EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62020CJ0357

Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 28ης Οκτωβρίου 2021.
IE κατά Magistrat der Stadt Wien.
Αίτηση του Verwaltungsgericht Wien για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως.
Προδικαστική παραπομπή – Διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας – Οδηγία 92/43/ΕΟΚ – Άρθρο 12, παράγραφος 1 – Καθεστώς αυστηρής προστασίας των ζωικών ειδών – Παράρτημα IV, στοιχείο αʹ – Cricetus cricetus (κρικητός) – Τόποι ανάπαυσης και τόποι αναπαραγωγής – Βλάβη ή καταστροφή.
Υπόθεση C-357/20.

Court reports – general – 'Information on unpublished decisions' section

ECLI identifier: ECLI:EU:C:2021:881

 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα)

της 28ης Οκτωβρίου 2021 ( *1 )

«Προδικαστική παραπομπή – Διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας – Οδηγία 92/43/ΕΟΚ – Άρθρο 12, παράγραφος 1 – Καθεστώς αυστηρής προστασίας των ζωικών ειδών – Παράρτημα IV, στοιχείο αʹ – Cricetus cricetus (κρικητός) – Τόποι ανάπαυσης και τόποι αναπαραγωγής – Βλάβη ή καταστροφή»

Στην υπόθεση C‑357/20,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Verwaltungsgericht Wien (διοικητικό πρωτοδικείο Βιέννης, Αυστρία) με απόφαση της 10ης Ιουλίου 2020, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 31 Ιουλίου 2020, στο πλαίσιο της δίκης

IE

κατά

Magistrat der Stadt Wien,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δεύτερο τμήμα),

συγκείμενο από τους A. Arabadjiev (εισηγητή), πρόεδρο του πρώτου τμήματος, ασκούντα καθήκοντα προέδρου του δευτέρου τμήματος, I. Ziemele, T. von Danwitz, P. G. Xuereb και A. Kumin, δικαστές,

γενική εισαγγελέας: J. Kokott

γραμματέας: A. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

η Τσεχική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους M. Smolek και J. Vláčil και την L. Dvořáková,

η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τους C. Hermes και M. Noll‑Ehlers,

κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τη γενική εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1

Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 12, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 1992, για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας (ΕΕ 1992, L 206, σ. 7, στο εξής: οδηγία για τους οικοτόπους).

2

Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ του IE, υπαλλήλου εταιρίας κατασκευής και αξιοποίησης ακινήτων, και της Magistrat der Stadt Wien (δημοτικής διοίκησης του Δήμου Βιέννης, Αυστρία) σχετικά με την έκδοση διοικητικής απόφασης ποινικού χαρακτήρα από την τελευταία με την οποία επιβλήθηκε στον ΙΕ πρόστιμο και, για την περίπτωση μη καταβολής του προστίμου αυτού, στερητική της ελευθερίας ποινή, η οποία υποκαθιστά το αρχικώς επιβληθέν πρόστιμο, λόγω βλάβης και καταστροφής, στο πλαίσιο έργου ανέγερσης κτιρίου, των τόπων ανάπαυσης καθώς και των τόπων αναπαραγωγής του είδους Cricetus cricetus (κρικητός) το οποίο περιλαμβάνεται στον κατάλογο των προστατευόμενων ζωικών ειδών που καταγράφονται στο παράρτημα ΙV, στοιχείο αʹ, της οδηγίας για τους οικοτόπους. Επί της διαφοράς αυτής έχει ήδη υποβληθεί αίτηση προδικαστικής αποφάσεως, επί της οποίας το Δικαστήριο αποφάνθηκε με την απόφαση της 2ας Ιουλίου 2020, Magistrat der Stadt Wien (Κρικητός) (C‑477/19, EU:C:2020:517).

Το νομικό πλαίσιο

Το δίκαιο της Ένωσης

3

Το άρθρο 2 της οδηγίας για τους οικοτόπους ορίζει τα εξής:

«1.   Η παρούσα οδηγία σκοπό έχει να συμβάλει στην προστασία της βιολογικής ποικιλομορφίας, μέσω της διατήρησης των φυσικών οικοτόπων, καθώς και της άγριας χλωρίδας και πανίδας στο ευρωπαϊκό έδαφος των κρατών μελών όπου εφαρμόζεται η Συνθήκη [ΛΕΕ].

2.   Τα μέτρα τα οποία λαμβάνονται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία αποσκοπούν στη διασφάλιση της διατήρησης ή της αποκατάστασης σε ικανοποιητική κατάσταση διατήρησης, των φυσικών οικοτόπων και των άγριων ειδών χλωρίδας και πανίδας [που παρουσιάζουν ενδιαφέρον για την Ευρωπαϊκή Ένωση].

3.   Κατά τη λήψη μέτρων σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, λαμβάνονται υπόψη οι οικονομικές, κοινωνικές και πολιτιστικές απαιτήσεις, καθώς και οι περιφερειακές και τοπικές ιδιομορφίες.»

4

Το άρθρο 12, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής ορίζει τα ακόλουθα:

«Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να θεσπισθεί ένα καθεστώς αυστηρής προστασίας των ζωικών ειδών που αναφέρονται στο σημείο α) του παραρτήματος IV, στην περιοχή φυσικής κατανομής τους, που να απαγορεύει:

α)

κάθε μορφή σύλληψης ή θανάτωσης, εκ προθέσεως, δειγμάτων αυτών των ειδών λαμβανομένων στη φύση·

β)

να παρενοχλούνται εκ προθέσεως τα εν λόγω είδη, ιδίως κατά την περίοδο αναπαραγωγής, την περίοδο κατά την οποία τα νεογνά εξαρτώνται από τη μητέρα, τη χειμερία νάρκη και τη μετανάστευση·

γ)

την εκ προθέσεως καταστροφή ή τη συλλογή των αυγών στο φυσικό περιβάλλον·

δ)

τη βλάβη ή καταστροφή των τόπων αναπαραγωγής ή των τόπων ανάπαυσης.»

5

Μεταξύ των ζωικών ειδών που παρουσιάζουν «[ενδιαφέρον για την Ένωση και] απαιτούν αυστηρή προστασία», και των οποίων ο κατάλογος περιλαμβάνεται στο παράρτημα IV, στοιχείο αʹ, της ως άνω οδηγίας, συγκαταλέγεται το είδος Cricetus cricetus (κρικητός).

Το αυστριακό δίκαιο

6

O Wiener Naturschutzgesetz (νόμος περί προστασίας της φύσης του ομόσπονδου κράτους της Βιέννης), της 31ης Αυγούστου 1998 (LGBl. für Wien, 45/1998), όπως ίσχυε κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της διαφοράς της κύριας δίκης (στο εξής: WNSchG), μεταφέρει την οδηγία για τους οικοτόπους στο εσωτερικό δίκαιο για το ομόσπονδο κράτος της Βιέννης (Αυστρία).

7

Το άρθρο 10, παράγραφος 3, σημείο 4, του WNSchG επαναλαμβάνει το γράμμα του άρθρου 12, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας αυτής. Ορίζει, μεταξύ άλλων, ότι απαγορεύεται η βλάβη ή η καταστροφή των τόπων αναπαραγωγής ή των τόπων ανάπαυσης των αυστηρώς προστατευόμενων ζώων.

8

Οι προβλεπόμενες κυρώσεις για παράβαση του άρθρου 10, παράγραφος 3, σημείο 4, του WNSchG καθορίζονται στο άρθρο 49, παράγραφος 1, σημείο 5, του νόμου αυτού. Κατά την τελευταία αυτή διάταξη, σε όποιον βλάπτει ή καταστρέφει τόπους αναπαραγωγής ή τόπους ανάπαυσης των αυστηρώς προστατευόμενων ζώων, κατά παράβαση των παραγράφων 3 ή 4 του άρθρου 10 του WNSchG, επιβάλλεται πρόστιμο έως 21000 ευρώ ή, σε περίπτωση μη καταβολής του προστίμου αυτού, στερητική της ελευθερίας ποινή έως τέσσερις εβδομάδες, η οποία υποκαθιστά το αρχικώς επιβληθέν πρόστιμο, και, σε περίπτωση υποτροπής, πρόστιμο έως 35000 ευρώ ή, σε περίπτωση μη καταβολής του προστίμου αυτού, στερητική της ελευθερίας ποινή έως έξι εβδομάδες, η οποία υποκαθιστά το αρχικώς επιβληθέν πρόστιμο.

9

Κατά το άρθρο 22, παράγραφος 5, του WNSchG, η αρμόδια αρχή μπορεί να επιτρέπει μεμονωμένες περιπτώσεις παρέμβασης εάν το προτεινόμενο μέτρο, είτε μεμονωμένα είτε σε συνδυασμό με άλλα μέτρα για τα οποία ζητείται άδεια από την αρμόδια αρχή, δεν υπονομεύει σημαντικά τον στόχο της παροχής προστασίας.

10

Το παράρτημα του Wiener Naturschutzverordnung προσδιορίζει το είδος Cricetus cricetus (κρικητό) ως αυστηρώς προστατευόμενο ζωικό είδος.

Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

11

Εταιρία κατασκευής και αξιοποίησης ακινήτων, στην οποία απασχολούνταν ο ΙΕ, ανέλαβε εργασίες για την ανέγερση κτιρίου σε έκταση στην οποία είχε εγκατασταθεί το Cricetus cricetus (κρικητός). Ο κύριος της έκτασης αυτής, ο οποίος είχε γνώση της ως άνω κατάστασης, ενημέρωσε σχετικά την εν λόγω εταιρία κατασκευής και αξιοποίησης ακινήτων, η οποία διόρισε, πριν από την έναρξη των εργασιών, περιβαλλοντικό εμπειρογνώμονα. Ο εν λόγω εμπειρογνώμονας σχεδίασε χάρτη των εισόδων των υπόγειων στοών του Cricetus cricetus (κρικητού) και προσδιόρισε, εντός συγκεκριμένης περιοχής, αν οι υπόγειες στοές αυτές κατοικούνταν ή όχι.

12

Πριν από την έναρξη των εργασιών, η εν λόγω εταιρία κατασκευής και αξιοποίησης ακινήτων προέβη στην αφαίρεση του καλύμματος βλάστησης, στον καθαρισμό του σημείου όπου επρόκειτο να λάβει χώρα η οικοδομική δραστηριότητα, στη διάνοιξη διόδου εργοταξίου και στην κατασκευή χώρου στάθμευσης σε άμεση γειτνίαση με εισόδους των υπόγειων στοών του Cricetus cricetus (κρικητού) (στο εξής: ζημιογόνα μέτρα). Πιο συγκεκριμένα, με την αφαίρεση του καλύμματος βλάστησης η ως άνω εταιρία αποσκοπούσε στη μετακίνηση του Cricetus cricetus (κρικητού), ο οποίος ήταν εγκατεστημένος στα σημεία όπου θα πραγματοποιούνταν η οικοδομική δραστηριότητα, προς τις εκτάσεις που είχαν ειδικώς προστατευθεί και προορίζονταν για το ζωικό αυτό είδος. Εντούτοις, δεν ζητήθηκε προηγούμενη έγκριση των ζημιογόνων μέτρων από την αρμόδια αρχή και, κατά συνέπεια, δεν ελήφθη τέτοια έγκριση πριν από την έναρξη των εργασιών. Επιπλέον, τουλάχιστον δύο είσοδοι υπόγειων στοών καταστράφηκαν.

13

Κατά συνέπεια, η διοίκηση του Δήμου Βιέννης έκρινε ότι ο IE, ως υπάλληλος της εν λόγω εταιρίας κατασκευής και αξιοποίησης ακινήτων, ήταν υπεύθυνος για τη βλάβη και την καταστροφή των τόπων ανάπαυσης καθώς και των τόπων αναπαραγωγής του Cricetus cricetus (κρικητού) και του επέβαλε, βάσει του άρθρου 10, παράγραφος 3, σημείο 4, του WNSchG, πρόστιμο το οποίο, σε περίπτωση μη καταβολής του, μπορούσε να μετατραπεί σε στερητική της ελευθερίας ποινή.

14

Ο IE άσκησε προσφυγή ενώπιον του Verwaltungsgericht Wien (διοικητικού πρωτοδικείου Βιέννης, Αυστρία), αμφισβητώντας την επιβολή του προστίμου αυτού λόγω, μεταξύ άλλων, ότι αφενός οι συγκεκριμένες υπόγειες στοές δεν ήταν κατειλημμένες από το Cricetus cricetus (κρικητό) κατά τον χρόνο εφαρμογής των ζημιογόνων μέτρων και αφετέρου τα μέτρα αυτά δεν είχαν ως αποτέλεσμα τη βλάβη ή την καταστροφή των τόπων ανάπαυσης ή των τόπων αναπαραγωγής του εν λόγω ζωικού είδους.

15

Στο πλαίσιο αυτό, το εν λόγω δικαστήριο, με μια πρώτη αίτηση προδικαστικής αποφάσεως, με ημερομηνία 12 Ιουνίου 2019, υπέβαλε στο Δικαστήριο σειρά ερωτημάτων σχετικών με την ερμηνεία του άρθρου 12, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας για τους οικοτόπους, προκειμένου να του παρασχεθούν διευκρινίσεις ως προς το περιεχόμενο των εννοιών «τόπος ανάπαυσης», «τόπος αναπαραγωγής», «βλάβη» και «καταστροφή», κατά την έννοια της διάταξης αυτής. Με την απόφαση της 2ας Ιουλίου 2020, Magistrat der Stadt Wien (Κρικητός) (C‑477/19, EU:C:2020:517), το Δικαστήριο, απαντώντας στο πρώτο από τα ως άνω ερωτήματα, έκρινε ότι η εν λόγω διάταξη έχει την έννοια ότι ο όρος «τόποι ανάπαυσης» περιλαμβάνει και τους τόπους ανάπαυσης οι οποίοι δεν καταλαμβάνονται πλέον από το Cricetus cricetus (κρικητός), εφόσον υπάρχει αρκετά μεγάλη πιθανότητα το εν λόγω είδος να επιστρέψει στους εν λόγω τόπους ανάπαυσης, πράγμα που εναπέκειτο στο αιτούν δικαστήριο να ελέγξει. Επιπλέον, με την ως άνω απόφαση, το Δικαστήριο έκρινε τα λοιπά ερωτήματα απαράδεκτα λόγω ανεπαρκούς προσδιορισμού του κρίσιμου πραγματικού πλαισίου και του εφαρμοστέου εθνικού νομικού πλαισίου στην αίτηση προδικαστικής αποφάσεως καθώς και λόγω μη διευκρίνισης των συγκεκριμένων λόγων για τους οποίους η ζητούμενη ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης ήταν αναγκαία στο αιτούν δικαστήριο για την επίλυση της διαφοράς της κύριας δίκης.

16

Σε αυτό ακριβώς το πλαίσιο, το αιτούν δικαστήριο υποβάλλει στο Δικαστήριο νέα αίτηση προδικαστικής αποφάσεως, η οποία εκθέτει λεπτομερέστερα τα πραγματικά περιστατικά και διευκρινίζει ότι η «βλάβη τόπου ανάπαυσης», η «καταστροφή τόπου ανάπαυσης», η «βλάβη τόπου αναπαραγωγής» και η «καταστροφή τόπου αναπαραγωγής» συνιστούν, κατά την εθνική νομοθεσία, τέσσερις διακριτές παραβάσεις, για τις οποίες πρέπει να επιβάλλονται κυρώσεις αυτοτελώς. Ως εκ τούτου, το αιτούν δικαστήριο κρίνει ότι, για την επίλυση της διαφοράς της κύριας δίκης, είναι αναγκαίο να καθοριστεί το περιεχόμενο της έννοιας του «τόπου αναπαραγωγής» τόσο από τοπικής όσο και από χρονικής άποψης, καθώς και να αποσαφηνιστούν τα κριτήρια διάκρισης μεταξύ της «βλάβης» και της «καταστροφής» τόπου αναπαραγωγής και/ή τόπου ανάπαυσης.

17

Ειδικότερα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί να διευκρινιστεί αν η προστασία την οποία παρέχει το άρθρο 12, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας για τους οικοτόπους αφορά αποκλειστικά αυτές καθεαυτές τις υπόγειες στοές που καταλαμβάνει το Cricetus cricetus (κρικητός) ή αν καλύπτει επίσης τον περιβάλλοντα χώρο των υπόγειων αυτών στοών. Επιπλέον, λαμβανομένων υπόψη των αποκλίσεων μεταξύ της γνώμης του ιδιώτη εμπειρογνώμονα που διόρισε ο IE και της γνώμης των εμπειρογνωμόνων της δημοτικής διοίκησης του Δήμου της Βιέννης, το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει την ανάγκη να διευκρινιστεί αν, για τον χαρακτηρισμό ενός τόπου αναπαραγωγής από χρονικής άποψης, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη μόνον η συγκεκριμένη χρονική περίοδος κατά την οποία το Cricetus cricetus (κρικητός) πράγματι καταλαμβάνει τις υπόγειες στοές καθώς και η περίοδος μέχρι την ανεξαρτητοποίηση των απογόνων του ζωικού αυτού είδους ή αν πρέπει να λαμβάνονται επίσης υπόψη η διάρκεια της κύησης και της ενδεχόμενης ανατροφής των νεογνών.

18

Υπό τις συνθήκες αυτές, το Verwaltungsgericht Wien (διοικητικό πρωτοδικείο Βιέννης) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1)

Τι νοείται ως “τόπος αναπαραγωγής” κατά το άρθρο 12, παράγραφος [1], στοιχείο [δʹ], της οδηγίας για τους οικοτόπους και πώς διαχωρίζεται τοπικά ένας “τόπος αναπαραγωγής” από άλλους τόπους;

2)

Βάσει ποιων κριτηρίων καθορίζεται αν, και σε καταφατική περίπτωση για ποιο χρονικό διάστημα, περιορίζεται χρονικά η ύπαρξη τόπου αναπαραγωγής;

3)

Βάσει ποιων κριτηρίων καθορίζεται αν μέσω μιας συγκεκριμένης πράξεως ή παραλείψεως επέρχεται βλάβη ή καταστροφή ενός τόπου αναπαραγωγής;

4)

Βάσει ποιων κριτηρίων καθορίζεται αν ένας “τόπος ανάπαυσης”, κατά την έννοια του άρθρου 12, παράγραφος [1], στοιχείο [δʹ], της οδηγίας για τους οικοτόπους, έχει υποστεί βλάβη ή καταστροφή;»

Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

Επί του πρώτου προδικαστικού ερωτήματος

19

Με το πρώτο προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 12, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας για τους οικοτόπους έχει την έννοια ότι ο όρος «τόποι αναπαραγωγής» της διάταξης αυτής περιλαμβάνει μόνον τις υπόγειες στοές του Cricetus cricetus (κρικητού) ή αν καλύπτει επίσης τον περιβάλλοντα χώρο των εισόδων των υπόγειων αυτών στοών του εν λόγω προστατευόμενου ζωικού είδους.

20

Κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, για την ερμηνεία διάταξης του δικαίου της Ένωσης πρέπει να λαμβάνεται υπόψη όχι μόνον το γράμμα της, αλλά και το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται και οι σκοποί που επιδιώκονται με τη ρύθμιση της οποίας αυτή αποτελεί μέρος [απόφαση της 2ας Ιουλίου 2020, Magistrat der Stadt Wien (Κρικητός), C‑477/19, EU:C:2020:517, σκέψη 23 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

21

Πρώτον, υπενθυμίζεται ότι, κατά το ίδιο το γράμμα του άρθρου 12, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας για τους οικοτόπους, τα κράτη μέλη οφείλουν να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για τη θέσπιση καθεστώτος αυστηρής προστασίας των ζωικών ειδών που αναφέρονται στο στοιχείο αʹ του παραρτήματος IV της ίδιας οδηγίας, στην περιοχή φυσικής κατανομής τους, το οποίο να απαγορεύει τη βλάβη ή την καταστροφή των τόπων αναπαραγωγής ή των τόπων ανάπαυσης.

22

Εντούτοις, το γράμμα της διάταξης αυτής δεν παρέχει, αυτό καθεαυτό, τη δυνατότητα να καθοριστεί αν η προστασία που επιφυλάσσει η διάταξη αυτή στους τόπους αναπαραγωγής ενός προστατευόμενου ζωικού είδους εκτείνεται και στον περιβάλλοντα χώρο των τόπων αυτών.

23

Δεύτερον, όσον αφορά το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται το άρθρο 12, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας για τους οικοτόπους, η οδηγία για τους οικοτόπους δεν περιλαμβάνει ορισμό της έννοιας του «τόπου αναπαραγωγής», πλην όμως το Δικαστήριο έχει υπογραμμίσει ότι η απαγόρευση την οποία προβλέπει η διάταξη αυτή δεν αφορά άμεσα τα ζωικά είδη, αλλά αποσκοπεί στην προστασία σημαντικών τμημάτων του οικοτόπου τους [απόφαση της 2ας Ιουλίου 2020, Magistrat der Stadt Wien (Κρικητός), C‑477/19, EU:C:2020:517, σκέψη 28].

24

Ως εκ τούτου, σκοπός της αυστηρής προστασίας που παρέχει το άρθρο 12, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας για τους οικοτόπους είναι να διασφαλίσει τη διατήρηση σημαντικών τμημάτων του οικοτόπου των προστατευόμενων ζωικών ειδών, ούτως ώστε να εξασφαλίζονται για τα τελευταία οι συνθήκες που είναι αναγκαίες, μεταξύ άλλων, για την αναπαραγωγή τους στα ως άνω τμήματα του οικοτόπου τους [βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 2ας Ιουλίου 2020, Magistrat der Stadt Wien (Κρικητός), C‑477/19, EU:C:2020:517, σκέψη 29].

25

Επισημαίνεται όμως ότι η ερμηνεία την οποία προτείνει ο προσφεύγων της κύριας δίκης για την έννοια του «τόπου αναπαραγωγής» του άρθρου 12, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας για τους οικοτόπους, ερμηνεία η οποία αποσκοπεί να περιορίσει το περιεχόμενο της έννοιας αυτής μόνον στις υπόγειες στοές του Cricetus cricetus (κρικητού), μπορεί να αποκλείσει από την εν λόγω προστασία τις περιοχές που είναι αναγκαίες για την αναπαραγωγή και τη γέννηση των απογόνων του ως άνω προστατευόμενου ζωικού είδους και οι οποίες ενδέχεται να βρίσκονται στον περιβάλλοντα χώρο των υπογείων αυτών στοών. Η ως άνω ερμηνεία δεν είναι ικανή να διασφαλίσει τη διατήρηση σημαντικών τμημάτων του οικοτόπου του εν λόγω ζωικού είδους κατά τρόπον ώστε το είδος αυτό να μπορεί να αναπαραχθεί υπό τις απαιτούμενες προς τούτο προϋποθέσεις.

26

Συναφώς, στο κατευθυντήριο έγγραφο σχετικά με την αυστηρή προστασία των ζωικών ειδών κοινοτικού ενδιαφέροντος βάσει της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ για τους οικοτόπους (τελική έκδοση, Φεβρουάριος 2007), η Επιτροπή διευκρινίζει, αφενός, ότι το άρθρο 12, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας για τους οικοτόπους έχει την έννοια ότι αποσκοπεί στη διασφάλιση της οικολογικής λειτουργικότητας των τόπων αναπαραγωγής και, αφετέρου, ότι οι τόποι αυτοί μπορούν να περιλαμβάνουν τις περιοχές που είναι αναγκαίες για τη συμπεριφορά ερωτοτροπίας, το ζευγάρωμα, την κατασκευή της φωλιάς ή την επιλογή της τοποθεσίας ωοτοκίας ή τοκετού, τον τόπο ανάπτυξης και εκκόλαψης των αυγών και την τοποθεσία φωλεοποίησης ή τοκετού όταν η εν λόγω τοποθεσία είναι κατειλημμένη από απογόνους εξαρτώμενους από αυτήν.

27

Επομένως, από το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται το άρθρο 12, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας για τους οικοτόπους προκύπτει ότι η έννοια του «τόπου αναπαραγωγής» πρέπει να νοηθεί ως καλύπτουσα το σύνολο των περιοχών που είναι αναγκαίες για την επιτυχή αναπαραγωγή του οικείου ζωικού είδους, συμπεριλαμβανομένου του περιβάλλοντος χώρου του τόπου αναπαραγωγής, η δε ερμηνεία αυτή επιρρωννύεται και από τους σκοπούς της οδηγίας αυτής.

28

Συγκεκριμένα, τρίτον, υπενθυμίζεται ότι, όπως υπογράμμισε το Δικαστήριο με τη σκέψη 18 της απόφασης της 2ας Ιουλίου 2020, Magistrat der Stadt Wien (Κρικητός) (C‑477/19, EU:C:2020:517), κατά το άρθρο 2, παράγραφος 1, της οδηγίας για τους οικοτόπους, η οδηγία αυτή «έχει ως σκοπό να συμβάλει στην προστασία της βιολογικής ποικιλομορφίας, μέσω της διατήρησης των φυσικών οικοτόπων, καθώς και της άγριας χλωρίδας και πανίδας στο ευρωπαϊκό έδαφος των κρατών μελών». Επιπλέον, κατά το άρθρο 2, παράγραφοι 2 και 3, της ίδιας οδηγίας, τα μέτρα που λαμβάνονται σύμφωνα με αυτή αποσκοπούν στη διασφάλιση της διατήρησης ή της αποκατάστασης σε ικανοποιητική κατάσταση διατήρησης των φυσικών οικοτόπων και των άγριων ειδών χλωρίδας και πανίδας που παρουσιάζουν ενδιαφέρον για την Ένωση, και λαμβάνουν υπόψη τις οικονομικές, κοινωνικές και πολιτιστικές απαιτήσεις, καθώς και τις περιφερειακές και τοπικές ιδιομορφίες.

29

Εκτός αυτού, η οδηγία για τους οικοτόπους αποσκοπεί στη διασφάλιση αυστηρής προστασίας των ζωικών ειδών, μέσω ιδίως των απαγορεύσεων που προβλέπει το άρθρο 12, παράγραφος 1, αυτής, οπότε το καθεστώς προστασίας που προβλέπει η συγκεκριμένη διάταξη πρέπει να είναι σε θέση να αποτρέπει αποτελεσματικά τις επεμβάσεις στον οικότοπο των προστατευόμενων ζωικών ειδών [πρβλ. απόφαση της 2ας Ιουλίου 2020, Magistrat der Stadt Wien (Κρικητός), C‑477/19, EU:C:2020:517, σκέψη 20 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

30

Ως εκ τούτου, η προστασία των τόπων αναπαραγωγής προστατευόμενου ζωικού είδους, την οποία προβλέπει το άρθρο 12, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας για τους οικοτόπους, πρέπει να είναι σε θέση να διασφαλίσει ότι οι τόποι αυτοί συμβάλλουν στη διατήρηση του οικείου ζωικού είδους ή στην αποκατάσταση ικανοποιητικής κατάστασης διατήρησής του, υπό την έννοια ότι η προστασία αυτή εξασφαλίζει τη διαρκή οικολογική λειτουργικότητα των τόπων αναπαραγωγής.

31

Πάντως, δεν θα ήταν συμβατό με τον ως άνω σκοπό η μη παροχή προστασίας στον περιβάλλοντα χώρο των τόπων αναπαραγωγής ενός προστατευόμενου ζωικού είδους, δεδομένου ότι ο χώρος αυτός ενδέχεται να είναι αναγκαίος για την επιτυχή αναπαραγωγή του συγκεκριμένου ζωικού είδους.

32

Εν προκειμένω, δεν αμφισβητείται ότι τα ζημιογόνα μέτρα συνίσταντο στην αφαίρεση του καλύμματος βλάστησης στον περιβάλλοντα χώρο της εισόδου υπόγειων στοών του Cricetus cricetus (κρικητού), στον καθαρισμό του σημείου όπου επρόκειτο να λάβει χώρα η οικοδομική δραστηριότητα, στη διάνοιξη διόδου εργοταξίου και στην κατασκευή χώρου στάθμευσης σε άμεση γειτνίαση με εισόδους υπόγειων στοών.

33

Υπό τις συνθήκες αυτές, και όπως προκύπτει τόσο από το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται το άρθρο 12, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας για τους οικοτόπους όσο και από τους σκοπούς που επιδιώκονται με αυτό, πρέπει να γίνει δεκτό ότι η επιβαλλόμενη από τη διάταξη αυτή προστασία ενός τόπου αναπαραγωγής προστατευόμενου ζωικού είδους θα στερούνταν πρακτικής αποτελεσματικότητας αν οι ανθρώπινες δραστηριότητες οι οποίες πραγματοποιούνται στον περιβάλλοντα χώρο του τόπου αυτού είχαν ως αντικείμενο ή ως αποτέλεσμα το εν λόγω ζωικό είδος να παύσει να χρησιμοποιεί τον οικείο τόπο αναπαραγωγής, ζήτημα που απόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει.

34

Λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των προεκτεθέντων, στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 12, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας για τους οικοτόπους έχει την έννοια ότι ο όρος «τόποι αναπαραγωγής» της ανωτέρω διάταξης περιλαμβάνει και τον περιβάλλοντα χώρο των εν λόγω τόπων, δεδομένου ότι ο χώρος αυτός ενδέχεται να είναι αναγκαίος για την επιτυχή αναπαραγωγή των προστατευόμενων ζωικών ειδών του παραρτήματος IV, στοιχείο αʹ, της εν λόγω οδηγίας, όπως το είδος Cricetus cricetus (κρικητός).

Επί του δεύτερου προδικαστικού ερωτήματος

35

Με το δεύτερο προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 12, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας για τους οικοτόπους έχει την έννοια ότι η προστασία των τόπων αναπαραγωγής ενός προστατευόμενου ζωικού είδους την οποία παρέχει η διάταξη αυτή είναι περιορισμένη χρονικά.

36

Από τη δικογραφία που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο προκύπτει ότι το αιτούν δικαστήριο ζητεί, ειδικότερα, να διευκρινιστεί αν η προστασία αυτή καλύπτει μόνον την περίοδο κατά την οποία το είδος Cricetus cricetus (κρικητός) πράγματι καταλαμβάνει τις υπόγειες στοές καθώς και την περίοδο μέχρι την ανεξαρτητοποίηση των απογόνων του προστατευόμενου αυτού ζωικού είδους ή αν ισχύει για όλη τη διάρκεια της κύησης και της ενδεχόμενης ανατροφής των νεογνών του.

37

Προκειμένου να δοθεί απάντηση στο ερώτημα αυτό, επισημαίνεται ότι το Δικαστήριο, με την απόφαση της 2ας Ιουλίου 2020, Magistrat der Stadt Wien (Κρικητός) (C‑477/19, EU:C:2020:517), διευκρίνισε το περιεχόμενο της έννοιας «τόπος ανάπαυσης», κατά το άρθρο 12, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας για τους οικοτόπους. Πράττοντας τούτο, το Δικαστήριο δέχτηκε, κατόπιν γραμματικής, συστηματικής και τελολογικής ερμηνείας της ως άνω διάταξης, μια ευρεία από χρονικής άποψης ερμηνεία του περιεχομένου της εν λόγω έννοιας, βάσει της οποίας η προστασία των τόπων ανάπαυσης του οικείου ζωικού είδους καλύπτει και τους τόπους ανάπαυσης που δεν είναι πλέον κατειλημμένοι από αυτό το ζωικό είδος, εφόσον υπάρχει αρκούντως μεγάλη πιθανότητα το εν λόγω ζωικό είδος να επιστρέψει στους συγκεκριμένους τόπους ανάπαυσης.

38

Λαμβανομένων υπόψη των εκτιμήσεων που εκτίθενται στις σκέψεις 24, 29 και 30 της παρούσας απόφασης σχετικά με την αυστηρή προστασία που παρέχει το άρθρο 12, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας για τους οικοτόπους, η ευρεία αυτή ερμηνεία πρέπει επίσης να γίνει δεκτή όσον αφορά τη χρονική εμβέλεια της προστασίας των τόπων αναπαραγωγής τους οποίους αφορά η διάταξη αυτή.

39

Εξ αυτού συνάγεται ότι, προκειμένου να διασφαλιστεί η αυστηρή προστασία που παρέχει η ως άνω διάταξη, οι τόποι αναπαραγωγής ενός προστατευόμενου ζωικού είδους πρέπει να προστατεύονται για όσο διάστημα τούτο είναι αναγκαίο ώστε να καθίσταται δυνατή η επιτυχής αναπαραγωγή του εν λόγω ζωικού είδους, με αποτέλεσμα η προστασία αυτή να επεκτείνεται και σε τόπους αναπαραγωγής που δεν είναι πλέον κατειλημμένοι, εφόσον υπάρχει αρκούντως μεγάλη πιθανότητα το εν λόγω ζωικό είδος να επιστρέψει στους εν λόγω τόπους, ζήτημα που εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει.

40

Το συμπέρασμα αυτό επιρρωννύεται εξάλλου από την ερμηνεία του κατευθυντήριου εγγράφου για το οποίο γίνεται λόγος στη σκέψη 26 της παρούσας απόφασης και στο οποίο η Επιτροπή διευκρινίζει ότι οι τόποι αναπαραγωγής είναι κρίσιμοι για τον κύκλο ζωής ενός προστατευόμενου ζωικού είδους και αποτελούν πολύ σημαντικά τμήματα του συνολικού οικοτόπου του, που είναι αναγκαίος για την επιβίωσή του, οπότε οι τόποι αυτοί πρέπει να προστατεύονται ακόμη και όταν δεν είναι κατειλημμένοι, αλλά υπάρχει μεγάλη πιθανότητα το οικείο ζωικό είδος να επιστρέψει στους εν λόγω τόπους.

41

Ως εκ τούτου, πρέπει να γίνει δεκτό ότι το άρθρο 12, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας για τους οικοτόπους δεν μπορεί να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι η προστασία των τόπων αναπαραγωγής ενός προστατευόμενου ζωικού είδους την οποία προβλέπει η διάταξη αυτή περιορίζεται μόνον στην περίοδο κατά την οποία οι τόποι αυτοί πράγματι καταλαμβάνονται ή καλύπτει και την περίοδο της κύησης και της ενδεχόμενης ανατροφής των νεογνών του εν λόγω ζωικού είδους.

42

Επομένως, στο πλαίσιο εφαρμογής του καθεστώτος προστασίας που προβλέπει η διάταξη αυτή, απόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξετάσει, ειδικότερα, προκειμένου να διαφυλαχθεί η οικολογική λειτουργικότητα των τόπων αναπαραγωγής του Cricetus cricetus (κρικητού), αν υπάρχει αρκούντως μεγάλη πιθανότητα το εν λόγω προστατευόμενο ζωικό είδος να επιστρέψει στους εν λόγω τόπους, πέραν των περιόδων που μνημονεύονται στην προηγούμενη σκέψη, προκειμένου να αναπαραχθεί σε αυτούς.

43

Κατόπιν όλων των ανωτέρω σκέψεων, στο δεύτερο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 12, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας για τους οικοτόπους έχει την έννοια ότι οι τόποι αναπαραγωγής ενός προστατευόμενου ζωικού είδους πρέπει να προστατεύονται για όσο διάστημα τούτο είναι αναγκαίο ώστε να καθίσταται δυνατή η επιτυχής αναπαραγωγή του εν λόγω ζωικού είδους, με αποτέλεσμα η προστασία αυτή να επεκτείνεται και σε τόπους αναπαραγωγής που δεν είναι πλέον κατειλημμένοι, εφόσον υπάρχει αρκούντως μεγάλη πιθανότητα το εν λόγω ζωικό είδος να επιστρέψει στους εν λόγω τόπους.

Επί του τρίτου και του τέταρτου προδικαστικού ερωτήματος

44

Με το τρίτο και το τέταρτο προδικαστικό ερώτημα, τα οποία πρέπει να εξεταστούν από κοινού, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται, κατ’ ουσίαν, ως προς την ερμηνεία των εννοιών της «βλάβης» και της «καταστροφής», κατά το άρθρο 12, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας για τους οικοτόπους.

45

Ειδικότερα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί να διευκρινιστεί αν τα ζημιογόνα μέτρα συνιστούν «βλάβη» ή «καταστροφή» τόπου αναπαραγωγής και/ή τόπου ανάπαυσης, κατά την έννοια της διάταξης αυτής.

46

Συναφώς, διαπιστώνεται ότι η οδηγία για τους οικοτόπους δεν περιέχει ορισμό των ως άνω εννοιών, οι οποίες πρέπει, ως εκ τούτου, να ερμηνεύονται σύμφωνα με το σύνηθες νόημα που έχουν στην καθημερινή γλώσσα οι όροι από τους οποίους αποτελούνται, λαμβανομένων υπόψη του πλαισίου εντός του οποίου χρησιμοποιούνται οι όροι αυτοί και των σκοπών της ρύθμισης στην οποία εντάσσονται [πρβλ. απόφαση της 1ης Οκτωβρίου 2020, Staatssecretaris van Financiën (Μειωμένος συντελεστής ΦΠΑ για τα αφροδισιακά), C‑331/19, EU:C:2020:786, σκέψη 24 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

47

Όσον αφορά, κατ’ αρχάς, το σύνηθες νόημα των όρων «βλάβη» και «καταστροφή» στην καθημερινή γλώσσα, επισημαίνεται ότι οι όροι αυτοί αφορούν, αντιστοίχως, τη διαδικασία υποβάθμισης, συμπεριλαμβανομένης της βαθμιαίας αποδυνάμωσης, και τη διαδικασία αφανισμού.

48

Όσον αφορά, στη συνέχεια, το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται το άρθρο 12, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας περί οικοτόπων, από το κατευθυντήριο έγγραφο της Επιτροπής, που μνημονεύθηκε στη σκέψη 26 της παρούσας απόφασης, προκύπτει ότι ως βλάβη μπορεί να οριστεί η φυσική υποβάθμιση ενός οικοτόπου, ενός τόπου αναπαραγωγής ή ενός τόπου ανάπαυσης και η οποία, σε αντίθεση με την καταστροφή, μπορεί να επέλθει με αργούς ρυθμούς και να μειώσει σταδιακά την οικολογική λειτουργικότητα του οικείου τόπου, όπερ σημαίνει ότι η βλάβη αυτή ενδέχεται να μην επιφέρει αμέσως απώλεια της λειτουργικότητας, αλλά να την υπονομεύσει ποιοτικά και ποσοτικά και, συν τω χρόνω, να οδηγήσει στην πλήρη απώλειά της.

49

Υπενθυμίζεται ακόμη ότι η προβλεπόμενη στη διάταξη αυτή απαγόρευση των πράξεων που προκαλούν τη βλάβη ή την καταστροφή των τόπων αναπαραγωγής ή ανάπαυσης δεν περιορίζεται, αντιθέτως προς ό, τι προβλέπεται για τις πράξεις του άρθρου 12, παράγραφος 1, στοιχεία αʹ έως γʹ, της εν λόγω οδηγίας, στις ηθελημένες ενέργειες [πρβλ. απόφαση της 2ας Ιουλίου 2020, Magistrat der Stadt Wien (Κρικητός), C‑477/19, EU:C:2020:517, σκέψη 27 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

50

Τέλος, όσον αφορά τον σκοπό που επιδιώκει η οδηγία για τους οικοτόπους, πρέπει επίσης να υπομνησθεί ότι ο σκοπός αυτός συνίσταται, όπως μνημονεύθηκε στη σκέψη 29 της παρούσας απόφασης, στη διασφάλιση αυστηρής προστασίας των ζωικών ειδών, μέσω ιδίως των απαγορεύσεων που προβλέπονται στο άρθρο 12, παράγραφος 1.

51

Υπό το πρίσμα αυτού του συστήματος αυστηρής προστασίας, πρέπει να γίνει δεκτό ότι ο βαθμός προσβολής της οικολογικής λειτουργικότητας του τόπου αναπαραγωγής ή του τόπου ανάπαυσης, είτε αυτή είναι ηθελημένη είτε όχι, αποτελεί το αποφασιστικό κριτήριο για τη διάκριση μεταξύ, αφενός, πράξης που προκαλεί βλάβη του εν λόγω τόπου αναπαραγωγής ή του τόπου ανάπαυσης και, αφετέρου, πράξης που προκαλεί την καταστροφή τους.

52

Πρέπει, ειδικότερα, να διασφαλίζεται ότι οι τόποι αναπαραγωγής και οι τόποι ανάπαυσης ενός προστατευόμενου ζωικού είδους δεν θα υποστούν βλάβη ή καταστροφή από τις ανθρώπινες δραστηριότητες, ώστε να συνεχίζουν να εξασφαλίζουν τις συνθήκες που είναι αναγκαίες για την ανάπαυση και επιτυχή αναπαραγωγή του εν λόγω ζωικού είδους. Η εκτίμηση αυτή πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις οικολογικές απαιτήσεις που προσιδιάζουν σε κάθε συγκεκριμένο ζωικό είδος στο οποίο ανήκει το συγκεκριμένο ζώο, καθώς και την κατάσταση στο επίπεδο των ατόμων του εν λόγω ζωικού είδους που καταλαμβάνουν τον οικείο τόπο αναπαραγωγής ή ανάπαυσης.

53

Εν προκειμένω, για την εφαρμογή του άρθρου 12, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας για τους οικοτόπους, εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξετάσει αν τα ζημιογόνα μέτρα ήταν ικανά να μειώσουν σταδιακά ή να εξαλείψουν πλήρως την οικολογική λειτουργικότητα των σχετικών οικοτόπων.

54

Λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των ανωτέρω σκέψεων, στο τρίτο και στο τέταρτο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 12, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας για τους οικοτόπους έχει την έννοια ότι οι όροι της «βλάβης» και της «καταστροφής», στους οποίους αναφέρεται η διάταξη αυτή, έχουν την έννοια ότι δηλώνουν, αντιστοίχως, τη σταδιακή μείωση της οικολογικής λειτουργικότητας ενός τόπου αναπαραγωγής ή ενός τόπου ανάπαυσης προστατευόμενου ζωικού είδους και την πλήρη απώλεια της λειτουργικότητας αυτής, ανεξαρτήτως του αν οι εν λόγω προσβολές είναι ηθελημένες ή όχι.

Επί των δικαστικών εξόδων

55

Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

 

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα) αποφαίνεται:

 

1)

Το άρθρο 12, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 1992, για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας, έχει την έννοια ότι ο όρος «τόποι αναπαραγωγής» της ανωτέρω διάταξης περιλαμβάνει και τον περιβάλλοντα χώρο των εν λόγω τόπων, δεδομένου ότι ο χώρος αυτός ενδέχεται να είναι αναγκαίος για την επιτυχή αναπαραγωγή των προστατευόμενων ζωικών ειδών του παραρτήματος IV, στοιχείο αʹ, της εν λόγω οδηγίας, όπως το είδος Cricetus cricetus (κρικητός).

 

2)

Το άρθρο 12, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας 92/43 έχει την έννοια ότι οι τόποι αναπαραγωγής ενός προστατευόμενου ζωικού είδους πρέπει να προστατεύονται για όσο διάστημα τούτο είναι αναγκαίο ώστε να καθίσταται δυνατή η επιτυχής αναπαραγωγή του εν λόγω ζωικού είδους, με αποτέλεσμα η προστασία αυτή να επεκτείνεται και σε τόπους αναπαραγωγής που δεν είναι πλέον κατειλημμένοι, εφόσον υπάρχει αρκούντως μεγάλη πιθανότητα το εν λόγω ζωικό είδος να επιστρέψει στους εν λόγω τόπους.

 

3)

Το άρθρο 12, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας 92/43 έχει την έννοια ότι οι όροι της «βλάβης» και της «καταστροφής», στους οποίους αναφέρεται η διάταξη αυτή, έχουν την έννοια ότι δηλώνουν, αντιστοίχως, τη σταδιακή μείωση της οικολογικής λειτουργικότητας ενός τόπου αναπαραγωγής ή ενός τόπου ανάπαυσης προστατευόμενου ζωικού είδους και την πλήρη απώλεια της λειτουργικότητας αυτής, ανεξαρτήτως του αν οι εν λόγω προσβολές είναι ηθελημένες ή όχι.

 

(υπογραφές)


( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική.

Top