Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62022CO0229

    Διάταξη του Δικαστηρίου (όγδοο τμήμα) της 2ας Δεκεμβρίου 2022.
    NC κατά Compania Naţională de Transporturi Aeriene Tarom SA.
    Αίτηση του Tribunalul Specializat Cluj για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως.
    Προδικαστική παραπομπή – Άρθρο 99 του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου – Αεροπορικές μεταφορές – Κανονισμός (ΕΚ) 261/2004 – Άρθρο 5, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, σημείο iii – Αποζημίωση και παροχή βοήθειας στους επιβάτες – Ματαίωση πτήσης – Δικαίωμα αποζημίωσης σε περίπτωση προσφοράς μεταφοράς με εναλλακτική πτήση – Προϋποθέσεις – Απόκλιση μεταξύ των γλωσσικών αποδόσεων διάταξης του δικαίου της Ένωσης – Μεταφορά με εναλλακτική πτήση που επιτρέπει στους επιβάτες να φύγουν όχι περισσότερο από μία ώρα νωρίτερα από την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης.
    Υπόθεση C-229/22.

    ECLI identifier: ECLI:EU:C:2022:978

     ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (όγδοο τμήμα)

    της 2ας Δεκεμβρίου 2022 ( *1 )

    «Προδικαστική παραπομπή – Άρθρο 99 του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου – Αεροπορικές μεταφορές – Κανονισμός (ΕΚ) 261/2004 – Άρθρο 5, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, σημείο iii – Αποζημίωση και παροχή βοήθειας στους επιβάτες – Ματαίωση πτήσης – Δικαίωμα αποζημίωσης σε περίπτωση προσφοράς μεταφοράς με εναλλακτική πτήση – Προϋποθέσεις – Απόκλιση μεταξύ των γλωσσικών αποδόσεων διάταξης του δικαίου της Ένωσης – Μεταφορά με εναλλακτική πτήση που επιτρέπει στους επιβάτες να φύγουν όχι περισσότερο από μία ώρα νωρίτερα από την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης»

    Στην υπόθεση C‑229/22,

    με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Tribunalul Specializat Cluj (ειδικό δικαστήριο Cluj, Ρουμανία) με απόφαση της 25ης Ιανουαρίου 2022, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 29 Μαρτίου 2022, στο πλαίσιο της δίκης

    NC

    κατά

    Compania Naţională de Transporturi Aeriene Tarom SA,

    ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (όγδοο τμήμα),

    συγκείμενο από τους M. Safjan, πρόεδρο τμήματος, N. Jääskinen και M. Gavalec (εισηγητή), δικαστές,

    γενική εισαγγελέας: L. Medina

    γραμματέας: A. Calot Escobar

    κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τη γενική εισαγγελέα, να αποφανθεί με αιτιολογημένη διάταξη σύμφωνα με το άρθρο 99 του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου,

    εκδίδει την ακόλουθη

    Διάταξη

    1

    Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 5, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, σημείο iii, του κανονισμού (ΕΚ) 261/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Φεβρουαρίου 2004, για τη θέσπιση κοινών κανόνων αποζημίωσης των επιβατών αεροπορικών μεταφορών και παροχής βοήθειας σε αυτούς σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης και ματαίωσης ή μεγάλης καθυστέρησης της πτήσης και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) 295/91 (ΕΕ 2004, L 46, σ. 1, διορθωτικό ΕΕ 2006, L 365, σ. 89, και διορθωτικό ΕΕ 2018, L 81, σ. 85).

    2

    Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ του επιβάτη NC και του αερομεταφορέα Compania Naţională de Transporturi Aeriene Tarom SA (στο εξής: Tarom), σχετικά με την άρνηση του τελευταίου να αποζημιώσει τον επιβάτη κατόπιν της καθυστέρησης της πτήσης του σε σχέση με την αρχικώς προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης.

    Το νομικό πλαίσιο

    3

    Οι αιτιολογικές σκέψεις 1 και 12 του κανονισμού 261/2004 αναφέρουν τα εξής:

    «(1)

    Η ανάληψη δράσης από την [Ένωση] στο πεδίο των αερομεταφορών θα πρέπει να αποβλέπει, μεταξύ άλλων, στην εξασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας του επιβατικού κοινού. Θα πρέπει εξάλλου να ληφθούν πλήρως υπόψη οι απαιτήσεις προστασίας των καταναλωτών.

    […]

    (12)

    Θα πρέπει επίσης να μειωθεί η ταλαιπωρία και η αναστάτωση των επιβατών που προκαλείται από τη ματαίωση πτήσεων. Για να επιτευχθεί αυτό θα πρέπει να απαιτηθεί από τους αερομεταφορείς να ενημερώνουν τους επιβάτες για τη ματαίωση πριν από την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης και επιπλέον να τους προσφέρουν μια εύλογη μεταφορά με άλλη πτήση, ώστε οι επιβάτες να μπορούν να προβούν σε άλλες διευθετήσεις. Διαφορετικά οι αερομεταφορείς θα πρέπει να αποζημιώνουν τους επιβάτες, εξαιρουμένων των έκτακτων περιστάσεων ματαίωσης που δεν θα μπορούσαν να αποφευχθούν ακόμη και αν είχαν ληφθεί όλα τα εύλογα μέτρα.»

    4

    Κατά το άρθρο 5 του ίδιου κανονισμού, το οποίο φέρει τον τίτλο «Ματαίωση»:

    «1.   Σε περίπτωση ματαίωσης μιας πτήσης, οι επιβάτες δικαιούνται:

    […]

    γ)

    αποζημίωση από τον πραγματικό αερομεταφορέα σύμφωνα με το άρθρο 7, εκτός αν:

    […]

    ii)

    έχουν πληροφορηθεί τη ματαίωση μία έως δύο εβδομάδες πριν από την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης και τους προσφέρεται μεταφορά με εναλλακτική πτήση, που τους επιτρέπει να φύγουν όχι περισσότερο από δύο ώρες νωρίτερα από την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης και να φτάσουν στον τελικό τους προορισμό λιγότερο από τέσσερις ώρες μετά την προγραμματισμένη ώρα άφιξης, ή

    iii)

    έχουν πληροφορηθεί τη ματαίωση λιγότερο από επτά ημέρες πριν από την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης και τους προσφέρεται μεταφορά με άλλη πτήση, που τους επιτρέπει να φύγουν όχι περισσότερο από μία ώρα νωρίτερα από την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης και να φτάσουν στον τελικό τους προορισμό λιγότερο από δύο ώρες μετά την προγραμματισμένη ώρα άφιξης.

    […]»

    5

    Το άρθρο 7 του εν λόγω κανονισμού φέρει τον τίτλο «Δικαίωμα αποζημίωσης» και ορίζει στην παράγραφο 1 τα εξής:

    «Όταν γίνεται παραπομπή στο παρόν άρθρο, ο επιβάτης λαμβάνει αποζημίωση ύψους:

    α)

    250 ευρώ για όλες τις πτήσεις έως και 1500 χιλιομέτρων·

    […]

    Για τον προσδιορισμό της σχετικής απόστασης, λαμβάνεται ως βάση ο τελευταίος προορισμός στον οποίο ο επιβάτης θα φθάσει καθυστερημένα μετά την προγραμματισμένη ώρα εξαιτίας της άρνησης επιβίβασης ή της ματαίωσης.»

    Η διαφορά της κύριας δίκης και το προδικαστικό ερώτημα

    6

    Ο εκκαλών της κύριας δίκης πραγματοποίησε κράτηση στην Tarom για πτήση από την Cluj-Napoca (Ρουμανία) με προορισμό το Βουκουρέστι (Ρουμανία). Η πτήση αυτή έπρεπε να πραγματοποιηθεί από τον εν λόγω αερομεταφορέα στις 18 Μαΐου 2020, με προγραμματισμένη απογείωση στις 19:40 και προσγείωση στις 20:50 την ίδια ημέρα.

    7

    Ο εκκαλών της κύριας δίκης, όταν παρουσιάστηκε για επιβίβαση στο αεροδρόμιο της Cluj-Napoca στις 18 Μαΐου 2020, στις 18:00, ενημερώθηκε ότι η απευθείας πτήση Cluj-Napoca‑Βουκουρέστι για την οποία είχε πραγματοποιήσει κράτηση εισιτηρίου αντικαταστάθηκε από πτήση με ενδιάμεση στάση στο Iași (Ρουμανία). Ο εκκαλών αποδέχθηκε την πτήση αυτή, η οποία απογειώθηκε από την Cluj‑Napoca στις 19:55 και προσγειώθηκε στο Βουκουρέστι στις 22:30.

    8

    Θεωρώντας ότι η πτήση της 18ης Μαΐου 2020 για την οποία είχε πραγματοποιήσει κράτηση ματαιώθηκε, ο εκκαλών της κύριας δίκης ζήτησε αυθημερόν από την Tarom με ηλεκτρονικό μήνυμα να του καταβάλει την αποζημίωση των 250 ευρώ που προβλέπεται στο άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 261/2004, σε συνδυασμό με το άρθρο 5, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, σημείο iii, του ίδιου κανονισμού.

    9

    Κατόπιν της άρνησης του αερομεταφορέα να ικανοποιήσει το αίτημά του, ο εκκαλών της κύριας δίκης άσκησε, στις 17 Αυγούστου 2020, αγωγή ενώπιον του Judecătoria Cluj-Napoca (πρωτοδικείου Cluj-Napoca, Ρουμανία), ζητώντας την καταβολή της ζητηθείσας αποζημίωσης. Με απόφαση της 26ης Φεβρουαρίου 2021, το δικαστήριο αυτό απέρριψε την αγωγή του, με την αιτιολογία ότι είχε εφαρμογή η εξαίρεση από το δικαίωμα αποζημίωσης επιβάτη σε περίπτωση ματαίωσης πτήσης, την οποία προβλέπει το άρθρο 5, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, σημείο iii, του εν λόγω κανονισμού, δεδομένου ότι η άφιξή του είχε καθυστερήσει μόνο 1 ώρα και 40 λεπτά.

    10

    Ο εκκαλών της κύριας δίκης άσκησε έφεση κατά της αποφάσεως αυτής ενώπιον του Tribunalul Specializat Cluj (ειδικού δικαστηρίου Cluj, Ρουμανία). Υποστηρίζει, μεταξύ άλλων, ότι υπήρξε παράβαση του άρθρου 5, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, σημείο iii, του κανονισμού 261/2004, καθόσον η εναλλακτική πτήση δεν απογειώθηκε το αργότερο μία ώρα νωρίτερα από την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης.

    11

    Το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει συναφώς ότι, στην απόδοσή της στη ρουμανική γλώσσα, η διάταξη αυτή προβλέπει ότι, σε περίπτωση ματαίωσης πτήσης, οι ενδιαφερόμενοι επιβάτες δικαιούνται αποζημίωση από τον πραγματικό αερομεταφορέα σύμφωνα με το άρθρο 7 του κανονισμού αυτού, εκτός αν έχουν πληροφορηθεί τη ματαίωση της πτήσης λιγότερο από επτά ημέρες πριν από την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης και ο εν λόγω μεταφορέας τους προσφέρει τη δυνατότητα μεταφοράς με εναλλακτική πτήση που τους επιτρέπει να φύγουν το αργότερο μία ώρα νωρίτερα από την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης και να φτάσουν στον τελικό τους προορισμό λιγότερο από δύο ώρες μετά την προγραμματισμένη ώρα άφιξης («în cazul în care sunt informați despre această anulare cu mai puțin de șapte zile înainte de ora de plecare prevăzută și li se oferă o redirecționare care să le permită să plece cel târziu cu o oră înainte de ora de plecare prevăzută și să ajungă la destinația finală în mai puțin de două ore după ora de sosire prevăzută»).

    12

    Εντούτοις, το αιτούν δικαστήριο παρατηρεί ότι η απόδοση της εν λόγω διάταξης στη ρουμανική γλώσσα διαφέρει από εκείνη άλλων γλωσσικών αποδόσεών της όσον αφορά τον καθορισμό της ώρας αναχώρησης της εναλλακτικής πτήσης. Συγκεκριμένα, ενώ η απόδοση του άρθρου 5, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, σημείο iii, του κανονισμού 261/2004 στη ρουμανική γλώσσα προβλέπει ότι η ώρα αναχώρησης της εναλλακτικής πτήσης πρέπει να καθορίζεται «το αργότερο» μία ώρα νωρίτερα από την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης της ματαιωθείσας πτήσης, οι αποδόσεις στην αγγλική («no more than one hour before the scheduled time of departure») και τη γαλλική γλώσσα («au plus tôt une heure avant l’heure de départ prévue») προβλέπουν ότι η ώρα αναχώρησης της εναλλακτικής πτήσης δεν μπορεί να προηγείται περισσότερο από μία ώρα σε σχέση με την ώρα αναχώρησης της ματαιωθείσας πτήσης. Το αιτούν δικαστήριο, υπογραμμίζοντας ότι από τη σχετική με τον κανονισμό αυτό νομολογία του Δικαστηρίου φαίνεται να προκύπτει ότι στην εξαίρεση του άρθρου 5, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, σημείο iii, πρέπει να δοθεί η έννοια που προκύπτει, μεταξύ άλλων, από τις αποδόσεις της διάταξης στην αγγλική και τη γαλλική γλώσσα, θεωρεί αναγκαίο να καθορίσει το Δικαστήριο την ορθή ερμηνεία της.

    13

    Υπό τις συνθήκες αυτές, το Tribunalul Specializat Cluj (ειδικό δικαστήριο Cluj) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

    «Έχει η διάταξη του άρθρου 5, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, σημείο iii, του κανονισμού (ΕΚ) 261/2004:

    α)

    την έννοια ότι ο αερομεταφορέας απαλλάσσεται από την καταβολή αποζημίωσης οσάκις οι επιβάτες έχουν πληροφορηθεί τη ματαίωση λιγότερο από επτά ημέρες πριν από την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης και τους προσφέρεται μεταφορά με άλλη πτήση, που τους επιτρέπει να φύγουν το αργότερο μία ώρα πριν από την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης και να φτάσουν στον τελικό τους προορισμό λιγότερο από δύο ώρες [μετά] την προγραμματισμένη ώρα άφιξης

    ή, αντιθέτως,

    β)

    την έννοια ότι ο αερομεταφορέας απαλλάσσεται από την καταβολή αποζημίωσης οσάκις οι επιβάτες έχουν πληροφορηθεί τη ματαίωση λιγότερο από επτά ημέρες πριν από την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης και τους προσφέρεται μεταφορά με άλλη πτήση, που τους επιτρέπει να φύγουν όχι περισσότερο από μία ώρα νωρίτερα από την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης και να φτάσουν στον τελικό τους προορισμό λιγότερο από δύο ώρες [μετά] την προγραμματισμένη ώρα άφιξης;»

    Επί του προδικαστικού ερωτήματος

    14

    Σύμφωνα με το άρθρο 99 του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, όταν η απάντηση σε ερώτημα που υποβάλλεται με αίτηση προδικαστικής αποφάσεως μπορεί να συναχθεί σαφώς από τη νομολογία ή όταν δεν υπάρχει καμία εύλογη αμφιβολία ως προς την απάντηση που προσήκει στο εν λόγω ερώτημα, το Δικαστήριο, κατόπιν προτάσεως του εισηγητή δικαστή και αφού ακούσει τον γενικό εισαγγελέα, μπορεί οποτεδήποτε να αποφανθεί με αιτιολογημένη διάταξη.

    15

    Στο πλαίσιο της υπό κρίση αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως, επιβάλλεται η εφαρμογή της ως άνω διάταξης.

    16

    Με το προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 5, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, σημείο iii, του κανονισμού 261/2004 έχει την έννοια ότι, σε περίπτωση ματαίωσης πτήσης, οι ενδιαφερόμενοι επιβάτες δικαιούνται αποζημίωση από τον πραγματικό αερομεταφορέα σύμφωνα με το άρθρο 7 του κανονισμού αυτού, εκτός αν έχουν πληροφορηθεί τη ματαίωση αυτή λιγότερο από επτά ημέρες πριν από την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης και ο εν λόγω αερομεταφορέας τους προσφέρει μεταφορά με εναλλακτική πτήση, η οποία τους επιτρέπει να φύγουν όχι περισσότερο από μία ώρα νωρίτερα από την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης και να φτάσουν στον τελικό τους προορισμό λιγότερο από δύο ώρες μετά την προγραμματισμένη ώρα άφιξης.

    17

    Διαπιστώνεται ότι υφίσταται απόκλιση μεταξύ των διάφορων γλωσσικών αποδόσεων του άρθρου 5, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, σημείο iii, του κανονισμού 261/2004.

    18

    Συγκεκριμένα, από τη σύγκριση των αποδόσεων αυτών προκύπτει ότι, στις αποδόσεις της εν λόγω διάταξης στη ρουμανική και τη βουλγαρική γλώσσα, οι επιβάτες των οποίων η πτήση ματαιώθηκε δικαιούνται, σύμφωνα με το άρθρο 7 του κανονισμού αυτού, αποζημίωση από τον πραγματικό αερομεταφορέα, εκτός εάν, εφόσον πληροφορήθηκαν τη ματαίωση της πτήσης λιγότερο από επτά ημέρες πριν από την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης, ο αερομεταφορέας τους προσφέρει μεταφορά με εναλλακτική πτήση, η οποία τους επιτρέπει να αναχωρήσουν «το αργότερο» μία ώρα νωρίτερα από την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης («cel târziu cu o oră înainte de ora de plecare prevăzută» και «което им позволява да заминат не по-късно от един час преди началото на полета по разписание») και να φτάσουν στον τελικό τους προορισμό λιγότερο από δύο ώρες μετά την προγραμματισμένη ώρα άφιξης.

    19

    Αντιθέτως, στη γαλλική απόδοσή του, το άρθρο 5, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, σημείο iii, του κανονισμού 261/2004 προβλέπει ότι, σε περίπτωση ματαίωσης πτήσης, οι ενδιαφερόμενοι επιβάτες δικαιούνται αποζημίωση από τον πραγματικό αερομεταφορέα σύμφωνα με το άρθρο 7 του κανονισμού αυτού, εκτός αν έχουν πληροφορηθεί τη ματαίωση αυτή λιγότερο από επτά ημέρες πριν από την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης και τους προσφέρεται μεταφορά με άλλη πτήση, η οποία τους επιτρέπει να φύγουν «όχι περισσότερο» από μία ώρα νωρίτερα από την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης και να φτάσουν στον τελικό τους προορισμό λιγότερο από δύο ώρες μετά την προγραμματισμένη ώρα άφιξης.

    20

    Με τη γαλλική απόδοση της διάταξης αυτής συμπίπτουν 20 άλλες γλωσσικές αποδόσεις της, ήτοι η ισπανική («que les permita salir con no más de una hora de antelación con respecto a la hora de salida prevista»), η τσεχική («které jim umožní odletět nejdříve jednu hodinu před plánovaným časem odletu»), η δανέζικη («så de kan afrejse højst en time før det planlagte afgangstidspunkt»), η γερμανική («ermöglicht, nicht mehr als eine Stunde vor der planmäßigen Abflugzeit abzufliegen»), η εσθονική («võimaldab neil välja lennata mitte rohkem kui üks tund enne kavandatud väljumisaega»), η ελληνική («επιτρέπει να φύγουν όχι περισσότερο από μία ώρα νωρίτερα από την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης»), η αγγλική («allowing them to depart no more than one hour before the scheduled time of departure»), η κροατική («čime im je omogućeno da otputuju ne više od sat vremena ranije od predviđenog vremena polaska»), η ιταλική («partire con un volo alternativo non più di un’ora prima dell’orario di partenza previsto»), η λεττονική («viņi var izlidot ne vairāk kā vienu stundu pirms iepriekš paredzētā izlidošanas»), η λιθουανική («išvykstant ne daugiau kaip viena valanda anksčiau už numatytą išvykimo laiką»), η ουγγρική («hogy legfeljebb egy órával a menetrend szerinti indulás időpontja előtt induljanak»), η μαλτέζικη («li tħallihom jitilqu mhux aktar minn siegħa qabel il-ħin tat-tluq skedat»), η ολλανδική («die niet eerder dan één uur voor de geplande vertrektijd vertrekt»), η πολωνική («umożliwiającą im wylot nie więcej niż godzinę przed planowym czasem odlotu»), η πορτογαλική («que lhes permitisse partir até uma hora antes da hora programada de partida»), η σλοβακική («ktoré im umožní odletieť maximálne hodinu pred plánovaným časom odletu»), η σλοβενική («ki jim zagotavlja odhod največ eno uro pred odhodom po voznem redu in prihod»), η φινλανδική («jonka mukaan hänen olisi lähdettävä korkeintaan tuntia ennen aikataulun mukaista lähtöaikaa») και η σουηδική («så att de kan avresa högst en timme före den tidtabellsenliga avgångstiden»).

    21

    Στο πλαίσιο αυτό, υπενθυμίζεται ότι η διατύπωση που χρησιμοποιείται σε μία από τις γλωσσικές αποδόσεις διατάξεως του δικαίου της Ένωσης δεν μπορεί να αποτελεί τη μοναδική βάση για την ερμηνεία της διάταξης αυτής ούτε μπορεί να της δίδεται προτεραιότητα σε σχέση με τις άλλες γλωσσικές αποδόσεις. Οι διατάξεις του δικαίου της Ένωσης πρέπει, πράγματι, να ερμηνεύονται και να εφαρμόζονται κατά τρόπο ομοιόμορφο, λαμβανομένων υπόψη των αποδόσεών τους σε όλες τις γλώσσες της Ένωσης. Σε περίπτωση αποκλίσεως μεταξύ των διαφόρων γλωσσικών αποδόσεων νομοθετήματος της Ένωσης, η επίμαχη διάταξη πρέπει να ερμηνεύεται με γνώμονα την εν γένει οικονομία και τον σκοπό της ρυθμίσεως της οποίας αποτελεί στοιχείο (πρβλ. αποφάσεις της 27ης Οκτωβρίου 1977, Bouchereau, 30/77, EU:C:1977:172, σκέψη 14, της 9ης Ιουλίου 2020, Banca Transilvania, C‑81/19, EU:C:2020:532, σκέψη 33, και της 30ής Ιουνίου 2022, Allianz Elementar Versicherung, C‑652/20, EU:C:2022:514, σκέψη 36).

    22

    Συναφώς, επισημαίνεται ότι, όπως προκύπτει από τις αιτιολογικές σκέψεις 1 και 12, ο κανονισμός 261/2004 αποσκοπεί στην ενίσχυση των δικαιωμάτων των επιβατών των αεροπορικών μεταφορών. Ειδικότερα, η δράση της Ένωσης στον τομέα των αερομεταφορών αποσκοπεί, μεταξύ άλλων, στην εξασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας των επιβατών, ιδίως μετριάζοντας την ταλαιπωρία και την αναστάτωση που προκαλείται από τις ματαιώσεις πτήσεων.

    23

    Στο πλαίσιο αυτό, από το άρθρο 5, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, σημείο iii, του εν λόγω κανονισμού προκύπτει ότι, υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζει η διάταξη αυτή, δικαιούνται κατ’ αποκοπήν αποζημίωση οι επιβάτες οι οποίοι πληροφορήθηκαν τη ματαίωση της πτήσης τους λιγότερο από επτά ημέρες πριν από την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης και στους οποίους ο αερομεταφορέας δεν είναι σε θέση να προσφέρει μεταφορά με εναλλακτική πτήση, η οποία αναχωρεί όχι περισσότερο από μία ώρα νωρίτερα από την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης και φτάνει στον τελικό προορισμό λιγότερο από δύο ώρες μετά την προγραμματισμένη ώρα άφιξης.

    24

    Επομένως, η διάταξη αυτή προβλέπει δύο σωρευτικές προϋποθέσεις, ήτοι τη μεταφορά με εναλλακτική πτήση η οποία, αφενός, αναχωρεί όχι περισσότερο από μία ώρα νωρίτερα από την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης και, αφετέρου, φθάνει στον τελικό προορισμό λιγότερο από δύο ώρες μετά την προγραμματισμένη ώρα άφιξης. Συνεπώς, εάν πληρούνται και οι δύο αυτές προϋποθέσεις, ο ενδιαφερόμενος επιβάτης δεν δικαιούται αποζημίωση (πρβλ. διάταξη της 27ης Ιουνίου 2018, flightright, C‑130/18, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2018:496, σκέψη 17).

    25

    Συναφώς, επισημαίνεται ότι η εν λόγω διάταξη παρέχει στον πραγματικό αερομεταφορέα ένα συγκεκριμένο περιθώριο κινήσεων προκειμένου να προτείνει στον επιβάτη μιας in extremis ματαιωθείσας πτήσης, χωρίς υποχρέωση αποζημίωσης, μεταφορά με εναλλακτική πτήση της οποίας η διάρκεια θα είναι μεγαλύτερη από εκείνη της ματαιωθείσας. Εάν ο αερομεταφορέας προβεί σε αυτήν την επιλογή, η διάταξη του παρέχει τη δυνατότητα να μεταφέρει την ώρα αναχώρησης του επιβάτη μια ώρα νωρίτερα και την ώρα άφιξής του το πολύ δύο ώρες αργότερα.

    26

    Αυτό το περιθώριο κινήσεων ποικίλλει ανάλογα με το χρονικό σημείο κατά το οποίο ο πραγματικός αερομεταφορέας ενημερώνει τον επιβάτη για τη ματαίωση της πτήσης του και είναι ευρύτερο στην περίπτωση του άρθρου 5, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, σημείο ii, του κανονισμού αυτού και πιο περιορισμένο στην περίπτωση της παραγράφου 1, στοιχείο γʹ, σημείο iii, του ίδιου άρθρου. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, ο πραγματικός αερομεταφορέας πρέπει να προσφέρει στον επιβάτη μεταφορά με εναλλακτική πτήση της οποίας οι ώρες αναχώρησης και άφιξης θα διαφέρουν το λιγότερο δυνατό σε σχέση με τις αρχικώς προγραμματισμένες.

    27

    Πάντως, η ρουμανική απόδοση του άρθρου 5, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, σημείο iii, του εν λόγω κανονισμού δεν εγγυάται ότι οι ώρες αναχώρησης και άφιξης της εναλλακτικής πτήσης θα διαφέρουν το λιγότερο δυνατό σε σχέση με τις αρχικώς προγραμματισμένες. Ειδικότερα, στην πράξη, η εν λόγω γλωσσική απόδοση, όπως και η απόδοση στη βουλγαρική γλώσσα, παρέχουν στον πραγματικό αερομεταφορέα τη δυνατότητα να τοποθετεί νωρίτερα κατά βούληση και κατά τρόπο σχεδόν απεριόριστο την ώρα αναχώρησης ενός αεροσκάφους, δυνατότητα η οποία αντιβαίνει στον σκοπό του κανονισμού 261/2004, ο οποίος συνίσταται στην εξασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας των επιβατών, και είναι ικανή να θίξει την ασφάλεια των συμβατικών σχέσεων, δημιουργώντας μια πολύ προφανή ανισότητα υπέρ του μεταφορέα.

    28

    Ως εκ τούτου, λαμβανομένων υπόψη των προεκτεθέντων, στο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 5, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, σημείο iii, του κανονισμού 261/2004 έχει την έννοια ότι, σε περίπτωση ματαίωσης πτήσης, οι ενδιαφερόμενοι επιβάτες δικαιούνται αποζημίωση από τον πραγματικό αερομεταφορέα σύμφωνα με το άρθρο 7 του κανονισμού αυτού, εκτός αν έχουν πληροφορηθεί τη ματαίωση αυτή λιγότερο από επτά ημέρες πριν από την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης και ο εν λόγω αερομεταφορέας τους προσφέρει μεταφορά με εναλλακτική πτήση, η οποία τους επιτρέπει να φύγουν όχι περισσότερο από μία ώρα νωρίτερα από την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης και να φτάσουν στον τελικό τους προορισμό λιγότερο από δύο ώρες μετά την προγραμματισμένη ώρα άφιξης.

    Επί των δικαστικών εξόδων

    29

    Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σε αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων.

     

    Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (όγδοο τμήμα) αποφαίνεται:

     

    Το άρθρο 5, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, σημείο iii, του κανονισμού (ΕΚ) 261/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Φεβρουαρίου 2004, για τη θέσπιση κοινών κανόνων αποζημίωσης των επιβατών αεροπορικών μεταφορών και παροχής βοήθειας σε αυτούς σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης και ματαίωσης ή μεγάλης καθυστέρησης της πτήσης και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) 295/91,

     

    έχει την έννοια ότι:

     

    σε περίπτωση ματαίωσης πτήσης, οι ενδιαφερόμενοι επιβάτες δικαιούνται αποζημίωση από τον πραγματικό αερομεταφορέα σύμφωνα με το άρθρο 7 του κανονισμού αυτού, εκτός αν έχουν πληροφορηθεί τη ματαίωση αυτή λιγότερο από επτά ημέρες πριν από την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης και ο εν λόγω αερομεταφορέας τους προσφέρει μεταφορά με εναλλακτική πτήση, η οποία τους επιτρέπει να φύγουν όχι περισσότερο από μία ώρα νωρίτερα από την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης και να φτάσουν στον τελικό τους προορισμό λιγότερο από δύο ώρες μετά την προγραμματισμένη ώρα άφιξης.

     

    (υπογραφές)


    ( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η ρουμανική.

    Top