This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 62021CC0228
Opinion of Advocate General Kokott delivered on 20 April 2023.#Ministero dell’Interno, Dipartimento per le Libertà civili e l'Immigrazione – Unità Dublino and Others v CZA and Others.#Requests for a preliminary ruling from the Corte suprema di cassazione, Tribunale ordinario di Roma, Tribunale Ordinario di Firenze, Tribunale di Milano and Tribunale di Trieste.#Reference for a preliminary ruling – Asylum policy – Regulation (EU) No 604/2013 – Articles 3 to 5, 17 and 27 – Regulation (EU) No 603/2013 – Article 29 – Regulation (EU) No 1560/2003 – Annex X – Right to information of the applicant for international protection – Common leaflet – Personal interview – Application for international protection previously lodged in a first Member State – New application lodged in a second Member State – Illegal stay in the second Member State – Take back procedure – Infringement of the right to information – No personal interview – Protection against the risk of indirect refoulement – Mutual trust – Judicial review of the transfer decision – Scope – Finding of the existence, in the requested Member State, of systemic flaws in the asylum procedure and in the reception conditions for applicants for international protection – Discretionary clauses – Risk of infringement of the principle of non-refoulement in the requested Member State.#Joined Cases C-228/21, C-254/21, C-297/21, C-315/21 and C-328/21.
Προτάσεις της γενικής εισαγγελέα J. Kokott της 20ής Απριλίου 2023.
Προτάσεις της γενικής εισαγγελέα J. Kokott της 20ής Απριλίου 2023.
ECLI identifier: ECLI:EU:C:2023:316
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ
JULIANE KOKOTT
της 20ής Απριλίου 2023 ( 1 )
Συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-228/21, C-254/21, C-297/21, C-315/21 και C‑328/21
Ministero dell’Interno – Dipartimento per le libertà civili e l’immigrazione – Unità Dublino
κατά
CZA
[αίτηση του Corte suprema di cassazione
(Ανώτατου Ακυρωτικού Δικαστηρίου, Ιταλία)
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]
και
DG
κατά
Ministero dell’Interno – Dipartimento per le libertà civili e l’immigrazione – Unità Dublino
[αίτηση του Tribunale di Roma (πρωτοδικείου Ρώμης, Ιταλία)
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]
και
XXX.XX
κατά
Ministero dell’Interno – Dipartimento per le libertà civili e l’immigrazione – Unità Dublino
[αίτηση του Tribunale di Firenze (πρωτοδικείου Φλωρεντίας, Ιταλία)
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]
και
PP
κατά
Ministero dell’Interno – Dipartimento per le libertà civili e l’immigrazione – Unità Dublino
[αίτηση του Tribunale di Milano (πρωτοδικείου Μιλάνου, Ιταλία)
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]
και
GE
κατά
Ministero dell’Interno – Dipartimento per le libertà civili e l’immigrazione – Unità Dublino
[αίτηση του Tribunale di Trieste (πρωτοδικείου Τεργέστης, Ιταλία)
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]
«Προδικαστική παραπομπή – Κοινή πολιτική στον τομέα του ασύλου και της επικουρικής προστασίας – Κανονισμός (ΕΕ) 604/2013 – Διαδικασία εκ νέου ανάληψης – Παράβαση των υποχρεώσεων παράδοσης του κοινού φυλλαδίου κατά το άρθρο 4 και διεξαγωγής προσωπικής συνέντευξης κατά το άρθρο 5 – Κανονισμός (ΕΕ) 603/2013 – Παράβαση της υποχρέωσης ενημέρωσης κατά το άρθρο 29 – Συνέπειες για την απόφαση μεταφοράς – Κίνδυνος έμμεσης επαναπροώθησης – Αμοιβαία εμπιστοσύνη – Δικαστικός έλεγχος της απόφασης μεταφοράς»
Περιεχόμενα
I. Εισαγωγή |
|
II. Το νομικό πλαίσιο |
|
Α. Το δίκαιο της Ένωσης |
|
1. Ο κανονισμός Δουβλίνο III |
|
2. Ο κανονισμός Eurodac |
|
3. Η οδηγία για την αναγνώριση |
|
4. Η οδηγία για τις διαδικασίες ασύλου |
|
5. Ο κανονισμός 1560/2003 |
|
Β. Το ιταλικό δίκαιο |
|
III. Τα πραγματικά περιστατικά και οι αιτήσεις προδικαστικής αποφάσεως |
|
Α. Η υπόθεση C-228/21 |
|
Β. Η υπόθεση C-254/21 |
|
Γ. Η υπόθεση C-297/21 |
|
Δ. Η υπόθεση C-315/21 |
|
Ε. Η υπόθεση C-328/21 |
|
IV. Η διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου |
|
V. Εκτίμηση |
|
Α. Σχετικά με το κοινό φυλλάδιο και την προσωπική συνέντευξη |
|
1. Επί της υποχρέωσης ενημέρωσης την οποία προβλέπει το άρθρο 4 του κανονισμού Δουβλίνο III |
|
α) Οι διαδικασίες αναδοχής και εκ νέου ανάληψης στο σύστημα του Δουβλίνου |
|
β) Υποχρέωση ενημέρωσης σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού Δουβλίνο III ακόμη και στο πλαίσιο της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης |
|
1) Το γράμμα και η οικονομία του άρθρου 4 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ |
|
2) Η έννοια και ο σκοπός του άρθρου 4 του κανονισμού Δουβλίνο III |
|
i) Η κρισιμότητα των πληροφοριών που περιλαμβάνονται στο κοινό φυλλάδιο για τους αιτούντες στο πλαίσιο της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης |
|
– Τα κριτήρια ευθύνης που εξακολουθούν να πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και στο πλαίσιο της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης |
|
– Γενικές πληροφορίες για το σύστημα του Δουβλίνου |
|
ii) Πρακτικά ζητήματα |
|
3) Υποχρέωση ενημέρωσης ακόμη και αν δεν έχει υποβληθεί νέα αίτηση στο δεύτερο κράτος μέλος; |
|
4) Ενδιάμεσο συμπέρασμα |
|
γ) Συνέπειες της παράβασης της υποχρέωσης ενημέρωσης σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού Δουβλίνο III στο πλαίσιο της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης |
|
1) Δυνατότητα προβολής παράβασης του άρθρου 4 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ στο πλαίσιο προσφυγής κατά απόφασης μεταφοράς κατά τη διαδικασία εκ νέου ανάληψης |
|
2) Οι συνέπειες των παραβάσεων του άρθρου 4 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ για την απόφαση μεταφοράς |
|
3) Ενδιάμεσο συμπέρασμα |
|
2. Επί της υποχρέωσης ενημέρωσης που προβλέπεται στο άρθρο 29 του κανονισμού Eurodac |
|
α) Υποχρέωση ενημέρωσης σύμφωνα με το άρθρο 29 του κανονισμού Eurodac ακόμη και στο πλαίσιο της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης |
|
β) Δυνατότητα προβολής και συνέπειες της παράβασης της υποχρέωσης ενημέρωσης κατά το άρθρο 29 του κανονισμού Eurodac στο πλαίσιο της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης |
|
γ) Ενδιάμεσο συμπέρασμα |
|
3. Επί της προσωπικής συνέντευξης που προβλέπεται στο άρθρο 5 του κανονισμού Δουβλίνο III |
|
α) Υποχρέωση διεξαγωγής προσωπικής συνέντευξης σύμφωνα με το άρθρο 5 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ ακόμη και στο πλαίσιο της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης |
|
β) Συνέπειες της παράβασης της υποχρέωσης διεξαγωγής προσωπικής συνέντευξης σύμφωνα με το άρθρο 5 του κανονισμού Δουβλίνο III στο πλαίσιο της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης |
|
1) Δυνατότητα προβολής της παράβασης του άρθρου 5 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ στο πλαίσιο προσφυγής κατά απόφασης μεταφοράς κατά τη διαδικασία εκ νέου ανάληψης |
|
2) Οι συνέπειες των παραβάσεων του άρθρου 5 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ για την απόφαση μεταφοράς |
|
i) Δυνατότητα θεραπείας στο πλαίσιο της δικαστικής διαδικασίας και συνέπειες της προσκόμισης νέων κρίσιμων στοιχείων |
|
ii) Απρόσβλητο της απόφασης μεταφοράς σε περίπτωση μη άσκησης προσφυγής |
|
γ) Ενδιάμεσο συμπέρασμα |
|
Β. Σχετικά με την έμμεση επαναπροώθηση |
|
1. Επί του τεκμηρίου σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων από το σύνολο των κρατών μελών και επί των προϋποθέσεων ανατροπής του |
|
2. Επί της ρήτρας διακριτικής ευχέρειας του άρθρου 17, παράγραφος 1, του κανονισμού Δουβλίνο III |
|
3. Ενδιάμεσο συμπέρασμα |
|
VI. Πρόταση |
I. Εισαγωγή
1. |
Το κοινό ευρωπαϊκό σύστημα ασύλου βασίζεται στην αρχή ότι αίτηση ασύλου που υποβάλλεται στην Ευρωπαϊκή Ένωση από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα εξετάζεται από ένα μόνον κράτος μέλος. Οι κανόνες για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους αυτού περιλαμβάνονται στον κανονισμό (ΕΕ) 604/2013 για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα (στο εξής: κανονισμός Δουβλίνο III) ( 2 ). |
2. |
Προκειμένου να αποφεύγονται οι δευτερογενείς μετακινήσεις και τα διαφορετικά αποτελέσματα, ο κανονισμός αυτός προβλέπει ότι όχι μόνον η επί της ουσίας εξέταση των αιτήσεων ασύλου, αλλά και η διαδικασία προσδιορισμού του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αυτή (σύμφωνα με το άρθρο 1 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ, στο εξής: υπεύθυνο κράτος μέλος) διεξάγονται από ένα και μόνον κράτος μέλος. |
3. |
Ο κανονισμός Δουβλίνο ΙΙΙ απηχεί την επιδίωξη του νομοθέτη της Ένωσης να περιλάβει του αιτούντες άσυλο στη διαδικασία προσδιορισμού του υπεύθυνου κράτους μέλους ( 3 ). Για τον σκοπό αυτόν, οι αιτούντες πρέπει να ενημερώνονται, με κοινό φυλλάδιο το οποίο καταρτίζει η Επιτροπή, σχετικά με το σύστημα του Δουβλίνου, τη διαδικασία προσδιορισμού του υπεύθυνου κράτους μέλους, καθώς και τα κριτήρια ευθύνης. Ειδικότερα, με το φυλλάδιο αυτό πρέπει να τους παρέχεται στους αιτούντες η δυνατότητα να γνωστοποιούν, στο πλαίσιο της διαδικασίας προσδιορισμού του υπεύθυνου κράτους μέλους, τις κρίσιμες για τον προσδιορισμό αυτό πληροφορίες. |
4. |
Τι ισχύει όμως όσον αφορά τη διαδικασία εκ νέου ανάληψης, όταν δηλαδή, μετά την υποβολή αίτησης ασύλου σε πρώτο κράτος μέλος, ο αιτών άσυλο εγκαταλείπει το εν λόγω κράτος μέλος και υποβάλλει νέα αίτηση ασύλου –ή διαμένει– σε δεύτερο κράτος μέλος, κατόπιν δε τούτου το δεύτερο κράτος μέλος ζητεί από το πρώτο κράτος μέλος να αναλάβει εκ νέου τον ενδιαφερόμενο; Πρέπει το κοινό φυλλάδιο να παραδίδεται και από το δεύτερο κράτος μέλος, μολονότι ο προσδιορισμός του υπεύθυνου κράτους μέλους πρέπει να διενεργηθεί αποκλειστικά από το πρώτο κράτος μέλος και/ή, ενδεχομένως, έχει ήδη διενεργηθεί εκεί; Σε περίπτωση δε που η υποχρέωση παράδοσης του φυλλαδίου ισχύει και στο πλαίσιο της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης, ποιες συνέπειες έχει η παράβασή της για τη νομιμότητα της απόφασης του δεύτερου κράτους μέλους να μεταφέρει τον ενδιαφερόμενο στο πρώτο κράτος μέλος; |
5. |
Τα ερωτήματα αυτά, στα οποία δίδονται διαφορετικές απαντήσεις από τα επιμέρους ιταλικά δικαστήρια, απαρτίζουν την πρώτη δέσμη προδικαστικών ερωτημάτων, τα οποία περιλαμβάνονται σε τρεις από τις πέντε υπό κρίση αιτήσεις προδικαστικής αποφάσεως ( 4 ). |
6. |
Η δεύτερη δέσμη προδικαστικών ερωτημάτων, τα οποία περιλαμβάνονται σε μία από τις τρεις ως άνω αιτήσεις προδικαστικής αποφάσεως, καθώς και στις λοιπές δύο ( 5 ), αφορά την αρχή της αμοιβαίας εμπιστοσύνης και, ως εκ τούτου, τον πυρήνα του συστήματος του Δουβλίνου. Πρόκειται για το ζήτημα αν, στο πλαίσιο της εξέτασης μιας απόφασης μεταφοράς, τα δικαστήρια του αιτούντος κράτους μέλους μπορούν να εξετάζουν κατά πόσον υφίσταται κίνδυνος παραβίασης της αρχής της μη επαναπροώθησης (principe de non-refoulement) στο κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα εκ νέου ανάληψης, σε περίπτωση που στο εν λόγω κράτος μέλος δεν υφίστανται συστημικές ελλείψεις οι οποίες θα δικαιολογούσαν αμφιβολίες ως προς τη νομιμότητα του συστήματος ασύλου και του δικαιοδοτικού συστήματος. |
II. Το νομικό πλαίσιο
Α. Το δίκαιο της Ένωσης
1. Ο κανονισμός Δουβλίνο III
7. |
Ο κανονισμός Δουβλίνο III ( 6 ) θεσπίζει τα κριτήρια και τους μηχανισμούς για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα. |
8. |
Οι αιτιολογικές σκέψεις 3 έως 5, 14 έως 19 και 32 του κανονισμού Δουβλίνο III έχουν ως εξής:
[…]
[…]
|
9. |
Το άρθρο 1 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ διευκρινίζει το αντικείμενο του εν λόγω κανονισμού ως εξής: «Ο παρών κανονισμός θεσπίζει τα κριτήρια και τους μηχανισμούς προσδιορισμού του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας η οποία υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα (εφεξής „υπεύθυνο κράτος μέλος”).» |
10. |
Το άρθρο 2 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ περιέχει «ορισμούς» και, στο στοιχείο βʹ, η «αίτηση διεθνούς προστασίας» ορίζεται ως η «αίτηση διεθνούς προστασίας όπως ορίζεται στο άρθρο 2 στοιχείο η) της οδηγίας 2011/95/ΕΕ». |
11. |
Το άρθρο 3 του κανονισμού Δουβλίνο III, με τίτλο «Πρόσβαση στη διαδικασία εξέτασης αίτησης διεθνούς προστασίας», έχει ως εξής: «1. Τα κράτη μέλη εξετάζουν κάθε αίτηση διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα στο έδαφος οποιουδήποτε από αυτά, συμπεριλαμβανομένων των συνόρων ή των ζωνών διέλευσης. Η αίτηση εξετάζεται από ένα μόνο κράτος μέλος, το οποίο είναι το οριζόμενο ως υπεύθυνο σύμφωνα με τα κριτήρια που αναφέρονται στο κεφάλαιο III. 2. Εάν δεν είναι δυνατόν να καθορισθεί το υπεύθυνο κράτος μέλος βάσει των κριτηρίων που αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό, υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης είναι το πρώτο κράτος μέλος στο οποίο υποβλήθηκε η αίτηση διεθνούς προστασίας. Όταν είναι αδύνατη η μεταφορά αιτούντος στο κράτος μέλος που έχει προσδιορισθεί πρωτίστως ως υπεύθυνο, εξαιτίας βάσιμων λόγων που οδηγούν στο συμπέρασμα ότι υπάρχουν συστημικές ελλείψεις στη διαδικασία ασύλου και στις συνθήκες υποδοχής των αιτούντων στο εν λόγω κράτος μέλος, με αποτέλεσμα να υπάρχει κίνδυνος απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης, κατά την έννοια του άρθρου 4 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το προσδιορίζον κράτος μέλος εξακολουθεί να εξετάζει τα κριτήρια του κεφαλαίου ΙΙΙ, ώστε να διαπιστώσει αν άλλο κράτος μέλος μπορεί να προσδιοριστεί ως υπεύθυνο. Όταν η μεταφορά δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί, βάσει της παρούσας παραγράφου, σε κάποιο κράτος μέλος που έχει προσδιορισθεί σύμφωνα με τα κριτήρια του κεφαλαίου ΙΙΙ ή στο πρώτο κράτος μέλος στο οποίο υποβλήθηκε η αίτηση, το προσδιορίζον κράτος μέλος καθίσταται το υπεύθυνο κράτος μέλος. 3. Έκαστο κράτος μέλος διατηρεί το δικαίωμα να προωθεί τον αιτούντα προς ασφαλή τρίτη χώρα, σύμφωνα με τους κανόνες και τις εγγυήσεις που θεσπίζονται στην οδηγία 2013/32/ΕΕ.» |
12. |
Το άρθρο 4 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ, με τίτλο «Δικαίωμα ενημέρωσης», ορίζει τα εξής: «1. Μόλις υποβληθεί σε κράτος μέλος αίτηση διεθνούς προστασίας κατά την έννοια του άρθρου 20 παράγραφος 2, οι αρμόδιες αρχές του ενημερώνουν τον αιτούντα για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και ιδίως για:
2. Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 παρέχονται γραπτώς σε γλώσσα την οποία κατανοεί ή ευλόγως τεκμαίρεται ότι κατανοεί ο αιτών. Τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν το κοινό φυλλάδιο που συντάσσεται σύμφωνα με την παράγραφο 3 για τον σκοπό αυτό. Εφόσον είναι απαραίτητο για την ορθή κατανόηση από μέρους του αιτούντος, οι πληροφορίες παρέχονται σε αυτόν και προφορικά, φέρ’ ειπείν, σε σχέση με την προσωπική συνέντευξη, όπως αναφέρεται στο άρθρο 5. 3. Η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, συντάσσει κοινό φυλλάδιο, καθώς και ειδικό φυλλάδιο για τους ασυνόδευτους ανηλίκους το οποίο περιλαμβάνει οπωσδήποτε τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου. Το κοινό αυτό φυλλάδιο περιλαμβάνει επίσης πληροφορίες σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 603/2013 και, συγκεκριμένα, σχετικά με τον σκοπό για τον οποίο τα δεδομένα αιτούντος δύναται να τύχουν επεξεργασίας στο πλαίσιο του Eurodac. Το κοινό φυλλάδιο καταρτίζεται κατά τρόπο που επιτρέπει στα κράτη μέλη να το συμπληρώνουν με πρόσθετες πληροφορίες που αφορούν τα κράτη μέλη. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 44 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.» |
13. |
Το άρθρο 5 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ προβλέπει ότι το προσδιορίζον κράτος μέλος διεξάγει προσωπική συνέντευξη με τον αιτούντα, προκειμένου να διευκολυνθεί η διαδικασία προσδιορισμού του υπεύθυνου κράτους μέλους, και καθορίζει τις λεπτομέρειες για τη διεξαγωγή της συνέντευξης αυτής. Η παράγραφος 1 της εν λόγω διάταξης έχει ως εξής: «1. Προκειμένου να διευκολύνει τη διαδικασία προσδιορισμού του υπεύθυνου κράτους μέλους, το προσδιορίζον κράτος μέλος διεξάγει προσωπική συνέντευξη με τον αιτούντα. Η συνέντευξη επιτρέπει επίσης την ορθή κατανόηση των πληροφοριών που παρέχονται στον αιτούντα σύμφωνα με το άρθρο 4.» |
14. |
Το άρθρο 7 του κανονισμού Δουβλίνο III, το οποίο περιλαμβάνεται στο κεφάλαιο III του κανονισμού αυτού («Κριτήρια για τον προσδιορισμό του υπεύθυνου κράτους μέλους»), φέρει τον τίτλο «Ιεράρχηση των κριτηρίων» και προβλέπει, στις παραγράφους 1 και 3, τα εξής: «1. Τα κριτήρια για τον προσδιορισμό του υπευθύνου κράτους μέλους εφαρμόζονται με τη σειρά με την οποία παρατίθενται στο παρόν κεφάλαιο. […] 3. Προκειμένου να πληρούν τα κριτήρια των άρθρων 8, 10 και 16, τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη όλα τα διαθέσιμα στοιχεία που αποδεικνύουν την παρουσία, στο έδαφος κράτους μέλους, μελών της οικογένειας, συγγενών ή οποιωνδήποτε άλλων προσώπων με τα οποία ο αιτών έχει σχέση, εφόσον τα εν λόγω στοιχεία προσκομίζονται πριν άλλο κράτος μέλος αποδεχθεί το αίτημα αναδοχής ή εκ νέου ανάληψης του ενδιαφερόμενου προσώπου, σύμφωνα με το άρθρα 22 και 25 αντίστοιχα, και οι προηγούμενες αιτήσεις διεθνούς προστασίας του αιτούντος δεν έχουν αποτελέσει ακόμα αντικείμενο πρώτης απόφασης επί της ουσίας.» |
15. |
Τα άρθρα 8 έως 10 και 16 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ ρυθμίζουν τον προσδιορισμό του υπεύθυνου κράτους μέλους σε περιπτώσεις που αφορούν, ειδικότερα, ανηλίκους ή εξαρτώμενα πρόσωπα και τα μέλη της οικογένειας των αιτούντων βρίσκονται ήδη σε κράτος μέλος. |
16. |
Το άρθρο 17 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ φέρει τον τίτλο «Ρήτρες διακριτικής ευχέρειας» και ορίζει, στην παράγραφο 1, πρώτο εδάφιο, τα εξής: «1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 3 παράγραφος 1, κάθε κράτος μέλος δύναται να αποφασίζει να εξετάζει αίτηση διεθνούς προστασίας που έχει κατατεθεί από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα, ακόμη και αν δεν είναι υπεύθυνο για την εξέταση δυνάμει των κριτηρίων που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό.» |
17. |
Το άρθρο 18 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ φέρει τον τίτλο «Υποχρεώσεις του υπεύθυνου κράτους μέλους» και προβλέπει τα εξής: «1. Το υπεύθυνο κράτος μέλος δυνάμει του παρόντος κανονισμού υποχρεούται:
2. Στις περιπτώσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παραγράφου 1 στοιχεία α) και β), το υπεύθυνο κράτος μέλος εξετάζει ή ολοκληρώνει την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας που έκανε ο αιτών. […] Στις περιπτώσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παραγράφου 1 στοιχείο δ), όταν η αίτηση απορρίπτεται πρωτοδίκως μόνο, το υπεύθυνο κράτος μέλος εξασφαλίζει ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο έχει ή είχε δυνατότητα πραγματικής προσφυγής, σύμφωνα με το άρθρο 46 της οδηγίας 2013/32/ΕΕ.» |
18. |
Το άρθρο 19 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ φέρει τον τίτλο «Παύση ευθυνών» και έχει ως εξής: «1. Εάν κάποιο κράτος χορηγήσει τίτλο διαμονής στον αιτούντα, οι υποχρεώσεις που ορίζονται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 μεταβιβάζονται στο εν λόγω κράτος μέλος. 2. Οι υποχρεώσεις που ορίζονται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 εκλείπουν εάν το υπεύθυνο κράτος μέλος μπορεί να αποδείξει, όταν υποβάλλεται σε αυτό αίτημα αναδοχής ή εκ νέου ανάληψης αιτούντος ή άλλου προσώπου όπως αναφέρεται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο γ) ή δ), ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο εγκατέλειψε το έδαφος των κρατών μελών για διάστημα τουλάχιστον τριών μηνών, εκτός εάν το ενδιαφερόμενο πρόσωπο είναι κάτοχος εν ισχύ τίτλου διαμονής που έχει εκδοθεί από το υπεύθυνο κράτος μέλος. Αίτηση που υποβάλλεται μετά από το χρονικό διάστημα απουσίας του πρώτου εδαφίου θεωρείται νέα αίτηση που οδηγεί σε νέα διαδικασία για τον προσδιορισμό του υπεύθυνου κράτους μέλους. 3. Οι υποχρεώσεις που καθορίζονται στο άρθρο 18 παράγραφος 1) στοιχεία γ) και δ) εκλείπουν όταν το υπεύθυνο κράτος μέλος δύναται να αποδείξει, όταν υποβάλλεται σε αυτό αίτημα εκ νέου ανάληψης αιτούντος ή άλλου προσώπου όπως αναφέρεται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο γ) ή δ), ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο εγκατέλειψε το έδαφος των κρατών μελών σύμφωνα με απόφαση επιστροφής ή με μέτρο απομάκρυνσης που εξέδωσε μετά την ανάκληση ή την απόρριψη της αίτησης. Αίτηση που υποβάλλεται μετά από πραγματική απομάκρυνση θεωρείται νέα αίτηση που οδηγεί σε νέα διαδικασία για τον προσδιορισμό του υπεύθυνου κράτους μέλους.» |
19. |
Το κεφάλαιο VI του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ («Διαδικασίες για την αναδοχή και την εκ νέου ανάληψη») ρυθμίζει την κίνηση της διαδικασίας προσδιορισμού του υπεύθυνου κράτους μέλους (τμήμα I), τη διαδικασία αναδοχής, όταν κράτος μέλος στο οποίο έχει υποβληθεί αίτηση διεθνούς προστασίας θεωρεί ότι άλλο κράτος μέλος είναι υπεύθυνο για την εξέτασή της (τμήμα II), καθώς και τη διαδικασία εκ νέου ανάληψης, στο πλαίσιο της οποίας, στην περίπτωση προσώπου το οποίο, ενώ είχε προηγουμένως υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας σε ένα κράτος μέλος, υποβάλλει νέα αίτηση σε άλλο κράτος μέλος ή διαμένει σε αυτό χωρίς τίτλο διαμονής, προβλέπεται η δυνατότητα του δεύτερου κράτους μέλους να υποβάλει στο πρώτο αίτημα εκ νέου ανάληψης του εν λόγω προσώπου (τμήμα ΙΙΙ). |
20. |
Το άρθρο 20 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ, το οποίο φέρει τον τίτλο «Κίνηση της διαδικασίας», περιλαμβάνεται στο ομώνυμο τμήμα I του κεφαλαίου VI και ορίζει, στις παραγράφους 1 και 2, καθώς και στην παράγραφο 5, πρώτο εδάφιο, τα εξής: «1. Η διαδικασία προσδιορισμού του υπευθύνου κράτους μέλους κινείται μόλις υποβληθεί για πρώτη φορά αίτηση διεθνούς προστασίας σε ένα κράτος μέλος. 2. Μια αίτηση διεθνούς προστασίας θεωρείται υποβληθείσα από τη στιγμή κατά την οποία παραλαμβάνεται από τις αρμόδιες αρχές του συγκεκριμένου κράτους μέλους έντυπο που υποβάλλεται από τον αιτούντα ή πρακτικό που καταρτίζεται από τις αρχές. Εάν η αίτηση δεν γίνεται εγγράφως, το διάστημα μεταξύ της δήλωσης πρόθεσης και της κατάρτισης πρακτικού θα πρέπει να είναι όσο το δυνατόν βραχύτερο. […] 5. Το κράτος μέλος στο οποίο υποβλήθηκε πρώτα η αίτηση διεθνούς προστασίας είναι υποχρεωμένο, υπό τους όρους που προβλέπονται στα άρθρα 23, 24, 25 και 29 και έως την ολοκλήρωση της διαδικασίας προσδιορισμού του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας, να αναλάβει εκ νέου τον αιτούντα ο οποίος ευρίσκεται σε άλλο κράτος μέλος χωρίς τίτλο διαμονής ή έχει υποβάλει εκεί αίτηση διεθνούς προστασίας αφού ανακάλεσε την πρώτη αίτησή του κατά τη διάρκεια της διαδικασίας προσδιορισμού του υπεύθυνου κράτους μέλους.» |
21. |
Το άρθρο 21 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ, το οποίο περιλαμβάνεται στο τμήμα II («Διαδικασίες για τα αιτήματα αναδοχής») του κεφαλαίου VI του κανονισμού, επιγράφεται «Υποβολή αιτήματος αναδοχής» και προβλέπει στην παράγραφο 1 τα εξής: «1. Εάν το κράτος μέλος στο οποίο υποβλήθηκε αίτηση διεθνούς προστασίας θεωρεί ότι άλλο κράτος μέλος είναι υπεύθυνο για την εξέτασή της, μπορεί να απευθύνει σε αυτό αίτημα περί αναδοχής του αιτούντος, το συντομότερο δυνατό και, σε κάθε περίπτωση, εντός προθεσμίας τριών μηνών από την υποβολή της αίτησης κατά την έννοια του άρθρου 20 παράγραφος 2. Παρά το πρώτο εδάφιο, σε περίπτωση σύμπτωσης του Eurodac με δεδομένα που έχουν καταχωρισθεί σύμφωνα με το άρθρο 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 603/2013, το αίτημα αποστέλλεται εντός δύο μηνών από την παραλαβή της σύμπτωσης σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού. Εάν το αίτημα περί αναδοχής του αιτούντος δεν υποβληθεί εντός των προθεσμιών του πρώτου και του δεύτερου εδαφίου, η ευθύνη της εξέτασης της αίτησης διεθνούς προστασίας εμπίπτει στο κράτος μέλος στο οποίο υποβλήθηκε η αίτηση.» |
22. |
Τα άρθρα 23 («Υποβολή αιτήματος εκ νέου ανάληψης όταν υποβάλλεται νέα αίτηση στο αιτούν κράτος μέλος»), 24 («Υποβολή αιτήματος εκ νέου ανάληψης όταν δεν έχει υποβληθεί νέα αίτηση στο αιτούν κράτος μέλος») και 25 («Απάντηση στο αίτημα εκ νέου ανάληψης») του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ βρίσκονται στο τμήμα ΙΙΙ («Διαδικασίες για τα αιτήματα εκ νέου ανάληψης») του κεφαλαίου VI και ορίζουν, μεταξύ άλλων, τα εξής: «Άρθρο 23 1. Όταν ένα κράτος μέλος στο οποίο ένα πρόσωπο, όπως αναφέρεται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο β), γ) ή δ), έχει υποβάλει νέα αίτηση διεθνούς προστασίας, θεωρεί ότι είναι υπεύθυνο άλλο κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 5 και το άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο β), γ) ή δ), μπορεί να υποβάλει στο εν λόγω κράτος μέλος αίτημα εκ νέου ανάληψης του εν λόγω προσώπου. […] 3. Όταν το αίτημα εκ νέου ανάληψης δεν υποβάλλεται εντός των προθεσμιών της παραγράφου 2, υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας είναι το κράτος μέλος στο οποίο υποβλήθηκε η νέα αίτηση. Άρθρο 24 1. Όταν κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου πρόσωπο το οποίο αναφέρεται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο β), γ) ή δ) διαμένει χωρίς τίτλο διαμονής και στο οποίο δεν έχει υποβληθεί νέα αίτηση διεθνούς προστασίας θεωρεί ότι άλλο κράτος μέλος είναι υπεύθυνο σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 5 και το άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο β), γ) ή δ), δύναται να ζητήσει από το άλλο κράτος μέλος να αναλάβει εκ νέου το εν λόγω πρόσωπο. Άρθρο 25 1. Το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα προβαίνει στις απαραίτητες επαληθεύσεις και αποφαίνεται σχετικά με το αίτημα εκ νέου ανάληψης του ενδιαφερόμενου προσώπου το ταχύτερο δυνατόν […]». |
23. |
Το άρθρο 26 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ επιγράφεται «Κοινοποίηση της απόφασης μεταφοράς» και ορίζει τα εξής: «1. Όταν το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα δέχεται την αναδοχή ή την εκ νέου ανάληψη του αιτούντος ή άλλου προσώπου όπως αναφέρεται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο γ) ή δ), το κράτος μέλος που υπέβαλε το αίτημα κοινοποιεί στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο την απόφαση για τη μεταφορά του προς το υπεύθυνο κράτος μέλος και, κατά περίπτωση, για την απόφαση περί μη εξέτασης της αίτησής του για διεθνή προστασία. Εάν το ενδιαφερόμενο πρόσωπο εκπροσωπείται από νομικό ή άλλο σύμβουλο, τα κράτη μέλη δύνανται να επιλέξουν να κοινοποιήσουν σε εκείνον την απόφαση και όχι στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο και, κατά περίπτωση, να ανακοινώσουν την απόφαση στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο. 2. Η απόφαση της παραγράφου 1 περιλαμβάνει πληροφορίες για τα διαθέσιμα ένδικα μέσα, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος αίτησης αναστολής, κατά περίπτωση, και για τις προθεσμίες προσφυγής και μεταφοράς και περιλαμβάνει, εφόσον είναι απαραίτητο, τις πληροφορίες σχετικά με τον τόπο στον οποίο, και την ημερομηνία κατά την οποία, θα πρέπει να παρουσιασθεί το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, εφόσον το εν λόγω πρόσωπο μεταβαίνει στο υπεύθυνο κράτος μέλος με δικά του μέσα. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν επίσης ότι οι πληροφορίες σχετικά με τα πρόσωπα και τις οντότητες που μπορούν να παράσχουν νομική συνδρομή στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο τού ανακοινώνονται μαζί με την απόφαση της παραγράφου 1, όταν οι εν λόγω πληροφορίες δεν έχουν ήδη ανακοινωθεί. 3. Όταν το ενδιαφερόμενο πρόσωπο δεν επικουρείται ή δεν εκπροσωπείται από νομικό ή άλλο σύμβουλο, τα κράτη μέλη το ενημερώνουν σχετικά με τα κύρια στοιχεία της απόφασης· η ενημέρωση αυτή πάντοτε περιλαμβάνει πληροφορίες για τα διαθέσιμα ένδικα μέσα και τις προθεσμίες άσκησής τους, σε γλώσσα την οποία κατανοεί ή ευλόγως τεκμαίρεται ότι κατανοεί το ενδιαφερόμενο πρόσωπο.» |
24. |
Το άρθρο 27 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ επιγράφεται «Προσφυγές» και ορίζει στην παράγραφο 1 τα εξής: «1. Ο αιτών ή άλλο πρόσωπο όπως αναφέρεται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο γ) ή δ) έχει το δικαίωμα άσκησης πραγματικής προσφυγής, με τη μορφή ένδικου [βοηθήματος] ή [αίτησης] επανεξέτασης, ενώπιον δικαστηρίου, τόσο για τα πραγματικά όσο και για τα νομικά στοιχεία, κατά απόφασης μεταφοράς.» |
25. |
Το άρθρο 29 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ επιγράφεται «Λεπτομέρειες και προθεσμίες» και ορίζει στην παράγραφο 2 τα εξής: «2. Εάν η μεταφορά δεν πραγματοποιηθεί εντός της προθεσμίας των έξι μηνών, το υπεύθυνο κράτος μέλος απαλλάσσεται των υποχρεώσεών του αναδοχής ή εκ νέου ανάληψης του ενδιαφερομένου και η ευθύνη μεταβιβάζεται τότε στο κράτος μέλος που υπέβαλε το αίτημα. Η προθεσμία αυτή μπορεί να παρατείνεται σε ένα έτος κατ’ ανώτατο όριο, εάν η μεταφορά δεν κατέστη δυνατόν να πραγματοποιηθεί λόγω φυλάκισης του ενδιαφερομένου ή σε 18 μήνες κατ’ ανώτατο όριο αν ο ενδιαφερόμενος διαφεύγει.» |
2. Ο κανονισμός Eurodac
26. |
Ο κανονισμός (ΕΕ) 603/2013 (στο εξής: κανονισμός Eurodac) ( 7 ) ρυθμίζει τη δημιουργία βάσης δεδομένων για την αντιπαραβολή δακτυλικών αποτυπωμάτων με σκοπό την αποτελεσματική εφαρμογή του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ. |
27. |
Το άρθρο 9, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού Eurodac προβλέπει τα εξής: «1. Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει πάραυτα τα δακτυλικά αποτυπώματα όλων των δακτύλων κάθε αιτούντος διεθνή προστασία ηλικίας τουλάχιστον 14 ετών, το συντομότερο δυνατό και το αργότερο εντός 72 ωρών από την υποβολή αίτησης διεθνούς προστασίας, όπως ορίζεται στο άρθρο 20 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 604/2013, και τα διαβιβάζει στο κεντρικό σύστημα μαζί με τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 11 στοιχεία β) έως ζ) του παρόντος κανονισμού.» |
28. |
Το άρθρο 17, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού Eurodac ορίζει τα εξής: «1. Κάθε κράτος μέλος, προκειμένου να ελέγξει εάν ένας υπήκοος τρίτης χώρας ή άπατρις που διαμένει παράνομα στο έδαφός του έχει ήδη υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας σε άλλο κράτος μέλος, μπορεί να διαβιβάζει στο κεντρικό σύστημα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων τα οποία ενδεχομένως έχει λάβει από υπήκοο τρίτης χώρας ή απάτριδα, ηλικίας τουλάχιστον 14 ετών, καθώς και τον αριθμό μητρώου που χρησιμοποιήθηκε από το εν λόγω κράτος μέλος.» |
29. |
Το άρθρο 29 του κανονισμού Eurodac αφορά τα δικαιώματα του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα. Το άρθρο 29, παράγραφοι 1 και 2, του κανονισμού Eurodac ορίζει ότι στα πρόσωπα αυτά πρέπει να γνωστοποιούνται ορισμένα στοιχεία σχετικά με τον σκοπό και τις λεπτομέρειες της λήψης των δακτυλικών αποτυπωμάτων, και η παράγραφος 3 προβλέπει ότι για τον σκοπό αυτόν συντάσσεται κοινό φυλλάδιο: «1. Κάθε πρόσωπο που καλύπτεται από το άρθρο 9 παράγραφος 1, το άρθρο 14 παράγραφος 1 ή το άρθρο 17 παράγραφος 1 ενημερώνεται από το κράτος μέλος προέλευσης γραπτώς και, κατά περίπτωση, προφορικώς, σε γλώσσα την οποία ευλόγως τεκμαίρεται ότι κατανοεί, σχετικά με: […]
[…] 2. […] Σε σχέση με πρόσωπο καλυπτόμενο από το άρθρο 17 παράγραφος 1, οι αναφερόμενες στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου πληροφορίες παρέχονται το αργότερο όταν τα δεδομένα που αφορούν το εν λόγω πρόσωπο διαβιβάζονται στο κεντρικό σύστημα. […] 3. Σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 44 παράγραφος 2 του [κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ] συντάσσεται κοινό φυλλάδιο, το οποίο περιλαμβάνει τουλάχιστον τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 του [κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ]. Το φυλλάδιο είναι σαφές και απλό και σε γλώσσα την οποία το οικείο πρόσωπο κατανοεί ή την οποία τεκμαίρεται ευλόγως ότι κατανοεί. Το φυλλάδιο καταρτίζεται κατά τρόπο που επιτρέπει στα κράτη μέλη να το συμπληρώνουν με πρόσθετες πληροφορίες που αφορούν τα κράτη μέλη. Οι εν λόγω πληροφορίες περιλαμβάνουν επίσης τα δικαιώματα του υποκειμένου των δεδομένων, τη δυνατότητα συνδρομής από τις εθνικές εποπτικές αρχές, καθώς και τα στοιχεία επικοινωνίας με τον υπεύθυνο της επεξεργασίας και τις εθνικές εποπτικές αρχές.» |
30. |
Το άρθρο 37 του κανονισμού Eurodac, με τον τίτλο «Ευθύνη», προβλέπει στις παραγράφους 1 και 3 τα εξής: «1. Κάθε πρόσωπο ή κράτος μέλος που υπέστη ζημία, ως αποτέλεσμα παράνομης επεξεργασίας ή οποιασδήποτε πράξης που δεν συμβιβάζεται με τον παρόντα κανονισμό, δικαιούται να λαμβάνει αποζημίωση από το κράτος μέλος το οποίο είναι υπεύθυνο για τη ζημία που υπέστη. Αυτό το κράτος μέλος απαλλάσσεται, πλήρως ή εν μέρει, από την ευθύνη αυτή, εάν αποδείξει ότι δεν ευθύνεται για το ζημιογόνο γεγονός. […] 3. Οι απαιτήσεις αποζημίωσης κατά κράτους μέλους για τις ζημίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, διέπονται από τις διατάξεις του εθνικού δικαίου του κράτους μέλους κατά του οποίου προβάλλονται.» |
3. Η οδηγία για την αναγνώριση
31. |
Η οδηγία 2011/95/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας (στο εξής: οδηγία για την αναγνώριση) ( 8 ), ρυθμίζει τα κριτήρια βάσει των οποίων πρέπει να γίνονται δεκτές οι αιτήσεις διεθνούς προστασίας. |
32. |
Στο άρθρο 2 της οδηγίας για την αναγνώριση περιλαμβάνονται «ορισμοί» και, στο στοιχείο ηʹ, η «αίτηση παροχής διεθνούς προστασίας» ορίζεται ως «η αίτηση παροχής προστασίας από κράτος μέλος που υποβάλλει υπήκοος τρίτης χώρας ή ανιθαγενής, ο οποίος μπορεί να θεωρηθεί ότι αιτείται καθεστώς πρόσφυγα ή καθεστώς επικουρικής προστασίας και ο οποίος δεν αιτείται ρητώς να του παρασχεθεί άλλη μορφή προστασίας, μη εμπίπτουσα στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, δυναμένη να ζητηθεί αυτοτελώς». |
33. |
Στο άρθρο 8 η οδηγία για την αναγνώριση προβλέπει, υπό τον τίτλο «Εγχώρια προστασία», εξαιρέσεις από την ανάγκη διεθνούς προστασίας σε περίπτωση που ο αιτών μπορεί να ζητήσει προστασία σε τμήμα της χώρας καταγωγής του: «1. Στα πλαίσια της αξιολόγησης των αιτήσεων διεθνούς προστασίας, τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίζουν ότι ο αιτών δεν χρήζει διεθνούς προστασίας εάν σε τμήμα της χώρας καταγωγής
και μπορεί νόμιμα και με ασφάλεια να ταξιδέψει και να γίνει δεκτός σε εκείνο το τμήμα της χώρας και μπορεί λογικά να αναμένεται να εγκατασταθεί εκεί. 2. Εξετάζοντας εάν ο αιτών έχει βάσιμο φόβο ότι θα υποστεί δίωξη ή ότι διατρέχει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης, ή έχει πρόσβαση σε προστασία κατά της δίωξης ή της σοβαρής βλάβης σε τμήμα της χώρας καταγωγής σύμφωνα με την παράγραφο 1, τα κράτη μέλη, κατά τον χρόνο λήψεως της αποφάσεως επί της αιτήσεως, λαμβάνουν υπόψη τις γενικές περιστάσεις που επικρατούν στο εν λόγω τμήμα της χώρας και τις προσωπικές περιστάσεις του αιτούντος, σύμφωνα με το άρθρο 4. Για τον σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη μεριμνούν για τη λήψη ακριβών και ενημερωμένων πληροφοριών από σχετικές πηγές, όπως την Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες και την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο.» |
34. |
Στο κεφάλαιο V, η οδηγία για την αναγνώριση προβλέπει, ως προϋπόθεση για την αναγνώριση προσώπου ως δικαιούχου επικουρικής προστασίας, τον κίνδυνο «σοβαρής βλάβης». Κατά το άρθρο 15, στοιχείο γʹ, η σοβαρή βλάβη συνίσταται σε:
|
4. Η οδηγία για τις διαδικασίες ασύλου
35. |
Το άρθρο 33 της οδηγίας 2013/32/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με κοινές διαδικασίες για τη χορήγηση και ανάκληση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας (στο εξής: οδηγία για τις διαδικασίες ασύλου) ( 9 ), έχει τίτλο «Περιπτώσεις απαράδεκτων αιτήσεων» και προβλέπει στην παράγραφο 1 και στην παράγραφο 2, στοιχείο αʹ, τα εξής: «1. Πέραν των περιπτώσεων κατά τις οποίες μια αίτηση δεν εξετάζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 604/2013, τα κράτη μέλη δεν οφείλουν να εξετάζουν εάν ο αιτών πληροί τις προϋποθέσεις για διεθνή προστασία σύμφωνα με την οδηγία 2011/95/ΕΕ όταν μια αίτηση θεωρείται ως απαράδεκτη δυνάμει του παρόντος άρθρου. 2. Τα κράτη μέλη μπορούν να θεωρήσουν αίτηση για διεθνή προστασία ως απαράδεκτη μόνο εάν:
|
5. Ο κανονισμός 1560/2003
36. |
Το άρθρο 16α του κανονισμού (ΕΚ) 1560/2003 ( 10 ), ο οποίος είναι εκτελεστικός κανονισμός της Επιτροπής για το σύστημα του Δουβλίνου, όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό Δουβλίνο ΙΙΙ και τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 118/2014 ( 11 ), φέρει τον τίτλο «Ενημερωτικά φυλλάδια για αιτούντες διεθνή προστασία» και ορίζει, στις παραγράφους 1 και 4, τα εξής: «1. Ένα κοινό φυλλάδιο για την ενημέρωση όλων των αιτούντων διεθνή προστασία σχετικά με τις διατάξεις του [κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ] και σχετικά με την εφαρμογή του [κανονισμού Eurodac] προβλέπεται στο παράρτημα X. […] 4. Πληροφορίες για υπηκόους τρίτων χωρών ή απάτριδες που διαμένουν παράνομα στο έδαφος κράτους μέλους, προβλέπονται στο παράρτημα XIII.» |
37. |
Το ενημερωτικό φυλλάδιο που προβλέπεται στο παράρτημα Χ του κανονισμού 1560/2003 περιέχει στο μέρος Α, υπό τον τίτλο «Πληροφορίες σχετικά με τον κανονισμό του Δουβλίνου για τους αιτούντες διεθνή προστασία δυνάμει του άρθρου 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 604/2013», ειδικότερα, τις ακόλουθες πληροφορίες (η υπογράμμιση υπάρχει ήδη στο πρωτότυπο): «Μας ζητήσατε να σας προστατέψουμε γιατί θεωρείτε ότι υποχρεωθήκατε να φύγετε από τη χώρα σας λόγω δίωξης, πολέμου ή κινδύνου σοβαρής βλάβης. Η νομοθεσία ονομάζει τη διαδικασία αυτή “αίτηση/αίτημα διεθνούς προστασίας” και εσάς [“αιτούντα”]. Οι άνθρωποι που ζητούν προστασία αναφέρονται συχνά ως “αιτούντες άσυλο”. Το γεγονός ότι έχετε ζητήσει άσυλο εδώ δεν εγγυάται ότι το αίτημά σας θα εξεταστεί εδώ. Η χώρα που θα εξετάσει το αίτημά σας προσδιορίζεται μέσω μιας διαδικασίας που έχει θεσπιστεί από το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, γνωστής ως κανονισμός του “Δουβλίνου”. Σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης, μόνο μία χώρα είναι υπεύθυνη για την εξέταση του αιτήματός σας. […] Για να ληφθεί υπόψη το αίτημα ασύλου σας, πρέπει να προσδιορίσουμε κατά πόσον είμαστε υπεύθυνοι να το εξετάσουμε εμείς ή αν είναι υπεύθυνη άλλη χώρα: πρόκειται για τη “διαδικασία του Δουβλίνου”. Η διαδικασία του Δουβλίνου δεν αφορά τον λόγο της αίτησής σας για άσυλο. Η διαδικασία αυτή χρησιμεύει για να προσδιορίσει ποια χώρα είναι υπεύθυνη [να] αποφασίσει σχετικά με την αίτησή σας για την παροχή ασύλου. […] Αν οι αρχές μας κρίνουν ότι είναι υπεύθυνες να αποφασίσουν για την αίτηση ασύλου σας, αυτό σημαίνει ότι μπορείτε να παραμείνετε σ’ αυτή τη χώρα και ότι η αίτησή σας θα εξεταστεί εδώ. Η διαδικασία εξέτασης της αίτησής σας θα αρχίσει αμέσως. Αν αποφασίσουμε ότι μια άλλη χώρα είναι υπεύθυνη για την αίτησή σας, θα προσπαθήσουμε να σας στείλουμε στη χώρα αυτή το συντομότερο δυνατό, έτσι ώστε η αίτησή σας να μπορέσει να εξεταστεί εκεί. […] Η νομοθεσία προβλέπει διάφορους λόγους για τους οποίους μια χώρα μπορεί να είναι υπεύθυνη για την εξέταση του αιτήματός σας. Οι λόγοι αυτοί λαμβάνονται υπόψη από τη νομοθεσία κατά σειρά σπουδαιότητας[.] [Μεταξύ άλλων, λαμβάνονται υπόψη η] ύπαρξη μέλους της οικογενείας σας σ’ αυτή τη χώρα του Δουβλίνου, ή […] το γεγονός ότι έχετε ή είχατε θεώρηση ή άδεια διαμονής που έχει εκδοθεί από χώρα του Δουβλίνου, ή […] το γεγονός ότι έχετε ταξιδεύσει ή διασχίσει άλλη χώρα του Δουβλίνου, νόμιμα ή παράνομα. Είναι σημαντικό να μας ενημερώσετε το συντομότερο δυνατόν σε περίπτωση που μέλη της οικογενείας σας βρίσκονται σε άλλη χώρα του Δουβλίνου. Αν ο/η σύζυγος ή το τέκνο σας είναι αιτών άσυλο ή του έχει χορηγηθεί διεθνής προστασία σε άλλη χώρα του Δουβλίνου, η εν λόγω χώρα θα μπορούσε να είναι υπεύθυνη για την εξέταση της αίτησης ασύλου σας. Μπορεί να αποφασίσουμε να εξετάσουμε την αίτησή σας στη χώρα αυτή, έστω και αν η εξέταση αυτή δεν είναι δική μας ευθύνη, σύμφωνα με τα κριτήρια που προβλέπονται στον κανονισμό του Δουβλίνου. Δεν θα σας στείλουμε σε μια χώρα στην οποία είναι αποδεδειγμένο ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα μπορεί να παραβιαστούν. […] Έχετε τη δυνατότητα να δηλώσετε ότι διαφωνείτε με την απόφαση να μεταφερθείτε σε άλλη χώρα του Δουβλίνου και μπορείτε να αμφισβητήσετε την απόφαση αυτή ενώπιον δικαστηρίου. Μπορείτε επίσης να ζητήσετε να παραμείνετε στη χώρα αυτή έως ότου ληφθεί απόφαση σχετικά με τα ένδικα μέσα που ασκήσατε ή την αίτησή σας για επανεξέταση. Αν παραιτηθείτε από την αίτησή σας για άσυλο και μεταβείτε σε άλλη χώρα του Δουβλίνου, είναι πιθανό να μεταφερθείτε εκ νέου σ’ αυτή τη χώρα ή στην υπεύθυνη χώρα. Συνεπώς, μετά την υποβολή αιτήματος ασύλου, είναι σημαντικό να παραμείνετε εδώ μέχρις ότου αποφασίσουμε 1) ποιος είναι υπεύθυνος να εξετάσει το αίτημα ασύλου σας ή/και 2) ποιος να εξετάσει το αίτημα ασύλου σας σ’ αυτή τη χώρα. […] Αν θεωρήσουμε ότι μια άλλη χώρα θα μπορούσε να είναι υπεύθυνη για την εξέταση της αίτησής σας, θα λάβετε λεπτομερέστερες πληροφορίες για τη διαδικασία αυτή και για τον τρόπο με τον οποίο επηρεάζονται τα δικαιώματά σας.» |
38. |
Στο μέρος Β, το φυλλάδιο που προβλέπεται στο παράρτημα Χ του κανονισμού 1560/2003 περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τις ακόλουθες «[π]ληροφορίες για τους αιτούντες διεθνή προστασία βάσει της διαδικασίας του Δουβλίνου»: «Το φυλλάδιο αυτό σας έχει δοθεί επειδή ζητήσατε διεθνή προστασία (άσυλο) στη χώρα αυτή ή σε άλλη χώρα του Δουβλίνου και οι συγκεκριμένες αρχές έχουν λόγους να πιστεύουν ότι μια άλλη χώρα θα μπορούσε να είναι υπεύθυνη για την εξέταση του αιτήματός σας. Θα προσδιορίσουμε ποια χώρα είναι υπεύθυνη μέσω της διαδικασίας που έχει θεσπίσει το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, γνωστής ως κανονισμός του “Δουβλίνου”. Η διαδικασία αυτή ονομάζεται “διαδικασία του Δουβλίνου”. Στόχος του παρόντος φυλλαδίου είναι να απαντήσει στις πιο συχνές ερωτήσεις που μπορεί να έχετε σχετικά με την εν λόγω διαδικασία. […] Η διαδικασία του Δουβλίνου ορίζει ποια χώρα είναι υπεύθυνη για την εξέταση της αίτησής σας για άσυλο. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να μεταφερθείτε από τη χώρα αυτή σε άλλη χώρα που είναι υπεύθυνη για την εξέταση της αίτησής σας. […] ΠΡΟΣΟΧΗ: Δεν [επιτρέπεται] να μεταβείτε σε άλλη χώρα του Δουβλίνου. Αν μεταβείτε σε άλλη χώρα του Δουβλίνου, θα μεταφερθείτε πάλι εδώ ή σε μια από τις χώρες στις οποίες ζητήσατε προηγουμένως άσυλο. Αν εγκαταλείψετε εδώ την αίτηση που υποβάλλατε, αυτό δεν θα αλλάξει την υπεύθυνη χώρα. Εάν κρυφτείτε ή αποδράσετε, κινδυνεύετε επίσης να τεθείτε υπό κράτηση. […] Με ποιον τρόπο οι αρχές θα προσδιορίσουν τη χώρα που είναι υπεύθυνη για την εξέταση της αίτησής μου; Υπάρχουν διάφοροι λόγοι για τους οποίους μια χώρα μπορεί να είναι υπεύθυνη για την εξέταση της αίτησής σας. Οι λόγοι αυτοί εφαρμόζονται κατά σειρά της σπουδαιότητας που αποδίδει η νομοθεσία. Αν ένας λόγος δεν είναι λυσιτελής, θα ληφθεί υπόψη ο επόμενος και ούτω καθεξής. Οι λόγοι αφορούν τους ακόλουθους παράγοντες κατά σειρά σπουδαιότητας:
Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό να μας γνωστοποιήσετε εάν έχετε μέλη της οικογενείας σας σε άλλη χώρα του Δουβλίνου, προτού εκδοθεί η πρώτη απόφαση για την αίτηση ασύλου σας. Εάν θέλετε να μεταφερθείτε στην ίδια χώρα, εσείς και το μέλος της οικογενείας σας, θα πρέπει να διατυπώσετε την επιθυμία σας εγγράφως. […] Τι συμβαίνει αν εξαρτώμαι από τη φροντίδα κάποιου ή αν κάποιος εξαρτάται από μένα; Μπορείτε να ξαναβρεθείτε μαζί στην ίδια χώρα με τη μητέρα, τον πατέρα, το παιδί, το αδελφό ή την αδελφή σας, εάν συντρέχουν όλοι οι ακόλουθοι όροι:
Η χώρα στην οποία διαμένει το παιδί, ο αδελφός ή η αδελφή ή ο γονέας σας οφείλει, κανονικά, να δεχθεί την ευθύνη να εξετάσει την αίτησή σας, υπό την προϋπόθεση ότι υφίσταντο οικογενειακοί δεσμοί στη χώρα καταγωγής σας. Θα σας ζητηθεί επίσης να δηλώσετε εγγράφως ότι επιθυμείτε και οι δύο να ξαναβρεθείτε μαζί. Μπορείτε να ζητήσετε τη δυνατότητα αυτή αν […] ζείτε ήδη στη χώρα όπου ζει το παιδί, ο αδελφός ή η αδελφή ή ο γονέας σας, ή αν βρίσκεστε σε διαφορετική χώρα από εκείνη στην οποία διαμένουν οι συγγενείς σας. Στη δεύτερη αυτή περίπτωση, αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να ταξιδέψετε στη χώρα αυτή, εκτός και αν για λόγους υγείας δεν μπορείτε να ταξιδέψετε για μεγάλο χρονικό διάστημα. Εκτός από αυτή τη δυνατότητα, μπορείτε επίσης να ζητήσετε, ανά πάσα στιγμή, κατά τη διάρκεια της διαδικασίας ασύλου, να συμμετάσχετε σε οικογενειακή σχέση για ανθρωπιστικούς, οικογενειακούς ή πολιτιστικούς λόγους. Αν αυτό έχει γίνει δεκτό, ενδέχεται να χρειαστεί να μεταβείτε στη χώρα στην οποία βρίσκεται σήμερα η οικογενειακή σας σχέση. Σε αυτήν την περίπτωση, θα σας ζητηθεί επίσης να διατυπώσετε τη σύμφωνη γνώμη σας εγγράφως. Είναι σημαντικό να μας ενημερώσετε αν υφίστανται ανθρωπιστικοί λόγοι για τους οποίους το αίτημά σας θα πρέπει να εξεταστεί εδώ ή σε άλλη χώρα. […]
[…]
[…] Ωστόσο, αν δεν έχετε υποβάλει αίτηση ασύλου στη χώρα στην οποία βρίσκεστε σήμερα και η προηγούμενη αίτηση ασύλου σας σε άλλη χώρα έχει απορριφθεί με οριστική απόφαση, έχουμε [την επιλογή] είτε να ζητήσουμε από την υπεύθυνη χώρα να σας πάρει πίσω είτε να προβούμε στην επιστροφή σας στη χώρα καταγωγής ή μόνιμης διαμονής σας ή σε ασφαλή τρίτη χώρα. […] Η υπεύθυνη χώρα θα σας θεωρήσει ως αιτ[ούντα] άσυλο και θα επωφεληθείτε από όλα τα συναφή δικαιώματα. Αν δεν έχετε υποβάλει ποτέ μέχρι τώρα αίτηση χορήγησης ασύλου στη χώρα αυτή, θα σας δοθεί η δυνατότητα να υποβάλετε αίτηση μετά την άφιξή σας. […]» |
39. |
Το φυλλάδιο που προβλέπεται στο παράρτημα XIII του κανονισμού 1560/2003 περιλαμβάνει «[π]ληροφορίες για τους υπηκόους τρίτων χωρών ή τους απάτριδες που διαμένουν παράνομα στο έδαφος κράτους μέλους, δυνάμει του άρθρου 29, παράγραφος 3, του [κανονισμού Eurodac]»: «Εάν διαμένετε παράνομα σε χώρα που εφαρμόζει τον κανονισμό του “Δουβλίνου”, οι αρχές έχουν το δικαίωμα να λάβουν τα δακτυλικά σας αποτυπώματα και να τα διαβιβάσουν στη βάση δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων που ονομάζεται “Eurodac”. Αυτό χρησιμεύει για να διαπιστωθεί εάν έχετε υποβάλει προηγουμένως αίτηση ασύλου. Τα δακτυλικά σας αποτυπώματα δεν θα αποθηκευτούν στη βάση δεδομένων Eurodac, αλλά εάν έχετε υποβάλει προηγουμένως αίτηση ασύλου σε άλλη χώρα, μπορεί να σταλείτε πίσω στη χώρα αυτή. […] Εάν οι αρχές μας θεωρήσουν ότι μπορεί να έχετε υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασία[ς] σε άλλη χώρα η οποία θα μπορούσε να είναι υπεύθυνη για την εξέταση της αίτησής σας, θα λάβετε λεπτομερέστερες πληροφορίες σχετικά με τη διαδικασία που έπεται και για τον τρόπο που επηρεάζει εσάς και τα δικαιώματά σας ( 12 ).» |
Β. Το ιταλικό δίκαιο
40. |
Στο ιταλικό δίκαιο, το άρθρο 3 του Decreto legislativo 25/2008, της 28ης Ιανουαρίου 2008, περί μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο της οδηγίας 2005/85/ΕΚ, η οποία καταργήθηκε και αντικαταστάθηκε από την οδηγία 2013/32/ΕΕ σχετικά με κοινές διαδικασίες για τη χορήγηση και ανάκληση του καθεστώτος του πρόσφυγα (GURI αριθ. 40, της 16ης Φεβρουαρίου 2008), όπως έχει τροποποιηθεί, διέπει τις προσφυγές που ασκούνται κατά των αποφάσεων μεταφοράς στο πλαίσιο του συστήματος του Δουβλίνου. |
III. Τα πραγματικά περιστατικά και οι αιτήσεις προδικαστικής αποφάσεως
Α. Η υπόθεση C-228/21
41. |
Ο CZA, προσφεύγων στην υπόθεση C-228/21, υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας στην Ιταλία, ενώ είχε ήδη υποβάλει αντίστοιχη αίτηση στη Σλοβενία. Στη συνέχεια, η αρμόδια ιταλική αρχή, ήτοι η Μονάδα Δουβλίνου που υπάγεται στο Υπουργείο Εσωτερικών, υπέβαλε στη Σλοβενία αίτημα εκ νέου ανάληψης του αιτούντα σύμφωνα με το άρθρο 18, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ. Το αίτημα αυτό έγινε δεκτό από τη Σλοβενία. Κατόπιν τούτου, εκδόθηκε απόφαση μεταφοράς του αιτούντος, σύμφωνα με το άρθρο 26 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ, με την οποία ο αιτών ενημερώθηκε σχετικά με την απόφαση να μεταφερθεί στη Σλοβενία. |
42. |
Η προσφυγή του αιτούντος κατά της εν λόγω απόφασης, την οποία στήριξε σε αιτίαση περί παράβασης της υποχρέωσης ενημέρωσης που προβλέπεται στο άρθρο 4 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ, ευδοκίμησε σε πρώτο βαθμό ενώπιον του Tribunale di Catanzaro (πρωτοδικείου Catanzaro, Ιταλία). Συγκεκριμένα, ο αιτών υποστήριξε ότι η αρμόδια αρχή δεν μπόρεσε να αποδείξει ότι παραδόθηκε στον αιτούντα το απαιτούμενο βάσει του άρθρου 4 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ φυλλάδιο. Το δικαστήριο αυτό έκρινε ότι δεν αρκούσε η παράδοση του πρακτικού προσωπικής συνέντευξης, το οποίο καταρτίστηκε σύμφωνα με το άρθρο 5 του κανονισμού, ούτε η παράδοση άλλου φυλλαδίου κατά τον χρόνο επίσημης υποβολής της αίτησης διεθνούς προστασίας στην Ιταλία. Ως εκ τούτου, απεφάνθη ότι η παράβαση της υποχρέωσης ενημέρωσης που προβλέπεται στο άρθρο 4 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ συνεπάγεται την ακυρότητα της απόφασης μεταφοράς. |
43. |
Κατά της απόφασης αυτής, το Υπουργείο Εσωτερικών άσκησε αναίρεση ενώπιον του Corte suprema di cassazione (Ανώτατου Ακυρωτικού Δικαστηρίου, Ιταλία). Με απόφαση της 29ης Μαρτίου 2021, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 8 Απριλίου 2021, το δικαστήριο ανέστειλε την ενώπιόν του διαδικασία και υπέβαλε στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:
|
Β. Η υπόθεση C-254/21
44. |
Στην υπόθεση C-254/21, ο DG, Αφγανός υπήκοος, υπέβαλε δεύτερη αίτηση διεθνούς προστασίας στην Ιταλία μετά την οριστική απόρριψη της πρώτης αίτησης διεθνούς προστασίας την οποία είχε υποβάλει στη Σουηδία. Στη συνέχεια, και κατόπιν σύμπτωσης στο σύστημα Eurodac, το ιταλικό Υπουργείο Εσωτερικών υπέβαλε, σύμφωνα με το άρθρο 18, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, τουκανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ, αίτημα εκ νέου ανάληψης στις σουηδικές αρχές, οι οποίες το αποδέχθηκαν, και διέταξε τη μεταφορά του αιτούντος στη Σουηδία. |
45. |
Κατά της απόφασης αυτής βάλλει ο αιτών ενώπιον του Tribunale di Roma (πρωτοδικείου Ρώμης, Ιταλία), προβάλλοντας παράβαση του άρθρου 4 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: Χάρτης) και του άρθρου 17, παράγραφος 1, του κανονισμού Δουβλίνο III. Προς στήριξη της αιτίασης αυτής, υποστηρίζει ότι επίκειται έμμεση επαναπροώθηση στο Αφγανιστάν μέσω της Σουηδίας και ότι στο Αφγανιστάν διατρέχει κίνδυνο να υποστεί απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση. Η ευθύνη της Ιταλίας να του παράσχει προστασία κατά της έμμεσης επαναπροώθησης απορρέει από το άρθρο 17 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ. |
46. |
Υπό τις συνθήκες αυτές, το Tribunale di Roma (πρωτοδικείο Ρώμης) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο, με απόφαση της 12ης Απριλίου 2021, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 22 Απριλίου 2021, τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:
|
Γ. Η υπόθεση C-297/21
47. |
Στην υπόθεση C-297/21, ο ΧΧΧ.ΧΧ, Αφγανός υπήκοος, υπέβαλε δεύτερη αίτηση διεθνούς προστασίας στην Ιταλία μετά την οριστική απόρριψη της πρώτης αίτησης διεθνούς προστασίας την οποία είχε υποβάλει στη Γερμανία και την έκδοση, στην χώρα εκείνη, οριστικής απόφασης απομάκρυνσης σε βάρος του. Στη συνέχεια, και κατόπιν σύμπτωσης στο σύστημα Eurodac, το ιταλικό Υπουργείο Εσωτερικών υπέβαλε, σύμφωνα με το άρθρο 18, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ, αίτημα εκ νέου ανάληψης στις γερμανικές αρχές, οι οποίες το αποδέχθηκαν. |
48. |
Κατά της απόφασης μεταφοράς του, η οποία εκδόθηκε στη συνέχεια σε βάρος του, ο αιτών άσκησε προσφυγή ενώπιον του Tribunale di Firenze (πρωτοδικείου Φλωρεντίας, Ιταλία). Συγκεκριμένα, ο αιτών υποστηρίζει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση αντιβαίνει στο άρθρο 4 του Χάρτη, καθώς και στο άρθρο 3, παράγραφος 2, και το άρθρο 17, παράγραφος 1, του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ, δεδομένου ότι επίκειται έμμεση επαναπροώθηση στο Αφγανιστάν μέσω της Γερμανίας και ότι εκεί διατρέχει κίνδυνο να υποστεί απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση. Ως εκ τούτου, θεωρεί ότι η Ιταλία είναι υπεύθυνη σύμφωνα με το άρθρο 17, παράγραφος 1, του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ. |
49. |
Υπό τις συνθήκες αυτές, το Tribunale di Firenze (πρωτοδικείο Firenze) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο, με απόφαση της 29ης Απριλίου 2021, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 10 Μαΐου 2021, τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:
|
Δ. Η υπόθεση C-315/21
50. |
Στην υπόθεση C-315/21, ο PP, γεννηθείς στο Πακιστάν, υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας στην Ιταλία, ενώ είχε ήδη υποβάλει αντίστοιχη αίτηση στη Γερμανία. Στη συνέχεια, το ιταλικό Υπουργείο Εσωτερικών υπέβαλε, σύμφωνα με το άρθρο 18, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ, αίτημα εκ νέου ανάληψης στις γερμανικές αρχές, οι οποίες το αποδέχθηκαν ως αίτημα εκ νέου ανάληψης σύμφωνα με το άρθρο 18, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ. Κατόπιν τούτου, το ιταλικό Υπουργείο Εσωτερικών διέταξε τη μεταφορά του αιτούντος στη Γερμανία. |
51. |
Κατά της απόφασης αυτής, o αιτών άσκησε προσφυγή ενώπιον του Tribunale di Milano (πρωτοδικείου Μιλάνου, Ιταλία) και υπέβαλε αίτηση προσωρινής αναστολής της εκτέλεσης της απόφασης, η οποία έγινε δεκτή. Προς στήριξη των αιτιάσεών του, επικαλέστηκε, αφενός, παράβαση των υποχρεώσεων ενημέρωσης που προβλέπονται στα άρθρα 4 και 5 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ και, αφετέρου, την επαπειλούμενη έμμεση επαναπροώθηση μέσω της Γερμανίας στο Πακιστάν, όπου θα διέτρεχε συγκεκριμένο κίνδυνο απάνθρωπης και εξευτελιστικής μεταχείρισης. Η Μονάδα Δουβλίνου, η οποία υπάγεται στο Υπουργείο Εσωτερικών, αντέκρουσε τους ισχυρισμούς αυτούς και προσκόμισε στοιχεία που αποδεικνύουν ότι η προβλεπόμενη στο άρθρο 5 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ προσωπική συνέντευξη με τον αιτούντα έχει πραγματοποιηθεί. |
52. |
Υπό τις συνθήκες αυτές, το Tribunale di Milano (πρωτοδικείο Μιλάνου) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο, με απόφαση της 14ης Απριλίου 2021, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 17 Μαΐου 2021, τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:
|
Ε. Η υπόθεση C-328/21
53. |
Στην υπόθεση C-328/21, το ιταλικό Υπουργείο Εσωτερικών διέταξε τη μεταφορά του GE, ενός αιτούντος με καταγωγή από το Ιράκ, στη Φινλανδία, όταν διαπιστώθηκε ότι ο εν λόγω αιτών διέμενε παράνομα στην Ιταλία και από σύμπτωση στο σύστημα Eurodac προέκυψε ότι είχε προηγουμένως υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας στη Φινλανδία. Κατόπιν αιτήματος εκ νέου ανάληψης σύμφωνα με το άρθρο 18, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ, η Φινλανδία αναγνώρισε την ευθύνη της δυνάμει του άρθρου 18, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, του κανονισμού αυτού. |
54. |
Κατά της απόφασης μεταφοράς, ο αιτών άσκησε προσφυγή ενώπιον του Tribunale di Roma (πρωτοδικείου Ρώμης, Ιταλία), το οποίο έκρινε εαυτό αναρμόδιο και παρέπεμψε την υπόθεση στο Tribunale di Trieste (πρωτοδικείο Τεργέστης, Ιταλία). Ο αιτών προβάλλει, ειδικότερα, παράβαση των υποχρεώσεων ενημέρωσης που προβλέπονται στο άρθρο 4 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ και στο άρθρο 29 του κανονισμού Eurodac. |
55. |
Υπό τις συνθήκες αυτές, το Tribunale di Trieste (πρωτοδικείο Τεργέστης) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο, με απόφαση της 2ας Απριλίου 2021, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 26 Μαΐου 2021, τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:
|
IV. Η διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου
56. |
Τα αιτούντα δικαστήρια στις υποθέσεις C-254/21, C-297/21, C-315/21 και C-328/21 ζήτησαν να εκδικαστούν οι εν λόγω υποθέσεις με την ταχεία διαδικασία του άρθρου 105 του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου ή κατά προτεραιότητα, σύμφωνα με το άρθρο 53, παράγραφος 3, του κανονισμού αυτού. |
57. |
Με διατάξεις του Προέδρου του Δικαστηρίου της 14ης Ιουνίου και της 6ης Ιουλίου 2021, οι αιτήσεις αυτές απορρίφθηκαν. |
58. |
Με διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 6ης Ιουλίου 2021, αποφασίστηκε η συνεκδίκαση των υποθέσεων C-228/21, C-254/21, C-297/21, C‑315/21 και C-328/21 προς διευκόλυνση της έγγραφης και της προφορικής διαδικασίας και προς έκδοση κοινής απόφασης. |
59. |
Γραπτές παρατηρήσεις κατέθεσαν η Γερμανία, η Γαλλία, η Ιταλία, οι Κάτω Χώρες, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και οι προσφεύγοντες των κύριων δικών στις υποθέσεις C-297/21 και C-328/21. |
60. |
Η Ιταλία, η Επιτροπή και οι προσφεύγοντες των κύριων δικών στις υποθέσεις C-297/21 και C-328/21 μετείχαν στην κοινή επ’ ακροατηρίου συζήτηση της 8ης Ιουνίου 2022. |
V. Εκτίμηση
61. |
Τα πραγματικά περιστατικά επί των οποίων εκδόθηκαν οι πέντε υπό κρίση αιτήσεις προδικαστικής αποφάσεως έχουν ως κοινό χαρακτηριστικό ότι οι ενδιαφερόμενοι αιτούντες άσυλο, μετά την υποβολή πρώτης αίτησης διεθνούς προστασίας σε κράτος μέλος, μετέβησαν στην Ιταλία και εκεί είτε υπέβαλαν νέα αίτηση διεθνούς προστασίας (υποθέσεις C-228/21, C-254/21, C-297/21 και C‑315/21) είτε διέμειναν χωρίς τίτλο διαμονής (υπόθεση C-328/21, μολονότι, στην εν λόγω υπόθεση, το ζήτημα αν ο προσφεύγων της κύριας δίκης έχει υποβάλει νέα αίτηση στην Ιταλία είναι αμφιλεγόμενο, βλ., συναφώς, σημεία 98 και 123 των παρουσών προτάσεων). Στη συνέχεια, η αρμόδια ιταλική αρχή υπέβαλε αιτήματα εκ νέου ανάληψης προς τα κράτη μέλη στα οποία οι ενδιαφερόμενοι είχαν προηγουμένως υποβάλει αιτήσεις διεθνούς προστασίας και εξέδωσε αποφάσεις μεταφοράς τους σύμφωνα με το άρθρο 26 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ, οι οποίες αποτελούν πλέον το αντικείμενο των κύριων δικών. |
62. |
Στο πλαίσιο αυτό, τα προδικαστικά ερωτήματα που υποβάλλονται στο Δικαστήριο με τις υπό κρίση αιτήσεις προδικαστικής αποφάσεως αφορούν, όπως εκτέθηκε εισαγωγικώς, δύο δέσμες ζητημάτων: η πρώτη δέσμη αφορά τις υποχρεώσεις ενημέρωσης και παράδοσης του κοινού φυλλαδίου σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ και το άρθρο 29 του κανονισμού Eurodac, καθώς και τη διεξαγωγή της προσωπικής συνέντευξης σύμφωνα με το άρθρο 5 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ (υποθέσεις C-228/21, C-315/21 και C-328/21) (A). Η δεύτερη δέσμη αφορά το ζήτημα αν τα δικαστήρια του αιτούντος κράτους μέλους μπορούν, στο πλαίσιο προσφυγής κατά της απόφασης μεταφοράς, να εξετάσουν τον κίνδυνο παραβίασης της αρχής της μη επαναπροώθησης από το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα, όταν δεν υπάρχουν συστημικές ελλείψεις στο εν λόγω κράτος μέλος (υποθέσεις C-254/21, C-297/21 και C-315/21) (Β). |
Α. Σχετικά με το κοινό φυλλάδιο και την προσωπική συνέντευξη
63. |
Με τα προδικαστικά ερωτήματα που έχουν υποβληθεί στις υποθέσεις C‑228/21, C-315/21 και C-328/21, τα αιτούντα δικαστήρια ζητούν, κατ’ αρχάς, να διευκρινισθεί αν οι υποχρεώσεις ενημέρωσης των αιτούντων και παράδοσης του κοινού φυλλαδίου, που προβλέπονται στο άρθρο 4 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ και στο άρθρο 29 του κανονισμού Eurodac, και η υποχρέωση διενέργειας προσωπικής συνέντευξης, που προβλέπεται στο άρθρο 5 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ, ισχύουν όχι μόνο στο πλαίσιο της διαδικασίας προσδιορισμού του υπεύθυνου κράτους μέλους, η οποία διεξάγεται μετά την υποβολή της πρώτης αίτησης διεθνούς προστασίας σε κράτος μέλος, αλλά και στο πλαίσιο της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης. Η τελευταία αυτή διαδικασία διεξάγεται όταν ο αιτών άσυλο υποβάλλει αίτηση διεθνούς προστασίας –ή διαμένει– σε διάφορο κράτος μέλος και το δεύτερο αυτό κράτος μέλος προτίθεται να τον μεταφέρει στο πρώτο κράτος μέλος. |
64. |
Σε περίπτωση που θεωρηθεί ότι οι ανωτέρω υποχρεώσεις ισχύουν και στο πλαίσιο της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης, τα αιτούντα δικαστήρια ζητούν, επίσης, να διευκρινισθεί αν προσφυγή κατά απόφασης μεταφοράς μπορεί να στηριχθεί σε αιτίαση περί παράβασης των υποχρεώσεων αυτών, καθώς και ποιες συνέπειες έχει η εν λόγω παράβαση για την απόφαση μεταφοράς. |
65. |
Δεδομένου ότι το άρθρο 4 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ (1), το άρθρο 29 του κανονισμού Eurodac (2) και το άρθρο 5 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ (3) εγείρουν, το καθένα, συγκεκριμένα ζητήματα, είναι σκόπιμο να εξεταστούν διαδοχικά. |
1. Επί της υποχρέωσης ενημέρωσης την οποία προβλέπει το άρθρο 4 του κανονισμού Δουβλίνο III
66. |
Το ζήτημα αν οι υποχρεώσεις ενημέρωσης και παράδοσης του κοινού φυλλαδίου που προβλέπονται στο άρθρο 4 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ ισχύουν και στο πλαίσιο της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης εγείρεται ρητώς στο δεύτερο σκέλος του δεύτερου προδικαστικού ερωτήματος στην υπόθεση C-315/21· ωστόσο, σιωπηρώς, το ζήτημα αυτό είναι κρίσιμο και για τα προδικαστικά ερωτήματα που έχουν υποβληθεί στις υποθέσεις C-228/21 και C-328/21. Τούτο δε διότι τα ερωτήματα αυτά αφορούν τις συνέπειες που έχει η παράβαση των εν λόγω υποχρεώσεων για την απόφαση μεταφοράς στο πλαίσιο της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης, και τούτο βεβαίως προϋποθέτει τη δυνατότητα εφαρμογής των υποχρεώσεων αυτών. |
67. |
Αρχικά, θα περιγράψω τις διαφορές μεταξύ των διαδικασιών αναδοχής και εκ νέου ανάληψης, καθώς και τις διάφορες περιπτώσεις στις οποίες εφαρμόζεται η διαδικασία εκ νέου ανάληψης (α). Στη συνέχεια, θα αναλύσω γιατί η επίμαχη υποχρέωση ενημέρωσης ισχύει και στο πλαίσιο της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης (β). Τέλος, θα εξετάσω το ζήτημα αν η παράβαση της υποχρέωσης αυτής μπορεί να προβληθεί στο πλαίσιο προσφυγής κατά της απόφασης μεταφοράς και ποιες συνέπειες έχει η παράβαση αυτή (γ). |
α) Οι διαδικασίες αναδοχής και εκ νέου ανάληψης στο σύστημα του Δουβλίνου
68. |
Κατά το άρθρο 20, παράγραφος 1, του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ, η διαδικασία προσδιορισμού του υπεύθυνου κράτους μέλους κινείται μόλις υποβληθεί για πρώτη φορά σε κράτος μέλος αίτηση διεθνούς προστασίας. Εάν το κράτος μέλος αυτό θεωρεί ότι άλλο κράτος μέλος είναι υπεύθυνο, μπορεί να απευθύνει σε αυτό αίτημα αναδοχής του αιτούντος (άρθρο 18, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, σε συνδυασμό με το άρθρο 21, παράγραφος 1, του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ). |
69. |
Αντιθέτως, η διαδικασία εκ νέου ανάληψης, που προβλέπεται στα άρθρα 23 και 24 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ, εφαρμόζεται στα πρόσωπα τα οποία, μετά την υποβολή πρώτης αίτησης σε κράτος μέλος, μεταβαίνουν σε άλλο κράτος μέλος και υποβάλλουν εκεί νέα αίτηση ή διαμένουν εκεί χωρίς τίτλο διαμονής. Το δεύτερο αυτό κράτος μέλος μπορεί τότε να υποβάλει αίτημα εκ νέου ανάληψης στο κράτος μέλος το οποίο είχε προηγουμένως επιληφθεί της αίτησης. |
70. |
Στο πλαίσιο της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης, πρέπει να γίνει διάκριση μεταξύ δύο περιπτώσεων, τις οποίες μνημονεύει και το αιτούν δικαστήριο στην υπόθεση C-315/21: αφενός, η διαδικασία αυτή εφαρμόζεται στις περιπτώσεις προσώπων που έχουν υποβάλει αίτηση σε ένα πρώτο κράτος μέλος και στη συνέχεια εγκαταλείπουν το εν λόγω κράτος μέλος πριν ακόμα ολοκληρωθεί η διαδικασία προσδιορισμού του υπεύθυνου κράτους μέλους (άρθρο 20, παράγραφος 5, του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ). Στις υποθέσεις της κύριας δίκης, δεν συντρέχει τέτοια περίπτωση. |
71. |
Αφετέρου, η διαδικασία εκ νέου ανάληψης εφαρμόζεται στις περιπτώσεις προσώπων τα οποία, κατά τη διάρκεια της επί της ουσίας εξέτασης της αίτησής τους ή μετά την απόρριψή της από το υπεύθυνο κράτος μέλος, μεταβαίνουν σε άλλο κράτος μέλος και υποβάλλουν εκεί νέα αίτηση ή διαμένουν εκεί χωρίς τίτλο διαμονής (άρθρο 18, παράγραφος 1, στοιχεία βʹέως δʹ, του κανονισμούΔουβλίνο ΙΙΙ) ( 13 ). Οι περιστάσεις αυτές συντρέχουν στις υποθέσεις των κύριων δικών. |
β) Υποχρέωση ενημέρωσης σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού Δουβλίνο III ακόμη και στο πλαίσιο της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης
72. |
Το άρθρο 4, παράγραφος 1, του κανονισμού Δουβλίνο III προβλέπει ότι οι αρχές ενημερώνουν τους αιτούντες για την εφαρμογή του κανονισμού αυτού και για τις σχετικές πτυχές του «[μ]όλις υποβληθεί σε κράτος μέλος αίτηση διεθνούς προστασίας κατά την έννοια του άρθρου 20 παράγραφος 2». Οι σχετικές πληροφορίες περιλαμβάνονται σε κοινό φυλλάδιο, το οποίο έχει καταρτίσει η Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 4, παράγραφοι 2 και 3, του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ, και το έχει περιλάβει στον εκτελεστικό κανονισμό 118/2014. |
73. |
Ακολούθως, θα εξετάσω, κατ’ αρχάς, το γράμμα και την οικονομία (1), στη συνέχεια, την έννοια και τον σκοπό του άρθρου 4 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ (2) και, τέλος, την περίπτωση κατά την οποία δεν υποβάλλεται νέα αίτηση στο δεύτερο κράτος μέλος (3). |
1) Το γράμμα και η οικονομία του άρθρου 4 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ
74. |
Από το γράμμα του άρθρου 4, παράγραφος 1, του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ προκύπτει ότι, όσον αφορά την υποχρέωση ενημέρωσης, καμία διάκριση δεν γίνεται μεταξύ πρώτης και περαιτέρω αιτήσεων διεθνούς προστασίας και/ή μεταξύ της διαδικασίας αναδοχής και της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης. |
75. |
Το άρθρο 20 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ φέρει μεν τον τίτλο «Κίνηση της διαδικασίας» και προβλέπει, στην παράγραφο 1, ότι η διαδικασία προσδιορισμού του υπεύθυνου κράτους μέλους κινείται μόλις υποβληθεί για πρώτη φορά ( 14 )αίτηση διεθνούς προστασίας σε κράτος μέλος. Ωστόσο, στη συνέχεια, η παράγραφος 2 της διάταξης αυτής ρυθμίζει κατά τρόπο πολύ γενικό το ζήτημα πότε μια αίτηση διεθνούς προστασίας (όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 2, στοιχείο βʹ, του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ και στο άρθρο 2, στοιχείο ηʹ, της οδηγίας για την αναγνώριση) θεωρείται υποβληθείσα και δεν αναφέρεται αποκλειστικά και μόνο στην πρώτη αίτηση. Τούτο προκύπτει και από το άρθρο 23, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ, το οποίο παραπέμπει στο άρθρο 20, παράγραφος 2. Το άρθρο 23 εφαρμόζεται όμως μόνο στις περιπτώσεις υποβολής νέας αίτησης διεθνούς προστασίας και, επομένως, δεν εφαρμόζεται στις περιπτώσεις υποβολής πρώτης αίτησης. |
76. |
Από απόψεως οικονομίας, το άρθρο 4 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ περιλαμβάνεται στο κεφάλαιο II του κανονισμού αυτού, το οποίο φέρει τον τίτλο «Γενικές αρχές και εγγυήσεις». Συνεπώς, οι διατάξεις του άρθρου αυτού ισχύουν για όλο το πεδίο εφαρμογής του εν λόγω κανονισμού και όχι μόνο για ένα συγκεκριμένο είδος διαδικασίας. |
2) Η έννοια και ο σκοπός του άρθρου 4 του κανονισμού Δουβλίνο III
77. |
Όσον αφορά τον σκοπό της υποχρέωσης ενημέρωσης, η Επιτροπή και η Ιταλία αντιτείνουν ότι, κατά την αιτιολογική σκέψη 18 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ, η υποχρέωση αυτή αποσκοπεί στη διευκόλυνση του προσδιορισμού του κράτους μέλους το οποίο είναι υπεύθυνο για την επί της ουσίας εξέταση των αιτήσεων διεθνούς προστασίας. Ωστόσο, η διαδικασία εκ νέου ανάληψης εφαρμόζεται κυρίως στις περιπτώσεις στις οποίες το υπεύθυνο κράτος μέλος έχει ήδη προσδιορισθεί. Επομένως, στο πλαίσιο της διαδικασίας αυτής, δεν απαιτείται πλέον να γνωστοποιούνται όλα τα στοιχεία που αφορούν τον προσδιορισμό του υπεύθυνου κράτους μέλους. Αντιθέτως, πρέπει να αρκεί το να ενημερώνονται οι ενδιαφερόμενοι σχετικά με τα στοιχεία τα οποία εξακολουθούν να μπορούν να προβάλλουν και σε αυτό το στάδιο της διαδικασίας. Η Επιτροπή και η Ιταλία στηρίζουν τον εν λόγω ισχυρισμό ιδίως στην απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση H. και R. (στο εξής: απόφαση H. και R.) ( 15 ). |
78. |
Ορθώς υποστηρίζουν η Επιτροπή και η Ιταλία ότι, στις περιπτώσεις που ρυθμίζονται από το άρθρο 18, παράγραφος 1, στοιχεία βʹέως δʹ, του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ (σημείο 71 των παρουσών προτάσεων), η διαδικασία προσδιορισμού του υπεύθυνου κράτους μέλους έχει ήδη ολοκληρωθεί και ότι το εν λόγω κράτος μέλος έχει αρχίσει ή έχει μάλιστα ήδη ολοκληρώσει την εξέταση της αίτησης επί της ουσίας. Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο έκρινε, στην απόφαση H. και R. ότι, στην περίπτωση αυτή, δεν χρειάζεται να εφαρμόζονται εκ νέου οι κανόνες που διέπουν τη διαδικασία προσδιορισμού της ευθύνης ( 16 ). |
79. |
Ακόμη και στην περίπτωση που ρυθμίζεται από το άρθρο 20, παράγραφος 5, του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ (σημείο 70 των παρουσών προτάσεων), όταν εκκρεμεί η εξέταση της ευθύνης στο κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα, το αιτούν κράτος μέλος δεν υποχρεούται, κατ’ αρχήν, να εξετάζει αν το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα είναι υπεύθυνο. Αντιθέτως, οφείλει μόνο να εξετάζει αν πληρούνται τα κριτήρια του άρθρου 20, παράγραφος 5, δηλαδή αν έχει υποβληθεί πρώτη αίτηση στο κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα και αν το κράτος αυτό έχει κινήσει, αλλά δεν έχει ακόμα ολοκληρώσει, τη διαδικασία προσδιορισμού του υπεύθυνου κράτους μέλους ( 17 ). |
80. |
Ωστόσο, τούτο δεν αποκλείει το να εξακολουθούν να πρέπει να ληφθούν υπόψη ορισμένα κριτήρια ευθύνης ακόμη και στο πλαίσιο της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης. Όπως θα εκθέσω λεπτομερέστερα κατωτέρω και όπως αναγνωρίζουν επίσης η Επιτροπή και η Ιταλία, το Δικαστήριο έχει ήδη ρητώς διατυπώσει τέτοια κρίση όσον αφορά ορισμένα κριτήρια ευθύνης. Επιπλέον, η υποχρέωση ενημέρωσης που προβλέπεται στο άρθρο 4 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ περικλείει όχι μόνον τα κριτήρια προσδιορισμού του υπεύθυνου κράτους μέλους, αλλά και γενικές πληροφορίες σχετικά με τη λειτουργία του συστήματος του Δουβλίνου. Όλες οι πληροφορίες αυτές περιλαμβάνονται στο κοινό φυλλάδιο. Υπό το πρίσμα αυτό, η υποχρέωση επιλεκτικής μόνο ενημέρωσης στη διαδικασία εκ νέου ανάληψης, όπως προτείνεται από την Επιτροπή και την Ιταλία, δεν φαίνεται να συνάδει με τους σκοπούς του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ (i) και είναι δυσχερώς εφαρμόσιμη στην πράξη (ii). |
i) Η κρισιμότητα των πληροφοριών που περιλαμβάνονται στο κοινό φυλλάδιο για τους αιτούντες στο πλαίσιο της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης
– Τα κριτήρια ευθύνης που εξακολουθούν να πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και στο πλαίσιο της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης
81. |
Στο πλαίσιο της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης, το αιτούν κράτος μέλος δεν οφείλει πλέον να εξετάζει αυτεπαγγέλτως τα κριτήρια προσδιορισμού του υπεύθυνου κράτους μέλους που προβλέπονται στο κεφάλαιο III του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ ( 18 ). Ωστόσο, τούτο δεν σημαίνει ότι μπορεί να αγνοεί τα στοιχεία που προσκομίζει ο αιτών και τα οποία μπορεί να συνηγορούν, ακόμη και στο στάδιο αυτό, υπέρ της μη πραγματοποίησης της μεταφοράς στο κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα. Επομένως, επιβάλλεται, ακόμη και στο πλαίσιο της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης, να ενημερώνονται οι αιτούντες, μέσω του κοινού φυλλαδίου, σχετικά με τη δυνατότητα παράθεσης τέτοιων στοιχείων. |
82. |
Τούτο ισχύει ιδίως για τη μετάθεση της ευθύνης στο αιτούν κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 19 ( 19 ), το άρθρο 23, παράγραφος 3 ( 20 ), και το άρθρο 29, παράγραφος 2 ( 21 ), του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ, για τις συστημικές ελλείψεις στο κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα (άρθρο 3, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο ( 22 )) ή, σε ειδικές περιπτώσεις που αφορούν την κατάσταση της υγείας των αιτούντων, για τον κίνδυνο απάνθρωπης μεταχείρισης από τη μεταφορά στο ίδιο το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα ( 23 ). Επιπλέον, στις περιπτώσεις που ο αιτών έχει εγκαταλείψει το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα πριν ακόμα ολοκληρωθεί η διαδικασία προσδιορισμού του υπεύθυνου κράτους μέλους (άρθρο 20, παράγραφος 5, σημείο 70 των παρουσών προτάσεων), μπορεί, κατά το Δικαστήριο, να προβληθεί ακόμη και στο πλαίσιο της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης ότι, βάσει των κριτηρίων που προβλέπονται στα άρθρα 8 έως 10, το αιτούν κράτος μέλος είναι, στην πραγματικότητα, το υπεύθυνο κράτος μέλος ( 24 ). |
83. |
Επιπλέον, στο πλαίσιο της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης [τόσο στις περιπτώσεις που ρυθμίζονται από το άρθρο 20, παράγραφος 5 (σημείο 70των παρουσών προτάσεων) όσο και στις περιπτώσεις που ρυθμίζονται από το άρθρο 18, παράγραφος 1, στοιχεία βʹέως δʹ, του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ (σημείο 71 των παρουσών προτάσεων)], οι αιτούντες μπορούν ιδίως να προσκομίζουν στοιχεία που αποδεικνύουν την παρουσία, στο έδαφος του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα, μελών της οικογένειας, συγγενών ή οποιωνδήποτε άλλων προσώπων με τα οποία ο αιτών έχει σχέση, τα οποία μπορούν να έχουν ως συνέπεια την εφαρμογή των κριτηρίων των άρθρων 8, 10 και 16 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ. Κατά το άρθρο 7, παράγραφος 3, τα κράτη μέλη οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη τα στοιχεία αυτά, εφόσον προσκομίζονται πριν άλλο κράτος μέλος αποδεχθεί το αίτημα αναδοχής ή εκ νέου ανάληψης ( 25 ) του ενδιαφερόμενου προσώπου, σύμφωνα με το άρθρα 22 και 25 ( 26 ) αντίστοιχα, και εφόσον οι προηγούμενες αιτήσεις διεθνούς προστασίας του αιτούντος δεν έχουν αποτελέσει ακόμα αντικείμενο πρώτης απόφασης επί της ουσίας. |
84. |
Επομένως, το άρθρο 7, παράγραφος 3, του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ, όπως προκύπτει από το γράμμα και τον σκοπό του, έχει εφαρμογή και στη διαδικασία εκ νέου ανάληψης. Εξ όσων προκύπτουν, τούτο δεν αμφισβητήθηκε στην απόφαση H. και R., καθώς το Δικαστήριο δεν εξέτασε, στην εν λόγω απόφαση, τη διάταξη αυτή. |
85. |
Ακόμη και το κοινό φυλλάδιο επισημαίνει ρητώς ότι οι αιτούντες πρέπει να γνωστοποιούν στις αρχές εάν έχουν μέλη της οικογένειάς τους σε άλλη χώρα του Δουβλίνου, «προτού εκδοθεί η πρώτη απόφαση για την αίτηση ασύλου» τους ( 27 ), χωρίς να παρέχει τη δυνατότητα αυτή μόνο στο πλαίσιο της διαδικασίας αναδοχής. |
86. |
Τούτο είναι εξάλλου και λογικό. |
87. |
Ο κανονισμός Δουβλίνο ΙΙΙ αποσκοπεί βεβαίως στον ταχύ προσδιορισμό του υπεύθυνου κράτους μέλους και, ως εκ τούτου, στην έγκαιρη εξέταση των αιτήσεων ασύλου ( 28 ). Ως εκ τούτου, οι αιτήσεις ασύλου είναι δυνατόν να εξετάζονται από κράτος μέλος διαφορετικό από αυτό που είναι υπεύθυνο βάσει των κριτηρίων του κεφαλαίου III του εν λόγω κανονισμού ( 29 ). Τούτο δεν αποτελεί πρόβλημα, διότι πρέπει να τεκμαίρεται ότι η μεταχείριση των αιτούντων διεθνή προστασία σε κάθε κράτος μέλος είναι σύμφωνη με τις απαιτήσεις του Χάρτη, καθώς και της Σύμβασης της Γενεύης για το καθεστώς των προσφύγων ( 30 ) και της ΕΣΔΑ ( 31 ). Επίσης, χάρη στην εναρμόνιση σε επίπεδο δικαίου της Ένωσης, τα κράτη μέλη εξετάζουν τις αιτήσεις ασύλου σε μεγάλο βαθμό βάσει των ίδιων κανόνων ( 32 ). Κατά συνέπεια, μετά τον αρχικό προσδιορισμό της, η ευθύνη, κατ’ αρχήν, δεν πρέπει πλέον να αμφισβητείται. |
88. |
Ωστόσο, λαμβανομένης υπόψη της σημασίας του δικαιώματος στην προστασία της οικογενειακής ζωής, επιβάλλεται παρέκκλιση από την αρχή αυτή όταν, σύμφωνα με το άρθρο 7, παράγραφος 3, του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ, προσκομίζονται στοιχεία από τα οποία συνάγεται η παρουσία μελών της οικογένειας του αιτούντος σε κράτος μέλος διαφορετικό από αρχικώς ορισθέν ως υπεύθυνο. |
89. |
Συγκεκριμένα, η ανωτέρω διάταξη λαμβάνει υπόψη το δικαίωμα στην προστασία της οικογενειακής ζωής. Όπως εκτίθεται στην πρόταση της Επιτροπής για την έκδοση του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ, η διάταξη αυτή αποσκοπεί στην ενίσχυση του δικαιώματος οικογενειακής επανένωσης και στην αποτροπή της μεταφοράς αιτούντος προς κράτος μέλος παρά το γεγονός ότι, για λόγους ενότητας της οικογένειας, άλλο κράτος μέλος είναι υπεύθυνο ( 33 ). Οι αιτιολογικές σκέψεις 14 έως 16 του κανονισμού Δουβλίνο III επιβεβαιώνουν τη σημασία του σεβασμού της οικογενειακής ζωής κατά την εφαρμογή του κανονισμού αυτού. Συγκεκριμένα, επισημαίνεται ότι η κοινή εξέταση των αιτήσεων διεθνούς προστασίας των μελών μιας οικογένειας από το ίδιο κράτος μέλος αποτελεί μέτρο που επιτρέπει να εξασφαλισθεί, μεταξύ άλλων, η συνοχή των αποφάσεων που λαμβάνονται σε σχέση με τις αιτήσεις αυτές, καθώς και να αποφευχθεί ο χωρισμός των μελών μιας οικογένειας. |
90. |
Επομένως, η ενημέρωση των αιτούντων στο πλαίσιο της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης μέσω του κοινού φυλλαδίου αποσκοπεί επίσης –και ακριβώς– στην προστασία του δικαιώματός τους στην οικογενειακή ζωή. |
– Γενικές πληροφορίες για το σύστημα του Δουβλίνου
91. |
Επιπλέον, η μη παράδοση του κοινού φυλλαδίου στο πλαίσιο της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης θα αντέβαινε στους σκοπούς του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ. Συγκεκριμένα, ο κανονισμός αυτός απηχεί τη μέριμνα να ενισχυθούν τα δικαιώματα των αιτούντων, να συμμετέχουν κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο στη διαδικασία προσδιορισμού του υπεύθυνου κράτους μέλους ( 34 ) και να ενημερώνονται για τη λειτουργία του συστήματος του Δουβλίνου, προκειμένου να αποφεύγονται οι δευτερογενείς μετακινήσεις ( 35 ). |
92. |
Επομένως, η υποχρέωση ενημέρωσης που προβλέπεται στο άρθρο 4, παράγραφος 1, του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ δεν αφορά αποκλειστικά τα κριτήρια προσδιορισμού του υπεύθυνου κράτους μέλους (στοιχείο βʹ). Αντιθέτως, εκτείνεται, επίσης, στην εν γένει οικονομία του συστήματος του Δουβλίνου, περικλείοντας, ειδικότερα, τις συνέπειες της υποβολής άλλης αίτησης σε διαφορετικό κράτος μέλος, καθώς και τις συνέπειες της μετακίνησης από ένα κράτος μέλος σε άλλο, την προσωπική συνέντευξη κατά το άρθρο 5 και τη δυνατότητα υποβολής πληροφοριών σχετικά με την παρουσία στα κράτη μέλη μελών της οικογένειας, καθώς και προσβολής της απόφασης μεταφοράς (στοιχεία αʹ, γʹκαι δʹ). |
93. |
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι είναι εύλογο να κοινοποιούνται στους ενδιαφερομένους οι γενικές αυτές πληροφορίες σχετικά με το σύστημα του Δουβλίνου ακόμη και στο πλαίσιο της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης. Εξάλλου, το κοινό φυλλάδιο περιέχει ρητή επισήμανση προς τους αιτούντες σχετικά με τη διαδικασία εκ νέου ανάληψης: «Αν έχετε ήδη υποβάλει αίτηση ασύλου σε άλλη χώρα του Δουβλίνου, διαφορετική από τη χώρα στην οποία βρίσκεστε τώρα, θα ζητήσουμε από αυτή τη χώρα να σας“ πάρει πάλι ”» ( 36 ). Επομένως, δεν υπάρχει ούτε λόγος ανησυχίας ότι η εκ νέου παράδοση του φυλλαδίου στο πλαίσιο της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης θα μπορούσε να δημιουργήσει στους αιτούντες την εσφαλμένη εντύπωση ότι το αιτούν κράτος μέλος θα προβεί σε κάθε περίπτωση, με δική του πρωτοβουλία, σε εκ νέου προσδιορισμό του υπεύθυνου κράτους μέλους. |
ii) Πρακτικά ζητήματα
94. |
Επιπλέον, η επιλεκτική ενημέρωση των αιτούντων, όπως προτείνεται από την Επιτροπή και την Ιταλία, φαίνεται δυσχερώς εφαρμόσιμη, επειδή υπάρχει μόνον ένα κοινό φυλλάδιο. Επίσης, μπορεί μην είναι άμεσα σαφές για τις διοικητικές αρχές του δεύτερου κράτους μέλους (ιδίως πριν από την έρευνα στο σύστημα Eurodac, βλ., συναφώς, σημεία 115 και 116 των παρουσών προτάσεων) σε ποια κατάσταση ακριβώς βρίσκεται ο αιτών και, ως εκ τούτου, ποια στοιχεία μπορεί ακόμη να επικαλεστεί. Αντιθέτως, η συστηματική κοινοποίηση του κοινού φυλλαδίου στο πλαίσιο της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης αποτελεί μια σαφή, απλή και νομικά ασφαλή λύση που διασφαλίζει ότι όλοι οι αιτούντες θα λάβουν σε κάθε περίπτωση –εν ανάγκη, εκ νέου– όλες τις πληροφορίες που αφορούν την αντίστοιχη κατάστασή τους. |
95. |
Βεβαίως, γενικά, πρέπει να θεωρείται δεδομένο ότι ο αιτών που υποβάλλει αίτηση διεθνούς προστασίας σε δεύτερο κράτος μέλος έχει λάβει ήδη το κοινό φυλλάδιο κατά τον χρόνο υποβολής της πρώτης του αίτησης στο πρώτο κράτος μέλος. Ωστόσο, δεν μπορεί να αποκλεισθεί το ενδεχόμενο να έχει τούτο λησμονηθεί σε μεμονωμένες περιπτώσεις ή να είναι χρήσιμη η υπόμνηση των πληροφοριών αυτών. Σε κάθε περίπτωση, θα είναι, κατά κανόνα, δύσκολο για τις αρχές του δεύτερου κράτους μέλους να εξακριβώσουν αν οι αιτούντες έχουν ήδη λάβει το φυλλάδιο. |
96. |
Τέλος, η υποχρέωση (ενδεχομένως εκ νέου) παράδοσης του κοινού φυλλαδίου στο πλαίσιο της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης δεν συνεπάγεται δυσανάλογη επιβάρυνση για το αιτούν κράτος μέλος. Τούτο δε διότι το κράτος αυτό οφείλει σε κάθε περίπτωση να διαθέτει το κοινό φυλλάδιο σε όλες τις γλωσσικές αποδόσεις, προκειμένου να το διανέμει στους αιτούντες που υποβάλλουν στις αρχές του την πρώτη τους αίτηση διεθνούς προστασίας. |
3) Υποχρέωση ενημέρωσης ακόμη και αν δεν έχει υποβληθεί νέα αίτηση στο δεύτερο κράτος μέλος;
97. |
Χάριν πληρότητας, πρέπει να επισημανθεί ότι η διαδικασία εκ νέου ανάληψης δεν εφαρμόζεται μόνο στις περιπτώσεις στις οποίες ο αιτών, μετά την υποβολή αίτησης διεθνούς προστασίας σε ένα πρώτο κράτος μέλος, υποβάλλει τέτοια αίτηση σε άλλο κράτος μέλος. Αντιθέτως, η διαδικασία εκ νέου ανάληψης εφαρμόζεται και στις περιπτώσεις στις οποίες ο αιτών, μετά την υποβολή πρώτης αίτησης σε ένα κράτος μέλος, μετακινείται σε άλλο κράτος μέλος και διαμένει εκεί χωρίς τίτλο διαμονής και χωρίς να υποβάλει νέα αίτηση (άρθρο 24, σε συνδυασμό με το άρθρο 20, παράγραφος 5, και το άρθρο 18, παράγραφος 1, στοιχεία βʹέως δʹ, του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ). |
98. |
Κατά το αιτούν δικαστήριο, τέτοια περίπτωση συντρέχει στην κύρια δίκη της υπόθεσης C-328/21. Ο GE, που είναι ο ενδιαφερόμενος στην υπόθεση αυτή, αντιτείνει ότι έχει χαρακτηρισθεί ως παράνομα διαμένων απλώς και μόνον επειδή οι ιταλικές αρχές δεν εξέτασαν προσηκόντως την αίτησή του για διεθνή προστασία. Στο αιτούν δικαστήριο εναπόκειται να κρίνει κατά πόσον τούτο ευσταθεί, αλλά πάντως οι απαιτήσεις ως προς την ύπαρξη αίτησης διεθνούς προστασίας δεν πρέπει να ερμηνεύονται πολύ αυστηρά και τυπολατρικά ( 37 ). |
99. |
Κατά τη διατύπωση του άρθρου 4, παράγραφος 1, του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ, η υποχρέωση παροχής των εκεί μνημονευόμενων πληροφοριών υφίσταται μόνο «[μ]όλις υποβληθεί σε κράτος μέλος αίτηση διεθνούς προστασίας κατά την έννοια του άρθρου 20 παράγραφος 2». Συνεπώς, δεν εκτείνεται και στις περιπτώσεις στις οποίες ο αιτών, μετά την υποβολή πρώτης αίτησης σε κράτος μέλος, μεταβαίνει σε άλλο κράτος μέλος και απλώς διαμένει εκεί χωρίς τίτλο διαμονής και χωρίς να υποβάλει νέα αίτηση. |
100. |
Υπό το πρίσμα των προεκτεθέντων, η παράδοση του φυλλαδίου, το οποίο εξηγεί τη λειτουργία του συστήματος του Δουβλίνου, φαίνεται βεβαίως χρήσιμη και στις περιπτώσεις αυτές. Θα μπορούσε, ιδίως, να βοηθήσει τους ενδιαφερομένους να καταστήσουν σαφές στις αρχές κατά πόσον επιθυμούν να υποβάλουν αίτηση διεθνούς προστασίας. Ωστόσο, το να παραδίδουν τα κράτη μέλη το φυλλάδιο ακόμη και σε αυτήν την περίπτωση θα αποτελούσε απλώς ορθή διοικητική πρακτική, την οποία τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν χωρίς να είναι τυπικά υποχρεωμένα να το πράξουν βάσει του άρθρου 4 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ. |
4) Ενδιάμεσο συμπέρασμα
101. |
Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι το άρθρο 4 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ έχει την έννοια ότι η υποχρέωση παροχής των πληροφοριών που μνημονεύονται στο άρθρο αυτό υφίσταται τόσο στις περιπτώσεις που ρυθμίζονται από το άρθρο 20, παράγραφος 1, και το άρθρου 18, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, όσο και στις περιπτώσεις που ρυθμίζονται από το άρθρο 20, παράγραφος 5, και το άρθρο 18, παράγραφος 1, στοιχεία βʹ, έως δʹ, του εν λόγω κανονισμού, αφ’ ης στιγμής έχει υποβληθεί σε κράτος μέλος αίτηση διεθνούς προστασίας κατά την έννοια του άρθρου 20, παράγραφος 2. |
γ) Συνέπειες της παράβασης της υποχρέωσης ενημέρωσης σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού Δουβλίνο III στο πλαίσιο της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης
102. |
Με τα προδικαστικά ερωτήματά τους στις υποθέσεις C-228/21 και C‑328/21, καθώς και με το πρώτο και το δεύτερο προδικαστικό ερώτημα στην υπόθεση C-315/21, τα αιτούντα δικαστήρια, αφενός, ζητούν να διευκρινισθεί αν παραβάσεις της υποχρέωσης ενημέρωσης που απορρέει από το άρθρο 4 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ μπορούν να προβάλλονται κατά τη διαδικασία εκ νέου ανάληψης στο πλαίσιο προσφυγής κατά της απόφασης μεταφοράς (α). Αφετέρου, διερωτώνται αν οι εν λόγω παραβάσεις πρέπει, αφεαυτών, να συνεπάγονται την ακύρωση της απόφασης αυτής ή αν ο αρμόδιος δικαστής πρέπει να εξετάζει κατά περίπτωση κατά πόσον οι εν λόγω παραβάσεις επηρέασαν το περιεχόμενό της (β). |
1) Δυνατότητα προβολής παράβασης του άρθρου 4 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ στο πλαίσιο προσφυγής κατά απόφασης μεταφοράς κατά τη διαδικασία εκ νέου ανάληψης
103. |
Το ερώτημα αν οι παραβάσεις του άρθρου 4 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ μπορούν να προβάλλονται στο πλαίσιο προσφυγής κατά απόφασης μεταφοράς πρέπει να απαντηθεί καταφατικά. Πράγματι, το Δικαστήριο έχει ήδη αποφανθεί ότι η προβλεπόμενη στο άρθρο 27, παράγραφος 1, του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ προσφυγή κατά απόφασης μεταφοράς πρέπει να μπορεί να αφορά την εξέταση της εφαρμογής του εν λόγω κανονισμού, περιλαμβανομένης και της τήρησης των διαδικαστικών εγγυήσεων τις οποίες προβλέπει ο εν λόγω κανονισμός ( 38 ). |
104. |
Αντιθέτως, δεν μπορεί να γίνει δεκτή η άποψη της Επιτροπής ότι οι παραβάσεις της υποχρέωσης ενημέρωσης μπορούν να προβάλλονται μόνον αν έχουν αντίκτυπο στο περιεχόμενο της απόφασης μεταφοράς. Συγκεκριμένα, τούτο θα προκαλούσε σύγχυση μεταξύ της εξέτασης του παραδεκτού της προσφυγής κατά της απόφασης μεταφοράς και της εξέτασης του βασίμου της. |
2) Οι συνέπειες των παραβάσεων του άρθρου 4 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ για την απόφαση μεταφοράς
105. |
Ωστόσο, αντιθέτως προς την άποψη που εξέφρασε ο GE στο πλαίσιο της υπόθεσης C-328/21, η δυνατότητα προβολής παραβάσεων του άρθρου 4 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ δεν συνεπάγεται κατ’ ανάγκην ότι η απόφαση μεταφοράς πρέπει να ακυρωθεί και ότι η ευθύνη για την εξέταση της αίτησης μετατίθεται στο αιτούν κράτος μέλος. Κατά τον GE, η εν λόγω συνέπεια πρέπει να επέρχεται τόσο στις περιπτώσεις παραβάσεων του άρθρου 4 όσο και στις περιπτώσεις παραβάσεων των κανόνων για τις προθεσμίες που ισχύουν στο πλαίσιο των διαδικασιών αναδοχής, εκ νέου ανάληψης και μεταφοράς βάσει του άρθρου 21, παράγραφος 1, τρίτο εδάφιο, του άρθρου 23, παράγραφος 3, του άρθρου 24, παράγραφος 3, και του άρθρου 29, παράγραφος 2, του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ. |
106. |
Ωστόσο, τέτοια ακριβώς έννομη συνέπεια δεν προβλέπεται στο άρθρο 4 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ. Αντιθέτως, ο κανονισμός αυτός δεν προβλέπει έννομες συνέπειες συναφώς. Στην περίπτωση αυτή, οι έννομες συνέπειες καθορίζονται από το εθνικό δίκαιο, τηρουμένων των αρχών της ισοδυναμίας και της αποτελεσματικότητας από τα κράτη μέλη. Ειδικότερα, οι κανόνες του εθνικού δικαίου πρέπει να μη θέτουν σε κίνδυνο την πρακτική αποτελεσματικότητα του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ ( 39 ). |
107. |
Ο κανόνας τον οποίον τα κράτη μέλη οφείλουν, βάσει του δικαίου της Ένωσης, να τηρούν στο πλαίσιο αυτό προκύπτει από τη νομολογία σχετικά με την προσβολή των δικαιωμάτων άμυνας. Προσβολή των δικαιωμάτων άμυνας, και ειδικότερα του δικαιώματος ακρόασης, συνεπάγεται την ακύρωση της απόφασης που εκδόθηκε κατά το πέρας της σχετικής διοικητικής διαδικασίας μόνο στην περίπτωση που, αν δεν υπήρχε η πλημμέλεια αυτή, η εν λόγω διαδικασία θα μπορούσε να καταλήξει σε διαφορετικό αποτέλεσμα ( 40 ). |
108. |
Όπως μόλις εκτέθηκε, η υποχρέωση ενημέρωσης που προβλέπεται στο άρθρο 4 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ αποσκοπεί στην ενημέρωση των ενδιαφερομένων σχετικά με τη λειτουργία του συστήματος του Δουβλίνου και σχετικά με τα δικαιώματά τους εντός του συστήματος αυτού. Με την ενημέρωση αυτή πρέπει, ειδικότερα, να μπορούν να πληροφορηθούν, στο πλαίσιο της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης, μεταξύ άλλων, ότι μπορούν να αντιταχθούν, με ορισμένα επιχειρήματα, στη μεταφορά τους στο κράτος μέλος που εξετάζει την ευθύνη ή στο υπεύθυνο κράτος μέλος. |
109. |
Εντούτοις, η μη κοινοποίηση των πληροφοριών αυτών στους ενδιαφερομένους δεν αρκεί για να θεωρηθεί ότι η απόφαση μεταφοράς ενέχει κατ’ ανάγκην πλημμέλεια και ότι πρέπει, ως εκ τούτου, να ακυρωθεί. Συγκεκριμένα, όπως υποστηρίζει η Γερμανία, η εν λόγω παράλειψη παράδοσης του φυλλαδίου μπορεί να αντισταθμιστεί στη συνέχεια της διαδικασίας, συγκεκριμένα στο πλαίσιο της προσωπικής συνέντευξης (βλ., επ’ αυτού, άρθρο 4, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ) Πράγματι, οι κρίσιμες πληροφορίες –ιδίως όσον αφορά την παρουσία μελών της οικογένειας στο αιτούν κράτος μέλος ή σε τρίτο κράτος μέλος–, οι οποίες θα μπορούσαν ενδεχομένως να καταστήσουν εφαρμοστέα τα άρθρα 8, 10 ή 16 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ, μπορούν να ζητηθούν στο πλαίσιο της προσωπικής συνέντευξης. Επίσης, στο πλαίσιο της συνέντευξης αυτής πρέπει να μπορούν να ζητηθούν ή να ανακύψουν στοιχεία που υποδηλώνουν κίνδυνο παράβασης του άρθρου 4 του Χάρτη στο κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα ή λόγω της μεταφοράς στο κράτος αυτό. |
110. |
Επομένως, για να συνεπάγεται η μη παράδοση του φυλλαδίου την ακύρωση της απόφασης μεταφοράς πρέπει να αποδεικνύεται ότι στην προσωπική συνέντευξη δεν κατέστη δυνατόν να προβληθεί στοιχείο το οποίο θα μπορούσε να αποτελέσει λόγο μη πραγματοποίησης της μεταφοράς στο κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα, επειδή ο ενδιαφερόμενος δεν έλαβε το κοινό φυλλάδιο και, ως εκ τούτου, δεν γνώριζε την κρισιμότητά του. Επιπλέον, πρέπει να είναι αδύνατον να θεραπευθεί η διαδικαστική πλημμέλεια στο πλαίσιο της δικαστικής διαδικασίας (βλ., σχετικώς, ακολούθως, σημείο 141). |
111. |
Ωστόσο, όπως υποστηρίζει η Γερμανία, δεν μπορεί να φέρει μόνον ο αιτών το βάρος της απόδειξης των συνεπειών μιας διαδικαστικής πλημμέλειας της αρμόδιας αρχής του αιτούντος κράτους μέλους. Αντιθέτως, το δικαστήριο που έχει επιληφθεί της προσφυγής κατά της απόφασης μεταφοράς πρέπει να εξετάζει αν, υπό το πρίσμα των ιδιαίτερων πραγματικών και νομικών περιστάσεων της συγκεκριμένης υπόθεσης, η επίμαχη διαδικασία εκ νέου ανάληψης θα μπορούσε, αν δεν είχε υπάρξει η εν λόγω πλημμέλεια, να έχει διαφορετική έκβαση λόγω του ότι οι συγκεκριμένοι υπήκοοι τρίτων χωρών θα είχαν μπορέσει να υπερασπιστούν καλύτερα τον εαυτό τους και να προβάλουν στοιχεία ικανά να επηρεάσουν το περιεχόμενο της απόφασης μεταφοράς ( 41 ). |
112. |
Στην υπόθεση C-328/21, το αιτούν δικαστήριο, με το πρώτο προδικαστικό ερώτημά του, ζητεί γενικότερα να διευκρινισθούν οι έννομες συνέπειες της παράβασης του άρθρου 4 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ επί της απόφασης μεταφοράς, χωρίς να αναφέρει την άσκηση προσφυγής. Ωστόσο, ανεξαρτήτως του δικαστικού ελέγχου, η μη παράδοση του φυλλαδίου δεν μπορεί να συνεπάγεται αυτοδικαίως την ακυρότητα της απόφασης μεταφοράς. Κατά το άρθρο 26, παράγραφος 2, η απόφαση αυτή πρέπει όμως να περιέχει πληροφορίες για τα διαθέσιμα ένδικα βοηθήματα. Κατά την παράγραφο 3 του άρθρου αυτού, αν ο ενδιαφερόμενος δεν επικουρείται από νομικό σύμβουλο, το κράτος μέλος οφείλει να τον ενημερώσει, σε γλώσσα την οποία κατανοεί, όχι μόνο για τα διαθέσιμα ένδικα βοηθήματα, αλλά και για τα κύρια στοιχεία της απόφασης. Η ενημέρωση αυτή μπορεί να είναι αποτελεσματική μόνον αν ο ενδιαφερόμενος λαμβάνει (το αργότερο) στο πλαίσιο αυτό, επίσης, τις πληροφορίες που περιέχονται στο κοινό φυλλάδιο. |
3) Ενδιάμεσο συμπέρασμα
113. |
Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι οι παραβάσεις του άρθρου 4 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ μπορούν να προβάλλονται στο πλαίσιο προσφυγής κατά απόφασης μεταφοράς κατά τη διαδικασία εκ νέου ανάληψης. Ωστόσο, οι παραβάσεις αυτές μπορούν να έχουν ως συνέπεια την ακύρωση της απόφασης μεταφοράς μόνον εφόσον, λόγω της παράλειψης παροχής των πληροφοριών που μνημονεύονται στην εν λόγω διάταξη, δεν κατέστη δυνατόν να προβληθεί στοιχείο το οποίο θα μπορούσε να αποτελέσει λόγο μη πραγματοποίησης της μεταφοράς στο κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα και εφόσον η πλημμέλεια αυτή δεν μπορεί να θεραπευθεί στο πλαίσιο της διαδικασίας δικαστικού ελέγχου της απόφασης αυτής σύμφωνα με το άρθρο 27. |
2. Επί της υποχρέωσης ενημέρωσης που προβλέπεται στο άρθρο 29 του κανονισμού Eurodac
114. |
Στην υπόθεση C-328/21, το αιτούν δικαστήριο ζητεί να διευκρινισθούν οι έννομες συνέπειες τις οποίες έχει για την απόφαση μεταφοράς η παράβαση της υποχρέωσης παράδοσης του φυλλαδίου που προβλέπεται στο άρθρο 29 του κανονισμού Eurodac. |
115. |
Προκειμένου να διασφαλισθεί η εφαρμογή του συστήματος του Δουβλίνου, ο κανονισμός Eurodac προβλέπει τη δημιουργία βάσης δεδομένων η οποία περιέχει πληροφορίες, ιδίως δακτυλικά αποτυπώματα, σχετικά με τους αιτούντες διεθνή προστασία και τους παράνομα εισερχόμενους και διαμένοντες στα κράτη μέλη. Η βάση δεδομένων αυτή έχει, ειδικότερα, ως σκοπό να παρέχει στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να διαπιστώνουν αν οι αιτούντες έχουν ήδη υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας σε άλλο κράτος μέλος. Το άρθρο 29 προβλέπει ότι τα πρόσωπα τα οποία αφορά η εν λόγω επεξεργασία δεδομένων ενημερώνονται σχετικά με τον σκοπό και τις λεπτομέρειες της επεξεργασίας και ότι για τον σκοπό αυτό καταρτίζεται επίσης κοινό φυλλάδιο. |
α) Υποχρέωση ενημέρωσης σύμφωνα με το άρθρο 29 του κανονισμού Eurodac ακόμη και στο πλαίσιο της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης
116. |
Είναι αναμφίβολο ότι η υποχρέωση παράδοσης του φυλλαδίου, η οποία προβλέπεται στο άρθρο 29 του κανονισμού Eurodac, υφίσταται και στο πλαίσιο της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης. Τούτο ισχύει τόσο όταν υποβάλλεται νέα αίτηση διεθνούς προστασίας στο δεύτερο κράτος μέλος (άρθρο 9) όσο και όταν ένα πρόσωπο διαμένει παράνομα σε κράτος μέλος (άρθρο 17). Συγκεκριμένα, σε αμφότερες τις περιπτώσεις, τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων των ενδιαφερομένων εισάγονται στο σύστημα Eurodac, με αποτέλεσμα να έχει εφαρμογή η υποχρέωση παροχής πληροφοριών την οποία προβλέπει το άρθρο 29. Το σύστημα Eurodac έχει σχεδιασθεί ακριβώς για τις περιπτώσεις κατά τις οποίες ένα κράτος μέλος διαβιβάζει τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων ενός προσώπου στο κεντρικό σύστημα, προκειμένου να διαπιστωθεί αν ο ενδιαφερόμενος έχει ήδη υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας σε άλλο κράτος μέλος. Αν αποδειχθεί ότι συντρέχει τέτοια περίπτωση, το πρώτο αυτό κράτος μέλος μπορεί τότε να ζητήσει από το δεύτερο ως άνω κράτος μέλος να αναλάβει εκ νέου τον ενδιαφερόμενο. |
117. |
Συναφώς, το κοινό φυλλάδιο περιέχει, βάσει του άρθρου 29 του κανονισμού Eurodac, την ακόλουθη επισήμανση: «αλλά εάν έχετε υποβάλει προηγουμένως αίτηση ασύλου σε άλλη χώρα, μπορεί να σταλείτε πίσω στη χώρα αυτή» ( 42 ). |
β) Δυνατότητα προβολής και συνέπειες της παράβασης της υποχρέωσης ενημέρωσης κατά το άρθρο 29 του κανονισμού Eurodac στο πλαίσιο της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης
118. |
Η υποχρέωση ενημέρωσης που προβλέπεται στο άρθρο 29 του κανονισμού Eurodac αποσκοπεί στη διαφώτιση των ενδιαφερομένων σχετικά με τον σκοπό και τον τρόπο λειτουργίας της επεξεργασίας δεδομένων στο σύστημα Eurodac. Επομένως, το δικαίωμα λήψης του φυλλαδίου αποτελεί δικαίωμα προστασίας των δεδομένων και όχι διαδικαστικό δικαίωμα σχετικό με τη διαδικασία εκ νέου ανάληψης κατά τον κανονισμό Δουβλίνο ΙΙΙ. Το δικαίωμα αυτό έχει σκοπό να προαγάγει τον σεβασμό των δικαιωμάτων στον τομέα της προστασίας των δεδομένων και όχι να συμβάλει στη βελτίωση της αποτελεσματικότητας έκβαση της διαδικασίας μεταφοράς. Κατά συνέπεια, η προσβολή του δικαιώματος αυτού δεν μπορεί να επηρεάσει ούτε την έκβαση της διαδικασίας μεταφοράς. |
119. |
Το άρθρο 37 του κανονισμού Eurodac προβλέπει ότι οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να ζητούν αποζημίωση από το υπεύθυνο κράτος μέλος για κάθε ζημία που προκλήθηκε από πράξεις αντίθετες προς τον εν λόγω κανονισμό. Για τον σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη πρέπει να προβλέπουν τη δυνατότητα άσκησης αποτελεσματικής προσφυγής. Εξ αυτού θα μπορούσε ενδεχομένως (όχι όμως απαραιτήτως) να συναχθεί το συμπέρασμα ότι η προβολή παράβασης του άρθρου 29 του κανονισμού Eurodac είναι δυνατή (και) στο πλαίσιο προσφυγής κατά της απόφασης μεταφοράς. |
120. |
Ωστόσο, σύμφωνα με τη νομολογία που παρατίθεται στα σημεία 107 και 111 των παρουσών προτάσεων, παράβαση της εν λόγω διάταξης πρέπει να συνεπάγεται ακύρωση της απόφασης μεταφοράς μόνον εφόσον, αν δεν υπήρχε η εν λόγω παράβαση αυτή, η διαδικασία θα μπορούσε να έχει διαφορετικό αποτέλεσμα και αν η πλημμέλεια δεν μπορεί να θεραπευθεί με την ακρόαση στο πλαίσιο της δικαστικής διαδικασίας. Ωστόσο, φαίνεται μάλλον απίθανο η μη παροχή των πληροφοριών που προβλέπονται στο άρθρο 29 του κανονισμού Eurodac να μπορεί να έχει ως συνέπεια τη μη προβολή ενός στοιχείου το οποίο θα ήταν κρίσιμο για το περιεχόμενο της απόφασης μεταφοράς. |
γ) Ενδιάμεσο συμπέρασμα
121. |
Επομένως, πρέπει να γίνει δεκτό ότι το άρθρο 29 του κανονισμού Eurodac, σε συνδυασμό με το άρθρο 9, παράγραφος 1, και το άρθρο 17, παράγραφος 1, του κανονισμού αυτού, έχει την έννοια ότι η υποχρέωση παροχής των πληροφοριών που μνημονεύονται στις διατάξεις αυτές υφίσταται τόσο στις περιπτώσεις που ρυθμίζονται από το άρθρο 20, παράγραφος 1, και το άρθρο 18, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, όσο και στις περιπτώσεις που ρυθμίζονται από το άρθρο 20, παράγραφος 5, και το άρθρο 18, παράγραφος 1, στοιχεία βʹέως δʹ, του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ. Παραβάσεις του άρθρου 29 του κανονισμού Eurodac μπορούν να προβληθούν στο πλαίσιο προσφυγής κατά απόφασης μεταφοράς σύμφωνα με το άρθρο 26 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ.Ωστόσο, οι παραβάσεις αυτές μπορούν να έχουν ως συνέπεια την ακύρωση της απόφασης μεταφοράς μόνον εφόσον, λόγω της παράλειψης παροχής των σχετικών πληροφοριών, δεν κατέστη δυνατόν να προβληθεί στοιχείο το οποίο θα μπορούσε να αποτελέσει λόγο μη πραγματοποίησης της μεταφοράς στο κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα και εφόσον η πλημμέλεια αυτή δεν μπορεί να θεραπευθεί στο πλαίσιο της δικαστικής διαδικασίας. |
3. Επί της προσωπικής συνέντευξης που προβλέπεται στο άρθρο 5 του κανονισμού Δουβλίνο III
122. |
Στην υπόθεση C-315/21, το αιτούν δικαστήριο ζητεί να διευκρινισθεί αν η υποχρέωση διεξαγωγής προσωπικής συνέντευξης με τον αιτούντα, σύμφωνα με το άρθρο 5 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ, ισχύει και για τη διαδικασία εκ νέου ανάληψης και, σε περίπτωση καταφατικής απάντησης, ποιες συνέπειες έχει η παράβαση της υποχρέωσης αυτής για την απόφαση μεταφοράς. Ωστόσο, το ερώτημα αυτό δεν είναι κρίσιμο για την έκβαση της υπό κρίση διαφοράς, δεδομένου ότι, με βάση τα στοιχεία που παρέσχε το αιτούν δικαστήριο, η προσωπική συνέντευξη πραγματοποιήθηκε με τον αιτούντα. |
123. |
Στην υπόθεση C-328/21, το άρθρο 5 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ μνημονεύεται από το αιτούν δικαστήριο στη διάταξη παραπομπής του, αλλά όχι στα προδικαστικά του ερωτήματα. Ο GE, διάδικος της κύριας δίκης στην υπόθεση αυτή, υποστηρίζει ότι κακώς δεν χαρακτηρίστηκε ως αιτών (βλ., σχετικά, σημείο 98 των παρουσών προτάσεων). Στο αιτούν δικαστήριο εναπόκειται να αποσαφηνίσει το ζήτημα αυτό. Κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, ο GE υποστήριξε ότι οι ιταλικές αρχές δεν διεξήγαγαν ούτε προσωπική συνέντευξη μαζί του. |
124. |
Όπως θα εκθέσω στη συνέχεια, φρονώ ότι η προσωπική συνέντευξη πρέπει να διεξάγεται στο πλαίσιο της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης, ανεξάρτητα από το αν έχει υποβληθεί νέα αίτηση στο αιτούν κράτος μέλος. Επομένως, το ζήτημα των συνεπειών της παράβασης της υποχρέωσης αυτής είναι, κατά τη γνώμη μου, σε κάθε περίπτωση κρίσιμο για την έκβαση της διαφοράς στην υπόθεση C-328/21. |
125. |
Επιπλέον, το ερώτημα αν η προσωπική συνέντευξη πρέπει να διεξάγεται στο πλαίσιο της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης και, σε περίπτωση καταφατικής απάντησης, ποιες συνέπειες έχει η μη διεξαγωγή της για την απόφαση μεταφοράς έχει υποβληθεί, στην εκκρεμή υπόθεση C-80/22, η οποία δεν αποτελεί αντικείμενο της παρούσας διαδικασίας ( 43 ). |
126. |
Αντιθέτως, στις τρεις άλλες υπό κρίση υποθέσεις (C-228/21, C-254/21 και C-297/21), είτε έχει διεξαχθεί συνέντευξη (υπόθεση C-228/21) είτε τα αιτούντα δικαστήρια δεν παρέχουν σχετικές διευκρινίσεις. |
127. |
Κατ’ αρχάς, θα αναλύσω τους λόγους για τους οποίους η υποχρέωση διεξαγωγής προσωπικής συνέντευξης, η οποία προβλέπεται στο άρθρο 5 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ, ισχύει και για τη διαδικασία εκ νέου ανάληψης (α), προτού εξετάσω τις συνέπειες των παραβάσεων της υποχρέωσης αυτής (β). |
α) Υποχρέωση διεξαγωγής προσωπικής συνέντευξης σύμφωνα με το άρθρο 5 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ ακόμη και στο πλαίσιο της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης
128. |
Αντίστοιχα προς ό,τι υποστηρίζουν σχετικά με την υποχρέωση ενημέρωσης σύμφωνα το άρθρο 4 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ, η Επιτροπή και η Ιταλία υποστηρίζουν, επίσης, ότι δεν είναι υποχρεωτική η διεξαγωγή προσωπικής συνέντευξης σύμφωνα με το άρθρο 5 του ίδιου κανονισμού στο πλαίσιο της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης. Κατά τη γνώμη τους, η συνέντευξη αυτή αποσκοπεί στη διευκόλυνση του προσδιορισμού του υπεύθυνου κράτους μέλους, ο οποίος όμως, στην προκειμένη περίπτωση, έχει ήδη ολοκληρωθεί. |
129. |
Ορθώς βεβαίως υποστηρίζουν η Επιτροπή και η Ιταλία ότι η αιτιολογική σκέψη 18 και το άρθρο 5, παράγραφος 1, του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ προβλέπουν τη διεξαγωγή προσωπικής συνέντευξης με τον αιτούντα σε συνάρτηση με τον προσδιορισμό του υπεύθυνου κράτους μέλους. Όπως εκτέθηκε στα σημεία 78, 79 και 81 των παρουσών προτάσεων, στο πλαίσιο της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης, το αιτούν κράτος μέλος δεν οφείλει πλέον να προβεί, με δική του πρωτοβουλία, στον προσδιορισμό αυτόν. |
130. |
Ωστόσο, αντίστοιχα προς όσα εκτέθηκαν στα σημεία 81 έως 90 των παρουσών προτάσεων, εξ αυτού δεν συνάγεται ότι κατά τη διαδικασία εκ νέου ανάληψης δεν πρέπει να διεξάγεται προσωπική συνέντευξη. Τούτο δε διότι, όπως εκτέθηκε στα ανωτέρω σημεία, ο αιτών μπορεί να προβάλει ακόμη και στο πλαίσιο της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης στοιχεία που μπορούν να θέσουν εν αμφιβόλω την ευθύνη του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα και να αποτελέσουν λόγο μη έκδοσης απόφασης μεταφοράς. |
131. |
Επιπλέον, κατά πάγια νομολογία, τα δικαιώματα άμυνας, στα οποία περιλαμβάνεται το δικαίωμα ακρόασης σε κάθε διαδικασία, συγκαταλέγονται στις θεμελιώδεις αρχές του δικαίου της Ένωσης. Συνεπώς, ο σεβασμός των δικαιωμάτων αυτών επιβάλλεται ακόμη και όταν η εφαρμοστέα κανονιστική ρύθμιση δεν προβλέπει ρητώς τέτοια διαδικαστικά δικαιώματα ( 44 ). |
132. |
Βέβαια, κατ’ αρχήν, η προσωπική ακρόαση δεν προϋποθέτει πάντοτε τη διεξαγωγή προσωπικής συνέντευξης, αλλά μπορεί, ενδεχομένως, να πραγματοποιείται και εγγράφως. Εντούτοις, στην περίπτωση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των ανιθαγενών που υπόκεινται σε διαδικασία του Δουβλίνου, η ακρόαση πρέπει να πραγματοποιείται στο πλαίσιο της προσωπικής συνέντευξης. Τούτο δε διότι κατ’ αυτόν τον τρόπο μπορεί να διασφαλισθεί ότι τα εν λόγω πρόσωπα θα κατανοήσουν το σύστημα του Δουβλίνου και θα προσκομίσουν όλα τα στοιχεία που είναι κρίσιμα για τον προσδιορισμό του υπεύθυνου κράτους μέλους. |
133. |
Τούτο επιβεβαιώνεται και από τη νομολογία επί παρεμφερών υποθέσεων που ενέπιπταν στην οδηγία για τις διαδικασίες ασύλου. Στην απόφαση Addis, το Δικαστήριο απεφάνθη ότι η προβλεπόμενη στην εν λόγω οδηγία προσωπική συνέντευξη με τον αιτούντα δεν μπορεί να παραλείπεται σε καμία περίπτωση. Τούτο δε διότι η προσωπική, προφορική συνέντευξη του αιτούντος στο πλαίσιο αυτό έχει πρωταρχική σημασία. Η μη διεξαγωγή της συνέντευξης, ούτε εκ των υστέρων στο πλαίσιο της δικαστικής διαδικασίας, πρέπει να συνεπάγεται την ακύρωση της οικείας απόφασης και την αναπομπή της υπόθεσης στην αρμόδια αρχή ( 45 ). Τούτο ισχύει ιδίως όσον αφορά την απόρριψη μιας αίτησης ως απαράδεκτης επειδή ένα άλλο κράτος μέλος έχει ήδη χορηγήσει διεθνή προστασία (άρθρο 33, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας αυτής) ( 46 ). |
134. |
Βέβαια, η οδηγία για τις διαδικασίες ασύλου ρυθμίζει τη διαδικασία της επί της ουσίας εξέτασης των αιτήσεων ασύλου, ενώ ο κανονισμός Δουβλίνο ΙΙΙ αφορά μόνον τη διαδικασία προσδιορισμού του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αυτή. Ωστόσο, η περίπτωση που ρυθμίζεται από το άρθρο 33, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της εν λόγω οδηγίας (απόρριψη αίτησης ως απαράδεκτης με την αιτιολογία ότι έχει ήδη χορηγηθεί προστασία από άλλο κράτος μέλος) είναι παρεμφερής με την περίπτωση της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης που ρυθμίζεται από τον κανονισμό Δουβλίνο ΙΙΙ. Κατά την εφαρμογή του άρθρου 33, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας σχετικά με τις διαδικασίες ασύλου, το κράτος μέλος που προτίθεται να κρίνει την αίτηση απαράδεκτη πρέπει να βεβαιώνεται, μέσω της προσωπικής συνέντευξης, ότι, σε περίπτωση μεταφοράς στο κράτος μέλος που χορήγησε προστασία στον αιτούντα, δεν ελλοχεύει κίνδυνος παράβασης του άρθρου 4 του Χάρτη ( 47 ). |
135. |
Ομοίως, στο πλαίσιο της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης, την οποία προβλέπει ο κανονισμός Δουβλίνο ΙΙΙ, σκοπός της προσωπικής συνέντευξης είναι, ειδικότερα, να διαπιστωθεί αν το αιτούν κράτος μέλος οφείλει να μην πραγματοποιήσει τη μεταφορά στο κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα. Ο λόγος μπορεί να συνίσταται, μεταξύ άλλων, σε κίνδυνο παράβασης του άρθρου 4 του Χάρτη, ο οποίος υφίσταται στο κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα, ή σε ενδείξεις περί της παρουσίας στο έδαφος του αιτούντος κράτους μέλους μελών της οικογένειας, συγγενών ή οποιωνδήποτε άλλων προσώπων με τα οποία έχει σχέση ο αιτών (βλ. σημεία 82 έως 85 των παρουσών προτάσεων). Οι περιπτώσεις που μνημονεύονται στο άρθρο 33, παράγραφος 2, της οδηγίας 2013/32 για τις διαδικασίες ασύλου, στις οποίες τα κράτη μέλη δεν οφείλουν να εξετάζουν επί της ουσίας τις αιτήσεις διεθνούς προστασίας, συμπληρώνουν, όπως προκύπτει από την παράγραφο 1 της διάταξης αυτής, τις περιπτώσεις στις οποίες μια αίτηση δεν εξετάζεται βάσει του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ. Εξάλλου, αμφότερες οι νομοθετικές πράξεις εκδόθηκαν την ίδια ημέρα στο πλαίσιο της γενικής αναθεώρησης του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου. |
136. |
Κατά συνέπεια, το αιτούν κράτος μέλος οφείλει να παρέχει στον ενδιαφερόμενο τη δυνατότητα να υποβάλλει τις παρατηρήσεις του στο πλαίσιο της προσωπικής συνέντευξης πριν από την έκδοση απόφασης μεταφοράς ακόμη και στο πλαίσιο της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης, την οποία προβλέπει ο κανονισμός Δουβλίνο ΙΙΙ. Τούτο ισχύει ανεξάρτητα από το αν έχει υποβάλει ή όχι νέα αίτηση διεθνούς προστασίας. Όπως υποστηρίζει ο GE, τούτο είναι ιδιαίτερα σημαντικό, προκειμένου να αποκλεισθεί το ενδεχόμενο ένας υπήκοος τρίτης χώρας ή άπατρις να χαρακτηρισθεί ως παράνομα διαμένων ενώ στην πραγματικότητα σκόπευε να υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας. |
137. |
Ωστόσο, όπως υποστηρίζει η Γερμανία, το άρθρο 5, παράγραφος 2, του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ προβλέπει ότι η προσωπική συνέντευξη μπορεί να παραλείπεται σε ορισμένες περιπτώσεις. Συγκεκριμένα, η συνέντευξη μπορεί να παραλείπεται αν ο αιτών έχει διαφύγει (α) ή αν έχει ήδη παράσχει τις πληροφορίες σχετικά με τον προσδιορισμό του υπεύθυνου κράτους μέλους (β). Στην τελευταία αυτή περίπτωση, το κράτος μέλος οφείλει απλώς να προσφέρει στον αιτούντα τη δυνατότητα να παράσχει όλες τις περαιτέρω σχετικές πληροφορίες πριν από την έκδοση απόφασης μεταφοράς. |
138. |
Λαμβανομένης υπόψη της ως άνω τονισθείσας σημασίας την οποία έχει η προσωπική συνέντευξη στη διαδικασία του Δουβλίνου, η ανωτέρω διάταξη πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι πρέπει να παρέχεται πραγματική δυνατότητα υποβολής όλων των περαιτέρω σχετικών πληροφοριών. Υπό το πρίσμα των πληροφοριών αυτών, καθώς και υπό το πρίσμα όλων των λοιπών περιστάσεων, πρέπει να εξετάζεται κατά περίπτωση αν η παράλειψη της προσωπικής συνέντευξης είναι δικαιολογημένη. |
β) Συνέπειες της παράβασης της υποχρέωσης διεξαγωγής προσωπικής συνέντευξης σύμφωνα με το άρθρο 5 του κανονισμού Δουβλίνο III στο πλαίσιο της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης
1) Δυνατότητα προβολής της παράβασης του άρθρου 5 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ στο πλαίσιο προσφυγής κατά απόφασης μεταφοράς κατά τη διαδικασία εκ νέου ανάληψης
139. |
Σε περίπτωση που γίνει δεκτό ότι η υποχρέωση διεξαγωγής προσωπικής συνέντευξης σύμφωνα με το άρθρο 5 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ υφίσταται και στο πλαίσιο της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης, η παράβαση της υποχρέωσης αυτής, όπως προκύπτει από τη νομολογία που μνημονεύεται στο σημείο 103 των παρουσών προτάσεων, μπορεί να προβληθεί στο πλαίσιο προσφυγής κατά της απόφασης μεταφοράς. |
2) Οι συνέπειες των παραβάσεων του άρθρου 5 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ για την απόφαση μεταφοράς
140. |
Όπως εκτέθηκε στο σημείο 107 των παρουσών προτάσεων, κατά πάγια νομολογία, προσβολή των δικαιωμάτων άμυνας, και ειδικότερα του δικαιώματος ακρόασης, συνεπάγεται την ακύρωση της απόφασης που εκδόθηκε κατά το πέρας της σχετικής διοικητικής διαδικασίας μόνο στην περίπτωση που, αν δεν υπήρχε η πλημμέλεια αυτή, η εν λόγω διαδικασία θα μπορούσε να καταλήξει σε διαφορετικό αποτέλεσμα. |
141. |
Ωστόσο, στην απόφαση Addis, η οποία αναλύθηκε ήδη στα σημεία 133 έως 135 των παρουσών προτάσεων, το Δικαστήριο διευκρίνισε ότι η νομολογία αυτή δεν μπορεί να εφαρμοσθεί στην περίπτωση των δικαιωμάτων ακρόασης που προβλέπονται στην οδηγία για τις διαδικασίες ασύλου ( 48 ). Βέβαια, ακόμη και στην περίπτωση αυτή, η παράλειψη ακρόασης κατά τη διοικητική διαδικασία δεν πρέπει κατ’ ανάγκη να συνεπάγεται την ακύρωση της απόφασης και την αναπομπή της υπόθεσης στην αρμόδια αρχή. Εντούτοις, η πλημμέλεια ως προς την ακρόαση μπορεί να θεραπευθεί μόνον εάν η προφορική ακρόαση μπορεί να αναπληρωθεί στο πλαίσιο της δικαστικής διαδικασίας, τηρουμένων των αναγκαίων διαδικαστικών εγγυήσεων, και εφόσον αποδειχθεί ότι, παρά τους προβληθέντες στο πλαίσιο αυτό ισχυρισμούς, δεν μπορεί να εκδοθεί άλλη απόφαση επί της ουσίας. Αντιθέτως, εάν δεν μπορεί να διασφαλισθεί η πραγματοποίηση τέτοιας ακρόασης στο πλαίσιο της δικαστικής διαδικασίας, η απόφαση πρέπει να ακυρωθεί και η υπόθεση πρέπει να αναπεμφθεί στην αρμόδια αρχή ( 49 ). |
142. |
Όπως εκτέθηκε στα σημεία 134 και 135 των παρουσών προτάσεων, τα πραγματικά περιστατικά επί των οποίων εκδόθηκε η απόφαση Addis είναι παρεμφερή με τα πραγματικά περιστατικά της υπό κρίση υπόθεσης. Επομένως, ούτε στο πλαίσιο της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης, που προβλέπεται στον κανονισμό Δουβλίνο ΙΙΙ, μπορεί να θεωρηθεί ότι η παράβαση της υποχρέωσης διεξαγωγής προσωπικής συνέντευξης συνιστά διαδικαστική πλημμέλεια η οποία έχει συνέπειες μόνον αν η απόφαση θα μπορούσε να είναι διαφορετική λόγω της μη διεξαγωγής της συνέντευξης αυτής. Αντιθέτως, η εν λόγω παράβαση δεν επηρεάζει το κύρος της απόφασης μεταφοράς μόνον εάν η συνέντευξη μπορεί να αναπληρωθεί στο πλαίσιο της δικαστικής διαδικασίας. Εν προκειμένω, τίθεται συνεπώς το ζήτημα ποιες συνέπειες έχει η προσκόμιση νέων κρίσιμων στοιχείων (i). Αν, αντιθέτως, δεν ασκηθεί προσφυγή κατά της απόφασης μεταφοράς, η απόφαση αυτή μπορεί να καταστεί απρόσβλητη ακόμη και αν δεν έχει διεξαχθεί προσωπική συνέντευξη, εφόσον ο ενδιαφερόμενος έχει ενημερωθεί πραγματικά για τα διαθέσιμα ένδικα βοηθήματα (ii). |
i) Δυνατότητα θεραπείας στο πλαίσιο της δικαστικής διαδικασίας και συνέπειες της προσκόμισης νέων κρίσιμων στοιχείων
143. |
Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι, σε περίπτωση που, βάσει του άρθρου 5, παράγραφος 2, του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ, δεν ήταν δικαιολογημένη η μη διεξαγωγή της προσωπικής συνέντευξης (βλ. σημεία 137 και 138 των παρουσών προτάσεων), η διαδικαστική πλημμέλεια που συνίσταται στη μη διεξαγωγή της συνέντευξης αυτής στο πλαίσιο της διαδικασίας εκ νέου ανάληψης μπορεί να θεραπευθεί μόνο με τη διεξαγωγή της συνέντευξης αυτής στο πλαίσιο της δικαστικής διαδικασίας για την εξέταση της προσβαλλόμενης απόφασης μεταφοράς. Εάν τούτο μπορεί να διασφαλισθεί βάσει του εφαρμοστέου εθνικού δικαίου (καίτοι τούτο είναι, κατά τον GE, εν προκειμένω, αμφίβολο, βάσει του ιταλικού δικαίου), η απόφαση μεταφοράς θα μπορεί να επικυρωθεί, εφόσον αποδειχθεί ότι, παρά τους συναφώς προβληθέντες ισχυρισμούς, δεν μπορεί να ληφθεί άλλη απόφαση επί της ουσίας. Σε αντίθετη περίπτωση, η απόφαση μεταφοράς θα πρέπει να ακυρωθεί. |
144. |
Όσον αφορά τα στοιχεία που αφορούν την οικογενειακή ζωή, πρέπει να σημειωθεί, συναφώς, ότι το άρθρο 7, παράγραφος 3, του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ προβλέπει μεν ότι τα στοιχεία που αποδεικνύουν την παρουσία, στο έδαφος κράτους μέλους, μελών της οικογένειας ή άλλων συγγενών του αιτούντος λαμβάνονται υπόψη «εφόσον […] προσκομίζονται πριν άλλο κράτος μέλος αποδεχθεί το αίτημα αναδοχής ή εκ νέου ανάληψης του ενδιαφερόμενου προσώπου […] και οι προηγούμενες αιτήσεις διεθνούς προστασίας του αιτούντος δεν έχουν αποτελέσει ακόμα αντικείμενο πρώτης απόφασης επί της ουσίας». Ωστόσο, βάσει του άρθρου 26, παράγραφος 1, η απόφαση μεταφοράς μπορεί να εκδοθεί μόνο μετά την αποδοχή της αναδοχής ή της εκ νέου ανάληψης από το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα, και, ως εκ τούτου, ο δικαστικός έλεγχος της απόφασης αυτής πραγματοποιείται κατ’ ανάγκη μετά την αποδοχή αυτή ( 50 ). |
145. |
Λαμβανομένης όμως υπόψη της σημασίας της προστασίας της οικογενειακής ζωής, στην οποία αποβλέπει το άρθρο 7, παράγραφος 3, (βλ. σημεία 88 και 89 των παρουσών προτάσεων), πρέπει να γίνει δεκτό ότι τα στοιχεία που αποδεικνύουν την παρουσία, στο έδαφος κράτους μέλους, μελών της οικογένειας του αιτούντος πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και όταν προσκομίζονται στο πλαίσιο του δικαστικού ελέγχου της απόφασης μεταφοράς, εφόσον η καθυστερημένη προσκόμισή τους μπορεί να καταλογισθεί στο αιτούν κράτος μέλος. Τούτο δε διότι η αποδοχή της αναδοχής ή της εκ νέου ανάληψης από το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα δεν εμποδίζει τον αιτούντα να επικαλεσθεί, στο πλαίσιο προσφυγής κατά της απόφασης μεταφοράς, την εσφαλμένη εφαρμογή ενός κριτηρίου περί ευθύνης που προβλέπεται στο κεφάλαιο III του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ ( 51 ). Στο ίδιο πνεύμα, πρέπει, στο πλαίσιο τέτοιας ή άλλης προσφυγής, να είναι δυνατή η επίκληση περιστάσεων μεταγενέστερων της έκδοσης της απόφασης μεταφοράς ( 52 ). |
146. |
Αν προκύψει, βάσει στοιχείων που ανακύπτουν κατά την προσωπική συνέντευξη με τον ενδιαφερόμενο στο πλαίσιο της δικαστικής διαδικασίας, ότι η απόφαση μεταφοράς πρέπει να ακυρωθεί, δύο είναι, ειδικότερα, τα πιθανά ενδεχόμενα: είτε ο αιτών θα παραμείνει στο κράτος μέλος προς το οποίο υπέβαλε το αίτημα, εφόσον αυτό αποδειχθεί υπεύθυνο· είτε ένα τρίτο κράτος μέλος θα είναι υπεύθυνο επειδή, για παράδειγμα, τα μέλη της οικογένειας του αιτούντος διαμένουν στο κράτος αυτό. Στην περίπτωση αυτή, τίθεται το ζήτημα αν οι προθεσμίες που προβλέπονται στο άρθρο 21, στο άρθρο 23 ή στο άρθρο 24 για την υποβολή αιτήματος αναδοχής ή εκ νέου ανάληψης στο εν λόγω κράτος μέλος μπορούν να αρχίσουν να τρέχουν εκ νέου. |
147. |
Οι προθεσμίες αυτές αποσκοπούν στην ταχεία εξέταση των αιτήσεων ασύλου. Ο σκοπός αυτός δικαιολογεί το να εξετάζονται οι εν λόγω αιτήσεις ενδεχομένως από κράτος μέλος διαφορετικό από αυτό που ορίζεται ως υπεύθυνο βάσει των κριτηρίων του κεφαλαίου III του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ ( 53 ). Κατά συνέπεια, αίτημα εκ νέου ανάληψης δεν μπορεί, κατ’ αρχήν, να υποβληθεί εγκύρως μετά την παρέλευση των αντίστοιχων προθεσμιών και η ευθύνη μετατίθεται στο κράτος μέλος στο οποίο υποβλήθηκε νέα αίτηση διεθνούς προστασίας ( 54 ). |
148. |
Εντούτοις, μια εξαίρεση από την αρχή αυτή πρέπει να είναι δυνατή όταν η ευθύνη του τρίτου κράτους μέλους απορρέει από την παρουσία μελών της οικογένειας του αιτούντος στο έδαφός του. Τούτο δε διότι, όπως εκτέθηκε στα σημεία 88 και 89 των παρουσών προτάσεων, η δυνατότητα προσκόμισης στοιχείων σχετικά με την παρουσία μελών της οικογένειας ακόμη και σε μεταγενέστερο στάδιο αποσκοπεί στην προστασία της οικογενειακής ζωής των αιτούντων. Ο σκοπός είναι, συγκεκριμένα, να αποτραπεί το ενδεχόμενο της εξέτασης των αιτήσεών τους σε κράτος μέλος διαφορετικό από εκείνο στο οποίο διαμένουν τα μέλη της οικογένειάς τους. Τούτο πρέπει να ισχύει και στην περίπτωση κατά την οποία η καθυστερημένη προσκόμιση των σχετικών στοιχείων μπορεί να καταλογισθεί στο αιτούν κράτος μέλος, το οποίο δεν προέβη εγκαίρως σε ακρόαση του αιτούντος ( 55 ). |
ii) Απρόσβλητο της απόφασης μεταφοράς σε περίπτωση μη άσκησης προσφυγής
149. |
Εάν δεν ασκηθεί προσφυγή κατά της απόφασης μεταφοράς, η παράβαση της υποχρέωσης διεξαγωγής προσωπικής συνέντευξης, όπως ακριβώς και η παράβαση της υποχρέωσης ενημέρωσης (σημείο 112 των παρουσών προτάσεων), δεν μπορεί να έχει ως συνέπεια την αυτοδίκαιη ακυρότητα της απόφασης μεταφοράς. Ομολογουμένως, η παράβαση της υποχρέωσης διεξαγωγής προσωπικής συνέντευξης αποτελεί σοβαρή διαδικαστική πλημμέλεια. Εντούτοις, αν ο ενδιαφερόμενος δεν ασκήσει προσφυγή παρά την πραγματική ενημέρωσή του σχετικά με τα διαθέσιμα ένδικα μέσα κατά τρόπο που πληροί τις σχετικές απαιτήσεις και που διασφαλίζει, μεταξύ άλλων, ότι ο ενδιαφερόμενος κατανοεί το σύστημα του Δουβλίνου (σημείο 112 των παρουσών προτάσεων), το απρόσβλητο της απόφασης φαίνεται δικαιολογημένο. Τούτο ισχύει κατά μείζονα λόγο καθόσον το άρθρο 26, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, υποχρεώνει τα κράτη μέλη να διασφαλίζουν ότι ο ενδιαφερόμενος λαμβάνει, στο πλαίσιο της κοινοποίησης της απόφασης μεταφοράς, πληροφορίες σχετικά με τα πρόσωπα και τις οντότητες που μπορούν να του παράσχουν νομική συνδρομή, εφόσον οι εν λόγω πληροφορίες δεν έχουν ήδη ανακοινωθεί. |
γ) Ενδιάμεσο συμπέρασμα
150. |
Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι το άρθρο 5 του κανονισμού Δουβλίνο III, σε συνδυασμό με την αρχή του δικαίου της Ένωσης περί σεβασμού των δικαιωμάτων άμυνας, έχει την έννοια ότι η προβλεπόμενη στην εν λόγω διάταξη προσωπική συνέντευξη πρέπει να διεξάγεται τόσο στις περιπτώσεις που ρυθμίζονται από το άρθρο 20, παράγραφος 1, και το άρθρο 18, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, όσο και στις περιπτώσεις που ρυθμίζονται από το άρθρο 20, παράγραφος 5, και το άρθρο 18, παράγραφος 1, στοιχεία βʹέως δʹ, του κανονισμού αυτού. Τούτο ισχύει ανεξάρτητα από το αν έχει υποβληθεί αίτηση διεθνούς προστασίας στο αιτούν κράτος μέλος. Οι παραβάσεις του άρθρου 5 μπορούν να προβάλλονται στο πλαίσιο προσφυγής κατά απόφασης μεταφοράς σύμφωνα με το άρθρο 26. Οι παραβάσεις αυτές μπορούν να έχουν ως συνέπεια την ακύρωση της απόφασης μεταφοράς, εάν η προσωπική συνέντευξη δεν μπορεί να αναπληρωθεί, τηρουμένων των αναγκαίων διαδικαστικών εγγυήσεων, κατά τη διαδικασία δικαστικού ελέγχου της απόφασης αυτής, σύμφωνα με το άρθρο 27, και εάν κατά τη διαδικασία αυτή διαπιστώνεται ότι, παρά τους προβληθέντες στο πλαίσιο αυτό ισχυρισμούς, δεν μπορεί να ληφθεί άλλη απόφαση επί της ουσίας. Αν, αντιθέτως, δεν ασκηθεί προσφυγή κατά της απόφασης μεταφοράς, η απόφασηαυτή μπορεί να καταστεί απρόσβλητη ακόμη και αν δεν έχει διεξαχθεί προσωπική συνέντευξη, υπό την προϋπόθεση ότι υπήρξε πραγματική ενημέρωση σχετικά με τα διαθέσιμα ένδικα βοηθήματα. |
Β. Σχετικά με την έμμεση επαναπροώθηση
151. |
Με τα προδικαστικά ερωτήματά τους στις υποθέσεις C-254/21, C-297/21, καθώς και με το τρίτο προδικαστικό ερώτημα στην υπόθεση C-315/21, τα αιτούντα δικαστήρια ζητούν να διευκρινισθεί αν, στο πλαίσιο της εξέτασης απόφασης μεταφοράς που έχει εκδοθεί κατά τη διαδικασία εκ νέου ανάληψης, οφείλουν να εξετάζουν τον κίνδυνο παραβίασης της αρχής της μη επαναπροώθησης από το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα (ήτοι τον κίνδυνο «έμμεσης επαναπροώθησης»). Στις υποθέσεις των εν λόγω κυρίων δικών, οι αιτήσεις διεθνούς προστασίας των ενδιαφερομένων έχουν ήδη εξετασθεί επί της ουσίας και έχουν απορριφθεί από τα αντίστοιχα κράτη μέλη προς τα οποία απευθύνεται το αίτημα (Σουηδία και Γερμανία). Ως εκ τούτου, τα αιτούντα δικαστήρια ζητούν να διευκρινισθεί αν μπορούν –ή οφείλουν– να εξετάσουν το ζήτημα αν στα κράτη μέλη προς τα οποία απευθύνεται το αίτημα οι ενδιαφερόμενοι κινδυνεύουν να επαναπροωθηθούν στα κράτη καταγωγής τους, στα οποία θα διατρέξουν κίνδυνο ζωής ή απάνθρωπης μεταχείρισης. |
152. |
Τα διάφορα προδικαστικά ερωτήματα που έχουν υποβληθεί συναφώς από τα αιτούντα δικαστήρια συνοψίζονται ως εξής: έχουν το άρθρο 3, παράγραφοι 1 και 2, το άρθρο 17, παράγραφος 1, και το άρθρο 27 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ, σε συνδυασμό με τα άρθρα 4, 19 και 47 του Χάρτη, την έννοια ότι
|
153. |
Επιπλέον, στην υπόθεση C-254/21, το αιτούν δικαστήριο ζητεί διευκρινίσεις σχετικά με τα κριτήρια που οφείλει, ενδεχομένως, να εφαρμόσει, προκειμένου να εκτιμήσει τον κίνδυνο επαναπροώθησης από το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα, όταν το εν λόγω κράτος έχει ήδη αποκλείσει τον κίνδυνο αυτόν ( 60 ). |
1. Επί του τεκμηρίου σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων από το σύνολο των κρατών μελών και επί των προϋποθέσεων ανατροπής του
154. |
Κατά το άρθρο 3, παράγραφος 1, του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ, αίτηση διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα στο έδαφος κράτους μέλους εξετάζεται από ένα μόνο κράτος μέλος, το οποίο είναι το οριζόμενο ως υπεύθυνο σύμφωνα με τα κριτήρια που αναφέρονται στο κεφάλαιο III. Συγκεκριμένα, όπως υποστηρίζει η Γερμανία, η αρχή του συστήματος του Δουβλίνου είναι ότι ένα μόνο κράτος μέλος εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει να επιλαμβάνεται της εξέτασης μιας αίτησης διεθνούς προστασίας. Τούτο αποσκοπεί, μεταξύ άλλων, στον εξορθολογισμό και την επιτάχυνση της διαδικασίας ασύλου, καθώς και στην αποφυγή των δευτερογενών μετακινήσεων. |
155. |
Το σύστημα αυτό στηρίζεται στην αρχή της αμοιβαίας εμπιστοσύνης. Η αρχή αυτή απαιτεί από κάθε κράτος μέλος να θεωρεί δεδομένο ότι, πλην εξαιρετικών περιστάσεων, όλα τα άλλα κράτη μέλη τηρούν το δίκαιο της Ένωσης και, ιδίως, ότι σέβονται τα θεμελιώδη δικαιώματα που κατοχυρώνονται από το δίκαιο αυτό. Ως εκ τούτου, στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου, και ιδίως του κανονισμού Δουβλίνο III, πρέπει να τεκμαίρεται ότι η μεταχείριση των αιτούντων διεθνή προστασία σε κάθε κράτος μέλος είναι σύμφωνη με τις απαιτήσεις του Χάρτη, της Σύμβασης της Γενεύης για το καθεστώς των προσφύγων και της ΕΣΔΑ ( 61 ). Συναφώς, από την αιτιολογική σκέψη 3 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ προκύπτει ότι τα κράτη μέλη, όλα εκ των οποίων σέβονται την αρχή της μη επαναπροώθησης, θεωρούνται ασφαλείς χώρες για τους υπηκόους τρίτων χωρών. |
156. |
Συνεπώς, στο πλαίσιο του συστήματος του Δουβλίνου, τα κράτη μέλη υποχρεούνται κατ’ αρχήν, βάσει του δικαίου της Ένωσης, να θεωρούν δεδομένο τον σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων από τα λοιπά κράτη μέλη. Επομένως, ούτε έχουν τη δυνατότητα να απαιτήσουν από κάποιο άλλο κράτος μέλος να εφαρμόσει εθνικό επίπεδο προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων υψηλότερο από το επίπεδο προστασίας που εγγυάται το δίκαιο της Ένωσης, ούτε μπορούν, πλην εξαιρετικών περιπτώσεων, να ελέγχουν αν το άλλο κράτος μέλος έχει πράγματι σεβαστεί, σε μια συγκεκριμένη περίπτωση, τα θεμελιώδη δικαιώματα που κατοχυρώνει η Ένωση ( 62 ). |
157. |
Το τεκμήριο αυτό του σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων από τα λοιπά κράτη μέλη δεν είναι αμάχητο. Πράγματι, όπως έχει επισημάνει το Δικαστήριο, δεν μπορεί να αποκλειστεί ότι το σύστημα του ασύλου μπορεί να αντιμετωπίζει, στην πράξη, σοβαρές δυσλειτουργίες εντός ορισμένου κράτους μέλους, με αποτέλεσμα οι αιτούντες διεθνή προστασία να διατρέχουν κίνδυνο προσβολής θεμελιωδών δικαιωμάτων, σε περίπτωση μεταφοράς σε αυτό το κράτος μέλος ( 63 ). Ως εκ τούτου, το άρθρο 3, παράγραφος 2, του κανονισμού Δουβλίνο III, το οποίο κωδικοποιεί τη νομολογία αυτή, προβλέπει ότι ο αιτών δεν πρέπει να μεταφέρεται σε κράτος μέλος όταν υπάρχουν σοβαροί λόγοι να θεωρηθεί ότι, στο κράτος μέλος αυτό, υπάρχουν συστημικές ελλείψεις στη διαδικασία ασύλου και στις συνθήκες υποδοχής των αιτούντων, οι οποίες συνεπάγονται κίνδυνο απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης κατά την έννοια του άρθρου 4 του Χάρτη ( 64 ). |
158. |
Η ανωτέρω διάταξη συμπληρώθηκε στη συνέχεια από το Δικαστήριο ως εξής: οσάκις το δικαστήριο που επιλαμβάνεται προσφυγής κατά απόφασης μεταφοράς διαθέτει στοιχεία που προσκομίζει ο ενδιαφερόμενος προκειμένου να αποδείξει τον κίνδυνο παράβασης του άρθρου 4 του Χάρτη, το δικαστήριο αυτό οφείλει να εξετάζει αν, κατά τον χρόνο της μεταφοράς, στο πλαίσιο της διαδικασίας ασύλου ή μετά το πέρας αυτής, το πρόσωπο αυτό θα μπορούσε να διατρέξει σοβαρό κίνδυνο να υποστεί απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση λόγω συστημικών ή γενικευμένων ελλείψεων ή ελλείψεων που επηρεάζουν ορισμένες ομάδες προσώπων στο υπεύθυνο κράτος μέλος ( 65 ). |
159. |
Επομένως, κατ’ εφαρμογήν της προβλεπόμενης στο άρθρο 4 του Χάρτη απαγόρευσης, τα κράτη μέλη οφείλουν να μην προβαίνουν, στο πλαίσιο του συστήματος του Δουβλίνου, σε μεταφορά προσώπων προς ορισμένο κράτος μέλος, όταν είναι αδύνατον να αγνοούν την ύπαρξη, στο κράτος αυτό, συστημικών ελλείψεων. Αντιθέτως, η μεταφορά αιτούντος άσυλο στο πλαίσιο του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ μπορεί να πραγματοποιείται μόνον υπό συνθήκες που αποκλείουν το ενδεχόμενο να ανακύψει από τη μεταφορά αυτή πραγματικός κίνδυνος ο ενδιαφερόμενος να υποστεί απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση, κατά την έννοια της διάταξης αυτής ( 66 ). |
160. |
Εντούτοις, στο μέτρο που ο εν λόγω κλονισμός της αμοιβαίας εμπιστοσύνης συνιστά εξαίρεση, δικαιολογείται μόνο στις περιπτώσεις κατά τις οποίες υπάρχουν αποδείξεις ότι οι ελλείψεις που υφίστανται στο κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα έχουν έναν ιδιαιτέρως αυξημένο βαθμό σοβαρότητας ( 67 ). Κυρίως όμως, οι ελλείψεις αυτές πρέπει να έχουν γενικό και συστημικό χαρακτήρα. Πρέπει να αφορούν, όχι τον χειρισμό επιμέρους περιπτώσεων από τη διοίκηση, αλλά γενικές και συστημικές ελλείψεις. Εντούτοις, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι οποιαδήποτε προσβολή, εκ μέρους του υπεύθυνου κράτους μέλους, θεμελιώδους δικαιώματος σε μια συγκεκριμένη περίπτωση θίγει τις υποχρεώσεις των λοιπών κρατών μελών περί τηρήσεως των διατάξεων του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ ( 68 ). |
161. |
Αφενός, δεν θα ήταν συμβατό με τους σκοπούς και τη λειτουργία του συστήματος του Δουβλίνου εάν κάθε παράβαση των εφαρμοστέων κανόνων –ιδίως της οδηγίας για την αναγνώριση– εμπόδιζε τη μεταφορά ενός αιτούντος άσυλο στο υπεύθυνο κράτος μέλος. Τούτο όχι απλώς θα καθιστούσε άνευ ουσίας τις υποχρεώσεις που προβλέπει ο κανονισμός Δουβλίνο ΙΙΙ για τον προσδιορισμό του υπεύθυνου κράτους μέλους, παραλύοντας ως εκ τούτου πλήρως το σύστημα του Δουβλίνου. Επιπλέον, κατά τη διατύπωση του Δικαστηρίου, πρόκειται «για τον λόγο υπάρξεως της Ένωσης και για την υλοποίηση του χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης και ειδικότερα του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου, το οποίο στηρίζεται στην αμοιβαία εμπιστοσύνη και στο τεκμήριο ότι τα λοιπά κράτη μέλη τηρούν το δίκαιο της Ένωσης και, ειδικότερα, ότι σέβονται τα θεμελιώδη δικαιώματα» ( 69 ). |
162. |
Αφετέρου, και κυρίως, όταν δεν υφίστανται συστημικές ελλείψεις στο κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα, δεν είναι όμως ούτε απαραίτητο να συνεπάγεται η (φερόμενη) εσφαλμένη εφαρμογή των σχετικών διατάξεων περί ασύλου την αναστολή της μεταφοράς αιτούντος προς το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα. Τούτο δε διότι, ελλείψει συστημικών ελλείψεων, ιδίως του δικαστικού συστήματος, πρέπει να γίνεται δεκτό ότι, στο κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα, κάθε απόφαση απόρριψης διεθνούς προστασίας μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο δικαστικού ελέγχου, που διασφαλίζει τον σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ενδιαφερόμενου. Εξάλλου, τούτο προβλέπεται από το άρθρο 18, παράγραφος 2, τρίτο εδάφιο, του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ ρητά για τις αποφάσεις που λαμβάνονται δυνάμει του άρθρου 18, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, όπως οι εν προκειμένω επίμαχες. |
163. |
Εξάλλου, όπως υποστηρίζει η Γαλλία, το δικαστήριο αιτούντος κράτους μέλους δεν θα μπορούσε καν να αποφανθεί οριστικά επί του κινδύνου παραβίασης της αρχής της μη επαναπροώθησης από το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα απλώς και μόνο με βάση την απόρριψη της αίτησης διεθνούς προστασίας από το εν λόγω κράτος μέλος. Συγκεκριμένα, η απόρριψη αυτή δεν συνεπάγεται κατ’ ανάγκην ότι ο αιτών θα πρέπει να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του ( 70 ). Αντιθέτως, το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα θα πρέπει πρώτα να εκδώσει απόφαση επιστροφής σύμφωνα με το άρθρο 6 της οδηγίας 2008/115/ΕΚ για την επιστροφή ( 71 ). Κατά δε της απόφασης αυτής πρέπει να διατίθεται αποτελεσματικό ένδικο βοήθημα σύμφωνα με το άρθρο 13 της οδηγίας αυτής. Το εν λόγω ένδικο βοήθημα πρέπει να έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα, αν υφίστανται σοβαροί λόγοι ανησυχίας ότι, σε περίπτωση απομάκρυνσης, ο ενδιαφερόμενος θα διατρέξει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί μεταχείριση αντίθετη προς το άρθρο 4 του Χάρτη ( 72 ). Ωστόσο, το αιτούν δικαστήριο στην υπόθεση C-297/21 επισημαίνει ότι, στο κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα, έχει ήδη εκδοθεί οριστική απόφαση επιστροφής κατά του αιτούντος. |
164. |
Όσον αφορά την εφαρμογή του ουσιαστικού δικαίου ασύλου καθώς και της διαδικασίας ασύλου, το σύστημα του Δουβλίνου βασίζεται, όπως εκτέθηκε ήδη στο σημείο 87 των παρουσών προτάσεων, στο γεγονός ότι οι σχετικοί κανόνες έχουν σε μεγάλο βαθμό εναρμονισθεί σε επίπεδο Ένωσης, ιδίως με την οδηγία για την αναγνώριση και την οδηγία για τις διαδικασίες ασύλου. Επομένως, πρέπει κατ’ αρχήν να θεωρείται ότι η αίτηση ασύλου του ενδιαφερομένου εξετάζεται, σε μεγάλο βαθμό, βάσει των ίδιων κανόνων, ανεξαρτήτως του ποιο είναι το υπεύθυνο κράτος μέλος για την εξέταση της αίτησης αυτής ( 73 ). Εντούτοις, οι διχογνωμίες σε επιμέρους περιπτώσεις είναι αναπόφευκτες, καθώς είναι φυσιολογικό η εφαρμογή του νόμου στις επιμέρους περιπτώσεις να μην οδηγεί πάντοτε, κατά τρόπο σαφή και αναμφίβολο, στο ίδιο αποτέλεσμα. |
165. |
Επιπλέον, η εναρμόνιση των κανόνων περί ασύλου στο δίκαιο της Ένωσης δεν αποκλείει ορισμένο περιθώριο διακριτικής ευχέρειας των κρατών μελών. Συγκεκριμένα, όπως υποστηρίζει η Γαλλία, το άρθρο 8 της οδηγίας για την αναγνώριση, το οποίο μνημονεύεται από το αιτούν δικαστήριο στην υπόθεση C‑254/21, προβλέπει, ειδικότερα, ότι τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίζουν ότι ο αιτών δεν χρήζει διεθνούς προστασίας εάν, σε τμήμα της χώρας καταγωγής του στο οποίο έχει πρόσβαση, μπορεί να τύχει προστασίας κατά της δίωξης. Αντίστροφα, κατά την αιτιολογική σκέψη 14 και κατά το άρθρο 3 της οδηγίας για την αναγνώριση, τα κράτη μέλη δύνανται να θεσπίζουν ή να διατηρούν σε ισχύ ευνοϊκότερες διατάξεις για να καθορίζουν το ποιος δικαιούται να θεωρηθεί πρόσφυγας ή πρόσωπο που δικαιούται επικουρική προστασία, καθώς και το περιεχόμενο της διεθνούς προστασίας, υπό την προϋπόθεση ότι οι διατάξεις αυτές συνάδουν με την εν λόγω οδηγία. |
166. |
Συνεπώς, στο πλαίσιο της αμοιβαίας εμπιστοσύνης μεταξύ των κρατών μελών, εάν δεν υπάρχουν συστημικές ελλείψεις στο κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα, οι διχογνωμίες μεταξύ των αρχών και των δικαστηρίων του αιτούντος κράτους μέλους και του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα όσον αφορά την ερμηνεία των ουσιαστικών προϋποθέσεων διεθνούς προστασίας δεν μπορούν να θεωρηθούν συστημικές ελλείψεις. Ούτε μπορούν να έχουν ως συνέπεια τη μετάθεση της ευθύνης για την επί της ουσίας εξέταση της αίτησης στο αιτούν κράτος μέλος. |
167. |
Στο μέτρο που οι διχογνωμίες αυτές αφορούν την ερμηνεία διατάξεων του δικαίου της Ένωσης, εναπόκειται στα δικαστήρια του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο βάσει του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ να υποβάλλουν προδικαστικό ερώτημα στο Δικαστήριο δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ. Αν ένα κράτος μέλος εκτιμά ότι άλλο κράτος μέλος εφαρμόζει τον κανονισμό αυτόν εσφαλμένα και ότι δεν υποβάλλει στο Δικαστήριο προδικαστικά ερωτήματα, κατά παράβαση του άρθρου 267, τρίτο εδάφιο, ΣΛΕΕ, έχει τη δυνατότητα να κινήσει διαδικασία λόγω παραβάσεως δυνάμει του άρθρου 259 ΣΛΕΕ. Αντιθέτως, δεν εναπόκειται στα δικαστήρια κράτους μέλους το οποίο δεν είναι υπεύθυνο να υποκαθιστούν το υπεύθυνο κράτος μέλος και να προβαίνουν τα ίδια στην (φερόμενη ως) επιβεβλημένη διορθωτική ερμηνεία κανόνα. |
168. |
Από το προεκτεθέντα προκύπτει ότι, κατά τον έλεγχο της απόφασης μεταφοράς σύμφωνα με το άρθρο 27 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ, τα δικαστήρια του αιτούντος κράτους μέλους δεν μπορούν, ελλείψει συστημικών ελλείψεων ιδίως του δικαστικού συστήματος στο κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα, να εξετάζουν αν υφίσταται, στο εν λόγω κράτος μέλος, κίνδυνος παραβίασης της αρχής της μη επαναπροώθησης. Τούτο θα ισοδυναμούσε με επί της ουσίας εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας, δυνατότητα η οποία ακριβώς δεν προβλέπεται στο πλαίσιο του δικαστικού ελέγχου της απόφασης μεταφοράς σύμφωνα με το άρθρο 27 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ. |
169. |
Η απόφαση C. K. κ.λπ. ( 74 ), την οποία μνημονεύουν διάφοροι μετέχοντες στην παρούσα διαδικασία, δεν αναιρεί το συμπέρασμα αυτό. Στην απόφαση αυτή, το Δικαστήριο έκρινε μεν ότι η μεταφορά αιτούντος άσυλο μπορεί να είναι παράνομη ακόμη και σε περίπτωση κατά την οποία δεν υφίστανται συστημικές ελλείψεις στο κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα. Ωστόσο, η κρίση αυτή αφορούσε περίπτωση κατά την οποία, λόγω της κατάστασης της υγείας του ενδιαφερομένου, η μεταφορά προς το κράτος μέλος προς το οποίο απευθυνόταν το αίτημα μπορούσε ενδεχομένως, αυτή καθεαυτήν –και, επομένως, ανεξαρτήτως των συνθηκών που επικρατούσαν στο εν λόγω κράτος μέλος–, να συνιστά μεταχείριση ασύμβατη με το άρθρο 4 του Χάρτη. Αντίστοιχα, το Δικαστήριο κατέστησε σαφές ότι, σε μια τέτοια περίπτωση, ακόμη και αν δεν πραγματοποιηθεί η μεταφορά, η αρχή της αμοιβαίας εμπιστοσύνης τηρείται απολύτως. Τούτο δε διότι, εν προκειμένω, η ύπαρξη τεκμηρίου σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων σε όλα τα κράτη μέλη δεν τίθεται εν αμφιβόλω από τη μη πραγματοποίηση της μεταφοράς ( 75 ). |
170. |
Ωστόσο, με την επιφύλαξη της εξέτασης από τα αιτούντα δικαστήρια, τέτοια ακριβώς περίπτωση δεν συντρέχει στις υπό κρίση υποθέσεις. Συνεπώς, εν προκειμένω, η μη πραγματοποίηση μεταφοράς λόγω αμφιβολιών ως προς τη νομιμότητα των αποφάσεων μεταφοράς, οι οποίες δεν στηρίζονται σε συστημικές ελλείψεις στα κράτη μέλη προς τα οποία απευθύνεται η αίτηση, θα υπονόμευε την αρχή της αμοιβαίας εμπιστοσύνης. |
171. |
Επομένως, εν προκειμένω, σύμφωνα με τη νομολογία που μνημονεύεται στο σημείο 156 των παρουσών προτάσεων, τα δικαστήρια των αιτούντων κρατών μελών οφείλουν, βάσει του δικαίου της Ένωσης, να τεκμαίρουν τον σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων από τα κράτη μέλη προς τα οποία απευθύνεται η αίτηση. Κατά συνέπεια, δεν δύνανται να εξετάζουν αν τα άλλα αυτά κράτη μέλη έχουν όντως σεβαστεί τα θεμελιώδη δικαιώματα που διασφαλίζει η Ένωση. |
2. Επί της ρήτρας διακριτικής ευχέρειας του άρθρου 17, παράγραφος 1, του κανονισμού Δουβλίνο III
172. |
Όπως μόλις εκτέθηκε, βάσει του άρθρου 3, παράγραφος 1, του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ, η αίτηση διεθνούς προστασίας εξετάζεται από ένα μόνο κράτος μέλος, το οποίο είναι εκείνο που ορίζεται ως υπεύθυνο βάσει των κριτηρίων που καθορίζονται στο κεφάλαιο III του κανονισμού αυτού. Κατά παρέκκλιση, το άρθρο 17, παράγραφος 1, του κανονισμού αυτού προβλέπει ότι κάθε κράτος μέλος δύναται να αποφασίζει να εξετάζει αίτηση διεθνούς προστασίας που έχει κατατεθεί από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα, ακόμη και αν, βάσει των κριτηρίων αυτών, δεν είναι υπεύθυνο για την εξέταση. |
173. |
Συμπληρωματικά προς τα προδικαστικά ερωτήματά τους σχετικά με το άρθρο 3, παράγραφος 2, του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ, τα αιτούντα δικαστήρια, στις υποθέσεις C-254/21 και C-297/21, ζητούν να διευκρινισθεί αν το αιτούν κράτος μέλος υποχρεούται να εφαρμόσει τη ρήτρα διακριτικής ευχέρειας του άρθρου 17, παράγραφος 1, όταν, στο κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα, υφίσταται κίνδυνος παραβίασης της αρχής της μη επαναπροώθησης. Επιπλέον, ρωτούν αν μπορούν, στην περίπτωση αυτή, να υποχρεώσουν τις αρχές του αιτούντος κράτους μέλους να εφαρμόσουν την εν λόγω ρήτρα. |
174. |
Όπως μόλις εξέθεσα, στην περίπτωση που δεν υπάρχουν συστημικές ελλείψεις στο κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα, ούτε οι διοικητικές αρχές ούτε τα δικαστήρια του αιτούντος κράτους μέλους μπορούν να εξετάσουν τον κίνδυνο παραβίασης της αρχής της μη επαναπροώθησης από το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα. Αντίστοιχα, στην περίπτωση αυτή, δικαστήριο του αιτούντος κράτους μέλους δεν μπορεί ούτε να υποχρεώσει τις αρχές του κράτους μέλους αυτού να εφαρμόσουν τη ρήτρα διακριτικής ευχέρειας του άρθρου 17, παράγραφος 1, του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ. |
175. |
Απλώς και μόνο συμπληρωματικά επισημαίνω, συνεπώς, ότι το Δικαστήριο έχει ήδη καταστήσει σαφές ότι η εφαρμογή της εν λόγω ρήτρας είναι προαιρετικής φύσεως για τα κράτη μέλη και δεν υπόκειται σε καμία ιδιαίτερη προϋπόθεση ( 76 ). Αντιθέτως, ο σκοπός της εξουσίας αυτής είναι να διαφυλάξει τα προνόμια των κρατών μελών κατά την άσκηση του δικαιώματος χορήγησης διεθνούς προστασίας. Συγκεκριμένα, ο σκοπός της είναι να παράσχει σε κάθε κράτος μέλος τη δυνατότητα να αποφασίζει, βάσει εκτιμήσεων πολιτικής, ανθρωπιστικής ή πρακτικής φύσεως, αν θα δεχθεί να εξετάσει αίτηση διεθνούς προστασίας, καταλείποντας, στο πλαίσιο αυτό, στα κράτη μέλη ευρεία διακριτική ευχέρεια ( 77 ). Επομένως, τα κράτη μέλη ουδέποτε υποχρεούνται από το δίκαιο της Ένωσης να εφαρμόζουν τη ρήτρα αυτή, ακόμη και για ανθρωπιστικούς λόγους, όπως είναι η κατάσταση της υγείας του αιτούντος ή το υπέρτερο συμφέρον του παιδιού ( 78 ). |
176. |
Τούτο δικαιολογείται από το γεγονός ότι, όπως προεκτέθηκε, το σύστημα του Δουβλίνου στηρίζεται στην παραδοχή ότι όλα τα κράτη μέλη σέβονται τα θεμελιώδη δικαιώματα. Επομένως, πρέπει να θεωρηθεί ότι όλα τα κράτη μέλη λαμβάνουν επαρκώς υπόψη τους ανθρωπιστικούς λόγους. Όπως αναλύθηκε, η εμπιστοσύνη αυτή μπορεί να κλονισθεί μόνο σε περίπτωση που τούτο ακριβώς καταστεί αμφίβολο λόγω συστημικών ελλείψεων. Στην περίπτωση αυτή όμως, η ευθύνη του αιτούντος κράτους μέλους θεμελιώνεται στο άρθρο 3, παράγραφος 2, του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ, οπότε δεν είναι αναγκαία η εφαρμογή του άρθρου 17, παράγραφος 1. |
177. |
Βεβαίως, το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι η άρνηση κράτους μέλους να εφαρμόσει το άρθρο 17, παράγραφος 1, του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ μπορεί, ενδεχομένως, να προσβληθεί στο πλαίσιο προσφυγής κατά της απόφασης μεταφοράς ( 79 ). Ωστόσο, λαμβανομένης υπόψη της ευρείας διακριτικής ευχέρειας που καταλείπεται στα κράτη μέλη κατά την εφαρμογή της διάταξης αυτής, ο απαιτούμενος από το δίκαιο της Ένωσης δικαστικός έλεγχος μπορεί να αφορά μόνο την πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως. Τέτοια πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως μπορεί όμως να υφίσταται μόνον αν το αιτούν κράτος μέλος έχει κρίνει ότι δεν είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας, μολονότι στο κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα υφίστανται συστημικές ελλείψεις, με αποτέλεσμα να πληρούνται οι προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 3, παράγραφος 2, του κανονισμού αυτού. |
178. |
Τούτο δεν θίγει τη δυνατότητα των εθνικών δικαστηρίων να υποχρεώνουν τα κράτη μέλη, βάσει ευνοϊκότερων διατάξεων του εθνικού δικαίου, να χορηγούν εθνική προστασία, υπό την προϋπόθεση ότι τούτο προβλέπεται από το εθνικό δίκαιο και ότι συνάδει με τις διατάξεις της οδηγίας για την αναγνώριση ( 80 ). |
3. Ενδιάμεσο συμπέρασμα
179. |
Από τις ανωτέρω εκτιμήσεις προκύπτει ότι το άρθρο 3, παράγραφοι 1 και 2, το άρθρο 17, παράγραφος 1, και το άρθρο 27 του κανονισμού Δουβλίνο III, σε συνδυασμό με τα άρθρα 4, 19 και 47 του Χάρτη, έχουν την έννοια ότι το δικαστήριο του αιτούντος κράτους μέλους το οποίο επιλαμβάνεται προσφυγής κατά απόφασης μεταφοράς δεν δύναται να εξετάζει τον κίνδυνο παραβίασης της αρχής της μη επαναπροώθησης από το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα, εφόσον στο εν λόγω κράτος μέλος δεν υφίστανται συστημικές ελλείψεις που να δικαιολογούν αμφιβολίες ως προς την αποτελεσματικότητα του δικαστικού ελέγχου των μέτρων που καθιστούν δυνατή την απομάκρυνση των απορριφθέντων αιτούντων άσυλο. Οι διχογνωμίες μεταξύ των διοικητικών αρχών και των δικαστηρίων του αιτούντος κράτους μέλους και του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα ως προς την ερμηνεία των ουσιαστικών προϋποθέσεων της διεθνούς προστασίας δεν συνιστούν συστημικές ελλείψεις. |
180. |
Κατόπιν της διαπίστωσης αυτής, παρέλκει η απάντηση στο τέταρτο προδικαστικό ερώτημα, υπό βʹ, της υπόθεσης C-254/21, το οποίο μνημονεύεται στο σημείο 153. |
VI. Πρόταση
181. |
Κατόπιν όλων των ανωτέρω εκτιμήσεων, προτείνω στο Δικαστήριο να αποφανθεί ως εξής:
|
( 1 ) Γλώσσα του πρωτοτύπου: η γερμανική.
( 2 ) Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013 (ΕΕ 2013, L 180, σ. 31).
( 3 ) Πρβλ. απόφαση της 7ης Ιουνίου 2016, Ghezelbash (C-63/15, EU:C:2016:409, σκέψη 51).
( 4 ) Υποθέσεις C-228/21, C-315/21 και C-328/21. Παρόμοια προδικαστικά ερωτήματα έχουν υποβληθεί και στις εκκρεμείς υποθέσεις C-80/22 και C-217/22, οι οποίες δεν αποτελούν αντικείμενο της παρούσας διαδικασίας.
( 5 ) Υποθέσεις C-254/21, C-297/21 και C-315/21.
( 6 ) Ανωτέρω, σημείο 1 και υποσημείωση 2.
( 7 ) Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τη θέσπιση του «Eurodac» για την αντιπαραβολή δακτυλικών αποτυπωμάτων για την αποτελεσματική εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 604/2013 για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα και σχετικά με αιτήσεις της αντιπαραβολής με τα δεδομένα Eurodac που υποβάλλουν οι αρχές επιβολής του νόμου των κρατών μελών και η Ευρωπόλ για σκοπούς επιβολής του νόμου και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1077/2011 σχετικά με την ίδρυση Ευρωπαϊκού Οργανισμού για τη Λειτουργική Διαχείριση Συστημάτων ΤΠ Μεγάλης Κλίμακας στον Χώρο Ελευθερίας, Ασφάλειας και Δικαιοσύνης (ΕΕ 2013, L 180, σ. 1).
( 8 ) ΕΕ 2011, L 337, σ. 9.
( 9 ) ΕΕ 2013, L 180, σ. 60.
( 10 ) Κανονισμός της Επιτροπής, της 2ας Σεπτεμβρίου 2003, για τα μέτρα εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 343/2003 του Συμβουλίου για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης ασύλου που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας (ΕΕ 2003, L 222, σ. 3).
( 11 ) Εκτελεστικός κανονισμός της Επιτροπής, της 30ής Ιανουαρίου 2014, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1560/2003 (ΕΕ 2014, L 39, σ. 1).
( 12 ) «Οι παρεχόμενες πληροφορίες είναι αυτές που προβλέπονται στο μέρος Β του παραρτήματος X».
( 13 ) Βλ., σχετικά με τις διαφορές μεταξύ των δύο περιπτώσεων που μνημονεύονται στα σημεία 70 και 71, επίσης, απόφαση H. και R. (βλ. υποσημείωση 15), καθώς και απόφαση της 12ης Ιανουαρίου 2023, B. και F. (Προθεσμία μεταφοράς – Πολλαπλές αιτήσεις) (C-323/21 έως C‑325/21, EU:C:2023:4, σκέψεις 47 έως 50).
( 14 ) Η υπογράμμιση δική μου.
( 15 ) Απόφαση της 2ας Απριλίου 2019, H. και R. (C-582/17 και C-583/17, EU:C:2019:280).
( 16 ) Απόφαση H. και R. (σκέψεις 51, 52, 65 έως 67 και 80).
( 17 ) Απόφαση H. και R. (σκέψεις 61 έως 63 και 80).
( 18 ) Απόφαση H. και R. (σκέψεις 54 έως 80).
( 19 ) Απόφαση της 7ης Ιουνίου 2016, Karim (C-155/15, EU:C:2016:410, σκέψη 27).
( 20 ) Βλ., κατ’ αναλογίαν, σχετικά με το άρθρο 21, παράγραφος 1, του κανονισμού Δουβλίνο III, απόφαση της 26ης Ιουλίου 2017, Mengesteab (C-670/16, EU:C:2017:587, σκέψη 55).
( 21 ) Απόφαση της 25ης Οκτωβρίου 2017, Shiri (C-201/16, EU:C:2017:805, σκέψη 46).
( 22 ) Απόφαση της 19ης Μαρτίου 2019, Jawo (C-163/17, EU:C:2019:218, σκέψεις 87 έως 89 και 98).
( 23 ) Απόφαση της 16ης Φεβρουαρίου 2017, C. K. κ.λπ. (C-578/16 PPU, EU:C:2017:127 σκέψεις 65, 66, 73, 74 και 96).
( 24 ) Απόφαση H. και R. (σκέψεις 81 έως 84).
( 25 ) Η υπογράμμιση δική μου.
( 26 ) Όπ.π.
( 27 ) Η έμφαση υπάρχει στο πρωτότυπο κείμενο. Βλ. σημείο 38 των παρουσών προτάσεων.
( 28 ) Βλ. αιτιολογικές σκέψεις 4 και 5 του κανονισμού Δουβλίνο III, καθώς και αποφάσεις της 16ης Φεβρουαρίου 2017, C. K. κ.λπ. (C-578/16 PPU, EU:C:2017:127, σκέψη 57), και της 19ης Μαρτίου 2019, Jawo (C-163/17, EU:C:2019:218, σκέψη 58).
( 29 ) Βλ. αποφάσεις της 25ης Οκτωβρίου 2017, Shiri (C-201/16, EU:C:2017:805, σκέψη 31), της 13ης Νοεμβρίου 2018, X και X (C-47/17 και C-48/17, EU:C:2018:900, σκέψεις 69 και 70), και της 12ης Ιανουαρίου 2023, B. και F. (Προθεσμία μεταφοράς – Πολλαπλές αιτήσεις) (C-323/21 έως C-325/21, EU:C:2023:4, σκέψη 55).
( 30 ) Σύμβαση περί του καθεστώτος των προσφύγων, η οποία υπογράφηκε στη Γενεύη στις 28 Ιουλίου 1951 [Recueil des traités des Nations unies, τόμος 189, σ. 150, αριθ. 2545 (1954)].
( 31 ) Βλ. αποφάσεις της 21ης Δεκεμβρίου 2011, NS (C-411/10 και C-493/10, EU:C:2011:865, σκέψεις 78 έως 80), και της 19ης Μαρτίου 2019, Jawo (C-163/17, EU:C:2019:218, σκέψη 82)· βλ. συναφώς, επίσης, σημεία 155 επ. των παρουσών προτάσεων.
( 32 ) Απόφαση της 10ης Δεκεμβρίου 2013, Abdullahi (C-394/12, EU:C:2013:813, σκέψεις 54 και 55).
( 33 ) Βλ. πρόταση της Επιτροπής για την έκδοση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα (αναδιατύπωση), COM(2008) 0820 τελικό, σ. 8 και 12: «[προτείνεται] να αποκλεισθεί η δυνατότητα να αποστέλλεται πίσω αιτών για τον οποίο μπορεί να εφαρμοστεί ένα από τα κριτήρια για την ενότητα της οικογένειας κατά το χρόνο της πλέον πρόσφατης αίτησης, υπό τον όρο ότι το κράτος μέλος στο οποίο υποβλήθηκε η πρώτη αίτηση δεν έχει ήδη λάβει πρώτη απόφαση επί της ουσίας. Σκοπός είναι να εξασφαλιστεί ότι τα ενδεχόμενα νέα στοιχεία σχετικά με την οικογενειακή κατάσταση του αιτούντος άσυλο μπορούν να ληφθούν δεόντως υπόψη από το κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου ευρίσκεται ο αιτών άσυλο, σύμφωνα με τις υποχρεώσεις που θεσπίζονται από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών· […] Το δικαίωμα στην επανένωση της οικογένειας θα ενισχυθεί σημαντικά, ιδίως με τη διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής του κανονισμού για να συμπεριλάβει αιτούντες και δικαιούχους επικουρικής προστασίας, με την πρόσδοση υποχρεωτικού χαρακτήρα στην επανένωση εξαρτώμενων συγγενών και με την απαγόρευση, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, να αποστέλλεται πίσω αιτών για τον οποίο ένα από τα κριτήρια της ενότητας της οικογένειας μπορεί να εφαρμοστεί κατά το χρόνο της πλέον πρόσφατης αίτησής του. Οι εγγυήσεις αυτές όχι μόνο παρέχουν αυξημένο επίπεδο προστασίας των αιτούντων άσυλο αλλά συμβάλλουν επίσης στη μείωση του επιπέδου των δευτερογενών μετακινήσεων, διότι κατά τη διαδικασία προσδιορισμού του υπεύθυνου κράτους μέλους θα λαμβάνεται καλύτερα υπόψη η προσωπική κατάσταση κάθε αιτούντος άσυλο» (Η έμφαση υπάρχει στο πρωτότυπο κείμενο).
( 34 ) Πρβλ. αποφάσεις της 7ης Ιουνίου 2016, Ghezelbash (C-63/15, EU:C:2016:409, σκέψεις 47 έως 51), και της 26ης Ιουλίου 2017, Mengesteab (C-670/16, EU:C:2017:587, σκέψη 58).
( 35 ) Βλ., συναφώς, αιτιολογική έκθεση της πρότασης της Επιτροπής για την έκδοση του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ (υποσημείωση 33 των παρουσών προτάσεων), σ. 7 και 11: «[…] Η καλύτερη πληροφόρηση των αιτούντων διεθνή προστασία για τις συνέπειες του κανονισμού του Δουβλίνου θα αυξήσει την ευαισθητοποίησή τους στη διαδικασία προσδιορισμού ευθύνης, γεγονός που θα μπορούσε μεταξύ άλλων να συμβάλει στη μείωση του φαινομένου των δευτερογενών μετακινήσεων. […] [Η] καλύτερη ενημέρωση των αιτούντων άσυλο για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους στο πλαίσιο του κανονισμού αυτού, αφενός, θα τους επιτρέψει να υπερασπίζονται καλύτερα τα δικαιώματά τους και, αφετέρου, θα συμβάλει στη μείωση του επιπέδου των δευτερογενών μετακινήσεων διότι οι αιτούντες άσυλο θα είναι περισσότερο διατεθειμένοι να συμμορφώνονται με το σύστημα» (Η έμφαση υπάρχει στο πρωτότυπο κείμενο).
( 36 ) Η έμφαση υπάρχει στο πρωτότυπο κείμενο. Βλ. σημείο 38 των παρουσών προτάσεων.
( 37 ) Βλ., συναφώς, απόφαση της 26ης Ιουλίου 2017, Mengesteab (C-670/16, EU:C:2017:587, σκέψεις 73 έως 103).
( 38 ) Αποφάσεις της 26ης Ιουλίου 2017, Mengesteab (C-670/16, EU:C:2017:587, σκέψη 48), της 2ας Απριλίου 2019, H. και R. (C-582/17 και C-583/17, EU:C:2019:280, σκέψη 40), και της 12ης Ιανουαρίου 2023, B. και F. (Προθεσμία μεταφοράς – Πολλαπλές αιτήσεις) (C-323/21 έως C‑325/21, EU:C:2023:4, σκέψη 91)· ειδικά ως προς το άρθρο 5 του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ, βλ. απόφαση της 7ης Ιουνίου 2016, Ghezelbash (C-63/15, EU:C:2016:409, σκέψη 53).
( 39 ) Βλ. αποφάσεις της 10ης Σεπτεμβρίου 2013, G. και R. (C-383/13 PPU, EU:C:2013:533, σκέψεις 35 και 36), της 16ης Ιουλίου 2020, Addis (C-517/17, EU:C:2020:579, σκέψη 57), και της 15ης Απριλίου 2021, État belge (Στοιχεία μεταγενέστερα της απόφασης μεταφοράς) (C‑194/19, EU:C:2021:270, σκέψη 42).
( 40 ) Βλ. απόφαση της 10ης Σεπτεμβρίου 2013, G. και R. (C-383/13 PPU, EU:C:2013:533, σκέψη 38 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).
( 41 ) Πρβλ. αποφάσεις της 10ης Σεπτεμβρίου 2013, G. και R. (C-383/13 PPU, EU:C:2013:533, σκέψη 40), και, σε διαφορετικό πλαίσιο, της 7ης Νοεμβρίου 2013, Gemeinde Altrip κ.λπ. (C‑72/12, EU:C:2013:712, σκέψεις 52 και 53)· βλ., επίσης, αποφάσεις της 1ης Οκτωβρίου 2009, Foshan Shunde Yongjian Housewares & Hardware κατά Συμβουλίου (C-141/08 P, EU:C:2009:598, σκέψη 94), της 25ης Οκτωβρίου 2011, Solvay κατά Επιτροπής (C-109/10 P, EU:C:2011:686, σκέψη 57), και της 16ης Ιανουαρίου 2019, Επιτροπή κατά United Parcel Service (C-265/17 P, EU:C:2019:23, σκέψη 56).
( 42 ) Βλ. σημείο 39 των παρουσών προτάσεων.
( 43 ) Αντιθέτως, στην επίσης εκκρεμή υπόθεση C-217/22, έχει υποβληθεί το ερώτημα ποιες συνέπειες έχει για την απόφαση μεταφοράς η μη διεξαγωγή της συνέντευξης από το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση.
( 44 ) Βλ. αποφάσεις της 22ας Νοεμβρίου 2012, M. (C-277/11, EU:C:2012:744, σκέψεις 81 έως 87 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία), της 10ης Σεπτεμβρίου 2013, G. και R. (C-383/13 PPU, EU:C:2013:533, σκέψη 32 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία), και της 5ης Νοεμβρίου 2014, Mukarubega (C-166/13, EU:C:2014:2336, σκέψεις 42 έως 50 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).
( 45 ) Απόφαση της 16ης Ιουλίου 2020 (C-517/17, EU:C:2020:579, σκέψεις 70 και 71).
( 46 ) Απόφαση της 16ης Ιουλίου 2020, Addis (C-517/17, EU:C:2020:579, σκέψη 74).
( 47 ) Απόφαση της 16ης Ιουλίου 2020, Addis (C-517/17, EU:C:2020:579, σκέψεις 49 έως 54).
( 48 ) Απόφαση της 16ης Ιουλίου 2020 (C-517/17, EU:C:2020:579, σκέψη 70).
( 49 ) Απόφαση της 16ης Ιουλίου 2020, Addis (C-517/17, EU:C:2020:579, σκέψεις 56 έως 74).
( 50 ) Βλ. απόφαση της 26ης Ιουλίου 2017, A. S. (C-490/16, EU:C:2017:585, σκέψη 33).
( 51 ) Βλ. αποφάσεις της 7ης Ιουνίου 2016, Ghezelbash (C-63/15, EU:C:2016:409, σκέψη 61), και της 26ης Ιουλίου 2017, A. S. (C-490/16, EU:C:2017:585, σκέψεις 27 έως 35).
( 52 ) Βλ. αποφάσεις της 15ης Απριλίου 2021, État belge (Στοιχεία μεταγενέστερα της απόφασης μεταφοράς) (C-194/19, EU:C:2021:270, σκέψεις 36 έως 49 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία), και της 12ης Ιανουαρίου 2023, B. και F. (Προθεσμία μεταφοράς – Πολλαπλές αιτήσεις) (C-323/21 έως C-325/21, EU:C:2023:4, σκέψεις 92 έως 95).
( 53 ) Βλ. αποφάσεις της 25ης Οκτωβρίου 2017, Shiri (C-201/16, EU:C:2017:805, σκέψη 31), της 13ης Νοεμβρίου 2018, X και X (C-47/17 και C-48/17, EU:C:2018:900, σκέψεις 69 έως 70), και της 12ης Ιανουαρίου 2023, B. και F. (Προθεσμία μεταφοράς – Πολλαπλές αιτήσεις) (C-323/21 έως C-325/21, EU:C:2023:4, σκέψη 55).
( 54 ) Βλ., ως προς το άρθρο 23 του κανονισμού Δουβλίνο III, απόφαση της 5ης Ιουλίου 2018, X (C‑213/17, EU:C:2018:538, σκέψεις 34 και 35), ως προς το άρθρο 24, της 25ης Ιανουαρίου 2018, Hasan (C-360/16, EU:C:2018:35, σκέψη 77, και, σχετικά με την περίπτωση μη υποβολής νέας αίτησης στο δεύτερο κράτος μέλος, βλ. σκέψεις 86 επ.).
( 55 ) Βλ., σχετικά με την περίπτωση κατά την οποία αρχίζει να τρέχει νέα προθεσμία για την υποβολή αιτήματος εκ νέου ανάληψης, επειδή η ευθύνη, εν τω μεταξύ, μετατέθηκε σε τρίτο κράτος μέλος, χωρίς τούτο να καταλογίζεται στο αιτούν κράτος μέλος, απόφαση της 12ης Ιανουαρίου 2023, B. και F. (Προθεσμία μεταφοράς – Πολλαπλές αιτήσεις) (C-323/21 έως C‑325/21, EU:C:2023:4, σκέψη 85).
( 56 ) Πρώτο και τρίτο προδικαστικό ερώτημα στην υπόθεση C-254/21 και πρώτο και δεύτερο προδικαστικό ερώτημα στην υπόθεση C-297/21.
( 57 ) Τέταρτο προδικαστικό ερώτημα, υπό αʹ, στην υπόθεση C-254/21 και πρώτο και δεύτερο προδικαστικό ερώτημα στην υπόθεση C-297/21.
( 58 ) Δεύτερο προδικαστικό ερώτημα στην υπόθεση C-254/21.
( 59 ) Τρίτο προδικαστικό ερώτημα στην υπόθεση C-315/21.
( 60 ) Τέταρτο προδικαστικό ερώτημα, υπό βʹ, στην υπόθεση C-254/21.
( 61 ) Αποφάσεις της 21ης Δεκεμβρίου 2011, NS (C-411/10 και C-493/10, EU:C:2011:865, σκέψεις 78 έως 80), και της 19ης Μαρτίου 2019, Jawo (C-163/17, EU:C:2019:218, σκέψη 82).
( 62 ) Βλ. σχετικώς, αντίστοιχα, γνωμοδότηση 2/13 (Προσχώρηση της Ένωσης στην ΕΣΔΑ) της 18ης Δεκεμβρίου 2014 (EU:C:2014:2454, σκέψη 192), και απόφαση της 22ας Φεβρουαρίου 2022, Openbaar Ministerie (Δικαστήριο που έχει συσταθεί νομίμως στο κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος) (C-562/21 PPU και C-563/21 PPU, EU:C:2022:100, σκέψη 41).
( 63 ) Αποφάσεις της 21ης Δεκεμβρίου 2011, NS (C-411/10 και C-493/10, EU:C:2011:865, σκέψη 81), και της 19ης Μαρτίου 2019, Jawo (C-163/17, EU:C:2019:218, σκέψη 83).
( 64 ) Πρβλ. απόφαση της 19ης Μαρτίου 2019, Jawo (C-163/17, EU:C:2019:218, σκέψη 86).
( 65 ) Απόφαση της 19ης Μαρτίου 2019, Jawo (C-163/17, EU:C:2019:218, σκέψεις 87 έως 90).
( 66 ) Απόφαση της 16ης Φεβρουαρίου 2017, C. K. κ.λπ. (C-578/16 PPU, EU:C:2017:127, σκέψεις 60 και 65).
( 67 ) Απόφαση της 19ης Μαρτίου 2019, Jawo (C-163/17, EU:C:2019:218, σκέψη 91).
( 68 ) Απόφαση της 21ης Δεκεμβρίου 2011, NS (C-411/10 και C-493/10, EU:C:2011:865, σκέψη 82).
( 69 ) Βλ. απόφαση της 21ης Δεκεμβρίου 2011, NS (C-411/10 και C-493/10, EU:C:2011:865, σκέψεις 83 έως 85).
( 70 ) Βλ. αποφάσεις της 17ης Δεκεμβρίου 2015, Tall (C-239/14, EU:C:2015:824, σκέψη 56), και της 19ης Ιουνίου 2018, Gnandi (C-181/16, EU:C:2018:465, σκέψη 55).
( 71 ) Οδηγία 2008/115/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών (ΕΕ 2008, L 348, σ. 98).
( 72 ) Αποφάσεις της 18ης Δεκεμβρίου 2014, Centre public d’action sociale d’Ottignies-Louvain-La-Neuve (C-562/13, EU:C:2014:2453, σκέψεις 52 και 53), της 17ης Δεκεμβρίου 2015, Tall (C‑239/14, EU:C:2015:824, σκέψεις 54, 57 και 58), της 19ης Ιουνίου 2018, Gnandi (C-181/16, EU:C:2018:465, σκέψεις 54 και 56), και της 26ης Σεπτεμβρίου 2018, Staatssecretaris van Veiligheid en Justitie (Ανασταλτικό αποτέλεσμα της έφεσης) (C-180/17, EU:C:2018:775, σκέψεις 28 και 29).
( 73 ) Βλ. απόφαση της 10ης Δεκεμβρίου 2013, Abdullahi (C-394/12, EU:C:2013:813, σκέψεις 54 και 55).
( 74 ) Απόφαση της 16ης Φεβρουαρίου 2017 (C-578/16 PPU, EU:C:2017:127).
( 75 ) Απόφαση της 16ης Φεβρουαρίου 2017, C. K. κ.λπ. (C-578/16 PPU, EU:C:2017:127, σκέψεις 65, 66, 73 και 91 έως 96)· πρβλ. στο ίδιο πνεύμα, mutatis mutandis, απόφαση της 18ης Απριλίου 2023, Presidente del Consiglio dei Ministri κ.λπ. (Λόγος άρνησης εκτέλεσης ΕΕΣ στηριζόμενος σε ασθένεια) (C‑699/21, EU:C:2023:295, σκέψεις 39 και 42).
( 76 ) Βλ. αποφάσεις της 30ής Μαΐου 2013, Halaf (C-528/11, EU:C:2013:342, σκέψη 36), και της 23ης Ιανουαρίου 2019, M.A. κ.λπ. (C-661/17, EU:C:2019:53, σκέψη 58).
( 77 ) Βλ. αποφάσεις της 30ής Μαΐου 2013, Halaf (C-528/11, EU:C:2013:342, σκέψη 37), της 10ης Δεκεμβρίου 2013, Abdullahi (C-394/12, EU:C:2013:813, σκέψη 57), της 4ης Οκτωβρίου 2018, Fathi (C-56/17, EU:C:2018:803, σκέψη 53), και της 23ης Ιανουαρίου 2019, M.A. κ.λπ. (C‑661/17, EU:C:2019:53, σκέψεις 58 έως 60).
( 78 ) Βλ. απόφαση της 16ης Φεβρουαρίου 2017, C. K. κ.λπ. (C-578/16 PPU, EU:C:2017:127, σκέψεις 88 και 97), και της 23ης Ιανουαρίου 2019, M.A. κ.λπ. (C-661/17, EU:C:2019:53, σκέψη 71).
( 79 ) Απόφαση της 23ης Ιανουαρίου 2019, M.A. κ.λπ.. (C-661/17, EU:C:2019:53, σκέψεις 78, 79 και 86).
( 80 ) Βλ. αποφάσεις της 9ης Νοεμβρίου 2010, B (C-57/09 και C-101/09, EU:C:2010:661, σκέψεις 113 έως 121), της 18ης Δεκεμβρίου 2014, M’Bodj (C-542/13, EU:C:2014:2452, σκέψεις 42 έως 46), της 4ης Οκτωβρίου 2018, Ahmedbekova (C-652/16, EU:C:2018:801, σκέψεις 69 έως 71), και της 9ης Νοεμβρίου 2021, Bundesrepublik Deutschland (Διατήρηση της οικογενειακής ενότητας) (C-91/20, EU:C:2021:898, σκέψεις 38 έως 40 και 46).