139    Κατ’ αρχάς, η άρνηση χορήγησης προσωρινών μέτρων θίγει την αποτελεσματικότητα τυχόν μελλοντικής αποφάσεως περί ακυρώσεως της επίδικης αποφάσεως, δεδομένου ότι η Amazon διατρέχει τον κίνδυνο να υποστεί ανεπανόρθωτη ζημία πριν ακόμη από την έκδοση τέτοιας ακυρωτικής αποφάσεως. Οι πληροφορίες που θα γνωστοποιηθούν κατά τη δημοσιοποίηση του απαιτούμενου από το άρθρο 39 του κανονισμού 2022/2065 αποθετηρίου θα έχουν επομένως χάσει, οριστικά, τον εμπιστευτικό χαρακτήρα τους. Ομοίως, η εν λόγω ακυρωτική απόφαση δεν θα καταστήσει δυνατή την επιστροφή, στην Amazon Store, των τρίτων πωλητών που θα έχουν ήδη αποχωρήσει από την πλατφόρμα αυτή.

140    Περαιτέρω, η αναστολή εκτέλεσης της επίδικης αποφάσεως θα είχε ως μόνη συνέπεια τη διατήρηση του υφιστάμενου status quo έως την έκδοση της επί της ουσίας αποφάσεως.

141    Τέλος, τα άλλα μέτρα που προβλέπονται στον κανονισμό 2022/2065, τα οποία θα εφαρμοστούν ακόμη και στην περίπτωση αναστολής εκτέλεσης της επίδικης αποφάσεως, αρκούν για την επίτευξη των σκοπών του νομοθέτη της Ένωσης. Το άρθρο 39 του κανονισμού αυτού δεν μπορεί επομένως να θεωρηθεί ότι αποτελεί θεμελιώδη κανόνα του εν λόγω κανονισμού, δεδομένου ότι οι υποχρεώσεις τις οποίες προβλέπει δεν έχουν εφαρμογή στη μεγάλη πλειονότητα των ενδιάμεσων υπηρεσιών.

142    Η Επιτροπή εκτιμά ότι οι προβαλλόμενοι από την Amazon λόγοι, θεωρούμενοι μεμονωμένα ή στο σύνολό τους, δεν αρκούν για να θεωρηθεί ότι, κατά τη στάθμιση των εμπλεκομένων συμφερόντων, η πλάστιγγα κλίνει υπέρ της χορήγησης των ζητούμενων προσωρινών μέτρων. Πρώτον, η επέλευση ανεπανόρθωτης ζημίας δεν μπορεί να αποτελέσει αποφασιστικό επιχείρημα, αλλά παραδοχή της εκ μέρους του δικαστή των ασφαλιστικών μέτρων στάθμισης συμφερόντων. Δεύτερον, η αναστολή εκτέλεσης της επίδικης αποφάσεως δεν θα διατηρούσε το status quo. Αντιθέτως, η χορήγηση μιας τέτοιας αναστολής θα συνεπαγόταν την εφαρμογή στην Amazon, επί σειρά ετών, διαφορετικού καθεστώτος από το επιβαλλόμενο στις άλλες πολύ μεγάλες επιγραμμικές πλατφόρμες. Τρίτον, ο νομοθέτης της Ένωσης έχει προβλέψει ειδικό καθεστώς για αυτό το είδος πλατφορμών ακριβώς επειδή οι γενικές υποχρεώσεις που προβλέπονται στον κανονισμό 2022/2065 δεν αρκούν για την αποτροπή των συστημικών κοινωνικών κινδύνων που ενέχουν οι πλατφόρμες αυτές, όπως προκύπτει από ορισμένο αριθμό πρόσφατων παραδειγμάτων. Επείγει δε η διασφάλιση της εφαρμογής του ως άνω ειδικού καθεστώτος για την αντιμετώπιση των κινδύνων αυτών, όπως προκύπτει ιδίως από το άρθρο 93, παράγραφος 2, του εν λόγω κανονισμού.

 Εκτίμηση

143    Στην πλειονότητα των διαδικασιών ασφαλιστικών μέτρων, τόσο η χορήγηση όσο και η άρνηση χορηγήσεως της ζητούμενης αναστολής εκτέλεσης δύνανται να παραγάγουν, σε ορισμένο βαθμό, ορισμένα αποτελέσματα οριστικού χαρακτήρα, απόκειται δε στον δικαστή των ασφαλιστικών μέτρων, ο οποίος έχει επιληφθεί αιτήματος αναστολής, να σταθμίσει τους κινδύνους που ενέχει καθεμία από τις πιθανές λύσεις. Συγκεκριμένα, τούτο προϋποθέτει ιδίως την εξέταση του ζητήματος αν το συμφέρον του αιτούντος τη λήψη προσωρινών μέτρων να επιτύχει την αναστολή εκτελέσεως της προσβαλλόμενης πράξης κατισχύει του συμφέροντος για την άμεση εφαρμογή αυτής. Κατά την εν λόγω εξέταση πρέπει να κριθεί αν ενδεχόμενη ακύρωση της πράξης αυτής από τον δικαστή της ουσίας θα καθιστούσε δυνατόν να ανατραπεί η κατάσταση που θα προκαλούνταν από την άμεση εκτέλεσή της και, αντιστρόφως, σε ποιον βαθμό η αναστολή ενδέχεται να παρακωλύσει την επίτευξη των σκοπών που επιδιώκονται με την προσβαλλόμενη πράξη, σε περίπτωση απορρίψεως της κύριας προσφυγής [διάταξη του Αντιπροέδρου του Δικαστηρίου της 24ης Μαΐου 2022, Puigdemont i Casamajó κ.λπ. κατά Κοινοβουλίου και Ισπανίας, C‑629/21 P(R), EU:C:2022:413, σκέψη 248 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

144    Όσον αφορά, κατά πρώτον, το συμφέρον που συνδέεται με τη λήψη των ζητουμένων προσωρινών μέτρων, επισημαίνεται ότι ενδεχόμενη δικαστική απόφαση με την οποία θα ακυρωνόταν η επίδικη απόφαση δεν θα στερούνταν αποτελεσματικότητας αν η αίτηση ασφαλιστικών μέτρων απορριπτόταν και αν, ως εκ τούτου, η Amazon υποχρεωνόταν να δημοσιοποιήσει αμέσως το απαιτούμενο από το άρθρο 39 του κανονισμού 2022/2065 αποθετήριο.

145    Βεβαίως οι πληροφορίες που θα δημοσιεύονταν στο αποθετήριο αυτό εν αναμονή αποφάσεως με την οποία θα ακυρωνόταν η επίδικη απόφαση θα στερούνταν, στην πράξη, οριστικά, τον εμπιστευτικό χαρακτήρα τους, δεδομένου ότι δεν θα ήταν πλέον δυνατή η μη γνωστοποίησή τους σε τρίτους.

146    Εντούτοις, από το άρθρο 39, παράγραφος 1, του κανονισμού προκύπτει ότι το εν λόγω αποθετήριο πρέπει να επικαιροποιείται συνεχώς, στο μέτρο που πρέπει να περιλαμβάνει τις πληροφορίες του άρθρου 39, παράγραφος 2, του κανονισμού για ολόκληρη την περίοδο κατά την οποία ο πάροχος της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας εμφανίζει μια διαφήμιση και έως ένα έτος μετά την τελευταία εμφάνιση της διαφήμισης στις επιγραμμικές διεπαφές της.

147    Επομένως, σε περίπτωση ακυρώσεως της επίδικης αποφάσεως, η Amazon δεν θα είναι πλέον υποχρεωμένη να τηρεί το απαιτούμενο από το εν λόγω άρθρο 39 αποθετήριο. Συνεπώς, δεν θα υποχρεούται πλέον να διατηρεί επιγραμμικώς τις πληροφορίες σχετικά με τις διαφημίσεις που εμφανίζονται στην Amazon Store ούτε να γνωστοποιεί τις πληροφορίες σχετικά με τις εξελίξεις των διαφημιστικών εκστρατειών της ή με νέες διαφημιστικές εκστρατείες. Η εν λόγω ακύρωση θα μπορούσε επομένως να διασφαλίσει στους διαφημιζόμενους την επιστροφή σε πιο ελκυστικό εμπορικό περιβάλλον και να παράσχει στην Amazon τη δυνατότητα να αναπτύξει νέες στρατηγικές στη διαφημιστική της δραστηριότητα χωρίς να μπορούν οι ανταγωνιστές της να λάβουν γνώση αυτών μέσω του εν λόγω αποθετηρίου.

148    Κατά συνέπεια, η ακύρωση της επίδικης αποφάσεως θα εξακολουθούσε να είναι προς το συμφέρον της Amazon και να έχει πραγματική αποτελεσματικότητα, ακόμη και σε περίπτωση μη λήψεως προσωρινών μέτρων. Μια τέτοια κατάσταση διαφοροποιεί την υπό κρίση υπόθεση από τις υποθέσεις στις οποίες το Δικαστήριο στηρίχθηκε, με τρόπο καθοριστικό, κατά την εκτίμηση της στάθμισης των εμπλεκόμενων συμφερόντων, στο γεγονός ότι η γνωστοποίηση των πληροφοριών που περιλαμβάνονταν σε απόφαση ή σε έκθεση θα στερούσε οριστικά κάθε αποτελεσματικότητα από την ενδεχόμενη ακύρωση της αποφάσεως με την οποία διατάχθηκε η γνωστοποίηση των πληροφοριών αυτών [πρβλ. διάταξη του Αντιπροέδρου του Δικαστηρίου της 2ας Μαρτίου 2016, Evonik Degussa κατά Επιτροπής, C‑162/15 P-R, EU:C:2016:142, σκέψη 105, και διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 1ης Μαρτίου 2017, EMA κατά PTC Therapeutics International, C‑513/16 P(R), EU:C:2017:148, σκέψη 136].

149    Τούτου λεχθέντος, όπως υποστηρίζει η Amazon και όπως προκύπτει από τις σκέψεις 126 έως 137 της παρούσας διατάξεως, σε περίπτωση μη χορήγησης προσωρινών μέτρων, είναι πιθανόν η Amazon να υποστεί σοβαρή και ανεπανόρθωτη ζημία πριν από την έκδοση τυχόν δικαστικής αποφάσεως με την οποία θα ακυρώνεται η επίδικη απόφαση.

150    Η περίσταση αυτή δεν μπορεί, ωστόσο, να θεωρηθεί, αφ’ εαυτής, ως καθοριστικής σημασίας, καθόσον ο ίδιος ο σκοπός της στάθμισης των εμπλεκόμενων συμφερόντων είναι η εκτίμηση του αν, μολονότι ο κίνδυνος να υποστεί ο αιτών σοβαρή και ανεπανόρθωτη ζημία θίγει τα συμφέροντά του, η συνεκτίμηση των συμφερόντων που συνδέονται με την άμεση εκτέλεση της προσβαλλόμενης αποφάσεως είναι ικανή να δικαιολογήσει την άρνηση χορήγησης των ζητούμενων προσωρινών μέτρων [πρβλ. διάταξη της 12ης Ιουλίου 1996, Ηνωμένο Βασίλειο κατά Επιτροπής, C‑180/96 R, EU:C:1996:308, σκέψεις 90 έως 92· διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 11ης Απριλίου 2001, Επιτροπή κατά Cambridge Healthcare Supplies, C‑471/00 P(R), EU:C:2001:218, σκέψη 120, και διάταξη του Αντιπροέδρου του Δικαστηρίου της 8ης Απριλίου 2014, Επιτροπή κατά ANKO, C‑78/14 P-R, EU:C:2014:239, σκέψη 40].

151    Για την εκτίμηση αυτή, επισημαίνεται ότι, μολονότι από την εξέταση της σχετικής με το επείγον προϋπόθεσης προκύπτει ότι η Amazon μπορεί πράγματι, σε περίπτωση μη χορήγησης των προσωρινών μέτρων, να υποστεί σοβαρή και ανεπανόρθωτη οικονομική ζημία, ωστόσο από τα στοιχεία που προέβαλε δεν προκύπτει ότι η εφαρμογή στην Amazon Store του άρθρου 39 του κανονισμού 2022/2065, εν αναμονή της αποφάσεως του δικαστή της ουσίας, θα είχε ως συνέπεια να τεθεί σε κίνδυνο η ύπαρξη ή η μακροπρόθεσμη ανάπτυξη της Amazon.

152    Κατ’ αρχάς, δεν υποστηρίζεται ούτε, κατά μείζονα λόγο, αποδεικνύεται ότι η Amazon εκτίθεται σε κίνδυνο παύσης των δραστηριοτήτων της σε περίπτωση μη χορήγησης προσωρινών μέτρων.

153    Περαιτέρω, από τις σκέψεις 121 έως 125 της παρούσας διατάξεως προκύπτει ότι η Amazon δεν απέδειξε την ύπαρξη κινδύνου σημαντικής και διαρκούς απώλειας μεριδίων της αγοράς σε περίπτωση που το άρθρο 39 του κανονισμού 2022/2065 εφαρμοστεί στην Amazon Store κατά το διάστημα από την ημερομηνία εξέτασης της αιτήσεώς της ασφαλιστικών μέτρων έως την ημερομηνία έκδοσης της επί της ουσίας αποφάσεως.

154    Τέλος, από την αίτηση ασφαλιστικών μέτρων προκύπτει ότι τα έσοδα της Amazon που προέρχονται από τις διαφημιστικές δραστηριότητές της αντιστοιχούν μόνο στο 7 % των συνολικών εσόδων της. Συνεπώς, ο περιορισμός των δυνατοτήτων ανάπτυξης των διαφημιστικών στρατηγικών ο οποίος μπορεί να προκύψει από την εφαρμογή του άρθρου 39 του κανονισμού 2022/2065 θα έχει άμεσες επιπτώσεις μόνο σε περιορισμένο τμήμα των δραστηριοτήτων της Amazon, δεδομένου ότι δεν αποδεικνύεται ότι οι έμμεσες επιπτώσεις ενός τέτοιου περιορισμού στις λοιπές δραστηριότητες της Amazon θα ήταν σημαντικές.

155    Όσον αφορά, κατά δεύτερον, το συμφέρον που συνδέεται με την άμεση εφαρμογή της επίδικης αποφάσεως, επισημαίνεται ότι ο κανονισμός 2022/2065 συνιστά κεντρικό στοιχείο της πολιτικής που έχει αναπτύξει ο νομοθέτης της Ένωσης στον ψηφιακό τομέα. Ο εν λόγω κανονισμός επιδιώκει, στο πλαίσιο της πολιτικής αυτής, πολύ σημαντικούς σκοπούς, δεδομένου ότι αποσκοπεί, όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 155, στη συμβολή στην εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και στη διασφάλιση ασφαλούς, προβλέψιμου και αξιόπιστου επιγραμμικού περιβάλλοντος, στο οποίο προστατεύονται δεόντως τα θεμελιώδη δικαιώματα που κατοχυρώνονται στον Χάρτη.

156    Βεβαίως, η Επιτροπή δεν ισχυρίστηκε ούτε, κατά μείζονα λόγο, απέδειξε ότι η λήψη των προσωρινών μέτρων που θα είχε ως αποτέλεσμα τη μη εφαρμογή στην Amazon Store του άρθρου 39 του κανονισμού 2022/2065 μέχρι να εκδοθεί απόφαση επί της κύριας προσφυγής θα μπορούσε να εμποδίσει οριστικά την επίτευξη των σκοπών αυτών.

157    Επισημαίνεται εντούτοις ότι η μη εφαρμογή ορισμένων υποχρεώσεων που προβλέπονται από τον κανονισμό αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα να καθυστερήσει, ενδεχομένως για σειρά ετών, η πλήρης επίτευξη των εν λόγω σκοπών. Η μη εφαρμογή αυτή θα δημιουργήσει επομένως κίνδυνο δυνητικής διατήρησης ή ανάπτυξης επιγραμμικού περιβάλλοντος που θέτει σε κίνδυνο τα προβλεπόμενα από τον Χάρτη θεμελιώδη δικαιώματα.

158    Η διαπίστωση αυτή δεν αναιρείται από το επιχείρημα της Amazon κατά το οποίο ένας τέτοιος κίνδυνος αποτρέπεται μέσω της εφαρμογής στην Amazon Store των υποχρεώσεων που επιβάλλει ο κανονισμός αυτός στο σύνολο των ενδιάμεσων υπηρεσιών.

159    Συγκεκριμένα, από τις αιτιολογικές σκέψεις 75 και 76 του κανονισμού 2022/2065 προκύπτει ότι ο νομοθέτης της Ένωσης έκρινε, κατόπιν εκτιμήσεως την ορθότητα της οποίας ο δικαστής των ασφαλιστικών μέτρων δεν είναι αρμόδιος να αμφισβητήσει, ότι οι πολύ μεγάλες επιγραμμικές πλατφόρμες διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στο ψηφιακό περιβάλλον και μπορούν να προκαλέσουν κοινωνικούς κινδύνους οι οποίοι διαφέρουν, ως προς την έκταση και τον αντίκτυπο, από τους κινδύνους που προκαλούνται από μικρότερες πλατφόρμες.

160    Ειδικότερα, από την αιτιολογική σκέψη 95 του κανονισμού αυτού προκύπτει ότι τα συστήματα διαφήμισης που χρησιμοποιούνται από τις πολύ μεγάλες επιγραμμικές πλατφόρμες θέτουν ιδιαίτερους κινδύνους και απαιτούν περαιτέρω δημόσια και ρυθμιστική εποπτεία.

161    Δεν μπορεί επομένως να γίνει δεκτό ότι η εφαρμογή στην Amazon Store μόνον των υποχρεώσεων που επιβάλλει ο κανονισμός 2022/2065 στο σύνολο των ενδιάμεσων υπηρεσιών είναι ικανή να αναπληρώσει ικανοποιητικά την εφαρμογή στην πλατφόρμα αυτή των υποχρεώσεων που απορρέουν από το άρθρο 39 του εν λόγω κανονισμού, διότι τέτοια εκτίμηση θα συνιστούσε υπέρβαση των εξουσιών του δικαστή των ασφαλιστικών μέτρων, λόγω του ότι δεν λαμβάνει υπόψη εκτιμήσεις του νομοθέτη της Ένωσης οι οποίες δεν έχει αποδειχθεί ότι είναι εσφαλμένες.

162    Ο δικαστής της Ένωσης απέδωσε ιδιαίτερη σημασία στην κατά το δυνατόν ταχύτερη εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού στις πολύ μεγάλες επιγραμμικές πλατφόρμες. Επομένως, από το άρθρο 92 και το άρθρο 93, παράγραφος 2, του εν λόγω κανονισμού προκύπτει ότι, μολονότι ο κανονισμός αυτός έχει εφαρμογή μόλις από τις 17 Φεβρουαρίου 2024, η εφαρμογή του στις πολύ μεγάλες επιγραμμικές πλατφόρμες δύναται να επισπευσθεί.

163    Επισημαίνεται επίσης ότι, αντιθέτως προς όσα υποστηρίζει η Amazon, η χορήγηση των ζητούμενων προσωρινών μέτρων δεν θα συνεπαγόταν μόνο τη διατήρηση του status quo. Συγκεκριμένα, η αναστολή εκτέλεσης της επίδικης αποφάσεως δεν θα επηρέαζε ούτε την εφαρμογή των γενικών υποχρεώσεων που προβλέπονται στον κανονισμό 2022/2065 στο σύνολο των ενδιάμεσων υπηρεσιών ούτε την εφαρμογή των υποχρεώσεων που ισχύουν ειδικά για τις πολύ μεγάλες επιγραμμικές πλατφόρμες στις λοιπές, πλην της Amazon, πλατφόρμες οι οποίες έχουν χαρακτηριστεί ως τέτοιες από την Επιτροπή, δυνάμει του άρθρου 33, παράγραφος 4, του εν λόγω κανονισμού. Ως εκ τούτου τέτοια αναστολή εκτέλεσης είναι ικανή να μεταβάλει την ανταγωνιστική κατάσταση στον ψηφιακό τομέα κατά τρόπο που δεν είχε προβλεφθεί από τον νομοθέτη της Ένωσης, υπάγοντας την Amazon σε διαφορετικό καθεστώς από το εφαρμοστέο στους λοιπούς παράγοντες του τομέα αυτού, οι οποίοι έχουν, υπό το πρίσμα των καθορισμένων από τον νομοθέτη της Ένωσης κριτηρίων, παρόμοια χαρακτηριστικά με την εν λόγω εταιρία.

164    Λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των προεκτεθέντων, πρέπει να γίνει δεκτό ότι τα προστατευόμενα από τον νομοθέτη της Ένωσης συμφέροντα κατισχύουν, εν προκειμένω, των υλικών συμφερόντων της Amazon, με συνέπεια ότι η πλάστιγγα κατά τη στάθμιση των συμφερόντων κλίνει υπέρ της απόρριψης της αιτήσεως ασφαλιστικών μέτρων.

165    Κατά συνέπεια, η αίτηση ασφαλιστικών μέτρων απορρίπτεται κατά το μέρος που αφορά την αναστολή εκτέλεσης της επίδικης αποφάσεως, στο μέτρο που η απόφαση αυτή επιβάλλει στην Amazon να τηρεί και να δημοσιοποιεί το απαιτούμενο από το άρθρο 39 του κανονισμού 2022/2065 αποθετήριο.

 Επί του αιτήματος που προέβαλε επικουρικώς η Amazon

 Επιχειρήματα

166    Η Amazon ζητεί από το Δικαστήριο, σε περίπτωση αποδοχής της αιτήσεως αναιρέσεως, να της χορηγηθεί, προκειμένου να συμμορφωθεί προς την υποχρέωση να συγκεντρώσει και να δημοσιοποιήσει το απαιτούμενο από το άρθρο 39 του κανονισμού 2022/2065 αποθετήριο, προθεσμία 28 ημερών από την ημερομηνία έκδοσης της αποφάσεως η οποία θα περατώσει την αναιρετική δίκη. Υποστηρίζει ότι η προθεσμία αυτή είναι αναγκαία, από τεχνικής απόψεως, για να συμμορφωθεί προς την υποχρέωση αυτή.

 Εκτίμηση

167    Κατ’ αρχάς, το επικουρικό αίτημα της Amazon δεν μπορεί να θεωρηθεί ως δυνάμενο να υποβληθεί βάσει του άρθρου 174 του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, στο μέτρο που η διάταξη αυτή προβλέπει ότι με το υπόμνημα επί της αιτήσεως αναιρέσεως ζητείται να γίνει δεκτή ή να απορριφθεί ολικώς ή μερικώς η αίτηση αναιρέσεως.

168    Περαιτέρω, δεδομένου ότι από το άρθρο 170, παράγραφος 1, του εν λόγω Κανονισμού Διαδικασίας προκύπτει ότι ο αναιρεσείων δεν μπορεί να συμπληρώσει τα αιτήματα που υποβλήθηκαν πρωτοδίκως, τέτοιο δικαίωμα δεν μπορεί να παρασχεθεί ούτε στον αναιρεσίβλητο, ελλείψει ειδικής σχετικής διάταξης.

169    Με τα πρωτοδίκως προβληθέντα αιτήματά της, η Amazon ουδόλως ζήτησε από το Γενικό Δικαστήριο προθεσμία σε περίπτωση απόρριψης της αιτήσεώς της ασφαλιστικών μέτρων.

170    Κατά συνέπεια, αν υποτεθεί ότι το επικουρικώς υποβληθέν από την Amazon αίτημα πρέπει να εκληφθεί υπό την έννοια ότι υποβάλλεται για να συμπληρώσει τα πρωτοδίκως προβληθέντα αιτήματα, πρέπει να απορριφθεί καθόσον αποτελεί νέο αίτημα [βλ., κατ’ αναλογία, διάταξη του Αντιπροέδρου του Δικαστηρίου της 20ής Μαρτίου 2023, Xpand Consortium κ.λπ. κατά Επιτροπής, C‑739/22 P(R), EU:C:2023:228, σκέψη 20].

171    Τέλος, το νέο αυτό αίτημα δεν μπορεί να θεωρηθεί ούτε ως αίτηση λήψεως προσωρινών μέτρων υποβαλλόμενη δυνάμει του άρθρου 160 του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, δεδομένου ότι το άρθρο 160, παράγραφος 4, του εν λόγω Κανονισμού Διαδικασίας εξαρτά το παραδεκτό τέτοιας αιτήσεως από την υποβολή της με χωριστό δικόγραφο [βλ., κατ’ αναλογία, διάταξη του Αντιπροέδρου του Δικαστηρίου της 20ής Μαρτίου 2023, Xpand Consortium κ.λπ. κατά Επιτροπής, C‑739/22 P(R), EU:C:2023:228, σκέψη 21].

172    Συνεπώς, το επικουρικώς υποβληθέν αίτημα της Amazon πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτο.

 Επί των δικαστικών εξόδων

173    Δυνάμει του άρθρου 184, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, όταν η αίτηση αναιρέσεως γίνεται δεκτή και το Δικαστήριο κρίνει το ίδιο οριστικά τη διαφορά, αυτό αποφαίνεται επί των δικαστικών εξόδων.

174    Όσον αφορά τα δικαστικά έξοδα της αναιρετικής διαδικασίας, πρέπει να υπομνησθεί αφενός ότι, κατά το άρθρο 138, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, το οποίο εφαρμόζεται στην αναιρετική διαδικασία δυνάμει του άρθρου 184, παράγραφος 1, του εν λόγω Κανονισμού Διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα, εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου. Δεδομένου ότι η Amazon ηττήθηκε πρέπει να φέρει, πέραν των δικαστικών εξόδων της τα οποία αφορούν την αναιρετική διαδικασία, τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε η Επιτροπή στο πλαίσιο της διαδικασίας αυτής, σύμφωνα με το σχετικό αίτημα της τελευταίας.

175    Αφετέρου, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 140, παράγραφος 1, του εν λόγω Κανονισμού, το οποίο εφαρμόζεται στην αναιρετική διαδικασία δυνάμει του άρθρου 184, παράγραφος 1, του ίδιου Κανονισμού, τα κράτη μέλη και τα θεσμικά όργανα που παρεμβαίνουν στη δίκη φέρουν τα δικαστικά έξοδά τους. Κατά συνέπεια, το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο φέρουν τα δικαστικά έξοδά τους τα οποία αφορούν την αναιρετική διαδικασία.

176    Όσον αφορά τα δικαστικά έξοδα που αφορούν την πρωτόδικη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, σύμφωνα με το άρθρο 137 του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, το οποίο εφαρμόζεται στην αναιρετική διαδικασία δυνάμει του άρθρου 184, παράγραφος 1, του Κανονισμού αυτού, το Δικαστήριο επιφυλάσσεται ως προς τα δικαστικά έξοδα της Επιτροπής και της Amazon.

Για τους λόγους αυτούς, ο Αντιπρόεδρος του Δικαστηρίου διατάσσει:

1)      Αναιρεί το σημείο 1 του διατακτικού της διατάξεως του Προέδρου του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 27ης Σεπτεμβρίου 2023, Amazon Services Europe κατά Επιτροπής (T367/23 R, EU:T:2023:589).

2)      Απορρίπτει την αίτηση αναιρέσεως κατά τα λοιπά.

3)      Απορρίπτει την αίτηση ασφαλιστικών μέτρων κατά το μέρος που αφορά την αναστολή εκτέλεσης της αποφάσεως C(2023) 2746 final της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της 25ης Απριλίου 2023, η οποία χαρακτηρίζει την Amazon Store ως πολύ μεγάλη επιγραμμική πλατφόρμα, σύμφωνα με το άρθρο 33, παράγραφος 4, του κανονισμού (ΕΕ) 2022/2065 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Οκτωβρίου 2022, σχετικά με την ενιαία αγορά ψηφιακών υπηρεσιών και την τροποποίηση της οδηγίας 2000/31/ΕΚ (πράξη για τις ψηφιακές υπηρεσίες), στο μέτρο που η απόφαση αυτή επιβάλλει στην Amazon Store να τηρεί και να δημοσιοποιεί το απαιτούμενο από το άρθρο 39 του κανονισμού αυτού αποθετήριο.

4)      Απορρίπτει το αίτημα της Amazon Services Europe Sàrl με το οποίο η εταιρία αυτή ζητεί, σε περίπτωση αποδοχής της αιτήσεως αναιρέσεως, να της χορηγηθεί προθεσμία 28 ημερών για να συμμορφωθεί προς την υποχρέωση να συγκεντρώσει αποθετήριο διαφημίσεων.

5)      Η Amazon Services Europe Sàrl φέρει, πέραν των δικαστικών εξόδων της τα οποία αφορούν την αναιρετική διαδικασία, τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε η Επιτροπή στο πλαίσιο της διαδικασίας αυτής.

6)      Το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο φέρουν τα δικαστικά έξοδά τους τα οποία αφορούν την αναιρετική διαδικασία.

7)      Επιφυλάσσεται ως προς τα δικαστικά έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας ασφαλιστικών μέτρων.

(υπογραφές)


*      Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική.

Top